ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΝ ΚΟΛΛΗΣΕΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΤΗ ΓΗ, Ο ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΩΝ ΔΕΝ ΘΡΟΕΙΤΑΙ. ΚΑΙ ΑΝ ΑΔΙΚΗΘΕΙ ΔΕΝ ΑΓΩΝΙΑ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΤΙ ΑΔΙΚΗΘΗΚΕ ΑΛΛΑ ΒΑΖΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ(ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ- ΕΝΑΣ ΠΟΛΥ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΑΓΙΟΣ)

Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2017

Προκατήχηση, Κατηχήσεις Ἁγίου Κυρίλλου 1ο Μέρος, Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Ἀκούστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:Προκατήχηση, Κατηχήσεις Ἁγίου Κυρίλλου

Μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν προηγούμενη φορά εἴχαμε ἀρχίσει ἕνα καινούριο κεφάλαιο, τίς Κατηχήσεις τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων. Εἴχαμε κάνει μιά πρώτη εἰσαγωγή, τήν ὁποία θά συνεχίσουμε σήμερα. Λέγαμε ὅτι ἐν πολλοῖς ὁ λαός μας εἶναι ἀκατήχητος καί ἐμεῖς πού λεγόμαστε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, πολλές φορές καί σέ μεγάλο ποσοστό, ἀγνοοῦμε τήν πίστη μας. Ἀγνοοῦμε τί θά πεῖ Ὀρθοδοξία, τί εἶναι Ὀρθοδοξία, τί πιστεύουμε, τί ὁμολογοῦμε μέ τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, πού ὑποτίθεται ὅτι τό εἴπαμε καί τό ἀποδεχθήκαμε μέ τό στόμα τοῦ ἀναδόχου μας, ὅταν βαφτιστήκαμε καί τό ὁμολογοῦμε καί κάθε φορά πού γίνεται Θεία Λειτουργία.
Ὅταν λέμε κατήχηση στήν ἐκκλησιαστική γλῶσσα, ἐννοοῦμε τόν τύπο τῆς διδαχῆς, ὅπως τό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή, τήν διδασκαλία δηλαδή, ἡ ὁποία εἰσάγει τόν ὑποψήφιο χριστιανό στίς βασικές δογματικές θέσεις τῆς πίστεως καί ἡ ὁποία -διδασκαλία- προηγεῖται τοῦ βαφτίσματος. Μᾶς βάζει στίς βασικές δογματικές θέσεις, μαθαίνουμε τά βασικά δόγματα, αὐτό εἶναι ἡ κατήχηση, νά γνωρίσουμε τί πιστεύουμε. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς περιγράφει τά βασικά στοιχεῖα ἀπό τά ὁποῖα αὐτή συνίσταται, ἀπό τί ἀποτελεῖται μία Κατήχηση.
Αὐτά εἶναι ἡ διδασκαλία περί μετανοίας, περί πίστεως στόν Θεό, περί Βαπτίσματος, περί χειροθεσίας, περί ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν καί περί μελλούσης κρίσεως. (Χειροθεσία εἶναι νά ἀκουμπήσεις τό χέρι πάνω, θέτω τήν χείρα μου. Ἦταν τό χρίσμα στήν πρώτη Ἐκκλησία. Ἔτσι γινόταν τό χρίσμα μέ τήν χειροθεσία καί μέ τό ὁποῖο ὁ πιστός γίνεται κοινωνός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος). Αὐτά ὅλα εἶναι τά βασικά στοιχεῖα ἀπό τά ὁποῖα συνίσταται μία Κατήχηση. Βλέπετε; Δέν εἶναι καί λίγα. Ἑπομένως, ὅταν θέλεις νά κατηχήσεις κάποιον, θά πρέπει νά τοῦ μιλήσεις γιά ὅλα αὐτά τά πράγματα καί πρῶτα-πρῶτα γιά τήν μετάνοια, ἀπό τήν ὁποία ξεκινοῦν τά πάντα. Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός μας, τό πρῶτο πράγμα πού μᾶς ζήτησε εἶναι νά μετανοήσουμε καί αὐτό ἦταν τό περιεχόμενο τοῦ κηρύγματός Του «μετανοεῖτε ἤγγικεν γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 4,17). Καί ἡ Κατήχηση ἀρχίζει ἀπό αὐτό, ἀπό τήν μετάνοια. Ἄν κανείς δέν μετανοήσει, δέν μπορεῖ καί νά προχωρήσει στήν κατήχηση, δέν ἔχει ἔννοια νά προχωρήσει νά μάθει τά ὑπόλοιπα.
Περί πίστεως. Πρέπει νά τοῦ διδάξεις γιά τήν πίστη στόν Θεό. Στή συνέχεια γιά τό βάφτισμα καί γιά τό χρίσμα. Τό βάφτισμα καί τό χρίσμα εἶναι τά εἰσαγωγικά μυστήρια. Τά μυστήρια πού μᾶς εἰσάγουν στήν Ἐκκλησία, στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τουτέστι στόν χῶρο καί στόν τρόπο τῆς σωτηρίας. Αὐτό εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ κι, ἄν κανείς δέν μπεῖ μέσα σ’ αὐτό τό Σῶμα, δέν μπορεῖ νά σωθεῖ. Καί μπαίνουμε διά τοῦ βαφτίσματος καί διά τοῦ χρίσματος.
Μετά νά τόν διδάξεις περί ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν, τήν ὁποία, δυστυχῶς, πολλοί λίγοι Χριστιανοί στήν πράξη τήν πιστεύουμε. Τήν ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἀλλά πολλοί λίγοι τήν πιστεύουμε. Γι’ αὐτό καί ἔχουμε ὅλες αὐτές τίς εἰδωλολατρικές ἐκδηλώσεις στίς κηδεῖες, γιατί δέν πιστεύουμε στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Καί δέν πιστεύουμε, γιατί ἐνδεχομένως δέν ἔχουμε κατηχηθεῖ. Ἀλλά κι ἄν κατηχηθήκαμε, ἴσως ὄχι ὅσο ἔπρεπε, δέν τά ἔχουμε ἀποδεχτεῖ μέσα μας. Γι’ αὐτό καί κλαῖμε καί θρηνοῦμε καί ὀδυρόμαστε καί χτυπᾶμε ξύλα καί δέν ξέρω τί ἄλλο κάνουμε, ὅταν ἀκούσουμε τήν λέξη θάνατος, σάν νά εἶναι κάτι πολύ κακό. Ἐνῶ ὁ θάνατος δέν εἶναι κακό. Εἶναι κάτι πολύ καλό, εἶναι μιά εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί εἶναι ἕνας βαθύς ὕπνος ἀπό τή στιγμή πού ἦρθε ὁ Χριστός μας στή γῆ. Καί, ὅπως δέν φοβᾶσαι νά πέσεις νά κοιμηθεῖς, ἔτσι δέν πρέπει νά φοβᾶσαι καί νά πέσεις νά πεθάνεις. Ἕνας βαθύς ὕπνος εἶναι ὁ θάνατος. Ἀλλά δέν τά ἔχουμε ξεπεράσει ὅλα αὐτά, γιατί ἀκριβῶς δέν ἔχουμε ξεκαθαρίσει μέσα μας τί εἶναι αὐτό πού πιστεύουμε.
Τέλος, νά τοῦ διδάξεις περί μελλούσης κρίσεως, ὅτι θά γίνει μία Κρίση καί ὅλοι θά κριθοῦμε. Κι αὐτοί πού λέγονται μεγάλοι καί κομπάζουν σήμερα ὅτι εἶναι τάχατες οἱ κυρίαρχοι τῆς οἰκουμένης κι αὐτοί θά κριθοῦνε. Οἱ πάντες θά κριθοῦμε καί θά δώσουμε λόγο στόν Θεό.
Ἱστορικά ἡ κατήχηση τῶν ἐνηλίκων, χωρίς ποτέ νά μεταβληθεῖ ὡς πρός τήν οὐσία της, πῆρε στίς διάφορες χρονικές περιόδους τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας ἀνάλογες μορφές. Τά βασικά ἤτανε τά ἴδια. Στίς διάφορες ὅμως χρονικές περιόδους εἴχαμε καί κάποιες μικρές μεταβολές. Αὐτές οἱ μορφές κατήχησης, μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ἤτανε τριῶν εἰδῶν, μέχρι τήν ἐποχή τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, 4ος-5ος αἰῶνας. Ἡ πρώτη μορφή κατήχησης ἦταν αὐτή πού γινόταν στούς Ἀποστολικούς χρόνους, δηλαδή στά χρόνια τῶν Ἀποστόλων. Κατά τήν περίοδο αὐτή ἡ κατήχηση καί τό βάπτισμα δέν ἀπεῖχαν χρονικά ἤ ἀπεῖχαν πολύ λίγο μεταξύ τους. Δηλαδή μέ τό πού κατηχεῖτο κάποιος, τόν βάφτιζαν ἀμέσως ἤ σχεδόν ἀμέσως. Τό κενό πού ἐνδεχομένως ἀναφυόταν τότε, λόγω τῆς συντομίας τῆς κατήχησης ἤ τῆς προσφορᾶς της σέ πολύ γενικές γραμμές, τό κάλυπταν τά διάφορα σημεῖα καί θαύματα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τά ὁποῖα συνήθως συνόδευαν τό κήρυγμα τῆς μετάνοιας. Ἦταν τόσο ἔντονη ἡ ἐνέργεια τῶν θαυμάτων πού ἔκαναν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι πού κάλυπτε ὅλο αὐτό τό κενό τῆς κατήχησης, γιατί -λογικό εἶναι- δέν προλάβαιναν ν’ ἀκούσουν πολλά πράγματα, τούς βάφτιζαν σχεδόν ἀμέσως. Τό κενό ὅμως καλυπτότανε ἀπό τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τά σημεῖα καί θαύματα πού ἔκαναν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, τά ὁποῖα συνόδευαν τό κήρυγμα τῆς μετάνοιας. Ἦταν τέτοιος ὁ συγκλονισμός τοῦ ἀνθρώπου, πού προχωροῦσε κι ἄς μήν εἶχε ἀκούσει μία πλήρη ἔκθεση τῆς πίστεως. Αὐτό γινόταν στούς ἀποστολικούς χρόνους.
Ἡ δεύτερη μορφή κατήχησης εἶναι αὐτή πού ἔχουμε στούς τρεῖς πρώτους αἰῶνες τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπό τήν στιγμή πού κοιμοῦνται οἱ Ἀπόστολοι, ἡ κατήχηση ἄρχισε νά γίνεται πιό συστηματική. Γενικότερα, ὁ τρόπος εἰσαγωγῆς τῶν νέων χριστιανῶν στίς τάξεις τῶν πιστῶν ἄρχισε λίγο-λίγο νά συστηματοποιεῖται. Πρῶτο στάδιο αὐτῆς τῆς ἐξέλιξης ἦταν ἡ ἐπιλογή ὁρισμένων ἀποσπασμάτων ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, τά ὁποῖα ἀναφέρονται στό σχέδιο τῆς Θείας οἰκονομίας γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἔπαιρναν κομμάτια ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, τά ὁποῖα ἦταν γνωστά στούς Ἰουδαίους, στούς ἐξ Ἰουδαίων χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι διάβαζαν τήν Παλαιά Διαθήκη καί τά χρησιμοποιοῦσαν, γιά νά κατηχήσουν τούς μελλοντικούς χριστιανούς. Τούς λέγανε δηλαδή, νά προσέξουν πῶς ἡ Παλαιά Διαθήκη μᾶς δείχνει τόν Χριστό καί πώς ὅλα τά γεγονότα τῆς Καινῆς Διαθήκης ὑπάρχουν στήν Παλαιά Διαθήκη ὡς προτυπώσεις, ὡς προαναγγελίες. Καί κάποια χωρία χαρακτηριστικά ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη πού ἀναφέρονται στό σχέδιο τῆς Θείας οἰκονομίας, στό σχέδιο τῆς σωτηρίας, τά χρησιμοποιοῦσαν στήν κατήχηση.
Αὐτά ἦταν ἡ βάση τῆς πρώτης κατήχησης καί διαβάζονται σήμερα στήν πρωινή ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Τό Μεγάλο Σάββατο τό πρωί, ἄν πᾶτε -καί νά πηγαίνετε- γίνεται μία πολύ ὡραία ἀκολουθία. Εἶναι Ἑσπερινός καί Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ἐκεῖ ἔχει πάρα πολλά ἀναγνώσματα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τοῦ προφήτου Ἰωνᾶ κ.λ.π. Αὐτά δέν εἶναι χωρίς λόγο ἐκεῖ πέρα. Εἶναι ἡ κατήχηση ἐκείνων πού ἐπρόκειτο νά βαφτιστοῦνε.
Ἀργότερα, κατά τόν 2ο αἰῶνα, ἡ κατήχηση ἄρχισε νά συστηματοποιεῖται. Τότε ἀκριβῶς δημιουργήθηκε καί ἡ τάξη τῶν Κατηχουμένων, ἀπό τό 100 μ.Χ. καί μετά. Ἐμφανίζεται ἡ τάξη τῶν Κατηχουμένων καί ταυτόχρονα ἐπιμηκύνθηκε ἡ διάρκεια τοῦ χρόνου τῆς κατήχησης, ἡ ὁποία ὁρίστηκε νά εἶναι τριετής. Τρία χρόνια θά ἔπρεπε νά εἶναι κατηχούμενος κανείς πρίν βαφτιστεῖ. Ἀπό τόν 2ο αἰῶνα ἰσχύει αὐτό. Ἡ ἐπιμήκυνση αὐτή θεωρήθηκε ἀναγκαία γιά τήν στήριξη τῶν ὑποψήφιων πιστῶν καί τήν ἐνδυνάμωσή τους ἐνώπιον τῆς μεγάλης ἀπειλῆς τῶν διωγμῶν, οἱ ὁποῖοι εἴχανε ἤδη ἀρχίσει… Φοβεροί διωγμοί… ἀπό τόν Νέρωνα καί τούς ἄλλους ὅμοιους αὐτοκράτορες. Ἦταν, λοιπόν, πάρα πολύ μεγάλη ἀνάγκη οἱ χριστιανοί νά εἶναι καλά στερεωμένοι στήν πίστη καί νά ξέρουν ἀκριβῶς τί πιστεύουνε γιά νά μήν ἀρνοῦνται τόν Χριστό. Γιατί, τό νά βαφτιστεῖς καί νά ἀρνηθεῖς τόν Χριστό, βεβαίως, σημαίνει κόλαση. Ἑπομένως, δέν βιάζονταν νά τούς βαφτίσουν, γιατί ὑπῆρχε μεγάλος κίνδυνος νά ἀρνηθοῦν. Καί, δυστυχῶς, πολλοί – παρ’ ὅλη τήν κατήχηση, ἀρνοῦνταν. Ἔχουμε πολλούς τέτοιους πού ἀρνήθηκαν τόν Χριστό τότε. Αὐτό δημιούργησε ἕνα πρόβλημα μετά γιά τήν Ἐκκλησία, ὅταν σταμάτησαν οἱ διωγμοί: Τί θά γίνουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι; Νά τούς πάρουμε στήν Ἐκκλησία; Πῶς νά τούς πάρουμε; Θά τούς ξαναβάλουμε μέσα; Θά τούς ἐπιτρέψουμε νά κοινωνοῦνε; Τελικά ἐπικράτησε ἡ θέση νά τούς δεχτοῦμε καί μέ κάποιο ἐπιτίμιο νά τούς δεχτοῦμε καί στήν Θεία Κοινωνία. Φιλανθρώπως φερομένη ἡ Ἐκκλησία, δέχτηκε ὅσους εἶχαν, ἄς ποῦμε, ἐπιζήσει μετά τούς διωγμούς. Ἀλλά, βλέπετε, ἡ Ἐκκλησία μέ πολύ φόβο Θεοῦ ἔπαιρνε μέτρα καί δέν βάφτιζε ἔτσι ἀβασάνιστα, πρόχειρα καί μαζικά τούς ἀνθρώπους.
Ἄν καί δέν πρέπει νά παραλείψουμε νά τονίσουμε ὅτι καί αὐτό καθεαυτό τό γεγονός τῶν διωγμῶν λειτούργησε ὡς κατήχηση τότε, μέ μιά ἐντελῶς βέβαια διαφορετική μορφή. Οἱ χριστιανοί τότε ζοῦσαν ὁλοζώντανο μπροστά τους τό μαρτύριο τῶν Ἁγίων κι αὐτό ἦταν φοβερή κατήχηση, νά βλέπεις ἕναν ἄνθρωπο νά πεθαίνει γιά τόν Χριστό! Εἶναι τό ἠχηρότερο κήρυγμα, ἡ ἠχηρότερη, ἡ πιό δυνατή κατήχηση πού μπορεῖ νά ἔχεις, νά βλέπεις ἕναν μάρτυρα μπροστά στά μάτια σου νά πεθαίνει γιά τόν Χριστό. Ὁπότε καί αὐτό τούς στήριζε. Ὅπως μᾶς στήριξε κι ἐμᾶς πάρα πολύ, τό γεγονός τῆς θυσίας τῶν νεομαρτύρων στά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας. Αὐτοί οἱ ἅγιοι πού ἔδωσαν τή ζωή τους γιά τόν Χριστό καί μπορεῖ κάποιοι ἀπ’ αὐτούς νά εἶχαν ἀλλαξοπιστήσει, νά εἶχαν γίνει μουσουλμάνοι εἴτε γιατί παρασύρθηκαν εἴτε γιατί τούς παραπλάνησαν ἀπό παιδιά κ.λ.π. αὐτοί στήριξαν τό γένος, ὥστε νά μή χαθεῖ ἡ ὀρθόδοξη πίστη. Εἶναι μιά ἄλλη μορφή κατήχησης. Καί σήμερα ἔλεγε ὁ Γέροντας Παΐσιος, θά πέσουν μερικά κεφάλια, στά χρόνια τοῦ Ἀντιχρίστου, γιά νά στηριχτοῦνε οἱ ἄλλοι. Μερικά παλικάρια δηλαδή θά θυσιαστοῦνε πάλι, γιά νά στηριχτεῖ ἡ πίστη καί τῶν ὑπολοίπων.
Στούς τρεῖς πρώτους αἰῶνες λοιπόν γινόταν μιά πιό συστηματική τριετής κατήχηση. Μετά τόν 4ο αἰῶνα, ἀφοῦ μέ τό διάταγμα τῶν Μεδιολάνων, τό 313 μ.Χ. στή Νίσσα, σταμάτησαν οἱ διωγμοί, κατά συνέπεια καί ἡ κατήχηση μπῆκε σέ μιά καινούρια φάση ζωῆς. Αὐτοί πού ἐνδιαφερόντουσαν γιά τήν χριστιανική ζωή, τήν χριστιανική πίστη, ἔγιναν περισσότεροι. Πολλές φορές εἰσέρχονταν στίς τάξεις τῶν κατηχουμένων ἄνθρωποι μέ λιγότερο ἤ καθόλου γνήσια κίνητρα. Ὄχι, γιατί ἀγαποῦσαν τόν Χριστό, ἀλλά γιά ἄλλους λόγους, γιά νά εἶναι ἀρεστοί στό Κράτος, γιά νά μπαίνουν στίς δημόσιες θέσεις πιό εὔκολα κ.λ.π. Οἱ χριστιανοί ἔπαψαν νά ζοῦνε κρυφά τήν πίστη τους καί ἔτσι, πολλές φορές, ξαφνικά ἀποκαλυπτόταν ἡ ἰδιότητά τους, ἡ ὁποία ἀνάγκαζε κατά κάποιο τρόπο ὁρισμένους συνδεδεμένους μαζί τους μέ συγγένεια ἤ φιλία νά πάρουν κάποια θέση ἀπέναντι στούς χριστιανούς πλέον οἰκείους τους. Τότε ἦταν μεικτός ὁ πληθυσμός, ὑπῆρχαν καί εἰδωλολάτρες καί χριστιανοί καί κάποια στιγμή, ὅταν σταμάτησαν οἱ διωγμοί, οἱ χριστιανοί δέν εἶχαν λόγο νά κρύβονται καί ἀποκάλυπταν τήν ἰδιότητά τους ὅτι εἶναι χριστιανοί. Οἱ ἄλλοι πού ἦταν ἀκόμα εἰδωλολάτρες καί ἦταν συγγενεῖς τους, πῶς τούς ἀντιμετώπιζαν; Συχνά νικοῦσε ὁ δεσμός τῆς συγγένειας, τῆς ἀγάπης, τῆς φιλίας καί ἔλεγε κάποιος, ἀφοῦ εἶναι ὁ φίλος μου, ὁ συγγενής μου, ὁ θεῖος μου, μπαίνω κι ἐγώ καί γίνομαι κατηχούμενος. Ἀλλά αὐτό δέν ἦταν γνήσιο κίνητρο. Ἦταν ἕνα ἀνθρώπινο κίνητρο, χωρίς νά ἔχει σάν μοναδικό κίνητρο τήν ἀγάπη στόν Χριστό. Ἐπιπλέον, ὁ αὐτοκράτορας σάν χριστιανός εὐνοοῦσε τήν Ἐκκλησία καί αὐτή ἡ εὔνοιά του γινόταν πόλος ἕλξεως τῆς ἰδιοτέλειας τῶν ἐθνικῶν, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦσαν νά ἀποσπάσουν ὠφέλη ἀπό τήν αὐλή καί ἀπό τόν αὐτοκράτορα χρησιμοποιώντας τήν ἰδιότητά τους ὡς χριστιανῶν. Μιά ἐκμετάλλευση τοῦ ὀνόματος τοῦ χριστιανοῦ, τῆς ἰδιότητας, γιά νά πετύχουν τούς ἰδιοτελεῖς σκοπούς τους, νά ἀνέβουν στά μάτια τοῦ αὐτοκράτορα, νά πετύχουν τά ἀξιώματα πού θέλανε. Δυστυχῶς καί σήμερα γίνεται αὐτό καί λένε «κι ἐμεῖς θρῆσκοι εἴμαστε, χριστιανοί εἴμαστε..» κι ἄς μήν ἔχει καμία σχέση ἡ ζωή τους μέ τόν Χριστό, μέ τήν χριστιανική ζωή.
Ἡ Ἐκκλησία ἐξάλλου, γιά νά περιφρουρήσει τό ποίμνιό της ἀπό τέτοιους συγχρωτισμούς, ἔγινε περισσότερο αὐστηρή. Προσπάθησε καί ἡ Ἐκκλησία νά ἀμυνθεῖ. Ἡ κατηχητική περίοδος ἔγινε ἀφορμή γιά περισσότερο ἔλεγχο καί καλύτερη προετοιμασία τῶν ὑποψηφίων, οἱ ὁποῖοι διαχωρίστηκαν σέ δυό ὁμάδες. Χωρίστηκαν σέ κατηχούμενους καί σέ φωτιζόμενους. Ἡ νέα τάξη τῶν κατηχουμένων πού ὀνομάστηκαν φωτιζόμενοι ἀποτελοῦνταν ἀπό ἐκείνους οἱ ὁποῖοι, μετά ἀπό τριετή κατήχηση, ἦταν ἕτοιμοι νά εἰσαχθοῦν στό βάπτισμα καί στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἤτανε δηλαδή αὐτοί πού εἶχαν ὁλοκληρώσει τόν πρῶτο κύκλο, τόν τριετή. Αὐτοί ἦταν πλέον φωτιζόμενοι. Εἴχανε περάσει τίς ἐξετάσεις καί ἦταν ἕτοιμοι νά βαφτιστοῦν. Αὐτοί λεγόντουσαν φωτιζόμενοι.
Ἄν προσέξετε, τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, πού κάνουμε τίς Προηγιασμένες Θεῖες Λειτουργίες, ἀπό τή μέση τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί μετά λέμε κάποιες ἐπιπλέον εὐχές. Εἶναι οἱ εὐχές ὐπέρ τῶν φωτιζομένων. Λέμε «ὅσοι κατηχούμενοι προέλθετε, οἱ φωτιζόμενοι προσέλθετε» καί ἀρχίζουμε εὐχές γιά τούς φωτιζόμενους. Εἶναι ἡ ὁμάδα τῶν κατηχουμένων, οἱ ὁποῖοι θά βαφτίζονταν τό Πάσχα, τό Μεγάλο Σάββατο γιά τήν ἀκρίβεια. Καί ἡ Ἐκκλησία ἀρχίζει μέσα στή Μεγάλη Τεσσαρακοστή νά προσεύχεται γι’ αὐτούς εἰδικά.
Ἔτσι λοιπόν, δημιουργήθηκαν εἰδικές κατηχήσεις γιά τούς φωτιζόμενους καί ἐπίσης, καινούργιες κατηχήσεις γιά τούς νεοφώτιστους. Αὐτοί πού πλέον εἶχαν βαφτιστεῖ συνέχισαν νά κατηχοῦνται. Λεγόντουσαν νεοφώτιστοι, αὐτοί πού εἶχαν ἤδη φωτιστεῖ, εἶχαν βαφτιστεῖ καί οἱ κατηχήσεις πού ἄκουγαν λεγόντουσαν μυσταγωγικές. Διδασκαλίες δηλαδή, μέ τίς ὁποῖες καταρτίζονταν οἱ νεοβαφτισμένοι ὥστε νά κατανοήσουν τήν ἔννοια καί τή σημασία τῶν ἱερῶν μυστηρίων. Μπαίνανε μετά στά μυστήρια, μυσταγωγικές κατηχήσεις. Βλέπετε πόσο προσεκτική ἦταν ἡ Ἐκκλησία; Δέν ἀποκάλυπτε τά μυστήρια πρίν τό Βάπτισμα. Ἀφοῦ βαφτιστοῦν καί μετά τούς ἔκανε τίς μυσταγωγικές κατηχήσεις.
Τήν ἐποχή αὐτή λειτούργησε πιό καθοριστικά ὁ θεσμός τῶν ἀναδόχων, μετά τόν 4ο αἰῶνα δηλαδή. Ἀπό τή στιγμή πού σταματᾶνε οἱ διωγμοί, λειτουργεῖ καί ὁ θεσμός τῶν ἀναδόχων πιό καθοριστικά, ἐνῶ ὑπῆρχε καί πρίν. Ὁ ρόλος τους δέν τελείωνε μέ τήν παράστασή τους στήν τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ Βαφτίσματος, ἀλλά συνέχιζε ὡς διακονία συμπληρωματική τῆς κατήχησης καί παρακολούθησης τῶν κατηχουμένων στήν προσπάθειά τους νά ἐφαρμόσουν τίς δογματικές πεποιθήσεις τους στήν καθημερινή ζωή. Αὐτή ἀκριβῶς τήν ἐποχή ἐκφωνήθηκαν καί οἱ κατηχήσεις τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, τόν 4ο αἰῶνα, τίς ὁποῖες πρῶτα ὁ Θεός θά μελετήσουμε. Ὁ ἀνάδοχος λοιπόν ἀπό αὐτή τήν περίοδο καί μετά παίζει καθοριστικό ρόλο γιά τήν ὑπόλοιπη ζωή τοῦ ἀναδεκτοῦ του, αὐτόν τόν ὁποῖο ἐβάφτισε. Ἔπαιζε τόν ρόλο τοῦ νά τόν παρακολουθεῖ, νά τόν στηρίζει στήν χριστιανική ζωή καί νά τόν καθοδηγεῖ.
Πρέπει νά ξέρετε, ὅτι ὑπῆρχαν ἄνθρωποι, ὄχι ἀπαραίτητα ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι ἔκαναν τίς κατηχήσεις σ’ αὐτούς πού θέλανε νά βαφτιστοῦν. Ἀναλάμβαναν καί ἔδιναν ἀναφορά στόν ἐπίσκοπο, γιά τό πῶς πάει αὐτός πού ἔχουν ἀναλάβει.
Νά δοῦμε λίγα βιογραφικά στοιχεῖα καί γιά τόν Ἅγιο Κύριλλο, γιά τόν ὁποῖο πολύ λίγα στοιχεῖα τῆς ζωῆς του μᾶς εἶναι γνωστά. Οἱ ἱστορικοί λένε ὅτι γεννήθηκε μεταξύ 313 καί 315 καί πολύ πιθανόν νά γεννήθηκε στά Ἱεροσόλυμα ἤ στά περίχωρα. Ἀπό στοιχεῖα, πού ὁ ἴδιος δίνει ἔμμεσα στίς Κατηχήσεις του, διαφαίνεται ὅτι ἀπό μικρός ἤτανε χριστιανός καί ὅτι ἀνατράφηκε σέ εὐσεβή χριστιανική οἰκογένεια ἡ ὁποία συμμετεῖχε ἐνεργῶς στήν ἔντονη λατρευτική ζωή τῆς Ἱεροσολυμίτικης Κοινότητας. Ἐπίσης, ἀπό ὅ,τι φαίνεται, ἔγινε πολύ νέος μοναχός καί ἔζησε καί ἔδρασε ὠς ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων. Ἐκεῖνο πού πρέπει νά σημειωθεῖ ἰδιαίτερα, εἶναι οἱ ἰδιάζουσες ἱστορικοπολιτικές συνθῆκες μέσα στίς ὁποῖες ἔζησε καί ἔδρασε, ὅσο καί ἡ καμπή ἀφετηρίας τῆς θεολογικῆς ἀνέλιξης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ 4ου μ.Χ. αἰῶνα. Ἀρχίζει μία περίοδος ἄνθισης τῆς Θεολογίας. Ἔχουμε τούς μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας σ’ αὐτή τήν περίοδο.
Μέ τούς πρώτους παιδικούς χρόνους τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου συμπίπτει ἀφενός ἡ ὁριστική κατάπαυση τῶν διωγμῶν τῶν χριστιανῶν -τό 313 σταματᾶνε οἱ διωγμοί- καί ἀφετέρου ἡ ὁριστικότερη διαφοροποίηση καί διαίρεση τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας σέ ἀνατολικό καί δυτικό τομέα. Ἐπιπλέον τήν ἴδια ἐποχή, πράγμα πού εἶναι καί τό πιό σημαντικό, παρουσιάζεται διαρκῶς αὐξανόμενη ἀριθμητικά καί δυναμικά ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου. Βλέπετε; Μέ τό πού σταματᾶνε οἱ διωγμοί, ἀρχίζουν φοβερές αἱρέσεις. Ὁ διάβολος δέν σταματάει τόν πόλεμο...
Παρόλο πού μέ τίς Ἀποφάσεις τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τό 325, διευθετήθηκε ἡ θεολογική διαμάχη περί τῆς φύσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ἀριανῶν μέ τή θέσπιση τοῦ ὅρου «ὁμοούσιος», ἐντούτοις δέν ἔπαψε ἡ πλάνη τοῦ Ἀρείου νά μαστίζει τήν Ἐκκλησία. Τό 325 γίνεται ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος καί κατατροπώνεται ὁ Ἄρειος, ὁ ὁποῖος ἔλεγε ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός δέν εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα ἀλλά εἶναι κτίσμα, εἶναι δημιούργημα τοῦ Πατέρα, καί διαμορφώνονται τά ἑφτά πρῶτα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως στά ὁποῖα διατυπώνεται ἡ ἀλήθεια γιά τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό ὅτι εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα, ἔχει τήν ἴδια οὐσία μέ τόν Πατέρα. Αὐτό πού αἱρετικά ἀρνιότανε ὁ Ἄρειος. Ὅμως ἡ αἵρεση ἐξακολουθοῦσε νά ὑπάρχει, ὅπως καί σήμερα. Ἔχουμε πάρα πολλές αἱρέσεις πού ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία ἀλλά καί πάρα πολλές θρησκεῖες, στίς ὁποῖες, ἐνῶ ἔχουν καταδικαστεῖ, προσχωροῦμε.
Νά σᾶς πῶ ἕνα πολύ τρανταχτό παράδειγμα: μασονία. Ἡ μασονία εἶναι θρησκεία καί ἔχει ἐπίσημα καταδικαστεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία. Κι ὅμως ὑπάρχει καί πολλοί, ἀκόμα καί σήμερα, ὀρθόδοξοι χριστιανοί ἀφελεῖς πέφτουν στά δίχτυα της καί ἐπιστήμονες μορφωμένοι ἄνθρωποι καί παρασύρονται. Ὁ φίλος μέ τόν φίλο καί λένε δέν κάνουμε τίποτα.. πᾶμε ἐκεῖ, ἀκοῦμε κάτι ὁμιλίες, κάνουμε φιλανθρωπία… ἁπλῶς ὑποστηρίζουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον.. Καί δέν θέλουν νά παραδεχτοῦν ἤ δέν ξέρουν ἤ δέν θέλουν νά μάθουν ὅτι ὅλο αὐτό εἶναι θρησκεία. Καί μάλιστα εἶναι ἡ φοβερή θρησκεία τοῦ ἥλιου. Εἶναι εἰδωλολατρική θρησκεία τοῦ Βάαλ, τοῦ ἀρχαίου θεοῦ Βάαλ, τόν ὁποῖο καταπολέμησε ὁ Προφήτης Ἠλίας. Γι’ αὐτό ἔχουνε τόν ἥλιο. Ἅμα πᾶτε στίς μασονικές στοές, θά τό δεῖτε. Κι ἀπ’ τήν ἄλλη βάζουν καί τό Εὐαγγέλιο γιά νά παραπλανοῦν τόν κόσμο.
Λοιπόν, ἔτσι καί τότε, ὁ Ἄρειος κατατροπώθηκε ἀλλά ἡ αἵρεση ἐξακολουθοῦσε νά ὑπάρχει. Ὁπότε, θά ἔπρεπε ὁ Ἅγιος Κύριλλος νά ἀμυνθεῖ ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν καί νά κατηχήσει ἀναλόγως τούς Χριστιανούς του καί αὐτούς πού θά βαφτίζονταν, ὥστε νά μήν ὑποκύψουν καί παρασυρθοῦνε σ’ αὐτή τήν αἵρεση. Μετά τόν θάνατο τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τό 337 μ.Χ. καί τήν ἀνάδειξη στόν θρόνο τοῦ υἱοῦ του Κωνσταντίνου τοῦ Β΄, ὁ ὁποῖος, ὅπως φαίνεται, εὐνοοῦσε τούς Ἀρειανούς, παρουσιάζει καλπάζουσα αὔξηση ἡ αἱρετική μερίδα τῶν χριστιανῶν. Αὐξάνονται οἱ αἱρετικοί. Γι’ αὐτό τόν λόγο γεμίζουν προοδευτικά οἱ ἐπισκοπικοί θρόνοι μέ ἀρειανούς ποιμένες. Προσέξτε, οἱ ἐπίσκοποι ἦταν Ἀρειανοί! Καταλαβαίνουμε πόσο δύσκολη ἦταν ἡ ἐποχή αὐτή γιά τόν Ἅγιο Κύριλλο.
Ἕνα ἄλλο σημαντικό στοιχεῖο πού σχετίζεται καί πού ἐπέδρασε στή ζωή καί στήν προσωπικότητα τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου εἶναι ἡ κατάσταση τῆς γενέτειράς του πόλεως καί ἡ ἰδιομορφία τῆς χριστιανικῆς κοινότητας. Ἡ κατάσταση δηλαδή τῶν Ἱεροσολύμων ἐκείνη τήν ἐποχή. Ἡ χριστιανική κοινότητα τῆς Ἱερουσαλήμ πού, μετά τήν καταστροφή τῆς πόλης τό 70 ἀπό τόν Τίτο, εἶχε σχεδόν ἀφανιστεῖ, ἄρχισε στήν ἐποχή τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου νά παρουσιάζει ἐντονότερα δείγματα ζωῆς. Τόν 3ο αἰῶνα μετά Χριστόν, ὅπως πληροφορούμαστε, εἶχε Χριστιανό ἐπίσκοπο ἡ Ἱερουσαλήμ κι αὐτός ὑπαγότανε διοικητικά στήν ἕδρα τῆς Καισάρειας. Καισάρεια ὑπάρχει καί σήμερα σέ ἐρείπια. Ἄν ἀξιωθεῖτε καί πᾶτε στά Ἱεροσόλυμα, πιθανόν νά περάσετε κι ἀπ’ τήν Καισάρεια. Εἶναι μιά νεκρή πόλη σήμερα, νεκρόπολη. Τότε ἤτανε ἡ Μητρόπολη ἄς ποῦμε, ἡ ἕδρα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, καί τά Ἱεροσόλυμα ὑπαγόντουσαν στήν Καισάρεια διοικητικά.
Ἡ ἀπόφαση τῆς Α΄Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὅρισε, ὥστε στό ἑξῆς ἡ Ἱερουσαλήμ νά ἀπολαμβάνει ἰδιαίτερα προνόμια καί ξεχωριστή τιμή ἐπειδή εἶχε ἰδιάζοντες δεσμούς μέ τό Πρόσωπο καί τήν ἐπί γῆς παρουσία τοῦ Κυρίου. Ἡ ἀπόφαση αὐτή ἀνύψωσε τήν ἐκκλησία τῆς Ἱερουσαλήμ σέ ἐπισκοπή καί τήν ἀποδέσμευσε ἀπό τήν ἐξαρτηματική σχέση της ἀπό τόν θρόνο τῆς Καισάρειας. Αὐτή ἀκριβῶς τήν ἐποχή χτίστηκε καί τό κτιριακό συγκρότημα πού γινόντουσαν οἱ κατηχήσεις. Κάπου μαζεύονταν οἱ ἄνθρωποι καί κάνανε τίς κατηχήσεις. Αὐτό τό κτιριακό συγκρότημα, πού γινόντουσαν οἱ κατηχήσεις τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, περιλάμβανε τόν Ναό τῆς Ἀναστάσεως, ὁ ὁποῖος ἦταν χτισμένος πάνω στόν Πανάγιο Τάφο, τόν ὁποῖο, ἴσως ξέρετε, τόν ἔχτισε ἡ Ἁγία Ἐλένη. Εἶχε πάει στούς Ἁγίους Τόπους τό 325 καί βρῆκε ἐκεῖ τόν Πανάγιο Τάφο, βρῆκε τόν Γολγοθᾶ, βρῆκε τόν Τίμιο Σταυρό καί ἔχτισε καί Ναό πάνω ἀπό τόν Πανάγιο Τάφο, τόν Ναό τῆς Ἀναστάσεως.
Ὑπῆρχε ἕνας ἄλλος ναός πού λεγότανε Ναός τοῦ Μαρτυρίου, πού ἦταν χτισμένος στό σημεῖο τῆς εὕρεσης τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Σήμερα, ἄν πᾶτε στόν Πανάγιο Τάφο καί στόν Ναό τῆς Ἀναστάσεως, θά δεῖτε ὅτι εἶναι μέσα, γιατί εἶναι νεότερο τό κτίσμα πού ὑπάρχει σήμερα, δέν εἶναι τό κτίσμα τῆς Ἁγίας Ἐλένης. Ἔχουν συμπεριληφθεῖ ὅλα σέ ἕναν ναό καί τό σημεῖο τῆς εὑρέσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, πού εἶναι χαμηλά, βαθιά κάτω καί κατεβαίνεις πολλά σκαλοπάτια…
Ὑπῆρχε λοιπόν ἕνας δεύτερος ναός τοῦ Μαρτυρίου πού ἀντιστοιχοῦσε στό σημεῖο εὕρεσης τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί ὑπῆρχε καί τό μικρό κτίριο μέ τό κυκλικό αἴθριο χτισμένο στό σημεῖο τῆς Σταύρωσης. Τρία κτίρια ὑπῆρχαν λοιπόν τότε. Σ’ αὐτό τό ἱστορικοπολιτιστικό πλαίσιο καλεῖται ὁ Ἅγιος Κύριλλος σέ ἡλικία μόλις 20 χρονῶν νά εἰσέλθει μέ τήν εἰς διάκονο χειροτονία του στίς τάξεις τοῦ Ὀρθοδόξου Κλήρου, τό 335. Γίνεται διάκος σέ ἡλικία 20 ἐτῶν. Ὡς διάκος παραμένει 10 χρόνια καί τό 345 γίνεται ἡ χειροτονία του εἰς πρεσβύτερον μέ ἐντολή τοῦ ἐπισκόπου Ἱεροσολύμων Μαξίμου, ὁ ὁποῖος, ὅπως εἶναι γνωστό, εἶχε στενούς φιλικούς δεσμούς μέ τόν Μέγα Ἀθανάσιο. Αὐτό ἔχει ἰδιαίτερη σημασία γιά τήν διαλεύκανση τοῦ σημείου τῆς κατηγορίας πού ἀργότερα ἀποδόθηκε στόν Ἅγιο Κύριλλο ὅτι δῆθεν εἶχε σχέση μέ τούς Ἀρειανούς καί κατά συνέπεια διακατεχόταν ἀπό ἀρειανικές ἀντιλήψεις. Ἡ χειροτονία τοῦ Μαξίμου καί ὁ στενός φιλικός δεσμός, ἔστω καί ἔμμεσος, μέ τόν «λέοντα» τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπάδουν πρός τήν κακοδοξία, πού κακόβουλοι θέλησαν νά ἀποδώσουν στόν Ἅγιο Κύριλλο. Δέν μπορεῖ νά εἶχε σχέση μέ τούς Ἀρειανούς ἐφόσον συνδεόταν μέ τόν Μέγα Ἀθανάσιο, τόν κατεξοχήν πολέμιο τοῦ Ἀρείου καί μέ τόν σπουδαῖο ἐπίσης ἐπίσκοπο Μάξιμο, ὁ ὁποῖος τόν χειροτόνησε. Ἤξεραν πολύ καλά τί ἔκαναν ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι.
Οἱ κατήγοροί του, πιθανότατα Ἀρειανοί οἱ ἴδιοι, τόν συκοφάντησαν γιά λόγους πού πιθανῶς ἐξυπηρετοῦσαν αὐτούς καί τήν αἵρεσή τους. Βλέπετε πῶς ἡ Ἐκκλησία ἀπό τότε εἶναι μέσα σέ ταλαιπωρίες, μεγάλες ταλαιπωρίες, ὅπως καί σήμερα… Ἔχουμε τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἠ ὁποία ἐπηρεάζει πολλούς καί ἱερεῖς καί ἐπισκόπους. Τότε ἦταν αὐτή ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ καί γινόντουσαν καί συκοφαντίες καί ἴντριγκες καί χίλια δυό πράγματα.
Τόν ἐπίσκοπο Μάξιμο διαδέχθηκε ὁ Ἅγιος Κύριλλος γύρω στά 348-350 μ.Χ. Ἐπίσκοπος ὁ Ἅγιος Κύριλλος χειροτονήθηκε ἀπό τόν Ἀρειανό μητροπολίτη Καισαρείας Ἀκάκιο, στόν ὁποῖο ἀνῆκε ἡ ἐπισκοπή τῶν Ἱεροσολύμων. Αὐτό ἔδωσε ἀφορμή νά παρεξηγηθεῖ ὁ Ἅγιος Κύριλλος καί νά θεωρηθεῖ ὅτι εἶχε τά ἴδια φρονήματα μέ τόν Ἀκάκιο. Τίς συκοφαντικές αὐτές διαδόσεις διαλεύκανε ἡ Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 382, ἡ ὁποία μέ Συνοδική Ἀπόφαση ἀποκατέστησε τήν ἀλήθεια ἀποκαλώντας τόν Ἅγιο Κύριλλο μεγάλο ἀγωνιστή κατά τῶν Ἀρειανῶν.
Ἀμέσως μετά τήν χειροτονία του, ὁ Ἅγιος Κύριλλος ἀναλαμβάνει ἀγῶνα ἐναντίον τῶν Ἀρειανῶν καί συνεπῶς καί ἐναντίον τοῦ ἐπισκόπου Καισαρείας Ἀκακίου παρόλο πού τόν εἶχε χειροτονήσει ἐπίσκοπο. Βλέπετε; Δέν εἶναι λόγος, πού δυστυχῶς τόν ἐπικαλοῦνται καί σήμερα οἱ ἐπίσκοποι.. σοῦ λέει αὐτός μέ χειροτόνησε, πῶς νά πῶ τώρα κάτι ἐναντίον του; Μά ἀφοῦ λέει αἱρετικά πράγματα! Πρέπει νά πεῖς. Γιατί ξέρετε, κατεξοχήν ὁ ἐπίσκοπος εἶναι ὑπεύθυνος γιά ὅλη τήν Ἐκκλησία καί ὅταν σφάλλει, ἕνας ἄλλος ἐπίσκοπος θά πρέπει νά τόν ἐλέγξει γιά νά μήν ἐξαπλωθεῖ αὐτή ἡ λύμη τῆς κακοδοξίας, νά μήν κυριεύσει τό μικρόβιο τήν Ἐκκλησία καί χαθοῦν κάποια πρόβατα ἐξαιτίας τοῦ αἱρετικοῦ ἐπισκόπου. Κι ὅμως, λένε κάποιοι ἐπίσκοποι σήμερα, πῶς ἐγώ νά πῶ κάτι ἐναντίον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἄς ποῦμε, ἀφοῦ μέ χειροτόνησε.. Πρέπει νά πεῖς, γιατί εἶσαι ὑπεύθυνος. Ἐδῶ ὁ Ἅγιος Κύριλλλος ἀντιτίθεται ἐναντίον τοῦ ἐπισκόπου πού τόν χειροτόνησε. Γιατί; Γιατί ἦταν Ἀρειανός, ἔλεγε ἀρειανικά πράγματα, ἦταν ἀρειανόφρων.
Οἱ Ἀρειανοί τόν χτυποῦν ἀδυσώπητα, γιατί τόν θεωροῦν ὑπέρμαχο καί ὁμολογητή τῆς πίστεως τῆς Νικαίας. Παράλληλα θέλουν νά τόν ἐμποδίσουν στό ἔργο τῆς ἀνάπτυξης τῆς ἐπισκοπῆς τῶν Ἱεροσολύμων. Συνέπεια αὐτῆς τῆς ἀνοιχτῆς πολεμικῆς κατά τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου εἶναι οἱ ἐπανηλλημένες ἐκθρονίσεις του. Τόν διώχνουν ἀπό τόν θρόνο. Ἀρχικά ἐξορίστηκε στήν Ταρσώ, τό 357 μ.Χ. Ἀκολούθησε ἄλλη ἐξορία ὑπό Αὐτοκράτορος Οὐάλεντος. Καί βλέπετε πάλι δέν φοβᾶται ὁ Ἅγιος νά μή χάσει τήν καρέκλα του... Ἔτσι ἦταν οἱ Ἅγιοι. Τά παίζανε ὅλα γιά ὅλα. Ὅλα γιά τόν Χριστό. Δέν τούς ἔνοιαζε, ἄν θά τούς καταδιώξει ὁ Αὐτοκράτορας ἤ οἱ ἄλλοι ἐπίσκοποι καί ἐνδεχομένως χάσουν τόν θρόνο τους… καί τόν χάνανε… καί ἐκθρονίζονταν καί ἐξορίζονταν. Ἐκεῖνο πού εἶναι ἐξαιρετικά ἀξιοσημείωτο εἶναι ὅτι, ἐνῶ ὁ Ἅγιος Κύριλλος συστηματικά ἀπέφευγε νά χρησιμοποιεῖ στίς κατηχήσεις του λεπτούς καί ἐπίμαχους ὅρους, ὅπως τό ὁμοούσιος, γιά νά μήν ἐρεθίσει τούς Ἀρειανόφρονες, ἐντούτοις αὐτό δέν ἑρμηνεύτηκε ὡς διάκριση, ἡ ὁποία ἦταν ἐπιβεβλημένη γιά λόγους ἐκκλησιολογικούς καί ποιμαντικούς. Ἐνῶ γιά αὐτό τόν λόγο τό ἔκανε. Τό πίστευε ὅτι εἶναι ὁμοούσιος ὁ Πατέρας μέ τόν Υἱό, ἀλλά γιά νά μήν ἐρεθίζει δέν ἔλεγε ἀκριβῶς αὐτή τήν λέξη.
Παρεξηγημένος λοιπόν ἀπό τούς Ὀρθοδόξους γιά τή μή χρήση τοῦ ὅρου ὁμοούσιος καί ταυτόχρονα ἀντίπαλος τῶν Ἀρειανῶν ἐξαιτίας τῆς ὁμολογουμένης ἀντιθέσεώς του πρός αὐτούς, ὁ Ἅγιος Κύριλλος παρέμενε σ’ ἕνα εὐλογημένο καί καρποφόρο περιθώριο μακριά ἀπ’ τή δημοσιότητα κι ἀπ’ τήν πρώτη γραμμή τῆς διαμάχης τῆς Ἐκκλησίας μέ τούς αἱρετικούς. Ἡ περιθωριοποίηση αὐτή τοῦ ἔδωσε τή δυνατότητα καί τίς συνθῆκες, γιά νά ἐργαστεῖ οὐσιαστικότερα καί σέ βάθος δίνοντας ὅλες του τίς δυνάμεις καί τά χαρίσματα στήν τελειότερη ὀργάνωση τοῦ κατηχητικοῦ καί ποιμαντικοῦ ἔργου, πράγμα πού ἀπέδωσε πολλούς καρπούς στήν Ἐκκλησία καί πού τοῦ προσέδωσε τόν τίτλο τοῦ Πατρός τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ προσάρτησε τήν ἐπωνυμία τοῦ κατηχητοῦ καταγράφοντάς τον στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία μέ τό ὄνομα Κύριλλος Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων ὁ Κατηχητής. Ἐπειδή ἀκριβῶς εἶχε αὐτή τήν διάκριση καί δέν ἐρχόταν σέ μία ὀξεία καί ἔντονη καί συνεχή ἀντιπαράθεση μέ τούς Ἀρειανούς, ἔβρισκε τόν χρόνο καί τήν δύναμη τήν ψυχική νά ὀργανώσει πολύ καλά τήν ποιμαντορία του, τήν ποιμαντική του διακονία, καί ἔκανε συστηματική κατήχηση, γι’ αὐτό καί ὀνομάστηκε κατηχητής.
Ἐκεῖνο πού ἰδιαίτερα χαρακτηρίζει τήν προσωπικότητα τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου εἶναι ἡ τέλεια ἐναρμόνιση θεολογίας καί ζωῆς. Εἶναι αὐτό πού εἶπαμε καί στήν προηγούμενη συνάντηση, ἄν δέν κάνω λάθος, ὅτι δόγμα καί ἦθος εἶναι οἱ δύο ὄψεις τοῦ ἴδιου νομίσματος. Ἡ θεολογία καί ἡ ζωή. Δέν μπορεῖς νά εἶσαι θεολόγος, ἄν δέν ζεῖς σωστά. Καί πάλι δέν μπορεῖς νά ζεῖς σωστά, ἄν δέν πιστεύεις σωστά. Ὁ Ἅγιος Κύριλλος λοιπόν καί ζοῦσε σωστά ἀλλά καί θεολογοῦσε σωστά.
Ἡ εὐαίσθητη καί θεωρητική φύση του δουλεμένη πρακτικά στίς ἀναμετρήσεις τῆς καθημερινότητας καί στήν δεκαεξάχρονη περίπου θητεία του στήν ἐξορία, τοῦ χάρισαν σπάνια ἰσορροπία τῶν στοιχείων τῆς προσωπικότητάς του πού ἔγινε ἐμφανής κυρίως στή μετέπειτα ποιμαντική διακονία του, ἡ ὁποία ἦταν πλήρης διακρίσεως, σοφίας, ὀρθοδοξίας καί ὀρθοπραξίας καί ἀποτέλεσε κυριολεκτικά προβολέα τῆς ὄλης του προσωπικότητας. Συνδύασε δηλαδή θεωρία καί πράξη.
Σήμερα, ὅποιος μελετάει μέ ἐπιμέλεια τό ἔργο τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, διακρίνει πολύ εὔκολα τήν μεγάλη πατερική προσωπικότητα, ἡ ὁποία ἑδράζεται στήν Ὀρθοδοξία καί ἐκφράζεται στήν ὀρθοπραξία, στήν ὁποία δόγμα καί ἦθος, δόγμα καί ζωή, συνυπάρχουν, ἀλληλοπεριχωροῦνται καί μελωδοῦν ἐν μέσω τῆς Ἐκκλησίας μέλος ἐναρμόνιο θεολογίας.
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος κοιμήθηκε στίς 18 Μαρτίου τοῦ 386 μ.Χ.
Νά ποῦμε καί δυό λόγια γιά τίς Κατηχήσεις τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου. Οἱ κατηχήσεις του χωρίζονται σέ δύο κατηγορίες. Εἶναι αὐτές πού ἀπηύθυνε στούς φωτιζόμενους καί αὐτές πού ἐκφώνησε στούς νεοφωτίστους, σ’ αὐτούς δηλαδή πού εἶχαν ἤδη βαφτιστεῖ. Γιά τήν ἀρχαία Ἐκκλησία τό θέμα τῆς κατήχησης τοῦ ὑποψήφιου χριστιανοῦ ἤτανε βασικῆς σημασίας. Ὅσο καί ἄν οἱ ἴδιοι οἱ πιστοί συντελοῦσαν στή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου καί στήν προσέλευση νέων μελῶν στήν Ἐκκλησία, οἱ ἐπίσημοι ἐκκλησιαστικοί φορεῖς καί εἰδικότερα ὁ ἐπίσκοπος ἤτανε μόνιμα ἐπιφορτισμένοι μέ τήν διακονία καί τήν εὐθύνη τῆς κατηχήσεως. Σᾶς εἶπα ὅτι ὑπῆρχαν λαϊκοί πού κατηχοῦσαν, δίδασκαν δηλαδή τούς ὑποψήφιους γιά βάφτιση, ἀλλά τήν τελική εὐθύνη τήν εἶχε ὁ ἐπίσκοπος καί οἱ πρεσβύτεροι. Κατά τήν τάξη τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας τήν πρώτη Κυριακή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς προσέρχονταν στήν ἐκκλησιαστική σύναξη ὅσοι ἐπιθυμοῦσαν νά κατηχηθοῦν καί ὁμολογοῦσαν ἐνώπιον τοῦ ἐπισκόπου τήν σταθερή ἀπόφασή τους νά γίνουν χρστιανοί. Προσέξτε, εἶναι ὡραῖα αὐτά τά πράγματα, γιά νά δοῦμε πῶς λειτουργοῦσε ἡ πρώτη Ἐκκλησία. Τήν πρώτη Κυριακή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, πού σήμερα τήν ἔχουμε ἀφιερωμένη στήν Ὀρθοδοξία, εἶναι ἡ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅσοι θέλανε νά βαφτιστοῦν, πήγαιναν στή σύναξη, τήν ἐκκλησιαστική σύναξη καί ἐνώπιον τοῦ ἐπισκόπου ὁμολογοῦσαν ὅτι θέλουν νά γίνουν χριστιανοί.
Ὁ ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ἦταν καί ὁ μόνος ὑπεύθυνος ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων γιά τό ἔργο τῆς κατήχησης καί τῆς προσαγωγῆς τῶν νέων πιστῶν στήν ἅγια κολυμβήθρα, κατέγραφε τά ὀνόματα τῶν πρός τό φώτισμα εὐτρεπιζομένων σέ εἰδικό κατάλογο. Δέν πήγαινε, ὅποιος θέλει. Δέν καταγράφανε, ὅποιον δήλωνε τό ὄνομά του. Ἀπό τήν ἑπόμενη μέρα καί γιά ὅλη τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή οἱ κατηχούμενοι προσέρχονταν καθημερινά στόν Ναό τοῦ Μαρτυρίου. Εἴπαμε ὁ Ναός τοῦ Μαρτυρίου ἤτανε χτισμένος ἐπάνω ἀπό τόν τόπο πού βρέθηκε ὁ Τίμιος Σταυρός ἀπό τήν Ἁγία Ἐλένη. Πήγαιναν λοιπόν ἐκεῖ καί δέχονταν τούς ἐξορκισμούς. Τούς διάβαζαν ἐξορκισμούς, ἐνῶ παράλληλα παρακουλουθοῦσαν τίς κατηχήσεις. Ὅπως κάνουμε σήμερα στά μωρά. Τούς διαβάζουμε ἐξορκισμούς, γιατί ὁ ἄνθρωπος ὁ ἀβάφτιστος εἶναι κυριευμένος ἀπό τό πονηρό πνεῦμα καί πρέπει νά ἐλευθερωθεῖ.
Οἱ Κατηχήσεις τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου εἶναι ἀπό τά πολυτιμότερα γραπτά τεκμήρια τῶν πρώτων αἰώνων τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπό τήν προσεγμένη δομή τους μποροῦμε νά συμπεράνουμε ὅτι κατά πᾶσα πιθανότητα δέν ἐκφωνοῦνταν ἀπό στήθους. Δέν ἦταν ἀπ’ ἔξω, ἦταν καταγεγραμμένη ἡ κατήχηση. Ἐνῶ οἱ σχετικές φιλολογικές τους ἐλλείψεις δέν ὀφείλονται στήν ἀπροσεξία ἤ τό ἀκατάρτιστο τοῦ ἐκφωνητή ἀλλά στή δυσχέρεια τῆς ταχείας καί λεπτομεροῦς καταγραφῆς τους ἀπό τούς ταχυγράφους. Ὅταν μιλοῦσε, ὑπῆρχαν ἀπό κάτω ἄνθρωποι πού τά κατέγραφαν, οἱ λεγόμενοι ταχυγράφοι. Καί στά χρόνια τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου ὑπῆρχαν αὐτοί. Δέν εἶχαν τότε οὔτε μαγνητόφωνα οὔτε τίποτα. Αὐτοί κατέγραφαν, ἀλλά ἔκαναν καί λάθη, γι’ αὐτό βλέπουμε καί κάποια λάθη στίς Κατηχήσεις σήμερα.
Σέ γενικές γραμμές, θά μπορούσαμε νά ποῦμε, ὅτι οἱ φιλολογικές ἀτέλειες τῶν Κατηχήσεων δέν λειτουργοῦν σέ βάρος τῆς δομῆς τοῦ λόγου καί δέν ἐπηρεάζουν τήν σπουδαιότητα τοῦ περιεχομένου. Εἶναι λάθη ἐπουσιώδη. Ἡ πληρότητα τῆς θεολογικῆς γνώσεως, ἡ σοφία, ἡ διδακτική εὐαισθησία καί ἡ ἐκφραστική λιτότητα ἀπαρτίζουν τό σύνολο τῆς ἐκπεφρασμένης ποιμαντικῆς διάκρισης τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, ὁ ὁποῖος γνωρίζοντας πολύ καλά τήν ἀνατομία τοῦ ἀνθρώπινου ψυχοδυναμικοῦ καταφέρνει νά ὑφάνει τόν θεῖο λόγο στό στημόνι τῆς κάθε προσωπικῆς ἰδιαιτερότητας μέ καταπληκτική ἀκρίβεια καί ἀπόλυτη ἐπιτυχία. Πετυχαίνει ὁ Ἅγιος νά προσαρμόσει στόν κάθε ἄνθρωπο αὐτή τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ δογματική ἀλήθεια ἀκτινοβολεῖ ὄντας συγχρόνως ἁπλή καί προσιτή. Καί ἡ θεολογική σκέψη, χωρίς νά χάνει τή διαύγεια καί τήν ἀποφατικότητά της, γίνεται ἄμεση καθημερινή πραγματικότητα. Ἐνῶ εἶναι κάτι πολύ μεγάλο, πολύ ὑψηλό, ἡ Θεολογία μας, ὁ Ἅγιος πετυχαίνει νά τήν κάνει προσιτή στήν καθημερινή πράξη κι αὐτό ἔχει ἀξία, ὥστε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ νά σαρκώνεται, νά παίρνει πρακτική μορφή καί νά διδάσκεται ἔτσι, μέ τρόπο πού νά μπορεῖ καί ὁ ἄνθρωπος πού τόν ἀκούει νά τόν ἐφαρμόσει, νά τόν βάλει σέ πράξη. Κι αὐτό τό πετυχαίνει ὁ Ἅγιος.
Ἡ ἀποφυγή ὅρων πού δέν εἶναι παγιωμένοι καί κοινῶς ἀποδεκτοί εἶναι ἐσκεμμένη. Ἡ ἔλλειψη αὐτή ἀφήνει τόπο γιά τήν πλούσια χρήση τῶν βιβλικῶν χωρίων μέ τήν ὁποία συνδέονται ὁ Θεός τοῦ Ἀβραάμ, Ἰσαάκ καί τοῦ Ἰακώβ μέ τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό Λόγο. Δηλαδή, ἐπειδή ἀποφεύγει κάποιους ὅρους, χρησιμοποιεῖ πάρα πολλά μέσα ἀπό τήν Βίβλο, μέσα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή.
Οἱ Κατηχήσεις τῶν Φωτιζομένων τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου εἶναι μοναδικῆς ἀξίας καί σπουδαιότητας, γιατί ἐκτός τῶν ἄλλων ἔχουν καί τό ἑξῆς σημαντικό πλεονέκτημα: δίνουν τήν δυνατότητα στόν σημερινό μελετητή νά παρακολουθήσει στήν ροή τοῦ κατηχητικοῦ λόγου τήν ἱστορική ἐξέλιξη τοῦ δόγματος. Σύμφωνα μέ εἰδικές ἐπιστημονικές ἔρευνες ἡ παροῦσα μορφή τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως πού εἶναι σέ χρήση στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν εἶναι ἄλλη, παρά ἐκείνη πού ἔχει τό Ἱεροσολυμιτικό Σύμβολο, ὅπως ἐμφανίζεται στίς Κατηχήσεις τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου. Αὐτό τό Σύμβολο πού χρησιμοποιοῦσαν στά Ἱεροσόλυμα εἶναι αὐτό πού ἔχουμε κι ἐμεῖς σήμερα, τό Σύμβολο τῆς Πίστεως.
Οἱ πέντε Μυσταγωγικές Κατηχήσεις ἀπευθύνονται στούς νεοφώτιστους καί ἐκφωνήθηκαν ἀμέσως μετά τό βάφτισμα κατά τήν διακαινήσιμο ἑβδομάδα. Εἴπαμε ὅτι τό βάφτισμα γινόταν τό Μεγάλο Σάββατο. Μετά, ὅλη τήν ἑβδομάδα, αὐτοί πού βαφτίστηκαν ἄκουγαν κατήχηση. Εἶναι οἱ Μυσταγωγικές Κατηχήσεις καί ἔχουνε θέμα τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ πρῶτες τρεῖς ἀναφέρονται στό μυστήριο τοῦ Βαφτίσματος καί τοῦ Χρίσματος, ἐνῶ ἡ τέταρτη καί ἡ πέμπτη στήν Θεία Λειτουργία.
Βέβαια αὐτά εἶναι καί λίγο κουραστικά ἀλλά ἔχουνε τήν ἀξία τους καί νομίζω δέν χάνουμε τόν χρόνο μας. Ὡστόσο νά πάρουμε καί μιά μικρή γεύση ἀπό τό κείμενο τοῦ Ἁγίου καί, ἄν θέλει ὁ Θεός, μπορεῖ νά ἐπανέλθουμε πάλι τήν ἄλλη φορά λίγο στά εἰσαγωγικά καί λίγο καί στό κείμενο, ὥστε νά μήν κουραζόμαστε μόνο μέ θεωρία καί εἰσαγωγή.
Τό πρῶτο κείμενο πού θά δοῦμε εἶναι ἡ λεγόμενη «Προκατήχησις». Ἡ πρώτη κατήχησις δηλαδή, «ἤτοι πρόλογος τῶν Κατηχήσεων τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Κυρίλλου Ἀρχιεπισκόπου Ἱεροσολύμων». Θά τό διαβάζω πρῶτα στό ἀρχαῖο γιατί εἴπαμε θά κάνουμε καί ἕνα στοιχειῶδες μάθημα γλώσσας ἐκκλησιαστικῆς καί μετά στήν μετάφραση. «Ἤδη μακαριότητος ὀσμή πρός ὑμᾶς, ὦ ΦΩΤΙΖΟΜΕΝΟΙ, ἤδη τά νοητά ἄνθη συλλέγετε πρός πλοκήν ἐπουρανίων στεφάνων». Ἤδη, δηλαδή τώρα πιά, μακαριότητος ὀσμή πρός ὑμᾶς. Ἤδη σᾶς ἄγγιξε ὀσμή μακαριότητας. Ποιούς; Ὦ Φωτιζόμενοι! Ὅλους ἐσᾶς πού ἤρθατε στίς τάξεις τῶν φωτιζομένων. Φωτιζόμενοι, ὅπως εἴπαμε, ἤτανε ἡ μεικτή ὁμάδα ἀπό ἄντρες καί γυναῖκες πού σχηματιζότανε ἀπό μέλη τῆς τάξεως τῶν κατηχουμένων στίς ἀρχές τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς καί οἱ ὁποῖοι μέ ἰδιαίτερα μαθήματα καί ἐξορκισμούς προετοιμαζόταν, γιά νά λάβει τήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα τό Βάφτισμα. Ὀνομαζόντουσαν φωτιζόμενοι, γιατί καί τό Βάφτισμα ἦταν καί λεγόταν Φώτισμα. Οἱ Φωτιζόμενοι ἦταν τάξη ἐντελῶς ἰδιαίτερη, ὄχι μόνο γιατί ὑπῆρχε γιά λίγο χρονικό διάστημα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά κυρίως γιά τό μεταβατικό της χαρακτήρα ἀπό τήν τάξη τῶν Κατηχουμένων στήν τάξη τῶν Πιστῶν. Δέν ἦταν ἀκόμα Πιστοί, γιατί δέν εἶχαν βαφτιστεῖ. Εἶχαν ξεπεράσει, ὅμως, τό στάδιο τῶν κατηχουμένων. Ἤτανε τό ἐνδιάμεσο στάδιο.
Τούς λέει λοιπόν, ἤδη σᾶς ἀγγίζει ἡ ὀσμή, ἡ μυρωδιά τῆς μακαριότητας ὅλους ἐσᾶς πού ἤρθατε στίς τάξεις τῶν φωτιζομένων. Πλησιάζετε δηλαδή νά γευτεῖτε τήν εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, αὐτή εἶναι ἡ ὀσμή. Γιατί βλέπετε λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιά ὅλους ἐμᾶς ὅτι «εἶστε εὐωδία Χριστοῦ» (Β' Κορ. 2,15). Θά πρέπει νά εὐωδιάζουμε οἱ Χριστιανοί καί ὄχι νά βρωμᾶμε. Νά εὐωδιάζουμε μέ τήν εὐωδία τοῦ Χριστοῦ, μέ τήν εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κι αὐτό δέν εἶναι σχῆμα λόγου ξέρετε, εἶναι πραγματικότητα. Ὑπάρχουν σήμερα ἄνθρωποι πού εὐωδιάζουν. Πλησιάζεις καί εὐωδιάζουν. Εἶναι πνευματική εὐωδία, δέν εἶναι ὅτι βάζουν ἀρώματα. Εὐωδιάζουν ἀπό τήν εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἤδη λοιπόν, τούς λέει, εὐωδιάζετε. Ἤδη τά νοητά ἄνθη συλλέγετε. Μαζεύετε τά νοητά ἄνθη, γιά νά πλέξετε οὐράνια στεφάνια. «Ἤδη τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου ἔπνευσεν ἡ εὐωδία». Ἀρχίζει πλέον καί πνέει ἡ εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Ἤδη περί τό προαύλιον τῶν βασιλείων γεγόνατε». Φτάσατε στό προαύλιο τῶν βασιλικῶν ἀνακτόρων. «Γένοιτο δέ καί ὑπό τοῦ βασιλέως εἰσαχθῆτε». Μακάρι, λέει, νά μπεῖτε καί μέσα σ᾿ αὐτά, στά βασιλικά ἀνάκτορα, ὁδηγημένοι ἀπό τόν ἴδιο τόν Βασιλιά. «Ἄνθη γάρ νῦν ἐφάνη τῶν δένδρων». Τώρα ἄνθισαν τά δέντρα «γένοιτο δέ ἵνα καί ὁ καρπός [τέλειος ᾖ]». Φανήκανε τά ἄνθη, ἄς δώσει τώρα ὁ Θεός νά δέσουν τά ἄνθη καί νά ὡριμάσουν οἱ καρποί. «Ὀνοματογραφία τέως ὑμῖν γέγονε, καί στρατείας κλῆσις». Τά ὀνόματά σας ἔχουν ἤδη καταγραφεῖ καί ἔχετε ἐπιστρατευτεῖ, στρατείας κλῆσις. Βλέπετε, ἡ ἔνταξή μας στήν Ἐκκλησία εἶναι ἔνταξη στόν στρατό τοῦ Χριστοῦ. «Καί νυμφαγωγίας λαμπάδες, καί οὐρανίου πολιτείας ἐπιθυμία, καί πρόθεσις ἀγαθή, καί ἐλπίς ἐπακολουθοῦσα». Οἱ λαμπάδες πού θά σᾶς συνοδεύσουν στή νυφική τελετή ἔχουν ἑτοιμαστεῖ. Τό βάφτισμα εἶναι ἕνας γάμος μέ τόν Νυμφίο Χριστό καί νύμφη ἠ κάθε ψυχή. Ἕτοιμες καί οἱ λαμπάδες λοιπόν πού θά σᾶς συνοδεύσουν στή νυφική τελετή. Μέσα σας ὑπάρχει ἔντονη ἡ ἐπιθυμία τῆς οὐράνιας πολιτείας. Εἴμαστε βέβαιοι γι’ αὐτό, λέει ὁ ἐπίσκοπος, διότι ἐσεῖς μᾶς δίνετε τό δικαίωμα νά εἴμαστε βέβαιοι. Τούς ἔχει ἐξετάσει προηγουμένως καί τούς ἔχει περάσει ἀπό τήν τάξη τῶν κατηχουμένων στήν τάξη τῶν φωτιζομένων, αὐτῶν πού ἑτοιμάζονται νά βαφτιστοῦν. Γι’ αὐτό τούς λέει ὅτι εἴμαστε βέβαοι ὅτι ἔχετε τήν ἐπιθυμία γιά τήν οὐράνια πολιτεία. Ἔχετε πρόθεση ἀγαθή καί αὐτή εἶναι πού σᾶς χαρίζει τήν ἐλπίδα. Ἔχετε καλή διάθεση, ἔχετε καλή ἐπιθυμία νά ἑνωθεῖτε μέ τόν Χριστό.
«Ἀψευδής γάρ ὁ εἰπών, ὅτι τοῖς ἀγαπῶσι τόν Θεόν πάντα συνεργεῖ εἰς τό ἀγαθόν». Εἶναι ἀδιάψευστος Ἐκεῖνος πού εἶπε ὅτι «σ᾿ ἐκείνους πού ἀγαποῦν τόν Θεό, ὅλα συνεργοῦν εἰς ἀγαθό» (Ρωμ. 8,28). «Ὁ μέν γάρ Θεός δαψιλής ἐστιν εἰς εὐεργεσίαν». Ὁ Θεός εἶναι ἀφθονοπάροχος, δαψιλής, δέν εἶναι τσιγγούνης, χορηγεῖ πλουσιοπάροχα τήν εὐεργεσία. «Περιμένει δέ ἑκάστου τήν γνησίαν προαίρεσιν». Περιμένει δέ ἀπό τόν καθένα μας τή γνήσια προαίρεση. Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό. Ὁ Θεός πράγματι μᾶς δίνει τά πάντα, ἀλλά δέν μᾶς πλησιάζει ἐάν δέν ἔχουμε καλή διάθεση, ἐάν δέν θέλουμε νά μᾶς πλησιάσει. Δέν μᾶς ἐκβιάζει ὁ Θεός οὔτε μᾶς πιέζει. Καί ὁ Γέροντας Πορφύριος τό ἔλεγε αὐτό τό πράγμα, ὅτι πρέπει νά τό θελήσουμε τό καλό, νά τό ἐπιθυμήσουμε καί τότε θά μᾶς πλησιάσει ὁ Θεός. Καί σήμερα ὁ Θεός ἐκχέει τήν εὐλογία Του σ’ ὅλο τόν κόσμο, ἀλλά πόσοι παίρνουν τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ; Μόνο αὐτοί πού θέλουν, αὐτοί πού ἑκούσια ἀγαποῦν τόν Θεό, κινοῦνται πρός τόν Θεό. Γι’ αὐτό λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος, περιμένει τήν ἑκάστου γνησία προαίρεση. Κι αὐτό ἔχει τεράστια σημασία γιά τήν πνευματική ζωή. Μοῦ ἔλεγε ὁ μακαριστός Γέροντας Εὐθύμιος, πού ἔχω γράψει αὐτό τό βιβλιαράκι, ὁ διά Χριστόν σαλός, «προαίρεση, πάτερ μου..» καί φώναζε… μέ ὅλη του τή δύναμη τή γεροντική. Προαίρεση θέλει ὁ Θεός ἀπό μᾶς. Αὐτό ζητάει ὁ Θεός ἀπό μᾶς, νά θέλουμε, νά Τόν θέλουμε, νά Τόν λαχταρήσουμε. Δέν θέλει τυπικά πράγματα, ξεπαγιασμένα, κρύα πράγματα. Αὐτό λέει κι ἐδῶ ὀ Ἅγιος. Τήν ἑκάστου γνησία προαίρεση περιμένει ὁ Θεός. Θέλεις νά εἶσαι μέ τόν Χριστό; Εἶναι ἀληθινό αὐτό; Εἶσαι σίγουρος; Τό ἔχεις ξεκαθαρίσει μέσα σου; Γιατί, δυστυχῶς, ἀδελφοί μου, δέν τό ἔχουμε πολλές φορές ἀποφασίσει καί εἴμαστε «ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις» (Β΄Κορ. 6,14), ὅπως λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή χωλαίνουμε. Πᾶμε λίγο πρός τόν Θεό καί λίγο πρός τόν κόσμο καί προσπαθοῦμε νά τά συμβιβάσουμε καί τά δύο ἀλλά δέν γίνεται καί ζοῦμε μία τραγική κατάσταση, σχιζοφρενική.
«∆ιά τοῦτο ἐπήγαγεν ὁ Ἀπόστολος λέγων, τοῖς κατά πρόθεσιν κλητοῖς οὖσιν». Γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος συμπλήρωσε λέγοντας· «ἐννοῶ βέβαια ἐκείνους τούς ὁποίους ἡ ἴδια ἡ προαίρεσή τους τούς ἔχει κάνει δεκτικούς τῆς θείας κλήσεως». Ὁ Θεός σέ ὅλους συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν πού Τόν ἀγαπᾶνε καί ἐννοεῖ αὐτούς, οἱ ὁποῖοι κατά πρόθεση, μέ τήν θέλησή τους, ἔγιναν δεκτοί ἀπό τήν θεία κλήση. Τό θέλανε δηλαδή, δέν πῆγαν ἀναγκαστικά στήν Ἐκκλησία, ἀναγκαστικά στόν Θεό. «Ἡ πρόθεσις γνησία οὖσα, κλητόν σε ποιεῖ». Ἡ ἴδια λοιπόν ἡ πρόθεσή σου, ὅταν εἶναι γνήσια, σέ κάνει διαλεχτό καί καλεσμένο. Τίποτα ἄλλο. Ὁ Θεός δέν σέ ἀναγκάζει. Δέν σέ καλεῖ ἀναγκαστικά οὔτε σέ βάζει στόν στρατό Του ἀναγκαστικά. Ἐσύ, ὅταν ἔχεις γνήσια πρόθεση, αὐτή ἡ πρόθεση ἡ γνήσια σέ κάνει καί ἄξιο νά καλεστεῖς ἀπό τόν Θεό. Βλέπετε; Γιατί, πράγματι, δέν εἶναι ὅτι ἐμεῖς γνωρίζουμε τόν Θεό καί πηγαίνουμε. Ἐκεῖνος μᾶς γνωρίζεται, μᾶς ἀποκαλύπτεται. Ἀλλά σέ ποιούς ἀποκαλύπτεται; Σ’ αὐτούς πού θέλουν, σ’ αὐτούς πού ἔχουν γνήσια προαίρεση, γνήσια πρόθεση.
«Κἄν γάρ τό σῶμα ὧδε ἔχῃς, τήν δέ διάνοιαν μή ἔχῃς, οὐδέν ὠφελῇ». Πρόσεξε, λέει, τό νά βρίσκεσαι στίς τάξεις τῶν Φωτιζομένων, χωρίς νά καλλιεργεῖς καί τήν ἀνάλογη πρόθεση, τήν ἀνάλογη προδιάθεση, δέν ἔχει νά σέ ὠφελήσει σέ τίποτα. Ἀκόμα κι ἄν ἔχεις ἐδῶ τό σῶμα ἀλλά δέν ἔχεις τήν διάνοια, δέν σέ ὠφελεῖ τίποτα. Βλέπετε; Ἔτσι κι ἐμεῖς, πολλές φορές κουβαλᾶμε τό σῶμα μας στήν Ἐκκλησία, στό κατηχητικό, στήν ὁμιλία, στό μυστήριο, στή Θεία Λειτουργία... ἡ ψυχή μας, ὅμως, εἶναι ἐκεῖ; Ὁ νοῦς μας εἶναι ἐκεῖ; Αὐτό τούς λέει κι ἐδῶ. Προσέξτε, εἶστε ἐδῶ, ἀλλά ἄν εἶναι μόνο τό σῶμα σας ἐδῶ, δέν κάνετε τίποτα. Πρέπει καί ἡ διάνοιά σου νά εἶναι ἐδῶ καί ὁ νοῦς σου καί ἡ ὅλη σου ψυχή καί ἡ ὅλη σου καρδιά, ὥστε νά ὠφελεῖ τό πράγμα.
Αὐτό ἦταν μιά μικρή γεύση ἀπό τήν πρώτη ἑνότητα τῆς Προκατήχησης. Ἡ πρώτη κατήχηση στούς φωτιζομένους. Ἐπειδή συμπληρώθηκε ἡ ὥρα, ἄς μήν ποῦμε περισσότερα. Ἄς μείνουμε σ’ αὐτά πού εἴπαμε, γιά νά μποῦμε ἔτσι ὁμαλά καί νά προχωρήσουμε. Ἐπειδή συνδέονται, ἤθελα νά σᾶς παρακαλέσω νά ἔρχεστε, γιατί θά ὑπάρχει μία συνέχεια καί τό ἕνα μάθημα θά συμπληρώνει τό ἄλλο καί τό ἕνα θά βασίζεται πάνω στό ἄλλο. Εἴπαμε νά κάνουμε κάτι πιό συστηματικό καί νομίζω θά βγεῖ μία ὠφέλεια μεγάλη γιά ὅλους μας. Γιατί κι ἐμεῖς, εἴμαστε μέν βαφτισμένοι ἀλλά χρήζουμε κατήχησης. Καί ἐγώ πού τά λέω χρήζω κατήχησης. Καί ὅλοι εἴμαστε, νά ξέρετε, διά βίου μαθητές. Εἶναι ὡραῖος ὁ τίτλος αὐτός «διά βίου μάθηση» πού ἔβαλε τό Ὑπουργεῖο, νά μή λέμε μόνο τά ἀρνητικά… Βέβαια, τί θά μαθαίνουν ἐκεῖ…
Ὁ χριστιανός εἶναι διά βίου μαθητής. Κι ἐμεῖς καί οἱ ἐπίσκοποι καί πάντες εἴμαστε διά βίου μαθητές. Ἕνας εἶναι ὁ διδάσκαλος. Καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας δέν εἶπε; «Δέν θά καλέσετε καθηγητή, ἕνας εἶναι καθηγητής σας ὁ Χριστός» (Ματθ. 23,10) καί ὅλοι μαθαίνουμε ἀπό τόν Χριστό μας. Γι’ αὐτό δέν εἶναι σωστό νά πεῖς, ἐγώ τά ἔμαθα, τί νά ξαναπάω..; Πῆγα δυό χρόνια στόν π. Σάββα καί τά ἔμαθα. Δέν τά μαθαίνεις. Καί ἐγώ μαθαίνω μαζί σας καί ὅλοι μαζί προχωρᾶμε σέ μιά βαθύτερη κατανόηση, πού δέν πρέπει νά εἶναι ὅμως μόνο ἐγκεφαλική. Νά εἶναι καί βιωματική, νά εἶναι μιά ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. Τά λέμε ὅλα αὐτά γιά νά βοηθηθοῦμε περισσότερο στήν πνευματική ζωή καί νά βαθύνουμε περισσότερο στήν γνώση τοῦ Θεοῦ.
Ἐρ. : ……………………….
Ἀπ. : Εἶναι σημεῖο ἁγιότητας. Βέβαια, ὅταν εὐωδιάζουν τά ὀστά, εἶναι σημεῖο ἁγιότητας. Κι ἄλλα σημεῖα εἶναι, ἀλλά ἕνα βασικό εἶναι αὐτό. Γιατί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἔχει ποτίσει καί τό σῶμα. Γι’ αὐτό, λέγαμε, δέν ἐπιτρέπεται νά καῖς τό σῶμα. Τό σῶμα εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί ποῦ ξέρεις ἄν δέν κάψεις καί ἅγια λείψανα δηλαδή..; Καί τί μεγάλη ἀσέβεια εἶναι αὐτό… Δέν ἐπιτρέπεται.
Ἐρ. : ……………………….
Ἀπ. : Ἔχει τήν δύναμη… νά νικάει τό σῶμα. Ἄν διαβάσετε τόν βίο τοῦ π. Πορφύριου, γράφει ἐκεῖ, ὅταν ἦταν μικρό παιδάκι, πήγαινε στό βουνό ὅλη μέρα καί ἔκανε πολύ βαριές δουλειές. Ἔκοβαν πουρνάρια μέ τόν Γέροντά του. Ὅσοι εἶστε ἀπό χωριό, θά ξέρετε. Μέσα στό βουνό… καί πληγωνότανε κιόλας ὁ καημένος καί μετά, ὅταν γύριζε κατακουρασμένος, τοῦ ἔλεγε ὁ Γέροντας, ἔλα νά ζυμώσουμε! Τά πουρνάρια τά κόβανε, γιά νά τά κάψουν στόν φοῦρνο, δέν εἶχαν τότε ἠλεκτρισμό καί τέτοια στό Ἅγιο Ὄρος. Καί ἀφοῦ ἔκανε καί αὐτό, μετά ἔπρεπε νά κάνει τόν κανόνα του καί πονοῦσαν, λέει, τά γόνατά του καί ἔλεγε, θά σᾶς δείξω ἐγώ παλιογάιδουρα καί ἔκανε μετάνοιες! Μέχρι καί 3.000 μετάνοιες ἔκανε! Θά πεῖς: πῶς ἄντεχε; Εἶναι ἀκριβῶς αὐτό πού λέτε. Εἶναι ὁ νοῦς, εἶναι ἡ ψυχή, εἶναι ὁ πόθος γιά τόν Θεό, εἶναι ἡ λαχτάρα γιά τόν Θεό, πού μεταστοιχείωνε καί τό σῶμα, τό δυνάμωνε καί ἔκανε αὐτά τά πράγματα. Κι ἔτσι προχώρησε καί καθαρίστηκε.
Θά πρέπει ὁ νοῦς νά κυριαρχεῖ στό σῶμα. Αὐτή εἶναι ἡ φυσιολογική τάξη. Ὁ νοῦς εἶναι ὁ καβαλάρης καί τό σῶμα εἶναι τό ἄλογο. Ἐμεῖς ἔχουμε ἀντιστρέψει τά πράγματα καί ἔχουμε κάνει τόν καβαλάρη ἄλογο καί τό ἄλογο καβαλάρη, δηλαδή τό σῶμα νά κυριαρχεῖ καί ὅλα νά τά ρυθμίζουμε μέ βάση τό σῶμα καί τίς ἀνάγκες τοῦ σώματος. Τώρα κρυώνω, τώρα πεινάω, τώρα διψάω… καί σπεύδουμε νά ἱκανοποιήσουμε τό σῶμα καί ὁ νοῦς μένει ἀτροφικός, ὑποταγμένος, ὑποδουλωμένος στό σῶμα καί στίς αἰσθήσεις.
Ἐρ. : ……………………….
Ἀπ. : Τό κέντρο μας εἶναι ὀ ἴδιος ὁ Χριστός καί ἡ ἀγάπη μας πρός τόν Χριστό πρέπει νά εἶναι τό πρῶτο ζητούμενο, ὄχι νά κάνουμε θαύματα. Χαιρόντουσαν οἱ Ἀπόστολοι, ἐπειδή ἔκαναν θαύματα. Λένε «Κύριε, Κύριε, ὑποτάσσονται τά δαιμόνια» (Λουκ. 10,17) καί τούς λέει, μή χαίρεστε γιά αὐτό, ἐπειδή ὑποτάσσονται τά δαιμόνια. Ἀφοῦ Ἐγώ τό κάνω αὐτό. Μέ τήν δική Μου ἐνέργεια τό κάνετε αὐτό, ὁπότε δέν πρέπει νά χαίρεστε οὔτε νά κομπάζετε. Γιατί μετά ἀπ’ τή χαρά ἔρχεται καί ὁ κομπασμός καί ἡ ὑπερηφάνεια καί ἡ μεγάλη ἰδέα ὅτι ἐγώ πλέον κάνω θαύματα. Ὄχι, τούς λέει. Νά χαίρεστε διότι εἶστε μαζί Μου καί εἶστε στή Βασιλεία Μου καί σᾶς ἔχω στό Βιβλίο τῆς ζωῆς. Αὐτή νά εἶναι ἡ χαρά σας, Ἐγώ ὁ ἴδιος δηλαδή, ὄχι αὐτά πού κάνετε μέσω Ἐμοῦ. Ἐντάξει θά τά κάνεις κι αὐτά, ἀλλά ἡ χαρά σου νά εἶμαι Ἐγώ… Ἐμένα νά θέλετε. Ὄχι πάλι γιατί ὁ Ἴδιος ἱκανοποιεῖται ἐγωιστικά, τοῦ λείπει κάτι καί Τοῦ τό συμπληρώνουμε ἐμεῖς… Ὄχι. Δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό μᾶς. Γιά μᾶς τό λέει, γιατί τότε λειτουργοῦμε σωστά, ὅταν ἀγαπήσουμε τόν Ἴδιο. Ἀλλιῶς μπορεῖς νά πέσεις στήν ὑπερηφάνεια καί νά τά χάσεις ὅλα. Νά σοῦ ἔρθει μεγάλη ἰδέα ὅτι εἶσαι θαυματουργός, ὅτι εἶσαι σούπερμαν, πάνω ἀπό ὅλους.. πέστε προσκυνῆστε με ὅλοι… Τά ἔχασες ὅλα μετά. Ἔχασες καί τόν Χριστό, ἔχασες καί τόν ἑαυτό σου, τά ἔχασες ὅλα. Γι’ αὐτό τούς προφυλάσσει ὁ Χριστός. Τούς παιδαγωγεῖ μ’ αὐτό πού τούς λέει, γιατί κι ἀπό τήν μεγάλη χαρά, τήν ὑπερβολική χαρά, ὅταν δέν ἔχει ὡς κέντρο τόν Χριστό, βγαίνει ὑπερηφάνεια, πού εἶναι ἡ πιό μεγάλη ἁμαρτία.
Ἐρ. : Στήν οὐσία ἕνας ἅγιος μπορεῖ νά πέσει πολύ πιό εὔκολα…
Ἀπ. : Ἔτσι εἶναι. Ἕνας ἅγιος βέβαια. Καί ἔλεγε ὁ Γέροντας Πορφύριος εἶναι σάν νά περπατᾶς στήν κόψη τοῦ ξυραφιοῦ. Εἶναι πολύ δύσκολα.. Βέβαια… Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι, ἦταν πάρα πολύ προσεκτικοί, γιατί ἀκριβῶς ἤξεραν ποῦ περπατᾶνε… Σάν νά σχοινοβατεῖς. Ξέρετε ὁ σχοινοβάτης πού ἔχει αὐτό τό ἀντίβαρο καί ἰσορροπεῖ πάνω στό σχοινί. Λίγο νά κάνει δεξιά ἤ ἀριστερά, ἔφυγε...

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης






Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...