Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, εἴμαστε στήν δεκάτη ὑπόθεση τοῦ Εὐεργετινοῦ πού ἔχει τίτλο: «Ἡ ψυχή μετά τήν ἔξοδό της ἀπό τό σῶμα δέχεται φοβερή ἐξέταση στόν ἀέρα, ἀπό τά πονηρά πνεύματα πού τήν συναντοῦν καί τῆς ἐμποδίζουν τήν ἄνοδο»1. Ἑπομένως τό θέμα μας εἶναι τί συμβαίνει κατά τόν θάνατο, κατά τήν φρικτή ὥρα τοῦ θανάτου, κατά τήν ἔξοδο τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα. Αὐτό εἶναι ὁ θάνατος. Δέν εἶναι μία ἐξαφάνιση, ἀλλά ὁ χωρισμός τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα. Ὁ ἄνθρωπος, ὅπως λένε οἱ Πατέρες, εἶναι τό συναμφότερο, δηλαδή εἶναι ψυχή καί σῶμα. Σκέτη ἡ ψυχή δέν εἶναι ἄνθρωπος οὔτε σκέτο τό σῶμα, ἀλλά μαζί.
«Στόν βίο τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου: Κάποτε ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἑτοιμαζόταν νά φάει κατά τήν κανονισμένη ὤρα. Σύμφωνα, λοιπόν, πρός τή συνήθεια σηκώθηκε γιά νά προσευχηθεῖ. Ἦταν τότε ἡ ἐνάτη ὥρα». Ἔκανε τήν ἐνάτη, ὅπως συνηθίζεται στά Μοναστήρια καί μάλιστα τίς ἡμέρες τῆς νηστείας. Δηλαδή ἔτρωγε στίς τρεῖς ἡ ὥρα τό μεσημέρι. «Ἐκείνη ὅμως ἀκριβῶς τή στιγμή αἰσθάνθηκε τόν ἑαυτό του νά ἔχει ἁρπαγεῖ νοερῶς», δηλαδή ὁ νοῦς του εἶχε ἁρπαχτεῖ. «Τό δέ παράδοξο ἦταν αὐτό: καθώς στεκόταν, ἔβλεπε τόν ἑαυτό του, σάν νά εἶχε βγεῖ ἀπό τό σῶμα καί νά ὁδηγεῖται ἡ ψυχή του ἀπό μερικούς στόν ἀέρα. Ἔπειτα βλέπει μερικούς ἀσχημοπρόσωπους καί φοβερούς νά στέκουν μπροστά του στόν ἀέρα καί νά θέλουν νά τόν ἐμποδίσουν, γιά νά μήν πέρασει»2. Εἶναι τά πονηρά πνεύματα, τά ὁποῖα ὑπάρχουν στόν ἀέρα. Ὅταν ἐξέπεσαν καί ἀπό ἄγγελοι ἔγιναν δαίμονες, ἔπεσαν στή γῆ, καί ἔχουμε τά πνεύματα αὐτά τά πονηρά, τά ὁποῖα κυκλοφοροῦν στή γῆ καί στόν ἀέρα.
«Οἱ ὁδηγοί τῆς ψυχῆς του τότε», οἱ Ἄγγελοι, «ἄρχισαν νά φιλονικοῦν μέ τούς φοβερούς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν λογαριασμό, μήπως ἡ ψυχή πού συνόδευαν, ἦταν ὑπεύθυνη ἀπέναντί τους γιά κάποιο χρέος»3. Εἶναι τά λεγόμενα τελώνια, τά ὁποῖα εἶναι πραγματικότητα. Κάποιοι δέν τά θεωροῦν πραγματικά, καί τήν διδασκαλία αὐτή περί τελωνίων τήν ὀνομάζουν μύθο. Ἀλλά νά πού δέν εἶναι καθόλου μύθος καί τό βλέπουμε μέσα στούς βίους τῶν Ἁγίων, καί μάλιστα ἐδῶ στόν βίο τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου.
Σημειῶστε ὅτι τόν βίο τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου δέν τόν ἔχει γράψει κάποιος τυχαῖος, ἀλλά ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, μέγας πατήρ τῆς Ἐκκλησίας. Ἑπομένως, ὅλα ὅσα λέγονται, εἶναι ἀξιόπιστα. Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, λοιπόν, ἐδῶ ἔχει μία ἐμπειρία ἐξόδου τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα, τῆς δικῆς του ψυχῆς. Τοῦ κάνει ὁ Θεός, θά λέγαμε, μιά πρόβα, μιά προ-ἑτοιμασία, μιά προ-εἰδοποίηση, μιά προ-ὅραση αὐτοῦ πού θά συμβεῖ κατά τήν τελευτή του. Καί βλέπουμε τούς φοβερούς δαίμονες νά φιλονικοῦν μέ τούς Ἀγγέλους πού συνοδεύουν τόν Ἅγιο Ἀντώνιο, τήν ψυχή τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, καί νά ζητοῦν ἐπιτακτικά νά ἐρευνήσουν μήπως ὑπάρχει κάτι στόν Ἅγιο Ἀντώνιο, τό ὁποῖο θά τόν καταστήσει ὑπόδικο, ἔνοχο, γιά νά τόν ἁρπάξουν μαζί τους στήν κόλαση.
«Ἐπειδή λοιπόν οἱ τελευταῖοι», οἱ κακοί δαίμονες, «ἤθελαν νά ἀρχίσουν τόν ἔλεγχο ἀπό τή γέννηση τοῦ Ἀντωνίου, οἱ συνοδοί τοῦ Ἀντωνίου τούς ἐμπόδιζαν λέγοντας: Ὅσα σφάλματα διέπραξε ὁ Ἀντώνιος ἀπό τή γέννηση, τά διέγραψε ὁ Κύριος. Ἀπό τότε, ὅμως, πού ἔγινε Μοναχός καί ἀφιέρωσε τόν ἑαυτό του στόν Θεό, ἐπιτρέπεται νά ἐξετάσουμε τά ἔργα του». Ἐδῶ ὑπάρχει καί μία ἄλλη ἀλήθεια στήν Ἐκκλησία μας, ὅτι ἀπό τή στιγμή πού κανείς γίνεται μοναχός παίρνει τήν ἴδια Χάρη πού πῆρε καί στό Βάφτισμα. Καί ὅπως στό Βάφτισμα οἱ μέχρι τότε ἁμαρτίες ἐξαλείφονται, ἔτσι καί κατά τήν μοναχική κουρά. Ὅ,τι ἔχει κάνει ὁ ἄνθρωπος πιό πρίν ἐξαλείφεται. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἔχουν δεῖ ὅτι ἡ ἴδια Χάρις πού ὑπάρχει κατά τήν Βάφτιση, ὑπάρχει καί κατά τήν κουρά. Εἶναι, ἑπομένως, θά λέγαμε, μιά δεύτερη βάφτιση ἡ μοναχική κουρά, ὅταν κανείς ἀφιερώνεται στόν Θεό. Καί τό βλέπουμε ἐδῶ νά ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τήν ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, ὁ ὁποῖος ἀκούει τούς Ἀγγέλους πού τόν συνοδεύουν νά λένε στούς δαίμονες, ὅτι τά ἔχει ἐξαλείψει τά ἁμαρτήματα τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου ὁ Θεός ἀπό τήν ἀρχή τῆς ζωῆς του μέχρι τή στιγμή πού ἔγινε ἡ μοναχική κουρά. Θά ἐξετάσετε ἀπό ἐκεῖ καί μετά.
Βλέπουμε καί τό ἄλλο, ὅτι οἱ δαίμονες ἐξετάζουν. Ἐρευνοῦν, δηλαδή, μέ λεπτομέρεια τίς ἐνέργειές μας καί μάλιστα μέ πολλή κακία καί πάθος καί πόθο νά βροῦνε κάτι γιά νά μᾶς κολάσουν.
«Οἱ δαίμονες κατηγοροῦσαν τόν Ἀντώνιο ἀλλά δέν μποροῦσαν νά ἀποδείξουν τίς κατηγορίες τους». Οἱ δαίμονες ὄχι μόνο ψάχνουν νά βροῦν ἁμαρτήματα ὑπαρκτά, ἀλλά καί ἀνύπαρκτα κατασκευάζουν καί συκοφαντοῦν τόν ἄνθρωπο ἔτσι, ὥστε νά πετύχουν τήν κόλασή του. Ἔλεγαν λοιπόν διάφορα κατά τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου, ἀλλά δέν μποροῦσαν νά τό ἀποδείξουν. Γι’ αὐτό καί «ὁ δρόμος ἔμεινε ἐλεύθερος ἀπό ἐμπόδια καί ἀμέσως εἶδε τόν ἑαυτό του νά ἐπιστρέφει πρός τό σῶμα καί νά συνέρχεται. Καί ἔγινε πάλι ὁ Ἀντώνιος, ὅπως ἦταν πρίν»4. Τοῦ ἔδειξε ὁ Θεός τήν ἐξέταση πού ὑφίσταται ἡ ψυχή, ὅταν βγαίνει ἀπό τό σῶμα.
«Τόση ὅμως ἦταν ἡ ταραχή του, ὥστε λησμόνησε νά φάει καί παρέμεινε τήν ὑπόλοιπη ἡμέρα καί ὁλόκληρη τήν νύκτα ἀναστενάζοντας καί προσευχόμενος. Κατεπλήσσετο, διότι ἐσκέπτετο μέ πόσους πειρασμούς ἔχουμε νά παλέψουμε καί μέ πόσους κόπους πρέπει κανείς νά περάσει τά ἐναέρια δαιμόνια. Καί ἔλεγε ὅτι αὐτό τό νόημα ἔχει τό ρητό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, «κατά τόν ἄρχοντα πού ἐξουσιάζει εἰς τόν ἀέρα»5»6. Ὁ ἄρχοντας πού ἐξουσιάζει στόν ἀέρα εἶναι ὁ διάβολος, ὅπως τό λέει ὁ Ἀπόστολος. Ὄχι ὅτι οἱ δαίμονες κυριαρχοῦν, ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι ὑπάρχουν ἐκεῖ, καί ὅσοι ἔχουν δώσει δικαιώματα μέ τήν ἁμαρτωλή ζωή τους καί δέν ἔχουν μετανοήσει γιά τίς ἁμαρτίες τους, αὐτοί βεβαίως ὑπόκεινται στήν ἐξουσία τῶν δαιμόνων. Γιατί κάθε ἕνας, ὁ ὁποῖος ἁμαρτάνει, νικιέται ἀπό ἕνα πάθος, γίνεται ὑπόδουλος αὐτοῦ τοῦ πάθους καί τοῦ ἀντιστοίχου πνεύματος πού ὑποκινεῖ καί παρακινεῖ σ’ αὐτό τό πάθος, «ᾧ τις ἥττηται, τούτῳ καί δεδούλωται»7. Σ’ αὐτόν πού νικήθηκε, σ’ αὐτό καί ὑποδουλώνεται. Ἄν νικηθεῖ ἀπό τόν δαίμονα τῆς πορνείας, ὑπόκειται στήν ἐξουσία του. Καί ἑπομένως αὐτός ὁ «ἄρχοντας», ὁ δαίμονας αὐτός, ὅταν θά βγαίνει ἡ ψυχή αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου, δέν θά τόν ἀφήσει νά προχωρήσει, θά τοῦ πεῖ, εἶσαι δικός μου. Αὐτή τήν ἔννοια, λοιπόν, ἔχει ἡ λέξη «ἄρχοντας». Ἐξουσιάζει αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἔχουνε ἀμετανόητα ἁμαρτήματα, ἀνεξάλειπτα ἁμαρτήματα.
«Διότι αὐτή μόνο τήν ἐξουσία ἔχει ὁ ἐχθρός τῆς ψυχῆς μας, νά πολεμάει δηλαδή καί νά προσπαθεῖ νά ἐμποδίζει τίς ἀνερχόμενες πρός τόν οὐρανό ψυχές»8. Καί μιά ἀκόμα διάσταση μᾶς δίνει ἐδῶ τό κείμενο, ὅτι ἔχει ἐξουσία, εἶναι ἄρχοντας, διότι κατηγορεῖ τούς ἀνθρώπους καί γιά ἁμαρτήματα, τά ὁποῖα δέν ἔχουν κάνει καί προσπαθεῖ νά ἐμποδίσει. Καί μ’ αὐτή τήν ἔννοια ἐμφανίζεται ὡς κυρίαρχος. Ἀλλά φυσικά δέν μπορεῖ νά κυριαρχήσει τό ψέμα καί ἡ συκοφαντία καί ἡ διαβολή -ἐξ οὗ καί διάβολος- καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι καθαρός, προχωράει ἀνεμπόδιστα, παρόλη τήν λύσσα τοῦ διαβόλου.
«Ὡς ἐκ τούτου συμβούλευε», ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «μέ περισσότερη ἐπιμονή λέγοντας, φορέσατε τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά μπορέσετε νά ἀντισταθεῖτε πρός τόν διάβολο κατά τήν πονηρά ἡμέρα καί νά ἐξευτελισθεῖ ὁ ἐχθρός, ἐπειδή δέν θά ἔχει νά πεῖ γιά σᾶς τίποτε αἰσχρό»9. Ἡ πανοπλία τοῦ Θεοῦ περιγράφεται ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο καί λέει πώς εἶναι ὁ θώρακας τῆς δικαιοσύνης, ἡ περικεφαλαία τῆς πίστεως, τό ξίφος, τά ὑποδήματα κ.λ.π., τά πνευματικά ὅπλα, ὅλα τά ὁποῖα πρέπει νά ἔχει ὁ χριστιανός, γιά νά ἀντισταθεῖ εἰς τόν πόλεμο πού τοῦ κάνει ὁ διάβολος. Καί αὐτός ὁ πόλεμος, ὅπως λέει ἐδῶ, θά γίνει κατεξοχήν κατά τήν πονηρά ἡμέρα καί θά πρέπει τότε νά μπορέσουμε ν’ ἀντισταθοῦμε. Ἡ πονηρά ἡμέρα εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς ἐξόδου τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα, κατεξοχήν ἐκείνη εἶναι ἡ πονηρά ἡμέρα. Ἀλλά, κι ἄν ὑποτεθεῖ ὅτι μᾶς προλάβει ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου καί δέν ἔχουμε κοιμηθεῖ, ἡ πονηρά ἡμέρα εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου. Ἄν δέν τήν προλάβουμε καί κοιμηθοῦμε νωρίτερα εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς ἐξόδου μας. Θά πρέπει, λοιπόν, κατά ἐκείνη τήν ἡμέρα νά εἴμαστε πανέτοιμοι, νά φοροῦμε τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ γιά νά μπορέσουμε ν΄ ἀντισταθοῦμε στόν ἐχθρό.
«Μετά τήν ὀπτασία αὐτή, τόν ἐπισκέφθηκαν κάποτε μερικοί ἄνθρωποι καί ἄρχισαν νά συζητοῦν μαζί του περί τῆς ψυχῆς καί ποιός, μετά τήν ἔξοδό της ἀπό τό σῶμα, εἶναι ὁ τόπος πού μεταβαίνει»10. Ποῦ πάει ἡ ψυχή, ὅταν φεύγει ἀπό τό σῶμα; Γιατί δέν εἶναι πανταχοῦ παροῦσα. Πανταχοῦ παρών εἶναι μόνο ὁ Θεός. Οὔτε οἱ Ἄγγελοι εἶναι πανταχοῦ παρόντες. Σήμερα πού ἀκούσαμε στό ἱερό εὐαγγέλιο τόν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ νά ὀμιλεῖ στόν Προφήτη Ζαχαρία, ὁ Ἀρχάγγελος τή στιγμή ἐκείνη πού μιλοῦσε στόν Ἅγιο Ζαχαρία ἦταν ἐκεῖ, δέν ἦταν στόν οὐρανό. Ὁ μόνος πανταχοῦ παρών εἶναι ὁ Θεός.
- Ποῦ πηγαίνουν, λοιπόν, οἱ ψυχές;
«Τήν ἑπομένη ἀκριβῶς νύκτα ἄκουσε νά τόν καλεῖ μία φωνή λέγουσα: Ἀντώνιε, σήκω, βγές ἀπό τό κελί σου καί βλέπε. Πράγματι, λοιπόν, ὁ Μέγας Ἀντώνιος βγῆκε, διότι γνώριζε σέ ποιές φωνές ἔπρεπε νά ὑπακούει». Γιατί ὑπάρχουν καί φωνές δαιμονικές πού προτρέπουν τόν ἄνθρωπο νά κάνει πράγματα καί δέν πρέπει νά τίς ἀκούει ὁ ἄνθρωπος. Γι’ αὐτό μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι «Μείζων πασῶν τῶν ἀρετῶν ἡ διάκρισις», ἡ μεγαλύτερη ἀπ’ ὅλες τίς ἀρετές εἶναι ἡ διάκριση, νά μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος δηλαδή, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί μέ τήν καθοδήγη πάντα τοῦ πνευματικοῦ του, νά διακρίνει τά πνεύματα, νά διακρίνει, ἄν εἶναι ἀπό τόν Θεό ἤ ἄν κάτι εἶναι ἀπό τόν διάβολο. Κι ἄν δέν μπορεῖ νά ρωτήσει τόν πνευματικό του.
Ὁ Μέγας Ἀντώνιος εἶχε αὐτή τήν διάκριση, ὁπότε αὐτή ἡ φωνή πού τοῦ ἔλεγε, βγές ἀπό τό κελί σου καί κοίταξε, ἦταν ἀπό τόν Θεό. «Πράγματι βγῆκε καί ἀφοῦ ὕψωσε τό βλέμμα του πρός τόν οὐρανό εἶδε τό ἑξῆς ὅραμα. Κάποιος πανύψηλος καί φοβερός, ἀπαίσιος στήν μορφή, στεκόταν ὄρθιος· τό ὕψος του ἔφτανε ἕως τά σύννεφα, ἐνῶ πολλοί πετοῦσαν μπροστά του, σάν νά εἶχαν φτερά. Τότε ἐκεῖνος ὁ φοβερός ἅπλωνε τά χέρια του καί ἄλλους μέν ἐμπόδιζε νά πετοῦν, ἐνῶ ἄλλοι κατόρθωναν νά τόν προσπερνοῦν καί νά πετοῦν ὑψηλότερα καί νά συνεχίζουν τόν δρόμο τους χωρίς ἐμπόδια»11. Ἕνα φοβερό ὅραμα! Αὐτός ὁ τρομερός ἀράπης δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν διάβολο. Καί αὐτοί πού πετοῦν μπροστά του εἶναι οἱ ψυχές τῶν κεκοιμημένων, τῶν ἀποθνησκόντων. Κάποιοι κατάφερναν νά φεύγουν, κάποιοι ὅμως δέν μποροῦσαν, τούς ἐμπόδιζε.
«Γι’ αὐτούς, πού ξέφευγαν, ὁ πανύψηλος ἐκεῖνος δαίμονας ἔτριζε τά δόντια του». Δέν εἶναι ὅτι δέν τούς προλάβαινε, ἀλλά ἦταν καθαροί καί δέν εἶχε πάνω τους δικαίωμα γιά νά τούς ἐμποδίσει ν’ ἀνέβουν στόν Θεό. «Ἀντίθετα χαιρόταν γιά ὅσους ἐμποδίζονταν ἀπό αὐτόν νά ἀνέβουν καί ἔπεφταν». Ἔπεφταν κάτω καί μ’ ἕναν μακάβριο γέλωτα, χαιρότανε. «Ἀμέσως τότε ἀκούστηκε μία φωνή: - Ἀντώνιε, προσπάθησε νά ἐννοήσεις καλά αὐτό πού βλέπεις. Καί ἀμέσως καθάρισε ἡ διάνοιά του καί ἀντιλήφθηκε ὅτι αὐτό πού ἔβλεπε, ἦταν τό πέρασμα τῶν ψυχῶν πρός τόν οὐρανό καί ὅτι ὁ πανύψηλος καί φοβερός ἀγριάνθρωπος, πού στεκόταν ὄρθιος, ἦταν ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος φθονεῖ τούς πιστούς. Ὅσοι ἀπό αὐτούς εἶναι ὑπεύθυνοι γιά ἁμαρτίες, τούς κρατεῖ καί τούς ἐμποδίζει νά περάσουν, ὅσοι ὅμως δέν δέχθηκαν τίς συμβουλές του, δέν μπορεῖ νά τούς κρατήσει καί γι’ αὐτό αὐτοί κατορθώνουν νά ἀνεβοῦν ὑψηλότερα ἀπό αὐτόν καί νά πορευθοῦν πρός τόν οὐρανό. Ὅταν ὁ Μέγας Ἀντώνιος εἶδε τό ὅραμα αὐτό, θυμήθηκε καί τό προηγούμενο καί ἀγωνιζόταν καθημερινῶς νά προκόβει στόν ἐνάρετο βίο»12.
- Γιατί ὁ Θεός παραχώρησε στόν Μέγα Ἀντώνιο νά δεῖ αὐτά;
Πρῶτον γιά τόν ἴδιο, ὥστε νά ἀγωνίζεται πνευματικά καί νά προοδεύει καί δεύτερον, γιά ὅλους ἐμᾶς πού διαβάζουμε αὐτά τά ὁποῖα κατέγραψε ὁ μαθητής του Μέγας Ἀθανάσιος καί ὁπωσδήποτε ὠφελούμαστε. Γιατί, ἐφόσον τά εἶδε ὁ Μέγας Ἀντώνιος, τά εἶδε ἡ Ἐκκλησία καί εἶναι σάν νά τά ἔχουμε δεῖ κι ἐμεῖς.
«Στό Γεροντικό: Κάποτε δύο ἀδελφοί συμφώνησαν καί ἔγιναν καί οἱ δύο Μοναχοί. Μετά τήν χειροτονία τους ἔκριναν καλό νά κτίσουν δύο κελιά, τό ἕνα μακριά ἀπό τό ἄλλο. Καθένας λοιπόν κλείστηκε μόνος του στό κελί καί ἡσύχαζε. Πέρασαν ἀρκετά χρόνια καί δέν εἶδε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, διότι κανείς ἀπό τούς δύο δέν ἔβγαινε ἀπό τό κελί του.
Κάποτε, ὅμως, ὁ ἕνας ἀσθένησε καί τόν ἐπισκέφθηκαν οἱ Πατέρες. Καί εἶδαν, ὅτι ὁ Μοναχός ἐκεῖνος ἄλλοτε περιέπιπτε σέ ἔκσταση καί ἄλλοτε πάλι συνερχόταν». Μία ἦταν ἐκτός πραγματικότητος καί μία ἦταν στά συγκαλά του, ὅπως λέμε. «Τότε, μέ κάποια περιέργεια, τόν ρώτησαν: Τί εἶδες, Πάτερ; Τούς Ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ, ἀπάντησε ὁ ἀσθενής Μοναχός, ὅτι ἦλθαν καί παρέλαβαν ἐμένα καί τόν ἀδελφό μου καί μᾶς ὁδηγοῦσαν πρός τόν οὐρανό». Τοῦ ἔκανε καί αὐτοῦ μία παρόμοια ἀποκάλυψη, ὅπως καί στόν Μέγα Ἀντώνιο, πού εἴδαμε προηγουμένως. «Καί καθώς ἀνερχόμεθα», καθώς ἀνεβαίναμε, «μᾶς συνάντησαν οἱ ἐχθρικές δυνάμεις, ἀναρίθμητοι κατά τό πλῆθος καί τρομερές κατά τήν μορφή». Νά οἱ ἄρχοντες τοῦ ἀέρος, τά τελώνια. «Μολονότι δέ κοπίασαν πάρα πολύ, ἐντούτοις τίποτε δέν μπόρεσαν νά πετύχουν ἐναντίον μας. Μόλις δέ προσπεράσαμε τίς δυνάμεις αὐτές τοῦ σατανᾶ, ἄρχισε νά λέγει, μεγάλη παρρησία δίνει στήν ψυχή ἡ ἁγνεία»13. Ἡ ἁγνότητα, ἡ καθαρότητα δίνει μεγάλη παρρησία στήν ψυχή καί ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά πλησιάσει.
«Μόλις εἶπε αὐτούς τούς λόγους ὁ Μοναχός κοιμήθηκε. Ὅταν οἱ παρευρισκόμενοι Πατέρες διαπίστωσαν τόν θάνατο, ἀπέστειλαν ἕναν Μοναχό νά ἀναγγείλει αὐτό στόν ἀδελφό του», ὅτι ξέρεις ὁ ἀδελφός σου κοιμήθηκε. «Ὁ Μοναχός ἐκεῖνος βρῆκε καί τόν ἀδελφό πεθαμένο. Τότε οἱ Πατέρες θαύμασαν καί δόξασαν τόν Θεό»14. Πῶς ὁ Θεός τούς πῆρε τήν ἴδια ὥρα! Καί ἔδειξε κι αὐτό τό σημεῖο, γιά νά πληροφορηθοῦν καί οἱ ἄλλοι καί ἐμεῖς πόση παρρησία ἔχει στόν Θεό ἡ ἁγνή - καθαρή ζωή, ἡ ἀφιερωμένη στόν Θεό μέ τό σῶμα καί τήν ψυχή.
Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἁγνότητα δέν εἶναι ἕνα μέγεθος μόνο σωματικό, ἀλλά κυρίως εἶναι ἡ ἁγνότητα τῆς ψυχῆς, ἡ ἁγνότητα τοῦ νοός, ἡ καθαρότητα ἀπό τούς λογισμούς, τούς κάθε εἴδους λογισμούς, τούς αἰσχρούς, τούς πονηρούς, τούς βλάσφημους. Βλέπουμε, ὅμως, καί σ’ αὐτή τήν περίπτωση, πῶς ὁ Θεός δείχνει τήν ἔξοδο στούς ἐκλεκτούς Του, ὅπως καί στόν Ἅγιο Ἀντώνιο προηγουμένως, καί γιά νά τούς διδάξει ἀλλά καί γιά νά προετοιμάσει ἐμᾶς. Διότι ὄντως ὑπάρχουν αὐτά τά πράγματα, αὐτά τά ὄντα, οἱ ἄρχοντες τοῦ ἀέρος καί ἡ ψυχή ὄντως ἐξετάζεται.
Θἀ ἔχετε ὑπόψη σας ὅτι ὑπάρχουν -καί στό διαδίκτυο- μαρτυρίες κάποιων ἀνθρώπων προτεσταντῶν κ.λ.π., οἱ ὁποῖοι λέει βγῆκαν ἀπό τό σῶμα τους καί ἐπέστρεψαν πάλι πίσω καί πῆγαν σ’ ἕναν ὡραῖο τόπο, ὅλα ἦταν φωτεινά, ὡραῖα λιβάδια κ.λ.π. Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι οἱ ἐμπειρίες αὐτές δέν εἶναι αὐθεντικές τοῦ ἄλλου κόσμου, ἀλλά ὁπωσδήποτε εἶναι κάτι δαιμονικό, εἶναι κάτι τό ὁποῖο δέν ἀνταποκρίνεται στήν πραγματικότητα. Ἡ ὀρθόδοξη, ἡ ἐμπειρία ἐκ τοῦ Θεοῦ, εἶναι αὐτή πού ἔχουμε καταγραμμένη στούς Ἁγίους μας, στά Συναξάρια, στά πατερικά βιβλία κι ἐκεῖ δέν βλέπουμε τέτοια πράγματα, ἀλλά βλέπουμε ἀκριβῶς αὐτή τήν ἐξέταση πού ὑφίσταται ἡ ψυχή ὅταν βγαίνει ἀπό τό σῶμα καί αὐτό εἶναι τό πραγματικό, τό ἀληθινό. Τά ἄλλα εἶναι δαιμονικές ἀπάτες καί περνᾶνε οἱ δαίμονες ἔμμεσα τό μήνυμα, μέσω αὐτῶν τῶν λεγομένων ἐπιθανάτιων ἐμπειριῶν, ὅτι ὅλοι θά πᾶνε στόν παράδεισο. Ὅλοι πᾶνε σ’ ἕνα ὡραῖο λιβάδι ἤ περνοῦν ἀπό ἕνα τούνελ καί μετά βγαίνουν στό φῶς κ.λ.π. Δέν εἶναι ἔτσι τά πράγματα, ἀλλά ὑπάρχει ἐκπεφρασμένη, διατυπωμένη ἡ διδασκαλία, πού δέν εἶναι θεωρητική διδασκαλία, ἀλλά εἶναι μέσα ἀπό ἐμπειρίες καί γεγονότα τῶν Ἁγίων μας, ἡ διδασκαλία γιά τό πῶς ἐξετάζεται ἡ ψυχή κατά τήν ἔξοδό της καί τήν ἄνοδό της πρός τόν Θεό ἀπό τούς πονηρούς δαίμονες, ἀπό τά τελώνια.
«Τοῦ ἀββά Ἡσαΐα: Ἀγαπητέ μου ἀδελφέ, ὅσοι ἀσχολοῦνται μέ ὑποθέσεις τοῦ προσωρινοῦ καί ματαίου αὐτοῦ κόσμου, ἐάν προοδεύσουν ἤ κερδίσουν, δέν ὑπολογίζουν, μετά ἀπό αὐτά, τούς κόπους τούς ὁποίους ὑπέμειναν, ἀλλά χαίρουν γιά τήν πρόοδο τήν ὁποία ἀπέκτησαν». Ἕνας πού ξεκινάει ἀπό φτωχός καί σιγά-σιγά αὐξάνει τήν περιουσία του μέ πολύ κόπο, ξεχνάει τόν κόπο ἀφοῦ βλέπει αὐτή τήν πρόοδο, τήν κοσμική βέβαια. «Ὑπολογίζεις λοιπόν τώρα, ἀδελφέ μου, ποιά χαρά δοκιμάζει ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, πού ἄρχισε τό κατά Θεόν πνευματικό του ἔργο καί τό ὁλοκλήρωσε μέ ἐπιτυχία; Ἑπόμενο εἶναι νά αἰσθάνεται ἡ ψυχή ἀπέραντη χαρά, γιατί κατά τή στιγμή τῆς ἐξόδου της ἀπό τό σῶμα, τά καλά ἔργα πού ἐκτέλεσε, θά προπορεύονται αὐτῆς, ὅταν θά ἀνέρχεται πρός τόν οὐρανό. Τότε καί οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ θά χαροῦν μαζί της, ὅταν θά τήν δοῦν νά ἀπαλλάσσεται ἀπό τίς δυνάμεις τοῦ σκότους»15.
Οἱ Ἄγγελοι εἶναι φίλοι μας καί ἔγιναν κατεξοχήν φίλοι μας διαμέσου τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος θυσιάστηκε γιά μᾶς καί μᾶς συμφιλίωσε μέ τόν Θεό. Ὅσο δέν εἶχε γίνει ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ μας, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἐχθροί τοῦ Θεοῦ καί οἱ Ἄγγελοι κι αὐτοί βεβαίως ἐφόσον ἦταν μέ τόν Θεό καί ἀγαποῦσαν καί ἀγαποῦν τόν Θεό ὁπωσδήποτε ἐμᾶς μᾶς εἶχαν ὡς ἐχθρούς τους, ἀφοῦ ἐμεῖς εἴμαστε ἐχθροί τοῦ Κυρίου των, τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Θεοῦ. Ἀπό τή στιγμή πού ἔγινε ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ μας καί συμφιλιωθήκαμε, κατηλλάγημεν, ἔγινε ἡ καταλλαγή -καταλλαγή θά πεῖ συμφιλίωσις- τῶν ἀνθρώπων μέ τόν Θεό, ἔγινε συμφιλίωσις καί μέ τούς Ἀγγέλους. Ὁπότε, οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι τώρα εἶναι φίλοι μας καί μᾶς συμπαραστέκονται στόν ἀγῶνα μας τόν πνευματικό καί στήν προσπάθειά μας νά ἑνωθοῦμε κι ἐμεῖς μόνιμα καί αἰώνια μέ τόν Θεό στή βασιλεία Του. Ὅταν λοιπόν δοῦν νά περνοῦν νικηφόρα τά πονηρά πνεύματα κατά τόν θάνατο τῶν χριστιανῶν καί τήν ἔξοδο τῶν ψυχῶν τους ἀπό τά σώματα, τότε χαίρονται πάρα πολύ, αὐτό μᾶς λέει ἐδῶ ὁ ἀββάς Ἡσαΐας.
«Συμβαίνει δέ αὐτό, γιατί ὅταν ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἐξέλθει ἀπό τό σῶμα, πορεύονται μαζί της οἱ Ἄγγελοι», μᾶς συνοδεύουν οἱ Ἄγγελοι. «Τότε ὅμως καί ὅλες οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους σπεύδουν νά τήν συναντήσουν». Βλέπετε, πῶς οἱ ἅγιοι Πατέρες -δέν εἶναι ἕνας καί δύο- ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες, πού ἔχουν τό φῶς τοῦ Θεοῦ, τή γνώση, τήν θεογνωσία, μᾶς μιλοῦν γιά αὐτό τό θέμα, τό θέμα τῶν τελωνίων. Καί ἀπορῶ πῶς κάποιοι θεολόγοι σήμερα λέγουν πώς δέν ὑπάρχουν αὐτά τά πράγματα! «Ὅλες οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους σπεύδουν νά τήν συναντήσουν καί ἐπιδιώκουν νά τήν κρατήσουν καί γι’ αὐτό ἐξετάζουν μέ προσοχή μήπως ἡ ψυχή ἔχει διαπράξει κάποιο ἀπό τά δικά τους ἔργα»16. Ψάχνουν οἱ δαίμονες νά βροῦν ἔργα συγγενικά μέ τά δικά τους στούς ἀνθρώπους, ὁπότε νά διεκδικήσουν τίς ψυχές, ἀφοῦ κάνουν τά ἴδια ἔργα πού κάνουν καί οἱ δαίμονες. Καί, δυστυχῶς, πάρα πολλοί ἄνθρωποι σήμερα κάνουν τά ἔργα τῶν δαιμόνων καί δημιουργοῦν μιά συγγένεια μέ τούς δαίμονες καί μετά φυσικά οἱ δαίμονες ἔχουν δικαιώματα πάνω τους καί τούς ἐπηρεάζουν καί δέχονται αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δαιμονικές ἐνέργειες. Ὅπως λ.χ. μιά δαιμονική ἐνέργεια πολύ διάχυτη σήμερα στόν κόσμο εἶναι ἡ κατάθλιψη, εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια, εἶναι ὁ ἐγωισμός, εἶναι οἱ φοβίες, οἱ ἀνασφάλειες, ὅλα αὐτά τά λεγόμενα ψυχολογικά προβλήματα. Ὁ μέγας Ἅγιος Πορφύριος τό ἔλεγε, ὅτι πίσω ἀπό ὅλα αὐτά τά λεγόμενα ψυχολογικά κρύβονται δαιμόνια, δαιμονικές ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες ἐπηρεάζουν τούς ἀνθρώπους λόγω τοῦ ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἔγιναν συγγενεῖς μέ τούς δαίμονες, ἀφοῦ κάνουν τά ἔργα τῶν δαιμόνων. Καί βλέπετε ἐδῶ πῶς τό λέει σαφέστατα ὁ Ἅγιος, ὅτι οἱ δαίμονες αὐτό ἐξετάζουν, ἄν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τέτοια ἔργα γιά νά συγγενέψουν ἀκόμα περισσότερο, νά τούς πάρουν μαζί τους δηλαδή γιά πάντα στήν κόλαση.
«Οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους σπεύδουν νά συναντήσουν τήν ψυχή καί ἐπιδιώκουν νά τήν κρατήσουν καί ἐξετάζουν μέ προσοχή μήπως ἡ ψυχή ἔχει διαπράξει κάποιο ἀπό τά ἔργα τους», τά ἔργα τῶν δαιμόνων. «Τότε δέν πολεμοῦν οἱ Ἄγγελοι μέ τούς δαίμονες γιά νά προστατεύσουν τήν ψυχή, ἀλλά τά ἔργα πού διέπραξε τήν περιτριγυρίζουν καί τήν περιφρουροῦν, γιά νά μή τήν ἐγγίσουν οἱ δαίμονες»17. Τά ἴδια τά ἔργα μας, δηλαδή, λειτουργοῦν σάν πανοπλία. Ὅπως παλιά ὑπῆρχαν οἱ ἱππότες καί φοροῦσαν αὐτό τό σιδερικό ἐπάνω τους καί ἦταν, κατά κάποιο τρόπο, σχεδόν ἄτρωτοι ἀπό τά βέλη, τίς πέτρες κ.λ.π. τῶν ἐχθρῶν, ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ περιφρουρεῖται ἀπό τά καλά του ἔργα. Καί οἱ Ἄγγελοι δέν εἶναι ἀνάγκη νά πολεμήσουν γιά χάρη του, τά ἴδια τά ἔργα του τόν περιφρουροῦν.
«Ἐάν δέ τά ἔργα πού διέπραξε, νικήσουν τούς δαίμονες, τότε οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι ψάλλουν πρό αὐτῆς», μπροστά ἀπό τήν ψυχή, «μέχρις ὅτου ἡ ψυχή συναντήσει μέ χαρά καί εὐφροσύνη τόν Θεό. Κατ’ ἐκείνη τήν ὥρα λησμονεῖ πλέον ἡ ψυχή ὅλα τά ἔργα τοῦ ματαίου αὐτοῦ κόσμου, ὅπως καί ὅλους τούς κόπους, πού κατέβαλε»18. Ὅπως εἶπαμε προηγουμένως γιά ἐκεῖνον τόν πετυχημένο κατά κόσμο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος λησμονεῖ τούς κόπους μπροστά στήν ἐπιτυχία πού ἀπολαμβάνει.
«Εἶναι λοιπόν μακάριος ἐκείνος, ἐναντίον τοῦ ὁποίου δέν θά βροῦν τίποτε οἱ ἄρχοντες τοῦ σκότους. Ἡ χαρά, ἡ τιμή καί ἡ ἀνάπαυση βρίσκονται ὑπεράνω παντός μέτρου»19. Δέν ἔχει μέτρο ἡ χαρή τῆς ψυχῆς, ὅταν περάσει νικηφόρα τά τελώνια καί τά ἔργα της νικήσουν τούς δαίμονες.
«Ἄς κλαύσουμε λοιπόν μέ ὅλη τήν δύναμη τῆς ψυχῆς μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἴσως μᾶς ἐλεήσει ἡ ἀγαθότης Του καί μᾶς ἀποστείλει τήν ἐξ ὕψους βοήθεια, μέ τήν ὁποία θά μπορέσουμε νά πράξουμε ὅλα ὅσα κατανικοῦν τούς ἄρχοντες τῆς πονηρίας πού μᾶς ἐμποδίζουν στόν δρόμο μας»20. Γιατί, βέβαια, δέν εἶναι τά ἔργα μας αὐτά καθεαυτά πού μᾶς περιφρουροῦν, ἀλλά ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἑλκύεται ἀπό τά ἔργα. Αὐτή εἶναι πού μᾶς περιφρουρεῖ καί αὐτή εἶναι πού τρέμουν οἱ δαίμονες. Καλά ἔργα μπορεῖ νά κάνει κι ἕνας ἄθεος καί ἕνας ἀντίχριστος, μουσουλμάνος, ἕνας πού λατρεύει τούς δαίμονες. Ὑπάρχουν καλοί ἄνθρωποι καί στούς βουδιστές καί στούς ἀντίχριστους κ.λ.π. Ἀλλά αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δέν θά μπορέσουν νά νικήσουν τούς δαίμονες, γιατί δέν ἔχουν τήν ὀρθή πίστη στόν Χριστό, στόν ἀληθινό Θεό, ἑπομένως δέν ἔχουν τή Χάρη τοῦ Θεοῦ πού περιφρουρεῖ τήν ψυχή. Ἑπομένως, ἄν κανείς ἔχει τά σωστά ἔργα καί τήν ὀρθή πίστη, τότε ἔχει τίς προϋποθέσεις γιά νά ἑλκύσει τή Χάρη καί αὐτή ἡ Χάρις εἶναι πού τόν περνάει νικηφόρα μέσα ἀπό τά τελώνια.
«Ἄς φροντίσουμε, λοιπόν, μέ αὐστηρότητα καρδίας νά ἀποκτήσουμε τήν πρός τόν Θεό ἐπιθυμία, χωρίς πολυπραγμοσύνη, ἡ ὁποία θά μᾶς σώσει ἀπό τά χέρια τῶν πονηρῶν δαιμόνων, ὅταν θά ἐξέλθουν ἐκεῖ ἐπάνω γιά νά μᾶς συναντήσουν. Ἄς ἐπιθυμήσουμε τήν ἀγάπη πρός τούς πτωχούς, γιά νά μάς σώσει ἡ ἀγάπη αὐτή ἀπό τήν φιλαργυρία, ὅταν θά ἐξέλθει ἐκεῖ γιά νά μᾶς συναντήσει»21, ἐννοεῖ τό τελώνιο τῆς φιλαργυρίας. Πῶς θά τό νικήσεις; Μέ τόν νά ἐλεεῖς. Ἀπό ἐδῶ, ἀπό αὐτή τή ζωή νά μάθεις νά δίνεις.
«Ἄς ἀγαπήσουμε τήν εἰρήνη μέ ὅλους, μικρούς καί μεγάλους, γιατί αὐτή θά μᾶς φυλάξει ἀπό τό μίσος, ὅταν θά ἐξέλθει γιά νά μᾶς συναντήσει»22. Τό φοβερό τελώνιο τοῦ μίσους. Ὁ δαίμονας τοῦ μίσους, τῆς ἀντιπάθειας, τῆς μνησικακίας…
«Ἄς ἀποκτήσουμε γιά ὅλους καί γιά ὅλα μακροθυμία, ἡ ὁποία θά μᾶς προφυλάξει ἀπό τήν ἀμέλεια, ὅταν θά ἐξέλθει γιά νά μᾶς συναντήσει»23. Τό τελώνιο τῆς ἀμέλειας, τῆς ἀδιαφορίας, ἀλλιῶς τό λένε οἱ Πατέρες τῆς ἀκηδίας. Ἕνας σύγχρονος μεγάλος πατέρας, θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας, ὁ π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ ἔλεγε, ὅτι σήμερα ὅλος ὁ κόσμος -παγκοσμίως- εἶναι δοῦλος τῆς ἀκηδίας, δηλαδή τῆς ἀμέλειας, τῆς ἀδιαφορίας γιά τήν ψυχή του. Καί λές στούς ἄλλους κάτι γιά Θεό καί λένε, τί εἶναι αὐτά πού μᾶς λές τώρα... δέν μᾶς ἀπασχολεῖ... I don’ t care… δέν μέ ἐνδιαφέρει τό θέμα. Ἐσύ πού εἶσαι θρησκόληπτος - θρῆσκος νά ἀσχολεῖσαι μ’ αὐτά, ἐγώ εἶμαι ὑπεράνω... Εἶναι τό φοβερό τελώνιο τῆς ἀμέλειας, τῆς ἀκηδίας.
«Ἄς ἀγαπήσουμε ὅλους τούς ἀδελφούς μας, χωρίς νά μισήσουμε κανένα ἤ νά τοῦ ἀνταποδώσουμε τό κακό πού μᾶς ἔκαμε, διότι αὐτό θά μᾶς φυλάξει ἀπό τήν ζηλοφθονία, ὅταν καί αὐτή θά ἐξέλθει γιά νά μᾶς συναντήσει»24. Βλέπετε; Τώρα λέει ἕνα-ἕνα τά τελώνια, τά εἴδη δηλαδή τῶν δαιμόνων πού ἐξετάζουν τήν ψυχή κατά τήν ἄνοδό της πρός τόν Θεό.
«Ἄς ἀγαπήσουμε τήν ταπεινοφροσύνη ὑπομένοντες, σέ ὅλες τίς περιπτώσεις, τόν λόγο τοῦ πλησίον», τήν κουβέντα πού θά μᾶς πεῖ ὁ ἄλλος, πού δέν μποροῦμε νά τήν σηκώσουμε πολλές φορές. Γιατί; Γιατί δέν ὑπάρχει ταπεινοφροσύνη. Καί μπορεῖ νά πεῖ μιά κουβέντα ὁ σύζυγος στή σύζυγο καί μετά νά φτάσουν καί στό διαζύγιο γι’ αὐτή τήν κουβέντα! «Ἔστω καί ἐάν ὁ λόγος αὐτός μᾶς προσβάλλει ἤ εἶναι μιά εἰρωνία». Νά τόν ὑπομένουμε διά τῆς ταπεινοφροσύνης. «Ἡ ταπεινοφροσύνη θά μᾶς προφύλαξει ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, ὅταν θά ἐξέλθει καί αὐτή γιά νά μᾶς συνάντησει»25. Ὁ φοβερός δαίμονας τῆς ὑπερηφάνειας, τῆς ὑπεροψίας.
- Ἄν δέν μάθεις ἀπό δῶ τήν ταπεινοφροσύνη, πῶς θά περάσεις αὐτόν τόν φοβερό δαίμονα;
«Ἄς ἐπιζητήσουμε τήν τιμή τοῦ πλησίον μας καί νά μήν κατηγοροῦμε ἤ νά προσβάλλουμε κανένα. Αὐτό θά μᾶς προστατεύσει ἀπό τήν καταλαλιά, ὅταν θά ἐξέλθει γιά νά μᾶς συνάντησει»26. Βλέπετε; Θά ἐξέλθει! Θά ἐξέλθει, θά ἐξέλθει, θά ἐξέλθει, τό κάθε δαιμόνιο! Γιατί; Γιά νά μᾶς συναντήσει. Σάν τά ἄγρια θηρία πού βγαίνουν ἀπ’ τίς τρύπες τους, μιά παρόμοια εἰκόνα πού μποροῦμε νά σκεφτοῦμε. Ἔτσι θά βγαίνουν τά τελώνια νά ἐξετάζουν τό καθένα τό ἀντίστοιχο ἁμάρτημα, ἄν τό ἔχει ὁ ἄνθρωπος. Γι’ αὐτό δέν εἶναι ἀστεῖα τά πράγματα, ἀδελφοί μου. Πρέπει ν’ ἀγωνιστοῦμε νά κόψουμε τά πάθη μας.
- Ἀφοῦ τό ξέρεις ὅτι ἡ καταλαλιά, τό κουτσομπολιό, ἡ κατάκριση, εἶναι μεγάλη ἁμαρτία, γιατί συνεχίζεις νά τό κάνεις; Γιατί ἐκείνη τήν ὥρα δέν παίρνεις τά μέτρα σου ν’ ἀντισταθεῖς;
Ἀκόμα νά δώσεις καί τό αἷμα σου, ἄν χρειαστεῖ, γιά νά μήν ἁμαρτήσεις. Ἕνας ἅγιος, γιά νά πολεμήσει τήν πολυλογία, εἶχε βάλει χαλίκια στό στόμα του. Γιά χρόνια ὁλόκληρα… Γιά νά μήν πέφτει στήν ἀργολογία.
Ὁ Ἅγιος Σάββας, ὅταν πῆγε νά φάει ἕνα μῆλο, ἐνῶ δέν ἦταν ἡ ὥρα, πῆγε νά ὑποκύψει δηλαδή στόν δαίμονα τῆς γαστριμαργίας, τῆς λαιμαργίας, μετά τό κατάλαβε, καταπάτησε τό μῆλο καί εἶπε, δέν θά φάω μῆλο ποτέ ξανά στή ζωή μου!
«Ἄς περιφρονήσουμε τήν μέριμνα τοῦ κόσμου, καί τήν ἐκτίμησή του, γιά νά σωθοῦμε ἀπό τήν βασκανία», τόν φθόνο, τή ζήλεια, «ὅταν θά ἐξέλθει γιά νά μᾶς συνάντησει»27. Μή ζητᾶς νά σέ ἐκτιμάει ὁ κόσμος. Μή ζητᾶς τήν δόξα τῶν ἀνθρώπων.
«Ἄς διδάξουμε τήν γλώσσα μας νά μελετᾶ ἀδιαλείπτως τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, τήν δικαιοσύνη καί τήν προσευχή, γιά νά μᾶς προφυλάξουν ἀπό τό ψεῦδος, ὅταν θά ἐξέλθει καί αὐτό γιά νά μᾶς συνάντησει»28. Ὅλη μέρα καί ὅλη νύχτα θά πρέπει νά ἀδολεσχοῦμε, νά ἀσχολούμαστε δηλαδή, μέ τόν Θεό. Νά ἔχουμε θεία ἀδολεσχία, νά μελετοῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Νά σκεφτόμαστε:
- Πῶς μποροῦμε νά ἐφαρμόσουμε τήν τάδε ἐντολή; Πῶς μποροῦμε νά γίνουμε ταπεινοί; Πῶς μποροῦμε νά γίνουμε πράοι; Πῶς μποροῦμε νά ἔχουμε εἰρήνη μέσα μας;
Ὅλα αὐτά πρέπει νά τά σκέφτεται κανείς καί νά προσεύχεται συνεχῶς, γιά νά νικήσει τούς δαίμονες πού θά ἀγωνιστοῦν νά μᾶς πάρουν μαζί τους.
«Ὅλα αὐτά ἐμποδίζουν τήν ψυχή», τά πάθη. «Οἱ δέ ἀρετές, ἐφόσον τίς ἀπέκτησε, τήν βοηθοῦν νά τά ἀντιμετώπισει ἐπιτυχῶς. Ποιός, λοιπόν, φρόνιμος ἄνθρωπος θέλει νά παραδώσει τήν ψυχή του στόν αἰώνιο θάνατο, γιά νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τούς κόπους τῶν ἀρετῶν αὐτῶν;»29. Ὅσους κόπους κι ἄν ἔχουν οἱ ἀρετές, ἀξίζουν αὐτοί οἱ κόποι. Πρέπει νά τούς καταβάλλουμε, γιά νά περάσουμε στήν αἰώνια ἀνάπαυση.
«’Ἄς πράξουμε, λοιπόν, ὅ,τι μᾶς ἐπιτρέπουν οἰ δυνάμεις μας, καί ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι μεγάλη, γιά νά βοηθήσει τήν ταπείνωσή μας. Γιατί γνωρίζει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ταλαίπωρος καί γι’ αὐτό παραχώρησε σ’ αὐτόν τήν μετάνοια, ἕως ὅτου ἡ ψυχή ὑπάρχει στό φθαρτό αὐτό σῶμα, γιά νά μπορεῖ, μέχρι τῆς τελευταίας του ἀναπνοῆς, νά διορθώνεται καί νά ἀποφεύγει τήν ἁμαρτία»30. Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι αὐτό πού εἶναι, ἀλλά ἀλλάζει, μπορεῖ νά ἀλλάξει, καί αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό νά τό συνειδητοποιήσουμε. Γιατί λένε μερικοί «ὁ ἄνθρωπος γεννιέται». Δέν γεννιέται, γίνεται. Μπορεῖ νά γεννηθεῖς μέ κακές ροπές καί καταβολές καί μέ τήν προσπάθεια πού θά κάνεις, μέ τό αὐτεξούσιο πού θά τό κατευθύνεις σωστά, ἄν κάνεις καλή χρήση τοῦ αὐτεξουσίου σου, τῆς ἐλευθερίας σου, μέ τό γεγονός ὅτι θά συμμετάσχεις σωστά στήν ἀσκητική καί μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, νά ἀλλάξεις τόν κακό ἑαυτό σου καί μπορεῖς νά προχωρήσεις ἔτσι ἀνεμπόδιστα στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
«Στό Γεροντικό: Ὁ μακάριος Θεόφιλος ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἔλεγε, πόσο, πράγματι, φόβο καί τρόμο καί ποία ἀνάγκη δοκιμάζει ἡ ψυχή, ὅταν ἀποχωρίζεται ἀπό τό σῶμα ἤ καί κατόπιν, ἀφοῦ πλέον ἀποχωρισθεῖ! Τότε καταφθάνουν ὄλες οἱ ἀρχές καί οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους καί τῆς παρουσιάζουν ὅλα τά ἁμαρτήματα πού διέπραξε, ἐν γνώσει ἤ ἐν ἀγνοίᾳ, ἀπό τότε πού γεννήθηκε ὁ ἄνθρωπος μέχρι τήν τελευταία ὥρα, πού ἀποχωρίσθηκε ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα· οἱ δυνάμεις αὐτές παραστέκουν μέ ἀναίδεια κοντά της καί τήν κατηγοροῦν μέ σφοδρότητα»31. Γι’ αὐτό ψάλλουμε κατά τά τροπάρια «ὤ, ποία ὥρα τότε!», πόσο φοβερή εἶναι ἐκείνη ἡ ὥρα πού χωρίζεται ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα καί στή συνέχεια πού ἐξετάζεται καί κατηγορεῖται ἀπό τούς δαίμονες.
«Ἀντιμέτωποι πρός τίς ἐχθρικές αὐτές δυνάμεις τοῦ σκότους στέκουν οἱ ἅγιες δυνάμεις, οἱ Ἄγγελοι, ἐκθέτουν καί ἀναφέρουν ὅσα καλά ἔργα ἐπετέλεσε τυχόν ἡ ψυχή». Προσπαθοῦν οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι, οἱ φίλοι μας, νά μᾶς ὑπερασπιστοῦν. «Πόση λοιπόν ἀγωνία καί τρόμο νομίζεις ὅτι θά δοκιμάζει ἡ ψυχή, ὅταν βρεθεῖ μπροστά σέ μιά τέτοια ἐξέταση καί ἀντιμετωπίζει ἕνα τόσο φοβερό καί ἀδέκαστο κριτήριο;»32. Ὅσοι ἔχουμε πάει σέ δικαστήρια, μᾶς πιάνει λίγο δέος… ἰδίως τίς πρῶτες φορές πού δέν ἔχεις ξαναδεῖ ψηλά ἐκεῖ πάνω τούς δικαστές… κι ὅμως εἶναι γιά κάτι πολύ προσωρινό, πολύ σύντομο, τό ὁποῖο ἔχει ἡμερομηνία λήξης. Πόσο πιό φοβερό εἶναι αὐτό τό δικαστήριο πού στήνουν οἱ δαίμονες! Τό ὁποῖο ξέρεις, ὅτι ἄν καταδικαστεῖς, δέν θά ἔχει τέλος ἡ καταδίκη!
«Δέν εἶναι δυνατόν νά ἐκφράσει κανείς μέ λόγους ἤ καί ἀκόμη νά συλλάβει στή διάνοιά του τόν φόβο ἐκεῖνον, πού κυριεύει τότε τήν ψυχή, μέχρις ὅτου ἐκδοθεῖ ἡ ἀπόφαση τοῦ Κριτηρίου καί ἐλευθερωθεῖ ἀπό αὐτούς πού τήν ἐμποδίζουν». Τί ἀγωνία θά περνάει ἡ ψυχή μέχρι νά βγεῖ ἡ τελική ἀπόφαση… καί μπορέσει νά προχωρήσει. «Ἐκείνη ἀκριβῶς ἡ ὥρα εἶναι ἡ στιγμή τῆς μεγαλυτέρας δοκιμασίας τῆς ψυχῆς, ἕως ὅτου τελείωσει ἡ κρίση της καί ἀκούσει τήν ἀπόφαση ἀπό τόν Δίκαιο Κριτή.
Ἄν λοιπόν, μέ τήν ἀπόφαση τοῦ Δίκαιου Κριτή, δοθεῖ στήν ψυχή ἐλευθερία, ἀμέσως τότε καταισχύνονται οἱ ἐχθροί. Οἱ φωτεινοί Ἄγγελοι τήν ἁρπάζουν ἀπό αὐτούς, καί χωρίς ἐμπόδια πλέον ὁδηγεῖται ἀπό τούς Ἀγγέλους στήν ἀνεκλάλητη ἐκείνη χαρά καί δόξα, στήν ὁποία καί τελικῶς θά ἀποκατασταθεῖ.
Ἄν, ὅμως, ἔζησε ἡ ψυχή μέ ἀμέλεια καί ἔτσι βρεθεῖ ἀναξία τῆς ἐλευθερίας, τότε θά ἀκούσει ἐκείνη τήν φρικωδεστάτη φωνή, πάρετε ἀπ’ ἐδῶ αὐτόν τόν ἀσεβή, γιά νά μή δεῖ τήν δόξα Κυρίου - «ἀρθήτω ὁ ἀσεβής, ἵνα μή ἴδῃ τήν δόξαν Κυρίου»33»34, εἶναι ἀπό τόν προφήτη Ἡσαΐα.
«Τότε ἀρχίζει πλέον γιά τήν ψυχή αὐτήν ἡμέρα ὀργῆς, ἡμέρα θλίψεων καί ἀτελευτήτου ὀδύνης. Παραδίδεται στό σκότος τό ἐξώτερο, κατακρημνίζεται στόν ἅδη καί καταδικάζεται στό αἰώνιο πῦρ, στό ὁποῖο καί θά παραμείνει κολαζομένη στούς ἀπεράντους αἰῶνας»35. Φοβερό πράγμα!
«Τότε, σέ τί θά ὠφελήσουν τήν ψυχή ἡ πολυτέλεια καί οἱ καυχησιολογίες τοῦ κόσμου τούτου;». Ἀκοῦς ἀνθρώπους νά καυχῶνται, νά ὑπερηφανεύονται, νά ἀλαζονεύονται… Ταλαίπωροι ἄνθρωποι… ταλαίπωροι ἄνθρωποι!
- Τί θά σέ ὠφελήσουν ὅλα αὐτά ἐκείνη τήν φοβερή ὥρα, πού ἄν μείνεις ἔτσι ἀμετανόητος, θά σέ ἁρπάξουν οἱ δαίμονες στήν αἰώνια κόλαση;
«Ποῦ εἶναι τότε ἡ κενοδοξία καί ἡ τρυφή καί ἡ ἀπόλαυση αὐτῆς τῆς μάταιας καί ἄστατης ζωῆς;»36.
- Ποῦ εἶναι τά γλέντια; Ποῦ εἶναι οἱ χοροί; Ποῦ εἶναι τά ροῦχα, τά στολίδια; Ὅλα αὐτά τά μάταια, γιά τά ὁποῖα καυχιόσουνα καί ὑπερηφανευόσουνα;
«Ποῦ εἶναι τά χρήματα; Τί ὠφελεῖ ἡ σπουδαιότητα τῆς καταγωγῆς;». Ἡ τάξις; Ἐμεῖς εἴμαστε τῆς ἀνώτερης τάξης κ.λ.π. «Ποῦ εἶναι ὁ πατέρας, ἤ ἡ μητέρα, ἤ οἱ ἀδελφοί, ἤ οἱ φίλοι;», Οἱ συγγενεῖς; «Ποιός ἀπό ὅλους αὐτούς θά μπορέσει νά ἐλευθερώσει τήν δυστυχισμένη ψυχή, ἡ ὁποία φλέγεται ἀπό τό πῦρ τῆς κολάσεως καί βασανίζεται ἀπό ἀνεκδιήγητες τιμωρίες;»37. Φυσικά κανείς, γιατί ἡ ἴδια ἡ ψυχή ἐπέλεξε αὐτόν τόν τόπο μέ τά ἔργα της καί ὁ Θεός, βέβαια, δέν παρεμβαίνει καί δέν ἀφαιρεῖ καί δέν καταστρατηγεῖ τό αὐτεξούσιο. Σέβεται τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου, σέβεται τίς ἐπιλογές του καί οἱ ἴδιες οἱ ἐπιλογές εἶναι πού καταδικάζουν τόν ἄνθρωπο στήν κόλαση καί οἱ ἀντίθετες ἐπιλογές εἶναι πού τόν ὁδηγοῦν στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό, μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι, πώς τά ἴδια τά ἔργα ὑπερασπίζονται τόν δίκαιο καί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ πού ὑπάρχει σ’ αὐτά τά ἔργα. Γιατί τά καλά ἔργα δέν εἶναι καλά, ἄν δέν ἔχουν γίνει μέ τήν Χάρη.
Λέει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Μαξίμοβιτς: «Ἀπέραντη καί ἀπαρηγόρητη θά ἦταν ἡ θλίψη μας γιά τούς ἀποβιώνοντες οἰκείους μας, ἐάν ὁ Κύριος δέν μᾶς εἶχε δωρίσει αἰώνια ζωή. Ἡ ζωή μας θά ἦταν ἄσκοπη, ἐάν τελείωνε μέ τόν θάνατο. Ποιό ὄφελος θά εἶχαν τότε ἡ ἀρετή καί οἱ καλές πράξεις; Σέ τέτοια περίπτωση θά ἀποδεικνύονταν σωστοί ὅσοι λένε: Ἄς φᾶμε καί ἄς πιοῦμε, γιατί αὔριο θά πεθάνουμε!»38. Ὅμως δέν εἶναι ἔτσι τά πράγματα. Ὑπάρχει ἡ ἄλλη ζωή, ὑπάρχει ὁ πνευματικός κόσμος, ὑπάρχουν οἱ Ἄγγελοι, ὑπάρχουν καί οἱ δαίμονες, ὑπάρχει ὁ Θεός. Καί ὅλα αὐτά δέν τά λέμε ὡς μία ἁπλή πίστη, ὡς μία θεωρία πού κάποιος τήν σκέφτηκε καί μᾶς τήν εἶπε, ἀλλά οἱ ἴδιοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουνε ἐμπειρία αὐτῶν τῶν πραγμάτων. Πάρα πολλοί ἄνθρωποι, ὅπως διαβάζουμε, εἴδανε καί τούς δαίμονες καί τούς Ἀγγέλους καί τόν Θεό καί τούς Ἁγίους καί ὅλα αὐτά τά πράγματα καί τό τί συμβαίνει, ὅταν βγαίνει ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα καί ποῦ πορεύεται.
«Ὁ ἄνθρωπος», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Μαξίμοβιτς, «δημιουργήθηκε γιά νά ζήσει αἰώνια, καί ὁ Χριστός μέ τήν Ἀνάστασή του ἄνοιξε τίς πύλες τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, τῆς αἰώνιας μακαριότητας γιά ὅσους ἔχουν πιστέψει σέ Αὐτόν καί ἔχουν ζήσει σύμφωνα μέ τίς ἐντολές Του. Ἡ παροῦσα ζωή εἶναι μία προετοιμασία γιά τή μελλοντική ζωή, προετοιμασία πού λήγει μέ τόν θάνατό μας». Ὁ θάνατος εἶναι ἡ λήξη τῆς προετοιμασίας, δέν εἶναι τίποτα ἄλλο ὁ θάνατος. «Ἀπόκειται τοῖς ἀνθρώποις ἅπαξ ἀποθανεῖν, μετά δέ τοῦτο κρίσις,»39, ὅπως λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ στήν πρός Ἑβραίους. Δηλαδή οἱ ἄνθρωποι μιά φορά πεθαίνουν καί ὕστερα ὐπάρχει ἡ κρίσις. Δέν ὑπάρχει αὑτή ἡ ἀνόητη θεωρία πού ἐπικαλοῦνται οἱ ἀνατολικές θρησκεῖες, ἡ μετεμψύχωσις, ὅτι ὁ ἄνθρωπος πολλές φορές γεννιέται καί ἀνακυκλώνεται καί πεθαίνει… Μία φορά! Ἅπαξ πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος καί μετά κρίνεται. Καί ὑπάρχει αὐτή ἡ πρώτη κρίσις, γιά τή ὁποία μιλήσαμε σήμερα, ὅταν ἡ ψυχή βγαίνει ἀπό τό σῶμα καί κρίνεται ἀπό τά τελώνια, καί ἡ τελική Κρίση κατά τήν Δευτέρα Παρουσία. «Τότε ὁ ἄνθρωπος ἐγκαταλείπει ὅλες τίς ἐγκόσμιες φροντίδες», τήν ὥρα τοῦ θανάτου, «τό σῶμα ἀποσυντίθεται, προκειμένου νά ἐγερθεῖ ἐκ νέου κατά τή γενική Ἀνάσταση»40.
«Ἡ ψυχή του ὅμως», λέει ὁ π. Σεραφείμ Ρόουζ, «συνεχίζει νά ζεῖ, μή παύοντας νά ὑπάρχει οὔτε γιά μία στιγμή». Τό σῶμα διαλύεται, ἡ ψυχή ὅμως ὑπάρχει. «Μέσω πολλῶν περιστατικῶν φανέρωσης νεκρῶν μᾶς ἔχει δοθεῖ μία μερική γνώση περί τοῦ τί συμβαίνει στήν ψυχή ὅταν ἀφήνει τό σῶμα. Ὅταν ἡ ὅραση τῶν σωματικῶν ὀφθαλμῶν παύει νά λειτουργεῖ, ξεκινᾶ ἡ πνευματική ὅραση»41, ἀνοίγουν τά πνευματικά μάτια. Καί σέ κάποιους ἀνοίγουν λίγο πρίν φύγει ἡ ψυχή. Γι’ αὐτό καί βλέπουμε τίς ἀντιδράσεις τους, ἀνάλογα μέ αὐτά πού βλέπουνε, ἄν εἶναι καλά ἤ κακά. Ἄν εἶναι οἱ Ἄγγελοι κοντά τους, ἔχουν ζήσει σωστά, εἶναι ἱλαροί, εἶναι ἤρεμοι. Ἄν ὅμως εἶναι κοντά τους οἱ δαίμονες, πού εἶναι ἕτοιμοι νά τούς ἁρπάξουν, βλέπουμε νά ἔχουν ἀγωνία αὐτοί πού πρόκειται νά κοιμηθοῦν καί νά μή θέλει νά φύγει ἡ ψυχή.
«Ὁ Ἐπίσκοπος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος, ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος, «σέ μήνυμά του πρός μία ἀποθνήσκουσα γυναίκα, γράφει: «Δέν θά πεθάνεις. Τό σῶμα σου θά πεθάνει, ἀλλά ἐσύ θά μεταφερθεῖς σέ ἕνα διαφορετικό κόσμο, θά εἶσαι ζωντανή, θά ἔχεις μνήμη τοῦ ἑαυτοῦ σου καί θά ἀναγνωρίζεις ὅλο τόν κόσμο πού σέ περιβάλλει.
Μετά τόν θάνατο, ἠ ψυχή δέν εἶναι λιγότερο ἀλλά περισσότερο ζωντανή καί ἐνσυνείδητη ἀπ’ ὅ,τι πρίν τόν θάνατο. Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος Μεδιολάνων διδάσκει: «Ἀφοῦ ἡ ζωή τῆς ψυχῆς ἐξακολουθεῖ νά ὑπάρχει μετά τόν θάνατο, αὐτό σημαίνει ὅτι ἐξακολουθεῖ νά ὑπάρχει ἕνα ἀγαθό τό ὁποῖο δέν χάνεται μέ τόν θάνατο, ἀλλά αὐξάνεται. Ἡ ψυχή δέν συγκρατεῖται ἀπό κανένα ἐμπόδιο πού θέτει ὁ θάνατος, ἀντιθέτως, εἶναι πιό ἐνεργή». Γι’ αὐτό ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος καί τώρα εἶμαι μαζί σας καί ὅταν κοιμηθῶ, θά εἶναι ἀκόμα καλύτερα, θά σᾶς βοηθάω ἀκόμα περισσότερο. Ἡ ψυχή μετά θάνατον εἶναι πιό ἐνεργή, «ἀφοῦ εἶναι ἐνεργή ἐντός τοῦ δικοῦ της χώρου, μήν ἔχοντας καμιά σύνδεση μέ τό σῶμα, ἀπό τό ὁποῖο πιό πολύ ἐπιβαρύνεται παρά ἐπωφελεῖται»»42. Μπορεῖ νά κινεῖται πολύ πιό ἄνετα, ἐφόσον φυσικά ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀγαθός, ἔχει κοιμηθεῖ ἐν μετανοίᾳ, ἔχει εὐαρεστήσει στόν Θεό καί ἑπομένως δέν ἔχει πιαστεῖ ἀπό τούς φοβερούς αὐτούς ἄρχοντες τοῦ ἀέρος.
«Ὁ ἀββάς Δωρόθεος», ἄς ποῦμε κι αὐτό καί ἄς κλείσουμε, «ἀπό τή Γάζα, μοναχός, Πατέρας τοῦ 6ου αἰῶνα, συνοψίζει τή διδασκαλία τῶν πρώτων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας σχετικά μέ αὐτό τό θέμα: «Ὅπως λένε οἱ Πατέρες, οἱ ψυχές τῶν νεκρῶν θυμοῦνται τά πάντα, ὅσα συνέβησαν ἐδῶ, λόγια, ἔργα καί λογισμούς, καί δέν μποροῦν τίποτα ἀπ’ αὐτά νά ξεχάσουν τότε. Μ’ ἐκεῖνο δέ πού λέει στόν ψαλμό: «Ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ἀπολοῦνται πάντες οἱ διαλογισμοί αὐτοῦ43: κατά δέ τήν ἠμέρα ἐκείνη τοῦ θανάτου θά χαθοῦν καί θά διαλυθοῦν ὅλα τά σχέδιά του», ἐννοεῖ τούς διαλογισμούς τοῦ ἀνθρώπου σέ τούτη τή ζωή». Αὐτοί θά χαθοῦν. Βλέπετε, οἱ ἄνθρωποι σχεδιάζουν καί προγραμματίζουν καί κάνουν πενταετή, δεκαετή προγράμματα καί προϋπολογισμούς καί ἔρχεται μιά στιγμή ὁ θάνατος, καί ποῦ πᾶνε ὅλα αὐτά τά σχέδια; Ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ἀπολοῦνται… χάνονται ὅλοι οἰ διαλογισμοί αὐτοί «γιά σπίτια, γιά τόπους, γιά γονεῖς, γιά τά παιδιά καί γενικά γιά κάθε δοσοληψία. Αὐτά χάνονται, ὅταν χωρίσει ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα... Ὅσα δέ ἔπραξε σύμφωνα μέ τήν ἀρετή ἤ ἀκολουθώντας ἕνα πάθος, αὐτά θυμᾶται καί τίποτα ἀπό αὐτά δέν ξεχνάει». Εἶναι φοβερό πράγμα, ἀδελφοί μου, ἡ μνήμη. Ἡ μνήμη, ἡ ὁποία θά ὑπάρχει. «Τίποτα, ὅπως εἶπα, ἀπ’ ὅσα ἔπραξε σέ τοῦτον τόν κόσμο δέν ξεχνᾶ ἡ ψυχή. Ἀντίθετα ὅλα τά θυμᾶται, μετά τόν χωρισμό της ἀπό τό σῶμα, πιό καθαρά καί πιό ἔντονα, ἐπειδή εἶναι ἀπαλλαγμένη ἀπό τό γήινο σῶμα»44 καί θά πρέπει νά φροντίσουμε, ὥστε ἡ μνήμη μας νά εἶναι ἀγαθή καί ὄχι κολαστική. Βλέπετε, ἕνας πού ἔχει διαπράξει ἕνα ἔγκλημα, βασανίζεται ἀπό τή μνήμη αὐτή τοῦ ἐγκλήματος, ἀπό τίς λεγόμενες τύψεις τῆς συνειδήσεως. Σκεφτεῖτε αὐτό νά γίνει στήν αἰωνιότητα… τί φοβερό πράγμα εἶναι αὐτό! Νά φύγει ὁ ἄνθρωπος ἀτακτοποίητος… μέσα στήν ψυχή του νά ἔχει τέτοιες μνῆμες! Αὐτή ἡ ἴδια ἡ μνήμη εἶναι ἡ κόλασή του.
Ἄς εὐχαριστήσουμε τόν Θεό καί τούς Ἁγίους πού μᾶς δίνουν αὐτές τίς πνευματικές γνώσεις καί, κατά τό κοινῶς λεγόμενο, ἄς ἀνασκουμποθοῦμε γιά νά μήν πέσουμε στίς ἐπαπειλούμενες κολάσεις, τίς ὁποῖες ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός ὄχι γιά μᾶς, ἀλλά γιά τούς δαίμονες. Ἀλλά, δυστυχῶς, αὐτοί εἶναι μοχθηροί καί μισάνθρωποι καί θέλουν νά πάρουν καί μᾶς καί δέν πρέπει φυσικά νά δώσουμε χαρά σ’ αὐτούς, ἀλλά νά δώσουμε χαρά στόν Κύριό μας.
Αὐτά ἤθελα νά πῶ σήμερα στήν ἀγάπη σας. Ἄν θέλετε κάτι νά συζητήσουμε πάνω σ’ αὐτά, μποροῦμε.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : … ἄν εἶναι ἔτσι τά πράγματα, ποιός θά σωθεῖ πάτερ;…….
Ἀπ. : Σ’ αὐτούς πού θέλουν νά πάρουν τό ἔλεος, τό ἔλεος θά ἐνεργήσει. Αὐτοί πού δέν θέλουν νά πάρουν τό ἔλεος, αὐτοί θά κολαστοῦν. Γι’ αὐτό τελικά τό πᾶν κεῖται στή δική μας θέληση. Τό ἔλεος μᾶς προσφέρεται. Πῶς; Μέ μιά ὁρισμένη διαδικασία, ὄχι ὅπως θέλει ὁ καθένας. «Ἐγώ πάω σ’ ἕνα ξωκλήσι, ὅποτε μπορέσω, μοῦ ἀρέσει.. τή βρίσκω… στήν ἐκκλησία δέν πάω.. μέ τούς παπάδες δέν τά πάω καλά… ἄλλο παπάδες, ἄλλο ἐκκλησία καί ἄλλο Χριστός…». Ὄχι, δέν εἶναι καθόλου ἄλλο, εἶναι ἀκριβῶς τό ἴδιο. Ἄν δέν πᾶς στήν ἐκκλησία καί δέν ἔχεις σχέση μέ τούς παπάδες, δηλαδή μέ τά μυστήρια καί μέ τήν ὅλη ζωή τῆς Ἐκκλησίας, δέν μπορεῖς νά σωθεῖς, ὅπως νομίζεις ἐσύ. Γιατί; Γιατί δέν μπορεῖς νά πάρεις τή Χάρη. Ἡ Χάρις εἶναι πού θά μᾶς σώσει, ὅπως τό εἴπατε, τό ἔλεος (αὐτό εἶναι τό ἔλεος ἡ Χάρις). Τό ἔλεος, ὅμως, πρέπει νά τό πάρεις ταπεινούμενος, ἀκολουθώντας τήν διαδικασία τοῦ Κυρίου, ὄχι τή δική σου κατά τό δοκοῦν. Ὅπως καί στήν τράπεζα, γιά νά πάρεις τά χρήματά σου, δέν θά πᾶς, ὅπως ἐσύ νομίζεις, ἀλλά ὅπως λέει ἡ τράπεζα. Θά δείξεις τό βιβλιάριό σου, τήν ταυτότητά σου, θά ἀποδείξεις ὅτι εἶσαι αὐτός κ.λ.π. καί θά τά πάρεις. Ἔτσι καί στήν Ἐκκλησία μας, παίρνουμε τό ἔλεος μ’ αὐτή τή διαδικασία πού λέει ὁ Κύριος.
Τώρα, ἕνας πού δέν κάνει τήν διαδικασία, δέν φταίει ὁ Θεός σ’ αὐτό. Φταίει ὁ ἄνθρωπος, πού δέν ἀκολουθεῖ τή διαδικασία. Δέν κάνει δηλαδή ὑπακοή, δέν ἔχει ταπείνωση. Αὐτό εἶναι τό μέγιστο ἁμάρτημα τῆς αὐτονόμησης. Αὐτό εἶναι τό ἁμάρτημα τῶν Πρωτοπλάστων, θέλησαν νά πάρουν τή Χάρη τῆς θέωσης χωρίς τή διαδικασία πού εἶπε ὁ Θεός. Μέ τόν τρόπο πού εἶπαν αὐτοί, πού σκέφτηκαν αὐτοί, πού τούς ὑπέβαλε ὁ διάβολος καί σοῦ λέει, θά γίνουμε θεοί… ἄς λέει ὁ Θεός γιά ὑπακοές καί τέτοια… ἐμεῖς θά πᾶμε μέ ἄλλον δρόμο, μέ ἄλλον τρόπο καί θά τήν πάρουμε τή θέωση. Δέν τήν πῆραν, ἀπέτυχαν! Δέν ἔφταιγε ὁ Θεός, ἐμεῖς φταίγαμε. Εἶναι τό ἁμάρτημα αὐτό τῆς αὐτονόμησης. Καί σήμερα οἱ ἄνθρωποι θέλουν νά ζοῦνε αὐτόνομα, ὄχι ὅπως λέει ὁ Θεός, καί φυσικά γι’ αὐτό δέν παίρνουν καί τήν Χάρη. Ἡ ὁποία, εἴδατε πῶς λειτουργεῖ ἡ Χάρις; Τά ἔργα τοῦ ἀνθρώπου ἑλκύουν τήν Χάρη καί ἡ Χάρις εἶναι πού ὑπερασπίζεται τόν ἄνθρωπο κατά τήν ἔξοδο. Ἄν δέν ἔχεις τή Χάρη, ποιός θά σέ ὑπερασπιστεῖ; Οἱ Ἄγγελοι, οἱ καημένοι, θά θέλουν νά μᾶς βοηθήσουν ἀλλά δέν θά μποροῦν, γιατί οἱ δαίμονες θά ἔχουν τά δικαιώματά τους. Ἀφοῦ τά ἔργα πού θά φορᾶμε θά εἶναι συγγενικά μέ τά ἔργα τῶν δαιμόνων καί θά λένε οἱ δαίμονες, καί θά ἔχουν δίκαιο, νά, ὀρίστε αὐτός εἶναι δικός μας.. τά δικά μας ἔργα ἔχει κάνει, εἶναι συγγενής μας!
Ἑπομένως, θά σωθοῦν αὐτοί οἱ ὁποῖοι ἔχουν ταπείνωση, ἔχουν μετάνοια καί ζητοῦν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μέ τόν τρόπο ὅμως πού λέει ὁ Θεός, ὄχι ὅπως νομίζουν αὐτοί.
Ἀλλίμονο ἄν δέν σωθεῖ κανείς! Θά σωθοῦν… αὐτοί, ξαναλέω, πού ἔχουνε μετάνοια. Καί μετάνοια σημαίνει ἀκριβῶς αὐτό, νά πάρω τόν νοῦ μας ἀπό δικές μου σκέψεις καί ἰδέες καί θεωρίες καί νά τόν βάλω ἐκεῖ πού λέει ὁ Θεός. Πῶς λέει ὁ Θεός νά σκέφτομαι; Πῶς λέει ὁ Θεός νά προσεύχομαι; Πῶς λέει ὁ Θεός νά ζῶ; Ἔτσι κάνω, ἔτσι ἐνεργῶ. Γι’ αὐτό λέει ὁ Ἀπόστολος «ἡμεῖς δέ νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν»45. Δέν ἔχουμε δικό μας νοῦ, δική μας σκέψη, ἐγώ νομίζω ὅτι… Ὅλο αὐτό ἀκοῦς! Πᾶς νά μιλήσεις γιά τόν Θεό καί σοῦ λέει ὁ ἄλλος, ἐγώ νομίζω… ἐγώ νομίζω… Μά, ποῦ εἶναι ἡ ταπείνωση; Ποῦ εἶναι ἡ ὑπακοή; Ἀκριβῶς αὐτό τό «ἐγώ νομίζω» μᾶς τρώει, αὐτή ἡ αὐτονόμηση. Βάζουμε τή δική μας γνώμη ἰσόκυρη καί πάνω ἀπό αὐτό πού λέει ὁ Θεός… καί θέλουμε καί νά σωθοῦμε!
Ἐρ. : ………….……….
Ἀπ. : Μακροθυμία μέ τή γενικότερη ἔννοια τῆς ὑπομονῆς. Ἕνας, ἄς ποῦμε, πού θά μπεῖ στήν προσπάθεια νά μετανοήσει, θά πρέπει νά ἔχει ὑπομονή, νά μακροθυμήσει σ’ αὐτό τό ἔργο, νά μήν τόν πιάσει μιά βιασύνη, μιά ἀνυπομονησία καί πεῖ, ἄντε νά τελειώνουμε… ἔχω τά πάθη, νά τελειώνουμε, νά ἡσυχάσουμε… Ὄχι, μπορεῖ νά παλεύεις χρόνια, δεκάδες χρόνια. Νά μακροθυμήσεις, νά κάνεις ὑπομονή τήν ἀδυναμία σου καί ἔτσι θά φύγει ἡ ἀμέλεια. Ἀλλιῶς, ἄν πεῖς, δέν γίνεται τίποτα, ἀμέσως μετά πέφτεις στήν ἀμέλεια. Ὅταν δέν μακροθυμήσεις, δηλαδή δέν ἔχεις τήν διάθεση νά παλέψεις χρόνια μέ ὑπομονή, ἀμέσως μετά θά πέσεις στήν ἀμέλεια. Γι’ αὐτό λέει ὁ Ἅγιος συνδέονται. Πάρα πολύ συνδέονται. Μακροθυμία μ’ αὐτή τήν ἔννοια, ὄχι ἁπλῶς νά μή θυμώνω μέ τόν ἄλλον πού μέ πειράζει. Εἶναι κι αὐτό, φυσικά. Ἀλλά, εὐρύτερα, νά μήν θυμώνω μέ τόν ἑαυτό μου, νά μή βιάζομαι ν΄ ἀλλάξω… Ὅποτε θέλει ὁ Θεός, θά μοῦ τά πάρει τά πάθη. Μερικοί τούς πιάνει ἄγχος, τώρα.. δέν γίνεται τίποτα.. τά παρατᾶνε.. μέ σπασμωδικές κινήσεις.. καί μετά νέκρα. Τίποτα… τά ἀφήνουν ὅλα. Αὐτό λέει ὁ Ἅγιος νά προσέξεις. Νά εἶσαι ἀποφασισμένος μέχρι τέλους τῆς ζωῆς σου ν’ ἀγωνίζεσαι. Μπορεῖ μέχρι τέλος νά μή στό πάρει ὁ Θεός τό συγκεκριμένο πάθος. Δέν ἔχει σημασία, ἐγώ θά ἀγωνίζομαι. Καί ἐφόσον θά μέ βρεῖ ὁ Θεός μακρόθυμο, ὑπομονετικό, θά μέ σώσει. Γιατί ὁ Θεός αὐτό θέλει, τόν ἀγῶνα. Δέν θέλει τό ἀποτέλεσμα, τό ἀποτέλεσμα ξέρει ὅτι εἶναι δικό του, τό ἄν θά φύγει τό πάθος ἤ ὄχι. Ἀλλά θέλει νά βλέπει σέ μᾶς τή θέληση νά διώξουμε τό πάθος καί τήν προσπάθεια, τόν ἀγῶνα.
Ἐρ. : ………….……….
Ἀπ. : Ἡ μνήμη εἶναι μία λειτουργία, θυμόμαστε αὐτά πού κάνουμε, ἡ μνήμη τῆς ψυχῆς. Ἡ ψυχή δέν ἔχει ἐγκέφαλο οὔτε καρδιά. Αὐτά εἶναι τοῦ σώματος. Ἡ μνήμη τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία ἤ θά τήν κολάζει ἤ θά τήν ἀναπαύει στήν ἄλλη ζωή. Καταλάβατε;
Ἴσως θέλεις νά πεῖς τό μνημονικό σύστημα πού ἔχουμε, τό ὁποῖο εἶναι τό καρδιακό καί τό ἐγκεφαλικό. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τρία μνημονικά συστήματα. Τό ἕνα εἶναι τό κυτταρικό σύστημα, DNA, πού μεταβιβάζονται πληροφορίες ἀπό γενιά σέ γενιά, ἡ κυτταρική μνήμη ἡ λεγόμενη. Ὑπάρχει ἡ ἐγκεφαλική μνήμη, ἡ λειτουργία τοῦ ἐγκεφάλου, πού ἐκεῖ ἀποθηκεύονται μέσω τῶν νευρωνικῶν κυκλωμάτων οἱ ἐμπειρίες πού ἔρχονται ἀπό τό περιβάλλον, ἀπό τίς αἰσθήσεις καί ἔχουμε καί τήν καρδιακή μνήμη, τήν ὁποία τήν ἀγνοεῖ ἡ ἐπιστήμη. Δέν τό ξέρει αὐτό τό σύστημα ἡ ἐπιστήμη, πού εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ, ἡ καρδιακή προσευχή. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος καλλιεργήσει σωστά τήν καρδιακή μνήμη, αὐτό δέν τόν ἐμποδίζει νά κάνει καθημερινά καί τίς ἐγκεφαλικές του λειτουργίες καί νά λύνει καί τίς καθημερινές του ὑποθέσεις, τά προβλήματα τά καθημερινά μέ τόν ἐγκέφαλο, ἀλλά συσσωρεύει μέσα του ἀγαθή μνήμη, καί γιά τήν αἰώνια ζωή, ἐπικαλούμενος τόν Κύριο. Αὐτή ἡ καρδιακή μνήμη, ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή εἶναι πού ἑλκύει τή Χάρη καί ἡ ζωή μέ τή Χάρη εἶναι ὁ Παράδεισος. Αὐτός εἶναι ὁ Παράδεισος. Γι’ αὐτό λένε οἱ Ἅγιοι, ὅταν κανείς ἔχει τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί ζεῖ φυσικά καί σωστά, ζεῖ τόν Παράδεισο ἀπό τώρα, ἀπ’ αὐτή τή ζωή, μέσω τῆς μνήμης τοῦ Θεοῦ. Βλέπετε, πόσο σημαντικό πράγμα εἶναι ἡ μνήμη! Καί αὐτή ἡ μνήμη βέβαια θά συνεχιστεῖ καί στήν αἰωνιότητα. Αὐτή ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή, πού καλλιεργεῖ ὁ πιστός ἐδῶ, ἐφόσον τήν ἔχει ἐδῶ, θά τήν ἔχει καί μετά θάνατον καί αὐτό θά εἶναι καί αὐξανόμενο, ἐπεκτεινόμενο, ἡ μνήμη καί ὁ πόθος καί ἡ ἀγάπη γιά τόν Θεό, ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ καί ἡ μακαριότητα στήν ὁποία θά μετέχει. Γιατί ὅσο κανείς ἀγαπάει τόν Θεό, τόσο καί μετέχει στήν μακαριότητα τοῦ Θεοῦ.
Ἐρ. : Στήν παραβολή τῶν δέκα παρθένων βλέπουμε πώς σώθηκαν οἱ πέντε. Σέ κάποιο ἄλλη σημεῖο ὁ Χριστός λέει ὅτι θά εἶναι δύο στό χωράφι, ὁ ἕνας θά σωθεῖ, ὁ ἄλλος δέν θά σωθεῖ καί κάτι παρόμοια περιστατικά. Τό 50% εἶναι τό ποσοστό…;
Ἀπ. : Ὄχι. Αὐτό τό ἐξηγεῖ ὁ π. Ἀθανάσιος ὁ Μυτιληναῖος. Εἶπε πέντε καί πέντε, ἔτσι; Δέν εἶναι γιά νά δείξει ὅτι οἱ μισοί θά σωθοῦνε καί οἱ μισοί δέν θά σωθοῦνε. Δέν εἶναι θέμα μαθηματικοῦ ποσοστοῦ. Δέν θέλει νά πεῖ αὐτό. Ὅλα ὅσα λέγονται σέ μιά παραβολή, πρέπει νά τό ξέρετε αὐτό καί προσέξτε το, δέν πρέπει νά ψάξουμε νά βροῦμε καί κάτι ἀντίστοιχο νά τό ἑρμηνεύσουμε. Εἶναι καί κάποια τά ὁποῖα εἶναι τό ἔνδυμα, τό περίβλημα τῆς ἱστορίας. Κάθε παραβολή ἔχει νά μᾶς πεῖ ἕνα μήνυμα. Ἡ παραβολή τῶν δέκα παρθένων λέχθηκε γιά νά μᾶς πεῖ τό μήνυμα τῆς ἐγρήγορσης, νά μᾶς διδάξει ὁ Θεός ὅτι πρέπει νά εἴμαστε μέ ἀναμμένες τίς λαμπάδες μας. Δέν δίδαξε αὐτή τήν παραβολή γιά νά μᾶς πεῖ ὅτι θά σωθεῖ τό 50%. Εἶναι σχηματικό αὐτό τό πέντε καί πέντε. Ἔτσι ἤθελε ὁ Κύριος καί τό εἶπε. Δέν θά μείνουμε σ’ αὐτό. Τό κύριο μήνυμα τῆς παραβολῆς εἶναι ἡ ἐγρήγορση. Ἡ πνευματική ἐγρήγορση πού πρέπει νά ἔχουμε, νά εἴμαστε νήφοντες, νά ἔχουμε λάδι στήν λαμπάδα μας. Τό λάδι εἶναι οἱ καλές πράξεις, τά καλά ἔργα γενικότερα, καί κατεξοχήν τά ἔργα τῆς ἀγάπης, τῆς φιλανθρωπίας. Καί οἱ μέν καί οἱ δέ εἶχαν παρθενία. Μεγάλη ἀρετή ἡ παρθενία, ἀλλά δέν σώθηκαν λόγω τῆς παρθενίας! Ἔπρεπε μαζί μέ τήν παρθενία νά ὑπάρχει καί τό ἔλαιον, ἡ ἀγάπη, αὐτό θέλει νά μᾶς πεῖ ἡ παραβολή. Μήν ψάχνουμε νά βροῦμε σέ κάθε λεπτομέρεια τῆς παραβολῆς καί ἕνα κρυμμένο νόημα. Ὄχι! Θά βρίσκουμε τό κεντρικό νόημα. Νά μήν βρίσκουμε ἀντιστοιχίες γιά ὅλα.
Ἐρ. : ………….……….
Ἀπ. : Καί ἐκεῖ πάλι τί θέλει νά πεῖ; Ὅτι δέν θά σέ σώσει νά εἶσαι δίπλα σ’ ἕναν Ἅγιο. Καί ὁ Ἰούδας ἦταν δίπλα στόν πιό Ἅγιο, στόν Ἁγιότατο, στόν Κύριο! Δέν σώθηκε. Μ΄ αὐτή τήν ἔννοια. Μπορεῖ νά εἶστε συγγενεῖς, νά εἶστε καί δίπλα-δίπλα, ὁ ἕνας ἁρπάζεται, ὁ ἄλλος μένει. Ὄχι πάλι ὅτι οἱ μισοί θά μείνουνε καί οἱ μισοί θά σωθοῦνε.
Ἄν θέλετε μαθηματικά, τό εἶπε ὁ Κύριος. Σέ ἄλλη περίπτωση, ὄχι μέ παραβολή. Ὅταν Τόν ρώτησαν «εἰ ὀλίγοι οἱ σῳζόμενοι;»46, εἶπε «ἀγωνίζεσθε εἰσελθεῖν διά τῆς στενῆς πύλης»47. Δέν εἶπε ἄν εἶναι πολλοί ἤ λίγοι. Τόν ρώτησαν οἱ Ἀπόστολοι ἄν εἶναι πολλοί ἤ λίγοι καί λέει νά ἀγωνίζεσθε νά μπεῖτε διά τῆς στενῆς πύλης. Μετά, ὅμως, τούς εἶπε ἄν εἶναι λίγοι ἤ πολλοί. Τί εἶπε; Ὅτι «πλατεῖα ἡ πύλη καί εὐρύχωρος ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ἀπώλειαν, καί πολλοί αὐτοί πού τήν ἀκολουθοῦν»48 καί «στενή ἡ πύλη καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν, καί ὀλίγοι εἰσίν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν!»49. Λίγοι εἶναι πού βρίσκουν τήν πύλη… Γιά σκεφτεῖτε νά ψάχνεις νά βρεῖς τήν πύλη, νά εἶναι πολύ στενή… Λίγοι, λέει, τήν βρίσκουν. Ἄρα εἶναι λίγοι, δέν εἶναι πολλοί. Ἔτσι πρέπει κι ἐμεῖς ν’ ἀγωνιστοῦμε νά εἴμαστε μ’ αὐτούς τούς λίγους.
Γιά νά σᾶς δώσω πάλι ἀπό τούς Ἁγίους μας ἕνα δεδομένο, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔζησε -γνωρίζετε- τόν 5ο αἰῶνα, τήν ἐποχή τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία μέ μεγαλοπρέπεια… οἱ ἄνθρωποι εἶχαν μιά εὐσέβεια, μιά ἀγωνιστικότητα. Μάλιστα, λέει ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος «περισσότερη ἄσκηση κάνουν στόν κόσμο παρά στά μοναστήρια». Ξέρετε τί λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος; Στήν Κωνσταντινούπολη, λέει, πού εἶχε χιλιάδες προφανῶς, ζήτημα νά σωθοῦνε 100! Γιά ἐκείνους τούς ἀνθρώπους, ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, στήν Κωνσταντινούπολη!.. ὁ Μέγας Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔλεγε ζήτημα νά σωθοῦνε 100… Ἑπομένως, δέν εἶναι ἁπλά, πρέπει νά ἀγωνιστοῦμε, νά τά πάρουμε στά σοβαρά καί νά μήν θεωροῦμε ἀκρότητα καί φανατισμό τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν. Γιατί ἔτσι ἔχει περάσει σήμερα τό μήνυμα, εἶσαι φανατικός λένε…
Ἐμένα μοῦ τό ἔχουν πεῖ πολλές φορές ὅτι «εἶσαι φανατικός καί ἀκραῖος»… ἐπειδή λέω αὐτά πού λέει ὁ Χριστός, οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ! Ἀλλά φανατικός δέν σημαίνει αὐτό. Φανατικός εἶναι κάποιος, ὁ ὁποῖος ὑποστηρίζει κάτι πού εἶναι δική του πεποίθηση καί μάλιστα μέ πάθος καί μέ ἄνομα μέσα. Νομίζω δέν κάνω αὐτό τό πράγμα. Οὔτε δικά μου λέω οὔτε μέ ἄνομα μέσα προσπαθῶ νά σᾶς τά πῶ. Τά λέω ξεκάθαρα, ὅπως τά λέει ὁ Χριστός καί ὅπως μᾶς τά λένε οἱ Ἅγιοι. Αὐτό δέν εἶναι φανατισμός οὔτε ἀκρότητα. Εἶναι ἁπλά ἡ ἀλήθεια.
Ἕνας, ὅμως, σήμερα πού θέλει νά εἶναι σωστός, ὀνομάζεται φανατικός καί ἀκραῖος. Γιατί; Γιατί δέν ἀκολουθεῖ αὐτό τό δόγμα τῆς μετανεωτερικότητας. Ξέρετε, ἡ ἐποχή μας ἔτσι χαρακτηρίζεται, ὡς ἐποχή τῆς μετανεωτερικότητας. Εἶναι ἡ φιλοσοφία τῆς ἐποχῆς. Ἡ ὁποία τί λέει; Ὅτι ὅλα εἶναι σχετικά, τίποτα δέν εἶναι ἀπόλυτο. Ἄρα, ἅμα εἶσαι ἀπόλυτος, εἶσαι ἐκτός φιλοσοφίας, ἐκτός ἐποχῆς, εἶσαι ντεμοντέ, εἶσαι ἀποβλητέος… γιατί στήν ἐποχή μας ὅλα εἶναι σχετικά. Καί ἡ πίστη στόν Χριστό εἶναι σχετική… Γιατί, σοῦ λέει, οἱ ἄλλοι τί εἶναι; Πού πιστεύουν στόν Μωάμεθ; Δέν εἶναι κι αὐτοί ἐντάξει; Στόν ἴδιο Θεό δέν πιστεύετε; Ὄχι, δέν πιστεύουμε στόν ἴδιο Θεό! Μά εἶσαι ἀπόλυτος… Εἶμαι ἀπόλυτος, γιατί ἔτσι εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ἀπόλυτη. Ὑπάρχουν οἱ ἀπόλυτες ἀλήθειες. Ὅπως καί ὁ Χριστός εἶναι ἀπόλυτος καί σοῦ λέει «θέλω νά Μέ ἀγαπᾶς ἐξ ὅλης ψυχῆς, τῆς καρδίας καί τῆς διανοίας50». Δέν θέλω νά Μέ ἀγαπήσεις κατά ἕνα μέρος καί κατά ἕνα ἄλλο μέρος ν’ ἀγαπᾶς τόν κόσμο. Ὄχι! Δέν τό θέλω αὐτό! Ἄν ἀγαπᾶς καί λίγο τόν κόσμο, εἶσαι κοσμικός, δέν εἶσαι δικός Μου. Ὁ Χριστός εἶναι ἀπόλυτος. Ἀλλά αὐτό ἀντιτίθεται στή φιλοσοφία τῆς ἐποχῆς, στό ρεῦμα τῆς ἐποχῆς. Γι’ αὐτό σήμερα δέν ἔχει πέραση ὁ σωστός χριστιανός. Μέχρι καί τόν Ἅγιο Παΐσιο καί ὅλους τούς σύγχρονους Ἁγίους τούς γκρεμίζουν κάποιοι, καί τούς κατηγοροῦν. Καί τούς Ἁγίους Πατέρες. Καί σέ λίγο θά ἀρχίσουν νά κατηγοροῦν καί τούς Ἁγίους Ἀποστόλους! Καί ὄχι οἱ ἄσχετοι, ἀλλά ἄνθρωποι πού ἐμφανίζονται ὅτι εἶναι μέσα στήν Ἐκκλησία! Καί θεολόγοι καί ἱερεῖς καί ἀρχιερεῖς! Γιατί ἀκριβῶς, ἄν ζεῖς σωστά, αὐτό εἶναι ἔλεγχος γιά τούς ἀμελεῖς καί ράθυμους, καί εἶσαι βαρύς καί βλεπόμενος51, ὅπως λέει ἡ Γραφή καί σοῦ κολλᾶνε τή ρετσινιά ὅτι εἶσαι φανατικός καί ἀκραῖος κ.λ.π.
Λοιπόν, ἔτσι πρέπει νά εἴμαστε, ἄν θέλουνε νά μᾶς λένε ἔτσι, ἀλλά μέ τήν ἔννοια πού λέει ὁ Χριστός, ἄν θέλουμε νά σωθοῦμε. Κι ἄς μᾶς ἀποκαλοῦν, ὅπως νομίζουν αὐτοί. Ἐμεῖς θά προσπαθοῦμε ἁπλά νά εἴμαστε ὅπως θέλει ὁ Χριστός, χριστιανοί.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
1 Εὐεργετινός, ἐκδ. Συναξαριστής, 2001 (στό ἑξῆς: Εὐεργετινός).
2 Εὐεργετινός.
3 Ὅ.π.
4 Ὅ.π.
5 Ἐφεσ. 2, 2.
6 Εὐεργετινός.
7 Β΄Πέτρ. 2, 19.
8 Ὅ.π.
9 Ἐφεσ. 6, 13.
10 Εὐεργετινός.
11 Ὅ.π.
12 Ὅ.π.
13 Ὅ.π.
14 Ὅ.π.
15 Ὅ.π.
16 Ὅ.π.
17 Ὅ.π.
18 Ὅ.π.
19 Ὅ.π.
20 Ὅ.π.
21 Ὅ.π.
22 Ὅ.π.
23 Ὅ.π.
24 Ὅ.π.
25 Ὅ.π.
26 Ὅ.π.
27 Ὅ.π.
28 Ὅ.π.
29 Ὅ.π.
30 Ὅ.π.
31 Ὅ.π.
32 Ὅ.π.
33 Ἡσ. 26, 10.
34 Εὐεργετινός.
35 Ὅ.π.
36 Ὅ.π.
37 Ὅ.π.
38 Ἡ ψυχή μετά τόν θάνατο, Ρόουζ Σεραφείμ Ἱερομόναχος, ἐκδ. ΜΥΡΙΟΒΙΒΛΟΣ, 2014, (στό ἑξῆς: Ἡ ψυχή μετά τόν θάνατο).
39 Ἑβρ. 9, 27.
40 Ἡ ψυχή μετά τόν θάνατο.
41 Ὅ.π.
42 Ὅ.π.
43 Ψαλμ. 145, 4.
44 Ἡ ψυχή μετά τόν θάνατο.
45 Α΄Κορ. 2, 16.
46 Λουκ. 13, 23.
47 Λουκ. 13, 24.
48 Ματθ. 7, 13.
49 Ματθ. 7, 14.
50 Μάρκ. 12, 30.
51 Σοφ.Σολ 2, 14.