Σκέφθηκα νά ποῦμε
μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν εὐχή τοῦ π. Θεοδώρου καί τοῦ Σεβασμιωτάτου,
ἕνα θέμα κάπως εἰσαγωγικό γιά τήν Ἐκκλησία καί ποιός εἶναι ὁ ρόλος τῆς
Ἐκκλησίας. Γιατί δηλαδή ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία. Ἴσως εἶναι κάτι πού δέν
εἶναι πολύ ξεκαθαρισμένο μέσα μας. Πολλοί ἔχουν τήν Ἐκκλησία σάν κάτι
καλό καί λένε: «καλό εἶναι νά πηγαίνει κανείς στήν Ἐκκλησία».
– Τί γίνεται ὅμως τελικά μέσα στήν Ἐκκλησία; Γίνεται κάτι οὐσιαστικό σέ μᾶς;
Οἱ Πατέρες λένε ὅτι
σωζόμαστε ἐντός τῆς Ἐκκλησίας καί, ὅποιος εἶναι ἐκτός, δέν μπορεῖ νά
σωθεῖ. Γιατί ἄραγε; Τί ρόλο παίζει ἡ Ἐκκλησία δηλαδή; Γιατί ὑπάρχει ἡ
Ἐκκλησία; Οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς εἶπαν ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα ἰατρεῖο.
Τί ἰατρεῖο; Σωμάτων ἤ ψυχῶν; Προφανῶς ψυχῶν. Κατεξοχήν. Γιατί σωμάτων
ξέρουμε εἶναι τά νοσοκομεῖα. Ἀλλά ὅταν κανείς θεραπεύσει τήν ψυχή,
θεραπεύει πολλές φορές καί τό σῶμα.
Καί ὁ Χριστός μας εἶπε ὅτι ἡ
ἀρρώστια τῆς ψυχῆς δημιουργεῖ ἀρρώστια καί στό σῶμα. Γι’ αὐτό εἶπε: «ἴδε
ὑγιής γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μή χεῖρόν σοί τι γένηται» (Ἰω.
5,14). Μήν ξαναμαρτήσεις, γιά νά μή σοῦ γίνει τίποτα χειρότερο ἀπό αὐτό
πού ἤδη εἶχες, τήν παραλυσία. Πού σημαίνει ὅτι ἡ παραλυσία ἦταν
ἀποτέλεσμα ἁμαρτιῶν. Ἀρχικά δηλαδή εἶχε ἀρρωστήσει ἡ ψυχή καί μετά ἔγινε
παράλυτος. Ὁ Χριστός τοῦ θεράπευσε τό σῶμα καί τοῦ λέει «πρόσεξε μήν
ξαναμαρτήσεις νά μήν πάθεις κάτι χειρότερο ἀπό τήν παραλυσία».
Γνωρίζουμε ἐπίσης
καί τά λεγόμενα ψυχοσωματικά νοσήματα πού ὑπάρχουν ὡς ὅρος στήν ἰατρική
καί ἔχουν ὡς αἰτία τήν ψυχή καί ὄχι τό σῶμα. Γιά παράδειγμα, τό ἕλκος
τοῦ δωδεκαδακτύλου ἤ τοῦ στομάχου ἔχει ὡς αἰτία τό ἄγχος. Δέν ἔχει αἰτία
σωματική ἤ κάποιο μικρόβιο. Βρίσκουν καί κάποια μικρόβια, ἀλλά κύρια
αἰτία λένε οἱ γιατροί εἶναι τό ἄγχος, τό στρές, ἀρρωσταίνει ἡ ψυχή. Οἱ
ἅγιοι Πατέρες λένε πώς τό ἄγχος δέν εἶναι ἀθῶο. Εἶναι ὀλιγοπιστία στόν
Θεό, ἡ ὁποία ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά ἔρχεται ὁ διάβολος καί νά δημιουργεῖ
καταστάσεις οἱ ὁποῖες βλάπτουν ὄχι μόνο τήν ψυχή ἀλλά καί τό σῶμα. Ἡ
Ἐκκλησία εἶναι ἕνα ἰατρεῖο τῶν ψυχῶν.
– Πῶς μᾶς γιατρεύει ἡ Ἐκκλησία;
Ἄς ποῦμε λίγα
πράγματα κατ’ ἀρχάς γιά τό πῶς εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Διότι γιά νά δοῦμε τήν
ἀρρώστια καί τήν θεραπεία, θά πρέπει νά δοῦμε ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος,
ποιά εἶναι τά συστατικά μας, πῶς μᾶς ἔφτιαξε ὁ Θεός. Νομίζω πώς ὅλοι
γνωρίζουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι φτιαγμένος ἀπό τόν Θεό κατ᾿ εἰκόνα καί
καθ᾿ ὁμοίωση. Ἀπό τό σχολεῖο ἀκόμα τό ἔχουμε ἀκούσει αὐτό, ὅτι ὁ
ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος κατ᾿ εἰκόνα, δηλαδή μέ πρότυπο τόν Χριστό καί
καθ᾿ ὁμοίωση, πού σημαίνει ὅτι πάλι ὁ προορισμός του εἶναι νά ὁμοιάσει,
νά γίνει ὅμοιος μέ τόν Θεό. Αὐτό οἱ Πατέρες τό ὀνομάζουν θέωση.
– Ὁπότε, ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου;
Εἶναι νά γίνει
θεός. Θά πεῖτε: – Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός μας; Αὐτός εἶναι. – Τόσο ὑψηλό
σκοπό μᾶς ἔχει βάλει ὁ Θεός; Ναί, ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά γίνει
ὅπως εἶναι ὁ Θεός.
– Μποροῦμε νά γίνουμε ὅμως κατά φύση θεοί;
Ὄχι, ἀλλά γινόμαστε
θεοί κατά χάρη κι αὐτό εἶναι τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας: νά μᾶς κάνει θεούς
κατά χάρη. Τί θά πεῖ τώρα κατά χάρη; Χαριστικά. Ὄχι ὅτι θά γίνουμε ὅπως ὁ
Θεός κατ’ οὐσίαν, ἀλλά κατά χάρη. Θά ἔχουμε δηλαδή ὅλα τά τοῦ Θεοῦ,
ὅ,τι εἶναι καί ὁ Θεός, ἐκτός, ὅπως λέει ἕνας ἅγιος, ἀπό τήν κατ’ οὐσία
ταυτότητα. Δέν ἔχουμε τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, γιατί ἄν παίρναμε καί τήν
οὐσία θά γινόμασταν ὅλοι κατ’ οὐσίαν θεοί καί θά ὑπῆρχαν πάρα πολλοί
θεοί. Θά εἴχαμε πολυθεΐα. Γινόμαστε κατά χάρη, δηλαδή μετέχουμε στίς
ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Θεός λέμε εἶναι
ἀγάπη. Τό λέει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστίν» (Ἰω. 4,8). Τί
σημαίνει τώρα νά γίνω ὅμοιος μέ τόν Θεό; Νά γίνω καί ἐγώ ἀγάπη. Ὄχι
ἁπλῶς νά ἔχω ἀγάπη, ἀλλά νά γίνω ἀγάπη. Δηλαδή ἡ ἐνέργειά μου νά εἶναι
ἀγάπη. Νά μή βγάζω ἄλλη ἐνέργεια ἀντίθετη, μίσος, ἔχθρα, ζήλεια… Αὐτά
δέν τά ἔχει ὁ Θεός. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, πού μοιάζει στόν Θεό, ἔχει κι
αὐτός τίς ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ. Ἄρα ἔχει ἀγάπη.
Ὁ Θεός ἀκόμα, λέει
ἕνας σύγχρονος ἅγιος, ὁ ἅγιος Σιλουανός, εἶναι ταπείνωση. Ἄλλη ἰδιότητα
τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ταπείνωση. Ὁπότε καί ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ εἶναι κι αὐτός
ταπεινός. Μοιάζει στόν Θεό καί σ’ αὐτό. Ὁ Θεός, λέει πάλι ἡ Ἁγία Γραφή,
εἶναι φῶς καί ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ εἶναι φῶς. Εἶναι ὁ ἴδιος φωτεινός καί
φωτίζει καί τούς ἄλλους.
Κάποτε ἕνας ἅγιος
Ρῶσος, ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, συζητοῦσε μέ ἕναν ἔμπορο τόν
Μοτοβίλωφ μέσα στό χιόνι στό ἀσκητήριο τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ στή Ρωσία καί ὁ
Μοτοβίλωφ ζητοῦσε νά τοῦ ἐξηγήσει: – Τί εἶναι αὐτό τό πράγμα πού λένε
ὅτι ὁ Θεός εἶναι φῶς, γιατί δέν μπορῶ νά τό καταλάβω. Ὁ Ἅγιος δέν τοῦ
εἶπε τίποτα, ἀλλά προσευχήθηκε καί ἐκείνη τήν ὥρα πού προσευχόταν ἔλαμψε
ὁλόκληρος καί τό πρόσωπό του ἔγινε σάν τόν ἥλιο. Λέει: – Γέροντα δέν
μπορῶ νά σέ κοιτάξω, ἀστράφτει τό πρόσωπό σου σάν τόν ἥλιο. Τί ἔγινε; –
Τί αἰσθάνεσαι; τοῦ λέει. – Αἰσθάνομαι, λέει, πάρα πολύ ὡραῖα, πολύ
μεγάλη χαρά, ἀγαλλίαση καί σέ βλέπω μέσα στό φῶς. Αἰσθάνομαι καί πάρα
πολύ ζέστη. Ἐνῶ βρίσκονταν καί κουβεντιάζανε μέσα στό χιόνι. – Καί σύ,
τοῦ λέει, εἶσαι μέσα στό φῶς. Γιατί δέν μπορεῖς νά δεῖς τό φῶς τοῦ Θεοῦ,
ἄν δέν εἶσαι κι ἐσύ μέσα στό φῶς.
Αὐτό τό ἔχει δείξει
καί ὁ Χριστός στήν Μεταμόρφωση. Εἶχε γίνει ὁλοφώτινος ὁ Χριστός στό
ὄρος Θαβώρ καί «τό πρόσωπό του ἔλαμψε ὅπως ὁ ἥλιος» (Ματθ. 17,1). Ἔτσι
γίνονται καί οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, φωτεινοί. Ἔτσι ἦταν καί ὁ ἅγιος
Παΐσιος. Μιά φορά ἦταν ὅλη νύχτα μέσα στό φῶς καί ξημέρωσε, βγῆκε ὁ
ἥλιος καί αὐτός ἔτσι ὅπως ἦταν θαμπωμένος ἀπό τό φῶς τοῦ Θεοῦ ὅλη νύχτα,
τόν ἥλιο τόν ἔβλεπε σάν φεγγάρι. Τότε περνοῦσε ἕνας καλόγερος ἔξω ἀπό
τό κελλί του καί τόν ρωτάει: – Καλά πάτερ δέν θά ξημερώσει σήμερα; Ἀκόμα
φεγγάρι ἔχουμε. – Τί λές γερό-Παΐσιε, λέει ἐκεῖνος, ἔχει βγεῖ ὁ ἥλιος
ἐδῶ καί πέντε ὧρες. Τί φεγγάρι; Ὁ ἥλιος εἶναι αὐτός! Αὐτός ἦταν τόσο
θαμπωμένος ἀπ’ τό φῶς τοῦ Θεοῦ, πού τόν ἥλιο τόν ἔβλεπε σάν φεγγάρι!
Αὐτό σημαίνει ὅτι
τό Ἅγιο Πνεῦμα καί σήμερα εἶναι παρόν, εἶναι ἐνεργό καί αὐτά πού λέει ὁ
Θεός ὅτι μποροῦμε νά γίνουμε σάν κι Αὐτόν, δέν εἶναι θεωρίες, ἀλλά ὄντως
γινόμαστε ἅμα ζήσουμε σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὁ π. Παΐσιος, ἄς ποῦμε,
ἦταν ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος, ἀγράμματος. Κάποια φορά τόν ρώτησε κάποιος:
«Γέροντα θέλω νά μοῦ πεῖς τί ἔκανες καί ἔγινες τόσο καλός; Νά μοῦ πεῖς
τό μυσικό σου. Κάτι κόλπο ἔκανες καί ἔγινες τόσο καλός». Γελοῦσε ὁ
γερο-Παΐσιος, δέν τοῦ ἔλεγε τίποτα. Λέει: «Γέροντα θέλω νά μοῦ πεῖς
κάτι, τί ἔκανες;». «Ἔ, βρέ παιδί μου.. εὐλογημένε, δέν ἔκανα τίποτα»,
λέει. «Πῶς δέν ἔκανες τίποτα; Κάτι ἔκανες γιατί ἐσύ διαφέρεις ἀπ’ τούς
ἄλλους» λέει. «Νά», τοῦ λέει, «θά σοῦ πῶ τί ἔκανα. Ἄφησα τόν Θεό νά
δουλέψει μέσα μου». Πολύ ἁπλά! Αὐτό ἔκανε. «Ἄφησα στόν Θεό χῶρο, νά
’ρθεῖ μέσα μου νά ἐργαστεῖ. Τοῦ ἐπέτρεψα». Ποῦ σημαίνει ὅτι ἐμεῖς κάτι
κάνουμε καί δέν ἀφήνουμε τόν Θεό νά ’ρθεῖ μέσα μας νά ἐργαστεῖ καί νά
μᾶς κάνει ὅπως θέλει Αὐτός. Ὅπως πρέπει δηλαδή. Δηλαδή σάν κι Αὐτόν.
– Τί εἶναι αὐτό πού κάνουμε καί ἐμποδίζουμε τόν Θεό νά ’ρθεῖ μέσα μας νά ἐργαστεῖ;
Εἶναι οἱ ἁμαρτίες,
οἱ ὁποῖες εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ θελήματός μας. Θέλουμε καί τά κάνουμε.
Καί λέμε «ἐγώ τώρα θέλω νά κάνω αὐτό». Ὅμως ὁ Θεός στό Πάτερ ἡμῶν μᾶς
ἔβαλε κάθε μέρα νά λέμε γεννηθήτω τό θέλημά Σου καί ὄχι γεννηθήτω τό
θέλημά μου. Στό Πάτερ ἡμῶν τό λέμε, ἀλλά στήν πράξη λέμε «γιατί νά μοῦ
τό κάνει ἐμένα αὐτό ὁ Θεός; Τί Τοῦ ἔκανα;». «Μοῦ πῆρε τό παιδί, πέθανε,
κοιμήθηκε». «Δέν ἔχω δουλειά. Γιατί;». «Ἀρρώστησα. Γιατί;». Στήν πράξη
δηλαδή δέν λέμε νά γίνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας, ἀλλά ἐγώ νά
κάνω αὐτό πού θέλω. Αὐτό εἶναι τό ἐμπόδιο! Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι Πατέρες
λένε ὅτι τό θέλημα εἶναι τό χάλκινο τεῖχος, πού μᾶς χωρίζει ἀπ’ τόν Θεό.
Ἄν δέν γκρεμιστεῖ αὐτό τό τεῖχος – νά τό γκρεμίσουμε ἐμεῖς δηλαδή,
γιατί ὁ Θεός δέν τό γκρεμίζει σέβεται τήν ἐλευθερία πού μᾶς ἔδωσε – δέν
μπορεῖ νά μᾶς βοηθήσει ὁ Θεός. Μά θά πεῖ κανείς: Ὁ Θεός εἶναι
Παντοδύναμος, δέν μπορεῖ νά μᾶς βοηθήσει; Δέν Τόν ἀφήνουμε. Γι’ αὐτό
λέει ὁ γερο-Παΐσιος ὅτι ἐγώ τόν ἄφησα. Πῶς Τόν ἄφησε; Γκρέμισε τό θέλημά
του καί ἀφέθηκε στόν Θεό λέγοντας: «Θέε μου κάνε με ὅ,τι θέλεις. Ἐγώ θά
κάνω αὐτό πού θέλεις Ἐσύ».
Γιά παράδειγμα,
τώρα πού εἶναι Σαρακοστή, τί θέλεις; Νά νηστέψω; Θά νηστέψω. Ὁ κόσμος νά
χαλάσει ἐγώ θά νηστέψω. Λές ὅτι πρέπει νά προσέχουμε τά μάτια μας, νά
μήν ἁμαρτάνουμε μέ τά μάτια μας. «Δέν θά κοιτάξω ποτέ γυναῖκα». Τό
ξέρετε ὁ γερο-Παΐσιος δέν κοίταζε καθόλου γυναῖκες, καθόλου. Γιατί; Γιά
νά μήν στενοχωρήσει τόν Χριστό. Ἀφοῦ, ἔλεγε, ὁ Χριστός ἔτσι θέλει, ἔτσι
θά κάνω. Ὄχι ὅπως λένε μερικοί «ἐμεῖς εἴμαστε μέσα στόν κόσμο καί νά
κοιτᾶμε λίγο δέν πειράζει». Καί λίγο ἁμαρτία… Ὄχι, πειράζει, γιατί ὁ
Χριστός δέν εἶπε τίς ἐντολές γιά τούς καλόγερους. Νομίζουν μερικοί ὅτι
κάποια πράγματα εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς καί ὄχι γιά τούς
παντρεμένους, τούς κοσμικούς. Ὁ Χριστός δέν εἶπε κάτι τέτοιο. Εἶπε:
«καθένας πού βλέπει πονηρά μιά γυναῖκα ἤδη κάνει μοιχεία στήν καρδιά
του» (Ματθ. 5,28). Δέν εἶπε «ἄν εἶναι καλόγερος, δέν ἐπιτρέπεται, ἄν
εἶναι παντρεμένος ἤ κοσμικός ἐπιτρέπεται». Ἄν καί δέν εἶναι καί σωστό νά
λέμε κοσμικούς αὐτούς πού βρίσκονται στόν κόσμο, γιατί κοσμικός
σημαίνει αὐτός πού εἶναι ὑποταγμένος στόν κόσμο. Ὁ κόσμος ὅμως εἶναι
ἐχθρός τοῦ Θεοῦ, λέει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος. Ἄρα, ὅταν λές ὅτι εἶσαι κοσμικός,
σημαίνει ὅτι εἶσαι ἐχθρός τοῦ Θεοῦ. Τό σωστό εἶναι ̎λαϊκοί ̎, δηλαδή
χριστιανοί χωρίς χειροτονία καί οἱ χριστιανοί πού ἔχουν χειροτονία εἶναι
οἱ κληρικοί.
Ἄς ξαναγυρίσουμε
στό θέμα μας. Εἴπαμε ὁ ἄνθρωπος φτιάχτηκε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση
τοῦ Θεοῦ. Μέ τό κατ’ εἰκόνα ἐννοοῦμε ὅτι ἔχουμε πρότυπο τόν Χριστό,
φτιαχτήκαμε μέ πρότυπο τόν Χριστό. Μέ τό καθ’ ὁμοίωση ὅτι πρέπει νά
μοιάσουμε στόν Χριστό 100%. Ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες τό λένε ὅτι ὁ ἄνθρωπος
εἶναι φτιαγμένος νά γίνει θεάνθρωπος. Ὁ Χριστός εἶναι θεάθρωπος, δέν
εἶναι ἁπλός ἄνθρωπος οὔτε μόνο Θεός. Εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος
ἄνθρωπος. Καί ὁ ἄνθρωπος ἔχει αὐτόν τόν προορισμό, νά ἑνωθεῖ κι αὐτός μέ
τόν Θεό. Ὅπως λέει ἕνας σύγχρονος ἅγιος, ὁ ἅγιος Ἰουστίνος «ὁ ἄνθρωπος
εἶναι ἕνα θεανθρώπινο ὄν» καί αὐτό τό θεανθρώπινο ἔχει χρέος νά
ἐξομοιώσει σέ ὅλα τόν ἑαυτό του μέ τόν Θεό.
Ὅπως λέγαμε
προηγουμένως ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, εἶναι ταπείνωση, εἶναι πραότητα, εἶναι
φῶς, εἶναι εἰρήνη.. ὅλα αὐτά πρέπει νά γίνουμε κι ἐμεῖς. Αὐτό ὅμως δέν
μποροῦμε νά τό κάνουμε μόνοι μας. Πῶς τό κάνουμε; Μέσα στήν Ἐκκλησία.
Γι’ αὐτό τήν Ἐκκλησία τήν λέμε ἐργαστήριο ἁγιότητας. Πῶς μπαίνουμε σ’
ἕνα ἐργαστήριο καί φτιάχνουμε αὐτό πού θέλουμε; Ἔτσι μπαίνουμε στήν
Ἐκκλησία καί φτιαχνόμαστε. Μᾶς φτιάχνει ὁ Ἀρχιτεχνίτης ὁ Χριστός καί οἱ
ὑπάλληλοί του, οἱ γιατροί του, πού εἶναι ὁ ἐπίσκοπος, οἱ πρεσβύτεροι καί
οἱ διάκονοι. Ὅλοι αὐτοί πού εἶναι μέσα σ’ αὐτό τό ἰατρεῖο εἶναι σάν
τούς καθηγητές, τούς γιατρούς καί τούς νοσοκόμους τῶν νοσοκομείων, ὅπου
πάει κανείς καί κατά τήν δύναμη τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν γιατρεύεται.
Ἀντίστοιχα στήν Ἐκκλησία πᾶς καί ἄν τούς κάνεις ὑπακοή, θεραπεύεσαι. Γι’
αὐτό, δέν νοεῖται χριστιανός πού νά μήν ἔχει ἕναν γιατρό, πνευματικό
γιατρό. Ἕναν Πνευματικό δηλαδή πού θά ἐξομολογεῖται, ὁ ὁποῖος θά ἔχει
ἀναλάβει ὑπεύθυνα τήν κούρα του. Μᾶς κουράρει.
Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Δέν μᾶς λέει «πᾶτε σ’ ἕναν ὑπολογιστή, βάλτε ἐκεῖ τά
δεδομένα σας, τί ἁμαρτίες κάνατε γιά νά πάρετε καί τήν ἀπάντηση, τήν
θεραπεία». Ὄχι μᾶς στέλνει σέ ἕναν ἄνθρωπο, γιατί ἕνας ἄνθρωπος ἔχοντας
τόν ἴδιο ἀγῶνα μέ μᾶς καί ἀφοῦ ἐξομολογεῖται κι αὐτός τίς ἁμαρτίες του,
θά μᾶς καταλάβει καί θά προσαρμόσει καί τήν θεραπεία σέ μᾶς προσωπικά.
Ὅπως καί στά σωματικά. Δέν πᾶμε σ’ ἕνα κομπιούτερ νά μᾶς δώσει τήν
διάγνωση καί νά πάρουμε τά φάρμακα, ἀλλά πᾶμε σ’ ἕναν γιατρό, ὁ ὁποῖος
θά προσαρμόσει τήν θεραπεία στόν καθένα μας. Γιατί μπορεῖ νά ἔχουμε καί
οἱ δέκα τήν ἴδια ἀρρώστια, ἀλλά θά πάρουμε διαφορετικά φάρμακα. Γιατί
τοῦ ἑνός δέν ἀντέχει τό στομάχι καί θά πάρει ἄλλο φάρμακο, ὁ ἄλλος ἔχει
καρδιά θά πάρει κάτι ἄλλο κ.λ.π. Ἔτσι καί στήν Ἐκκλησία ὑπάρχει αὐτή ἡ
προσωπική, θά λέγαμε, ἀγωγή καί θεραπεία στόν καθένα μας.
Ὁ γέροντας
Πορφύριος, μεγάλος ἅγιος κι αὐτός τοῦ αἰῶνα μας, ἔλεγε: «Ὁ προορισμός
μας εἶναι νά γίνουμε θεοί κατά χάριν, νά ὁμοιωθοῦμε μέ τόν Τριαδικό Θεό.
Νά γίνουμε ἕνα μέ Ἐκεῖνον ἀλλά καί μεταξύ μας». Ὅταν γίνουμε ἕνα μέ τόν
Θεό, γινόμαστε ἕνα καί μεταξύ μας.
Ὁ ἅγιος Δωρόθεος
λέει ὅτι οἱ χριστιανοί μοιάζουμε σάν νά εἴμαστε σ’ ἕναν κύκλο γύρω-γύρω
καί στό κέντρο τοῦ κύκλου εἶναι ὁ Χριστός. Ὅλοι οἱ χριστιανοί εἴμαστε
γύρω ἀπ’ τόν κύκλο. Ὅσο πλησιάζουμε στό κέντρο, πού εἶναι ὁ Χριστός,
μικραίνει ὁ κύκλος καί ἐρχόμαστε καί πιό κοντά μεταξύ μας. Ὅσο φεύγουμε
ἀπ’ τό κέντρο, φεύγουμε πιό μακριά ἀπ’ τόν Χριστό, ἀπομακρυνόμαστε καί
μεταξύ μας. Μεγαλώνει ὁ κύκλος καί ἀπομακρυνόμαστε καί ὁ ἕνας ἀπ’ τόν
ἄλλον. Ὅταν πέσουν ὅλοι στό κέντρο τοῦ κύκλου, γινόμαστε ἕνα μέ τόν
Χριστό, γινόμαστε ἕνα καί μεταξύ μας. Νά ἡ ἑνότητα. Πῶς θά γίνουμε ἕνα;
Μόνο ἔτσι. Αὐτή εἶναι ἡ μέθοδος καί στήν ἐνορία καί στό μοναστήρι καί
στήν οἰκογένεια.
– Γιατί σήμερα οἱ ἄνθρωποι χωρίζουν τόσο εὔκολα;
Διότι δέν πέφτουν
στό κέντρο. Ἀλλοῦ βρίσκεται ὁ ἄνδρας, ἀλλοῦ ἡ γυναίκα, ἀλλοῦ τά παιδιά,
μακριά ἀπ’ τόν Χριστό, μακριά καί μεταξύ τους. Πλήρης ἀποτυχία καί ἀργά ἤ
γρήγορα διαλύονται. Κι ἄν δέν διαλύονται ζοῦν μέσα στό σπίτι σάν ξένοι.
Ὅσο πλησιάσουν στόν Χριστό, ἀρχίσουν νά ἐξομολογοῦνται, νά κοινωνοῦν,
τόσο πλησιάζουν καί μεταξύ τους καί ὅταν πέσουν στόν Χριστό, ἑνωθοῦν μέ
τόν Χριστό, ἑνώνονται καί μεταξύ τους. Νά πῶς πετυχαίνει ὁ γάμος, νά πῶς
πετυχαίνει ἡ ἐνορία, νά πῶς πετυχαίνει τό μοναστήρι, νά πῶς πετυχαίνει
καί ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία.
Κάποιες φορές
διαλύεται καί ὁλόκληρη τοπική Ἐκκλησία. Γιά παράδειγμα, εἴχαμε Ἐκκλησία
στίς Σάρδεις ἤ στή Μίλητο. Εἴχαμε τίς ἑφτά Ἐκκλησίες τῆς Ἀποκαλύψεως στή
Μικρά Ἀσία. Ποῦ εἶναι τώρα αὐτοί οἱ χριστιανοί; Δέν ὑπάρχουν. Τίς
ξέρουμε μόνο σάν ὀνόματα καί ἔχουμε ἐπισκόπους πού δέν ἔχουν ποίμνιο καί
λέμε Ἐπίσκοπος Ἐφέσσου, Ἐπίσκοπος Μηλίτου κ.λ.π. χωρίς ποίμνιο. Ὑπάρχει
μόνο ὁ τίτλος. Τί ἔγιναν οἱ χριστιανοί πού ὑπῆρχαν ἐκεῖ; Διαλύθηκαν.
Ἀπομακρύθηκαν ἀπό τό κέντρο τόν Χριστό, ὁπότε μετά χάθηκαν. Ὅπως
διαλύεται μιά οἰκογένεια, ἔτσι διαλύεται καί μιά ὁλόκληρη Ἐκκλησία.
Ἔτσι μπορεῖ νά
γίνει -ὅ μή γένοιτο- καί στήν Ἑλλάδα. Γιατί οἱ Ἕλληνες τί κάνουμε; Ὅλο
καί περισσότερο φεύγουμε ἀπ’ τόν Χριστό. Προσπαθεῖ ὁ Χριστός μέ τήν
κρίση νά μᾶς συμμαζέψει, μήπως μετανοήσουμε καί ταπεινωθοῦμε λίγο, ἀλλά
γινόμαστε χειρότεροι. Δέν βελτιωνόμαστε. Κάποιοι λίγο… Ἀλλά δέν βάζουμε
μυαλό. Ἄν δέν προσέξουμε, θά τήν χάσουμε τήν Ἐκκλησία μας μ’ ὅλη αὐτή
τήν διαφθορά, ἡ ὁποία δέν παρατηρεῖται μόνο στούς λαϊκούς, ἀλλά καί
στούς κληρικούς. Σέ ὅλους μπαίνει. Ὁ διάβολος δέν κάνει διακρίσεις καί
στούς παπάδες πάει καί στούς Δεσποτάδες πάει, παντοῦ πάει. Ἀλλά καί οἱ
παπάδες καί οἱ Δεσποτάδες οἱ καημένοι ἀπό ποῦ βγαίνουν; Ἀπό τόν λαό
βγαίνουν. Ἐφόσον ἡ βάση εἶναι σάπια, ὅλα σταδιακά σαπίζουν. Θέλει
προσοχή. Νά λειτουργοῦμε σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία γιά τό καλό ὄχι μόνο
τό δικό μας, ἀλλά καί γιά τό καλό ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί, ὅταν ἐμεῖς
κάνουμε σωστά αὐτό πού πρέπει, μοιάζουμε στόν Χριστό, βοηθᾶμε καί ὅλη
τήν Ἐκκλησία. Βοηθᾶμε καί τούς ἄλλους καί γινόμαστε πρότυπο γιά ὅλους
καί γιά αὐτούς πού εἶναι ἔξω ἀπ’ τήν Ἐκκλησία.
Οἱ πρῶτοι
χριστιανοί ἦταν πολύ λίγοι, ἀλλά εἶχαν τέτοια χαρά, τέτοια ἀγάπη καί
τέτοια ἑνότητα μέ τόν Χριστό καί μεταξύ τους, πού τούς ἔβλεπαν οἱ
εἰδωλολάτρες καί ἀποροῦσαν καί θαύμαζαν. Τέτοια ἀγάπη δέν μπορεῖς νά
ἔχεις χωρίς τόν Χριστό καί οἱ εἰδωλολάτρες τό ἤξεραν αὐτό. Μπορεῖ νά
εἶχαν ὑλικά μέσα, νά ἦταν πλούσιοι, ἀλλά δέν εἶχαν ἀγάπη ἀληθινή, ὁ ἕνας
ὑπέβλεπε τόν ἄλλον. Ὁπότε βλέποντας τούς χριστιανούς μέ τήν ἀγάπη καί
τήν ἑνότητά τους, ἔλεγαν «αὐτό θέλω καί γώ νά τό ἔχω μέ τόν ἄλλον, νά
εἶμαι ἕνα πνεῦμα μαζί του, ὅ,τι θέλω ἐγώ νά θέλει καί ἐκεῖνος». Αὐτό
εἶναι Παράδεισος. Σκεφτεῖτε μέσα στό σπίτι ὅ,τι θέλει ὁ ἄνδρας νά θέλει
καί ἡ γυναίκα καί πρίν κἄν μιλήσει ὁ ἄντρας νά τό προτείνει ἡ γυναίκα,
νά μήν μαλώνουν ποτέ, νά εἶναι πάντα χαρούμενοι, ἀγαπημένοι, μέ ἀγάπη
στόν Χριστό, νά μπαίνουν καί τά παιδιά σ’ αὐτή τήν ἑνότητα… παράδεισος.
Αὐτό τό ζοῦσαν οἱ πρῶτοι χριστιανοί. Γιατί ὅμως; Γιατί εἶχαν αὐτή τήν
ἑνότητα μέ τόν Χριστό καί εἶχαν αὐτή τήν προσπάθεια νά πέσουν στό
κέντρο. Καί ἦταν συνέχεια στό κέντρο. Ἄς ἐξετάσουμε ὅμως τό ἑξῆς:
– Πῶς θά πέσουμε στό
κέντρο νά γίνουμε ἕνα μέ τόν Χριστό, ὁπότε νά γίνουμε καί ἕνα μεταξύ
μας καί νά ζοῦμε ἀπό ἐδῶ τόν Παράδεισο;
Ἡ Ἐκκλησία δέν ἔχει
σκοπό νά μᾶς δώσει μιά ζωή καλή μετά θάνατον, ὅπως λένε κάποιοι
«ἐντάξει νά κάνουμε αὐτά πού λέει ὁ Χριστός γιά νά πᾶμε στόν παράδεισο».
Ὄχι. Ὁ Χριστός ἦρθε νά μᾶς δώσει τόν Παράδεισο ἐδῶ καί τώρα. Ἀπό ἐδῶ θά
γευτοῦμε τόν Παράδεισο καί στήν ἄλλη ζωή θά τόν ἔχουμε στήν πληρότητά
του. Ἀπό ἐδῶ θά κάνουμε τόν ἀρραβώνα. Ἄν δέν ἔχουμε ἀπό ἐδῶ τόν
ἀρραβώνα, γάμος δέν γίνεται. Πρέπει ἀπό ἐδῶ νά ἔχουμε τόν ἀρραβώνα μέ
τόν Χριστό, νά ζήσουμε τόν Χριστό ὅσο μποροῦμε καί μετά θάνατον θά
ἔχουμε τήν πληρότητα. Αὐτόν τόν ἀρραβώνα τόν κάνουμε μέσα στήν Ἐκκλησία.
Πῶς θά γίνει λοιπόν
νά πέσουμε στό κέντρο; Αὐτό εἶναι τό θέμα. Αὐτό τό μαθαίνουμε μέσα στήν
Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει δύο, θά λέγαμε, κολόνες πού στηρίζουν ὅλη τήν
θεραπεία. Ἡ μία κολόνα εἶναι αὐτό πού λέμε ἄσκηση καί ἡ δεύτερη εἶναι
τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Χρειάζονται καί οἱ δύο αὐτές κολόνες. Δηλαδή ὁ
ἄνθρωπος στηριζόμενος πάνω σ’ αὐτές τίς δύο κολόνες, νά δεχτεῖ τήν
θεραπεία. Δύο ἄξονες δηλαδή: ὁ ἕνας λέγεται ἀσκητική ζωή καί ὁ ἄλλος
λέγεται μυστηριακή ζωή. Μή νομίζετε ὅτι ἡ ἀσκητική ζωή εἶναι μόνο γιά
τούς καλόγερους. Ἄσκηση καί ἀσκητική ζωή πρέπει νά κάνουμε ὅλοι οἱ
χριστιανοί. Οὔτε ἡ μυστηριακή ζωή, δηλαδή ἐξομολόγηση καί Θεία Κοινωνία,
εἶναι μόνο γιά τούς καλόγερους. Εἶναι γιά ὅλους. Ἄν κάνεις μόνο τό ἕνα
καί δέν κάνεις τό ἄλλο, δέν θεραπεύεσαι.
– Ἕνας, λόγου χάρη, πού ἐξομολογεῖται καί κοινωνάει θά σωθεῖ;
Ἄν δέν κάνει καί ἄσκηση, δέν μπορεῖ νά σωθεῖ. Δέν γίνεται μαγικά δηλαδή νά σωθοῦμε.
– Τί εἶναι ἡ ἄσκηση;
Ἡ ἄσκηση εἶναι
νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή. Κατά βάση αὐτά τά τρία πράγματα. Θυμηθεῖτε
στό Εὐαγγέλιο πού πῆγαν οἱ μαθητές καί ρωτοῦσαν τόν Χριστό γιατί αὐτοί
δέν μπόρεσαν νά βγάλουν τό δαιμόνιο καί τούς ἀπάντησε: «δέν βγαίνει τό
δαιμόνιο παρά μέ προσευχή καί νηστεία» (Ματθ. 17,21 ). Δέν τούς εἶπε
μόνο νηστεία. Χρειάζονται καί τά δύο. Τά δαιμόνια πού ἔχουμε μέσα μας
καί μέ τίς προτάσεις τους μᾶς βάζουν νά κάνουμε ἁμαρτίες – ἀλλά βέβαια
μέ τήν δική μας συγκατάθεση- δέν φεύγουν, ὥστε νά μπορέσουμε μετά νά
πλησιάσουμε στό κέντρο, στόν Χριστό, παρά μέ τά δύο αὐτά: νηστεία,
ἀγρυπνία, προσευχή καί Θεία Κοινωνία, πού τελικά μᾶς ἑνώνει μέ τόν
Χριστό.
Εἶναι ὅμως
ἀπαραίτητο νά προετοιμάσουμε τό ἔδαφος. Δέν μποροῦμε νά βάλουμε τόν
Χριστό σέ βόθρο. Θεός φυλάξοι! Νά ἔχουμε βρωμιά μέσα, ἁμαρτίες, πάθη καί
νά λέμε «ἐντάξει ἐγώ τώρα πῆγα ἐξομολογήθηκα». Ἐξομολογήθηκες, ἀλλά
μετάνιωσες; Ἔβγαλες ἀπό μέσα σου τήν πορνεία, τήν φιληδονία, τήν
βλασφημία, ὅλα αὐτά τά βρώμικα πού ἔχεις; Γιατί μπορεῖ νά
ἐξομολογήθηκες, ἀλλά, ἄν δέν πῆρες ἀπόφαση νά τά σταματήσεις κιόλας,
εἶναι ἀνώφελο. Κάποιος ἔχει φιλενάδα, γιά παράδειγμα, καί λέει «θά πάω
νά ἐξομολογηθῶ, νά κοινωνήσω», ἀλλά τήν φιλενάδα δέν τήν ἀφήνει.
– Ὠφελεῖται ἀπό τήν Θεία Κοινωνία;
Ὄχι βέβαια.
Κατάκριμα παίρνει. Καί ὄχι μόνο κατάκριμα, ἀρρωσταίνει κιόλας καί μπορεῖ
καί νά πεθάνει, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. «Γιατί πολλοί ἀπό σᾶς
ἀρρωσταίνετε καί μερικοί πεθαίνετε; Γιατί κοινωνᾶτε ἀνάξια» (Α΄Κορ.
11,29-30). Ἀνάξια τί σημαίνει; Χωρίς σωστή προετοιμασία καί χωρίς
μετάνοια. Δέν σημαίνει ὅτι ἐπειδή ἐξομολογήθηκα, εἶμαι ἕτοιμος. Πρέπει
νά σταματήσω τήν ἁμαρτία καί νά κάνω τό ἀντίστοιχο καλό. Μέχρι τώρα
πόρνευες; Τώρα τέρμα ἡ πορνεία, θά ζεῖς μέ σωφροσύνη. Μέχρι τώρα
ἔκλεβες; Τέρμα ἡ κλοπή, ὅτι ἔκλεψες τό δίνεις πίσω, θά κάνεις καί
ἐλεημοσύνες καί παραπάνω, ὅπως ἔκανε ὁ τελώνης ὁ Ζακχαῖος πού εἶπε ὅτι
τά ἐπέστρεψε στό τετραπλάσιο. Μάλιστα καί «τά μισά τῶν ὑπαρχόντων μου τά
δίνω στούς φτωχούς» (Λουκ. 19,8). Αὐτό εἶναι μετάνοια. Ὄχι ἁπλῶς λέω
ὅτι μετανοῶ καί συνεχίζω νά κλέβω. Αὐτό δέν εἶναι μετάνοια. Κάνεις
λοιπόν καί ἄσκηση καί μετά φτάνεις στά Μυστήρια. Αὐτή ἡ ἄσκηση
οὐσιαστικά τί εἶναι; Εἶναι ὑπακοή στίς ἐντολές.
Στήν πράξη ὅμως δέν
μποροῦμε νά τηρήσουμε τίς ἐντολές. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν κάνει νηστεία, δέν
μπορεῖ νά μαζέψει τά μάτια του. Καθόλου εὔκολα δέν μπορεῖ νά τά
μαζέψει. Ἅμα δηλαδή κάποιος δέν ἐγκρατεύεται στό φαγητό, δέν μπορεῖ νά
ἐπιβληθεῖ στόν ἑαυτό του. Αὐτό σημαίνει νηστεία: νά μαθαίνεις νά ἔχεις
κυριαρχία στόν ἑαυτό σου. Ἕνας Γέροντας, ἕνας καλός ἱερομόναχος καί λίγο
θυμόσοφος, ὁ π. Ἰωήλ Γιαννακόπουλος, πού ἦταν στήν Καλαμάτα, ὅταν εἶχε
τήν γιορτή του καί τοῦ ἔλεγαν: – Γέροντα ἄντε νά γίνεις καί Δεσπότης! –
Δεσπότης, ἔλεγε, μόνο Δεσπότης; – Ἔ, τί ἄλλο νά σοῦ εὐχηθοῦμε; Ἄντε νά
γίνεις καί Πατριάρχης! – Καλά, ἔλεγε, μόνο Πατριάρχης; – Δέν ἔχει
παραπάνω, πάτερ, νά γίνεις καί Πατριάρχης! Τί θέλεις νά γίνεις τέλος
πάντων! – Ἐγώ θέλω νά γίνω Αὑτοκράτορας, μέ δασεία ὅμως! Τί θά πεῖ
Αὑτοκράτορας μέ δασεία; Νά κρατῶ τόν ἑαυτό μου. Νά ἔχω αὐτοκυριαρχία
δηλαδή. Αὐτό εἶναι τό σημαντικό. Νά μπορῶ νά πῶ τώρα θά κάνω προσευχή
καί νά κάνω προσευχή. Νά μή φεύγει ὁ νοῦς μου δεξιά-ἀριστερά. Πόσο
δύσκολο εἶναι νά κάνεις τέτοια προσευχή; Πολύ δύσκολο εἶναι, γιατί δέν
ἔχουμε μάθει νά κρατᾶμε τόν νοῦ μας στόν Θεό. Αὐτό στό μαθαίνει ἡ
Ἐκκλησία, ὅταν μπεῖς στήν θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας. Γίνεται μέ τήν
συνεχή προσευχή. Μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή μαθαίνεις νά κρατᾶς τόν νοῦ
σου στόν Θεό. Νά κυριαρχεῖς στόν νοῦ σου. Νά κυριαρχεῖς στόν ἑαυτό σου.
– Ἀπό ποῦ ξεκινοῦν ὅλες οἱ ἁμαρτίες;
Ἀπό τό ὅτι δέν
κυριαρχοῦμε στόν νοῦ μας. Ὅλα ξεκινοῦν ἀπό τόν νοῦ, ἀπό τήν σκέψη. Ἅμα
δέν κυριαρχήσεις στήν σκέψη σου, μετά οὔτε στίς αἰσθήσεις σου μπορεῖς νά
κυριαρχήσεις. Θά σοῦ πεῖ ὁ πονηρός λογισμός: «νά κοίτα αὐτή τήν γυναῖκα
ἐκεῖ» καί θά τήν κοιτάξεις. Δέν μπορεῖς νά ἀντισταθεῖς. Ἀκολουθώντας
τήν θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖς νά ἐπιβληθεῖς μέ τήν χάρη τοῦ
Θεοῦ, ἀλλά χρειάζεται καί ἡ νηστεία, χρειάζεται καί ἡ ἀγρυπνία καί -αὐτό
πού λέμε- κάποια κακοπάθεια. Αὐτή ἡ κακοπάθεια στό σῶμα βοηθάει στό νά
ταπεινωθεῖ τό σῶμα. Βλέπετε ἕνα σῶμα πού νηστεύει, πονάει λίγο. Δέν μᾶς
ἀρέσει ἡ νηστεία, γιατί τό σῶμα πονάει, κακοπαθεῖ. Ἕνα σῶμα πού
ἀγρυπνεῖ, κακοπαθεῖ λίγο. Ἄρα τί κάνει; Πέφτουν οἱ δυνάμεις,
ταπεινώνεται. Ὅταν ταπεινώνεται τό σῶμα, λένε οἱ Ἅγιοι, ταπεινώνεται
μαζί καί ἡ ψυχή. Γιατί ἡ ψυχή διαμορφώνεται ἀνάλογα μέ τό σῶμα.
Σκεφτεῖτε, ὅταν ἔχουμε καλο-φάει, καλο-κοιμηθεῖ, νιώθουμε καί πολύ
δυνατοί, ἀκαταμάχητοι! Δηλαδή ἡ ψυχή νιώθει ὑπερηφάνεια. Ἔχει
ὑπερηφάνεια.
Ὅταν εἶσαι λίγο
ἀρρωστούλης ἤ πολύ, ἔχεις καί πυρετό, πέφτουν τά φτερά κάτω,
ταπεινώνεσαι. Ἐπειδή ταπεινώνεται τό σῶμα, ταπεινώνεται καί ἡ ψυχή. Κι
ὅταν ταπεινώνεται ἡ ψυχή, τί λέει ὁ πνευματικός νόμος; Ἀπό τήν Παλαιά
Διαθήκη ἀκόμα λέει: «ὁ Θεός στούς ταπεινούς δίνει χάρη» (Παρ. 3,34).
Δίνει χάρη, δηλαδή δίνει τόν Ἑαυτό του, γιατί χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ
Θεός, ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ὅταν πάρεις τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, αὐτό εἶναι
ἡ σωτηρία, ἑνώθηκες μέ τόν Θεό. Βλέπετε πῶς βοηθάει ἡ ἄσκηση;
Ταπεινώνεις τό σῶμα μέ τήν ἄσκηση: νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή,
μετάνοιες, γονυκλισίες, ὅλα αὐτά, ὁπότε ταπεινώνεται καί ἡ ψυχή, γιατί ἡ
ψυχή διαμορφώνεται ἀνάλογα μέ τό σῶμα καί ὅταν ταπεινωθεῖ ἡ ψυχή,
ἔρχεται ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό εἶναι ἡ σωτηρία. Ἡ ὁλοκλήρωση τῆς
χάρης καί τῆς ἕνωσης μέ τόν Θεό εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία.
Ἄν ὅμως δέν κάνεις
ἄσκηση, δέν ἔχεις τό κατάλληλο ἔδαφος γιά νά ’ρθεῖ ὁ Χριστός. Μπορεῖ νά
’ρθεῖ μέ τήν Θεία Κοινωνία, ἀλλά θά φύγει ἀμέσως. Γιατί ἔχει βόθρο μέσα ἡ
καρδιά. Δέν ἔχει καθαρότητα, δέν ἔχει ταπείνωση. Ἔχει ὑπερηφάνεια ὁ
ἄνθρωπος, ἔχει ἐγωισμό. Ὁπότε δέν θεραπεύεται. Γι’ αὐτό χρειάζονται καί
οἱ δυό πυλῶνες καί οἱ δυό θεραπευτικοί ἄξονες. Ἀσκητική ζωή – Μυστηριακή
ζωή.
Αὐτά γίνονται
λοιπόν μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἄς προχωρήσουμε τώρα λίγο πιό βαθιά.
Ἀκολουθώντας αὐτούς τούς δύο πυλῶνες καθαριζόμαστε. Μέσα στήν Ἐκκλησία
ἔχουμε τρία στάδια θεραπείας, τρεῖς φάσεις. Τό πρῶτο στάδιο λέγεται
κάθαρση. Καθαρίζεται ὁ ἄνθρωπος δηλαδή ἀπό τά πάθη καί καθαρίζεται στόν
νοῦ. Ἡ πρώτη καί βασική κάθαρση πού πρέπει νά γίνει στόν ἄνθρωπο εἶναι
στόν νοῦ. Ὅταν λέμε νοῦς, εἶναι τό κύριο συστατικό τῆς ψυχῆς μας. Ἡ ψυχή
μας ἔχει, λένε οἱ Πατέρες, πέντε δυνάμεις. Ἡ πιό σπουδαία δύναμη πού
ἔχει ἡ ψυχή μας λέγεται νοῦς. Δέν εἶναι ὁ ἐγκέφαλος. Ὅταν λένε οἱ
Πατέρες νοῦ, ἐννοοῦν τά μάτια τῆς ψυχῆς. Αὐτό πού εἶναι στόν ἐγκέφαλο τό
λένε διάνοια. Εἶναι ἡ δεύτερη δύναμη τῆς ψυχῆς, ἡ διάνοια, ἡ σκέψη. Ὁ
νοῦς δέν εἶναι ἡ σκέψη, ἀλλά εἶναι στήν καρδιά καί εἶναι τά μάτια τῆς
ψυχῆς, πού ἔχουν προορισμό νά βλέπουν τόν Θεό.
Ὅταν ἔπεσε ὁ Ἀδάμ
καί ἁμάρτησε, τά μάτια τῆς ψυχῆς ἔκλεισαν. Σκοτίστηκε ὁ νοῦς τοῦ
ἀνθρώπου καί ὁ ἄνθρωπος ἔγινε τυφλός. Οἱ ἄνθρωποι ἔγιναν ὅπως ἕνας
καημένος τυφλός, πού δέν μπορεῖ νά δεῖ, δέν μπορεῖ νά περπατήσει, πέφτει
ἀπό ντουβάρι σέ ντουβάρι, χτυπάει καί τραυματίζεται. Μετά δηλαδή ὁ
ἄνθρωπος ἄρχισε νά δυσλειτουργεῖ. Ὁπότε δέν λειτουργοῦσε σωστά καί ὁ
ἐγκέφαλος. Δέν λειτουργοῦσε σωστά ἡ διάνοια, ἀλλά οὔτε καί οἱ ἄλλες
δυνάμεις. Οἱ ἄλλες δυνάμεις εἶναι ἡ δόξα, ἡ φαντασία καί ἡ αἴσθηση. Οἱ
κύριες ὅμως δυνάμεις πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ νοῦς καί μετά ἡ
διάνοια. Ὁ νοῦς εἶναι νά βλέπει τόν Θεό, τά μάτια τῆς ψυχῆς. Ἐνῶ τά
μάτια ὠς ὄργανο εἶναι γιά νά βλέπει τόν κόσμο μέσα ἀπό τίς αἰσθήσεις.
– Ποιά εἶναι ἡ ἐργασία τοῦ ἐγκεφάλου;
Ὁ ἐγκέφαλος δέχεται
ὅλα τά δεδομένα πού ἔρχονται ἀπό τίς αἰσθήσεις. Βλέπουμε μέ τά μάτια.
Τά μάτια παίρνουν τό ἐρέθισμα τό ὀπτικό καί τό μεταφέρουν στόν ἐγκέφαλο.
Ἀκοῦμε μέ τά αὐτιά. Τά αὐτιά, τό τύμπανο τῶν αὐτιῶν παίρνει τά
ἐρεθίσματα τά ἀκουστικά καί τά πάει κι αὐτά στόν ἐγκέφαλο. Ἡ γλώσσα
γεύεται, ἡ ὄσφρηση, ἡ ἁφή. Μ’ αὐτά λοιπόν ἔχουμε αἴσθηση τοῦ κόσμου. Ὅλα
αὐτά ὁλοκληρώνονται στόν ἐγκέφαλο καί ἔτσι ἔχει ὁ ἄνθρωπος τήν αἴσθηση
τοῦ ὑλικοῦ κόσμου. Ἀλλά ὄχι τοῦ Θεοῦ. Ἄν πᾶς μέ τά μάτια νά δεῖς τόν
Θεό, δέν θά Τόν δεῖς. Ἀκόμα καί μεγάλο τηλεσκόπιο νά ἔχεις, πάλι δέν θά
Τόν δεῖς τόν Θεό. Μέ τά αὐτιά, ἄν πᾶς ν’ ἀκούσεις τόν Θεό, δέν θά Τόν
ἀκούσεις. Γιατί ὅλα αὐτά εἶναι γιά αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο. Γιά τόν Θεό
εἶναι ὁ νοῦς. Ὁ νοῦς εἶναι τό τηλεσκόπιο μέ τό ὁποῖο μπορεῖς νά δεῖς τόν
Θεό, ὅταν ὅμως αὐτό τό τηλεσκόπιο εἶναι καθαρό, ὅταν τά μάτια εἶναι
ἀνοιχτά.
– Πῶς καθαρίζει τό τηλεσκόπιο; Πῶς ἀνοίγει τό ὄργανο αὐτό τοῦ νοῦ;
Μέ τήν μετάνοια.
Εἶναι ἡ πρώτη φάση, ἡ κάθαρση. Αὐτή ἡ κάθαρση γίνεται μέ αὐτούς τούς δύο
πυλῶνες πού σᾶς εἶπα: μέ τήν ἀσκητική ζωή καί τήν μυστηριακή ζωή. Αὐτά
τά δύο πράγματα καθαρίζουν τό τηλεσκόπιο. Κι ὅταν ὁ νοῦς καθαρίσει τό
τηλεσκόπιο, τότε ὁ ἄνθρωπος βλέπει τόν Θεό. Θά μοῦ πεῖς: – Πῶς τόν
βλέπει; Πῶς, εἴπαμε προηγουμένως, Τόν εἶδε ὁ Ἅγιος Σεραφείμ καί ὁ
συνομιλητής του ὁ Μοτοβίλωφ; Ὡς φῶς. Τόν βλέπει ὡς φῶς. Βλέπει τό
ἄκτιστο φῶς. Αὐτό εἶναι τό ἄκτιστο φῶς πού ἔβλεπαν οἱ ἅγιοι. Καθάρισαν
αὐτό τό τηλεσκόπιο καί μετά εἶχαν ὀπτικό ὄργανο γιά νά δοῦν τόν Θεό.
Καθάρισαν τόν νοῦ τους. Ποῦ καί πῶς τό κάνουμε αὐτό; Τό κάνουμε μέσα
στήν Ἐκκλησία μέ μία μέθοδο.
– Ποιά εἶναι ἡ μέθοδος πού καθαρίζει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου;
Ἡ ἀδιάλειπτη νοερά
προσευχή. Ἡ συνεχής προσευχή. Ὅταν δηλαδή ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου συνέχεια
προσεύχεται, ἐπικαλεῖται τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, καθαρίζεται. Ἀπό τί
καθαρίζεται;
– Τί εἶναι αὐτό πού μουτζουρώνει τό τηλεσκόπιό μας;
Οἱ λογισμοί. Οἱ
διάφορες σκέψεις πού θά ἔπρεπε κανονικά νά ὑπάρχουν μόνο στόν ἐγκέφαλο.
Αὐτοί οἱ λογισμοί, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος δέν λειτουργεῖ σωστά, κατεβαίνουν
καί στήν καρδιά καί λερώνουν τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τό τηλεσκόπιο δηλαδή.
Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι σκοτισμένος ἀπό λογισμούς. Τί λογισμούς;
«Ὁ,τιδήποτε. Μοιχείας, πορνείας, μίσους, φθόνου, ζήλειας, κακίας,
φιλαργυρίας, φιληδονίας, φιλοδοξίας, τί θά πεῖ ὁ κόσμος… Ὅλοι αὐτοί οἱ
λογισμοί εἶναι μέσα στήν καρδιά μέ ἀποτέλεσμα τό τηλεσκόπιο νά εἶναι
σκοτεινό. Πῶς νά δεῖς; Τίποτα, σκοτάδι. Ὁπότε λένε: «Ποῦ τόν εἶδες τόν
Θεό; Ἐγώ δέν βλέπω τίποτα». Βέβαια δέν βλέπεις, ἀφοῦ τό τηλεσκόπιό σου
εἶναι κατάμαυρο. Γιά καθάρισε λίγο τό τηλεσκόπιο νά δεῖς τί καθαρά θά
δεῖς τόν Θεό! Γιά λίγο μετάνιωσε… Γιά ἄρχισε λίγο νά διώχνεις τούς
λογισμούς ἀπό τήν καρδιά σου… Πῶς τούς διώχνουμε τούς λογισμούς; Μέ τήν
προσευχή. Ἀρχίζεις νά ἐπικαλεῖσαι τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, νά λές ̎Κύριε
Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με ̎, ἀλλά ὁ νοῦς σου νά εἶναι ἐκεῖ. Ὅταν λές Κύριε,
ὁ νοῦς σου νά μήν εἶναι στά χωράφια. «Τώρα μιλάω στόν Κύριο». Ὅταν λές
Ἰησοῦ, ὁ νοῦς σου ἐκεῖ. Τί θά πεῖ Ἰησοῦς; Σωτήρας. Χριστέ, στόν Χριστό.
Τί θά πεῖ Χριστέ; Θεάνθρωπε. Τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος. Ἐλέησόν
με, στό ἐλέησόν με, δηλαδή βοήθησέ με, συγχώρεσέ με, αὐτό θά πεῖ ἐλέησόν
με.
Αὐτό λοιπόν ὁ
ἄνθρωπος, ἄν τό κάνει σιγά-σιγά μέ ἐπιμονή, γιατί εἶναι πολύ δύσκολο νά
μήν σοῦ φεύγει ὁ νοῦς, διώχνει ὅλους τούς λογισμούς καί μένει μόνο αὐτός
ὁ λογισμός, ὁ Θεός. Μοῦ ἔλεγε μία ψυχή πού τό ἔκανε αὐτό, «μετά τίς δύο
ὧρες ἀρχίζω καί καταλαβαίνω ὅτι ἔχω μιά καθαρότητα καί ἔχουν φύγει οἱ
λογισμοί ἀπ’ τήν καρδιά μου». Δύο ὧρες πάλευε νά διώξει τούς λογισμούς.
Νά ἀδειάσει δηλαδή ἀπό ὅλα τά ἄλλα. Φανταστεῖτε τί γίνεται σέ μᾶς τώρα,
πόσους λογισμούς ἔχουμε καί πόσο ἀγῶνα πρέπει νά κάνουμε. Ἀλλά μέ
ὑπομονή καί ἐπιμονή καθαρίζει αὐτό τό τηλεσκόπιο καί ὁ νοῦς γίνεται
σιγά-σιγά ἀπό σκοτισμένος φωτισμένος καί περνᾶμε στό δεύτερο στάδιο πού
λέγεται φωτισμός.
Εἴπαμε τό πρῶτο
στάδιο εἶναι ἡ κάθαρση, νά καθαρίσουμε τό τηλεσκόπιο μέ τήν μετάνοια, μέ
τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί γενικά μέ τήν ὅλη ἀσκητική καί μυστηριακή
ζωή. Ἀλλά πάρα πολύ βοηθάει ἡ συνεχής προσευχή, πού δέν σέ ἐμποδίζει
τίποτα νά τήν κάνεις παντοῦ. Νά μήν ἀφήνεις τόν νοῦ σου νά φεύγει ἀλλοῦ.
Γιατί, ἄν τόν ἀφήνεις, ξαναγυρνᾶνε αὐτοί οἱ λογισμοί. Ὅταν δηλαδή ὁ
ἄνθρωπος τεμπελιάζει, ραθυμεῖ καί δέν κάνει συνέχεια αὐτή τήν ἐργασία
τῆς προσευχῆς, ξαναμολύνουν οἱ λογισμοί τόν νοῦ. Ξαναδέχεται δηλαδή
κοπριές ἀπό τόν ἐγκέφαλο, ἀπό τήν διάνοια, ἤχους, εἰκόνες ἀπό τό
περιβάλλον, βρισιές, διάφορα… καί ἐπειδή δέν προσέχει καί δέν
προσεύχεται, αὐτά κατεβαίνουν στήν καρδιά, γίνονται ἐπιθυμίες καί
λερώνεται ἡ καρδιά. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Χριστός μας: «δέν εἶναι αὐτά πού
μπαίνουν ἀπό τό στόμα πού λερώνουν τόν ἄνθρωπο (ὅ,τι φᾶμε, ὅ,τι πιοῦμε)
ἀλλά αὐτά πού βγαίνουν ἀπό τήν καρδιά» (Ματθ. 15,11). Αὐτά λερώνουν τόν
ἄνθρωπο. Καί συνέχισε ἀπό τήν καρδιά βγαίνουν: «λογισμοί πονηροί,
μοιχεῖες, ζήλιες, φθόνοι, κακίες, τσακωμοί» (Ματθ. 15,19). Αὐτά πού
βγαίνουν ἀπό τήν καρδιά λερώνουν τόν ἄνθρωπο, πού σημαίνει ὅτι αὐτή
πρέπει νά καθαρίσουμε.
Ὄχι νά λές: «ἅγιε
πνευματικέ ἐγώ νήστεψα, πότε θά κοινωνήσω;». Αὐτή εἶναι ἡ προϋπόθεση; Τό
ὅτι νήστεψες εἶναι πολύ λίγο. Ἡ καρδιά σου εἶναι καθαρή; Ἔχεις βγάλει
ἀπό ἐκεῖ μέσα τά γουρουνάκια -πού ἔλεγε κάποιος- τά δαιμόνια δηλαδή;
Ἔχεις δουλέψει γιά νά καθαρίσεις τήν καρδιά σου ἀπό τούς λογισμούς;
Ἔχεις μετανιώσει πραγματικά; Αὐτά εἶναι πού σέ λερώνουν. Ὄχι νά λές νά
κοινωνήσω καί νά μήν θέλεις νά δεῖς τόν γείτονά σου, νά μή θέλεις νά τοῦ
πεῖς ἕνα συγγνώμη ἤ ἕνα Χριστός Ἀνέστη τό Πάσχα, γιατί ἔχεις νά τοῦ
μιλήσεις δέκα χρόνια, ἐπειδή σοῦ πῆρε, παράδειγμα, μιά κότα ἤ πέφτουν
στήν αὐλή σου τά φύλλα ἀπό τό δέντρο του. Ἀνόητα πράγματα κι ὅμως ἔχουμε
πάρα πολλά τέτοια. Νά φτάνεις καί στήν τελευταία ὥρα τῆς ζωῆς σου καί
νά ἐπιμένεις νά μήν θέλεις νά συμφιλιωθεῖς μέ κάποιον. Τότε πῶς θά πᾶς
στόν Παράδεισο; Δέν εἶπε ὁ Χριστός ὅτι πάνω ἀπ’ ὅλα πρέπει «νά
συγχωρεῖτε γιά νά συγχωρεθεῖτε» (Λουκ. 6,37); Τό εἶπε ξεκάθαρα: ἄν δέν
συγχωρέσετε, δέν θά συγχωρεθεῖτε ἀπό Μένα». Αὐτό δέν λέμε στό Πάτερ ἡμῶν
κάθε μέρα; «Ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς
ὀφειλέταις ἡμῶν». Ἔτσι δέν μᾶς εἶπε ὁ Χριστός νά λέμε; Τί σημαίνει αὐτό;
Συγχώρεσε Θεέ μου τίς ἁμαρτίες μου ὅπως καί γώ συγχωράω τίς ἁμαρτίες
τῶν ἄλλων. Ὅταν ὅμως δέν τό κάνουμε στήν πράξη, δέν καθαρίζει ἡ καρδιά
μέ τίποτα. Καί ̎Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ̎ νά λές συνέχεια, ἄν δέν ἔχεις ἀγάπη
μέ τόν ἄλλον καί δέν συγχωρεθεῖς μέ ὅλους, δέν γίνεται τίποτα.
Ὁπότε καί αὐτή ἡ
προσευχή δέν λειτουργεῖ μαγικά, νά πεῖς: «θά κάνω ἐγώ αὐτό, τελείωσα, θά
δῶ τόν Θεό». Θά πρέπει νά κάνεις καί ὅλα τά ἄλλα πού εἶπε ὁ Χριστός.
Ἀλλά γιά νά τά κάνεις ὅλα τά ἄλλα, χρειάζεται πάλι ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Χρειάζεται πάλι προσευχή. Λές ̎Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με ̎, βοήθησέ
με γιά νά κάνω καί τίς ἄλλες ἐντολές. Νά βρῶ τήν δύναμη νά συγχωρέσω, νά
βρῶ τήν δύναμη νά πολεμήσω τήν ἐπιθυμία τήν κακή πού ἔχω μέσα μου, τήν
σαρκική, τήν ἐπιθυμία νά ἀρέσω στούς ἄλλους, τήν ἐπιθυμία νά μ’ ἀγαπᾶνε.
Ὅλα αὐτά εἶναι ἄρρωστα. Ὁ Χριστός δέν εἶπε νά κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε γιά
νά μᾶς ἀγαποῦν οἱ ἄλλοι. Εἶπε ἐμεῖς ν’ ἀγαπᾶμε καί τότε θά βροῦμε τήν
χαρά. Καί ὄχι, ὅπως γίνεται συνήθως στόν κόσμο, νά κυνηγᾶμε τήν δόξα καί
τήν ἀναγνώριση τῶν ἄλλων.
Ἄς σταματήσουμε
λοιπόν ἐδῶ. Εἴπαμε κάποια βασικά. Εἴπαμε γιά τήν κάθαρση ὅτι γίνεται μέ
τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή τό ̎Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με ̎, τό
ὁποῖο στήν ἀρχή γίνεται μέ τό στόμα. Δέν μπορεῖς ἀπό τήν ἀρχή νά τό
κάνεις μέ τήν καρδιά. Ξεκινᾶς νά τό ψιθυρίζεις, ὅταν εἶσαι μόνος σου καί
ὅταν εἶσαι μέ ἄλλους τό λές ἀπό μέσα σου, μέ τόν νοῦ σου. Ἀφοῦ τό πεῖς
αὐτό λοιπόν πάρα πολλές φορές γιά μέρες, μῆνες, μπορεῖ καί χρόνια,
κάποια στιγμή θά κατεβεῖ αὐτό μόνο του καί στήν καρδιά. Ὅταν δηλαδή τό
πεῖς πολύ μέ τό στόμα καί τόν νοῦ σου, θά τό πάρει ἡ καρδιά, ἡ ὁποία
ἔχει κι αὐτή στόμα, ἔχει λόγο. Ὅπως ἔχει μάτια, πού εἴπαμε εἶναι ὁ νοῦς,
ἔχει καί λόγο, τόν λεγόμενο ἐνδιάθετο λόγο, τόν ἐσωτερικό λόγο. Μ’
αὐτόν τόν λόγο, μέ αὐτή τή φωνούλα πού ἔχουμε μέσα στήν καρδιά μας θά
μιλᾶμε στόν Θεό.
Ὑπάρχει καί ἕνα πιό
ὑψηλό στάδιο ὅπου αὐτή τήν προσευχή δέν τήν λέμε πλέον ἐμεῖς, ἀλλά τήν
λέει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Λέει κάπου ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅτι κράζει μέσα μας
τό Ἅγιο Πνεῦμα «Ἀββᾶ ὁ Πατήρ» (Γαλ. 4,6). Φωνάζει μέσα μας τό Ἅγιο
Πνεῦμα Ἀββᾶ, δηλαδή Πατέρα. Πού σημαίνει ὅτι πλέον προσεύχεται τό Ἅγιο
Πνεῦμα μέσα στήν καρδιά μας στόν Θεό-Πατέρα. Αὐτό εἶναι προχωρημένο
στάδιο φωτισμοῦ. Τό κορυφαῖο στάδιο, ὅπου ἀκούει ὁ χριστιανός τό Ἅγιο
Πνεῦμα νά προσεύχεται μέσα του. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι πραγματικά μέσα
στήν Ἐκκλησία. Αὐτός εἶναι ὁ φωτισμένος ἄνθρωπος. Θά λέγαμε πολύ ὑψηλά
πράγματα γιά μᾶς! Ἀλλά γιά τούς πρώτους χριστιανούς αὐτό ἦταν τό
συνηθισμένο. Ὅλοι ἦταν ἔτσι, φωτισμένοι. Γι’ αὐτό ἦταν ὅλοι ἕνα. Αὐτοί
πού ἦταν μέσα στήν Ἐκκλησία. Τούς ἄλλους πού δέν ἦταν ἀκόμα σ’ αὐτή τήν
κατάσταση τούς ἔλεγαν ἰδιῶτες.
Ἄλλοι εἶχαν τά γένη
γλωσσῶν. Τά γένη γλωσσῶν πού ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, δέν εἶναι ἡ
γλωσσολαλιά πού λένε οἱ Προτεστάντες νά μιλᾶνε ξένες γλῶσσες, νά μιλοῦν
τά δαιμόνια δηλαδή, ἀλλά ἡ γλῶσσα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τά διάφορα εἴδη
τῆς νοερᾶς προσευχῆς πού εἶχαν μέσα στήν καρδιά τους κι αὐτό τούς ἔκανε
ἕνα. Στή συνέχεια κάποιους ἀπό αὐτούς, ὅποιους ἤθελε καί διάλεγε ὁ Θεός,
τούς πήγαινε καί στό τρίτο στάδιο, πιό ψηλό ἀκόμα πού λέγεται θέωση κι
αὐτοί ἔβλεπαν τό ἄκτιστο φῶς, τό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως, αὐτό πού εἶδαν
οἱ τρεῖς Ἀπόστολοι (οἱ Ἅγιοι Πέτρος, Ἰάκωβος καί Ἰωάννης) στό Θαβώρ.
Αὐτό πού εἴπαμε εἶδε ὁ Ἅγιος Παΐσιος καί θαμπώθηκε. Αὐτό πού εἶδε ὁ
Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ καί ὁ Μοτοβίλωφ καί πάρα πολλοί ἄλλοι Ἅγιοι.
Αὐτό εἶναι τό πιό ὑψηλό σκαλοπάτι, ἡ θέωση. Ἀλλά σ’ αὐτό τό στάδιο δέν
μπορεῖς νά εἶσαι συνέχεια. Σέ κρατάει ἐκεῖ ὁ Θεός ὅσο νομίζει καί μετά
κατεβαίνεις πάλι στό στάδιο τοῦ φωτισμοῦ, ἐκεῖ πού ἀκοῦς συνέχεια μέσα
σου τό Ἅγιο Πνεῦμα νά προσεύχεται.
Ἐμεῖς μέχρι νά
φτάσουμε ἐκεῖ, ἄς ξεκινήσουμε ἀπό τήν κάθαρση. Δέν γίνεται νά πᾶς στόν
φωτισμό καί στή θέωση κατευθείαν. Ξεκινᾶς ἀπό τήν κάθαρση καί τό πρῶτο
ἄκτιστο φῶς πού βλέπει ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἡ μετάνοια. Ἡ πραγματική
μετάνοια. Δηλαδή νά πεῖς «Ἐγώ τώρα θά τά πάρω σοβαρά τά πράγματα. Τί
λέει τό Εὐαγγέλιο; Τί λέει ὁ πνευματικός μου; Θά τά κάνω. Λέει ὁ Χριστός
αὐτό. Θά τό κάνω, τελείωσε». Αὐτό εἶναι μετάνοια. Ὁ κόσμος νά χαλάσει,
νά πεθάνω, θά τό κάνω. Ὅ,τι κι ἄν κοστίσει. Θά σοῦ πεῖ ὁ ἄλλος – Καλά
δέν θά πεῖς ψέματα; Δέν θά πάρεις ἐπιδότηση. – Νά μήν πάρω ἐπιδότηση.
Δέν θά πῶ ψέμματα, ὅ,τι κι ἄν κοστίσει. Ἐγώ θά κάνω αὐτό πού λέει ὁ
Χριστός. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔχει μετάνοια κι ἔτσι ἀρχίζει μέσα του ἡ
διαδικασία τῆς κάθαρσης. Καί μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή σιγά-σιγά
διώχνει ὅλους τούς λογισμούς καί φτάνει ἔτσι, μόλις τελειώσει ἡ κάθαρση,
στό ἑπόμενο στάδιο πού λέγεται φωτισμός.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Πρέπει ὁ χριστιανός νά ἀπελπίζεται, ὅταν στήν προσευχή δέν συγκεντρώνεται;
Ἀπ. : Ὄχι
βέβαια. Ποτέ δέν ἀπελπιζόμαστε. Ἡ ἀπελπισία, ξέρουμε ἀπό τούς ἅγιους
Πατέρες, εἶναι τό μεγαλύτερο ὅπλο του διαβόλου. Προσπαθεῖ νά μᾶς ρίξει
σέ ἀπελπισία. Εἶναι ἁμαρτία. Γιατί; Γιατί οὐσιαστικά ἡ ἀπελπισία εἶναι
βλασφημία ἀπέναντι στόν Θεό. Εἶναι σάν νά λές «πλέον ὁ Θεός δέν μέ
βοηθάει, ἄρα δέν μ’ ἀγαπάει». Ἀλλοίμονο! Ἴσα-ἴσα πού μᾶς βοηθάει πάρα
πολύ κι ὅταν νομίζουμε ὅτι δέν μᾶς βοηθάει, τότε μᾶς βοηθάει ἀκόμα
περισσότερο.
Ὑπάρχει μία ὡραία
ἱστορία μέ κάποιον πού εἶχε δυσκολίες καί εἶδε ἕνα ὄνειρο ὅπου ἔβλεπε
δίπλα του τά βήματα τοῦ Χριστοῦ. Στίς πιό δύσκολες ὅμως στιγμές ἔβλεπε
μόνο ἕνα ζευγάρι ποδιῶν, ὄχι δύο ὅπως συνήθως καί λέει «Χριστέ μου καλά
στήν πιό δύσκολη περίσταση μέ ἐγκατέλειψες;» Ὄχι λέει «τότε σέ εἶχα
πάρει στήν ἀγκαλιά Μου»! Γι’ αὐτό ἔβλεπε μόνο δύο ἴχνη. Ἔτσι εἶναι ὁ
Χριστός μας.
Γι’ αὐτό ποτέ
ἀπελπισία, γιατί ἡ μεγαλύτερη ἐπιτυχία τοῦ διαβόλου εἶναι νά μᾶς
ἀπελπίσει, νά σοῦ πεῖ «δέν γίνεται τίποτα, παράτα τα». Τότε πού σοῦ λέει
δέν γίνεται τίποτα», τότε νά ἐπιμείνεις καί μετά θά δεῖς πολύ καρπό.
Γιατί ὁ Θεός μᾶς δοκιμάζει λίγο καί μᾶς φτάνει κάποτε, θά λέγαμε, στά
ὅριά μας, ἔτσι ὥστε νά παραιτηθοῦμε τελείως ἀπό τίς δικές μας δυνάμεις
καί τόν ἐγωισμό. Νά μή νομίζουμε ὅτι κάνουμε κάτι μόνοι μας. Θέλει νά
φτάσουμε νά ποῦμε «Θεέ μου, δέν μπορῶ νά κάνω τίποτα, τελείωσα». Τότε
ἔρχεται ὁ Θεός. Ὅσο λές «μπορῶ ἐγώ μέ τίς δυνάμεις μου, θά τά καταφέρω»
λέει ὁ Θεός «ἀφοῦ ἐχεις τόσο ἐγωισμό καί νομίζεις ὅτι μπορεῖς, κάντο».
Καί δέν γίνεται τίποτα. Ὅταν παραδεχτεῖς ὅτι δέν μπορεῖς νά κάνεις
τίποτα μόνος σου, τότε ἐπιτρέπεις στόν Θεό νά παρέμβει. Ὅσο λέμε «θέλω
καί μπορῶ», ὅπως λέει καί τό σλόγκαν, ἔχουμε χτίσει αὐτό τό τεῖχος καί
ἐμποδίζουμε τόν Θεό νά μᾶς βοηθήσει.
Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι
Πατέρες λένε ὅτι δέν πρέπει νά ἔχουμε αὐτοπεποίθηση. Ἐνῶ οἱ σύγχρονοι
ψυχολόγοι – ψυχίατροι καί παιδαγωγοί λένε τό ἀντίθετο «Νά ἔχεις
αὐτοπεποίθηση. Τό παιδί στό σχολεῖο πρέπει νά ἔχει αὐτοπεποίθηση».
Δηλαδή τί πρέπει νά ἔχει; Ἐγωισμό. Αὐτό θά πεῖ αὐτοπεποίθηση, νά
πιστεύει στόν ἑαυτό του. Καί οἱ πολιτικοί τί μᾶς λένε; «Νά πιστέψετε
στόν ἑαυτό σας». Τότε σίγουρα θά καταστραφοῦμε! Ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς λέει
ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμη, στό βιβλίο τοῦ Προφήτη Ἱερεμία:
«Ἐπικατάρατος πᾶς ὅς τήν ἐλπίδα ἔχει ἐπ᾿ ἄνθρωπον ἤ στηρίζει βραχίονα
αὐτοῦ» (Ἱερ. 17,5), δηλαδή καταραμένος, πού σημαίνει ξεκομμένος ἀπό τόν
Θεό, κολασμένος, ὅποιος ἐλπίζει σέ ἄλλον ἄνθρωπο. Ἐλπίσαμε στούς
πολιτικούς καί εἴδαμε πού καταντήσαμε. Ἐλπίσαμε στήν Εὐρώπη καί εἴδαμε
τά χάλια μας. Καταραμένος ὅποιος ἐλπίζει σέ ἄνθρωπο ἤ στηρίζει βραχίονα
αὐτοῦ σημαίνει στηρίζεται στά μπράτσα του. Ἄρα αὐτός πού ἔχει
αὐτοπεποίθηση εἶναι καταραμένος.
Ἡ ἐπιστήμη ἐν
πολλοῖς σήμερα εἶναι δαιμονική. Ὄχι ὅλη. Ἡ ἄθεη ἐπιστήμη, ἡ ἄθεη
παιδαγωγική καί ἡ ἄθεη ψυχολογία. Ὁ Φρόυντ ἦταν κατεξοχήν ἄθεος, καθώς
καί οἱ σύγχρονοι ψυχίατροι καί ψυχολόγοι πού στηρίζονται σ’ αὐτόν. Ἐνῶ
λοιπόν θά ἔπρεπε νά θεραπεύουν τόν κόσμο, ἔχουμε μιά ραγδαία αὔξηση τῶν
ψυχικῶν νοσημάτων. Λένε μάλιστα ὅτι μέχρι τό 2020 ἡ πρώτη αἰτία νόσου
καί ἀναπηρίας στόν κόσμο θά εἶναι ἡ κατάθλιψη καί τά ψυχολογικά. Ἄν μᾶς
θεράπευε ὁ Φρόυντ καί οἱ θεωρίες του, θά ἔκλειναν τά ψυχιατρεῖα. Ἐδῶ
ἀνοίγουμε συνεχῶς καινούρια καί παίρνουμε ὅλο καί περισσότερα
ψυχοφάρμακα. Αὐτό ἀποδεικνύει ὅτι εἶναι λανθασμένη ἡ μέθοδος πού
ἀκολουθοῦν καί δέν πρέπει νά ἔχουμε αὐτοπεποίθηση. Ἀλλά πρέπει νά ἔχουμε
Θεοπεποίθηση. Πρέπει νά ἔχουμε πεποίθηση καί ἐλπίδα στόν Θεό, ὄχι
ἐλπίδα στόν ἑαυτό μας.
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ
Ἁγιορείτης γράφει τό ἑξῆς ὡραῖο στόν Ἀόρατο Πόλεμο: τέσσερα ὅπλα πρέπει
νά ἔχει ὁ χριστιανός συνέχεια μαζί του καί νά τά χρησιμοποιεῖ. Πρῶτον,
τέλεια ἀπελπισία ἀπό τόν ἑαυτό του. Καμία ἐλπίδα δηλαδή στόν ἑαυτό του.
Τέλεια ἐλπίδα στόν Θεό πάντοτε. Γιατί ὁ Θεός θά τόν βοηθήσει σέ ὅλα καί
θά κάνει τά πάντα. Συνεχή πνευματικό ἀγῶνα ἐναντίον τῶν παθῶν καί
τέταρτο, ἀδιάλειπτη προσευχή. Νά προσεύχεται συνέχεια. Ὅταν ἔχει ὁ
χριστιανός τά τέσσερα αὐτά ὅπλα, πορεύεται ἀπό νίκη σέ νίκη. Τό πέμπτο
καί τελευταῖο, πού λέει πιό μετά, εἶναι νά κοινωνεῖ. Ἀλλά γιά νά φτάσεις
νά κοινωνήσεις σωστά καί νά ὠφεληθεῖς, πρέπει νά κάνεις τά τέσσερα
προηγούμενα.
Ὁπότε ποτέ δέν
ἀπελπιζόμαστε καί ἔχουμε πάντα τέλεια ἐλπίδα στόν Θεό, ὄχι στόν ἑαυτό
μας. Ὅσο ἐλπίζουμε στόν ἑαυτό μας, μᾶς ἀφήνει ὁ Θεός γιατί ἔχουμε
ἐγωισμό. Γιά τήν ἀκρίβεια δέν μᾶς ἀφήνει, ἀλλά ἐμεῖς δέν Τοῦ ἐπιτρέπουμε
νά μᾶς βοηθήσει. Αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως γιά τόν Ἅγιο Παΐσιο, πού
εἶπε ἐπέτρεψε στόν Θεό νά ἐργαστεῖ μέσα του.
Οὐσιαστικά δηλαδή
ἐμεῖς δέν ἔχουμε νά κάνουμε κάτι φοβερό καί τρομερό, πού λένε «δύσκολη ἡ
χριστιανική ζωή». Δέν εἶναι καθόλου δύσκολη. Πολύ εὔκολη εἶναι. Ἐμεῖς
τήν κάνουμε δύσκολη γιατί δέν ἐπιτρέπουμε στόν γιατρό νά ἔρθει νά μᾶς
θεραπεύσει. Ἔρχεται ὁ Ἰατρός κι ἐμεῖς κλωτσᾶμε καί φωνάζουμε ‘δέν Σέ
θέλω, φύγε’. Φανταστεῖτε ἕναν ἀσθενή στό νοσοκομεῖο νά πηγαίνει ὁ
γιατρός ἤ ὁ καθηγητής Πανεπιστημίου καί νά φέρεται ἔτσι. Πρόκειται νά
θεραπευθεῖ ποτέ; Ποτέ δέν θεραπευθεῖ. Νά τοῦ δίνει ὁ γιατρός τά καλύτερα
φάρμακα καί νά τά πετάει στά σκουπίδια. Πῶς θά θεραπευθεῖ μετά;
Ἡ Ἐκκλησία μας
εἶναι τό τέλειο νοσοκομεῖο καί τό τέλειο θεραπευτήριο καί αὐτός εἶναι ὁ
ρόλος της. Ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά καθαρίσει τόν νοῦ τοῦ
ἀνθρώπου, τό τηλεσκόπιο, γιά νά μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τόν Θεό. Τί
λέει ὁ Χριστός μας; «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν
ὄψονται» (Ματθ. 5,8). Αὐτό δέν εἶναι σχῆμα λόγου. Θά δοῦμε τόν Θεό! Ὄχι
στήν ἄλλη ζωή. Σ’ αὐτή τήν ζωή. Πότε ὅμως; Ὅταν καθαρίσουμε τό
τηλεσκόπιο, τήν καρδιά. Ἡ καρδιά ἔχει ὄργανο μέσα, ὀπτικό, πού βλέπει
τόν Θεό. Ὁ ἐγκέφαλος, μέσω τῆς ἐπιστήμης, ἔφτιαξε τηλεσκόπιο ἀλλά γιά
αὐτόν τόν κόσμο. Τό πιό ἰσχυρό τηλεσκόπιο -τό Πάλομαρ, δέν ξέρω ἄν
ὑπάρχει πιό ἰσχυρό τώρα- βλέπει μερικά ἑκατομμύρια ἔτη φωτός. Ἀλλά τόν
Θεό δέν μπορεῖ νά Τόν δεῖ. Ἐνῶ ἕνας ἄνθρωπος πού ἔχει καθαρίσει τόν νοῦ
του, μπορεῖ νά μήν εἶναι ἀσκητής, νά εἶναι μέσα στόν κόσμο, βλέπει τόν
Θεό. Ὑπάρχουν τέτοιοι ἄνθρωποι καί λαϊκοί, οἱ ὁποῖοι ἔχουν κάνει αὐτή
τήν ἐργασία, ἔχουν καθαρίσει τόν νοῦ τους.
Ἐρ. : Τό ὄνομα Γέροντα αὐτοῦ τοῦ ἄθεου…
Ἀπ. : Φρόυντ.
Ὁ Φρόυντ ὁ ὁποῖος ἔχει κυριαρχήσει στήν ψυχιατρική καί στήν ψυχολογία. Ἡ
θεωρία τοῦ Φρόυντ ἡ ὁποία λέει νά ἀφήσεις ἀχαλίνωτα τά πάθη σου καί
μάλιστα τά σαρκικά πάθη.
Ἐρ. : Εἴπατε
ὅτι πρέπει νά ἀφήσουμε τόν Θεό νά δουλέψει μέσα μας καί γιά νά τό
καταφέρουμε αὐτό πρέπει νά ἀφήσουμε τόν ἑαυτό μας στόν Θεό.
Ἀπ. : Τό θέλημά μας.
Ἐρ. : Τό θέλημά μας. Καί
γιά νά γίνει αὐτό πρέπει νά κόψουμε τά πάθη μας. Δηλαδή τίς ἐπιθυμίες,
τίς κακές ἐπιθυμίες, νά προσέχουμε τά μάτια, τά αὐτιά…
Ἀπ. : Νά ἐλέγξουμε τίς αἰσθήσεις μας, ἕνα πρῶτο βῆμα.
Ἐρ. : Ναί καί
τότε θά δοῦμε τόν Θεό. Ἀλλιῶς δέν θά δοῦμε τόν Θεό. Ἕνας, ὁ ὁποῖος ἔχει
πάρει ἀπόφαση… ἐγώ προσωπικά λέω: θά γίνω ὅπως θέλει ὁ Θεός.. στό διάβα
ὅμως τῆς ἡμέρας βλέπει κάποια πράγματα τά ὁποῖα δέν θέλει νά τά βλέπει,
ἔρχονται μπροστά του, εἴτε ὀπτικοί πειρασμοί, εἴτε ἀκουστικοί,
ὁτιδήποτε. Καί ἐκεῖ κάπου χάνει τόν σκοπό του νά ἀφήσει τόν ἑαυτό του
στόν Θεό καί μπλέκεται. Τί πρέπει νά κάνει αὐτός ὁ ἄνθρωπος πού
μπλέκεται, γιατί δέν μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι δέν πιστεύει, ἀλλά οὔτε ἔχει
ἀφεθεῖ καί στόν Θεό. Ἔχει μετανιώσει, ἀλλά μετά ξαναέπεσε..
Ἀπ. : Νά
ξαναμετανοήσει. Ἔχετε μπεῖ σέ καράβι; Ἐμεῖς πηγαίνοντας στό Ἅγιο Ὄρος
βλέπαμε τόν καπετάνιο. Θά δεῖτε ὅτι ὁ καπετάνιος κάθεται στό πηδάλιο καί
κάνει κάποιες ἀνεπαίσθητες κινήσεις. Καί γώ ἀναρωτιόμουν: τί κάνει
τώρα, γιατί δέν τό ἀφήνει τό καράβι νά πάει μόνο του; Λίγο ἔτσι, λίγο
ἔτσι τό τιμόνι, συνέχεια. Τό καράβι μπροστά στή μύτη ἔχει κάτι σάν
ἀκίδα, βλέπει τήν ἀκίδα πού εἶναι ὁ ἄξονας τοῦ καραβιοῦ, πῶς πάει τό
καράβι, ἡ πορεία καί αὐτό τό εὐθυγραμμίζει μέ τό πηδάλιο. Λίγο ἄν φύγει
τό πηδάλιο ἀπ’ τήν ἀκίδα, τό καράβι χάνει τήν πορεία του, ὁπότε φεύγει
εἴτε στά βράχια, εἴτε στό πέλαγος. Αὐτές οἱ διορθωτικές κινήσεις δηλαδή
εἶναι πού σέ πᾶνε στόν προορισμό σου.
Τό ἴδιο συμβαίνει
καί σέ ἕναν χριστιανό. Συνεχῶς πρέπει νά κάνουμε διορθωτικές κινήσεις
γιατί μιά φεύγουμε δεξιά, μιά ἀριστερά. Τή μιά πᾶμε στήν ἔλλειψη, τήν
ἄλλη στήν ὑπερβολή καί μᾶς περιμένει ὁ διάβολος καί ἀπό ἀριστερά καί ἀπό
δεξιά. Καί οἱ Πατέρες λένε καί ἀπό πάνω καί ἀπό κάτω καί ἀπό πίσω καί
ἀπό μπρός, ἀπό παντοῦ μᾶς πολεμᾶνε οἱ δαίμονες. Πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά
ἔχει ἐγρήγορση. Γιατί ξεφεύγουμε; Γιατί δέν ἔχουμε νήψη, ἐγρήγορση.
Δηλαδή δέν εἴμαστε ξύπνιοι. Μᾶς βρίσκει ὁ διάβολος κοιμισμένους. Πῶς θά
ἔχουμε ἐγρήγορση; Εἶναι αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως, μέ τήν συνεχή
προσευχή. Ἡ προσευχή, τό ̎Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με ̎ μᾶς κρατάει
ξυπνητούς.
Εἶχε ἔρθει ἕνας στό
Ἅγιο Ὄρος, βιβλιοπώλης ἦταν καί μοῦ λέει «πάτερ λέω τήν εὐχή συνέχεια,
πάω νά πῶ ἕνα ψέμα, δέν μπορῶ νά πῶ ψέμα!». Ἡ εὐχή μέσα του τόν
συγκρατοῦσε, τοῦ ἔλεγε «ποῦ πᾶς τώρα». Ἀφοῦ λές ̎Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ
ἐλέησέ με ̎ καί θά πεῖς ψέματα; Μετά σοῦ ἔρχεται νά καπνίσεις καί λές
πῶς νά καπνίσω τώρα καί νά λέω ̎Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με ̎; Δέν
μπορεῖς νά καπνίσεις.
Κάποτε ὁ Ἅγιος
Σιλουανός, εἶχε πάει στή Ρωσία καί μέσα στό τρένο κάπνιζε κάποιος
ἀπέναντί του καί τοῦ λέει: – Πάρε πάτερ. – Εὐχαριστῶ. – Πάρε, λέει,
πάτερ εἶναι καλό τό τσιγάρο. – Ὄχι, λέει, εὐχαριστῶ. – Πάτερ, λέει,
γιατί δέν παίρνετε; – Δέν θέλω, λέει. – Γιατί, λέει, κάνω κάτι κακό; –
Πές, τοῦ λέει, πρῶτα τό Πάτερ ἡμῶν καί μετά νά καπνίσεις. – Ἔ πῶς, λέει,
δέν μπορῶ νά πῶ τό Πάτερ ἡμῶν καί νά καπνίζω. –Βλέπεις, τοῦ λέει, ὅτι
μᾶς ἐμποδίζει στήν προσευχή δέν εἶναι καλό πράγμα.
Ἔτσι δέν εἶναι;
Κάτι πού μᾶς ἐμποδίζει στήν προσευχή σημαίνει ὅτι εἶναι κακό πράγμα. Ἄρα
γιατί νά τό κάνω; Ἡ προσευχή δηλαδή ἡ συνεχής μᾶς φυλάει ἀπό αὐτά τά
λοξοδρομήματα. Ἔτσι θά φυλαχτοῦμε λοιπόν γιά νά μήν χάσουμε τήν πορεία.
Γιατί ὄντως ξεκινᾶμε καλά καί χανόμαστε στήν πορεία.
Ἐρ. : Ὅσο
εἴμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία, προσπαθοῦμε νά κεντράρουμε στόν στόχο πού
εἶναι ὁ Χριστός. Ἅμα κάποιος προσπαθεῖ νά πλησιάσει τόν Θεό μέ ὅλους
αὐτούς τούς τρόπους πού εἴπαμε, ἔρχεται κοντά στόν Θεό. Ὁ ἄλλος πού
βρίσκεται πάλι μέσα στήν Ἐκκλησία ἀλλά δέν προσπαθεῖ, πῶς θά γίνει;
Ἀπ. : Βοηθιέται
κι ἐκεῖνος βλέποντας ἐμᾶς, ἄν ἔχει καλή διάθεση, νά μπεῖ κι αὐτός στή
διαδικασία. Δέν μπορεῖ νά γίνει ἑνότητα, ἄν δέν πέσει καί ὁ ἄλλος στό
κέντρο, ἄν δέν θελήσει. Ἀλλά ὁπωσδήποτε βοηθιέται.
Ἐρ. : Νά πῶ
ἕνα παράδειγμα. Μαλώσανε δύο ἄτομα, ὁ ἕνας ζητάει συγγνώμη, πλησιάζει
τόν Θεό, ὁ ἄλλος ὅμως δέν δέχεται τή συγγνώμη. Ἐκεῖνος πῶς εἶναι δυνατόν
νά ἔρθει κι αὐτός;
Ἀπ. : Θά πρέπει νά ἐπιμείνουμε. Γιατί λένε μερικοί: «τό εἶπες μιά φορά, σταμάτα». Ὄχι, δέν εἶναι σωστό αὐτό. Θά ἐπιμείνεις.
Ἐρ. : Ναί ὅμως μερικοί εἶναι ἰδιόρρυθμοι ἄνθρωποι.
Ἀπ. : Καί μέ
τήν βοήθεια τοῦ Πνευματικοῦ. Εἶχε μία περίπτωση ὁ π. Ἐπιφάνιος ὁ
Θεοδωρόπουλος μέ κάποιον, ἐπίσης κληρικό, πού χωρίς νά τοῦ ἔχει κάνει
κάτι, δέν τοῦ ἔλεγε καλημέρα. Ὁ π. Ἐπιφάνιος τοῦ ἔλεγε. Μιά φορά
βρέθηκαν σέ ἕνα γεφύρι καί ἀναγκαστικά θά περνοῦσαν δίπλα δίπλα, ὁπότε
πάλι τοῦ εἶπε ‘καλημέρα’ ὁ π. Ἐπιφάνιος κι ἐκεῖνος δέν εἶπε. Μετά
λοιπόν, μέσω ἑνός τρίτου κοινοῦ γνωστοῦ, τοῦ στέλνει ἕνα μήνυμα καί
λέει, πές του ὅτι ἐγώ θά συνεχίσω νά τοῦ λέω καλημέρα κι ἄς μή μοῦ λέει.
Καί νά τοῦ πεῖς, λέει, πώς ἄν δέν μοῦ λέει καλημέρα, θά πάει στήν
κόλαση. Ὄντως ἔτσι εἶναι. Γιατί δέν μπορεῖς νά ἔχεις ἔστω ἕναν ἄνθρωπο
στή γῆ πού νά μήν ἀγαπᾶς καί νά θέλεις νά πᾶς στόν Χριστό. Δέν γίνεται, ὁ
Χριστός εἶναι ἀγάπη. Θά πρέπει στήν καρδιά σου νά τούς ἀγαπᾶς ὅλους.
Ὁπότε ἐμεῖς θά ἐπιμένουμε καί θά βοηθήσει ὁ Θεός. Λέει ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος: «εἰ δυνατόν μετά πάντων εἰρηνεύετε» (Ρωμ. 12,18). Εἰ δυνατόν,
γιατί πράγματι μερικοί δέν θέλουν. Ἔχουμε τό γνωστό παράδειγμα τοῦ
Σαπρικίου καί τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου, ὅπου ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ἔκανε τό πᾶν
νά συμφιλιωθοῦν καί ὁ ἄλλος δέν ἤθελε. Τελικά τί ἔπαθε; Κολάστηκε. Ἔχασε
τό μαρτυρικό στεφάνι καί πῆρε τήν θέση του ὁ Ἅγιος Νικηφόρος.
Νά κάνουμε ἐμεῖς
αὐτό πού πρέπει καί αὐτό θά λειτουργήσει ὡς πρότυπο. Ὅπως ὁ Ἅγιος
Παΐσιος, ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος καί βοηθάει σήμερα, ὄχι μόνο τήν Ἑλλάδα,
ἀλλά ὅλο τόν κόσμο καί θά τούς βοηθάει στήν αἰωνιότητα, μέ τήν ταπείνωση
πού βίωνε καί τή συνέπεια πού ζοῦσε. Ἕνας ἁπλός καλόγερος ἦταν οὔτε κἄν
παπάς. Τοῦ ἔλεγαν οἱ μοναχές γιά παράδειγμα: – Γέροντα πᾶμε ἀγοράζουμε
πράγματα καί δέν μᾶς δίνουν τιμολόγιο. Καί ἔλεγε: – Δέν εἶναι σωστό
αὐτό, πάντα νά παίρνετε τιμολόγιο. Ἐσεῖς εἶστε καί καλόγριες, ἕνας λόγος
παραπάνω καί συμβάλλετε σέ μιά κλοπή. Βλέπετε πόση ἀκρίβεια εἶχε ὁ
ἄνθρωπος! Σ’ αὐτά πού δέν τά τηρεῖ κανείς, ὅλοι κοιτᾶνε νά τά ἀποφύγουν.
Κι ὅμως αὐτό εἶναι τό σωστό. Εἶχε συνέπεια. Ἐγώ, ἔλεγε, ὅταν στέλνω
κάτι, βάζω καί γραμματόσημο πάνω, ἄσχετα ἄν δέν τό στέλνω μέ τό
ταχυδρομεῖο καί τό στέλνω μέσω ἄλλου. Τόση συνέπεια εἶχε! Γιατί ἦταν
προσανατολισμένος στόν Χριστό καί ὄχι στά χρήματα.
Ἐμεῖς λέμε ὅτι
ἔχουμε κέντρο τόν Χριστό, ἀλλά λέμε: «Κάτσε τώρα, δέν εἴμαστε καί χαζοί.
Ἀφοῦ μέ κλέβει, θά τόν κλέψω καί γώ». Ἔτσι λέει ὁ Χριστός; Δέν λέει
ἔτσι. Λέει: «ἀπόδοτε τά Καίσαρος Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ» (Ματθ.
22,21), δηλαδή σ’ αὐτόν πού πρέπει, θά δίνεις τόν φόρο καί σέ κεῖνον πού
τοῦ πρέπει, θά δίνεις τιμή. Ἀλλά αὐτό δέν μπορεῖς νά τό κάνεις, ὅταν τό
κέντρο δέν εἶναι ὁ Χριστός καί εἶναι ὁ χρυσός. Γι’ αὐτό λέμε πρέπει νά
ἔχουμε ἀληθινή μετάνοια. Ὁ ἄλλος περνάει ἔξω ἀπ’ τήν Ἐκκλησία καί
κοιτάει γύρω νά δεῖ ἄν δέν τόν βλέπουν, νά κάνει τόν σταυρό του. Γιατί
τό κέντρο εἶναι ὁ ἑαυτός μας, νά μήν μᾶς εἰρωνευτοῦν ἤ νά μήν μᾶς
κοροϊδέψουν ὅτι εἴμαστε χριστιανούληδες καί τοῦ κατηχητικοῦ. Ἐνῶ ἕνας
ἄθεος τό λέει καί τό καυχιέται κιόλας. Δέν ντρέπεται νά πεῖ ὅτι εἶναι
ἄθεος. Ἐμεῖς δηλαδή γιατί ντρεπόμαστε; Γιατί μᾶς πονάει ἡ εἰρωνεία. Καί
γιά νά μᾶς πονάει σημαίνει ὅτι ἔχουμε κενοδοξία, ὅτι μᾶς νοιάζει ἡ γνώμη
τοῦ κόσμου. Δέν εἶναι σκοπός μας πῶς θά ἀρέσουμε στόν Χριστό, κοιτᾶμε
πῶς θά ἀρέσουμε καί λίγο στόν κόσμο. Ἔχουμε καί λίγο τήν ἐλπίδα μας στόν
κόσμο καί λίγο στά χρήματα καί λίγο στόν ἑαυτό μας. Βλέπετε δέν ἔχουμε
ἀληθινή μετάνοια. Γι’ αὐτό χρειάζεται βαθύ σκάψιμο καί ἐργασία μέ
συνέπεια. Ὅ,τι βλέπουμε λάθος, τό σταματᾶμε ἀμέσως, δέν τό ξανακάνουμε.
Ἐρ. : Αὐτό ἐπικρατεῖ στόν κόσμο, ὅτι ἐξαρτιόμαστε ἀπό τόν ἄνθρωπο, ὄχι ἀπό τόν Θεό.
Ἀπ. : Ἐξαρτιόμαστε
ἀπό τούς ἀνθρώπους. Εἶναι λάθος ὅμως αὐτό γιατί ἡ ἀληθινή μας ἐξάρτηση
εἶναι μόνο ὁ Θεός. Κανένας ἄνθρωπος δέν εἶναι. Ἀλλά ἐπειδή δέν τά
βλέπουμε μέ τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μέ τό κοσμικό πνεῦμα, λέμε
ἐξαρτιόμαστε ἀπό τήν Μέρκελ, ἀπό τά οἰκονομικά πακέτα κ.λ.π. Ὅλα αὐτά
ξέρετε γιατί μᾶς ἦρθαν; Γιατί πέσαμε στήν ἁμαρτία. «Ἐλασσονοῦσι ἔθνη
ἁμαρτίαι» (Παρ. 14,34), τό λέει ἡ Ἁγία Γραφή ξεκάθαρα. Οἱ Ἑβραῖοι ὅταν
ἦταν ἐν μετανοία, ἦταν ἐλεύθεροι. Ὅταν ἔπεφταν στήν ἁμαρτία,
σκλαβώνονταν. Πάντα! Εἴτε στούς Φιλισταίους, εἴτε στούς Μαδιανίτες.
Ἄφηνε ὁ Θεός διάφορους λαούς νά τούς κυριεύσουν. Ἐμεῖς τώρα εἴμαστε
ἐλεύθεροι; Σκλάβοι εἴμαστε. Γιατί εἴμαστε σκλάβοι; Γιατί πρῶτα εἴχαμε
σκλαβωθεῖ πνευματικά, στήν ἁμαρτία. Καί ἀκόμα δέν τό ἔχουμε πάρει τό
μήνυμα καί συνεχίζουμε νά εἴμαστε σκλαβωμένοι στήν ἁμαρτία. Ὁπότε ἀφήνει
ὁ Θεός νά εἴμαστε σκλαβωμένοι καί στούς Γερμανούς καί στούς
ὁποιουσδήποτε Γερμανούς.
Ἀλλά ὄχι μόνο δέν
φροντίζουμε νά ξεσκλαβωθοῦμε, οὔτε κἄν ξέρουμε τόν πνευματικό νόμο. Αὐτό
πού εἴπαμε, ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι αὐτή πού ὁδηγεῖ τά ἔθνη στή σκλαβιά καί
ὄχι τά οἰκονομικά μεγέθη. Αὐτά ἔρχονται μετά, ὅπως καί οἱ ἀτασθαλίες
τῶν πολιτικῶν, πού τούς βρίζουν. Τό ὁποῖο ἀπαγορεύεται ἀπό τήν Ἁγία
Γραφή νά βρίζεις τούς ἄρχοντες. Οὔτε αὐτό τό ξέρουμε καί στήνομαστε
μπροστά ἀπό τήν τηλεόραση καί τούς βρίζουμε. Εἶναι ἁμαρτία αὐτό τό λέει
στήν Παλαιά Διαθήκη στό βιβλίο τῆς Ἐξόδου. Εἶναι ἄρχοντες, ὁ Θεός τούς
ἔβαλε ἐκεῖ.
Ὁπότε νά μποῦμε σ’
αὐτή τήν προσπάθεια καί εἶναι πολύ εὔκολο νά ξεκινήσει κανείς ἀπό αὐτό
τό ἁπλό, τό ̎Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με ̎. Νά τό λέμε συνεχῶς καί
φυσικά νά ἐνδιαφερθοῦμε νά μάθουμε τί θέλει ὁ Θεός ἀπό μᾶς, τόν νόμο τοῦ
Θεοῦ. Νά μελετήσουμε τήν Ἁγία Γραφή, Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, τούς
Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, τούς Πατέρες. Νά ἔχουμε Πνευματικό ὁδηγό. Ἔχουμε
πλοῦτο. Ὅλα μᾶς τά ἔχουν πεῖ οἱ Πατέρες καί ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ὅλα τά
φάρμακα, τά τέλεια φάρμακα. Τά πάντα, γιά ὅλες τίς ἀρρώστιες μας, γιά
ὅλα τά πάθη μας. Θά βροῦμε τήν ἀληθινή χαρά μέσα ἀπό αὐτή τήν ζωή, τήν
χριστιανική. Γιατί μόνο ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ ἀληθινή χαρά. Ἡ χαρά εἶναι στόν
Χριστό, πουθενά ἀλλοῦ. Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ὁ καρπός τοῦ Πνεύματος
εἶναι ἀγάπη, χαρά εἰρήνη…» (Γαλ. 5,22). Καρπός δηλαδή τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος. Χωρίς τό Ἅγιο Πνεῦμα, χωρίς τήν μετοχή στό φῶς τοῦ Θεοῦ, στήν
μετάνοια, πού εἶναι τό πρῶτο φῶς τό ἄκτιστο, δέν μπορεῖς νά ἔχεις χαρά.
Χαζοχαρούμενος μπορεῖ νά εἶναι κανείς καί νά χαχανίζει, ἀλλά ἀληθινή
χαρά δέν πρόκειται νά ἔχει, μόνιμη καί ἀναφαίρητη. Εἰρήνη δέν θά ἔχει.
Γι’ αὐτό βλέπουμε ἀνθρώπους, ὑποτίθεται τῆς Ἐκκλησίας, καί νά εἶναι
γεμάτοι ἄγχος. Πῶς εἶναι ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας αὐτός; Δέν εἶναι
καθόλου. Ἄν εἶχε ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα, θά εἶχε εἰρήνη, δέν θά εἶχε
ἄγχος. Ὁπότε στήν πράξη ἀποδεικνυόμαστε ὅτι εἴμαστε ἀθεράπευτοι. Ὁ νοῦς
μας εἶναι σκοτισμένος. Ὡστόσο δέν ἀπελπιζόμαστε, ὅπως εἴπαμε, ἀλλά
ἀρχίζουμε τήν προσπάθεια.
Ἐρ. : Πάτερ, ἔχω ἀκούσει ὅτι οἱ μοναχοί πάρα πολύ ἔψαχναν τήν ἡσυχία, ἀκόμα καί μεγάλοι ἅγιοι πού ἤθελαν νά τούς κάνουν ἐπισκόπους…
Ἀπ. : Τό λέει
ὁ Μέγας Βασίλειος: «Ἡ ἡσυχία εἶναι ἀρχή καθάρσεως». Ἔψαχναν τήν ἡσυχία,
ὄχι ὅταν βρῆκαν τόν Θεό, ἀλλά πρίν βροῦν τόν Θεό, γιά νά καθαριστοῦν.
Διότι κατάλαβαν ὅτι πολύ πιό εὔκολα γίνεται αὐτή ἡ διαδικασία τῆς νοερᾶς
προσευχῆς καί τῆς μετάνοιας γενικότερα μέσα στήν ἡσυχία. Ἄλλο νά ζεῖς
μέσα στήν πόλη ὅπου δέχεσαι κάθε λεπτό τόσα ἀκουστικά καί τόσα ὀπτικά
ἐρεθίσματα τά ὁποῖα σέ ἀποσποῦν ἀπό τήν προσευχή καί ἄλλο νά ζεῖς μέσα
στό βουνό πού δέν βλέπεις τίποτα παρά μόνο τόν οὐρανό καί τή γῆ καί δέν
ἀκοῦς τίποτα παρά μόνο τά πουλάκια. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Μέγας Βασίλειος ὅτι ἡ
ἡσυχία εἶναι ἡ ἀρχή τῆς κάθαρσης. Ἡ κάθαρση εἶναι τό πρῶτο στάδιο.
Εἶναι ἡ ἀρχή τῆς μετάνοιας.
Γι’ αὐτό ὁ ἄσωτος
υἱός, ὅταν ἔβοσκε τούς χοίρους, ξέμεινε ἀπό λεφτά, δέν μποροῦσε νά
πηγαίνει στά καταγώγια τῆς ἁμαρτίας, ὁπότε μέσα σ’ ἐκείνη τήν ἡσυχία μέ
τά γουρουνάκια καί μέ τήν πείνα, ἦρθε στόν ἑαυτό του. «Ἐλθών εἰς ἑαυτόν
εἶπε πορεύσομαι πρός τόν πατέρα» (Λουκ. 15,17-18). Πρέπει νά ’ρθεῖς στόν
ἑαυτό σου. Γιά νά ’ρθεῖς στόν ἑαυτό σου, πρέπει νά ἡσυχάσεις. Γιά νά
πᾶς στόν Πατέρα, νά μετανοήσεις δηλαδή πραγματικά, πρέπει πρῶτα νά βρεῖς
τόν ἑαυτό σου. Γιά νά βρεῖς τόν ἑαυτό σου, νά μαζευτεῖς μέσα σου,
χρειάζεσαι ἡσυχία.
Μέσα στόν κόσμο πού
ζεῖτε νά ἐπιδιώκετε τήν ἡσυχία. Ἄν ὅλη τήν ὥρα παίζει ἡ τηλεόραση καί
συνέχεια κουβεντιάζετε, τί θά φᾶμε, τί θά πιοῦμε κ.λ.π. μετά φυσικά δέν
μπορεῖς νά συμμαζευτεῖς, ὁ νοῦς σου εἶναι σκόρπιος. Τί προσευχή νά
κάνεις; Ἡ ἀρρώστια τοῦ νοῦ εἶναι ὁ διασκορπισμός του. Ἡ θεραπεία τοῦ νοῦ
εἶναι νά συμμαζευτεῖ ὁ νοῦς μέσα στήν καρδιά καί ἐκεῖ ν’ ἀρχίσει νά
δουλεύει καί νά μιλάει στόν Θεό. Ἀλλά γιά νά μαζευτεῖ ὁ νοῦς μέσα, θά
πρέπει νά ἡσυχάσει λίγο ὁ ἄνθρωπος. Νά κόψει κατ’ ἀρχάς τά περιττά.
Βλέπετε τώρα μέ τήν τεχνολογία κι ἕνα λεπτό νά ἔχεις, θά ἀνοίξεις τό
κινητό σου. Δέν σ’ ἀφήνει ὁ διάβολος δηλαδή νά μαζέψεις τόν νοῦ σου.
Ἰδίως τά νέα παιδιά τά βλέπεις μέ τό κινητό ἀκόμα καί στόν δρόμο ὅταν
περπατοῦν, κινδυνεύουν κιόλας νά σκοντάψουν. Αὐτό εἶναι τέχνη δαιμονική,
γιά νά μήν μαζεύεσαι καθόλου μέσα σου, νά εἶσαι συνέχεια σκόρπιος.
Ὁπότε κι ἐσεῖς νά
ἐπιδιώκετε τήν ἡσυχία καί νά ἀρχίσετε λίγο νά συνηθίζετε τήν νοερά
προσευχή. Ἔλεγε ὁ Γέροντας Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, μισή ὥρα τό βράδυ,
τότε πού ἔχουν ἡσυχάσει τά πράγματα στό σπίτι, νά κλείνεσαι στό δωμάτιό
σου καί νά λές μέ τό στόμα ̎Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με ̎, λίγο
κλαψιάρικα, ἱκετευτικά στόν Θεό καί νά προσέχεις τίς πέντε λέξεις. Νά
μήν πηγαίνεις ἀπό τή μιά λέξη στήν ἄλλη, ἄν δέν κατάλαβες τί εἶπες. Τί
εἶπα τώρα; ̎Κύριε ̎. Τό κατάλαβα; Ἤ μήπως ἦταν ἀλλοῦ ὁ νοῦς μου; Θέλει
ἐπιμονή. Καί σιγά-σιγά φυτεύεις ἕνα δεντράκι, λέει ὁ π. Ἐφραίμ καί θά
δεῖς αὐτό τό δεντράκι θά σοῦ φέρει καρπούς. Ὁ πρῶτος καρπός εἶναι ἡ
χαρά. Ἄν κάποιος ἀρχίσει νά προσεύχεται συνέχεια, θά ἔχει χαρά. Αὐτό τό
βλέπουμε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, πού λέει ὁ Δαβίδ: «ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ καί
εὐφράνθην» (Ψαλμ. 76,4). Μέ τό πού θυμήθηκα τόν Θεό, εὐφράνθηκα,
φτερούγησε ἡ καρδιά μου, χάρηκα. Ἀπό κεῖ ἐρχεται ἡ χαρά, ἀπό τήν μνήμη
τοῦ Θεοῦ.
Ξεκινᾶς λοιπόν μέ
μισή ὥρα καί κάποια στιγμή θά γίνει καί παραπάνω καί θά βλέπεις ὅτι θά
σοῦ βγαίνει καί τήν ὥρα πού δέν τό περιμένεις. Θά βγαίνει δηλαδή ἀπό
μόνο του, ἀκόμα καί μισοκοιμισμένος, μπορεῖ νά τό λές καί τήν ὥρα πού
ξυπνᾶς. Ἐπειδή ἔχεις κοιμηθεῖ μ’ αὐτό, ὅταν ξυπνᾶς σοῦ ἔρχεται πάλι.
Ὁπότε ὅλη ἡ ζωή μας εἶναι ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ.
Ἐρ. : Πάτερ, ἔχουμε τήν τιμή καί τήν χαρά νά παρευρίσκεται καί ὁ ἄρχοντας τοῦ χωριοῦ ἐδῶ.
Ἀπ. : Πολύ
ὡραῖα. Δόξα τῷ Θεῷ. Οἱ πολιτικοί ἄρχοντες εἶναι σπουδαῖα πρόσωπα, διότι
κατά κάποιο τρόπο κι αὐτοί ποιμένουν τόν λαό. Βεβαίως ὁ κατεξοχήν
ποιμένας εἶναι ὁ Ἐπίσκοπος καί ὁ ἱερέας, ἀλλά καί ὁ ἄρχοντας. Ὁ τοπικός
ἄρχοντας, ἐπειδή ὁ κόσμος προσβλέπει καί στούς κοσμικούς ἄρχοντες ὡς
πρότυπα, ἔχει εὐθύνη καί θά δώσει λόγο στόν Θεό. Γιατί ἄλλο νά σφάλλει
ἕνας ἁπλός πολίτης καί ἄλλο νά σφάλλει ὁ ἄρχοντας. Γίνεται μεγάλο
σκάνδαλο ὅταν πέσει σέ κάποιο σφάλμα ὁ ἄρχοντας. Ὁ λαός τόν ἔχει ψηλά
καί, ὅταν πέφτει ὁ ἄρχοντας, γκρεμίζεται καί ὁ λαός. Ἐνῶ, ὅταν ὁ
ἄρχοντας εἶναι σωστός καί πνευματικά καί στέκεται σωστά, δίκαιος καί
φιλάνθρωπος, ὅπως πρέπει, μετά βοηθιέται καί ὁ λαός. Στό -κακῶς
λεγόμενο- Βυζάντιο, τό ὁποῖο ἦταν ἡ Ρωμανία, ἡ Ὀρθόδοξη Ρωμαϊκή
Αὐτοκρατορία, οἱ δύο ἐξουσίες συνεργάζονταν καί βοηθοῦσαν ἡ μία τήν
ἄλλη. Μάλιστα ἔχουμε τήν περίπτωση τοῦ Ἰουστινιανοῦ πού ἦταν βασιλέας,
ἄρχοντας κοσμικός, Αὐτοκράτορας, ὁ ὁποῖος πῆρε τούς Κανόνες τῆς
Ἐκκλησίας καί τούς ἔκανε νόμους τοῦ Κράτους γιατί δέν ἔβρισκε κάτι
καλύτερο. Αὐτοί ἦταν φωτισμένοι ἄρχοντες. Σήμερα οἱ νόμοι τῆς Πολιτείας
καταλύουν τούς νόμους τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ νόμος τῶν ὁμοφυλοφίλων, τό
σύμφωνο συμβίωσης… Ἄν εἶναι δυνατόν! Νά νομιμοποιοῦμε τήν διαστροφή,
αὐτό πού ἡ Ἐκκλησία λέει ὅτι εἶναι μέγιστο ἁμάρτημα. Εἶναι φοβερό. Καί
αὐτό δείχνει ὅτι ὁ λαός ἔχει ἀρρωστήσει πολύ γιά νά βγάζει ἄρχοντες πού
προωθοῦν τέτοια νομοσχέδια.
Γι’ αὐτό χρειάζεται
μετάνοια. Ἡ πατρίδα μας μόνο ἔτσι θά σωθεῖ μέ τήν μετάνοια. Τότε θά
λειτουργήσει ὁ πνευματικός νόμος πού εἴπαμε προηγουμένως. Οἱ Ἑβραῖοι
ὅταν μετανοοῦσαν, ἐλευθερώνονταν. Ἔβγαινε ἕνας Κριτής, ἀπό τό πουθενά θά
λέγαμε, τόν ἔβγαζε ὁ Θεός, π.χ. ὁ Γεδεών, ἔπαιρνε τριακόσιους, ἔμπαινε
μέσα στούς ἐχθρούς καί τούς ἔκανε παρανάλωμα τοῦ πυρός. Αὐτός μέ
τριακόσιους, ἐνῶ αὐτοί ἦταν χιλιάδες καί τούς διέλυε. Γιατί; Γιατί ὁ
Θεός ἦταν μαζί του καί ὁ λαός εἶχε μετανοήσει. Ὅσο ὅμως ὁ λαός
προσκυνοῦσε τά εἴδωλα, τούς πολιορκοῦσαν οἱ ἐχθροί, Φιλισταῖοι κ.λ.π.
Τώρα λέγονται Γερμανοί, Φράγκοι, Τοῦρκοι..
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
http://hristospanagia3.blogspot.gr/http://www.hristospanagia.gr/?p=61535#more-61535