ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΝ ΚΟΛΛΗΣΕΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΤΗ ΓΗ, Ο ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΩΝ ΔΕΝ ΘΡΟΕΙΤΑΙ. ΚΑΙ ΑΝ ΑΔΙΚΗΘΕΙ ΔΕΝ ΑΓΩΝΙΑ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΤΙ ΑΔΙΚΗΘΗΚΕ ΑΛΛΑ ΒΑΖΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ(ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ- ΕΝΑΣ ΠΟΛΥ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΑΓΙΟΣ)

Τετάρτη 26 Ιουνίου 2019

«Μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον» (Πρός Ἐφεσίους 4, 28-30) Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς.Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


Ἀκούστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:«Μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον»

            «Ὁ κλέπτων μηκέτι κλεπτέτω», λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή του, στό 4ο κεφάλαιο, 28ο στίχο, καί συνεχίζει «μᾶλλον δέ κοπιάτω ἐργαζόμενος τό ἀγαθόν ταῖς χερσίν, ἵνα ἔχῃ μεταδιδόναι τῷ χρείαν ἔχοντι»[1]. Δηλαδή αὐτός πού κλέπτει, ἄς πάψει πλέον νά κλέβει. Ἀντίθετα, νά κοπιάζει ἐργαζόμενος τό ἀγαθό, τό καλό, μέ τά χέρια του, ἔτσι ὥστε νά ἔχει νά δίδει καί σ’ αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη.
            Προηγουμένως, μᾶς εἶχε πεῖ ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, «μή δίδοτε τόπον τῷ διαβόλῳ», νά μή δίνουμε τόπο στόν διάβολο. Αὐτό τό εἴχαμε ἑρμηνεύσει τήν προηγούμενη φορά καί τώρα εἰδικότερα προχωρεῖ σέ ὑποδείξεις, σέ ἐντολές, πού ἀφοροῦν τήν χριστιανική ζωή, πῶς μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ζεῖ μέσα στόν Χριστό, μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία, νά εἶναι κύτταρο τῆς Ἐκκλησίας.
            Ἑρμηνεύει ὁ Ἅγιος Νικόδημος[2] καί λέει, βλέπεις, ὤ ἀναγνώστα, ποία εἶναι τά μέλη τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, τοῦ κακοῦ ἀνθρώπου, τοῦ ἀνθρώπου τοῦ μή ἀναγεννημένου, ποιά εἶναι τά μέλη, τά μέρη, τά συστατικά; Ψεῦδος, θυμός, μνησικακία, κλεψία (κλοπή), γιά τά ὁποῖα εἶπε καί προηγουμένως ὁ Ἀπόστολος καί λέγει καί ἐδῶ. Δέν εἶπε δέ ἐκεῖνος πού κλέπτει, ἄς παιδεύεται, ἄς τιμωρεῖται δηλαδή, ἀλλά ἄς παύσει τό κακό, γιατί ἡ παιδεία καί ἡ τιμωρία τῶν κλεπτῶν, αὐτή εἶναι ἔργο τῶν ἐξωτερικῶν κριτῶν, εἶναι ἔργο τῆς Ἀστυνομίας, τοῦ Κράτους, τό δέ νά παύει ὁ κλέπτης ἀπό τήν κλεψία, αὐτό εἶναι ἔργο τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός δέν θέλει ἁπλῶς νά τιμωρούμαστε, ἀλλά νά διορθωνόμαστε. Ἐνῶ τό Κράτος δέν τό ἐνδιαφέρει τόσο ἡ διόρθωση, ὅσο νά ἐπιβάλλει τήν ποινή καί μετά ἐγκαταλείπει τόν ἄνθρωπο.
            Ποῦ εἶναι τώρα, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, οἱ Ναβατιανοί, οἱ λεγόμενοι «Καθαροί», οἱ γεμάτοι ὄντες ἀπό κάθε ἀκαθαρσία, οἱ ὁποῖοι ἀναιροῦν τήν μετάνοια; Ἄς ἀκούσουν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, πῶς εἶναι δυνατόν νά ἀποπλύνει κάποιος τήν ἁμαρτία του; Ὄχι μόνο μέ τό νά κάμνει ἀποχήν αὐτῆς, ἀλλά καί μέ τό νά ἐργάζεται τό ἀγαθόν. Δέν εἶναι ἀρκετό τό νά σταματήσεις τό κακό, ἀλλά πρέπει καί νά κάνεις τό ἀντίθετο καλό. Γι’ αὐτό λέει στή συνέχεια, μᾶλλον δέ κοπιάτω ἐργαζόμενος τό ἀγαθόν ταῖς χερσίν. Ὄχι μόνο νά μήν κλέβεις, ἀλλά καί νά κάνεις τό καλό ἐργαζόμενος καί μάλιστα χειρωνακτικά, γιά νά ἔχεις νά δίδεις σ’ αὐτόν πού ἔχει ἀνάγκη. Δέν εἶναι ἀρκετό λοιπόν, νά ἀφήσει κάποιος τίς ἁμαρτίες, ἀλλά καί νά ἐργαστεῖ τίς ἀντίθετες ἀρετές. Αὐτό θέλει ὁ Θεός. Γι’ αὐτό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐδῶ, ὁ κλέπτης πού ἔκλεπτε προηγουμένως καί ἔκαμε τήν κακία τῆς κλεψίας, τώρα ἄς κάμει τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης. Ὄχι ἁπλῶς νά παύει νά παίρνει τά ξένα, ἀλλά νά ἀρχίσει νά δίδει καί στούς πτωχούς. Καί ὄχι ἁπλῶς ἄς κάμει αὐτήν, ἀλλά μέ κόπο καί μόχθο νά κάμει τήν ἐλεημοσύνη, δηλαδή μέ τέχνη καί ἐργόχειρο. Προσέξτε ἕνα ὡραῖο νόημα πού δέν τό συλλαμβάνει κανείς ἴσως μέ τήν πρώτη ἀνάγνωση.
-           Λέει ὁ Ἀπόστολος «νά ἐργάζεσαι τό ἀγαθόν ταῖς χερσίν». Γιά ποιόν σκοπό;

            «Ἵνα ἔχῃ μεταδιδόναι τῷ χρείαν ἔχοντι»[3]. Νά ἐργάζεσαι, νά κοπιάζεις, νά ἱδρώνεις, νά δίδεις χρόνο καί δυνάμεις, γιά νά μπορεῖς νά δίδεις σ’ αὐτόν πού ἔχει ἀνάγκη. Ὄχι ἔτσι... ἅμα μοῦ περισσέψει, ἅμα μπορέσω, θά δώσω καί κάτι.. ἀλλά ἐπί τούτου, νά ἐργάζεσαι γι’ αὐτόν τόν σκοπό.
            Νά ἐργάζεται πρέπει λοιπόν ὁ ἄνθρωπος, ὁ χριστιανός, μέ κόπο, μέ μόχθο, πρῶτον, γιά νά ταπεινώσει καί νά συντρίψει διά τοῦ ἐργοχείρου τό σῶμα του, τό ὁποῖο, μέ τήν ἀργία πού εἶχε προηγουμένως, ἔμαθε νά κλέβει τά πράγματα τῶν ἄλλων καί νά τρέφεται ἀπ’ αὐτά. Καί δεύτερον, νά ἐργάζεται γιά νά ἔχει πλούσιο τόν τρόπο καί τόν πόρο τῆς ζωῆς, άπό τήν τέχνη καί τό ἐργόχειρό του, καί ἔτσι ἔχοντας τόν τρόπο νά ἐλεεῖ καί τούς ἄλλους πού δέν ἔχουν. Βλέπετε; Ὁ σκοπός τῆς ἐργασίας. Ἀφενός μέν νά ταπεινώνεται ὁ ἄνθρωπος μέ τόν κόπο πού ἔχει ἡ ἐργασία καί νά μή γίνεται βάρος στούς ἄλλους, τρεφόμενος ἀπό τούς ἄλλους ἤ κλέπτοντας τούς ἄλλους, νά μή μένει ἀργός, πού εἶναι κι αὐτό ἁμαρτία, καί νά ἔχει νά δίδει καί σ’ αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη. Καί ἀντί γιά ἐκεῖνα πού ἔκλεβε προηγουμένως ἀπ’ τούς ἄλλους, τώρα νά εὐεργετεῖ καί νά δίδει στούς ἄλλους. Ὤ τοῦ θαύματος! Εἶναι κατάλληλη περίσταση ἐδῶ νά ἐκφωνήσω, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, πῶς ἡ ζωή τοῦ ἁγίου εὐαγγελίου κάμνει καθαρούς καί ἀγγέλους ἐκείνους πού ἦταν προηγουμένως ἁμαρτωλοί καί δαίμονες.
            Καί ὁ ἑρμηνευτής Θεοδώρητος, ἑρμηνεύοντας αὐτό τό ρητό, λέει: «ἐπειδή ἡ ἀργία ταύτην διαφερόντως τήν ἁμαρτίαν, ἤτοι τήν κλεψίαν γεννᾷ, εἰκότως αὐτῇ τήν ἀγαθήν ἐργασίαν ἀντέταξε». Ἐπειδή, λέει, ἡ ἀργία, τό νά μήν ἐργάζεται κανείς, τό νά τεμπελιάζει, ὁδηγεῖ στήν ἁμαρτία αὐτή γιά τήν ὁποία μιλάει ὁ Ἀπόστολος, δηλαδή στήν κλεψιά, γι’ αὐτό καί ἀντέταξε ὡς φάρμακο τήν ἀγαθή ἐργασία στήν κλεψία.
-           Βλέπετε πῶς τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μᾶς δίνει τό φάρμακο γιά κάθε μας ἀσθένεια, γιά κάθε ἁμαρτία;
            «Παρεγγυᾷ δέ μή μόνης ἕνεκεν τῆς γαστρός μετιέναι τήν ἐργασίαν, ἀλλά καί διά τήν χρείαν τῶν δεομένων». Καί τί ἀκόμα λέει ὁ Ἀπόστολος; Ὄχι μόνο νά ἐργάζεσαι γιά νά τρέφεις τό σῶμα, τήν γαστέρα, ἀλλά καί γιά τήν ἀνάγκη νά ἐπαρκεῖς, νά ἐλεεῖς αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη.
            Ἄς δοῦμε πῶς τό ἑρμηνεύει καί ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς[4]. Ὁ χριστιανός πρέπει νά ἀπορρίψει, λέει ὁ Ἅγιος, ὅ,τι ἀνήκει στόν παλαιό ἄνθρωπο, καί νά ἀγκαλιάσει τή ζωή τοῦ καινοῦ ἀνθρώπου, τοῦ καινούριου, τή ζωή κατά Θεόν, πού ὑπάρχει στήν δικαιοσύνη καί στήν ὁσιότητα. Δικαιοσύνη εἶναι ἡ σύνολη ἀρετή. Ὁσιότητα ἡ εὐσέβεια, ἡ ἁγιότητα. Ἔτσι πρέπει νά γίνει κάθε χριστιανός, δίκαιος καί ὅσιος. Ὅποιος εἶναι στόν Χριστό, ὅποιος εἶναι τοῦ Χριστοῦ, εἶναι καινή κτίση, καινούρια δημιουργία, νέα κτίση. «Τά ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδού γέγονε καινά τά πάντα»[5], λέει πάλι ὁ Ἀπόστολος στήν β΄ πρός Κορινθίους καί ἔτσι πρέπει νά ζοῦμε «ἐν καινότητι ζωῆς»[6], νά ζοῦμε τήν καινούρια ζωή, τήν ἐν Χριστῷ ζωή. Τά ἀρχαῖα, τά παλιά πρέπει νά φύγουν. Φύγανε, τά ἀφήσαμε πίσω μας, βαφτιστήκαμε, μυρωθήκαμε, πήραμε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο.
            Ὁ ἄλλοτε κλέπτης, ἐάν γίνει χριστιανός, πρέπει νά σταματήσει τήν ἁμαρτία αὐτή καί νά ἀνανεωθεῖ μέ ἀγῶνα καί κόπο. Πρέπει νά ἀναπτυχθεῖ μέσα του ἡ φιλανθρωπία καί ἡ ἀδελφοσύνη, γιά νά μπορέσει ὁδηγούμενος ἀπό αὐτές νά ἐργαστεῖ καί νά κερδίσει μέ τά χέρια του ὅσα περισσότερα μπορεῖ, γιά νά δύναται νά δώσει ἀπ’ αὐτά καί σέ ἐκείνους πού ἔχουν ἀνάγκη. Νά ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ἐργασίας. Δέν εἶναι ἁπλῶς μιά φίλαυτη ἱκανοποίηση τῶν προσωπικῶν μας ἀναγκῶν, «δικά μου εἶναι, ἐγώ θά τά φάω μόνος μου», ὅπως λέει ὁ κοσμικός ἄνθρωπος, ἀλλά ἐργαζόμαστε γιά νά εὐεργετοῦμε καί τό σύνολο, τούς ἀδελφούς μας. Ἔτσι, στόν τόπο τῆς ἀναισθησίας τοῦ νά κλέβει κάποιος... Εἶναι ἀναισθησία νά κλέβεις.
-           Τί θά πεῖ ἀναισθησία μέ τήν πνευματική ἔννοια;
            Δέν ἔχεις αἴσθηση τοῦ Θεοῦ, δέν ἔχεις φόβο Θεοῦ, δέν ἔχεις κοινωνία μέ τόν Θεό, εἶσαι νεκρός πνευματικά, δέν ἔχεις πνευματικές αἰσθήσεις. Στόν τόπο λοιπόν αὐτῆς τῆς ἀναισθησίας, ὅταν ὁ ἄνθρωπος μετανοήσει καί ἀναγεννηθεῖ πνευματικά, ἐμφανίζεται ὁ κόσμος τῶν νέων αἰσθήσεων. Ἐμφανίζονται στήν ψυχή οἱ εὐαγγελικές αἰσθήσεις, τῆς εὐσπλαχνίας, τῆς ἀδελφότητας, τῆς αἰσθηματικότητας καί τῆς συναισθηματικότητας. Μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ ὁ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος γίνεται εὐαίσθητος στόν πόνο τοῦ ἄλλου, στή θλίψη τοῦ ἄλλου, στήν ἀνάγκη τοῦ ἄλλου, ἐνῶ ὁ κλέφτης εἶναι ἀναίσθητος γιά τόν πόνο τοῦ ἄλλου. Ἴσα-ἴσα τό ἀντίθετο, κάνει τόν ἄλλο νά πονέσει παίρνοντάς του αὐτά πού ἔχει.
            Τά πάθη, τά ἐλαττώματα θεραπεύονται μέ τίς ἀντίστοιχες ἀρετές.
-           Θέλεις νά κόψεις τά πάθη σου;
            Ἐντόπισέ τα καί κάνε ἀκριβῶς τίς ἀντίθετες ἀρετές.
-           Εἶσαι μέχρι τώρα ἀκόλαστος, ἀνήθικος, πόρνος...;
            Θά πρέπει νά γίνεις ἁγνός, νά γίνεις σώφρων, νά γίνεις προσεκτικός στά θεάματα, στά ἀκροάματα, στίς συναναστροφές, νά ἀσκήσεις τήν ἁγνότητα, τήν παρθενικότητα τῆς ὕπαρξής σου. Ἔτσι κόβεις τό πάθος τό σατανικό τῆς ἀνηθικότητας.
-           Ἤσουν κλέπτης; Ἤσουν καταχραστής; Ἤσουν τοκογλύφος;
            Τώρα θά πρέπει νά γίνεις ἐλεήμων, νά γίνεις δοτικός, νά μοιράζεσαι αὐτά πού ἔχεις, νά δίνεις καί ἀπό τό ὑστέρημά σου ἀκόμα καί ἔτσι πολεμᾶς καί ἐξαλείφεις τό πάθος αὐτό τῆς ἁρπαγῆς καί τῆς κλεψίας.
            Τό μίσος τό θεραπεύεις μέ τήν ἀγάπη. Τήν ὑπερηφάνεια μέ τήν ταπείνωση. Δέν εἶναι λοιπόν βλέπετε ἁπλῶς ἕνα «μή» ἡ χριστιανική ζωή. Μήν κάνεις αὐτό, μήν κάνεις τό ἄλλο, ἀλλά εἶναι μία θέση. Ἐκεῖ πού ἔκανες τό κακό, τώρα νά κάνεις τό ἀντίθετο καλό. Δέν μᾶς καλεῖ λοιπόν ὁ Χριστός σέ μία παθητικότητα, σέ μία ἀνενεργησία, σέ μία ἀπραξία, ἀλλά σέ μία ἐνεργητική ζωή, σέ μία θέση. Ἐκεῖ πού προηγουμένως ὑπῆρχε ἡ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, τώρα βάζουμε τήν ἐργασία γιά τόν Θεό καί τά πάντα τά κάνουμε γιά τόν Θεό.
            Ἡ ἀναισθησία πολεμᾶται μέ τήν εὐασθησία. Ἡ ἀκηδία καί ἡ ἀδράνεια μέ τήν δραστηριότητα καί τή φιλοπονία. Ἔτσι κόβονται τά πάθη.
-           Βλέπεις μιά τεμπελιά; Μιά νωθρότητα;
            Θά τήν πολεμήσεις μέ τήν ἑκούσια δραστηριότητα, μέ βία στόν ἑαυτό σου, μέ φιλεργία, δηλαδή μέ ἀγάπη γιά ἐργασία, μέ φιλοπονία, μέ τήν ἀγάπη γιά τόν πόνο, γιά τόν κόπο, τόν πόνο γιά τόν ἄλλον, νά πονᾶς, νά κοπιάζεις γιά τόν ἄλλον.
            Ὁ κανόνας τῆς εὐαγγελικῆς συνευαισθησίας εἶναι «πάντα ὑπέδειξα ὑμῖν ὅτι οὕτω κοπιῶντας δεῖ ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν ἀσθενούντων, μνημονεύειν τε τῶν λόγων τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὅτι αὐτός εἶπε· μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἤ λαμβάνειν»[7], διαβάζουμε στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Αὐτός εἶναι ὁ κανόνας μας. Μᾶς ὑπέδειξε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ὅτι ἔτσι πρέπει νά ζοῦμε, βοηθώντας τούς ἀσθενεῖς, καί νά θυμόμαστε τά λόγια τοῦ Κυρίου πού εἶπε, εἶναι μακάριο περισσότερο τό νά δίδεις παρά νά λαμβάνεις. Ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστός Ἅγιος Παΐσιος, ὅταν παίρνεις κάτι ἀπό κάποιον, ἕνα δῶρο, δέχεσαι - νιώθεις μία ἀνθρώπινη εὐχαρίστηση, ἀνθρώπινη χαρά. Ὅταν δίνεις στόν ἄλλον, παίρνεις μία θεϊκή χαρά καί εὐχαρίστηση. Πολύ ἀνώτερο! Γι’ αὐτό, ἄν θέλει πραγματικά κανείς νά γλεντάει τή ζωή του, πρέπει νά μάθει νά δίνει! Μπορεῖ νά μήν ἔχεις νά δώσεις χρήματα ἄν εἶσαι φτωχός. Μπορεῖς ὅμως νά δώσεις προσευχή γιά τόν ἄλλον. Μπορεῖς νά δώσεις χρόνο, ν’ ἀκούσεις μιά δυσκολία τοῦ ἄλλου. Μπορεῖς νά τοῦ δώσεις ἕνα χαμόγελο, μία συμπαράσταση, κι αὐτό μετράει πολύ περισσότερο καί ἀπό τά χρήματα.
            Ἡ φωτεινή καί ἁγία ψυχή τοῦ θεομακάριστου Θεοφυλάκτου εὐαγγελίζεται -ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας ἔχει ἑρμηνεία μέ βάση τόν ἱερό Χρυσόστομο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί ἀπό αὐτόν δανείζεται τώρα καί ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς. Βλέπετε; Ὁ ἕνας Πατέρας ἀκολουθεῖ τόν ἄλλο Πατέρα. Αὐτό εἶναι ἡ Ἐκκλησία καί ἔτσι εἴμαστε σίγουροι ὅτι εἴμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅταν ἀκολουθοῦμε τούς ἁγίους Πατέρες, τούς προηγούμενους ἀπό μᾶς. Λέει ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος: δέν εἶναι ἀρκετό τό νά ἀποστεῖ κανείς ἀπό τήν ἁμαρτία, νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀλλά νά κάνει καί κάτι καλό. Γι’ αὐτό λέει καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέ τό στόμα τοῦ Προφήτη Δαβίδ, ὅτι πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἐκκλίνει ἀπό τό κακό καί νά κάνει τό καλό. «Ἔκκλινον ἀπό κακοῦ καί ποίησον ἀγαθόν»[8]. Ὄχι ἁπλῶς νά φύγεις ἀπό τό κακό, ἀλλά νά κάνεις καί τό ἀντίθετο καλό. Δέν εἶναι ἀρκετό νά σταματήσει κανείς ἀπό τήν ἁμαρτία, λέει ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος, ἀλλά πρέπει νά κινηθεῖ καί σέ δρόμο ἀντίθετο τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλιῶς πάλι θά πέσει στήν ἁμαρτία. Βλέπετε πολλοί ἄνθρωποι λένε, προσπαθῶ νά τό κόψω αὐτό τό πάθος καί δέν μπορῶ.
-           Πῶς τό ἐννοεῖς νά τό κόψεις;
            Γιά νά κόψεις τό πάθος, δέν εἶναι ἁπλῶς νά πεῖς νά μήν τό κάνω αὐτό, πρέπει νά κάνεις τό ἀντίθετο καλό. Ἔτσι κόβεται τό πάθος. Ἀλλιῶς, ἄν πέσεις σέ μιά ἀπραξία, ἡ κακή συνήθεια θά σέ ρίξει πάλι στό ἴδιο πάθος καί θά δεῖς ὅτι δέν μπορεῖς νά τό κόψεις. Θά πρέπει νά κάνεις τό ἀντίθετο καλό καί φυσικά νά κάνεις καί προσευχή, νά ζητήσεις τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ὄχι νά προσπαθήσεις μόνος σου.
-           Γινόταν πρίν τό κακό;
            Τώρα ἄς γίνεται τό καλό, κι αὐτό μέ ἀγῶνα καί κόπο. Ἀπ’ τή μιά μεριά νά γίνεται τό καλό γιά νά «ἠρεμήσει» τό σῶμα, τό ὁποῖο προηγουμένως ἀπό τήν πνευματική ἀδράνεια ἦταν γρήγορο στά κακά ἔργα. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὑποταγμένος στά πάθη του εἶναι ἀδρανής πνευματικά, τεμπελιάζει πνευματικά, κοιμᾶται πνευματικά καί ἡ ψυχή καί τό σῶμα. Τώρα λοιπόν πού μετανόησες, πρέπει νά κινητοποιήσεις καί τήν ψυχή καί τό σῶμα στά καλά ἔργα καί ἔτσι θά κοποῦν τά πάθη.
            Θά πρέπει λοιπόν τό σῶμα, τό ὁποῖο ἦταν γρήγορο στά κακά ἔργα καί ἀδρανές στά καλά ἔργα, νά κινητοποιηθεῖ, καί ἀπ’ τήν ἄλλη μεριά νά ὑπάρχουν σέ ἱκανοποιητική ποσότητα τά μέσα καί γιά τή ζωή αὐτοῦ πού κοπιάζει, ἀλλά καί γιά τήν ἐλεημοσύνη πρός τούς ἄλλους. Ἐργαζόμενος λοιπόν, κοινητοποιεῖς τήν ὕπαρξή σου στό καλό καί συγχρόνως ἔχεις καί μέσα γιά νά βοηθήσεις καί τούς ἄλλους. Γιά νά μπορέσει αὐτός πού νωρίτερα ἔκλεβε τούς ἄλλους, τώρα νά γίνει ἀγαθοποιός πρός τούς ἄλλους. Πρῶτα τούς λήστευε, τώρα πρέπει νά τούς εὐεργετεῖ.
            Ὤ, θαυμαστέ Θεέ, πῶς τό εὐαγγέλιό Σου κάνει ἀγγέλους αὐτούς πού ἦσαν πρῶτα σχεδόν διάβολοι! Λέει καί ἕνας Ἅγιος, αὐτή εἶναι ἡ ἀπόδειξη ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί ὅτι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, τό ὅτι ὁ κλέπτης ἔπαψε νά κλέβει καί τώρα γίνεται ἐλεήμων. Ὁ ἀνήθικος γίνεται τώρα σώφρων. Ὁ ἄδικος, ὁ λοίδορος, ὁ συκοφάντης τώρα γίνεται κήρυκας τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, γίνεται ἐκεῖνος πού τώρα κηρύττει τήν συγχώρηση, γίνεται αὐτός ὁ ὁποῖος ἀγαπᾶ καί πλέον παύει νά φθονεῖ, παύει νά ζηλεύει, παύει νά ἔχει τήν καρδιά του γεμάτη κακία. Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι ἀπόδειξη ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, γιατί δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό μόνος του νά τά καταφέρει αὐτά. Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ γίνονται καί διά τοῦ ἁγίου εὐαγγελίου, διά τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας.
            Λέγει στή συνέχεια ὁ Ἀπόστολος, στόν 29ο στίχο, «πᾶς λόγος σαπρός», κάθε λόγος σάπιος, «ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν μή ἐκπορευέσθω»[9]. Συνεχίζει λοιπόν τώρα τίς προτροπές, πῶς θά ἀφήσουμε τόν παλαιό ἄνθρωπο. Μᾶς εἶπε γιά τήν κλεψία καί τώρα μᾶς μιλάει γιά τή σαπρολογία θά λέγαμε, γιά τά σάπια λόγια, τά βρώμικα λόγια.
-           Ποιός εἶναι ὁ σαπρός καί βρώμικος λόγος;
            Εἶναι ὁ ἀργός, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὁ ἄκαιρος καί ὁ μάταιος. Ἀργός λόγος πού δέν ἔχει ἔννοια, πού δέν ἔχει λόγο, λογική, δέν χρειάζεται.. Ἀργός λόγος... περί ἀνέμων καί ὑδάτων. Ἄκαιρος λόγος, δέν εἶναι τῆς παρούσης περιστάσεως, τοῦ παρόντος χρόνου, δέν εἶναι ἡ κατάλληλη στιγμή νά πεῖς αὐτόν τόν λόγο. Μάταιος λόγος, δέν ἔχει σκοπό, δέν ἀποσκοπεῖ, δέν βοηθάει στή σωτηρία. Αὐτός εἶναι ὁ μάταιος λόγος. Ρώτησαν κάποτε ἕναν Γέροντα: «Τί ἐστί ματαιότης;», καί εἶπε «ὅσα ὑπό τόν οὐρανόν αὐτά ὅλα εἶναι ματαιότης». Ὅσα εἶναι κάτω ἀπό τόν οὐρανό.
-           Γιατί τά λές αὐτά τά λόγια; Βοηθᾶνε τήν ὕπαρξή σου νά ἀνέβει στόν οὐρανό; Καί τήν ὕπαρξη τοῦ πλησίον σου;
            Δέν βοηθᾶνε. Μήν τά λές καλύτερα, εἶναι μάταια λόγια. Ὅπως π.χ. λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, εἶναι ἡ μωρολογία, τό νά λές μωρά, ἠλιθιότητες νά τό ποῦμε ἔτσι, ἀνοησίες. Ἡ εὐτραπελία, τό νά λές εὐτράπελα, χαζά, ἀνέκδοτα κ.λ.π. Οἱ ἀστειότητες, οἱ χωρατάδες καί ἄλλα ὅμοια. Αὐτά δίνουν καί παίρνουν στά κοσμικά συμπόσια, στίς καρναβαλικές ἐκδηλώσεις, πού λέγαμε προηγουμένως, καί γενικά σέ καθετί κοσμικό, σέ κάθε κοσμική συγκέντρωση.
            Χειρότερος ἀκόμα καί βρωμερότερος λόγος ἀπό τόν σαπρό εἶναι ἡ αἰσχρολογία, ὅταν λές αἰσχρά, ἡ λοιδορία, ὅταν λοιδορεῖς τόν ἄλλον, δηλαδή τόν ἐμπαίζεις, τόν κοροϊδεύεις, τόν ἐξουθενώνεις καί ἡ καταλαλιά. Ὅταν κουτσομπολεύεις, κατακρίνεις τόν ἄλλον. Αὐτά εἶναι ἀκόμα χειρότερα λόγια, βρωμερότερα, ἀχρειότερα ἀπό τήν μωρολογία, τήν εὐτραπελία, τόν ἄκαιρο λόγο, καί τόν μάταιο λόγο.
            Ἡ μωρολογία καί ἡ εὐτραπελία, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος σέ μία ὑποσημείωσή του, διαλύουν τό σύντονο καί τό σταθερό τῆς διάνοιας. Ὁ ἄνθρωπος πέφτει σέ μιά κατάσταση χαλάρωσης-χαύνωσης, χάνει τόν ἑαυτό του, τή συγκρότησή του. Διαλύεται κατά κάποιο τρόπο ψυχικά καί αὐτή ἡ μωρολογία καί ἡ εὐτραπελία παρακινοῦν τούς ἀκούοντες σέ γέλωτες, σέ γέλια, σέ μία ἀνεμελιά, σέ μία λήθη τοῦ Θεοῦ, τῆς κρίσης, τοῦ θανάτου, τῆς αἰώνιας κόλασης, πού πρέπει νά τά ἔχουμε πάντα στόν νοῦ μας γιά νά μήν ἁμαρτάνουμε. Ὅταν λοιπόν ἀρχίζεις καί λές τέτοια ἀνέκδοτα, κουτσοκέφαλα καί μωρολογίες, προφανῶς ἁμαρτάνεις. Λέγεται γιά τόν Κύριο ὅτι ποτέ δέν Τόν εἶδαν νά γελάει, ἀλλά νά δακρύζει πολλές φορές.
            Τί λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος; Ὅταν ρωτήθηκε, ἀπό ποία ρήματα ἡ ἀργολογία κρίνεται; Πῶς μποροῦμε νά ὁρίσουμε τήν ἀργολογία; ἀπήντησε: «Καθόλου πᾶν ρῆμα τό μή συντελοῦν πρός τήν προκειμένην ἐν Κυρίῳ χρείαν ἀργόν ἐστι». Καθολικά, συνολικά, κάθε λόγος ὁ ὁποῖος δέ συντελεῖ στήν ἀνάγκη πού ἔχουμε ὅλοι νά εἴμαστε μέ τόν Κύριο, εἶναι ἀργό. Ὁτιδήποτε δέν συμβάλλει στό νά ἀγαπήσουμε τόν Χριστό εἶναι ἀργός λόγος. «Καί τοσοῦτός ἐστι τοῦ τοιούτου ρήματος ὀ κίνδυνος, ὅτι, κἄν ἀγαθόν ᾖ τό λεγόμενον, μή πρός οἰκοδομήν δέ τῆς πίστεως οἰκονομῆται, οὐκ ἐν τῇ ἀγαθότητι τοῦ ῥήματος ὁ λαλήσας ἔχει τό ἀκίνδυνον, ἀλλ' ἐν τῷ μή πρός οἰκοδομήν οἰκονομῆσαι τό ῥηθέν, λυπεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ». Τί λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος Βασίλειος; Ὁ κίνδυνος τοῦ ἀργοῦ ρήματος εἶναι πολύ μεγάλος, ἀκόμα κι ἄν αὐτό πού λές εἶναι ἀγαθό ἀλλά δέν λέγεται πρός οἰκοδομήν τῆς πίστεως. Γιατί τί μᾶς λέει ὁ Ἀπόστολος; Νά μή βγαίνει σαπρός λόγος, λέει, ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν «ἀλλά εἴ τις ἀγαθός πρός οἰκοδομήν τῆς χρείας ἵνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσι»[10]. Νά μή βγαίνει σάπιος λόγος ἀπό τό στόμα σας, ἀλλά ἄν ὑπάρχει κάποιος ἀγαθός λόγος, ὄχι ὁποιοσδήποτε ἀγαθός λόγος, ἀλλά αὐτός ὁ ὁποῖος εἶναι κατάλληλος γιά τήν πνευματική οἰκοδομή, ὑπηρετεῖ τήν ἀνάγκη μας γιά τήν ἕνωση μέ τόν Κύριο καί δίνει χάρη στούς ἀκούοντας. Αὐτός ὁ λόγος πρέπει νά λέγεται, ὄχι ἁπλῶς ἕνας καλός λόγος. Μπορεῖ νά εἶναι καλός λόγος ἀλλά νά μήν οἰκοδομεῖ πνευματικά τόν ἄλλον. Κι αὐτός ὁ λόγος εἶναι ἐπικίνδυνος, εἶναι ἁμαρτωλός.
            Κάθε ρῆμα λοιπόν, λέει, πού δέν συντελεῖ στήν ἀναγκαία χρεία, στήν ἀνάγκη πού ἔχει ὁ κάθε ἄνθρωπος ν’ ἀγαπήσει τόν Χριστό, νά ἑνωθεῖ μέ τόν Χριστό, αὐτό εἶναι ἀργό ρῆμα. Ἀκόμα κι ἄν εἶναι ἀγαθό αὐτό πού λέγεται ἀλλά δέν εἶναι πρός οἰκοδομή τῆς πίστεως, αὐτός πού τό λέει, δέν ἔχει τό ἀκίνδυνο. Κινδυνεύει, γιατί αὐτό πού λέει, δέν τό λέει πρός οἰκοδομήν πνευματική, καί γι’ αὐτό, αὐτό πού λέει λυπεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό σαφῶς μᾶς τό δίδαξε ὁ Ἀπόστολος λέγοντας, ὅτι κάθε λόγος σαπρός νά μή βγαίνει ἀπό τό στόμα σας, ἀλλά μόνο ὅποιος εἶναι ἀγαθός γιά οἰκοδομή τῆς πίστεως, γιά νά δίνει Χάρη σ’ αὐτούς πού ἀκοῦνε. Καί στή συνέχεια συμπλήρωσε «καί μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ, ἐν ᾧ ἐσφραγίσθητε»[11], μέ τό Ὁποῖο σφραγιστήκατε ὅταν βαφτιστήκατε εἰς ἡμέραν ἀπολυτρώσεως. «Τό δέ λυπῆσαι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ, ὅσον ἐστί κακόν, τί δεῖ καί λέγειν;». Τό νά λυπήσουμε δέ τό Ἅγιο Πνεῦμα πόσο μεγάλο κακό εἶναι δέν χρειάζεται νά τό ποῦμε. Ὥστε, κατά τόν Ἅγιο Βασίλειο, ὁ ἀργός λόγος μπορεῖ μερικές φορές νά εἶναι καί ἀγαθός. Ἡ μωρολογία καί ἡ εὐτραπελία πάντως εἶναι πάντοτε κακή καί ἁμαρτώδης, ὁδηγεῖ στήν ἁμαρτία.
            Ἑπομένως, προσοχή πάρα πολλή στά λόγια μας. Ἀκόμα καί στά καλά λόγια. Πολύ περισσότερο στή μωρολογία καί ἀκόμα περισσότερο στήν αἰσχρολογία, στή λοιδορία, στήν καταλαλιά. Βλέπετε, πῶς οἱ Ἅγιοι μᾶς περιφρουροῦν μέ τή διδασκαλία τους καί μᾶς βάζουνε φραγμό. Βλέπετε καί τό στόμα μας, ἡ γλώσσα μας ἔχει διπλό φραγμό. Ἔχει τά δόντια, ἔχει καί τά χείλη. Γιά νά μᾶς διδάξει ὁ Κύριος ὅτι πρέπει νά προσέχουμε πολύ τί λέμε. Καί ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος λέει, ὅτι αὐτός πού μπορεῖ καί χαλιναγωγεῖ τή γλώσσα του, εἶναι τέλειος[12]. Τέλειος χριστιανός. Ἔχει καλή κυβέρνηση ὅλης τῆς ὕπαρξής του, τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς του, αὐτός πού ἐλέγχει τή γλώσσα του. Καί ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος λέει «ὑπέρ πάντα τήν σιωπήν ἀγάπησον». Νά ἀγαπήσεις τήν σιωπή. Καί ἄλλοι Ἅγιοι μᾶς λένε… Πολλές φορές -ἔλεγε ἕνας Ἅγιος- μετάνιωσα γι’ αὐτά πού εἶπα, ποτέ δέν μετάνιωσα γι’ αὐτά πού δέν εἶπα. Ὁπότε εἶναι πολλές φορές καλύτερο νά σιωπήσεις παρά νά μιλήσεις. Ἐπειδή πρόκειται νά κατακριθοῦμε, ὄχι μόνο γιά τά πονηρά ἔργα πού πράττουμε, ἀλλά καί γιά τά ἀργά λόγια πού λαλοῦμε, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος «πᾶν ῥῆμα ἀργόν ὅ ἐάν λαλήσωσιν οἱ ἄνθρωποι, ἀποδώσουσι περί αὐτοῦ λόγον ἐν ἡμέρα κρίσεως»[13]. Δέν θά δώσουμε λόγο μόνο γιά τά ἔργα μας, ἀλλά καί γιά τά λόγια μας. Ποῦ εἶναι αὐτοί πού λένε, δέν θέλω νά ἐξομολογηθῶ, δέν ἔχω κάνει τίποτα, δέν σκότωσα, δέν ἔκλεψα.. Μόνο αὐτά εἶναι; Δέν ἔχεις πεῖ λόγο ἀργό; Καί αὐτό εἶναι ἁμαρτία, καί γι’ αὐτό θά δώσεις λόγο.
            Σημείωσε, λέγει πάλι ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὅτι κατά τόν Μέγα Βασίλειο, τόν ἀκριβῆ νομογράφο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί αὐτές οἱ ἔννοιες καί τά λόγια τῆς καρδιᾶς μας λέγονται ἔργα μέ τήν πλατύτερη σημασία τοῦ ἔργου λαμβανόμενα. Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἑρμηνεύοντας αὐτό τό ψαλμικό χωρίο «ὁ πλάσας κατά μόνας τάς καρδίας αὐτῶν, ὁ συνιείς πάντα τά ἔργα αὐτῶν»[14], τόν 32ο Ψαλμό, λέει: «ἔργα λέμε καί τούς λόγους καί τίς ἔννοιες καί κάθε κίνηση τοῦ ἀνθρώπου». Μπορεῖ νά εἶναι ἀνεπαίσθητη, ἐσωτερική, καρδιακή. Ὁ Θεός, πού ἔπλασε κατά μόνας τίς καρδιές μας, γνωρίζει καθενός τήν καρδιά. Τήν ἔπλασε καί τή γνωρίζει. Ὁ συνιείς πάντα τά ἔργα αὐτῶν. Αὐτός πού ἔχει αἴσθηση καί γνώση ὅλων τῶν ἔργων μας καί τῶν λόγων μας καί τῶν σκέψεών μας καί τῶν ἐπιθυμιῶν μας καί τῶν κινημάτων μας, τῶν κινημάτων τῆς καρδιᾶς μας, Αὐτός λοιπόν γνωρίζει τά πάντα, καί μέ βάση αὐτά θά κριθοῦμε.
            «Ποία γάρ διαθέσει καί τίνι προθέσει κινούμεθα;»  Γιατί κάνεις αὐτό πού κάνεις; Ποιά εἶναι ἡ πρόθεσή σου; «Πότερον εἰς ἀνθρώπων ἀρέσκειαν ἤ εἰς ὑπουργίαν τῶν δεδομένων ἡμῖν προσταγμάτων παρά Θεοῦ;» Ἄραγε γιατί τά κάνεις αὐτά πού κάνεις; Γιά νά ἀρέσεις στούς ἀνθρώπους ἤ γιά νά ἐκπληρώσεις τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ; Αὐτά ὅλα «μόνος οἶδεν ὁ συνιείς πάντα τά ἔργα ἡμῶν». Μόνο ὁ Θεός τά γνωρίζει πραγματικά ὅλα αὐτά τά ἔργα μας. «Διά τοῦτο καί περί παντός ρήματος ἀργοῦ δίδωμεν λόγον. Καί ἕως ποτηρίου ὕδατος ψυχροῦ τόν μισθόν οὐκ ἀπόλλυμεν, διά τό εἰς πάντα ἡμῶν τά ἔργα συνιέναι τόν Κύριον». Καί δέν χάνουμε τόν μισθό μας, ἀκόμα κι ἄν δώσουμε ἕνα ποτήρι κρύο νερό. Γιατί ὁ Κύριος γνωρίζει ὅλα τά ἔργα μας.
            «Λόγος σαπρός», λοιπόν, «μή ἐκπορευέσθω ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν»[15]. Καί λέει στή συνέχεια «εἴ τις ἀγαθός πρός οἰκοδομήν τῆς χρείας, ἵνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσι»[16]. Τί ὡραῖα!
-           Ἔχεις λόγο νά πεῖς;
            Νά εἶναι πρός οἰκοδομή τῆς πίστεως, γιά νά δώσει Χάρη σ’ αὐτόν πού θά τό ἀκούσει. Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί ἐκεῖνο μόνο τόν λόγο πρέπει νά λαλοῦμε, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀναγκαῖος στήν ὑπόθεσή μας καί στή χρεία πού ἔχουμε.
-           Καί ποιά εἶναι ἡ ὑπόθεση καί ἡ χρεία;
            Ἡ σωτηρία μας, ἡ πίστις μας. Κάθε λόγος πού δέν εἶναι ἀναγκαῖος στήν ὑπόθεσή μας, αὐτόν δέν πρέπει νά λαλοῦμε ἀκαίρως καί ἀχρήστως, ἵνα οἱ ἀκούοντες τῶν καιρίων καί χρησίμων μας λόγων, μᾶς γνωρίζουν χάρη. Ὅταν λαλοῦμε λόγια ψυχοφελῆ καί σωτήρια, θά μᾶς εὐχαριστήσουν αὐτοί πού τά ἀκοῦνε, γιατί ὠφελήθηκαν ἀπ’ αὐτά. Ὁ καλός καί ψυχοφελής λόγος θά δώσει Χάρη σέ ἐκείνους πού τόν ἀκοῦνε. Γιατί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ αὐτός καθεαυτός ὅταν λαλεῖται, ὅταν ἀκούγεται, δίνει Χάρη σ’ αὐτόν πού τόν ἀκούει, ἀλλά καί σ’ αὐτόν πού τόν λέει.
            Καθώς τό μύρο δίνει χάρη καί εὐωδία σ’ ἐκείνους πού τό ἀλείφονται, πού βάζουνε ἀρώματα πάνω τους, τοιουτοτρόπως καί ὁ θεϊκός καί ὠφέλιμος λόγος δίνει Χάρη καί εὐωδία πνευματική σ’ αὐτούς πού τόν ἀκοῦνε. Αὐτό λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Καθάπερ γάρ τό μύρον χάριν δίδωσι τοῖς μεταλαμβάνουσιν, οὕτω καί λόγος ἀγαθός». Διά τοῦτο καί τίς ἔλεγε «μῦρον ἐκκενωθέν ὄνομά σου»[17], στό Ἄσμα Ἀσμάτων. Τό ὄνομά Σου Θεέ μου, Χριστέ μου, εἶναι μῦρο ἐκκενωθέν, εἶναι ἄρωμα. Εἶναι εὐωδία τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό, ξέρετε, καί αὐτοί πού λένε τήν εὐχή, τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με, ὅταν ἐπιμένουν πολύ, εὐωδιάζει τό στόμα τους. Βγάζει μιά εὐωδία τό στόμα τους, γιατί ἀκριβῶς τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία εὐωδία. Δέν εἶναι παραμύθια ἤ σχήματα λόγου αὐτά πού μᾶς λέει ἡ Ἁγία Γραφή, εἶναι πραγματικότητα. Κι αὐτή ἡ εὐωδία δέν εἶναι ὑλική βέβαια, δέν εἶναι ἄρωμα κτιστό, ἀλλά εἶναι εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
            Καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέει: «Ὥσπερ ὁ ἀρώματα βαστάζων, καί μή θέλων ἐκ τῆς ὀσμῆς ἐλέγχεται· οὕτως ὁ πνεῦμα Κυρίου ἔχων, ἐκ τῶν ἑαυτοῦ λόγων γνωρίζεται καί τῆς ταπεινώσεως». Τί ὡραῖο εἶναι αὐτό! Νά τό ἑρμηνεύσουμε: ὅπως, λέει, αὐτός πού βαστάζει ἀρώματα, πού ἔχει πάνω του ἀρώματα καί χωρίς νά θέλει ἐλέγχεται, δηλαδή τόν καταλαβαίνεις.. ἀφοῦ εὐωδιάζουν τά ἀρώματα πού ἔχει βάλει πάνω του, ἐλέγχεται ἀπό τήν ὀσμή, ἔτσι, λέει, κι αὐτός πού ἔχει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, πού εἶναι εὐωδία πνευματική, εὐωδία Χριστοῦ, ἀπό τά λόγια του ἐλέγχεται. Τόν καταλαβαίνεις ἀπό τά λόγια του, πού εὐωδιάζουν, πού εἶναι λόγια ἀρωματισμένα μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί λές τί ὡραῖα πού εἶναι αὐτά.. Πῶς εἶχε ὁ Κύριος αὐτή τή Χάρη! Κατεξοχήν ὁ Κύριος… καί κρεμόντουσαν ἀπό τό στόμα Του καί λέγανε «ποτέ δέν λάλησε ἄνθρωπος, ὅπως Αὐτός ὁ ἄνθρωπος»[18]. Ἡ εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἦταν στό στόμα τοῦ Χριστοῦ μας. Καί ἔτσι καί στά στόματα τῶν Ἁγίων. Ἔτσι, ἕνας πού ἔχει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, τόν καταλαβαίνεις ἀπό τά λόγια του καί ἀπό τήν ταπείνωσή του. Προσπαθοῦν οἱ Ἅγιοι νά κρυφτοῦνε. Δέν μποροῦν νά κρυφτοῦν, τούς προδίδει ἡ εὐωδία τῶν λόγων τους καί ἡ ταπείνωσή τους.
            Καί ἀντίστροφα -καί τραγικό αὐτό- καί ὁ κακός ἄνθρωπος ὅσο καί νά ἀρωματίζεται μέ τά κτιστά ἀρώματα, ὅσο κι ἄν μπογιατίζεται κ.λ.π. δέν μπορεῖ νά ξεφύγει, προδίδεται. Ἀπό τί; Ἀπό τά λόγια του πάλι, τά ὁποῖα εἶναι βρωμερά καί τρισάθλια. Καί ἀπό τήν ὑπερηφάνειά του. Προδίδεται καί ὁ κακός, ὁ παλαιός ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος ὁ μή ἀναγεννημένος πνευματικά. Καί δυστυχῶς σήμερα, ἔχουν περισσέψει αὐτοί οἱ ἄνθρωποι. Βλέπετε, ἡ αἰσχρολογία, ἡ βλασφημία, ἔχει περισσέψει στούς ἀνθρώπους. Αὐτό δέν εἶναι κάτι ἐξωτερικό. Προδίδει τήν ἐσωτερική κατάσταση πού ἔχουν. Ἐγώ τό λέω; Ὄχι, τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὁ Κύριος τό λέει: «ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας λαλεῖ τό στόμα»[19]. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι αἰσχρολογοῦν, βωμολοχοῦν.. ἀντί νά ποῦν «βρέ, φίλε», λένε ὅ,τι βρωμερότερο.
-           Λοιπόν, αὐτό εἶναι κάτι ἐξωτερικό; Ἕνα σχῆμα λόγου;
            Ὄχι! Δυστυχῶς προδίδει μιά μολυσμένη καρδιά, ἕναν μή ἀναγεννημένο ἄνθρωπο καί θά πρέπει νά κάνουμε πολλή προσευχή γιά τή διόρθωσή του.
            Γι’ αὐτό εἶπε καί ὁ Κύριος «ἀπό τούς καρπούς θά καταλάβεις τό δέντρο»[20].
-           Πῶς θά καταλάβεις ἄν ἕνας ἄνθρωπος εἶναι καλός ἤ ὄχι;
            Νά τό λέει ἐδῶ, προδίδεται ἀπό τά λόγια του καί ἀπό τήν ταπείνωσή του ὁ καλός ἄνθρωπος. Εὐωδιάζουν τά λόγια του. Καί ὁ κακός πάλι ἀπ’ τά λόγια του καί ἀπό τό ἀντίθετο τῆς ταπείνωσης, ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, ἀπό τό ὑψηλό φρόνημα, ἀπό τό ἀγέρωχο, τό ἀλαζονικό, τό ὕφος τό ὑπεροπτικό, τόν θυμό, τήν ὀργή, ὅλα αὐτά πού εἶναι χαρακτηριστικά τοῦ διαβόλου.
            Βλέπεις ἀγαπητέ, πῶς ὁ Παῦλος ἐκεῖνο πού συμβουλεύει πάντοτε στούς χριστιανούς, αὐτό τώρα τό διδάσκει μέ τά λόγια αὐτά. Παρακινεῖ ἐμᾶς νά οἰκοδομοῦμε καί νά ὠφελοῦμε τόν ἀδελφό μας. Μήν περιμένεις ὅλα νά τά κάνει ὁ παπάς ἤ ὁ δεσπότης.. κι ἐσύ νά οἰκοδομεῖς τόν ἀδελφό σου. «Οἰκοδομεῖτε εἷς τόν ἕνα»[21], λέει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Δέν εἶναι ὑπερηφάνεια αὐτό. Βέβαια μπορεῖ νά μπεῖ ἡ ὑπερηφάνεια, ἀλλά θά φροντίσεις νά τό κάνεις μέ προσευχή καί μέ ταπεινό φρόνημα. Οἰκοδομεῖτε ὁ ἕνας τόν ἄλλο πνευματικά. Καί ὁ πνευματικός θά μᾶς οἰκοδομήσει, ἀλλά πόσο χρόνο ἔχει καί ὁ πνευματικός; Μερικοί ἔρχονται στήν ἐξομολόγηση καί περιμένουν κατήχηση. Τί νά προλάβει καί ὁ καημένος ὁ πνευματικός, ὅταν περιμένουν ἄλλοι 30 ἀπ’ ἔξω, νά σοῦ πεῖ; Θά πρέπει καί οἱ λαϊκοί ὁ ἕνας τόν ἄλλον νά νοιάζεται πνευματικά καί νά τόν οἰκοδομεῖ. Λέμε, λέμε, λέμε… λόγια, λόγια, λόγια..
-           Γιατί νά μήν εἶναι τά λόγια μας ὅλα πρός οἰκοδομήν τῆς πίστεως;
            Ἀλλά χανόμαστε στά μάταια. Ὁ Ἀπόστολος λοιπόν μᾶς λέει, νά οἰκοδομοῦμε, νά ὠφελοῦμε τόν ἀδελφό μας, πού σημαίνει τί; Προσέξτε, εἶναι συγκλονιστικό αὐτό. Νά ὠφελοῦμε τόν ἑαυτό μας, γιατί ὁ ἄλλος εἴμαστε ἐμεῖς! Εἴμαστε ἕνα μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν λοιπόν νοιάζεσαι γιά τήν πνευματική οἰκοδομή τοῦ ἄλλου, τόν ἑαυτό σου οἰκοδομεῖς, τόν ἑαυτό σου ὠφελεῖς.
            Ἐκεῖνος πού συμβουλεύει στούς ἄλλους τά ψυχοφελῆ καί σωτήρια, αὐτός πρωτύτερα ἀπό ἐκείνους συμβουλεύει τόν ἑαυτό του καί ὠφελεῖ. Δυστυχῶς σήμερα ἔχει πάψει αὐτό σέ πολύ μεγάλο βαθμό. Καί οἱ γονεῖς πολλές φορές δέν συμβουλεύουν τά παιδιά τους. Κι ἄν τά συμβουλεύσουν, τά συμβουλεύουν στό κακό, στήν ἁμαρτία. Τραγικό αὐτό, νά ἔχεις γονεῖς πού νά παρακινοῦν τά παιδιά τους νά κάνουν σχέσεις, νά κάνουν ἁμαρτία πρίν τόν γάμο, ἔξω ἀπό τόν γάμο. Ἤ οἱ φίλοι τούς φίλους κ.λ.π. Νά ξαναφτιάξεις τή ζωή σου, λέει. Νά χωρίσεις.. νά κάνεις ἔκτρωση.. Τέτοιες συμβουλές! Φοβερά λόγια αὐτά! Ἀντί νά οἰκοδομοῦμε, γκρεμίζουμε τίς ψυχές τῶν ἄλλων.
            Ἄν λοιπόν ζοῦμε σωστά μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί νοιαζόμαστε, καί πρέπει νά νοιαζόμαστε, καί θά νοιαζόμαστε, ἄν εἴμαστε ζωντανά κύτταρα, γιά τόν ἄλλον, τότε οἰκοδομοῦμε καί τόν ἑαυτό μας. Γιατί, ξαναλέω, ὁ ἄλλος εἶμαι ἐγώ καί ὅλοι εἴμαστε ἕνα μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἡ μητέρα καί ὁ πατέρας συμβουλεύουν τό παιδί νά φυλάξει τήν ἁγνότητά του, τήν παρθενικότητά του, ὠφελοῦνται καί οἱ ἴδιοι.
            Δυστυχῶς ἔχουμε γονεῖς πού δέν τά λένε αὐτά στά παιδιά τους. Τούς λέω, εἶναι τό παιδί σου καλά; Ναί, λέει, μέχρι τώρα πάτερ καλά εἶναι, δέν ἔχει κάνει τίποτε, σχέση. Ποῦ τό ξέρεις; Μπορεῖ καί νά ἔχει κάνει καί νά μήν στό ἔχει πεῖ. Τοῦ τό εἶπες; Ὄχι, δέν τοῦ τό εἶπα, λέει, πάτερ. Πές του το ἐσύ. Ἐντάξει, ἐγώ θά τοῦ τό πῶ, ἀλλά ἐγώ πρέπει νά τοῦ τό πῶ; Ἐσύ δέν πρέπει νά τοῦ τό πεῖς; Δέν πρέπει νά νοιαστεῖς γιά τό παιδί σου, γιά τήν ἁγνότητα τοῦ παιδιοῦ σου;
            «Καί μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ»[22], λέει στή συνέχεια. Ἀλλά ἄς δοῦμε καί τήν ἑρμηνεία πού κάνει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος στό «πᾶς λόγος σαπρός ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν μή ἐκπορευέσθω»[23]. Ἰδού ἀκόμα μιά εὐαγγελική ἰδιαιτερότητα τοῦ καινοῦ ἀνθρώπου. Κάθε λέξη του, κάθε λόγος ἅγιας πίστης, κεχαριτωμένος. Αὐτό φτάνεται, πετυχαίνεται, μέ τή χερουβική ἀγρυπνία τοῦ ἑαυτοῦ του, μέ τή χερουβική ἀγρυπνία τῆς ψυχῆς του. Δηλαδή, θά πρέπει ὁ καινός ἄνθρωπος, ὁ καινούριος ἄνθρωπος, πού εἶναι ὁ κάθε πιστός χριστιανός, νά ζεῖ μέ ἀγρυπνία χερουβική. Πῶς εἶναι τά Χερουβίμ πού ἀγρυπνοῦν; Ἔτσι κι αὐτός νά νήφει, νά εἶναι σέ ἐγρήγορση πνευματική, νά προσέχει κάθε του λέξη. Καί κάθε ἐσωτερική του λέξη, κάθε ἐσωτερική του σκέψη. Κάθε κίνηση στήν ψυχή του, κάθε αἴσθημα, κάθε ἐπιθυμία, καθετί πού πάει νά γίνει μέσα του. Καθετί πού εἶναι κακό ἀπό τήν ἀρχή τό ἐξοστρακίζει, τό διώχνει, τό καταστρέφει. Καί καθετί πού εἶναι καλό, τό περιποιεῖται καί τό διατηρεῖ.
            Αὐτός -ὁ χριστιανός- γνωρίζει ὅτι «πᾶν ὅ οὐκ ἐκ πίστεως, ἁμαρτία ἐστίν»[24]. Προσέξτε, εἶναι πολύ φοβερός αὐτός ὁ λόγος. Τί σημαίνει αὐτό; Καθετί, λέει, πού δέν εἶναι ἐκ πίστεως, πού δέν ξεκινάει ἀπό τήν πίστη, πού δέν οἰκοδομεῖ στήν πίστη, πού δέν εἶναι ἀπό τήν πίστη, δέν ξεκινάει ἀπό τήν πίστη, εἶναι ἁμαρτία. Φοβερός λόγος! Καθετί δηλαδή πού δέν ξεκινάει ἀπό τόν Χριστό, ἀπό τήν πίστη στόν Χριστό, πού δέν βλέπει στόν Χριστό, πού δέν ἀποσκοπεῖ στό νά ἀρέσει ὁ ἄνθρωπος στόν Χριστό, πού δέν γίνεται μέ τόν Χριστό καί πού δέν ἔχει τελικό σκοπό τή δόξα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἁμαρτία.
-           Γιατί τό κάνεις τό καθετί; Εἶναι ἐκ πίστεως; Ἔχει ἀφορμή δηλαδή τήν πίστη; Βοηθάει στήν πίστη; Στοχεύει στό νά δοξαστεῖ ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ; Νά δοξαστεῖ ὁ Χριστός;
            Τότε κάντο, εἶναι καλό. Ἄν δέν εἶναι, μήν τό κάνεις, εἶναι ἁμαρτία.
            Εἶναι ἁμαρτία. Εἶναι κακός, εἶναι σαπρός καί ρυπαρός κάθε λόγος, ὁ ὁποῖος δέν εἶναι ἀπό τήν πίστη, δέν ὁδηγεῖ στήν πίστη, δέν ἐπιφέρει τήν πρόοδο στήν πίστη. Αὐτός εἶναι ἁμαρτωλός λόγος. Κατά τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως ὁ ἄνθρωπος θά δώσει ἀπολογία γιά κάθε κενό, ἄδειο δηλαδή, περιττό καί μάταιο λόγο. Πολύ περισσότερο ὅμως θά δώσει λόγο γιά κάθε λόγο σαπρό, ρυπαρό καί αἰσχρό. Κάθε λόγο στόν ὁποῖο δέν ὑπάρχει τό καλό τοῦ Χριστοῦ, ἡ Χάρη τοῦ Χριστοῦ, τό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι λόγος κακός, σαπισμένος, ἀκάθαρτος. Κάθε τέτοιος λόγος εἶναι μικρό πτῶμα, στό ὁποῖο δέν ὑπάρχει ζωντανή ψυχή καί γι’ αὐτό καί σήπεται, ὅπως τό πτῶμα, σαπίζει, ἀναδίδει ὀσμή δυσάρεστη, μυρίζει ἄσχημα, «ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας λαλεῖ τό στόμα»[25].
-           Ἕνας λοιπόν πού αἰσχρολογεῖ τί προδίδει;
            Ὅτι ἔχει μέσα του ἕνα πτῶμα, αὐτό φανερώνει. Προδίδεται, φανερώνεται ἀπό τά λόγια του. Καί ὅσο τά λέει αὐτά τά βρώμικα λόγια, τόσο σαπίζει περισσότερο καί τό μέσα του καί τό ἔξω του, ὁ ὅλος ἄνθρωπος σαπίζει. Γιατί ὁ βρώμικος λόγος εἶναι ἕνα πτῶμα πού βάζεις στήν ὕπαρξή σου.
-           Ποιά εἶναι ἡ καρδιά;  
            Τέτοιο θά εἶναι καί τό στόμα, τέτοια θά εἶναι καί τά λόγια. Ἡ καρδιά εἶναι τό θαυματουργικό ἐργαστήριο καί τῶν καλῶν, ἀλλά καί τῶν κακῶν. Γι’ αὐτό πάλι λέει ὁ Κύριος «ὁ ἀγαθός ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει τό ἀγαθόν»[26]. Δέν εἶναι τυχαῖο νά εἶσαι καλός ἄνθρωπος. Πρέπει νά ἔχεις ἀγαθό θησαυρό μέσα σου, νά ἔχεις ἀγαθή καρδία, ἀγαθή συνείδηση, καθαρή καρδία.
-           Καί ὁ πονηρός ἄνθρωπος;
            «Ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει τό πονηρόν»[27]. Μήν ψάχνεις νά διορθώσεις τά ἐξωτερικά, ψάξε βαθιά στήν καρδιά σου. Ἐκεῖνο νά καθαρίσεις, ὁπότε καί τό ἐξωτερικό θά εἶναι καθαρό μετά.
            Τά λόγια εἶναι καθρέφτης, μέσω τοῦ ὁποίου φαίνεται τό ἐσωτερικό τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου. «Πολλά γάρ πταίομεν ἅπαντες», λέγει ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος στήν καθολική ἐπιστολή του, «εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ, δυνατός χαλιναγωγῆσαι καί ὅλον τό σῶμα»[28]. Ὅποιος δέν φταίει στά λόγια, αὐτός εἶναι τέλειος ἀνήρ καί μπορεῖ νά χαλιναγωγήσει ὅλο τό σῶμα.
            Καί συνεχίζει ὁ Ἅγιος καί λέει, «μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ, ἐν ᾧ ἐσφραγίσθητε εἰς ἡμέραν ἀπολυτρώσεως»[29]. Μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, μέ τό Ὁποῖο σφραγιστήκατε τήν ἡμέρα ἐκείνη πού πήρατε τήν ἀπολύτρωση, τό Ἅγιο Βάφτισμα, ἀλλά καί τήν ἡμέρα ἐκείνη πού θά δώσετε τόν τελικό λόγο στήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου, ἄν ἔχετε φυλάξει αὐτή τήν σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτή ἡ σφραγίδα εἶναι πού θά μαρτυρήσει καί θά σᾶς ὁδηγήσει στή σωτηρία, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἄν ἴσως, λέει, κι ἐσύ χριστιανέ εἰπεῖς κανένα λόγο βρωμερό καί ἀνάξιο τοῦ χριστιανικοῦ στόματος -ὁ Θεός νά φυλάξει- δέν λυπεῖς ἄνθρωπο, ἀλλά λυπεῖς αὐτό τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἀπό τό Ὁποῖο εὐεργετήθηκες καί ἀπό τό Ὁποῖο ἁγιάστηκε τό στόμα σου. Ὅταν μᾶς βαφτίζει καί μᾶς μυρώνει ὁ ἱερέας, μᾶς σφραγίζει μέ τό ἅγιο μύρο καί τά κυριότερα μέρη μας τά σφραγίζει, βάζει πάνω τό σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μέ τό ἅγιο μύρο. Καί τό στόμα μας τό σφραγίζει μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως, τό στόμα σου πρέπει νά εἶναι ἅγιο.
            Ἡ λύπη, πού ἐσύ προξενεῖς στό Πνεῦμα τό Ἅγιο, εἶναι ἁμάρτημα πολύ φοβερό καί πολύ τρομερό. Γι’ αὐτό καί σέ ἄλλη περίπτωση λέει ὁ ἴδιος Ἀπόστολος (Παῦλος) «ὁ ἀθετῶν οὐκ ἄνθρωπον ἀθετεῖ, ἀλλά τόν Θεόν»[30]. Αὐτός πού δέν τηρεῖ τίς ἐντολές, δέν παρανομεῖ ἀπέναντι σ’ ἕναν ἄνθρωπο, ἀλλά ἀπέναντι στόν Θεό. Καί στή συνέχεια λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ποιά εἶναι ἡ εὐεργεσία πού πήραμε ἐμεῖς οἱ χριστιανοί ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο «ἐν ᾧ ἐσφραγίσθητε εἰς ἡμέραν ἀπολυτρώσεως»; Αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι, πού μᾶς σφράγισε μέ τή Χάρη του σάν μέ σφραγίδα καί βούλα βασιλική καί μᾶς ἔδειξε πώς εἴμαστε καί ἐμεῖς πρόβατα τῆς θεϊκῆς Του ποίμνης καί μάντρας. Πῶς ὁ βοσκός σφραγίζει τά ζῶα του. Τώρα βάζουν καί κάτι ἐτικετάκια στό αὐτί τοῦ προβάτου καί ξέρει ὁ βοσκός ποιά εἶναι τά δικά του πρόβατα. Ἔτσι καί ὁ Χριστός μας, ὁ καλός Ποιμένας, μᾶς ἔχει σφραγισμένους μέ τή βούλα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐμᾶς πού εἴμαστε τά πρόβατα τῆς θεϊκῆς Του ποίμνης. Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο δέν μᾶς ἄφησε νά στεκόμαστε μαζί μέ τούς κατάδικους καί ὑπεύθυνους στήν ὀργή τοῦ Θεοῦ. Καί ὅλοι πού γεννιόμαστε στή γῆ, γεννιόμαστε ὑπόδικοι, κατάδικοι, ὑποχείρια τοῦ πονηροῦ, τοῦ κακοῦ, τοῦ διαβόλου. Ἔρχεται ὅμως ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία καί μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό τά χέρια τοῦ διαβόλου μέ τό ἅγιο Βάφτισμα καί τό ἅγιο Χρίσμα καί ὁ Χριστός μας μᾶς σφραγίζει μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί λέει στόν διάβολο, αὐτοί δέν εἶναι δικοί σου, εἶναι δικοί Μου, εἶναι σφραγισμένοι μέ τό Πνεῦμα Μου.
            Μᾶς ξεχώρισε λοιπόν τό Πνεῦμα τό Ἅγιο εἰς τό νά εἴμαστε ἐλεύθεροι ἀπό τήν θεϊκή ὀργή αὐτή. Ὥστε τό «εἰς ἡμέρα ἀπολυτρώσεως», λέει ὁ ἱερός Θεοφύλακτος, εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ἀπό τήν ὁποία ἔχουμε νά λυτρωθοῦμε μέ τήν σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως αὐτοί πού ἔχουνε ἐνεργό τή σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θά περάσουν καί δέν θά τούς πάρουνε οἱ πονηροί δαίμονες. Θά περάσουν στήν αἰώνια ζωή.
            Ὁ Οἰκουμένιος, ἡμέρα ἀπολυτρώσεως λέγει, τήν ἡμέρα κατά τήν ὁποία πήραμε τό ἅγιο Βάφτισμα. Ὅταν σφραγιστήκαμε μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τή χρίση τοῦ ἁγίου μύρου.
-           Δέν ντρεπόμαστε λοιπόν νά λυποῦμε Αὐτόν τόν τόσο μεγάλο εὐεργέτη μας, τό Πνεῦμα τό Ἅγιο;
            Σφραγίστηκε καί βουλώθηκε τό στόμα σου, χριστιανέ, μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὥστε πλέον νά μή λαλεῖ κανένα λόγο ἀνάξιο τῆς Χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Λοιπόν, μή λύσεις τή σφραγίδα αὐτή καί θεϊκή βούλα, ἀλλά λέγε κι ἐσύ μαζί μέ τόν Δαβίδ: «Θοῦ, Κύριε, φυλακήν τῷ στόµατί µου καί θύραν περιοχῆς περί τά χείλη μου»[31]. Πρόσεξε λοιπόν κι ἐσύ, αὐτή τή σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μή τή λύσεις, μή τήν διαλύσεις, μή τήν χάσεις, γιατί μετά δέν θά μπορέσεις νά περάσεις τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ θεϊκή σφραγίδα. Γι’ αὐτό νά λές κι ἐσύ μαζί μέ τόν Δαβίδ: «Θοῦ, φυλακήν τῷ στόµατί µου»[32]. Κύριε, φύλαξέ με, φύλαξε τό στόμα μου, βάλε θύρα περιοχῆς περί τά χείλη μου. Περιφρούρησε τά χείλη μου. Νά μήν πῶ κάτι πού θά λυπήσει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, θά λύσει τή σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
            Γι’ αὐτό καί λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «ἄν πεῖς ὑβριστικό ρῆμα..». Ὅπως πολλοί σήμερα λένε, ἔβρισα… σάν νά μήν ἔκανε τίποτα. Πῶς χύνεις ἕνα ποτήρι νερό.. τόν ἔβρισα, λέει, ἔτσι ἁπλά. «Ἄν πεῖς», λέει «ὑβριστικό ρῆμα, ἄν πλήξεις τόν ἀδελφό σου», μέ τά λόγια ἔστω, «οὐκ ἐκεῖνον ἔπληξας, ἀλλά τό Πνεῦμα ἐλύπησας». Δέν ἔπληξες τόν ἀδελφό, ἀλλά τό Πνεῦμα τό Ἅγιο λύπησες. Βλέπετε πόσο σημαντικό πράγμα εἶναι αὐτό. Πλήττουμε τούς ἄλλους μέ τά λόγια μας, βρίζουμε, βγάζουμε κακίες. Τό κεντρί, πού βγάζεις γιά νά πληγώσεις τόν ἄλλον, ἐσένα πληγώνει. Ἐσύ πληγώνεσαι καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο λυπεῖς. Προσοχή λοιπόν.
            Ἄς δοῦμε καί τήν ἑρμηνεία πού λέει ὁ Ἅγιος καί νά κλείσουμε. «Μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ, ἐν ᾧ ἐσφραγίσθητε εἰς ἡμέραν ἀπολυτρώσεως»[33].
-           Μέ τί μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νά λυπήσουν τό Πνεῦμα τό Ἅγιο τοῦ Θεοῦ; λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς.
            Κάνοντας αὐτό πού εἶναι ἀκάθαρτο, μή ἅγιο, κακό, δαιμονικό. Ὅταν κάνεις αὐτό, λυπεῖς τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Μέ μιά λέξη, μέ τίς ἁμαρτίες. Οἱ χριστιανοί στό ἅγιο μυστήριο τοῦ Βαφτίσματος καί τοῦ Χρίσματος ἔχουν σφραγιστεῖ μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ἔτσι ὥστε κατά τήν ἡμέρα ἐκείνη νά μή βρεθεῖ σ’ αὐτούς τίποτε, πού δέν εἶναι ἀρεστό στό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι στήν ψυχή τους, στήν καρδιά τους, στά ἀκούσματά τους, σάν σημάδι σωτηρίας καί ἀπολυτρώσεως. Γι’ αὐτό, βλέπετε, ὁ ἱερέας ὅταν μᾶς χρίει, χρίει τό στόμα μας, μᾶς χρίει τή μύτη, μᾶς χρίει τά αὐτιά μας, τά χέρια μας, τά πόδια μας, τά κυριότερα μέλη μας, ὥστε ὅλα νά εἶναι ἁγιασμένα μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο.
            Ὅλη αὐτή ἡ σφραγίδα πρέπει νά μείνει στήν ψυχή τοῦ κάθε χριστιανοῦ μέχρι τό φοβερό Κριτήριο, μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία, μέχρι τήν τελική ἐκείνη ἡμέρα τῆς τελικῆς καί πλήρους ἀπολυτρώσεως. Μέχρι τότε, πρέπει αὐτή ἡ σφραγίδα νά διατηρηθεῖ, νά περιφρουρηθεῖ μέ τίς θεϊκές δυνάμεις τῶν ἁγίων ἀρετῶν, ἔτσι ὥστε οἱ ἁμαρτίες καί τά πάθη νά μήν τήν τεμαχίσουν, νά μήν τήν ἀμαυρώσουν, νά μήν τήν καταστρέψουν αὐτή τή σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πῶς καταστρέφεται; Μέ τίς ἁμαρτίες. Πῶς περιφρουρεῖται; Μέ τίς ἅγιες ἀρετές, μέ τήν ταπείνωση, μέ τήν προσευχή, μέ τήν ἐξομολόγηση, μέ τή Θεία Κοινωνία, μέ τή νηστεία, μέ τήν κατά Χριστόν ἄσκηση.
            Κεχαριτωμένα, μαζί μέ τήν πανχριστιανική ψυχή τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει, μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Αὐτό εἶναι τό φρικωδέστατο καί φοβερότερο. Κάτι πού λέγει ἀκριβῶς καί στήν ἐπιστολή του πρός τούς Θεσσαλονικεῖς. «Ἐκεῖνος πού γίνεται παραβάτης δέν ἀθετεῖ ἀνθρώπινες ἐντολές, ἀλλά ἀθετεῖ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ»[34], λέει στήν Α΄ πρός Θεσσαλονικεῖς ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἔτσι κι ἐδῶ, ἄν πεῖς ὑβριστικά λόγια, ἄν τραυματίσεις τόν ἀδελφό σου, δέν τραυμάτισες ἐκεῖνον, ἀλλά τό Πνεῦμα τό Ἅγιο λύπησες, καί στή συνέχεια ἀκολουθεῖ καί ἡ προσθήκη τῆς εὐεργεσίας γιά νά γίνει μεγαλύτερη ἡ κατηγορία. Μή λυπεῖτε, λέγει, μέ τά βρωμερά σας λόγια τό Πνεῦμα, μέ τό ὁποῖο σφραγιστήκατε γιά τήν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ὁπότε θά πετύχουμε τήν τέλεια ἀπολύτρωση. Μᾶς δίνει τόν ἀρραβῶνα ὁ Κύριός μας στό ἅγιο Χρίσμα. Ὁ ἀρραβώνας εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα, καί μᾶς λέει φυλάξτε τόν ἀρραβῶνα μέχρι τήν ἡμέρα τοῦ γάμου. Ἡ ἡμέρα τοῦ γάμου εἶναι ἡ Δευτέρα Παρουσία. Ἄν φυλάξεις τόν ἀρραβῶνα μέχρι τότε, δέν τόν διαλύσεις μέ τίς ἁμαρτίες σου, θά γίνεις νυμφίος. Θά γίνει νύμφη τοῦ Χριστοῦ ἡ ψυχή σου καί θά γίνει νυμφίος σου ὁ Χριστός.
            Μή λυπεῖτε λοιπόν τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Τό Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς κατέστησε ἀγέλη βασιλική. Ποίμνη, κοπάδι τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό μᾶς ξεχώρισε πρώτους ἀπ’ ὅλους. Αὐτό δέν ἐπέτρεψε νά βρισκόμαστε μαζί μέ τούς ὑπεύθυνους τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ καί σύ λυπεῖς Αὐτό; Πρόσεχε πῶς Ἐκεῖνο μιλάει μέ φοβερά λόγια. «Ἐκεῖνος», λέει, «πού γίνεται παραβάτης, δέν ἀθετεῖ ἀνθρώπινες ἐντολές, ἀλλά ἀθετεῖ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ»[35]. Γιά νά προκαλέσει ντροπή λοιπόν, ἐδῶ μᾶς λέει, μή λυπεῖτε τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τό Ὁποῖο σφραγιστήκατε. Ἡ σφραγίδα αὐτή νά βρίσκεται στό στόμα. Νά μή καταστρέψεις τά σημάδια της. Τό πνευματικό στόμα δέν λέει κάτι τέτοιο, βρώμικο καί αἰσχρό. Μήν πεῖς, τίποτα δέν εἶναι ἄν πῶ κάτι αἰσχρό, ἄν βρίσω τόν τάδε. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς εἶναι μεγάλο κακό, ἐπειδή φαίνεται ὅτι δέν εἶναι τίποτε. Τά μικρά δέν εἶναι μικρά. Ἀπό τά μικρά φτάνεις καί στά πολύ μεγάλα. Ἐκεῖνα πού φαίνονται ὅτι δέν εἶναι τίποτα, εὔκολα καί περιφρονοῦνται. Κι αὐτά πού περιφρονοῦνται αὐξάνουν, καί ὅταν αὐξηθοῦν, γίνονται καί ἀθεράπευτα.
            Ἔχεις στόμα πνευματικό; Σκέψου ποιόν λόγο εἶπες ἀμέσως ὅταν γεννήθηκες; Ποιά εἶναι ἡ ἀξία τοῦ στόματός σου; Ὀνομάζεις πατέρα τόν Θεό κι ἀμέσως βρίζεις τόν ἀδελφό σου; Λές τό Πάτερ ἡμῶν. Πόσες φορές τό λέμε καθημερινά; Ἀφοῦ λές ὅτι ἔχεις πατέρα τόν Θεό, δέν εἶναι καί οἱ ἄλλοι χριστιανοί ἀδέλφια σου; Πῶς μπορεῖς καί τά βρίζεις; Σκέψου ἀπό ποῦ ὀνομάζεις πατέρα τόν Θεό; Ἀπό τή φύση σου; Ὄχι, βέβαια. Δέν ἔχεις τήν ἴδια φύση μέ τόν Θεό. Ἐσύ εἶσαι ἄνθρωπος. Πῶς λοιπόν ὀνομάζεις πατέρα τόν Θεό; Ἀπό τήν ἀρετή; Οὔτε αὐτό μπορεῖς νά τό πεῖς. Ἀλλά ἀπό ποῦ; Μόνο ἀπό φιλανθρωπία, ἀπό εὐσπλαχνία, ἀπό πολλή ἀγάπη, σοῦ δίνει ὁ Θεός τό δικαίωμα νά Τόν πεῖς Πατέρα. Ὅταν λοιπόν ὀνομάζεις πατέρα τόν Θεό, νά μήν σκέφτεσαι μόνο, ὅτι ὅταν βρίζεις, πράττεις ἀνάξια τῆς εὐγενικῆς ἐκείνης καταγωγῆς, ἀλλά ὅτι ἔχεις αὐτή τήν εὐγενική καταγωγή ἀπό φιλανθρωπία. Δέν τήν ἀξίζεις. Μή λοιπόν καταντροπιάζεις αὐτή μέ τή σκληρότητα πού δείχνεις πρός τούς ἀδελφούς σου, τή στιγμή πού τήν ἔλαβες ἀπό φιλανθρωπία.        
            Ὀνομάζεις πατέρα τόν Θεό καί βρίζεις; Ἀλλά αὐτό δέν εἶναι ἀπό τά ἔργα τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἔργο τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ εἶναι νά συγχωρεῖ τούς ἐχθρούς, νά προσεύχεται γι΄ αὐτούς πού τόν σταυρώνουν, νά χύνει τό αἷμα του γιά ἐκείνους πού τόν μισοῦν. Καί ἐννοεῖ ἐδῶ τόν καθένα ἀπό μᾶς, γιατί ὁ καθένας ἀπό μᾶς εἶναι υἱός τοῦ Θεοῦ, κατά χάριν βέβαια. Πρέπει νά μιμούμαστε τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ κατά φύση, πού ἀγαποῦσε τούς ἐχθρούς Του καί σταυρωνότανε γι’ αὐτούς. Αὐτά εἶναι ἄξια γιά τόν υἱό τοῦ Θεοῦ, νά κάνει τούς ἐχθρούς, τούς ἀγνώμονες, τούς κλέφτες, τούς ἀναίσχυντους, τούς ἐπιβουλεύοντες, ὅλους αὐτούς νά τούς κάνει ἀδελφούς καί κληρονόμους. Ὄχι νά βρίζει σάν δούλους αὐτούς πού ἔγιναν ἀδελφοί του. Σκέψου ποιά λόγια εἶπε τό δικό σου στόμα, γιά ποιά τράπεζα, εἶναι ἄξια; Σκέψου ποιά εἶναι ἐκεῖνα πού ἐγγίζει καί γεύεται; Ποιά τροφή ἀπολαμβάνει τό στόμα σου; Τή Θεία Κοινωνία.
-           Παίρνεις τόν Θεό μέσα σου καί μέ τό ἴδιο στόμα βρίζεις τόν ἀδελφό σου; Νομίζεις ὅτι δέν κάνεις κανένα κακό πού κατηγορεῖς τόν ἀδελφό σου; Πῶς λοιπόν τόν ὀνομάζεις ἀδελφό; Ἐάν δέν εἶναι ἀδελφός, πῶς λέγεις Πάτερ ἡμῶν;
            Γιατί τό ἡμῶν δηλώνει πολλά πρόσωπα. Δέν εἶπε νά λέμε, Πατέρα μου. «Πάτερ ἡμῶν», Πατέρα μας. Σκέψου μέ ποιούς παραστέκεις τήν ὥρα τῶν Μυστηρίων, τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας. Μέ ποιούς εἶσαι μαζί; Εἶσαι μαζί μέ τά Χερουβίμ; Μέ τά Σεραφίμ; Τά Σεραφίμ δέν βρίζουν. Τό στόμα τους γεμίζει μία μόνο ἀνάγκη νά δοξολογοῦν καί νά δοξάζουν τόν Θεό. Μέ τήν δοξολογία τοῦ Θεοῦ εἶναι γεμάτο τό στόμα τῶν Χερουβίμ καί τῶν Σεραφίμ. Πῶς λοιπόν θά μπορέσεις νά λές κι ἐσύ μαζί μέ ἐκεῖνα «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος», ὅταν χρησιμοποιεῖς τό στόμα σου γιά νά βρίζεις; Πές μου λοιπόν, ἐάν εἶναι ἕνα ἐκλεκτό σκεῦος καί εἶναι γεμάτο πάντοτε μέ ἐκλεκτά ἐδέσματα καί γιά τόν σκοπό αὐτό ἔχει ὁριστεῖ, ἔπειτα κάποιος ὑπηρέτης χρησιμοποίησε αὐτό στήν κοπριά, θά τολμήσει νά ἀποθέσει πάλι αὐτό πού εἶναι γεμάτο ἀπό κοπριά μαζί μέ τά σκεύη ἐκεῖνα πού ἔχουν ὁριστεῖ γιά τά ἐκλεκτά ἐδέσματα; Ἀσφαλῶς ὄχι. Κάτι τέτοιο εἶναι ἡ κακολογία. Κάτι τέτοιο εἶναι ἡ βρισιά. Βρωμίζεις τό σκεῦος πού εἶναι μόνο γιά τόν Θεό, τό στόμα, τή γλώσσα.
            Καί τί; Μόνον αὐτό; Ἄκουε καί τά ἑπόμενα. Τί λέμε; «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς», πού κατοικεῖς στούς οὐρανούς. Εἶπες Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς καί σέ ἀνέστησε ὁ λόγος, σοῦ ἔδωσε φτερά στή διάνοια. Σοῦ ἔδειξε ὅτι ἔχεις Πατέρα στούς οὐρανούς. Νά μήν κάνεις τίποτε, νά μή λές τίποτε ἀπό τά γήινα. Σέ τοποθέτησε σέ ἐκείνη τήν τάξη πού βρίσκεται στόν οὐρανό. Σέ ἔκρινε ἄξιο τοῦ χοροῦ ἐκείνου. Γιατί κατεβάζεις κάτω τόν ἑαυτό σου; Εἶσαι μαζί μέ τόν Πατέρα σου πού εἶναι στούς οὐρανούς. Πρέπει κι ἐσύ νά εἶσαι οὐράνιος. Καί τό στόμα σου καί τά λόγια σου καί τό σῶμα σου ὁλόκληρο νά εἶναι οὐράνιο, καί ἡ ψυχή σου.
            Στέκεσαι κοντά στόν θρόνο τοῦ Βασιλέως καί βρίζεις; Δέν φοβᾶσαι μήπως αὐτό τό θεωρήσει βρισιά ὁ Βασιλέας; Ἄν κάποιος ὑπηρέτης κτυπάει μπροστά μας ἤ βρίζει τόν ὁμόδουλό του, κι ἄν ἀκόμα αὐτό τό κάνει δίκαια, ἀμέσως τόν ἐπιτιμοῦμε, γιατί αὐτό τό θεωροῦμε βρισιά. Ἐσύ ὅμως, ἄν καί στέκεσαι μαζί μέ τά Χερουβίμ κοντά στόν Βασιλέα, βρίζεις τόν ἀδελφό σου; Δέν βλέπεις αὐτά τά ἅγια σκεύη; Δέν χρησιμοποιοῦνται αὐτά πάντοτε γιά ἕναν μόνο σκοπό; Μήπως τολμάει κανείς νά τά χρησιμοποιήσει γιά κάτι ἄλλο; Ὄχι, τά ἅγια σκεύη δέν ἐπιτρέπεται νά χρησιμοποιηθοῦν γιά τίποτα ἄλλο, εἶναι βεβήλωση. Ἔτσι καί τό στόμα μας, ἔτσι καί ὅλο μας τό σῶμα καί ἡ ψυχή εἶναι σάν τά ἅγια σκεύη, δέν ἐπιτρέπεται νά τά χρησιμοποιήσεις γιά βέβηλο σκοπό.
            Καί μάλιστα ἐσύ, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, εἶσαι ἁγιότερος ἀπό τά ἅγια σκεύη πού χρησιμοποιοῦμε στή Θεία Λειτουργία. Κατά πολύ ἁγιότερος. Γιατί λοιπόν ρυπαίνεις καί μολύνεις τόν ἑαυτό σου; Στέκεσαι στούς οὐρανούς καί βρίζεις; Πολιτεύεσαι μαζί μέ Ἀγγέλους καί βρίζεις; Ἔχεις ἀξιωθεῖ τό φίλημα τοῦ Δεσπότου, σέ ἀσπάζεται ὁ Δεσπότης, καταδέχεται νά μπεῖ μέσα στό στόμα σου καί ἐσύ βρίζεις; Ἐκόσμησε ὁ Θεός τό στόμα σου μέ τόσους ἀγγελικούς ὕμνους, μέ τροφή ὄχι πλέον ἀγγελική, ἀλλά ἀνώτερη ἀπό τήν ἀγγελική, μέ τό δικό Του φίλημα, μέ ἐναγκαλισμούς πρός Αὐτόν, καί βρίζεις; Μή, σέ παρακαλῶ. Τό πράγμα εἶναι αἰτία μεγάλων κακῶν, ξένο στήν χριστιανική ψυχή. Λέγοντας αὐτά δέν σέ κάνουμε νά πεισθεῖς; Δέν σέ πείθω; λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Δέν σέ κάνω νά ντραπεῖς; Λοιπόν, εἶναι ἄξιο. Ἄκουε τόν Χριστό, πού λέει «ἐκεῖνος πού θά ἀποκαλέσει τόν ἀδελφό του μωρέ», ἀνόητο δηλαδή, «θά εἶναι ἔνοχος γιά νά τιμωρηθεῖ στή γέεννα τοῦ πυρός»[36]. Ἐάν τό ἐλαφρότερο ἀπ’ ὅλα προξενεῖ τή γέεννα.. μωρέ λέμε, βλάκα, αὐτό θά πεῖ μωρέ, ἀνόητε. Αὐτό λέει ὁ Χριστός, ἄν τό πεῖς ἔτσι στόν ἀδελφό σου, γίνεσαι ἔνοχος γιά τή γέεννα τοῦ πυρός. Ἄν αὐτό λοιπόν προξενεῖ τή γέεννα, ποιά τιμωρία θά εἶναι ἄξιος ἐκεῖνος πού λέει τά τολμηρά; Τά βρώμικα, τά αἰσχρά; Ἄς ἐκπαιδεύσουμε τό στόμα μας νά λέει καλά λόγια. Εἶναι πολύ μεγάλο τό κέρδος ἀπό αὐτό. Ἐνῶ πολύ μεγάλη εἶναι ἡ βλάβη ἀπό τήν ὕβρη. Αὐτά λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος.
            Κι ἐμεῖς σταματοῦμε ἐδῶ τόν λόγο, συμπληρώθηκε καί ἡ ὥρα μας. Ἄν θέλετε κάτι πάνω σ’ αὐτά, γιά λίγη ὥρα μποροῦμε. Πάντως ἄς δοξάσουμε τόν Θεό καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί τούς Ἁγίους μας, οἱ ὁποῖοι ἐμπνέονται ἀπ’ Αὐτό καί μᾶς δίνουν τόσο ὡραῖα πράγματα ὡς τροφή στήν ψυχή μας καί ὡς ἕνα μέσο ἀφυπνίσεως. Γιατί βλέπετε, πόσο ἔχει κυριαρχήσει στόν κόσμο αὐτή ἡ ἁμαρτία τῆς αἰσχρολογίας, τῆς βωμολοχίας. Ἀλλά καί οἱ ἄλλες ἁμαρτίες, καί ἡ κλεψία καί ἡ λοιδορία τοῦ πλησίον καί δυστυχῶς καί ἄλλα πολύ αἰσχρότερα πάθη, πολύ πολύ αἰσχρότερα, ἀκατανόμαστα, τά ὁποῖα βρωμίζουν ἀκόμα περισσότερο τόν ἄνθρωπο, καί τό στόμα καί τό σῶμα ὁλόκληρο τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό καί ὁ ἄνθρωπος μετά γίνεται ἀνάξιος τῆς Θείας Κοινωνίας. Γιατί ἀκριβῶς ρυπαίνει τό ἅγιο σκεῦος. Εἴδατε πῶς λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος; Εἴμαστε ἁγιότεροι ἀπό τά ἅγια σκεύη πού ἔχουμε στόν ναό. Γιατί ὁ Θεός μᾶς ἔκανε ἔτσι, μᾶς σφράγισε μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί δέν ἐπιτρέπεται νά βεβηλώνουμε τό σῶμα μας μέ ἁμαρτίες. Τρέμουμε μή τυχόν καί γίνει μία βεβήλωση στά ἅγια σκεύη. Προσέχουμε πάρα πολύ νά μήν πάει κάτι ἀκάθαρτο, ἕνα ζωύφιο, ἕνα ποντίκι, ὁτιδήποτε. Προσέχει πάρα πολύ ὁ ἱερέας, ὁποιοσδήποτε εἶναι ὑπεύθυνος. Καί ὅλοι πρέπει νά προσέχουμε. Πολύ περισσότερο πρέπει νά προσέχουμε τόν ναό τοῦ σώματός μας, τό στόμα μας καί τά μέλη μας ὅλα. Νά μήν πεῖ τίποτε ἀκάθαρτο, νά μή βγεῖ τίποτε ἀκάθαρτο ἀπό μέσα ἀπό τήν καρδιά μας. Καί κατεξοχήν νά φροντίζουμε γιά τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς μας.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Εὐλογεῖτε. Γι’ αὐτή τή σφραγίδα πού εἴπατε, πού παίρνουμε μέ τή Βάφτιση καί τό Χρίσμα, ἐφόσον διατηρηθεῖ ἐνεργός, αὐτή εἶναι καί ἡ σφραγίδα πού μιλάει ἡ Ἀποκάλυψη;
Ἀπ. : Ναί, αὐτή εἶναι. Εἶναι ἡ σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μέ αὐτή τή σφραγίδα θά περάσουμε. Βλέπετε καί ὁ διάβολος ἔχει τή δική του σφραγίδα, τήν ἑτοιμάζει. Τό χάραγμα, τό 666. Ποτέ δέν θά τήν πάρουμε καί δέν πρέπει νά τήν πάρουμε. Ἀλλά δέν εἶναι μόνο αὐτό. Κάθε στιγμή πού ἁμαρτάνεις, ἐπιβουλεύεσαι, γιά νά μή πῶ διαλύεις, αὐτή τή σφραγίδα. Γι’ αὐτό λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, πρόσεξε, λέει, νά τή φυλάξεις μέχρι τέλους, μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία. Μή τή διαλύσεις τήν σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιατί μετά δέν θά σέ ἀναγνωρίσει ὁ Θεός γιά δικό Του. Θά σοῦ πεῖ, φίλε, ποῦ εἶναι ἡ σφραγίδα σου; Ποῦ εἶναι τό σημεῖο Μου; Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, αὐτό εἶναι τό σημεῖο πού ἔχουμε πάνω μας ὅλοι οἱ χριστιανοί καί πρέπει νά τό φυλάγουμε ἐνεργό, καθαρό. Κι ἄν παρ’ ἐλπίδα σφάλλουμε, ἀμέσως νά τρέξουμε, νά μετανοήσουμε, νά ἀνακαινίσουμε τή σφραγίδα. Νά τήν ἀνανεώσουμε.
Ἐρ. : Γνωρίζουμε ὅτι ἡ βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἁμαρτία ἀσυγχώρητη. Ἐδῶ τώρα, ὅπως ἀκοῦμε, ὅλες οἱ ἁμαρτίες ἔχουν σχέση μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὑβρίζεται καθημερινῶς. Δηλαδή ποιά εἶναι αὐτή ἡ ἁμαρτία πού δέν συγχωρεῖται μέ τήν ὕβρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Μόνον ἡ αἵρεσις;
Ἀπ. : Λυποῦμε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέ τίς ἁμαρτίες. Εἴδατε πῶς τό εἶπε ὀ Ἀπόστολος; Λυποῦμε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέ τίς ἁμαρτίες μας. Ὑβρίζεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὅταν ἀποδίδουμε τά ἔργα Του στόν διάβολο καί ὅταν δέν μετανοοῦμε. Ἡ ὕβρις κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού δέν συγχωρεῖται, εἶναι ἡ ἀμετανοησία, ὅταν δέν μετανοοῦμε. Λάθη κάνουμε. Δυστυχῶς, ὅλοι ἁμαρτάνουμε. Ἀλλά τουλάχιστον νά μετανοοῦμε, νά τό ἀναγνωρίζουμε καί νά ζητᾶμε συγχώρηση ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο πού τό λυποῦμε συνεχῶς. Αὐτό δέν εἶναι ὕβρις. Δηλαδή ἡ ἁμαρτία ἀπό μόνη της δέν εἶναι ὕβρις. Ὕβρις εἶναι τό νά μήν τήν παραδέχεσαι καί νά μήν μετανοεῖς. Νά μή ζητᾶς συγχώρηση, αὐτό εἶναι ὕβρις.
            Ὅταν, ἄς ποῦμε, λέει κάποιος, νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα, ἔ.. τί εἶναι αὐτά τώρα πού λέει ὁ παπα-Σάββας.. αὐτά δέν γίνονται. Στήν ἐποχή μας; Σήμερα; Νά φυλαχτεῖ ὁ νέος καί ἡ νέα καθαρή; Νά μήν κάνει προγαμιαῖες σχέσεις; Δέν γίνονται αὐτά τά πράγματα. Αὐτό εἶναι ὕβρις κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι σάν νά λές στό Πνεῦμα τό Ἅγιο, δέν ξέρεις τί λές Ἐσύ, Θεέ μου τώρα… πού μᾶς ζητᾶς τέτοια πράγματα.. Ἀφοῦ δέν βλέπεις; Δέν μποροῦμε νά τά κάνουμε.. μᾶς ζητᾶς πράγματα πού δέν μποροῦμε.. ἄρα εἶσαι κακός! Καί μετά θά μᾶς κολάσεις κιόλας, γι’ αὐτά πού δέν μποροῦμε νά κάνουμε! Αὐτό εἶναι βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καταλάβατε; Ἀμφισβητεῖς δηλαδή τή δυνατότητα νά εἶσαι χριστιανός, ὅταν λές αὐτά τά λόγια. Αὐτό εἶναι ὕβρις. Γιατί ἕνας πού τά λέει αὐτά, δέν θά μετανοήσει ποτέ. Ἀντίθετα, θά πεῖ στό παιδί του, νά τά κάνεις, ὅπως κάνουν ὅλα τά παιδιά. Νά κάνεις κι ἐσύ προγαμιαῖες σχέσεις. Αὐτό εἶναι βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτό δέν συγχωρεῖται. Γιατί αὐτός πού τό λέει, δέν θά ζητήσει συγχώρηση γι’ αὐτό πού εἶπε. Ἀφοῦ τό πιστεύει. Σοῦ λέει τί; Δέν γίνονται αὐτά.. αὐτά εἶναι γιά τούς καλογήρους μόνο. Καταλάβατε; Αὐτό εἶναι βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιατί αὐτός ὁ ἄνθρωπος ποτέ δέν θά μετανοήσει, δέν θά ζητήσει συγγνώμη γι’ αὐτό. Καί ὄχι μόνο τά λέει, τά κάνει κιόλας. Γι’ αὐτό τά λέει, γιατί τά κάνει. Τά ἔχει κάνει καί τά κάνει καί θά τά ξανακάνει. Καί μπορεῖ νά μήν τό κάνει μέ τό σῶμα του, ἄν εἶναι μεγάλης ἡλικίας, τό κάνει μέ τό μυαλό του. Συνεχῶς λυπεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί δέν μετανοεῖ. Αὐτή εἶναι βλασφημία. Αὐτό δέν συγχωρεῖται. Σᾶς εἶπα ἕνα παράδειγμα.
Ἐρ. : Λέτε ὅτι ὁ Χριστός δέν γελοῦσε. Ἐμεῖς πού ἔχουμε αὐτή τή φύση, ἀπό ποῦ τήν πήραμε;
Ἀπ. : Δέν εἶπα ὅτι δέν γελοῦσε, ἀλλά ὅτι δέν Τόν εἶδαν ποτέ νά γελάει. Ναί… καί οἱ Ἅγιοι τί μᾶς λένε; Μποροῦμε νά χαμογελᾶμε. Δηλαδή ἕνα ἁπλό μειδίαμα. Ἀλλά δέν ἐπιτρέπουνε αὐτό τόν λεγόμενο βρασματώδη γέλωτα. Βρασματώδης, πού βράζει ὁ ἄνθρωπος.. συγκλονίζεται ὁλόκληρος καί ἀκοῦς ἕνα χάχανο δυνατό. Αὐτό δέν τό ἐπιτρέπουν οἱ Ἅγιοι. Δέν εἶναι ὡραῖο πράγμα ἔ; Αὐτό δείχνει ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἔχει διαλυθεῖ ἐσωτερικά, ἔχει χάσει τήν ὥρα τῆς Κρίσεως, τῆς κολάσεως. Εἶναι ἕνας διαλυμένος ἐσωτερικά ἄνθρωπος. Διαλυμένος ὡς πρός τήν νήψη, ὡς πρός τήν ἐγρήγορση τήν πνευματική. Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἐγρήγορση πνευματική εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὁ συγκεντρωμένος στόν ἑαυτό του. Ἐδῶ ἔχουμε φοβερούς ἐχθρούς. Ἔχουμε τόν διάβολο ὡς λέοντα πῦρ πνέοντα, ὡς «λιοντάρι πού περπατεῖ», λέει, «ζητῶν τίνα καταπίῃ»    [37]. Γιά σκεφτεῖτε τώρα ἐδῶ, νά βλέπαμε ἕνα λιοντάρι νά ἔχει μπεῖ μέσα ἐδῶ καί νά ὠρύεται. Δέν θά ἤμαστε ὅλοι σέ προσοχή; Θά λέγαμε, τώρα ποιόν θά ἁρπάξει..; Νά φυλαχτῶ. Ἔτσι εἶναι ὁ διάβολος. Μή λέτε ὅτι δέν τόν βλέπουμε. Ἔτσι εἶναι. Κοιτάει κάθε στιγμή νά μᾶς ἁρπάξει, ὅ,τι μπορεῖ.. καί δέν θά εἴμαστε σέ ἐγρήγορση; Τί, θά λέμε χαζοκέφαλα; Θά χαλαρώνουμε;..
            Ἕνας λοιπόν πού ἔχει ἕναν τέτοιο γέλωτα, τρανταχτό, βρασματώδη, σημαίνει ἀκριβῶς ὅτι δέν ξέρει τί τοῦ γίνεται. Ἔχει χάσει τήν νήψη, τήν ἐγρήγορση τήν πνευματική.
            Μέ αὐτή τήν ἔννοια τό εἶπαν οἱ Ἅγιοι καί τό παίρνουν βέβαια ἀπό τόν Χριστό μας. Ἐνῶ ὁ Χριστός μας ἐδάκρυσε τουλάχιστον τέσσερις φορές. Ἔτσι ἀναφέρεται στά ἱερά κείμενα, ἀλλά καί πολλές περισσότερες μέ τίς τόσες ἁμαρτίες πού κάνουμε καί Τόν λυποῦμε.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης





[1] Ἐφεσ. 4, 28.
[2] Ἑρμηνεία εἰς τάς ΙΔ΄ Ἐπιστολάς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, Ὁσίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/νικη.
[3] Ὅ.π.
[4] Πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή Ἀποστόλου Παύλου, ἀρχ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, ἐκδ. Ρηγοπούλου.
[5] Β΄Κορ. 5, 17.
[6] Ρωμ. 6, 4.
[7] Πράξ. 20, 35.
[8] Ψαλμ. 33, 15.
[9] Ἐφεσ. 4, 29.
[10] Ἐφ4, 29.
[11] Ἐφ4, 30.
[12] Ἰακ3, 2.
[13] Ματθ12, 36.
[14] Ψαλμ32, 15.
[15] Ἐφεσ. 4, 29.
[16] Ὅ.π.
[17]  Ἄσμα 1, 3.
[18] Ἰω7, 46.
[19] Ματθ12, 35.
[20] Ματθ7, 16.
[21] Α΄Θεσ5, 11.
[22] Ἐφεσ4, 30.
[23] Ἐφεσ. 4, 29.
[24] Ρωμ. 14, 23.
[25] Ὅ.π.
[26] Λουκ. 6, 45.
[27] Ὅ.π.
[28] Ἰακ3, 2.
[29] Ἐφεσ4, 30.
[30] Α΄Θεσ4, 8.
[31] Ψαλμ140, 3.
[32] Ὅ.π.
[33] Ἐφεσ4, 30.
[34] Α΄Θεσ4, 8.
[35] Ὅ.π.
[36] Ματθ5, 22.
[37] Α΄Πέτρ5, 8.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...