«Οἵτινες, ἀπηλγηκότες, ἑαυτούς παρέδωκαν τῇ ἀσελγείᾳ»1, λέει στόν 19ο στίχο. Μιλάει γιά τούς εἰδωλάτρες καί τούς ἁμαρτωλούς. Στόν προηγούμενο στίχο λέγει, ἀναφερόμενος σ’ αὐτούς πάλι, «ἐσκοτισμένοι τῇ διανοίᾳ». Καί στόν πρό προηγούμενο πού εἴχαμε δεῖ τήν περασμένη φορά, μᾶς μιλάει γιά «τά ἔθνη τά ὁποῖα περιπατοῦν ἐν ματαιότητι τοῦ νοός αὐτῶν». Αὐτό τό εἴχαμε ἀναλύσει τότε. Ὁπότε ὁ 18ος καί ὁ 19ος εἶναι συνέχεια αὐτοῦ τοῦ στίχου. Μᾶς λέει δηλαδή ὁ Ἀπόστολος στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή του, ξαναθυμίζω τόν 17ο στίχο, «αὐτό σᾶς λέω καί μαρτύρομαι ἐν Κυρίῳ, μηκέτι ὑμᾶς περιπατεῖν καθώς καί τά λοιπά ἔθνη περιπατεῖ ἐν ματαιότητι τοῦ νοός αὐτῶν»2, ὅτι δέν πρέπει ἐμεῖς οἱ χριστιανοί πού βαφτιστήκαμε, πού μπήκαμε μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, νά ζοῦμε ὅπως καί τά ὑπόλοιπα ἔθνη ἐν ματαιότητι τοῦ νοός ἡμῶν, μέσα στή ματαιότητα τοῦ νοός μας, στή ματαιότητα τῶν σκέψεων, τῶν ἐπιθυμιῶν καί ἐνεργώντας σύμφωνα μέ αὐτές, νά ζοῦμε θά λέγαμε λαϊκά «τσάμπα», μέσα στή ματαιότητα, σέ μιά ζωή, ἡ ὁποία δέν ὁδηγεῖ στήν αἰώνια ζωή. Τά ἔθνη λοιπόν, εἶναι αὐτά πού πορεύονται ἐν ματαιότητι τοῦ νοός αὐτῶν. Καί ὅταν λέει ἔθνη ἡ Ἁγία Γραφή, ἐννοεῖ τούς εἰδωλολάτρες. Καί λέει στόν 18ο στίχο, αὐτά τά ἔθνη εἶναι «ἐσκοτισμένοι τῇ διανοίᾳ ὄντες ἀπηλλοτριωμένοι τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ διά τήν ἄγνοιαν τήν οὖσαν ἐν αὐτοῖς διά τήν πώρωσιν τῆς καρδίας αὐτῶν». Τί σημαίνει τώρα αὐτός ὁ στίχος; Τά ἔθνη, τά ὁποῖα ζοῦνε μάταια, ἔχουν σκοτισμένη τή διάνοια. Οἱ ἄνθρωποι δηλαδή οἱ εἰδωλολάτρες ἔχουν σκοτισμένη τή διάνοια, τή σκέψη, καί «ἀπηλλοτριωμένοι τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ», εἶναι ἀποξενωμένοι τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ.
Λέγει καί ὁ Ἅγιος Νικόδημος, τό μέν φῶς τόσο τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ ὅσο καί τῆς ἐναρέτου ζωῆς ἔλαμπε εἰς τόν κόσμον διά κτίσεως καί τοῦ φυσικοῦ νόμου. Δηλαδή ἡ κτίσις, ἀλλά καί ὁ φυσικός νόμος πού ἔχει βάλει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο, ἡ συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου, αὐτά ἔδιναν στούς ἀνθρώπους τήν θεογνωσία καί τούς ὁδηγοῦσαν στήν ἐνάρετη ζωή. Ὅμως τί ἔγινε μετά; Τά ἔθνη, οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι δέν εἶχαν διάθεση καλή, μέ τή βούλησή τους, σκότισαν τόν ἑαυτό τους, διατί ἔκαναν ἀσθενές τό διορατικό ὄμμα τῆς ψυχῆς. Πῶς;
Μέ τό σκοτάδι τῶν παθῶν καί τῶν βιοτικῶν φροντίδων. Ἄφησαν οἱ ἄνθρωποι δηλαδή τήν κοινωνία μέ τόν Θεό, τήν λατρεία τοῦ Θεοῦ καί ἔπεσαν στίς βιοτικές φροντίδες καί στά πάθη, στίς ἁμαρτίες. Ὁπότε αὐτό εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά ἐξασθενήσει τό διορατικό ὄμμα. Ἡ ψυχή πλέον ἔπαψε νά βλέπει καί σκοτίστηκε ὁ νοῦς τους καί ἡ διάνοιά τους. Ἐκεῖνο, λοιπόν, πού σκοτίζει τόν ἄνθρωπο καί τήν διάνοια εἶναι οἱ ἁμαρτίες.
Τόσο τά πάθη ὅσο καί οἱ φροντίδες τοῦ κόσμου εἶναι ὡσάν ἕνα ρεῦμα πολύ καί δυσκολοϊάτρευτο, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, τό ὁποῖο θολώνει καί σκεπάζει τόν ὀφθαλμό τοῦ νοῦ. Εἶναι σάν μία ἀρρώστια, σάν ἕνα πύον θά λέγαμε, σάν μία φλεγμονή, ἡ ὁποία σκεπάζει τό μάτι τῆς ψυχῆς πού εἶναι ὁ νοῦς καί ἔτσι ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι μέσα στήν ἁμαρτία καί δέν μετανοεῖ, μέσα στά πάθη καί τά καλλιεργεῖ, μέσα στίς βιοτικές μέριμνες, ἀσχολεῖται δηλαδή μόνο μέ τή γῆ, μέ τά γήινα, τί θά φᾶμε, τί θά πιοῦμε κ.λ.π., αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔχει σκοτισμένο τόν νοῦ του, σκοτισμένη τήν διάνοια, σκοτισμένη καί τή σκέψη, σκοτισμένη καί τή λογική, ἄνομες καί τίς ἐπιθυμίες. Γι’ αὐτό κι ἐκεῖνοι πού εἶχαν αὐτό τό ρεῦμα, λέει ὁ Ἅγιος, καί τήν ἐπίχυση στούς ὀφθαλμούς τους, αὐτή τήν φλεγμονή, αὐτό τό πύον στά μάτια τῆς ψυχῆς τους, ἦταν χωρισμένοι ἀπό τή ζωή τοῦ Θεοῦ, ἀπηλλοτριωμένοι τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ. Καί σήμερα ὑπάρχουν τέτοιοι ἄνθρωποι πού εἶναι ἀποξενωμένοι ἀπό τόν Θεό, δέν ξέρουν τί θά πεῖ Θεία Χάρις, τί θά πεῖ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού εἶναι «ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη, ἡ μακροθυμία, ἡ πραότητα, ἡ χρηστότητα, ἡ ἐγκράτεια, ἡ ἀγάπη»3. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος μέ σκοτισμένο νοῦ καί διάνοια, εἶναι καί ἀποξενωμένος ἀπό τόν Θεό. Γι’ αὐτό δέν εἶναι δυνατόν ὁ ἄνθρωπος νά ζεῖ κοσμικά, νά ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία καί συγχρόνως νά ἔχει καί τόν Θεό. Εἶναι δυό πράγματα ἀσυμβίβαστα, δυό καταστάσεις ἀσυμβίβαστες. Ἤ θά ἔχεις τή ζωή τοῦ Θεοῦ ἤ θά ζεῖς τήν ζωή τῆς ἁμαρτίας.
Ἑπομένως, αὐτοί οἱ ἄνθρωποι εἶναι χωρισμένοι καί ἀπό τήν ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ, δέν γνωρίζουν τόν Θεό. Γιατί, γνωρίζω τόν Θεό δέν σημαίνει ἁπλῶς ὅτι ἐγκεφαλικά γνωρίζω κάποια δόγματα, κάποιες ἀλήθειες γιά τόν Θεό. Αὐτά καί οἱ δαίμονες τά γνωρίζουν. Ἀλλά γνωρίζω τόν Θεό στήν Ἁγία Γραφή, σημαίνει ὅτι ζῶ τόν Θεό, ἔχω ἐμπειρία δηλαδή, τοῦ τί εἶναι ὁ Θεός. Νά τό ποῦμε καί πιό θεολογικά, μετέχω στίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, στίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Καί ποιές εἶναι αὐτές; Εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη, ἡ μακροθυμία, ὅ,τι καλό εἶναι ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ταπείνωση, ἡ ὑπομονή, ἀκόμα καί ἡ φιλοπονία, ἡ ἐργατικότητα... Ὅλα τά καλά εἶναι ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Τίποτα ἀληθινά καλό δέν ὑπάρχει ἔξω ἀπό τόν Θεό.
Ἐπειδή τοῦ λογικοῦ ἡ ζωή εἶναι νά νοεῖ καί νά γνωρίζει τήν ἀλήθεια, ὅποιος δέ λογικός τυφλωθεῖ στήν ἀλήθεια αὐτή, αὐτός δικαίως λέγεται ὅτι δέν ζεῖ ἀλλά εἶναι νεκρωμένος. Ὁ νοῦς ἔχει ὡς φῶς καί ὡς τροφή τόν Θεό πού εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ἡ ζωή τοῦ νοῦ, ἡ ζωή τῆς ὕπαρξής μας εἶναι ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Ὅταν κάποιος, λοιπόν, φύγει ἀπό τήν ἀλήθεια, ὁ νοῦς του τυφλώνεται καί αὐτός τότε πλέον ἔχει σκοτισμένο τόν νοῦ καί νεκρωμένο τόν νοῦ καί γι’ αὐτό μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι νεκρός. Γιατί ἡ ἀλήθεια εἶναι ἡ οὐσία καί τό φῶς καί ἡ ζωή τοῦ λογικοῦ νοός. Γι’ αὐτό λέει πολύ ὡραῖα ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής γιά τόν Θεό Λόγο «ἐν αὐτῷ ζωή ἦν καί ἡ ζωή ἦν τό φῶς τῶν ἀνθρώπων»4. Στόν Θεό ὑπάρχει ἡ ζωή καί αὐτή ἡ ζωή εἶναι τό φῶς τῶν ἀνθρώπων. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει τόν Θεό Λόγο, δέν ἔχει ζωή.
Τό νοητό φῶς, ἡ γνῶσις τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἀλήθεια, αὐτή εἶναι ἡ ζωή τῶν λογικῶν ἀνθρώπων. Νά, γιατί ἕνας ἄνθρωπος πού ἐγκύπτει στόν λόγο τοῦ Θεοῦ, στήν Ἁγία Γραφή, καί μελετᾶ μέ εὐλάβεια, ἔχει φωτισμένο τόν νοῦ καί ὅλη του τήν ὕπαρξη. Αὐτός πού ἐγκύπτει μέσα στόν πλοῦτο τῶν Ἁγίων Πατέρων καί κατηχεῖται καί ἐλεεῖ ἔτσι τήν ψυχή του, αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀληθινά φωτισμένη ὕπαρξη. Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δέν μελετᾶ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί δέν ἐγκύπτει στούς Ἁγίους Πατέρες καί δέν ἀγωνίζεται νά ζήσει σύμφωνα φυσικά μέ τήν ἀλήθεια -πῶς νά ζήσει ἀφοῦ δέν τήν γνωρίζει κἄν ποιά εἶναι, ποιές εἶναι οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ- αὐτός ὁ ἄνθρωπος οὐσιαστικά εἶναι ἕνας νεκρωμένος ἄνθρωπος, ἕνας σκοτισμένος νοῦς καί ἕνας ἄνθρωπος πού βρίσκεται μέσα στή σύγχυση, ὅπως ἕνας ἄνθρωπος πού προσπαθεῖ νά ζήσει μέσα στό σκοτάδι καί πέφτει ἀπό τόν ἕναν τοῖχο στόν ἄλλον καί χτυπάει καί τσακίζεται συνεχῶς.
Καί λέγει στήν συνέχεια, γιατί ἀπαλλοτριώθησαν ἀπό τήν ζωή τοῦ Θεοῦ; «Διά τήν ἄγνοιαν τήν οὖσαν ἐν αὐτοῖς, διά τήν πώρωσιν τῆς καρδίας αὐτῶν»5. Γιατί, ἀκριβῶς, ἔχασαν τήν ἀλήθεια καί ἔπεσαν στήν ἄγνοια, λόγω τῆς ἁμαρτίας, ὁπότε καί ἡ καρδία τους πορώθηκε, ἔγινε σάν πέτρα.
- Ἄν οἱ ἐθνικοί εἶχαν ἀγνωσία, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος τώρα, γιατί κατηγορεῖς αὐτούς, ὥ μακάριε Παῦλε;
Ἀφοῦ εἶχαν ἄγνοια, ὅπως λές. Ἐκεῖνος γάρ ὅπου δέν ξεύρει, πρέπει νά διδάσκεται καί νά μαθαίνει καί ὄχι νά κατηγορεῖται. Καί σήμερα λένε πολλοί, ναί πάτερ, δέν τά ἤξερα, δέν τά ἔχω ἀκούσει ποτέ, πρώτη φορά τά ἀκούω…
Καί τί λέει ὁ Ἀπόστολος; «Ἡ ἄγνοια τῶν ἐθνικῶν ἔγινε θεληματική διά τήν πώρωσιν καί ἀναισθησίαν τῆς καρδίας αὐτῶν». Δέν εἶναι ἄγνοια δικαιολογημένη, εἶναι ἑκούσια ἄγνοια, θεληματική. Γιατί; Γιατί εἶχε ἡ καρδιά τους πωρωθεῖ καί εἶχε γίνει ἀναίσθητη. Καί σήμερα πολλοί ἄνθρωποι εἶναι ἀναίσθητοι καί ἔχουν ἄγνοια τοῦ Θεοῦ, ἀλλά αὐτή ἡ ἄγνοια εἶναι ἔνοχη γιατί ἀκριβῶς εἶναι ἠ καρδιά τους πωρωμένη καί ἀναίσθητη.
- Ποῦ ὀφείλεται ἡ πώρωση καί ἡ ἀναισθησία τῆς καρδιᾶς;
Στήν ἀκάθαρτη ζωή τους καί στό ὅτι ὑποτάχτηκαν στά πάθη καί γι’ αὐτό εἶναι ἄξιοι κατηγορίας. Ὁ Θεοδώρητος ἔτσι ἑρμηνεύει τό ρητό αὐτό, λέγει ὁ Παῦλος, τήν αἰτία τῆς παρανομίας. Καί ὁ Προφήτης Δαυίδ λέει, «εἶπεν ἄφρων ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ· Οὐκ ἔστι Θεός. διεφθάρησαν καί ἐβδελύχθησαν ἐν ἐπιτηδεύμασιν»6.
- Πῶς φτάνει ὁ ἄφρων νά πεῖ στήν καρδιά του δέν ὑπάρχει Θεός;
Γιατί, ὑπάρχει ἀκριβῶς ἡ διαφθορά καί ἡ βδελυγμία στά ἐπιτηδεύματα, στά ἔργα. Ἐπειδή δέν ζοῦν δηλαδή σωστά, ζοῦνε μέ ἁμαρτία, ζοῦνε σιχαμένα θά λέγαμε ἔτσι λαϊκά, γι’ αὐτό ἀκριβῶς φτάνουν νά λένε ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός. Ἔχουν ἄγνοια τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἄγνοια λοιπόν εἶναι ἔνοχη. Ἕνας χριστιανός δέν μπορεῖ νά πεῖ «δέν ξέρω». Δηλαδή μπορεῖ νά τό πεῖ, ἀλλά αὐτό δέν τόν ἀπαλλάσσει ἀπό τήν ἐνοχή. Εἶναι ἔνοχη ἄγνοια, γιατί ὀφείλεις νά γνωρίζεις καί τό ὅτι δέν γνωρίζεις ὀφείλεται ἀκριβῶς στή διεφθαρμένη σου ζωή.
Ἡ ἀναισθησία, λοιπόν, πού ὑπάρχει, καί ὑπῆρχε καί στά ἔθνη, καί ὑπάρχει καί σήμερα, γιατί καί σήμερα «ἔθνη» ἔχει γίνει ἡ Ἑλλάδα, εἰδωλολατρική ἔχει γίνει, ὀφείλεται στήν ἀκάθαρτη ζωή μας καί στήν ὑποταγή στά πάθη καί διά τήν πώρωση, λέει, τῆς καρδίας αὐτῶν.
- Ἀπό ποῦ παίρνουμε τήν λέξη «πώρωση»;
Ἀπό τήν πέτρα ἡ ὁποία λέγεται πουρί, γιά νά φανεῖ διά αὐτῆς ἡ σκληρότητα καί ἡ λίθινη ἀναισθησία τῆς καρδιᾶς. Καί ὁ Θεοδώρητος λέει, ἕνας ἑρμηνευτής, γράφει τό πώρωσις μέ ὄμικρον «πόρωσις» καί θέλει νά πεῖ μ’ αὐτή τήν λέξη τήν ἔσχατη ἀναλγησία. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος δηλαδή ἀνάλγητος πλέον, ἀναίσθητος. Αὐτός πού δέν αἰσθάνεται τόν πόνο, αὐτός εἶναι ὁ ἀνάλγητος. Καί ἡ ἀναισθησία αὐτή γίνεται ἀκριβῶς ἐπειδή ὑπάρχει νέκρωσις τῆς καρδιᾶς λόγω τῆς διεφθαρμένης ζωῆς. Γι’ αὐτό καί πολλοί ἄνθρωποι, ὅταν μετανοοῦν, ἀρχίζουν νά λειτουργοῦν πλέον ἡ καρδιά καί ὁ νοῦς καί ἡ συνείδησή τους καί νά αἰσθάνονται ἐνοχές. Καί νομίζουν ὅτι αὐτό δέν εἶναι καλό καί πρῶτα ἦταν καλύτερα πού δέν αἰσθάνονταν ἐνοχές καί ἔκαναν τά πάντα χωρίς νά τούς ἐλέγχει ἡ συνείδησή τους. Ὄχι δέν ἦταν καλύτερα, ἁπλῶς πρίν ἦταν νεκροί γι’ αὐτό δέν αἰσθάνονταν τίποτα. Ζούσανε νεκρωμένοι ὡς πρός τήν συνείδηση. Τώρα πού ζωντάνεψαν αἰσθάνονται πλέον καί τήν ἁμαρτία καί τίς πτώσεις καί εἶναι πολύ καλό αὐτό. Εἶναι ὅπως ἕνα σῶμα, τό ὁποῖο λειτουργεῖ πολύ καλά, λειτουργοῦν πολύ καλά οἱ ὑποδοχεῖς τοῦ πόνου. Τό δέρμα μας ἔχει παντοῦ ὑποδοχεῖς τοῦ πόνου, γι’ αὐτό καί πονᾶμε. Εἶναι πολύ καλό πού αἰσθανόμαστε τόν πόνο. Σκεφτεῖτε νά καιγόμαστε καί νά μήν ὑπῆρχαν στό σημεῖο πού καιγόμαστε ὑποδοχεῖς τοῦ πόνου. Θά παθαίναμε ἐγκαύματα, θά νεκρωνόμαστε τελείως καί δέν θά αἰσθανόμαστε τίποτε! Ἔτσι εἶναι καί οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι «διεφθάρησαν καί ἐβδελύχθησαν ἐν ἐπιτηδεύμασιν»7. Ἔχουν διαφθαρεῖ καί ἔχουν κάνει ἔργα βδελυκτά, ὁπότε καί ἔχουν νεκρωθεῖ καί ἀκριβῶς γι’ αὐτό ἔχει πωρωθεῖ ἡ καρδιά τους καί ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς πώρωσης ὑπάρχει καί ἡ ἄγνοια.
Ἄς δοῦμε πῶς ἐξηγεῖ αὐτόν τόν στίχο καί ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς. Στούς ἄθεους, λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος, ἡ διάνοια εἶναι σκοτισμένη ἐξαιτίας τοῦ γεγονότος ὅτι δέν ἔχουν Θεό μέσα τους, δέν ἔχουν πάρει μέσα τους τόν Χριστό. Δηλαδή δέν ζοῦνε τόν Χριστό, γιατί ἀκριβῶς δέν τόν πιστεύουν. Αὐτοί βρίσκονται σέ πλήρη γνόφο, σέ πλῆρες σκοτάδι. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα ἡ διάνοιά τους. Γιατί ἁπλούστατα αὐτός ὁ Θεός εἶναι τό φῶς τῆς διάνοιας. Ἐξ Αὐτοῦ τό φῶς ἐκχέεται καί εἰσδύει σέ ὅλες τίς σκέψεις, σέ ὅλες τίς διάνοιες, σέ ὅλη τή διεργασία τῆς διάνοιας. Ἄν δέν ὑπάρχει Θεός στήν διάνοια, τότε αὐτή εἶναι συσκοτισμένη, εἶναι ὁλοκληρωτικά βυθισμένη στό σκοτάδι καί δέν ξέρει πλέον οὔτε ποῦ πάει ἀλλά οὔτε καί ποῦ ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι, ὅπως τό λέμε πάλι λαϊκά «χύμα στό κύμα», δέν ξέρει ποῦ πάει, τί κάνει.. εἶναι σέ μία ἀπέραντη σύγχυση. Ἀκριβῶς αὐτοί οἱ ἄνθρωποι εἶναι ὑποχείρια τοῦ πονηροῦ, γιατί ἡ σύγχυσις εἶναι τό ὄχημα τοῦ διαβόλου. Ἕναν τέτοιον ἄνθρωπο μπορεῖ ἄνετα νά τόν πλανήσει ὁ διάβολος.
Ἡ ἀγνωσία τοῦ Θεοῦ συνεπάγεται, ἔχει σάν ἀποτέλεσμα, καί τήν ἀγνωσία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος πού δέν γνωρίζει τόν Θεό, δέν γνωρίζει καί τόν ἄνθρωπο. Γιατί; Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν λοιπόν ὁ ἄνθρωπος ἁμαρτάνει καί εἶναι ὑποχείριο τῶν παθῶν καί δέν μετανοεῖ φυσικά, αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἄγνοια τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀγνοεῖ καί τόν ἑαυτό του καί τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἔχει ἄγνοια καί τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ ὁρισμοῦ του. Ἔχει ἀκόμα ἀγνωσία καί τοῦ κόσμου καί τοῦ σκοποῦ του. Οὔτε τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος ξέρει οὔτε ποιός εἶναι ὁ προορισμός του, οὔτε τί εἶναι ὁ κόσμος καί ποιός εἶναι ὁ προορισμός του καί ὁ σκοπός του. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός τῆς ἐσκοτισμένης καί συγχυσμένης διάνοιας δέν γνωρίζει τί πρέπει νά γνωρίζει, ποιές εἶναι οἱ ὠφέλιμες καί ποιές εἶναι οἱ βλαβερές γνώσεις. Μπορεῖ νά διαβάζει τά πάντα, νά ἀκούει τά πάντα, νά μαθαίνει τά πάντα, ἀλλά δέν εἶναι συμφέρον νά τά μάθει αὐτά, νά τά κάνει ὅλα καί νά τά ἀκούει ὅλα. Ἐπειδή ὑπάρχει τό σκοτάδι, γι’ αὐτό πέφτει καί τσαλαβουτάει μέσα σ’ ὅλα.
Τό σκοτάδι δέν τόν ἀφήνει νά δεῖ οὔτε τόν Θεό οὔτε τόν ἄνθρωπο οὔτε κανένα πράγμα στή σωστή του διάσταση. Ὅπως τή νύχτα πού δέν ὑπάρχει φῶς, ὁ ἄνθρωπος μόλις πού διακρίνει τά πράγματα, ἤ δέν τά διακρίνει καθόλου, ἔτσι καί ἡ διάνοια πού δέν ἔχει Θεό, μόλις πού διακρίνει τήν ἀλήθεια γιά τόν κόσμο καί τά πράγματα τοῦ κόσμου ἤ δέν τήν διακρίνει καθόλου. Αὐτή τήν ἔλλειψη γνώσης γιά τόν μόνο δίκαιο καί ἀληθινό Θεό τήν ἔχουν οἱ ἄθεοι, τήν ἔχουν μόνο ἐκεῖνοι τῶν ὁποίων ἡ ζωή εἶναι μακριά ἀπό τόν Θεό, αὐτοί πού εἶναι ἀπομακρυσμένοι ἀπό τή ζωή τοῦ Θεοῦ.
- Καί τί ὑπάρχει ἔξω ἀπό τή ζωή τοῦ Θεοῦ;
Παντοῦ ὑπάρχει ἡ θνητότητα, ὁ θάνατος, ὁ λήθαργος, ἡ νάρκη, τό σκοτάδι. Σάν συνέπεια ἔχουμε καί τόν λήθαργο τῆς διάνοιας γιά κάθε ὑγιᾶ πράξη. Ἡ διάνοια ἔξω ἀπό τόν Θεό κοιμᾶται, ναρκώνεται, πεθαίνει, θανατώνεται. Σάν συνέπεια ἔχουμε καί τήν πώρωση τῆς καρδιᾶς τῶν ἀθέων. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος γίνεται σκληρός, σκληρόκαρδος. Φυσικά ἐκεῖ δέν θά βρεῖς ποτέ ἀγάπη, δέν θά βρεῖς ποτέ καλοσύνη, δέν θά βρεῖς συγχωρητικότητα. Ἀντίθετα, θά βρεῖς ὅλα τά πάθη, τή ζήλεια, τόν φθόνο, τήν μνησικακία, τό μίσος κ.λ.π.
Καρδιά, στήν ὁποία δέν ὑπάρχει, δέν βασιλεύει ὁ Θεός, εἶναι ὅμοια μέ πέτρα πού δέν αἰσθάνεται τίποτε, οὔτε ὅσο πρέπει οὔτε ὅπως πρέπει. Ὅλα τά αἰσθητήρια τοῦ ἀνθρώπου χωρίς Θεό, ὅλα τά αἰσθήματά του εἶναι ξηρά, ἄνυδρα, εἶναι καμένα ἀπό τή φωτιά τῆς ἀθεΐας, εἶναι σύντομα, ρηχά, ἀδρανή, εἶναι σακατεμένα.
Στήν χωρίς Θεό σκέψη καί διάνοια ὅλες οἱ σκέψεις εἶναι ἀποξηραμένες καί θανατηφόρες, ἀνήμπορες γιά κάτι καλό καί χωρίς ζωή. Μόνο μέ τήν διαβίωση ἐν Θεῷ, μέσα στόν Θεό, ἀναζεῖ - ἀναγεννᾶται ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου μέ ἀληθινή ζωή καί καθίσταται θεϊκό ἐργαστήριο, ὅπου ἀδιάκοπα ἐπεξεργάζεται ἀθάνατες αἰσθήσεις, ἅγιες αἰσθήσεις, καθαρές αἰσθήσεις. Εἶναι αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος «ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν»8. Ὁ χριστιανός περπατᾶ, ζεῖ δηλαδή, καινούρια ζωή, αὐτό θά πεῖ καινότητι ζωῆς, μέ μία καινούρια ζωή ἀναγεννημένος ἀπό τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
- Καί πότε σκοτίζεται ὁ νοῦς καί ἡ διάνοια καί ἡ καρδιά πωρώνεται;
Ὅταν μπεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο ἡ ἁμαρτία.
Αὐτό ἔχουμε βάλει ὡς τίτλο τοῦ σημερινοῦ μας θέματος:
- Πῶς σκοτίζεται ἡ διάνοιά μας; Ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου;
Σκοτίζεται ἀκριβῶς λόγω τοῦ ὅτι δέν ζοῦμε σωστή ζωή, ὁπότε δέν κοινωνοῦμε μέ τήν Χάρη, δέν ζοῦμε τόν Θεό, ἔχουμε ἄγνοια τοῦ Θεοῦ καί αὐτή ἡ ἄγνοια μετά φέρνει καί τήν πώρωση, τήν σκληρότητα, τήν ἀποξήρανση ὅπως λέει ἐδῶ, καί τόν θάνατο στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ἀντίθετα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μέσα στόν Θεό, τότε ζεῖ τήν καινούρια ζωή καί ἡ καρδιά αἰσθάνεται πλέον καί συναισθάνεται τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καί στούς ἀνθρώπους καί στά πράγματα.
Οἱ ἄνθρωποι πού εἶναι ἀπομακρυσμένοι ἀπό τόν Θεό, δέν μποροῦν νά βροῦν τήν ἀληθινή ζωή, δέν μποροῦν νά βροῦν μιά τέτοια ζωή πού βρίσκεται μόνο στόν Θεάνθρωπο Χριστό. Σ’ Αὐτόν κατοικεῖ «πᾶν τό πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς»9 καί αὐτό σημαίνει ὅτι πᾶν τό πλήρωμα τῆς θεότητος κατοικεῖ στό σῶμα Του, τήν Ἐκκλησία. Ὅποιος καθίσταται σύσσωμος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, αὐτός ἀμέσως ξαναζεῖ μέ τήν ζωή τοῦ Θεοῦ στή γῆ καί γίνεται συμπολίτης τῶν Ἁγίων καί οἰκεῖος τοῦ Θεοῦ. Καί ἐξαιτίας αὐτοῦ καί ἡ διάνοιά του πληροῦται, γεμίζει μέ τό φῶς τῆς θεότητας. Μπαίνεις μέσα στήν Ἐκκλησία, ἐνσωματώνεσαι στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ζεῖς μαζί μέ τούς ἁγίους, γίνεσαι οἰκεῖος τοῦ Θεοῦ καί τότε καί ἡ διάνοιά σου φωτίζεται. Πῶς; Μέ τό φῶς τῆς θεότητος, τό ὁποῖο ἐκχέεται ἀπό τήν κεφαλή, πού εἶναι ὁ Χριστός, σέ ὅλο τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Βλέπετε πῶς καί ἡ ὑπόθεση τοῦ φωτισμοῦ τῆς διανοίας μας εἶναι ἕνα γεγονός ἐκκλησιαστικό. Δέν εἶναι ἀτομικό γεγονός οὔτε γίνεται μέ τήν προσωπική, τήν ἀτομική μόνο ἄσκηση, ἀλλά ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐνταχθεῖ μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τότε παίρνει τό φῶς ἀπό τήν κεφαλή, πού εἶναι ὁ Χριστός. Τότε γίνεται συμπολίτης τῶν Ἁγίων καί οἰκεῖος τοῦ Θεοῦ καί ἡ καρδιά του μεταμορφώνεται μέ τή θέρμη τῆς θεότητας. Ἔτσι ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος μέ ὅλη του τήν καρδιά, μέ ὅλη του τή διάνοια ἀξιώνεται μιά νέα ζωή μέσα στήν λαμπρότητα καί στήν φωτεινότητα καί στήν ἀθανασία. Φεύγει τό σκοτάδι καί ἔρχεται τό φῶς. Φεύγει ὁ θάνατος καί ἔρχεται ἡ ἀθανασία καί ἡ αἰώνια ζωή.
Σ’ αὐτόν τόν ἄνθρωπο καί οἱ σκέψεις καί τά αἰσθήματα εἶναι πλήρη, εἶναι γεμάτα ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὅλα ἅγια, ὅλα ἀθάνατα. Δέν λείπει σ’ αὐτόν τόν ἄνθρωπο τίποτα, ἐνῶ βλέπετε στίς κοσμικές καταστάσεις, στήν κοσμική ζωή πάντα ὁ ἄνθρωπος δέν νιώθει αὐτό τό γέμισμα. Πάντα κάτι τοῦ λείπει, τό αἰσθάνεται, γιατί ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι φτιαγμένη γιά τόν Θεό καί δέν γεμίζει μέ τίποτα ἄλλο, μέ κανένα ἀπό τά ξυλοκέρατα πού προσφέρει ὁ κόσμος.
Κοιτάξτε καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τί λέει: Μέχρι πότε δέν θά πάψετε νά λέτε ἀνοησίες σκοτισμένοι στή διάνοια; Καθόσον βρισκόμενοι σάν σέ σκοτάδι λένε καί κάνουν τά πάντα καί γιά τά δόγματα καί γιά τή ζωή. Γιατί ἐκεῖνος πού εἶναι σκοτισμένος, δέν βλέπει τίποτε ἀπό αὐτά πού βρίσκονται στή μέση, ἀλλά πολλές φορές ἐνῶ βλέπει ἕνα σχοινί, νομίζει ὅτι εἶναι φίδι πού κινεῖται μόνο του. Ὅταν πάλι συνέβη νά ἔχει κρατηθεῖ ἀπό φράχτη, νόμισε ὅτι τόν κατακρατεῖ κάποιος ἄνθρωπος ἤ δαίμονες καί εἶναι πολύς ὁ θόρυβος καί μεγάλη ἡ ταραχή. Τέτοιοι περίπου εἶναι καί οἱ φόβοι τους. Ἕνας ἄνθρωπος πού ἔχει σκοτισμένο νοῦ, σκοτισμένη διάνοια, παθαίνει αὐτό πού λέει στόν 52ο ψαλμό, στόν 6ο στίχο «αἰσθάνονται φόβο, ἐκεῖ πού κανένας φόβος δέν ὑπάρχει». Ὅποιος ἄνθρωπος δέν φοβᾶται τόν Θεό, γεμίζει μέ ἕνα σωρό ἀνόητες φοβίες.
Δέν φοβοῦνται ἐκεῖνα πού εἶναι ἄξια φόβου, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, -τόν Θεό δηλαδή καί αὐτό πού λέει γιά τήν αἰώνια κόλαση καί τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, αὐτά πού πρέπει νά φοβηθοῦμε, γιατί ἐάν τά παραβοῦμε ὑπάρχει αὐτή ἡ αἰώνια τιμωρία- ἀλλά ἔχουν φόβους ἀνοήτους. Καί ὅπως ἀκριβῶς τά παιδιά ἁπλώνουν τά χέρια τους ἀπερίσκεπτα στή φωτιά καί χωρίς φόβο στό λυχνάρι βασταζόμενα ἀπό τίς παραμάνες τους -δέν φοβοῦνται, ἐνῶ ἐκεῖ πράγματι ἔπρεπε νά φοβοῦνται, γιατί αὐτό μπορεῖ νά τούς δημιουργήσει φοβερό ἔγκαυμα- φοβοῦνται ὅμως τόν ἄνδρα πού ἔχει φορέσει ἕναν σάκο, ἕνα σακί, ἔτσι, λέει, καί οἱ Ἕλληνες, οἱ εἰδωλολάτρες, σάν νά εἶναι πράγματι πάντοτε παιδιά -ὅπως καί κάποιος ἀπό αὐτούς εἶπε ὅτι οἱ Ἕλληνες εἶναι πάντοτε παιδιά, γιατί ἀκριβῶς ἔχοντας σκοτισμένη τή διάνοια φοβοῦνται σάν τά μικρά παιδιά τά σκιάχτρα, τά μορμολύκεια, αὐτά πού δέν ἀξίζει κανείς νά φοβᾶται. Φοβοῦνται ἐκεῖνα πού δέν εἶναι ἁμαρτήματα, ὅπως τήν ἀκαθαρσία τοῦ σώματος, τόν γάμο, τήν σύζυγο, τίς παρατηρήσεις ἡμερῶν (Τρίτη καί 13 πού λένε καί σήμερα) καί ὅλα τά παρόμοια. Ἐκεῖνα, ὅμως, πού εἶναι πραγματικά ἁμαρτήματα, ἡ παιδεραστία, ἡ μοιχεία, ἡ πορνεία, γι’ αὐτά οὔτε λόγο ἔχουν νά ποῦν, γιατί εἶναι μέσα σ’ αὐτά.
Θά ἦταν δυνατόν νά δεῖς αὐτόν, τόν ἔχοντα σκοτισμένη τήν διάνοια, τόν εἰδωλολάτρη, νά πλένει τά χέρια του ἀπό νεκρό, ἐπειδή ἀκούμπησε ἕναν νεκρό, ὄχι ὅμως καί ἀπό νεκρά ἔργα. Αὐτή εἶναι ἡ ὑποκρισία μας. Καί νά καταβάλλει πολλή φροντίδα γιά νά ἀποκτήσει χρήματα, νά νομίζει ὅμως ὅτι τό πᾶν διαλύεται μέ ἕναν πετεινό, ἐπειδή λάλησε ἕνας πετεινός. Σοῦ λέει, χάθηκαν τά πάντα τώρα... Εἶναι οἱ διάφορες προλήψεις, οἱ δεισιδαιμονίες πού βασανίζουν τούς ἀνθρώπους τούς ἔχοντας σκοτισμένη τή διάνοια, πού δέν ἔχουν γνώση τοῦ Θεοῦ. Ἡ ψυχή τους εἶναι γεμάτη ἀπό πολλούς φόβους, ὅπως: ὁ τάδε μέ συνάντησε πρῶτος, λέει κάποιος, ὅταν βγῆκα ἀπό τό σπίτι... ὁπωσδήποτε πρέπει νά μοῦ συμβοῦν πολλά κακά! Τί ἤθελε αὐτός πού ἦρθε μπροστά μου τώρα; Δέν τό λένε; Καί μερικοί μάλιστα, ὅταν δοῦν ἱερέα, νομίζουν ὅτι τά πράγματα θά τούς πᾶνε πολύ ἄσχημα. Ἀφῆστε πιά τί γίνεται μέ τούς ὀνειροκρίτες καί τά ὡροσκόπια καί ὅλα αὐτά.
Τώρα ὁ μιαρός ὑπηρέτης, ὅταν μοῦ ἔδωσε τά ὑποδήματα, πρῶτο ἔδωσε τό ἀριστερό... θά ἐπακολουθήσουν τρομερές συμφορές καί τρικυμίες! Ἀντί νά τοῦ δώσει τό δεξί, τοῦ ἔδωσε τό ἀριστερό παπούτσι, ὁπότε ὅλα θά πᾶνε στραβά. Ἀνόητοι φόβοι! Ἀλλά ἔτσι παθαίνει ὁ ἄνθρωπος μακριά ἀπό τόν Θεό, βασανίζεται καί φοβᾶται ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει φόβος.
Ἐγώ ὁ ἴδιος, καθώς ἔβγαινα, βάδισα πρῶτα μέ τό ἀριστερό πόδι καί αὐτό εἶναι προμήνυμα συμφορῶν. Λέει παραδείγματα ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος προλήψεων πού κυριαρχοῦσαν στήν ἐποχή του. Καί σήμερα ἔχουμε πλῆθος.. Καί αὐτά εἶναι τά κακά πού εἶναι σχετικά μέ τήν οἰκία.
Ἐνῶ, ὅταν βγῶ ἔξω, τό δεξί μου μάτι παίζει, πάνω-κάτω, παίζει τό μάτι μου, λένε... τοῦτο εἶναι σημάδι δακρύων! Θά μᾶς ἔρθουνε δάκρυα, συμφορές... Καί οἱ γυναῖκες ὅταν ρίπτουν μέ ὁρμή τά καλάμια στό στημόνι καί κάνουν κρότο ἤ ὅταν οἱ ἴδιες κροτοῦν στό χτένι, θεωροῦν καί τοῦτο σάν κάποιο προμήνυμα. Πάλι, ὅταν μέ τή σαΐτα κτυποῦν τό χτένι καί ἐργάζονται τοῦτο πιό ἔντονα καί στή συνέχεια τά καλάμια πού εἶναι ἐπάνω ἀπό τό ἰσχυρό χτύπημα κάνουν κρότο προσκρούωντας στό στημόνι, θεωροῦν καί αὐτό κακό σημάδι. Καθώς καί ἄπειρα ἄλλα πού εἶναι ἄξια γιά γέλια. Εἴτε ὁ ὄνος βγάλει ἰσχυρή φωνή -ὁ γάιδαρος φωνάξει δυνατά- εἴτε ὁ πετεινός λαλήσει εἴτε κάποιος φτερνιστεῖ εἴτε συμβεῖ ὁτιδήποτε ἄλλο παρόμοιο, σάν νά εἶναι δεμένοι μέ πολλά δεσμά καί καθώς εἶπα βρισκόμενοι σάν σέ σκοτάδι, τά πάντα ὑποψιάζονται καί εἶναι περισσότερο δοῦλοι ἀπό πολλούς δούλους.
- Μήπως κι αὐτοί πού ἔχουνε φοβίες γιά τά μάγια εἶναι σ’ αὐτή τή κατηγορία;
Τρέμουν μή τυχόν τούς κάνουν μάγια ἤ τούς ἔκαναν μάγια...
- Καί τί φοβᾶσαι δηλαδή; Ὁ Χριστός δέν εἶναι πιό δυνατός ἀπ’ τόν διάβολο;
Ἄς μή συμβαίνει αὐτό καί μέ μᾶς, ἀλλά ἀφοῦ περιγελάσουμε ὅλα αὐτά, καθόσον ζοῦμε στό φῶς καί πολιτευόμαστε στόν οὐρανό καί δέν ἔχουμε τίποτε κοινό μέ τή γῆ, ἄς θεωροῦμε ὅτι ἕνα μόνο εἶναι φοβερό. Ποιό; Ἡ ἁμαρτία καί ἡ σύγκρουση μέ τόν Θεό. Αὐτό εἶναι πού σέ σκοτίζει, σκοτίζει τόν νοῦ καί τήν διάνοια καί μετά ἀνοίγεται ἡ πόρτα γιά ὅλες αὐτές τίς ἀνόητες φοβίες. Ὅταν δέν ὑπάρχει αὐτό -ἡ ἁμαρτία- ἄς περιγελάσουμε ὅλα τά ἄλλα, καί τόν διάβολο πού εἰσήγαγε αὐτά. Καί γι’ αὐτό ἄς εὐγνωμονοῦμε τόν Θεό, γιατί νίκησε - κατατρόπωσε τόν διάβολο.
Λέει καί στή συνέχεια στόν 19ο στίχο, αὐτοί οἱ ὁποῖοι ἔχουνε σκοτισμένη τήν διάνοια, γιατί ἔχουν ἄγνοια τοῦ Θεοῦ καί πώρωση τῆς καρδιᾶς, «οἵτινες, ἀπηλγηκότες, ἑαυτούς παρέδωκαν τῇ ἀσελγείᾳ εἰς ἐργασίαν ἀκαθαρσίας πάσης ἐν πλεονεξίᾳ». Αὐτοί λοιπόν οἱ ἐθνικοί, οἱ εἰδωλολάτρες, ἀπηλγηκότες, δηλαδή ἀμελήσαντες, μή θέλοντας νά κοπιάσουν, μή πονώντας καί μήτε λυπούμενοι γιά τήν ἀπώλειά τους, γενόμενοι μωροί καί ἀναίσθητοι, παρέδωκαν τόν ἑαυτό τους στήν ἀσέλγεια. Φοβερό πράγμα! Ἡ ἀμέλεια ὁδηγεῖ στήν ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία στήν πώρωση. Ἡ πώρωση τῆς καρδιᾶς στήν ἄγνοια τοῦ Θεοῦ. Ἕνας πού ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία, στήν ἀμετανοησία ἔχει σκληρή καρδιά καί δέν γνωρίζει τόν Θεό καί τήν ζωή τοῦ Θεοῦ καί ἔχει σκοτισμένη διάνοια καί δέν ξέρει ποιός εἶναι οὔτε ποιός εἶναι ὁ πλησίον οὔτε τί εἶναι ἡ κτίση καί ποιόν σκοπό ἔχει οὔτε φυσικά τί εἶναι ὁ Θεός.
- Βλέπεις ἀδελφέ, ὅτι ἡ ἀναισθησία τῶν ἐθνικῶν ἦταν προαιρετική, μέ τή θέλησή τους ἔφτασαν σ’ αὐτή τήν κατάσταση;
Καί σήμερα οἱ βαφτισμένοι πολλές φορές φτάνουν σ’ αὐτή τήν κατάσταση. Γιατί; Γιατί χωρίς νά λυποῦνται τήν ψυχή τους ἀφήνονται στήν ἀμέλεια, στήν ἀδιαφορία, στήν ἀκηδία, δέν θέλουν νά κοπιάσουν, νά μάθουν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, νά βροῦνε τό σωστό, νά δοῦνε τί ζητάει ὁ Θεός ἀπό τόν ἄνθρωπο, πῶς πρέπει νά ζήσει, καί παραδίδουν τόν ἑαυτό τους στήν ἀσέλγεια. Καί μάλιστα ἐν πάση πλεονεξία, ἐργαζόμενοι πᾶσα ἀκαθαρσία ἐν πλεονεξίᾳ. Φοβερό πράγμα! Ἀσελγοῦν, κάνουν κάθε ἀκαθαρσία καί μάλιστα ἐν πλεονεξίᾳ, μέ ὑπερβολή. Παρέδωκαν τόν ἑαυτό τους στήν ἀσέλγεια.
- Γιά ποιό τέλος; Γιά ποιό σκοπό;
Λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, γιά νά κάνουν τήν ἀκαθαρσία τῆς σαρκός, ἔχοντας αὐτή μελέτη καί ἔργο παντοτινό. Καί ὄχι γιά νά κάνουν ἕνα μόνο εἶδος ἀκαθαρσίας, ἀλλά κάθε εἶδος.
- Πῶς λοιπόν δέν θά γινόντουσαν ἀναίσθητοι αὐτοί πού παρέδωσαν θεληματικά τόν ἑαυτό τους σέ κάθε ἀκαθαρσία καί ἁμαρτία;
Γιατί ἡ ἀκάθαρτη ζωή εἶναι αἰτία καί δογμάτων πονηρῶν καί προξενεῖ ἀγνωσία κάθε καλοῦ καί κάθε ἀρετῆς. Ἀκοῦμε μερικές φορές φοβερά ἐγκλήματα καί λέμε, πῶς εἶναι δυνατόν ἄνθρωπος νά κάνει τέτοια πράγματα; Εἶναι δυνατόν ὅταν παραδώσει τόν ἑαυτό του θεληματικά σέ κάθε ἀκαθαρσία καί ἁμαρτία. Γίνεται ὁ ἄνθρωπος χειρότερος ἀπό τά ζῶα. Πολύ πολύ χειρότερος… Ἀκόμα καί τόν διάβολο διδάσκει…
Ἡ ἀκάθαρτη ζωή ὁδηγεῖ καί στήν δημιουργία ἀκάθαρτων δογμάτων. Ξέρετε, καί οἱ αἱρέσεις ἔχουν ὡς ὑπόβαθρο τήν ὑπερηφάνεια, πού εἶναι ἡ μέγιστη ἀκαθαρσία στόν ἄνθρωπο καί πᾶνε μαζί πάντα μέ τήν σαρκική ἁμαρτία, μέ τήν σαρκική ἀκαθαρσία, μέ τήν διεφθαρμένη ζωή, μέ τήν φιλαργυρία, τήν φιληδονία, τήν φιλοδοξία.
Ἡ ἀκάθαρτη ζωή, λοιπόν, δημιουργεῖ καί ἀκάθαρτα καί πονηρά δόγματα καί ὁδηγεῖ στήν ἄγνοια κάθε καλοῦ καί κάθε ἀρετῆς. Ὅταν λοιπόν ἐσύ ἀκούσεις τόν Ἀπόστολο νά λέει στό 1ο Κεφάλαιο τῆς πρός Ρωμαίους, ὅτι «ὁ Θεός παρέδωσε τούς φιλοσόφους καί ἐθνικούς σέ ἀδόκιμο νοῦ»10, θυμίσου μαζί καί αὐτό τό ρητό πού λέει ἐδῶ «ἀπηλγηκότες ἑαυτούς παρέδωκαν τῇ ἀσελγείᾳ εἰς ἐργασίαν ἀκαθαρσίας πάσης ἐν πλεονεξίᾳ». Σκέψου καί αὐτό πού λέει στήν πρός Ρωμαίους ὅτι ὁ Θεός τούς παρέδωσε σέ ἀδόκιμο νοῦ καί αὐτό πού λέει ἐδῶ ὅτι παρέδωκαν μόνοι τους τόν ἑαυτό τους. Παραχωρεῖ δηλαδή ὁ Θεός, καί τούς ἐγκαταλείπει, ἐπειδή αὐτοί ἔκαναν ἄξιο τόν ἑαυτό τους τῆς τοῦ Θεοῦ ἐγκαταλείψεως. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἀφήνεται στήν ἐργασία τῶν παθῶν καί τῆς ἀσέλγειας καί μάλιστα ἐν πλεονεξίᾳ. Καί αὐτό φανερώνει πάλι ὅτι οἱ ἐθνικοί εἶχαν τήν ἀναισθησία ἐκ προαιρέσεως, τήν ἐπέλεξαν. Γιατί θά μποροῦσαν νά ἀπολαμβάνουν, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, καί «ἄσπρα», δηλαδή καί τά χρήματα καί τίς ἡδονές μέ συμμετρία καί καλή χρήση. Τίς νόμιμες ἡδονές, νά φᾶς ἕνα φαγητό. Αὐτό ἔχει καί μία ἡδονή. Αὐτό εἶναι νόμιμο. Ἀλλά ὄχι νά σκάσεις ἀπ’ τό φαγητό ἤ νά ἐπιλέγεις μόνο αὐτά πού δίνουν τέρψη στόν λάρυγγα. Θά μποροῦσαν, λοιπόν, μέ μιά συμμετρία νά ἀπολαμβάνουν αὐτές τίς ἡδονές πού ἔχει δώσει ὁ Θεός πρός ἀπόλαυση καί κάποια χρήματα. Ἀλλά ὄχι νά γίνεις εἰδωλολάτρης, νά γίνεις κοιλιόδουλος καί νά ὑποταχτεῖς σέ κάθε ἄνομη ἡδονή. Αὐτοί, λοιπόν, καί τά χρήματα καί τίς ἡδονές, τά διαχειρίστηκαν μέ ἀμετρία, ἔγιναν δοῦλοι αὐτῶν καί γι’ αὐτό ἦλθαν σέ πώρωση καί ἀναισθησία κάθε ἀγαθοῦ καί κάθε ἀρετῆς. Βλέπουμε, λοιπόν, ὅλη τήν διαδικασία τοῦ σκοτισμοῦ, πῶς ὁ ἄνθρωπος σκοτίζεται, πῶς ὁ νοῦς σκοτίζεται. Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ ἀρχή. Ἡ ἁμαρτία μετά, ὅταν ἐπαναληφθεῖ πολλές φορές, γίνεται πάθος.
- Καί τά πάθη τί κάνουν;
Σκληραίνουν τήν καρδιά, πωρώνουν τήν καρδιά. Ὁπότε αὐτή ἡ καρδιά μετά δέν μπορεῖ νά δεχτεῖ τόν Θεό, τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Σκοτίζεται καί ἡ καρδιά καί ἡ διάνοια καί ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μέσα στό σκοτάδι, μέσα στήν ἄγνοια καί τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἑαυτοῦ του καί τοῦ κόσμου ὅλου. Αὐτή ὅλη ἡ κατάσταση βέβαια δέν γίνεται τυχαῖα, ἀλλά ἑκούσια ὁ ἄνθρωπος ἀφήνεται στήν ἁμαρτία, ἀφήνεται στήν ἀσέλγεια καί φτάνει μετά καί στήν αἵρεση καί στήν ἄγνοια κάθε καλοῦ, στήν πώρωση καί στήν πλήρη διαφθορά καί ἐξαχρείωση.
Λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος, στήν ζωή χωρίς Θεό, στήν ζωή ἔξω ἀπό τόν Θεό, ἀμβλύνονται ὅλες οἱ ἱκανότητες καί οἱ θεόσδοτες δυνάμεις. Ἡ θεοειδής ψυχή -γιατί ἡ ψυχή μας εἶναι θεοειδής, μοιάζει μέ τόν Θεό- ἡ θεοειδής διάνοια, ὁ θεοειδής νοῦς, ὅλες αὐτές οἱ ἀνθρώπινες ἱκανότητες καί δυνάμεις σταδιακά ἀτροφοῦν ἀπό τήν πείνα, φθίνουν, πέφτουν σέ λήθαργο, σέ νάρκη, καί ἔτσι παύουν νά αἰσθάνονται, νά ἀγαποῦν καί νά τιμοῦν αὐτό τό ὁποῖο εἶναι θεϊκό, ἅγιο, ἀνώτερο, ἄξιο τιμῆς.
- Μήπως αὐτό δέν ἔγινε καί μέ τόν λαό μας σταδιακά;
Ὁ λαός μας δέν ἦταν σέ τέτοιο στάδιο διαφθορᾶς ὅπως εἶναι τώρα. Σιγά-σιγά διεφθάρη ἡ θεοειδής ψυχή, ἡ θεοειδής διάνοια, ὁ θεοειδής νοῦς τοῦ Ρωμιοῦ, τοῦ Ὀρθοδοξοποιημένου Ρωμαίου. Αὐτός εἶναι ὁ Ρωμιός, εἶναι ὁ Ρωμαῖος πού εἶχε κάνει αὐτόν τόν μεγάλο πολιτισμό, εἶχε κυριαρχήσει παγκόσμια καί μετά δέχτηκε τόν χριστιανισμό καί βγῆκε ὁ Ρωμιός. Ὁ ὀρθόδοξος, λοιπόν, εἶναι ὁ Ρωμαῖος, ὁ Ρωμιός. Καί ἔφτασαν νά δημιουργήσουν αὐτό πού τό ὀνόμασαν οἱ Δυτικοί Βυζάντιο, πού δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ἡ Ρωμιοσύνη. Ἐκεῖ μέσα ζούσαμε μέ φόβο Θεοῦ οἱ πλεῖστοι καί ὁ λαός στήν πλειοψηφία του ἀγωνιζόταν πνευματικά.
- Πῶς φτάσαμε σήμερα οἱ ἀγωνιζόμενοι χριστιανοί νά εἶναι μιά πολύ πολύ πολύ μικρή ὁμάδα;
Ἡ μειοψηφία τῆς μειοψηφίας… Ἄν σκεφτεῖ κανείς, τό ἔχουμε πεῖ κι ἄλλες φορές, ὅτι μόνο τό 2% - 3% τῶν Ὀρθοδόξων ἐκκλησιάζονται καί βρίσκουν τήν δύναμη καί τόν χρόνο καί τό κουράγιο καί τήν διάθεση -νά τό ποῦμε ἔτσι- καί ἔχουν τήν προθυμία νά ποῦνε ἕνα εὐχαριστῶ στόν Θεό - πού εἶναι τό στοιχειῶδες.
Πῶς γίνεται αὐτό; Σιγά-σιγά, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ζεῖ τήν ζωή τοῦ Θεοῦ ἀλλά ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία, αὐτός ὁ ἄνθρωπος χάνει ὅλες τίς θεϊκές του δυνάμεις καί ἱκανότητες, τίς θεόσδοτες. Τήν ψυχή του, τήν διάνοιά του, τόν νοῦ του, τά χάνει, δηλαδή σκοτίζονται καί νεκρώνονται καί ὁ ἄνθρωπος παραδίνεται πλέον στίς ἡδονές καί κατόπιν στήν διαφθορά καί στήν ἀναίδεια καί στήν διάπραξη κάθε ἀκαθαρσίας καί ρυπαρότητος. Αὐτό, ἀκριβῶς, πού ἔχει γίνει σήμερα στούς Ἕλληνες. Ὅσο πιό ἀκόρεστα καί ἀχαλίνωτα ἐπιδίδεται σ’ αὐτά, τόσο καί πιό λίγο αἰσθάνεται, τόσο καί πιό λίγο βλέπει ὅτι αὐτό τό ὁποῖο διαπράττει εἶναι αἰσχρό. Βλέπετε, κυκλοφοροῦν οἱ ἄνθρωποι σχεδόν χωρίς ροῦχα καί λένε: - Τί ἔχω; Μπορεῖ νά τοῦ πεῖ κάποιος: - Πῶς εἶσαι ἔτσι; Γιατί δέν βάζεις ἕνα ροῦχο; - Γιατί δέν ἔχω;… Πολύ καλά ντυμένη εἶμαι, σοῦ λέει. Καί δέν φοράει σχεδόν τίποτα! Δέν αἰσθάνεται ὅτι πράττει κάτι αἰσχρό, ὅτι εἶναι μέσα στήν διαφθορά καί στήν ἀναίδεια καί στήν ρυπαρότητα. Ἔχει χαθεῖ σήμερα ἡ αἰδώς καί ἡ ντροπή θεωρεῖται κάτι πού εἶναι ἀνάξιο τοῦ ἀνθρώπου. Ἐνῶ ἀκριβῶς ἡ ντροπή, ἡ αἰδώς, εἶναι ἕνα μεγάλο προφυλακτικό κατά τῆς ἁμαρτίας, ἕνας πολύ σπουδαῖος ἀνασταλτικός παράγοντας. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ντρέπεται ν’ ἁμαρτάνει. Ἀλλά ἐπειδή ἡ ζωή μας ἔγινε πάρα πολύ διεφθαρμένη, κυριάρχησε καί αὐτή ἡ θεωρία ὅτι πρέπει νά φύγει ἡ ντροπή ἀπό τήν ζωή μας. Εἶναι ὑποβολή σατανική κι αὐτό. Ἡ ζωή χωρίς Θεό μετατρέπεται σέ ζωή χωρίς ντροπή.
- Δέν εἶναι φυσικό ὁ ἄνθρωπος νά ντρέπεται, ὅταν κυκλοφορεῖ σχεδόν χωρίς ροῦχα;
Κι ὅμως σήμερα δέν ντρέπονται, γιατί ἀκριβῶς ἡ ζωή εἶναι χωρίς Θεό. Καί ὁ ἄθεος τελικά γίνεται ἀδιάντροπος. Ἔτσι κενός νοῦς, ἄδειος νοῦς, καί συσκοτισμένη διάνοια εἶναι ἡ πηγή τῶν κενῶν -τῶν ἄδειων- καί πλανημένων σκέψεων, οἱ ὁποῖες ὁδηγοῦν σέ διεφθαρμένη ζωή. Ἡ εἰδωλολατρία σημαίνει μή ἐπίγνωση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀθεΐα σημαίνει μή ἀναγνώριση τοῦ Χριστοῦ καί τελειώνει πάντοτε στήν πράξη μέ ἄτιμη ζωή, μέ ἔκπτωση στίς ἡδονές πού ὁδηγοῦν στή διάπραξη κάθε αἰσχρότητας καί ρυπαρότητας. Στήνονται οἱ ἄνθρωποι στό διαδίκτυο καί ἀφήνονται ἐκεῖ σ’ ὅλα τά ρυπαρά, βρωμερότατα θεάματα, τά βίντεο πού ὑπάρχουν. Δέν ντρέπονται καί τό θεωροῦν καί ἐντελῶς φυσιολογικό. Ἤ λίγο ντρέπονται.. Ἄν τούς δεῖ κανένας ἄλλος, μπορεῖ λίγο νά ντραποῦν… ἄν ὑπάρχει ἀκόμα ἴχνος… Ἀλλά καί μόνος σου πού εἶσαι, πῶς τά βλέπεις ὅλα αὐτά καί δέν ντρέπεσαι;
- Γιατί αὐτή ἡ ἀκόρεστη διάθεση; Γιατί ὁ ἄνθρωπος πέφτει σ’ αὐτή τήν ἀτιμωτική ζωή, στή ζωή τῶν ἡδονῶν;
Γιατί, λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος, ἡ πείνα τῆς θεοειδοῦς ψυχῆς, ἡ πείνα τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς δέν μπορεῖ μέ ἄλλο τρόπο νά κορεστεῖ, δέν μπορεῖ μέ ἄλλο τρόπο νά χορτάσει παρά μόνο μέ τόν ζωντανό Θεό, μέ τόν ἀληθινό Θεό. Μέ τίποτε ἄλλο δέν μπορεῖ νά χορτάσει. Ὁπότε, ὅσο καί νά ριχτεῖ ὁ ἄνθρωπος στίς ἡδονές, πάλι νιώθει κενός, νιώθει ἄδειος, καί ψάχνει ὅλο καί διαφορετικά πράγματα ἡδονικά καί πάει ἀπό διαστροφή σέ διαστροφή, ὅπως γίνεται κατά κόρον στίς μέρες μας καί ἀπό ἀνομία σέ ἀνομία προσπαθώντας νά χορτάσει, νά γεμίσει τό κενό, τό ὁποῖο ποτέ δέν γεμίζει. Γιατί ἡ ψυχή δέν γεμίζει παρά μόνο μέ τόν Θεό. Ποτέ ἡ ἀνθρώπινη ψυχή δέν μπορεῖ νά χορτάσει μέ σκιές, μέ πλάνες καί μέ ψέματα. Δέν μπορεῖ νά χορτάσει μέ τά ξυλοκέρατα τῶν φοβερῶν ἡδονῶν οὔτε καί μέ τά «γλυκά πάθη». Ἔτσι τά παρουσιάζει ὁ διάβολος τά πάθη ὅτι εἶναι γλυκά, γιά νά μᾶς ὁδηγήσει στόν θάνατο. Δέν μπορεῖ νά χορτάσει ἡ ἀνθρώπινη ψυχή οὔτε ἀκόμα καί μέ τίς «ἐπιστημονικές αὐταπάτες». Τάχατες λέει ὅτι οἱ ἐπιστήμονες ἀπέδειξαν ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός ἤ ὅτι δέν ὑπάρχει κόλαση καί παράδεισος ἤ δαίμονες καί ὅλα αὐτές τίς ἀνοησίες. Ἐπιστημονικές αὐταπάτες! Ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατάγεται ἀπό τόν πίθηκο, κι αὐτό πάλι εἶναι μία ἐπιστημονική αὐταπάτη. Στήν καλύτερη περίπτωση εἶναι μία θεωρία. Ὑπάρχουν κι ἄλλες πάρα πολλές θεωρίες πού λένε ἀκριβῶς τό ἀντίθετο, ἀλλά οἱ ἄθεοι τήν προβάλλουν ὡς ἐπιστημονική γνώση κατοχυρωμένη, γιά νά αὐταπατῶνται ἐπιστημονικά.
Οὔτε μ’ αὐτά γεμίζει ἡ ψυχή ὅμως. Φτιάξε ὅσες ἐπιστημονικές αὐταπάτες θέλεις, οὔτε ἀκόμα καί μέ τά φιλοσοφικά αἰνίγματα, μέ τίς φιλοσοφίες τοῦ κόσμου τούτου. Μέ τίποτα δέν γεμίζει ἡ ψυχή παρά μόνο μέ τόν Θεό.
Εἴδαμε λοιπόν σήμερα, καί ἐδῶ σταματῶ μήπως θέλετε κι ἐσεῖς κάτι νά ρωτήσετε, πῶς σκοτίζεται ὁ ἄνθρωπος. Ἀπό τήν ἁμαρτία καί τά πάθη πᾶμε στήν πώρωση τῆς καρδιᾶς καί στόν σκοτισμό τῆς διάνοιας καί τοῦ νοῦ. Καί ὅλο αὐτό, ξαναλέω, γίνεται ἑκούσια. Δέν σέ ἀναγκάζει κανένας. Δέν μέ ἀναγκάζει κανένας νά ἁμαρτήσω. Θέλω καί ἁμαρτάνω.
- Πῶς λέει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος;
Ἀπηλγηκότες λέει. Δηλαδή οὐσιαστικά μή λυπούμενοι, μή πονώντας γιά τήν ψυχή μας ἀφηνόμαστε στήν ἀσέλγεια, ἀφηνόμαστε στήν ἁμαρτία.
- Γιατί ἡ ἁμαρτία τί εἶναι;
Οὐσιαστικά εἶναι μία σφαγή τῆς ψυχῆς μας. Σάν νά παίρνει ὁ ἄνθρωπος ἕνα μαχαίρι καί νά αὐτοκτονεῖ, νά σκοτώνει τήν ψυχή του. «Ἀπονενοημένο διάβημα» λένε. Χάνει ὁ ἄνθρωπος οὐσιαστικά τόν νοῦ του, ὅταν κάνει ἁμαρτία, τρελαίνεται. Δέν λειτουργεῖ μέ τό φωτισμένο λογικό τοῦ φωτισμένου Λόγου, μέ τόν Θεό Λόγο, ἀλλά μέ τόν πονηρό. Ἀλλά, ξαναλέω, τό κάνει μόνος του, γι’ αὐτό καί δίνει λόγο ὁ ἄνθρωπος στόν Θεό γιά τήν ἁμαρτία. Δέν μᾶς ἀναγκάζει οὔτε ὁ διάβολος οὔτε ὁ κόσμος οὔτε τό περιβάλλον, παρά μόνο τό κάνουμε μόνοι μας. Θέλουμε καί τό κάνουμε.
Ὁ Θεός νά μᾶς γλιτώνει ἀπό αὐτή τήν κατάσταση καί νά ἔχουμε ἀκριβῶς τό ἀντίθετο, τήν ἀποβολή τῆς ἁμαρτίας καί τῶν παθῶν μέ τήν μετάνοια, ὁπότε ἔρχεται ἡ καινή ζωή, ἡ καινούρια ζωή στόν ἄνθρωπο, τό φῶς τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀλήθεια, ὁ Χριστός, πού εἶναι ἡ ζωή τοῦ νοῦ μας. Βλέπετε; Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, οἱ Ἅγιοι, εἶναι γεμάτοι ζωή, γεμάτοι χαρά, γεμάτοι εἰρήνη, καί λές ἀπό ποῦ εἶναι ὅλα αὐτά; Ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου εἶναι μαραζωμένοι, καταθλιμμένοι, περιφρόντιδες- γεμάτοι φροντίδες, γεμάτοι μελαγχολία, ἀπελπισία πολλές φορές, καί ὅλο αὐτό δέν εἶναι παρά τό ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτωλότητας, τῆς πώρωσης καί τῆς ἄγνοιας τοῦ Θεοῦ.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Κάποτε στήν Ἀμερική, πρίν ἀπό χρόνια, ἕνας δυστυχισμένος ἀποφάσισε νά πέσει ἀπό τό ὕψος ἑνός μεγάλου κτιρίου. Τήν στερνή στιγμή ὅμως, δείλιασε καί στεκόταν ἀμφίρροπος στό ἥμισυ τοῦ δρόμου ἀνάμεσα στήν θεία καί τήν ἀνθρώπινη δικαιοσύνη. Ἀπό κάτω εἶχε συγκντρωθεῖ πλῆθος ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι τόν παρότρυναν, μέ μεγάλες φωνές μάλιστα καί τοῦ ἔλεγαν «πέσε, πέσε!». Φωνάζανε νά πέσει, γιά νά ἀπολαύσουνε τό θέαμα! Τελικά οἱ ἀστυνομικοί κατάφεραν καί ἔσωσαν τόν μελλοθάνατο. Φυσικά τό πλῆθος διαλύθηκε ἔχοντας χάσει τήν εὐκαιρία νά δεῖ ἕναν ἄνθρωπο ἔτσι νά συντρίβεται στό πεζοδρόμιο… καί θέλω νά σᾶς θέσω ἕνα μικρό ἐρώτημα: Ποιός ἦταν ὁ πιό ἄδειος, ὁ πιό γυμνός, ὁ πιό μοναξιασμένος; Ἦταν αὐτός πού ἀποφάσιζε γιά τήν ζωή του ἤ τό πλῆθος πού στήν οὐσία τί τόν παρακινοῦσε; Νά πεθάνει.
Ἀπ. : Ὁ Θεός ξέρει, ἀλλά καί οἱ δύο βέβαια δέν ἦταν σέ καλή κατάσταση. Σίγουρα…
Ἐρ. : Ἐγώ νομίζω ἦταν τό πλῆθος…
Ἀπ. : Ναί, ἡ σκληρότητα αὐτή εἶναι φοβερή… φοβερή…
Ἐρ. : Ἄρα τό πλῆθος, ὅπως εἴπατε κι ἐσεῖς τώρα, ἐκπροσωποῦσε τήν μεγάλη καί φοβερή ἀπουσία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἀπουσία τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν ἄνθρωπο.
Ἀπ. : Ἡ ἄγνοια τοῦ Θεοῦ ἡ ὁποία εἶναι καί ἄγνοια τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν δέν γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό, δέν γνωρίζει καί τόν συνάνθρωπο. Καί εἴπαμε τί σημαίνει ἄγνοια. Νά μή ζεῖς τήν ζωή τοῦ Θεοῦ. Δέν ζεῖς καί τήν ζωή τοῦ ἄλλου δηλαδή, δέν τόν ἀγαπᾶς, δέν μπορεῖς νά καταλάβεις τόν ἄλλον. Ὁ θάνατός σου ἡ ζωή μου, αὐτό πού εἴπατε. Χαιρόντουσαν νά βλέπουν ἕναν ἄνθρωπο νά σκοτώνεται, νά συντρίβεται! Φοβερό πράγμα!
Ἐρ. : Αὐτό γίνεται μέχρι σήμερα…
Ἀπ. : Ἐνῶ τά ζῶα λυποῦνται. Ὅταν δεῖ ἕνα ζῶο τό ἄλλο νά πεθαίνει, λυπᾶται.. φυσική ἀντίδραση.. ἔτσι ἀπό ἔνστικτο.
Γίνεται μέχρι σήμερα δυστυχῶς! Καί θά γίνεται ὅλο καί πιό ἔντονο αὐτό τό φαινόμενο ξέρετε, γιατί ὁ ἄνθρωπος γίνεται ὅλο καί πιό διαβολοποιημένος. Ὅσο προχωράει στήν ἁμαρτία καί τήν διαφθορά ἡ ἀνθρωπότητα, τόσο θά γίνεται καί πιό πρωτόγονη. Βλέπετε οἱ Ρωμαῖοι πῶς διασκέδαζαν; Βλέποντας τούς μονομάχους νά μονομαχοῦν μέχρι θανάτου. Βλέποντας αἷμα! Γιά θυμηθεῖτε τό θέαμα σήμερα τί εἶναι; Σέξ (συγγνώμη) καί βία. Αὐτό δέν εἶναι; Αὐτό κυριαρχεῖ σήμερα ὡς διασκέδαση. Πῶς διασκεδάζουν σήμερα οἱ ἄνθρωποι; Βλέποντας αἷμα, φρικιαστικά πράγματα καί τίς ἀσέλγειες, ὅλα αὐτά. Καί ὅσο προχωρᾶμε, θά πᾶμε καί χειρότερα -ὄχι ἐμεῖς... ὁ Θεός νά φυλάξει- ἀλλά ὅσοι θέλουν. Βλέπετε στήν Ἀποκάλυψη τό λέει «ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι καί ὁ ρυπαρός ρυπαρευθήτω ἔτι»11. Ὄχι ὅτι ὁ Θεός μᾶς παρακινεῖ νά γίνουμε πιό ρυπαροί.. Θεός φυλάξοι! Δέν ἐννοεῖ αὐτό, ἀλλά ὅτι ὁ Θεός σέ ἀφήνει ἐλεύθερο καί ἐσύ τό ἐπιλέγεις. Καί ὅσο μένεις ἐκεῖ, δέν θά μείνεις ἐκεῖ, θά προχωρήσεις στήν ἀσέλγεια. Ὁ ἅγιος πάλι πρέπει νά προσπαθεῖ νά ἁγιάζεται περισσότερο, ἔτσι ὥστε νά μπορέσει νά ἐπιβιώσει μέσα σ’ αὐτόν τόν κατακλυσμό τοῦ κακοῦ, γιατί θά σκληρύνουν ἀκόμα περισσότερο τά πράγματα.
Βλέπω ἔτσι καί στούς χριστιανούς μας σήμερα μιά δειλία. Δέν πρέπει νά ἔχουμε δειλία, καθόλου δειλία. Ἡ δειλία εἶναι δαιμονικό πράγμα. Ἐχθές ἤμουν σέ μιά ὁμιλία καί εἶπε ὁ παππούλης ἐκεῖ, ντρέπεστε, λέει, νά σᾶς δοῦνε πού ἔρχεστε νά ἐξομολογηθεῖτε καί ἔρχεστε κρυφά! Ἄν εἶναι δυνατόν... Λές καί εἴμαστε... Ποῦ εἴμαστε στήν Τουρκία; Νά ντρέπεσαι νά σέ δοῦν ὅτι πᾶς στήν Ἐκκλησία; Κι, ὅμως, ἔχουμε φτάσει ἐκεῖ. Γιατί; Γιατί ἔχουν κυριαρχήσει μέσα μας τά πάθη καί κατεξοχήν τό πάθος τῆς ἀνθρωπαρέσκειας. Τρέμουμε μήπως μᾶς λοιδορήσουν, ἄν πᾶμε στήν Ἐκκλησία... Ἄς σέ λοιδορήσουνε, ἄς σέ κοροϊδέψουνε... λοιπόν καί τί ἔγινε; Δέν εἶπε ὁ Κύριος «μακάριοί ἐστε ὅταν σᾶς ὀνειδίσουν καί σᾶς ποῦνε..;»12. Αὐτός εἶναι ὁ κλῆρος τοῦ χριστιανοῦ. Ἀλλά ὅταν δέν εἶναι φωτισμένος ὁ νοῦς μας ἀπό τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν ἀλήθεια, δέν τό ξέρεις αὐτό ἤ δέν τό θυμᾶσαι. Καί σοῦ κοστίζει ὅταν ὁ ἄλλος σοῦ πεῖ, ἔ, καλά τώρα κι ἐσύ τοῦ κατηχητικοῦ... θείτσα... θά σοῦ πεῖ διάφορα τέτοια πού λένε, καί σοῦ κοστίζει. Ἀντί νά χαρεῖς, στενοχωριέσαι καί κρύβεσαι. Ἀλλοίμονο! Ὁ Κύριος τί εἶπε; «Ἄν δέν μέ ὁμολογήσετε ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων..»13. Δέν εἶπε νά Μέ ὁμολογήσετε στά ὑπόγεια. Μπροστά στούς ἀνθρώπους. Ὄχι βέβαια κάνοντας ἐπίδειξη εὐσεβείας, ἀλλά οὔτε καί νά κρύβεσαι.
Σήμερα γιορτάζουμε τόν Προφήτη Δανιήλ. Ὁ Προφήτης Δανιήλ ἦταν αἰχμάλωτος στήν Βαβυλώνα. Σάν νά ποῦμε ἦρθαν οἱ Τοῦρκοι καί μᾶς πῆραν αἰχμαλώτους στήν Ἄγκυρα. Μέσα σ’ ἕνα κράτος ἄθεο, ἀντίθεο. Ἐκεῖ ζοῦσε ὁ Δανιήλ καί τά τρία παιδιά, οἱ φίλοι του, οἱ τρεῖς παῖδες πού τούς ἔριξε ὁ Ναβουχοδονόσορας στό καμίνι. Καί τί διαταγή ἔβγαλε ὁ ἀρχηγός, ὁ Ναβουχοδονόσορ, ὁ Αὐτοκράτορας; Γιά τριάντα μέρες δέν θά προσευχηθεῖ κανένας. Γέμισε μέ ἀλαζονεία αὐτός ὁ παγκόσμιος ἡγέτης... Ἐκείνη τήν ἐποχή εἶχε φοβερή δύναμη ὁ Ναβουχοδονόσορας, θά λέγαμε πλανητάρχης σήμερα. Καί θέλησε νά κυριαρχήσει καί στήν ζωή τήν προσωπική καί στίς σκέψεις ἀκόμα. Ὁ προφήτης Δανιήλ σάν νά μήν συμβαίνει τίποτα. Πρωί μεσημέρι βράδυ ἀνέβαινε ἐκεῖ πού ἔκανε τήν προσευχή του καί προσευχότανε. Μετά βέβαια τόν κατήγγειλαν καί τόν ἔριξαν στόν λάκκο μέ τά λιοντάρια, γιά νά τόν φᾶνε τά λιοντάρια. Καί τά λιοντάρια ἦταν δίπλα του σάν προβατάκια καί ἐρχόντουσαν νά τά χαϊδέψει καί ἔμεινε ἔκθαμβος ὁ Ναβουχοδονόσορ. Δέν φοβήθηκε... νά πεῖ, τώρα θά μέ δοῦνε, ἄς τήν κάνω τήν προσευχή μου κρυφά. Ὄχι! Τήν ἔκανε φανερά, ὅπως συνήθιζε πάντα. Ὄχι νά κάνει κάτι ἄλλο καινούριο, ἀλλά οὔτε καί νά κρυφτεῖ.
Ἔτσι λοιπόν... γιατί νά κρυβόμαστε; Ἐμεῖς θά κάνουμε ὅπως πρέπει, αὐτά πού πρέπει, καί θά ἐξομολογούμαστε καί θά ἐκκλησιαζόμαστε καί θά ἀκοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί ἄς μείνουμε καί μόνοι μας. Γιατί σιγά-σιγά, τό λέει ἡ Ἁγία Γραφή, θά γίνετε μισητοί ἀπό ὅλους14. Θά μᾶς μισήσουν ὅλοι. Γιατί θά μᾶς μισήσουν ὅλοι; Γιατί θά εἴμαστε κόντρα στό σύστημα. Ὅσο πάει τό κράτος μας γίνεται καί πιό ἄθεο. Ἤδη εἶναι ἄθεο... Ὀργανώνεται ἡ ἀθεΐα πάρα πολύ καλά καί πλέον θά σοῦ ποῦνε: δέν μᾶς ἀρέσεις. Τό σύστημα δέν σέ σηκώνει... καί θά σέ πετάξουν ἔξω καί θά γίνεις μισητός ἀπό ὅλους, γιατί θά θεωρεῖσαι ὅτι ζεῖς ἀντίθετα μέ τό κοινό συμφέρον. Καί θά σέ πολεμᾶνε. Ἔ, λοιπόν, τί; Θά πεῖς ἄς κάνω μιά οἰκονομία τώρα...; Νά μήν ἐνοχλῶ τό σύστημα. Θά κάνω αὐτά πού πρέπει κάτω στά ὑπόγεια καί κατά τά ἄλλα θά ὑπηρετήσω τό σύστημα. Ὄχι, δέν θέλει ἔτσι ὁ Χριστός. Γι’ αὐτό φοβοῦνται τήν Ὀρθοδοξία καί τήν πολεμᾶνε. Γιατί ἕνας ἀληθινά ὀρθόδοξος δέν θά συμβιβαστεῖ μέ τό σύστημα, θά μιμηθεῖ τόν Ἅγιο Δανιήλ, θά μιμηθεῖ τά τρία παιδιά, τούς τρεῖς παῖδες πού γιορτάζουμε σήμερα, οἱ ὁποῖοι δέν προσκύνησαν τήν χρυσή εἰκόνα.
Ξέρετε ποιά ἦταν ἡ χρυσή εἰκόνα πού ἔστησε ὁ Ναβουχοδονόσορ καί δέν προσκύνησαν τά παιδιά, οἱ τρεῖς παῖδες; Ἦταν ὁ θεός Μαρδούχ, ἕνα εἴδωλο, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ πολιοῦχος τῆς Βαβυλῶνας. Τριάντα μέτρα ὕψος εἶχε τό ἄγαλμα μαζί μέ τό βάθρο καί κάθε φορά πού θά ἠχοῦσαν τά μουσικά ὄργανα, οἱ σάλπιγγες κ.λ.π. ἔπρεπε ὅλοι οἱ προύχοντες, οἱ ἀξιωματοῦχοι πού τούς εἶχε μαζέψει ὁ Ναβουχοδονόσορ νά προσκυνοῦν τό ἄγαλμα. Μέσα σ’ αὐτούς ἦταν καί οἱ τρεῖς παῖδες, ἦταν κι αὐτοί ἀξιωματοῦχοι. Αὐτοί δέν προσκύνησαν. Καί ὅταν τούς εἶπε, γιατί; Πῶς τολμᾶτε καί ἀντιστέκεστε σέ μένα; Θυμώνουνε αὐτοί πού εἶναι αὐτοκράτορες - μονοκράτορες καί ἔχουν ἐξουσία... Τρέφονται καί ἀπό τίς κολακεῖες τῶν παρατρεχάμενων καί ὅταν κάποιος ἀντισταθεῖ στό θέλημά τους, θυμώνουνε. Καί τούς εἶπε ὁ Ναβουχοδονόσορ, τί νομίζετε; Μπορεῖτε νά τά βάλετε μέ μένα καί ποιός εἶναι ὁ Θεός σας; Νομίζετε μπορεῖ νά σᾶς γλιτώσει ὁ Θεός σας ἀπό μένα; Καί τί εἶπαν τά τρία παιδιά; Βεβαίως! Ὁ Θεός μας, ἄν θέλει, μπορεῖ νά μᾶς γλιτώσει ἀπό σένα. Ἀλλά κι ἄν δέν μᾶς γλιτώσει, ἐμεῖς Αὐτόν θά προσκυνᾶμε, γιατί Αὐτός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός. Δέν φοβήθηκαν! Καί τούς ἔριξε μέσα στό καμίνι νά τούς κάψει καί ἐκεῖνοι δροσίστηκαν. Καί ἐμφανίστηκε καί ὁ τέταρτος μέ μορφή ἀγγέλου, ὁ ὁποῖος διασκόρπιζε τήν φλόγα καί δέν ἦταν ἄλλος παρά ὁ Χριστός, ὁ ἄσαρκος Λόγος, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ. Καί ἔμεινε ἔκθαμβος ὁ Ναβουχοδονόσορ γιατί τούς ἔβγαλε καί ἦταν ἀβλαβεῖς. Δέν εἶχε καεῖ οὔτε τρίχα τους, οὔτε μύριζαν καπνιά..
Αὐτό εἶναι τό ζητούμενο καί ἀπό μᾶς, νά μή δειλιάζουμε καί νά μήν ὑποτασσόμαστε στό σύστημα. Νά ξέρετε ὅτι οἱ ἄνθρωποι τοῦ σκότους ἐργάζονται πολύ συστηματικά καί ἑτοιμάζουν μιά νέα γενιά ἀνθρωπαρίων, ὄχι ἀνθρώπων. Ἀνθρωπαρίων.. ζόμπι... πού θά κάνουν ὑποταγή στό σύστημα, τίποτα ἄλλο. Τέτοιους θέλουν. Καί ἀλλοίμονο σ’ αὐτούς πού θά ἀντισταθοῦνε. Θά τούς πολεμήσουνε. Ἕνας ἐκπαιδευτικός πού κάνει ἀντίσταση καί διδάσκει στά παιδιά τά σωστά θρησκευτικά, θά πολεμηθεῖ. Καί πολεμεῖται... γιατί δέν βοηθάει στό σύστημα. Καί τό σύστημα τόν πετάει ἔξω. Δέν θέλουν ἀνθρώπους λοιπόν ἐλεύθερους, ἀλλά θέλουν ἄβουλα ὄντα, ἀνδρείκελα τά ὁποῖα θά ἐκτελοῦνε τίς διαταγές τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων. Δέν πρέπει νά ὑποταχτοῦμε, οὔτε καί νά διδάξουμε στά παιδιά μας τήν ὑποταγή, ὅ,τι κι ἄν κοστίσει αὐτό... ἀκόμα κι ἄν μᾶς ρίξουν στό καμίνι, ὅπως τά τρία παιδιά, καί ἐκεῖ ἄν θέλει ὁ Θεός θά μᾶς σώσει. Κι ἄν δέν μᾶς σώσει τήν πρόσκαιρη ζωή μας, θά σωθοῦμε στήν αἰωνιότητα, γιατί ὁ Θεός τό ἔχει ὑποσχεθεῖ «ὅποιος μέ ὁμολογήσει, θά τόν ὁμολογήσω καί ἐγώ»15.
Εὐχαριστῶ γιά τήν ἐρώτηση.
Ἐρ. : ......................…
Ἀπ. : Δέν εἶπε ὁ Θεός ἔτσι (γιά τούς κρυπτοχριστιανούς εἶναι ἡ ἐρώτηση). Τό πρωί στό τζαμί καί τό βράδυ στό ὑπόγειο λειτουργία... Δέν γίνεται αὐτό. Καί τούς παρουσιάζουν μερικοί σάν ἥρωες. Ἔ, δέν εἶναι ἥρωες! Πῶς νά τό κάνουμε; Οὔτε φυσικά ἅγιοι. Ὁ Θεός δέν εἶπε νά κρύβεσαι. Εἶπε νά Μέ ὁμολογήσεις ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων. Ὅπως ἔλεγε ὁ π. Ἀθανάσιος ὁ Μυτιληναῖος, μερικοί ντρέπονται νά κάνουν τόν σταυρό τους καί κάνουν ἔτσι τό σακάκι τους καί κάνουν μέσα ἀπό τό σακάκι τους τόν σταυρό, ὅταν περνᾶνε ἀπό καμιά ἐκκλησία. Ἔ τί εἶναι αὐτό; Δέν εἶναι ὑποκρισία; Δέν εἶναι ψευτιά αὐτό; Φοβᾶσαι νά κάνεις τόν σταυρό σου; Ἤ πᾶνε σ’ ἕνα ἐστιατόριο, σ’ ἕνα τραπέζι καί ντρέπονται νά κάνουν τόν σταυρό τους. Λέει, κανένας δέν ἔκανε τόν σταυρό του καί ἐγώ δέν τόν ἔκανα. Τί χριστιανός εἶσαι τότε; Ἄν σοῦ ποῦνε νά προσκυνήσεις τόν Ὀμπάμα.. δέν ξέρω.. ὁποιονδήποτε πλανητάρχη, θά τόν προσκυνήσεις κι αὐτόν, γιά νά μή σέ πετάξουν ἔξω.
Θά πεῖτε: τί νά κάνουν αὐτοί πού εἶναι ἐκεῖ; Γιατί θά τούς πάρουν τό κεφάλι. Μποροῦνε νά φύγουνε. Νά ἀφήσεις τά χωράφια σου, ὅ,τι μπορεῖς νά πάρεις πάρτο καί φύγε. Αὐτό εἶναι νόμιμο. Ὄχι νά ἀρνηθεῖς τόν Χριστό ὅμως, νά κρυφτεῖς. Φύγε! «Ὅταν σᾶς διώκουν ἀπό μιά πόλη, πᾶτε σέ ἄλλη πόλη»16. Τό λέει τό εὐαγγέλιο αὐτό. Πέστε ὅτι καί ἐδῶ στήν Ἑλλάδα ἔρχεται διωγμός καί κάποιος φοβᾶται τό μαρτύριο. Ἔρχονται οἱ μουσουλμάνοι καί κυριαρχοῦν. Ὅπως πᾶμε ἔτσι θά γίνει στήν Ἑλλάδα, θά κυριαρχήσουν αὐτοί. Λοιπόν... φοβᾶσαι τό μαχαίρι τοῦ τσιχαντιστή; Σήκω φύγε, πήγαινε στήν Γεωργία, στήν Ρωσία, πού μπορεῖ νά ὑπάρχει ἀκόμα ἡ Ὀρθοδοξία, ἡ ἐλευθερία. Μά θά πεῖς, θά ἀφήσω τά κτήματά μου; Τούς τάφους τῶν πατέρων μου; Καί τί θά κάνουμε; Προκειμένου νά εἶσαι στόν Χριστό, θά τά ἀφήσεις αὐτά ἐφόσον δέν ἔχεις τό θάρρος τοῦ μαρτυρίου. Δέν τό ἔχουν ὅλοι αὐτό, δέν μποροῦν ὅλοι. Ἀλλά ὄχι νά μείνεις καί νά κρύβεσαι, νά ὑποκρίνεσαι δηλαδή. Νά τό παίζεις Τοῦρκος, μουσουλμάνος...
Ἐρ. : Τήν εὐχή σας Γέροντά μου. Θέλω νά ρωτήσω γιά τό σχολεῖο. Τά παιδιά, πῶς πρέπει νά ἀντιδροῦν στά νέα θρησκευτικά; Νά σᾶς δώσω ἕνα παράδειγμα. Ὁ μεγάλος μου γιός, εἶναι ὁ Ἐμμανουήλ, εἶναι δέκα ἐτῶν καί πρόσφατα στά θρησκευτικά τούς δίδασκε ἡ δασκάλα τους ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι τό ἴδιο, ὅλοι οἱ προφῆτες, γιατί καί τόν Κύριό μας σάν προφήτη τόν παρουσιάζουν πλέον, εἶναι τό ἴδιο καί δέν ξέρουμε στό κάτω-κάτω ἄν τίποτα ἀπό ὅλα αὐτά ἰσχύει λόγω τοῦ ὅτι δέν ἔχει γυρίσει κανένας ἀπ’ τήν ἄλλη ζωή. Αὐτά τούς εἶπε -ὄχι ὅτι ἰσχύουν φυσικά- γιά νά μᾶς πεῖ ἄν τελικά ὑπάρχει κάτι ἤ δέν ὑπάρχει καί ποῦ πρέπει νά πιστεύουμε. Καί τό παιδί μέ ρωτοῦσε πῶς ἔπρεπε νά ἀντιδράσει, πῶς ἔπρεπε νά τήν ἀντιμετωπίσει καί τοῦ εἶπα θά ρωτήσουμε ἐσᾶς φυσικά, ἀλλά ἀφοῦ μοῦ δίνεται ἡ εὐκαιρία σᾶς ρωτάω ἐδῶ, μήπως βοηθηθεῖ καί κάποιος ἄλλος ἀκόμα. Εὐχαριστῶ.
Ἀπ. : Ἕνα, πού τό ἔχουμε πεῖ κι ἄλλες φορές, εἶναι νά γυρίσεις πίσω τό βιβλίο. Ἀπαράδεκτο! Καί δεύτερον, νά πεῖ ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι ψέματα, οὔτε ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι τό ἴδιο οὔτε ὁ Χριστός εἶναι προφήτης, οὔτε δέν γύρισε κανένας. Πάρα πολλοί γύρισαν καί γυρίζουν καί μᾶς λένε. Ὅλα εἶναι ἀνάποδα. Δαιμονική διδασκαλία εἶναι ὅλα αὐτά. Αὐτά νά πεῖ, πολύ ἁπλά. Τό σκοτάδι διαλύεται ἀπό τό φῶς. Νά βρεθεῖ ἕνας νά πεῖ τήν ἀλήθεια. Ἀποστομόνωνται μετά. Γιατί ἡ ἀλήθεια ἀπό μόνη της ἔχει δύναμη, εἶναι πλειοψηφική. Δυστυχῶς, δυστυχέστατα, μέ τήν ἀδιαφορία πού ἔχουν οἱ γονεῖς καί τήν ἄγνοια λόγω τῆς ἁμαρτίας, πέρασαν αὐτά τά πράγματα στά παιδιά μας καί σᾶς εἶπα ἑτοιμάζεται μιά νέα γενιά ἀνθρωπαρίων, ὄχι ἀνθρώπων. Ἄβουλων ὄντων. Σέ εἴκοσι, εἴκοσι πέντε χρόνια -αὐτοί ξέρουν πολύ καλά τί κάνουν- αὐτά τά παιδιά θά κυβερνᾶνε τήν Ἑλλάδα! Καί φυσικά θά ποῦνε, γιατί νά μήν φτιάξουμε ἕναν ναό πού νά ἔχει μέσα καί τίς πέντε θρησκεῖες;! Ὀρθόδοξοι, Προτεστάντες, Παπικοί, Μουσουλμάνοι καί Ἑβραῖοι στόν ἴδιο ναό! Ὑπῆρχε ἕνας τέτοιος ναός στά σχέδια… τώρα δέν ξέρω… πρέπει νά ἔχει γίνει ἤδη, στήν Γερμανία νομίζω καί στήν Ἀμερική. Εἶχε σχεδιαστεῖ αὐτός ὁ ναός. Αὐτή εἶναι ἡ Πανθρησκεία. Εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός ἡ πρώτη φάση, νά ἑνωθοῦνε οἱ λεγόμενοι χριστιανισμοί, ἡ Ὀρθοδοξία μέ τούς λεγόμενους ἄλλους «χριστιανισμούς», Ὀρθοδοξία μέ Προτεστάντες καί Παπικούς, καί σέ δεύτερη φάση, μέ τίς λεγόμενες μονοθεϊστικές θρησκεῖες. Καί βεβαίως μετά ἀπ’ αὐτό ἔρχεται ὁ Ἀντίχριστος. Εἶναι ὁ τελευταῖος πρόδρομος τοῦ Ἀντιχρίστου ὁ Οἰκουμενισμός, τό ἔλεγε ὁ π. Ἀθανάσιος ὁ Μυτιληναῖος. Ὁπότε εἴμαστε πολύ κοντά στά ἔσχατα καί θά πρέπει νά ἔχουμε καί τόν ἀνάλογο ὁπλισμό, γιατί θά εἶναι τά πιό δύσκολα χρόνια καί οἱ πιό μεγάλοι ἅγιοι θά εἶναι αὐτοί τῶν ἐσχάτων, ἀλλά πόσοι θά ἀντέξουν;.. Γιατί λέει ἡ Γραφή, πολλοί θά πλανηθοῦν. Πρέπει νά προσέξουμε νά μήν πλανηθοῦμε.
Καί ποιοί δέν θά πλανηθοῦν; Τό λένε πάλι οἱ Ἅγιοι, αὐτοί πού θά ἔχουν νήψη. Θά εἶναι ξύπνιοι δηλαδή, δέν θά κοιμοῦνται πνευματικά, θά ἔχουνε τήν προσευχή, θά ἔχουνε τήν μελέτη τῶν Ἁγίων Γραφῶν, θά ἔχουνε τήν ἐκκλησιαστική ζωή, τήν ἐξομολόγηση, τήν Θεία Κοινωνία. Ἐάν δέν ἔχεις τέτοια ζωή, θά πλανηθεῖς. Πῶς θά πλανηθεῖς; Θά πεῖς, νάτος, αὐτός εἶναι ὁ Χριστός.. ἦρθε ὁ Χριστός. Γιατί ὁ Ἀντίχριστος θά κάνει σημεῖα καί τέρατα, θά κάνει θαύματα… καί θά πεῖ ὁ κόσμος, γιά κοίταξέ τον, ὁ Χριστός ἔκανε περισσότερα ἀπό αὐτόν; Κοίταξε τί κάνει! Αὐτός εἶναι ὁ Χριστός. Θά ἔχει ἄγνοια, γι’ αὐτό θά τό πεῖ. Ἀλλά ἔνοχη ἄγνοια, ἡ ὁποία θά ὀφείλεται στήν ἁμαρτία. Ἐνῶ, ἕνας ἄνθρωπος πού ἔχει νήψη, πολύ εὔκολα θά καταλάβει τόν Χριστό καί τόν Ἀντίχριστο.
Κατ’ ἀρχάς λέει ἡ Ἁγία Γραφή, ὅτι θά μᾶς τόν δείξουν τόν Ἀντίχριστο ὁ Προφήτης Ἠλίας καί ὁ Προφήτης Ἐνώχ. Ἒπίσης μᾶς λέει ἡ Ἁγία Γραφή, ὅτι ὁ Χριστός μας δέν θά ἔρθει ἀπό τή γῆ, θά ἔρθει ἀπό τόν οὐρανό καί θά πάει μπροστά ὁ Σταυρός καί θά τόν δοῦνε ὅπως φαίνεται ἡ ἀστραπή, ὅλος ὁ κόσμος. Ὁ Ἀντίχριστος θά ἔρθει ἀπό τή γῆ. Εἶναι στοιχειώδεις πνευματικές γνώσεις αὐτές. Ἀλλά ἕνας πού ζεῖ ἔτσι ἀναίσθητα, ὄχι σωστά ἐκκλησιαστικά, οὔτε αὐτά θά τά ξέρει. Ὁ Ἀντίχριστος θά κάνει σημάδια στήν ἀτμόσφαιρα, ἀλλά δέν θά ἔρθει ἀπ’ τόν οὐρανό. Ὁ Χριστός θά ἔρθει ἀπ’ τόν οὐρανό. Καί σήμερα ἔχουμε καί τήν τεχνολογία πού μπορεῖ νά κάνει τέτοια πράγματα, ψευτοθαύματα πάρα πολλά…
Ὁπότε, ἡ ἀντίδραση τῶν γονέων καί τῶν παιδιῶν εἶναι ἀφενός μέν ἡ σωστή ὀρθόδοξη ζωή, ἡ ἀφοβία καί ἡ ὁμολογία. Νά λέτε στά παιδιά σας νά μιλᾶνε, ναί! Καί νά διορθώνουν τούς δασκάλους, οἱ ὁποῖοι σᾶς πληροφορῶ, οἱ πλεῖστοι ἀπ’ αὐτούς ἔχουν σκοτάδι, σκοτάδι μέγα! Σκοτάδι μέγα… καί εἶναι ἁπλῶς ὄργανα τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων. Πληρώνομαι, σοῦ λέει, ἐγώ θά διδάξω… Δέν ἔχουνε κάποιο πιστεύω δηλαδή. Ἄν τούς ποῦνε αὔριο νά διδάξουνε ἀκόμα χειρότερα πράγματα καί ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ, θά τό κάνουν κι αὐτό. Ὄχι ὅλοι, ὑπάρχουν καί καλοί. Μήν ἀδικοῦμε ὅλους. Ἔχουμε καί καλούς δασκάλους καί καθηγητές. Ἀλλά πάρα πολλοί, δυστυχῶς, εἶναι σ’ αὐτή τήν περιοχή. Σκοτισμένοι τῇ διανοίᾳ, ἀπηλγηκότες. Παρέδωκαν ἑαυτούς τῇ ἀσελγείᾳ. Φοβερό πράγμα!
Ἐρ. : Εὐλογεῖτε. Θέλω λίγο νά μᾶς πεῖτε τίς διαφορές πού ὑπάρχουν μεταξύ ἑνός κοσμικοῦ ἀνθρώπου πού ἔχει τίς προλήψεις καί τίς δεισιδαιμονίες, μέ τά ποδαρικά, τά χερικά, τούς κόκορες κ.λ.π. μέ τόν χριστιανό ἄνθρωπο ἄς ποῦμε πού ξεκινάει τήν ἡμέρα του μέ ἐκκλησιασμό, θέλει νά κάνει ἁγιασμό στό σπίτι του, στήν καινούρια του ἐργασία, θέλει νά φέρει στόν χῶρο του ἕναν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, τό θεωρεῖ εὐλογία… Καί ἐκτός ἀπό αὐτά τά δύο καί μία ἀναφορά στόν ἐκκοσμικευμένο χριστιανό, πού συμμετέχει καί στά δύο, καί στίς προλήψεις καί στά ἁγιαστικά μέσα πού χρησιμοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία.
Ἀπ. : Νά σᾶς πῶ κάτι ἔτσι ἀρχικά. Ὁ διάβολος εἶναι μαϊμού, εἶναι πίθηκος, δηλαδή μιμεῖται, προσπαθεῖ νά μιμηθεῖ τόν Χριστό. Αὐτό νά τό ξέρετε, εἶναι κανόνας. Κάνει πράγματα πού μοιάζουν χριστιανικά κι ὅμως εἶναι δαιμονικά. Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα; Τό ξεμάτιασμα. Τό ξεμάτιασμα φαίνεται ὅτι εἶναι χριστιανικό, γιατί αὐτοί πού τό κάνουν λένε προσευχές καί παίρνουν καί τό καντήλι καί τό λάδι, τά ἀνακατεύουν ἐκεῖ, δέν ξέρω τί κάνουν… λένε καί προσευχές, ἀκατάληπτες, λίγο μπερδεμένες καί ὁ ἄλλος σοῦ λέει, κοίταξε αὐτός καλό πράγμα δέν κάνει; Καί ἡ Ἐκκλησία μας δέν τό δέχεται τό μάτι; Καί πλανᾶται. Πάρα πολλοί πλανῶνται. Οὐσιαστικά ὑπηρετοῦν τόν διάβολο ὅλοι αὐτοί καί αὐτοί πού ξεματιάζουν καί αὐτοί πού ξεματιάζονται.. νομίζουν ὅτι ξεματιάζονται μ’ αὐτόν τόν τρόπο. Ἐνῶ ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία μας ἄλλα λέει, ὅτι θά πρέπει νά ταπεινωθεῖς καί νά πᾶς στόν ἱερέα νά ἐξομολογηθεῖς καί θά φύγει ἡ δαιμονική ἐνέργεια. Δέν φεύγει μέ μαγικό τρόπο. Δυστυχῶς, πάρα πολλοί «χριστιανοί» προσπαθοῦν νά ζήσουν μαγικά, σάν τούς εἰδωλολάτρες πού προσπαθοῦν νά διώξουν τόν διάβολο μέ τόν διάβολο. Φεύγει ὁ διάβολος μέ τόν διάβολο; Δέν φεύγει. Κι ὅμως ἔχουμε χριστιανούς, σοῦ λέει, δέν ἔπιασε ἡ προσευχή τοῦ παπά, θά πάω στόν χότζα.. καί πᾶνε στόν χότζα. Καί δέν τό θεωροῦν λάθος… ὅ,τι πιάσει… βάζουν ἕναν σταυρό, βάζουν κι ἕνα σκόρδο δίπλα. Αὐτός εἶναι πού εἴπατε ὁ ἐκκοσμικευμένος χριστιανός = διαβολοποιημένος χριστιανός. Δέν εἶναι χριστιανός αὐτός. Τό μισό εἶναι κόλαση πάντα, νά ξέρετε. Ὁ μισοχριστιανός, μισός χριστιανός καί μισός κοσμικός εἶναι πάντα κόλαση, εἶναι πάντα διαβολοποιημένος χριστιανός, γιατί ὁ Χριστός δέν θέλει τό μισό. Θέλει νά εἶναι ἄνθρωπος ὁλόκληρος, ἀκέραιος, ἁγιασμένος, ψυχή καί σώματι. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ἁγιάζεται ὁλόκληρος καί ἁγιάζει καί τό περιβάλλον του, γι’ αὐτό εἶναι εὐλογία νά πάρεις ἕναν ἅγιο ἄνθρωπο στό σπίτι σου καί νά κάνεις καί ἁγιασμό καί ὅλα αὐτά, νά ἔρθει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ διά τῶν ἁγιαστικῶν μέσων πού ἔχει ἡ Ἐκκλησία, ὄχι αὐτά πού νομίζεις ἐσύ ὡς ἁγιαστικά μέσα.
Ἡ διαφορά τοῦ πρώτου ἀπό τόν δεύτερο, ὅπως τόν εἴπατε, τοῦ ἀληθινοῦ χριστιανοῦ ἀπό τόν εἰδωλολάτρη, εἶναι τεράστια. Ὁ ἕνας ζεῖ μέσα στό σκοτάδι, ὁ ἄλλος ζεῖ μέσα στό φῶς. Ὁ ἕνας ζεῖ μέσα στούς δαίμονες, ὁ ἄλλος εἶναι μέ τούς ἀγγέλους καί μέ τόν Θεό. Εἶναι ἀκριβῶς τό ἀνάποδο. Ὁ ἕνας εἶναι στόν θάνατο, ὁ ἄλλος εἶναι στή ζωή. Ὁ ἕνας εἶναι στήν δυστυχία, στό ἄγχος, στήν ἀγωνία, στήν ἀπελπισία, στήν αὐτοκτονία καί ὁ ἄλλος εἶναι στήν χαρά, στήν εἰρήνη, στήν μακροθυμία, στήν ἐγκράτεια, αὐτά ὅλα πού τά λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὡς καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Θέλετε νά καταλάβετε ἕναν ἄνθρωπο, ἄν εἶναι τοῦ Θεοῦ ἤ ὄχι; Πολύ ἁπλά, θά δεῖς ἄν ἔχει τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἤ δέν τόν ἔχει. Ἄν τόν ἔχει, εἶναι τοῦ Θεοῦ. Ἄν δέν τόν ἔχει, εἶναι τοῦ πονηροῦ. Ἄν ἔχει «χαρά, ἄν ἔχει εἰρήνη, ἄν ἔχει μακροθυμία, χρηστότητα, ἀγαθοσύνη, πίστη, πραότητα, ἐγκράτεια»17, ὅλα αὐτά εἶναι τοῦ Θεοῦ. Τά χαρακτηριστικά τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄν δεῖς ἕναν ἄνθρωπο νά ἔχει μίσος, νά ἔχει κακία, νά ἔχει ζήλειες, νά ἔχει φθόνο, νά ἔχει ταραχή, νά ἔχει ἄγχος, νά ἔχει λύπη, νά ἔχει ἀπελπισία, ἐκεῖ σημαίνει ὅτι ἀπουσιάζει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. «Ἔχει λύπη, κάτι τοῦ λείπει», πού ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος. Τοῦ λείπει ἡ Χάρις. Καί αὐτός ὁ ἄνθρωπος βέβαια δέν εἶναι χαμένος ὁλοκληρωτικά. Ἄν μετανοήσει, θά φωτιστεῖ, θά μπεῖ μέσα στό φῶς τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ἄν παραμείνει ἔτσι, φυσικά στήν ἀπώλεια πορεύεται. Κι ἄν ἕνας ἄνθρωπος προσπαθήσει νά ζήσει καί τό ἕνα καί τό ἄλλο, καί κοσμικά καί πνευματικά, ὁπωσδήποτε δέν θά ἔχει τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιατί ὁ Χριστός δέν θέλει τέτοιες καταστάσεις χλιαρές. Τόν χλιαρό τόν κάνει ἐμετό18. Δέν θέλει διχασμένες προσωπικότητες, γιατί μᾶς ἀγαπάει, γι’ αὐτό. Γιατί ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, πού ζεῖ ὑποκριτικά, καί ὅταν εἶναι μέ τούς κοσμικούς ὑποκρίνεται τόν κοσμικό καί ὅταν εἶναι μέ τούς χριστιανούς ὑποκρίνεται τόν χριστιανό, οὐσιαστικά ποῦ εἶναι; Στό πουθενά, ἕνας ἄνθρωπος δίχως πρόσωπο. Ἁπλῶς ἀλλάζει μάσκες. Καί γιά αὐτούς τούς ἀνθρώπους πού ἀλλάζουν μάσκες εἶπε ὁ Χριστός τά «οὐαί». Καί δυστυχῶς οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι σήμερα αὐτό εἶναι. Ὑποκρίνονται ὅτι εἶναι αὐτό πού ἀρέσει στό περιβάλλον πού βρίσκονται, ὅτι εἶναι κι αὐτοί τέτοιοι. Βρίσκονται σέ ἕνα περιβάλλον ἀθέων - κοσμικῶν ἀνθρώπων, φορᾶνε τήν μάσκα τοῦ κοσμικοῦ ἀνθρώπου. Πᾶνε στήν ἐκκλησία, φορᾶνε ἄλλη μάσκα. Ὅταν πᾶς στήν ἐκκλησία, θά φορέσεις τά ροῦχα τά ἀνάλογα, λέει. Ἔξω ἀπ’ τήν ἐκκλησία μπορεῖς νά φορέσεις καί κάτι ἄλλο δηλαδή; Καί νά πᾶς καί στήν παραλία, μέ συγχωρεῖτε, καί νά μήν φορᾶς σχεδόν τίποτα; Καί εἶσαι ἐντάξει; Εἶσαι ἕνας μεγάλος ὑποκριτής. Γιατί ἐκεῖ δέν εἶναι ὁ Χριστός; Παντοῦ δέν εἶναι ὁ Χριστός;
Ἐρ. : Εὐλογεῖτε, γέροντα. Ἤθελα νά ρωτήσω, γιατί τώρα τελευταῖα ὑπάρχει μεγάλη ἔξαρση μέ τήν μουσική καί μέσα στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας προωθοῦνται πάρα πολύ τά ξενόφερτα σχήματα, δηλαδή καί μικτές χορωδίες, οἱ γυναῖκες ὅλες θέλουν νά ἀνεβαίνουν στό ψαλτήρι… Ἀλλά νομίζω ξεκινάει ἀπό τήν παιδική ἡλικία πού προβάλλονται τά χριστιανικά τραγούδια μέ μουσικό μέλος ἀπό ξένους εἴτε ἀπό Παπικούς εἴτε ἀπό Προτεστάντες. Αὐτά εἶναι ἐντάξει τά τραγούδια; Μιλᾶνε δηλαδή γιά τόν Χριστό, ἀλλά μέ ἄλλο ἔνδυμα. Δέν εἶναι βυζαντινή μουσική. Πῶς πρέπει νά εἴμαστε ἀπέναντι σ’ αὐτή τήν κατάσταση;
Ἀπ. : «Ὅπου τραγούδι καί χορός ἐκεῖ διάβολος», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «ὅπου χορός ἐκεῖ διάβολος». Οἱ μουσικές δέν εἶναι ὅλες καλές. Ἐμεῖς ἔχουμε στήν Ἐκκλησία μας τήν ἐκκλησιαστική μουσική, αὐτή εἶναι ἡ ἀποδεκτή μουσική, αὐτή εἶναι πού ἀνεβάζει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ὅλα τά ἄλλα νομίζω τά καταλαβαίνει κανείς ἀπό τό πνεῦμα πού ἐκπέμπουν. Κάθε μουσική ἐκπέμπει καί ἕνα πνεῦμα. Καί κάθε βιβλίο ἐπίσης. Καί ὁ συγγραφέας ἔχει τό πνεῦμα του καί ὁ κάθε συνθέτης. Ἄν τό πνεῦμα του εἶναι δαιμονικό πνεῦμα καί ἡ μουσική πού θά γράψει εἶναι δαιμονική καί θά ἐκπέμπει αὐτό τό πνεῦμα. Ἄν ὁ ἄλλος δέν εἶναι ὀρθόδοξος, δέν πιστεύει στόν Θεό, πῶς θά φτιάξει σωστή μουσική; Αὐτό πού θά ἐκπέμπει δέν θά εἶναι αὐτό πού θέλει ἕνας ὀρθόδοξος, πού θά σέ ἀνεβάζει στόν Θεό δηλαδή. Ὅσο καλός ἄνθρωπος καί νά εἶναι…
Ἐρ. : Στήν Γερμανία πιστεύουν, ὑπῆρξε ἕνας Ρωμαῖος στρατιώτης ὁ ὁποῖος, ὅταν συνάντησε ἕναν ζητιάνο, πῆρε αὐτό πού εἶναι σάν μπέρτα καί μέ τό μαχαίρι του τό χώρισε στά δύο. Μετά ἡ καθολική ἐκκλησία τόν κήρυξε ἅγιο καί σέ ὅλη του τή ζωή ἔκανε καλές πράξεις. Ἀλλά, παρότι ἦταν στήν καθολική ἐκκλησία ἔγινε ἅγιος τοῦ Θεοῦ.
Ἀπ. : Ἐπειδή τόν εἶπαν αὐτοί ἅγιο, δέν σημαίνει ὅτι εἶναι καί ἅγιος. Καί δέν εἶναι Ἐκκλησία. Οἱ αἱρετικοί δέν ἔχουν Ἁγίους καί ὁ Ἅγιος δέν ἀνακηρύσσεται, ἀναγνωρίζεται. Εἶναι Ἅγιος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί στή συνείδηση τοῦ λαοῦ καί ἁπλῶς ἐπίσημα τόν ἀναγνωρίζει τό Πατριαρχεῖο μας. Αὐτή εἶναι ἡ σωστή διαδικασία. Ἅγιος εἶναι αὐτός πού εἶναι φορέας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀλλά στήν αἵρεση καί στόν Παπισμό δέν ὑπάρχει Ἅγιο Πνεῦμα, γιατί δέν ὑπάρχει ἡ σωστή πίστη γιά τόν Θεό. Ἑπομένως, οὔτε «ἅγιος Φραγκίσκος» ὑπάρχει, πού κατεξοχήν προβάλλεται στά σχολικά βιβλία, οὔτε οἱ Δυτικοί ἔχουν ἁγίους. Οἱ Ἅγιοι εἶναι αὐτοί πού ὑπάρχουν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί τούς ἔχουμε καί τούς προσκυνοῦμε, ὅπως ξέρετε.
Ὅλα αὐτά πού εἴπατε προηγουμένως, γιά τήν μουσική, γιά τίς γυναῖκες πού ἀνεβαίνουν στό ψαλτήρι, ὅλα αὐτά εἶναι ἡ ἐκκοσμίκευση, ἡ ὁποία προχωράει ἀκάθεκτη στήν Ἐκκλησία μας. Σήμερα, τό ἔλεγε ὁ π. Ἀθανάσιος, οἱ πιό μεγάλοι ἐχθροί πού ἔχουμε, εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός καί ἡ ἐκκοσμίκευση. Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι ἡ ἀλλοίωση τῆς πίστεως καί ἡ ἐκκοσμίκευση εἶναι ἡ ἀλλοίωση τῆς ζωῆς. Καί πᾶνε μαζί αὐτά τά δύο. Αὐτοί πού εἶναι Οἰκουμενιστές, αὐτοί κάνουν καί τίς ἐκκοσμικεύσεις στήν Ἐκκλησία. Αὐτοί προωθοῦν καί αὐτά, τίς μικτές χορωδίες πού εἴπατε καί μύρια ἄλλα.. τίς μεταφράσεις τῶν λειτουργικῶν κειμένων, τῶν εὐαγγελίων κ.λ.π. μέσα στίς ἀκολουθίες, τίς συναυλίες ἀκόμα μέσα στούς ναούς μέ κοσμικά μουσικά ὄργανα...
Λοιπόν, ὁ Θεός νά μᾶς φυλάει, νά μετανοοῦμε καί νά ζοῦμε ἐν Χριστῷ.
Καί τώρα πού ἔρχονται τά Χριστούγεννα νά κρατηθοῦμε μακριά ἀπό κάθε κοσμικότητα. Νά μή ζήσουμε καί νά μή γιορτάσουμε κοσμικά ὡς εἰδωλολάτρες, ἀλλά ὀρθόδοξα, χριστιανικά, μέ μελέτη τῶν γεγονότων, μέ μελετη τῶν ἁγίων Πατέρων, μέ προσευχή... νά προσπαθήσουμε νά ζήσουμε τόν Χριστό μέσα μας, νά ζήσουμε τόν Χριστό στήν καρδιά μας. Νά γεννηθεῖ, ὅπως λέμε, στήν φάτνη τῆς καρδιᾶς μας ὁ Χριστός. Ἀλλά πῶς θά ἔρθει ὁ Χριστός στήν καρδιά, ὅταν ἡ καρδιά εἶναι βρώμικη; Γι’ αὐτό εἶναι ἀναγκαία ἡ κάθαρση, ὄχι ἁπλῶς μέ μία τυπική ἐξομολόγηση, ἀλλά μέ ἕναν συγκλονισμό, μιά ἀπόφαση ἀλλαγῆς οὐσιαστικῆς στή ζωή μας, νά φύγει τελείως ἡ ἁμαρτία καί ἡ κοσμικότητα. Γιατί δυστυχῶς, αὐτό πού εἴπατε, πολλοί εἶναι λίγο χριστιανοί καί λίγο κοσμικοί, αὐτό ὑπάρχει πολύ ἔντονα καί αὐτό εἶναι μέγιστος κίνδυνος. Γιατί ὁ λίγο κοσμικός, θά γίνει πολύ κοσμικός καί τελικά τελείως κοσμικός, διαβολοποιημένος τελείως.
Νά ζήσουμε λοιπόν ὀρθόδοξα χριστιανικά καί νά χαροῦμε τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία δέν εἶναι μόνο στίς 25 τοῦ μηνός, εἶναι κάθε μέρα καί κάθε στιγμή. Ἀπό τή στιγμή πού ὁ ἄνθρωπος μετανοεῖ, γεννιέται ὁ Χριστός μέσα του. Καί κάθε στιγμή πρέπει νά μετανοοῦμε καί κάθε στιγμή νά βάζουμε ἀρχή, ὅπως μᾶς εἶπαν οἱ ἅγιοι Πατέρες. Μιά καλή ἀπόφαση πού παίρνεις, μιά καλή ἀπόφαση νά κόψεις κι ἕνα σου πάθος καί μιά σου ἀδυναμία καί καθετί πού σέ ὁδηγεῖ σ’ αὐτή τήν ἀδυναμία εἶναι πολύ σημαντικό. Γιατί πολλές φορές θέλουμε νά κόψουμε τήν ἀδυναμία μας ἀλλά δέν κόβουμε αὐτό πού ὁδηγεῖ στήν ἁμαρτία καί στήν ἀδυναμία. Καί τότε φυσικά δέν μπορεῖς νά κόψεις καί τήν ἁμαρτία καί νά σταματήσεις νά εἶσαι ὑποχείριο αὐτῆς τῆς ἀδυναμίας. Πρέπει νά κόψεις καί ὅλους τούς παράγοντες πού ὁδηγοῦν ἐκεῖ καί τότε κάνεις σωστό ἀγῶνα. Αὐτό δίνει πολλή χαρά στόν Χριστό καί τότε αἰσθάνεται ὁ χριστιανός τή χαρά τοῦ Χριστοῦ μέσα του καί ζεῖ πραγματικά Χριστούγεννα. Αὐτό εὔχομαι σέ ὅλους.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
1 Ἐφεσ. 4, 19.
2 Ἐφεσ. 4, 17.
3 Γαλ. 5, 22.
4 Ἰωάν. 1, 4.
5 Ἐφεσ. 4, 18.
6 Ψαλμ. 13, 1.
7 Ὅ.π.
8 Ρωμ. 6, 4.
9 Κολ. 2, 9.
10 Ρωμ. 1, 28.
11 Ἀποκ. 22, 11.
12 Ματθ. 5, 11.
13 Ματθ. 10, 32.
14 Ματθ. 24, 9.
15 Ματθ. 10, 32.
16 Ματθ. 10, 23.
17 Γαλ. 5, 22.
18 Πρβλ. Ἀποκ. 3, 16.