Ο Αόρατος πόλεμος
ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
Απόδοση στη νέα Ελληνική: Ιερομόναχος Βενέδικτος
Έκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Η Ἡ ἐξέτασις τῆς συνειδήσεως
Γιά την εξέτασι της συνειδήσεως σκέψου τρία πράγματα: τα σφάλματα της κάθε μέρας, την αιτία των σφαλμάτων αυτών και την στενοκαρδία και προθυμία που έχεις να τα πολεμήσης και να αποκτήσης τις αντίθετές τους αρετές. Γιά τα σφάλματα κάνε εκείνο που σου είπα στο κστ΄ κεφάλαιο (τι πρέπει να κάνουμε όταν πληγωθούμε κ.λπ). Γιά την αιτία αυτών ανάγκασε τον εαυτό σου να την πολεμήσης, να την κατατροπώσης και να την ρίξης στη γη. Γιά την προθυμία που χρειάζεται να κάνης αυτό και να αποκτήσης τις αρετές, δυνάμωσε την θέλησί σου με την απιστία του εαυτού σου, δηλαδή με το να μην έχης καθόλου θάρρος στον εαυτό σου, με την ελπίδα και το θάρρος στον Θεό, με την προσευχή και με το μίσος των πράξεων της κακίας και με την επιθυμία των πράξεων της αντίστοιχης αρετής.
Φρόντισε, αδελφέ, πάντοτε σε κάθε σου λογισμό, λόγο και έργο να έχης συνείδησι ακατάγνωστη, δηλαδή να μη σε κατηγορή και να μη σε τύπτη η συνείδησίς σου για κάποιο πράγμα.
Διότι όποιος εξετάζει στο βάθος την ορθή και αγία συνείδησι, δεν μπορεί να σφάλλη ποτέ, ή αν σφάλλη, να μην διορθωθή. Διότι η συνείδησις είναι ο φυσικός νόμος που έδωσε ο Θεός στις καρδιές των ανθρώπων για να τους οδηγή πάντοτε σαν λυχνάρι σε όλα τα καλά. Όπως είπε και ο άγιος Νείλος: «Να χρησιμοποιήσης την συνείδησί σου ως λυχνάρι για τις πράξεις σου». Και ο Απόστολος είπε ότι «οι εντολές του νόμου του Θεού είναι γραμμένες μέσα στις καρδιές» (Ρωμ. 2,15).Απέναντι τεσσάρων πραγμάτων είσαι υποχρεωμένος να διατηρής την συνείδησί σου ακατηγόρητη: απέναντι του Θεού, απέναντι του εαυτού σου, προς τον πλησίον σου και προς άλλα πράγματα. Όσον αφορά τον Θεό πρέπει να εξετάζης την συνείδησί σου αν φύλαξες όλα εκείνα που είσαι υποχρεωμένος να διαφυλάττης απέναντί του. Δηλαδή αν διαφυλάττης όλες του τις εντολές και τις πιο ασήμαντες (109)· και αν τον αγάπησες και τον υπηρέτησες με όλη σου την ψυχή και είσαι έτοιμος να πεθάνης γι αυτόν, όπως είσαι υποχρεωμένος. Και αν δεν τα διαφύλαξες, φρόντισε στο εξής να τα διαφυλάξης.
Ως προς τον εαυτό σου θα διαφυλάξης ακατηγόρητη την συνείδησί σου, αν δεν αδιαφορής, αλλά κάνης όλο εκείνο το χρέος που πρέπει και είσαι υποχρεωμένος και είναι σύμφωνα με την δύναμί σου, τόσο προς τον Θεό, όσο και προς τον πλησίον και προς τα άλλα πράγματα. Και εκτός από αυτά, αν δεν πέφτης σε υπερβολές και ελλείψεις, καταστρέφοντας παράκαιρα την υγεία σου και την ζωή σου και τις σωματικές σου δυνάμεις με υπερβολική και ακανόνιστη άσκησι και δεν αποδίδης στο σώμα το δίκαιο μέτρο, φροντίζοντας για την σύστασι και συντήρησί του. Γιατί και αυτό είναι αντίθετο στη συνείδησι και στον ορθό λόγο.
Απέναντι του πλησίον θα φυλάξης καθαρή την συνείδησί σου, αν δεν κάνης κάτι που είναι αντίθετο στην αγάπη που χρωστάς απέναντί του, αποδίνοντας στους μεγαλυτέρους σου και ομοίους σου και κατώτερούς σου εκείνο που πρέπει στον καθένα, σύμφωνα με τον βαθμό και το επάγγελμα και προσέχοντας να μη τους σκανδαλίζης είτε με λόγο, είτε με έργο, είτε με σχήμα και με νεύμα, όπως λέγει ο Απόστολος: «Αυτό προσέξτε, να μη βάζετε πρόσκομμα ή εμπόδιο στον αδελφό» (Ρωμ. 14,13) και το του Σολομώντος: «Να σκέφτεσαι σωστά ενώπιον Κυρίου και ανθρώπων» (Παρ. 3,4).
Αλλά κι αν σου τύχουν μερικά πράγματα τα οποία δεν είναι σύμφωνα με την εντολή του Θεού, αλλά επιτρέπονται και βρίσκονται στην δική σου την κρίσι, γι αυτά τα πράγματα λέγω, αν πληροφορήται η συνείδησίς σου ότι τάχα είσαι δυνατός και μπορείς να τα φυλάξης ή όχι, σκανδαλίζεται όμως η συνείδησις του αδελφού σου που είναι αδύνατος, είσαι υποχρεωμένος και από αυτά να μη δώσης αφορμή σκανδάλου, αλλά να αναπαύσης την συνείδησι εκείνου: «Μήν τρώτε το ειδωλόθυτο (λέγει ο Παύλος) για εκείνον που σάς ειδοποίησε και για την συνείδησι…». Συνείδησι όμως λέγω όχι την δική του, αλλά την συνείδησι του άλλου: «Γιατί να ρυθμίζεται η ελευθερία μου από άλλη συνείδησι;» (Α΄ Κορ. 10,28). Σε όσα όμως πράγματα είναι εντολή του Θεού και σκανδαλίζεται η συνείδησις του άλλου, τότε πρέπει εσύ να καταφρονής την συνείδησι εκείνου και να μην παραβαίνης την εντολή του Θεού, όπως λέγει ο Μέγας Βασίλειος.
Απέναντι των άλλων πραγμάτων θα έχης την συνείδησί σου ακατηγόρητη, αν έχης δίκαιο μέτρο και δεν χρησιμοποιής υπερβολές και ελλείψεις, τόσο στα φαγητά και ποτά, όσο και στα ενδύματα και χρήματα και στην περιουσία. Διότι πράγμα παρά συνείδησι υπολογίζεται όχι μόνον το να καταφρονή κανείς και να αφήνη να καταστρέφωνται τα ευτελή φαγητά και ενδύματα ή τα χρήματα και τα περιουσιακά του στοιχεία, με τα οποία μπορεί να εξυπηρετήση τις σωματικές του ανάγκες, αλλά και να θέλη και να ζητά τρυφηλά φαγητά, μαλακά φορέματα και χρήματα και περιουσιακά στοιχεία που δεν είναι απαραίτητα για την εξυπηρέτησί του.
Και για να μιλήσουμε γενικά, κάθε πράγμα που είναι έξω από την ορθή λογική, λέγεται παρά συνείδησι. Γι αυτό και συ αδελφέ, για κάθε τι που πρόκειται να κάνης μικρό ή μεγάλο, πρώτα να συμβουλεύεσαι την συνείδησί σου και να την εξετάζης όχι όμως με αμέλεια και επιφανειακά, αλλά στο βάθος και με πολλή φροντίδα και ακρίβεια. Διότι όπως τα πηγάδια, όσο σκάβονται και εξαντλούνται, τόσο καλύτερο και γλυκύτερο νερό βγάζουν, έτσι και η συνείδησις, όσο περισσότερο εξετάζεται και ξεσκεπάζεται από τα πάθη με τα οποία είναι σκεπασμένη, τόσο καλύτερα μας διδάσκει τι πρέπει να κάνουμε.
Επειδή όμως υπάρχουν και διάφορες συνειδήσεις, όχι δηλαδή μόνον καλές και καθαρές, αλλά και κεκαυτηριασμένες, όπως λέγει ο Παύλος, δηλαδή πονηρές και αναίσθητες και μολυσμένες από τα πάθη, και στη συνέχεια, εξ αιτίας της αναισθησίας ή του μολυσμού τους, ή και διότι δεν εξετάζονται με πολλή φροντίδα, δεν διδάσκουν πάντοτε σωστά και καλά, για τον λόγο αυτό σωστό είναι να μην εμπιστεύεσαι πάντοτε μόνο στη συνείδησί σου, αλλά όσα αυτή σου συμβουλεύει να τα συγκρίνης, αν είναι σύμφωνα με εκείνα που διδάσκει η Αγία Γραφή ή και να τα φανερώνης στους Πνευατικούς, αν είναι σωστά, για να μην πλανηθής.
Πρόσθεσα το «ή διότι δεν εξετάζονται οι συνειδήσεις με τόση επιμέλεια», διότι η συνείδησις του ανθρώπου όσο κι αν είναι εμπαθής και πονηρή και αναίσθητη, όταν όμως εξετάζεται με ακρίβεια και επιμέλεια, δε σταματάει πάντοτε να ελέγχη και να τύπτη και να κατηγορή τον άνθρωπο, ότι αμαρτάνει και ότι πρόκειται να κολασθή δια τις αμαρτίες του, αν δεν μετανοήση. Γιατί αυτή βάλθηκε μέσα μας από τον Θεό ως αντίδικος, σύμφωνα με το ευαγγελικό που λέγει: «Να συμβιβασθής γρήγορα με τον αντίδικό σου» (Ματθ. 5,25): και αψευδέστατος μάρτυρας, σύμφωνα με το· «Σε αυτό συμφωνεί και η συνείδησί τους» (Ρωμ. 2,15): και συγχρόνως είναι κριτής απαραλόγιστος και πάρα πολύ δίκαιος και πολύ αυστηρός και λόγος ορθός: γι αυτό και δεν μπορεί να σιωπήση. Αλλά ο άνθρωπος όταν κυριευθή από τα πάθη και θέλη να κάμνη τις επιθυμίες του χωρίς κανένα χαλινάρι, όπως παρακούει και παραβαίνει το νόμο του Θεού, έτσι παρακούει και παραβαίνει και τους ελέγχους της αγίας συνειδήσεως. Και για να μην ελέγχεται πλέον από αυτήν σαν κάποιος άλλος Ηρώδης κόβει την κεφαλή του Ιωάννου, δηλαδή δεν υπολογίζει την συνείδησί του και παίρνει την απόφασι να κολασθή. Γι αυτό και ο Σολομώντας γνωρίζοντας αυτό δεν είπε ότι η συνείδησις όταν εξετάζεται καλά δεν ελέγχει τον αμαρτωλό, αλλά όταν ο αμαρτωλός φθάση στο αποκορύφωμα των κακών, καταφρονεί: «Όταν ο ασεβής φθάση στο αποκορύφωμα των κακών, τότε καταφρονεί» (Παρ. 18,3).
Ακόμη σε συμβουλεύω και ένα άλλο πράγμα που αξίζει να το πληροφορηθής: Δηλαδή ποτέ να μην εμπιστεύεσαι στη συνείδησί σου, αν αυτή καμιά φορά δεν σε κατηγορή για κάποια υπόθεσί σου, διότι λέγεται συνείδησι για εκείνα μόνο που ξέρουμε και όχι για εκείνα που δε γνωρίζουμε. Επειδή σύφωνα με τον Προφήτη Ιερεμία «η καρδιά είναι πιο βαθειά από όλα τα πράγματα» (17,9), και μέσα σε αυτήν βρίσκονται κρυμμένα πολλά λεπτά πάθη, τα οποία καθόλου δεν τα γνωρίζει εκείνος που τα έχει, και από τα οποία παρακαλεί ο Δαβίδ να καθαρισθή λέγοντας «καθάρισέ με από τα κρυφά πάθη» (Ψαλμ. 18,13), γι αυτό και συ να πιστεύης ότι η καρδιά σου δεν είναι ποτέ καθαρή από τα κρυπτά και λεπτά πάθη, τα οποία είναι γνωστά μόνο στο Θεό που εξετάζει μόνος τις καρδιές, όπως λέγει ο Σολομώντας: «Εσύ εντελώς μόνος γνωρίζεις την καρδιά όλων των ανθρώπων» (Γ΄ Βασ. 8,39). Και να έχης ως σίγουρο εκείνο που λέγει ο Ιωάννης ότι, δηλαδή, ο Θεός είναι μεγαλύτερος από την συνείδησι της καρδιάς μας: «Ο Θεός είναι ανώτερος από την συνείδησί μας και τα γνωρίζει όλα» (Α΄ Ιω. 3,20).
Γι αυτό και ο απόστολος Παύλος γνωρίζοντας αυτό έλεγε, ότι δε γνωρίζει να τον ελέγχη για κανένα πράγμα η συνείδησί του, αλλά πάλι εξ αιτίας αυτού δεν νομίζει ότι είναι δίκαιος ενώπιον του Θεού: «Δεν με κατηγορεί για τίποτε η συνείδησί μου, αλλά αυτό δεν με αποδεικνύει ότι πραγματικά είμαι αθώος» (Α΄ Κορ. 4,4).
Και όσα καλά έργα και όσες νίκες έχεις κατορθώσει, ας τις θεωρής ύποπτες. Αυτά σε συμβουλεύω να μη τα σκέπτεσαι πολύ με τη συνείδησί σου, διότι υπάρχει κάποιος κίνδυνος κρυφής κενοδοξίας και υπερηφανείας. Έτσι αφήνοντας πίσω όλα αυτά και ρίχνοντάς τα στην ευσπλαγχνία του Θεού, όποια και αν είναι, οδήγησε το λογισμό σου μπροστά στο δρόμο που σου απομένει για την ημέρα εκείνη.
Μετά από αυτά, όταν τελειώση η μέρα εκείνη, εξέτασε τον εαυτό σου, αν χρησιμοποίησες καλά όσα σου έτυχαν. Και για όσα έσφαλες, να μετανοήσης και να ζητήσης από τον Θεό να σε συγχωρέση και στο εξής προσπάθησε να διορθωθής. Κατόπιν ευχαρίστησέ τον για τις χάρες και τις ευεργεσίες που σου χάρισε την ημέρα εκείνη. Αναγνώρισε τον ως Ποιητή κάθε αγαθού, και περισσότερο ευχαρίστησέ τον διότι σε γλύτωσε από τόσους εχθρούς φανερούς και μάλιστα από αυτούς που δεν φανερώνονται. Διότι σου έδωσε καλούς λογισμούς και αφορμές για την αρετή και για κάθε άλλη ευεργεσία που δε γνωρίζεις εσύ.
109. Ο Μέγας Βασίλειος στο πρόλογό του στους κατά πλάτος όρους πολύ σοφά και εκτεταμένα αποδεικνύει ότι είναι υποχρεωμένοι όλοι οι χριστιανοί, μικροί και μεγάλοι, να τηρούν όλες τις εντολές που μας προστάζει ο Κύριος στο Ιερό Ευαγγέλιο, χωρίς να εξαιρεθή καμμία από αυτές: Α΄) Διότι ο Κύριος αποστέλοντας τους μαθητάς του στο κήρυγμα τους είπε να διδάξουν όλα τα έθνη να τηρούν όσες εντολές τους παρήγγειλε αυτός: «Πηγαίνετε και κάνετε μαθητές μου όλα τα έθνη… διδάσκοντάς τους να τηρούν όλες τις εντολές που σάς έδωσα» (Ματθ. 28,19): δηλαδή όχι άλλες εντολές να φυλάττουν και άλλες να παραμελούν, αλλά όλες, όλες χωρίς καμία εξαίρεσι. Β΄) Διότι αν δεν ήταν αναγκαίες και απαραίτητες όλες οι εντολές για τη σωτηρία μας, δεν θα γράφονταν καθόλου στην Αγία Γραφή, ούτε θα θα έδινε εντολή ο Κύριος να φυλάττωνται όλες υποχρεωτικά. Γ΄) Αν ο Κύριος μας προστάσση να γινώμαστε τέλειοι «Να είσθε τέλειοι» (Ματθ. 5,48) και ο Παύλος παραγγέλλει να είναι ο άνθρωπος του Θεού καταρτισμένος και σωστός και ολόκληρος «για να είναι καταρτισμένος ο άνθρωπος του Θεού» (Β΄ Τιμ. 3,17), είναι φανερό ότι την τελειότητα αυτή και ολοκλήρωσι θα μας την χαρίση η φύλαξις των εντολών του Χριστού. Δ΄) Διότι οι εντολές του Χριστού είναι συνδεδεμένες η μία με την άλλη σαν με κάποια αλυσίδα, ώστε όποιος καταλύση και παραβή μία μόνον από τις εντολές, εκείνος με την λύσι και την παράβασι της μιας εντολής, λύνει και παραβαίνει συγχρόνως όλες τις άλλες εντολές και δεν δέχεται τόσο μισθό για τις εντολές που φύλαξε, όσο τιμωρία για εκείνην που δεν φύλαξε. Γι αυτό και ο αδελφόθεος Ιάκωβος από την μια μεριά λέγει ότι «Όποιος τηρήσει όλες τις εντολές του νόμου και παραβή μία, θεωρείται παραβάτης όλου του νόμου» (2,10) και ο ίδιος ο Μέγας Βασίλειος λέγει: Τι θα με ωφελήσουν οι άλλες εντολές που κατώρθωσα αν πω τον αδελφό μου μωρό και γι αυτό θεωρηθώ ένοχος της γέεννας του πυρός;». Από όλα αυτά λοιπόν βγάινει το συμπέρασμα ότι κάθε χριστιανός έχει μεγάλη υποχρέωσι να τηρή όλες τις εντολές. Και τι λέγω απλώς να τις τηρή; να τις τηρή με όλη του την δύναμι με όλη του την θέλησι και με όλη του την αγάπη, αν θέλη, σύμφωνα με τον Απόστολο να στεφανωθή σαν νόμιμος αθλητής. Και όχι μόνον αυτό αλλά και ο ίδιος από μόνος του να προσθέτη κάτι παραπάνω στις εντολές, κάνοντας κάτα κάποιον τρόπο, μία υπερβολή. Διότι κι εκείνος που είχε το ένα τάλαντο δεν δέχθηκε έπαινο από τον Κύριό του, διότι επέστρεψε το τάλαντο, αλλά κατακρίθηκε διότι δεν το αύξησε. Τελειώνω την υποσημείωσι και σου λεγω: Αδελφέ, αν ανήκης στην τάξι των δούλων και φοβάσαι τον Θεό για να μη σε κολάση, φύλαττε όλες τις εντολές. «Ευτυχισμένος είναι εκείνος που φοβάται τον Κύριο, στις εντολές βρίσκει ευχαρίστησι» (Ψαλμ. 111,1). Αν αναβής στην τάξι των μισθωτών και περιμένης να λάβης μισθό για την αρετή σου στην βασιλεία των ουρανών, φύλαττε όλες τις εντολές: «Έκκλινε την καρδιάν μου του ποιήσαι τα δικαιώματά σου δι αντάμειψιν» (Ψαλμ. 118,111). Αν ανεβής στην τάξι των υιών και δουλεύσης τον Θεό για μόνο την αγάπη προς αυτόν, φύλαττε όλες τις εντολές: «Υψώνω τα χέρια μου προς τις εντολές σου που αγάπησα» (Ψαλμ. 118,49). Και πάλι: «Αν είμαι Πατέρας, που είναι η δόξα μου;» λέγει ο Θεός. Δόξα του πατρός είναι η υπακοή του υιού προς τις πνευματικές εντολές. Γιατί γνώριζε και το εξής: Αν παραβής μία μόνο εντολή, όταν μπορής να μην την παραβής, δεν θα έχης παρρησία, αλλά θα ντραπής την ημέρα της κρίσεως. Γι αυτό και ο Δαβίδ έλεγε: «Τότε δεν θα ντραπώ όταν θα ξανακοιτάζω τις εντολές σου» (Ψαλμ. 118,6). Σου θυμίζω ακόμη ότι όλες οι εντολές, τόσο της Παλαιάς όσο και της Καινής Διαθήκης, ως επί το πλείστον λέγονται με ρήμα προστακτικό, όπως: «αγαπάτε τους εχθρούς σας, ευλογείτε εκείνους που σάς καταρώνται….», σπάνια προφέρονται σε οριστική, όπως το «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου, ου φονεύσεις, ου μοιχεύσεις…», και πάρα πολύ σπάνια προφέρονται με άλλα ρήματα.
Αναδημοσίευση από: http://www.phys.uoa.gr/~nektar/
http://www.oodegr.com/oode/biblia/aor_pol1/kef2.htm
http://www.hristospanagia.gr/?p=10793#more-10793
Γιά την εξέτασι της συνειδήσεως σκέψου τρία πράγματα: τα σφάλματα της κάθε μέρας, την αιτία των σφαλμάτων αυτών και την στενοκαρδία και προθυμία που έχεις να τα πολεμήσης και να αποκτήσης τις αντίθετές τους αρετές. Γιά τα σφάλματα κάνε εκείνο που σου είπα στο κστ΄ κεφάλαιο (τι πρέπει να κάνουμε όταν πληγωθούμε κ.λπ). Γιά την αιτία αυτών ανάγκασε τον εαυτό σου να την πολεμήσης, να την κατατροπώσης και να την ρίξης στη γη. Γιά την προθυμία που χρειάζεται να κάνης αυτό και να αποκτήσης τις αρετές, δυνάμωσε την θέλησί σου με την απιστία του εαυτού σου, δηλαδή με το να μην έχης καθόλου θάρρος στον εαυτό σου, με την ελπίδα και το θάρρος στον Θεό, με την προσευχή και με το μίσος των πράξεων της κακίας και με την επιθυμία των πράξεων της αντίστοιχης αρετής.
Φρόντισε, αδελφέ, πάντοτε σε κάθε σου λογισμό, λόγο και έργο να έχης συνείδησι ακατάγνωστη, δηλαδή να μη σε κατηγορή και να μη σε τύπτη η συνείδησίς σου για κάποιο πράγμα.
Διότι όποιος εξετάζει στο βάθος την ορθή και αγία συνείδησι, δεν μπορεί να σφάλλη ποτέ, ή αν σφάλλη, να μην διορθωθή. Διότι η συνείδησις είναι ο φυσικός νόμος που έδωσε ο Θεός στις καρδιές των ανθρώπων για να τους οδηγή πάντοτε σαν λυχνάρι σε όλα τα καλά. Όπως είπε και ο άγιος Νείλος: «Να χρησιμοποιήσης την συνείδησί σου ως λυχνάρι για τις πράξεις σου». Και ο Απόστολος είπε ότι «οι εντολές του νόμου του Θεού είναι γραμμένες μέσα στις καρδιές» (Ρωμ. 2,15).Απέναντι τεσσάρων πραγμάτων είσαι υποχρεωμένος να διατηρής την συνείδησί σου ακατηγόρητη: απέναντι του Θεού, απέναντι του εαυτού σου, προς τον πλησίον σου και προς άλλα πράγματα. Όσον αφορά τον Θεό πρέπει να εξετάζης την συνείδησί σου αν φύλαξες όλα εκείνα που είσαι υποχρεωμένος να διαφυλάττης απέναντί του. Δηλαδή αν διαφυλάττης όλες του τις εντολές και τις πιο ασήμαντες (109)· και αν τον αγάπησες και τον υπηρέτησες με όλη σου την ψυχή και είσαι έτοιμος να πεθάνης γι αυτόν, όπως είσαι υποχρεωμένος. Και αν δεν τα διαφύλαξες, φρόντισε στο εξής να τα διαφυλάξης.
Ως προς τον εαυτό σου θα διαφυλάξης ακατηγόρητη την συνείδησί σου, αν δεν αδιαφορής, αλλά κάνης όλο εκείνο το χρέος που πρέπει και είσαι υποχρεωμένος και είναι σύμφωνα με την δύναμί σου, τόσο προς τον Θεό, όσο και προς τον πλησίον και προς τα άλλα πράγματα. Και εκτός από αυτά, αν δεν πέφτης σε υπερβολές και ελλείψεις, καταστρέφοντας παράκαιρα την υγεία σου και την ζωή σου και τις σωματικές σου δυνάμεις με υπερβολική και ακανόνιστη άσκησι και δεν αποδίδης στο σώμα το δίκαιο μέτρο, φροντίζοντας για την σύστασι και συντήρησί του. Γιατί και αυτό είναι αντίθετο στη συνείδησι και στον ορθό λόγο.
Απέναντι του πλησίον θα φυλάξης καθαρή την συνείδησί σου, αν δεν κάνης κάτι που είναι αντίθετο στην αγάπη που χρωστάς απέναντί του, αποδίνοντας στους μεγαλυτέρους σου και ομοίους σου και κατώτερούς σου εκείνο που πρέπει στον καθένα, σύμφωνα με τον βαθμό και το επάγγελμα και προσέχοντας να μη τους σκανδαλίζης είτε με λόγο, είτε με έργο, είτε με σχήμα και με νεύμα, όπως λέγει ο Απόστολος: «Αυτό προσέξτε, να μη βάζετε πρόσκομμα ή εμπόδιο στον αδελφό» (Ρωμ. 14,13) και το του Σολομώντος: «Να σκέφτεσαι σωστά ενώπιον Κυρίου και ανθρώπων» (Παρ. 3,4).
Αλλά κι αν σου τύχουν μερικά πράγματα τα οποία δεν είναι σύμφωνα με την εντολή του Θεού, αλλά επιτρέπονται και βρίσκονται στην δική σου την κρίσι, γι αυτά τα πράγματα λέγω, αν πληροφορήται η συνείδησίς σου ότι τάχα είσαι δυνατός και μπορείς να τα φυλάξης ή όχι, σκανδαλίζεται όμως η συνείδησις του αδελφού σου που είναι αδύνατος, είσαι υποχρεωμένος και από αυτά να μη δώσης αφορμή σκανδάλου, αλλά να αναπαύσης την συνείδησι εκείνου: «Μήν τρώτε το ειδωλόθυτο (λέγει ο Παύλος) για εκείνον που σάς ειδοποίησε και για την συνείδησι…». Συνείδησι όμως λέγω όχι την δική του, αλλά την συνείδησι του άλλου: «Γιατί να ρυθμίζεται η ελευθερία μου από άλλη συνείδησι;» (Α΄ Κορ. 10,28). Σε όσα όμως πράγματα είναι εντολή του Θεού και σκανδαλίζεται η συνείδησις του άλλου, τότε πρέπει εσύ να καταφρονής την συνείδησι εκείνου και να μην παραβαίνης την εντολή του Θεού, όπως λέγει ο Μέγας Βασίλειος.
Απέναντι των άλλων πραγμάτων θα έχης την συνείδησί σου ακατηγόρητη, αν έχης δίκαιο μέτρο και δεν χρησιμοποιής υπερβολές και ελλείψεις, τόσο στα φαγητά και ποτά, όσο και στα ενδύματα και χρήματα και στην περιουσία. Διότι πράγμα παρά συνείδησι υπολογίζεται όχι μόνον το να καταφρονή κανείς και να αφήνη να καταστρέφωνται τα ευτελή φαγητά και ενδύματα ή τα χρήματα και τα περιουσιακά του στοιχεία, με τα οποία μπορεί να εξυπηρετήση τις σωματικές του ανάγκες, αλλά και να θέλη και να ζητά τρυφηλά φαγητά, μαλακά φορέματα και χρήματα και περιουσιακά στοιχεία που δεν είναι απαραίτητα για την εξυπηρέτησί του.
Και για να μιλήσουμε γενικά, κάθε πράγμα που είναι έξω από την ορθή λογική, λέγεται παρά συνείδησι. Γι αυτό και συ αδελφέ, για κάθε τι που πρόκειται να κάνης μικρό ή μεγάλο, πρώτα να συμβουλεύεσαι την συνείδησί σου και να την εξετάζης όχι όμως με αμέλεια και επιφανειακά, αλλά στο βάθος και με πολλή φροντίδα και ακρίβεια. Διότι όπως τα πηγάδια, όσο σκάβονται και εξαντλούνται, τόσο καλύτερο και γλυκύτερο νερό βγάζουν, έτσι και η συνείδησις, όσο περισσότερο εξετάζεται και ξεσκεπάζεται από τα πάθη με τα οποία είναι σκεπασμένη, τόσο καλύτερα μας διδάσκει τι πρέπει να κάνουμε.
Επειδή όμως υπάρχουν και διάφορες συνειδήσεις, όχι δηλαδή μόνον καλές και καθαρές, αλλά και κεκαυτηριασμένες, όπως λέγει ο Παύλος, δηλαδή πονηρές και αναίσθητες και μολυσμένες από τα πάθη, και στη συνέχεια, εξ αιτίας της αναισθησίας ή του μολυσμού τους, ή και διότι δεν εξετάζονται με πολλή φροντίδα, δεν διδάσκουν πάντοτε σωστά και καλά, για τον λόγο αυτό σωστό είναι να μην εμπιστεύεσαι πάντοτε μόνο στη συνείδησί σου, αλλά όσα αυτή σου συμβουλεύει να τα συγκρίνης, αν είναι σύμφωνα με εκείνα που διδάσκει η Αγία Γραφή ή και να τα φανερώνης στους Πνευατικούς, αν είναι σωστά, για να μην πλανηθής.
Πρόσθεσα το «ή διότι δεν εξετάζονται οι συνειδήσεις με τόση επιμέλεια», διότι η συνείδησις του ανθρώπου όσο κι αν είναι εμπαθής και πονηρή και αναίσθητη, όταν όμως εξετάζεται με ακρίβεια και επιμέλεια, δε σταματάει πάντοτε να ελέγχη και να τύπτη και να κατηγορή τον άνθρωπο, ότι αμαρτάνει και ότι πρόκειται να κολασθή δια τις αμαρτίες του, αν δεν μετανοήση. Γιατί αυτή βάλθηκε μέσα μας από τον Θεό ως αντίδικος, σύμφωνα με το ευαγγελικό που λέγει: «Να συμβιβασθής γρήγορα με τον αντίδικό σου» (Ματθ. 5,25): και αψευδέστατος μάρτυρας, σύμφωνα με το· «Σε αυτό συμφωνεί και η συνείδησί τους» (Ρωμ. 2,15): και συγχρόνως είναι κριτής απαραλόγιστος και πάρα πολύ δίκαιος και πολύ αυστηρός και λόγος ορθός: γι αυτό και δεν μπορεί να σιωπήση. Αλλά ο άνθρωπος όταν κυριευθή από τα πάθη και θέλη να κάμνη τις επιθυμίες του χωρίς κανένα χαλινάρι, όπως παρακούει και παραβαίνει το νόμο του Θεού, έτσι παρακούει και παραβαίνει και τους ελέγχους της αγίας συνειδήσεως. Και για να μην ελέγχεται πλέον από αυτήν σαν κάποιος άλλος Ηρώδης κόβει την κεφαλή του Ιωάννου, δηλαδή δεν υπολογίζει την συνείδησί του και παίρνει την απόφασι να κολασθή. Γι αυτό και ο Σολομώντας γνωρίζοντας αυτό δεν είπε ότι η συνείδησις όταν εξετάζεται καλά δεν ελέγχει τον αμαρτωλό, αλλά όταν ο αμαρτωλός φθάση στο αποκορύφωμα των κακών, καταφρονεί: «Όταν ο ασεβής φθάση στο αποκορύφωμα των κακών, τότε καταφρονεί» (Παρ. 18,3).
Ακόμη σε συμβουλεύω και ένα άλλο πράγμα που αξίζει να το πληροφορηθής: Δηλαδή ποτέ να μην εμπιστεύεσαι στη συνείδησί σου, αν αυτή καμιά φορά δεν σε κατηγορή για κάποια υπόθεσί σου, διότι λέγεται συνείδησι για εκείνα μόνο που ξέρουμε και όχι για εκείνα που δε γνωρίζουμε. Επειδή σύφωνα με τον Προφήτη Ιερεμία «η καρδιά είναι πιο βαθειά από όλα τα πράγματα» (17,9), και μέσα σε αυτήν βρίσκονται κρυμμένα πολλά λεπτά πάθη, τα οποία καθόλου δεν τα γνωρίζει εκείνος που τα έχει, και από τα οποία παρακαλεί ο Δαβίδ να καθαρισθή λέγοντας «καθάρισέ με από τα κρυφά πάθη» (Ψαλμ. 18,13), γι αυτό και συ να πιστεύης ότι η καρδιά σου δεν είναι ποτέ καθαρή από τα κρυπτά και λεπτά πάθη, τα οποία είναι γνωστά μόνο στο Θεό που εξετάζει μόνος τις καρδιές, όπως λέγει ο Σολομώντας: «Εσύ εντελώς μόνος γνωρίζεις την καρδιά όλων των ανθρώπων» (Γ΄ Βασ. 8,39). Και να έχης ως σίγουρο εκείνο που λέγει ο Ιωάννης ότι, δηλαδή, ο Θεός είναι μεγαλύτερος από την συνείδησι της καρδιάς μας: «Ο Θεός είναι ανώτερος από την συνείδησί μας και τα γνωρίζει όλα» (Α΄ Ιω. 3,20).
Γι αυτό και ο απόστολος Παύλος γνωρίζοντας αυτό έλεγε, ότι δε γνωρίζει να τον ελέγχη για κανένα πράγμα η συνείδησί του, αλλά πάλι εξ αιτίας αυτού δεν νομίζει ότι είναι δίκαιος ενώπιον του Θεού: «Δεν με κατηγορεί για τίποτε η συνείδησί μου, αλλά αυτό δεν με αποδεικνύει ότι πραγματικά είμαι αθώος» (Α΄ Κορ. 4,4).
Και όσα καλά έργα και όσες νίκες έχεις κατορθώσει, ας τις θεωρής ύποπτες. Αυτά σε συμβουλεύω να μη τα σκέπτεσαι πολύ με τη συνείδησί σου, διότι υπάρχει κάποιος κίνδυνος κρυφής κενοδοξίας και υπερηφανείας. Έτσι αφήνοντας πίσω όλα αυτά και ρίχνοντάς τα στην ευσπλαγχνία του Θεού, όποια και αν είναι, οδήγησε το λογισμό σου μπροστά στο δρόμο που σου απομένει για την ημέρα εκείνη.
Μετά από αυτά, όταν τελειώση η μέρα εκείνη, εξέτασε τον εαυτό σου, αν χρησιμοποίησες καλά όσα σου έτυχαν. Και για όσα έσφαλες, να μετανοήσης και να ζητήσης από τον Θεό να σε συγχωρέση και στο εξής προσπάθησε να διορθωθής. Κατόπιν ευχαρίστησέ τον για τις χάρες και τις ευεργεσίες που σου χάρισε την ημέρα εκείνη. Αναγνώρισε τον ως Ποιητή κάθε αγαθού, και περισσότερο ευχαρίστησέ τον διότι σε γλύτωσε από τόσους εχθρούς φανερούς και μάλιστα από αυτούς που δεν φανερώνονται. Διότι σου έδωσε καλούς λογισμούς και αφορμές για την αρετή και για κάθε άλλη ευεργεσία που δε γνωρίζεις εσύ.
109. Ο Μέγας Βασίλειος στο πρόλογό του στους κατά πλάτος όρους πολύ σοφά και εκτεταμένα αποδεικνύει ότι είναι υποχρεωμένοι όλοι οι χριστιανοί, μικροί και μεγάλοι, να τηρούν όλες τις εντολές που μας προστάζει ο Κύριος στο Ιερό Ευαγγέλιο, χωρίς να εξαιρεθή καμμία από αυτές: Α΄) Διότι ο Κύριος αποστέλοντας τους μαθητάς του στο κήρυγμα τους είπε να διδάξουν όλα τα έθνη να τηρούν όσες εντολές τους παρήγγειλε αυτός: «Πηγαίνετε και κάνετε μαθητές μου όλα τα έθνη… διδάσκοντάς τους να τηρούν όλες τις εντολές που σάς έδωσα» (Ματθ. 28,19): δηλαδή όχι άλλες εντολές να φυλάττουν και άλλες να παραμελούν, αλλά όλες, όλες χωρίς καμία εξαίρεσι. Β΄) Διότι αν δεν ήταν αναγκαίες και απαραίτητες όλες οι εντολές για τη σωτηρία μας, δεν θα γράφονταν καθόλου στην Αγία Γραφή, ούτε θα θα έδινε εντολή ο Κύριος να φυλάττωνται όλες υποχρεωτικά. Γ΄) Αν ο Κύριος μας προστάσση να γινώμαστε τέλειοι «Να είσθε τέλειοι» (Ματθ. 5,48) και ο Παύλος παραγγέλλει να είναι ο άνθρωπος του Θεού καταρτισμένος και σωστός και ολόκληρος «για να είναι καταρτισμένος ο άνθρωπος του Θεού» (Β΄ Τιμ. 3,17), είναι φανερό ότι την τελειότητα αυτή και ολοκλήρωσι θα μας την χαρίση η φύλαξις των εντολών του Χριστού. Δ΄) Διότι οι εντολές του Χριστού είναι συνδεδεμένες η μία με την άλλη σαν με κάποια αλυσίδα, ώστε όποιος καταλύση και παραβή μία μόνον από τις εντολές, εκείνος με την λύσι και την παράβασι της μιας εντολής, λύνει και παραβαίνει συγχρόνως όλες τις άλλες εντολές και δεν δέχεται τόσο μισθό για τις εντολές που φύλαξε, όσο τιμωρία για εκείνην που δεν φύλαξε. Γι αυτό και ο αδελφόθεος Ιάκωβος από την μια μεριά λέγει ότι «Όποιος τηρήσει όλες τις εντολές του νόμου και παραβή μία, θεωρείται παραβάτης όλου του νόμου» (2,10) και ο ίδιος ο Μέγας Βασίλειος λέγει: Τι θα με ωφελήσουν οι άλλες εντολές που κατώρθωσα αν πω τον αδελφό μου μωρό και γι αυτό θεωρηθώ ένοχος της γέεννας του πυρός;». Από όλα αυτά λοιπόν βγάινει το συμπέρασμα ότι κάθε χριστιανός έχει μεγάλη υποχρέωσι να τηρή όλες τις εντολές. Και τι λέγω απλώς να τις τηρή; να τις τηρή με όλη του την δύναμι με όλη του την θέλησι και με όλη του την αγάπη, αν θέλη, σύμφωνα με τον Απόστολο να στεφανωθή σαν νόμιμος αθλητής. Και όχι μόνον αυτό αλλά και ο ίδιος από μόνος του να προσθέτη κάτι παραπάνω στις εντολές, κάνοντας κάτα κάποιον τρόπο, μία υπερβολή. Διότι κι εκείνος που είχε το ένα τάλαντο δεν δέχθηκε έπαινο από τον Κύριό του, διότι επέστρεψε το τάλαντο, αλλά κατακρίθηκε διότι δεν το αύξησε. Τελειώνω την υποσημείωσι και σου λεγω: Αδελφέ, αν ανήκης στην τάξι των δούλων και φοβάσαι τον Θεό για να μη σε κολάση, φύλαττε όλες τις εντολές. «Ευτυχισμένος είναι εκείνος που φοβάται τον Κύριο, στις εντολές βρίσκει ευχαρίστησι» (Ψαλμ. 111,1). Αν αναβής στην τάξι των μισθωτών και περιμένης να λάβης μισθό για την αρετή σου στην βασιλεία των ουρανών, φύλαττε όλες τις εντολές: «Έκκλινε την καρδιάν μου του ποιήσαι τα δικαιώματά σου δι αντάμειψιν» (Ψαλμ. 118,111). Αν ανεβής στην τάξι των υιών και δουλεύσης τον Θεό για μόνο την αγάπη προς αυτόν, φύλαττε όλες τις εντολές: «Υψώνω τα χέρια μου προς τις εντολές σου που αγάπησα» (Ψαλμ. 118,49). Και πάλι: «Αν είμαι Πατέρας, που είναι η δόξα μου;» λέγει ο Θεός. Δόξα του πατρός είναι η υπακοή του υιού προς τις πνευματικές εντολές. Γιατί γνώριζε και το εξής: Αν παραβής μία μόνο εντολή, όταν μπορής να μην την παραβής, δεν θα έχης παρρησία, αλλά θα ντραπής την ημέρα της κρίσεως. Γι αυτό και ο Δαβίδ έλεγε: «Τότε δεν θα ντραπώ όταν θα ξανακοιτάζω τις εντολές σου» (Ψαλμ. 118,6). Σου θυμίζω ακόμη ότι όλες οι εντολές, τόσο της Παλαιάς όσο και της Καινής Διαθήκης, ως επί το πλείστον λέγονται με ρήμα προστακτικό, όπως: «αγαπάτε τους εχθρούς σας, ευλογείτε εκείνους που σάς καταρώνται….», σπάνια προφέρονται σε οριστική, όπως το «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου, ου φονεύσεις, ου μοιχεύσεις…», και πάρα πολύ σπάνια προφέρονται με άλλα ρήματα.
Αναδημοσίευση από: http://www.phys.uoa.gr/~nektar/
http://www.oodegr.com/oode/biblia/aor_pol1/kef2.htm
http://www.hristospanagia.gr/?p=10793#more-10793