ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΝ ΚΟΛΛΗΣΕΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΤΗ ΓΗ, Ο ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΩΝ ΔΕΝ ΘΡΟΕΙΤΑΙ. ΚΑΙ ΑΝ ΑΔΙΚΗΘΕΙ ΔΕΝ ΑΓΩΝΙΑ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΤΙ ΑΔΙΚΗΘΗΚΕ ΑΛΛΑ ΒΑΖΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ(ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ- ΕΝΑΣ ΠΟΛΥ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΑΓΙΟΣ)

Τετάρτη 31 Ιουλίου 2019

«Ἡ κατά μόνας ἀσκητική ζωή εἶναι ἐπικίνδυνη γιά τούς πνευματικά ἀγύμναστους», Γ΄ Μέρος (Εὐεργετινός τόμ. Α΄- ὑπόθ. ΜΑ΄).Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης



            Συνεχίζουμε μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, μελετώντας αὐτό τό πολύ ψυχοφέλιμο βιβλίο τοῦ Εὐεργετινοῦ καί βρισκόμαστε στήν ΜΑ (41η) Ὑπόθεση, ἡ ὁποία ἔχει τόν ἑξῆς τίτλο, ὅτι εἶναι πολύ ἐπικίνδυνη ἡ κατά μόνας ἄσκηση τοῖς ἀγυμνάστοις. Στούς ἀγύμναστους «τό ἀφιδιάζειν ἐπικίνδυνον»[1]. Δηλαδή, τό νά ἀγωνίζεται κανείς μόνος του στήν ἔρημο, στήν ἡσυχία, καί νά εἶναι συγχρόνως ἀγύμναστος πνευματικά, αὐτό εἶναι πολύ ἐπικίνδυνο. Ὁ τίτλος βέβαια, καταλαβαίνουμε, ὅτι ἀπευθύνεται σέ μοναχούς, οἱ ὁποῖοι ζοῦνε εἴτε σ’ ἕνα κοινόβιο, πού εἶναι τό συνηθέστερο, εἴτε μόνοι τους. Καί μᾶς λέει ἐδῶ ὁ Εὐεργετινός ὅτι εἶναι ἐπικίνδυνο νά εἶναι κανείς μόνος του, νά ἀσκητεύει δηλαδή μόνος του, ὅταν εἶναι ἀγύμναστος. Καί βέβαια αὐτό ἔχει σημασία γιά ὅλους τούς χριστιανούς, μέ ποιά ἔννοια; Ὅτι ὅλοι οἱ χριστιανοί δέν πρέπει νά μένουν μόνοι τους πνευματικά ἀγωνιζόμενοι, ἀλλά πάντοτε νά ζοῦνε κάτω ἀπό τή σκέπη καί τήν καθοδήγηση ἑνός πνευματικοῦ ὁδηγοῦ καί ὁπωσδήποτε μέσα στήν Ἐκκλησία. Νά συμμετέχουν στή ζωή τῆς ἐκκλησίας, τῆς ἐνορίας τους, ὅπου εἶναι ὁ καθένας, ὅπου τόν ἔχει βάλει ὁ Θεός καί νά μήν κάνουν ἐντυπωσιακά καί μεγάλα ἄλματα, πού θά τούς ἀπομονώσουν ἀπό τόν πνευματικό καί ἀπό τούς ἄλλους.
            Οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς μίλησαν γιά τό κοινόβιο, γιά τήν κοινοβιακή ζωή, πού μοιάζει μέ ἕνα κναφεῖο, καί γιά τήν ἡσυχαστική ζωή, πού μοιάζει μέ τό βαφεῖο. Αὐτά τά λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Κναφεῖο ἦταν τό ἐργαστήριο, ὅπου καθαριζόντουσαν τά μαλλιά ὅπως τά ἔπαιρναν ἀκατέργαστα ἀπό τά ζῶα, ἀπό τά πρόβατα κ.λ.π. καί τά ἀπήλλασσαν ἀπό κάθε ἄλλη ξένη ὕλη, τά τακτοποιοῦσαν καί μετά μποροῦσαν αὐτά τά μαλλιά νά βαφοῦν καί νά γίνουν ὑφάσματα. Ἔτσι, κατ’ ἀναλογία, εἶναι μιά παρομοίωση αὐτό, ἡ ψυχή τοῦ ἀρχαρίου μοναχοῦ, ἀλλά καί γενικότερα τοῦ ἀρχαρίου χριστιανοῦ, μοιάζει μ’ αὐτά τά ἀκατέργαστα μαλλιά, τά ὁποῖα θά πρέπει νά ὑποστοῦν μία κάθαρση. Ὁ χριστιανός θά πρέπει νά περάσει ἀπ’ αὐτό τό στάδιο τῆς κάθαρσης, πού ἀλλιῶς οἱ Πατέρες τό ὀνόμασαν καί «πράξη», γιά νά φτάσει στό δεύτερο στάδιο πού λέγεται «θεωρία», νά δεῖ δηλαδή, νά θεωρήσει τόν Θεό. Ἡ πρᾶξις οὐσιαστικά εἶναι ἡ μετάνοια καί ἡ μετάνοια συνίσταται, πρῶτον, στό νά ἀφήσουμε τίς ἁμαρτίες, νά παύσουμε τό κακό, καί συνάμα, νά κάνουμε τό ἀντίθετο καλό. Ὅπως ἔτσι μᾶς λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, εἶναι αὐτή ἀκριβῶς ἡ ρήση πού λέει καί ὁ Δαβίδ, ὅτι φεύγω ἀπό τό κακό καί κάνω τό καλό[2]. Αὐτή εἶναι μέ δύο λέξεις ἡ μετάνοια.
            Ἡ μετάνοια τώρα ἔχει ὡς, ἄς ποῦμε, φανέρωση τίς διάφορες πράξεις πού κάνει ὁ ἄνθρωπος. Δέν εἶναι ἔτσι ἁπλῶς μιά θεωρία. Θεωρητικά μετανοῶ.. ναί, εἶμαι ἁμαρτωλός καί τό παραδέχομαι.. Δέν φτάνει αὐτό. Θά πρέπει νά τό δείξεις, νά τό ἀποδείξεις μέ τίς ἀντίστοιχες ἐνέργειες καί αὐτές εἶναι ἡ ἄσκηση, ἡ κατά Θεόν ἄσκηση καί ἡ ὑπομονή στίς θλίψεις, στίς ἀκούσιες δοκιμασίες, πού σοῦ στέλνει ὁ Θεός, καί τρίτον εἶναι, τό νά ἀποκαταστήσεις τήν ἀδικία σέ ὅποια μορφή, σέ ὅποιο ἐπίπεδο, ὅπου τή διέπραξες. Βλέπουμε, γιά παράδειγμα, τόν Ζακχαῖο πού μετανοεῖ καί δέν μένει ἁπλῶς στά λόγια, ἀλλά δίνει πίσω ὅσα εἶχε κλέψει καί μάλιστα στό τετραπλάσιο, καί ἐνῶ μέχρι τότε ἤτανε πολύ σφιχτός - τσιγκούνης, τώρα γίνεται πολύ ἐλεήμων καί τή μισή του περιουσία τή δίνει στούς φτωχούς. Συνάμα βέβαια, ἀλλάζει καί ζωή καί φτάνει μετά νά γίνει καί ἐπίσκοπος Καισαρείας, ὁ Ἅγιος Ζακχαῖος.

            Ἡ μετάνοια λοιπόν συνοδεύεται πάντα μέ πράξεις, οἱ ὁποῖες τήν ἀποδεικνύουν. Καί ἡ κατά Χριστόν ἄσκηση, πού εἴπαμε εἶναι ἕνα ἀπό τά τρία σκέλη πού φανερώνουν τήν μετάνοια, ἡ ἑκούσια ἄσκηση, ἡ ἑκούσια καταπόνηση δηλαδή τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, ἡ ἑκούσια κακοπάθεια, φανερώνεται μέ τή νηστεία, μέ τίς γονυκλισίες, μέ τίς προσευχές τίς ἐπίμονες καί ὑπομονητικές καί γενικά καθετί πού κάνουμε μέσα στήν ἐκκλησία, πάντοτε μέ τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ μας, τό ὁποῖο ταπεινώνει τό σῶμα μας καί μαζί μέ τό σῶμα ταπεινώνεται καί ἡ ψυχή. Εἶναι οἱ ἑκούσιες κατά Χριστόν ἀσκήσεις, ὅ,τι εἶναι αὐτό. Αὐτό τό κάνουμε, ὄχι γιά νά κάνουμε τίς ἀσκήσεις αὐτές καθεαυτές, νά ὑπερηφανευόμαστε ὅτι καταφέραμε νά νηστέψουμε τό τριήμερο λ.χ. ἤ τό δεκαπενθήμερο ἤ τό τεσσαρακονθήμερο, άλλά γιατί μέσα ἀπό τή νηστεία, μέσω τῆς νηστείας, τῆς κακοπάθειας γενικότερα, ταπεινώνουμε τή σάρκα, τό σαρκικό φρόνημα, τό σῶμα, καί ἀνάλογα μέ τό σῶμα διαμορφώνεται καί ἡ ψυχή, ταπεινώνεται καί ἡ ψυχή. Αὐτή ἔτσι εἶναι ἡ διαδικασία. Πόσο μᾶς ὠφελοῦν οἱ ἀσκήσεις κατά Χριστόν φαίνεται ἀπ’ αὐτό ὅλο τό σκεπτικό. Γι’ αὐτό καί οἱ Ἅγιοι, ὅταν εἴχανε λογισμούς ὑπερηφάνειας, κάνανε ἀσκήσεις περισσότερες, γιά νά ταπεινώσουν τό σῶμα καί νά ταπεινωθεῖ καί ἡ ψυχή, πού εἶχε τούς ὑπερήφανους λογισμούς.
            Εἴπαμε ἐπίσης, ἕνα δεύτερο στοιχεῖο τῆς πράξης εἶναι ἡ ὑπομονή στίς ἀκούσιες θλίψεις, στήν «ἄσκηση» πού μᾶς βάζει ὁ Χριστός. Γιατί πολλές φορές ἡ ἑκούσια ἄσκηση πού κάνουμε δέ φτάνει καί συμπληρώνεται ἀπό μία ἀσθένεια, ἀπό μία δυσκολία πού μᾶς ἔρχεται ἀπ’ ἔξω. Τό λέει ὁ κόσμος θεομηνία. Δέν μ’ ἀρέσει ἡ λέξη, γιατί ὁ Θεός δέν ἔχει μήνη. Δέν ἔχει ὀργή ὁ Θεός. Ὁ Θεός δέν ἔχει πάθη. Τό λέμε γιά νά δηλώσουμε τίς διάφορες φυσικές καταστροφές, ὅπως τίς πυρκαγιές, τούς σεισμούς κ.λ.π. Ὅταν συμβαίνουν κάποια τέτοια πράγματα, πού δέν εἶναι ἀπό μᾶς, δέν εἶναι ἀπό μέσα μας, δέν εἴμαστε ἐμεῖς αἰτία ἀποκλειστικά -εἴμαστε καί ἐμεῖς, γιατί εἴμαστε ἁμαρτωλοί- καί ὁ Θεός παραχωρεῖ καί αὐτές τίς μεγάλες καταστροφές ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, γιά νά μετανοήσουμε, ὄχι γιά νά μᾶς βασανίσει, ὅταν ὅμως εἶναι ἀκούσιες, δέν τίς ἔχουμε προκαλέσει ἐμεῖς ἄμεσα, πάλι πρέπει νά κάνουμε ὑπομονή. Καί εἶναι κι αὐτό ἕνα στοιχεῖο τῆς πράξης, ὑπομονή στίς ἀκούσιες θλίψεις.
            Καί τό τρίτο στοιχεῖο, ὅπως εἴπαμε, νά διορθώσουμε ὅ,τι μπορεῖ νά διορθωθεῖ ἀπό τό κακό πού κάναμε στό παρελθόν. Συκοφαντήσαμε; Θά πρέπει νά ἀποκαταστήσουμε τή συκοφαντία. Μέχρι τώρα κρατούσαμε ὀργή καί μίσος καί δέ μιλούσαμε καί δέν λέγαμε καλημέρα; Τώρα πρέπει νά τά ἀντιστρέψουμε ὅλα αὐτά καί νά φερθοῦμε ἀγαπητικά καί συγχωρητικά σέ ὅλους.
            Οἱ Πατέρες, λοιπόν, μᾶς εἶπαν ὅτι ἡ πρᾶξις προηγεῖται καί μετά, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος καθαριστεῖ μέ τή μετάνοια, μέ τίς ἑκούσιες καί ἀκούσιες θλίψεις, μέ τήν ταπείνωση, ἡ ὁποία ἑλκύει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, καί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ εἶναι πού καθαρίζει τελικά τήν ψυχή καί τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, μετά προχωρᾶμε στό δεύτερο σκαλοπάτι, πού εἶναι ἡ θεωρία. Στήν ἀσκητική ζωή συνήθως ἔτσι ὀνομάζουμε καί πιστεύουμε, ὅτι ἡ θεωρία ἔρχεται στούς ἡσυχαστές. Ὄχι βέβαια μόνο. Καί σ’ ἕναν κοινοβιάτη μπορεῖ νά ἔρθει ἡ θεωρία, δηλαδή τό νά φτάσει νά δεῖ τόν Θεό καί κατεξοχήν θεωρία εἶναι ἡ θεωρία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός. Αὐτό πού εἶδαν οἱ τρεῖς κορυφαῖοι Ἀπόστολοι στό ὄρος Θαβώρ, πού γιορτάζουμε αὐτές τίς μέρες, τή Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου. Αὐτή εἶναι ἡ κατεξοχήν θεωρία τοῦ Θεοῦ, ἡ θεωρία τοῦ Θεοῦ ὡς Φῶς. Αὐτό βέβαια εἶναι συνήθως κατόρθωμα τῶν ἡσυχαστῶν, αὐτῶν δηλαδή πού μένουν μόνοι τους. Ἀλλά γιά νά φτάσει κανείς νά δεῖ τό Ἄκτιστο Φῶς, θά πρέπει νά ἔχει τίς ἀνάλογες προϋποθέσεις. Νά μοιάζει στούς τρεῖς Ἀποστόλους. Στόν Πέτρο, πού εἶχε πολύ μεγάλη πίστη, στόν Ἰάκωβο, πού εἶχε πολλή ἐλπίδα στόν Θεό καί στόν Ἰωάννη πού εἶχε πολλή ἀγάπη. Τίς τρεῖς κορυφαῖες αὐτές ἀρετές, ὅπως τίς παρουσιάζει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Θά πρέπει λοιπόν νά περάσουμε καί ἀπό τήν πράξη, καί αὐτό γίνεται ὅταν ταπεινωθοῦμε συναναστρεφόμενοι μέ τούς ἄλλους στό κοινόβιο, συν-ταπεινούμενοι κάνοντας ὑπακοή σ΄ ἕναν Γέροντα καί κάνοντας ὅλα αὐτά πού ὀνομάσαμε κατά Χριστόν ἄσκηση. Καί ἀφοῦ καθαριστεῖ ἡ ψυχή, τότε προχωρᾶ ὁ ἄνθρωπος, ὁ πνευματικός ἀγωνιστής, στή θεωρία.
            Ἀντιστοίχως καί ἕνας ἄνθρωπος στόν κόσμο, ἕνας ἀρχάριος πνευματικά, θά πρέπει νά μήν προσπαθεῖ νά φτάσει σέ ὑψηλές βαθμίδες πνευματικότητας χωρίς προηγουμένως νά ἔχει περάσει ἀπό τά χαμηλά σκαλοπάτια. Θά πρέπει καί ἕνας πνευματικός ἀγωνιστής στόν κόσμο ὁπωσδήποτε νά ἔχει πνευματικό καί νά κάνει σιγά-σιγά τά βήματα πού ἁρμόζουν σέ ἕναν ἀρχάριο. Νά κάνει σωστή ὑπακοή, νά κάνει τίς νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας, νά κάνει τόν κανόνα του τόν προσωπικό, πού τοῦ βάζει ὁ πνευματικός του καί ὄχι νά κάνει δικά του πράγματα, νά ὑπακούει πραγματικά στόν πνευματικό καί ὄχι στόν ὁποιοδήποτε, πού θά τοῦ πεῖ, κάνε αὐτό ἤ κάνε ἐκεῖνο, ἤ αὐτό εἶναι καλό, τό ἄλλο δέν εἶναι καλό.. νά κάνει προσευχή, νά ἐπιμείνει στήν προσευχή, ὅπως τοῦ πεῖ ὁ πνευματικός του, καί νά μή βιάζεται νά φτάσει σέ ὑψηλά ἐπίπεδα νοερᾶς προσευχῆς κ.λ.π. γιατί ὑπάρχει πάντα ὁ φόβος τῆς πλάνης. Ὁ διάβολος μετασχηματίζεται καί σέ ἄγγελο φωτός καί ἰδίως σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους πού βιάζονται νά ἀνέβουν ψηλά, χωρίς ὅμως νά ἔχουν περάσει ἀπό τά βασικά σκαλοπάτια, ἀπό τίς πρῶτες, ἀπό τίς μητέρες τῶν ἀρετῶν, ὅπως λένε οἱ Πατέρες, καί βιάζεται νά φτάσει στίς θυγατέρες τῶν ἀρετῶν. Τότε δέν κάνει τίποτε. Ζημιώνεται πάρα πολύ. Νά πῶ ἕνα παράδειγμα. Πολλοί, ἄς ποῦμε, προσπαθοῦν νά φτάσουν σέ ὑψηλά ἐπίπεδα νοερᾶς προσευχῆς, καθαρῆς προσευχῆς, χωρίς προηγουμένως νά ἔχουν περάσει ἀπό μία πνευματική ζωή ὑπακοῆς, ἄσκησης, νηστείας, ἀγρυπνίας, ἐγκράτειας, λιτότητας, ἁπλότητας στή ζωή τους καί νομίζουν ὅτι μόνο μέ τή νοερά προσευχή θά δοῦνε τόν Θεό, θά καταφέρουν νά δοῦνε τόν Θεό καί ρίχνονται μόνο σ’ αὐτό καί ἀφήνουν τά πάθη τους, τόν θυμό τους, τήν ὀργή τους, τή φαντασία τους, ἀνεξέλεγκτα. Καί ὁ διάβολος βέβαια πολύ εὔκολα αὐτούς τούς ἀνθρώπους τούς πλανᾶ.
            Ἑπομένως, αὐτό τό κεφάλαιο ἔχει σημασία γιά ὅλους μας. Ἄς δοῦμε μερικά ἀπό τό Γεροντικό, ὅπως τά παραθέτει ἐδῶ ὁ Εὐεργετινός. «Ἕνας ἀδελφός, πού παρέμενε εἰς τά κελλία, ἐταράσσετο μόνος του ἀπό τούς λογισμούς. Μεταβᾶς πρός τόν ἀββᾶ Θεόδωρο τῆς Φέρμης, τοῦ ἀνέφερε τί ἔπαθε. Ἀφοῦ τόν ἄκουσε ὁ Γέρων, τοῦ εἶπε: - Πήγαινε, ταπείνωσε τόν λογισμό σου, νά ὑποταχθεῖς καί νά μείνεις μαζί μέ ἄλλους ἀδελφούς»[3]Δηλαδή, εἶδε ὁ Γέροντας, ὅτι αὐτός ὁ μοναχός πού ἔμενε μόνος του, δέν ὠφελεῖτο ἀπό τή μοναξιά, δέν ἔκανε καλή ἀξιοποίηση τῆς ἡσυχίας. Γιατί ὅλοι δέν εἶναι κατάλληλοι γιά τήν ἡσυχία. Δέν μποροῦν ὅλοι νά μείνουν μόνοι τους, ἤ κι ἄν μένουν, ζημιώνονται ἀντί νά ὠφελοῦνται. Καί τόν στέλνει σ΄ ἔνα κοινόβιο. Νά πᾶς, τοῦ λέει, νά ταπεινώσεις τόν λογισμό σου, μή νομίζεις ὅτι εἶσαι μεγάλος ἅγιος καί ἡσυχαστής, νά πᾶς νά κάνεις ὑπακοή σ’ ἕνα κοινόβιο μαζί μέ ἄλλους ἀδελφούς.
            «Ὁ μοναχός ἔκανε ὅπως τοῦ εἶπε ὁ Γέροντας. Μετά ὅμως ἀπό λίγο ἐπέστρεψε πάλι στόν Γέροντα καί τοῦ εἶπε: - Γέροντα, οὔτε μαζί μέ τούς ἀνθρώπους ἀναπαύομαι». Οὔτε κι ἐκεῖ ἔβρισκε ἀνάπαυση καί ἡσυχία. Πάλι βασανιζόταν ἀπό λογισμούς. «Ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος τοῦ ἀπάντησε: - Ἐάν δέν ἀναπαύεσαι οὔτε μόνος, ἀλλ’ οὔτε καί τούς ἀνθρώπους ὑπομένεις, τότε γιατί ἔγινες μοναχός; Δέν ἔγινες, γιά νά ὑποφέρεις τίς θλίψεις; Εἰπέ μου πόσα ἔτη φέρεις τό Μοναχικό σχῆμα; - Ὀκτώ, ἀπάντησε ὁ μοναχός. - Ἀδελφέ γνήσιε, ἀπάντησε ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος, φέρω τό Μοναχικό σχῆμα ἑβδομήντα ὁλόκληρα ἔτη καί ποτέ δέν μπόρεσα νά βρῶ ἀνάπαυση, οὔτε μία ἡμέρα. Καί σύ μόνο σέ ὀκτώ ἔτη θέλεις νά ἀποκτήσεις τήν τέλεια ἀνάπαυση; Ὁ μοναχός ἔλαβε δύναμη ἀπό τούς λόγους τοῦ Γέροντος καί ἀναχώρησε»[4]Βιαζότανε νά ἀναπαυθεῖ, γιατί προφανῶς αὐτός ὁ μοναχός εἶχε μία μεγάλη φιλαυτία καί προσπαθοῦσε νά ἀναπαύσει κυρίως τό σῶμα, νά ἔχει μία ἄνεση. Εἶναι αὐτό τό ἰδανικό τῆς ἄνεσης, τῆς εὐμάρειας, τό ὁποῖο ἔχει κυριαρχήσει καί σέ μᾶς σήμερα. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, ὁ πολιτισμένος ἄνθρωπος, σχεδόν λατρεύει τήν ἄνεση, τήν καλοπέραση. Καί αὐτό δέν εἶναι τίποτα ἄλλο βέβαια, παρά μία εἰδωλολατρία, γιατί λατρεία ἁρμόζει μόνο στόν Θεό. Καί ἔχουμε ταυτίσει τήν ἄνεση μέ τήν εὐτυχία. Νομίζουμε ὅτι θά εἴμαστε εὐτυχισμένοι, θά εἴμαστε μακάριοι, ἄν ἔχουμε ἄνεση. Καί ἡ τεχνολογία μᾶς προσφέρει πολλές «ἀνέσεις», διευκολύνσεις, οἱ ὁποῖες ὅμως, ὅπως λέει καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος, οὐσιαστικά εἶναι μεγαλύτερες ταλαιπωρίες. Γιατί, ὅσο πιό πολλά πράγματα ἔχεις, τόσο πιό πολύ φορτίο κουβαλᾶς. Γιατί καθετί, καί ἕνα μικρό σφουγγαράκι, ἔλεγε, νά ἔχεις, σοῦ δημιουργεῖ μία μέριμνα, μία σκέψη. Σέ ἀπασχολεῖ, ποῦ νά τό βάλεις, ποῦ νά τό κρεμάσεις κ.λ.π. Βασανιζόμαστε μέ τίς πολλές ἀνέσεις, ἔλεγε ὁ  Ἅγιος Παΐσιος καί γι΄ αὐτό διακήρυττε, ἁπλοποιῆστε τή ζωή σας, γιά νά βρεῖτε τή χαρά. Ὅσο κανείς ἁπλοποιεῖ τή ζωή του, ἔλεγε, τόσο τήν ἐξαγιάζει. Ὅσο κανείς πολεμάει τό πνεῦμα αὐτό τῆς ἀγάπης γιά τήν ἄνεση, τῆς ἀγάπης γιά τήν καλοπέραση, δηλαδή ὅσο πολεμάει τή φιλαυτία του ὁ ἄνθρωπος, τόσο ἐξαγιάζεται καί τόσο γίνεται πραγματικά εὐτυχισμένος καί μακάριος.
            Αὐτό δέν τό εἶχε καταλάβει αὐτός ὁ μοναχός καί ἔψαχνε αὐτή τήν εὐτυχία, ἄς τό ποῦμε ἔτσι, στή μοναχική ζωή, ἀλλά χωρίς νά ἔχει περάσει ἀπό τόν ἀγῶνα γιά τήν κάθαρση ἀπό τά πάθη. Γιατί, ἄν κανείς δέν καθαρθεῖ ἀπό τή φιλαυτία, ἀπό τήν ἀγάπη τήν ἄλογη πρός τό σῶμα, μή κουραστῶ, μή στενοχωρηθῶ, μή πονέσω, μή κρυώσω, μήν ἀρρωστήσω.. αὐτή εἶναι ἡ φιλαυτία, ἄν δέν τά καταφρονήσεις ὅλα αὐτά, δέν μπορεῖς νά προχωρήσεις πνευματικά καί νά φτάσεις στήν ἀληθινή ἄνεση, τήν ἀληθινή ἐλευθερία τῆς ψυχῆς ἀπό καθετί. Γιατί ἀπό τή φιλαυτία γεννιῶνται οἱ τρεῖς θεμελιώδεις λογισμοί, κακοί λογισμοί, τῆς φιληδονίας, τῆς φιλαργυρίας καί τῆς φιλοδοξίας, οἱ ὁποῖοι κατεξοχήν ταλαιπωροῦν τόν ἄνθρωπο. Καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σήμερα εἶναι γεμάτοι ἄγχος, γιατί ἀκριβῶς ἔχουν υἱοθετήσει τίς τρεῖς αὐτές ἄρρωστες ἀγάπες. Πῶς νά κάνω χρήματα, πῶς νά ἔχω τήν ἀνάπαυση τοῦ σώματος, νά φάω, νά πιῶ, νά κοιμηθῶ, καί πῶς θά ἔχω τήν καλή γνώμη, τήν καλή ἰδέα τῶν ἄλλων στό πρόσωπό μου, τήν ἐκτίμηση τῶν ἄλλων. Ὅλα αὐτά λοιπόν, ὅταν τά υἱοθετήσεις, τά ἐπιδιώξεις, σέ γεμίζουν ἄγχος. Αὐτό εἶχε πάθει κι αὐτός ὁ μοναχός, ἦταν γεμάτος λογισμούς καί ὁ Γέροντας τοῦ δείχνει τόν δρόμο.
-           Ποιός εἶναι ὁ δρόμος;
            Νά ἀγαπήσεις τόν κόπο. Ἡ ἄνεση τελικά εἶναι στόν κόπο.
-           Γιατί εἶναι στόν κόπο ἡ ἄνεση;
            Γιατί, ὅταν ἀγαπήσουμε τόν κόπο, χτυπᾶμε τή φιλαυτία, χτυπᾶμε τή φιληδονία καί τή φιλαργυρία καί τή φιλοδοξία. Καί τότε ἡ ψυχή μας πραγματικά ἐλευθερώνεται καί βγαίνει στήν ἀληθινή ἄνεση πού χαρίζει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Ἡ ἀληθινή ἀνάπαυση λοιπόν εἶναι στόν κόπο. Βλέπετε ὁ Κύριος τί μᾶς λέει;
-           Ποιοί εἶναι μακάριοι;
            Εἶναι αὐτοί οἱ ὁποῖοι εἶναι πτωχοί στό πνεῦμα[5]. Οἱ ταπεινόφρονες. Μετά ποιοί ἄλλοι εἶναι; Οἱ πενθοῦντες[6], αὐτοί πού κλαῖνε. Μετά πάλι λέει, μακάριοι εἶναι οἱ πτωχοί. Μακάριοι εἶναι οἱ κλαίοντες. Εἶναι λόγια τοῦ Κυρίου αὐτά. Ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς δέν λέει «οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι»[7], «οἱ πτωχοί»[8]. Ἄν τά ποῦμε αὐτά σ’ ἕναν κοσμικό ἄνθρωπο, θά σοῦ πεῖ, μᾶλλον τά ’χεις χάσει.. τό ’χεις χάσει τό μυαλό σου!
-           Εἶναι μακάριος ὁ φτωχός;
            Ναί, αὐτό λέει ὁ Κύριος, εἶναι μακάριος ὁ φτωχός. Μετά τί ἄλλο λέει; Μακάριος, λέει, εἶναι ὁ διωκόμενος. «Μακάριοί ἐστε ὅταν διώξωσι καί ὀνειδίσωσιν καί εἴπωσι πᾶν πονηρόν ῥῆμα καθ᾿ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ»[9]. Δηλαδή, ὅταν σᾶς συκοφαντοῦν ἐξαιτίας Μου, λένε ψέματα εἰς βάρος σας ἐξαιτίας Μου, ἐπειδή εἶσαι δικός Μου, ἐπειδή Μέ πιστεύεις, ἐπειδή Μέ ἀκολουθεῖς. Ὅταν σέ καταδιώκουν, σέ ἀδικοῦν μέ ὁποιοδήποτε τρόπο ἐπειδή εἶσαι χριστιανός, τότε εἶσαι μακάριος. Σήμερα, ἐπειδή ἔχει ἐπικρατήσει τό ἀντίθετο πνεῦμα, τῆς ἄνεσης, κυνηγᾶμε ἀκριβῶς τά ἀντίθετα. Μή τυχόν καί μᾶς πεῖ μιά κουβέντα κάποιος ὅτι εἴμαστε πιστοί.. ὅτι εἴμαστε τῆς ἐκκλησίας.. ὅτι εἴμαστε τοῦ κατηχητικοῦ.. Γι’ αὐτό τί κάνουμε; Ὑποκρινόμαστε τόν ἀσεβῆ, ὑποκρινόμαστε τόν ἀδιάφορο καί πολλές φορές χασκογελᾶμε μέ τά αἰσχρά ἀνέκδοτα πού λένε, γιά νά μή φανοῦμε κι ἐμεῖς ὅτι εἴμαστε εὐσεβεῖς. Μά ἀκριβῶς αὐτό εἶναι πού θά σέ κάνει μακάριο, νά σέ ντροπιάσουν, νά σέ ὀνειδίσουν, νά σέ ἀδικήσουν, νά σέ συκοφαντήσουν, ἐπειδή ἀκριβῶς εἶσαι τοῦ Χριστοῦ, ἀκριβῶς εἶσαι τοῦ κατηχητικοῦ. Βλέπετε πόσο ἀντίθετα τά ἔχουμε πάρει καί δυστυχῶς κι ἐμεῖς οἱ λεγόμενοι ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας, ἔχουμε υἱοθετήσει αὐτό τό μοντέλο τῆς ἄνεσης, τῆς κοσμικῆς ἄνεσης, τῆς καλοπέρασης τῆς κοσμικῆς, καί ἔχουμε ταυτίσει τήν ἀνάπαυση, τήν εὐτυχία, μέ τήν εὐμάρεια, μέ τό εἴδωλο τῆς εὐμάρειας. Εἶναι φοβερό τό εἴδωλο αὐτό. Καί βλέπετε καί στήν τηλεόραση οἱ κοσμικοί ἄνθρωποι τί ἔχουν ὡς δείκτη εὐτυχίας; Τά χρήματα.
-           Πόσα χρήματα παίρνεις κάθε μήνα; Πῶς εἶναι ἡ οἰκονομική κατάστασή σου; Πῶς εἶναι ἡ οἰκονομική κατάσταση τοῦ κράτους σου;
            Θεωρεῖσαι πιό εὐτυχισμένος ὅσο πιό ὑψηλό εἰσόδημα ἔχεις. Ἔχουμε ταυτίσει τήν ἄνεση μέ τόν πλοῦτο. Ἐνῶ ὁ Κύριος εἶπε, μακάριος ὁ πτωχός καί ὄχι ὁ πλούσιος. Γιά τούς πλούσιους εἶπε, ὅτι πολύ δύσκολα θά μποῦνε στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν[10] καί «οὐαί»[11], ἀλίμονο στούς πλούσιους.
            Αὐτό, λοιπόν, τό πνεῦμα εἶναι πού μᾶς σώζει, καί αὐτό τό πνεῦμα τοῦ δίνει καί ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος τοῦ μοναχοῦ αὐτοῦ ὡς θεραπεία γιά τήν κατάστασή του. Λέει, οὔτε μόνος σου ἀναπαύεσαι οὔτε μέ τούς ἄλλους ἀναπαύεσαι. Πουθενά δέν ἀναπαύεσαι. Γιατί; Δέν φταίει οὔτε ἡ μοναξιά οὔτε οἱ ἄλλοι. Ἐσύ φταῖς μέσα σου, γιατί δέν ἔχεις πολεμήσει τό πνεῦμα τῆς ἄνεσης, τῆς καλοπέρασης, τῆς φιλαυτίας, δέν ἔχεις πράξει τίς ἐντολές, δέν ἔχεις περάσει ἀπό τήν πράξη, γιά νά φτάσεις μετά στήν ἀνάπαυση, πού εἶναι ἡ θεωρία τοῦ θείου. Ἡ ἀληθινή ἀνάπαυση εἶναι νά ζεῖ ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό. Τότε βρίσκει τήν ἀνάπαυση. Τότε ἡ ψυχή του ἀγαλλιάζει, τότε ἡ ψυχή του ἠρεμεῖ. Καί γιά νά βρεῖς τόν Θεό, πρέπει νά πτωχεύσεις γιά τόν Θεό, νά ὑβριστεῖς γιά τόν Θεό, νά κλάψεις γιά τόν Θεό, νά κλάψεις γιά τίς ἁμαρτίες σου, νά μετανοήσεις, νά περάσεις ἀπό αὐτό τό στάδιο τῆς πράξης.
            «Διηγοῦντο γιά τόν ἀββᾶ Θεόδωρο καί τόν ἀββᾶ Λούκιο, πού ἔμεναν στό Ἔνατο Ἀλεξανδρείας», ἕνα μοναστήρι τό «Ἔνατο» κοντά στήν Ἀλεξάνδρεια, «ὅτι ἐνοχλούμενοι, ἐπί πεντήκοντα ἔτη, ὑπό λογισμῶν ἀναχωρήσεως, ἐνέπαιζαν τούς λογισμούς καί τούς ἔλεγαν, «ὅταν περάσει αὐτός ὁ χειμώνας, ἀναχωροῦμε ἀπ’ ἐδῶ»˙ ὅταν πάλι ἐρχόταν τό καλοκαίρι, ἔλεγαν, «ὅταν περάσει αὐτό τό καλοκαίρι φεύγομε». Ἐξαπατῶντες μέ τίς ἀναβολές αὐτές, τούς λογισμούς, παρέμειναν εἰς τόν τόπο πού ἠσκοῦντο μέχρι τοῦ θανάτου τους»[12]Κοιτάξτε ἕνα ἀντίστοιχο στήν κοσμική ζωή, πιό σωστά στή ζωή τῶν λαϊκῶν χριστιανῶν:
-           Πόσο εὔκολα οἱ ἄνθρωποι σήμερα διαλύουν τήν οἰκογένειά τους;
            Ἐνῶ παλιότερα, οἰκογένεια καί γάμος σήμαινε διά βίου συμβίωσις, γιατί οἱ ἄνθρωποι ζούσανε ἀκολουθώντας τόν λόγο τοῦ Κυρίου, πού λέει ὅτι δέν ἐπιτρέπεται διαζύγιο γιά κανένα λόγο παρά μόνο γιά λόγο πορνείας-μοιχείας[13], ὅταν ἕνα ἀπό τά δύο πρόσωπα διαπράξει μοιχεία.
-           Σήμερα πόσο εὔκολα διαλύεται ἕνας γάμος;
            Σύμφωνα μέ τίς στατιστικές, οἱ γάμοι σήμερα διαρκοῦν περίπου πεντέμισι χρόνια. Βλέπετε, πόσους ἀνθρώπους γνωρίζετε πού ἔχουνε διαζύγιο. Γιατί αὐτό; Γιατί ἀκριβῶς οἱ ἄνθρωποι δέν υἱοθετοῦν τό πνεῦμα τοῦ εὐαγγελίου, πού εἶναι ἡ ἀγάπη στόν κόπο, ἡ ἀγάπη στήν ταλαιπωρία γιά τόν Χριστό. Μά φυσικά θά ἔχεις προβλήματα στόν γάμο. Τί θά ἔχεις; Μέ ἄλλον ἄνθρωπο συγκατοικεῖς, ὁ ὁποῖος ἔχει κι αὐτός τά πάθη του, τίς ἀδυναμίες του.
-           Λοιπόν, ποιά εἶναι ἡ λύση; Νά διαλύσεις τόν γάμο; Νά κάνεις ἀκόμα μιά φοβερή ἁμαρτία κοντά στίς ἄλλες πού κάνεις συμβιώνοντας μέ τό ἄλλο πρόσωπο;
            Γιατί, γιά νά μαλώνεις καί νά τσακώνεσαι -φυσικά τσακωμός δέ γίνεται μέ ἕναν- φταῖς καί ἐσύ. Ἀλλά ἡ λύση εἶναι νά χωρίσεις;
            Ὄχι, ἡ λύση εἶναι ν’ ἀγαπήσεις τόν κόπο, ν’ ἀγαπήσεις τήν ταλαιπωρία, νά ὑπομείνεις τήν ἀδυναμία τοῦ ἄλλου καί ἔτσι θά σωθεῖς.
            Βλέπετε ἐδῶ, οἱ μοναχοί ἔχουν κι αὐτοί ἀντίστοιχους λογισμούς.
-           Ξέρετε πόσες φορές ὁ διάβολος πάει σ΄ ἕνα μοναστήρι καί τούς λέει ‘φύγε’;
            Φύγε.. φύγε... τί κάθεσαι ἐδῶ; Νά σοῦ λέει ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος καί ἡ μία καί ἠ ἄλλη -ἄν εἶναι σέ γυναικεῖο μοναστήρι- καί νά σέ ἔχουν σάν δούλα κ.λ.π.
-           Καί οἱ  Ἅγιοι ἐδῶ τί κάνανε;
            Ξεγελοῦσαν τόν διάβολο! Λέγανε, ναί, θά φύγω.. ἄσε νά περάσει ὁ χειμώνας. Ἐρχόταν καί τό καλοκαίρι... νά περάσει καί τό καλοκαίρι καί θά φύγω. Καί ἔτσι μείνανε μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς τους καί δέν ἐγκατέλειψαν τόν τόπο τῆς ἄσκησής τους. Ὅπου σέ ἔβαλε ὁ Θεός, ἐκεῖ θά πρέπει νά ἀγωνιστεῖς μέχρι τέλους.
-           Εἶσαι ἔγγαμος;
            Θά παραμείνεις ἐκεῖ. Μή ζητᾶς λύση τοῦ γάμου[14].
-           Εἶσαι ἄγαμος;
            Μή ζητᾶς γυναίκα[15], λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἀλλά, ἄν δέν ἀντέχεις, δέν εἶναι ἁμαρτία νά κάνεις γάμο. Ἕναν γάμο ὅμως. Μέ ἕνα πρόσωπο. Ὄχι αὐτό πού γίνεται στίς μέρες μας, πού εἶναι οὐσιαστικά ἄτυπη πολυγαμία. Μέχρι νά φτάσει ἕνας νέος ἤ μία νέα στόν γάμο σήμερα, ἔχει ἑνωθεῖ καί ἔχει χωρίσει πολλές φορές. Ἔχει κάνει πολλά διαζύγια καί πολλούς γάμους οὐσιαστικά. Δέν εἶναι αὐτό κατά Θεόν φυσικά. Γι’ αὐτό καί οἱ ἄνθρωποι γίνονται ψυχολογικά ἐρείπια μετά καί γεμάτοι κατάθλιψη καί ψυχολογικά προβλήματα.
            Παράμεινε, λοιπόν, μέχρι τέλους ἐκεῖ πού σέ ἔβαλε ὁ Θεός. «Τοῦ ἀββᾶ Ἰσαάκ. Ἀδελφέ, κανείς δέν μπορεῖ νά νικήσει τά πάθη, παρά μόνο μέ αἰσθητές ἀρετές, δηλαδή σωματικές καί βλεπόμενες»[16]Προσέξτε, αὐτό εἶναι πολύ μεγάλη κουβέντα, πού λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ. Νομίζουν μερικοί, ὅτι ἡ χριστιανική ζωή εἶναι ζωή ἔτσι πνευματική, αἰθέρια.. εἶσαι χαμένος στά οὐράνια καί δέν κάνεις τίποτε πρακτικό. Ἀντίθετα, ἄν θέλεις νά νικήσεις τά πάθη σου, δέν θά τά νικήσεις μέ σκέψεις, μέ στοχασμούς, πετώντας στά οὐράνια μέ τό μυαλό σου, ἀλλά κάνοντας πρακτικές ἀρετές, ἔμπρακτες. Ἡ μετάνοιά σου θά πρέπει νά εἶναι ἔπρακτη. Αἰσθητές ἀρετές. Βλέπετε πόσο ὡραῖα τό λέει ὁ Ἅγιος. Σωματικές ἀρετές. Θά νηστέψεις, θά κάνεις μετάνοιες, θά κακοπαθήσεις. Στό μέτρο πού μπορεῖς βέβαια. Ὄχι νά σκοτώσεις τό σῶμα. Δέν θέλει αὐτό ὁ Θεός. Ἀλλά ὁπωσδήποτε κάτι θά κάνεις φανερό. Θά πρέπει νά πᾶς στήν ἐκκλησία, νά ξυπνήσεις πρωί, νά εἶσαι συνεπής στόν κανόνα πού σοῦ ἔχει βάλει ὁ πνευματικός μέ τή διάκρισή του, νά εἶσαι συνεπής στίς νηστεῖες πού ἐπιβάλλει ἡ Ἐκκλησία. Ἄν δέν ἔχεις λόγο ὑγείας, θά πρέπει νά τίς κάνεις τίς νηστεῖες.
            Ἄς ποῦμε ἕνα παράδειγμα, ἡ Ἐκκλησία μας λέει ὅτι ὁ χριστιανός θά πρέπει ὅλο τόν χρόνο Τετάρτη καί Παρασκευή νά νηστεύει, νά μήν τρώει οὔτε λάδι, ἀλάδωτο. Αὐτό εἶναι ἡ νηστεία τῆς Τετάρτης καί Παρασκευῆς. Ὅλο τόν χρόνο. Μᾶς λέει μετά γιά κάθε περίοδο, ὅπως τώρα τῆς Παναγίας, καί γιά κάθε ἄλλη μεγάλη νηστεία, τί ἀκριβῶς πρέπει νά κάνουμε. Θά πρέπει νά τά κάνουμε αὐτά, ἄν δέν ἔχουμε λόγο ὑγείας. Ἄν ἔχουμε λόγο ὑγείας, βεβαίως γίνεται «οἰκονομία». Ἀλλά ἐφόσον ἀγαπήσουμε τόν κόπο γιά τόν Χριστό, θά τά κάνουμε μέ πολλή εὐκολία. Γιατί ἔτσι κόβονται τά πάθη, ταπεινώνοντας τό σῶμα, μέ τίς αἰσθητές ἀρετές, ταπεινώνεται καί ἡ ψυχή καί ἔτσι ἑλκύεται ὁ Θεός, γιατί ὁ Θεός στούς ταπεινούς δίνει χάρη, στούς ὑπερήφανους ἀντιτάσσεται[17]. Καί ἑλκύοντας τή χάρη, ἔρχεται ἡ καθαρτική χάρις καί ὁ ἄνθρωπος καθαρίζεται καί γίνεται χωρητικός μετά, χωράει δηλαδή μέσα του ὁ Θεός. Ἔρχεται μετά τό φῶς τοῦ Θεοῦ, φωτίζεται καί, τό τρίτο στάδιο, θεώνεται ὁ ἄνθρωπος.
            «Ὁμοίως», λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, «καί τήν ὑπερηφάνεια τοῦ νοῦ δέν μπορεῖ κανείς κατ' ἄλλον τρόπο νά νικήσει, παρά μόνο μέ τή λεπτότητα τῆς πνευματικῆς γνώσης, ἤ μέ κάποια, κατά Θεόν, ἀπασχόληση, διότι ὁ νοῦς μας εἶναι ἐλαφρός», πετάει ἀπό ’δῶ καί ἀπό ’κεῖ, «καί ἐάν δέν δεσμευθεῖ μέ κάποια σοβαρή σκέψη καί ἀπασχόληση, δέν παύει νά μετεωρίζεται καί νά ὑπερηφανεύεται»[18]νά φουσκώνει. Καί ὁ ἄνθρωπος γίνεται σάν ἕνα ἀερόστατο καί μετεωρίζεται, πηγαίνει ἀπό ’δῶ καί ἀπό ’κεῖ.
-           Πῶς θά μαζέψουμε τόν νοῦ μας;
            Δέ γίνεται, λέει, μέ ἄλλο τρόπο, παρά μόνο μέ τή λεπτότητα τῆς πνευματικῆς γνώσης, ἤ μέ κάποια κατά Θεόν ἀπασχόληση. Ὁ ἄνθρωπος θά πρέπει νά μελετᾶ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Θέλεις νά προσευχηθεῖς καί δέν μπορεῖ νά μαζευτεῖ τό μυαλό. Βέβαια, δέν μπορεῖ. Γι’ αὐτό, ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, πρίν προσευχηθεῖς, διάβασε κάτι. Ἰδίως τήν Ἁγία Γραφή. Διάβασε λίγο τό Εὐαγγέλιο πρίν προσευχηθεῖς. Πάρε τό Γεροντικό, πάρε ἕνα πνευματικό βιβλίο. Νά συμμαζευτεῖ ὁ νοῦς σου, νά μπεῖ μέσα ἡ γνῶσις τοῦ Θεοῦ, ἡ λεπτότητα τῆς πνευματικῆς γνώσης. Καί μ’ αὐτή τήν κατά Θεόν ἀπασχόληση, συνεχῶς τόν νοῦ τόν ἔχεις ἀπασχολημένο, εἴτε μέ μελέτη πνευματική εἴτε μέ προσευχή εἴτε μέ τή θεωρία τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή νά σκέφτεσαι, ὅπως λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, πράγματα πού σχετίζονται μέ τή σωτηρία. Λόγου χάρη, τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου πῶς θά γίνει, τόν Παράδεισο, τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τήν κόλαση. Αὐτό τό λένε θεωρία. Εἶναι κι αὐτό μιά ἄσκηση. Μαζεύεται ὁ νοῦς καί ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ μετά νά προχωρήσει καί νά καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη. Ὁ νοῦς εἶναι ἐλαφρός καί, ἄν δέν τοῦ δώσουμε μία ἀπασχόληση, θά πετάει ἀπό ’δῶ καί ἀπό ’κεῖ.           «Διότι ἐάν προηγουμένως δέν νικήσει τούς ἐχθρούς, πῶς θά ἀπολαύσει τήν εἰρήνη;»[19]Ἄν δέν νικήσουμε τά πάθη μας, δέν ἔρχεται ἡ εἰρήνη. Στό καλύτερο σπίτι νά σέ βάλουνε, ὅλα τά χρήματα τοῦ κόσμου νά σοῦ δώσουνε, ὅλες τίς ἀνέσεις, ὅλες τίς ἀπολαύσεις, ὅλες τίς δόξες τοῦ κόσμου, δέν θά ἔχεις εἰρήνη. Ἀπόδειξη; Πόσοι πάμπλουτοι, πόσοι μεγιστάνες, πόσοι πολλοί ἐπώνυμοι ἄνθρωποι, τῆς τέχνης κ.λ.π. αὐτοκτονοῦν.
-           Γιατί αὐτοκτονοῦν;
            Γιατί δέν ἔχουν εἰρήνη μέσα τους. Δέν ἔχουν τό Πνεῦμα τό Ἅγιο πού δίνει στόν ἄνθρωπο αὐτό πού ζητάει ἡ ψυχή μας. Εἶναι ἀνικανοποίητοι καί δέν βρίσκουν νόημα στή ζωή τους.
            «Ἐάν ἡ εἰρήνη δέν βασιλεύσει μέσα στόν νοῦ, πῶς θά μπορέσει νά εὕρει καί νά κατανοήσει ὅσα ἀγαθά βρίσκονται μέσα στήν εἰρήνη;»[20]. Γιατί μέσα στήν εἰρηνική κατάσταση τῆς ψυχῆς, ὁ Θεός δίνει καί ὅλα τά ἀγαθά.
-           Ἄν δέν εἰρηνεύσει ἡ ψυχή, τί μπορεῖ νά γευτεῖ καλό;
            Τίποτα. Οὔτε ἀγάπη μπορεῖ νά ἔχει οὔτε ταπείνωση οὔτε πραότητα. Τίποτα τό καλό δέν μπορεῖ νά ἔχει μία ψυχή πού εἶναι μέσα στήν ταραχή, μέσα στό ἄγχος, μέσα στήν ἀγωνία. «Διότι τά πάθη εἶναι τό σκέπασμα τῶν κρυμμένων ἀρετῶν τῆς ψυχῆς· καί ἐάν προηγουμένως δέν κατανικηθοῦν αὐτά τά πάθη, διά τῶν φανερῶν ἀρετῶν, δέν φαίνονται, ὅσες ἀρετές σκεπάζονται κάτω ἀπό αὐτά»[21].
-           Τί εἶναι τά πάθη;
            Οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς λένε ὅτι εἶναι ἡ διεστραμμένη χρήση τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς. Ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε τόν θυμό. Εἶναι μία μεγάλη δύναμη τῆς ψυχῆς. Μᾶς ἔδωσε τή βούληση, τή θέληση, τήν ἐπιθυμία. Εἶναι μία ἐπίσης μεγάλη καί σπουδαία δύναμη. Ἐμεῖς ὅμως αὐτές τίς δυνάμεις, ἀντί νά τίς χρησιμοποιήσουμε κατά Θεόν, ὅπως θέλει ὁ Θεός, τίς χρησιμοποιοῦμε σέ ἀντίθετη κατεύθυνση. Ἀντί λοιπόν νά θυμώνουμε μέ τόν διάβολο καί μέ τόν κακό ἑαυτό μας, θυμώνουμε μέ τούς ἀδελφούς μας, ἐπιτιθέμεθα σέ αὐτούς, ἐχθρευόμαστε, μισοῦμε, ἀντιπαθοῦμε. Ἀντί νά ἐπιθυμοῦμε τόν Θεό καί νά κινούμεθα μέ ὁρμή πρός τόν Θεό, ἀγαπητικά, ἐμεῖς ἐπιθυμοῦμε τά κτίσματα, τά ὑλικά πράγματα, τά μάταια μπράβο τοῦ κόσμου, τίς ἡδονές τίς σωματικές, ἀντί τίς πνευματικές ἡδονές πού χαρίζει ὁ Θεός. Κάνουμε λοιπόν μία διεστραμμένη χρήση, μία παράχρηση ὅπως λένε οἱ Πατέρες, τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς. Καί αὐτά εἶναι τά πάθη.
-           Αὐτά τά πάθη τώρα τί κάνουν;
            Σκοτίζουν τίς ἀντίστοιχες ἀρετές. Ὅταν φύγουν τά πάθη, ὅταν πάψουμε δηλαδή νά χρησιμοποιοῦμε λανθασμένα, διεστραμμένα τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς καί τίς χρησιμοποιήσουμε σωστά, τότε παρουσιάζονται οἱ ἀρετές. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀντί νά ἀγαπάει τά μάταια, ἀγαπήσει τόν Χριστό, τότε γεμίζει μέ χαρά, γεμίζει μέ εἰρήνη, γεμίζει μέ ταπείνωση, γεμίζει μέ ἀγάπη πρός τόν πλησίον καί φανερώνονται ὅλες οἱ ἀρετές. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος θυμώσει μέ τόν διάβολο, θυμώσει μέ τόν κακό ἑαυτό του καί ὄχι μέ τούς ἄλλους, τότε γίνεται αὐστηρός στόν ἑαυτό του καί ἐπιεικής στούς ἄλλους, τότε συγχωρεῖ τούς ἄλλους, τότε εἶναι πρᾶος. Καί νά πού ἔτσι φανερώνονται οἱ ἀρετές.
            Φεύγοντας τά πάθη λοιπόν, φανερώνονται οἱ ἀρετές. Ἄν δέν φύγουν τά πάθη, δέν μποροῦμε νά φανερώσουμε αὐτά τά χαρίσματα, τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως τόν λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πού εἶναι «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία..»[22], τά ὁποῖα μᾶς δίνει ὁ Θεός κατά τό ἅγιο Βάφτισμα καί τό ἅγιο Χρίσμα μέ τή Χάρη Του, καί ἐμεῖς μετά τά «μπαζώνουμε», ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, τά σκεπάζουμε, τά θάβουμε, καί ἀπό πάνω βάζουμε - συσσωρεύουμε τά πάθη μας, τίς ἁμαρτίες, τίς κακές χρήσεις τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς.
            «Ἄλλωστε οὔτε καί μπορεῖ κανείς», λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, «εὑρισκόμενος ἔξω ἀπό τό τεῖχος, νά συναναστρέφεται μέ ὅσους βρίσκονται ὄπισθεν τοῦ τείχους, εἰς τό ἐσωτερικό. Κανείς, ἐπίσης, δέν βλέπει τόν ἥλιο μέσα στήν σκοτεινιά, οὔτε καί τίς ἀρετές τῆς ψυχῆς, ὅταν σκεπάζονται ἀπό τήν ὀμίχλη τῶν παθῶν»[23]Δέν μπορεῖς νά εἶσαι ἐσύ ἔξω ἀπό τό τεῖχος, ὁ ἄλλος μέσα καί νά ἐπικοινωνεῖτε. Δέν μπορεῖς νά βλέπεις τό φῶς τοῦ ἥλιου, ἐνῶ ἔχεις μπεῖ μέσα σέ μιά σπηλιά. Ἔτσι, λέει, καί τά πάθη, λειτουργοῦν σάν τεῖχος, τό ὁποῖο μᾶς ἐμποδίζει νά κοινωνήσουμε μέ τόν Θεό καί μέ τόν πλησίον. Λένε οἱ ἄνθρωποι σήμερα -καί μέ ἀφορμή τήν πυρακαϊά αὐτή- ποῦ εἶναι ὁ Θεός;.. καί γιατί ὀ Θεός τό ἔκανε αὐτό;.. γιατί ἐπέτρεψε νά καοῦν τά παιδάκια;.. γιατί τό ἕνα;.. γιατί τό ἄλλο;... Δέν βλέπουν τόν Θεό. Δέν βλέπουν ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι μία -νά τολμήσω νά πῶ τή λέξη;- εἶναι μία παραχώρηση, γιά νά μήν πῶ μία εὐλογία τοῦ Θεοῦ.
-           Γιατί εἶναι εὐλογία;
            Γιατί εἶναι μία πρόκληση καί πρόσκληση σέ μετάνοια. Ὁ Θεός «ὅν ἀγαπᾷ» τί λέει; «Παιδεύει», παιδαγωγεῖ καί «μαστιγοῖ πάντα υἱόν ὅν παραδέχεται»[24]. Καί κάθε παιδί Του πού τό παραδέχεται ὡς γνήσιο παιδί Του, τό μαστιγώνει, τό παιδαγωγεῖ. Μερικοί λένε, δέν τιμωρεῖ ὁ Θεός. Τιμωρεῖ ὁ Θεός. Μέ αὐτή τήν ἔννοια τιμωρεῖ, ὄχι βασανίζει, γιά νά βασανίσει, ἀλλά γιά νά παιδαγωγήσει, γιά νά διορθώσει.
-           Ὁ πατέρας -μέ συγχωρεῖτε- δέν τιμωρεῖ τό παιδί του; Δηλαδή εἶναι κακός ὁ πατέρας πού τραβάει τό αὐτί  τοῦ παιδιοῦ του, ὅταν τό παιδί πάει νά γκρεμιστεῖ, πάει νά πάρει ναρκωτικά, πάει νά πέσει στόν θάνατο τόν ψυχικό καί τόν σωματικό πολλές φορές; Ἴσα-ἴσα λέμε ὅτι εἶναι πολύ καλός πατέρας, γιατί νοιάζεται γιά τό παιδί του.
-           Ποιός δέν τραβάει τό αὐτί τοῦ παιδιοῦ του;
            Ὁ ἀδιάφορος. Αὐτός πού εἶναι ἀνάξιος νά λέγεται πατέρας. Ἐπειδή λοιπόν ὁ Θεός εἶναι πατέρας καί μᾶς ἀγαπάει, θά ποῦμε ὅτι δέν μᾶς τιμωρεῖ; Μᾶς τιμωρεῖ, γιατί βλέπει ὅτι ἔχουμε πάρει πολύ κακό δρόμο. Καί μάλιστα οἱ παραλίες ἔχουνε γίνει Σόδομα καί Γόμορρα στίς μέρες μας καί βασιλεύει ἡ ἡδονοβλεψία, καί ὄχι μόνο... καί τά σαρκικά πάθη. Λοιπόν, εἶναι ἕνα δίδαγμα αὐτό γιά νά ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό τίς παραλίες καί ἀπό τίς ἁμαρτίες πού γίνονται ἐκεῖ, γιατί, βλέπετε, οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖ κάηκαν, στίς παραλίες. Δέν εἶναι τυχαῖο αὐτό. «Εἰς τά ὄρη, ψυχή, ἀρθῶμεν ὅθεν βοήθεια ἥκει».
-           Νά τό ποῦμε καί πεζά; Γιατί οἱ ἄνθρωποι ἐπιλέγουν τίς παραλίες τώρα τό καλοκαίρι πού καίγεται ὁ τόπος καί δέν πᾶνε σ’ ἕνα ψηλό βουνό πού ὑπάρχει δροσιά;       
            Γιατί ὑπάρχει ἡ φωτιά τῆς ἁμαρτίας πού καίει συνήθως μέσα μας. Δέν λέω ὅτι εἶναι ὅλοι ἔτσι, ἀλλά πολλοί, δυστυχῶς, γι’ αὐτό τόν λόγο πᾶνε στίς παραλίες, γιά νά ἁμαρτήσουνε. Εἶναι φοβερό αὐτό τό πράγμα καί δέν πρέπει φυσικά ἐμεῖς νά συμβάλλουμε καθόλου σ’ αὐτά. Ἀφήνω πού ὑπάρχουν καί οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας πού τό ἀπαγορεύουν νά λούζονται μαζί ἄντρες καί γυναῖκες -νομίζω κι ἄλλη φορά τό ἔχουμε πεῖ αὐτό- γιά πολλούς καί εὐνόητους λόγους. Ἔλεγε ὁ μακαριστός ὁ π. Ἀθανάσιος ὁ Μυτιληναῖος, οὔτε τό παιδί δέν πρέπει νά βλέπει τόν πατέρα του χωρίς ροῦχα ἤ τή μητέρα του. Καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος τό ἔλεγε, καί μέσα στό σπίτι ποτέ νά μή σᾶς δοῦνε τά παιδιά σας μέ πυτζάμες καί ἐσώρουχα. Δέν ἐπιτρέπεται. Γιατί ἀκριβῶς καταλαβαίνετε πολύ καλά τί παθαίνει τό παιδί μετά.
            Ὅλα αὐτά λοιπόν εἶναι εὐλογία ἀπό τόν Θεό, εἶναι ἡ παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού νοιάζεται γιά μᾶς. Ξέρετε πότε θά ἔπρεπε νά ἀνησυχούσαμε; Ὅταν δέ τά ἔχουμε αὐτά. Ἐνῶ ἁμαρτάνουμε, νά μή μᾶς παιδαγωγεῖ ὁ Θεός. Τότε σημαίνει ὅτι μᾶς ἔχει ἐγκαταλείψει ὡς ἀδιόρθωτους. Αὐτό εἶναι τό χειρότερο, τό χειρότερο ἀπ’ ὅλα καί τότε βέβαια θά ἔρθει φοβερή ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ κάποια στιγμή. Ἀλλά τότε μᾶλλον δέν θά ὑπάρχει γυρισμός, ὅπως ἔγινε στά Σόδομα καί στά Γόμορρα.
            Θυμάστε ἕνα ἄλλο περιστατικό, παρόμοιο μέ αὐτό πού ἔγινε τώρα ἐκεῖ στήν Ἀττική, μ’ ἕναν πύργο τοῦ Σιλωάμ; Πού ἔπεσε ἕνας πύργος καί σκοτώθηκαν 18 ἄνθρωποι καί τούς εἶπε ὁ Κύριος: «Τί νομίζετε ὅτι αὐτοί ἦταν πιό ἁμαρτωλοί ἀπό σᾶς; Ὄχι, ἄν δέν μετανόησετε ὁμοίως ἀπολεῖσθε»[25]. Καί αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού κάηκαν ἐκεῖ, αὐτό μᾶς λένε, ἄν δέν μετανόησετε ὁμοίως ἀπολεῖσθε! Γιά ὅλους μας εἶναι αὐτό.
-           Κλαῖμε καί θρηνοῦμε γι’ αὐτούς, ἀλλά -κοιτάξτε τή μεγάλη μας ὑποκρισία- πόσο κλαῖμε γιά τά χίλια παιδιά πού σφαγιάζονται κάθε μέρα στήν Ἑλλάδα;
            Τό ἔχετε σκεφτεῖ αὐτό; Ποιός μιλάει γιά αὐτά; Καταλαβαίνετε τί λέω, γιά τά χίλια παιδιά πού φονεύουμε κάθε μέρα στίς ἐκτρώσεις στίς κλινικές. Καί τό ἄλλο τό πολύ φοβερό, ξέρετε ποῦ καταλήγουν αὐτά τά παιδάκια; Στίς βιομηχανίες καλλυντικῶν. Τά κάνουνε κρέμες γιά τίς κυρίες. Γιατί οἱ σάρκες τοῦ ἐμβρύου εἶναι πάρα πολύ ἁπαλές καί ἀπορροφῶνται πολύ εὔκολα ἀπό τό δέρμα. Γιά νά γίνονται ὄμορφες οἱ κυρίες... Καταλάβατε;
-           Αὐτό δέν εἶναι κανιβαλισμός; Τί εἶναι αὐτό;
            Τρῶμε σάρκες... καί εἴμαστε ὑποτίθεται πολιτισμένοι!
-           Ποιός κλαίει γι’ αὐτά τά παιδιά;
            Κανένας. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη μας ὑποκρισία. Τά λέω αὐτά, γιατί πρέπει λίγο νά σχολιάζουμε καί τήν ἐπικαιρότητα καί νά ὁδηγηθοῦμε καί στή μετάνοια, στήν ἔμπρακτη μετάνοια, ὅπως μᾶς λένε ἐδῶ οἱ Ἅγιοι, γιά νά φύγουν τά πάθη καί νά φανερωθοῦν οἱ ἀρετές. Γιά νά μπορέσουμε νά κοινωνήσουμε μέ τόν Θεό καί νά δοῦμε τό φῶς τοῦ ἥλιου.
-           Γιατί αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού κατηγοροῦν τόν Θεό γι’ αὐτή τήν καταστροφή, τήν πυρκαϊά πού ἔγινε, δέν βλέπουν τό χέρι τοῦ Θεοῦ; Τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ; Τήν κλήση γιά μετάνοια;
            Γιατί ἀκριβῶς ὑπάρχουν τά πάθη, τά πάθη πού σκοτίζουν. Ὑπάρχει ὁ ἥλιος, ὑπάρχει τό φῶς, ἀλλά αὐτοί ἔχουν μπεῖ μέσα στή σπηλιά τους, ζοῦνε μέσα στό ἑκούσιο σκοτάδι τῶν παθῶν τους. Τό φῶς ἦλθε στόν κόσμο, ἀλλά οἱ ἄνθρωποι ἀγάπησαν τό σκοτάδι καί μένουν στό σκοτάδι ἑκούσια, ἐθελοτυφλοῦν. Γιατί; Τό λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος «γιατί εἶναι πονηρά τά ἔργα τους» [26]. Εἶναι διεστραμμένα, βρώμικα τά ἔργα τους καί δέν θέλουν νά τά ἀρνηθοῦν τά ἔργα τους. Γι’ αὐτό ἑκούσια παραμένουν στό σκοτάδι καί συκοφαντοῦν τόν Θεό, ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἡ αἰτία τοῦ κακοῦ. Ἐνῶ αἰτία τοῦ κακοῦ εἶναι ὁ διάβολος καί ἡ δική μας ἡ κακή χρήση τῆς ἐλευθερίας, πού ὑποκύπτουμε στά πάθη μας καί συσσωρεύουμε δικαιώματα στόν διάβολο. Κάθε φορά πού ἁμαρτάνουμε, δίνουμε δικαίωμα στόν διάβολο νά μᾶς ταλαιπωρήσει. Καί κάθε φορά, τό λέει ὁ Κύριος, θά πάρει καί παίρνει «ἔνδικο μισθαποδοσία»[27].
-           Κάθε παρανομία πού κάνουμε νομίζετε μένει ἀτιμώρητη;
            Ὄχι. Παίρνει τή δίκαιη ἀνταπόδοση. Τό λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά προσέξτε, αὐτή ἡ ἀνταπόδοση δέν ἔρχεται ἀμέσως, γιατί ὁ Θεός εἶναι φιλάνθρωπος καί μᾶς δίνει προκλήσεις γιά νά μετανοήσουμε καί νά μή μᾶς τιμωρήσει. Ἄν ὅμως δέν μετανοήσουμε, δέ ζητήσουμε συγγνώμη, δέν ἐξομολογηθοῦμε, ὁπωσδήποτε θά ἔρθει ἡ ἀνταπόδοση, ὁπωσδήποτε θά ἔρθουν οἱ συνέπειες. Γιατί; Γιατί ὁ Θεός εἶναι δίκαιος καί ἀπέναντι στόν διάβολο. Προσέξτε το αὐτό. Ἀναγνωρίζει καί τά δικαιώματα τοῦ διαβόλου. Ναί, εἶναι δίκαιος. Ὅταν ἐσύ πᾶς καί προσκυνᾶς τόν διάβολο, ὁ διάβολος σ’ ἔχει στό χέρι του. Πᾶς στόν μάγο, πᾶς στή καφετζού, πᾶς στήν πορνεία, πᾶς στή μοιχεία, στήν ἡδονοβλεψία, σ’ ὅλα αὐτά, παραθεωρεῖς καί καταπατεῖς τούς ἱερούς Κανόνες.. τί κάνεις; Δίνεις δικαίωμα μετά στόν διάβολο νά πάει στόν Θεό νά πεῖ, κοίταξε, αὐτός ἔκανε αὐτό, δικός μου εἶναι.. δῶσ’ τον μου. Καί ὁ Θεός τοῦ τό ἀναγνωρίζει. Ναί.. ἐφόσον δέν μετανοοῦμε. Καί ἔρχονται μετά οἱ συνέπειες. Καί λές, πῶς μοῦ ἦρθε αὐτό; Γιατί μοῦ ἦρθε; Τί εἶχα κάνει; Δέν θυμᾶσαι.. τό ἔχεις ξεχάσει ἐν τῷ μεταξύ, γιατί μεσολάβησε αὐτό τό χρονικό διάστημα τῆς χάριτος, μή τυχόν καί μετανοήσεις. Ἀλλά, ἐπειδή δέν παρακολουθοῦμε τόν ἑαυτό μας, δέν συνειδητοποιοῦμε πολλές φορές καί τά σφάλματά μας καί τίς ἁμαρτίες μας, ἤ ἄν λίγο μᾶς τύψει ἡ συνείδηση, τήν κουκουλώνουμε, τήν προσπερνᾶμε καί πᾶμε παρακάτω. Καί ὅλα αὐτά συσσωρεύονται μέσα μας καί δίνουν τό δικαίωμα στόν διάβολο νά μᾶς χτυπήσει. Καί ὁ διάβολος εἶναι ἀνελέητος, δέν ἔχει ἔλεος.
            Ἡ φωτιά ἐκεῖ ἔτρεχε, λέει, μέ 110 χλμ/ὥρα. Τό φαντάζεστε; Φοβερό πράγμα! Τί μποροῦσες νά κάνεις; Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ἤτανε σημεῖο τοῦ Θεοῦ. Ὀργῆς Θεοῦ… νά τό ποῦμε ἔτσι. Ἄν καί ὁ Θεός δέν ὀργίζεται, ξαναλέω. Ἀλλά ἀπό πίσω εἶναι ὅλα αὐτά τά δικαιώματα πού δίνουμε στόν διάβολο μέ ὅλες αὐτές τίς φοβερές ἁμαρτίες πού κάνουμε, κατεξοχήν τίς σαρκικές ἁμαρτίες, στίς ὁποῖες ἔχουν ριχτεῖ μικροί καί μεγάλοι. Ἀπό μωρά παιδιά πλέον ἁμαρτάνουν σαρκικά. Ἀφῆστε καί τίς ἐκτρώσεις καί τή βλασφημία καί τίς παρά φύσιν σχέσεις καί μέσα στόν γάμο. Αὐτά εἶναι τά φοβερότερα ἁμαρτήματα πού ἔχουμε σήμερα στήν Ἑλλάδα. Καί ὅπως ἔλεγε ἕνας σύγχρονος Γέροντας, ἡ Ἑλλάδα κοιμᾶται, ὅπως τά ζῶα πάνω στήν κοπριά τους. Ἔτσι κοιμόμαστε... ὅπως τό ζῶο κοιμᾶται πάνω στήν κοπριά του, γιατί βγάζει ζέστη ἡ κοπριά ὅταν ἀποσυντίθεται. Ἔτσι κι ἐμεῖς, δυστυχῶς!
            Ἑπομένως, ἦταν πολύ καλό αὐτό. Μέ τήν ἔννοια ὅτι ἦταν μιά πρόκληση γιά μετάνοια αὐτό πού ἔγινε. Καί δέν πρέπει νά κατηγοροῦμε καί νά συκοφαντοῦμε τόν Θεό, ἀλλά νά Τόν εὐχαριστοῦμε πού μᾶς δίνει ἀκόμα περιθώριο νά μετανοήσουμε. Γιατί ξέρετε τί λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες; Ὅταν πολλύνει ἡ ὁμοφυλοφιλία, οἱ διεστραμμένες σχέσεις, καί ἔχουνε πολλύνει, ἔχουν γίνει πάρα πολλές στίς μέρες μας, καί πλέον τίς ἀναγνωρίσαμε καί ὡς Κράτος, αὐτό εἶναι τό φοβερότερο, τίς κάναμε νόμιμες, μέ νόμο τοῦ Κράτους, αὐτή εἶναι ἡ πιό μεγάλη ἀσέβεια, τότε ἔρχεται ἡ Δευτέρα Παρουσία. Εἶναι πολύ κοντά ἡ Δευτέρα Παρουσία. Γι’ αὐτό πρέπει νά εἴμαστε ἕτοιμοι, ἀδελφοί μου, πάρα πολύ, καί νά κηρύξουμε μετάνοια ὁ καθένας στό σπίτι του, νά κλάψουμε γιά τίς ἁμαρτίες μας, γιατί δέ μᾶς μένει πολύς χρόνος.
            Ξαναγυρίζουμε στό κείμενο. Δέν μπορεῖ λοιπόν κανείς, λέει, νά βλέπει τόν ἥλιο, ὅταν εἶναι μέσα στή σκοτεινιά, μέσα στήν ὀμίχλη. Ὅταν ἔχεις τά πάθη σου λοιπόν, δέν βλέπεις τόν Θεό, τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, καί γίνεσαι κατήγορος τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτοί οἱ δημοσιογραφίσκοι καί οἱ διάφοροι πού τά βάλανε μέ κάποιους Ἱεράρχες, οἱ ὁποῖοι τά εἶπαν πολύ σωστά οἱ ἄνθρωποι. Πάρα πολύ καλά τά εἶπαν. Γιατί γι’ αὐτό ἔγιναν, γιά νά μετανοήσουν.
            «Παρακάλεσε τόν Θεό», λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, «νά σοῦ δώσει τή δύναμη νά αἰσθανθεῖς τήν ἐπιθυμία τοῦ Πνεύματος καί σφοδρῶς νά τό ποθήσεις. Καί ὅταν σοῦ ἔλθει αὐτή ἡ αἴσθηση, τότε πραγματικῶς ἀπομακρύνεσαι ἀπό τόν κόσμο καί ὁ κόσμος ἀπομακρύνεται ἀπό σέ, δηλαδή παύει νά ἐνεργεῖ στήν ψυχή σου κάθε ὑλική προσπάθεια»[28]Ὅταν ὁ ἄνθρωπος αἰσθανθεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὅταν ἔχει αἴσθηση τῆς Χάριτος, ὅταν ἡ ψυχή του δηλαδή καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη, τότε νικιέται ὁ κόσμος, ἡ προσκόλληση στά μάταια καί στά γήινα. Τότε πραγματικά ἐλευθερώνεσαι.
            «Πλήν ὅμως ὁ σοφός Κύριος ἔκρινε καλό μέ ἱδρῶτα νά ἀνευρίσκουν τόν ἄρτο αὐτόν ὅσοι τόν ἐπιζητοῦν, καί τοῦτο πρός τό συμφέρον, μή τυχόν μεταλαμβάνοντες πρό καιροῦ ἐξ αὐτοῦ, βαρυστομαχιάσουμε καί πεθάνουμε»[29]Γιά νά φτάσεις στήν ἀπάθεια, στήν κάθαρση ἀπ’ τά πάθη, πρέπει νά ἱδρώσεις, πρέπει νά κοπιάσεις, πρέπει νά κουραστεῖς καί σωματικά. Γι’ αὐτό ἡ μετάνοια ἔχει καί σωματικό κόπο. Δέν εἶναι μόνο πνευματικά, νά ἐξομολογηθῶ. Δέν φτάνει αὐτό. Θά πρέπει νά ἀντιστρατευτεῖς στά πάθη σου, νά ἐλεγξεις τήν κοιλία σου, τή λαιμαργία σου, τή γαστριμαργία σου καί γενικότερα τή φιλαυτία σου. Καί ἔτσι μέ τόν κόπο, νά φάγεις τόν ἄρτο, νά φτάσεις στήν ἀπάθεια. Μή βιαστεῖς νά φτάσεις στήν ἀπάθεια πρίν κοπιάσεις, πρίν τά κάνεις ὅλα σωστά καί νόμιμα. Μερικοί μέ τό πού ἀρχίζουν τήν πνευματική ζωή, θέλουν νά ἁγιάσουν καί ν΄ ἀρχίσουν νά κάνουν καί θαύματα καί νά βλέπουν καί ὁράματα καί τήν Παναγία καί τόν Χριστό καί τό Ἄκτιστο Φῶς. Στάσου... πολύ βιάζεσαι.. Θά σέ πλανήσει ὁ διάβολος. Πρίν ἀκόμα κάνεις τά βασικά, πού κάνει τό νήπιο καί τό παιδί, στήν πνευματική ζωή..
            «Οἱ ἀρετές λοιπόν γεννῶνται οἱ μέν ἀπό τίς δέ». Ὑπάρχει μιά σειρά στίς ἀρετές. «Ἐάν δέ παραμελήσεις νά ἀποκτήσεις προηγουμένως τίς μητέρες καί σπεύσεις νά λάβεις τίς θυγατέρες», τῶν ἀρετῶν, «αὐτές εὑρίσκονται ὡς ἔχιδναι στήν ψυχή σου», σάν ὀχιές, «ἐάν δέν τίς πετάξεις σύντομα ἀπό τήν ψυχή σου»[30]Θά πρέπει πρῶτα νά κάνεις τίς πρακτικές ἀρετές, τήν μετάνοια, τήν ὑπακοή, τήν νηστεία, τήν προσευχή, καί μετά νά προχωρήσεις στίς θεωρητικές ἀρετές, στόν φωτισμό, στή θέωση, στήν κάθαρση, στή νοερά προσευχή, στά ὑψηλά σκαλοπάτια τῆς νοερᾶς προσευχῆς, στή θεωρία τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι μᾶς λένε ἕναν κανόνα, ποτέ νά μή θέλεις νά βλέπεις ὁράματα. Μερικοί ἔχουν αὐτή τήν τάση, θέλουν νά βλέπουν, νά δοῦν, τόν Θεό, τήν Παναγία.. Στάσου, εἶσαι ἄξιος ἐσύ;.. Καί κάθε μέρα μπορεῖ νά τούς βγάζει ὁ διάβολος καί ἀπό ἕνα ὅραμα.. εἶδα τόν τάδε ἅγιο.. εἶδα τήν Παναγία.. εἶδα τόν Χριστό.. καί εἶναι ὅλα πλάνες, εἶναι δαιμονικά φαντάσματα. Οἱ μητέρες τῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ βάση, ἡ ταπείνωση, ἡ ὑπακοή, ἡ ἐγκράτεια, ἡ νηστεία, ἡ συγχωρητικότητα. Αὐτά νά ἐπιδιώξεις.
            «Τοῦ ἀββᾶ Βαρσανουφίου. Ἕνας ἀδελφός, πού ἡσύχαζε μόνος του στό κελλί του, ἀνέγνωσε εἰς τά γεροντικά ὅτι ἐκεῖνος πού θέλει πραγματικά νά σωθεῖ, πρέπει πρῶτον, συναναστρεφόμενος μέ τούς ἀνθρώπους, νά ἀνθέξει εἰς τίς ὕβρεις, τίς περιφρονήσεις, τίς προσβολές καί, μέ μία λέξη, νά διόρθωσει προηγουμένως τίς αἰσθήσεις του καί νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τόν δι’ αὐτῶν πόλεμο». Νά κατορθώσεις στήν πράξη νά συμβιώσεις μέ τούς ἀδελφούς σου μέσα στό κοινόβιο, νά  ἀκούσεις λόγια πού δέν σοῦ ἀρέσουνε, νά ἀκούσεις περιφρονήσεις καί προσβολές νά δεχτεῖς καί ἔτσι θά προκόψεις καί θά μπορέσεις μετά νά πᾶς καί μόνος σου στήν ἡσυχία.
            Τό ἴδιο καί ἕνας ἄνθρωπος πού ζεῖ στόν κόσμο, εἶναι οἰκογενειάρχης. Θά ταπεινωθεῖ, θά ἀδικηθεῖ, θά ἀκούσει λόγια, θά συκοφαντηθεῖ, ἀλλά ἔτσι θά καθαριστεῖ. Θά μάθει νά συμβιώνει μέ τούς ἄλλους, νά ταπεινώνεται, νά συγχωρεῖ, νά ἀγαπᾶ καί αὐτούς πού δέν τόν ἀγαπᾶνε καί αὐτός εἶναι ὁ δρόμος γιά νά προχωρήσουμε στίς ὑψηλότερες βαθμίδες ἀρετῆς. Ὄχι νά κλειστεῖς στό δωμάτιό σου, νά μήν ἐπικοινωνεῖς μέ κανέναν, νά ἀπομονωθεῖς γιατί κανένας δέν σ’ ἀγαπάει.. Αὐτό εἶναι τό ἀρρωστημένο πράγμα, πού δυστυχῶς τό ἔχουνε πολλοί ἄνθρωποι σήμερα. Ἀχρηστεύονται λόγω τοῦ μεγάλου τους ἐγωισμοῦ. Ἐπειδή δέν θέλουν νά ταπεινωθοῦν, νά ἀδικηθοῦν, νά συκοφαντηθοῦν, νά ἀκούσουν λόγια, καί ἔχουν αὐτή τή λεγόμενη ἀγοραφοβία. Δέν θέλουν νά βγοῦν ἀπό τό σπίτι τους, ἀπό τό δωμάτιό τους. Οἱ ψυχίατροι τούς δίνουν τά χάπια τους κ.λ.π. Ἀλλά δέν εἶναι λύση τά χάπια. Ἡ λύση εἶναι νά ταπεινωθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ν’ ἀγαπήσει τόν ὀνειδισμό, ν’ ἀγαπήσει τόν ἐξευτελισμό, πού παραχωρεῖ ὁ Θεός νά σοῦ κάνουν, γιά νά καθαριστεῖς ἀπό τόν ἐγωισμό σου, ἀπ’ τήν ὑπερηφάνειά σου. Γιατί ἀλλιῶς δέν φεύγει ὁ ἐγωισμός, ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν ἀκούσει λόγια, ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν βριστεῖ, δέν ντροπιαστεῖ, δέν συκοφαντηθεῖ.
            «Τότε μόνο θά φθάσει στήν τέλεια ἡσυχία, ὅπως ἔκαμε καί ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος προηγουμένως ἀτιμάσθηκε, ταπεινώθηκε ἀφάνταστα καί ἔτσι ἀνῆλθε ἐπάνω εἰς τόν Σταυρό, πού εἶναι νέκρωσις τῆς σαρκός καί τῶν παθῶν καί κατάπαυσις τελεία, ἁγία»[31]Βεβαίως ὁ Χριστός δέν εἶχε ἀνάγκη οὔτε νά βριστεῖ οὔτε νά ταπεινωθεῖ οὔτε νά κακοπαθήσει οὔτε νά νηστέψει. Ὅλα αὐτά ὅμως τά ἔκανε γιά νά μᾶς δώσει πρότυπο ζωῆς. Γιά μᾶς τά ἔκανε. Καί μετά, λέει, ἀνέβηκε στόν Σταυρό. Ὁ ὁποῖος σταυρός τί εἶναι; Ἡ νέκρωσις ἀπό τά πάθη, ἡ ἐλευθέρωσις ἀπό τά πάθη καί ἡ ἀνάπαυσις.
-           Ποῦ ξεκουράστηκε ὁ Χριστός; Ποῦ ἀναπαύθηκε;
            Πάνω στόν Σταυρό. Καί οἱ χριστιανοί, καί ἐμεῖς ὅλοι, ἐκεῖ ἀναπαυόμαστε τελικά. Ποῦ; Στόν σταυρό. Δηλαδή τί; Στή νέκρωση τῶν παθῶν, στήν ἀπάθεια. Ἀλλά γιά νά φτάσεις ἐκεῖ, θά πρέπει προηγουμένως νά κάνεις ὅ,τι ἔκανε καί ὁ Χριστός, νά νηστέψεις, νά κακοπαθήσεις, νά βριστεῖς, νά ἀτιμασθεῖς, νά συκοφαντηθεῖς, νά χλευαστεῖς, νά τά ὑπομείνεις ὅλα αὐτά καί θά φτάσεις καί στή δόξα καί στήν ἀνάπαυση τοῦ σταυροῦ.
            «Ἀφοῦ τά ἐμελέτησε ὅλα αὐτά ὁ ἡσυχαστής ἀδελφός, εἶπε εἰς τόν ἑαυτό του - ἐγώ ὁ ἄθλιος οὔτε ἔνα δέν ἔκαμα ἀπό ὅλα αὐτά, ἀλλ’ ἀνεχώρησα ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ ἐσκανδάλιζα ὅλους μέ τήν ἀδυναμία μου»[32]Αὐτός νόμιζε ὅτι ἅμα φύγει καί μείνει μόνος του, τελειώσαμε.. θά ἀναπαυθῶ, θά ἡσυχάσω, δέν θά ἔχω κανέναν νά μέ τσιγκλάει, ὅπως λέει ὁ λαός, νά μέ θυμώνει.. Ὅμως δέν εἶναι ἔτσι. Τά πάθη δέν φεύγουν ἔτσι.
            Πῆγε λοιπόν μόνος του.. «Ἄραγε μήπως πρέπει νά ἐπιστρέψω καί πάλι μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καί, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νά ἐκτελέσω ὅσα εἶπαν οἱ Πατέρες, καί κατόπιν νά εἰσέλθω εἰς τήν ἡσυχία, γιά νά μή πηγαίνει χαμένος ὁ κόπος μου;»[33]ρωτάει τόν Γέροντα, τόν ἀββᾶ Βαρσανούφιο καί τόν ἀββᾶ Ἰωάννη.
            «Ἐξομολογήθηκε αὐτές τίς σκέψεις του. Ὁ Γέροντας, ἀφοῦ τόν ἄκουσε μετά προσοχῆς, τοῦ εἶπε. Οἱ Πατέρες καλά τά εἶπαν ὅλα αὐτά καί δέν γίνεται νά σωθεῖ κανείς κατ’ ἄλλον τρόπον». Αὐτός εἶναι ὁ δρόμος. Ἔτσι ἔπρεπε νά κάνεις. «Ἐπειδή ὅμως ὑπάρχουν πολλές δικαιολογίες, μέ τίς ὁποῖες ὁ ἄνθρωπος νομίζει ὅτι ἐνεργεῖ καλῶς καί εἰς τό τέλος θεωρεῖ, δι’ ἄλλης δικαιολογίας τόν ἑαυτό του βλαπτόμενον, πρέπει νά ἀσφαλίζεται καλῶς. Ἐφόσον δηλαδή κατόρθωσες νά καθίσεις ἐπί τόσα ἔτη στήν ἡσυχία, ἐάν ἐπανέλθεις πάλι μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, ὁ λογισμός σου γεννᾶ κενοδοξία»[34]Κοιτάξτε τώρα ὁ διακριτικός καί σοφός Γέροντας! Τοῦ λέει, ἔτσι ἔπρεπε, τό σωστό αὐτό εἶναι, ἔτσι εἶπαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, πρῶτα νά ταπεινωθεῖς ζώντας μέ πολλούς καί μετά νά πᾶς στήν ἡσυχία. Ἐσύ ὅμως τώρα, ὁ συγκεκριμένος, ἐσύ, πού κατάφερες τόσα χρόνια νά ζήσεις μόνος σου, δέν σέ συμφέρει νά γυρίσεις πίσω στούς πολλούς, γιατί θά ἔχεις πόλεμο ἀπ’ τήν κενοδοξία. Θά σοῦ λέει ὁ λογισμός, πώ! πώ! εἶσαι πολύ σπουδαῖος.. ἔκανες αὐτό πού δέν τό κάνει κανένας, νά ἀφήσεις τήν ἡσυχία καί νά γυρίσεις στό κοινόβιο, ἀπό τήν ὑψηλότερη βαθμίδα νά κατέβεις στήν χαμηλότερη. Ἐφόσον λοιπόν, τοῦ λέει, κατόρθωσες τόσα χρόνια νά εἶσαι στήν ἡσυχία, ἀγωνίσου τώρα ἐκεῖ πού κάθεσαι. Πῆγες λανθασμένα, ἀλλά σέ φύλαξε ὁ Θεός, δέν ἔπεσες πολύ χαμηλά, ἀγωνίσου τώρα ἐκεῖ πού εἶσαι.
            «Δέν ἁρμόζει σέ σένα νά βρίσκεσαι μέσα στόν κόσμο, ὁπότε δημιουργοῦνται δύο κακά». Τί νά κάνεις ὅμως ἐκεῖ πού εἶσαι μόνος σου; Νά αὐτοκατηγορεῖσαι. «Ἐάν αὐτοκατηγορεῖσαι, διότι δέν ἔκανες προηγουμένως αὐτό πού ἐπιβαλλόταν γιά νά ἀνέλθεις στόν σταυρό», στήν ἀνάπαυση, «λέγων, ὅτι μόνασα χωρίς νά γνωρίζω τό χρέος μου», αὐτό νά λές στόν ἑαυτό σου, πῆγα μόνος μου, ἐνῶ δέν ἔκανα αὐτό πού ἔπρεπε, «γνωρίζει ἡ αὐτομεμψία νά ὑβρίζει καί νά ἐξουδενώνει ἑαυτήν καί μέ αὐτόν τόν τρόπο κατόπιν φέρνει τόν δεχόμενον αὐτήν εἰς τό μέτρο τοῦ ἀληθινοῦ σταυροῦ τῆς ἄσκησης»[35]Θά ἀναπληρώσεις τήν ἄσκηση καί τήν κακοπάθεια, πού δέν ἔκανες ζώντας ἀνάμεσα στούς πολλούς, μέ τό νά κατηγορεῖς τόν ἑαυτό σου τώρα ἐκεῖ πού εἶσαι στήν ἡσυχία καί ἔτσι μετά ἐπάξια θά ἀνέβεις στόν σταυρό, στήν ἀνάπαυση, στήν ἀπάθεια.
            Αὐτά ἤθελα νά πῶ σήμερα στήν ἀγάπη σας σχετικά μέ αὐτό τό κεφάλαιο τοῦ Εὐεργετινοῦ, πού λέει, ὅτι εἶναι πράγματι ἐπικίνδυνο κανείς -νά τό ποῦμε ἁπλά;- νά ἀπομονώνεται πνευματικά. Ποτέ δέν πρέπει νά ἀπομονωνόμαστε. Γι’ αὐτό βλέπετε, καί στήν Ἐκκλησία μας, στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πού εἶναι τό ἐργαστήριο τῆς θεώσεως, ἔχουμε συνάξεις, μαζευόμαστε ὅλοι μαζί. Δέν παίρνουμε ἁπλῶς ἕναν κανόνα ἀπό τόν πνευματικό μας καί καθόμαστε ὁ καθένας στό δωμάτιό του καί ἁγιαζόμαστε. Ἀλλά ἁγιαζόμαστε ὅλοι μαζί, μέσα στή Θεία Λατρεία, μέσα στήν Παράκληση πού κάναμε γιά τήν Παναγία, μέσα στόν Ἑσπερινό, μέσα στόν Ὄρθρο, μέσα στή Θεία Λειτουργία κατεξοχήν. Ὅλοι μαζί. Γιατί μέ τή συνδιατριβή, μέ τή συναναστροφή, λειαινόμαστε, τριβόμαστε ὁ ἕνας μέ τόν ἄλλον, φεύγουνε οἱ ἀκίδες τῶν παθῶν, σπάζουνε οἱ προεξοχές, λειαινόμαστε καί γινόμαστε ὡραῖα βότσαλα καί φτάνουμε ἔτσι στό λιμάνι τοῦ Θεοῦ, ὁμαλοί, στρογγύλοι, μέ ἀγάπη ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλον καί μέ ἀγάπη γιά τόν Θεό.
            Ἑπομένως, αὐτός εἶναι ὁ κανόνας, κανείς νά μήν ἀπομονώνεται καί ἄν ἔχει κανείς μετά προχωρήσει πολύ πνευματικά καί ἔχει ἀδιάλειπτη κοινωνία μέ τόν Θεό καί ἀδιάλειπτη προσευχή, μπορεῖ νά κάνει καί αὐτό πού κάνανε καί οἱ ἡσυχαστές οἱ μεγάλοι, νά πηγαίνουν μόνοι τους, χωρίς πάλι ὅμως νά ἀποκόπτονται ἀπό τόν κόσμο. Εἴχανε καί ὧρες καί μέρες πού ἐπικοινωνοῦσαν. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἄς ποῦμε, ὁ μέγας αὐτός ἀσκητής καί θεμελιωτής τοῦ μοναχισμοῦ, κατέβαινε κάθε δεκαπέντε-εἴκοσι μέρες σ’ ἕνα μοναστήρι καί ἔβλεπε τόν κόσμο καί ὠφελοῦσε καί τόν κόσμο καί δίδασκε καί τόν κόσμο.
            Ἑπομένως, σωζόμαστε ἔτσι ὅλοι μαζί καί ποτέ δέν πρέπει νά ξεκοβόμαστε οὔτε ἀπό τόν Πνευματικό μας οὔτε ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀπό τήν μέ τούς ἄλλους συναναστροφή, τήν κατά Θεόν συναναστροφή. Καί ἔτσι κόβονται τά πάθη καί ἔτσι προχωρᾶμε στήν κάθαρση, στόν φωτισμό καί στή θέωση.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : ..........................
Ἀπ. : Δέν εἶναι ἐρώτηση, εἶναι τοποθέτηση. Ἐπιβεβαιώνονται αὐτά πού εἴπαμε, ὅτι ὅταν δίνουμε δικαίωματα στόν διάβολο, τότε ἔρχεται ἡ καταστροφή καί εἴπατε αὐτό τό γνωστό πλέον γεγονός, τρεῖς μέρες πρίν γίνει αὐτή ἡ μεγάλη πυρκαϊά στήν Ἀττική ἕνα συγκρότημα πέταξε τόν σταυρό! Μέ πολλή περιφρόνηση.. τό εἶδα καί ἐγώ.. φοβερό πράγμα!.. ἐνώπιον χιλιάδων Ἑλλήνων ὀρθοδόξων βαφτισμένων, οἱ ὁποῖοι τόν ἐπευφημοῦσαν, τόν χειροκροτοῦσαν! Καί αὐτό δέν εἶναι ἁμαρτία, προσέξτε, ἁπλή ἁμαρτία, αὐτό εἶναι ἀσέβεια. Ὑπάρχει διαφορά. Ἀσέβεια εἶναι ὅταν ἁμαρτάνουμε ἀπευθείας στόν Θεό, καταφρονοῦμε τόν Θεό.
            Νά πῶ ἕνα παράδειγμα ἀνάλογο; Κλέβω ἐγώ -ὅ μή γένοιτο- ἕναν ἄλλον. Αὐτό εἶναι κλοπή, εἶναι ἁμαρτία. Ὅταν ὅμως κλέψω τήν ἐκκλησία, αὐτό δέν εἶναι ἁμαρτία, εἶναι ἀσέβεια, γιατί αὐτό πού παίρνεις, δέν τό παίρνεις ἀπό ἄλλον, τό παίρνεις ἀπό τόν Θεό. Καταλάβατε; Εἶναι μεγάλη διαφορά ἁμαρτία ἀπό ἁμαρτία. Εἶναι ἱεροσυλία καί βέβαια πάρα πολλά δικαιώματα δίνουμε ἔτσι στόν διάβολο.
            Ἀλλά δέν εἶναι μόνο αὐτό. Ἡ ἀσέβεια ἔχει φτάσει σέ κορυφαῖα ἐπίπεδα στήν ἐποχή μας. Εἶχα πεῖ κι ἄλλη φορά ἕνα ὅραμα πού εἶχε δεῖ ἕνας ἅγιος ἄνθρωπος στήν Κρήτη, ἅγιος Γέροντας, πού τοῦ ἐμφανίστηκε ἡ Παναγία πάρα πολύ λυπημένη καί, κατά κάποιο τρόπο, ἐγκαταλείπουσα τήν Ἑλλάδα. Καί ὅταν τή ρώτησε ὁ Γέροντας, γιατί Παναγία μου εἶσαι τόσο λυπημένη; Εἶπε, γιά τά πολλά σας ἁμαρτήματα καί κυρίως γιά τρία ἁμαρτήματα πού ἔχετε οἱ Ἕλληνες, τά κορυφαῖα ἁμαρτήματα. Καί τά ἀπαρίθμησε ἡ Παναγία μας. Τό πρῶτο εἶναι ἡ βλασφημία. Φοβερή ἁμαρτία ἡ βλασφημία! Δεύτερον εἶναι οἱ ἐκτρώσεις. Φοβερή ἁμαρτία! Καί τρίτον εἶναι τά παρά φύσιν ἁμαρτήματα, τά ὁποῖα ἔχουν κυριαρχήσει, καί μέσα στόν γάμο.. Τά παρά φύσιν ἁμαρτήματα.
            Γι’ αὐτό καιρός μετανοίας. Ἄν τρεῖς μέρες ὅλη ἡ Ἑλλάδα νήστευε καί μετανοούσαμε, ὅλα θά ἄλλαζαν. Καί ἡ Τρόικα θά ἔφευγε καί τά πάντα θά ἔφευγαν. Ἀλλά ποιός τό κάνει; Βλέπετε οἱ Νινευίτες, μόλις τούς εἶπε ὁ Ἅγιος Προφήτης Ἰωνᾶς «ἔτι τρεῖς ἡμέραι καί Νινευή καταστραφήσεται»[36], ἔβαλαν ὅλοι νηστεία, στόν ἑαυτό τους, στά παιδιά τους... Σήμερα τά λυπόμαστε.. τά καημένα τά παιδιά νά μή νηστέψουν.. Δέν παθαίνουν τίποτα τά παιδιά μέ τή νηστεία (τό λέω ὡς παρένθεση αὐτό). Πολύ καλό παθαίνουν! Καί στά ζῶα τους ἔβαλαν νηστεία! Ἔβαλαν στάχτη στό κεφάλι τους, δεῖγμα μετανοίας τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Φόρεσαν σακιά, δεῖγμα μετανοίας κι αὐτό. Πῶς φορᾶμε σήμερα τά μαῦρα οἱ μοναχοί.. Εἶναι δεῖγμα μετανοίας, γι’ αὐτό φορᾶνε μαῦρα. Καί δέν ἔγινε ἡ καταστροφή. Πῆρε πίσω τόν λόγο Του ὁ Θεός; Ναί, τόν πῆρε πίσω! Ἀλλάζει ὁ Θεός; Βέβαια ἀλλάζει, ὅταν ἀλλάξουμε ἐμεῖς. Γιατί ὁ Θεός εἶναι πού δέν θέλει νά καταστραφοῦμε, ὁ Θεός εἶναι πού μᾶς λυπᾶται. Ἀλλά οἱ ἴδιες οἱ ἁμαρτίες μᾶς ὁδηγοῦν στήν καταστροφή, ὅταν δέν μετανοοῦμε. Ὅταν μετανοοῦμε, ἀλλάζουν ὅλα.
Ἐρ. : ..........................
Ἀπ. : Πολλές φορές δέν κάνουμε τήν προσευχή μας μέ τήν τάξη πού θά θέλαμε καί κάνουμε πιό πολύ πνευματική μελέτη. Καί ἡ πνευματική μελέτη εἶναι σχεδόν προσευχή. Δέν εἶναι ἀκριβῶς βέβαια, ἀλλά βοηθάει πολύ στήν προσευχή. Καί ἐπειδή εἴμαστε ἀδύναμοι ἄνθρωποι, μποροῦμε νά κάνουμε πνευματική μελέτη. Ἀλλά χωρίς νά ἀφήνουμε καί τήν προσευχή. Ὁπωσδήποτε νά κάνουμε τήν πρωινή μας προσευχή καί τήν βραδυνή μας προσευχή καί στό φαγητό, πρίν καί μετά τό φαγητό. Αὐτά εἶναι ἀπαραίτητα γιά τόν χριστιανό. Δέν νοεῖται χριστιανός νά ξεκινάει τή μέρα του χωρίς προσευχή. Πρώτη πράξη τῆς ἡμέρας πρέπει νά εἶναι ἡ προσευχή. Λίγη - πολλή... ὅσο μπορεῖ ὁ καθένας νά κάνει. Κάτι ὁπωσδήποτε πρέπει νά κάνουμε. Τό ἴδιο καί τό βράδυ. Καί μετά, γιά τήν ἀδυναμία μας, ἔχουμε τήν πνευματική μελέτη. Βεβαίως, νά τή χρησιμοποιοῦμε. Ἀλλά προσοχή, νά μήν ἀφήσουμε καί τήν προσευχή.


 Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

  





[1] Εὐεργετινός, ἐκδ. Συναξαριστής, 2001 (στό ἑξῆς: Εὐεργετινός).
[2] Πρβλ. Ψαλμ. 33, 10.
[3] Εὐεργετινός.
[4] Ὅ.π.
[5] Ματθ. 5, 3.
[6] Ματθ. 5, 4.
[7] Ματθ. 5, 3.
[8] Λουκ. 6, 20.
[9] Ματθ. 5, 11.
[10] Πρβλ. Λουκ. 18, 25.
[11] Λουκ. 6, 24.
[12] Εὐεργετινός.
[13] Πρβλ. Ματθ. 5, 32.
[14] Πρβλ. Α΄Κορ. 7, 27.
[15] Ὅ.π.
[16] Εὐεργετινός.
[17] Ἰακ. 4, 6.
[18] Εὐεργετινός.
[19] Ὅ.π.
[20] Ὅ.π.
[21] Ὅ.π.
[22] Γαλ. 5, 22.
[23] Εὐεργετινός.
[24] Ἑβρ. 12, 6.
[25] Λουκ. 13, 5.
[26] Πρβλ. Ἰω. 3, 19.
[27] Ἑβρ. 2, 2.
[28] Εὐεργετινός.
[29] Ὅ.π.
[30] Ὅ.π.
[31] Ὅ.π.
[32] Ὅ.π.
[33] Ὅ.π.
[34] Ὅ.π.
[35] Ὅ.π.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...