Δέν ἔχει
περάσει ἀκόμα ἡ περίοδος κατά τήν ὁποία γιορτάζουμε τό μεγάλο γεγονός
τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅλοι γνωρίζουμε ὄτι οἱ
Δεσποτικές ἑορτές, δηλαδή οἰ ἑορτές πού σχετίζονται μέ τό πρόσωπο τοῦ
Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δέν γιορτάζονται μία μέρα μόνο ἀλλά ἀρκετές.
Ἀκόμα λοιπόν εἴμαστε στήν περίοδο πού γιορτάζουμε τά Θεοφάνεια καί
σκέφτηκα μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά ποῦμε λίγα λόγια γιά τό μεγάλο μυστήριο
τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος.
Τό Βάπτισμα ἄρχισε
γιά μᾶς μέ τήν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ μας. Ὁ Χριστός μας δέν εἶχε ἀνάγκη νά
βαπτιστεῖ, γιατί βέβαια ἦταν ἀναμάρτητος. Δέν εἶχε οὔτε τό προπατορικό,
οὔτε κανένα ἄλλο ἁμάρτημα. Τό ἔκανε ὅμως γιά μᾶς, ὥστε τό δικό Του
βάπτισμα νά γίνει ἡ ἀπαρχή τοῦ δικοῦ μας Βαπτίσματος καί τό δικό του
Χρίσμα ἡ ἀπαρχή του δικοῦ μας Χρίσματος. Τό Βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ μας
ἦταν ἡ βύθισή Του μέσα στά νερά τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ καί τό Χρίσμα
φανερώθηκε μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο κάθησε πάνω Του.
Σέ αὐτό τό
ἁγιασμένο νερό βυθιζόμαστε κι ἐμεῖς ὅταν βαπτιζόμαστε καί γινόμαστε
καινούριοι. Ὅπως λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «καινή κτίσις» (Β΄Κορ.
5,17), δηλαδή καινούρια δημιουργία. Μποροῦμε νά τολμήσουμε νά ποῦμε, ὅτι
οἱ ἄνθρωποι πού εἴμαστε βαπτισμένοι, εἴμαστε ἄλλου γένους ἄνθρωποι.
Αὐτό δέν εἶναι ρατσισμός, οὔτε ὑπερηφάνεια νά τό λέμε, εἶναι ἡ ἀλήθεια.
Δέν εἶναι ὑπερηφάνεια, ὅταν λέμε τήν ἀλήθεια.
Ὁπότε δέν κάνουμε κάποιον ρατσιστικό διαχωρισμό ἀπό τούς ἀβάπτιστους,
ἀλλά λέμε τήν ἀλήθεια, λέμε αὐτό πού συνέβη στήν Βάπτισή μας, δηλαδή
μία καινούρια δημιουργία. Ὁ ἄνθρωπος ἀναδημιουργεῖται «δι’ ὕδατος καί
πνεύματος» (Ἰω. 3,5), ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Ἐνῶ ὁ πρῶτος ἄνθρωπος
πλάστηκε ἀπό χῶμα καί νερό, ὁ δεύτερος ἄνθρωπος πλάθεται ἀπό νερό καί
Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁ βαπτισμένος ἄνθρωπος δηλαδή εἶναι μία, θά λέγαμε,
καινούρια οὐσία.
Ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου
Βαπτίσματος δίδεται διά του ὕδατος. Τό νερό εἶναι πολύ σημαντικό
στοιχεῖο. Στην ἐποχή του Ἁγίου Κυρίλλου θεωροῦσαν ὅτι τέσσερα στοιχεῖα
ἀπαρτίζουν τόν κόσμο: ἡ γῆ, τό νερό, ἠ φωτιά καί ὁ ἀέρας. Σήμερα βέβαια
ἔχουμε αὐτά πού μᾶς λέει ἡ φυσική, ἀλλά κι αὐτό πού λέει ὁ Ἅγιος δέν
εἶναι καθόλου ἄστοχο. Λέει ὅτι ἀπό τά τέσσερα στοιχεῖα τοῦ κόσμου, πού
στήν ἐποχή του παραδεχόντουσαν σάν τά δομικά στοιχεῖα, τό πιό ὡραῖο,
εἶναι τό νερό. Ὁ οὐρανός – λέει ὁ Ἅγιος – εἶναι κατοικία τῶν Ἀγγέλων.
Ἀλλά ὁ οὐρανός ἔγινε πάλι ἀπό τά ὕδατα. Ἡ γῆ εἶναι ὁ τόπος τῶν ἀνθρώπων
ἀλλά καί ἡ γῆ βγῆκε ἀπό τά ὕδατα, ὅπως μᾶς λέει στήν Γένεση. Τό ὕδωρ
εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ κόσμου. Πρίν ἀπό τήν ἑξαήμερη κατασκευή τῶν ὁρατῶν
δημιουργημάτων, «πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος» (Γεν. 1,2), τό
Ἅγιο Πνεῦμα δηλαδή περιφερόταν πάνω ἀπό τό νερό. Τό νερό λοιπόν εἶναι ἡ
ἀρχή τοῦ κόσμου καί ὁ Ἰορδάνης εἶναι ἡ ἀρχή τῶν Εὐαγγελίων, γιατί ἀπό
τήν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ μας στόν Ἰορδάνη, ἀρχίζει ὁ Κύριος τήν δημόσια
δράση Του. Ὅπως ἀκούσαμε στό σημερινό Εὐαγγέλιο, τῆς Κυριακῆς μετά τά
Φῶτα, ὁ Κύριος βγῆκε στήν ἔρημο καί ἀμέσως μετά τήν τεσσαρακονθήμερη
νηστεία ἄρχισε νά κηρύττει τήν μετάνοια λέγοντας: «μετανοεῖτε· ἤγγικε
γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 4,17).
Μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα
ὁ ἄνθρωπος ἀναδημιουργεῖται καί, ὅπως εἴπαμε, ἡ ἀναδημιουργία γίνεται
δι’ ὕδατος καί Πνεύματος, καθώς ἔγινε καί ἡ ἀρχική δημιουργία τοῦ
σύμπαντος. Στήν ἀρχική δημιουργία τά ὕδατα ὑπήκουσαν στήν προσταγή τοῦ
Δημιουργοῦ, πού εἶπε: «ἐξαγαγέτω τά ὕδατα ἑρπετά ψυχῶν ζωσῶν» (Γεν.
1,20) καί ἀμέσως βγῆκαν ἀπό τήν ἄψυχη φύση, ἀπό τό νερό, ζῶα ὁλοζώντανα.
Μέσα λοιπόν ἀπό τό νερό βγῆκαν τά ζῶα.
Στό Ἅγιο Βάπτισμα ἡ
ἴδια προσταγή τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ τά πάντα. Λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος:
«τότε, στήν πρώτη δημιουργία, τά ὕδατα ἔβγαλαν ψάρια χωρίς λογικό. Τώρα
ὅμως ἐγέννησαν ἰχθεῖς λογικούς καί πνευματικούς». Ἐννοεῖ τούς νέους
ἀνθρώπους κατά Χριστόν κτισθέντες.
«Εἶναι ἀλήθεια
καινούριος ὁ τρόπος αὐτός τῆς ἀλιείας, γιατί αὐτοί πού ψαρεύουν βγάζουν
ἀπό το νερό τά ψάρια καί ὅσα ψαρέψουν, τά νεκρώνουν. Ἀντίθετα ἐμεῖς
αὐτούς πού ἀλιεύουμε, αὐτούς πού παίρνουμε ἀπό τήν θάλασσα τοῦ κόσμου,
τούς ἀνθρώπους πού ζοῦν στό σκοτάδι, τούς ρίχνουμε μέσα στά ὕδατα καί
ζωογονοῦνται». Γιατί αὐτά τά ὕδατα δέν εἶναι ἁπλῶς νερό, ἀλλά εἶναι νερό
ἁγιασμένο ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γι’ αὐτό ὅταν βαπτίζουμε τά μωρά σήμερα,
προηγουμένως διαβάζουμε, κάνουμε εὐχές καί σταυρώνουμε τό νερό τῆς
κολυμβήθρας, ὅπως καί τό λάδι πού χρησιμοποιοῦμε.
Ἐπισημαίνει ἀκόμα ὁ
Ἱερός Χρυσόστομος κι ἄλλες διαφορές ἀνάμεσα στήν πρώτη δημιουργία καί
στήν καινούρια κτίση: «Στήν πρώτη δημιουργία, ἀφοῦ δημιουργήθηκε πρῶτα
ὅλη ἡ Κτίση, ὕστερα πλάστηκε ὁ ἄνθρωπος». Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε
τελευταῖος, τήν ἕκτη ἡμέρα. «Τώρα, στήν νέα δημιουργία συμβαίνει τό
ἀντίθετο. Ὁ νέος ἄνθρωπος δημιουργεῖται πρίν ἀπό τήν νέα δημιουργία».
Γιατί ὅλοι ξέρουμε ὅτι θά ἀνακαινισθοῦν τά σύμπαντα, ὅπως μᾶς λέει ὁ
Λόγος τοῦ Θεοῦ: «Οὐρανόν καινόν καί γῆν καινήν» (Ἀποκ. 21,1). Μᾶς
περιμένουν καινούριοι οὐρανοί καί καινούρια γῆ. Θά ἀλλάξουν τά πάντα,
ἀλλά ἡ πρώτη ἀλλαγή γίνεται στόν ἄνθρωπο, ἀντίστροφα ἀπό ὅ,τι ἔγινε στήν
πρώτη δημιουργία. «Τότε ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο κατ’ εἰκόνα Θεοῦ. Τώρα
τόν ἕνωσε μέ τόν Θεό. Τότε μᾶς ἔδωσε γιά κατοικία τόν Παράδεισο», πού
ἦταν ἕνας ὡραιότατος κῆπος, ἀλλά ἦταν πάνω στή γῆ. «Τώρα μᾶς ἄνοιξε τόν
Οὐρανό», μᾶς πάει στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. «Ἀπό αὐτά ὅλα εἶναι φανερό ὅτι
ὅσα ἐπιτελοῦνται διά τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, ἀποβλέπουν σέ μία καινούρια
καί αἰώνια ζωή». Τό Ἅγιο Βάπτισμα λοιπόν εἶναι ἡ εἴσοδος τοῦ ἀνθρώπου
στήν καινούρια δημιουργία, στήν καινή κτίση.
Λέει ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος: «εἴ τις ἐν Χριστῷ καινή κτίσις» (Β΄Κορ. 5,17), ὅποιος δηλαδή
εἶναι μέσα στόν Χριστό -καί ἐννοεῖ τους βαπτισμένους- αὐτός εἶναι
καινούρια δημιουργία. Δέν ὑπάρχει πιό μεγάλο δῶρο ἀπό αὐτό, γιατί ἡ
μεγάλη μας δυστυχία εἶναι ὅτι χάσαμε τήν πρώτη μας ὀμορφία ἐξαιτίας τῆς
παρακοῆς τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας στόν Παράδεισο. Ὁ Θεός τώρα ἀποκαθιστᾶ
τήν πρώτη μας ὀμορφιά, δίνοντάς μας ἀκόμα περισσότερα πράγματα. Δέν μᾶς
βάζει στόν Παράδεισο πού ἦταν ἕνας ἐπίγειος τόπος, ἀλλά μᾶς ἀνεβάζει
στόν Οὐρανό. Αὐτό ὅμως τό κάνει μόνο σέ ὅσους τό θέλουν. Δέν τό κάνει
ἀναγκαστικά. Δέν ἀναγκάζει τούς βαπτισμένους νά πᾶνε στήν Οὐράνια
Βασιλεία, ἀλλά μόνο καί ἐφόσον τό θέλουν. Θά πάει ὁ ἄνθρωπος στόν
Παράδεισο, ἄν συνεργαστεῖ μέ τήν θέλησή του καί λέει τό «ναί» στόν Θεό
συνέχεια, κάθε στιγμή. Γιατί ἡ ἀρετή εἶναι ἕνας καρπός ἐλευθερίας, δέν
εἶναι κάτι ἀναγκαστικό. Αὐτό πού εἶναι ἀναγκαστικό, δέν εἶναι ἀρετή.
– Γιατί νά σοῦ δώσει βραβεῖο ὁ Θεός, ἄν εἶσαι ἀναγκασμένος νά εἶσαι καλός;
Παίρνεις βραβεῖο,
ὅταν μέ τήν θέλησή σου γίνεσαι καλός, κάνοντας ἕναν ἀγῶνα, ὅταν
άντιστρατεύεσαι καί ἀντιτίθεσαι σέ ὅλες αὐτές τίς ἀντίρροπες δυνάμεις
πού λέγονται: διάβολος, κοσμικό φρόνημα, παλαιός ἄνθρωπος, πάθη. Τότε
πραγματικά ἀξίζεις βραβεῖο.
Γράφει λοιπόν ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος: «εἴ τις ἐν Χριστῷ καινή κτίσις». Αὐτό εἶναι μία
διαπίστωση ἀλλά καί μία προτροπή. Εἶναι σάν νά μᾶς καλεῖ νά προσέξουμε
ὅτι εἴμαστε καινούριοι, ὅτι μᾶς ἔχει κάνει ὁ Θεός καινούριους. Μᾶς
διδάσκει ὅτι, ἄν κάποιος ἀσπάσθηκε τήν πίστη στόν Χριστό, αὐτός μᾶς
φανερώνει τήν καινούρια δημιουργία, γιατί δέν εἶναι τόσο μεγάλο ὄφελος
τό νά δοῦμε τόν οὐρανό καί τά ἄλλα μεγάλα μέρη τῆς κτίσεως, ὅσο κέρδος
εἶναι νά δοῦμε ἄνθρωπο νά μετατίθεται ἀπό τήν κακία στήν ἀρετή καί νά
μεταπηδᾶ ἀπό τήν πλάνη στήν ἀλήθεια. Ἕνας βαπτισμένος ἄνθρωπος δηλαδή,
πού φυλάγει τό βάπτισμα καί δέν τό μολύνει, δέν κάνει ἁμαρτίες,
φανερώνει ἀκριβῶς αὐτήν τήν καινούρια δημιουργία τοῦ Θεοῦ.
«Αὐτό καί ὁ
μακάριος Παῦλος ὀνόμασε καινή κτίση, γι’ αὐτό καί πρόσθεσε ἀμέσως «τά
ἀρχαῖα παρῆλθεν· ἰδοῦ γέγονε τά πάντα καινά». Πᾶνε ὅλα τά παλαιά, ὅλα
ἔγιναν καινούρια, δείχνοντας μέ αὐτό ὅτι, ἀφοῦ μέ τήν πίστη τους στόν
Χριστό ἐκδύθηκαν σάν παλαιό ἔνδυμα τό φορτίο τῶν ἁμαρτημάτων, ἐνδύθηκαν
τό καινούριο αὐτό λαμπρό ἔνδυμα καί τήν βασιλική στολή, πού εἶναι ὁ
Χριστός καί καταλαμπρύνθηκαν ἀπό τό φῶς τῆς δικαιοσύνης». Εἴμαστε λοιπόν
καινούριοι καί φορᾶμε τό καινούριο ἔνδυμα πού εἶναι ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ὁ
Χριστός. Εἶναι αὐτό τό ἔνδυμα πού χάσαμε ἐξαιτίας τῆς παρακοῆς μας στόν
Παράδεισο. Αὐτό τό ἔνδυμα φοροῦσαν οἱ Πρωτόπλαστοι καί δέν ἔνιωθαν
γυμνοί.
– Πότε ἔνιωσαν γυμνοί οἱ Πρωτόπλαστοι;
Ὅταν ἁμάρτησαν.
Τότε ὁ διάβολος τούς ξέσκισε αὐτό τό ἔνδυμα, τό Ἄκτιστο Φῶς. Αὐτό τό
ἔνδυμα ἔρχεται νά μᾶς δώσει πάλι μέ τό Βάπτισμα ὁ Χριστός μας. Δυστυχῶς,
ὅμως, μετά ἐμεῖς κάνουμε πάλι τό λάθος πού ἔκανε ὁ Ἀδάμ. Ἁμαρτάνουμε
καί ξεσκίζουμε αὐτό τό ἔνδυμα καί δέν τό κάνουμε μία φορά, ὅπως ὀ Ἀδάμ,
ἀλλά πολλές φορές. Πάλι ὅμως ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ δέν μᾶς ἐγκαταλείπει
καί μᾶς δίνει τρόπο νά φορέσουμε ξανά τό ἔνδυμα, μέ τό δεύτερο
βάπτισμα, τῆς μετανοίας καί τῶν δακρύων. Αὐτό τό βάπτισμα ἱσοδυναμεῖ μέ
τῷ λουτρῷ, ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος «καί δάκρυον στάξαν
ἰσοδυναμεῖ τῷ λουτρῷ». Ὅταν δηλαδή μπορέσεις καί ἕνα δάκρυ νά στάξεις
γιά τίς ἁμαρτίες σου, ὄχι γιατί πληγώθηκε ὁ ἐγωισμός σου, ἀλλά γιατί
συνετρίβεις λόγω τῶν ἁμαρτιῶν σου, αὐτό ἰσοδυναμεῖ μέ τῷ λουτρῷ τοῦ
Βαπτίσματος. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη δωρεά τοῦ Θεοῦ, τῆς μετανοίας καί τῆς
Ἐξομολογήσεως. Ὅταν λοιπόν ὁ ἄνθρωπος ἐξομολογεῖται εἰλικρινά καί στάζει
ἔστω καί ἕνα δάκρυ μετάνοιας εἶναι σάν νά ξαναβαπτίζεται. Τότε παίρνει
πάλι αὐτήν τήν ὡραιότητα, πού τήν χάλασε, λόγω τῶν ἁμαρτιῶν του.
«Ὁ λόγος τοῦ
ἀποστόλου Παύλου «αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἐπί
ἔργοις ἀγαθοῖς» (Ἐφ. 2,10), σημαίνει ὅτι ἡ ἀναγέννησή μας -λέει ὁ ἱερός
Χρυσόστομος- εἶναι μία καινούρια δημιουργία». Εἴμαστε ποίημα τοῦ
Χριστοῦ.
«Ἤρθαμε στήν ὕπαρξη
ἀπό τήν ἀνυπαρξία». Πράγματι, ὀ ἄνθρωπος, ὅταν εἶναι στήν ἁμαρτία,
εἶναι σάν νά μήν ὑπάρχει. Σωματικά μπορεῖ νά ὐπάρχει, ἀλλά ἡ σωματική
ὕπαρξη θά διαλυθεῖ, θά χαθεῖ, προορίζεται γιά τήν κόλαση, ὁπότε
οὐσιαστικά δέν ὑπάρχει. Ὑπάρχει αὐτός πού θά ζήσει αἰώνια, αὐτός πού
εἶναι ἑνωμένος μέ τόν ἀληθινά ὑπάρχοντα, μέ τόν ὄντως ὄντα, πού εἶναι ὁ
Θεός. Ὅταν λοιπόν μπαίνεις μέσα στήν Ἐκκλησία διά τοῦ Βαπτίσματος, τότε
ἀρχίζεις νά ὑπάρχεις πραγματικά, γιατί τότε ἑνώνεσαι μέ αὐτόν πού
ἀληθινά ὑπάρχει, τόν Χριστό. Ὁ Χριστός εἶπε: «Ἐγώ εἰμι ὁ ὤν» (Ἀποκ.
1,8), δηλαδή Ἐγώ εἶμαι πού ὑπάρχω.
«Ὁ παλαιός
ἄνθρωπος, πού ἤμασταν πρίν, ἀπέθανε». Με τό βάπτισμα συμβαίνει ἕνας
θάνατος καί μία ἀνάσταση. Πεθαίνουμε ὡς πρός τόν παλαιό ἄνθρωπο, τόν
ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας καί τῶν παθῶν καί ἀνασταινόμαστε ἐν Χριστῷ. «Γίναμε
αὐτό πού δέν εἴμαστε. Ἑπομένως αὐτό εἶναι δημιουργία. Δημιουργία
τιμιώτερη ἀπό τήν ἀρχική».
Λέει ὁ ἅγιος
Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «Ὁ φιλάνθρωπος Θεός ἔκρινε, ὅτι δέν ἔπρεπε νά
ἀφήσει ἀβοήθητο τό πλάσμα Του, οὔτε νά τό ἐγκαταλείψει, ὅταν ἐξαιτίας
τῆς ἁμαρτίας κινδύνευε νά χωριστεῖ ἀπό τόν Δημιουργό του. Ἀλλά καθώς μᾶς
ἔφερε στήν ὕπαρξη ἐκ τοῦ μή ὄντος, ἔτσι ἀφοῦ ἤρθαμε στήν ὕπαρξη, μᾶς
ἀνέπλασε μέ μία δημιουργία θεϊκότερη καί ὑψηλότερη ἀπό τήν ἀρχική. Αὐτή ἡ
νέα δημιουργία ἱερουργεῖται μέ τό ἅγιο Βάπτισμα. Ὅποιος πίστεψε στόν
Χριστό καί βαπτίστηκε, δημιουργήθηκε στήν νέα δημιουργία, γιατί
γεννήθηκε ἄνωθεν διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτή ἡ καινή κτίση εἶναι δωρεά
τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. «Ἐμεῖς σάν ἄνθρωποι, ὄχι μόνο εἴμαστε ἀνάξιοι γι’
αὐτήν τήν δωρεά, ἀλλά ἐπιπλέον», λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «εἴμαστε
ὑπόδικοι κολασμοῦ καί τιμωρίας. Ἐπειδή, ὅμως, ὁ Θεός δέν ἔλαβε αὐτό
ὑπόψιν του, ὄχι μόνο μᾶς ἀπήλλαξε ἀπό τήν τιμωρία, ἀλλά καί ζωή μᾶς
χάρισε λαμπρότερη ἀπό τήν προηγούμενη. Κάνει μία κανούρια δημιουργία. Ὁ
Θεός μᾶς εἶχε ἐμπιστευτεῖ τόν Παράδεισο, ἀλλά οὔτε ἐκεῖ φανήκαμε ἄξιοι
νά ζήσουμε. Κι ὅμως ὁ Θεός μᾶς ἀνέβασε στούς οὐρανούς», καταλήγει ὁ
ἱερός Χρυσόστομος. Αὐτή εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ κανονικά θά ἔπρεπε
νά τιμωρηθοῦμε, κατά κάποιον τρόπο τιμωρεῖται Αὐτός, ἀντί γιά μᾶς καί
ἀναλαμβάνει τήν ἀνθρώπινη φύση Αὐτός, ἀντί γιά ἐμᾶς. Αὐτό πού ἔπρεπε νά
κάνουμε ἐμεῖς, τό κάνει ὁ Χριστός. Σέ μᾶς ἀφήνει τήν εὐλογία…
«Μέ τήν Βάπτιση τοῦ
Χριστοῦ, ἁγιάσθηκε ἡ φύση τῶν ὑδάτων καί τό γένος τῶν ἀνθρώπων
ἐλευθερώθηκε ἀπό τήν τυραννία τοῦ διαβόλου. «Νῦν δέ τῶν ὑδάτων φύσις
εὐλόγηται, σοῦ σαρκί βαπτισθέντος καί γένος γηγενῶν, πρός τήν πρίν
ἐπανῆλθεν αὖθις εὐγένειαν. Γένος δέ βροτῶν, τῆς πικρᾶς τυραννίδος ἐχθροῦ
λελύτρωται». Αὐτή εἶναι ἡ ἐκχυομένη ἐκ τοῦ Ἰορδάνου εὐλογία», ἡ ὁποία
ἔρχεται μέσω τοῦ Χριστοῦ. «Ἀπό ὅλους τούς ποταμούς μόνο ὁ Ἰορδάνης, ἀφοῦ
δέχθηκε μέσα του τήν ἀπαρχή τοῦ ἁγιασμοῦ καί τῆς εὐλογίας, δηλαδή τόν
Χριστό, σκόρπισε σάν ἀπό κάποια πρωτότυπο πηγή τήν χάρη τοῦ ἁγίου
βαπτίσματος σέ ὄλο τόν κόσμο. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός στά ρεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου,
ἀναπλάσσει τόν Ἀδάμ πού εἶχε φθαρεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία. Βαπτίσθηκε ὁ
Χριστός μας στόν Ἰορδάνη, γιά νά κάμει διά μέσω τοῦ Ἑαυτοῦ του τό ἅγιο
Βάπτισμα φάρμακο πού καθαρίζει τούς μολυσμούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι βαθιά
ριζωμένοι μέσα μας ἀπό τήν ἐμπαθή γέννηση καί διαβίωσή μας. Μέ τήν
Βάπτιση τοῦ Κυρίου, ἐγκαθίσταται στό νερό τοῦ βαπτίσματος ἡ Χάρη τοῦ
Χριστοῦ καί τοῦ Πατρός καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὥστε ἑνωμένοι ἔπειτα μέ
ὅσους βαπτίζονται ἐν Χριστῷ, τούς ἀναγεννᾶ μέ τρόπο θεϊκό, τούς
ἀνακαινίζει καί τούς ἀναπλάσσει μυστικῶς. Ὥστε νά μήν εἶναι πλέον ἀπό
τόν παλαιό Ἀδάμ καί νά δέχονται ἀπό αὐτόν τήν κατάρα, ἀλλά νά ἔχουν τήν
γέννηση ἀπό τόν νέον Ἀδάμ γιά νά ἔχουν ἀπό αὐτόν τήν εὐλογία καί νά μήν
εἶναι τέκνα σαρκός, ἀλλά τέκνα Θεοῦ». Ἑπομένως, ἀπό τήν στιγμή πού
βαπτιζόμαστε, δέν εἴμαστε πλέον σαρκικά παιδιά, ἀλλά τέκνα Θεοῦ.
«Τό ὕδωρ τοῦ Ἁγίου
Βαπτίσματος εἶναι ὁ Ἰορδάνης τῆς Χάριτος, πού ἀναγεννᾶ τούς ἀνθρώπους
καί τούς φυτεύει στόν Παράδεισο τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ὀ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ πέρασε
μέ τούς Ἰουδαίους τόν Ἰορδάνη καί ἔφτασε στή Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, ἔτσι καί
οἱ βαπτιζόμενοι, περνοῦν τόν Ἰορδάνη τῆς Χάριτος καί εἰσέρχονται στήν
καινή γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ».
Σήμερα, δυστυχῶς,
πολλοί γονεῖς εἴτε δέν βαπτίζουν τά παιδιά τους, εἴτε τό ἀναβάλλουν μέ
τό σκεπτικό πώς, ὅταν μεγαλώσει, θά ἀποφασίσει μόνο του τό παιδί. Λές
καί θά πάθει κακό τό παιδί, ἄν βαπτισθεῖ καί ἄν ἀνακαινισθεῖ. Βάπτισέ τό
καί ἄφησέ το. Δέν τοῦ κάνεις κακό, οὔτε τό ἀναγκάζεις νά εἶναι καλό,
οὔτε τό ἀναγκάζεις νά ζήσει χριστιανικά μέ τό νά τό βαπτίσεις, γιατί ἡ
θέληση τοῦ ἀνθρώπου δέν βλάπτεται, δέν δεσμεύεται μέ τό Βάπτισμα. Τό
παιδί μεγαλώνοντας μπορεῖ νά μήν ἀξιοποιήσει τό Βάπτισμα, ἄν δέν θέλει.
Εἶναι σάν νά τοῦ κάνεις μία κατάθεση στήν τράπεζα. Ἄν θέλει τήν παίρνει,
ἄν δέν θέλει δέν τήν παίρνει. Ἔγκειται στήν ἐλευθερία του. Ἔτσι
συμβαίνει καί μέ τό Βάπτισμα. Εἶναι σάν μία κατάθεση στόν οὐρανό. Γιατί
νά τοῦ στερήσεις αὐτήν τήν κατάθεση, ἐνῶ μπορεῖς νά τήν κάνεις καί δέν
κοστίζει τίποτα; Καί ποῦ ξέρεις ἄν θά μεγαλώσει, ὥστε νά μπορέσει νά
βαπτισθεῖ; Εἶναι μεγάλη δυστυχία νά πεθάνει κανείς ἀβάπτιστος. Γι’ αὐτό
καί εἶναι τρομερό πράγμα ἐκτρώσεις πού τά παιδιά πεθαίνουν ἀβάπτιστα.
Ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος στούς γονεῖς πού θέλουν νά κάνουν ἔκτρωση «σκοτῶστε
τα τουλάχιστον, ἀφοῦ τά βαπτίσετε», ἀφῆστε τά δηλαδή νά γεννηθοῦν καί νά
βαπτισθοῦν πρῶτα. Πολλοί θεωροῦν ὅτι τό ἔμβρυο δέν εἶναι παιδί ὅσο
βρίσκεται στήν κοιλιά. Μά πῶς δέν εἶναι παιδί! Τί εἶναι τότε; Καί στήν
ἐποχή τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Νύσση οἱ ἄνθρωποι βαπτίζονταν σέ μεγάλη
ἡλικία καί ἀνέβαλλαν τό βάπτισμα, ἀλλά ὁ Ἅγιος τούς προέτρεπε νά μήν
ἀναβάλλουν τό βάπτισμα.
«Μιμήσου λοιπόν τόν
Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ. Ἄφησε τήν ἔρημο», δηλαδή τήν ἁμαρτία, τήν ζωή ἐκτός
Ἐκκλησίας, τήν ζωή τῶν παθῶν, τήν ζωή τοῦ ἀβάπτιστου. Ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ
εἶναι ὁ διάδοχος τοῦ Μωυσῆ, ὀ ὁποῖος πῆρε τούς Ἑβραίους ἀπό τήν ἔρημο
καί τούς ὁδήγησε διά μέσω τοῦ Ἰορδάνου στήν γῆ τῆς Ἐπαγγελίας.
«Ἄφησε τήν ἔρημο
καί πέρασε τόν Ἰορδάνη», μπές δηλαδή μέσα στήν κολυμβήθρα. Ἡ κολυμβήθρα
γιά μᾶς εἶναι ὁ Ἰορδάνης. «Καί τρέξε πρός τήν ἐν Χριστῷ ζωή». Πολλοί
ἔχουν μεγάλη ἐπιθυμία νά μποῦν μέσα στόν Ἰορδάνη ποταμό. Καλό εἶναι κι
αὐτό, ἀλλά ἔχουμε ὅλοι περάσει τόν Ἰορδάνη ποταμό μέ τό πού
βαπτισθήκαμε. «Τρέξε στή γῆ τήν γόνιμη πού καρποφορεῖ καρπούς πού
εὐφραίνουν», τήν πνευματική γῆ δηλαδή, πού βγάζει πνευματικούς καρπούς,
πού γεμίζουν τόν ἄνθρωπο μέ χαρά.
«Γκρέμισε τήν
Ἰεριχώ». Ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ μόλις πέρασε τόν Ἰορδάνη, ἡ πρώτη πόλη πού
πέρασε καί γκρέμισε τά τείχη της ἦταν ἡ Ἰεριχώ. Γκρέμισε δηλαδή τήν
κακιά συνήθεια, ἀφοῦ πέρασε τόν Ἰορδάνη. Καί ἐμεῖς εἴμαστε βαπτισμένοι,
ἀλλά ἡ συνήθεια παραμένει καί πρέπει νά τήν γκρεμίσουμε. Ἡ κακιά
συνήθεια τῆς ἁμαρτίας παραμένει. Μπορεῖ νά ζούσαμε ἁμαρτωλά πρίν
βαπτισθοῦμε. Μετά τό βάπτισμα, δέν πρέπει νά συνεχίσουμε νά ζοῦμε
ἁμαρτωλά, ἀλλά πρέπει νά γκρεμίσουμε τίς παλιές συνήθειες.
«Μήν ἀφήσεις κανένα
ὀχυρό της. Ξεθεμελίωσε τήν μητέρα τῶν ἁμαρτωλῶν λογισμῶν», τήν
διεστραμμένη διάνοια ἀπό τήν ὁποία βγαίνουν οἱ κακοί λογισμοί καί τήν
μολυσμένη καρδιά, ἀπό τήν ὁποία ἐκπηγάζουν οἱ κακοί λογισμοί, ὅπως μᾶς
εἶπε ὁ Κύριος. Καθάρισε λοιπόν τήν καρδιά σου. Αὐτό θέλει ἀγῶνα,
ἐγρήγορση, προσευχή, μυστηριακή ζωή καί ἄσκηση.
«Ὅλα αὐτά ἦταν
πρωτύπωση γιά μᾶς». Ἐννοεῖ αὐτά πού ἔκανε ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ στήν Παλαιά
Διαθήκη. Ὅλα ὅσα γίνονται στήν Παλαιά Διαθήκη ἔχουν ἕνα νόημα καί
πρωτυπώνουν γεγονότα τῆς Καινῆς Διαθήκης. «Ὅλα ἦταν προμηνύματα τῶν
πραγμάτων πού βλέπουμε σήμερα».
«Ὅταν βαπτιζόμαστε,
ὁ ἱερέας πρίν μπεῖ τό παιδί στήν κολυμβήθρα, διαβάζει κάποιες εὐχές.
Μία ἀπό τίς εὐχές, μία αἴτηση, λέει τό ἑξῆς: » ὑπέρ τοῦ καταφοιτῆσαι
τοῖς ὕδασι τούτοις τήν καθαρτικήν τῆς ὑπερουσίου Τριάδος ἐνέργειαν, τοῦ
Κυρίου δεηθῶμεν». Αὐτό γίνεται γιά νά ἁγιασθεῖ τό ὕδωρ τοῦ Ἁγίου
Βαπτίσματος καί νά μήν εἶναι σκέτο νερό, ἀλλά νά ἔχει μέσα τόν Θεό, τό
Ἅγιο Πνεῦμα, τήν Τριαδική ἐνέργεια.
«Διότι ὁ ἁγιασμός
ἀρχίζει ἀπό τόν Πατέρα καί διά τοῦ Υἱοῦ φθάνει στό Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτή τήν
Χάρη τῆς Ἁγίας Τριάδος δοξολογεῖ ἡ Ἐκκλησία τήν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων,
ψάλλοντας τό τροπάριο: «Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος
ἐφανερώθη προσκύνησις». Ἐνῶ δηλαδή βαπτιζόσουν Κύριε, φάνηκε στόν
Ἰορδάνη ἠ προσκύνηση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Φανερώθηκε ἡ Ἁγία Τριάδα. Ἔχουμε
τόν Πατέρα πού φανερώνεται μέ τήν φωνή καί λέει «Σύ εἶ ὁ υἱός μου ὁ
ἀγαπητός, ἐν σοί ηὐδόκησα» (Μαρκ. 1,11). Ἔχουμε τόν Υἱό, δηλαδή τόν
Χριστό μας καί τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ μορφή περιστερᾶς. «Τοῦ γάρ Γεννήτορος ἡ
φωνή προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητόν σε Υἱόν ὀνομάζουσα· καί τό Πνεῦμα ἐν
εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τό ἀσφαλές». Τό Ἅγιο Πνεῦμα δηλαδή
ἐβεβαίωνε τήν ἀλήθεια τοῦ Λόγου. » Ὁ ἐπιφανείς Χριστέ ὁ Θεός, καί τόν
κόσμον φωτίσας δόξα σοι».
«Ἠ βάπτιση τοῦ
Χριστοῦ, εἶναι μία φανέρωση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ», εἶναι μία Θεοφάνεια.
Γι’ αὐτό καί ἄν θέλετε μία εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς
Βαπτίσεως, γιατί σέ αὐτήν τήν εἰκόνα ἔχουμε καί τά τρία Πρόσωπα.
«Στήν ἀρχική
Δημιουργία ὁ Θεός εἶπε: «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καί
καθ᾿ ὁμοίωσιν» (Γεν. 1,26). Αὐτός ὁ πληθυντικός ‘ποιήσωμεν’ πάλι
φανερώνει τά τρία Πρόσωπα. Ἄν ἦταν ἕνα τό πρόσωπο, θά ἔλεγε ‘ποιήσω’. Τά
τρία Πρόσωπα συσκέπτονται καί ἀποφασίζουν νά φτιάξουν τόν ἄνθρωπο.
«Καί ἀφοῦ πλάσθηκε ἡ
φύση μας ἐν τῷ Ἀδάμ, μέ τό ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ (ἐνεφύσησεν ὁ Θεός εἰς τό
πρόσωπον αὐτοῦ καί ἐγένετο εἰς ψυχήν ζῶσαν (Γεν. 2,7)), φανερώθηκε τό
ζωαρχικό πνεῦμα». Αὐτό τό ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε κι ἄλλη φορά,
δέν εἶναι ἡ ψυχή, ἀλλά εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα. Εἶναι τό ἔνδυμα πού
φοροῦσαν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα καί δέν ἔνιωθαν γυμνοί. «Τό Ἅγιο Πνεῦμα
συνεφανέρωσε καί τό τριαδικόν τῶν ὑποστάσεων τῆς δημιουργοῦ θεότητος».
«Τώρα πού ἡ φύση
μας ἀναπλάσσεται ἐν Χριστῷ, τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο φανερώθηκε διά τῆς
πρός αὐτόν καθόδου ὑπερουράνια, ὅταν βαπτιζόταν στόν Ἱορδάνη, φανερώνει
τό μυστήριο τῆς Ὕψιστης καί παντουργοῦ Τριάδος. Μυστήριο σωστικό γιά τά
λογικά κτίσματα. Καί γιά ποιόν λόγο φανερώνεται τό μυστήριο τῆς Ἁγίας
Τριάδος, ὅταν πλάσσεται καί ἀναπλάσσεται ὁ ἄνθρωπος; Ὄχι μόνο γιατί ὁ
ἄνθρωπος εἶναι ὁ μόνος ἐπίγειος μύστης καί προσκυνητής τῆς Ἁγίας
Τριάδος, ἀλλά καί γιατί εἶναι ὁ μόνος πού δημουργήθηκε κατ’ εἰκόνα Της».
Γι’ αὐτό φανερώνεται ἡ Ἁγία Τριάδα στήν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ, γιατί στήν
Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ γίνεται ἡ άναδημιουργία ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί
ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Ἔπειτα κάνει τήν
ἑξῆς αἴτηση: «Ὑπέρ τοῦ φωτισθῆναι ἡμᾶς φωτισμόν γνώσεως καί εὐσεβείας,
διά τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν».
Προηγουμένως ὁ ὑποψήφιος (ὁ νονός μᾶλλον γιατί ὁ ὑποψήφιος εἶναι μωρό),
ἔχει πεῖ τό Πιστεύω. Μέ αὐτήν τήν ὁμολογία τῆς Πίστεως, ὁ φωτιζόμενος,
δέχεται φωτισμό γνώσεως καί μέ τήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, φτάνει
καί στόν φωτισμό τῆς εὐσέβειας.
Λέει ὁ Ἅγιος
Μάξιμος: «Διά μέσω τῶν ἐντολῶν ὁ Κύριος χαρίζει τήν ἀπάθεια σέ ἐκείνους
πού τίς ἐργάζονται». Ὅσο δηλαδή κανείς τηρεῖ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ,
σιγά-σιγά νεκρώνει τά πάθη καί γίνεται ἀπαθής. Ὄχι μέ τήν κοσμική ἔννοια
ὅτι γίνεται ἀδιάφορος, ἀλλά γίνεται ἀπαθής μέ τήν πνευματική ἔννοια,
δηλαδή δέν ἐνεργοῦν τά πάθη, δέν ὑποτάσσεται πλέον στά πάθη καί δέν
ἁμαρτάνει. Αὐτό γίνεται μόνο, ὅταν τηρεῖ κανείς τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ.
«Καί μέ τά θεία
δόγματα τούς χαρίζει τόν φωτισμό τῆς γνώσεως». Μαθαίνοντας τήν ἀλήθεια
γιά τόν Θεό, τόν Χριστό, τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἀφοῦ ἀποδεχθοῦμε αὐτήν τήν
ἀλήθεια, φωτιζόμαστε. Δέν μπορεῖ νά πιστεύει κανείς λανθασμένα πράγματα
γιά τήν Ἁγία Τριάδα καί νά θέλει νά καθαρισθεῖ καί νά τηρήσει τίς
ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Δέν θά μπορέσει νά τηρήσει τίς ἐντολές, οὔτε νά
καθαρισθεῖ, χωρίς νά πιστεύει σωστά, ἀλλά καί χωρίς νά ζεῖ σωστά. Εἶναι
αὐτό πού λέμε Ὀρθοδοξία, ἀλλά καί Ὀρθοπραξία.
«»Ὁ Θεός ὅς ἔλαμψεν
ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρός φωτισμόν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν
προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Β΄Κορ. 4,6), στήν ἀρχική δημιουργία εἶπε:
«γενηθήτω φῶς· καί ἐγένετο φῶς» (Γεν. 1,3). Εἶπε δηλαδή νά γίνει φῶς καί
ἔγινε φῶς. Στήν καινή κτίση ὅμως», πού εἴμαστε ἐμεῖς, «δέν δημιουργεῖ
ἐκ νέου τό φῶς, ἀλλά ὁ Ἴδιος ἔγινε σέ μᾶς φῶς», λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστομος. «Γι’ αὐτό, ὅταν λάμπει αὐτό τό φῶς», ὁ Χριστός, «δέν
βλέπουμε αἰσθητά πράγματα, ἀλλά τόν ἴδιο τόν Θεό διαμέσου τοῦ Χριστοῦ».
«Ἡ ψυχή τοῦ
βαπτιζόμενου δέν φωτίζεται ἀπό τό αἰσθητό φῶς, ἀλλά ἀπό τόν ἴδιο τόν
Δημιουργό». Ἀποκτάει δηλαδή ὀ ἄνθρωπος τό φῶς τοῦ Θεοῦ, τό Ἄκτιστο Φῶς.
Γι’ αὐτό ὅλοι οἱ Χριστιανοί ἐπιθυμοῦν νά δοῦν τό Ἄκτιστο Φῶς. Τό Ἄκτιστο
Φῶς ὅμως τό ἔχουμε, και στό μέτρο πού κανείς καθαρίζεται, τό βλέπει ὅλο
καί καθαρότερα. Τό πρῶτο Ἄκτιστο φῶς πού βλέπει ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἡ
μετάνοια. Ἡ μετάνοια εἶναι φῶς. Πολλοί ἄνθρωποι δέν θέλουν νά
μετανοήσουν! Σέ πόσους μιλᾶς γιά μετάνοια καί ἀρνοῦνται νά σέ ἀκούσουν ἤ
φεύγουν. Δέν θέλουν νά ἐξομολογηθοῦν σέ ἱερέα καί νομίζουν ὅτι ἀρκεῖ νά
τά ποῦν στόν ψυχολόγο ἤ στίς εἰκόνες ἀκόμα. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι εἶναι
σκοτισμένοι.
«Τό ἀληθινόν φῶς
ἐπεφάνη καί πᾶσι τόν φωτισμόν δωρεῖται». Μόνο ὅποιος θέλει πηγαίνει καί
παίρνει ἀπό αὐτό τό Ἄκτιστο Φῶς. «Ὁ Ἰησοῦς Χριστός έπεφάνη ἐν τῷ κόσμῳ
καί ἀπεκάλυψε στούς μαθητάς Του τά μυστήρια τῆς Βασιλείας». Λέει ὁ
Χριστός μας στούς μαθητές Του, τούς Ἀποστόλους: «ὑμῖν δέδοται γνῶναι τά
μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ· τοῖς δέ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς τά πάντα
γίνεται, ἵνα βλέποντες βλέπωσι καί μή ἴδωσι, καί ἀκούοντες ἀκούωσι καί
μή συνιῶσι» (Μαρκ. 4,11).
– Κάνει διακρίσεις ὁ Χριστός;
Μέ ἀφορμή αὐτόν τόν
λόγο τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γράφει: «Θά μποροῦσε
κανείς νά ρωτήσει τόν Χριστό: -Τί εἶναι τοῦτο, ὦ Δέσποτα; Ἐσύ, ὁ μόνος
δημιουργός ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ὁ μόνος κοινός Πατήρ, ὁ μόνος κοινός
σωτήρ, τό Φῶς ἐκείνων πού βρίσκονται στό σκοτάδι τῆς ἀγνωσίας, τώρα
φωτίζεις μόνο τούς ἐκλεκτούς Σου μαθητάς καί στούς ἄλλους μιλᾶς μέ
ἀσάφεια; Καί ὁ Χριστός ἀπαντάει: -Ναί, κρίνω ἄξιους νά φωτισθοῦν μόνο
τούς δικαίους, πού ἔχουν προαίρεση καί ποθοῦν καί ζητοῦν νά κάνουν πράξη
τήν σωτήρια γνώση».
Βλέπετε; Ὁ Χριστός
μας δίνει τό φῶς μόνο σέ ὄσους τό θέλουν. Λέει ἀκόμα: «Μή δῶτε τά ἅγια
τοῖς κυσί» (Ματθ. 7,6). Πρέπει καί ὁ ἄνθρωπος νά ἀνταποκριθεῖ καί νά
δείξει μία καλή διάθεση καί προαίρεση, ὥστε νά δεχθεῖ τό Φῶς. Ὁ Θεός
βεβαίως φωτίζει τά πάντα, ἐκχέει τό Φῶς καί θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ
ἄνθρωποι. Πόσοι ὅμως δέχονται αὐτό τό Φῶς; Μόνο αὐτοί πού θέλουν. Αὐτοί
μόνο φωτίζονται πραγματικά. Ὅταν ὁ Χριστός κήρυττε, μιλοῦσε μέ
παραβολές. Γιατί τό ἔκανε αὐτό; Γιατί πολλοί πού πήγαιναν ἐκεῖ δέν
πήγαιναν μέ ἐνδιαφέρον καί μέ καλή προαίρεση. Πολλοί πήγαιναν γιά νά Τόν
κατακρίνουν, νά Τόν διαβάλλουν ἤ νά ἁρπάξουν ἕναν λόγο Του καί νά Τόν
προδώσουν στούς ἀρχιερεῖς ἤ στήν ρωμαϊκή ἐξουσία δῆθεν ὡς ἐπαναστάτη καί
ἐπικίνδυνο, γιά νά Τόν συλλάβουν. Ὑπῆρχαν τέτοιοι ἐγκάθετοι ἄνθρωποι.
Ἄλλοι πήγαιναν μέ ἀδιαφορία καί ἀπό περιέργεια ἁπλά γιά νά ἀκούσουν τί
λέει. Δέν εἶχαν διάθεση νά ἀλλάξουν ζωή καί νά ὑπακούσουν σέ ὅσα ἔλεγε.
Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός μας, ἀπό ἀγάπη, δέν τούς ἀποκάλυπτε φανερά τήν
ἀλήθεια, ἀλλά τούς ἔλεγε αὐτό πού ἤθελε σεσκιασμένα κάτω ἀπό μία
παραβολή. Τούς ἔλεγε μία ἱστορία μέσα ἀπό τήν καθημερινή ζωή καί αὐτοί
σηκώνονταν καί ἔφευγαν. Ὅσοι ἐνδιαφέρονταν πραγματικά, πήγαιναν κοντά
καί Τόν ρωτοῦσαν «φράσων ὑμῖν», δηλαδή ἐξήγησέ μας τί σημαίνουν αὐτά.
Τότε Ἐκεῖνος βλέποντας τό πραγματικό τους ἐνδιαφέρον, ἔλεγε «ὑμῖν
δέδοται γνῶναι» (Μαρκ. 4,11), δηλαδή σέ σᾶς θά ἐξηγήσω νά καταλάβετε τήν
παραβολή καί τούς ἐξηγοῦσε καθετί ἀπό αὐτά πού ἔλεγε τί συμβολίζει.
Ἔτσι σήμερα καί
πάντοτε ὁ Θεός ἐνεργεῖ καί δέν φταίει οὔτε ὁ Θεός, οὔτε ἡ Ἐκκλησία πού
εἴμαστε σκοτισμένοι. Μερικοί λένε: «αὐτό πρώτη φορά τό ἄκουσα, δέν τό
ἔχει πεῖ κανένας παπάς μέχρι τώρα». Κι ὅμως! Οἱ παπάδες τά λένε, ἐμεῖς
δέν τά ἀκοῦμε. Εἴμαστε πατημένη γῆ. Ὁ Χριστός ἀποκαλύπτεται σέ αὐτούς
πού θέλουν, πού ἀναζητοῦν, πού ἔχουν ἀγαθή προαίρεση καί ἐπιθυμοῦν νά
κάνουν πράξη τήν σωτήρια γνώση, δηλαδή νά τήν ἐφαρμόσουν. Κι ἐδῶ ἀκόμα,
ὅσοι ἐρχόμαστε στίς ὁμιλίες -ἀκόμα καί ἐγώ- πόσοι θέλουμε νά κάνουμε
πράξη αὐτά πού ἀκοῦμε; Αὐτά τά λόγια δέν εἶναι δικά μου, ἀλλά τῶν
Πατέρων πού εἶναι φωτισμένοι μέ τό ἅγιο Πνεῦμα, τοῦ Θεοῦ. Θά πρέπει αὐτά
πού ἀκοῦμε νά τά δεχόμαστε μέ τήν προοπτική νά τά κάνουμε πράξη. Ὄχι
ἁπλῶς νά μάθουμε κάτι ἀκόμα, ἀποκτώντας μία ἀκόμη γνώση, ἤ νά κάνουμε
καί τόν ἔξυπνο σέ μία θρησκευτική συζήτηση, ἀλλά νά προσπαθοῦμε νά τά
ἐφαρμόσουμε. Σέ ὅσους ἀποσκοποῦν στήν ἁπλή γνώση, δέν ἀποκαλύπτεται ὁ
Θεός. Ἀποκαλύπτεται μόνο σ’ αὐτούς πού ἡ γνώση μεταβάλλεται σέ πράξη.
«Ἡ συζυγία γνώσεως
καί εὐσέβειας κάνει τόν ἄνθρωπο εὐάρεστο στόν Κύριο», ἡ σωστή γνώση τοῦ
Θεοῦ ἀπό τήν μία καί ἡ εὐσέβεια, δηλαδή ἡ σωστή ζωή ἀπό τήν ἄλλη.
«Ὁ Θεός
ἀποδοκιμάζει ἐξίσου καί τήν πίστη πού δέν συνοδεύεται ἀπό ἔργα καί τά
ἔργα πού δέν στηρίζονται στήν πίστη». Καί τά δύο τά ἀποδοκιμάζει ὁ Θεός.
Πολλοί λένε ὅτι πιστεύουν στόν Θεό καί ὅτι εἶναι θρῆσκοι. Καί αὐτοί οἱ
ἄθεοι καί οἱ δημοσιογράφοι πού βγαίνουν στήν τηλεόραση ὑποστηρίζουν ὅτι
εἶναι θρῆσκοι. Ἄν τούς ρωτήσεις πότε ἐξομολογήθηκαν, δέν θυμοῦνται ἤ δέν
ἔχουν ἐξομολογηθεῖ ποτέ. Ἀπό πότε ἔχουν νά πᾶνε στήν Ἐκκλησία; Ἀπό πότε
ἔχουν νά κοινωνήσουν; Ἔτσι εἶναι ὁ θρῆσκος; Ὄχι φυσικά. Οἱ ἄνθρωποι
αὐτοί συνήθως πιστεύουν θεωρητικά καί αὐτό δέν τό δέχεται ὁ Θεός, εἶναι
ἀποδοκιμαστέο. Τό ἴδιο ἀποδοκιμάζει καί τά ἔργα, χωρίς τήν πίστη. Γιά
παράδειγμα, οἱ μασόνοι, κυκλοφοροῦν σάν φιλανθρωπικό σωματεῖο καί κάνουν
καί κάποιες ψευτο-φιλανθρωπίες, ἀλλά δέν πιστεύουν. Καί αὐτοί λοιπόν
ἀποδοκιμάζονται ἀπό τόν Θεό. Καί κάποιοι ἄλλοι πού ἀφήνουν λ.χ. μετά
θάνατον τήν περιουσία τους σέ κάποιο ἵδρυμα καί αὐτοί ἀποδοκιμάζονται.
Αὐτά δέν ἀρέσουν στόν Θεό. «Πίστις ἄεργος καί ἔργον ἄπιστον τόν αὐτόν
τρόπον ἀποδοκιμασθήσονται». «Ὁ ἀγαπών τόν Θεόν καί πιστεύει γνησίως καί
τά ἔργα τῆς πίστεως ἐπιτελεῖ ὁσίως». Πρέπει νά ὑπάρχει καί Ὀρθοπραξία
καί Ὀρθοδοξία.
«Τό ἅγιο Βάπτισμα
δέν εἶναι μόνο ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ ἀλλά καί ὑπόσχεση ἐπιστροφῆς στόν
Χριστό». Μάθαμε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος,
ὅτι ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός, τά ἀποδεχτήκαμε, τά ὁμολογήσαμε μέ τό
Πιστέυω, ἀλλά συνάμα, ὅταν βαφτιζόμαστε, ὑποσχόμαστε ὅτι θά ζήσουμε κατά
Θεόν, ὅτι θά ἐπιστρέψουμε ἀπό τά ἔργα τῆς ἁμαρτίας στά ἔργα τῆς ἀρετῆς.
Θά ἀφήσουμε τά ἔργα τοῦ κακοῦ καί θά κάνουμε τό καλό. Γι’ αὐτό καί ὁ
ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος σέ ὅσους πήγαιναν κοντά του, τούς ζητοῦσε
καρπούς ἀξίους τῆς μετανοίας καί τούς κατονόμαζε τούς καρπούς: τήν
δικαιοσύνη, τήν μετριοφροσύνη, τήν ἐλεημοσύνη, τήν ἀγάπη, τήν ἀλήθεια.
Ἄν λείψουν τά ἔργα τῆς μετανοίας, τά ὁποῖα ὅπως εἴπαμε εἶναι ὁ φωτισμός
τῆς εὐσεβείας, ὁ φωτισμός τῆς γνώσεως, τό νά ξέρεις δηλαδή θεωρητικά,
ὄχι μόνο δέν ὠφελεῖ τόν ἄνθρωπο, ἀλλά καί τόν καταδικάζει. Εἶπε ὁ
Κύριος: «ὁ γνούς καί μή ποιήσας δαρήσεται πολλάς» (Λουκ. 12,47). Ἤξερες,
ἀλλά δέν ἔκανες…
Λέει ὁ Τίμιος
Πρόδρομος: «πᾶν δένδρον μή ποιοῦν καρπόν καλόν ἐκκόπτεται καί εἰς πῦρ
βάλλεται» (Λουκ. 3,9). Κάθε δέντρο δηλαδή πού δέν κάνει καρπό καλό, άλλά
σάπιο, κόβεται καί ρίχνεται στήν φωτιά. Αὐτό εἶναι ἐπίσης καί τό νόημα
τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου πού λέει: «κρεῖττον ἦν μή ἐπεγνωκέναι τήν ὁδόν τῆς
δικαιοσύνης ἤ ἐπιγνοῦσιν ἐπιστρέψαι ἐκ τῆς παραδοθείσης αὐτοῖς ἁγίας
ἐντολῆς» (Α΄Πέτρ. 2,21). Θά εἶναι δηλαδή καλύτερα νά μήν γνωρίσεις τήν
ὁδό τῆς δικαιοσύνης, παρά νά τήν γνωρίσεις καί νά ξαναγυρίσεις στήν
παλαιά ζωή ἀθετώντας τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἐκεῖνος
πού δέν θά γνωρίσει τίς ἐντολές θά πάει στόν Παράδεισο. Καί ἐκεῖνος
στήν κόλαση θά πάει. Ἁπλῶς θά ἔχει λιγότερη κόλαση σέ σχέση μέ αὐτόν πού
γνώρισε καί ἐπέστρεψε στήν παλιά, κακή ζωή.
Ὁ Ἰερός Χρυσόστομος
μᾶς προτρέπει νά διατηροῦμε ἀμόλυντη τήν πίστη, ὥστε ὄχι μόνο νά
ἀποφύγουμε τήν καταδίκη τῆς ἀκαρπίας, ἀλλά καί νά κληρονομήσουμε τά
ἀγαθά τοῦ Θεοῦ. Λέει: «Ἄς μείνουμε σταθεροί στήν ὀρθή πίστη καί ἄς
ἐπιδείξουμε ἄριστο βίο, γιατί χωρίς αὐτόν, δέν ἔχουμε κανένα ὄφελος ἀπό
τά ὀρθά δόγματα». Στήν ἐποχή του γινόταν μεγάλος ἀγῶνας γιά τά ὀρθά
δόγματα. Τότε ὑπῆρχαν πάρα πολλοί αἱρετικοί. Καί σήμερα ὑπάρχουν, ἴσως
καί περισσότεροι, ἀλλά ἐμεῖς κοιμόμαστε ἤ μένουμε ἀδιάφοροι.
Ἀσχολούμαστε μέ τους τραγουδιστές, τούς ἠθοποιούς, τά κοσμικά σαλόνια,
τίς διασκεδάσεις καί τά γλέντια, τά ἀπαράδεκτα γιά τόν Θεό. Τότε
τουλάχιστον ἔδειχναν πραγματικό ἐνδιαφέρον γιά τά δόγματα. Σήμερα οὔτε
γιά αὐτά ὑπάρχει ἐνδιαφέρον, οὔτε γιά τήν ὀρθή πίστη. Ἀφήνω ἔξω τήν ὀρθή
ζωή πού δέν ἀκολουθοῦμε. Καί τότε ὅμως πού ἔκαναν ἀγῶνες γιά τά ὀρθά
δόγματα, τούς εἶπε ὀ ἅγιος ὅτι αὐτό δέν ἀρκεῖ, ἄν δέν ζοῦνε καί σωστά.
Μία ἄλλη
εὐχή-αἴτηση λέει: «Ὑπέρ τοῦ ἀναδειχθῆναι τό ὕδωρ τοῦτο ἀποτρόπαιον πάσης
ἐπιβουλῆς ὁρατῶν καί ἀοράτων ἐχθρῶν, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν». Καί
συνεχίζει: «Ὑπέρ τοῦ ἄξιον γενέσθαι τῆς ἀφθάρτου βασιλείας τῶν ἐν αὐτοῦ
βαπτιζόμενων, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν». Παρακαλεῖ δηλαδή τόν Θεό νά
ἀναδείξει τό νερό αὐτό ἀποτρόπαιο, δηλαδή ἀνασταλτικό κάθε ἐχθρικῆς
ἐπιβουλῆς ἀπό τόν διάβολο ἤ ἀπό τούς ὁρατούς ἐχθρούς. Ἐννοεῖ βεβαίως σ’
αὐτόν πού θά βαπτιστεῖ, γιατί αὐτός πού θά βαπτισθεῖ ἀμέσως μετά θά
πρέπει νά ἀντιμετωπίσει τόν πόλεμο ὄχι μόνο τοῦ διαβόλου, ἀλλά καί
ὁρατῶν ἐχθρῶν. Σήμερα τό βλέπουμε πῶς ἕνας ἄνθρωπος πού μετανοεῖ
πραγματικά, δέχεται πόλεμο ἀπό τούς ὁρατούς ἀνθρώπους, τούς οἰκιακούς
του, τούς συγγενεῖς. Καί τό ἔχει πεῖ ὁ Χριστός μας ὅτι: «ἐχθροί τοῦ
ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοί αὐτοῦ» (Ματθ. 10,36). Καί μπορεῖ ὡς τότε νά ζοῦσε
ἄσωτη ζωή καί κανείς νά μήν τολμοῦσε νά τοῦ μιλήσει, γιατί θά τόν
ἔβριζε, ἐνῶ τώρα πού μετανόησε καί πηγαίνει στήν Ἐκκλησία, ζώντας ὀρθή
ζωή, πέφτουν ὅλοι πάνω του. Λές καί κάτι ἔπαθε καί φοβοῦνται.. Ἰδιαίτερα
δέ τό ἐνδεχόμενο νά γίνει καλόγερος. Αὐτοί λοιπόν εἶναι οἱ ὁρατοί
ἐχθροί, πού ἀσκοῦν σφοδρό πόλεμο.
«Ἡ ζωή τοῦ πιστοῦ
εἶναι μία πορεία μαζί μέ τόν Χριστό καί μέ τόν Παράκλητο πρός τόν Θεό
Πατέρα. Ἡ πορεία ἀρχίζει μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα καί τελειώνει μέ τήν εἴσοδο
στήν Βασιλεία». Λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «Τό ἅγιο Βάπτισμα
εἶναι νά ἀκολουθεῖς τό Ἅγιο Πνεῦμα καί νά κοινωνεῖς μέ τόν Λόγο». Δέν
εἶναι ἁπλῶς νά μπεῖς μέσα στό νερό καί νά βγεῖς τρεῖς φορές. Αὐτό εἶναι
τό ὁρατό σημεῖο τοῦ μυστηρίου. Αὐτό ὅμως θά πρέπει νά ἔχει καί μία
συνέχεια. Ὅλη σου ἡ ζωή θά πρέπει νά εἶναι μία ἀκολούθηση τοῦ Χριστοῦ
καί μία κοινωνία μέ τόν Χριστό καί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Κοιτάξτε μία ὡραία
εἰκόνα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου: «Τό Ἅγιο Βάπτισμα εἶναι ὄχημα
πού μᾶς μεταφέρει στόν Θεό. Εἶναι ταξίδι μαζί μέ τόν Χριστό, εἶναι
στήριγμα τῆς πίστεως, εἶναι τελειοποίηση τοῦ νοῦ, εἶναι κλειδί τῆς
Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Καί ἡ ἁγία κολυμβήθρα εἶναι ἡ ἀφετηρία τῆς ὁδοῦ, ἡ
ὁποία καταλήγει στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τό μυστήριο τοῦ Ἁγίου
Βαπτίσματος καθιστᾶ τόν ἄνθρωπο ἱκανό νά δεχθεῖ τά ἀγαθά τῆς οὐρανίου
Βασιλείας». Ἄν δέν βαπτισθεῖς, δέν μπορεῖς νά δεχθεῖς τά ἀγαθά, δέν
μπορεῖς νά μπεῖς στόν Παράδεισο. Τό εἶπε ὁ Χριστός μας ξεκάθαρα: «ἐάν μή
τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καί Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τήν
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰω. 3,5). Πρέπει νά μεταποιηθεῖς, νά ἀλλάξεις, γιά
νά μπορέσεις νά ἑνωθεῖς μέ τόν Θεό.
«Αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν ἡ
πρόγευση καί οἱ ἀπαρχές, ἐνεργοῦν πνευματικά ἀπό τώρα στίς καρδιές τῶν
πιστῶν». Ἀπό αὐτήν τήν ζωή προγευόμαστε, ἔχουμε γεύση τοῦ Παραδείσου οἱ
Χριστιανοί. Ἀλλοίμονο στόν ἄνθρωπο πού δέν ἔχει γεύση ἀπό τώρα, γιατί
αὐτό σημαίνει ὅτι δέν ἔχει μετανοήσει πραγματικά ἀκόμα καί δέν ἔχει
ἀποκαταστήσει τήν σχέση του μέ τόν Θεό. Γι’ αὐτό δέν αἰσθάνεται μέσα του
τά σκιρτήματα τοῦ Χριστοῦ. Λέει ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος: Ὅπως ἡ
ἔγκυος γυναίκα αἰσθάνεται μέσα της τά σκιρτήματα τοῦ βρέφους, ἔτσι καί ὁ
ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ συλλαμβάνει μέσα του ἀσωμάτως τόν Χριστό καί
αἰσθάνεται τά σκιρτήματα καί τήν ἀκτινοβολία τῆς Χάρης.
«Ἀφοῦ βεβαιωθοῦμε
πλήρως γιά τά μέλλοντα μέσω αὐτῆς τῆς πρόγευσης», μέσω αὐτῶν τῶν
σκιρτημάτων, «καλούμαστε νά περιφρονήσουμε ὅλα τά παρόντα καί νά
ἀγαπήσουμε τόν Θεό μέχρι θανάτου».
– Γιατί σήμερα οἱ
ἄνθρωποι ἔχουμε γίνει χλιαροί καί τόσο λίγο ὁμολογοῦμε τόν Χριστό καί
τόσο πολύ διστάζουμε, κρυβόμαστε καί φοβόμαστε νά μήν καταλάβουν οἱ
ἄλλοι ὅτι εἴμαστε Χριστιανοί;
Διότι, δέν ἔχουμε
βεβαιωθεῖ ἀκόμα γιά τά ἀγαθά πού μᾶς περιμένουν! Ὅταν βεβαιωθοῦμε, δέν
μᾶς φοβίζει οὔτε ὁ θάνατος, οὔτε οἱ ἀπειλές τῶν ἀνθρώπων, οὔτε ἡ κακή
γνώμη τους. Δέν ἔχουμε βεβαιωθεῖ γι’ αὐτά τά οὐράνια ἀγαθά τοῦ Θεοῦ,
γιατί δέν ἔχουμε αὐτήν τήν πρόγευση, πού ἀναφέρει ἐδῶ ὁ Ἅγιος. Ἄν εἴχαμε
αὐτήν τήν πρόγευση, θά ἤμασταν βέβαιοι καί γιά τά άγαθά.
Ὁ Θεός δίνει μία
πρώτη γεύση αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν σέ αὐτήν τήν ζωή, ὁπότε ἀποκτοῦμε τήν
βεβαιότητα καί τότε μποροῦμε νά μαρτυρήσουμε γιά τόν Χριστό. Ἄν δέν ἔχει
συμβεῖ ἀκόμα αὐτό, ἐμεῖς φταῖμε. Τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἕτοιμο νά μᾶς
δώσει τά πάντα. Ἐμεῖς ὅμως κρατᾶμε κάποια πράγματα γιά τόν ἑαυτό μας,
δέν τά ἔχουμε ἐξομολογηθεῖ ἀκόμα. Δέν θέλουμε νά ἀλλάξουμε, ἴσως καί
πράγματα τιποτένια, ὅπως τό νά βάφουμε τά μαλλιά μας. Ἀστεῖο δέν εἶναι;
Λέει: δέν μπορῶ. Μά πῶς δέν μπορεῖς, ἀφοῦ λέει ὁ Θεός ὅτι πρέπει.
Ὑπάρχει εἰδικό τελώνιο τῆς χρωματοπροσωπίας καί ἄν δέν τό περάσεις, δέν
θά πᾶς στόν οὐρανό. Μετά πῶς νά ἔχεις πρόγευση;
– Ὅταν θά ἔρθει ὀ ἄνομος, ὁ ἀντίχριστος καί θά σοῦ πεῖ νά ὁμολογήσεις, τί θά κάνεις; Θά ὁμολογήσεις;
Ἐδῶ ἀρνεῖσαι νά
κόψεις μία μικρή συνήθεια, πού δέν θέλει ὁ Θέος. Βλέπετε, πῶς πιανόμαστε
ἀπό αὐτά τά μικρά καί φαινόμαστε ποιοί εἴμαστε. Γι’ αὐτό μᾶς λείπει ἡ
ὁμολογία.
Σήμερα οἱ
Χριστιανοί, θά ἔλεγα, ὅτι ἔχουμε λουφάξει καί εἶναι κρίμα. Ἀντί νά
ἔχουμε θάρρος, ἔχουν οἱ κολασμένοι θράσος καί φωνάζουν αὐτούς στόν
Παράδεισο καί τούς ἀπαξιώνουν. Ἀπαξιώνουν τήν Ἐκκλησία καί τούς
Χριστιανούς οἱ κολασμένοι. Κι ἐμεῖς δέν ἔχουμε τό θάρρος νά τούς ποῦμε
νά ἀνοίξουν τά μάτια τους καί νά δοῦν ὅτι δέν εἶναι καλά. Δέν θά τούς
βρίσουμε, ὅπως κάνουν αὐτοί, γιατί μέ τήν συμπεριφορά τους μοιάζουν μέ
δαίμονες. Ὄχι μόνο δέν τολμᾶμε νά τούς ποῦμε κάτι, ἀλλά πολλές φορές
πηγαίνουμε καί μέ τά νερά τους, συμβιβαζόμαστε καί συσχηματιζόμαστε,
γιατί θέλουμε νά ἐξασφαλίσουμε τήν καλή τους γνώμη. Μά τί νά τήν κάνεις
τήν καλή τους γνώμη; «Ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι» (Ἰω.
1,12). Ὁ Θεός μᾶς δίνει τήν ἐξουσία καί τήν δυνατότητα νά γίνουμε παιδιά
Του, ἀπό τήν στιγμή πού βαπτιζόμαστε. Βέβαια κι αὐτό δέν εἶναι
ἀναγκαστικό. Ὅποιος θέλει μπορεῖ νά γίνει παιδί, πού σημαίνει
κληρονόμος. Τό παιδί κληρονομεῖ τόν πατέρα. Καί κληρονόμος τοῦ Θεοῦ,
σημαίνει συγκληρονόμος τοῦ Χριστοῦ.
«Ὁ ἄνθρωπος πού προσέρχεται στό Ἅγιο Φώτισμα ἀναδεικνύεται Υἱός Θεοῦ καί Υἱός Φωτός».
Γράφει ὁ Ἅγιος
Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής: «Ὅσοι ἀπό τούς ἀνθρώπους δέχθηκαν τόν Χριστό,
δέχθηκαν τήν Χάρη νά γίνουν Υἱοί Θεοῦ». Τί ἄλλο νά ποθήσεις καί τί ἄλλο
νά περιμένεις ἀπό αὐτήν τήν ζωή, ἀπό τό νά γίνεις Υἱός Θεοῦ! Ὑπάρχει
μεγαλύτερο πράγμα ἀπό αὐτό; «Ὅσοι ἔλαβον αὐτόν», τόν Χριστό, «ἔδωκεν
αὐτοίς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι». Προσέξτε ‘ἔδωκεν ἐξουσίαν’, δέν τό
κάνει ἀναγκαστικά, ἀλλά τούς δίνει τήν δυνατότητα νά γίνουν παιδιά Του.
Σέ ὅσους πίστεψαν στόν Χριστό καί Τόν ὁμολόγησαν ὡς Θεό, ὁ Χριστός τούς
ἔδωσε τήν ἐξουσία διά τοῦ Βαπτίσματος νά γίνουν τέκνα Θεοῦ.
Συνεχίζοντας ὁ
ἅγιος λέει καί τόν τρόπο: «οἵ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδέ ἐκ θελήματος σαρκός,
οὐδέ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ’ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν» (Ἰω. 1,13). Αὐτοί
πού γεννήθηκαν ὄχι ἀπό θέλημα σάρκας, ἀπό θέλημα ἀνδρός, ἀλλά ἀπό τόν
Θεό, ἔχουν αὐτήν τήν ἐξουσία νά γίνουν τέκνα Θεοῦ. Καί μέ ποιόν τρόπο
γεννηθήκαμε ἀπό τόν Θεό; Μέ τό λουτρό τῆς παλιγεννεσίας, μέ τήν
ἀνακαίνιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα. Ἀφοῦ δηλαδή πρῶτα
ἀναγεννηθήκαμε ἄνωθεν καί κατά κάποιον τρόπο ἀναδημιουργηθήκαμε, τότε
ὀνομαστήκαμε Υἱοί τοῦ Θεοῦ.
Λέει ὁ ἱερός
Χρυσόστομος: «Τούς ἔδωσε τήν ἐξουσία καί δέν τούς ἔκανε παιδιά τοῦ Θεοῦ,
γιά νά δείξει ὅτι χρειάζεται πολλή προσπάθεια γιά νά διατηρηθεῖ τελείως
ἀκηλίδωτη καί ἀνέπαφη ἡ σφραγίδα τῆς υἱοθεσίας». Ἔχουμε πολύ δρόμο
δηλαδή νά κάνουμε μέχρι νά γίνουμε υἱοί τοῦ Θεοῦ. Ἔχουμε τήν δυνατότητα,
ἀλλά πρέπει νά ἀγωνιστοῦμε, γιά νά διατηρήσουμε ἀκηλίδωτη καί ἀνέπαφη
τήν σφραγίδα τῆς υἱοθεσίας, ἡ ὁποία τυπώθηκε σ’ ἐμᾶς κατά τό ἅγιο
Βάπτισμα. «Καί ταυτόχρονα, εἶπε ὅτι ἔδωσε ἐξουσία» καί δέν μᾶς ἔκανε
ἀκόμα υἱούς τοῦ Θεοῦ, «γιά νά φανερώσει ὁ Εὐαγγελιστής, ὅτι τήν ἐξουσία
αὐτή, κανείς δέν μπορεῖ νά μᾶς τήν ἀφαιρέσει, ἐκτός ἐάν ἐμεῖς πρῶτοι τήν
ἀφαιρέσουμε ἀπό τόν ἑαυτό μας». Στό ἐξωτερικό ὑπάρχουν κάποιοι
‘ἐξυπνάκηδες’ πού ὑπογράφουν κάποια χαρτιά ἀποβάπτισης, δηλαδή ἀρνοῦνται
τό βάπτισμα. Βέβαια αὐτοί δέν ἔχουν νά ἀρνηθοῦν κάτι, γιατί δέν ἔχουν
Βάπτισμα. Βάπτισμα ἔχουν μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι. Ὅμως τί ἀνοησία εἶναι ἡ
κίνηση αὐτή!
«Ἐκεῖνοι πού
βαπτίζονται δέχονται ἀπό τόν Χριστό ὡς δωρεά τήν δυνατότητα νά γίνουν
υἱοί Θεοῦ. Ἄν μετά τό Ἅγιο Βάπτισμα ἐργαστοῦν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ἡ
δυνατότητα αὐτή μεταβάλλεται σέ πραγματικότητα». Βλέπετε τό κλειδί εἶναι
στά χέρια μας. Ὁ Θεός μᾶς ἔχει δώσει τήν δυνατότητα, τήν ὁποία
καλούμαστε νά ἐνεργοποιήσουμε μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν.
Λέει ὁ ἅγιος
Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: «Ὅπως τό νεογέννητο ἔχει ‘δυνάμει’ ἀπό τήν φύση του
τήν δυνατότητα νά γίνει σοφό, ὅσο προχωρεῖ ἡ ἡλικία..». Ὅλα τά παιδάκια
ἔχουν τίς προϋποθέσεις νά γίνουν σοφά. Γίνονται ὅλα σοφά; Ὄχι.. «Ἐάν
ἐπιδοθεῖ καί σέ ὅσα συντελοῦν στήν ἐπιστήμη θά γίνει καί ‘ἐνεργεία’
σοφό. Κατά τόν ἴδιο τρόπο καί αὐτός πού ἀναγεννήθηκε μέ τό ἅγιο
Βάπτισμα, ἔλαβε τήν δυνατότητα νά γίνει σύμμορφος μέ τό σῶμα τῆς δόξης
τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί ἄν ἀκολουθεῖ τήν νέα ζωή, ζώντας κατά τόν Χριστό
καί τό Εὐαγγέλιό Του, ὅταν ἡ δυνατότητα αὐτή κατά τήν Ἀνάσταση
μεταβληθεῖ σέ πραγματικότητα, τότε θά ἔχει ἀληθινά καί πραγματικά
δοξασμένο καί ἄφθαρτο σῶμα σάν αὐτό πού εἶχε ὁ Κύριος μέ τήν Ἀνάσταση
καί πολύ περισσότερο τό πνεῦμα». Ἐξαρτᾶται λοιπόν ἀπό τήν πνευματική
ἐργασία πού θά κάνουμε, ἄν θά γίνουμε υἱοί τοῦ Θεοῦ.
«Τήν χάρη τῆς Θείας
Υἱοθεσίας φυλάσσει κατά Θεόν καί διατηρεῖ καθαρή ἡ προαίρεση ἐκείνων
πού ἀναγεννήθηκαν». Βλέπετε εἶναι θέμα προαίρεσης, δέν εἶναι θέμα
φύσεως. Λένε κάποιοι ὅτι εἶναι ἀπό τήν φύση τους ἁμαρτωλοί καί δέν
μποροῦν νά διορθωθοῦν. Δέν εἶναι θέμα τῆς φύσεώς μας, ἀλλά τῆς
προαιρεσεώς μας, τῆς θελήσεώς μας. Τήν θέλησή του, ὅποιος θέλει, τήν
διορθώνει. Γι’ αὐτό δέν εἶναι δύσκολο νά διορθωθοῦμε. Θά ἦταν δύσκολο,
ἄν ἡ κακία καί ἡ ἁμαρτία ἦταν μέσα στήν φύση μας, ἀλλά δέν εἶναι. Τήν
θέλουμε καί τήν κάνουμε. Δέν μᾶς ἀναγκάζει κανένας, οὔτε ὁ διάβολος,
οὔτε ὁ κόσμος, οὔτε ἡ κληρονομικότητα πού λένε μερικοί, οὔτε οἱ κακοί
γονεῖς μας, οὔτε ἡ κακή διαπαιδαγώγηση. Δέν φταῖνε μόνο οἱ γονεῖς πού
δέν ἔδωσαν καλή διαπαιδαγώγηση στό παιδί, ἀλλά καί τό ἴδιο τό παιδί,
γιατί θέλει καί κάνει τό κακό.
«Ἄν προσέξουμε τήν
προαίρεσή μας καί ἀντιστεκόμαστε σέ κάθε ὑποβολή τοῦ πονηροῦ καί σέ κάθε
ὑποβολή τοῦ κόσμου καί σέ κάθε ὑποβολή τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ μας, τότε θά
φυλάξουμε ἀκηλίδωτη τήν σφραγίδα τοῦ βαφτίσματος». Γιά νά τό κάνουμε
αὐτό πρέπει νά τηροῦμε τίς ἐντολές. Καί ποιές εἶναι οἱ ἐντολές; Ἡ ἀγάπη,
ἡ συγχωρετικότητα, ἡ ταπείνωση, ἡ ὑπακοή, ἡ ὑπομονή, ἡ ἀδιάλειπτη
προσευχή, ἡ ἐλεημοσύνη. Ὅλα αὐτά δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά μέσα γιά νά
διαφυλάξουμε καθαρό τό Βάπτισμα, νά διαφυλάξουμε ἀκέραιη τήν σφραγίδα
τοῦ βαπτίσματος, νά διαφυλάξουμε τόν Χριστό πού πήραμε μέσα μας ἀκέραιο
καί ὁλόκληρο καί μάλιστα ὁ ὅλος ἄνθρωπος νά μορφωθεῖ κιόλας καί νά
φτάσει «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ
Χριστοῦ» (Ἐφ. 4,13).
Λέει ὁ Ἅγιος
Γρηγόριος Νύσσης: «Ἐάν ἔλαβες τόν Θεόν καί ἔγινες τέκνον Του, δείξε μέ
τήν προαίρεσή σου τόν Θεόν, ὁ Ὁποῖος εἶναι μέσα σου». Κάθε στιγμή
κρινόμαστε ἀπό τίς ἐπιλογές μας καί κάθε στιγμή καλούμαστε νά
διαλέξουμε, ἤ τόν Θεό, ἤ τόν Ἀντίχριστο. Καί στά παραμικρά ἀκόμα
πράγματα ἰσχύει αὐτό. Ὅταν θά ἔρθει ὁ ἄλλος νά νά σέ σκουντήξει καί σέ
προκαλεῖ νά θυμώσεις, πρέπει νά διαλέξεις τόν Χριστό ἤ τόν διάβολο; Ἤ
ὅταν πᾶς νά ζηλέψεις κάποιον. Κάθε στιγμή διαλέγουμε τόν ἕναν ἤ τόν
ἄλλον καί ἐπιβεβαιώνουμε ἄν εἴμαστε υἱοί τοῦ Θεοῦ ἤ υἱοί τοῦ πονηροῦ.
«Δεῖξε στόν ἑαυτό
σου τόν γεννήτορα, τόν Πατέρα. Ἡ πρός τόν Θεόν οἰκειότητα ἐκείνου πού
ἔγινε υἱός Θεοῦ, πρέπει νά δειχθεῖ μέ τά χαρακτηριστικά ἐκεῖνα διά τῶν
ὁποίων γνωρίζουμε τόν Θεό».
Νά εὐχαριστήσουμε
τόν Θεό γι’ αὐτήν τήν δωρεά καί νά προσπαθήσουμε νά ἀνταποκριθοῦμε σ’
αὐτό τό μεγάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ, πού λέγεται Βάπτισμα, γιά νά μήν μείνει
ἀνενέργητη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ μέσα μας. Τό μυστικό γιά νά ἐνεργοποιήσουμε
αὐτήν τήν χάρη, ξαναλέω, εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν καί προπάντων ἡ
ἀδιάλειπτη προσευχή καί ἡ ἀγάπη. Αὐτά τά δύο πράγματα, ἄν τά
καλλιεργήσει κανείς, ἐνεργοποιεῖται ἡ Χάρις, γίνεται ὁ ἄνθρωπος
καινούριος καί τό αἰσθάνεται. Εἴμαστε καινούριοι, ἀλλά δέν τό
αἰσθανόμαστε. Νιώθουμε ἴδιοι καί χειρότεροι ἀπό τούς ἀβάπτιστους. Ἔχουμε
τήν Χάρη, ἀλλά τήν ἔχουμε θάψει κάτω ἀπό αὐτές τίς ἁμαρτίες καί τά
πάθη. Καλούμαστε λοιπόν νά τά βγάλουμε αὐτά μέ τήν μετάνοια καί τήν
ἐξομολόγηση καί μέ τήν ἐγρήγορση νά κόψουμε τίς κακές συνήθειες. Γιατί
δέν ἀρκεῖ μόνο νά πεῖς τά λάθη σου στήν ἐξομολόγηση. Αὐτό εἶναι εὔκολο.
Τό θέμα εἶναι νά μήν τά ἐπαναλάβεις. Καί γιατί τά ἐπαναλαμβάνουμε; Γιατί
ἔχουν δημιουργηθεῖ κακές συνήθειες μέσα μας, τά πάθη. Θά πρέπει λοιπόν
νά ματώσουμε στόν ἀγῶνα κατά τῶν παθῶν. Ἐκεῖ θά φανεῖ ἄν ὄντως ἀγαπᾶμε
τόν Χριστό, μέ τό νά ἀγωνιζόμαστε καί νά λέμε ὄτι προτιμᾶμε νά
πεθάνουμε, παρά νά κάνουμε ξανά τίς ἁμαρτίες. Ὁ Θεός νά τό δώσει γιά
ὅλους μας.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
http://hristospanagia3.blogspot.gr/http://www.hristospanagia.gr/?p=63745#more-63745