Ξέρουμε ἀπό τήν
Ἁγία Γραφή ἀπό τό βιβλίο τῆς Γένεσης ὅτι ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο καί
τοῦ ἔδωσε σῶμα καί ψυχή. Ἐπίσης, σύμφωνα μέ τούς Πατέρες,
τοῦ ἔδωσε μέ τήν πνοή Του καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Πολλοί κάνουν λάθος σ’
αὐτό τό σημεῖο καί θεωροῦν ὅτι πνοή τοῦ Θεοῦ ἦταν ἡ ψυχή. Τήν ψυχή τήν
εἶχε δώσει ἤδη καί μετά λέει: «ὁ Θεός ἐνεφύσησεν εἰς τόν Ἀδάμ καί
ἐγένετο εἰς ψυχήν ζῶσαν» (Γεν. 2,7). Δηλαδή ὑπῆρχε ἡ ψυχή ἀλλά ἔγινε
ζωντανή μέ τό ἐμφύσημα αὐτό τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο δέν εἶναι ἄλλο παρά τό
Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁπότε ὁ ἄνθρωπος, ὅπως πλάστηκε ἀπό τόν Θεό, εἶχε θά λέγαμε
τρία στοιχεῖα: σῶμα, ψυχή καί τήν πνοή τοῦ Θεοῦ πού εἶναι τό Ἅγιο
Πνεῦμα. Αὐτή, λένε οἱ Πατέρες,
εἶναι ἡ σωστή ἑρμηνεία τοῦ χωρίου. Ὅταν ἔγινε ἡ πτώση τῶν Πρωτοπλάστων,
δηλαδή ἡ παρακοή, ἡ ἀνταρσία -πρῶτα ἡ Εὔα καί μετά καί ὁ Ἀδάμ
παρήκουσαν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ- ἔνιωσαν γυμνοί.
– Γιατί ἔνιωσαν γυμνοί, ἐνῶ μέχρι τότε δέν τό ἔνιωθαν;
Διότι ἔφυγε αὐτό τό
τρίτο στοιχεῖο, ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία ἦταν ὡς ἔνδυμα
στούς Πρωτόπλαστους. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ τούς φύλαγε καί τούς ἐνέδυε μέ
ἀποτέλεσμα νά μήν ντρέπονται. Ὅταν, ὅμως, ἁμάρτησαν ἀπενεργοποιήθηκε,
ἔφυγε ἡ Χάρις, ὁπότε ἔνιωσαν γυμνοί καί προσπάθησαν πρόχειρα νά καλύψουν
τήν γύμνια τους. Ἐπίσης, μπῆκε μέσα καί ὁ φόβος, γι’ αὐτό κρύφτηκαν.
Γνωρίζουμε ἀπό τό κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὅτι ὁ Θεός προσπάθησε νά τούς
ὁδηγήσει σέ μετάνοια καί τούς ρωτάει: «Γιατί κρύβεστε; Ποιός σᾶς εἶπε
ὅτι εἶστε γυμνοί; Μήπως φάγατε τόν καρπό πού σᾶς εἶπα νά μήν φᾶτε;»
(Γεν. 3,9-11).
– Δέν ἤξερε ὁ Θεός τί εἶχε συμβεῖ;Βεβαίως
τό ἤξερε. Ὡς Παντογνώστης, ὅλα τά γνωρίζει. Τούς ρωτάει, ὅμως, μέ σκοπό
νά Τοῦ ποῦν: «ναί, Κύριε κάναμε αὐτό τό λάθος, συγχώρεσέ μας», νά τούς
ὁδηγήσει σέ μετάνοια. Γι’ αὐτό κάνει αὐτή τήν συζήτηση. Ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα
ὅμως πέφτουν στό ἁμάρτημα τῆς δικαιολογίας, ἀντί νά ζητήσουν συγνώμη,
νά ποῦν τό ἥμαρτον. Καί τί λέει ὁ Ἀδάμ; «Ἡ γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες, αὐτή
μοῦ ἔδωσε τόν καρπό καί ἔφαγα» (Γεν.
3,12). Φοβερό! Ἄν τό μεταφράσουμε λίγο, τί ἐννοοῦσε ὁ Ἀδάμ; Ὅτι «Ἐσύ
φταῖς. Ἄν δέν μοῦ ἔδινες αὐτή τήν γυναῖκα, ἐγώ δέν θά ἁμάρτανα». Δέν
λέει: «Θεέ μου συγχώρεσέ με, ἔκανα λάθος». Ἀλλά «Ἐσύ φταῖς πού μοῦ
ἔδωσες αὐτή τήν γυναῖκα». Ἀπευθύνεται μετά στήν γυναῖκα. Βλέπουμε καί
τήν ἀγάπη καί τήν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ, πού προσπαθεῖ ἔστω καί τώρα νά
τούς κρατήσει στόν Παράδεισο. Ἡ γυναίκα πάλι πέφτει στό ἴδιο ἁμάρτημα
καί λέει: «ὁ ὄφις» (Γεν. 3,13). Τό φίδι μέ παρέσυρε, δέν φταίω ἐγώ. Μετά
πάει στό φίδι, τό ὁποῖο καί καταριέται, γιατί ὁ διάβολος ἦταν κρυμμένος
μέσα στό φίδι, πού συνέλαβε τό κακό ἀπό μόνος του. Δέν τοῦ τό ὑπέδειξε
κάποιος ἄλλος, γι’ αὐτό δέν ἔχει ἐλαφρυντικά. Ἐνῶ ἐμεῖς ἔχουμε ἕνα
ἐλαφρυντικό, γιατί τό κακό δέν τό συλλάβαμε μόνοι μας ἀλλά μέ τήν
ὑπόδειξη τοῦ ὄφεως, ὁ ὁποῖος πῆγε στήν Εὔα καί δέν πῆγε στόν Ἀδάμ καί
ἔχει σημασία αὐτό, γιατί προφανῶς ἤξερε πώς ἡ Εὔα ἦταν πιό εὐάλωτη καί
ἀποδείχτηκε αὐτό, γιατί πρώτη αὐτή ἔπεσε στό ἁμάρτημα τῆς παρακοῆς.
– Τί εἶπε στήν Εὔα ὁ ὄφις;
Μιά ἐρώτηση, θά
λέγαμε, παραπειστική; Πονηρή πολύ; Οὐσιαστικά ἔβαλε μέσα τό δηλητήριο
τῆς συκοφαντίας, τῆς διαβολῆς. Λέγεται διάβολος γιατί διαβάλλει.
Διέβαλλε τόν Θεό καί τί τῆς εἶπε; «Σᾶς εἶπε ὁ Θεός νά μήν φᾶτε ἀπό
κανένα δέντρο;». Τάχατες τόν ἔπιασε ὁ πόνος γιά τούς ἀνθρώπους…
Προσέξτε, εἶναι τεχνική πού καί σήμερα γίνεται ἀπό τά ὄργανα τοῦ
διαβόλου. «Τί πᾶτε στήν Ἐκκλησία πού σᾶς λένε ὅλο ὄχι καί μή καί δέν θά
ζήσεις τήν ζωή σου….». Τά ἴδια πράγματα πού ἔλεγε τότε στήν Εὔα, λέει
καί τώρα μέ τά ὄργανά του. Ἡ Εὔα βέβαια κάνει τό θεμελιῶδες λάθος -πού
κάνουμε καί ἐμεῖς- νά συζητήσει μαζί του, νά ἀπαντήσει. Ἐνῶ στόν διάβολο
δέν πρέπει νά ἀπαντᾶμε.
Δέν ἐπιτρέπεται νά
συζητάει κανείς μέ τόν διάβολο, ἀκόμα κι ἄν ξέρει τήν ἀπάντηση. Γιατί;
Γιατί πρῶτα-πρῶτα χάνεις χρόνο. Δεύτερον τοῦ δίνεις ἀξία καί εἶναι αὐτό
πού θέλει, νά τόν προσέξεις ἔστω καί ἀρνητικά ἀντικρούοντάς τον. Τοῦ
ἀρέσει αὐτό, γιατί εἶναι πολύ ἐγωιστής. Βλέπετε καί σήμερα οἱ ἄνθρωποι
τί τρέλες κάνουν, παίζουν τήν ζωή τους κορώνα – γράμματα γιά νά
τραβήξουν τήν προσοχή! Κρεμιέται κάποιος ἄς ποῦμε ἀπό ἕνα σχοινί πάνω
ἀπό ἔναν καταρράκτη καί περνάει καί τόν χειροκροτοῦν. Εἶναι κατόρθωμα
αὐτό; Τό νά τραβᾶμε τήν προσοχή τῶν ἄλλων εἶναι ἐκδήλωση ἐγωισμοῦ,
σύμπτωμα ὑπερηφάνειας καί κενοδοξίας. Ὁ κατεξοχήν κενόδοξος καί
ὑπερήφανος εἶναι ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος ὑποβάλλει καί στούς ἀνθρώπους αὐτά
τά πάθη.
Ὁπότε τό πρῶτο
λάθος πού κάνει ἡ Εὔα εἶναι ὅτι πιάνει συζήτηση, τοῦ ἀπαντάει καί λέει:
«Τί λές τώρα; Δέν μᾶς εἶπε τέτοιο πράγμα ὁ Θεός. Μᾶς εἶπε νά μήν φᾶμε
ἀπό ἕνα δέντρο. Ἀπό τά ἄλλα μποροῦμε νά φᾶμε». Λές καί ὁ διάβολος δέν τό
ἤξερε. Ἀλλά διαβάλλει διαστρέφοντας τά λόγια τοῦ Θεοῦ. Καί σήμερα οἱ
ἄνθρωποι, οἱ ἐκτός Ἐκκλησίας, διαστρέφουν τά λόγια τοῦ Θεοῦ καί τῆς
Ἐκκλησίας πολύ πονηρά. Γι’ αὐτό λένε: «μήν πᾶς ἐκεῖ, ζῆσε πρῶτα τήν ζωή
σου καί ἅμα γεράσεις πᾶς καί στήν Ἐκκλησία, ἔχεις καιρό». Αὐτή εἶναι ἡ
ἀπάτη τοῦ διαβόλου: «ἔχεις καιρό».
Ἕνας ἅγιος εἶχε δεῖ
ἕνα ὅραμα μέ τούς δαίμονες καί τόν ἀρχηγό τους τόν Ἑωσφόρο πού ἔκαναν
ἕνα συνέδριο γιά τό τί θά λένε στούς ἀνθρώπους. Ἕνας-ἕνας ἔβγαινε
μπροστά στόν Ἑωσφόρο καί ἔκανε προτάσεις τί νά λένε, ἀλλά τούς
ἀπέρριπτε. Στό τέλος ἕνας μικρός διαβολάκος λέει: «Δέν θά λέμε στούς
ἀνθρώπους μήν πᾶς στήν Ἐκκλησία. Θά λέμε: ὄχι ἀκόμα, ἔχεις καιρό». Ἡ
ἀπάτη τοῦ «ἔχεις καιρό». Ἡ ἀναβολή πού σημαίνει ματαίωση. Τό ἄλλο ὅπλο
βεβαίως εἶναι ἡ διαστροφή. Διαβάλλει, διαστρέφει τά λόγια τοῦ Θεοῦ.
Νά θυμήσουμε
παρενθετικά, τί πόλεμος γίνεται σήμερα μέ τήν λεγόμενη ‘Μεταπατερική
Θεολογία’, ὅπου θέλουν νά ἐμφανίσουν τούς Ἁγίους Πατέρες ὅτι εἶναι
ξεπερασμένοι καί ὅ,τι λένε καί γράφουν, ἀφοροῦσαν τήν ἐποχή ἐκείνη καί
ὄχι ἐμᾶς σήμερα. Ὅτι γιά μᾶς ἰσχύουν ἄλλα πράγματα. Ὅταν, ὅμως, διαβάζει
κανείς τούς Ἁγίους Πατέρες, οὐσιαστικά διαβάζει τόν ἴδιο τόν Θεό, γιατί
ἐκεῖνοι μίλησαν μέ τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τά λόγια τους
εἶναι λόγια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἀπαντάει, λοιπόν, ἡ
Εὔα καί ὁ διάβολος μετά προχωράει στό ἑπόμενο βῆμα. Τῆς λέει: «Ὁ Θεός
σᾶς εἶπε νά μήν φᾶτε ἀπό αὐτό τό δέντρο, γιά νά μήν γίνετε σάν κι Αὐτόν.
Ἄν φᾶτε ἀπό αὐτό τό δέντρο, θά γίνετε σάν κι Αὐτόν». Μέ ἄλλα λόγια τούς
εἶπε ὅτι ὁ Θεός εἶναι φθονερός καί δέν θέλει νά Τοῦ πάρετε τήν ἐξουσία,
γι’ αὐτό σᾶς εἶπε νά μήν φᾶτε ἀπό αὐτό τό δέντρο. Εἰσάγει μέ πολύ
πονηρία πρῶτον τήν ἰδέα ὅτι ὁ Θεός δέν μᾶς ἀγαπάει, τό ὁποῖο καί σήμερα
κυκλοφορεῖ πολύ καί ἐμφανίζουν τόν Θεό σάν ἕναν ἀστυνομικό, πού μᾶς
περιμένει στή γωνία νά μᾶς κατακεραυνώσει, ἕναν Θεό ἐκδικητικό, ἕναν Θεό
ὀργισμένο, πού θά πρέπει νά Τόν ἐξευμενίσουμε. Εἶναι ἡ ἴδια συνταγή τοῦ
διαβόλου καί οὐσιαστικά ὅλοι αὐτοί διαβάλλουν καί συκοφαντοῦν τόν Θεό
μέ αὐτά πού διαδίδουν καί ἀπό πίσω κρύβεται ὁ διάβολος.
Ἐνῶ ὁ Θεός εἶναι
ἀπαθής. Δέν ἐχθρεύεται, δέν μισεῖ ποτέ κανέναν, δέν ἀλλοιώνεται. Ὁ Θεός
εἶναι ἀναλλοίωτος. Δέν θυμώνει, δέν ὀργίζεται, δέν ἐκδικεῖται, δέν
τιμωρεῖ. Μόνοι μας αὐτοτιμωρούμαστε, γιατί παραβαίνουμε τίς ἐντολές τοῦ
Θεοῦ, οἱ ὁποῖες εἶναι οἱ ὁδηγίες χρήσεως τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς μας.
Ὅπως, ὅταν δέν τηρεῖς τίς ὁδηγίες τοῦ κατασκευαστή τοῦ αὐτοκινήτου σου,
δέν σέ τιμωρεῖ ὁ κατασκευαστής Μόνος σου τιμωρεῖσαι, γιατί καταστρέφεις
τό αὐτοκίνητό σου. Τό ἴδιο τό λάθος σου εἶναι ἡ τιμωρία σου. Δέν θά
ἔχεις τό ὄχημα πού θά ἤθελες νά ἔχεις. Τό ἴδιο καί μέ τόν ἄνθρωπο. Δέν
τηροῦμε τήν προδιαγραφή τοῦ Θεοῦ πού λέει «φύλαξε καθαρή τήν ψυχή σου,
τό σῶμα σου κλπ», ἑπομένως μετά θά ἔχουμε τίς συνέπειες. Δέν θά ἔρθει ὁ
Θεός ἤ ἡ Ἐκκλησία νά μᾶς πεῖ «σᾶς ἀφορίζω». Ὁ ἀφορισμός γίνεται ἀπό μᾶς
τούς ἴδιους.
– Πόσοι ἀπό τούς συνανθρώπους μας εἶναι αὐτοαφορισμένοι;
Ἀφορίζομαι θά πεῖ
δέν μετέχω στήν Θεία Κοινωνία, στεροῦμαι τήν Θεία Κοινωνία. Πόσοι
ἄνθρωποι στεροῦνται σήμερα τήν Θεία Κοινωνία ἀπό τούς βαπτισμένους; Οἱ
πλεῖστοι. Τούς εἶπε ἡ Ἐκκλησία ὅτι εἶστε ἀφορισμένοι; Ὄχι. Μόνοι τους
ἔχουν αὐτοαφοριστεῖ, ἀφοῦ δέν πᾶνε κἄν στήν Ἐκκλησία. Αὐτός εἶναι ὁ
ἀφορισμός. Οὔτε ἡ Ἐκκλησία θά ἀσχοληθεῖ μέ τόν καθένα πού κάνει μοιχεία ἤ
πορνεία, νά τοῦ πεῖ εἶσαι ἀφορισμένος τώρα. Μόνος του ἔχει ξεκοπεῖ μ’
αὐτό πού κάνει καί τό ὁποῖο στή συνέχεια ἔχει καί ὅλες τίς συνέπειες.
Οὔτε Ἐκκλησία πρόκειται νά πηγαίνει, οὔτε, οὔτε… Κι ἄν κοινωνήσει,
φυσικά δέν θά πάρει ὠφέλεια, γιατί δέν πηγαίνει μέ τήν δέουσα πίστη,
φόβο Θεοῦ καί ἀγάπη, ὅπως λέει ὁ ἱερέας.
Λέει λοιπόν ὁ
διάβολος στήν Εὔα ὅτι «ὁ Θεός εἶναι φθονερός καί δέν θέλει νά γίνεται κι
ἐσεῖς θεοί». Βλέπετε, πῶς διαβάλλει ὁ διάβολος τά κίνητρα! Ὅπως λένε:
«μήν πᾶτε στούς παπᾶδες, γιατί αὐτοί τά λεφτά θέλουν νά σᾶς πάρουν».
Διαβολή, συκοφαντία. Ὁ διάβολος καί σήμερα ὁ ἴδιος εἶναι, ὅπως καί οἱ
ρήσεις του. Ἀκόμα τῆς λέει καί κάτι ἄλλο: νά γίνει θεός χωρίς τόν Θεό.
Εἶναι ἡ συνταγή τῆς
αὐτοθέωσης, τό ὁποῖο εἶναι πολύ διαδεδομένο στίς μέρες μας καί ἀπό τίς
λεγόμενες ἀνατολικές θρησκεῖες, οἱ ὁποῖες λένε κάνε γιόγκα, κάνε
Pilates, ὅλες αὐτές τίς τεχνικές. «Ἔλα σέ μᾶς καί εἶσαι θεός, μέσα σου
εἶσαι θεός. Δέν ὑπάρχει κάτι ἄλλο. Ἄς πιστεύεις στόν Χριστό, στόν Βούδα,
στόν Μωάμεθ, ὅλοι τό ἴδιο εἶναι. Ἐσύ εἶσαι ὁ θεός. Αὐτοθέωση». Ἔχουμε
ἀκόμα μία θεότητα, ὄχι ἀπό τίς ἀνατολικές θρησκεῖες, ἀλλά ἀπό τήν Δύση.
Τήν θεότητα τῆς ἐπιστήμης-τεχνολογίας. Πού λέει: σπούδασε, νά ἔχεις
ἐφόδια, νά ἔχεις γνώσεις καί μέ τήν ἐπιστήμη θά τά ἐξηγήσεις ὅλα καί
μπορεῖς τά πάντα. Ἡ ἐπιστήμη κάνει θαύματα…
Θυμᾶμαι τήν
περίπτωση τοῦ Ὠνάση, πού τό παιδί του εἶχε πέσει μέ τό ἀεροπλάνο καί
ἔλεγε: «δίνω τήν μισή μου περιουσία σέ ὅποιον γιατρό κάνει καλά τό παιδί
μου». Ὀρίστε ἡ ἐπιστήμη. Κανένας γιατρός δέν μπόρεσε νά κάνει καλά τό
παιδί του. Ποῦ εἶναι ἡ ἐπιστήμη πού κάνει θαύματα; Μᾶς κοροϊδεύουν.
Εἶναι τό ψέμα τοῦ διαβόλου μέ ἄλλο τρόπο. Σοῦ λέει: «θά γίνεις θεός μέ
τήν ἐπιστήμη, μέ τήν τεχνολογία καί μέ τήν πληθώρα τῶν συσκευῶν», οἱ
ὁποῖες κάνουν τόν ἄνθρωπο νά νιώθει κυρίαρχος, μέ τό διαδίκτυο κ.λ.π.
καί νομίζει ὅτι κυβερνάει τό σύμπαν καί ἐπικοινωνεῖ μέ τούς πάντες. Σιγά
τό πράγμα. Μιά εἰκονική πραγματικότητα εἶναι, ἕνα ψέμα οὐσιαστικά, μιά
φαντασία.
Ἡ Εὔα λοιπόν τί
κάνει; Ἀκούει ὅτι μπορεῖ νά γίνει θεός χωρίς τόν θεό. «Ἄσε», τῆς λέει,
«τίς ὑπακοές τώρα, κάνε ὑπακοή σέ μένα καί ἀμέσως θά γίνεις θεός. Τί νά
περιμένεις; Ποῦ εἶπε ὁ Θεός νά ἐργάζεστε καί νά φυλάσσετε τόν Παράδεισο
καί νά κάνετε ὑπακοή καί θά γίνετε θεοί;». Ὄντως θά γινόντουσαν θεοί!
Ἀπό τό «λίαν καλῶς», θά πήγαιναν στό «ἄριστα». Ἀπό τό κατ’ εἰκόνα στό
καθ’ ὁμοίωσιν.
– Πότε θά γινόντουσαν θεοί;
Ἄν ἔκαναν ὑπακοή σ’
αὐτό πού τούς εἶπε. Ἦταν δύσκολο; Τόσα δέντρα εἶχαν νά φᾶνε καί ἕνα νά
μήν φᾶνε. Σιγά τό δύσκολο πράγμα. Πανεύκολο. Καί ἄν τό ἔκαναν αὐτό, θά
γινόντουσαν θεοί, θεοί κατά χάριν. Τόσο εὔκολο πράγμα καί δέν τό ἔκαναν.
Ἀκούσαμε τόν διάβολο, ὁ ὁποῖος μᾶς εἶπε νά κάνουμε αὐτό πού ὁ Θεός εἶπε
νά μήν κάνουμε καί πέσαμε στήν παγίδα. Καί ἀντί νά γίνουμε θεοί, χάσαμε
τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τόν Παράδεισο καί ὅλη αὐτή τήν μακαριότητα καί
τήν προοπτική καί τήν δυνατότητα τῆς θεώσεως. Γιατί πιστέψαμε τό ψέμα,
ὅτι μποροῦμε νά γίνουμε θεοί ἀπό μόνοι μας. Σήμερα ἐπαναλαμβάνεται πάλι
τό ἴδιο ψέμα καί στίς ἀνατολικές θρησκεῖες καί στήν Δύση μέ ἄλλο ἔνδυμα.
Οὐσιαστικά μᾶς λένε τό ἴδιο πράγμα: μπορεῖς νά γίνεις θεός μόνος σου.
Φοβερό πράγμα. «Μήν ἀκοῦτε τήν Ἐκκλησία πού λέει δέν μπορεῖς νά σωθεῖς
μόνος σου, πρέπει νά μπεῖς μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί νά ζήσεις
ἐκκλησιαστικά». Πάρα πολλοί σήμερα πού εἶναι βαφτισμένοι, εἶναι
νεκρωμένοι. Ὅπως καί σ’ ἕνα δέντρο πού ἔχει καί ξερά κλαδιά, μέ λίγο
ἀέρα αὐτά τά κλαδιά θά κοποῦν. Ἔτσι καί πάρα πολλοί χριστιανοί σήμερα.
Δέν εἶναι ζωντανά κλαδιά στό δέντρο πού λέγεται Ἐκκλησία.
Αὐτή λοιπόν ἡ
αὐτοθέωση εἶναι ἡ μεγάλη πλάνη τοῦ διαβόλου πού τήν ἔχει φυτέψει στούς
ἀνθρώπους καί βέβαια ὅσοι τήν πιστεύουν μένουν μακριά ἀπό τήν πηγή τῆς
ζωῆς, τόν Χριστό. «Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω» (Ἰω. 7,37)
εἶπε ὁ Κύριος καί ὅποιος ἔρθει «ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν
ὕδατος ζῶντος», πού σημαίνει ὅτι θά βγοῦν ποτάμια χάρης ἀπό τόν ἄνθρωπο
ἐκεῖνο πού θά ἑνωθεῖ μέ τόν Χριστό. Γίνεται μετά ὁ ἴδιος πηγή ζωντανοῦ
νεροῦ, ὅπου μέ τήν χάρη αὐτή ξεδιψάει καί ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος καί πολλούς
ἄλλους.
Ἕνας χαριτωμένος
ἄνθρωπος λ.χ. ἅγιος, ξεκουράζει τούς πάντες. Ἕνας Ἅγιος Παΐσιος ἔ;
Θυμᾶμαι, ὅταν ἤμασταν ἐκεῖ, ὅλο τό λεωφορεῖο πού κατέβαινε στίς Καρυές
πήγαινε στόν Ἅγιο Παΐσιο. Γιατί; Τόσους μοναχούς εἶχε ἡ περιοχή ἐκεῖ.
Γιατί ἀναπαυόντουσαν στήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος ἦταν,
σχεδόν ἀγράμματος κι ὅμως εἵλκυε τόσο κόσμο. Ἦταν τά ποτάμια τῆς χάρης
πού ἔβγαιναν ἀπό τήν καρδιά του καί ἀκόμα βγαίνουν, γιατί διαβάζουμε τά
βιβλία του καί ξεκουραζόμαστε καί θά μᾶς ξεκουράζει στήν αἰωνιότητα.
Δέχθηκε τήν θεία χάρη καί ἔγινε κι αὐτός μιά δεύτερη πηγή ἀντλώντας ἀπό
τήν μεγάλη πηγή πού εἶναι ὁ Θεός.
Ὁπότε μᾶς λέει ἡ
Γραφή ὅτι ἡ Εὔα «πρῶτα εἶδε τόν καρπό», πού σημαίνει ὅτι μέχρι τότε δέν
τόν εἶχε δεῖ τόν καρπό. Ἔχει σημασία κάθε λέξη τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ἀκούγοντας τόν διάβολο ρίχνει τό βλέμμα της στόν ἀπαγορευμένο καρπό.
Μέχρι τότε -καί πολύ καλά ἔκανε- προφανῶς θά σκεφτόταν «ἀφοῦ ὁ Θεός εἶπε
νά μήν φᾶμε, γιατί νά κοιτάξω;». «Έκ τοῦ ὁρᾶν τίκτεται τό ἐρᾶν», ἔλεγαν
καί οἱ ἀρχαῖοι. Ἀπό τό νά βλέπεις, μετά γεννιέται τό νά ἐπιθυμεῖς αὐτό
πού βλέπεις. Ὅ,τι βλέπει ὁ ἄνθρωπος καί σκέφτεται, αὐτό καί ἀγαπάει,
αὐτό καί ἐπιθυμεῖ. Γι’ αὐτό ἔχει τεράστια σημασία ὁ ἄνθρωπος νά ἐλέγχει
τίς αἰσθήσεις του καί κατεξοχήν τά μάτια του, τό τί βλέπει. Γιατί, μέσα
ἀπό τά μάτια καί γενικῶς ἀπό ὅλες τίς αἰσθήσεις, λέει πάλι στήν Γραφή,
εἰσέρχεται ὁ θάνατος. «Ἀνέβη θάνατος διά τῶν θυρίδων» (Ἱερ. 9,21). Οἱ
θυρίδες εἶναι τά παράθυρα. Τά παράθυρα τῆς ψυχῆς, μέ τά ὁποῖα θά λέγαμε
ἐπικοινωνεῖ μέ τόν ἔξω κόσμο, εἶναι οἱ αἰσθήσεις. Ἄν δέν προσέξει λοιπόν
ὁ ἄνθρωπος τίς θυρίδες μπαίνει μέσα ἀπό αὐτές ὁ θάνατος. Ὅπως καί στήν
καθημερινή ζωή μας, ἄν ἀφήσεις στό σπίτι σου ἀνοιχτές πόρτες καί
παράθυρα, ἀργά ἤ γρήγορα θά μποῦν οἱ κλέφτες. Ἔτσι καί στήν ψυχή, ἄν δέν
βάλουμε φύλακες καί δέν ἐλέγχουμε τίς θυρίδες, μπαίνουν οἱ κλέφτες πού
εἶναι οἱ δαίμονες καί μᾶς ἀπογυμνώνουν ἀπό κάθε καλό.
Ἀφοῦ λοιπόν ἡ Εὔα
εἶδε τόν καρπό, εἶδε ὅτι ἦταν ὡραῖος στήν ὄψη, τόν δοκίμασε καί ἦταν
ὡραῖος καί στήν γεύση. Τό δεύτερο λάθος. Ἀπό τό νά δεῖ, μετά ἦρθε καί
στό νά δοκιμάσει καί ἀφοῦ ἔπεσε στήν παγίδα ἔδωσε καί στόν Ἀδάμ. Στή
συνέχεια ἔγινε ἡ συνομιλία μέ τόν Θεό καί δέν ζήτησαν συγγνώμη, ἀλλά
φέρθηκαν ἐγωιστικά.
– Ποιά εἶναι ἡ αἰτία πού φύγαμε ἀπό τόν Παράδεισο;
Ὁ ἐγωισμός, ἡ
ὑπερηφάνεια. Ὁ Θεός τούς ἔδωσε τήν εὐκαιρία καί αὐτοί ἀντί νά ποῦν
ἥμαρτον, τελικά εἶπαν: «Ἐσύ φταῖς. Ἄν δέν μοῦ ἔδινες τήν γυναῖκα, ἐγώ
δέν θά τό ἔκανα αὐτό τό λάθος». Ἡ Εὔα πάλι λέει τό φίδι. «Ἄν δέν εἶχες
φτιάξει τό φίδι..». Τό φίδι στόν Παράδεισο ἦταν τό ὡραιότερο ζῶο.
Προφανῶς τότε εἶχε καί πόδια, δέν ἦταν ὅπως στή σημερινή του ἄσχημη
κατάσταση. Ἄρα Ἐσύ φταῖς πάλι. «Ἄν δέν εἶχες κάνει τό φίδι, νά μπεῖ μέσα
ὁ διάβολος, δέν θά πλανιόμουν κι ἐγώ». Φοβερό πράγμα! Καί σήμερα τό
ἴδιο λέμε μέ τρόπο ἐπιστημονικοφανή.
Εἶχε ἔρθει μιά
ὁμάδα παιδιῶν στό μοναστήρι μας πρίν λίγες μέρες καί ἀνάμεσα στά ἄλλα
τέθηκε ἀπό τά παιδιά καί τό θέμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας. Τά παιδιά πρέπει νά
ξέρετε ἔχουν πολύ μεγάλη ἀρνητική ἐπιρροή. Αὐτά πού ἐνδεχομένως ἐμεῖς
ἀκοῦμε καί γελᾶμε, στά παιδιά λόγω εὐαισθησίας γίνονται πολύ εὔκολα
παγίδα. Λένε π.χ. γιά τήν ὁμοφυλοφιλία: «Γιατί ὄχι; Κι αὐτοί ἄνθρωποι
δέν εἶναι; Γιατί εἶναι κακό; Εἶναι κι αὐτό κάτι ὅπως τό σύνδρομο Down».
Κάτι, δηλαδή, πού κληρονομεῖται. Τό παιδάκι πού ἔχει σύνδρομο Down δέν
φταίει βέβαια. Δέν εἶναι ἁμαρτία νά ἔχεις σύνδρομο Down. Ἄρα λένε καί ἡ
ὁμοφυλοφιλία δέν εἶναι ἁμαρτία, εἶναι κάτι πού κληρονομεῖται. Αὐτό τούς
περνᾶνε καί μάλιστα ὡς ἐπιστημονική γνώση. Ἑπομένως, «μήν δειλιάζετε,
μπορεῖτε νά τό κάνετε ἄφοβα», τό λέει καί ἡ ἐπιστήμη, ἡ ψεύτικη
ἐπιστήμη. Ἡ ἀληθινή ἐπιστήμη καί οἱ Ἅγιοι μᾶς λένε ἄλλα πράγματα, ὅτι
εἶναι πάθος. Ἡ Ἁγία Γραφή λέει ξεκάθαρα ὅτι τό πάθος αὐτό μᾶς στερεῖ τήν
αἰώνια ζωή. Καί ἔρχεται σήμερα ἡ ἐπιστήμη, ὁ πονηρός δηλαδή, νά
διαψεύσει τήν Ἁγία Γραφή καί νά μᾶς πεῖ ὅτι εἶναι ἀναπόφευκτο.
Πῶς ὁ διάβολος μᾶς
πλανάει καί πῶς πᾶμε νά νομιμοποιήσουμε τήν ἁμαρτία μέ ἕναν τρόπο
ἐπιστημονικοφανή! Τό ἴδιο θά πεῖ καί ὁ ψυχίατρος σέ ἕναν νέο-νέα πού θά
πάει νά τόν συμβουλευτεῖ: «ἄφησε τόν ἑαυτό σου ἐλεύθερο… χωρίς φραγμούς…
κάνε ἐλεύθερες σχέσεις.. καί θά θεραπευθεῖς ἀπό τά ψυχολογικά σου».
Ἀκριβῶς τό ἀντίθετο ἀπό αὐτό πού λέει ὁ Θεός καί ἡ Ἁγία Γραφή, ὅτι
δηλαδή «ἄν θέλεις νά ἔχεις ὑγεία ψυχνική καί σώματος, πρέπει νά ἔχεις
ἐγκράτεια καί νά φτάσεις ἁγνός καί καθαρός στήν εὐλογημένη ὥρα πού θά σέ
στεφανώσει ὁ Χριστός, ἡ Ἐκκλησία». Τότε θά πετύχεις καί στόν γάμο σου.
Αὐτοί ὅμως λένε: «μήν ἀκοῦς αὐτά πού λένε οἱ παπᾶδες, αὐτά σέ
ἀρρωσταίνουν».
– Πόσοι βρῆκαν τήν ὑγεία τους μέ τήν ἐλεύθερη ζωή;
Κανένας. Ὅλοι ἔχουν
γεμίσει μέ μύρια ὅσα ψυχολογικά καί οἰκογενειακά προβλήματα (διαλυμένες
οἰκογένειες). Λέει πολύ ὡραῖα ὁ Χρυσόστομος: «ἄν μάθει τό παιδί νά ζεῖ
ἔτσι ἐλεύθερα πρίν τόν γάμο καί μετά τόν γάμο τό ἴδιο θά κάνει, θά
συνεχίσει». Ἴσως λίγο νά κρατηθεῖ ἀπό τήν σωματική ἁμαρτία, ἀλλά πόσο θά
προσέξει τίς αἰσθήσεις του; Γιατί εἶπε ὁ Χριστός: «ἄν βλέπεις πονηρά,
ἤδη κάνεις μοιχεία στήν καρδιά σου» (Ματθ. 5,28) καί εἶναι θέμα χρόνου
καί συνθηκῶν νά μπορέσεις νά τήν κάνεις καί μέ τό σῶμα σου. Ὁ ἄνθρωπος
δέν θά κάνει κατά Θεόν ζωή μετά τόν γάμο, ἄν δέν προσέχει πρίν τόν γάμο
κι ἄν δέν κάνει αὐτή τήν συγκλονιστική μετάνοια.
– Ἀλλά γιατί νά πηγαίνουμε καί νά ἀκοῦμε αὐτούς τούς ἀνθρώπους πού μᾶς διδάσκουν τέτοια διεστραμμένα πράγματα;
Διότι ἀρέσουν καί
σέ μᾶς. Ὑπάρχει αὐτή ἡ ροπή καί θέλουμε καί μιά κάλυψη. Ἀφοῦ δέν μᾶς
καλύπτει ἡ Ἐκκλησία, δέν πᾶμε στήν Ἐκκλησία. Θά πᾶμε στούς ψυχολόγους
καί στούς ψυχιάτρους, οἱ ὁποῖοι μέ ἐπιστημονικό μανδύα, Φρόυντ κ.λ.π.,
νομιμοποιοῦν τά πάθη μας. Φοβερό! Προσπαθοῦν νά μᾶς ἀπενεχοποιήσουν
-ὅπως τό λένε- καί μᾶς τά παρουσιάζουν ὡς ξεπερασμένες ἀντιλήψεις πού
δέν ἰσχύουν στήν ἐποχή μας. Εἶναι ἡ ἴδια συνταγή που εἶπε ὁ διάβολος
στόν Ἀδάμ καί στήν Εὔα: «Μήν ἀκοῦτε τί λέει ὁ Θεός. Ἐλᾶτε σέ μένα, ἐγώ
θά σᾶς ἀπελευθερώσω ἀπό τίς ὑπακοές καί τά μή καί τά ὄχι». Πήγαμε σ’
αὐτόν καί πηγαίνουμε σ’ αὐτόν καί τί βρίσκουμε; Τόν θάνατο. «Τά ὀψώνια
τῆς ἁμαρτίας θάνατος» (Ρωμ. 6,23).
Ὁπότε φεύγουν ἀπό
τόν Παράδεισο χωρίς τό τρίτο καί σπουδαιότερο στοιχεῖο, τό Ἅγιο Πνεῦμα,
τήν θεία χάρη, τό ὁποῖο τούς εἶχε χαρίσει τήν ἕνωση μέ τόν Θεό. Χάνοντάς
το ἔχασαν καί τήν δυνατότητα κοινωνίας μέ τόν Θεό καί, ἐπειδή ἔκαναν
ὑπακοή στόν διάβολο κάνοντας τήν ἁμαρτία, πήγαιναν ὅλοι στόν Ἅδη. Ὅλοι
οἱ ἄνθρωποι μετά τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας, πού πρῶτοι πῆγαν στόν
Ἅδη, πήγαιναν ἐκεῖ. Ἡ προσφορά τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι μεγάλη γιατί
κατέβηκε καί στόν Ἅδη καί συνέτριψε ἐκεῖ τόν διάβολο καί ἔδωσε τήν
δυνατότητα, ὄχι πάλι ἀναγκαστικά, ἀλλά σέ ὅσους ἤθελαν ἀπό αὐτούς πού
βρίσκονταν στόν Ἅδη, νά μετανοήσουν, νά πιστέψουν καί νά ἐλευθερωθοῦν.
Νά τούς χαρίσει τήν ἀληθινή ζωή, αὐτή πού εἶχε δώσει μέ τό ἐμφύσημα καί
στόν Ἀδάμ «καί ἐγένετο εἰς ψυχήν ζῶσαν». Αὐτή τήν ἴδια ζωή τήν ξαναδίνει
ὁ Χριστός μας διά τῆς Ἐκκλησίας, διά τοῦ ἑαυτοῦ Του δηλαδή καί τήν
ἔδωσε καί σ’ αὐτούς πού ἦταν στόν Ἅδη. Γι’ αὐτό κατέβηκε στόν Ἅδη. Γι’
αὐτό πέθανε. Ἔπρεπε νά πεθάνει. Πήγαιναν κάτω ἀπό τόν Σταυρό οἱ
γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι καί Τοῦ ἔλεγαν: «κατέβα ἀπό τόν Σταυρό, σῶσε
τόν ἑαυτό Σου καί θά Σέ πιστέψουμε». Δέν θά πίστευαν. Ἀλλά ὁ Χριστός
ἤθελε νά πεθάνει, γιά νά πάει καί στόν Ἅδη καί νά ἐλευθερώσει ὅσους
ἤθελαν ἀπό ἐκείνους πού ἦταν ἤδη ὑποχείριοι στόν διάβολο. Ὅλη τήν
ἀνθρωπότητα δηλαδή. Τρεῖς μέρες ἦταν ἀρκετές. Ἔκανε κι ἐκεῖ κήρυγμα.
Εἶχε πάλι προηγηθεῖ ὁ Τίμιος Πρόδρομος, γιατί εἶχε ἀποκεφαλιστεῖ πρίν
τήν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, εἶχε κηρύξει στόν Ἅδη καί εἶχε προετοιμάσει
τίς ψυχές.
Ὁ Χριστός μας, θά
λέγαμε, εἶναι πραγματικά δημοκρατικός! Δέν ἀναγκάζει κανέναν. Παρόλο πού
ξέρει πολύ καλά ὅ,τι μᾶς συμφέρει, δέν θέλει ἀναγκαστικά νά πᾶμε κοντά
Του. Αὐτός εἶναι ἡ Ζωή, ἀλλά σέβεται τήν ἐλευθερία. Κι αὐτό εἶναι τό
μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ μας ὅτι σέβεται τήν ἐλευθερία μας. Ἐνῶ ὁ διάβολος μᾶς
ἐξαπατᾶ, μᾶς λέει ψέματα, ὅπως εἶπε στήν Εὔα «ἔλα σέ μένα καί θά γίνεις
θεός». Ἔγινε θεός ἡ Εὔα μέ τό ποῦ πῆγε σ’ αὐτόν; Ἀντίθετα, ἔχασε τήν
δυνατότητα τῆς θέωσης, πού εἴπαμε ἦταν τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἡ Θεία Χάρις.
Νά κάνουμε μία
παρένθεση, γιά νά ἐξηγήσουμε τό ἑξῆς: ἡ Θεία Χάρις εἶναι ἐνέργεια τοῦ
Θεοῦ, ἡ ὁποία κάνει τόν ἄνθρωπο θεό, γι’ αὐτό λέγεται καί θεοποιός. Αὐτή
ἡ Θεία Χάρις, ἡ θεοποιός, λέγεται καί Ἅγιο Πνεῦμα. Μήν τό μπερδεύουμε
ὅμως μέ τό πρόσωπο. Ἄλλο εἶναι τό πρόσωπο Ἅγιο Πνεῦμα, στό ὁποῖο δέν
μετέχουμε. Οὔτε στόν Πατέρα μετέχουμε, οὔτε στόν Υἱό, οὔτε στό Ἅγιο
Πνεῦμα, ὡς πρόσωπα. Ἀλλά μετέχουμε στήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ
ὁποία λέγεται Ἅγιο Πνεῦμα ἤ Θεία Χάρις καί ἡ ὁποία εἶναι ἡ κοινή
ἐνέργεια καί τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτή ἡ
κοινή ἐνέργεια εἶναι πού μᾶς κάνει θεούς. Ἡ θεοποιός χάρις ἤ Ἅγιο
Πνεῦμα. Ὁπότε, ὅταν ἀκοῦμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος πῆρε τό Ἅγιο Πνεῦμα, δέν
σημαίνει ὅτι πῆρε τό πρόσωπο, ἀλλά τήν ἐνέργεια, τήν Θεία Χάρη.
Ὁπότε χρειαζόμαστε
πάλι τήν Θεία Χάρη, γιά νά κοινωνήσουμε καί νά ἑνωθοῦμε μέ τόν Χριστό.
Ἔρχεται ὁ Χριστός μας, παίρνει τήν ἀνθρώπινη φύση, μᾶς κηρύττει καί μᾶς
λέει: «ἄν θέλετε πάλι νά ἀποκτήσετε κοινωνία μέ τόν Θεό, νά
ἀποκαταστήσετε τίς σχέσεις σας, νά ντυθεῖτε, ὅπως ἤσασταν ντυμένοι στόν
Παράδεισο, μέ τήν Θεία Χάρη, θά ἔρθετε διά τῆς Ἐκκλησίας, διά τοῦ ἁγίου
Βαπτίσματος καί Χρίσματος. Γι’ αὐτό ὅταν βαπτιζόμαστε λέμε: «Ὅσοι εἰς
Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε» (Γαλ. 3,27). Νά τό ροῦχο, τό
ἔνδυμα πού χάσαμε. Τό ἔνδυμα εἶναι ἡ Θεία Χάρις, ὁ Χριστός. Τώρα τό
ξαναπαίρνουμε καί αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη δωρεά τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι τό
σπουδαῖο πού κάνει ἡ Ἐκκλησία: ἀποκαθιστᾶ τήν κοινωνία μας μέ τόν
Χριστό. Αὐτό πού χάσαμε στόν Παράδεισο, τό ξαναπαίρνουμε τώρα.
Ἐδῶ εἶναι ἡ δική
μας τραγική θέση ὅτι αὐτό τό ἔνδυμα τό ξαναβγάζουμε μετά ἤ πιό σωστά τό
λερώνουμε, τό κουρελιάζουμε καί γινόμαστε πάλι βρωμεροί μέ τίς ἁμαρτίες
καί τά πάθη μας. Καί πάλι ὅμως ὁ Θεός δέν μᾶς ἐγκαταλείπει καί μᾶς δίνει
καί δεύτερη εὐκαιρία, τήν διά τῆς μετανοίας ἀποκατάσταση τοῦ ἐνδύματος,
τό ὁποῖο ἔχουμε κουρελιάσει μετά τό Βάπτισμα μέ τίς πολλές μας
ἁμαρτίες. Πρωτοπόροι σ’ αὐτό τό κουρέλιασμα εἶναι οἱ γονεῖς μας. Τό
πρῶτο λάθος τό κάνουν οἱ γονεῖς στά βαφτισμένα παιδιά. Κάνουν ὅ,τι
μποροῦν γιά νά κουρελιάσουν αὐτό τό ἔνδυμα, τήν χάρη. Μέχρι πού λένε ὅτι
μέ τό πού βαφτίζεται τό μωρό, τό πᾶνε στό κέντρο νά χορέψει. Εἰ δυνατόν
νά τό ξεβαφτίσουμε ἀπό τήν πρώτη στιγμή δηλαδή! Εὐτυχῶς δέν ἐξαλείφεται
τό Βάπτισμα, δέν ξεβαφτίζεται. Ἀλλά ὅσο ζεῖ ἔχει αὐτή τήν χάρη. Ἄν
κάνει ὅμως καμιά πολύ μεγάλη ἁμαρτία καί ἀρνηθεῖ τόν Χριστό, πέσει σέ
αἵρεση, τοῦ ξανακάνουμε χρίσμα. Στίς ἄλλες περιπτώσεις μέ τά ἄλλα
ἁμαρτήματα τά κάπως ἐλαφρύτερα ἀρκεῖ ἡ ἐξομολόγηση καί ἡ μετάνοια, ὁπότε
ἀποκαθίσταται τό ἔνδυμα. Αὐτή ἡ δεύτερη εὐκαιρία εἶναι πολλαπλή
εὐκαιρία. Δέν εἶναι μόνο γιά μιά φορά. Γιατί, δυστυχῶς, πολλές φορές καί
μετά τήν ἐξομολόγηση κάνουμε τά ἴδια καί τά ἴδια.. καί πάλι ἡ ἀγάπη καί
ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ δέν μᾶς ἐγκαταλείπει. Αὐτή εἶναι ἡ μεγαλοδωρεά τοῦ
Θεοῦ! Ὁ Θεός κάνει τό πᾶν γιά νά μᾶς σώσει καί εἶναι κρίμα οἱ ἄνθρωποι
νά κολάζονται.
– Πόσο δύσκολο εἶναι νά πᾶς πέντε λεπτά νά ἐξομολογηθεῖς;
Γιά πέντε λεπτά νά
χάσεις μιά αἰωνιότητα ἀξίζει; Γιατί μετά θάνατον δέν μπορεῖς νά
μετανοήσεις. Λένε οἱ Πατέρες: ἐν τῷ ᾽Ἄδη οὐκ ἔστι μετάνοια. Ὅ,τι κάνουμε
θά τό κάνουμε ἐδῶ. Σέ πέντε λεπτά πού κρατάει μιά ἐξομολόγηση
κερδίζουμε μιά αἰωνιότητα. Εἶναι πολύ σπουδαῖο πράγμα αὐτό καί πρέπει νά
εὐχαριστοῦμε τόν Θεό πού μᾶς δίνει τήν δυνατότητα νά ξαναβρεθοῦμε στόν
Παράδεισο, νά ζήσουμε τήν ζωή τοῦ Ἀδάμ καί ὄχι μόνο. Νά φτάσουμε κι ἐκεῖ
πού θά ἔφταναν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, ἄν δέν ἔκαναν τήν παρακοή. Αὐτό εἶναι
τό μέγα δῶρο τοῦ Θεοῦ. Λέει ὁ Κύριος: «Ἔχασες τόν δρόμο, δέν πῆγες ἐκεῖ
πού ἔπρεπε νά πᾶς, ἔρχομαι Ἐγώ, κάνω αὐτό πού δέν ἔκανες ἐσύ». Ὁ Χριστός
ὡς ἄνθρωπος ἔκανε αὐτό πού δέν κάναμε ἐμεῖς στόν Παράδεισο: ὑπακοή. Γι’
αὐτό λέει πολύ ὡραῖα ὁ Ἀπόστολος: «γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου,
θανάτου δέ σταυροῦ» (Φιλιπ. 2,8). Ὁ Χριστός δηλαδή ἔγινε ὑπήκοος,
ὑποτακτικός στόν Θεό-Πατέρα ὡς ἄνθρωπος καί μάλιστα ἔκανε ὑπακοή μέχρι
θανάτου. Ποῦ εἶναι αὐτοί πού λένε ὅτι ἡ ὑπακοή εἶναι γιά τούς
καλογήρους;
Μοῦ τό εἶπαν καί
μένα ὅταν εἶχα πρωτοβγεῖ ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος καί πῆγα στήν Θεσσαλονίκη, σέ
χριστιανικούς κύκλους ὑποτίθεται. «Πάτερ, νά ξέρεις ἐδῶ μήν ψάχνεις γιά
ὑπακοές καί τέτοια πράγματα». Καί νά σοῦ τό λέει ἕνας ἄνθρωπος πού
ὑποτίθεται ἦταν τριάντα-σαράντα χρόνια στό χριστιανικό ἔργο… Ἔκανε καί
ἱεραποστολή δηλαδή. Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι δέν ἔχουμε πιάσει τό νόημα,
δέν ἔχουμε καταλάβει τίποτα ἀπό τόν Χριστό, γιατί ἀκριβῶς ὁ Χριστός ἦταν
ὁ τέλειος ὑποτακτικός. Ἔκανε τέλεια ὑπακοή στόν Πατέρα του ὡς ἄνθρωπος.
Ὡς Θεός εἶχε πάντα τό ἴδιο θέλημα.
Εἶχε δύο θελήματα ὁ
Χριστός μας. Εἶχε θεῖο θέλημα, ἀφοῦ ἦταν Θεός καί εἶχε καί τό ἀνθρώπινο
θέλημα. Πάντοτε τό ἀνθρώπινο θέλημα ὑποτασσόταν στόν Θεό, στό θεῖο
θέλημα. Καί μᾶς δίδαξε αὐτόν τόν δρόμο. Λέει: «ἐντάξει ἔχασες τόν δρόμο
στόν Παράδεισο, τώρα ἔλα μαζί Μου καί δι’ Ἐμοῦ, διά τῆς ὑπακοῆς σέ Μένα
πού εἶμαι ὁ δρόμος, πού εἶμαι ἡ ἀλήθεια, πού εἶμαι ἡ ζωή, θά ξαναπᾶς
στόν Παράδεισο, ἀλλά ὄχι ἐκεῖ πού ἦταν ὁ Ἀδάμ ὅταν ἔχασε τόν δρόμο, ἀλλά
στό τέρμα στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Θά γίνεις Θεός». Διά ἄλλης ὁδοῦ τώρα,
διά τοῦ Χριστοῦ, διά τῆς ἑνώσεως μέ τόν Χριστό. Γι΄ αὐτό λέμε ὅτι τελικά
ὁ Παράδεισος εἶναι ὁ Χριστός. Μερικοί φαντάζονται ἕναν ὡραῖο κῆπο
κ.λ.π. Δέν εἶναι αὐτό. Αὐτό εἶναι πολύ λίγο. Εἶναι ἡ ἴδια ἡ Θεότητα πού
μᾶς προσφέρεται κάθε φορά στήν Θεία Λειτουργία. Ζοῦμε τόν Παράδεισο μέσα
στήν Θεία Λειτουργία. Εἶναι ἕνα ἐρώτημα βέβαια πόσοι τόν ζοῦμε…
– Πόσοι καταλαβαίνουν τί γίνεται μέσα στήν Θεία Λειτουργία;
Λέει ὁ ἱερέας:
«Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»
καί κάνει τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ μέ τό ἅγιο Εὐαγγέλιο πάνω στήν Ἁγία
Τράπεζα. Τί σημαίνει αὐτό; Μπαίνουμε στήν Βασιλεία. Δηλαδή ἡ Θεία
Λειτουργία οὐσιαστικά εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στήν γῆ. Ἐκείνη τήν ὥρα
σταματάει ὁ χρόνος, σταματοῦν τά πάντα. Σταματοῦν; Ἐξαρτᾶται… Ὁ νοῦς
κάποιου μπορεῖ νά εἶναι στό χωράφι του… Ἐξαρτᾶται πῶς ζεῖς τό γεγονός
καί ἄν ἔχεις τήν ἀγάπη πού πρέπει νά ἔχεις στόν Χριστό κι ἄν κάνεις αὐτά
πού λέει. Ἔτσι φανερώνουμε τήν ἀγάπη μας κάνοντας ὅ,τι λέει. Βλέπουμε
ὅτι, γιά νά μποῦμε στήν Βασιλεία, χρειάζεται ὁ Σταυρός. Μπαίνουμε στήν
Βασιλεία κάνοντας τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Μπαίνουμε στόν Παράδεισο μέ τόν
Σταυρό. Δέν μπορεῖς νά περάσεις κατευθείαν στήν Ἀνάσταση, πρέπει νά
περάσεις ἀπό τόν Σταυρό.
Ἡ Μεταπατερική
Θεολογία, πού λέγαμε προηγουμένως, λέει μεταξύ τῶν ἄλλων «μήν ἀκοῦτε γιά
Σταυρό, μόνο γιά Ἀνάσταση, μόνο χαρά, μόνο ἀγάπη, δέν χρειάζεται
ἄσκηση, δέν χρειάζεται νηστεία». Τά λένε αὐτά ὀρθόδοξοι θεολόγοι. Τά
ἀκοῦμε καί γελᾶμε τώρα, ἀλλά μετά θά δεῖτε πού θά κυριαρχήσουν, ὅπως
κυριάρχησαν καί αὐτά περί Οἰκουμενισμοῦ. Τό ΄68 – ΄70 στή Θεολογική
Σχολή ὑπῆρχε ἕνας καθηγητής Οἰκουμενιστής καί τόν ἄκουγαν οἱ φοιτητές
ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι τό ἴδιο κ.λ.π. καί γελοῦσαν. Τώρα, μετά ἀπό
τριάντα-σαράντα χρόνια εἶναι ὅλοι καί ἕνας, τό πολύ δύο πού δέν εἶναι
Οἰκουμενιστές. Ἔτσι προχωράει ὁ διάβολος. Σιγά-σιγά, ὅταν ἐμεῖς δέν
ἀντιδροῦμε καί δέν λέμε τό σωστό, ἐξαπλώνεται. Διαβάλλουν λοιπόν τούς
Ἁγίους Πατέρες, διαβάλλουν τόν Χριστό καί λένε ὄχι Σταυρός, «μή λές
δύσκολα πράγματα, δέν μποροῦμε, αὐτά εἶναι γιά τούς καλόγερους, ὅλοι νά
κοινωνᾶνε ἀπροϋπόθετα, ἄσε τόν κόσμο ἐλεύθερο…».
Λέμε στήν Ἐκκλησία
νά ἔλθουν ὅλοι στήν Θεία Κοινωνία ἀλλά μέ ποιά προϋπόθεση; Μέ αὐτή πού
εἶχαν οἱ πρῶτοι χριστιανοί. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί κοινωνοῦσαν καί κάθε
μέρα. Ἀλλά ποιοί κοινωνοῦσαν; Αὐτοί πού ἔκαναν πάρα πολύ ἄσκηση, αὐτοί
πού ἦταν συνέχεια κρεμασμένοι ἀπό τό στόμα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων γιά νά
ἀκοῦν κήρυγμα, πού ἔκαναν πολλές προσευχές, πού ἔκαναν ἐλεημοσύνες, πού
εἶχαν κοινοκτημοσύνη, πού δέν εἶχαν τίποτα δικό τους καί ἦταν πολύ
περισσότερο ἀπό καλόγεροι. Καί, ἄν κάποιος δέν θά κοινωνοῦσε, μετά τό
«Τάς θύρας, τάς θύρας ἐν σοφίᾳ πρόσχωμεν» ἔβγαινε ἔξω. Τώρα τό λέμε καί
δέν γίνεται τίποτα. Τότε γινότανε. Ὅσοι δέν κοινωνοῦσαν, ἔφευγαν.
Ἔκλειναν οἱ πόρτες καί ἔμεναν μέσα στήν Θεία Λειτουργία μόνο αὐτοί πού
θά κοινωνοῦσαν. Ὅποιος δέν κοινωνοῦσε καί ἔμενε μέσα, θά ἔπρεπε νά πεῖ
τόν λόγο πού δέν κοινώνησε. Σήμερα ἔχουμε τόσο διαστραφεῖ πού θά πρέπει
νά δώσουν λόγο αὐτοί πού κοινώνησαν. Βλέπετε πόσο ἔχουμε ἀρρωστήσει!
Πόσο ἔχουμε φύγει ἀπό τό ὀρθόδοξο πνεῦμα.
Ἡ Θεία Κοινωνία
εἶναι ὁ Χριστός, εἶναι ἡ Ζωή, εἶναι τό πᾶν. Τί ποιό καλό νά παίρνει
κανείς τήν Ζωή κάθε μέρα; Κάθε μέρα πρέπει κανονικά νά κοινωνάει ὁ
χριστιανός. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί κοινωνοῦσαν ὅλοι. Ὄχι οἱ καλόγεροι. Δέν
ὑπῆρχαν καλόγεροι τότε ὅπως τούς ξέρουμε σήμερα, ἀλλά ζοῦσαν
καλογερικότατα καί οἱ ἔγγαμοι καί οἱ ἄγαμοι. Καί σήμερα ἔχουμε φτάσει
στήν διαστροφή, νά σοῦ λένε: «γιατί κοινώνησες;». Ἐνῶ ὑπάρχει Κανόνας
τῆς Ἐκκλησίας πού λέει: «Ὅποιος δέν κοινωνεῖ, θά πρέπει νά δώσει λόγο
γιατί δέν κοινώνησε, διότι ποιεῖ ἀταξία». Εἶναι ἀταξία νά μήν
κοινωνήσεις. «Κι ἄν ὁ λόγος εἶναι εὔλογος, ἐντάξει. Ἄν ὅμως δέν εἶναι
εὔλογος ὁ λόγος, ἄν εἶναι κληρικός καθαιρεῖται, ἄν εἶναι λαϊκός
ἀφορίζεται». Εἶναι βαρύ πράγμα δηλαδή νά μήν κοινωνᾶς. Ἀλλά πρέπει νά
φροντίζουμε νά ἔχουμε τίς προϋποθέσεις: φόβο Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης.
Φυσικά, ἄν κάποιος εἶναι ἀδιάφορος καί θέλει νά φάει τό Σάββατο τό
βράδυ, θέλει νά πάει στόν γάμο νά χορέψει καί λέει ἄσε τήν Θεία Κοινωνία
καί πάει ἀπό ἀναβολή σέ ἀναβολή, μετά ἔρχονται τά ψυχολογικά, τοῦ πᾶνε
ὅλα ἀνάποδα κ.λ.π. Πῶς νά ἔχει εὐλογία στό σπίτι του χωρίς τόν Χριστό;
– Καί πῶς ἔρχεται ὁ Χριστός;
Μέ τήν Θεία
Κοινωνία. Ἕνας πού ἔχει κοινωνήσει εἶναι ὁ Χριστός καί ὅπου κυκλοφορεῖ
εἶναι σάν νά κυκλοφορεῖ ὁ Χριστός. Κάποτε ὁ Ἅγιος Πορφύριος συζητοῦσε μέ
ἕναν γιατρό, τόν Παπαζάχο, πολύ καλό γιατρό. Ἦταν ὁ καρδιολόγος του.
Σπουδαῖος ἄνθρωπος, καθηγητής Πανεπιστημίου. Τά παιδιά τόν ἀγαποῦσαν
πάρα πολύ. Ἦταν πολύ καλός καθηγητής. Ἐκεῖ πού τούς ἔλεγε γιά τό
καρδιογράφημα, τούς ἔβαζε καί λίγη κλασσική μουσική καί χαιρόντουσαν.
Λέει λοιπόν στόν Γέροντα: «Γέροντα πάω στό ἀμφιθέατρο καί εἶναι ἀπό κάτω
ἑπτακόσια- ὀκτακόσια παιδιά καί ὅλα μ’ ἀγαποῦν πάρα πολύ καί μέ
χειροκροτοῦν κιόλας. Ἐκεῖ πού τούς λέω γιά τά ἰατρικά καί μ’ ἀκοῦν μέ
τόση προσοχή, νά μήν τούς πῶ καί κάτι γιά τόν Χριστό;». Καί τί τοῦ
ἀπαντάει ὁ Ἅγιος Πορφύριος; «Βρέ Γιωργάκη, δέν μοῦ λές, δέν πᾶς τήν
Κυριακή στήν Ἐκκλησία καί κοινωνᾶς;». «Πάω καί κοινωνάω πάτερ». «Ἔ, ὅταν
πᾶς καί κοινωνᾶς δέν ἔχεις τόν Χριστό μέσα σου;». «Τόν ἔχω». «Ὅταν πᾶς
στό ἀμφιθέατρο, δέν Τόν ἔχεις;». «Τόν ἔχω». «Ἔ, τότε ὁ Χριστός
κυκλοφορεῖ ἀνάμεσα στά παιδιά. Τίποτα δέν χρειάζεται νά τούς λές. Καί
μόνο πού κυκλοφορεῖς, τά παιδιά τό παίρνουν τό μήνυμα».
Δηλαδή τό σπουδαῖο
δέν εἶναι νά λέμε λόγια. Κι αὐτά βοηθᾶνε. Δέν ἐννοοῦσε ὁ Ἅγιος Πορφύριος
νά μήν μιλᾶς γιά τόν Χριστό ἀλλά κυρίως νά ἔχεις τόν Χριστό μέσα σου,
νά Τόν κουβαλᾶς, νά εἶσαι ἑνωμένος μαζί Του. Νά ζεῖς τόν Χριστό καί τότε
καί τά λόγια σου θά ἔχουν δύναμη. Καί μιά ̔καλημέρα ̓ πού θά πεῖς στόν
ἄλλον, θά ἔχει τόση χάρη, πού μπορεῖ νά τόν ἀλλοιώσει γιατί θά αἰσθανθεῖ
τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μέ τήν ὁποία εἶναι φορτισμένες οἱ λέξεις. Ὁπότε
αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ καί ὁ Θεός μᾶς δίνει πλέον αὐτό
πού θά ἔδινε καί στόν Ἀδάμ, ἄν ἔμενε στήν ὑπακοή. Μᾶς τό δίνει λοιπόν
καί τώρα διά τῆς Ἐκκλησίας, διά τῶν μυστηρίων, διά τοῦ βαπτίσματος καί
μετά διά τοῦ δευτέρου βαπτίσματος πού εἶναι ἡ ἱερά ἐξομολόγησις, τό
μυστήριο τῆς μετανοίας.
Κάτι ἄλλο ἤθελα νά
σᾶς πῶ πάνω σ’ αὐτό, γιατί εἶναι σύγχρονο θέμα καί ἴσως
προβληματιστεῖτε. Εἴπαμε ὁ ἄνθρωπος ἔχει σῶμα καί ψυχή καί τό Ἅγιο
Πνεῦμα, ὅταν εἶναι βαφτισμένος. Ὄχι ὁ ἀβάφτιστος. Ὁ ἀβάφτιστος δέν Τό
ἔχει. Κι αὐτή εἶναι μιά μεγάλη δωρεά τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι ὑπερηφάνεια νά
τό ξέρουμε καί νά τό λέμε ὅτι διαφέρουμε πάρα-πάρα πολύ ἀπό τούς
ἀβάφτιστους. Χωρίς αὐτό νά σημαίνει βέβαια ὅτι θά σωθοῦμε ὅλοι ἐπειδή
ἔχουμε τό βάφτισμα. Θά σωθοῦν αὐτοί πού φύλαξαν τό βάφτισμα ἤ -ποιός τό
φύλαξε; ὅλοι τό ρυπάναμε- τουλάχιστον τό ἐπανενεργοποίησαμε μέ τήν
μετάνοια.
– Ξέρετε πόσο διαφέρουμε ἀπό τούς ἀβάφτιστους;
Ὅσο διαφέρει μιά
καρέκλα ἀπό ἕναν ἄνθρωπο διαφέρει ἕνας ἀβάφτιστος ἀπό ἕναν βαφτισμένο
καί πάλι λίγο λέμε. Γιατί; Γιατί ὁ ἀβάφτιστος δέν ἔχει τόν ἄκτιστο Θεό. Ὁ
βαφτισμένος ἔχει τόν ἄκτιστο Θεό. Πόσο διαφέρει τό κτιστό ἀπό τό
ἄκτιστο; Δέν μποροῦμε νά ποῦμε. Εἶναι ἄπειρη ἀπόσταση. Πόσο διαφέρει ὁ
Θεός ἀπό τόν ἄνθρωπο; Τελείως ἄλλο πράγμα εἶναι ὁ Θεός. Καί αὐτό τό
ἔχουμε. Εἶναι πολύ μεγάλη δωρεά τοῦ Θεοῦ καί αὐτή ἡ δωρεά εἶναι πού μᾶς
δίνει τήν δυνατότητα τῆς θέωσης. Ἀξιοποιώντας τό Ἅγιο Πνεῦμα πού ἔχουμε
πάρει μέ τό βάπτισμα, ἐργαζόμενοι τίς ἐντολές, σιγά-σιγά γίνεται ὅ,τι
κάνει ἕνας ζωγράφος, λέει ἕνας πατέρας. Σιγά-σιγά, λέει, ἡ Χάρις τοῦ
Θεοῦ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος τηρεῖ τίς ἐντολές, ζωγραφίζει στόν ἄνθρωπο τόν
Χριστό. Καί ὁ ἄνθρωπος γίνεται σιγά-σιγά χριστοειδής, μοιάζει στόν
Χριστό. Ὄχι τόσο στά ἐξωτερικά χαρακτηριστικά κι αὐτά εἰρηνεύουν,
ὀμορφαίνει ὁ ἄνθρωπος μέ τήν χάρη, ἀλλά περισσότερο στίς ἐνέργειες. Ὅπως
ὁ Χριστός ἔχει ἀγάπη – εἶναι ἀγάπη, ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ
τηρώντας τίς ἐντολές σιγά-σιγά γίνεται ἀγάπη. Ὅπως ὁ Χριστός εἶναι
ταπείνωση καί ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ γίνεται ταπεινός. Ὅπως ὁ Χριστός εἶναι
πρᾶος καί συγχωρητικός, ἔτσι γίνεται καί ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ὁ
Χριστός ἀγαπάει τούς πάντες, ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος τοῦ Χριστοῦ σιγά-σιγά
μαθαίνει νά ἀγαπάει τούς πάντες καί νά μήν περιορίζεται στόν ἑαυτό του ἤ
τό πολύ-πολύ στήν οἰκογένειά του, πού πάλι εἶναι ἕνας διευρημένος
ἐγωισμός. Ἀλλά γίνεται ἕνας πραγματικά οἰκουμενικός ἄνθρωπος. Αὐτός πού
θά μοιάσει στόν Χριστό, εἶναι πού τελικά θά σωθεῖ. Καί τό καθ’ ὁμοίωσιν
πού εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας εἶναι τό νά μοιάσουμε στόν Χριστό, νά
γίνουμε κι ἐμεῖς δηλαδή μικροί χριστοί μέ ἀποτέλεσμα, ὅποιος μᾶς βλέπει,
νά νιώθει σάν νά βλέπει τόν Χριστό. Νά τό ζεῖ αὐτό βλέποντας τίς
ἐνέργειες τοῦ Χριστοῦ σέ μᾶς. Τότε πιάνει καί ἡ ἱεραποστολή μας καί τά
λόγια μας. Ὅταν ὁ ἄλλος δεῖ σέ μᾶς τόν Χριστό, αὐτή εἶναι ἡ καλύτερη
ἱεραποστολή. Μπορεῖ νά μήν τοῦ ποῦμε τίποτα. Ὅταν, ὅμως, ζήσει τήν
ἐνέργεια τοῦ Χριστοῦ πού ἐκπέμπουμε, τοῦ βάζουμε μιά καλή ἀνησυχία καί
ἀρχίζει νά ψάχνεται καί λέει: «Γιατί νά μήν εἶμαι κι ἐγώ σάν κι αὐτόν,
πρᾶος, ἤρεμος, χωρίς ἄγχος; Πῶς τά καταφέρνει αὐτός κι ἐκεῖ πού
περιμένεις νά βρίσει, χαμογελάει; Κι ἐκεῖ πού περιμένεις νά ξεσπάσει,
μιλάει μέ ἀγάπη καί μέ γλυκύτητα;». Μπορεῖ νά σέ ρωτήσει κιόλας κι ἐκεῖ
θά τοῦ πεῖς: «ὄχι ἐγώ, ὁ Χριστός τό κάνει κι ἅμα μπεῖς στήν Ἐκκλησία
σωστά θά τό ζήσεις κι ἐσύ».
Μία πλάνη πού ἔχει
σχέση μέ τόν ἄνθρωπο καί μέ τά συστατικά τοῦ ἀνθρώπου εἶναι αὐτή πού
λέγεται «ἐγκεφαλικός θάνατος», μέ τήν ὁποία ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ ἄνθρωπος
πεθαίνει, ὅταν ὁ ἐγκέφαλός του δέν λειτουργεῖ. Αὐτό εἶναι ψέμα, γιατί
εἴπαμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι σῶμα, ψυχή καί ὅταν εἶναι βαφτισμένος ἔχει
καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ ψυχή δέν προϋπάρχει. Ἡ ψυχή δημιουργεῖται μαζί μέ
τό σῶμα ἀπό τήν στιγμή τῆς συλλήψεως. Σύλληψη εἶναι, ὅταν ἑνώνονται τά
δύο κύτταρα καί τότε ἔχουμε ἕναν καινούριο ἄνθρωπο. Ἐκείνη τήν ὥρα ὁ
ἄνθρωπος παίρνει ἀπό τόν Θεό καί ψυχή. Πλάσσεται σιγά-σιγά, τά δύο
κύτταρα γίνονται τέσσερα, πολλαπλασιάζονται καί αὐξάνονται. Φυσικά, ἄν
πάρει κανείς τά ἀρχέγονα κύτταρα, ὅπως λέγονται, καί κάνει πειράματα,
πάλι κάνει φόνο. Μπορεῖ νά μήν φαίνεται ὅτι εἶναι ἄνθρωπος ἀκόμα, γιατί
εἶναι μιά μπαλίτσα ἀπό κύτταρα, ἀλλά ἐφόσον ἔχει γίνει ἡ σύλληψη εἶναι
ἄνθρωπος καί ἔχει ψυχή. Ὁπότε, ὅταν ἀκοῦμε πειράματα μέ βλαστοκύτταρα,
βλαστοκύστες κ.λ.π. εἶναι φόνος, δέν ἐπιτρέπονται, γιατί φονεύουμε αὐτόν
τόν καινούριο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος πλάσσεται καί ἡ ἀρχική του μορφή εἶναι
μιά μπαλίτσα ἀπό κύτταρα.
Ἀλλά ὑπάρχει κι
ἄλλη πλάνη πού ξεκινάει ἀπό μία ἄνομη ἰατρική. Τά ὄργανα τοῦ ἀνθρώπου,
ἄν ὁ ἄνθρωπος πεθάνει πραγματικά, ὄχι ἐγκεφαλικά, εἶναι ἄχρηστα γιά τίς
μεταμοσχεύσεις. Δέν μπορεῖ ἕναν πού ἔχει σταματήσει ἡ καρδιά του, νά τοῦ
πάρεις τήν καρδιά νά τήν βάλεις σέ ἕναν ζωντανό καί νά ζήσει. Δέν
κολλάει τό μόσχευμα, δέν πετυχαίνει. Θά πρέπει νά εἶναι ζωντανός, νά
χτυπάει ἡ καρδιά. Ἐφηύραν -ἐφεύρεση ἰατρική εἶναι ἀπό τήν Ἀμερική
ξεκίνησε ἀπό ἕνα Πανεπιστήμιο- τόν λεγόμενο ἐγκεφαλικό θάνατο καί εἶπαν:
«ἄς χτυπάει ἡ καρδιά, ἐφόσον ὁ ἐγκέφαλος δέν λειτουργεῖ, ἐμεῖς λέμε ὅτι
ὁ ἄνθρωπος πέθανε». Αὐτή εἶναι πλάνη, γιατί μπορεῖ νά πάει κανείς στόν
ἄνθρωπο αὐτόν, ὁ ὁποῖος φαίνεται ὅτι δέν ἐπικοινωνεῖ μέ τό περιβάλλον
καί νά τοῦ ψάλλει ἕνα τροπάριο. Ἄν εἶναι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μπορεῖ καί νά
δακρύσει. Αὐτό σημαίνει ὅτι κατάλαβε πολύ καλά, ἀλλά ἐπειδή ὁ ἐγκέφαλος
δέν λειτουργεῖ, δέν μπορεῖ νά ἐκφράσει αὐτό πού κατάλαβε. Σημαίνει ὅμως
ὅτι ἡ ψυχή εἶναι μέσα, δέν ἔχει πεθάνει. Σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη θέση
καί ἀλήθεια, ὁ ἄνθρωπος πεθαίνει ὅταν ἡ ψυχή χωριστεῖ – φύγει ἀπό τό
σῶμα. Τότε πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος, ὄχι ὅταν διαλυθεῖ ὁ ἐγκέφαλος.
Ἁπλούστατα, ὅταν διαλυθεῖ ὁ ἐγκέφαλος, ἡ ψυχή δέν μπορεῖ νά ἐκφραστεῖ
διά τοῦ ἐγκεφάλου. Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά κουνήσει τά χέρια του, νά
ἀνοίξει τά μάτια του κλπ. Ἀλλά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἔχει φύγει ἡ ψυχή,
γι’ αὐτό δέν ἐπιτρέπεται νά πάρεις τά ὄργανα ἀπό ἕναν ἄνθρωπο πού
βρίσκεται σ’ αὐτή τήν κατάσταση. Ἄς λένε οἱ γιατροί. Εἶναι φόνος, γιατί ἡ
ψυχή εἶναι μέσα καί μπορεῖ ἐκείνη τήν ὥρα αὐτός ὁ ἄνθρωπος νά κάνει μιά
ὕστατη προσπάθεια νά κοινωνήσει μέ τόν Θεό, νά ζητάει τό ἔλεος τοῦ
Θεοῦ. Καί πάει ὁ κάθε βάρβαρος καί τοῦ τραβάει τήν καρδιά καί τόν
σκοτώνει. Φοβερό πράγμα! Δέν ἔχουμε δικαίωμα νά τό κάνουμε αὐτό, γιατί
ἐνδεχομένως τοῦ σταματᾶμε αὐτή τήν διαδικασία. Δυστυχῶς τό παρουσιάζουν
ὡς μία μεγάλη φιλανθρωπία. Λένε ὅτι δίνουμε τά ὄργανά μας μετά θάνατον,
ἐνῶ ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι γιά νά ̔σώσουμεʾ κάποιον ἄλλον τά δίνουμε πρίν
τόν θάνατο, ὅσο ζοῦμε. Ὅτι εἶναι δῆθεν ἀλτρουισμός, ὅτι εἶναι μίμηση
Χριστοῦ… Εἶναι πολύ λάθος ὅλα αὐτά πού λένε. Εἶναι μιά ἔμμεση
αὐτοκτονία, ἄν τό κάνει κάποιος, γιατί ζητοῦν καί τήν ὑπογραφή μας. Πρίν
λίγα χρόνια εἶχε γίνει μεγάλο θέμα, τώρα ἔχει λίγο κοπάσει. Πρέπει νά
τά ξέρουμε, γιά νά μήν πέσουμε στήν παγίδα. Γιατί ὁ διάβολος καί τά
ψέματά του τά διαδίδει μέ ἕναν τρόπο παρουσιάζοντάς τα ὡς φιλανθρωπία.
Πολλά παρόμοια κυκλοφοροῦν ὅτι εἶναι καλά.
– Νά
σᾶς πῶ ἕνα γεγονός πού συνέβη: ἦταν μία μητέρα τῆς ὁποίας ὁ γιός εἶχε
μείνει φυτό, ὅπως λέμε καί κάθε μέρα οἱ γιατροί τήν παρότρυναν νά δώσει
τά ὄργανα, γιατί τό παιδί δέν ἐπρόκειτο νά ζήσει. Πέρασαν
δυό-τρεῖς-τέσσερις-ἕξι μῆνες καί τόν ἕκτο μήνα ἀποφάσισε ἡ καημένη νά τά
δώσει, ἀφοῦ δέν γινόταν τίποτα. Ἐκείνη τήν ἡμέρα τό παιδί κούνησε τό
χέρι του, τό δάχτυλό του, πού γιά ἕξι μῆνες δέν ἔκανε τίποτα. Αὐτή
βέβαια κατάλαβε ὅτι εἶναι μήνυμα ἀπ’ τόν Θεό. Μετά ἄρχισε νά ἀνοίγει
λίγο τά μάτια, νά κουνιέται καί μετά τό παιδί αὐτό ἔκανε καί οἰκογένεια!
Εἶχε κάποια κινητικά προβλήματα, ἀλλά ἔζησε. Πολλές φορές λένε οἱ
γιατροί ὅτι αὐτός δέν θά γίνει ποτέ καλά. Νά μήν λέμε «ποτέ» γιατί τά
θαύματα γίνονται. Ὁ Θεός γνωρίζει… ἀφοῦ ἡ ψυχή δέν ἔχει βγεῖ ἀπό τό
σῶμα…
Νά ξέρετε ὅτι ὁ
ἐφόσον ἡ ψυχή εἶναι μέσα στό σῶμα ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά προσεύχεται.
Μπορεῖ νά μιλάει. Ἔχουμε κάνει λόγο γιά τήν νοερά προσευχή πού εἶναι
προσευχή τοῦ νοῦ, μέ τόν ἐνδιάθετο λόγο, τόν ἐσωτερικό λόγο. Ἔχουμε καί
μέσα μας μιά φωνούλα μέ τήν ὁποία μποροῦμε νά μιλᾶμε. Νά μιλᾶμε μέ τόν
ἑαυτό μας καί νά μιλᾶμε καί στόν Θεό. Αὐτή ἡ φωνούλα εἶναι ὁ ἐνδιάθετος
λόγος, ἡ ἐσωτερική φωνή πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος καί μ’ αὐτή τήν φωνούλα
κάνουμε τήν πιό δυνατή προσευχή. Εἶναι ἡ λεγόμενη νοερά προσευχή καί
αὐτή τήν προσευχή πρέπει ὁ χριστιανός νά τήν ἀποκτήσει ὁπωσδήποτε. Ἑνός
λοιπόν ἀνθρώπου πού δέν λειτουργεῖ ὁ ἐγκέφαλος, ἡ νοερά λειτουργία καί ἡ
δυνατότητα νά κάνει νοερά προσευχή ὑπάρχει. Ἑπομένως καί ἡ δυνατότητα
νά μετανοήσει ὑπάρχει καί νά ἐκφραστεῖ στόν Θεό μέ τόν νοῦ του. Δέν
μπορεῖ νά μιλήσει μέ τό στόμα ἀλλά μπορεῖ μέ τόν νοῦ του. Γι’ αὐτό δέν
ἐπιτρέπεται νά διακόψουμε αὐτή τήν διαδικασία. Εἶναι ἔγκλημα. Καί
πνευματικό ἔγκλημα. Ὄχι μόνο ἀφαιρεῖς τήν ζωή τοῦ ἄλλου, ἀλλά
ἐνδεχομένως τοῦ ἀφαιρεῖς καί τήν δυνατότητα τῆς αἰώνιας ζωῆς ἀφοῦ
σταματᾶς τήν διαδικασία τῆς μετάνοιας.
Νά σᾶς πῶ ἕνα
προσωπικό μου συγκλονιστικό γεγονός. Ἕνα βράδυ εἶχα πάει σέ μιά ἐντατική
κλινική. Μέ πῆρε ἕνας κύριος γιά νά διαβάσω, νά κάνω μιά προσευχή σέ
ἕναν ἄνθρωπο πού ἦταν ἐκεῖ γνωστός μας. Μέ τό πού μπῆκα μέσα ξέρετε τί
αἰσθάνθηκα; Ὅτι μπῆκα μέσα σ’ ἕνα μοναστήρι. Ἐπικρατοῦσε βέβαια ἄκρα
σιωπή, ἀκίνητοι ὅλοι σ’ ἕναν μεγάλο θάλαμο καί σκέφτηκα εἶναι σάν νά
περιμένουν ὅλοι τόν Χριστό. Ἔνιωθε κανείς ὅτι ὑπῆρχε μιά ἀτμόσφαιρα
προσευχῆς ἐκεῖ. Δέν ἦταν κρύοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά εἶχαν μία πολύ
ὡραία προσευχητική ἀτμόσφαιρα. Μπορεῖς νά πεῖς ὅτι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι
εἶναι πεθαμένοι; Νά τούς πάρουν, νά τούς ξεριζώσουν τήν καρδιά ἄς ποῦμε;
Εἶναι ἔγκλημα αὐτό τό πράγμα.
Ἀλλά βλέπετε μέσα
σ’ ὅλα τά ἐγκλήματα πού μᾶς βάζει ὁ διάβολος εἶναι καί οἱ
μεταμοσχεύσεις, ἐπειδή εἶναι ἀνθρωποκτόνος. Κυριολεκτικά εἶναι
ἀνθρωποκτόνος, δηλαδή ἀγαπάει νά δολοφονεῖ, ἀγαπάει τό αἷμα. Καί ὅλους
αὐτούς τούς πολέμους ὁ διάβολος τούς ὑποκινεῖ σέ τελευταία ἀνάλυση.
Φαίνεται ὅτι εἶναι ἀπό πίσω οἱ ἑταιρεῖες πού μάχονται, οἱ μασῶνοι, οἱ
ἄθεοι, οἱ τραπεζίτες κ.λ.π., ἀλλά πίσω ἀπό ὅλους αὐτούς εἶναι ὁ σατανᾶς.
Τώρα βέβαια τό βλέπουμε καί στίς ὀθόνες, κάνουν τό σῆμα τοῦ διαβόλου
γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ὅλοι αὐτοί οἱ μεγάλοι πού ἐμφανίζονται καί ὡς
φιλάνθρωποι. Ἀπό πίσω κρύβεται ὁ ἀνθρωποκτόνος.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Μποροῦμε
νά ποῦμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία εὐλογεῖ τήν ἐπιστήμη… βάσει καί τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ
τοῦ ἐπισκόπου Συμφερουπόλεως πού εἶχε πεῖ τό χαρακτηριστικό ὅτι: «ἡ
Ἐκκλησία δέν ἔχει πρόβλημα μέ τήν ἐπιστήμη». Τό πρόβλημα εἶναι ὅτι τήν
ἐπιστήμη τήν κυβερνοῦν ἄθεοι. Θεοποιοῦν πολλές φορές οἱ ἐπιστήμονες τόν
ἑαυτό τους καί αὐτό τό βλέπουμε καί πάνω στήν ἰατρική.
Ἀπ. : Νά
κάνουμε μιά διάκριση. Εἶναι διαφορετικοί οἱ χῶροι. Θά ἔλεγα πιό σωστά: ἡ
πίστη μας περιλαμβάνει τά πάντα γιατί εἶναι ὁ Θεός, ὁ Χριστός μας. Ὁ
Χριστός ἔχει τά πάντα. Ἡ ἐπιστήμη τί εἶναι τώρα; Εἶναι τό προϊόν, θά
λέγαμε, τῆς λογικῆς τοῦ ἀνθρώπου, τῆς διάνοιας. Μέ τήν διάνοια ξέρουμε
ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἐπεξεργἀζεται τά δεδομένα τοῦ περιβάλλοντος πού
ἔρχονται μέσω τῶν αἰσθήσεων: βλέπουμε, ἀκοῦμε, πιάνουμε, ὀσφραινόμαστε,
γευόμαστε, μετρᾶμε, ζυγίζουμε… Ὅλα αὐτά εἶναι ἐπιστημονικά δεδομένα,
ἔτσι δέν εἶναι; Δέν πῆρε κανένας ἐπιστήμονας νά μετρήσει τήν ψυχή. Τί
διαστάσεις ἔχει ἡ ψυχή; Τί βάρος ἔχει ἡ ψυχή; Δέν τά ἀκουμπάει αὐτά ἡ
ἐπιστήμη. Ἤ τούς δαίμονες. Μερικοί χλευάζουν κιόλας, λένε: «Τί εἶναι
αὐτά; Δέν ὑπάρχουν». Ἀλλά σ’ αὐτό δέν μπορεῖ νά δώσει ἀπάντηση ἡ
ἐπιστήμη, νά μᾶς πεῖ ἄν ὑπάρχουν ἤ δέν ὑπάρχουν. Αὐτό θά μᾶς τό πεῖ ὁ
Θεός.
Τά προϊόντα τοῦ
ἐγκεφάλου, τῆς λογικῆς, εἶναι θά λέγαμε ἐπιστήμη. Ἀλλά προσέξτε κάτι: ὁ
τεχνικός πολιτισμός καί ἡ ἐπιστήμη εἶναι γιά τόν παρόντα αἰῶνα, τόν
ἀπατεῶνα, ὅπως λέμε. Καί ἀπό ὅ,τι φαίνεται, ἀπό τήν ὅλη ἐμπειρία πού
ἔχουμε, δέν βοηθᾶνε στή σωτηρία, ἀλλά μᾶλλον στέκονται καί λίγο ἐμπόδιο,
ἄν ὁ ἄνθρωπος ἀπορροφηθεῖ ἀπ’ αὐτά καί χάσει τό νόημα. Τό νόημα ποιό
εἶναι; Νά κοινωνήσουμε μέ τόν Χριστό καί ὄχι μέ τά κτίσματα. Ἡ ἐπιστήμη
σέ βοηθάει νά κοινωνήσεις, νά κατανοήσεις, νά μελετήσεις, νά
χρησιμοποιήσεις, νά ἀξιοποιήσεις τά κτίσματα: τόν ἥλιο, τό νερό, ὅλες
αὐτές τίς δυνάμεις πού λέμε τῆς φύσεως κ.λ.π. Ἀλλά σέ βοηθάει νά δεῖς
τόν Θεό; Μόνο ἔμμεσα, ἄν ἔχεις καί πίστη, μελετώντας ἐπιστημονικά τήν
ὀμορφιά τοῦ σύμπαντος, τήν δύναμη τοῦ σύμπαντος, τήν τελειότητα τῶν
κτισμάτων. Ἔμμεσα κατανοεῖς ὅτι μέσα σ’ ὅλα αὐτά ὑπάρχουν οἱ λεγόμενοι
«λόγοι τῶν ὄντων», ὅπως λένε οἱ Πατέρες. Ὑπάρχει δηλαδή ἕνας λόγος γιά
τόν ὁποῖο ἔγιναν ὅλα αὐτά καί ἕνας λόγος πρός τόν ὁποῖο κατευθύνονται
ὅλα αὐτά. Μία ἀρχή καί ἕνα τέλος. Καί ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ καταλαβαίνει
ὅτι ἡ ἀρχή εἶναι ὁ Χριστός καί τό τέλος εἶναι πάλι ὁ Χριστός. Καί
μπορεῖς ἔτσι ἔμμεσα, διά τῆς ἐπιστήμης, μελετώντας τούς λόγους τῶν
ὄντων, ὅταν τά δεῖς σωστά καί δέν τά αὐτονομήσεις, δέν τά κάνεις εἴδωλα,
νά φτάσεις στόν Θεό. Ἐδῶ εἶναι ἡ ἀξία τῆς ἐπιστήμης, ὅπως λέγαμε, ὅτι
μπορεῖ νά σέ βοηθήσει νά ἀνοιχτεῖς στόν Θεό, νά δεῖς τόν Θεό βλέποντας
τήν σοφία, τήν τελειότητα, τή δύναμη, τήν ὀμορφιά, πού ὑπάρχει στά
κτίσματα.
Θαυμάζουμε, γιά
παράδειγμα, τόν ἔναστρο οὐρανό τό βράδυ. Λένε μάλιστα οἱ ἐπιστήμονες ὅτι
τά ἀστέρια πού βλέπουμε δέν εἶναι τίποτα μπροστά σ’ αὐτά πού δέν
βλέπουμε. Τρισεκατομμύρια χιλιόμετρα μακριά ὑπάρχουν ἀστέρια καί καθένα
ἀπό αὐτά εἶναι τεράστιο. Παρόλο πού ἐμεῖς τό βλέπουμε σάν μιά κουκκίδα,
μπορεῖ νά εἶναι πολύ μεγαλύτερο ἀπό τήν γῆ. Καί αὐτά ὅλα κινοῦνται. Καί
δέν κινοῦνται μόνο πρός μία κατεύθυνση, ἀλλά περιστρέφονται καί τό ἕνα
γύρω ἀπό τό ἄλλο… κάνουν πολύπλοκες κινήσεις. Δέν ξέρω ἡ γῆ μόνο πόσες
κινήσεις κάνει! Καί ὅλα αὐτά δέν συγκρούονται μεταξύ τους. Μόνο αὐτά
λίγο νά τά φιλοσοφήσουμε καί νά ἀναρωτηθοῦμε εἶναι δυνατόν νά γίνουν
μόνα τους! Οἱ ἄθεοι ἐπιστήμονες λένε ὅτι αὐτά ἔγιναν σέ τρισεκατομμύρια
χρόνια μόνα τους. Ἁπλή λογική νά βάλει κανείς ἀποδεικνύεται τό ἀντίθετο.
Ἕνα σπίτι εἶναι
δυνατό νά γίνει ἀπό μόνο του; Νά φυσήξει ὁ ἀέρας, νά μαζευτοῦν τά μόρια
τοῦ χώματος, νά ψηθοῦν, νά γίνουν τοῦβλα, νά πάει τό ἕνα πάνω στό ἄλλο,
νά ἑνωθοῦν μεταξύ τους… καί μόνο πού τά λέμε ἀκούγεται τρελό. Ἐάν ἕνα
σπίτι δέν γίνεται μόνο του, εἶναι δυνατόν ὅλο αὐτό τό σύμπαν νά ἔγινε
μόνο του; Νά μήν ὑπάρχει κάποιος Σοφός, Πάνσοφος μᾶλλον, Παντοδύναμος,
Πανάγαθος, Παντέλειος, πού νά τά κάνει ὅλα αὐτά; Κι ὅμως ἔρχεται ὁ
ἄνθρωπος καί λέει «ὄχι μόνα τους ἔγιναν». Γι’ αὐτό μερικοί λένε ἡ ἀθεΐα
εἶναι καί νόσος τοῦ ἐγκεφάλου, μιά μορφή τρέλας δηλαδή, σχιζοφρένειας.
Γιατί ἀντιβαίνει στήν ἴδια τήν λογική πρῶτα-πρῶτα.
Πάει κάποιος στό
δάσος καί βρίσκει ἕνα ρολόι. Πρέπει νά εἶναι τρελός, γιά νά πεῖ: «αὐτό
τό ρολόι ἔγινε μέσα σέ τρισεκατομμύρια χρόνια μόνο του». Μαζεύτηκαν τά
μόρια τοῦ πλαστικοῦ, ἔκαναν πλαστικό, τοῦ σιδήρου ἔκαναν τούς δεῖκτες,
μετά οἱ δεῖκτες ἑνώθηκαν μεταξύ τους, κουρδίστηκε καί ἄρχισε νά
δουλεύει. Πρέπει νά εἶναι τρελός! Δέν γίνεται ποτέ. Τό σύμπαν πού
δουλεύει πολύ πιό τέλεια ἀπό ἕνα ρολόι εἶναι δυνατόν νά ἔγινε ἀπό μόνο
του; Φιλοσοφώντας λοιπόν μ’ αὐτή τήν ἔννοια ὄντως βοηθάει ἡ ἐπιστήμη, ἄν
ὁ ἄνθρωπος δέν ἐγκλωβιστεῖ σ’ αὐτά. Προπάντων ξέρετε ποιός εἶναι ὁ
μεγάλος κίνδυνος; Ἡ τεχνολογία. Ὄχι τόσο ἡ ἐπιστήμη ἡ καθαρή πού
μελετᾶμε τούς λόγους τῶν ὄντων, ἀλλά οἱ ἐφαρμογές, ὅπου ὁ ἄνθρωπος
ἀρχίζει νά θαυμάζει τά ἔργα τῶν χειρῶν του καί λέει «τί σπουδαῖος εἶμαι
ἐγώ, ἔφτιαξα καί αὐτό καί τό ἄλλο καί τό ἄλλο» καί ἀρχίζει νά φουσκώνει,
νά ὑπερηφανεύεται καί νιώθει κοσμοκράτορας καί παντοκράτορας. Καί ὁ
γιατρός λέει στήν ἰατρική κάνουμε θαύματα σήμερα, ὁ τεχνοκράτης λέει
ἐμεῖς μποροῦμε νά κάνουμε τά πάντα κ.λ.π. Καί ποῦ εἶναι ὁ Θεός; Στόν
ὑπερήφανο ἄνθρωπο δέν ὑπάρχει Θεός. Ἔχει χάσει τόν Θεό. Καί τότε ὅμως ὁ
Θεός δέν μᾶς ἐγκαταλείπει!
Τά χρόνια πού ἤμουν
φοιτητής εἶχε γίνει ἡ πτώση τοῦ διαστημικοῦ λεωφορείου Challenger.
Challenger στά ἀγγλικά θά πεῖ ὁ προκαλῶν. Αὐτός πού προκαλεῖ τόν Θεό,
ὄχι τήν φύση. Τόν Θεό! Τί κρυβόταν πίσω ἀπό τό ὄνομα; Ὅτι «Ἐμεῖς κι
ἄλλος κανένας! Τώρα Θέε μου δέν σέ ἔχουμε ἀνάγκη. Κάναμε αὐτό τό
λεωφορεῖο καί θά κυκλοφοροῦμε στό διάστημα. Σέ προκαλοῦμε». Καί τί
ἔγινε; Πέταξε ἕνα-δύο δευτερόλεπτα καί κάηκε, διαλύθηκε.
Τιτανικός! Ἄλλο
ναυάγιο στίς ἀρχές τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνα. Καύχηση! Τούς ἔλεγαν: «κάνετε καί
μιά προσευχή στό πρῶτο ταξίδι». Καί ἀπαντοῦσαν: «Τό καράβι αὐτό εἶναι
ἀβύθιστο». Εἶχε στεγανά διαμερίσματα. Εἶχαν ὑπολογίσει ὅτι καί πέντε
διαμερίσματα νά βάλουν νερό δέν θά βούλιαζε. Στό πρῶτο ταξίδι χτυπάει σέ
ἕνα παγόβουνο καί πάει τό καράβι. Νά ποιά εἶναι ἡ δύναμή μας! Δέν τά
κάνει αὐτά ὁ Θεός. Ὁ Θεός τά παραχωρεῖ, ὁ διάβολος τά κάνει. Ὁ διάβολος
βάζει τόν ἄνθρωπο νά ὑπερηφανευτεῖ, τόν φουσκώνει, τόν φουσκώνει, τόν
ἀνεβάζει, τόν ἀνεβάζει… καί μετά τοῦ δίνει μία καί πέφτει κάτω. Ὁ Θεός
τόν ἀφήνει νά τό κάνει αὐτό, γιατί ὁ διάβολος ἔχει δικαιώματα στόν
ὑπερήφανο ἄνθρωπο. Ἀποκτάει δικαιώματα. Τοῦ τά δίνει ὁ ἄνθρωπος, δηλαδή,
γιατί εἶναι σάν νά τοῦ λέει «διάβολε ἐγώ μαζί σου, συνεργάτες». Καί ὁ
διάβολος φυσικά τούς περιποιεῖται ἀναλόγως τούς συνεργάτες του…
Αὐτοί πού
βασανίζονται περισσότερο ἀπό ὅλους ξέρετε ποιοί εἶναι; Οἱ μάγοι, οἱ
ὁποῖοι ἔχουν ἐκχωρήσει τήν ψυχή τους στόν διάβολο. Γιατί, γιά νά γίνεις
μάγος, αὐτό κάνεις. Δίνεσαι τελείως. Κάνεις συμβόλαιο μέ τόν διάβολο.
Αὐτοί βασανίζονται χειρότερα ἀπό ὅλους. Ποῦ εἶναι αὐτοί πού λένε ὅτι
εἶναι καλός ὁ διάβολος; Καί τό λανσάρουν στά μικρά παιδιά μέ τά
κινούμενα σχέδια, κάτι Γιουγκιό, μέ τέρατα κ.λ.π. Ὅλα τά παιχνίδια εἶναι
μέ τέρατα. Δέν εἶναι τυχαῖο αὐτό. Ὅλα αὐτά εἶναι κατευθυνόμενα, γιά νά
ἀγαπήσουν τόν τερατόμορφο, τόν διάβολο. Ὅτι εἶναι τάχατες καλός. Μάλιστα
ὅτι εἶναι καί ἀδικημένος ἀπό τόν «κακό» Θεό. Γιατί ὁ διάβολος αὐτό
λέει.
Κάποτε ὁ π. Παΐσιος
ἔκανε προσευχή νά σωθεῖ καί ὁ διάβολος. Ἔκανε μία ἑβδομάδα νηστεία.
Μέσα στήν ἀγάπη πού εἶχε γιά ὅλους ὁ ἅγιος, λέει νά κάνω καί γι’ αὐτόν,
πλάσμα τοῦ Θεοῦ εἶναι κι αὐτός. Πλάσμα τοῦ Θεοῦ εἶναι καί ὁ διάβολος,
ἄγγελος ἦταν, πανέμορφος ἄγγελος, ὁ Ἑωσφόρος. Ἔκανε μιά ἑβδομάδα
προσευχή καί νηστεία καί τότε βλέπει τόν διάβολο σάν ἕνα μεγάλο σκυλί νά
τόν κοροϊδεύει, νά τοῦ βγάζει τήν γλῶσσα καί νά τοῦ λέει: «Γιατί λές νά
μετανοήσω; Ἐγώ νά μετανοήσω; Ὁ Θεός νά μετανοήσει πού γιά μιά σκέψη πού
ἔκανα μέ ἔριξε στόν Ἅδη». Ὑπερηφάνεια! Τόν Θεό ἀποκαλεῖ κακό πού γιά
μιά σκέψη τόν γκρέμισε.
Ἔτσι τό περνᾶνε καί
σήμερα. Ἰδιαίτερα στούς νέους μέ τήν ρόκ μουσική αὐτό τό μήνυμα περνᾶνε
ὅτι ὁ διάβολος εἶναι ὁ ἀδικημένος θεός. Καυχιέται ὅτι εἶναι καί θεός.
Δέν εἶναι θεός. Ψέμα εἶναι αὐτό. Ἕνας εἶναι ὁ Θεός. Οὔτε ἀρχηγός στόν
Ἅδη θά εἶναι ὁ διάβολος. Τίποτα ἀπό αὐτά. Αὐτά εἶναι ἀνοησίες. Θά εἶναι
ἐκεῖ καί θά καίγεται αἰώνια. Ἀλλά βλέπετε πόσο πλανάει τούς ἀνθρώπους ὁ
διάβολος! Καί πῶς ἐμφανίζεται τάχα γιά καλός καί ἀδικημένος. Ἀλλά ἀπό
πίσω κρύβει τόν θάνατο. Κι ὅταν πᾶς κοντά του καί σέ μαγκώσει, σέ
διαλύει. Γιατί ἐκτός πού εἶναι μισόθεος, εἶναι καί μισάνθρωπος. Σέ καμιά
περίπτωση δέν θέλει ὁ ἄνθρωπος νά περνάει καλά. Οὔτε σ’ αὐτή τήν ζωή,
οὔτε φυσικά καί στήν αἰωνιότητα. Γι’ αὐτό ὅσοι κουμπαριάζουν μαζί του,
μαύρη ζωή κάνουν τελικά. Κι αὐτοί πού δῆθεν εἶναι ἀπελευθερωμένοι καί
ξεσαλώνουν καί… καί… καί…. ἄν τούς ρωτήσεις καί ἀπαντήσουν μέ
εἰλικρίνεια, θά σοῦ ποῦν: «μαύρη ζωή κάνω». Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι
φτιαγμένος γιά τόν Θεό, γιά νά κοινωνεῖ μέ τόν Θεό, γιά νά βρεῖ τόν Θεό.
Κι ἄν δέν βρεῖ τόν Θεό, εἶναι μέσα στήν μιζέρια, μέσα στήν κατάθλιψη,
μέσα στά ψυχολογικά, μέσα στήν ἀπελπισία καί μέσα στήν αὐτοκτονία. Μόνο
ἄν βρεῖς τόν Θεό φεύγουν αὐτά. Σέ καμία ἄλλη περίπτωση.
Ἐρ. : Αὐτό
πού μᾶς βασανίζει ὅλους εἶναι γιατί πάντα ἡ Ἐκκλησία εὐλογεῖ τά ὅπλα
μαζικῆς καταστροφῆς…. καί πρωτοστατοῦν οἱ Πατριάρχες, οἱ Δεσπότες κ.λ.π.
Ἀπ. : Πρῶτα-πρῶτα
νά ξεκαθαρίσουμε τί ἐννοοῦμε ὅταν λέμε Ἐκκλησία. Ἡ πρώτη πλάνη εἶναι
ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι οἱ παπᾶδες καί οἱ Δεσποτάδες. Αὐτό πιστεύουν οἱ
περισσότεροι. Εἶναι λάθος αὐτό. Βλέπεις τόν τάδε παπᾶ ἤ τόν τάδε δεσπότη
πού κάνει κάτι καί λές «κοίταξε ἡ Ἐκκλησία»! Ἀπό ποῦ καί ὡς ποῦ εἶναι ὁ
Δεσπότης Ἐκκλησία; Καί ὁ Νεστώριος ἦταν Πατριάρχης. Ἦταν Ἐκκλησία ὁ
Νεστώριος; Αἱρετικός ἦταν. Αἱρεσιάρχης. Καί ὁ Ἄρειος. Ὁ Ἄρειος ἦταν
πρεσβύτερος καί μάλιστα ἀσκητικότατος. Ἔκανε πολύ ἄσκηση, νήστευε πολύ,
ἀλλά ἦταν πλανεμένος, ὑποχείριο του διαβόλου, ἄκρος ἐγωιστής κι ὅταν
ἀκόμα κατάλαβε ὅτι εἶχε κάνει λάθος δέν τό ὁμολόγησε, γιατί ντρεπόταν
τόν κόσμο. Καί πέθανε μέ ἕναν φοβερό θάνατο μέσα στήν τουαλέτα βγῆκαν τά
ἐντόσθιά του ἔξω. Ὁ διάβολος τόν ἔκανε νά πεθάνει ἔτσι. Ἄρα τό πρῶτο
εἶναι ὅτι Ἐκκλησία εἴμαστε ὅλοι.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι:
πρῶτον ἡ Ἁγία Τριάδα – Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ πρώτη, ἡ ἀρχέγονη
Ἐκκλησία θά λέγαμε, εἶναι τά τρία Πρόσωπα. Μέσα σ’ αὐτή τήν Ἐκκλησία ὁ
Θεός διά τοῦ Χριστοῦ ἐν Ἁγίω Πνεύματι ἐνέταξε τούς Ἀγγέλους. Ὅλοι οἱ
Ἅγγελοι ἦταν λοιπόν κι αὐτοί μέλη τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, τῆς Ἁγίας
Τριάδος. Ὅταν ὁ Ἑωσφόρος καί ἡ ὁμάδα του ὑπερηφανεύτηκαν, βγῆκαν ἐκτός
Ἐκκλησίας. Ὅταν μετά ὁ Θεός διά τοῦ Χριστοῦ ἐν Ἁγίω Πνεύματι ἔκανε τόν
ἄνθρωπο, τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα, τούς ἔβαλε κι αὐτούς μέσα στήν Ἐκκλησία,
νά κοινωνοῦν κι αὐτοί μέ τόν Θεό. Ὅταν ἁμάρτησαν, ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα,
βγῆκαν ἐκτός Ἐκκλησίας,.
Ὅλοι οἱ ἀπόγονοί
τους λοιπόν πήγαιναν στόν Ἅδη. Ἅδης σημαίνει ἀκοινωνησία μέ τόν Θεό,
ἐκτός Ἐκκλησίας, ἦταν τό βασίλειο τοῦ διαβόλου. Ἔρχεται ὁ Χριστός καί
μᾶς δίνει τήν ἐπίγεια Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία εἴπαμε ὑπῆρχε πάντα μέ τήν
Ἁγία Τριάδα καί τά ὑπόλοιπα μέλη, μᾶς βάζει ὅμως καί μᾶς ξανά διά τοῦ
Βαπτίσματος. Ἑπομένως, πρέπει νά προσέχουμε ὅταν λέμε Ἐκκλησία, γιατί
Ἐκκλησία εἴμαστε ὅλοι. Ὅταν κάποιος κατηγορεῖ τόν παπᾶ ἤ τόν Δεσπότη,
κατηγορεῖ ἐμένα, κατηγορεῖ τόν ἑαυτό του, γιατί μέσα στήν Ἐκκλησία
εἴμαστε ἕνα σῶμα. Μπορεῖ νά πεῖ τό ἕνα μέλος στό ἄλλο «ἐσύ φταῖς». Ὄχι,
ὅλοι φταῖμε. Ὅλοι φταῖμε γιά ὅλα καί ὁ ἕνας ἐπηρεάζει τόν ἄλλον. Δηλαδή,
ὅλοι εἴμαστε συνυπεύθυνοι καί φυσικά, ὅταν σφάλλει κάποιος, μπορεῖ νά
εἶναι καί δεσπότης καί ἱερέας. Αὐτό πού πρέπει νά κάνουμε εἶναι, ὄχι νά
τόν κατηγορήσουμε, ἀλλά μέ σωστό τρόπο νά φροντίσουμε νά τόν βοηθήσουμε.
Πρέπει νά νιώσουμε ὅτι εἴμαστε ὅλοι ἕνα.
Ἡ Ἐκκλησία εὔχεται
νά μήν γίνει πόλεμος. Ὁ πόλεμος εἶναι μιά πάρα-πάρα πολύ δύσκολη
κατάσταση καί τελικά πολύ μεγάλη ἁμαρτία. Φυσικά ἄλλο εἶναι ὁ ἀμυντικός
πόλεμος καί ἄλλο ὁ ἐπιθετικός. Ὁ ἐπιθετικός εἶναι ἁμαρτία. Ἀλλἀ καί στόν
ἀμυντικό πόλεμο, ἄν κάποιος σκοτώσει ἀμυνόμενος μετά δέν μπορεῖ νά
γίνει ἱερέας. Ὁ φόνος γιά ὅποιον λόγο κι ἄν γίνεται εἶναι ἁμαρτία. Ἔχει
βέβαια κάποτε πολλά ἐλαφρυντικά, ἀλλά εἶναι φόνος. Ὁ Ἅγιος Παΐσιος
ἔλεγε: τουφέκαγα στόν ἀέρα. Δέν ἤθελε νά σκοτώσει. Κι ὅμως ἐπειδή εἶχε
τόν ἀσύρματο κι ἔδινε πληροφορίες ὅτι βρισκόμαστε ἐκεῖ καί πήγαιναν τά
ἀεροπλάνα καί βομβάρδιζαν, ἔλεγε: «δέν μπορῶ νά γίνω παπᾶς, ἀφοῦ
σκοτώνονταν ἄνθρωποι μέ τίς ὁδηγίες πού ἔδινα μέ τόν ἀσύρματο». Γι’ αὐτό
δέν γινόταν ἱερέας, ἐνῶ πολλοί ἐπίσκοποι τοῦ ἔλεγαν νά γίνει. Βλέπετε
τί λεπτή συνείδηση εἶχε!
Ὁπότε σίγουρα εἶναι
κακό ὁ πόλεμος. Καί τά ὅπλα βέβαια. Ἡ Ἐκκλησία δέν εὐλογεῖ τό κακό σέ
καμιά περίπτωση, οὔτε τόν φόνο εὐλογεῖ. Αὐτοί πού φονεύουν στόν πόλεμο
θά πάρουν ἐπιτίμιο. Ἀλλά ἡ Ἐκκλησία προσεύχεται νά γίνει τό μικρότερο
κακό. Κανονικά θά ἔπρεπε νά εἴμαστε σέ τέτοια πνευματική κατάσταση πού
νά σταματᾶμε τούς Τούρκους, ὄχι μέ ὅπλα, ἀλλά μέ τήν προσευχή μας. Νά
κάνουμε θαύματα; Ναί, νά κάνουμε θαύματα. Στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία
ἔχουν γίνει τέτοια θαύματα. Μία γυναίκα μέ τήν προσευχή της σταμάτησε
ὁλόκληρο στρατό, τούς κοκάλωσε. Δέν μποροῦσαν νά προχωρήσουν. Μιά Ἁγία!
Ἕνας Ἅγιος! Αὐτή εἶναι ἡ σωστή ἄμυνα. Ἀλλά ποιός θά τό κάνει αὐτό; Ὅλοι
ἐκείνη τήν ὥρα λέμε νά πάρουμε τό τουφέκι νά ὑπερασπιστοῦμε τήν
οἰκογένειά μας. Ποιός λέει νά πάρω τό κομποσκοίνι; Γιατί δέν ἔχουμε
ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό. Αὐτή εἶναι ἡ σπουδαία προσφορά ἄν θέλεις νά
βοηθήσεις τήν πατρίδα σου, νά γίνεις Ἅγιος.
Ξέρετε πόσα
πράγματα ἔχουν ἀλλάξει μέ τήν προσευχή τους ὁ π. Παΐσιος καί ὁ π.
Πορφύριος; Καί τά ἀλλάζουν καί τώρα εὐτυχῶς! Ἄν σώζεται ἡ Ἑλλάδα ἀκόμα,
πού κάνουμε τό πᾶν γιά νά τήν διαλύσουμε, σώζεται ἐξαιτίας τῶν προσευχῶν
τῶν ἁγίων καί τῶν μαρτύρων πού εἴχαμε καί ἔχουμε. Γιατί κι αὐτοί πού
εἴχαμε καί τώρα προσεύχονται. Δέν προσευχόντουσαν μόνο ὅταν ἦταν ἐδῶ
στήν γῆ. Ὁ π. Παΐσιος καί ὁ π. Πορφύριος ἀκόμα περισσότερο προσεύχονται
τώρα. Δέν εἶναι σχήματα λόγου αὐτά. Οἱ Ἅγιοι μᾶς σώζουν μέ τίς προσευχές
τους, δέν μᾶς σώζουν τά τουφέκια μας.
Πολλά σχετικά
περιστατικά ὑπάρχουν…. Ἕνα ἀπό αὐτά εἶναι μέ τόν Γέροντα Πορφύριο πού
ἔβλεπε τό στρατηγεῖο τῶν Τούρκων καί ἔλεγε: «Πώ-πώ αὐτός τώρα ἔχει
μεγάλο θυμό». Τότε πού ἔγινε ἡ εἰσβολή στήν Κύπρο. Ἔβλεπε τούς μεγάλους
στρατηγούς τούς Τούρκους πού, ἐπειδή τούς νικούσαμε στήν Κύπρο στήν
ἀρχή, τά εἶχαν χάσει. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὅτι ἔχουν πολύ θυμό. Ἔκανε φυσικά
προσευχή καί τούς ἔβλεπε. Σέ ἄλλη μία περίπτωση πού θυμᾶμαι, ἦταν νά μᾶς
κάνουν ἐπίθεση οἱ Τούρκοι καί εἶχαν μαζέψει τόν στόλο τους. Ἔκαναν
προσευχή οἱ Ἅγιοι καί τούς εἶδαν. Καί τότε ἔγινε ἕνας σεισμός, πλάκωσε
ὅλους τούς ἀρχηγούς καί οὐσιαστικά καταστράφηκε ἡ ἡγεσία τους. Τότε πού
εἶχε γίνει ὁ μεγάλος σεισμός στήν Τουρκία.
Ἔτσι νά δοῦμε τήν
Ἐκκλησία. Νά γνωρίζουμε ὅτι οἱ εὐχές τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι γιά νά
εὐλογήσουμε τόν φόνο καί τά ὅπλα, ἀλλά γιά νά μήν παρεκτραποῦμε, νά μήν
ἀγριέψουμε, γιατί ὁ πόλεμος εἶναι φοβερή κατάσταση. Κάποτε ὁ Γέροντας
Πορφύριος εἶχε βρεθεῖ σ’ ἕνα μέρος πού εἶχε γίνει πόλεμος μεταξύ δεξιῶν
καί ἀριστερῶν. Ὁ ἀνταρτοπόλεμος. Στήν Πάρνηθα νομίζω. Εἶχε πάει στό
σημεῖο ἐκεῖνο, στό πεδίο τῆς μάχης καί ἔζησε, μέ τό χάρισμα πού εἶχε,
τήν μάχη. Ξέρετε τί εἶπε; «Καί οἱ μέν καί οἱ δέ εἶχαν γίνει θηρία
ἀνήμερα». Ὁ ἕνας νά φάει τόν ἄλλον. Νά εὔχεστε νά μήν γίνει ποτέ
πόλεμος, εἶναι ἀπαίσιο πράγμα, χάνεις τήν ἀνθρωπιά σου, χάνεις τά πάντα.
Φρίκη! Ὁ διάβολος κυριεύει τούς ἀνθρώπους. Χαίρεται μέ τόν πόλεμο.
Χαίρεται μέ τά αἷματα. Σέ καμιά περίπτωση ἡ Ἐκκλησία δέν εὐλογεῖ αὐτά τά
πράγματα. Ἀλλά, ἅμα φτάσουμε -λόγω τῶν ἁμαρτιῶν μας- σέ τέτοια
κατάσταση; Τί νά κάνει ἡ Ἐκκλησία; Πάλι εὔχεται. Αὐτό μπορεῖ νά κάνει.
Εὔχεται τουλάχιστον τά παιδιά της νά ἔχουν ὅσο τό δυνατόν λιγότερη
πνευματική ζημιά.
Πάντα ὁ πόλεμος
εἶναι πνευματική ζημιά. Καί γιά τόν πόλεμο τοῦ ΄21 λένε -δέν εἶναι δική
μου γνώμη, πολλοί τό λένε- ὅτι ἄν δέν βιαζόμαστε νά πάρουμε τά ὅπλα, θά
εἴχαμε πολύ καλύτερη ἐξέλιξη. Δηλαδή ποιά εἶναι ἡ καλύτερη ἐξέλιξη πού
ἐνδεχομένως νά εἴχαμε; Νά ἀνασυσταθεῖ τό λεγόμενο Βυζαντινό Κράτος, ἡ
Ρωμανία. Ἐμεῖς ἁρπάξαμε τά ὅπλα, δῆθεν μέ τήν δύναμή μας καί τελικά μᾶς
ἔκλεισαν σ’ αὐτό τό μικρό κρατίδιο. Ἐνῶ, θυμᾶστε πολύ καλά ὅτι ἡ
Ἐπανάσταση ξεκίνησε μέ τόν Ὑψηλάντη ἀπό τήν Ρουμανία, τήν Μολδοβλαχία,
ἀπό τό Ἰάσιο. Γιατί τό ὄνειρο καί τῶν φιλικῶν ἦταν νά ἀνασυσταθεῖ τό
Βυζαντινό Κράτος. Ὅλοι οἱ Βαλκανικοί λαοί ἦταν Ρωμιοί, ἦταν Ὀρθόδοξοι.
Σκότωσαν τόν Ὑψηλάντη, σκότωσαν τόν Ρήγα Φερραῖο οἱ «φίλοι» μας οἱ
Εὐρωπαῖοι, γιά νά μᾶς κλείσουν ἐδῶ μέσα καί μᾶς ἔβαλαν κάτω ἀπό τόν
Σπερχειό. Τό πρῶτο Κράτος ἦταν κάτω ἀπό τόν Σπερχειό. Ἦταν ὑπέρ ἡμῶν;
Ἀλλά κι ἐμεῖς δέν εἴχαμε τήν πνευματική ὡριμότητα. Φαγωνόμαστε μεταξύ
μας. Μέχρι καί τόν Κολοκοτρώνη κοντέψαμε νά τόν σκοτώσουμε. Γιατί ὅλα
αὐτά; Γιά τίς ἁμαρτίες μας καί γι’ αὐτό δέν μποροῦμε νά ὀρθοποδήσουμε
καί ὡς ἔθνος ἀλλά κυρίως πνευματικά. Αὐτό εἶναι τό σπουδαιότερο. Ἔτσι
γίνονται ὅλες αὐτές οἱ προσευχές. Θά λέγαμε ἡ κατ’ οἰκονομία καί κατ’
ἀνοχή προσευχή. Μήπως αὐτό πού λέμε στήν Ἐκκλησία: «χριστιανά τά τέλη
τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικά» εἶναι τό καλύτερο; Δέν
εἶναι τό καλύτερο. Ὁ Χριστός εἶχε τέλη ἀνώδυνα; Μέσα στόν πόνο πέθανε.
Ἀνεπαίσχυντα; Μέ ἐξευτελιστικό θάνατο, πάνω στόν Σταυρό. Εἰρηνικά; Κάθε
ἄλλο! Ὁ χριστιανός δέν πρέπει νά μιμεῖται τόν Χριστό; Τά τέλη τοῦ
Χριστοῦ πρέπει νά εἶναι καί δικά μας τέλη, γιά νά εἴμαστε ὅπως ὁ
Χριστός. Τότε γιατί ἡ Ἐκκλησία λέει: χριστιανά κ.λ.π. Γιά τήν δική μας
ἀδυναμία τό λέει. Γιατί δέν τό ἀντέχουμε. «Ξέρουμε Κύριε ὅτι εἶναι ἔτσι…
ἀλλά δέν μποροῦμε νά τά κάνουμε». Ὁπότε κατ’ ἀνοχή λέει ἡ Ἐκκλησία αὐτή
τήν εὐχή. Ὅλα στήν Ἐκκλησία ἔχουν τήν ἑρμηνεία τους. Νά ρωτᾶμε γιά νά
μάθουμε καί νά μήν παρασυρόμαστε ἀπό αὐτούς πού θέλουν νά χτυπήσουν τήν
Ἐκκλησία. Ἕνας πού θέλει νά διαβάλλει, ὅπως καί ὁ διάβολος, πολλά θά
βρεῖ γιά νά διαβάλλει τήν Ἐκκλησία, ἐμᾶς τούς ἴδιους δηλαδή.
Ἐρ. : Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία. Καί Ἐκκλησία εἶναι ὁ Χριστός. Ὅταν λέμε φταίει ἡ Ἐκκλησία, εἶναι σάν νά λέμε φταίει ὁ Χριστός.
Ἀπ. : Οἱ
ἄνθρωποι βέβαια εἴμαστε εὐάλωτοι καί κάνουμε λάθη. Ἡ Ἐκκλησία ὡς σῶμα
Χριστοῦ εἶναι ἀλάθητη κι αὐτό φαίνεται στίς Οἰκουμενικές Συνόδους πού
εἶναι ἀλάθητες. Καί ἔρχονται τώρα οἱ Μεταπατερικοί θεολόγοι, πού λέγαμε
προηγουμένως, πού ἀμφισβητοῦν καί αὐτό καί λένε: «Γιατί εἶναι ἀλάθητες
οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι;». Διότι εἶναι ἀλάθητος ὁ Θεός. Οἱ Ἅγιοι πού
συμμετεῖχαν σ’ αὐτές εἶχαν ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Μιλοῦσαν μέ τό Ἅγιο
Πνεῦμα, γι’ αὐτό καί εἶναι ἀλάθητες οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι.
Νά εὐχαριστήσουμε
τόν Θεό καί νά Τόν δοξάζουμε, γιατί εἴμαστε μέσα στόν χῶρο τῆς σωτηρίας.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι σῶμα Χριστοῦ καί εἶναι καί «κοινωνία θεώσεως», ὅπως
ἔλεγε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ζώντας, δηλαδή, μέσα στήν Ἐκκλησία
κοινωνοῦμε μέ τόν Θεό καί γινόμαστε θεοί κατά χάριν. Κοινωνοῦμε καί
μεταξύ μας καί γινόμαστε ἕνα καί μεταξύ μας, ὄχι μόνο ἕνα μέ τόν Χριστό
καί αὐτό εἶναι ὁ Παράδεισος. Ὅταν ζήσουμε αὐτό τό ἕνα πνεῦμα, μέσα στήν
οἰκογένεια πρῶτα-πρῶτα, μέσα στήν ἐνορία, μέσα σέ μιά τοπική Ἐκκλησία,
τότε ζοῦμε τόν Παράδεισο. Νά θέλω ὅ,τι θέλεις καί νά θέλεις ὅ,τι θέλω.
Ἐδῶ βλέπετε σκοτώνονται τά ἀνδρόγυνα μέσα στήν οἰκογένεια γιατί ἀκριβῶς
ἄλλα θέλει ὁ ἕνας καί ἄλλα θέλει ὁ ἄλλος. Καί γιατί ὁ καθένας ἔχει τό
θέλημά του; Γιατί δέν θέλουν αὐτό πού θέλει ὁ Χριστός. Ὁ καθένας ἔχει τό
δικό του θέλημα, ἀντίθετο μέ τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Ὁπότε δέν ὑπάρχει
ἕνωση. Στόν γάμο, γιά παράδειγμα, ἄν ἕνας ἀπό τούς δύο ἑνωθεῖ μέ τόν
Χριστό περνάει πολύ καλά, ἀκόμα κι ἄν ὁ ἄλλος δέν ἔχει ἑνωθεῖ, γιατί
ἔχει τήν παρηγοριά τῆς ἕνωσης μέ τόν Χριστό καί τόν ἄλλον τόν ἀγαπάει,
τόν πονάει, ἀλλάζει τό κοίταγμα.
Τό θέμα τῶν ὅπλων
πρέπει νά μᾶς πονάει ὅλους. Γιατί νά ἔχουμε ὅπλα; Ὡστόσο καί ἡ Ἁγία
Γραφή λέει: «δέν τήν φοράει μάταια τήν μάχαιρα αὐτός πού ἔχει τήν
κοσμική ἐξουσία» (Ρωμ. 13,4). Γιατί δέν θέλουν ὅλοι νά εἶναι μέ τόν
Χριστό! Σκεφτεῖτε νά μήν ὑπῆρχε Ἀστυνομία… θά ἐπικρατοῦσε ἕνα χάος καί
θά τρέμαμε νά πᾶμε στήν Ἐκκλησία. Θά λέγαμε: «ἄν βγῶ ἀπ’ τό σπίτι μου,
θά μέ σφάξουν, θά μέ ληστέψουν». Ἑπομένως χρειάζονται καί τά ὄργανα τῆς
τάξης. Ὄχι ὅτι τό εὐλογοῦμε, ἀλλά ἐπειδή δέν μποροῦμε νά κάνουμε
διαφορετικά. «Ἵνα ἤρεμον καί ἡσύχιον βίον διάγωμεν» (Α΄Τιμ. 2,2)
εὐχόμαστε καί γιά τούς Ἄρχοντες καί γιά τούς Βασιλεῖς καί ὅλα αὐτά.
Νά σᾶς πῶ ἕνα περιστατικό καί νά κλείσουμε μ’ αὐτό, στό
ὁποῖο φαίνεται τό μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης μέσα στήν Ἐκκλησία πού πρέπει νά
νιώθουμε ὅλοι ἕνα. Ἦταν μία γυναίκα πού πῆρε τόν κακό δρόμο. Ὁ ἄνδρας
της ἦταν εὐλαβής, ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά πηγαίνει πολύ στήν
Ἐκκλησία, ἀλλά εἶχε ἀγάπη. Αὐτή τόν ἄφηνε καί ἔφευγε. Στήν ἀρχή τοῦ
ἔλεγε ὅτι πάει διακοπές μέ τίς φίλες της π.χ. τό καλοκαίρι καί σιγά-σιγά
κατήντησε πόρνη. Στήν Ἀμερική ζοῦσαν. Ἔμαθε κάποια στιγμή ὅτι ἡ γυναίκα
του βρισκόταν στόν Πειραιά καί ἀσώτευε καί κοιτᾶξτε ἡ ὀρθόδοξη
ἀντιμετώπιση. Δέν τῆς ἔκανε πόλεμο, νά τήν μισήσει, νά μήν θέλει νά τήν
ξαναδεῖ καί νά τήν χωρίσει. Μποροῦσε βέβαια νά τήν χωρήσει, γιατί ὑπῆρχε
διαπιστωμένη μοιχεία καί μόνο τότε ἐπιτρέπεται στό Εὐαγγέλιο νά χωρίσει
κανείς. Τώρα ἔχουν βγάλει ἕνα σωρό λόγους διαζυγίων. Ἀπαγορεύεται. Μόνο
γιά λόγο μοιχείας ἐπιτρέπεται τό διαζύγιο εἶπε ὁ Χριστός, γιατί τό
μυστήριο τοῦ γάμου εἶναι ἀδιάλυτο.
Αὐτός λοιπόν ὁ
ἄνθρωπος τήν ἀγαποῦσε καί προσευχόταν μέ πόνο, ὄχι τυπικά καί ξερά.
Ἔλεγε: «Θεέ μου αὐτή ἡ γυναίκα ἡ καημένη θά χάσει τήν ψυχή της μ’ αὐτό
πού κάνει, πῶς θά σωθεῖ..;». Τήν πονοῦσε. Καί, ὅπως ἔλεγε αὐτά τά λόγια
καί προσευχόταν, ἐκεῖ πού βρισκόταν σ’ ἕναν οὐρανοξύστη εἶδε τό ταβάνι
νά ἀνοίγει, μετά τό δεύτερο, τό τρίτο… ἄνοιξαν ὅλα τά πατώματα καί
κατέβηκε ἕνα λαμπρότατο φῶς ἀπό τόν οὐρανό καί τόν ἔλουσε. Ἦταν τό φῶς
τοῦ Θεοῦ, τό ἄκτιστο φῶς. Ἐπειδή ἀκριβῶς ἔδειξε ἀγάπη, ὑπομονή καί
ἀνοχή. Νά πῶς πρέπει νά ἀντιμετωπίζουμε τούς ἐχθρούς μας καί πῶς, ἄν
νιώσουμε ἕνα μέ ὅλους, τότε ζοῦμε σωστά ἐκκλησιαστικά. Αὐτός ἦταν
πράγματι ἕνα μέ τήν γυναῖκα του, ἄσχετα ἄν ἐκείνη δέν ἤθελε νά εἶναι ἕνα
μαζί του. Αὐτή εἶναι ἡ σωστή ζωή μέσα στήν Ἐκκλησία.
Ὁ παπᾶς καί ὁ
δεσπότης εἶναι ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ καί πρέπει νά τούς νιώσουμε ἕνα καί νά
μήν ψάχνουμε ἀφορμή νά τούς κάνουμε κριτική. Νά ἀγαπήσουμε καί νά
ἀγαπηθοῦμε. Ἀλλά αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνει μέ ἄλλον τρόπο, παρά μόνο ἄν
ἀγαπήσουμε τόν Χριστό. Ὅταν πέσουμε στό κέντρο καί ἑνωθοῦμε μέ τόν
Χριστό, ὅπως λέει ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος, ἑνωνόμαστε καί μεταξύ μας. Τότε
πετυχαίνει καί ὁ γάμος καί ὅλα.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
http://hristospanagia3.blogspot.gr/http://www.hristospanagia.gr/?p=64724#more-64724