ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΝ ΚΟΛΛΗΣΕΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΤΗ ΓΗ, Ο ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΩΝ ΔΕΝ ΘΡΟΕΙΤΑΙ. ΚΑΙ ΑΝ ΑΔΙΚΗΘΕΙ ΔΕΝ ΑΓΩΝΙΑ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΤΙ ΑΔΙΚΗΘΗΚΕ ΑΛΛΑ ΒΑΖΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ(ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ- ΕΝΑΣ ΠΟΛΥ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΑΓΙΟΣ)

Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2017

«Πῶς θεολογοῦσαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες» Πατερική Θεολογία, 28ο Μέρος, Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Συνεχίζουμε σήμερα τήν Πατερική Θεολογία τοῦ π. Ἰωάννου τοῦ Ρωμανίδου καί νομίζω θά εἶναι καί τό τελευταῖο μας μάθημα. Τά ὑπόλοιπα τοῦ βιβλίου εἶναι εἰδικά πράγματα γιά τίς αἱρέσεις καί τούς αἱρετικούς πού δέν μᾶς ἐνδιαφέρουν ἰδιαίτερα. Οἱ ἅγιοι Πατέρες τούς ἀντιμετώπισαν καί τούς καταδίκασαν μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Θά ποῦμε σήμερα «Πῶς οἱ Πατέρες θεολογοῦν». Αὐτός εἶναι ὁ τίτλος τῆς σημερινῆς ὁμιλίας. Ἔχει σημασία νά γνωρίζουμε τόν τρόπο πού οἱ Πατέρες μιλᾶνε, γιατί πάντοτε ἀναφύονται καινούρια θέματα στήν Ἐκκλησία καί προσωπικά σέ μᾶς, ἀλλά καί γενικότερα, πού ἀφοροῦν ὅλη τήν Ἐκκλησία, γιά τά ὁποῖα πρέπει νά δώσει ἀπαντήσεις καί ἡ Ἐκκλησία καί ὁ καθένας μας. Αὐτές τίς ἀπαντήσεις χρειάζεται νά τίς ἀνακαλύψουμε, νά ξέρουμε ὅτι φτάσαμε στήν σωστή ἀπάντηση. Νά πῶ ἕνα παράδειγμα, γιά νά μήν εἴμαστε ἀφηρημένοι. Ὑπάρχουν πάρα πολλά θέματα πού δημιούργησε ἡ πρόοδος τῆς ἰατρικῆς, τά προβλήματα βιοηθικῆς, ἄν ἐπιτρέπεται νά γίνεται κάτι ἤ ὄχι. Ἄν ἐπιτρέπεται νά γίνεται τεχνητή γονιμοποίηση ἤ δέν ἐπιτρέπεται καί οἱ ποικίλες μέθοδοι πού ὑπάρχουν. Πῶς θά ἀπαντήσουμε σ’ αὐτά τά προβλήματα. Ποιά εἶναι ἡ σωστή μεθοδολογία, γιά νά βροῦμε τήν σωστή ἀπάντηση. Εἶναι ἁπλῶς νά ἐρευνήσουμε τά βιβλία μας, νά ψάξουμε τά βιβλία μας; Καί ὅποιος διαβάσει πιό πολλά βιβλία θά βρεῖ ἄραγε τήν ἀπάντηση; Ἤ ὑπάρχει καί κάτι ἄλλο, τό ὁποῖο μᾶς ἐπιβεβαιώνει γιά τήν ὀρθότητα τῆς ἀπάντησης; Πράγματι ὑπάρχει καί κάτι ἄλλο, τό ὁποῖο εἶναι καί τό πιό σημαντικό, ἡ ζῶσα ἐμπειρία τῶν Ἁγίων, τῶν ζωντανῶν Ἁγίων.
Ἀξιωθήκαμε νά γιορτάσουμε τήν ἁγιοκατάταξη, καί ὄχι ἁγιοποίηση, ὅπως λανθασμένα λένε πολλοί, τοῦ πατρός Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, τοῦ πολύ μεγάλου Γέροντος. Πού σημαίνει ὅτι ἡ ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί σήμερα συνεχίζει νά παράγει Ἁγίους. Γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἕνας σύλλογος ἀνθρώπων πού ἔχουν κάποια κοινά πιστεύω, ἀλλά εἶναι τό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δέν εἶναι ἄλλος παρά οἱ Ἅγιοι.

Ἑπομένως, καί σήμερα καί πάντοτε, ἡ Ἐκκλησία μας, ἐπειδή εἶναι ζωντανή καί εἶναι τό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, θά παράγει Ἁγίους. Μή νομίζετε ὅτι Ἅγιοι εἶναι μόνο αὐτοί πού εἶναι ἐπίσημα καταχωρημένοι στό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπάρχουν καί πάρα πολλοί πού δέν εἶναι καταχωρημένοι, εἴτε γιατί τό θέλησαν οἱ ἴδιοι καί τό ζήτησαν ἀπό τόν Θεό νά μήν γίνουν γνωστοί ὡς τήν Δευτέρα Παρουσία ἤ γιά ἄλλους λόγους πού ὁ Θεός γνωρίζει. Ὁ Ἅγιος πατήρ Παΐσιος ἔγινε γνωστός καί κατατάχτηκε καί ἐπίσημα καί τό πανηγυρίζουμε. Αὐτό τί σημαίνει; Ὅτι καί σήμερα τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐνεργεῖ καί ὁδηγεῖ τούς ἀνθρώπους στήν ἁγιότητα, στόν ἁγιασμό. Ποιούς; Αὐτούς πού θέλουν. Καί ὅλοι πρέπει νά θέλουμε, ἄν θέλουμε νά σωθοῦμε.
Λέει ὁ π. Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης λοιπόν, «Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση οἱ Πατέρες πῶς θεολογοῦν; Οἱ Πατέρες πρῶτον ἐπικαλοῦνται τήν Ἁγία Γραφή». Θά δεῖτε, δηλαδή, διαβάζοντας π.χ. τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, πλῆθος ἀναφορές στήν Ἁγία Γραφή, στήν Καινή Διαθήκη καί στήν Παλαιά Διαθήκη. Οἱ Ἅγιοι ἤξεραν πάρα πολύ καλά καί τήν Παλαιά Διαθήκη καί τήν Καινή Διαθήκη. Ἡ πρώτη τους ἀναφορά λοιπόν, ὅταν μᾶς κηρύττουν, ὅταν μᾶς διδάσκουν, εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή. «Ἐπί πλέον ὅμως ἐπικαλοῦνται καί τήν ἐμπειρία τῶν ζώντων θεουμένων, ὅταν ἐμφανισθεῖ μία αἵρεσις», ὅταν ἐμφανισθεῖ κάτι καινούριο, γιά τό ὁποῖο δέν γνωρίζουμε ἀμέσως τήν ἀπάντηση. Δηλαδή, τό πρῶτο εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή. Τό δεύτερο, κάτι πού πρέπει νά ἔχουμε ὑπόψη μας, εἶναι ἡ μαρτυρία τῶν ζωντανῶν Ἁγίων γιά ὁποιοδήποτε πρόβλημα τό ὁποῖο ἀναφύεται καί γιά ὁποιαδήποτε αἵρεση.
«Ὅταν ἐμφανίσθηκε ἡ αἵρεσις τοῦ Ἀρείου, οἱ Πατέρες ἐπικαλέστηκαν καί τήν ἐμπειρία τῶν θεουμένων πού ζοῦσαν κατά τήν ἐποχή τῆς Ἀρειανικῆς διαμάχης». Ἔχουμε, ἑπομένως, στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, τό θυμᾶστε πολύ καλά, τόν Ἅγιο Σπυρίδωνα, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀγράμματος καί γιά νά ἀποδείξει τό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος μ’ ἕναν ὁρατό καί ἁπτό τρόπο, μέ τό κεραμίδι, καί βεβαίως μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού εἶχε πλούσια, ἀπέδειξε τήν τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ. Ἔχουμε τόν Ἅγιο Νικόλαο πού μέ τήν χάρη πού εἶχε ἔδωσε ράπισμα στόν Ἄρειο καί συγκλόνισε θά λέγαμε ὅλο του τό οἰκοδόμημα, γιατί φανέρωσε ὄχι μ’ ἕναν ἀνθρώπινο τρόπο ἀλλά μ’ ἕναν θεανθρώπινο τρόπο τήν ἐπιδοκιμασία τοῦ Θεοῦ στήν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου. Γιατί ὁ Ἅγιος Νικόλαος, ὅταν ἔδωσε ράπισμα, δέν τό ἔκανε ὡς ἕνας θιγμένος ἄνθρωπος, ἀλλά καθ’ ὑποβολή θά λέγαμε καί κατά ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτό καί ὅταν τόν ἔκλεισαν μετά στήν φυλακή, τοῦ ἐμφανίστηκε ὁ Χριστός καί δέν τόν τιμώρησε, ἀλλά τόν ἐβράβευσε κιόλας καί ἐπιδοκίμασε τήν πράξη του, γιατί ἤτανε ἐμπνευσμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Οἱ Ἅγιοι, λοιπόν, χρησιμοποιοῦσαν καί τήν προσωπική τους ἐμπειρία καί τήν ἐμπειρία τῶν ζωντανῶν φορέων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τῆς ἐποχῆς τους, τῶν ἄλλων συγχρόνων ἁγίων τους. «Ἔτσι ἔχουμε δύο εἰδῶν ἐπιχειρήματα». Ἀφενός μέν τήν Ἁγία Γραφή μέσα στήν ὁποία εἶναι κατατεθειμένη ἡ ὀρθόδοξη πίστη καί διδασκαλία καί ἀφετέρου τήν ζωντανή ἐμπειρία τῶν Ἁγίων.
«Γιά νά εἶναι ὅμως κάτι Ὀρθόδοξο, πρέπει αὐτά τά δύο νά εἶναι συμβατά μεταξύ τους εἴτε νά ταυτίζονται εἴτε νά εἶναι ἀλληλοσυμπληρούμενα. Ὄχι νά εἶναι ἀλληλοσυγκρουόμενα». Δέν μπορεῖ κάποιος, δηλαδή, νά ἔχει μία ἐμπειρία καί νά λέει ὅτι εἶναι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί νά εἶναι ἀντίθετη μέ αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Ἤ θά εἶναι ἴδια, ἤ θά συμπληρώνει τό ἕνα τό ἄλλο, θά εἶναι στήν ἴδια κατεύθυνση. «Ἡ βασική ἐπιχειρηματολογία πηγάζει ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Ἡ ἐπισφράγισις, ὅμως, τῆς ἐπιχειρηματολογίας αὐτῆς καθώς καί ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς γνησιότητός Της γίνονται πάντοτε βάσει τῆς κατατεθειμένης ἐμπειρίας τῶν Πατέρων καί τῶν κεκοιμημένων Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, καθώς καί τῆς ἐμπειρίας τῶν ζώντων Ἁγίων τῆς ἐποχῆς κατά τήν ὁποία ἐμφανίζεται μία αἵρεσις. Τό ἴδιο ὅμως συμβαίνει σέ κάθε ἐπιστήμη. Π.χ. στήν Ἀστρονομία, ἄν διαβάσουμε τά Κινεζικά χειρόγραφα, θά δοῦμε ὅτι τήν 12η Ἰουλίου 1054 ἔγινε μία μεγάλη ἔκρηξη στό σύμπαν, τήν ὁποία οἱ Κινέζοι ἀστρονόμοι μπόρεσαν καί κατέγραψαν». Εἶναι ἱστορικό γεγονός καί τό κατέγραψαν οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς, οἱ ἐπιστήμονες τῆς ἐποχῆς. «Ἐπί δύο ἑβδομάδες ἔβλεπαν τό φῶς ἀπό τήν ἔκρηξη αὐτή. Ἐδῶ, δηλαδή, ἔχουμε ἕνα Κινέζικο σύγγραμμα, τό ὁποῖο ἀναφέρει αὐτό τό γεγονός».Ἐμεῖς σήμερα τό διαβάζουμε καί μποροῦμε νά ποῦμε φαντασία τους εἶναι! «Ὅμως οἰ σημερινοί ἀστρονόμοι πιστοποίησαν ὅτι πράγματι συνέβη τότε αὐτή ἡ ἔκρηξη (μία σουπερνόβα)», ἔτσι τό λένε οἱ ἀστρονόμοι, «τό δέ ἀποτέλεσμά της ἦταν ἕνα νεφέλωμα πού τοῦ ἔδωσαν τό ὄνομα Crab Nebula. Ἐδῶ δηλαδή βλέπουμε ὅτι ἔχουμε μία κατατεθειμένη γραπτή μαρτυρία γιά ἔνα φαινόμενο, τό ὁποῖο –ἔγινε στό παρελθόν καί– ἐπιβεβαιώνεται –σήμερα– ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν σημερινῶν ἀστρονόμων». Ἔχει τόν τρόπο της ἡ ἀστρονομία νά ἐλέγξει καί τό παρελθόν, τό τί συνέβη στό σύμπαν τό 1054 καί βρῆκε ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί δέν ἔγραφαν ψέματα, εἶχε γίνει αὐτό πού γράφανε. Ἔχουμε, ἑπομένως, δύο μαρτυρίες, τήν κατατεθειμένη γραπτή μαρτυρία καί τήν ἐμπειρική πλέον ἐπιβεβαίωσή της σήμερα. Τό ἴδιο γίνεται καί μέ τήν Θεολογία καί μέ ὅλες τίς ἐπιστῆμες. Ἔχουμε τήν κατατεθειμένη μαρτυρία στήν Ἁγία Γραφή ἀλλά καί τήν ἐπιβεβαίωσή της ἀπό τούς συγχρόνους Ἁγίους.
Λέει ἡ Ἁγία Γραφή π.χ. γιά τό Φῶς τοῦ Θεοῦ, γιά τό ἄκτιστο Φῶς. Θά ἔλεγε ἕνας ἄπιστος: – Ποιό φῶς; Ἐγώ δέν ἔχω δεῖ κανένα φῶς.. Ἐσύ μπορεῖ νά μήν τό ἔχεις δεῖ, ἀλλά ὁ σύγχρονος Ἅγιος, πού ἔχει κοινωνία μέ τόν Θεό, τό ἔχει δεῖ καί ἐπιβεβαιώνει ἀκριβῶς αὐτό πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Λέει μάλιστα πώς εἶναι ἔτσι, ὅπως τά λέει ἡ Ἁγία Γραφή, γιατί τά ἔχει ζήσει.
«Ἔχουμε κατατεθειμένη στήν Ἁγία Γραφή τήν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων. Πῶς ὅμως θά γίνει ἡ πιστοποίηση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας τους σήμερα; Πῶς θά βεβαιωθοῦμε ὅτι τά πράγματα εἶναι ἔτσι, ὅπως περιγράφονται στήν Ἁγία Γραφή, προκειμένου περί τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Χριστοῦ; Ἀπό Πατερικῆς ἀπόψεως αὐτό γίνεται βάσει τῆς προσωπικῆς ἐμπειρίας ἐκείνων τῶν ζώντων Ἁγίων σέ κάθε ἐποχή, οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν νά δοῦν τόν Χριστό ἐν δόξη καί οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά διαβεβαιώσουν τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους γιά τήν ἀλήθεια τῶν ἀναφερομένων στήν Ἁγία Γραφή. Ἐκτός, δηλαδή, ἀπό τήν προσωπική ἐμπειρία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τήν ἴδια ἐμπειρία μέ τούς Προφῆτες καί τούς Ἀποστόλους, ἔχουμε ἐπί πλέον καί τήν ἐμπειρία τῶν ζώντων Ἁγίων σέ κάθε ἐποχή». Θά λέγαμε, κατά κάποιο τρόπο, ἔχουμε τριπλή ἐπιβεβαίωση. Ἔχουμε ἀφενός μέν τήν Ἁγία Γραφή, τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀφετέρου δέ τήν ἐμπειρία τῶν Πατέρων, ἡ ὁποία ἐπιβεβαιώνει αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή, τοῦ Μεγάλου Βασιλείου δηλαδή, τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου… καί ἔχουμε καί τήν ἐμπειρία τῶν συγχρόνων Πατέρων, τοῦ π. Παϊσίου, τοῦ π. Πορφυρίου, τοῦ π. Σωφρονίου τοῦ Ἔσσεξ, τοῦ π. Ἀμφιλόχιου τοῦ Μακρῆ, τοῦ π. Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ… πλῆθος συγχρόνων ἁγίων… χαρισματούχων, θεουμένων, οἱ ὁποῖοι μαρτυροῦν τά ἴδια πράγματα πού μᾶς εἴπανε καί ὁ Μέγας Βασίλειος καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης καί ὅλοι οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι κι αὐτοί ἐπιβεβαιώνουν αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή, αὐτά πού εἴπανε δηλαδή οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί οἱ Ἀπόστολοι. Ἕνας ἄθεος θά πεῖ: Ἐγώ δέν τά ξέρω, δέν τά πιστεύω. Ἄν μπεῖς κι ἐσύ στήν διαδικασία νά γίνεις Ἅγιος, θά τά δεῖς. Δέν σέ καλεῖ ἡ Ἐκκλησία νά πιστέψεις κάτι μόνο ἐπειδή τό λένε οἱ ἄλλοι. Ἀλλά μπορεῖς νά τό δοκιμάσεις καί νά τό ἐπιβεβαιώσεις κι ἐσύ μέ τήν δική σου ἐμπειρία. Χρειάζεται νά κάνεις μόνο ἕναν κόπο. Ποιός εἶναι ὁ κόπος; Τῆς κάθαρσης, τῆς μετάνοιας.
Καλή ὥρα σέ λίγο θά μποῦμε στήν περίοδο τοῦ Τριωδίου, που εἶναι περίοδος μετανοίας. Δέν μᾶς βάζει ἡ Ἐκκλησία σ’ αὐτή τήν περίοδο, ὅπως μοῦ εἶπε ἕνα παιδάκι προηγουμένως, γιά νά ἔχουμε ποικιλία, νά μήν βαριόμαστε! Δέν εἶναι γιά νά ἔχουμε ποικιλία.. εἶναι γιά νά μᾶς βάλει στήν διαδικασία τῆς μετανοίας. Ὅλο τόν χρόνο πρέπει νά τήν ἔχουμε, ἀλλά κατεξοχήν μᾶς τό θυμίζει αὐτή τήν περίοδο, μέ τά Εὐαγγέλια τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου, τοῦ Ἀσώτου, τῆς Κρίσεως, τῆς Συγχωρήσεως, τῶν πέντε Κυριακῶν τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς μέ τούς ἁγίους πού προβάλλονται, γιά νά μᾶς πεῖ, πρέπει νά μετανοεῖτε, πρέπει νά κλαῖτε συνεχῶς τίς ἁμαρτίες σας καί ἔτσι δέν θά ξαναπέσετε στά ἴδια πράγματα. Ἄν τώρα δέν μποῦμε σ’ αὐτή τήν διαδικασία τῆς μετάνοιας, φυσικά δέν θά ἔχουμε κι αὐτή τήν ἐμπειρία τῶν ἁγίων. Γιατί, γιά νά ἔχεις τήν ἐμπειρία τῶν ἁγίων, δηλαδή τήν θεοπτία καί νά πεῖς, πράγματι ἔτσι εἶναι ὅπως τά λέει ἡ Ἁγία Γραφή, θά πρέπει νά καθαριστεῖς καί ἡ κάθαρση γίνεται διά τῆς μετανοίας.
Ἐκτός λοιπόν ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἔχουμε καί τήν προσωπική ἐμπειρία τῶν ζώντων Ἁγίων. «Ἡ παράδοσις τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως βλέπουμε νά συνεχίζεται ὁλοζώντανη μέχρι τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας καί νά δεσπόζει στήν συνείδηση τῶν Ὀρθοδόξων». Λέει ὁ π. Ἰωάννης μέχρι τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας, γιατί κατεξοχήν ἡ μεγάλη ἀλλοτρίωση στό ἔθνος μας -καί εἶναι τραγικό αὐτό- δέν ἔγινε στά χρόνια τῆς σκλαβιᾶς! Ἐμεῖς πανηγυρίζουμε τήν ἀπελευθέρωσή μας ἀπό τούς Τούρκους, ἀλλά θά πρέπει νά θρηνοῦμε, γιατί ἀπό ἐκεῖ καί μετά ἀρχίζει ἡ μεγάλη ἀλλοτρίωση τοῦ ἔθνους μας διαμέσου τοῦ Διαφωτισμοῦ, τοῦ κακῶς λεγομένου διαφωτισμοῦ, οὐσιαστικά πρόκειται γιά σκοτισμό βαθύ, τῆς ζωῆς μας, τῆς διανοίας μας, τῆς ὅλης μας ψυχῆς, τοῦ ἔθνους μας, τῶν Ἑλλήνων Ὀρθοδόξων, γιατί μπῆκε τό πνεῦμα τοῦ ὀρθολογισμοῦ, τό πνεῦμα τῆς Δύσης, τό πνεῦμα τῆς νοησιαρχίας, τό ὁποῖο κυριάρχησε δυστυχῶς καί κυριαρχεῖ καί σήμερα, τό πνεῦμα τό προτεσταντικό καί τό παπικό. Καί ἀλλοτριωθήκαμε ἀπό αὐτή τήν ὀρθόδοξη παράδοση πού εἶναι παράδοση τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης. Εἶναι παράδοση, δηλαδή, τῆς ἁγιότητας. Χάθηκε αὐτό τό ἰδανικό τοῦ ἁγίου. Ποιό ἀπό τά νέα παιδιά σήμερα θέλει νά γίνει ἅγιος; Σπανιότατο πράγμα… Ἐνῶ, αὐτό θά ἔπρεπε νά εἶναι τό πρῶτο ἰδανικό, τό κυρίαρχο. Ὅλοι θέλουν νά γίνουν γιατροί, δικηγόροι… καί ἀκόμα χειρότερα.. ἠθοποιοί, ποδοσφαιριστές κ.λ.π. Ἐνῶ τό κατεξοχήν ἰδανικό πού πρέπει νά ἔχουμε, εἶναι νά γίνουμε ἅγιοι. Γι’ αὐτό λέει ὁ π. Ἰωάννης τό ὁρόσημο αὐτό. Μέχρι τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας ὑπῆρχε αὐτή ἡ παράδοση. Μετά δέν χάθηκε εὐτυχῶς, ἀλλά λησμονήθηκε στό μεγαλύτερο μέρος τῶν Ἑλλήνων. Ὑπάρχουν, ὅμως, καί οἱ φωτεινές ἐξαιρέσεις, οἱ ἅγιοι, πού τούς γιορτάζουμε καί τούς πανηγυρίζουμε καί τούς χαιρόμαστε, ἀλλά θά πρέπει καί νά τούς μιμούμαστε. Ὁ π. Παΐσιος βεβαίως δοξάζεται καί τόν τιμοῦμε, ἀλλά ἡ μεγαλύτερή του χαρά εἶναι νά τόν μιμηθοῦμε. Καί, ὅταν ἦταν ἀνάμεσά μας, τήν μετάνοια δίδασκε. Πήγαιναν οἱ ἄνθρωποι καί τοῦ ἔλεγαν διάφορα πράγματα καί ἔλεγε, τί νά μοῦ πεῖς τί θέλεις… νά σοῦ πῶ ἐγώ τί θέλει ὁ Θεός ἀπό σένα! Ὄχι τί θέλεις ἐσύ ἀπό τόν Θεό. Γιατί, δυστυχῶς, ἔτσι πᾶμε στόν Θεό, πᾶμε νά ζητήσουμε νά κάνει τά θελήματά μας, ἀντί νά πᾶμε νά μάθουμε τί θέλει Ἐκεῖνος ἀπό μᾶς.
«Ὑπάρχουν Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι στόν ἀγῶνα τους ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν ἐπικαλοῦνται καί τήν προσωπική τους ἐμπειρία, τῆς θεώσεως. Π.χ. ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος -τόν ὁποῖο γιορτάζουμε αὔριο- ἐπικαλεῖται καί τήν προσωπική του ἐμπειρία»,ἐκτός ἀπό τήν ἐμπειρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, «στόν ἀγῶνα του ἐναντίον τῶν Εὐνομιανῶν», ἐναντίον αὐτῶν πού πολεμοῦσαν τό Ἅγιο ΠνεῦμαΟἱ Ἅγιοι εἶχαν καί προσωπική ἐμπειρία αὐτῶν πού λέγανε. Πῶς ἔλεγε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι Θεός; Τό ἔβγαζε μόνο ἀπό τίς μελέτες καί τίς θεολογικές σπουδές του; Ὄχι, τό ἔβγαζε καί ἀπό τήν ἐμπειρία του. Τό ἔβλεπε ὅτι ὅπως εἶναι φῶς ὁ Πατέρας, εἶναι φῶς ὁ Υἱός, εἶναι φῶς καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Τρία φῶτα, ἕνα Φῶς. Τό ζοῦσε, τό ἔβλεπε. Γι’ αὐτό ἔλεγε εἶναι καί τό Ἅγιο Πνεῦμα Θεός καί ὅ,τι καί νά τοῦ ἔλεγαν οἱ ἄλλοι, ὅσο φιλοσοφικά καί νά τά λέγανε καί ψευτονομικίστικα, δέν τά δεχόταν, γιατί εἶχε τήν ζωντανή ἐμπειρία καί ἦταν ἀπόλυτα βέβαιος γιά αὐτό πού ἔλεγε. Γι’ αὐτό, προσέξτε, οἱ Ἅγιοι ἐμφανίζονται καί ὡς στενοκέφαλοι γιά κάποιους, ὡς φανατικοί, ὡς κολλημένοι… καί τό λένε καί σήμερα… Μπορεῖ νά τό λένε καί γιά μένα… Ὄχι ὅτι ἐγώ εἶμαι ἅγιος καί Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας…ὄχι.. ἀλλά ἐπειδή οἱ Ἅγιοι ἦταν ἀπόλυτα βέβαιοι ἐξ ἐμπειρίας ὅτι ἔχουν τήν ἀλήθεια καί ἤξεραν ὅτι αὐτό πού λένε εἶναι ἡ ἀλήθεια, δέν ἀλλάζανε μέ τίποτα. Ἔλεγαν ἀγύριστο κεφάλι! Λίγο νά βάλεις νερό στό κρασί σου.. Ὄχι, δέν ἔβαζαν καθόλου, γιατί δέν μπορεῖς νά βάλεις καί λίγο ψέμα μέσα στήν ἀλήθεια. Μετά παύει νά εἶναι ἀλήθεια.
«Τό θέμα εἶναι ἄν καταλαβαίνουμε τήν σχέση μεταξύ τοῦ γραπτοῦ κειμένου τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς ὑπαρχούσης σήμερα ἐμπειρίας. Τό ἄν βέβαια ἡ σημερινή ἐμπειρία εἶναι σωστή, εἶναι ἄλλο θέμα. Θά τό ἐξετάσουμε αὐτό ξεχωριστά. Τό θέμα μας εἶναι τό ἴδιο, ὅπως στήν Ἄστρονομία. Ὑπάρχει ἡ γραπτή Ἀστρονομία, ὑπάρχει καί ἡ ἔμπρακτος, ἡ ἐμπειρική Ἀστρονομία. Ἡ ἴδια σχέση πού ὑπάρχει μεταξύ τῆς κατατεθειμένης στά συγγράμματα Ἀστρονομίας καί τῆς Ἀστρονομίας τοῦ σημερινοῦ τηλεσκοπίου, ὑπάρχει καί στήν Ἁγία Γραφή, μεταξύ ἀφ’ ἑνός τῆς κατατεθειμένης στήν Ἁγία Γραφή ἐμπειρίας τοῦ δοξασμοῦ τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων ὡς καί τῆς κατατεθειμένης ἐμπειρίας τῆς θεώσεως μέσα στήν Πατερική παράδοση καί ἀφ’ ἑτέρου τῆς σημερινῆς ἐμπειρίας τῶν ζώντων Ἁγίων», ἡ ὁποία εἶναι ἴδια μέ τήν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων Πατέρων καί ἐπιβεβαιώνει τήν Ἁγία Γραφή. «Ἄν τώρα ἀγνοήσουμε τήν ὑπάρχουσα σημερινή ἐμπειρία τῶν ζώντων Ἁγίων, εἶναι σάν νά ἀγνοοῦμε τήν ἐμπειρική Ἀστρονομία τοῦ τηλεσκοπίου καί νά ἐπαναπαυώμεθα μόνο στήν κατατεθειμένη στά βιβλία Ἀστρονομία».
Νά πῶ πάλι ἕνα παράδειγμα. Ὑπάρχει σήμερα μιά αἵρεσις, παναίρεσις κατά τούς Πατέρες, τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ὑπάρχουν, ὅμως, κάποιοι πού λένε: – Γιατί; Εἶναι κακό πράγμα; Μήπως δέν τά λένε καλά οἱ ἀντι-οικουμενιστές; Μήπως εἶναι πολύ φανατικοί; Μήπως δέν ἔχουν ἀγάπη; Ἐπιτέλους, εἶναι κακό νά συνομιλοῦμε καί νά κάνουμε τίς συμπροσευχές καί ὅλα αὐτά; Γιατί εἶναι κακά; Ἔ, αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, τί κάνουν; Δέν ἔχουν τήν ἐμπειρία τῶν ζώντων ἁγίων. Δέν λαμβάνουν ὑπόψη τους τήν ἐμπειρία τῶν ζώντων ἁγίων. Γιατί, ὅλοι οἱ ζῶντες ἅγιοι ἦταν ἀντι-οικουμενιστές. Δέν ὑπάρχει ἕνας σύγχρονος ἅγιος πού νά ἦταν οἰκουμενιστής. Ὁ πατήρ Παΐσιος; Ἀντι-οικουμενιστής. Ὁ πατήρ Πορφύριος; Τό ἴδιο. Ὁ π. Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς; Σφόδρα ἀντι-οικουμενιστής. Ὅλοι οἱ ἅγιοι, οἱ σύγχρονοι ἅγιοι, ἦταν ἀντίθετοι μ’ αὐτό τό πράγμα. Ἀπό ἐκεῖ λοιπόν μπορεῖς ἀλάνθαστα νά πληροφορηθεῖς τήν ἀλήθεια. Ἄν ἐσύ δέν ἔχεις αὐτή τήν ἐμπειρία, τήν ἔχουν οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι. Ἄν, ὅμως, δέν λαμβάνεις τήν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων βεβαίως μετά θά πέσεις σέ σφάλματα, γιατί κριτήριο γίνεσαι ἐσύ καί λές αὐτά πού νομίζεις ἐσύ. Ἀλλά αὐτό βεβαίως δέν εἶναι ὀρθόδοξη θεολογία, εἶναι προτεσταντική θεολογία, εἶναι αἱρετική θεολογία.
«Ἄν ἀγνοήσουμε τήν ὑπάρχουσα σημερινή ἐμπειρία τῶν ζώντων Ἁγίων, εἶναι σάν νά ἀγνοοῦμε τήν ἐμπειρική Ἀστρονομία τοῦ τηλεσκοπίου» καί νά ἐπαναπαυόμαστε ἁπλῶς στήν Ἁγία Γραφή καί στά βιβλία. Αὐτό ἔκαναν οἱ Προτεστάντες καί τί ἔπαθαν; Ὁ καθένας ἑρμηνεύει τήν Ἁγία Γραφή ὅπως νομίζει καί ὅλοι διεδκδικοῦν αὐθεντικότητα. Ὅλοι λένε ὅτι ἐμεῖς ἔχουμε τή σωστή ἑρμηνεία. Ἔχουν γίνει κάπου 23000 ‘ἐκκλησίες’ καί ὁ καθένας ἀπ’ αὐτούς μπορεῖ νά ἔχει διαφορετική ἑρμηνεία σέ διαφορετική χρονική στιγμή. Καί αὐτό εἶναι νόμιμο! Δηλαδή σχιζοφρένεια. Ἀλλα νά λέει τό πρωί καί ἄλλα νά λέει τό βράδυ. Λένε καί τό ἕνα σωστό καί τό ἄλλο σωστό.
«Ἄν γιά κάποιο λόγο οἱ σημερινοί ἀστρονόμοι μείνουν κάποτε μόνο μέ ὅσα περιγράφουν τά βιβλία περί Ἀστρονομίας, χωρίς νά ἔχουν τήν δυνατότητα νά ἐπιβεβαιώσουν μέ τήν παρατήρηση διά τῶν τηλεσκοπίων τά ὅσα ἀναφέρουν αὐτά τά βιβλία τῆς Ἀστρονομίας, αὐτή θά εἶναι Ὀρθόδοξη Ἀστρονομία ἤ αἱρετική Ἀστρονομία; Ἀσφαλῶς αἱρετική Ἀστρονομία, δηλαδή ὄχι γνήσια. Διότι πῶς θά μποροῦσε νά ἦταν γνήσια, ἀφοῦ δέν θά μποροῦσε νά ἐπιβεβαιωθεῖ ἐμπειρικά μέ τήν παρατήρηση; Ἐξ ἄλλου ποτέ μία περιγραφή δέν μπορεῖ νά ἀποδώσει πλήρως τήν ζῶσα ἐμπειρία καί πραγματικότητα».
Ἄν ὑποτεθεῖ λοιπόν ὅτι καί ἐμεῖς σήμερα ἤ στό μέλλον θά μείνουμε χωρίς ἁγίους, χωρίς ζῶντες φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μείνουμε μόνο μέ τά βιβλία, τότε θά πέσουμε σίγουρα ἔξω, δέν ὑπάρχει περίπτωση νά θεολογήσουμε σωστά. Γιατί θά πρέπει αὐτό πού λέμε νά ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τούς ζῶντες φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
«Τό ἴδιο συμβαίνει σέ ὅλες τίς θετικές ἐπιστῆμες, τό ἴδιο συμβαίνει καί στήν Θεολογία. Ἡ ζῶσα ἐμπειρία εἶναι ἐκείνη πού ἐλέγχει τήν γνησιότητα ἤ μή τῆς κατατεθειμένης γραπτῆς ἤ προφορικῆς παραδόσεως».
Νά σᾶς πῶ ἄλλο θέμα. Τό θέμα τοῦ λεγόμενου ἐγκεφαλικοῦ θανάτου. Πότε πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος; Ποιός θά μᾶς τό πεῖ αὐτό; Ξέρουμε πότε πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος; Οἱ Ἅγιοι μᾶς τό λένε, μᾶς λένε ἀκριβῶς πότε πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος. Ὄχι ὅταν νεκρωθεῖ ὁ ἔγκεφαλος, ἀλλά ὅταν σταματήσει ἡ καρδιά. Τό λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Ἀλλά καί οἱ σύγχρονοι ἅγιοι, οἱ χαρισματοῦχοι, ἔχουν μιλήσει γι’ αὐτό τό θέμα καί ἔχουν πεῖ ἐναντίον ὅλων αὐτῶν τῶν ἰδεῶν πού κυκλοφοροῦν, τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου καί τῆς δωρεᾶς τῶν ὀργάνων. Ἔχουν μιλήσει γιά φόνο, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δίνει τά ζωτικά του ὄργανα, τήν καρδιά, τό ἧπαρ κ.λ.π. Φονεύεται, πεθαίνει κι αὐτό δέν ἐπιτρέπεται σύμφωνα μέ τούς Ἅγιους Πατέρες, ἄς λέει ἡ λεγόμενη ἐπιστήμη -ἡ ὁποία ὑπηρετεῖ ἄλλα συμφέροντα- ἀντίθετα πράγματα. Κι αὐτό τό λέμε καί τό ξέρουμε, γιατί μᾶς τό εἶπαν οἱ χαρισματοῦχοι ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ἔβλεπαν ἀκόμα καί πότε φεύγει ἡ ψυχή. Ἔχουμε τόν Ἅγιο Ἁντώνιο πού ἔβλεπε τήν ψυχή τοῦ Ἁγίου Παύλου τοῦ Θηβαίου, πού ἀνέβαινε στόν οὐρανό.
«Ἐρώτησις ἐπ’ ἀμφιθεάτρω: Δέν εἶναι ἀρκετή ἡ μαρτυρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς; Γιατί νά εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως γιά τήν πιστοποίηση τῆς ἀληθείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς;
Ἀπάντησις: Διότι μέ τήν εἰσαγωγή τῆς Νεοελληνικῆς θεολογίας κάθονται σήμερα οἱ Ὀρθόδοξοι στήν Ἑλλάδα καί ἀσχολοῦνται μέ τήν Ἁγία Γραφή ἀνεξάρτητα ἀπό τίς προϋποθέσεις της».
Τί θέλει νά πεῖ ὁ π. Ἰωάννης; Ἀσχολούμαστε προτεσταντικά μέ τήν Ἁγία Γραφή καί δυστυχῶς αὐτό τό πνεῦμα ἔχει μπεῖ καί μέσα στούς κύκλους. Κάνουμε στοχασμό χωρίς νά ἔχουμε τίς προϋποθέσεις γιά νά ἀσχοληθοῦμε. Ποιές εἶναι οἱ προϋποθέσεις; Τουλάχιστον ἡ μετάνοια, ἡ κάθαρση, ἡ προσπάθεια νά πολεμήσουμε τήν ἁμαρτία καί τά πάθη μας. Ἕνας ἄνθρωπος πού δέν μετανοεῖ, δέν μπορεῖ νά καταλάβει τήν Ἁγία Γραφή, πολύ περισσότερο νά τήν ἑρμηνεύσει.
«Καί ἔχει γίνει ἡ Ἁγία Γραφή ἕνα βιβλίο ξεχωριστό ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων». Γιά νά ἑρμνεύσεις σωστά τήν Ἁγία Γραφή καί νά θεολογήσεις σωστά, πρέπει νά ἔχεις τήν ἴδια ἔμπειρία μέ αὐτούς πού τήν ἔγραψαν, τούς Προφῆτες καί τούς Ἀποστόλους. Νά μπεῖς καί ἐσύ στήν ἴδια ἐμπειρία, στήν ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
«Ἐνῶ ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφή μιλάει γιά τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων, ἡ Νεοελληνική Θεολογία οὔτε ξέρει οὔτε ἀσχολεῖται μέ τό ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή μιλάει γι’ αὐτό τό θέμα». Φτάνουν ν’ ἀμφισβητοῦν ἀκόμα κι αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή καί νά τά ἑρμηνεύουν μέ τόν δικό τους τρόπο. Ἔχω ὑπόψη μου μία ἐργασία γιά τίς φωτοφάνειες, ἕνα θέμα πού ἔδωσε ἕνας καθηγητής στήν Θεολογική Σχολή γιά τίς φωτοφάνειες μέσα στήν Ἁγία Γραφή. Καί ἕνας συνάδελφός του τό ἤλεγξε «Τί εἶναι οἱ φωτοφάνειες; Ποῦ τίς εἶδες τίς φωτοφάνειες στήν Ἁγία Γραφή;». Ἐνῶ εἶναι γεμάτη ἡ Ἁγία Γραφή μέ φωτοφάνειες καί θεοφάνειες. Ἀλλά ἐπειδή αὐτός ὁ καθηγητής ἦταν ἄμοιρος τοῦ φωτός τοῦ Θεοῦ, γιατί δέν εἶχε μπεῖ στή διαδικασία τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ, τῆς μετανοίας, τά ἀμφισβητοῦσε. Γιατί καί αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή ὡς φῶς, τά κατανοοῦσε μέ δικό του τρόπο… Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν μπεῖ στή διαδικασία τῆς μετάνοιας καί τοῦ φωτισμοῦ, δέν μπορεῖ νά καταλάβει αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή.
«Ὡς ἀπόδειξη πάρτε τά μοντέρνα θεολογικά συγγράμματα. Δέν θά βρεῖτε πουθενά νά μιλᾶνε γιά τήν θέωση καί τόν δοξασμό τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Προφητῶν. Δηλαδή ἔχει ἐξαφανισθεῖ ἀπό τήν Ἑρμηνευτική τῆς Ἁγίας Γραφῆς στήν σημερινή Ἑλλάδα αὐτή ἡ Πατερική ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης». Εἶναι μία θεολογία χωρίς μετάνοια. Δυστυχῶς, ὑπάρχει αὐτή ἡ θεολογία καί οἱ σύγχρονες Θεολογικές Σχολές ἐνθαρρύνουν αὐτό τό πράγμα καί τά παιδιά πού πηγαίνουν ἐκεῖ δέν ἀκοῦν γιά μετάνοια. Ἀκοῦνε γιά ὑψηλές θεολογικές ἔννοιες καί ὑψηλές πνευματικές καταστάσεις, χωρίς νά ἔχουν κάνει τό Α… Πολλά ἀπό τά παιδιά πού σπουδάζουν ἐκεῖ, γιά νά μήν πῶ καί ἀπό τούς καθηγητές, δέν ἔχουν κἄν Πνευματικό! Δέν ἐξομολογοῦνται. Πῶς αὐτό τό παιδί καί αὐτός ὁ καθηγητής θά μιλήσει γιά τόν Θεό; Ὑπάρχει θεωρία χωρίς πράξη. Ἀλλά οἱ Πατέρες μᾶς τό εἶπαν ξεκάθαρα ὅτι «πρᾶξις θεωρίας ἐπίβασις». Δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει ἀληθινή θεωρία τοῦ Θεοῦ, θεοπτία, χωρίς πράξη, χωρίς μετάνοια, χωρίς δάκρυα, χωρίς κάθαρση.
Ρώτησα προηγουμένως ἕνα παιδάκι: – Πόσες φορές πᾶμε καί λέμε τά ἴδια πράγματα στόν Πνευματικό; – Χιλιάδες φορές, μοῦ λέει, πάτερ. Ἀλήθεια εἶπε τό παιδάκι, χιλιάδες φορές, πᾶς καί λές τά ἴδια πράγματα. Γατί; Γιατί οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς δίδαξαν τό κατά Θεόν πένθος καί ἐμεῖς δέν θέλουμε νά κλάψουμε γιά τίς ἁμαρτίες μας. Ἅμα μπαίναμε στήν διαδικασία τοῦ πένθους δέν θά ξανακάναμε τίς ἴδιες ἁμαρτίες. Γιατί οἱ Πατέρες λένε γιά νά μήν ξανακάνεις τήν ἴδια ἁμαρτία, τό ἴδιο σφάλμα, θά πρέπει νά λυπηθεῖς κατ’ ἀναλογία τοῦ σφάλματος. Ὅσο μεγαλύτερο εἶναι τό σφάλμα, τόση μεγαλύτερη πρέπει νά εἶναι ἡ μετάνοια. Ἀλλά καί αὐτό πού τό χαρακτηρίζουμε ὡς μικρό σφάλμα, δέν εἶναι μικρό. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες θρηνοῦσαν γιά ἕνα μικρό σφάλμα ὅλη τους τή ζωή καί δέν πήγαιναν σέ δεύτερο σφάλμα οὔτε ἐπαναλάμβαναν τό ἴδιο. Τούς φύλαγε αὐτό τό κατά Θεόν πένθος. Αὐτό εἶναι τό μυστικό, γιά νά μήν ξανακάνουμε τά ἴδια πράγματα, νά καλλιεργήσουμε τό κατά Θεόν πένθος, αὐτό πού εἶχε ὁ τελώνης καί θρηνοῦσε μπροστά στόν Θεό. Ἔτσι διαφυλάσσεσαι καί δέν ἐπαναλαμβάνεις τά ἴδια ἁμαρτήματα.
Ἕνας ὅμως πού δέν ἔχει μπεῖ κἄν στήν διαδικασία νά συνειδητοποιήσει ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, νά δεῖ τίς ἁμαρτίες του, πῶς θά μπορέσει νά προχωρήσει, γιά νά φτάσει νά ἔχει τό φῶς τοῦ Θεοῦ καί νά θεολογήσει σωστά; Δέν εἶναι δυνατόν.
Ἔτσι λοιπόν, λέει ὁ π. Ἰωάννης, «οἱ δικοί μας ἑρμηνευτές τῆς Ἁγίας Γραφῆς τόσο πολύ ἔχουν ἐπηρεασθεῖ ἀπό τούς Ρώσσους, τούς Προτεστάντες καί τούς Παπικούς, ὥστε δέν λαμβάνουν ὑπ’ ὄψιν τους τήν Πατερική μέθοδο ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς», γιατί δέν ζοῦνε αὐτή τήν διαδικασία τῆς κάθαρσης καί τοῦ φωτισμοῦ. Δηλαδή μιλᾶμε γιά τά θεῖα χωρίς τό φῶς τοῦ Θεοῦ, ὁπότε κι αὐτά πού λέμε, ἄν δέν εἶναι λανθασμένα, εἶναι ἁπλῶς μιά ἐπανάληψη -τίς πιό πολλές φορές ὄχι σωστή- αὐτῶν πού εἶπαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Καί βλέπουμε πάρα πολλά λάθη στίς σύγχρονες θεολογικές γραφές.
«Ἔχουμε τήν Παλαιά Διαθήκη, ἔχουμε τήν Καινή Διαθήκη, ἔχουμε τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἔχουμε τήν Πατερική παράδοση. Παρ’ ὅλα αὐτά ὅμως ἔχουμε σήμερα ἀνθρώπους στήν Ἑλλάδα, οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι εἶναι συντηρητικοί, οἱ ὁποῖοι ὅμως ἀποδέχονται τήν Παράδοση ἀπό μία τυφλή ἀφοσίωση στήν Παράδοση, δηλαδή μόνο τυπικά» καί καλλιεργεῖται, θά ἔλεγα, μία μαγική ἀντίληψη γιά τήν πίστη, μιά εἰδωλολατρική ἀντίληψη καί ὄχι μιά ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό. Μένουν σέ κάποια τυπικά, ἐξωτερικά πράγματα καί νομίζουν ὅτι ἄν τά ἱκανοποιήσουμε αὐτά εἴμαστε ἐντάξει. Καί ρωτᾶνε: – Τί νά πάρω πρῶτα τόν ἁγιασμό ἤ τό ἀντίδωρο; Δηλαδή μένουμε σέ ἐξωτερικά τελείως πράγματα. Ἐκεῖνο πού κατεξοχήν πρέπει νά καλλιεργήσουμε εἶναι ἡ ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό.
«Ἐάν κάποιος δέν γνωρίζει τά θεμέλια τῆς Προφητικῆς, τῆς Ἀποστολικῆς καί τῆς Πατερικῆς ἐμπειρίας, πού εἶναι καί τά θεμέλια τῶν δογμάτων, πῶς θά μπορέσει νά ὑποστηρίξει τά Ὀρθόδοξα δόγματα χωρίς νά κάνει ἀναφορά στίς ἐμπειρίες τῶν Πατέρων; Μόνο ἀπό ὅ,τι ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή; Ἄν κάνει ἀναφορά μόνο στήν Ἁγία Γραφή καί ὄχι στίς Πατερικές ἐμπειρίες, δέν θά μπορέσει νά ἐξηγήσει πῶς οἱ Πατέρες ἐδογμάτισαν καί θά ὑποχρεωθεῖ ἔτσι νά συμφωνήσει μέ τούς ἑτεροδόξους, οἱ ὁποῖοι ἰσχυρίζονται ὅτι οἱ Πατέρες φιλοσοφοῦσαν (!), ὅταν ἐδογμάτιζαν μέ βάση τά ἀναφερόμενα στήν Ἁγία Γραφή. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅμως ὅτι οἱ Πατέρες ἐδογμάτισαν βάσει τῆς ἐμπειρίας τους, τῆς θεώσεως, καί ὄχι μετά ἀπό φιλοσοφικό στοχασμό ἐπάνω στά ἀναφερόμενα στήν Ἁγία Γραφή». Δηλαδή, αὐτά πού διάβαζαν, τά ζοῦσαν κιόλας καί τά ἐπιβεβαίωναν.
«Ἔτσι ἐμφανίζεται ἡ παράδοξη παράδοση ὅτι, ὅταν ἡ Νεοελληνική Θεολογία παρεξέκλινε ἀπό τήν ἡσυχαστική παράδοση, ἡ ὁποία διεσώζετο μέχρι τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας, ὑποχρεώθηκε, χωρίς νά τό καταλάβει, νά πάρει τόν δρόμο τῶν φιλοσόφων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ δρόμος αὐτός εἶναι νά ἐμφανίζονται οἱ Πατέρες ὡς φιλόσοφοι πλέον, οἱ ὁποῖοι στοχάζονται φιλοσοφικῶς βάσει τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ πνεύματος, γιά νά διατυπώσουν τά δόγματα, πράγμα πού δέν εἶναι ἡ περιγραφή τῆς Πατερικῆς παραδόσεως, ἀλλά μία καθαρή καρικατούρα».
«Ὁπότε ἐξ ἀπόψεως καθαρά ἐπιστημονικῆς ἐπιβάλλεται στόν Ὀρθόδοξο νά ξεδιπλώσει τήν ἱστορική πορεία τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας βάσει τῆς Πατερικῆς μεθοδολογίας, γιά νά μπορέσει νά καταλάβει πού βρισκόμαστε σήμερα. Ἐάν δέν τό κάνει αὐτό, τότε ἡ Ὀρθοδοξία δέν μπορεῖ νά σταθεῖ. Ὅποιος γνωρίζει καλά τήν μοντέρνα φιλοσοφική μέθοδο, τήν ἐπιστημονική μέθοδο, τήν ἱστορία τῆς φιλοσοφίας, καθώς καί τήν ἱστορία τῆς Θεολογίας, θά δεῖ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία μπορεῖ μόνο μέ στρατιωτικές δυνάμεις νά σταθεῖ καί ὅτι δέν πείθεται κανείς σοβαρός ἄνθρωπος γιά τήν ἀλήθεια καί τήν ἰσχύ τῶν Ὀρθοδόξων δογμάτων μέ αὐτόν τόν τρόπο». Δηλαδή, ὅταν καταντήσει φιλοσοφία, τότε δέν στέκεται ἡ Θεολογία καί ἡ Ὀρθοδοξία. Ὅταν ὅμως ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν συγχρόνων ἁγίων καί τῶν ἁγίων Πατέρων, τότε εἶναι ἀναμφισβήτητη ἡ ἀλήθεια της.
Ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία δηλαδή ἀποκομμένη ἀπό τά θεμέλιά της εἶναι ἕνα τίποτε. Καί τά θεμέλιά της εἶναι ἀκριβῶς αὐτή ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως.
«Κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἄρρωστος ἀπό τήν Πατερική ἄποψη. Δέν ὑπάρχει ἕνας ἄνθρωπος πού νά εἶναι φυσιολογικός, ἐκτός ἀπό τούς Ἁγίους. Σήμερα τό τί εἶναι φυσιολογικός ἄνθρωπος, εἶναι κάτι πού κρίνει ὁ καθένας μέ τά δικά του κριτήρια. Ποιός, ὅμως, εἶναι ὁ πραγματικά φυσιολογικός; Ὑπάρχουν μερικοί ἄνθρωποι πού εἶναι τόσο πολύ ἀφύσικοι, ὥστε τούς κλείνουν μέσα σέ τρελλοκομεῖα, ἐπειδή εἶναι ἐπικίνδυνοι εἴτε γιά τόν ἑαυτό τους εἴτε γιά τήν κοινωνία. Ὑπάρχουν ὅμως καί πολλοί ἄλλοι, πού εἶναι ἐξ ἴσου ἐπικίνδυνοι, πού δέν εἶναι ὅμως κλεισμένοι στά τρελλοκομεῖα. Πῶς λοιπόν μποροῦμε νά διακρίνουμε ποιός εἶναι νορμάλ καί ποιός δέν εἶναι νορμάλ;».
«Ἔρχεται λοιπόν ἡ Πατερική Θεολογία καί λέγει ὅτι κανένας δέν εἶναι νορμάλ. Καί ἐπεξηγεῖ: Ὁ Θεός ἔδωσε στόν ἄνθρωπο νοερά ἐνέργεια, –τήν ἐνέργεια τοῦ νοῦ του– ἡ ὁποία εἶναι ἕνα φυσιολογικό συστατικό τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, καί ἡ ὁποία δυστυχῶς στόν ἄνθρωπο δέν λειτουργεῖ καθόλου ἤ λειτουργεῖ ὑποτυπωδῶς. Γιά νά ἐπαναλειτουργήσει αὐτή ἡ νοερά ἐνέργεια, χρειάζεται νά προηγηθεῖ ἡ θεραπεία τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος». Αὐτή ἀκριβῶς ἡ θεραπεία γίνεται μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅταν θελήσει ὁ ἄνθρωπος, συνεργαστεῖ μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί κάνει αὐτά πού μᾶς δίδαξαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Τότε λειτουργεῖ μέσα του πάλι σωστά ἡ νοερά ἐνέργεια. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά βρεῖ τόν Θεό, νά δεῖ τόν Θεό, νά ἔχει ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ διαμέσου αὐτῆς τῆς νοερᾶς ἐνέργειας.
«Αὐτές τώρα οἱ παράμετροι, δηλαδή ἡ ἀνάγκη θεραπείας καί ἡ μέθοδος θεραπείας τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος, συνιστοῦν τήν οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Ἀλλά δέν εἶναι μόνο ἡ νοερά ἐνέργεια τῶν Ὀρθοδόξων πού πρέπει νά θεραπευθεῖ, ἀλλά ὅλων τῶν ἀνθρώπων». Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀσθενεῖς. «Νοῦν ἔχει ὅλος ὁ κόσμος καί ὁ νοῦς αὐτός πρέπει νά θεραπευθεῖ. Ἔτσι, ὅταν μιλᾶμε γιά Ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ὅπως τήν ἐννοοῦν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, σημαίνει ὅτι μιλᾶμε γιά τήν θεραπεία τοῦ νοός ὅλων τῶν ἀνθρώπων». Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός μας εἶπε «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη» (Ματθ. 28,19). «Ἡ Ὀρθόδοξη πνευματικότητα εἶναι μία θεραπευτική ἀγωγή, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους καί εἶναι σχεδιασμένη νά περιλάβει ὅλους τούς ἀνθρώπους».
«Λέγεται Ὀρθόδοξος, ἐπειδή δέν μπορεῖ κάποιος νά θεραπευθεῖ, ἄν δέν ἔχει ἀσπασθεῖ τό Ὀρθόδοξο δόγμα ἄν, δηλαδή, δέν ἔχει Ὀρθόδοξη δογματική συνείδηση. Ἐδῶ ὁ σκοπός τοῦ δόγματος δέν εἶναι νά καθυποτάξει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν ἐγκλωβίσει μέσα σέ κάποια θρησκευτικά πλαίσια, ἀλλά νά βοηθήσει τόν ἄνθρωπο νά θεραπευθεῖ. Τό δόγμα καθ’ ἑαυτό δέν ἔχει κανέναν ἄλλο σκοπό, ἐκτός ἀπό τό νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο πρός τήν θεραπεία αὐτή». Εἶναι τό θεραπευτικό πλαίσιο. Ἄν θέλετε, μέ ἕναν σύγχρονο ἰατρικό ὅρο, εἶναι τό πρωτόκολλο. Σέ κάθε ἀσθένεια, οἱ γιατροί ξέρουνε, ὑπάρχει ἕνα πρωτόκολλο, τί πρέπει νά κάνει ὁ γιατρός δηλαδή, γιά νά ἀντιμετωπίσει τήν κάθε ἀσθένεια. Ἤ ὑπάρχουν καί διάφορα παρεμφερή θεραπευτικά πρωτόκολλα γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς τάδε ἀσθένειας. Ἔτσι ὑπάρχει τό θεραπευτικό πρωτόκολλο γιά τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, τό ὁποῖο λέγεται δόγμα, τό ὀρθόδοξο δόγμα. Ἄν κανείς δέν τό ἀποδεχτεῖ αὐτό τό πρωτόκολλο, πολύ ἁπλά δέν θεραπεύεται. Ἑπομένως, δέν εἶναι φανατικοί οἱ Πατέρες πού λένε, «προσέξτε τό δόγμα», οὔτε εἶναι φανατικοί οἱ σύγχρονοι ἀντι-οικουμενιστές πού λένε ἔχει σημασία τό δόγμα. Μιλοῦν ἀκόμα οἱ Οἰκουμενιστές γιά οἰκουμενικό μινιμαλισμό. Μειώνουν δηλαδή τήν σημασία τοῦ δόγματος, αὐτό θά πεῖ οἰκουμενικός μινιμαλισμός. Λένε, ἀφῆστε τό δόγμα, χωρίζει.. Δέν χωρίζει τό δόγμα. Τό δόγμα εἶναι τό πρωτόκολλο καί τό πρωτόκολλο εἶναι τό πλαίσιο μέσα στό ὁποῖο θεραπεύεσαι. Ἄν χαλάσεις τό πρωτόκολλο, δέν θεραπεύεσαι. Αὐτό δέν σέ χωρίζει ἀπό τούς ἄλλους, ἁπλῶς σοῦ διασφαλίζει τήν θεραπεία. Σέ χωρίζει ἀπό τήν νόσο καί εἶναι καλό νά χωριστεῖς ἀπό τήν νόσο, ἀλλιῶς δέν θεραπεύεσαι, παραμένεις ἀσθενής. Οἱ Οἰκουμενιστές τί λένε; «Ἀφῆστε τό πρωτόκολλο». Οὐσιαστικά τί λένε; Μείνετε ὅπως εἶστε, δηλαδή ἄρρωστοι! Βλέπετε; Εἶναι ἀκριβῶς στόν ἀντίποδα τῶν Πατέρων. Οἱ Πατέρες λένε ὅλοι ἔχουμε ἀρρώστια καί πρέπει νά θεραπευθοῦμε καί τό θεραπευτικό πρωτόκολλο εἶναι τό ὀρθόδοξο δόγμα. Γι’ αὐτό εἶναι φοβερή αἵρεση ὁ Οἰκουμενισμός, γιατί ἀκριβῶς καταλύει τό θεραπευτικό πρωτόκολλο.
«Ὁ σκοπός τοῦ δόγματος δέν εἶναι νά καθυποτάξει τόν ἄνθρωπο, ἀλλά νά τόν θεραπεύσει. Τώρα ποιά εἶναι ἡ δυσκολία τῆς Νεοελληνικῆς θεολογίας; Εἶναι τό ὅτι, ἐνῶ οἱ Πατέρες ἀναγνωρίζουν τήν ὕπαρξη τοῦ νοός σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους – τό μαρτυροῦν οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, στίς ὁποῖες φαίνεται καθαρά ὅτι ἡ θεραπεία τοῦ νοός εἶναι μιά θεραπεία πού ἀφορᾶ ὅλους τούς ἀνθρώπους – καθώς καί τήν ἀνάγκη θεραπείας του, ἡ Νεοελληνική Θεολογία, ἡ μοντέρνα δηλαδή Ὀρθοδοξία, δέν ἀναγνωρίζει αὐτήν τήν ἀνάγκη!». Γι’ αὐτό καί δέν μιλᾶνε ὄχι γιά θεραπεία τοῦ νοῦ οὔτε κἄν γιά μετάνοια. Καί μέσα στούς ναούς οἱ Πατέρες σπάνια νά μιλήσουν γιά μετάνοια. Δυστυχῶς πολύ λίγοι ἱερεῖς σήμερα μιλᾶνε γιά μετάνοια, ἐνῶ αὐτό εἶναι τό Α καί τό Ω τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
«Ἐάν δέν ξανατεθεῖ ἠ θεραπευτική ἀγωγή τοῦ νοός στά θεμέλια τῆς μοντέρνας Ὀρθοδοξίας, ἐάν δέν ἐπανέλθει δηλαδή τό Πατερικό θεμέλιο, τότε δέν θά ἔχουμε ὡς συνέπεια μόνον ὅτι τό δόγμα ἀποκόπτεται ἀπό τά θεμέλιά του καί γίνεται ἀθεμελίωτο καί ἀκατανόητο, ἀλλά θά ἔχουμε καί τό ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία θά ξεφεύγει ἀπό τόν κύριο σκοπό της, τό κύριο ἔργο της καί ἔτσι δέν θά μπορεῖ νά σταθεῖ». Τό βλέπουμε αὐτό σήμερα. Καί λένε: – Τί μᾶς χρειάζονται τά δόγματα; Βέβαια δέν μᾶς χρειάζονται… Ὅταν δέν ὑπάρχει μετάνοια, τό δόγμα εἶναι μετέωρο. Γιά ποιό δόγμα μιλᾶς; Γιατί πλέον ἡ ζωή μας εἶναι ἀλλοτριωμένη καί μοιάζει μέ αὐτῶν πού δέν ἔχουν τό όρθόδοξο δόγμα. Ὅταν δέν μετανοοῦμε, μοιάζουμε. Γιά νά μήν ποῦμε ὅτι εἶναι καί καλύτεροι αὐτοί στή ζωή τους ἀπό ὅ,τι εἴμαστε ἐμεῖς. Ἤ μοιάζουμε μέ τούς Προτεστάντες ἤ μοιάζουμε μέ τούς μουσουλμάνους. Καί πολλές φορές τό λένε «αὐτοί εἶναι καλύτεροι ἀπό μᾶς». Βέβαια εἶναι καλύτεροι, γιατί ἐμεῖς δέν μετανοοῦμε. Ὁπότε λένε, ἀφοῦ εἶναι σάν κι ἐμᾶς, γιατί νά ἔχουμε διαφορές στά δόγματα; Καταλύουμε καί τά δόγματα… Βλέπετε πῶς ἔρχεται σιγά-σιγά καί ἐπικρατεῖ ὁ Οἰκουμενισμός καί ἡ Πανθρησκεία;
«Θά εἶναι σάν ἕνας οὐρανοξύστης –τό δόγμα– ὁ ὁποῖος δέν θά κάθεται ἐπάνω σέ θεμέλια, ἀλλά ἐπάνω σέ ἕνα σύννεφο. Ἄν ἕνας κοινός ἄνθρωπος δεῖ μία τέτοια εἰκόνα, τί θά πεῖ;». Ὅτι αὐτό βέβαια εἶναι μιά ἀνοησία. Μπορεῖ νά σταθεῖ ένας οὐρανοξύστης πάνω σέ ἕνα σύννεφο; Ἄν ὑπάρξουν μερικοί πού θά πιστέψουν ὅτι εἶναι δυνατόν ἕνας οὐρανοξύστης νά κάθεται ἐπάνω σέ ἕνα σύννεφο, αὐτοί δέν θά εἶναι στά καλά τους.
«Τί κάνουν τώρα οἱ Νεοέλληνες θεολόγοι; Ἔβγαλαν τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως ἀπό τά θεμέλια τῶν δογμάτων καί στήν θέση της ἔβαλαν τήν Ἁγία Γραφή». Μπῆκε τό προτεσταντικό πνεῦμα: μόνο ἡ Ἁγία Γραφή. «Βέβαια μέσα της ἡ Ἁγία Γραφή περιγράφει τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων». Ἀλλά πλέον εἶναι ἀκατανόητη, γιατί αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δέν ζοῦνε τήν μετάνοια καί τήν κάθαρση, ὁπότε δέν ἔχουν καί τίς ἀνάλογες ἐμπειρίες πού περιγράφει ἡ Ἁγία Γραφή.«Στήν Ἁγία Γραφή ἀναφέρεται ὅτι ὅλοι οἱ Προφῆτες εἶδαν τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ, ὅταν ὅμως δέν ὑπάρχει ὁ ἔλεγχος αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας, τότε ὁ καθένας ἀρχίζει νά ἑρμηνεύει ἐκεῖνα πού ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή κατά τήν φαντασία του. Διαβάζει π.χ. κάποιος ὄτι ὁ Χριστός ἀνελήφθη στόν οὐρανό μέσα σέ νεφέλη». Ἔτσι δέν λέει ἡ Ἁγία Γραφή; Τί ἦταν αὐτή ἡ νεφέλη; «Ἀπό τήν μία μεριά, ἄν εἶναι ἕνας σκεπτόμενος ἄνθρωπος, πού δέν ἔχει σχέση μέ τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως οὔτε ἔχει ἀκούσει τίποτε σχετικό, ἅμα διαβάσει κάτι τέτοιο, θά γελάσει. Θά πεῖ δηλαδή: Πῶς εἶναι δυνατόν ἕνας ἄνθρωπος νά κάθεται ἐπάνω σέ σύννεφο;». Ὅπως τό βλέπουμε ἀπό τό ἀεροπλάνο καί σκεφτόμαστε νά περπατούσαμε πάνω στά σύννεφα… ἀλλά δέν γίνεται αὐτό, θά πέσουμε κάτω στή γῆ.«Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, ἄν εἶναι ἕνας δεισιδαίμων Ὀρθόδοξος, θά πεῖ: Ἄ, ἔκανε καί αὐτό τό θαῦμα ὁ Χριστούλης μας! Κάθησε ἐπάνω σέ σύννεφο καί ἀνέβηκε στόν οὐρανό».Μαγεία δηλαδή! «Καί θά τό πιστεύει αὐτό. Ἕνας ἄλλος πάλι ἴσως νομίσει ὅτι ὁ Χριστός κατά τήν Ἀνάληψή Του ἄρχισε νά ἀνυψώνεται ἐπάνω σέ ἕνα σύννεφο, ὅπως ἀνεβαίνει ἕνα ἀσανσέρ!». Ἀντί γιά ἀσανσέρ εἶχε τό σύννεφο… «Κατά τούς Πατέρες ὅμως αὐτή ἡ νεφέλη δέν εἶναι μία κτιστή νεφέλη», δέν εἶναι ἕνα σύννεφο κτιστό, ὅπως αὐτά πού ξέρουμε, «ἕνα σύνολο δηλαδή ὑδρατμῶν». Ἀλλά τί εἶναι αὐτή ἡ νεφέλη; «Ἡ νεφέλη αὐτή εἶναι ἡ ἄκτιστη δόξα τοῦ Θεοῦ», εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. «Στήν Ἁγία Γραφή ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ λέγεται καί νεφέλη καί φῶς καί πῦρ» καί φωτιά. Οἱ γλῶσσες τῆς Πεντηκοστῆς τί εἶναι; Εἶναι φωτιά κτιστή; Ὄχι. Εἶναι ἡ άκτιστη δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἡ φωτιά τῆς βάτου τῆς καιομένης καί μή καταφλεγομένης τί εἶναι; Εἶναι φωτιά; Ὄχι. Εἶναι τό ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ, ἡ ἄκτιστη δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά γιά κάποιον πού δέν ἔχει ἐμπειρία τέτοια, εἶναι ἀκατανόητα. Λέει τί εἶναι αὐτά τώρα; Καί δίνει διάφορες ἑρμηνεῖες, ὅπως αὐτές πού εἶπε προηγουμένως ὁ π. Ἰωάννης.
«Ὅταν ἡ Ἁγία Γραφή ἀναφέρει γιά στήλη πυρός ἤ στήλη νεφέλης, ἡ ὁποία ἐπροπορεύετο τῶν Ἰσραηλιτῶν στήν ἔρημο, καί τά δύο εἶναι τό ἴδιο πράγμα. Εἶναι δηλαδή ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ». Δέν εἶναι σύννεφο, εἶναι τό φῶς τό ἄκτιστο τοῦ Θεοῦ. «Ὁπότε ὁ Χριστός δέν ἀνελήφθη μέσα ἤ ἐπάνω σέ σύννεφο ὑδρατμῶν οὔτε ἀνέβαινε στόν οὐρανό σάν μέ ἀσανσέρ, ἀλλ’ ἀνελήφθη ἐν δόξη, ὅπως λέγει καί τό Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως». Τό λέμε, ἀλλά πόσοι τό καταλαβαίνουμε; Ἀναλήφθηκε μέ τήν ἄκτιστη θεία δόξα πού ἔχει, σημαίνει τό ἐν δόξη. Φανερώθηκε, δηλαδή, ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, ἡ θεία ἐνέργεια. «Ὁ Χριστός ἁπλῶς ἐξαφανίσθηκε μέσα σέ ἄκτιστη δόξα μπροστά στά μάτια τῶν Ἀποστόλων. Μέ τήν ἀποκοπή λοιπόν τῶν δογμάτων ἀπό τά θεμέλιά τους», πού εἶναι ἡ μετάνοια, ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμός, ἡ θέωση, ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως,«τά δόγματα μένουν ἀστήρικτα». Νά γιατί δέν μιλᾶνε οἱ σύγχρονοι Οἰκουμενιστές γιά μετάνοια! Δέν τούς συμφέρει ἡ μετάνοια. Νά γιατί μιλᾶνε ἐνάντια στούς Ἁγίους Πατέρες, στήν Φιλοκαλία, ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, γιατί ὅλοι αὐτοί οἱ Ἅγιοι μίλησαν γιά μετάνοια, γιά κάθαρση, ἡ ὁποία  κάθαρση ἐπιβεβαιώνει τά δόγματα. Καί ἐπειδή δέν θέλουν νά ἔχουμε δόγματα, θά χτυπήσουμε, λένε, τούς Πατέρες πού μιλᾶνε γιά μετάνοια. Βλέπετε πῶς πάει τό πράγμα καί ἑρμηνεύεται ξεκάθαρα;
«Γι’ αὐτό καί σήμερα στήν Ἑλλάδα ἡ Ἐκκλησία περνάει μία κρίση. Γιατί; Διότι μετά τόν πόλεμο τοῦ ‘40 πῆγαν τά Ἑλληνόπουλα στά Κατηχητικά Σχολεῖα τοῦ Νεοελληνισμοῦ καί ἐκεῖ ἔμαθαν τούς εὐσεβισμούς, ἔμαθαν τήν νέα ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς Προτεσταντικοῦ τύπου». Κοιτᾶξτε, τά λέει ὁ πατήρ ξεκάθαρα καί εἶναι ἀλήθεια αὐτό τό πράγμα. Ἔμαθαν «τήν νέα ἑρμηνεία τῶν δογμάτων, τήν νέα Ὀρθοδοξία κλπ… καί γέμισαν ἀπό ἠθικολογία καί πουριτανισμό». Δηλαδή ἠθικές ἀρχές, ἠθικές ἀξίες, νά εἶσαι ἠθικός ἄνθρωπος, καλός ἄνθρωπος, νά μήν κλέβεις, νά εἶσαι καλός στή δουλειά σου, ἐπαγγελματίας, καλός μαθητής στό σχολεῖο, ἄριστος μαθητής ἄν εἶναι δυνατόν καί αὐτό εἶναι ὁ καλός χριστιανός. Τελεία ἀλλοτρίωση δηλαδή! Χάθηκε τό πρώτυπο τοῦ Ἁγίου, χάθηκε ἡ ὀρθόδοξη παράδοση, πού εἶναι ἡ μετάνοια, τά δάκρυα, ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμός καί κάναμε καί τήν Ὀρθοδοξία, ὅπως λέγαμε καί μιά ἄλλη φορά, ἀξία καί τήν πίστη μας μιά ἀξία καί τήν Ἐκκλησία μιά ἀξία. Τί νά τίς κάνει τό παιδί τίς ἀξίες, χωρίς τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ; Χωρίς τήν ζωντανή σχέση; Χωρίς τήν ἀγάπη; Ὁ ἄνθρωπος θέλει τήν ἀγάπη, θέλει ν’ ἀγαπήσει τόν Χριστό. Γι’ αὐτό εἶναι φτιαγμένος ὁ ἄνθρωπος. Δέν θέλει νά τοῦ δώσεις ἀξίες. Τί νά ἀγαπήσει θεωρίες; Ἰδέες ν’ ἀγαπήσει; Λέξεις ν’ ἀγαπήσει; «Καί βέβαια αὐτά τά ἔμαθαν ὡς συνθήματα». ʿὍλα τά καλά παιδιά τά ἀγαπάει ἡ Παναγία᾽. Δηλαδή τά κακά παιδιά δέν τά ἀγαπάει ὁ Χριστός καί ἡ Παναγία;!«Καί ποιός ξέρει πόσοι ἀπό σᾶς περάσατε ἀπό τέτοια Κατηχητικά σχολεῖα. Γεμάτα συνθήματα καί τραγουδάκια. Μέ τραγούδια δηλαδή «Ὦ Χριστέ μας, ὦ Χριστέ μας…», τούς ἔμαθαν Ὀρθοδοξία». Δηλαδή συνθήματα προτεσταντικοῦ τύπου καί συναισθήματα παπικά. Ὁ παπισμός, τί εἶναι; Οὐσιαστικά εἶναι μία κίνηση τοῦ συναισθήματος. Αὐτό προσπαθοῦνε, μέ ἐντελῶς ἀνθρώπινα μέσα, μέ τραγούδια, μέ ἁρμόνια, μέ γλυκανάλατα ἄσματα, νά κινητοποιήσουν τό συναίσθημα στόν ἄνθρωπο, γιά νά νιώσει κάτι. Ἀλλά αὐτό τό κάτι δέν εἶναι θεανθρώπινο. Εἶναι πάλι ἀνθρώπινο καί δέν σώζει.
«Μετά τί συνέβη; Ὅσοι πῆγαν σέ τέτοια Κατηχητικά σχολεῖα τί ἔπαθαν; Κλονίστηκε ἡ πίστις τους, διότι δέν εἶχε θεμέλιο καί τούς ἔμεινε ὁ πουριτανισμός», ἔνας ἠθικισμός δηλαδή. Ἁπλῶς νά ἔχεις ἠθικές ἀρχές, νά εἶσαι ἠθικός ἄνθρωπος καί αὐτό εἶναι ἀρκετό. Ὄχι, δέν εἶναι καθόλου ἀρκετό. Γιατί ὁ Χριστός δέν ἦρθε νά μᾶς δώσει ἠθικές ἀρχές, οὔτε ἀκόμη ἦρθε νά μᾶς δώσει τήν Ἁγία Γραφή. Ἦρθε νά μᾶς δώσει τόν ἴδιο τόν ἑαυτό Του καί τήν ζωντανή σχέση μαζί Του. Καί εἶπε «ἄν δέν μέ φᾶτε καί δέν μέ πιεῖτε, δέν ἔχετε ζωή» (Ἰω. 6,53). «Γι’ αὐτό ἔχουμε σήμερα στήν Ἑλλάδα ἠθικιστές πολιτικούς, πού κάνουν δηλαδή ἠθικολογία». Καί τώρα βέβαια, πετάξαμε στήν ἄκρη καί τήν ἠθική καί ἔχουμε χάσει τά πάντα. «Αὐτοί οἱ πολιτικοί ἀντί νά χρησιμοποιήσουν τόν Νόμο ὡς κριτήριο ἐννόμου τάξεως, χρησιμοποιοῦν ἠθικά κριτήρια γιά τήν ἀξιολόγηση τῆς συμπεριφορᾶς τῶν πολιτῶν (τό καλός καί τό κακός δηλαδή). Γι’ αὐτό καί στήν Ἑλλάδα σήμερα, κινδυνεύει ἡ Δημοκρατία. Ἐπειδή ταυτίζουν τόν Νόμο μέ τήν ἠθική, ὁπότε δέν μπορεῖ νά ἔχει κανείς Δημοκρατία, ἀφοῦ δέν μπορεῖ νά ἀνεχθεῖ τούς «κακούς».
«Ἔτσι τώρα, πού εἶναι κλονισμένη ἡ πίστις σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους, πῶς θά γίνουν Ὀρθόδοξοι; Σᾶς διαβεβαιῶ ὅτι σήμερα μέ τήν ἐλεύθερη διακίνηση τῶν ἰδεῶν πού ὑπάρχει, αὐτή ἡ Ὀρθοδοξία τοῦ Νεοελληνισμοῦ θά θαφτεῖ». Τό βλέπουμε σήμερα. Μοῦ λέγανε γιά παιδί Α΄ Λυκείου πού βγαίνει μπροστά σ’ ὅλα τά παιδιά τοῦ σχολείου καί λέει: εἶμαι ἄθεος καί τό καυχιέται. Αὐτό εἶναι φαινόμενο τό ὁποῖο λέει πολλά πράγματα. Πῶς φτάσαμε σ’ αὐτό τό σημεῖο; Διότι τά παιδιά αὐτά δέν πῆραν τήν ὀρθή, τήν ὀρθόδοξη παράδοση. Ἄκουσαν ἁπλῶς κάποια ἠθικιστικά συνθήματα κι αὐτό δέν στέκεται μέσα στόν ἄνθρωπο. Λέει: – Γιατί; Ἐγώ θά φτιάξω τήν δική μου ἠθική, αὐτό πού μοῦ λέει τό ἔνστικτό μου.
«Ἡ θεολογική μέθοδος τῆς Ἁγίας Γραφῆς στηρίζεται στήν ἐμπειρία τοῦ δοξασμοῦ καί τῆς θεώσεως. Ποῦ τό ξέρουμε αὐτό; Διαβάστε τήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη. Θά δεῖτε ἐκεῖ πόσο συχνά ἀναφέρεται ὅτι ἐδοξάσθη ἕνας Προφήτης, δηλαδή ὅτι εἶδε τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶδε τόν Ἄγγελο τῆς δόξης, εἶδε τόν Θεό κλπ. Tό ἴδιο πράγμα συμβαίνει καί στήν Καινή Διαθήκη. Αὐτή εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή, δηλαδή μία περιγραφή τῶν ἀποκαλύψεων τοῦ Χριστοῦ πρό καί μετά τήν Ἐνσάρκωση». Ἀλλά ποιός τό καταλαβαίνει αὐτό; Μόνο αὐτοί πού μπαίνουν σ’ αὐτή τήν διαδικασία τῆς κάθαρσης καί τοῦ φωτισμοῦ. Γι’ αὐτό αὐτοί μόνο κάνουν σωστή ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
«Ὁ ἀληθινός, ὁ γνήσιος προφήτης, εἶναι ἐκεῖνος πού ἔχει φθάσει σέ θέωση κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο. Kατ’ ἀντιδιαστολήν ὁ ψευδοπροφήτης εἶναι ἐκεῖνος πού λέγει ὅτι ἔχει φθάσει σέ θέωση, χωρίς ὅμως νά ἔχει φθάσει σέ θέωση. Τά περί δημιουργίας τοῦ κόσμου ξέρει ὅποιος ἔχει φθάσει στήν θέωση, διότι σ’ αὐτήν τήν κατάσταση βλέπει τά ἐκ τοῦ Πατρός καί τά ἐκ τοῦ μή ὄντος. Δηλαδή βλέπει ἐκεῖνα πού εἶναι ἀπό τό μή ὄν, ἀλλά ἐξαρτῶνται ἀπό τήν βούληση τοῦ Θεοῦ· βλέπει ἐπίσης ἐκεῖνα πού εἶναι ἀπό τόν Θεό. Αὐτά δέ τά τελευταῖα εἶναι τά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἡ οὐσία, ἡ φυσική ἐνέργεια τῆς οὐσίας, τό κράτος, ἡ βασιλεία, ἡ δόξα, ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, πού πολλαπλασιάζεται ἀπολλαπλασιάστως στούς πολλούς. Ὅ,τι προέρχεται καί ὑπάρχει ἀπό τόν Πατέρα καί ὄχι ἀπό τό μή ὄν, εἶναι ἄκτιστο, ἐνῶ ὅ,τι προέρχεται ἀπό τό μή ὄν εἶναι κτιστό». Αὐτά τά ζοῦνε οἱ Ἅγιοι καί οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι καί μᾶς τά λένε κιόλας.
«Βάσει αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως ἐγράφησαν ὅσα ἐγράφησαν περί τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου στήν Ἁγία Γραφή. Ἡ Ἁγία Γραφή δέν τά πῆρε αὐτά πού λέγει «ἀπό τόν οὐρανό», δέν ἐγράφησαν οὐρανοκατέβατα δηλαδή», ὅπως λένε οἱ Μουσουλμάνοι ὅτι τό Κοράνι τούς ἦλθε ἀπό τόν οὐρανό, καί «πιστεύουν ὅτι τό Κοράνιο εἶναι ἄκτιστο. Οὔτε εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή μία νοησιαρχική ἀποκάλυψις. Ἀποκομμένη δηλαδή ἀπό τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως». Ὁ προφήτης Μωϋσῆς τά εἶδε αὐτά ἐν Ἁγίω Πνεύματι καί τά ἔγραψε, τό πῶς ἔγινε ἡ Δημιουργία.
«Ἡ Ἁγία Γραφή μιλάει γιά ἐμπειρίες Προφητῶν καί Ἀποστόλων, μιλάει γιά δοξασμό, μιλάει γιά προσευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁπότε βλέπουμε ὅτι μέσα στήν Ἁγία Γραφή ὑπάρχει μία παράδοσις πρό τῆς ἐμφανίσεως τῆς Ἁγίας Γραφῆς, πρίν δηλαδή ἀπό τήν συγγραφή τῆς Πεντατεύχου ἀπό τόν Μωϋσέα. Ἡ Ἁγία Γραφή ἐμφανίζεται σέ κάποια συγκεκριμένη στιγμή μέσα στήν ἱστορία. Ὁ πυρήνας ὅμως τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὑπάρχει πρίν τήν ἐμφάνισή της ὡς γραπτοῦ κειμένου. Ποιός, ὅμως, εἶναι αὐτός ὁ πυρήνας; Εἶναι ἡ κοινωνία τῶν Πατριαρχῶν καί τῶν Προφητῶν μετά τοῦ Θεοῦ». Ἡ ζωντανή σχέση δηλαδή τῶν Ἁγίων μέ τόν Θεό. «Ὁπότε ὁ κεντρικός ἄξονας τῆς Βιβλικῆς παραδόσεως δέν εἶναι τό βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀλλά οἱ ἐμπειρίες θεώσεως τῶν Πατριαρχῶν καί τῶν Προφητῶν».
«Ἡ Ἁγία Γραφή τότε τί κάνει; Ἁπλῶς καταθέτει γραπτῶς τήν περιγραφή αὐτῶν τῶν ἐμπειριῶν, οἱ ὁποῖες ὅμως οὐσιαστικά δέν μποροῦν νά περιγραφοῦν, διότι εἶναι στήν κυριολεξία ἀπερίγραπτες, ἀφοῦ εἶναι ὑπεράνω τῆς λογικῆς τοῦ ἀνθρώπου». Τό ἄκτιστο, ὁ Θεός δέν περιγράφεται. «Ἡ Ἁγία Γραφή δέν ἔχει ὡς σκοπό νά περιγράψει τόν Θεό, διότι ὁ Θεός εἶναι ἀπερίγραπτος. Ἡ Ἁγία Γραφή ἔχει σκοπό νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο σέ ἕνωση μέ τόν Θεό». Αὐτό κάνει. «Γι’ αὐτόν τόν λόγο ἡ γλώσσα τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι συμβολική, ὅταν μιλάει γιά τόν Θεό. Ὁ Προφήτης ἀναγκάζεται νά χρησιμοποιήσει νοήματα, σχήματα καί εἰκόνες παρμένες ἀπό τήν ἀνθρώπινη ἐμπειρία γιά νά περιγράψει τό ἄκτιστο πού εἶναι ἀπερίγραπτο».
Αὐτά ἤθελα νά ποῦμε σήμερα ὡς καταληκτικό μάθημα γιά τήν Πατερική Θεολογία τοῦ π. Ἰωάννου τοῦ Ρωμανίδη. Νά μέ συγχωρεῖτε, ἄν κάποια ἦταν λίγο δυσνόητα, ἀλλά ἦταν καί μία ἀφορμή γιά νά προβληματιστοῦμε καί νά δοῦμε μέ μιά σύγχρονη ματιά ἑνός σύγχρονου μεγάλου θεολόγου καί τήν δική μας πραγματικότητα. Γιατί εἶναι πολύ σημαντικό νά γνωρίσουμε τόν ἑαυτό μας καί ὡς πρόσωπα καί ὡς σύγχρονη ἑλληνική κοινωνία, τό πῶς μεγαλώσαμε, ὥστε νά ἑρμηνεύσουμε καί γιατί ζοῦμε. Γιατί δέν ζοῦμε αὐτά τά ὁποῖα καλούμαστε νά ζήσουμε μέσα ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων. Γιατί τήν ἴδια ἐμπειρία πού ἔχουν οἱ Ἅγιοι, πρέπει νά ἔχουμε κι ἐμεῖς.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Ὁ νοῦς μου, ὅταν ἄκουσα γιά αὐτό τό παιδάκι νά λέει στήν μιά περίπτωση ὅτι ἀλλάζουμε κατά κάποιο τρόπο τίς συνήθειες γιά νά μή βαριόμαστε καί στήν ἄλλη περίπτωση ὅτι χιλιάδες φορές ἐξομολογούμαστε κάτι καί τό ξανακάνουμε… Σίγουρα αὐτό τό παιδάκι δέν ἔχει προλάβει νά ζήσει χιλιάδες φορές κάποια ἁμαρτία ἀλλά θά ἔχει ζήσει χιλιάδες φορές μέσα στό σπίτι του τήν ἁμαρτία τῶν γονέων του πού ἐξομολογοῦνται καί κάνουν πάλι τά ἴδια λάθη. Σίγουρα μέ θλίβει αὐτό τό γεγονός καί σκέφτομαι ὅτι πολλά χρόνια στό σπίτι μου εἴτε στό πατρικό μου εἴτε τώρα ἀλλάζαμε συνήθειες. Δηλαδή εἴχαμε τό τσουρέκι, τά αὐγά, τό κατσικάκι, τή μαγειρίτσα, γλέντια… οὔτε μετάνοια, οὔτε ἀγάπη ζούσαμε ἀπόλυτη καί αὐτό πάλι μέ θλίβει προσωπικά καί τό αἰσθάνομαι καί δέν ξέρω ἄν ποτέ καταφέρω νά βάλω στήν ζωή μου αὐτή τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἀγκαλιάζει τούς πάντες. Βλέπω καθημερινά εἴτε εἶμαι στό μοναστήρι εἴτε εἶμαι στό Ἅγιο Ὄρος εἴτε εἶμαι ὁπουδήποτε δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀγάπη καί δέν ὑπάρχει καί ἀπό ἀνθρώπους πού θεωροῦν, ὅπως καί ἐγώ κάποια στιγμή, ἐπειδή μπῆκα στόν δρόμο λίγο τοῦ Θεοῦ ὅτι εἶμαι καλύτερος. Μπορῶ νά πῶ ὅτι τό σκέφτηκα καί εἶμαι χειρότερος ἀπό αὐτούς πού δέν πᾶνε Ἐκκλησία… Θέλω νά μάθω ὑπάρχει τρόπος, ὑπάρχει ἐλπίδα νά ἀποκτήσουμε τήν μετάνοια, αὐτή τήν θλίψη, τήν καλή θλίψη, τήν λύπη γιά αὐτά πού ἔχουμε κάνει; Γιατί σίγουρα τά ἁμαρτήματα πού ἔχουμε κάνει γυρνᾶνε στό μυαλό μας. Δέν φεύγουν ποτέ ἀπό μέσα μας γιατί ἴσως λίγο θλιβόμαστε… καί ἀνησυχῶ, ὄχι γιά τό ἄν λυτρώσω τήν ψυχή μου, ἀλλά ὅταν φύγω ἀπό αὐτή τήν ζωή καί ἀνταμώσω τόν ἄγγελό μου πού δέν θά μπορεῖ νά δώσει λόγο στά δαιμόνια… Εἶναι δύσκολο…
Ἀπ. : Ναί, ὑπάρχει τρόπος. Οἱ Πατέρες μᾶς τό εἴπανε: εἶναι ἡ μνήμη τοῦ θανάτου. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος θυμᾶται τόν θάνατο, τότε ἔρχεται σέ μία κατάσταση νά ἐξετάσει τόν ἑαυτό του, νά δεῖ ποιός εἶναι καί νά διαπιστώσει τήν ἁμαρτωλότητά του, ὁπότε νά μπεῖ στήν διαδικασία κατ’ ἀρχήν νά παραδεχτεῖ τήν ἁμαρτωλότητά του. Νά παραδεχτεῖ ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, ὅτι ἔκανε λάθη, ὅτι ὅλος εἶναι ἕνα λάθος, ὅλη του ἡ ζωή εἶναι ἕνα λάθος, κάθε στιγμή του εἶναι καί μία ἁμαρτία. Ἀλλά, γιά νά μπεῖ σ’ αὐτή τήν διαδικασία, πρέπει νά θυμᾶται τόν θάνατο ὁ ἄνθρωπος.
Εἶναι ἡ μνήμη τοῦ θανάτου λοιπόν, ἡ ὁποία, μᾶς λένε οἱ Πατέρες, ὅτι ἀρχίζει νά βάζει τόν ἄνθρωπο στήν διαδικασία τῆς μετάνοιας. Θυμᾶσαι τόν θάνατο, ὁπότε ἀρχίζεις νά αὐτοερευνᾶσαι, νά αὐτοἐξετάζεσαι. Αὐτοεξεταζόμενος καί αὐτοερευνώμενος διαπιστώνεις ὅτι ἔχεις κάνει ὅλες τίς ἁμαρτίες, τά πάντα. Ὅταν ἔλεγαν οἱ Ἅγιοι, ὁ π. Παΐσιος τό ἔλεγε ὅτι ʿἔχω κάνει ὅλες τίς ἁμαρτίες᾽, δέν ἦταν σχῆμα λόγου αὐτό. Δέν τό ἔλεγαν ἔτσι ἀπό ταπεινολογία, τό πίστευαν. Μπορεῖ νά μήν τίς ἔχεις κάνει ἐν πράξει, ἐν σώματι, ἀλλά τίς ἔχεις κάνει κατά διάνοια. Ἐνῶ ὁ ἄλλος ἔρχεται στόν πνευματικό καί μόνο ἄν τοῦ πεῖ, μᾶλλον ἔχεις καί λίγο ὑπερηφάνεια, τότε λέει, μᾶλλον θά ἔχω λίγο… Δέν τό βλέπει! Ἐνῶ ἔχει ὀγκόλιθο μέσα του. Γιατί ἀκριβῶς ἔχει ξεχάσει τόν θάνατο, ἔχει ξεχάσει ὅτι θά δώσει λόγο στόν Θεό, ὅτι θά ἐξεταστοῦν τά πάντα. Ὄχι μόνο οἱ πράξεις καί οἱ σκέψεις καί οἱ ἐπιθυμίες, τά βαθύτερα τοῦ εἶναι μας.
Ρώτησα τά παιδάκια ποιός πιστεύει ὅτι δέν εἶναι καλός… Μέ κοιτάγανε… Ποιός πιστεύει ὅτι δέν εἶναι καλός; Καί ἀπό μᾶς ἐδῶ… Πάλι μοῦ εἶπε ἕνα παιδάκι κάτι πολύ σωστό… – Λέμε ὅτι δέν εἴμαστε καλοί, ἀλλά κατά βάθος(!) ὅλοι πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε καλοί! Καί εἶπε ἀλήθεια τό παιδί, ἔτσι εἶναι. Στό βάθος-βάθος ὅλοι πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε καλοί, ἄρα δέν ἔχουμε ἀνάγκη μετανοίας. Καταλάβατε; Ἄρα, τί εἴμαστε; Φαρισαῖοι εἴμαστε, ὄχι τελῶνες. Γι’ αὐτό καί δέν πενθοῦμε, δέν χτυπᾶμε τό στῆθος μας ὅπως ὁ τελώνης, δέν κλαῖμε… ἀλλά πᾶμε καί λέμε στόν πνευματικό ʿπάτερ, ἐγώ εἶμαι πολύ καλός, ἔχω κάνει αὐτές τίς ἐλεημοσύνες, ὁ παππούς μου ἦταν δεσπότης, ἐγώ πήγαινα παπαδάκι ἀπό μικρός στήν Ἐκκλησία᾽ κ.λ.π. Αὐτός τί εἶναι; Ἕνας σύγχρονος Φαρισαῖος. Γι’ αὐτό πᾶς στόν Θεό; Ἔτσι προσεύχεσαι στόν Θεό; Καί μετά περιμένεις νά δικαιωθεῖς; Θά κατακριθεῖς.
Ἐνῶ, ἄν εἴχαμε αὐτή τήν μνήμη τοῦ θανάτου ἀφενός καί ἀφετέρου τήν διαδικασία τῆς αὐτοεξέτασης, τῆς αὐτοέρευνας καί τῆς συνεχοῦς μετανοίας, δέν θά ἐπαναλαμβάναμε τίς ἁμαρτίες. Ὅπως οἱ Ἅγιοι. Δέν θυμᾶμαι ποιός ἅγιος εἶναι, πού μικρός εἶχε βρεῖ κάτω κάποια σύκα καί τά εἶχε πάρει καί αὐτό τό πράγμα τό θρηνοῦσε σέ ὅλη του τήν ζωή. Καί ὅταν τό θυμόταν λέει, ἐρχόταν σέ κατάσταση συντριβῆς μεγάλης, καί τό ἀξιοποιοῦσε γιά νά κλαίει. Λοιπόν, ἦταν δυνατόν αὐτός ὁ ἄνθρωπος νά κάνει ἄλλες ἁμαρτίες, ἀφοῦ θρηνοῦσε γιά αὐτή τήν μία; Ἐμεῖς θά λέγαμε τί πειράζει τώρα αὐτό; παιδικά πράγματα… καί μετά κάνουμε καί ἄλλα χειρότερα καί χειρότερα. Γιατί, ὅποιος δέν προσέχει στά μικρά, θά κάνει καί ἄλλα. Ἐνῶ βλέπετε οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς λένε ὅτι τό κατά Θεόν πένθος εἶναι φυλακτικόν τῶν ἁμαρτιῶν, δηλαδή προφυλάσσει τόν ἄνθρωπο, ὥστε νά μήν ἐπαναλάβει τίς ἁμαρτίες.
Βλέπετε μπαίνοντας στό Τριώδιο ἡ Ἐκκλησία ἀμέσως μᾶς δείχνει τόν τελώνη. Σηματοδοτεῖ καί χαρακτηρίζει ὅλο τό Τριώδιο ὁ τελώνης. Σοῦ λέει: νά, κοίταξε, μπαίνουμε στήν περίοδο τῆς μετανοίας, πάρε τό πρότυπό σου. Τό πρότυπό σου εἶναι ὁ τελώνης. Μοιάσε σ’ αὐτόν καί θά σωθεῖς. Μᾶς βάζει ἀμέσως στό πνεῦμα ἡ Ἐκκλησία. Λοιπόν, παίρνεις αὐτό τό πρότυπο καί μετά ζεῖς θρηνώντας. Ἀλλά αὐτός ὁ θρῆνος δέν εἶναι κατάθλιψη κοσμική. Εἶναι κατά Θεόν λύπη, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στήν κατά Θεόν παρηγορία, κατά τό «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοί παρακλήθησονται» (Ματθ. 5,4). Παράκλησις εἶναι ἡ παρηγοριά καί παράκλητος εἶναι ὁ παρηγορητής. Θέλεις νά βρεῖς παρηγοριά στήν ζωή σου; Ψάχνουν παρηγοριά καί δέν βρίσκουν οἱ ἄνθρωποι, γιατί τήν ψάχνουνε ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει, σέ πρόσωπα… στόν σύζυγο, στήν σύζυγο, στά παιδιά, στά χρήματα… Δέν ὑπάρχει ἐκεῖ παρηγοριά. Ἡ παρηγοριά ὑπάρχει στό κατά Θεόν πένθος, δηλαδή στήν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἑλκύεται ἀπό τό κατά Θεόν πένθος. Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει αὐτό τό κατά Θεόν πένθος, γίνεται ἕνα μεγαλειῶδες πράγμα. Ξέρετε τί γίνεται; Ὁ Θεός τίς ἁμαρτίες σου, τό λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, τίς λογαριάζει ὡς μή γενόμενες, δηλαδή σάν νά μήν τίς ἔκανες! Εἶναι πολύ σπουδαῖο πράγμα αὐτό καί πολύ παρήγορο. Ὅπως ἕνας πατέρας βλέπει τό παιδί του πού λέει: μπαμπά συγχώρεσέ με, ἔκανα αὐτό, συγχώρεσέ με.. Ἔ, τότε τί θά κάνει ὁ πατέρας; Θά τοῦ πεῖ: Ἐντάξει παιδάκι μου, σταμάτα, δέν θέλω νά κάνεις ἔτσι… Σάν νά μήν τό ἔκανες, τελείωσε… Ἔτσι κάνει καί ὁ Θεός. Πολύ περισσότερο κάνει ὁ Θεός, ὅταν ὁ ἄνθρωπος θρηνεῖ ἔτσι μπροστά στόν Θεό. Νά ποιό εἶναι τό κατά Θεόν πένθος. Δηλαδή, ἐκτός τοῦ ὅτι σέ προφυλάσσει ἀπό τό νά μήν τό ξανακάνεις, ὁ Θεός τίς ἀμαρτίες σου τίς θεωρεῖ ὡς μή γενόμενες.
Εἴπατε ἔχω κάνει πολλές. Ὄντως, ἔχουμε κάνει πάρα πολλές. Ὅμως μέ αὐτό τόν τρόπο φτάνεις στό σημεῖο νά σοῦ πεῖ ὁ Θεός «ἐντάξει, δέν ἔκανες τίποτα, εἶσαι καθαρός, μήν τό ξανασκεφτεῖς, τελείωσε». Ἐμεῖς, ὅμως, θά τό ξανασκεφτόμαστε, γιά νά μήν ξανακάνουμε τά ἴδια, γιατί εἴμαστε πολύ ἐπιρρεπεῖς στήν ἐπανάληψη. Ἄρα ἡ μέθοδος εἶναι αὐτή: μνήμη θανάτου, κατά Θεόν πένθος, ὁπότε ἔρχεται ἡ θεία παρηγορία. Ἐνῶ βλέπετε ἡ κοσμική, ἡ διαβολική μέθοδος εἶναι τό ἀντίθετο: «ξέχνα τόν θάνατο, μήν μιλᾶς γιά θάνατο». Ὅπως ἔλεγε μία πεθερά «ἐδῶ δέν θά μιλᾶς ποτέ γιά θάνατο, μόνο γιά νύφες, γιά γάμους κ.λ.π.». Γιατί ἄν μιλᾶς γιά αὐτά στό σπίτι, θά ζήσεις αἰώνια χαρούμενος. Ἀνοησίες! Ἀλλά αὐτή εἶναι ἡ κοσμική μέθοδος, μή μιλᾶς γιά θάνατο, χτύπα ξύλο, γιά πένθος θά μιλᾶμε καί θά κλαῖμε τίς ἁμαρτίες;… χαρά, ξεφάντωμα… Ἀλλά αὐτό δέν σοῦ δίνει τήν παρηγορία. Ἡ κοσμική χαρά ὁδηγεῖ στήν ἀηδία καί στήν ἁμαρτία καί στήν ἐπανάληψη τῆς ἁμαρτίας καί στήν ἀπελπισία τελικά καί στήν αὐτοκτονία πολλές φορές, γιατί ὁ ἄνθρωπος διαπιστώνει συνεχῶς τήν ἁμαρτωλότητά του. Ἡ συνείδηση δέν σταματᾶ νά ἐλέγχει τόν ἄνθρωπο, ὅσο κι ἄν προσπαθεῖ νά τήν καλύψει, νά τήν καπακώσει, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος πού μιλοῦσε γιά «καπακωμένη συνείδηση», ὅμως αὐτό κάποια στιγμή θά ξυπνήσει. Ἡ συνείδηση εἶναι πού αἰώνια θά βασανίζει τόν ἄνθρωπο καί στήν ἄλλη ζωή καί τελικά ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο σέ μία ζωή πού δέν ἔχει καθόλου μά καθόλου παρηγοριά. Καί βλέπεις τούς ἀνθρώπους τούς κοσμικούς τούς καημένους πού εἶναι τελείως ἀχαρίτωτοι, τελείως χωρίς χαρά, τελείως ἀπελπισμένοι, κενοί, ἄδειοι. Θυμᾶμαι ἕνα ποιήμα πού κάναμε στό σχολεῖο, πού ἴσως δέν ὑπάρχει καί κατέληγε ὁ ποιητής ἐκεῖ, ἕνας μεγάλος ποιητής, νομίζω ὁ Σεφέρης, «…ἕνα κενό»! Ἔλεγε γιά τόν ἑαυτό του, περιδιάβαινε κάποια ἐρείπια ἀρχαίας πόλης καί κατέληγε σ’ αὐτό, ἕνα κενό. Ζοῦσε τό ὑπαρξιακό του κενό καί τό ὁμολογοῦσε ὁ ἄνθρωπος ὅτι εἶμαι ἄδειος. Ὁ ἄνθρωπος χωρίς τόν Θεό εἶναι ἄδειος ἤ, γιά νά ποῦμε πιό σωστά, εἶναι γεμάτος μέ πονηρά πνεύματα, μέ τά πάθη του καί μέ τίς κακίες του, τά ὁποῖα ὄχι παρηγοριά δέν δίνουνε ἀλλά τό ἀντίθετο, ἀπελπισία καί αὐτοκτονία ἀκόμα.
Ἐρ. : Εὐλογεῖτε πάτερ. Πολλές φορές βλέπουμε γύρω μας πολλά στραβά πού συμβαίνουν στήν Ἐκκλησία μας, σέ ἱερεῖς, σέ θεολόγους, ὅπως εἴπατε, πού ἦταν λανθασμένοι, τό κατηχητικό… Καί λέω ὁ λογισμός μου εἶναι, τά βλέπω ἔτσι ἐγώ.. Πολλά ἔχω δεῖ. Πῶς τό ἀντιμετωπίζουμε αὐτό; Εἶναι πράγματι ἔτσι τά πράγματα; Δέν πᾶμε καλά; Ποῦ βαδίζουμε δηλαδή; Ποῦ βαδίζει, πῶς νά τό πῶ; Ἡ πίστη μας, ἡ Ἐκκλησία μας, ἡ Ὀρθοδοξία μας;
Ἀπ. : Καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος τά ἔβλεπε καί ὅλοι οἱ ἅγιοί μας τά βλέπανε. Ἀλλά τί λέει ὁ Χριστός μας; «Βγάλε πρῶτα τό δοκάρι ἀπό τό μάτι σου καί τότε θά δεῖς νά βγάλεις καί τήν ἀγκίδα ἀπό τό μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Ματθ. 7,3). Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι πρέπει νά εἴμαστε ἀδιάφοροι. Καί γιά τά ἐθνικά μας θέματα καί πολύ περισσότερο γιά τά ἐκκλησιαστικά μας θέματα πρέπει νά ἐνδιαφερόμαστε. Οἱ ἅγιοι τόνιζαν ὅτι κάθε πιστός εἶναι ὑπεύθυνος γιά ὅλη τήν Ἐκκλησία. Μήν περιμένουμε μόνο ἀπό τόν ἐπίσκοπο ἤ ἀπό τόν ἱερέα. Πρέπει νά ἐνδιαφερόμαστε γιά ὅλη τήν Ἐκκλησία. Ἀλλά πῶς νά ἐνδιαφερθεῖ κανείς, ἐάν δέν συνειδητοποιεῖ τήν ἁμαρτωλότητά του πρῶτον καί δεύτερον ὅτι καθετί πού κάνει ἔχει ἀντίκτυπο σ’ ὅλη τήν Ἐκκλησία. Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα. Ἡ πορνεία. Δέν εἶναι ἁπλῶς μία ἠθική παράβαση, μία ἀνηθικότητα, ἀλλά εἶναι μία βλάβη στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στήν Ἐκκλησία. Ἕνας πού πορνεύει δηλαδή, δέν κάνει κακό μόνο στόν ἑαυτό του ἤ καί στό ἄλλο πρόσωπο τό ὁποῖο συμπράττει καί κάνουν μαζί τήν ἁμαρτία, ἀλλά βλάπτει ὅλη τήν Ἐκκλησία, γιατί αὐτό τό μυστήριο τοῦ γάμου λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, τό Ἅγιο Πνεῦμα δηλαδή, «μέγα ἐστίν, ἐγώ δέ λέγω εἰς Χριστόν καί εἰς τήν ἐκκλησίαν» (Ἐφ. 5,32). Καί «ὅποιος γίνεται ἕνα μέ τήν πόρνη, τά μέλη τοῦ Χριστοῦ τά κάνει πόρνης μέλη» (Α΄Κορ. 6,16), ὁπότε ἀποκόπτεται ἀπό τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὑπαρξιακά δηλαδή αὐτοκτονεῖ. Κόβεται ἀπό τή ρίζα τῆς ζωῆς πού εἶναι ὁ Χριστός. Τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλά καί κολοβώνει τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἀπό ἕνα μέλος. Βλάπτει δηλαδή ὅλη τήν Ἐκκλησία. Ἐνῶ δηλαδή ἐσύ καλεῖσαι νά γίνεις ἅγιος καί νά ἀνεβάσεις, θά λέγαμε, συνολικά ὅλη τήν τοπική Ἐκκλησία μέ τήν ἁγιότητά σου, ὅπως τό ἔκανε ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἄς ποῦμε, πού μᾶς βοήθησε καί μᾶς βοηθάει καί θά μᾶς βοηθάει στήν αἰωνιότητα, ἔτσι ὀφείλουμε νά κάνουμε ὅλοι μας, ἀντί νά κάνεις αὐτό λοιπόν, ἐσύ κάνεις τό ἀνάποδο.
Ἄν δέν τό συνειδητοποιήσεις αύτό, μετά πῶς νά φωνάξεις καί νά πεῖς γιά τόν Οἰκουμενισμό, γιά τίς αἱρέσεις κ.λ.π.; Ὅταν ἐσύ ὁ ἴδιος δέν ἔχεις συνειδητοποιήσει τόν ἀντίκτυπο τῶν πράξεών σου σ’ ὅλη τήν Ἐκκλησία; Γιατί ὅ,τι κάνουμε ἔχει θά λέγαμε ἐκκλησιολογικές συνέπειες. Ὅταν εἶναι καλό, βοηθάει ὅλη τήν Ἐκκλησία, ὅταν εἶναι κακό, καταβαραθρώνει πάλι ὅλη τήν Ἐκκλησία. Καί ὅταν μετά διαπιστώνεις τό κακό στόν ἄλλον, ἔχοντας σωστή ἐκκλησιολογική συνείδηση, θά βλέπεις καί τόν ἄλλο μέ συμπάθεια. Ἐμεῖς κατακεραυνώνουμε τόν Οἰκουμενισμό ἀλλά ἀγαπᾶμε τούς Οἰκουμενιστές καί τούς Πατριάρχες μας καί ὅλους ὅσοι παρεκτρέπονται. Δέν τούς βλέπουμε ὡς ἀντιπάλους μας, ἀλλά ὡς πάσχοντα μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καί πονᾶμε γιά αὐτά. Καί πρέπει νά πονᾶμε. Ὁπότε μετά, φωτίζεσαι ἀπό τόν Θεό νά ἐνεργήσεις σωστά, ἐκκλησιολογικά σωστά, γιατί πολλές φορές προσπαθώντας νά θεραπεύσεις ἕνα κακό μπορεῖ νά προξενήσεις μεγαλύτερο κακό. Ἕνας πού ἔχει δοκάρι στό μάτι του καί πάει νά βοηθήσει τόν ἄλλο, μπορεῖ μέ τό δοκάρι πού ἔχει νά στραβώσει καί τόν ἄλλον χειρότερα. Θέλει, δηλαδή, καί σωστό τρόπο. Ἀλλά αὐτόν τόν σωστό τρόπο θά τόν ἐμπνευστοῦμε, ὅταν ἔχουμε μπεῖ σ’ αὐτή τήν διαδικασία πού μᾶς λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ, τῆς θέωσης. Ἀπό ἐκεῖ πρέπει νά ξεκινήσουμε, ἀπό τήν μετάνοια, ἀπό τήν προσωπική μας μετάνοια. Καί τότε ἡ ἴδια μας ἡ ζωή θά μιλήσει καί στούς ἄλλους γιά μετάνοια. Ἕνας ἄνθρωπος πού μετανοεῖ, πού ζεῖ σωστά, καί μόνο πού κυκλοφορεῖ εἶναι κήρυγμα μετανοίας γιά τούς ἄλλους. Μπορεῖ νά μήν λέει καί τίποτα, ἀλλά μόνο ἡ παρουσία του ἐμπνέει καί τούς ἄλλους.
Βλέπουμε πῶς εἶναι οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Ταπεινοί, ἁπλοί, φτωχοί, γεμάτοι ἀγάπη, γεμάτοι καλοσύνη… Φαίνεται ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Αὐτόν ὅλοι τόν παραδέχονται ἀκόμα καί οἱ ἐχθροί του.
Ἐρ. : Βεβαίως, συμφωνῶ πάτερ μου. Ὁ ἁπλός πιστός χριστιανός νά κάνει τόν ἀγῶνα του, νά προσπαθήσει νά μετανοήσει κ.λ.π. Ὅταν κάποιοι δάσκαλοι, καταλαβαίνετε τί ἐννοῶ, αὐτοί πού θά μᾶς διδάξουν, πού θά μᾶς δείξουν τόν δρόμο.. πολλές φορές βλέπουμε κακά παραδείγματα.. ἐκεῖ θέλω νά ἑστιάσω. Γιατί νά συμβαίνουν; Γιατί νά εἶναι ἔτσι τά πράγματα;
Ἀπ. : Ἐκεῖ θά κάνουμε αὐτό πού εἶπε ὁ Χριστός: κατά τά λόγια τους θά κάνουμε -ὅταν εἶναι σωστά βέβαια, γιατί τώρα δέν λένε καί σωστά λόγια- ἀλλά κατά τά ἔργα τους δέν θά κάνουμε. Καί ὁ Κύριος εἶχε στήν ἐποχή του τούς δασκάλους, οἱ ὁποῖοι δέν ζοῦσαν σωστά καί οἱ ὁποῖοι Τόν σταύρωσαν. Οἱ γραμματεῖς καί οἱ φαρισαῖοι, οἱ θρησκευόμενοι ἄνθρωποι καί μάλιστα οἱ κορυφές τῶν θρησκευομένων ἀνθρώπων Τόν σταύρωσαν. Τί εἶπε ὅμως στόν λαό; Τούς εἶπε, χωριστεῖτε, φύγετε; Σκοτῶστε τους, τούς εἶπε; «Κατά τά λόγια τους νά κάνετε, κατά τά ἔργα τους νά μήν κάνετε» (Ματθ. 23,3). Γιατί καί ὁ λαός δέν ἦταν χαζός, ἔβλεπε. Καταλάβαινε ὅτι αὐτοί ἦταν ὑποκριτές. Λέγανε μέν τά σωστά ἀλλά στήν ζωή τους ζοῦσαν ἀνορθόδοξα, ἀντίθετα. Αὐτό θά κάνουμε.
Γιά τό δογματικό θέμα, οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς εἶπαν ὅτι ἐκεῖ ἐπιτρέπεται καί ἐπιβάλλεται ἡ δημόσια καταγγελία. Ὅταν εἶναι θέμα πίστεως καί ὁ ἄλλος γυμνή τῆ κεφαλῆ, εἶναι ἀρχιερέας, εἶναι ἱερέας… κηρύσσει αἵρεση, ἐκεῖ ὀφείλουμε νά διαμαρτυρηθοῦμε καί νά καταγγείλουμε τήν αἵρεση δημόσια. Ὅταν εἶναι ὅμως θέμα βίου, θέμα ζωῆς, ἠθικῆς δηλαδή, ἐκεῖ δέν τό δημοσιοποιοῦμε, γιά νά μήν γίνει χειρότερος σκανδαλισμός στό σύνολο τῆς Ἐκκλησίας. Τό σκεπάζουμε. Ἀλλά βέβαια προσπαθοῦμε τόν ἴδιο προσωπικά νά τόν βοηθήσουμε, ἄν μποροῦμε καί ὅσο μποροῦμε, νά μετανοήσει. Αὐτή εἶναι ἡ διάκριση.
Ἐρ. : Εὐλογεῖτε πάτερ. Θέλω νά ρωτήσω πάνω στήν πρώτη ἐρώτηση, ὅταν μετανοοῦμε καί πᾶμε νά ἐξομολογηθοῦμε αὐτό πού μᾶς βαραίνει, ἐλαφραίνει ἡ καρδιά, χαιρόμαστε… Μετά, ὅμως, ἐγώ προσωπικά, πάλι ἀρχίζω καί στενοχωριέμαι γιά τήν συγκεκριμένη ἁμαρτία. Πρέπει νά ἔχω τήν στενοχώρια ἤ κάτι δέν κάνω σωστά ἐγώ;
Ἀπ. : Θά τήν ἔχουμε τήν στενοχώρια ἀλλά χωρίς τήν ἀπελπισία καί χωρίς τήν ἰδέα ὅτι δέν συγχωρεθήκαμε. Συγχωρεθήκαμε. Ἀλλά ὅμως λυπούμαστε, ἔχουμε τό κατά Θεόν πένθος, καλλιεργοῦμε τό κατά Θεόν πένθος, γιά νά μήν ξαναπέσουμε. Ὑπάρχει διαφορά. Ὑπάρχει ἡ ἐγωιστική λύπη: «πῶς τό ἔπαθα ἐγώ νά πέσω σ’ αὐτό τό πράγμα;». Αὐτό εἶναι ἐγωισμός, εἶναι ὑπερηφάνεια. Θά πεῖς: τέτοιος πού εἶμαι, τέτοια ἔκανα. Τί πιό φυσικό νά πέσω ἔτσι πού ἔπεσα;! Ὅμως θρηνῶ καί ζητάω τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό πρέπει νά τό κάνουμε.
Βεβαίως σέ καμιά περίπτωση δέν θά πιστεύουμε ὅτι δέν συγχωρεθήκαμε. Γιατί πολλοί ἀμφιβάλουν καί τό λένε, τό ξαναλένε… Ὄχι, αὐτό εἶναι ἀπιστία στό μυστήριο. Συγχωρεθήκαμε. Ὁ Θεός πάντοτε μᾶς συγχωρεῖ.
Ἐρ. : Δηλαδή, φεύγω ἀπό ἐδῶ μέ χαρά καί μέχρι νά πάω στό σπίτι μέ ἔχει πιάσει ἡ στενοχώρια…
Ἀπ. : Ὄχι. Στενοχώρια πού δέν ἔχει ἐλπίδα εἶναι ἀπό τόν διάβολο καί δέν τήν δεχόμαστε. Ἡ κατά Θεόν λύπη ἔχει μέσα της ἐλπίδα. Ὅταν βλέπετε μέσα σας ἄγχος, ἀγωνία καί κατάθλιψη, αὐτή δέν εἶναι κατά Θεόν λύπη. Εἶναι διαβολική λύπη.
Ἐρ. : Πατέρα Σάββα μέ ὅλο τόν σεβασμό, μπορῶ νά κάνω μία ἐρώτηση πού δέν ἔχει σχέση μέ τό θέμα;
Ἀπ. : Ὅ,τι θέλετε. Πέστε…
Ἐρ. : Ἐπειδή εἴχαμε προηγουμένως μιά συζήτηση, τό βάπτισμα μπορεῖ νά σέ ἀπάλλάξει ἀπό τίς ἁμαρτίες, ἐάν μόνο βαπτιστεῖς καί ἡ μετέπειτα πορεία τῆς ζωῆς σου δέν ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό;
Ἀπ. : Ὑποτίθεται ὅτι μετανοεῖς ὅταν βαπτίζεσαι καί ἀποφασίζεις νά ἀλλάξεις ζωή. Γι’ αὐτό βλέπετε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος πού βάπτιζε ἐν ὕδατι καί ὄχι ἐν πνεύματι, τούς ἔλεγε «γεννήματα ἐχιδνῶν, γεννήματα ὀχιῶν, ποιός σᾶς εἶπε νά ’ρθεῖτε ἐδῶ; νά ποιήσετε ἔργα ἄξια τῆς μετανοίας», (Ματθ. 3,7-8) γιά νά σᾶς δεχτεῖ ὁ Θεός. Δέν ἀρκεῖ τό βάπτισμα μαγικά. Δέν μᾶς σώζει μαγικά τό βάπτισμα. Ἄν δέν μετανοήσουμε, φυσικά δέν σωζόμαστε καί βαπτισμένοι νά εἴμαστε. Δέν ἐνεργεῖ μαγικά. Ὑποτίθεται ὅτι μετανοοῦμε, γι’ αὐτό καί, καλά ὅταν εἶναι βρέφος δέν μπορεῖ νά ἐξομολογηθεῖ, ὅταν εἶναι μεγάλος πρέπει νά ἐξομολογηθεῖ πρῶτα, πρίν βαπτιστεῖ. Καί φυσικά δέχεται κατήχηση καί δέν πρέπει νά βιαζόμαστε. Στήν ἀρχαία Ἐκκλησία οἱ κατηχούμενοι ἔμεναν τρία χρόνια μέχρι νά βαφτιστοῦν. Ἀφοῦ ὁμολογήσει τήν πίστη ὁ ἄνθρωπος καί φυσικά ἀλλάξει ζωή… Δέν μπορεῖ λ.χ. νά συζεῖ καί νά θέλει νά βαφτιστεῖ. Πῶς νά βαφτιστεῖς; Πρέπει νά σταματήσεις νά συζεῖς, νά σταματήσεις νά πορνεύεις δηλαδή καί τότε θά μπορέσεις νά βαφτιστεῖς.
Ἐρ. : Τά παιδιά βαφτίζονται μικρά. Δέν γίνεται ὅπως παλιά. Στήν πορεία ὅμως ἡ ζωή κάποιου ἀποδεικνύει ὅτι δέν ἔχει καμία σχέση μέ τόν Θεό καί κάποιοι ὑποστήριζαν ὅτι ἐπειδή εἶναι βαπτισμένος σώζεται…
Ἀπ. : Δέν σώζεται, ἐάν δέν μετανοήσει. Δέν ἐνεργεῖ μαγικά. Γι’ αὐτό οἱ Πατέρες μας καί ὁ Χριστός μας, μᾶς ἔδωσε τό δεύτερο βάπτισμα πού εἶναι τῶν δακρύων. Αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως τό κατά Θεόν πένθος, εἶναι τό βάπτισμα τῶν δακρύων, τῆς μετανοίας. Δέν εἶναι τά δάκρυα μόνο τήν ὥρα πού ἐξομολογούμαστε ἤ λίγο πρίν, ἀλλά ὅλη μας τή ζωή πρέπει νά τήν περάσουμε μέ δάκρυα. Γι’ αὐτό καί ἡ ζωή ἐδῶ δέν εἶναι ζωή χαρᾶς, μέ τήν ἔννοια τῆς κοσμικῆς χαρᾶς καί τοῦ ξεφαντώματος, εἶναι ζωή δακρύων καί μετανοίας. Γι’ αὐτό βλέπετε οἱ Ἅγιοι ἔκαναν καί αὐλάκια στά μάτια τους ἀπό τά πολλά δάκρυα. Καί ὁ Κύριος μακάρισε τό πένθος. Ἀλλιῶς θά μᾶς ἔλεγε: μακάριοι οἱ ξεφαντώνοντες, ἄς ποῦμε… Δέν τό εἶπε. Εἶπε «μακάριοι οἱ πενθοῦντες» (Ματθ. 5,4). Ἔτσι εἶπε.
Ἀλλά ὁ διάβολος λέει «μακάριοι οἱ ξεφαντώνοντες»… τώρα πού εἶναι καί Τριώδιο εἶναι καί πιό κατάλληλη ἐποχή… Ἔχει τό ἀντι-τριώδιο ὁ διάβολος. Θά σέ βάλει νά ἀλλοιώσεις τό πρόσωπό σου, πού εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί νά κάνεις αὐτή τήν βλασφημία. Εἶναι βλασφημία, ὅταν κάποιος ἀλλοιώνει τό πρόσωπό του εἴτε ἄνδρας εἶναι εἴτε γυναίκα. Καί μία γραμμή νά βάλεις δέν ἐπιτρέπεται. Εἶναι σάν νά πηγαίνεις στήν εἰκόνα, ἐδῶ πού ἔχουμε τόν Ἅγιο Πέτρο καί νά λές κάτσε νά βάλω καί ἐγώ μιά γραμμούλα… Εἶναι βλασφημία, εἶναι ἀσέβεια. Δέν ἀλλοιώνουμε τό πρόσωπό μας.
Πολύ περισσότερο δέν καλύπτουμε τό πρόσωπό μας μέ μάσκες κ.λ.π. ὅπως κάνουν στά καρναβάλια, γιά νά καλύψουν τίς ἁμαρτίες τους. Νομίζουν ὅτι τίς καλύπτουνε. Καί πολύ περισσότερο ὅλα τά ἄλλα, τά ὁποῖα ἀπαγορεύει ἡ Ἐκκλησία μας, τούς χορούς καί τά σατανικά τραγούδια καί ὅλα αὐτά πού νομίζω τά γνωρίζετε. Αὐτό ἔλεγα καί στά παιδιά, γιατί αὐτό ἔχει ἐπεκταθεῖ καί στά σχολεῖα. Ἐπίσημα πλέον τά σχολεῖα κάνουν ἀποκριάτικα πάρτυ καί γιορτές καί τέτοια. Τούς εἶπα καί τό λέω καί σέ σᾶς, ὅτι ἔχει εὐλογία ἐκείνη τήν ἡμέρα νά μήν πᾶτε στό σχολεῖο. Νά μήν πῶ ἐντολή… Καλύτερα νά πᾶνε μία ἐκδρομή μαζί σας, κάπου… ἤ καί μέσα στό σπίτι νά καθήσουν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...