Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΟΡΦΥΡΙΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
3)ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΘΥΜΗΣΗ ΤΩΝ ΑΜΑΡΤΙΩΝ ΜΑΣ, ΤΗΝ ΑΠΛΟΤΗΤΑ, ΤΗΝ ΑΠΑΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΕΙΛΙΑ.
Ὅτι δέν πρέπει νά ξαναθυμόμαστε μέ λεπτομέρεια τίς ἁμαρτίες μας.Ἡ Θεία Χάρη ἡ ὁποία ἔρχεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ταπεινωθεῖ , ἐξομολογηθεῖ καί κάνει ὑπακοή στόν κανόνα τοῦ Πνευματικοῦ, θεραπεύει τά ψυχικά νοσήματα.
Ὁ Γέροντας συμβούλευε ὅτι δέν πρέπει νά ξαναθυμόμαστε τίς ἁμαρτίες, πού ἐξομολογηθήκαμε διότι αὐτό κάνει κακό. Ὅταν κάποιος πού ἐξομολογήθηκε νομίζει ὅτι δέν συγχωρήθηκε, δείχνει ὀλιγοπιστία στό Ἱερό Μυστήριο.
Ὁἄνθρωπος, πού λυπᾶται ὑπερβολικά γιά τά παλαιά λάθη του, φθάνοντας μέχρι ἀπελπισίας, «παίζει τό παιγνίδι» τοῦ πονηροῦ. Ἐγκλωβίζεται, λόγῳ τῆς ἔλλειψης ταπείνωσης, στό αἴσθημα τῆς ἀπογοήτευσης καί τῆς λύπης, πού ὁδηγεῖ στήν ἀπροθυμία γιά τά πνευματικά, στήν ἀκηδία, στήν ἀπελπισία. Εἶναι μιά καλοστημένη παγίδα τοῦ πονηροῦ, πού ἔρχεται «ἀπό δεξιά», ἐπειδή ὁἄνθρωπος ἔχει πληγωθεῖ.Τό πλήγωμα ὀφείλεται στόν ἐγωισμό καί στήν ὑψηλή ἰδέα (οἴηση), πού ἔχει κάποιος γιά τόν ἑαυτό του.
Δέν πρέπει νά χάνεται πολύτιμος χρόνος. Ὁἄνθρωπος πρέπει νά ἀγωνίζεται συνεχῶς, προχωρώντας ἀνοδικά καί ὄχι γυρίζοντας πίσω. Ἔτσι μόνο θά μπορέσει νά φθάσει, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, στήν κάθαρση καί θεραπεία τῆς ψυχῆς του.Ἁπλότητα καί ἁπαλότητα στόν πνευματικό ἀγῶνα
Στήν πάλη ἐνάντια στούς τρεῖς μεγάλους ἐχθρούς (παλαιός ἄνθρωπος, κόσμος, διάβολος) χρειάζεται, παρατηροῦσε ὁ Γέροντας, ἕνας λεπτός τρόπος. Ὁ πνευματικός ἀγώνας πρέπει νά γίνεται ἁπλά καί ἁπαλά, χωρίς βία, χωρίς ἄγχος, χωρίς σφίξιμο καί ἀγριότητα. Ἁπλᾶ καί ἀπαλά πλησιάζουμε στόν «πρᾶο καί ταπεινό» Κύριο . Μέ ἁπλότητα καί ἁπαλότητα πολεμᾶμε τά πάθη μας, τόν ἀρχέκακο καθώς καί τό κοσμικό φρόνημα.
Τό σπουδαιότερο ὅπλο εἶναι ἡ περιφρόνηση, ἡ μή ἐνασχόληση μαζί τους.
Ὅλη
μας δύναμη, θά πρέπει νά κατευθυνθεῖ πρός τόν «ἀνθόκηπο» (πρός τά
σπέρματα τῶν ἀρετῶν, τοῦ καλοῦ, τοῦ καινούργιου ἀνθρώπου) πού ἔχουμε
μέσα μας. Τότε ὁ «ἀγκαθόκηπος» μας (ὁ παλαιός ἄνθρωπος, τά πάθη, ἡ
κακία) θά μαραθεῖ…θά πρέπει νά μελετᾶμε τά λόγια τῶν Ἁγίων Πατέρων, νά ἀποστηθίζουμε ψαλμούς καί ἁγιογραφικά-πατερικά χωρία, νά προσευχόμαστε μέ θέρμη καί κατάνυξη, νά ἐντρυφοῦμε στούς βίους τῶν ἁγίων καί νά γινόμαστε μιμητές τους.
Πρέπει νά μήν μᾶς ἀπασχολοῦν οἱἀδυναμίες καί τά πάθη μας· ἁπλῶς νά ἔχουμε τήν διάθεση νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό αὐτά. Κάποια στιγμή πού θά εἴμαστε ἕτοιμοι (θά ἔχουμε γίνει ἀρκετά ταπεινοί), τότε θά τά πάρει ὁ Θεός. Ὅλη ἡ προσπάθειά μας θά πρέπει νά κατευθυνθεῖ στό νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό.
Ὅτι δέν πρέπει νά δειλιάζουμε, ἀλλά νάεἴμαστε βέβαιοι γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός ἐμᾶς.Ὁ Γέροντας τόνιζε ὅτι, δέν πρέπει ὁ χριστιανός νά δειλιάζει. Ἡ δειλία ἔχει σάν αἰτία τήν κενοδοξία, τήν φιλαυτία, τήν φιλοζωΐα. Ὁ Χριστιανός δέν ζεῖ σ’ αὐτήν τήν ζωή μόνος του, γιά τόν ἑαυτό του. Ἀντίθετα πρέπει νά λέγει μαζί μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο: «ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζεῖ δέ ἐν ἐμοί Χριστός»1.
Θά πρέπει νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι, τίποτε δεν μπορεῖ νά κάνει τόν Χριστό μας, νά πάψει νά μᾶς ἀγαπάει. Γι’ αὐτό ἄς προχωροῦμε μέ θάρρος, λέγοντας μαζί μέ τόν μεγάλο Ἀπόστολο: «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; Θλίψις ἤ στενοχωρία, ἤ διωγμός, ἤ λιμός, ἤ γυμνότης, ἤ κίνδυνος, ἤ μάχαιρα; Καθώς γέγραπται ὅτι ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τήν ἡμέραν, ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς»2.
Νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι θά ζήσουμε νικηφόρα καί θά βροῦμε τήν Θεία Χάρη, ἀρκεῖ νά ἀγαπήσουμε τόν Χριστό μας. Σ’ αὐτό τό σημεῖο ὁ Γέροντας θυμόταν τό Γραφικό: «Ἐγώ τούς ἐμέ φιλοῦντας ἀγαπῶ, οἱ δέ ἐμέ ζητοῦντες εὑρήσουσι χάριν»3.