τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμανδρίτου π. Γεωργίου, Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους
Εἶναι εὔκολο κάποιος νὰ φιλοσοφεῖ ἢ
νὰ θεολογεῖ γιὰ τὸν πόνο. Ἀλλὰ εἶναι δύσκολο νὰ ἀντιμετωπίζει σωστὰ τὸν
πόνο, ὅταν ὁ ἴδιος περνᾶ ἕνα δυνατὸ πόνο στὴν ζωή του. Θεωρῶ πολὺ
τολμηρὸ νὰ μιλᾶ κανεὶς γιὰ τὸν πόνο, ὅταν ὁ ἴδιος δὲν πονᾶ. Σκέπτομαι
ὅλους τοὺς ἀδελφούς μας ἁπανταχοῦ τῆς γῆς, ποὺ πονοῦν σωματικὰ ἢ
ψυχολογικὰ ἢ πνευματικά.
Σωματικὰ πονοῦν οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ
ἀρρώστιες, κακουχίες, πείνα. Ψυχολογικὰ πονοῦν ἀπὸ κατατρεγμούς,
συκοφαντίες, ἔλλειψη ἀγάπης καὶ μὴ ἀνταπόκριση στὴν προσφερόμενη σὲ ἄλλα
προσφιλῆ πρόσωπα ἀγάπη, ἀνεκπλήρωτες ἐπιθυμίες, ἀσθένειες καὶ θανάτους
προσφιλῶν ἀνθρώπων καὶ ἄλλα αἴτια. Πνευματικὰ πονοῦν ὅσοι ἀγαποῦν τὸν
Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο καὶ ὅμως βλέπουν ὅτι μὲ τὶς ἁμαρτίες τους λυποῦν τὸν
Θεὸ καὶ προσβάλλουν τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, τὸν ἄνθρωπο.