Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:«Σκοπός τῆς ζωῆς: ἡ Θέωση»
Καλησπέρα σας! Τό θέμα μας σήμερα εἶναι «ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου: ἡ Θέωση». Δηλαδή θά ποῦμε, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν βοήθεια τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Ἁγίων Πατέρων, γιατί ὑπάρχουμε, γιατί ζοῦμε. Ἔχουμε ὑπόψη μας ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ὅτι εἶπε ὁ Θεός: «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ᾿ ὁμοίωσιν» (Γεν. 1,26). Λέει ὁ Θεός, ποιήσωμεν, ἄς κάνουμε, ἄς φτιάξουμε δηλαδή ἄνθρωπο, κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν, σύμφωνα μέ τήν δική Μας εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν. Λέει «ποιήσωμεν», ἐνῶ ξέρουμε ὅτι εἶναι ἕνας Θεός.
– Γιατί λέει «ποιήσωμεν» καί δέν λέει ποιήσω, θά κάνω ἐγώ δηλαδή;
Λέει «θά κάνουμε». Αὐτό φανερώνει τό Τριαδικό τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι ἕνα πρόσωπο, εἶναι τρία Πρόσωπα, ἀλλά εἶναι ἕνας Θεός. Δέν εἶναι πολλοί θεοί, γιατί ἔχουνε τήν ἴδια φύση, τήν ἴδια οὐσία δηλαδή καί ἔχουν καί τήν ἴδια ἐνέργεια. Ταυτίζονται, ἀλλά εἶναι καί ξεχωριστά. Εἶναι καί ἕνα, εἶναι καί τρία. Τρία Πρόσωπα, ἕνας Θεός. Γι’ αὐτό, λοιπόν, λέει ποιήσωμεν» καί δέν λέει ποιήσω. Εἶναι κατά κάποιο τρόπο μία σύσκεψις πού κάνει ἡ Ἁγία Τριάδα, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἀποφασίζουν νά φτιάξουν τόν ἄνθρωπο. Καί προσέξτε, γιά ὅλη τήν δημιουργία, γιά τά βουνά, γιά τά ἀστέρια, γιά τίς θάλασσες, γιά τά ζῶα, γιά τά φυτά… ὁ Θεός δέν εἶπε «ποιήσωμεν», ἀλλά εἶπε καί ἔγιναν. Δηλαδή μόνο μέ τόν λόγο Του ἔφτιαξε ὅλα αὐτά. Γιά τόν ἄνθρωπο εἶπε «ποιήσωμεν», δηλαδή θά τόν φτιάξουμε. Καί μετά, λέει, πῆρε χῶμα καί ἔπλασε τόν ἄνθρωπο. Δηλαδή ἔκανε γιά τόν ἄνθρωπο κάτι ξεχωριστό πού δέν ἔκανε γιά κανένα ἄλλο ἀπό αὐτά πού ὑπάρχουν. Ἔκανε μιά ἰδιαίτερη δημιουργική πράξη.
Τήν φράση τώρα αὐτή τῆς Ἁγίας Γραφῆς μᾶς τήν ἀποκάλυψε τό Ἅγιο Πνεῦμα, γιατί αὐτό πού γράφεται στήν Ἁγία Γραφή δέν εἶναι τυχαῖο. Δέν εἶναι ἕνα ἁπλό κείμενο ἡ Ἁγία Γραφή ἀλλά εἶναι μέ τήν φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Συγκεκριμένα αὐτό, τό πρῶτο βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τό ἔγραψε ὁ προφήτης Μωυσῆς. Τόν φώτισε ὁ Θεός λοιπόν καί εἶπε καί ἔγραψε αὐτό, τό ὁποῖο περικλύει τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο ὑπάρχουμε, τό τί εἴμαστε καί τό τί πρέπει νά γίνουμε.
– Τί εἴμαστε;
Εἴμαστε κατ’ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ.
– Καί τί πρέπει νά γίνουμε;
Καθ’ ὁμοίωση τοῦ Χριστοῦ. Δηλαδή νά μοιάσουμε στόν Χριστό. Ὁπότε μέσα ἀπό ὅλο αὐτό καταλαβαίνουμε ἀμέσως ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας, γιατί ὁ σκοπός ἔχει μπεῖ ἀπό Ἐκεῖνον πού μᾶς ἔφτιαξε.
– Ποιός μᾶς ἔφτιαξε;
Ὁ Θεός. Ὁ Θεός, λοιπόν, ἔφτιαξε τόν ἄνθρωπο μέ σκοπό νά μοιάσει ὁ ἄνθρωπος στόν Θεό, νά γίνει δηλαδή σάν κι Αὐτόν, αὐτό πού λέμε τό καθ’ ὁμοίωση. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός μας. Μέ ἄλλα λόγια ἡ θέωση. Γιατί θέωση δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά νά γίνει ὁ ἄνθρωπος θεός. Θά πεῖς:
– Μποροῦμε νά γίνουμε θεοί;
Αὐτό γράφει ἐδῶ ἡ Ἁγία Γραφή. Καί μποροῦμε καί πρέπει νά γίνουμε. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός μας νά γίνουμε θεοί. Ἀλλά προσέξτε, μέ μιά διαφορά. Ὁ Θεός εἶναι Θεός ἀπό τή φύση Του. Ἐμεῖς δέν εἴμαστε ἀπό τή φύση μας θεοί. Εἴμαστε ἄνθρωποι, εἴμαστε δημιουργήματα. Ἀλλά γινόμαστε ὅ,τι καί ὁ Θεός ἐκτός ἀπό τή φύση. Δέν μποροῦμε νά γίνουμε δηλαδή κατά φύση θεοί, νά πάρουμε τήν θεϊκή οὐσία, γιατί δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά μετέχει στήν οὐσία τοῦ Θεοῦ.
– Ἀλλά τί μποροῦμε νά πάρουμε καί νά μοιάσουμε στόν Θεό;
Τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή μποροῦμε νά γίνουμε ἀγάπη, ὅπως ὁ Θεός, λέει ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι ἀγάπη, «Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί» (Α΄Ἰω. 4,16), τό λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά μοιάσει στόν Θεό σ’ αὐτό, μπορεῖ κι αὐτός νά γίνει ἀγάπη. Λέει πάλι ἡ Ἁγία Γραφή «ὁ Θεός εἶναι φῶς». Καί τό φῶς δέν εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, εἶναι μία ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Βλέπουμε ὁ Θεός νά εἶναι φῶς στήν Μεταμόρφωση, πού λέει ὅτι ἐκεῖ ἔλαμψε καί τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ἐξέπεμπε ἀκτίνες φωτός, ἀλλά ὄχι τό φῶς τοῦ ἥλιου. Ἕνα ἄλλο φῶς, πού τό λέμε ἄκτιστο Φῶς. Ὅπως λοιπόν ὁ Θεός εἶναι Φῶς, μπορεῖ καί ὁ ἄνθρωπος νά μετέχει σ’ αὐτό τό φῶς καί νά μοιάσει καί ὁ ἴδιος στόν Θεό, νά γίνει κι αὐτός ἕνας φωτισμένος ἄνθρωπος καί νά βγάζει κι αὐτός φῶς! Θά πεῖς:
– Γίνεται ὁ ἄνθρωπος νά βγάζει φῶς;
Ναί! Τό ἔχουμε δεῖ στήν ζωή τῶν Ἁγίων, πού λέει ἄστραψαν καί δέν μποροῦσε κανείς νά ἀντικρύσει τό πρόσωπό τους. Τόσο φῶς ἔβγαλαν! Ἄς ποῦμε ἕνας ἀσκητής, ὁ Ἅγιος Σισώης, ὅταν ἦταν στά τελευταῖα του, μετά ἀπό πάρα πολλά χρόνια στήν ἔρημο, μέ πολύ προσευχή καί ἄσκηση ἔλαμψε, λέει, τό πρόσωπό του σάν τόν ἥλιο!
Ἕνας ἄλλος ἅγιος ἐπίσης, ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, συνομιλοῦσε μ’ ἕναν ἔμπορο πού τόν ἔλεγαν Μοτοβίλωφ καί τόν ρωτοῦσε αὐτός ὁ ἔμπορος ̔θέλω νά καταλάβω τί εἶναι αὐτό πού λές ὅτι ὑπάρχει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.. τί εἶναι αὐτή ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί τί σημαίνει νά πάρουμε αὐτή τήν χάρηʾ. Γιατί τοῦ ἔλεγε ὁ Ἅγιος Σεραφείμ ὅτι σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά πάρει τήν Χάρη ἤ ἀλλιῶς τό Ἅγιο Πνεῦμα, νά Τό ἔχουμε μέσα μας ἐνεργό καί φανερό. Καί δέν μποροῦσε νά τό καταλάβει… Τί θά πεῖ νά πάρουμε τό Ἅγιο Πνεῦμα, νά ἔχουμε τό Ἅγιο Πνεῦμα; Τότε ὁ Ἅγιος αὐτός, ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ -Ρῶσος Ἅγιος, ὄχι πολύ μακρινός μας, ἔζησε περίπου πρίν 200 χρόνια, ἀσκητής- ἔκανε μιά μικρή προσευχή μέσα του καί παρακάλεσε τόν Θεό νά δείξει στόν συνομιλητή του, τό πνευματικό του παιδί, τί σημαίνει Ἅγιο Πενῦμα καί Χάρις Θεοῦ. Καί ξέρετε τί ἔγινε τότε; Ὁ ἅγιος αὐτός ἄρχισε νά λάμπει σάν τόν ἥλιο καί ὁ ἔμπορος αὐτός νά μήν μπορεῖ νά δεῖ τό πρόσωπό του ἀπό τήν λάμψη. Καί ἔμεινε ἔτσι ἐκστατικός. Καί ἐνῶ ἤτανε μέσα στό χιόνι δέν νιώθανε κρύο, ζεσταινόντουσαν. Ἐπίσης, γέμισε τόν ἀέρα μία ἄρρητη εὐωδία. Καί τόν ρώτησε ὁ Ἅγιος: τί βλέπεις, τί αἰσθάνεσαι; Καί τοῦ λέει: Γέροντα, τό πρόσωπό σου εἶναι σάν τόν ἥλιο, δέν μπορῶ νά σέ κοιτάξω, ἀστράφτεις καί ἔχει γεμίσει ὁ ἀέρας μέ μία γλυκύτατη εὐωδία καί ἐνῶ εἴμαστε μέσα στό χιόνι -ἦταν χειμώνας ἐκεῖ στή Ρωσία- δέν αἰσθάνομαι κρύο.. Ἔ, τοῦ λέει, αὐτό εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, αὐτό εἶναι ἡ θέωση. Ἠ θέωση εἶναι νά θεᾶται, νά βλέπει δηλαδή ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό καί νά ζεῖ μέσα στόν Θεό. Καί ξέρετε τί τοῦ εἶπε ὁ Ἅγιος; Ὅτι κι ἐσύ εἶσαι μέσα στό Φῶς τώρα. Γιατί δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τό Φῶς τοῦ Θεοῦ, ἄν δέν μπεῖ καί ὁ ἴδιος μέσα στό φῶς.
– Πῶς φτάνει σ’ αὐτή τήν κατάσταση ὁ ἄνθρωπος;
Ὅταν ζεῖ σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία. Μᾶς μίλησαν οἱ ἅγιοι Πατέρες γιά αὐτή τήν διαδικασία, πῶς φτάνει ὁ ἄνθρωπος νά μοιάσει στόν Θεό, νά φτάσει στήν θέωση. Πρίν φτάσει στήν θέωση πρέπει νά περάσει δυό ἄλλα σκαλοπάτια. Τό πρῶτο σκαλοπάτι λέγεται κάθαρση, τό δεύτερο λέγεται φωτισμός καί τό τρίτο καί κορυφαῖο εἶναι ἡ θέωση. Γιά νά φτάσει, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος στόν Θεό, νά μοιάσει στόν Θεό, νά θεωθεῖ, νά πετύχει τόν σκοπό τῆς ζωῆς του, πρέπει νά ἀρχίσει ἀπό τό πρῶτο στάδιο, τό πρῶτο σκαλοπάτι, πού λέγεται κάθαρση.
– Τί θά πεῖ τώρα κάθαρση;
Κάθαρση εἶναι τό νά καθαριστεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τό κακό, ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀπό αὐτό πού λέμε ‘πάθη’, τά πάθη τῆς ψυχῆς. Ὄχι τά παθήματα, ἀλλά οἱ ἀρρρώστιες εἶναι τά πάθη τῆς ψυχῆς.
– Ἔχει καί ἡ ψυχή ἀρρώστιες;
Βέβαια, ἔχει.
– Ποιές εἶναι οἱ ἀρρώστιες τῆς ψυχῆς, αὐτό πού λέμε πάθη;
Εἶναι, γιά νά τό ποῦμε ἐξ ἀρχῆς, τό νά μήν χρησιμοποιεῖ κανείς σωστά τίς δυνάμεις αὐτές πού τοῦ ἔχει δώσει ὁ Θεός. Ὁ ἄνθρωπος, ὅπως εἴπαμε, ἔχει πάρει τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Καί τί θά πεῖ ἔχουμε τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ; Καί πιό σωστά τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ; Δηλαδή μᾶς ἔφτιαξε ἡ Ἁγία Τριάδα μέ πρότυπο τόν Χριστό. Σημαίνει κυρίως δύο πράγματα τό ὅτι εἴμαστε κατ’ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Τό πρῶτο εἶναι ὅτι ἔχουμε νοῦ. Κανένα ἄλλο ἀπό τά δημιουργήματα δέν ἔχει νοῦ. Καί τό δεύτερο εἶναι ὅτι ἔχουμε ἐλευθερία, πού τό λέμε καί αὐτεξούσιο. Αὐτά τά δύο λοιπόν εἶναι τά κατεξοχήν δῶρα πού ἔκανε ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο καί δέν τά ἔχει δώσει πουθενά ἀλλοῦ. Μόνο οἱ ἄνθρωποι καί οἱ ἄγγελοι ἔχουν νοῦ καί αὐτεξούσιο, ἐλευθερία. Αὐτά εἶναι τά δύο βασικά στοιχεῖα τοῦ κατ’ εἰκόνα. Αὐτά τά δίνει ὁ Θεός σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Σέ ὅλους! Ἀκόμα καί στούς ἀβάφτιστους… καί φυσικά στούς βαφτισμένους.
Ἀλλά τί γίνεται τώρα; Ὁ νοῦς πού ἔχουμε εἶναι φτιαγμένος γιά νά βλέπει τόν Θεό. Νοῦς δέν εἶναι αὐτό πού λέμε ἐγκέφαλος, διάνοια, σκέψη. Ὄχι, ὁ νοῦς εἶναι κάτι ἄλλο. Ὁ νοῦς δέν εἶναι στόν ἐγκέφαλο, ὁ νοῦς εἶναι στήν καρδιά καί εἶναι ὁ ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς, ἔτσι μᾶς τό εἶπαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Εἶναι τό μάτι τῆς ψυχῆς. Ὁ ἄνθρωπος ἐκτός ἀπό τίς αἰσθήσεις αὐτές τίς σωματικές, ἔχει καί αἰσθήσεις ψυχικές. Ὑπάρχει λοιπόν καί ἡ αἴσθηση, ἡ ὅραση τῆς ψυχῆς, πού μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά βλέπει μέ τήν ψυχή του, μέ τόν νοῦ του, ὅταν ὁ νοῦς του εἶναι καθαρός.
– Τί πάθαμε τώρα ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι;
Μέ τό μάτι αὐτό τῆς ψυχῆς, μέ τόν νοῦ ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, πρίν ἁμαρτήσουν στόν Παράδεισο, βλέπανε τόν Θεό, κοινωνοῦσαν μέ τόν Θεό, ἐπικοινωνοῦσαν μέ τόν Θεό, κάνανε αὐτό πού λέμε νοερά προσευχή, μέ τόν νοῦ μιλοῦσαν μέ τόν Θεό. Ὅταν ὅμως ἁμάρτησαν, ὁ νοῦς τους σκοτίστηκε καί πλέον δέν μποροῦσαν νά βλέπουν καί νά ἐπικοινωνοῦν μέ τόν Θεό, ὅπως πρίν. Καί ἀντί νά βλέπουν πρός τόν Θεό, πού εἶναι τό φυσιολογικό, σκοτίστηκε ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, μπερδεύτηκε ὁ ἄνθρωπος, μπῆκαν μέσα ἀρρώστιες καί ἀντί νά λατρεύει τόν Θεό, νά ἀγαπάει τόν Θεό, νά βλέπει συνέχεια καί νά μιλάει στόν Θεό, ἄρχισε νά ἀγαπάει ἄλλα πράγματα, νά ἀγαπάει κτίσματα, νά ἀγαπάει τόν ἑαυτό του καί ἔπαψε νά βλέπει τόν Θεό. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος, μετά τήν πτώση πού ἔγινε στόν Παράδεισο, μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἔχει σκοτισμένο νοῦ. Τό μάτι του δηλαδή, τό μάτι τῆς ψυχῆς εἶναι σκοτισμένο καί δέν βλέπει τόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος ἔτσι ἔμεινε μέσα στό σκοτάδι γιά πολλά χρόνια. Ὁ Θεός ὅμως δέν ἐγκατέλειψε τόν ἄνθρωπο. Τοῦ ἔστειλε προφῆτες, ἀγγέλους στήν Παλαιά Διαθήκη καί στό τέλος ἔστειλε τόν ἴδιο Του τόν Υἱό, τόν Χριστό μας, ὁ Ὁποῖος μᾶς εἶπε: χρειάζεστε θεραπεία.
– Ποιά εἶναι ἡ θεραπεία;
Ἡ μετάνοια. Θά πρέπει νά πάψετε νά βλέπετε σέ ἄλλα πράγματα ἤ στόν ἑαυτό σας καί νά βλέπετε σέ Μένα. Αὐτό σημαίνει μετάνοια. Μετά – νοῦς, μετακινῶ τόν νοῦ μου, τόν παίρνω ἀπό ἐκεῖ πού δέν πρέπει νά εἶναι καί τόν πάω στόν Θεό. Ἔτσι, λοιπόν, ἀρχίζει ὁ ἄνθρωπος μέ τήν μετάνοια νά καθαρίζεται. Ἀρχίζει τό μάτι τῆς ψυχῆς, πού εἶναι σκοτισμένο, σιγά-σιγά νά καθαρίζει καί ὁ ἄνθρωπος νά βλέπει πάλι τόν Θεό. Ξαναγυρίζει στήν πρώτη κατάσταση πού ἦταν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα πρίν ἁμαρτήσουν. Αὐτό γίνεται μέσα στήν Ἐκκλησία. Γι’ αὐτό ὁ Χριστός μας, ὅταν ἦρθε στή γῆ, δέν μᾶς εἶπε τίποτα ἄλλο, εἶπε μόνο «Μετανοεῖτε», δηλαδή μετακινῆστε τόν νοῦ σας πού εἶναι σκοτισμένος καί κοιτάει στά χρήματα, κοιτάει στίς ἀπολαύσεις αὐτοῦ τοῦ κόσμου, κοιτάει στήν σάρκα, κοιτάει στίς ἡδονές, κοιτάει στόν ἑαυτό του προπάντων… Ὁ ἄνθρωπος ὁ σκοτισμένος εἶναι ἐγωιστής, εἶναι ὑπερήφανος καί ἔχει βάλει κέντρο ὅλων τόν ἑαυτό του καί κοιτάει μόνο στόν ἑαυτό του καί σοῦ λέει ̔ἐγώ νά εἶμαι καλά… νά ζήσω τήν ζωή μου, νά περάσω καλά…ʾ. Ἀλλά αὐτό εἶναι ἀρρώστια καί δέν βρίσκει χαρά, δέν βρίσκει εἰρήνη, δέν βρίσκει εὐτυχία. Ἔρχεται λοιπόν ὁ Χριστός καί τοῦ λέει, σέ λάθος δρόμο εἶσαι. Ἔρχεται ἡ Ἐκκλησία καί σοῦ λέει, μετανόησε, πάρε τόν νοῦ σου ἀπό αὐτά καί στρέψ’ τον στόν Θεό καί θά δεῖς ὅτι αὐτό εἶναι τό φυσιολογικό. Ἔτσι πρέπει νά λειτουργεῖ ὁ νοῦς σου. Καί πῶς τό κάνει αὐτό ὁ ἄνθρωπος;
– Πῶς παίρνει τόν νοῦ του ἀπό ὅλα αὐτά τά μάταια καί τόν στρέφει στόν Θεό;
Μέ τήν προσευχή. Ἀρχίζει λοιπόν ὁ ἄνθρωπος μέσα του, ἀλλά καί μέ τό στόμα του στήν ἀρχή – γιατί εἶναι δύσκολο νά συγκεντρωθεῖ κανείς μέσα του πολλές φορές καί νά βρεῖ τόν νοῦ – νά ἐπικαλεῖται τόν Χριστό μας καί νά λέει «Κύριε Ἰησοοῦ Χριστέ ἐλέησέ με». Εἶναι ἡ πρώτη βαθμίδα τῆς νοερᾶς προσευχῆς μέ τό στόμα. Ἀρχίζεις νά τό λές. Ἄν εἶσαι μόνος σου, τό λές δυνατά. Ἄν εἶσαι μέ ἄλλους, προσπαθεῖς νά τό λές μέ τήν σκέψη σου ἤ ψιθυριστά χωρίς νά ἐνοχλεῖς τούς ἄλλους. Ἔπειτα, ὅταν αὐτό χρονίσει στό στόμα, τό παίρνει καί ἡ σκέψη, αὐτό πού λένε οἱ Πατέρες διάνοια καί ὅταν χρονίσει καί ἐκεῖ, μετά τό παίρνει καί ἡ καρδιά. Κατεβαίνει στήν καρδιά καί ἀρχίζει ὁ ἄνθρωπος νά τό λέει καί μέ τήν καρδιά του. Αὐτή εἶναι ἡ νοερά προσευχή.
Χρειάζεται, λοιπόν, ἔτσι κανείς νά ἐπικαλεῖται τόν Χριστό καί συγχρόνως βέβαια νά ζεῖ σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία. Τό νά ζεῖ μέσα στήν Ἐκκλησία σημαίνει πρῶτον ὅτι ἔχει βαφτιστεῖ. Δέν μπορεῖ ἕνας ἀβάφτιστος, ἕνας καθολικός, ἕνας προτεστάντης, ἕνας βουδιστής, νά πεῖ θά κάνω νοερά προσευχή καί νά καθαριστεῖ. Ὄχι, δέν γίνεται, γιατί θά πρέπει νά ἔχει πάρει τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, νά ἔχει μπεῖ μέσα στό νοσοκομεῖο. Τό νοσοκομεῖο εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ὅπως ἕνας ἄρρωστος γιά νά θεραπευτεῖ, πρέπει νά πάρει τό εἰσητήριο, νά μπεῖ μέσα στό νοσοκομεῖο καί νά πάρει εἰσητήριο. Τό εἰσητήριο, γιά νά μποῦμε στό πνευματικό νοσοκομεῖο πού λέγεται Ἐκκλησία, εἶναι τό βάφτισμα. Τό πρῶτο λοιπόν εἶναι νά βαφτιστεῖ καί μετά νά χριστεῖ. Ἀφοῦ βαφτίζεται καί χρίεται ὁ ἄνθρωπος, μετά ἀρχίζει νά κάνει ὑπακοή στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Αὐτά πού λέει τό Εὐαγγέλιο τά παίρνει ὡς ὁδηγό στή ζωή του.
– Τί λέει ὁ Χριστός;
Ὁ Χριστός λέει νά τούς ἀγαπᾶμε ὅλους. Ἀρχίζει λοιπόν κι αὐτός νά τούς ἀγαπάει ὅλους. Ὁ Χριστός λέει νά ἀγαπᾶμε ὄχι μόνο αὐτούς πού μᾶς ἀγαπᾶνε, ἀλλά καί αὐτούς πού δέν μᾶς ἀγαπᾶνε. Ἐδῶ ἀρχίζουν λίγο τά δύσκολα… Ὁ Χριστός λέει νά ἀγαπᾶμε καί αὐτούς πού μᾶς μισοῦνε. Ἄ, ἐδῶ εἶναι τά πολύ δύσκολα.. Λέει νά ἀγαπᾶμε καί τούς ἐχθρούς μας καί νά ἀνταποδίδουμε καλό στό κακό. Ὁπότε ἀρχίζει καί μπαίνει στή διαδικασία νά τηρήσει τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά βλέπετε αὐτό εἶναι πάρα πολύ δύσκολο… δέν γίνεται. Ὁπότε, τί κάνει; Ζητάει βόηθεια. Πῶς θά ἔρθει ἡ βοήθεια; Ἀπό τόν Θεό. Ἀρχίζει λοιπόν καί λέει «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με, βοήθησέ με, δέν μπορῶ ἐγώ μόνος μου. Καί ἔρχεται ἡ βοήθεια μέσα ἀπό τήν προσευχή, μέσα ἀπό τά ἅγια Μυστήρια, ἀπό τήν ἐξομολόγηση προπάντων καί ἀπό τήν Θεία Κοινωνία, στήν ὁποία μετέχουμε μέ τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ. Παίρνει λοιπόν τήν βοήθεια ἀπό τόν Θεό καί σιγά-σιγά ἀρχίζει νά καθαρίζεται, νά τηρεῖ τίς ἐντολές. Αὐτό εἶναι τό πρῶτο στάδιο, πού λέγεται κάθαρση. Ὅταν, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος ἐπιμείνει, ἀρχίζει νά μπορεῖ νά τηρεῖ τίς ἐντολές. Βγάζει δηλαδή ἀπό τήν καρδιά του τό μίσος, τήν κακία, τήν ζήλια, πού δέν μποροῦσε νά τά βγάλει προηγουμένως. Μπορεῖ λ.χ. μιά γυναίκα νά μισεῖ τόν ἄνδρα της. Δέν γίνεται; Γίνεται, πολλές φορές. Ἄν ὅμως μπεῖ στήν διαδικασία αὐτή, μετανοεῖ, ζητάει τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, νηστεύει, ἐξομολογεῖται συχνά, μελετᾶ τήν Ἁγία Γραφή, τούς Ἁγίους Πατέρες καί σιγά-σιγά τό ξεπερνάει καί ἐκεῖ πού μισοῦσε, ἀρχίζει νά ἀγαπάει τόν σύζυγό της πού προηγουμένως μισοῦσε, γιατί λέει ἡ Ἁγία Γραφή ὅτι πρέπει νά ἀγαπάει ἡ γυναίκα τόν ἄνδρα καί ὁ ἄνδρας τήν γυναίκα φυσικά.
Σᾶς εἶπα ἕνα παράδειγμα μέ μιά ἐντολή. Ἔτσι γίνεται μέ ὅλες τίς ἐντολές. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος τηρεῖ τίς ἐντολές, καθαρίζεται. Μέ τήν προσευχή πού λέει, τό Κύριε Ἰησοοῦ Χριστέ ἐλέησέ με, καταλαβαίνει ὅτι χωρίς αὐτό δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτε τό καλό, δέν μπορεῖ νά τηρήσει καμιά ἐντολή. Ὅσο χρονίζει αὐτή ἡ προσευχή μέσα του, τόσο καί θέλει νά τή λέει συνέχεια καί ὅσο φεύγει τό σκοτάδι, φεύγουνε τά πάθη, φεύγουνε δηλαδή οἱ κακές συνήθειες, φεύγουνε ὅλες αὐτές οἱ κακίες πού εἴπαμε, ἔρχεται τό φῶς τοῦ Θεοῦ καί σιγά-σιγά ὁ ἄνθρωπος περνάει στό δεύτερο στάδιο πού λέγεται φωτισμός. Αὐτό τό στάδιο εἶναι κάτι πολύ συγκεκριμένο καί χειροπιαστό, τό καταλαβαίνουμε, μᾶς τό εἶπαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἀπό τό ὅτι αὐτή ἡ προσευχή γίνεται στό τελικό στάδιο ἀπό μόνη της. Δηλαδή ὁ ἄνθρωπος πιάνει τόν ἑαυτό του καί στόν ὕπνο του νά λέει Κύριε Ἰησοοῦ Χριστέ ἐλέησέ με, νά προσεύχεται. Ἀκόμα καί στό ὄνειρό του νά ὀνειρεύεται ὅτι προσεύχεται. Αὐτό σημαίνει ὅτι μέσα του ἄρχισε νά λειτουργεῖ ἡ νοερά προσευχή, νά γίνεται, αὐτό πού λένε οἱ Πατέρες, αὐτενεργοῦσα, νά ἐνεργεῖ ἀπό μόνη της δηλαδή. Ὁ ἄνθρωπος πλέον μπαίνει σέ μιά κατάσταση πνευματικῆς ὑγείας.
Μετά εἶναι ἀνοιχτός ὁ δρόμος καί, ὅταν καί ἄν θέλει ὁ Θεός καί εἶναι γιά τό καλό του, ὁ ἄνθρωπος αὐτός μπορεῖ νά φτάσει ἀπό αὐτή τή ζωή στό τρίτο στάδιο, πού λέγεται θέωση, ὅπου πλέον ὁ ἄνθρωπος βλέπει τόν Θεό ὡς Φῶς, ὡς ἄκτιστο Φῶς. Εἶναι αὐτό πού ἔζησε ὁ ἔμπορος αὐτός ὁ Μοτοβίλωφ, ἐξαιτίας τῆς προσευχῆς πού ἔκανε ὁ Γέροντάς του, ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ. Εἶναι αὐτό τό Φῶς πού εἶδαν οἱ τρεῖς κορυφαῖοι μαθητές στήν Μεταμόρφωση, πού εἶδαν τόν Χριστό μας νά λάμπει σάν τόν ἥλιο καί τά ἱμάτιά Του νά εἶναι λευκά σάν τό χιόνι. Δέν μποροῦμε νά ποῦμε τί εἶναι αὐτό τό Φῶς, ἐπειδή δέν ἔχουμε λέξεις, γιατί εἶναι ἄκτιστο. Δέν μποροῦμε νά τό περιγράψουμε. Γι’ αὐτό καί ὁ Εὐαγγελιστής λέει «σάν τό χιόνι», δέν μποροῦμε νά ποῦμε.. Ὅπως δέν ἔχουμε λέξεις νά περιγράψουμε τόν Θεό, γιατί οἱ λέξεις εἶναι κτιστές, εἶναι δημιουργημένες. Ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος καί δέν μποροῦμε νά Τόν περιγράψουμε. Λέμε κάποια πράγματα νά πάρουμε λίγο μιά γεύση. Ὅπως π.χ. κάποιος πού δέν ἔχει δοκιμάσει ποτέ τό μέλι καί προσπαθεῖ ὁ ἄλλος νά τοῦ ἐξηγήσει πόσο γλυκό εἶναι κ.λ.π. μέ κάποια ἄλλα πού ἔχει δοκιμάσει. Ἔτσι λοιπόν κι ἐμεῖς, ἄν θέλουμε πραγματικά νά καταλάβουμε τί σημαίνει Θεός, θά πρέπει νά τό ζήσουμε, νά μποῦμε σ’ αὐτή τή διαδικασία τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης.
Λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ὅτι ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε ἀπό τόν Θεό καί πρωτίστως τό λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Ἑπομένως, ἡ ρίζα μας, ἡ αἰτία μας, ἡ ὕπαρξίς μας εἶναι ὁ Θεός. Ἀλλά καί ὁ σκοπός μας εἶναι ὁ Θεός. Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε καί γιά τόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε γιά νά ἀπολαμβάνει αἰώνια τόν Θεό. Αὐτά συνοψίζουν καί τόν σκοπό τῆς ζωῆς μας. Λέει, λοιπόν, ὁ Ἅγιος Νικόδημος, σκέψου ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἡ πρώτη σου ἀρχή. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει «ἀπό Αὐτόν προέρχονται τά πάντα» (Α΄Κορ. 8,6). Ἐμεῖς δέν φτιάξαμε τόν ἑαυτό μας οὔτε φτιάξαμε τίποτα ἀπό αὐτά πού ὑπάρχουν γύρω μας. Ὅλα τά ἔφτιαξε «ὁ πάντα κατασκευάσας Θεός» (Ἑβρ. 3,4).
Σκέψου, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ποῦ ἦσουν ἐσύ ὅλο τόν περασμένο αἰῶνα; Πρίν γεννηθεῖς, πρίν συλληφθεῖς στά σπλάχνα τῆς μητέρας σου; Ποῦ ἤσουνα; Δέν ὑπῆρχες. Ἤσουνα στήν ἄβυσσο τῆς ἀνυπαρξίας, χωρίς ψυχή, χωρίς σῶμα, χωρίς καμία ἐνέργεια, χωρίς καμία ἀξία, στερημένος ἀπό κάθε πραγματική ὕπαρξη. Δέν ὑπάρχει προΰπαρξη ψυχῶν οὔτε ὑπάρχουν μετεμψυχώσεις. Αὐτά εἶναι -συγγνώμη- ἀνοησίες τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν, διδασκαλίες δαιμόνων. Δέν προϋπήρχαμε. Δέν ὑπάρχει, ἄς ποῦμε, μιά δεξαμενή ἀπό ψυχές καί μιά ἀπό αὐτές ἦταν καί ἡ δική μας… καί μετά πήραμε καί σῶμα. Ὄχι! Καί ἡ ψυχή μας καί τό σῶμα μας δέν ὑπῆρχαν πρίν τή σύλληψη. Ἀπό τήν σύλληψη καί μετά ὑπάρχουν. Ἀπό τήν σύλληψη, ὄχι ἀπό τήν γέννηση. Προσέξτε κι αὐτό.. γιατί λένε μερικοί ὅτι τό ἔμβρυο δέν εἶναι ἄνθρωπος, δέν ἔχει ψυχή ἤ ἔχει ψυχή μετά τίς τρεῖς ἑβδομάδες κ.λ.π. Εἶναι λάθος αὐτό. Ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού γίνεται ἡ σύλληψη, δηλαδή ἑνώνονται τά δύο κύτταρα, τά γεννητικά κύτταρα, μέσα στή γυναίκα, ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή εἶναι ἄνθρωπος. Γι’ αὐτό καί εἶναι μεγάλο ἔγκλημα -νά κάνουμε μία παρένθεση- ὅσοι κακῶς κάνουνε τίς ἐξωσωματικές, γιατί συνήθως οἱ γιατροί στούς δοκιμαστικούς σωλῆνες φτιάχνουν πολλούς ἀνθρώπους. Δέν φτιάχουν ἕνα μόνο ἔμβρυο. Φτιάχνουν πολλά καί διαλέγουν ἕνα ἤ δύο ἤ τρία καί τά φυτεύουν στή μήτρα τῆς γυναῖκας καί τά ὑπόλοιπα τά κρατᾶνε γιά κάποιο χρόνο σέ μία τράπεζα, ὅπως τήν λένε, ἐμβρύων καί μετά τά πετᾶνε, πού σημαίνει ὅτι σκοτώνεις πάρα πολλούς ἀνθρώπους. Ἐπειδή ἐσύ ἔχεις τόν ἐγωισμό καί θέλεις νά κάνεις ὁπωσδήποτε δικό σου παιδί μέ ὅποιο κόστος… Ἄν πραγματικά θέλεις ἕνα παιδί, υἱοθέτησε ἕνα παιδί. Γιατί νά κάνεις αὐτό τό πράγμα πού εἶναι ἔγκλημα; Ἀπό τή στιγμή λοιπόν πού γίνεται ἡ σύλληψη, ἔχει ψυχή, εἶναι ἄνθρωπος, δέν εἶναι ἁπλῶς, ὅπως τό λένε κάποιοι, γεννητικό κρέας ἤ γεννητικό ὑλικό κ.λ.π. Ὄχι, εἶναι ἄνθρωπος, ἐφόσον ἔγινε ἡ ἕνωση.
Ἑπομένως, ξαναγυρνᾶμε στό θέμα μας. Πρίν γίνει ἡ σύλληψη ποῦ ἤσουνα; Δέν ὑπῆρχες. Τώρα, ἄν ποῦμε ὅτι ἤσουνα πρίν ἀπό τήν δημιουργία ἕνας κόκκος ἄμμου -πού δέν ἤσουνα, ἤσουνα ἀνύπαρκτος- πόσο ὀφειλέτης εἶσαι στόν Κύριο, πού σέ μετέβαλλε ἀπό ἐκεῖνο τόν κόκκο σέ ἕνα κτίσμα λογικό καί δεκτικό τόσων ἀγαθῶν; Γιά τόν λόγο αὐτό, πόσο ὀφειλέτης εἶσαι τώρα στόν Θεό, πού σέ μετέβαλλε ὄχι ἀπό ἕναν κόκκο ἄμμου, ἀλλά ἀπό ἕνα τελείως ἀνύπαρκτο σέ ἕνα τέλειο πλάσμα; Ἀπό τήν ἀνυπαρξία σέ ἔφερε στήν ὕπαρξη. Καί χρησιμοποίησε γιά ὠφέλειά σου μιά ἄπειρη δύναμη, πού χρειάζεται ἀπαραίτητα γιά νά νικήσει τό ἄπειρο διάστημα πού ὑπάρχει ἀνάμεσα στήν ὕπαρξη καί στήν ἀνυπαρξία καί ἔτσι νά σέ δημιουργήσει. Χρειάζεται μιά ἄπειρη δύναμη.
– Μπορεῖς ἐσύ καί ἐγώ νά φτιάξουμε κάτι ἀπό τό τίποτα;
Ὄχι. Ἔτσι μᾶς λένε καί οἱ φυσικοί νόμοι, πού δέν ὑπάρχουν φυσικοί νόμοι… ἀλλά οἱ ἄνθρωποι τό λένε σάν ἀξίωμα: ἀπό τό τίποτα δέν μπορεῖς νά βγάλεις τίποτα. Ὅμως ὁ Θεός ἀπό τό τίποτα σέ ἔφτιαξε! Χρειάζεται ἄπειρη δύναμη γιά αὐτό καί τήν χρησιμοποίησε ὁ Θεός γιά νά φτιάξει ἐσένα, τόν συγκεκριμένο ἄνθρωπο. Δέν μιλᾶμε γενικά τήν ἀνθρωπότητα, ἐσένα! Τό ἔχεις σκεφτεῖ αὐτό; Ὅτι ὁ Θεός ὁ ἄπειρος ἐργάστηκε εἰδικά γιά σένα, γιά νά σέ φέρει ἀπό τήν ἀνυπαρξία στήν ὕπαρξη.
– Δέν πρέπει νά Τοῦ ἔχεις εὐγνωμοσύνη; Δέν πρέπει λοιπόν νά Τοῦ τό ἀναγνωρίσεις; Νά Τόν εὐχαριστήσεις πού σέ ἔφερε στήν ὕπαρξη καί ὑπάρχεις τώρα ἐσύ ὡς ὀντότητα, ὡς ψυχή καί σῶμα;
Καί ὄχι μόνο σέ ἔφερε στήν ὕπαρξη, ἀλλά σοῦ δίνει καί αὐτή τήν τρομερή δυνατότητα νά Τοῦ μοιάσεις, νά γίνεις ὅ,τι εἶναι κι Αὐτός, πού εἶναι ἐξίσου μεγάλο ἤ καί μεγαλύτερο ἀκόμα δῶρο. Γιατί λέει, μπορεῖς νά γίνεις ὅ,τι εἶμαι κι Ἐγώ, ἐκτός τῆς κατ’ οὐσίαν ταυτότητας. Ὅλα τά ἄλλα μπορεῖς κι ἐσύ νά τά ζήσεις, τήν ζωή τοῦ Θεοῦ. Λέει στήν Ἀποκάλυψη ὁ Θεός: «Ὁ νικῶν, δώσω αὐτῷ καθίσαι μετ᾿ ἐμοῦ ἐν τῷ θρόνῳ μου» (Ἀποκ. 3,21). Δηλαδή σ’ αὐτόν τόν χριστιανό πού θά ζήσει σωστά καί θά νικήσει τό κακό, θά καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη, θά νικήσει τό κακό μέσα του, θά νικήσει, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ πάντα, τόν διάβολο, σ’ αὐτόν, λέει ὁ Χριστός, θά τοῦ δώσω τό δῶρο νά καθίσει μαζί Μου στόν θρόνο Μου, πού σημαίνει νά γίνει κι αὐτός θεός. Ὁ Χριστός μας ὡς ἄνθρωπος, ὡς Θεάνθρωπος κάθισε στά δεξιά τοῦ Θεοῦ-Πατρός. Αὐτό τό ἴδιο δῶρο τό δίνει καί σέ μᾶς. Σ’ αὐτό μᾶς ἔχει καλέσει ὁ Θεός καί αὐτός εἶναι ὁ προορισμός μας.
– Δέν θά πρέπει λοιπόν νά ἔχουμε ἄπειρη εὐγνωμοσύνη στόν Θεό γιά αὐτά πού μᾶς δίνει; Καί γιά τήν ὕπαρξη καί γιά αὐτή τήν δυνατότητα τῆς θεώσεως…
Ὅμως, λέει ὁ Ἅγιος, ἐσύ τί ἔκανες γι’ αὐτά; Πῶς φέρθηκες ἀπέναντι στόν Θεό; Τί Τοῦ ἀνταπόδωσες σ’ αὐτά τά δῶρα; Πῆρες τά λόγια Του ὡς ὁδηγό στή ζωή σου; Ἀνταποκρίθηκες σ’ αὐτές τίς μεγάλες, τίς ἄπειρες εὐεργεσίες τουλάχιστον μέ μία ὑπακοή σ’ αὐτά πού σοῦ ζητάει, σ’ αὐτά πού ἔχει βάλει ὡς προδιαγραφές στή ζωή σου; Ἄχ!, ἐσύ ἀντί νά Τόν ὑπηρετεῖς, θέλησες τόσες φορές νά σέ ὑπηρετεῖ Αὐτός στά δικά σου κακά θελήματα ζῶντας μέχρι τώρα, ὄχι σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά σύμφωνα μέ τό θέλημα τό δικό σου σάν νά ἦσουν ἐσύ ὁ κτίστης καί δημιουργός τοῦ ἑαυτοῦ σου καί ὄχι ὁ Θεός. Τόν Θεό πού σέ γέννησε, Τόν ἐγκατέλειψες καί ξέχασες τόν Θεό πού σέ τρέφει. Γιατί ὁ Θεός δέν μᾶς ἔδωσε μόνο τήν ὕπαρξη ἀλλά μᾶς δίνει καί τήν συντήρηση.
– Θά μπορούσαμε νά συνεχίσουμε νά ὑπάρχουμε ἄν δέν μᾶς συντηροῦσε ὁ Θεός μέ τήν στοργική του Θεία Πρόνοια; Ἄν δέν φρόντιζε νά ἔχουμε ὅλα αὐτά τά ἀγαθά που χρειάζεται γιά νά ζήσει ὁ ἄνθρωπος;
Ξέρετε καί οἱ ἐπιστήμονες πρόσφατα τό ἀνακάλυψαν αὐτό καί τό ὀνόμασαν ἀνθρωπική ἀρχή.
– Τί εἶναι αὐτή ἡ ἀνθρωπική ἀρχή;
Εἶναι τό γεγονός ὅτι ὅλα στή γῆ ἔχουν φτιαχτεῖ ἔτσι, ὥστε νά μπορεῖ νά ὑπάρχει ὁ ἄνθρωπος. Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα. Ἄν ἦταν ἡ γῆ λίγο πιό κοντά στόν ἥλιο, θά καιγόμαστε. Ἄν ἦταν λίγο πιό μακριά, θά παγώναμε.
– Ποιός κανόνισε νά εἶναι ἀκριβῶς σ’ αὐτή τήν ἀπόσταση; Γύρω ἀπό τόν ἥλιο καί νά περιστρέφεται;
Ὁ Δημιουργός. Ἐπίσης, ἄν ἡ ἀπόσταση μέσα στά μόρια καί στό ἄτομο τοῦ πυρῆνα ἀπό τά ἠλεκτρόνια ἦταν λίγο μεγαλύτερη, στό ἄτομο ἄς ποῦμε τοῦ ὑδρογόνου, δέν θά μποροῦσε νά ὑπάρχει ζωή. Τό ἴδιο κι ἄν ἦταν λίγο μικρότερη.
– Ποιός κανόνισε τό ἠλεκτρόνιο νά περιστρέφεται ἀκριβῶς σ’ αὐτή τήν ἀπόσταση ἀπό τόν πυρῆνα, ὥστε νά μπορεῖ νά ὑπάρχει τό ὑδρογόνο πού εἶναι τό βασικό στοιχεῖο τῆς ζωῆς; H2O εἶναι τό νερό, εἶναι τό κύριο στοιχεῖο πού ὑπάρχει σ’ ὅλο τό σύμπαν. Ἄν δέν ἦταν ἀκριβῶς κανονισμένα ὅλα, δέν θά μποροῦσε νά ὑπάρχει οὔτε αὐτό τό στοιχεῖο που εἶναι βασικό, οὔτε τό ἀνθρώπινο σῶμα, οὔτε ὁ ἄνθρωπος. Ὅσο, λοιπόν, τά μελετᾶνε οἱ ἐπιστήμονες, βλέπουν ὅτι ὅλα ὑπηρετοῦν τόν ἄνθρωπο, τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Ποιός τά κανόνισε ὅλα αὐτά; Ὁ Θεός, ὁ Δημιουργός μας. Καί τί ζητάει ἀπό ἐμᾶς; Τίποτε γιά τόν ἑαυτό Του. Μᾶς λέει «παιδιά μου, προσέξτε, ἀκοῦστε αὐτά πού σᾶς λέω, γιά νά πετύχετε τόν σκοπό πού σᾶς ἔφτιαξα». Ποιός εἶναι ὁ σκοπός; «Νά ζήσετε μέσα σέ ἀγαλλίαση καί μακαριότητα, ὅπως ζῶ κι Ἐγώ στήν αἰωνιότητα. Νά χαρεῖτε ὄχι μόνο τήν ἐπίγεια ζωή, ἀλλά καί τήν αἰώνια». Θεωρητικά τό ξέρουμε ὅλοι ὅτι ἡ ζωή μας εἶναι αἰώνια, δέν τελειώνει. Ὁ θάνατος, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, εἶναι ὅπως ἀνοίγεις τήν πόρτα καί πᾶς στό διπλανό δωμάτιο. Δέν εἶναι ἐξαφάνιση καί ἀνυπαρξία ὁ θάνατος. Ὅπως εἶσαι ἐδῶ μέ τόν χαρακτήρα σου, μέ ὅλα τά στοιχεῖα σου ὡς ἄνθρωπος, θά ὑπάρχεις καί μετά θάνατον. Γιά λίγο μόνο θά ἀφήσεις τό σῶμα. Ἡ ψυχή σου, ἐσύ, ἡ προσωπικότητά σου συνεχίζουν κανονικά νά ὑπάρχουν. Καί τό σῶμα σου τό συγκεκριμένο αὐτό τό δικό σου σῶμα, θά τό πάρεις κι αὐτό. Θά τό βρεῖ ἡ ψυχή σου στή Δευτέρα Παρουσία καί θά ἑνωθεῖ πάλι μαζί του. Θά τό πάρεις μάλιστα ἄφθαρτο, χωρίς νά μπορεῖ πλέον τό σῶμα νά καταστραφεῖ, νά διαλυθεῖ, ὅπως γίνεται τώρα πού τό ρίχνουμε στό χῶμα σάν σπορά. Ὁ θάνατος εἶναι μιά σπορά. Πῶς ρίχνουμε τόν σπόρο στό χῶμα; Λιώνει καί βγαίνει τό φυτό τό καινούριο. Ἔτσι σπείρεται σῶμα ψυχικό καί ἐγείρεται σῶμα πνευματικό καί ἄφθαρτο. Κατά τήν Δευτέρα Παρουσία λοιπόν θά πάρουμε καί τό σῶμα, τίποτα δέν χάνεται. Ἑπομένως, δέν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά φοβᾶται τόν θάνατο. Δέν ὑπάρχει οὐσιαστικά θάνατος.
– Τί πρέπει νά φοβᾶται ὁ ἄνθρωπος;
Νά φοβᾶται μήπως δέν κάνει αὐτά πού θέλει ὁ Θεός καί ζήσει μετά τήν Δευτέρα Παρουσία τήν αἰωνιότητα χωρίς τόν Θεό, χωρισμένος ἀπό τόν Θεό. Καί ἀπό ποῦ ἐξαρτᾶται αὐτό; Ἀπό τό πῶς θά ζήσουμε τώρα. Ἄν αὐτή τήν λίγη ζωή, τά λίγα χρόνια, τά ἑβδομήντα, τά ὀγδόντα, τά ἑκατό, μπορεῖ καί λιγότερο γιά μερικούς, εἴκοσι, τριάντα, σαράντα… τά ζήσουμε τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, τότε μᾶς περιμένει αὐτή ἡ αἰώνια χαρά καί ἀγαλλίασις. Ἄν τά ζήσουμε ὅμως ὄχι σύμφωνα μέ τίς ἐντολές, ὁπότε θά μείνουμε μέ τίς κακίες μας, δέν θά περάσουμε στήν κάθαρση, στόν φωτισμό καί στήν θέωση, τότε ἀλλοίμονο! Τότε, δέν θά μπορέσουμε νά ζήσουμε μέ ἀγαλλίαση στήν αἰωνιότητα. Αὐτός εἶναι ὁ θάνατος ὁ φοβερός πού πρέπει νά φοβόμαστε, τό νά μήν ἔχουμε δηλαδή κοινωνία μέ τόν Θεό.
Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, πλάστηκε ἀπό τόν Θεό καί πλάστηκε γιά τόν Θεό. Σκέψου, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος πάλι, ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὄχι μόνο ἡ πρώτη σου ἀρχή ἀλλά καί ὁ μοναδικός σου σκοπός. Σέ ἔπλασε καί σέ προσέχει γιά αὐτό μόνο τόν σκοπό, γιά νά Τόν ἀγαπᾶς, νά Τόν δοξάζεις καί νά Τόν ὑπηρετεῖς στή ζωή αὐτή, ἀλλά ὄχι γιά Ἐκεῖνον. Ὁ Θεός δέν κερδίζει τίποτα, ἄν Τόν ἀγαπᾶμε ἤ δέν Τόν ἀγαπᾶμε, γιά ἐμᾶς τό λέει. Λέει: ἀγαπῆστε γιατί ἔτσι σᾶς ἔχω φτιάξει, θέλω νά κοινωνῶ μαζί σας, θέλω νά χαίρομαι μαζί σας. Λέει κάπου ὁ Θεός στήν Ἁγία Γραφή «ἡ τρυφή μου μετά τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων». Τρυφή εἶναι αὐτό πού λέμε τό γλέντι. Ἡ μεγάλη μου χαρά, λέει ὁ Θεός, εἶναι νά εἶμαι μέ σᾶς, τούς ἀνθρώπους. Ὁ Θεός, ἐπειδή εἶναι ἀγάπη, θέλησε νά φτιάξει τόν ἄνθρωπο, γιά νά κοινωνήσει ὁ ἄνθρωπος τήν χαρά τοῦ Θεοῦ. Καί νά γίνει αὐτή ἡ κοινωνία καί μιά μεγάλη χαρά γιά τόν ἄνθρωπο, γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. Γι’ αὐτό καί δέν δίστασε ὁ Θεός νά θυσιάσει καί τόν Υἱό Του, γιά νά μή χαθεῖ ὁ ἄνθρωπος.
Ἡ μεγάλη χαρά τοῦ Θεοῦ, ἑπομένως, εἶναι νά κάνουμε αὐτά πού λέει, ὄχι γιά Ἐκεῖνον ἀλλά γιά μᾶς. Λέει «Ἐγώ εἶμαι τό Ά καί τό Ω, ἡ ἀρχή καί τό τέλος» (Ἀποκ. 22,13). «Ἐγώ εἶμαι τό πᾶν γιά σένα καί ἐσύ εἶσαι τό πᾶν γιά Μένα» λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τό βάζει στό στόμα τοῦ Χριστοῦ. Σκεφθεῖτε πόσο μᾶς ἀγαπάει ὁ Θεός γιά νά λέει ὅτι εἴμαστε τό πᾶν γιά Αὐτόν! «Ἐγώ γιά σένα», λέει, «ἔγινα ἀλήτης, Ἐγώ γιά σένα ἀνέβηκα πάνω στόν Σταυρό, Ἐγώ θυσίασα τά πάντα γιά σένα», τά λέει ὁ Χριστός μέ τό στόμα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
– Ποιός ἄνθρωπος μᾶς ἀγαπάει ἔτσι; Ὑπάρχει κανένας ἄνθρωπος πού νά μᾶς ἀγαπάει ὅπως ὁ Χριστός; Κανένας! Δέν ἀξίζει λοιπόν νά δώσουμε τά πάντα γιά τόν Χριστό, νά ἀνταποκριθοῦμε σ’ αὐτή Του τήν ἀγάπη;
Σκέψου ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὄχι μόνο ἡ πρώτη σου ἀρχή καί ὁ τελικός σκοπός, ἀλλά ἀκόμα καί ἡ δική σου ἐπιστροφή καί ἡ ἀνωτάτη μακαριότητα στήν μέλλουσα ζωή. Ἀλλά προσέξτε κάτι, ὄχι μόνο στή μέλλουσα καί σ’ αὐτή τή ζωή. Νομίζουν μερικοί, ὅπως λέει ἕνας σύγχρονος θεολόγος, ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι σάν ὅλες τίς ἄλλες θρησκεῖες. Καί αὐτό τώρα, δυστυχῶς, προσπαθοῦν νά τό περάσουν καί στά θρησκευτικά στά σχολεῖα καί νά κάνουνε τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν θρησκειολογία καί νά μπερδέψουν τά καημένα τά παιδιά καί νά τούς λένε βλέπετε, ὅπως προσεύχεται ὁ μοναχός στό Ἅγιο Ὄρος, ἔτσι προσεύχεται καί ὁ βουδιστής «μοναχός».. τό ἴδιο πράγμα εἶναιʾ. Δέν εἶναι καθόλου τό ἴδιο πράγμα. Λένε: ̔Ὅπως εἶναι ἡ ὀρθοδοξία εἶναι καί οἱ ἄλλες θρησκεῖεςʾ. Δέν εἶναι ἔτσι. Εἶναι λάθος αὐτό. Δέν ὑπάρχει τίποτε σάν τήν Ὀρθοδοξία, διαφέρει ἀπό ὅλες τίς ἄλλες θρησκεῖες. Δέν εἶναι κἄν θρησκεία ἡ Ὀρθοδοξία.
– Τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία;
Εἶναι ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό πού εἴπαμε, ἡ διόρθωση τῆς ἀρρώστιας, τοῦ σκοτισμένου νοῦ. Μόνο μέσα στήν Ὀρθοδοξία ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ἀπό σκοτισμένος γίνεται φωτισμένος. Μόνο μέσα στήν Ὀρθοδοξία ὁ ἄνθρωπος ἀποβάλλει τίς κακίες του καί τίς ἀρρώστιες τῆς ψυχῆς. Σέ καμιά ἄλλη θρησκεία δέν θεραπεύεται ὁ ἄνθρωπος.
– Τί εἶναι οἱ ἄλλες θρησκεῖες;
Ὑπόσχονται στόν ἄνθρωπο δύο πράγματα: ὅτι θά περάσει καλά σ’ αὐτή τή ζωή καί μετά θάνατον θά ἔχει ἕναν παράδεισο. Ὅλες οἱ θρησκεῖες αὐτό λένε.
– Ἡ Ὀρθοδοξία αὐτό λέει;
Ὄχι. Ὁ Χριστός δέν ὑπόσχεται ὅτι θά περάσουμε καλά σ’ αὐτή τή ζωή. Ὄχι! Ὅτι δηλαδή θά ἔχουμε πλούτη, θά ἔχουμε ὑγεία, θά ἔχουμε καλά παιδιά, θά παντρέψουμε καλά τίς κόρες μας… Δέν ὑπόσχεται τέτοια πράγματα, ἀλλά κάποιοι τό παρεξηγοῦν καί νομίζουν ὅτι αὐτό εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Ὄχι, δέν εἶναι αὐτό. Οὔτε πάλι ἡ Ἐκκλησία ὑπόσχεται μιά ζωή καλή μετά θάνατον, ἄν κάνεις κάποια πράγματα. Γίνεται κι αὐτό, νά πᾶς στόν Παράδεισο, ἀλλά ὁ Χριστός μας ἦρθε γιά νά μᾶς δώσει τήν θεραπεία καί τήν χαρά ἐδῶ καί τώρα. Καί αὐτή τήν ζωή τήν χαίρεσαι πραγματικά. Ὄχι ὅτι δέν θά ἔχεις θλίψεις, πειρασμούς καί δυσκολίες. Θά ἔχεις, ἀλλά ὁ Θεός θά σοῦ δώσει τή Χάρη Του, ὥστε μέ τή Χάρη Του νά τά ὑπερβεῖς ὅλα αὐτά. Ὑπάρχει λοιπόν αὐτή ἡ παρεξήγηση, ὅτι κάνουμε κάποια πράγματα γιά νά πᾶμε στόν Παράδεισο. Εἶναι λάθος αὐτό. Ὁ σκοπός τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι νά θεραπευτοῦμε ἐδῶ σ’ αὐτή τήν ζωή καί νά ἔχουμε μία γεύση τῆς μακαριότητας τοῦ Θεοῦ ἀπό αὐτή τήν ζωή, ἀπό ἐδῶ. Δέν εἶπε ὁ Θεός ὅτι θά ἔχετε ἄνεση σωματική, θά ἔχετε χρήματα, θά ἔχετε ὑγεία, ἐπαγγελματική τακτοποίηση, θά σᾶς πᾶνε ὅλα καλά σ’ αὐτή τήν ζωή κ.λ.π. Δέν εἶπε αὐτό. Ἀντίθετα εἶπε θά ἔχετε θλίψεις: «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλά θαρσεῖτε, ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον» (Ἰω. 16,33).
Ἑπομένως, πρέπει νά ξεχωρίσουμε αὐτό τό πράγμα. Μή νομίζουμε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνας τρόπος γιά νά τακτοποιήσουμε τή ζωή μας καί νά περάσουμε καλά ἐδῶ καί μετά θάνατον. Ὄχι. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ὁ Χριστός καί εἶναι μία ἕνωση μέ τόν Χριστό, εἶναι μία θέωση, εἶναι μία ἀνακαίνιση τοῦ ὅλου ἀνθρώπου. Δέν εἶναι ἕνα ἐργαλεῖο γιά νά περάσουμε καλά καί νά κάνουμε τά θελήματά μας. Αὐτό εἶναι ὅλες οἱ ἄλλες θρησκεῖες. Λέει, ἄς ποῦμε ὁ σαμάνος, ὁ εἰδωλολάτρης, φέρε μου καρπούς, φέρε μου χρήματα καί ἐγώ θά κάνω θυσία στόν θεό (οὐσιαστικά στούς δαίμονες) καί θά σοῦ πάει καλά τό χωράφι φέτος, θά ἔχεις καλή σοδειά. Θά δώσεις κάτι καί θά σοῦ δώσω καί ἐγώ μιά ἀνταπόδοση. Δέν εἶναι αὐτό ἡ Ὀρθοδοξία. Πολλοί, ὅμως, τό βλέπουν ἔτσι καί λένε, θά πάω μιά μεγάλη λαμπάδα στήν Ἐκκλησία, γιά νά μοῦ κάνει ὁ Θεός καλά τό παιδί μου. Θά Τοῦ δώσω, γιά νά μοῦ δώσει. Μπορεῖ νά στό κάνει κι αὐτό ὁ Θεός, ἀλλά δέν σέ σώζει αὐτό. Δέν ἐκπληρώνει ἔτσι ἡ Ἐκκλησία τόν προορισμό της, οὔτε καί ἐσύ ζεῖς σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅταν τήν βλέπεις σάν ἕνα ἐργαλεῖο, γιά νά πετύχεις τά δικά σου θελήματα. Ὄχι, ὁ Χριστός σοῦ λέει νά μήν ἔχεις δικό σου θέλημα, νά ἀφεθεῖς τελείως σέ Μένα, νά λές «γενηθήτω τό θέλημά Σου» καί νά ἀλλάξεις ὁλόκληρος μέ τήν Χάρη Μου, νά καθαρισθεῖς, νά φωτισθεῖς καί νά θεωθεῖς. Ἀλλάζει δηλαδή τελείως ὁ ἄνθρωπος μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πού εἶναι ἡ ἀληθινή καί μόνη Ἐκκλησία, ἀνακαινίζεται ὀντολογικά, οὐσιαστικά καί βρίσκει τό ἀληθινό νόημα τῆς ζωῆς.
Σήμερα, τό μεγαλύτερο πρόβλημα στόν ἄνθρωπο, ἰδίως τόν δυτικό ἄνθρωπο, ὑποτίθεται τόν πολιτισμένο ἄνθρωπο εἶναι ὅτι δέν βρίσκει νόημα στή ζωή του: γιατί ζεῖ; γιατί ὑπάρχει; ποιός εἶναι; ποῦ πορεύεται; γιατί ἦρθε σ’ αὐτό τόν κόσμο; Δέν βρίσκει νόημα. Γι’ αὐτό, βλέπετε, φτάνουν οἱ ἄνθρωποι νά νομιμοποιήσουν ἀκόμα καί τήν αὐτοκτονία. Δέν τήν λένε αὐτοκτονία, τήν λένε εὐθανασία. Καί λένε, εἶσαι 75-80 χρονῶν πονᾶς.. ἔχεις καρκίνο.. τί τό θέλεις;… ἀφοῦ ἔτσι κι ἀλλιῶς δέν ὑπάρχει τίποτα, κάνε μιά ἔνεση νά τελειώνεις. Νά μήν ἐπιβαρύνεις καί τά ταμεῖα τοῦ κράτους… Καταλάβατε; Δέν ἔχει σκοπό, δέν ἔχει νόημα ἡ ζωή γιά πάρα πολλούς ἀνθρώπους. Γιατί; Γιατί ἀκριβῶς δέν ζοῦνε αὐτό τό μυστήριο τῆς πίστεως. Δέν ζοῦνε ὀρθόδοξα. Δέν ζοῦνε τόν Χριστό. Τό νόημα τῆς ζωῆς μας τελικά εἶναι ὁ Χριστός. Ἡ θέωση πού λέμε, τί εἶναι; Παρά ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό. Καί ὁ Παράδεισος τί εἶναι; Εἶναι ὁ Χριστός. Ἄν, λοιπόν, δέν ἀγαπήσουμε τόν Χριστό, δέν ὠφελεῖ τίποτε. Δηλαδή ἀκόμη κι ἄν κάνουμε τάματα καί προσφορές… ἄν δέν ζοῦμε ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό μέ τήν διαδικασία πού εἴπαμε, κάθαρση-φωτισμός-θέωση, τίποτε δέν κάνουμε οὐσιαστικό. Γι’ αὐτό, πρέπει κανείς νά τό πάρει στά σοβαρά καί νά δεῖ τί σημαίνει Ἐκκλησία, τί σημαίνει Ὀρθοδοξία, τί σημαίνει εἶμαι ἄνθρωπος πνευματικός καί νά μπεῖ σ’ αὐτή τήν διαδικασία τῆς μετάνοιας καί νά καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη του, νά φωτιστεῖ, τό δεύτερο στάδιο πού εἴπαμε καί νά φτάσει καί στήν θέωση πού εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας. Ὅλα τά ἄλλα ἀδελφοί μου εἶναι μάταια.
– Τί νά τό κάνω, λέει ὁ Χριστός μας, νά κερδίσω τόν κόσμο ὅλο καί νά χάσω τήν ψυχή μου;
Καί τί σημαίνει νά χάσω τήν ψυχή μου; Νά χάσω τόν Χριστό, νά μήν ἀποκτήσω δηλαδή ἀπό αὐτή τήν ζωή κοινωνία μέ τόν Χριστό.
– Γιατί τί εἶναι αὐτό πού μᾶς ἐμποδίζει νά κοινωνήσουμε μέ τόν Χριστό;
Εἶναι τά πάθη μας, οἱ ἁμαρτίες μας. Πᾶς νά μιλήσεις στόν Χριστό καί δέν μπορεῖς, σοῦ ἔρχεται θυμός, γιατί ἔχεις μέσα σου συσσωρευμένη κακία γιά τόν συνάνθρωπό σου. Πᾶς, ἄς ποῦμε, νά ἐκκλησιαστεῖς καί θυμᾶσαι ὅτι ἔχεις νά πᾶς στό χωράφι σου καί ἀφήνεις τόν ἐκκλησιασμό, ἀφήνεις τήν προετοιμασία γιά τήν Θεία Κοινωνία, ἀφήνεις τήν ἐξομολόγηση καί λές ἄσ’το πιό μετά, πιό μετά… Ἔτσι περνάει ἡ ζωή μας στήν ματαιότητα καί ἔρχονται αὐτά τά ἀγκάθια καί μᾶς πνίγουν καί χάνουμε, ὅπως λέει ὁ Χριστός μας, τήν καρποφορία. Πέφτει μέν ὁ σπόρος, ἀλλά πάει νά βλαστήσει καί τά ἀγκάθια, οἱ μέριμνες αὐτῆς τῆς ζωῆς, τά πάθη μας, οἱ ἁμαρτίες μας, πνίγουνε τόν σπόρο.
Ἄς σταματήσουμε ἐδῶ, γιά νά κάνουμε καί διάλογο. Ἄν ἔχετε ἐρωτήσεις… ἐγώ σᾶς ἔδωσα κάποιες ἀφορμές… ἄλλη φορά ἴσως τά ποῦμε καί ἀναλυτικότερα, τί σημαίνει Ἐκκλησία καί τί σημαίνει ὀρθοδοξία, πού εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ νοῦ μας τελικά. Εἶναι ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς μας. Καί ἐκεῖ πού ὀ νοῦς μας εἶναι σκορπισμένος ἐδῶ κι ἐκεῖ, μαζεύεται στόν ἑαυτό του, στήν καρδιά καί μετά πάει στόν Θεό. Ἔτσι μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό. Ἄν ὅμως ὁ νοῦς εἶναι σκόρπιος, εἶναι σκοτισμένος, εἶναι λερωμένος, δέν μπορεῖ νά ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό. Αὐτό εἶναι τό ἐμπόδιο. Καί δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ζήσει τήν χαρά τοῦ Θεοῦ, δέν μπορεῖ νά ἔχει τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργό. Κι ὅταν λείπει ἡ Χάρις, λείπει ἡ χαρά. Γιατί τί λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; Καρπός τοῦ Πνεύματος, δηλαδή τῆς Χάριτος, εἶναι «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη..» (Γαλ. 5,22). Δέν ἔχεις τήν Χάρη, δέν ἔχεις χαρά. Λένε, νά πάω νά διασκεδάσω. Διασκέδασε ὅσο θέλεις. Πραγματική χαρά δέν θά ἔχεις. Πᾶς σέ μία τρέλα, σέ μία ἔκσταση, ἀλλά ὄχι στή χαρά. Καί μετά ἀπό λίγο γεμίζεις πάλι ἀπό ἀηδία καί βιώνεις τό κενό σου καί λές, γιατί ζῶ, δέν ἔχει νόημα ἡ ζωή μου. Ὁ Θεός λοιπόν νά μᾶς φυλάει ἀπό αὐτό καί νά ζοῦμε πραγματικά ὀρθόδοξα καί τότε θά ἔχουμε ζωή καί περίσσεια ζωῆς λέει στό Εὐαγγέλιο ὁ Χριστός. Λέει, ὅτι ἦρθε ὁ Χριστός γιά νά μᾶς δώσει ζωή καί περίσσεια ζωῆς (πρβλ. Ἰω. 10,10). Αὐτή ἡ περίσσεια ζωῆς εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία γεμίζει κι ἐμᾶς ἀλλά βγαίνει καί πρός τά ἔξω καί τήν καταλαβαίνουν καί οἱ ἄλλοι. Νά πῶς καταλαβαίνουμε τούς Ἁγίους μας πού ἔχουν περίσσεια ζωῆς καί ὅταν προσκυνᾶς, καί τούς ζωντανούς Ἁγίους, παίρνεις κι ἐσύ εὐλογία καί γεμίζεις κι ἐσύ χαρά καί ἀναρωτιέσαι πῶς ἔχεις τέτοια χαρά… Εἶναι ἀπό τήν περίσσεια ζωῆς πού πῆρες ἀπό τόν Ἅγιο πού πῆρες τήν εὐχή του, ἀλλά καί ἀπό τά ἅγια λείψανα πού προσκυνᾶμε καί ὅλα ,ὅσα ἔχουμε μέσα στήν Ἐκκλησία μας, πού εἶναι γεμάτα θεία Χάρη. Τήν ἴδια Χάρη παίρνει ὁ ἄνθρωπος μέ τά Ἅγια μυστήρια καί μέ τήν προσευχή.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Μιλήσατε γιά ἀγάπη. Ὅταν δίνεις ἀγάπη καί δέν αἰσθάνεσαι ἀγάπη, κουράζεσαι. Ἐπίσης, λές ἐγώ νά δίνω καί νά μήν παίρνω; Τί πρέπει νά κάνεις;
Ἀπ. : Λοιπόν, κοιτάξτε… Γιά ποιά ἀγάπη μιλᾶμε… Ἡ σωστή ἀγάπη δέν ζητάει ἀνταπόδοση. Ποῦ τό ξέρουμε αὐτό; Μᾶς τό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Λέει «ἡ ἀγάπη οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς» (Α΄Κορ. 13,5), δέν ζητάει ἀντάλλαγμα. Ὁ Χριστός μας πῶς μᾶς ἀγαπάει; Ζητάει ἀντάλλαγμα; Μᾶς δίνει τόν ἀέρα, μᾶς δίνει τόν ἥλιο, μᾶς δίνει αὐτές τίς ὡραιότατες ἐναλλαγές τῶν ἐποχῶν κατά τή διάρκεια τοῦ ἔτους… Ζητάει κανένα ἀντάλλαγμα; Λέει λ.χ. «ὁ π. Σάββας δέν εἶναι ἐντάξει, θά τοῦ κόψω τόν ἀέρα..»; Δέν θά μποροῦσε; Νά μήν μοῦ δίνει ἐμένα νά ἀναπνέω. Ὄχι! Εἴτε ἁμαρτάνουμε εἴτε δέν ἁμαρτάνουμε, ὁ Θεός συνεχίζει νά μᾶς ἀγαπάει, συνεχίζει νά μᾶς δίνει τά δῶρα Του. Αὐτή εἶναι ἡ σωστή ἀγάπη. Εἶναι ἀνιδιοτελής. Οἱ ἄλλες ἀγάπες, οἱ κοσμικές ἀγάπες, εἶναι ἰδιοτελεῖς καί οὐσιαστικά δέν εἶναι ἀγάπες. Ξέρετε τί εἶναι; Ἐμπορικές σχέσεις: δῶσε μου καί θά σοῦ δώσω. Δέν μοῦ δίνεις; Θά σκεφτῶ ἄν θά σοῦ δώσω. Συνεχίζεις νά μή μοῦ δίνεις; Σταματάω νά σοῦ δίνω. Καί ὁ γάμος πολλές φορές γίνεται ἐμπορική σχέση, ἐμπορική πράξη. Τί θά πάρω προίκα; Τί θά δώσω; Σάν νά γίνεται κάποιο ἐμπορικό συμφωνητικό. Δέν εἶναι ἀγάπη αὐτό.
Γι’ αὐτό, πρῶτα-πρῶτα, πρέπει νά ξεκαθαρίσουμε ποιά εἶναι ἡ σωστή ἀγάπη. Λοιπόν, ἡ σωστή ἀγάπη εἶναι αὐτή ἡ ὁποία περιγράφεται μέσα στήν Ἁγία Γραφή. Ἔχει κάποια χαρακτηριστικά: εἶναι ἀνιδιοτελής, εἶναι ἡ ἀγάπη πού δέν ἔχει μέσα της ὑπερηφάνεια, εἶναι «ἡ ἀγάπη ἡ ὁποία οὐ λογίζεται τό κακόν» (Α΄Κορ. 13,5), λέει ὁ Ἀπόστολος. Ἄν ἀγαπᾶς, δέν βάζεις κακό λογισμό γιά τόν ἄλλον. Καί ὅλα τά ἄλλα χαρακτηριστικά. Θά τά βρεῖτε μέσα στήν Ἁγία Γραφή. Αὐτή εἶναι ἡ σωστή ἀγάπη. Ἄν, λοιπόν, κουραζόμαστε γιατί δέν μᾶς δίνει ὁ ἄλλος ἀγάπη, σημαίνει ὅτι δέν ἀγαπᾶμε ἐμεῖς σωστά. Ἀγαπᾶμε περιμένοντας ἀνταπόδοση καί ἀνταπόκριση.
Καί πῶς θά γίνει αὐτή ἡ τέλεια ἀγάπη νά ἀγαπᾶμε χωρίς νά περιμένουμε ἀνταπόδοση; Θά γίνει, ὅταν ἀπό μέσα μας ἀποβάλλουμε, διώξουμε τήν ἀγάπη πού ἔχουμε στόν ἐαυτό μας. Μά θά πεῖς, δέν πρέπει ν’ ἀγαπᾶμε τόν ἑαυτό μας; Ἐδῶ ὅλοι οἱ ψυχολόγοι λένε, ν’ ἀγαπᾶς τόν ἑαυτό σου… Ἔτσι, δέν εἶναι; Ναί, δέν πρέπει. Ὁ Κύριος τό εἶπε. Λέει: «ἄν δέν μισήσει ὁ ἄνθρωπος τόν πατέρα του, τήν μητέρα του, ἔτι δέ -ἀκόμα δηλαδή- καί τήν ἑαυτοῦ ψυχή -καί τήν ψυχή του καί τήν ὕπαρξή του καί τήν ζωή του- δέν μπορεῖ νά γίνει μαθητής μου» (Λουκ. 14,26). Θά πεῖτε: Παράξενα πράγματα… νά μισήσουμε τήν ψυχή μας; Νά μισήσουμε τόν ἑαυτό μας; Ναί, αὐτό λέει ὁ Χριστός. Δηλαδή, ἄν χρειαστεῖ, νά δώσεις ἀκόμα καί τήν ζωή σου γιά τόν Χριστό. Νά γίνεις μάρτυρας. Νά μή σέ νοιάζει ὀ ἑαυτό σου. Ἀλλά ποιός; Ὁ Θεός καί ὁ πλησίον. Λέει πάλι κάπου ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «μηδείς τό ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλά τό τοῦ ἑτέρου ἕκαστος» (Α΄Κορ. 10,24). Μέ ἁπλά λόγια, κανένας, λέει, νά μή ζητάει τό συμφέρον του, ἀλλά ὁ κάθε ἕνας νά ζητάει τό συμφέρον τοῦ ἄλλου. Προσέξτε, δέν λέει καί τοῦ ἑτέρου. Καί τό δικό του καί τοῦ ἄλλου τέλος πάντων… Ὄχι! Μόνο τοῦ ἄλλου. Δηλαδή λέει ὁ Ἀπόστολος νά σκέφτεσαι μόνο τόν ἄλλο, ὄχι τόν ἑαυτό σου. Μά, θά πεῖς τότε θά χαθοῦμε. Ὄχι, δέν θά χαθεῖς. Ἴσα-ἴσα θά βρεῖς κι ἐσύ τήν χαρά σου. Γιατί; Γιατί «εἴμαστε ὅλοι ἀλλήλων μέλη» (Ρωμ. 12,5), λέει πάλι ὁ Ἀπόστολος, εἴμαστε ὅλοι κομμάτι τοῦ ἄλλου, μέλος τοῦ ἄλλου. Ὅταν, λοιπόν, σκέφτεσαι τόν ἄλλον, τόν ἑαυτό σου σκέφτεσαι. Ἐφόσον, ὅμως, ζεῖς σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία, πού εἶναι σῶμα Χριστοῦ καί ὁ ἕνας εἶναι κομμάτι τοῦ ἄλλου. Ὅταν ζεῖς ἐγωιστικά, αὐτονομημένα, κλεισμένος στόν ἑαυτό σου, τότε φυσικά δέν εἶσαι στήν Ἐκκλησία, δέν αἰσθάνεσαι τόν ἄλλο κομμάτι τοῦ ἑαυτοῦ σου, μᾶλλον τόν βλέπεις σάν ἐχθρό, σάν ἐπίβουλο καί κάνεις καί κακούς λογισμούς καί κακές σκέψεις καί εἶσαι ἕτοιμος νά δαγκώσεις τόν ἄλλον. Δέν μιλᾶμε γιά αὐτούς. Αὐτός δέν εἶναι κἄν χριστιανός. Δέν ζεῖ καθόλου σωστά. Θέλεις νά ζήσεις σωστά; Θά πρέπει νά μπεῖς σ’ αὐτή τήν ἀγάπη.
Πῶς μπαίνουμε τώρα; Ἐδῶ εἶναι τό πρόβλημα. Ὅταν ἀποβάλλουμε, εἴπαμε, τήν ἀγάπη στόν ἑαυτό μας. Αὐτό οἱ Πατέρες τό εἶπαν φιλαυτία. Εἶναι ἡ κορυφαία ἀρρώστια. Μιλήσαμε προηγουμένως γιά ἀρρώστιες τοῦ νοῦ. Ἡ κορυφαία ἀρρώστια τοῦ νοῦ εἶναι ἡ φιλαυτία. Δηλαδή, τότε πού ὁ ἄνθρωπος μέ τόν νοῦ δέν βλέπει στόν οὐρανό ἀλλά στόν ἑαυτό του. Ἔχει κάνει κέντρο τόν ἑαυτό του καί τό μάτι τῆς ψυχῆς του εἶναι σκοτισμένο. Γιατί, ὅταν βλέπεις στόν ἑαυτό σου, δέν παίρνεις φῶς ἀπό τόν Θεό πού εἶναι τό ἀληθινό Φῶς καί εἶσαι μέσα στό σκοτάδι, μέσα στήν ἁμαρτία, οὐσιαστικά μέσα στήν ἀνυπαρξία. Γιατί Ἐκεῖνος πού πραγματικά ὑπάρχει εἶναι ὁ Θεός. Ὅταν, λοιπόν, ἐσύ δέν ἑνώνεσαι μέ Αὐτόν πού πραγματικά ὑπάρχει, πᾶς στό νά μήν ὑπάρχεις. Συνεχίζεις βέβαια νά ὑπάρχεις ὡς σῶμα… ἀλλά εἶναι σάν νά μήν ὑπάρχεις.
Θέλεις λοιπόν νά φτάσεις σ’ αὐτή τήν ἀγάπη τή σωστή; Θά πρέπει νά πάψεις ν’ ἀγαπᾶς τόν ἑαυτό σου, νά διώξεις τήν φιλαυτία, νά διώξεις τήν ἀγάπη γιά τό σῶμα σου. Ἡ ἄρρωστη ἀγάπη πρός τό σῶμα εἶναι ἡ φιλαυτία, λένε πάλι οἱ ἅγιοι Πατέρες. Δηλαδή: μήν κουραστῶ, μήν ἀρρωστήσω, μήν πονέσω… πῶς θά γίνει νά ἔχω ἀνάπαυση, πῶς θά ἔχει ἀνάπαυση ἡ σάρκα μου, πῶς θά φᾶμε, πῶς θά κοιμηθοῦμε… Αὐτό πρέπει νά φύγει ἀπό τόν ἄνθρωπο, νά πάψει νά σκέφτεται πῶς εἶναι ὁ ἴδιος, πῶς αἰσθάνεται, ἀλλά νά σκέφτεται μόνιμα πῶς θά ἀρέσει στόν Θεό καί πῶς θά ἀναπαύσει τόν πλησίον. Τότε μπαίνει σ’ αὐτή τή διαδικασία νά θεραπευθεῖ ἡ ψυχή του, νά ἀποβάλλει τόν ἐγωισμό, τήν φιλαυτία καί τήν ὑπερηφάνεια καί νά ἀνοιχτεῖ στήν ἀληθινή ἀγάπη, τήν ἀνιδιοτελή. Ἕνας ἄνθρωπος πού σκέφτεται τόν ἑαυτό του, ἔχει φιλαυτία, ποτέ δέν θά μπορέσει ν’ ἀγαπήσει κανέναν. Γιατί; Γιατί δέν ὑπάρχει χῶρος στήν ψυχή του γιά κανέναν. Ὅλο τόν χῶρο τῆς ψυχῆς του τόν ἔχει καταλάβει αὐτή ἡ ἀγάπη πού ἔχει γιά τόν ἑαυτό του. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος, ἡ ψυχή μας εἶναι σάν ἕνα δωμάτιο. Ἕνα δωμάτιο τώρα, ἄν τό γεμίσεις μέ τήν ἀγάπη στόν ἑαυτό σου, χωράει νά μπεῖ τίποτα ἄλλο; Τίποτα ἄλλο δέν χωράει. Ἄν φύγει ἡ ἀγάπη στόν ἑαυτό σου, τότε μπορεῖ νά μπεῖ ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό, πού εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή.
Ἡ πρώτη ἐντολή τοῦ Θεοῦ εἶναι «νά ἀγαπήσεις τόν Θεό». Ἡ πρώτη ἐντολή τῶν ψυχολόγων εἶναι νά ἀγαπήσεις τόν ἑαυτό σου. Τελείως ἀνάποδα! Τά λέω αὐτά γιατί πρέπει νά τά ἀποδομήσουμε μέσα μας. Μᾶς ἔχουν ποτίσει μέ τέτοιες ἰδέες καί πρέπει νά τίς πετάξουμε. Ἡ πρώτη ἐντολή εἶναι ν’ ἀγαπήσεις τόν Θεό, ὄχι τόν ἑαυτό σου. Οἱ ψυχολόγοι λένε, γιά νά ἀγαπήσεις τούς ἄλλους, πρέπει ν’ ἀγαπᾶς τόν ἑαυτό σου. Ψέμα! Λάθος! Γιά νά ἀγαπήσεις τούς ἄλλους, πρέπει πρῶτα ν’ ἀγαπήσεις τόν Θεό. Ἄν ἀγαπήσεις τόν Θεό, τότε θά ἀγαπήσεις σωστά καί τούς ἄλλους. Νά, γιατί δέν ἀγαπᾶμε σωστά τόν ἄνδρα μας, οἱ γυναῖκες, οἱ ἄνδρες τίς γυναῖκες τους, τά παιδιά τους… Γιατί δέν ἔχουν ἀγαπήσει τόν Θεό, ὁπότε δέν ἀγαποῦν σωστά, δηλαδή ἀνιδιοτελῶς, τήν γυναῖκα, τόν ἄνδρα ἀντιστοίχως, τά παιδιά τους, τούς συγγενεῖς τους καί ὅλο τόν κόσμο. Καταλάβατε ποῦ εἶναι τό πρόβλημα; Νά γιατί ὑπάρχουν τά διαζύγια, νά γιατί ὑπάρχουν οἱ ἐκτρώσεις.. καί δέν τό ἔχει σέ τίποτα ἡ μάνα νά σκοτώσει τό παιδί της ἄς ποῦμε.. δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀνιδιοτέλεια. Λέει, ἕνα παιδί νά ἔχω ἀκόμα… μοῦ φτάνουν αὐτά, δέν μπορῶ ἄλλο. Ἔχει φιλαυτία. Ἀντίθετα, μιά μάνα πού ἀγαπάει ἀνιδιοτελῶς, λέει, τί τό παιδί θά σκοτώσω; Χίλιες φορές νά ὑποφέρω λίγο ἀκόμα, λίγο παραπάνω, θά τό μεγαλώσω… Θά βοηθήσει καί ὁ Θεός.. Ἀλλά, ἅμα ἔχει φιλαυτία, δέν ἀγαπάει κανέναν. Κι ἅμα τήν ζορίσει καί λίγο ὁ ἄνδρας της, λέει χωρίζω, τελειώσαμε… κι ἄς λέει ὁ Θεός εἶναι ἔγκλημα τό διαζύγιο, εἶναι φόνος. Εἶναι φόνος τό διαζύγιο! Σκοτώνεις αὐτό τόν νέο ἄνθρωπο πού ἔφτιαξε ὁ Χριστός διά τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου, πού λέγεται ἀνδρόγυνο. Ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα μέσα στόν γάμο παύουν νά εἶναι δύο, εἶναι ἕνας μυστηριακά καί λέγεται ἀνδρόγυνο. Ὅταν γίνεται διαζύγιο, λοιπόν, σκοτώνεις αὐτό τόν καινούριο ἄνθρωπο.
Εἶπα μερικά παραδείγματα, γιά νά καταλάβουμε πώς δέν ἔχουμε ἀληθινή ἀγάπη. Δέν ζοῦμε τήν ἀληθινή ἀγάπη. Γι’ αὐτό καί ὑποφέρουμε καί βασανιζόμαστε. Ἑπομένως, ἄν κουραζόμαστε, ἐπειδή ὁ ἄλλος δέν μᾶς ἀγαπάει, σημαίνει ὅτι δέν ἀγαπᾶμε σωστά. Ἡ ἀγάπη ποτέ δέν κουράζει. Κουράζεται αὐτός ὁ ὁποῖος ἔχει μέσα του ἁμαρτία, ἔχει μέσα του πάθη. Αὐτά κουράζουν τόν ἄνθρωπο. Οἱ ἀρετές ξεκουράζουν τόν ἄνθρωπο. Οἱ κακίες, οἱ ἁμαρτίες καί τά πάθη κουράζουν τόν ἄνθρωπο. Ὅταν, λοιπόν, λειτουργοῦμε μέ βάση τά πάθη, ὅταν κάνουμε ἁμαρτίες, τότε κουραζόμαστε. Ἕνας πού δέν ἀγαπάει τόν ἑαυτό του, δέν κουράζεται. Θυσιάζεται, σταυρώνεται, πεθαίνει γιά τόν ἄλλον καί χαίρεται καί πανηγυρίζει, γιατί ἔχει μέσα του ἐνεργό τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁπότε ἔχει μέσα του χαρά, εἰρήνη, ἀγάπη… Βλέπετε; Ἡ ἀγάπη ἡ σωστή εἶναι κι αὐτή στοιχεῖο τοῦ καρποῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δέν μπορεῖς νά ἔχεις ἀληθινή ἀγάπη, ἄν δέν ἔχεις μετάνοια, ἄν δέν ἔχεις μπεῖ σ’ αὐτή τή διαδικασία νά προσεύχεσαι συνέχεια, νά παρακαλᾶς τόν Θεό, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με, νά προσπαθεῖς νά ἐξομολογεῖσαι, νά κοινωνᾶς, νά κάνεις αὐτά πού λέει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, ὥστε σιγά-σιγά νά διώξεις ἀπό μέσα σου τήν μεγάλη ἀρρώστια πού λέγεται φιλαυτία καί νά πάψεις πλέον ν’ ἀγαπᾶς τόν ἑαυτό σου καί νά ἀγαπήσεις τόν Θεό καί τόν πλησίον.
Σήμερα ἐν ὀνόματι τῆς ἀγάπης γίνονται τά μεγαλύτερα ἐγκλήματα, γιατί οἱ ἄνθρωποι ἐννοοῦν πλέον τήν ἀγάπη διεστραμμένα. Ἀκόμα καί οἱ ὁμοφυλόφιλοι, ἐν ὀνόματι τῆς ἀγάπης, λένε νά μᾶς δεχθεῖτε κι ἐμᾶς. Σᾶς ἀγαπᾶμε κι ἐσᾶς ὡς ἀνθρώπους, ἀλλά δέν ἀγαπᾶμε τήν ἁμαρτία. Δέν μποροῦμε ν’ ἀγαπήσουμε τήν ἁμαρτία, γιατί ἡ ἁμαρτία ἀλλοτριώνει τόν ἄνθρωπο, τόν σκοτώνει. Ἄν μ’ ἀγαπᾶς, λέει ἡ ἄλλη, πᾶμε μαζί στό κέντρο τῆς ἀνηθικότητας. Ἐπειδή σ’ ἀγαπάω, δέν θά ἔρθω. Δέν εἶναι ἀγάπη νά συμπράττουμε στήν ἁμαρτία καί στό κακό. Ἀληθινή ἀγάπη εἶναι νά ταρακουνήσεις τό παιδί σου καί νά τοῦ πεῖς «παιδάκι μου, τί κάνεις, πῶς ζεῖς ἔτσι;». Δέν ἐπιτρέπεται αὐτό πού κάνεις, νά κάνεις λ.χ. προγαμιαῖες σχέσεις. Κι ὅμως, πόσοι γονεῖς τά σπρώχνουν τά παιδιά, νά κάνουν προγαμιαῖες σχέσεις; Εἶναι ἀγάπη αὐτό; Ὄχι, δέν εἶναι ἀγάπη. Εἶναι τό ἀντίθετο τῆς ἀγάπης.
Δέν ξέρω, ἄν ἀπάντησα στήν ἐρώτηση.. Καταλάβατε τί σᾶς εἶπα; Δέν ἔχουμε τήν σωστή ἀγάπη, γι’ αὐτό κουραζόμαστε. Περιμένουμε ἀνταπόδοση. Νά σᾶς πῶ κάτι; Καί μή σᾶς φανεῖ παράξενο. Λέει κάπου ὁ Ἀπόστολος: «καί οἱ ἔχοντες γυναῖκας ὡς μή ἔχοντες» (Α΄Κορ. 7,29). Νά ζοῦμε δηλαδή ἔτσι καί οἱ ἔγγαμοι σάν νά μήν εἴμαστε ἔγγαμοι. Τί ἐννοεῖ; Μία ἔννοια εἶναι κι αὐτή: μήν περιμένεις ἀγάπη ἀπό τόν ἄλλο. Θά πεῖς: Ἀπό τόν ἄνδρα μου δέν θά περιμένω ἀγάπη; Ὄχι, νά μήν περιμένεις. Ἐσύ νά δίνεις ἀγάπη. Ρωτάει ἡ γυναίκα τόν ἄνδρα ̔μ’ ἀγαπᾶς;ʾ. Λάθος! Τό σωστό εἶναι νά ρωτήσεις τόν ἑαυτό σου ̔τόν/τήν ἀγαπῶ;ʾ. Αὐτό εἶναι τό χριστιανικό, τό ὀρθόδοξο. Τό ἄλλο εἶναι κοσμικό. Γι’ αὐτό ὑποφέρουμε καί βασανιζόμαστε, γιατί ζητᾶμε ἀγάπη ἀπό τόν ἄλλον.
Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, αὐτό δέν πρέπει νά τό ζητᾶμε, εἶναι πολύ χαμερπές, ἔτσι ἐξευτελιστικό… Ἐσύ ν’ ἀγαπᾶς. Ὁ Χριστός δέν εἶπε κάντε ὅ,τι μπορεῖτε, γιά νά σᾶς ἀγαπήσουν οἱ ἄλλοι. Ἀλλά εἶπε: ἐσεῖς ν’ ἀγαπήσετε. Ἡ θεραπεία εἶναι ν’ ἀγαπᾶμε ἐμεῖς, ὄχι νά μᾶς ἀγαποῦν. Ὅταν μᾶς ἀγαπᾶνε, οὐσιαστικά μᾶς τρέφουν τόν ἐγωισμό, δηλαδή τήν ἀρρώστια, τόν καρκίνο. Ὁ ναρκομανής παίρνει τήν δόση του καί νιώθει γιά λίγο καλά. Μετά πάλι στέρηση. Ἡ λύση καί ἡ θεραπεία εἶναι νά πάψεις νά παίρνεις ναρκωτικά, νά πάψεις νά ζητᾶς ἀγάπη ἀπ’ τούς ἄλλους. Ὅλη ἡ δυστυχία ξεκινάει ἀπό τό ὅτι θέλουμε νά μᾶς ἀγαπᾶνε. Δέν χρειάζεται νά μᾶς ἀγαπάει κανένας. Ἔχουμε τόση ἄπειρη ἀγάπη ἀπό τόν Χριστό μας, πού δέν χρειάζεται καμιά ἀνθρώπινη ἀγάπη. Ἀλλά δέν τή ζοῦμε αὐτή τήν ἀγάπη, γιατί δέν ἀγαπᾶμε ἐμεῖς τόν Χριστό, ὁπότε δέν καταλαβαίνουμε πόσο μᾶς ἀγαπάει ὁ Χριστός. Ἄν μποῦμε στή διαδικασία νά ἀγαπήσουμε ἐμεῖς τόν Χριστό, δέν θά ἔχουμε μετά ἀνάγκη ἀπό καμία ἀνθρώπινη ἀγάπη.
Βλέπετε, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος πῶς χαρακτηρίζει τόν ἑαυτό του; «Ὁ μαθητής ὅν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς» (Ἰω. 21,7). Αὐτός εἶναι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ μαθητής τῆς ἀγάπης. Δηλαδή, λέει, εἶμαι ὁ μαθητής τόν ὁποῖο ἀγαποῦσε ὁ Ἰησοῦς. Γιά στάσου… Δηλαδή ὁ Χριστός ἔκανε διακρίσεις; Τούς ἄλλους δέν τούς ἀγαποῦσε; Ἤ ἀγαποῦσε λιγότερο τούς ἄλλους μαθητές ἀπό τόν Ἅγιο Ἰωάννη; Καί γιατί λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης γιά τόν ἑαυτό του ὅτι εἶναι ὁ μαθητής πού ἀγαποῦσε ὁ Ἰησοῦς; Νά σᾶς πῶ γιατί; Γιατί ἐκεῖνος ἀγαποῦσε πιό πολύ ἀπό τούς ἄλλους τόν Χριστό καί καταλάβαινε πόσο τόν ἀγαπάει ὁ Χριστός. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὅτι εἶναι ὁ μαθητής πού ἀγαποῦσε ὁ Ἰησοῦς. Ὅσο ἀγαπᾶμε τόν Χριστό, καταλαβαίνουμε πόσο μᾶς ἀγαπάει.
Αὐτή εἶναι ἡ λύση τῆς δυστυχίας μας, νά πάψουμε νά ζητᾶμε ἀγάπη. Νά δίνουμε ἀγάπη χωρίς νά ζητᾶμε ἀνταπόδοση. Γι’ αὐτό ἡ τέλεια ἀγάπη δέν ὑπάρχει οὔτε στή φιλία οὔτε σ’ αὐτό πού λένε οἱ κοσμικοί ‘ἔρωτας’. Δέν εἶναι ἡ τέλεια ἀγάπη αὐτό, γιατί ζητάει ἀνταπόδοση. Ἡ τέλεια ἀγάπη εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ, μέσα στήν Ἐκκλησία, πού δίνεις χωρίς νά ζητᾶς τίποτα.
Ἐρ. : Μᾶς ἀρέσουν αὐτά πού λέτε, ἀλλά δέν μποροῦμε νά τά ἀκολουθήσουμε…
Ἀπ. : Δέν ἔχουμε μπεῖ στήν διαδικασία τῆς κάθαρσης, γιά νά μπορέσουμε νά τά κάνουμε αὐτά… πού εἶναι ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ἡ πρώτη ἐντολή εἶναι ν’ ἀγαπήσεις τόν Θεό καί ἡ δεύτερη τόν πλησίον. Γιατί δέν μποροῦμε; Γιατί δέν τό ζητᾶμε. Πρέπει νά τό ζητήσουμε. Πῶς; Νά ἐδῶ ἔρχεται ἡ νοερά προσευχή πού σᾶς εἶπα.
Πρέπει νά βάλουμε ἕνα καθημερινό πρόγραμμα. Νά τό ποῦμε πρακτικά. Ἐγώ σᾶς λέω ξεκινῆστε μέ δέκα λεπτά. Δέκα λεπτά τό πρωί, δέκα λεπτά τό μεσημέρι, δέκα λεπτά τό βράδυ. Θά βρεῖτε δέκα λεπτά… Αὐτά τά δέκα λεπτά νά κλείσετε καί τά τηλέφωνα καί νά κλειστεῖτε κάπου μόνοι σας. Δέκα λεπτά δέν ὑπάρχω γιά κανέναν, ὑπάρχω μόνο γιά τόν Χριστό. Καί νά ἀρχίσετε νά μιλᾶτε στόν Χριστό: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με. Καί γιά νά μήν κοιτᾶς τό ρολόι σου, βάλε ἕνα ξυπνητήρι νά χτυπήσει σέ δέκα λεπτά. Αὐτά τά δέκα λεπτά νά πεῖς δέν θά σκεφτῶ τίποτε, μόνο τίς πέντε λέξεις: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με. Ἔτσι σιγά-σιγά μαθαίνει ὁ ἄνθρωπος τήν νοερά προσευχή. Ἀρχίζεις νά τό λές λίγο μέ τό στόμα, λίγο νά τό λές μέ τό μυαλό σου. Μερικοί τό συνδυάζουν μέ τήν ἀναπνοή, εἶναι ἕνας τρόπος κι αὐτός. Μιά φορά στήν εἰσπνοή, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με, δυό φορές στήν ἐκπνοή: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με, ἐπειδή κρατάει πιό πολύ ἡ ἐκπνοή. Τό συνδέεις μέ τήν ἀναπνοή. Ἄλλοι τό συνδέουν μέ τούς χτύπους τῆς καρδιᾶς. Εἶναι κι αὐτός ἕνας τρόπος. Ὅταν εἴμαστε στήν ἡσυχία, μποροῦμε νά ἀκούσουμε τούς χτύπους τῆς καρδιᾶς καί σέ κάθε χτύπο μπορεῖς νά λές καί μία λέξη, Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησόν με. Αὐτός εἶναι ἕνας τρόπος ἔτσι τεχνικός, ἄς τόν ποῦμε, γιά νά μήν φεύγει ὁ νοῦς.
Ξέρετε τί δύσκολο εἶναι νά μαζέψεις τόν νοῦ σου; Γιατί εἶναι δύσκολο; Γιατί ἔχει συνηθίσει ὁ νοῦς νά ἀλητεύει. Ἐπειδή εἶναι σκοτισμένος, δέν μένει στήν ὅραση τοῦ Θεοῦ καί τήν ὥρα πού πᾶς νά προσευχηθεῖς… ὤπ, ἐκείνη τήν δουλειά πρέπει νά τήν κάνεις… νά τό γράψεις νά μήν τό ξεχάσεις… γιά νά σέ ἀποσπάσει ἀπό τήν προσευχή. Ὄχι, δέν θά ἀκούσεις τίποτα. Ἐκείνη τήν ὥρα θά κάνεις προσευχή. Δέν ὑπάρχω γιά τίποτα καί γιά κανέναν. Ἄν τό κάνετε αὐτό, θά δεῖτε ὅτι σιγά-σιγά ὁ νοῦς θά ζητάει ὄχι μόνο τό δεκάλεπτο ἀλλά νά τό κάνεις καί τίς ὑπόλοιπες ὧρες τῆς ἡμέρας. Καί αὐτό σταδιακά διώχνει ἀπό τήν καρδιά τούς ἄλλους λογισμούς καί ἀρχίζει ὁ ἄνθρωπος μέσα του νά ἀδειάζει, νά καθαρίζει.
Κάθαρση τί θά πεῖ οὐσιαστικά; Νά φύγουν ἀπό τήν καρδιά ὅλοι οἱ λογισμοί, ὄχι μόνο οἱ κακοί λογισμοί. Προσέξτε, ἀπό ἀπό τήν καρδιά πρέπει νά φύγουν καί οἱ καλοί λογισμοί, ὅλοι οἱ λογισμοί καί νά ὑπάρχει μόνο ὁ Χριστός, μόνο ἡ μνήμη τοῦ Χριστοῦ. Στόν ἐγκέφαλο, στή διάνοια θά ὑπάρχουν καί οἱ ἄλλοι λογισμοί, δέν μᾶς πειράζει αὐτό. Ὅταν ὅμως κατεβαίνουν στήν καρδιά, ἐκεῖ λερώνεται ὁ νοῦς, σκοτίζεται καί δημιουργοῦνται οἱ διάφορες ἐπιθυμίες κι αὐτές λερώνουν τόν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος: «ἐκ τῆς καρδίας ἐκπορεύονται πονηροί λογισμοί, μοιχεῖες πορνεῖες, φόνοι, ζήλιες, ἔχθρες, κακίες…» (Μαρκ. 7,21-22). Ἡ καρδιά θά πρέπει νά καθαρίσει, γιατί ἡ καρδιά εἶναι τό ὄργανο ὅπου θά πρέπει νά κατοικήσει ὁ Θεός, εἶναι τό ὄργανο μέ τό ὁποῖο ἑνωνόμαστε μέ τόν Θεό καί δέν μπορεῖ νά εἶναι βρώμικο, γιατί τότε δέν μπορεῖ νά ἑνωθεῖ ὁ Θεός, νά γίνει ἡ θέωση πού εἴπαμε, νά ἐπιτευχθεῖ ὁ σκοπός μας.
Δέν μπορροῦμε, λοιπόν, γιατί δέν ἔχουμε μπεῖ σ’ αὐτή τήν διαδικασία τῆς θεραπείας μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί τήν ὅλη προσπάθεια. Ὄχι ἀπό τή μιά ἀδιάλειπτη προσευχή καί ἀπό τήν ἄλλη νά κάνουμε ἁμαρτίες. Δέν μπορεῖς νά λές ̔θά κάνω τώρα τήν νοερά προσευχή καί μετά θά σοῦ δείξω ἐγώʾ, νά ἔχεις κακία μέσα σου. Ἤ θά κοινωνήσω καί θά σοῦ δείξω ἐγώ μετά. Ἔτσι δέν γίνεται θεραπεία. Θά πρέπει νά βγάλουμε ὅ,τι ξέρουμε ὅτι εἶναι ἁμαρτία καί στή συνέχεια θά δοῦμε κι ἄλλα πράγματα. Ὅταν φύγουν οἱ μεγάλες κοτρῶνες, οἱ ὀγκόλιθοι, μετά βλέπεις καί τά πιό μικρά πετραδάκια πού λερώνουν τήν καρδιά σου καί βαραίνουν τήν ψυχή σου. Καί σιγά-σιγά καθαρίζεται ὁ ἄνθρωπος καί ὅσο καθαρίζεται τόσο φωτίζεται, τόσο μπαίνει μέσα στήν ψυχή του τό φῶς τοῦ Θεοῦ, φεύγει ἡ κατάθλιψη, φεύγει ἡ μελαγχολία, φεύγουν τά ψυχολογικά, φεύγουν τά πάντα. Γιατί οἱ ἄνθρωποι σήμερα εἶναι μέσα στήν κατάθλιψη καί μέσα στήν μελαγχολία; Γιατί ἀκριβῶς δέν ἔχουν καθαριστεῖ. Ἡ καρδιά τους εἶναι σπήλαιο ληστῶν, εἶναι σπήλαιο δαιμόνων καί ὄχι κατοικητήριο τοῦ φωτός τοῦ Θεοῦ.
Ἐρ. : Μᾶς λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες στό Ἅγιο Ὄρος ὅτι πρέπει νά λέμε τήν εὐχή, ἡ εὐχή μᾶς θωρακίζει καί δέν ἔχουμε νά φοβηθοῦμε κανέναν. Ἀπό τήν ἄλλη διαβάζουμε στό βιβλίο «Οἱ περιπέτειες ἑνός προσκυνητοῦ», ὅτι ἀπό τήν στιγμή πού θά ἀρχίσεις νά προσεύχεσαι θά ἔχεις δυσβάστακτους πειρασμούς…
Ἀπ. : Αὐτό τό βιβλίο σᾶς τό συνιστῶ, ἄν δέν τό ἔχετε διαβάσει, νά τό διαβάσετε. Εἶναι ἕνα κλασσικό βιβλίο, εὐχάριστο καί πολύ διδακτικό καί μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ τό ἔχουμε ἀναλύσει σέ ὁμιλίες.
Φαίνεται σάν ἀντίφαση δηλαδή τό ἐρώτημα. Ὄχι, δέν εἶναι ἀντίφαση. Ὁπωσδήποτε, ὁ διάβολος ἐνοχλεῖται. Γιατί; Γιατί πολεμᾶς τόν διάβολο μέ τήν νοερά προσευχή στήν ἴδια τήν φωλιά του. Ἡ φωλιά τοῦ διαβόλου ξέρετε ποῦ εἶναι; Ἡ φωλιά τοῦ διαβόλου εἶναι μέσα μας, στήν καρδιά μας. Δέν εἶναι ἀπ’ ἔξω μας. Βέβαια, εὐτυχῶς, ἐπειδή εἴμαστε βαφτισμένοι, λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, εἶναι στήν περιφέρεια, δέν εἶναι στό κέντρο. Στό κέντρο τῆς καρδιᾶς εἶναι στούς ἀβάφτιστους ὁ διάβολος. Γι’ αὐτό καί πρίν κάνουμε τήν βάφτιση, κάνουμε ἐξορκισμούς. Σέ ποιούς διαβάζουμε ἐξορκισμούς; Στούς δαιμονισμένους. Θά πεῖς: Τό μωρό εἶναι δαιμονισμένο; Ναί! Δηλαδή στό κέντρο τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀβάφτιστου μωροῦ εἶναι ὁ διάβολος, λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες. Πρέπει νά φύγει ἀπό ἐκεῖ. Φεύγει, ἀλλά δέν πάει μακριά. Πάει, λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, στήν περιφέρεια. Στό κέντρο ποιός εἶναι; Ὁ Χριστός. Αὐτό εἶναι τό μεγάλο προτέρημα τῶν ὀρθοδόξων πού δέν τό ἔχουν οἱ ἀβάφτιστοι. Εἴμαστε πολύ εὐλογημένοι ἀπό τόν Θεό πού ἔχουμε τό βάφτισμα. Ἀλλά δέν μᾶς σώζει τό βάφτισμα, ἄν δέν ζήσουμε καί σωστά.
Καί τί γίνεται τώρα; Ὁ διάβολος ἀπ’ τήν περιφέρεια τῆς καρδιᾶς μᾶς ρίχνει βέλη καί προσπαθεῖ νά μπεῖ ἀκόμα πιό μέσα, νά μπεῖ στό κέντρο, νά διώξει, εἰ δυνατόν, τόν Χριστό. Θά πεῖς: Γίνεται αὐτό; Δυστυχῶς, γίνεται κι αὐτό. Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά κάνει πολύ βαριές ἁμαρτίες, ἰδίως ἄν πέσει σέ αἵρεση καί πάει σέ ἄλλες θρησκεῖες, νά διώξει τόν Χριστό. Νά φύγει ὁ Χριστός καί μετά νά χρειάζεται πάλι βάφτισμα. Καί ἐπειδή δέν ἐπαναλαμβάνεται τό βάφτισμα, τοῦ κάνουμε Χρίσμα, ὅταν πάει σέ ἄλλες θρησκεῖες, γιόγκα, ἀνατολικές θρησκεῖες καί κάνει τελετές, μυήσεις κ.λ.π. Μέ τίς ἁμαρτίες δέν φεύγει τελείως ὁ Χριστός, ἀλλά ὁ διάβολος κερδίζει ἔδαφος καί κατά κάποιο τρόπο ὑποτάσσει τόν ἄνθρωπο καί ἀπενεργοποιεῖ τήν Χάρη τοῦ βαφτίσματος. Μένει μέν ἡ Χάρις, ἀλλά σάν μιά μικρή σπίθα θαμμένη κάτω ἀπό τήν στάχτη. Ὅπως γίνεται μέ τή φωτιά. Ὅταν σβήνει, μπορεῖ νά μείνει κανένα καρβουνάκι κάτω ἀπό τήν στάχτη. Ἔτσι καί ὁ βαφτισμένος ἄνθρωπος πού δέν ζεῖ σωστά καί φαίνεται νά μοιάζει μέ τόν ἀβάφτιστο. Πολλές φορές γίνεται καί χειρότερος καί κάνει χειρότερα πράγματα ἀπό τούς ἀβάφτιστους.
Ὁ διάβολος τώρα ἐνοχλεῖται, ὅταν ἀρχίσει ὁ ἄνθρωπος νά ζωογονεῖ αὐτό τό καρβουνάκι πού πάει νά σβήσει, μέ τό νά ἀρχίσει νά φυσάει νά φύγει ἡ στάχτη καί νά βάζει ἀπό πάνω ξερόκλαδα. Αὐτή εἶναι ἡ νοερά προσευχή. Ἀρχίζει λοιπόν ὁ ἄνθρωπος νά φυσάει, νά προσεύχεται, νά διώχνει τήν στάχτη, τά πάθη καί νά ἀρχίζει νά βάζει ἀρετές, τά ξερόκλαδα καί σιγά-σιγά ἀρχίζει νά παίρνει φωτιά. Αὐτό καίει τόν διάβολο. Ἐνοχλεῖται ὁ διάβολος… λέει ʿἔπ, ἐσύ ἤσουνα δικός μου᾽ καί ἀρχίζει νά σοῦ κάνει πόλεμο, νά ἀντιστέκεται. Ἀλλά μή φοβᾶστε. Αὐτό εἶναι καλό. Εἶναι ἀπόδειξη ὅτι εἴμαστε στή σωστή κατεύθυνση καί ἔχουμε ἀρχίσει νά τόν ἀπωθοῦμε. Δέν πρέπει νά δειλιάζουμε. Θά ἐπιμείνουμε καί ὁ διάβολος θά φύγει. Δέν ἔχει, προσέξτε, καμία δύναμη ὁ διάβολος. Στό κέντρο εἶναι ὁ Χριστός. Εἴμαστε ἐκεῖ μαζί μέ τόν Χριστό, προσευχόμαστε καί ὅσο προσευχόμαστε εἴμαστε σάν τούς στρατιῶτες πού πυροβολοῦνε. Ὅσο πιό πολύ προσεύχεσαι, τόσο πιό πολύ πυροβολεῖς καί ἀπωθεῖς τόν διάβολο, τόν διώχνεις ὅλο καί πιό μακριά καί σταθεροποιεῖσαι ὅλο καί πιό πολύ στήν πνευματική ζωή. Θά ἔχεις βέβαια ἀντίσταση, ἰδίως στήν ἀρχή, ὅπως ἔχει δυσκολία αὐτός πού πάει νά ἀνάψει τήν φωτιά. Τί γίνεται στήν ἀρχή, ὅταν προσπαθεῖς ν’ ἀνάψεις τή φωτιά; Βγάζει καπνό πυκνό καί ἀρχίζουν νά δακρύζουν καί τά μάτια. Ὅταν ὅμως ἀνάψει ἡ φωτιά, χαίρεσαι καί ἀγαλλιάζεις κοντά στήν θαλπωρή τῆς φωτιᾶς. Ἔτσι γίνεται στήν πνευματική ζωή. Στήν ἀρχή εἶναι λίγο ἐπίπονο, ἀλλά μετά εἶναι πολύ ὡραῖο καί χαίρεσαι καί ἀγαλλιάζεις. Ἀλλά πρέπει νά συνεχίσεις νά βάζεις ξύλα. Γιατί, ἄν ἀμελήσεις, πάλι θά σβήσει ἡ φωτιά -Θεός φυλάξοι- καί οἱ δαίμονες ἔρχονται πάλι κοντά.
Ὁπότε, ἰσχύει αὐτό πού λέει στίς περιπέτειες ἑνός προσκυνητοῦ, ὅτι θά ἔχεις πόλεμο, ἀλλά αὐτό δέν θά πρέπει νά μᾶς φοβίζει. Γιατί «μείζων ὁ ἐν ὑμῖν ἤ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ» (Α´ Ἰω. 4,4), λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Εἶναι μεγαλύτερος αὐτός πού εἶναι μέσα μας, παρά αὐτός πού εἶναι στόν κόσμο, ὁ διάβολος δηλαδή. Μή φοβόμαστε λοιπόν τόν πόλεμο. Ὁ διάβολος, λένε οἱ Πατέρες, μοιάζει μέ ἕναν ξεδοντιασμένο σκύλο πού γαυγίζει. Ἄσ’τον νά γαυγίζει… ἀφοῦ δέν ἔχει δόντια δέν μπορεῖ νά σοῦ κάνει τίποτα. Ποιός τοῦ ἔβγαλε τά δόντια; Ὁ Χριστός. Τόν ἔχει ξεδοντιάσει τόν διάβολο. Δέν ἔχει δύναμη ὁ διάβολος. Ὁ διάβολος εἶχε πολλή δύναμη πρίν τήν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ. Στήν Σταύρωση καί στήν Ἀνάσταση διαλύθηκε ὁ διάβολος, κατατροπώθηκε, νικήθηκε κατά κράτος καί πλέον δέν ἔχει καμία ἐξουσία πάνω μας. Θά μοῦ πεῖτε: Τότε, γιατί ἐμεῖς βασανιζόμαστε καί ἔχουμε καί τίς μαγεῖες καί τούς δαιμονισμένους; Ἐκεῖ φταῖμε ἐμεῖς, ἑκούσια πᾶμε καί τόν ἀγκαλιάζουμε. Μετά φυσικά, ἀφοῦ τόν ἀγκαλιάζεις καί τόν βάζεις μέσα σου, θά σέ βασανίσει.
Εἶχα μιά περίπτωση μέ μιά κοπέλα πού ἦταν δαιμονισμένη. Δέν τό ἤξερα καί ἐγώ καί πήγαμε μαζί προσκύνημα στούς Ἁγίους Τόπους. Μοῦ τό εἶπε στό ταξίδι ὅτι ʿεἶμαι δαιμονισμένη᾽. Πήγαμε στό ὄρος Θαβώρ, εἶπε στόν ἱερέα νά τῆς διαβάσει μιά εὐχή, ἐκεῖνος δέν προλάβαινε, μοῦ λέει, πάτερ, διάβασέ τη ἐσύ. Εὐτυχῶς, εἶχε φύγει ὁ κόσμος καί δέν ἦταν κανένας στήν Ἐκκλησία, γιατί ἄρχισε νά οὐρλιάζει μέ τό πού ἄρχισα τήν εὐχή. Ὁ διάβολος, πού ἦταν μέσα της, δηλαδή, ἐνοχλήθηκε. Ἄρχισε νά μέ βρίζει, νά βλασφημάει κ.λ.π. Τέλος πάντων, τῆς διάβασα τήν εὐχή. Ὅπου πηγαίναμε αὐτή χτυπιόταν. Ὁ διάβολος ἐνοχλεῖτο. Ὅταν πήγαμε στόν Πανάγιο Τάφο, πῆγε καί ξάπλωσε πάνω στήν πλάκα, ὅσοι ἔχετε πάει θά ξέρετε, καί κυλιόταν ἐκεῖ πάνω. Εἴμαστε ἐκεῖ μαζί μ΄ ἕναν ἄλλο ἱερέα καί τή ρώταγε (τόν διάβολο δηλαδή) πῶς μπῆκε μέσα της. Καί τί εἶπε; Ὅτι μπῆκε, γιατί αὐτή εἶχε κάνει σαρκικές ἁμαρτίες. Δηλαδή πᾶμε μόνοι μας καί ἀγκαλιάζουμε τόν διάβολο καί μετά φυσικά μᾶς ταλαιπωρεῖ.
Ἀλλά, ἐφόσον ἐμεῖς δέν κάνουμε ἑκούσια τά θελήματα τοῦ διαβόλου ἀπ’ τήν μιά καί ἀπό τήν ἄλλη κάνουμε αὐτά πού λέει ἡ Ἐκκλησία μας, προσευχόμαστε, μεταλαμβάνουμε, ἐξομολογούμαστε, δέν ἔχουμε νά φοβηθοῦμε. Ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά μᾶς κάνει τίποτα. Νά μήν φοβόμαστε καί νά μή μᾶς ἀναστέλλει αὐτό πού διαβάζουμε ὅτι θά ἔχουμε πειρασμούς. Φυσικά θά ἔχουμε πειρασμούς…. Χίλιες φορές νά ἔχεις πειρασμούς, παρά νά εἶσαι νεκρός! Ὁ νεκρός βέβαια δέν ἔχει πειρασμους.. ἀλλά εἶναι νεκρός! Τί νά τό κάνεις; Ὁ νεκρός πάει κατευθείαν στήν κόλαση. Ὁ ἄλλος πού ἔχει πειρασμούς σημαίνει ὅτι εἶναι ζωντανός. Γι’ αὐτό λένε μερικοί, πάτερ ὅσο ἤμουνα στόν κόσμο δέν εἶχα δυσκολίες, τώρα πού μπῆκα στήν Ἐκκλησία καί ἄρχισα νά ἐξομολογοῦμαι, ἔχω πειρασμούς… Ἔ, δέν χαίρεσαι; Σημαίνει ὅτι εἶσαι στήν σωστή κατεύθυνση. Ὁ νεκρός καί μιά μαχαιριά νά φάει ἀκόμα, δέν καταλαβαίνει τίποτα. Ἐσύ, ἐπειδή εἶσαι ζωντανός, καταλαβαίνεις. Καί τήν πτώση σου τήν καταλαβαίνεις καί ποῦ ἔσφαλλες. Ναί, λέει, πάτερ, ἔχω ἐνοχές. Φυσικά… εἶναι καλό πού νιώθεις ὅτι ἔσφαλλες. Πρῶτα δέν καταλάβαινες τίποτα. Ποῦ νά καταλάβεις; Ἀφοῦ ἤσουνα νεκρός. Τώρα, ἐπειδή ἔγινες ζωντανός, ἔχεις αἴσθηση, καταλαβαίνεις καί τήν πτώση σου. Ἀλλά καταλαβαίνεις καί τή Χάρη καί χαίρεσαι πραγματικά.
Ἐρ. : Πῶς γίνεται νά ἔχουμε πειρασμούς καί ἐξωτερικούς καί, ὅπως λέει στόν προσκυνητή, πῆγε ὁ διάβολος σ’ αὐτόν πού ἔλεγε τήν εὐχή κατά παραχώρηση Θεοῦ καί τόν χτύπησε καί τόν ἄφησε λιπόθυμο… Ἐνῶ, λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅτι μπορεῖ νά σέ φυλάξει ἠ νοερά προσευχή ἀπό ἀτυχήματα κ.λ.π.
Ἀπ. : Πάλι ἰσχύει καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Σκεφτεῖτε αὐτός πού ἔφαγε τό χτύπημα, ἄν δέν ἔλεγε τήν εὐχή, μπορεῖ καί νά τόν σκότωνε ὁ διάβολος. Κατά παραχώρηση Θεοῦ τόν ἄφησε ἀναίσθητο, γιά νά καταλάβει ὅτι ὑπάρχει καί διάβολος. Μέσα στήν πανσοφία Του ὁ Θεός, προσέξτε, ἀφήνει νά πάθουμε κάποια πράγματα καί ἀπό τόν δαίμονα καί ἀπό τούς ἀνθρώπους πού ὑπηρετοῦν τούς δαίμονες. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι δέν ἐνεργεῖ ὁ Θεός καί δέν μᾶς φυλάει. Σκεφτεῖτε νά μήν εἴμαστε μέσα στόν Θεό, τί θά τραβούσαμε… πολύ χειρότερα. Ἀφήνει ὁ Θεός κατά θεία παραχώρηση μέσα στήν πανσοφία Του, νά περάσουμε κάποιους πειρασμούς. Γι’ αὐτό σᾶς εἶπα δέν ὐπόσχεται ὁ Θεός ἐδῶ μιά ζωή ἀκύμαντη, στήν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος πού ζοῦμε τώρα, ἤ μιά ζωή χωρίς θλίψεις, μιά ζωή ἄνετη σωματικά. Κάθε ἄλλο! Θλίψεις… καί μάλιστα εἶπε «διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν» (Πράξ. 14,22). Τό δεῖ σημαίνει πρέπει. Ὀφείλουμε νά περάσουμε θλίψεις. Ἀκόμα καί αὐτές τίς δαιμονικές ἐπιθέσεις πού λέτε.
Ἤξερα ἕναν ἄνθρωπο, πολύ πνευματικό, πού ἔλεγε συνέχεια τήν εὐχή καί ὁ διάβολος τοῦ ἔκανε τόσο ὀρατές ἐπιθέσεις… πήγαινε νά τόν κάψει. Ναί! Ἀφήνει ὁ Θεός τόν διάβολο… πάντα μέσα σέ ὅρια ὅμως. Πάντοτε ὁ Θεός τοῦ βάζει περιορισμούς, ὅπως μέ τόν Ἰώβ. Ὁ Ἰώβ τί ἀφορμή εἶχε δώσει στόν διάβολο; Καμία ἀφορμή. Ἦταν δίκαιος, λέει, ἅγιος δηλαδή. Κι ὅμως παραχώρησε ὁ Θεός νά τόν πειράξει ὁ διάβολος, νά τόν γεμίσει μέ μία φοβερή ἀρρώστια σάν ἔκζεμα, νά χάσει τά παιδιά του, νά χάσει τήν περιουσία του, ἡ γυναίκα του νά τά βάλει μαζί του, ὅλα αὐτά χωρίς ὁ ἴδιος νά ἔχει ἁμαρτήσει. Ἀλλά γιατί τό ἔκανε ὁ Θεός; Γιά νά μᾶς τόν δώσει ὡς πρότυπο ὑπομονῆς καί γιά νά τόν δοξάσει ἀκόμα περισσότερο. Μέσα ἀπό αὐτή τήν δοκιμασία φανερώθηκε ἡ μεγάλη ἀρετή τοῦ Ἰώβ.
Ὁ Θεός ἀφήνει τίς δοκιμασίες καί τούς πειρασμούς «ἵνα οἱ δόκιμοι φανεροί γένωνται» (Α΄Κορ. 11,19), γιά νά γίνουν φανεροί οἱ Ἅγιοι. Πάρτε ὅλους τούς ἁγίους νά δεῖτε τί δοκιμασίες πέρασαν. Φοβερές δοκιμασίες… Ὅλοι οἱ ἅγιοι… καί διωγμούς καί κατατρεγμούς καί ἀσθένειες καί κινδύνους ἀπό ληστές καί κινδύνους ἀπό θηρία, ἀπό δαιμονιώδεις ἀνθρώπους κ.λ.π. Εἶναι ὅλα μέσα στήν πανσοφία τοῦ Θεοῦ πάντα γιά τό καλό μας. Πάντα γιά τό καλό μας καί γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί γιά τήν δόξα τῶν ἁγίων, γιά νά μᾶς δώσει ὁ Θεός ἀκόμα μεγαλύτερα στεφάνια. Δεῖτε τούς μάρτυρες, τί τράβηξαν! Καί ὅμως, ἔλεγε ἡ Ἁγία Εὐφημία στόν Ἅγιο Παΐσιο «ἄν ἤξερα τί δόξα μέ περιμένει στόν οὐρανό, θά ’θελα κι ἄλλα νά περάσω». Νά μήν φοβόμαστε τίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες. Νά χαιρόμαστε. «Πᾶσαν χαράν ἡγήσασθε, ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς περιπέσητε ποικίλοις» (Ἰακ. 1,2). Ὅταν πέσετε σέ πειρασμούς διαφόρους νά χαίρεστε. Οἱ πειρασμοί εἶναι ἐπίσκεψη Θεοῦ.
Εἶναι αὐτή ἡ παρεξήγηση πού σᾶς εἶπα προηγουμένως. Νομίζουμε ὅτι καί στήν Ὀρθοδοξία λέγοντας τήν εὐχή θά λειτουργήσει μαγικά καί θά γλιτώσουμε ἀπό κάθε θλίψη, ἀπό κάθε στενοχώρια, ἀπό κάθε πειρασμό. Ὄχι, ἀλλά θά σοῦ δώσει ὁ Θεός τό Ἅγιο Πνεῦμα καί θά περάσεις τά κύματα καί τίς τρικυμίες αὐτῆς τῆς ζωῆς ὅσο γίνεται λιγότερο ἀνώδυνα καί χωρίς νά ταραχτεῖς καί χωρίς νά ἐμποδιστεῖς γιά τήν σωτηρία σου.
Βλέπετε, ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὅσο περπατοῦσε καί κοιτοῦσε πρός τόν Χριστό, περπατοῦσε πάνω στά κύματα! Περπάτησε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος πάνω στά κύματα, ὅταν τοῦ εἶπε ὁ Χριστός «ἔλα»! Περπάτησε… Μετά ὅμως βούλιαξε… Γιατί; Γιατί ἔπαψε νά βλέπει τόν Χριστό, προσέξτε τί θά σᾶς πῶ, ἔχασε τήν νοερά ὅραση, τήν νοερά προσευχή, τήν ὅραση τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε βούλιαξε. Ἔτσι παθαίνουμε κι ἐμεῖς. Δέν πρέπει νά χάνουμε τήν νοερά ὅραση τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τό νά βλέπουμε τόν Θεό συνεχῶς μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Αὐτό ὑπηρετεῖ ἡ νοερά προσευχή, τήν συνεχή κοινωνία μέ τόν Θεό, ὁπότε παίρνεις συνεχή βοήθεια ἀπό τόν Θεό. Εἶναι σάν μιά πολύ καλή συσκευή, ἡ ὁποία ἔχει μπεῖ στήν πρίζα καί παίρνει ἐνέργεια καί λειτουργεῖ. Ὅσο καλή κι ἄν εἶναι ἡ συσκευή, ἄν δέν παίρνει ἐνέργεια ἀπό τό δίκτυο, ἄχρηστη εἶναι. Ἔτσι εἶναι καί ὁ ἄνθρωπος. Ὅσο προσεύχεται, ὅσο ἑνώνεται μέ τόν Χριστό διά τῆς προσευχῆς καί τῆς ὅλης πνευματικῆς ζωῆς, ζεῖ πραγματικά, ἔχει ἐνέργεια, μπορεῖ καί λειτουργεῖ, χαίρεται καί πορεύεται μέ ἀσφάλεια. Ὄχι ἀκύμαντα. Πορεύεται μέσα στίς τρικυμίες, ἀλλά πατάει πάνω στά κύματα. Ἐνῶ ὁ ἄλλος, πού δέν εἶναι συνδεδεμένος μέ τόν Θεό, βουλιάζει, καταποντίζεται, ἀπελπίζεται, τά χάνει, χάνεται. Ὁ Θεός νά μᾶς φυλάξει ἀπό αὐτό.
Ἐρ. : Μιλήσαμε γιά αὐτεξούσιο, γιά ἐλευθερία καί μιλήσαμε καί γιά κατά παραχώρηση… Γιατί δέν ἀπαντάει διαφορετικά ὁ Θεός;…
Ἀπ. : Γιατί, ἀκριβῶς, μᾶς ἀγαπάει καί μέσα στήν ἀγάπη Του, παραχωρεῖ κάποια πράγματα γιά νά μᾶς βοηθήσει. Κοιτάξτε… εἶναι μεγάλο θέμα. Ὑπάρχει ἡ ἐλευθερία, ὑπάρχει τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου. Τί σημαίνει αὐτεξούσιο; Ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά κάνει ὅ,τι θέλει. Μέσα σέ κάποια ὅρια ὅμως. Δέν μπορεῖ νά γίνει πουλί καί νά πετάει ἤ νά γίνει ὑποβρύχιο. Δέν εἶναι μέσα στίς δυνατότητές του τίς κτιστές. Μπορεῖ, ὅμως, νά πεῖ στόν Θεό ̔Σέ θέλω ἤ δέν Σέ θέλωʾ. Αὐτό εἶναι αὐτεξούσιο. Μπορεῖ νά πεῖ ̔ἄς λέει ὁ Θεός μήν κάνετε προγαμιαῖες σχέσεις, ἐγώ θά κάνωʾ. Ἄς λέει ὁ Θεός… Ἀλλά προσέξτε τί γίνεται μετά, ὅταν κάνεις κάτι πού δέν εἶναι μέσα στίς προδιαγραφές σου… Αὐτό εἶναι νά μήν τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ἐντολές εἶναι οἱ ὁδηγίες χρήσεως. Ἔχεις ἕνα σῶμα καί μιά ψυχή καί ἔχεις καί κάποιες ὁδηγίες ἀπό τόν κατασκευαστή σου. Ὁ κατασκευαστής μας εἶναι ὁ Θεός καί σοῦ λέει «ἔτσι πρέπει νά κάνεις μέ τό σῶμα σου καί ἔτσι μέ τήν ψυχή σου, ἄν θέλεις νά τά σώσεις», δηλαδή νά τά διασώσεις, νά τά ἔχεις.
Πῶς παίρνεις τό αὐτοκίνητο καί λέει ὁ κατασκευαστής, ἄν δέν θέλεις νά τό ἔχεις γιά μιά-δύο μέρες ἤ γιά ἕναν μήνα, πρέπει νά κοιτᾶς τά φρένα, νά ἀλλάζεις λάδια κ.λ.π. Ἄν ἐσύ τώρα δέν ἐνδιαφέρεσαι τί λέει ἡ ἐταιρεία καί πετάξεις τό manual, τίς ὁδηγίες χρήσεως, καί λές ̔ἐγώ ξέρω ἀπό αὐτοκίνητα… θά ρωτήσω καί τόν γείτονα…ʾ, θά ἔχεις αὐτοκίνητο; Δέν θά ἔχεις. Μετά ἀπό λίγο θά καταστραφεῖ τό αὐτοκίνητο. Γιατί; Γιατί δέν τήρησες τίς ὁδηγίες τοῦ κατασκευαστή. Ἔτσι λοιπόν καί ὁ ἄνθρωπος, ὅταν δέν τηρεῖ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, πού εἴπαμε εἶναι οἱ ὁδηγίες χρήσεως, πῶς θά χρησιμοποιήσει τό σῶμα καί τήν ψυχή του, καταστρέφεται, τό πληρώνει μετά. Δέν φταίει ὁ Θεός γιά αὐτό. Ὁ ἄνθρωπος τό κάνει μέσα στό αὐτεξούσιό του, μέσα στήν ἐλευθερία του. Μπορεῖ νά τό κάνει, τοῦ δίνει τήν δυνατότητα ὁ Θεός. Ὅπως καί ἡ ἐταιρεία πού παίρνεις τό αὐτοκίνητο, δέν σοῦ στέλνει καί ἕναν χωροφύλακα νά σοῦ λέει ἔτσι καί ἔτσι πρέπει νά κάνεις. Εἶσαι ἐλεύθερος. Μπορεῖς νά τό κάνεις ὑποβρύχιο. Κάντο! Δέν θά ἔχεις αὐτοκίνητο ὅμως.. γιατί τό αὐτοκίνητο δέν εἶναι οὔτε γιά νά γίνει ὑποβρύχιο οὔτε νά τό πᾶς στά χωράφια οὔτε νά τό κάνεις ἀεροπλάνο νά πετάξει.. Δέν μπορεῖ νά πετάξει.
Ἔτσι καί τό σῶμα. Σοῦ λέει «οὐ τῇ πορνείᾳ» (Α΄Κορ. 6,13). Ἐσύ λές, ὅλοι τό κάνουν. Κάντο! Εἶναι μέσα στήν ἐλευθερία σου, ἀλλά εἶναι ἡ καταστροφή σου. Γι’ αὐτό ἔχουμε ὅλα αὐτά τά ψυχολογικά καί ὄχι μόνο.. καί καρκίνους κ.λ.π. Γιατί δέν τηροῦμε τίς προδιαγραφές τοῦ κατασκευαστή μας.
Τώρα τί εἶναι τό κατά παραχώρηση καί τί εἶναι τό κατά εὐδοκία; Ὑπάρχουν δύο θελήματα στόν Θεό. Ὁ Θεός, ἐπειδή ἀγαπάει τόν ἄνθρωπο, παρεμβαίνει στήν ζωή του – προσέξτε: χωρίς νά καταστρατηγεῖ τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου – ἐπειδή θέλει νά τόν σώσει. Βλέπει, λοιπόν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος λειτουργεῖ ἀντίθετα μέ τίς ἐντολές, μέ τίς ὁδηγίες χρήσης, ὁπότε πάει μέ ἀσφάλεια στόν γκρεμό, στήν καταστροφή. Ἐπειδή, ὅμως, εἶναι Πατέρας καί ἐνδιαφέρεται γιά τό παιδί Του, κάνει μιά παρέμβαση. Τί παρέμβαση κάνει; Πρῶτα-πρῶτα τόν διδάσκει. Μπορεῖ νά τοῦ στείλει ἕναν ἱερέα, ἕναν πνευματικό νά τοῦ πεῖ ̔παιδί μου δέν πᾶς καλά, ἄλλαξε ζωή, πᾶς στόν γκρεμόʾ. Ἤ νά τοῦ στείλει ἕναν συγγενῆ, ἕναν φίλο νά τόν συμβουλεύσει. Δέν τόν ἀκούει ὁ ἄνθρωπος. Μετά, ἐπειδή εἶναι Πατέρας, θά τοῦ δώσει κάτι ἄλλο πού λίγο νά τόν ταρακουνήσει. Μπορεῖ νά τοῦ δώσει π.χ. ἕνα ἀτύχημα κι ἐκεῖ νά μείνει ἕναν μήνα στό κρεβάτι καί τότε νά τοῦ βάλει πάλι τόν λογισμό ̔εἶδες; τό ἔπαθες αὐτό γιατί ἔκανες ἐκεῖνο καί ἐκεῖνο, πρέπει νά διορθώσεις τήν ζωή σου, πρέπει νά σταματήσεις αὐτό κι αὐτό..ʾ. Ἔρχεται καί κάποιος πνευματικός ἄνθρωπος τοῦ λέει, πρέπει νά ἐξομολογηθεῖς, νά καθαρισθεῖς… Ἄν ἔχει καλή διάθεση, παίρνει τό μήνυμα. Τό ἀτύχημα τώρα ἦταν κατά εὐδοκία; Ἦταν κατά παραχώρηση. Τό παραχώρησε ὁ Θεός ἀλλά ἀπό ἀγάπη πάλι. Σκεφτεῖτε νά μήν τοῦ τό ἔδινε.. μέ ἀσφάλεια ὁ ἄνθρωπος πήγαινε κατευθείαν στήν κόλαση.
Ὁπότε καί τό κατά παραχώρηση θέλημα, αὐτή ἡ παρέμβαση τοῦ Θεοῦ, δέν καταστρατηγεῖ τήν ἐλευθερία μας. Προσέξτε, γιατί δέν τήν καταστρατηγεῖ. Δέν μᾶς ἀφαιρεῖ τό αὐτεξούσιο ὁ Θεός, γιατί μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος καί στήν ἀρρώστια ἐπάνω καί στό ἀτύχημα, νά πεῖ, Θεέ μου δέν Σέ θέλω. Καί τό βλέπουμε αὐτό. Ἄνθρωποι πού βρίσκονται σέ οἰκτρά κατάσταση καί δέν θέλουν νά ἀκούσουν γιά Θεό. Ἐνῶ βασανίζονται, ταλαιπωροῦνται, δέν θέλουν νά παραδεχτοῦν ὅτι ἔσφαλαν καί βλασφημοῦν τόν Θεό πού τούς ἔδωσε τήν ἀρρώστια. Ἐνῶ ὁ καλοπροαίρετος λέει ̔καλά νά πάθω, δέν πήγαινα καλά.. δέν ἤμουνα ἐντάξει μέ τόν Θεό, δέν ἤμουνα ἐντάξει μέ τούς ἄλλους καί νά ὁ Θεός μοῦ ἔστειλε αὐτή τήν ἀρρώστια… πρέπει νά διορθωθῶʾ. Αὐτός σώζεται. Ἀλλά πάλι εἶναι καρπός ἐλευθερίας, καρπός αὐτεξουσίου αὐτή ἡ ἀπόφαση. Δέν ἀφαιρεῖ ὁ Θεός τήν ἐλευθερία ἀπό τόν ἄνθρωπο ποτέ.
Ξέρετε πότε θά ἀφαιροῦσε τήν ἐλευθερία καί τό αὐτεξούσιο; Ὅταν θά ἀνάγκαζε τόν ἄνθρωπο νά εἶναι καλός. Θέλεις δέν θέλεις, θά εἶσαι καλός. Θέλεις δέν θέλεις, θά πηγαίνεις κάθε Κυριακή ἀπό τίς ἕξι στήν Ἐκκλησία καί θά ἐξομολογεῖσαι. Δέν τό κάνει αὐτό ποτέ ὁ Θεός. Ὁ Θεός σέβεται τόν ἄνθρωπο, σέβεται τήν ἐλευθερία, τό δῶρο αὐτό πού ἔδωσε στόν ἄνθρωπο, αὐτό τό προνόμιο, τό ὁποῖο, δυστυχῶς, ἀποδεικνύεται πολλές φορές τραγικό. Ὄχι, ἐξαιτίας τοῦ Θεοῦ, ἐξαιτίας δικῆς μας, ἐπειδή δέν τό χρησιμοποιοῦμε σωστά. Εἶσαι ὄντως ἐλεύθερος. Ἀλλά λέει ὡραῖα ὁ Ἀπόστολος «πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει» (Α΄Κορ. 6,12). Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται ἀλλά δέν συμφέρουν ὅλα. Σᾶς εἶπα προηγουμένως γιά τήν ἐξωσωματική. Μπορεῖς νά τό κάνεις, δέν συμφέρει ὅμως. Θά ἔχεις ἕνα σωρό προβλήματα. Καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἔλεγε, ποτέ νά μήν τό κάνετε αὐτό, ποτέ! Μόνο μέ τόν φυσιολογικό τρόπο νά κάνετε παιδάκι, τίποτα ἄλλο. Ὅλα τά ἄλλα δημιουργοῦν τεράστια προβλήματα. Μά, λένε, ἡ ἐπιστήμη… Ναί, τό λέει ἡ ἐπιστήμη, ἀλλά κι ἄλλα ἔχει βρεῖ ἡ ἐπιστήμη, ἐπιτρέπεται νά τά κάνεις; Σέ συμφέρουν; Ἔχει βρεῖ καί τήν ἀτομική βόμβα. Μπορεῖς νά τή ρίξεις καί νά κάψεις μιά ὁλόκληρη πόλη. Σέ συμφέρει; Δέν σέ συμφέρει. Ἐπειδή μπορεῖς κάτι νά τό κάνεις, πρέπει καί νά τό κάνεις; Ὄχι, βέβαια. Νά ἐξετάσεις ἄν αὐτό πού μπορεῖς νά κάνεις, συμφέρει νά τό κάνεις, δηλαδή ἀρέσει στόν Θεό, εἶναι σύμφωνο μέ τίς προδιαγραφές τοῦ εἶναι σου.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
http://www.hristospanagia.gr/?p=68566