ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΝ ΚΟΛΛΗΣΕΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΤΗ ΓΗ, Ο ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΩΝ ΔΕΝ ΘΡΟΕΙΤΑΙ. ΚΑΙ ΑΝ ΑΔΙΚΗΘΕΙ ΔΕΝ ΑΓΩΝΙΑ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΤΙ ΑΔΙΚΗΘΗΚΕ ΑΛΛΑ ΒΑΖΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ(ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ- ΕΝΑΣ ΠΟΛΥ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΑΓΙΟΣ)

Τετάρτη 15 Μαρτίου 2017

«Tά χαρακτηριστικά τοῦ Ἀναστημένου ἀνθρώπου», Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


Χριστός Ἀνέστη! Εἰλικρινά χαίρομαι πού εἶμαι καί πάλι μαζί σας. Μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν εὐχή τοῦ Σεβασμιωτάτου, τοῦ σεβαστοῦ κ. Γεωργίου, τοῦ Σεβασμιωτάτου κ. Ἰωήλ, Μητροπολίτου Ἐδέσσης καί τίς προσευχές τοῦ π. Χρήστου καί ὅλων ὑμῶν, νά ποῦμε κάποια ἁπλά πράγματα πού ὡς χριστιανοί πρέπει νά γνωρίζουμε σχετικά μέ τό ποιά εἶναι τά χαρακτηριστικά τοῦ Ἀναστημένου ἀνθρώπου.
Ἡ λέξη «ἀνάστασις» προέρχεται ἀπό τό ρῆμα ἀνίσταμαι = ἄνω + ἵσταμαι, πού σημαίνει στέκομαι ἄνω,ὄρθιος. Τό ἀντίθετο εἶναι τό εἶμαι πεσμένος, εἶμαι κάτω. Ὁ πεσμένος κάτω εἶναι ὁ νεκρός καί ὁ ἀναστημένος εἶναι ὁ ζωντανός. Ὁ Χριστός μας πέθανε πάνω στόν Σταυρό ὡς ἄνθρωπος, ἐτάφη, ἔκειτο κάτω στήν γῆ, στό χῶμα, στό μνῆμα καί ἀνεστήθη. Δέν Τόν βοήθησε κανένας νά ἀναστηθεῖ. Μόνος του ἀναστήθηκε, ἐπειδή εἶναι ἡ Αὐτοζωή.
Ὅταν ὁ φίλος Του, ὁ Λάζαρος, κοιμήθηκε, πέθανε δηλαδή, οἱ ἀδελφές τοῦ Λαζάρου ἦταν ἀπαρηγόρητες καί, ὅταν συνάντησαν τόν Χριστό μας, μιλοῦσαν μαζί Του πολύ στενοχωρημένες. Τότε ὁ Χριστός λέει: «ἀναστήσεται ὁ ἀδελφός σας» (Ἰω. 11,23), θά ἀναστηθεῖ ὁ ἀδελφός σας.
Καί ἀπαντοῦν: «ναί Κύριε, ξέρουμε ὅτι ἀναστήσεται ἐν τῇ ἀναστάσει ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ» (Ἰω. 11,24). «Κατά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὅπως λένε οἱ Προφητεῖες, θά ἀναστηθεῖ ὁ ἀδελφός μας». Τότε εἶπε ὁ Χριστός: «ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καί ἡ ζωή» (Ἰω. 11,25). Δηλαδή «Ἐγώ εἶμαι πού θά τοῦ δώσω τήν Ἀνάσταση καί τήν ζωή καί, ὅποιος ἑνώνεται μαζί Μου, αὐτός εἶναι καί ὁ ἀναστημένος», αὐτός ὁ ὁποῖος στέκεται ἄνω, εἶναι ὄρθιος.Τήν περίοδο αὐτή πού διανύουμε, δέν κάνουμε μετάνοιες, οὔτε γονατίζουμε στήν Ἐκκλησία. Ἐπίσης ὅλο τόν χρόνο τήν Κυριακή δέν ἐπιτρέπεται νά γονατίζουμε. Ὑπάρχουν Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας πού δέν τό ἐπιτρέπουν. Ποιός εἶναι ὁ λόγος; Ὁ λόγος εἶναι ὅτι θέλουμε μ’ αὐτή τήν ὄρθια στάση μας νά ἐκφράσουμε τό γεγονός τῆς Ἀνάστασης καί τοῦ Χριστοῦ μας, ἀλλά καί τῆς δικῆς μας ἀνάστασης. Κι ἐμεῖς δηλαδή εἴμαστε ἀναστημένοι μαζί μέ τόν Χριστό. 
Αὐτήν ἐπίσης τήν περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου προσευχόμαστε καί λέμε μιά προσευχή: «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν ἅγιον, Κύριον, Ἰησοῦν τόν μόνον ἀναμάρτητον». Αὐτό σημαίνει: ἀφοῦ εἴδαμε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἐλᾶτε νά προσκυνήσουμε. Λέει, ὅμως, κάπου ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος: «Μά πότε εἴδαμε τήν Ἀνάσταση; Ζούσαμε πρίν 2000 χρόνια πού ἔγινε ἡ Ἀνάσταση;». Δέν ζούσαμε. Μήπως λέμε ψέματα; Μήπως ἡ Ἐκκλησία μ’ αὐτή τήν προσευχή μᾶς βάζει νά λέμε ψέματα; Ὄχι, βέβαια. Κάτι ἄλλο ἐννοεῖ. Μήπως ἐννοεῖ μόνο ἐκείνους τούς ἀνθρώπους πού εἶδαν τήν Ἀνάσταση; Μά οὔτε καί τότε εἶδαν τήν Ἀνάσταση. Εἶδαν τόν Χριστό μας ἀναστημένο, ἀλλά τήν ὥρα πού ἀναστήθηκε κανένας δέν Τόν εἶδε, τό πότε καί πῶς δηλαδή ἀναστήθηκε ὁ Χριστός μας. Ὅπως εἴπαμε ὁ Χριστός μας ἀνέστησε μόνος του τόν ἑαυτό Του.
Νά κάνω μιά παρένθεση, ἡ εἰκόνα πού δείχνει ἕναν ἄγγελο νά μετακινεῖ τήν πέτρα ἀπό τόν τάφο τοῦ Χριστοῦ καί νά ἀναπηδᾶ ἀπό μέσα ὁ Χριστός μέ ἕνα σημαιάκι, εἶναι λανθασμένη. Δέν εἶναι ὀρθόδοξη εἰκόνα, γιατί δείχνει ὅτι χρειάζεται μιά βοήθεια ὁ Χριστός γιά νά βγεῖ, τόν ἄγγελο γιά νά κουνήσει τήν πέτρα. Εἶναι λάθος. Ὁ Χριστός μας ἀναστήθηκε καί μετά κύλησε τήν πέτρα. Σφραγισμένου τοῦ τάφου ἀναστήθηκε ὁ Χριστός μας. Ἡ ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς Ἀνάστασης εἶναι ἡ κάθοδος στόν Ἅδη. Ἡ ἄλλη μᾶς ἦρθε ἀπό τούς Παπικούς.
Ὁπότε καί τότε νά ζούσαμε πρίν 2000 χρόνια, δέν θά βλέπαμε τήν Ἀνάσταση. Τότε τί ἐννοοῦμε, ὅταν λέμε «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι»; Λέει ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος: ὅταν ὁ ἄνθρωπος πεθάνει ὡς πρός τά πάθη του, ὅταν νεκρωθεῖ ὡς πρός τόν παλαιό ἄνθρωπο, ὅταν νεκρωθεῖ ὡς πρός τήν ἁμαρτία, ὡς πρός τόν κόσμο, μέ ἁπλά λόγια, ὅταν σταματήσει νά κάνει τήν ἁμαρτία -τήν ὅποια ἁμαρτία- τότε, λέει, πεθαίνει μαζί μέ τόν Χριστό, συν-νεκρώνεται καί συν-θάπτεται, θάβεται μαζί μέ τόν Χριστό μέσα στό μνῆμα τῆς μετάνοιας καί τῆς ταπείνωσης. Μέσα στό μνῆμα αὐτό εἶναι μαζί μέ τόν Χριστό. Ὁ Χριστός μας ὅμως πού εἶναι ἡ Αὐτοζωή, δέν μένει στό μνῆμα, ἀνίσταται, καί μαζί μ’ Αὐτόν ἀνασταίνει καί τόν κάθε μετανοημένο ἄνθρωπο, τόν κάθε ἄνθρωπο δηλαδή πού ἔκοψε τήν ἁμαρτία καί θέλει νά τηρήσει ἀπό δῶ καί μπρός τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Αὐτό μᾶς τό λέει καί ἕνα τροπάριο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, ἴσως τό θυμᾶστε: «συμπορευθῶμεν αὐτῷ καί συσταυρωθῶμεν καί νεκρωθῶμεν δι’ αὐτόν ταῖς τοῦ βίου ἡδοναῖς ἵνα καί συζήσωμεν αὐτῷ». Νά ἀνεβοῦμε δηλαδή μαζί μέ τόν Χριστό τόν Γολγοθᾶ, νά νεκρωθοῦμε ὡς πρός τήν ἁμαρτία, – Αὐτός δέν ἔκανε βέβαια ποτέ ἁμαρτία, ἀλλά πέθανε γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες – καί τότε θά θαφτοῦμε μαζί μέ τόν Χριστό καί θά ἀναστηθοῦμε μαζί μέ τόν Χριστό.
Ἑπομένως, δέν λέμε ψέματα, ὅταν λέμε Ἀνάσταση Χριστοῦ θεασάμενοι, γιατί μ’ αὐτό ἐννοοῦμε ὅτι εἴμαστε ἄνθρωποι μετανοημένοι, ἔχουμε νεκρωθεῖ ὡς πρός τήν ἁμαρτία καί ὡς πρός τό κακό, ἔχουμε θαφτεῖ μαζί μέ τόν Χριστό καί γι’ αὐτό ἔχουμε καί ἀναστηθεῖ μαζί μέ τόν Χριστό καί χαιρόμαστε τήν Ἀνάσταση τήν δική Του καί τήν ἀνάσταση τήν δική μας. Τότε κάνουμε ἀληθινό Πάσχα. Τό Πάσχα δέν εἶναι μιά εὐχαρίστηση τῆς κοιλιᾶς ἤ ἔστω μία διακοπή στήν καθημερινή τύρβη, μιά ποικιλία, νά σπάσουμε τά κόκκινα αὐγά, νά ποῦμε τό Χριστός Ἀνέστη, νά ἀνάψουμε καί τήν λαμπάδα μας καί, ἀφοῦ πεῖ ὁ ἱερέας «Ἀναστήτω ὁ Θεός καί διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροί αὐτοῦ», νά διασκορπιστοῦμε, ὅπως, δυστυχῶς, διασκορπίζονται πολλοί πού πηγαίνουν Ἐκκλησία μέ τό πού ἀκοῦνε τό Χριστός Ἀνέστη.
– Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ἄραγε εἶναι ἀναστημένοι μαζί μέ τόν Χριστό;
Μάλλον ὄχι… ,γιατί ὁ ἀναστημένος ἄνθρωπος μοιάζει μέ τόν Χριστό, θέλει νά εἶναι μέ τόν Χριστό, θέλει νά ζεῖ μέ τόν Χριστό συνεχῶς καί ὄχι νά κοιτάει τό ρολόι πότε θά τελειώσει ἡ Λειτουργία… «καί ἄργησε ὁ παπάς… καί γιατί μᾶς κάνει κήρυγμα τώρα… τί τά θέλει τά πολλά λόγια κ.λ.π». Ὁ ἀναστημένος ἄνθρωπος εἶναι κατ’ ἀρχάς ὁ μετανοημένος. Αὐτό εἶναι ἕνα πρῶτο χαρακτηριστικό. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει πεθάνει ὡς πρός τό κακό, ὡς πρός τήν ὅποια ἁμαρτία.
– Τί εἶναι αὐτό πού μᾶς ρίχνει κάτω καί μᾶς σκοτώνει;
Εἶναι ἡ ἁμαρτία. Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος» (Ρωμ. 6,23).
– Ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι θανατωμένος, εἶναι ἀναστημένος;
Ὄχι, βέβαια. Ὁ νεκρός εἶναι πεσμένος κάτω. Ἀναστημένος εἶναι ὁ ζωντανός.
– Πότε ὁ ἄνθρωπος ἀνίσταται;
Ὅταν διώχνει τήν αἰτία τοῦ θανάτου. Ξαναλέμε ὅτι ἡ αἰτία τοῦ θανάτου εἶναι ἡ ἁμαρτία. Διώχνοντας κανείς τήν ἁμαρτία, μπαίνει στήν διαδικασία νά ἀναστηθεῖ. Ὅσο νικάει τό κακό καί τήν ἁμαρτία, τόσο χαίρεται μέ τόν ἀναστημένο Χριστό. Ἴσως ἀναρωτηθεῖ κάποιος: Αὐτό γίνεται σιγά-σιγά ἤ ἀμέσως; Ἐγώ θά σᾶς ἔλεγα, γίνεται ἀμέσως. Δέν θέλει πολύ γιά νά ἀναστηθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἀρκεῖ νά πάρει ἀπόφαση νά μετανοήσει. Πολλές φορές, ξέρετε, ἔχω δεῖ τέτοιες ἀναστάσεις! Ἄνθρωποι πού ἔρχονται νά ἐξομολογηθοῦν, νεκροί, καταθλιμμένοι, καταστενοχωρημένοι, γεμάτοι ἄγχος, γεμάτοι ἀγωνία. Τούς βλέπω καί λυπᾶμαι κι ἐγώ. Ὁ Χριστός μας δέν θέλει νά στενοχωριόμαστε, ἀλλά νά λυπόμαστε γιά τήν κατάσταση τοῦ ἄλλου, ὅταν εἶναι πεσμένος κάτω. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, ὅταν ἐξομολογηθοῦν, ἀλλάζουν ἀμέσως, φαίνεται στό πρόσωπό τους. Μά θά πεῖτε: – Σέ πέντε καί σέ δέκα λεπτά πού γίνεται μιά ἐξομολόγηση; – Ναί, γίνεται μιά ἀκαριαῖα, θά λέγαμε, ἀλλαγή καί ἐκεῖ πού δέν γελοῦσαν καθόλου καί ἦταν σκοτεινοί καί καταθλιμμένοι, ἀφοῦ ἐξομολογηθοῦν σωστά καί εἰλικρινά, ἀρχίζουν νά χαμογελοῦν. Μέ τό πού τούς διαβάζεις τήν συγχωρητική εὐχή, βλέπεις τό φῶς τοῦ Θεοῦ στό πρόσωπό τους. Αὐτός εἶναι ἕνας ἀναστημένος ἄνθρωπος.
– Τόσο εὔκολο εἶναι; Τόσο εὔκολο εἶναι, γιατί δέν τό κάνουμε ἐμεῖς, τό κάνει ὁ Χριστός. Χρειάζεται ὅμως κι ἐμεῖς νά κάνουμε κάτι, αὐτή τήν κίνηση τῆς μετάνοιας, νά μετανοοῦμε, νά ζοῦμε δηλαδή τήν ἀποβολή τοῦ κακοῦ καί τήν ἐγκόλπωση τοῦ καλοῦ. Ἡ μετάνοια εἶναι αὐτό πού λέει ὁ ψαλμωδός: «Ἔκκλινον ἀπό κακοῦ καί ποίησον ἀγαθόν» (Ψαλμ. 33,10), νά ἀφήσουμε τό κακό καί νά κάνουμε τό καλό. «Νά φύγουμε μακριά ἀπό τά ἔργα τοῦ σκότους καί νά ἐνδυθοῦμε τά ἔργα τοῦ φωτός» (Ρωμ. 13,12), λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Ἔτσι, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀνίστασαι. Τότε, ὅσο μετανοεῖ ὁ ἄνθρωπος, καθαρίζεται καί αὐτό εἶναι τό πρῶτο στάδιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Τότε ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά ζεῖ πραγματικά.
Σήμερα ἔχει ἐπικρατήσει μιά συνήθεια νά γιορτάζουν οἱ ἄνθρωποι τά γενέθλιά τους… καί τά μικρά παιδιά… καί τοῦρτες… καί τραγούδια… καί νά ζήσει… καί νά μία σοφός… καί νά ἕνας σοφός… Νά σᾶς πῶ ὅτι αὐτό τό ἔθιμο δέν εἶναι ὀρθόδοξο. Στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν γιορτάζουμε τά γενέθλια τά σωματικά, τά βιολογικά. Ἀλλά, θά ἔπρεπε νά γιορτάζουμε τά πνευματικά μας γενέθλια.
– Ποιά εἶναι τά πνευματικά μας γενέθλια;
Τότε πού ἀρχίζουμε πραγματικά νά ζοῦμε ὡς ἀναστημένοι ἄνθρωποι.
– Πότε εἶμαστε ἀναστημένοι;
Ὅταν εἴμαστε ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό.
– Πότε ἑνωθήκαμε μέ τόν Χριστό;
Ὅταν βαφτιστήκαμε. Κανονικά τήν βάπτιση ἔπρεπε νά γιορτάζουμε ὡς γενέθλια. Κάτι σημαίνει καί ἡ ἡμέρα γεννήσεως ἀλλά πάλι καί ἡ βιολογική μας ζωή ἀρχίζει τήν ἡμέρα τῆς συλλήψεως καί ὄχι τήν ἡμέρα πού εἴδαμε τό φῶς, ὁπότε θά ἔπρεπε νά γιορτάζουμε τήν ἡμέρα τῆς συλλήψεώς μας, ὅπως γιορτάζουμε τήν σύλληψη τοῦ Τιμίου Προδρόμου καί τήν σύλληψη τῆς Θεοτόκου. Μόνο στούς δύο αὐτούς Ἁγίους γιορτάζουμε τήν σύλληψη, σέ ὅλους τούς ὑπόλοιπους γιορτάζουμε τήν τελείωσή τους. Δηλαδή πανηγυρίζουμε τήν ἡμέρα πού κοιμήθηκαν. Γιατί, ὅσο εἴμαστε σ’ αὐτή τήν ζωή, τί νά πανηγυρίσουμε; Εἴμαστε στόν ἀγῶνα, εἴμαστε στήν προσπάθεια νά μήν κολαστοῦμε, νά ζήσουμε κατά Θεόν, νά τηρήσουμε τίς ἐντολές κ.λ.π. Ὅλο αὐτό ἔχει κόπο. Δέν μποροῦμε νά γιορτάσουμε καί νά πανηγυρίσουμε, γιατί ἀκόμα εἴμαστε ἔξω ἀπό τόν Παράδεισο. Γιορτάζουμε τούς Ἁγίους, γιατί οἱ Ἅγιοι ἤδη προγεύονται τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἀναστημένος λοιπόν ἄνθρωπος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὁ μετανοημένος πού ἔχει μπεῖ στό στάδιο τῆς κάθαρσης, ἔχει δηλαδή τήν καλή προσπάθεια νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία. Εἴπαμε προηγουμένως ὅτι αὐτό γίνεται ἀμέσως, ἐφόσον κάνουμε σωστή ἐξομολόγηση, χωρίς νά λέμε τά μισά… Ὅταν ἐξομολογούμαστε, φεύγει ἡ ἐνοχή. Νά σᾶς πῶ κι ἕνα ἀστεῖο… μήν παρεξηγηθεῖτε οἱ γυναῖκες… Ὁ μακαριστός γέροντας, ὁ π. Αὐγουστίνος ὁ Καντιώτης, ἔλεγε: «δέν ἐξομολογῶ γυναῖκες, γιατί λένε ψέματα στήν ἐξομολόγηση» ἤ λένε τά μισά. Πρέπει φυσικά νά τά λέμε ὅλα καί νά μήν τά διαστρέφουμε, γιά νά φανοῦμε καλοί στόν ἱερέα, γιατί μπορεῖ νά μᾶς πιάνει κενοδοξία καί μέσα στήν ἐξομολόγηση. Θεός φυλάξοι! Ἐδῶ προσπαθοῦμε νά ἀποβάλλουμε τά πάθη μας.. ὄχι νά θέλουμε νά ἀρέσουμε σέ ἀνθρώπους ἤ νά συσκιάζουμε τήν ἀλήθεια.
Ἀφοῦ λοιπόν κάνει καλή ἐξομολόγηση ὁ ἄνθρωπος, διώχνει τήν ἁμαρτία. Δέν φεύγει ὅμως ἀμέσως ἡ κακή συνήθεια, πού οἱ ἅγιοι Πατέρες ὀνομάζουν πάθος. Ὑπάρχουν πολλά πάθη. Ὑπάρχει ἕνα κορυφαῖο πάθος, πού τό λένε οἱ Πατέρες φιλαυτία. Τί θά πεῖ φιλαυτία; Ἡ ἀγάπη τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ὁ ἑαυτούλης μας! Τό λένε κιόλας: «νά κοιτᾶς μόνο τόν ἑαυτούλη σου». Εἶναι τό πάθος πού δέν μᾶς ἀφήνει νά προσφέρουμε στούς ἄλλους, νά θυσιαστοῦμε, νά κάνουμε γιά τούς ἄλλους ἕναν κόπο. Πήγαιναν πολλοί στόν Ἅγιο Παΐσιο καί τοῦ ἔλεγαν: – Πάτερ, τό παιδί μου ἔχει πρόβλημα, μπορεῖς νά κάνεις προσευχή; – Θά κάνω προσευχή, ἔλεγε. Ἐσύ τί θά κάνεις γιά τό παιδί σου; Ἔλεγαν: – Πάτερ, ἐγώ δέν μπορῶ νά κάνω τίποτα… Μπορεῖς. Γιά παράδειγμα, καπνίζεις; Νά κόψεις τό κάπνισμα. Νά κάνεις μιά μικρή θυσία γιά τό παιδί σου. – Ἄ, πάτερ, δύσκολο, ἔλεγαν…
Στό μοναστήρι παίρνουν τηλέφωνο κάποιοι καί λένε στίς ἀδελφές: – Ἔχουμε πρόβλημα, τό παιδί μας, ὁ ἐγγονός μας… ἔχουμε δυσκολία, νά σᾶς δώσουμε τό ὄνομα νά τό μνημονεύετε. Γιατί δέν σηκώνετε τό τηλέφωνο συνέχεια; Δηλαδή νά εἶναι ἀνοιχτό τό τηλέφωνο ὅλο τό 24ωρο, γιά νά δίνουν τό ὄνομα ἀπό τό τηλέφωνο! Ἀπαντοῦν λοιπόν οἱ ἀδελφές, ἐλᾶτε στήν ἀγρυπνία καί θά δώσετε τό ὄνομα στήν Θεία Λειτουργία. – Ὄχι, λένε, νά σᾶς δώσουμε τό ὄνομα τώρα… Δέν θέλουν νά κάνουν λίγο κόπο. Οὔτε νά ἔρθουν ἔστω στήν Λειτουργία τοῦ Σαββάτου ἤ τῆς Κυριακῆς! Αὐτό λέγεται φιλαυτία. Νά μήν κουραστοῦμε καθόλου. Νά πᾶμε στόν Παράδεισο, εἰ δυνατόν, ξαπλωτοί! Ὡραῖα δέν θά ἦταν! Νά πᾶμε μέ τό αὐτοκίνητό μας στόν Παράδεισο…
Εἶναι ἀπαραίτητο νά βάλουμε λίγο κόπο μέ σκοπό νά ἀποβάλλουμε αὐτή τήν φιλαυτία. Γι’ αὐτό οἱ Πατέρες μᾶς μιλοῦν γιά ἄσκηση, ἡ ὁποία μᾶς βοηθάει στήν μετάνοια. Εἶπε ὁ Χριστός μας: «τό μέν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δέ σάρξ ἀσθενής» (Μαρκ. 14,38). Ὅλοι θέλουμε λίγο-πολύ νά πᾶμε στόν Παράδεισο, ἀλλά ἡ σάρκα ἀσθενεῖ, δηλαδή μᾶς ἐμποδίζει. Ὄχι τό σῶμα καθεαυτό, ἀλλά τό σαρκικό φρόνημα, ἡ προσκόλληση πού ἔχουμε στό σῶμα. Μήν κουραστῶ… μήν πονέσω… μήν ἱδρώσω… μήν κρυώσω… Ὅπως λέμε στό Ἅγιο Ὄρος: «ἡ πολύτιμος ὑγεία μας», νά μήν πάθουμε τίποτα. Αὐτό ὅμως πρέπει λίγο νά τό περιορίσουμε, νά τό βάλουμε στήν ἄκρη. Δέν λέμε νά σκοτώσουμε τό σῶμα. Οἱ Πατέρες λένε δέν εἴμαστε σωματοκτόνοι, εἴμαστε παθοκτόνοι. Χρειάζεται ὅμως λίγο νά ζορίσουμε τό σῶμα, ὥστε νά τό ὑποτάξουμε στό πνεῦμα. Ὅσο καλοτρῶμε, καλοκοιμόμαστε καί ἔχουμε υἱοθετήσει, αὐτό πού λένε οἱ πολλοί, ‘ἄνεση = εὐτυχία’, δέν μποροῦμε νά προκόψουμε πνευματικά, γιατί ἡ εὐτυχία δέν εἶναι στήν ἄνεση. Ἡ ἄνεση φέρνει ἀνία, δηλαδή βαρεμάρα. Στό Πανεπιστήμιο ἔβλεπα γραμμένο πάνω στά ἕδρανα: βαριέμαι, βαριέμαι, βαριέμαι… Συνεχῶς αὐτή τήν λέξη ἔβλεπα! Αὐτό ἔχει ἐξήγηση.
– Γιατί βαριοῦνται τά παιδιά; Νέοι ἄνθρωποι καί βαριοῦνται;
Γιατί, ἀκριβῶς, δέν τά μαθαίνουμε νά κάνουν ἄσκηση. «Μήν τό ξυπνᾶτε τό παιδί τήν Κυριακή τό πρωί, ἄστο..». Μά δέν θά πάει στήν Ἐκκλησία; Ὄχι. Ἔτσι τά μαθαίνουμε τά παιδιά νά τά ἔχουν ὅλα ἕτοιμα, νά σηκώνονται ὅποτε θέλουν, νά ἀνοίγουν τό διαδίκτυο καί μετά… νά βαριοῦνται νά σηκωθοῦν ἀπ’ τήν καρέκλα. Μέ αὐτό τόν τρόπο τά ἀρρωσταίνουμε τά παιδιά. Ἐνῶ, θά ἔπρεπε νά τά μάθουμε στήν ἀσκητική ζωή. Ἡ Ὀρθοδοξία μας, ἡ πίστη μας, ἡ ἐν Χριστῷ ζωή, ἔχει συνυφασμένη τήν ἄσκηση. Δέν εἶναι βέβαια τό ἅπαν ἡ ἄσκηση, ἀλλά βοηθάει πολύ στό νά πολεμήσουμε τά πάθη μας, γιατί μέ τήν ἐξομολόγηση δέν φεύγουν τά πάθη. Φεύγει ἡ ἐνοχή ἀλλά ἡ κακή συνήθεια μένει καί θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἀγωνιστεῖ καί μετά τήν ἐξομολόγηση, γιά νά διώξει τίς κακές συνήθειες.
Ἦταν κάποιος π.χ. ὑποδουλωμένος στίς σαρκικές ἁμαρτίες. Πῆγε ἐξομολογήθηκε. Φεύγει ἡ ἐνοχή, ἀλλά ἡ ροπή πρός τό κακό παραμένει. Πρέπει νά ἀγωνιστεῖ ὁ καθένας νά σταματήσει τήν κακή συνήθεια. Νά προσέχει τά μάτια του στό ἑξῆς, γιατί, ἄν δέν τό κάνει, σέ λίγο καιρό θά ξαναπέσει στά ἴδια ἁμαρτήματα πού ἐξομολογήθηκε. Ὅλος αὐτός ὁ ἀγῶνας, πού γίνεται μετά τήν ἐξομολόγηση, θέλει ὑπομονή, ἐπιμονή καί ἄσκηση. Νά κόψεις λίγο ἀπό τήν σωματική ἀνάπαυση, λίγο ἀπό τό φαγητό, νά κάνεις ἐγκράτεια καί νηστεία, δηλαδή νά κόψεις καί τήν ποσότητα καί τήν ποιότητα, νά κάνεις κάποιες μετάνοιες, ὅσες πεῖ ὁ πνευματικός, νά κάνεις μία περιστολή στίς περιττές ἐξόδους, νά προσέξεις τίς συναναστροφές σου. Ὅλα αὐτά θέλουν ἀγῶνα καί ἔχουν λίγο πόνο καί λίγο κόπο. Ἔλεγε ὁ ἁγιασμένος Γέροντας Ἐφραίμ, πού εἶναι στήν Ἀμερική, ὅτι τά πάθη εἶναι σάν τά ριζίδια, τά ὁποῖα ἔχουν μπεῖ στήν καρδιά καί αὐτά πρέπει νά ξεριζωθοῦν. Ὅσο, ὅμως, τά τραβᾶς νά τά βγάλεις, ματώνεις.. Ἄν τώρα ὁ ἄνθρωπος θέλει νά καθαριστεῖ, ξεριζώνει αὐτά τά πάθη καί σιγά-σιγά φωτίζεται. Θά λέγαμε, πάει στό δεύτερο στάδιο τῆς Ἀνάστασης, ἀπό ἄνθρωπος πού καθαίρεται, γίνεται ἄνθρωπος πού φωτίζεται. Ὅσο περισσότερο καθαρίζεται, τόσο περισσότερο φωτίζεται.
Ὁ Χριστός μας θέλει νά μπεῖ στήν καρδιά μας. Ἐμεῖς, ὅμως, μέ τά πάθη μας, Τόν ἐμποδίζουμε, διότι εἶναι σάν ἕνα τεῖχος πού φράζει τό φῶς. Ὅσο κανείς γκρεμίζει τό τεῖχος, τόσο ἀρχίζει καί μπαίνει τό φῶς καί, ὅταν ὁ ἄνθρωπος καθαριστεῖ τελείως, τότε βλέπει μέ ἕναν τέλειο τρόπο τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Χριστός μας: «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» (Ματθ. 5,8), αὐτοί δηλαδή βλέπουν καθαρά τόν Θεό. Ἀλλά αὐτή ἡ ὅρασις τοῦ Θεοῦ ἀρχίζει ἀπό τήν πρώτη στιγμή, γι’ αὐτό σᾶς εἶπα, βλέπω στήν ἐξομολόγηση πού γίνεται σωστά, αὐτό τό φῶς τοῦ Θεοῦ στό πρόσωπο τῶν ἀνθρώπων, πού φαίνεται μέ ἕνα χαμόγελο, φαίνεται μέ τήν ὅλη ἀλλαγή τῆς διάθεσης τῆς ἔκφρασης τοῦ προσώπου τους.
Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, ὁ ἀναστημένος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει φτάσει ἀπό τήν κάθαρση στόν φωτισμό, ἀπό τήν Θεία Χάρη. Καί, ἐάν θέλει ὁ Θεός, δέν τό δίνει σέ ὅλους ἀλλά σ’ αὐτούς πού βλέπει ὅτι μποροῦν νά τό σηκώσουν, ὁ ἄνθρωπος αὐτός φτάνει καί στό τρίτο στάδιο, στό τρίτο σκαλοπάτι τῆς πνευματικῆς ζωῆς, πού τό λέμε θέωση. Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὁ ἀναστημένος ἄνθρωπος εἶναι καί ὁ πνευματικά ὑγιής. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει σωματική ὑγεία, ἀναπνέει κανονικά, λειτουργεῖ φυσιολογικά τό καρδιαγγειακό σύστημα, τό ἀναπνευστικό σύστημα, τό πεπτικό, ὅλα τά συστήματα λειτουργοῦν σωστά. Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καί μέ τήν πνευματική ὑγεία. Ἡ ἀναπνοή τοῦ σώματος γνωρίζουμε ἀπό τούς γιατρούς πρέπει νά εἶναι περίπου δεκαέξι ἀνάσες τό λεπτό.
– Ἡ ἀνάσα τῆς ψυχῆς ποιά εἶναι;
Εἶναι ἡ προσευχή, ἡ εὐχή. Ὅπως, αὐτός πού ἔχει σωματική ὑγεία, ἀναπνέει συνέχεια καί ὄχι πέντε λεπτά τό πρωί καί πέντε λεπτά τό βράδυ, ἔτσι λένε οἱ ἅγιοι, αὐτός πού ἔχει πνευματική ὑγεία, ἀναπνέει ὅλο τό 24ωρο τόν Θεό. Ἑπομένως, ἡ πνευματική ὑγεία εἶναι ἀκριβῶς, ὅταν ἔχει μέσα μας ἀποκατασταθεῖ ἡ προσευχή καί ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται συνεχῶς. Εἶπε ὁ Χριστός μας τήν σχετική ἐκείνη παραβολή μέ τήν χήρα, ἡ ὁποία πήγαινε μέ ἐπιμονή στόν ἄδικο κριτή καί ζητοῦσε τό δίκαιο της καί ἐκεῖνος ἐπειδή τήν βαρέθηκε τῆς τό ἔδωσε. Καί λέει ὁ Χριστός μας: «ἄν ἐκεῖνος ὁ ἄδικος κριτής ἄκουσε τήν χήρα, ὁ Θεός, πού εἶναι δίκαιος, δέν θά ἀκούσει αὐτούς πού Τόν ἐπικαλοῦνται μέρα καί νύχτα;» (Λουκ. 18,7). Θά τούς δώσει τήν Βασιλεία Του. Ἀλλά πρέπει νά μοιάσουν στήν χήρα, νά ἀποκαταστήσουν δηλαδή τήν συνεχή προσευχή, τήν συνεχή ἐκζήτηση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ.
Ἐπίσης εἶπε ὁ Κύριος: «ζητᾶτε πρῶτα τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί ὅλα τά ἄλλα θά σᾶς προστεθοῦν» (Ματθ. 6,33). Εἶπε νά ζητᾶμε τίποτα ἄλλο δεύτερο; Νά περάσουν τά παιδιά μας στό Πανεπιστήμιο… νά πᾶνε καλά τά χωράφια μας, οἱ σοδειές μας… εἶπε νά ζητᾶμε τέτοια πράγματα; Δέν εἶπε. Ἐμεῖς βέβαια τά ζητᾶμε ὡς μωρά πού εἴμαστε. Ὁ Χριστός, ὅμως, εἶπε νά ζητᾶμε μόνο ἕνα: νά βασιλέψει Αὐτός μέσα μας. Αὐτή εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, ὁ Χριστός νά κυριαρχήσει σέ ὅλο τόν ἐσωτερικό μας ἄνθρωπο καί ὁ καθένας μας νά μήν θέλει τίποτα, παρά μόνο τόν Χριστό καί τό θέλημά Του. Νά μήν ἀγαπάει τίποτα, παρά μόνο τόν Χριστό καί νά θέλει νά ζήσει τήν ζωή πού μᾶς δίδαξε Ἐκεῖνος. Ὁ Θεός εἶναι ἀπόλυτος, μᾶς θέλει νά ἀγαπᾶμε Ἐκεῖνον «ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, τῆς ψυχῆς, τῆς διανοίας καί τῆς ἰσχύος» (Μαρκ. 12,30). Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν αὐτός πού ζεῖ ἔτσι, εἶναι ὁ ἀναστημένος ἄνθρωπος, ὁ ὑγιής ἄνθρωπος, πού ἔχει τήν ἀδιάλειπτη προσευχή.
Οἱ πρῶτοι χριστιανοί θεωροῦντο πραγματικοί χριστιανοί, ὅταν μέσα τους λειτουργοῦσε ἡ εὐχή, ἡ νοερά προσευχή, δηλαδή ἡ καρδιά τους ἔλεγε τό ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με’. Βέβαια ὑπάρχουν διάφορες βαθμίδες σ’ αὐτή τήν εὐχή. Ἡ πιό τέλεια μορφή εἶναι, ὅταν ἡ καρδιά λέει μόνη της τήν εὐχή, ὄχι μόνο τήν ἡμέρα ἀλλά καί τήν νύχτα. Ὅπως, ὅταν πέφτουμε νά κοιμηθοῦμε, δέν σταματᾶμε ν’ ἀναπνέουμε, ἔτσι καί πνευματικά θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἀποκαταστήσει αὐτή τήν λειτουργία καί ὅταν κοιμᾶται. Γι’ αὐτό λέει στήν Παλαιά Διαθήκη -γιατί ἀπό τότε ὑπῆρχε ἡ νοερά προσευχή- «ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ» (Ἄσμα 5,2). Ἡ καρδιά δέν σταματάει ὅταν κοιμόμαστε. Τό ἴδιο καί ἡ προσευχή λειτουργεῖ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι φωτισμένος, καθαρισμένος, ἀναστημένος, καί στόν ὕπνο του. Αὐτόν τόν ἄνθρωπο λοιπόν θεωροῦσαν οἱ πρῶτοι χριστιανοί ἀληθινά μέλος τῆς Ἐκκλησίας, γιατί εἶχε γίνει ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί υἱός τοῦ Θεοῦ κατά χάριν.
Μερικοί λένε: «Μέ τό πού βαφτιστήκαμε γίναμε υἱοί τοῦ Θεοῦ». Ὄχι, δέν γίναμε. Πήραμε τήν «ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι» (Ἰω. 1,12). Κάποιοι ἄλλοι λένε ἀκόμα «μή φοβᾶσαι τίποτα, οὔτε χαράγματα, οὔτε ἀντιχρίστους, οὔτε τίποτα… ἀφοῦ βαφτιστήκαμε δέν μᾶς πιάνει τίποτα». Μᾶς πιάνει! Καί ὁ διάβολος μᾶς πιάνει καί ὅλα μᾶς πιάνουν, γιατί τό βάφτισμα μᾶς δίνει τήν δυνατότητα, δέν σωζόμαστε μαγικά. Χρειάζεται κι ἐμεῖς λίγο νά κοπιάσουμε, νά ἀποκαταστήσουμε αὐτή τήν νοερά προσευχή, νά ἐπικαλούμαστε συνεχῶς τόν Χριστό μας καί νά ζοῦμε μέ τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁπότε θά ἔχουμε καί τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτό εἶναι τό πολύ σημαντικό, ὅτι δηλαδή ὁ ἀναστημένος ἄνθρωπος ἔχει μέσα του ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί εἴπαμε στήν τελειότερη μορφή ἡ εὐχή λέγεται ἀπό μόνη της, δηλαδή ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο κατοικεῖ μέσα στήν καρδιά τοῦ βαφτισμένου ἀνθρώπου καί κράζει «ἀββᾶ ὁ πατήρ» (Γαλ. 4,6), δηλαδή Πατέρα. Καί ὁ χριστιανός πού ζεῖ τήν Ἀνάσταση, ὁ ἀναστημένος χριστιανός, ἀκούει τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα του καί συμπροσεύχεται μαζί Του.
Αὐτή εἶναι ἡ τελειότητα στήν ὁποία καλούμαστε νά φτάσουμε ὅλοι οἱ χριστιανοί. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει φτάσει ἀκόμα σ’ αὐτή τήν κατάσταση, πρέπει, τουλάχιστον, νά βρίσκεται στό στάδιο τῆς κάθαρσης, νά ἀγωνίζεται νά κόψει τά πάθη του. Ἄν δέν εἶναι οὔτε σ’ αὐτή τήν κατάσταση, δέν ἔχει μετανοήσει ἀκόμα, ὁπωσδήποτε εἶναι νεκρός πνευματικά. Καί βλέπουμε πολλούς πνευματικά νεκρούς γύρω μας… Ἀνθρώπους καταθλιμμένους, ἀπογοητευμένους, ἀπελπισμένους, λόγω τῆς κρίσης ἤ πού δέν ἔχουν δουλειά κ.λ.π. Οὐσιαστικά, ὅμως, φταίει πού δέν ἔχουμε ἐνεργό μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα, δέν ἔχουμε μετανοήσει. Γιατί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο εἶναι Πνεῦμα ἀληθείας ἀλλά καί Πνεῦμα ἄπειρης καθαρότητος καί δέν μπορεῖ νά πλησιάσει σ’ ἕναν βρώμικο νοῦ, σέ μιά βρώμικη καρδιά. Δέν μπορεῖ νά συνυπάρξει ἀκαθαρσία καί Θεός. Λένε οἱ ἅγιοι: γιά τόν Θεό εἶναι ἀδύνατο ἕνα πράγμα, νά ἑνωθεῖ μέ ἕναν ἀκάθαρτο νοῦ, μέ μιά ἀκάθαρτη ψυχή. Γι’ αὐτό ἡ μετάνοια ἀποτελεῖ προϋπόθεση τῆς Ἀνάστασης.
Ὅταν λοιπόν ὁ ἄνθρωπος μετανοήσει, καθαριστεῖ καί φωτιστεῖ, ἀρχίζει νά ἔχει τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ὁ καρπός τοῦ Πνεύματος ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια» (Γαλ. 5,22). Ὅλα αὐτά τά ἔχει ὁ ἀναστημένος ἄνθρωπος. Δέν μπορεῖ νά εἶσαι ἄνθρωπος ἀναστημένος καί νά μήν ἔχεις λ.χ. χαρά, νά μήν ἔχεις εἰρήνη, νά ἔχεις ἄγχος, νά μήν ἔχεις ἐγκράτεια, νά μήν μπορεῖς νά μαζέψεις τά κιλά σου. Βλέπετε καί ἡ ἐγκράτεια εἶναι χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κι αὐτοί πού ἀγωνίζουνται νά ἀδυνατήσουν, θά ἔπρεπε νά ἀγωνίζονται νά μετανοήσουν! Πηγαίνοντας στά γυμναστήρια καί στούς διαιτολόγους, χάνουν λίγα κιλά καί μετά τά ξαναβάζουν, ἐνῶ, ἄν ἐνεργοποιοῦσαν μέσα τους τό Ἅγιο Πνεῦμα, θά τά ἔχαναν μιά καί καλή.. γιατί, ὅπως εἴπαμε, ἡ ἐγκράτεια εἶναι ἕνα ἀπό τά στοιχεῖα τοῦ καρποῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τό ἴδιο καί ἡ χαρά. Ψάχνουν οἱ ἄνθρωποι τήν χαρά στά ταξίδια, στούς ψυχολόγους, στά ἀντικαταθλιπτικά κ.λ.π. Δέν ἔρχεται, ὅμως, ἔτσι ἡ χαρά, γιατί εἶναι στοιχεῖο τοῦ καρποῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
– Θέλεις χαρά καί εἰρήνη, πού νά μήν σοῦ ἀφαιρεῖται μέ τίποτα;
Μέ ὅποια κατάσταση, πολιτική συγκυρία, ἤ ὁτιδήποτε κι ἄν σοῦ συμβεῖ, θά ἔχεις πάντοτε χαρά, ἄν μέσα σου ἔχεις ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι φανερός στόν ἀναστημένο ἄνθρωπο. Ἔλεγε ὁ Γέροντας Πορφύριος: «Στόν Χριστό ὑπάρχουν ὅλα τά ὡραῖα, τά ὑγιῆ», ὅλα τά φυσιολογικά. Θέλεις νά βρεῖς τόν φυσιολογικό ἄνθρωπο; Θά τόν βρεῖς στόν Χριστό. Θέλεις νά δεῖς, ἄν κάτι εἶναι σωστό ἤ λάθος; Θά τό ψάξεις στόν Χριστό. Ἄν τό ἔκανε ὁ Χριστός ἤ ὄχι. Ἄν τό εἶπε καί ἄν τό δίδαξε ὁ Χριστός. Ὁ ἀναστημένος ἄνθρωπος ἔχει ἀγάπη. Ἀλλά ποιά ἀγάπη; Τήν ἀγάπη τήν ἀνιδιοτελή, τήν ἀγάπη πού «οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς» (Α΄Κορ. 13,5). Δέν ζητάει τό ἴδιον τέλος, τό ἴδιον ὄφελος. Σήμερα κανένας δέν θυσιάζεται γιά τόν ἄλλον. Ἀκόμα καί ἡ φυσική ἀγάπη τείνει νά ἐκλείψει.
Πρίν ἀρκετά χρόνια εἶχα ἀκούσει τήν ἑξῆς εἴδηση: Στήν Γαλλία, πού θεωρεῖται προοδευμένη χώρα -κι αὐτή ἡ πρόοδος ἔρχεται καί σέ μᾶς- οἱ ἄνθρωποι χωρίζουν, ὅπως κι ἐδῶ στήν Ἑλλάδα. Στίς Μητροπόλεις πρέπει νά ἀλλάξουμε τίς ταμπέλες, ἀντί γιά Γραφεῖο Γάμων, πρέπει νά γράψουμε Γραφεῖο Διαζυγίων, γιατί τά διαζύγια εἶναι περισσότερα ἀπό τούς γάμους. Πηγαίνουν, λοιπόν, οἱ ἄνθρωποι στά δικαστήρια, αὐτοί πού πάρα πολύ ἀγαπιοῦνται! Ὁ ἔρωτας, ἡ σαρκική ἀγάπη, δέν εἶναι πραγματική ἀγάπη. Εἶναι μιά ἐμπαθής καί ἰδιοτελής ἀγάπη, ἡ ὁποία ζητάει ἀνταπόδοση. Ἡ σωστή ἀγάπη εἶναι ἡ ἀνιδιοτελής, πού δέν ζητάει ἀνταπόδοση. Ἀλλά αὐτή ἡ ἀγάπη δέν ὑπάρχει ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία. Μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀναστημένος, δηλαδή ἔχει ἐνεργοποιήσει τό Ἅγιο Πνεῦμα, μπορεῖ νά ἀγαπήσει πραγματικά. Τί κάνουν λοιπόν οἱ Γάλλοι; Στό δικαστήριο τσακώνονται γιά τά παιδιά… Γιά τό ποιός θά πάρει τά παιδιά; Ὄχι… γιά τό ποιός δέν θά τά πάρει! Δηλαδή οὔτε ἡ φυσική ἀγάπη πλέον δέν ὑπάρχει στούς ἀνθρώπους, αὐτή πού ἔχει ἡ μάνα γιά τό παιδί καί λένε: «Τί νά τό κάνω τό παιδί; Βάρος θά μοῦ εἶναι». Καί σήμερα οἱ μανάδες σκοτώνουν τά παιδιά… δυστυχῶς καί στήν Ἑλλάδα. Γιά νά μήν ἔχουν πολλά βάρη! Εἶναι ἡ φιλαυτία πού λέγαμε προηγουμένως. Ἄς μήν κρυβόμαστε, στήν Ἑλλάδα ἔχουμε γεμίσει φονιάδες καί φόνισσες μέ τόσες ἐκτρώσεις πού γίνονται καθημερινά, ἀφοῦ τόν χρόνο λένε οἱ στατιστικές πώς οἱ ἐκτρώσεις φτάνουν 300.000 – 500.000. Ὁπότε καταλαβαίνουμε πόσο μακριά εἴμαστε ἀπό τόν ἀναστημένο ἄνθρωπο πού συζητᾶμε.
Ἡ ἀνιδιοτελής ἀγάπη, πού εἶναι χαρακτηριστικό τοῦ ἀναστημένου ἀνθρώπου, ἔχει αὐτά τά χαρακτηριστικά πού περιγράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, οὐδέποτε ἐκπίπτει» (Α΄Κορ. 13,4-8). Βλέπετε ἡ ἀγάπη ἡ ἀληθινή δέν ξεπέφτει ποτέ.
– Ἄν οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν σωστά τόν γάμο καί εἶχαν αὐτήν τήν ἀγάπη, θά χώριζαν ποτέ;
Ποτέ δέν θά χώριζαν. Νά, λοιπόν, πού δέν ἔχουν τήν ἀληθινή ἀγάπη, γι’ αὐτό φτάνουν στό διαζύγιο. Ἡ ἐν Χριστῷ ἀγάπη, ἡ ἐν Ἁγίω Πνεύματι, οὐκ ἐκπίπτει.
Ὁ ἀναστημένος ἄνθρωπος δέν ἔχει ἄγχος καί ἀγωνία. Γιατί; Γιατί ἔχει τόν Χριστό, πού εἶναι ἡ Ὑποστατική εἰρήνη. Ἔχει τήν πίστη, πού εἶναι κι αὐτή στοιχεῖο τοῦ καρποῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κι ὅταν λέμε ὅτι πιστεύουμε στόν Χριστό, δέν πιστεύουμε ἁπλῶς ὅτι ὑπάρχει ὁ Χριστός, ἀλλά ἐμπιστευόμαστε τόν Χριστό. Δηλαδή παίρνουμε τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ καί τά λόγια τοῦ Χριστοῦ ὡς ὁδηγίες καί πρότυπο γιά τήν δική μας ζωή. Ἕνας ἄνθρωπος, λοιπόν, ἐάν ἔκανε αὐτό πού λέει ἡ Ἐκκλησία μας: «Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα», θά εἶχε ἄγχος; Δέν θά μποροῦσε νά ἔχει ἄγχος, γιατί θά ἦταν σάν τό μωρό στήν ἀγκαλιά τοῦ πατέρα του, πού ξέρει ὅτι ὁ πατέρας του θά φροντίσει γιά ὅλα. Αὐτό βέβαια δέν σημαίνει ὅτι δέν θά ἐργάζεται, ἀλλά θά ἐργάζεται γιά ἄλλον λόγο. Θά ἐργάζεται, γιά νά δοξαστεῖ ὁ Θεός τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ὄχι αὐτονομώντας τήν ἐργασία μετατρέποντάς την σέ δουλεία.
Βλέπω πολλούς ἀνθρώπους τίς Κυριακές νά δουλεύουν στά χωράφια τους. Ξέρετε πόσο στενοχωριέμαι; Σκέφτομαι: «ὁ καημένος καί σήμερα, Κυριακή, παιδεύεται». Κάτσε μιά μέρα… Δῶσε αὐτό πού λέει ὁ Χριστός: μία ἡμέρα τήν ἑβδομάδα. Κοίταξε λίγο τήν ψυχή σου. Γιατί ἄνθρωπε δέν τηρεῖς τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη; Ἀλλά προσπαθοῦμε ὑποτίθεται νά ἀποφύγουμε τίς δεσμεύσεις, καί τοῦ Θεοῦ ἀκόμα, καί γινόμαστε δοῦλοι καί σκλάβοι στό ταγκαλάκι, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, στόν διάβολο. Ὁ διάβολος θέλει τό καλό μας; Ποτέ δέν θέλει τό καλό μας. Θέλει μόνο νά μᾶς βασανίζει. Καί σοῦ λέει: «δέν προλαβαίνεις, πρέπει νά πᾶς καί τήν Κυριακή νά θερίσεις… ποιά Ἐκκλησία; ἄστα τώρα αὐτά, τέλειωσε τίς δουλειές σου…», οἱ δουλειές, ὅμως, δέν τελειώνουν ποτέ!
Στό Ἅγιον Ὄρος λένε ἕνα ἀνέκδοτο: «Ὁ Μαθουσάλας ἔζησε 900 χρόνια… ἀλλά τίς δουλειές του δέν τίς τέλειωσε»! Μήν ἐλπίζετε νά τελειώσετε τίς δουλειές σας… Ἐπειδή πιστεύω ὅτι μιλάω σέ πιστούς ἀνθρώπους, αὐτό δέν ἰσχύει γιά σᾶς, ἀλλά γιά ἐκείνους πού δέν τηροῦν τήν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς καί αὐτό εἶναι μεγάλη δυστυχία κυρίως γιά αὐτούς τούς ἴδιους. Ἦρθε ὁ Χριστός μας στήν γῆ γιά νά μᾶς δώσει ζωή καί περίσσεια ζωῆς, ὄχι μετά θάνατον, ἀλλά ἐδῶ καί τώρα, νά ζήσουμε εὐτυχισμένοι, χαρούμενοι, μακάριοι καί εὐλογημένοι ἀπό αὐτή τήν ζωή. Καί αὐτή ἡ ἀποκατάσταση τῆς νοερᾶς προσευχῆς καί ἡ βίωση τῶν σταδίων τῆς πνευματικῆς ζωῆς, κάθαρσης, φωτισμοῦ, θέωσης, εἶναι καί ἡ εὐτυχία μας. Σᾶς εἶπα, τῶν ἀνθρώπων τά πρόσωπα, πού ἐξομολογοῦνται εἰλικρινά, φωτίζονται. Αὐτό εἶναι τό πρῶτο ἄκτιστο φῶς πού βλέπει ὁ ἄνθρωπος. Λένε οἱ Ἅγιοι, πώς, ἄν ἔστω λίγο δέν δοῦμε αὐτό τό φῶς σ’ αὐτή τήν ζωή, νά μήν περιμένουμε νά τό δοῦμε μετά θάνατον. Δέν εἶναι τυχαῖα τά πράγματα, μαγικά. Γιατί λένε μερικοί «νά μπῶ καί γώ σέ μιά ἀκρούλα στόν Παράδεισο». Καί μιά ἀκρούλα εἶναι ὅλος ὁ Παράδεισος. Δέν μπορεῖ ἡ ἀκρούλα νά εἶναι κατώτερη, θά ἔχει ὅλα τά δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά θά πρέπει νά τό ἔχουμε προγευτεῖ σ’ αὐτή τήν ζωή. Εἶναι ἀναγκαῖο τήν ἀνάσταση νά τήν ἐπιδιώξουμε, νά τήν ζήσουμε προσωπικά ὁ καθένας καί ἐπαναλαμβάνω ἀρχίζει μέ μία γνήσια, ἀληθινή μετάνοια.
Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος: ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀναστημένος ἄνθρωπος, ἀφοῦ ἔχει τό φῶς, δέν μπορεῖ νά ἔχει καί σκοτάδι, νά τόν καταλάβει τό σκοτάδι, νά τόν νικήσει τό σκοτάδι, ὁ διάβολος, ὁ θάνατος, ἡ κόλαση. Γι’ αὐτό, ἔλεγε πανηγυρίζοντας, γιά τόν χριστιανό δέν ὑπάρχει θάνατος, δέν ὑπάρχει κόλαση, δέν ὑπάρχει διάβολος. Δέν ὑπάρχουν; Πώς δέν ὑπάρχουν! Ἀλλά ὑπάρχουν γιά τούς μή ἀναστημένους, γιά αὐτούς πού εἶναι μακριά ἀπό τήν ἀνάσταση καί μακριά ἀπό τήν μετάνοια, οἱ ὁποῖοι ζοῦνε ἀπό τώρα καί τήν κόλαση καί τόν διάβολο καί τό σκοτάδι. Ὅσο ὅμως ζοῦμε σ’ αὐτή τήν ζωή, εἶναι κρίμα νά μήν ἀναστηθοῦμε. «Πόσο διαρκεῖ μία ἐξομολόγηση;», λέει ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Φιλοθεΐτης, πέντε λεπτά. Μιά σωστή ἐξομολόγηση σέ πέντε λεπτά τήν κάνεις. Δέν εἶναι κρίμα γιά πέντε λεπτά νά χάσεις τήν αἰωνιότητα, νά χάσεις αὐτό πού δέν τελειώνει ποτέ;
– Μᾶς ζητάει δύσκολα πράγματα ὁ Θεός;
Καθόλου δύσκολα. Τό πιό εὔκολο πράγμα εἶναι νά παραδεχτεῖς ὅτι εἶσαι ἁμαρτωλός καί νά ἀρχίσεις νά ἀγωνίζεσαι. Εἴπαμε βέβαια ὅτι ἡ δυσκολία μετά τήν ἐξομολόγηση εἶναι νά κόψουμε τίς κακές συνήθειες. Ἀλλά βλέποντας ὁ Χριστός τήν προσπάθεια καί τό φιλότιμο πού θά δείξουμε, μᾶς βοηθάει πολύ. Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἔχει ὅλα τά μέσα. Ἔχει ὅπλα πυρηνικά πού διαλύουν τόν διάβολο. Ἕνα ὅπλο εἶναι ἡ Θεία Εὐχαριστία, ἡ Θεία Κοινωνία. Ἄλλο ὅπλο εἶναι ἡ νηστεία, ἡ ἄσκηση, ἡ συνεχής προσευχή. Φοβερά ὅπλα! Τόν διαλύουμε τόν διάβολο. Ἀλλά ἐμεῖς τί κάνουμε; Βγαίνουμε στόν κόσμο χωρίς ὅπλα. Μετά βέβαια μᾶς νικάει ὁ διάβολος… Ποῦ εἶναι ἡ προσευχή σου, ποῦ εἶναι ἡ ἐξομολόγηση, ποῦ εἶναι ἡ μελέτη ἡ πνευματική πού πρέπει νά κάνεις κάθε μέρα, ὁ κανόνας σου, οἱ μετάνοιές σου πού πρέπει νά ἔχεις ἀπό τόν πνευματικό; Γιατί δέν φρόντισες νά ἔχεις τά ὅπλα σου; Ὁ στρατιώτης πού πάει στήν πρώτη γραμμή χωρίς ὅπλα, τί παθαίνει; Σκοτώνεται. Ἔτσι καί ὁ χριστιανός χωρίς ὅπλα. Ἄρα ἔχουμε ὅλα τά ὅπλα, ἀλλά πρέπει νά τά ἔχουμε ἐνεργά, νά τά χρησιμοποιοῦμε, γιά νά ζοῦμε τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ.
Πολλά μποροῦμε νά ποῦμε ἀκόμα, ἀλλά ἄς κρατήσουμε ἐν συνόψει αὐτό: νά ἔχουμε ἐνεργό μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα, νά ζοῦμε μέ μετάνοια. Κάθε στιγμή, ἄν λέμε ‘ἥμαρτον’, σωστά πράττουμε, γιατί κάθε στιγμή χρειαζόμαστε μετάνοια. Μερικοί λένε: «δέν σκότωσα, δέν ἔκλεψα, δέν ἔχω τίποτα, τί νά πῶ;». Αὐτοί εἶναι τυφλοί ἤ κάνουν τόν τυφλό καί, ἐνῶ βλέπουν ὅτι δέν πᾶνε καλά, δέν τό παραδέχονται. Δέν εἶναι ἁμαρτία μιά ἐμπαθής σκέψη ἤ ἕνα ἐμπαθές βλέμμα; Τό εἶπε ὁ Χριστός μας ὅτι εἶναι ἁμαρτία. Δέν εἶναι γιά τούς καλογήρους αὐτή ἡ ἐντολή, γιά ὅλους εἶναι. Καί νά μήν σκεφτοῦμε ὅτι αὐτό δέν μποροῦμε νά τό τηρήσουμε μέσα στόν κόσμο, γιατί τότε ὁ Χριστός μας εἶναι ἀπάνθρωπος, μᾶς ζητάει πράγματα πού δέν μποροῦμε νά τά κάνουμε. Αὐτό εἶναι βλασφημία καί μόνο νά τό σκεφτοῦμε. Ὅ,τι μᾶς ζητάει ὁ Χριστός μας, μποροῦμε νά τό κάνουμε καί τό ζητάει ἀπό ὅλους, ὄχι μόνο ἀπ’ τούς καλογήρους. Ἑπομένως, ἄς ἀγωνιστοῦμε, ἀδελφοί μου, νά ζήσουμε τήν ἀνάσταση, ἐδῶ καί τώρα καί τότε δέν θά λέμε ψέματα, ὅταν λέμε: «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι», γιατί θά ἔχουμε δεῖ τήν ἀνάσταση μέσα μας καί θά ζοῦμε μαζί μέ τόν ἀναστημένο Χριστό, ἀναστημένη ζωή. Τότε καί ὁ θάνατος θά εἶναι ἕνα ἁπλό ἐπεισόδιο, ἕνα ἁπλό συμβάν. Αὐτό λοιπόν εἶναι ἕνα ἀκόμα χαρακτηριστικό τοῦ ἀναστημένου ἀνθρώπου, δέν φοβᾶται νά πεθάνει.
– Ξέρετε ἀνθρώπους πού νά μήν φοβοῦνται νά πεθάνουν; Πολλοί λίγοι εἶναι.
– Ξέρετε ἀνθρώπους πού νά θέλουν νά πεθάνουν;
Ὄχι ἀπό ἀπελπισία καί ἀπό αὐτοκτονικές τάσεις, ἀλλά ἀπό ἀγάπη στόν Χριστό. Ἐλαχιστότατοι! Ἐκεῖ ὅμως πρέπει νά φτάσουμε. Αὐτή εἶναι ἡ κατάσταση τῆς πλήρους καί τέλειας ὑγείας. Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ἐπιθυμῶ ἀναλῦσαι καί σύν Χριστῷ εἶναι» (Φιλ. 1,23). Νά βλέπει τόν Χριστό ἐκτυπώτερον, καθαρότερα, ἐναργέστερα. Κι ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐλευθερώνεται ἀπό τό σῶμα, ὄντως ζεῖ ἐναργέστερα τόν Χριστό καί τήν Βασιλεία Του. Βλέπουμε στίς κηδεῖες πόσο χριστιανοί εἴμαστε καί τί ἀπαράδεκτους ἐπικηδείους λόγους λέμε! Μέχρι πού συκοφαντοῦμε τόν Θεό καί λέμε «ὁ ἀδικοχαμένος νέος, πού τόν πῆρε ὁ Θεός πρόωρα». Δηλαδή δέν ξέρει ὁ Θεός… πού μᾶς παίρνει στήν πιό καλή στιγμή τῆς ζωῆς μας; Κατηγοροῦμε καί τόν Θεό! Καί κάτι σπαραχτικές κραυγές, πού μπορεῖ νά κρατήσουν καί ὧρες καί μέρες.. Πράγματα ἀπαράδεκτα γιά χριστιανό πού ἐλπίζει, πιστεύει καί λέει: «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». Αὐτοί πού ζοῦν καί ἀντιμετωπίζουν ἔτσι τόν θάνατο δείχνουν ἁπλούστατα ὅτι δέν ζοῦν τήν Ἀνάσταση. Ζοῦνε τό γεγονός, πού γιά τόν χριστιανό εἶναι καλό, γιατί σέ πάει στόν Θεό, ὡς κάτι τραγικό, ὡς μία ἐξαφάνιση. Ἐνῶ λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: ὁ θάνατος πρίν τήν Ἀνάσταση ἦταν φοβερό καί τρομερό γιά τόν ἄνθρωπο. Μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἄνθρωπος εἶναι φοβερός γιά τόν θάνατο! Πόσο τό ζοῦμε αὐτό; Γιά νά μετρήσουμε καί τήν δική μας ἀνάσταση.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
http://hristospanagia3.blogspot.gr/

http://www.hristospanagia.gr/?p=64294#more-64294 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...