Ἔπιστολή ΙΕ´. Ἄλλη ἐπιστολή μέ τό ἴδιο θέμα
Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:Περί πειρασμῶν. Ἀββᾶ Δωροθέου
Συνεχίζουμε μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐχή τοῦ Γέροντα τό θέμα γιά τούς πειρασμούς ἀπό τόν ἀββᾶ Δωρόθεο, πού δέχεται καί στέλνει ἐπιστολές σέ ἀδελφούς πού δοκιμάζονται ἀπό κάποιο πειρασμό. Γράφει σ’ ἔναν ἀδελφό, στόν ὁποῖο ἔχει γράψει κι ἄλλες ἐπιστολές, τά ἑξῆς: «Εἴμαστε δημιουργήματα τοῦ ἀγαθοῦ καί φιλάνθρωπου Θεοῦ, πού εἶπε: ‘Ζῶ ἐγώ, λέει ὁ Κύριος, καί δέν ἐπιθυμῶ τόν θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἀλλά θέλω νά μετανοήσει καί νά ζήσει’». ‘Ζῶ ἐγώ, τάδε λέγει Κύριος, οὐ βούλομαι τόν θάνατον τοῦ ἀσεβοῦς ὡς τό ἀποστρέψαι τόν ἀσεβῆ ἀπό τῆς ὁδοῦ αὐτοῦ καί ζῆν αὐτόν’. (Ἰεζ. 33,11).
«Καί
πάλι: ‘Δέν ἦρθα νά καλέσω σέ μετάνοια τούς δικαίους, ἀλλά τούς
ἁμαρτωλούς’ (Ματθ. 9,13). Ἄν λοιπόν εἶναι ἔτσι καί ἔτσι πιστεύουμε, ἄς
ἀφήσουμε στόν Κύριο κάθε μέριμνα, γιά μᾶς καί τή ζωή μας καί Αὐτός θά
μᾶς διαθρέψει (Ψαλ. 54, 23), δηλαδή θά μᾶς σώσει».
Τοῦ
ἀναφέρει δύο ρητά, τά ὁποῖα φανερώνουν τή διάθεση τοῦ Θεοῦ. Ποιές εἶναι
οἱ διαθέσεις τοῦ Θεοῦ γιά ἐμᾶς. Δυστυχῶς ὑπάρχει πολλές φορές, ἀπό τόν
πονηρό καί ἀπό τόν κόσμο μέσα μας, μιά ὑποσυνείδητη ἰδέα ὅτι ὁ Θεός
εἶναι ἄγριος, ὅτι εἶναι τιμωρός, ὅτι εἶναι ἐκδικητικός, ὅτι εἶναι μιά
ἀπειλή γιά μᾶς. Ἐνῶ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐντελῶς ἀντίθετο καί
φαίνεται σ’ αὐτά τά δύο ρητά, πού εἶναι λόγια τοῦ Θεοῦ.
«Ζῶ
ἐγώ», λέει ὁ Κύριος, πού σημαίνει ὅτι, σᾶς διαβεβαιώνω, ἄν θέλετε, μιλῶ
μέσα ἀπό τή ζωή Μου, μέσα ἀπό τήν καρδιά Μου κατά κάποιο τρόπο
διαβεβαιώνω καί ὁρκίζομαι -ἄν καί ἐμεῖς δέν πρέπει ποτέ νά ὁρκιζόμαστε-
κάπως ἔτσι τό λέει ὁ Θεός. Ἐπειδή ὁ Θεός δέν ἔχει σέ ποιόν νά ὁρκισθεῖ,
λέει τόν Ἑαυτό του, ὡς μαρτυρία φέρνει τόν Ἑαυτό του γιά νά μᾶς κάνει
ἀπολύτως βεβαίους, ἀπολύτως σίγουρους γιά τήν ἀγάπη Του. «Παιδιά μου σᾶς
βεβαιώνω ὅτι ἡ καρδιά Μου, ἡ ψυχή Μου, ἡ θέλησή Μου, -ἄν καί ὁ Θεός δέν
ἔχει καρδιά, τό λέμε ἔτσι γιά νά τό καταλάβουμε-, δέ θέλω τίποτα ἄλλο,
ὅσο τή σωτηρία σας. Δέ θέλω νά πεθάνει ὁ ἁμαρτωλός, ἀλλά νά ζήσει».
Μά
τότε πῶς ἀπειλεῖ ὅτι θά μᾶς πάει στήν κόλαση, ὅτι τρεῖς ἡμέρες καί ἡ
Νινευί θά καταστραφεῖ καί ἔστειλε ἕναν ὁλόκληρο Προφήτη τόν Ἰωνᾶ νά τούς ἀπειλήσει καί νά τούς πεῖ,«τρεῖς μέρες καί θά καταστραφεῖ ἡ πόλη σας» (Ἰωνᾶ 3,4).
Ὁ
δέ Ἰωνᾶς, ἐπειδή ἦταν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ καί ἤξερε τίς διαθέσεις τοῦ
Θεοῦ, δέν ἤθελε νά πάει. Διότι γνώριζε ὅτι θά γίνει πάλι ρεζίλι, ὅτι θά
πήγαινε νά τούς τό πεῖ, αὐτοί θά μετανοοῦσαν, θά ἄλλαζε διάθεση ὁ Θεός
καί τελικά ὁ ἴδιος θά ἔβγαινε ψεύτης. Δέν θά καταστραφόταν ἡ Νινευί. Ὁ
Θεός ὅμως τόν ἔστειλε ἀναγκαστικά. Τόν κατάπιε τό κῆτος, τόν ἔβγαλε ἐκεῖ
κοντά πού ἔπρεπε νά πάει καί πῆγε.
Ἐπαληθεύτηκε
ὁ Ἰωνᾶς. Μετάνιωσαν οἱ ἄνθρωποι.Ἔβαλαν νηστεία στά παιδιά τους, στούς
ἑαυτούς τους, ἀκόμα καί στά ζῶα τους. Προσευχήθηκαν μέ δάκρυα, μέ
κλάματα, ἔβαλαν στάχτη στά κεφάλια τους καί φόρεσαν σάκους-σακιά. Ὅλα
αὐτά ἦταν δείγματα μετανοίας κι ὁ Θεός ἄλλαξε γνώμη. Ὁ Ἰωνᾶς ὅμως ὁ
καημένος, ἀπογοητεύτηκε καί ἔλεγε στόν Θεό, κατά κάποιο τρόπο σάν
παράπονο: «Δέν Σοῦ τά ’λεγα ἐγώ; Νά! Ὀρίστε! Πάλι ἔγινα ρεζίλι». Σάν
Προφήτης δηλαδή τελικά δέν ἐπαληθεύτηκε.
Ὁ
Θεός τότε ἔκανε ἕνα θαῦμα. Ὅπως ἦταν ὁ Ἰωνᾶς ξαπλωμένος μέσα στόν ἥλιο,
βλάστησε δίπλα του μία κολοκυθιά, ἡ ὁποία μεγάλωσε πολύ γρήγορα σέ
ὑπερφυσικό βαθμό. Ἔκανε μεγάλα φύλλα, ἔκανε καί πολύ ἴσκιο, ἦταν ὅ,τι
πιό κατάλληλο, ὥστε νά ξαπλώσει ἀπό κάτω ὁ Ἰωνᾶς νά προφυλαχθεῖ ἀπό τόν
καυτό ἥλιο, γιατί ὁ καημένος ἦταν καί φαλακρός. Κάθισε κάτω ἀπό τήν
κολοκυθιά καί ἦταν μιά χαρά! Κατόπιν ὅμως, ξαφνικά, ἕνα σκουλήκι βγῆκε,
τήν ἔκοψε τήν κολοκυθιά, μαράζωσε καί ξεράθηκε ἀμέσως. Στεναχωρήθηκε ὁ
Προφήτης.
Λέει
τότε ὁ Θεός: «Στεναχωρήθηκες Ἰωνᾶ γιά τήν κολοκυθιά»; «Ναί, Κύριε»! Κι
ἀπαντᾶ ὁ Θεός: «Ἐσύ γιά μιά κολοκυθιά στεναχωρήθηκες, πού εἶναι ἕνα
φυτό, Ἐγώ γιά τά παιδιά μου δέ θά νοιαστῶ»;
Βλέπετε
ποιά εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ; Τρεῖς ἡμέρες ἦταν ἀρκετές γιά νά ἀλλάξουν
-θά λέγαμε- τή διάθεση καί τίς ἀποφάσεις τοῦ Θεοῦ.
Ἐπίσης
συνέβη κάτι παρόμοιο στόν κατακλυσμό. Ὁ Θεός τούς λέει, μέσω τοῦ Νῶε,
«Ἐτοιμαστεῖτε ἔρχεται καταστροφή». Ξέρετε πόσο καιρό τούς τό ἔλεγε;
Ἑκατό χρόνια! Ἕνας γέρος ἄνθρωπος πάνω στό βουνό, ἔφτιαχνε ἕνα καράβι.
Τελείως τρελό. Ἑκατό χρόνια νά ἔχει μαστόρους καί νά κατασκευάζουν ἕνα
τεράστιο καράβι. Σίγουρα θά τόν κορόιδευαν καί θά τόν εἰρωνεύονταν. Ὁ
Θεός μετά τά 100 χρόνια πάλι τούς προειδοποίησε. Καί τρεῖς μέρες πρίν
ἀρχίσει ὁ κατακλυσμός πάλι τούς προειδοποίησε καί αὐτοί δέν ἄλλαξαν!
Γιατί
μᾶς προειδοποιεῖ ὁ Θεός; Γιατί προειδοποίησε τούς Νινευίτες, γιατί
προειδοποίησε τούς ἀνθρώπους πρίν τόν κατακλυσμό ὅτι θά καταστραφοῦν;
Γιατί μᾶς προειδοποιεῖ ὅτι, ἄν δέν προσέξουμε, μᾶς περιμένει ἡ κόλαση;
Γιά νά μήν πᾶμε. Γιά νά μή μᾶς καταστρέψει.
Ἄν
ὁ Θεός ἦταν κακός καί μοχθηρός δέ θά μᾶς προειδοποιοῦσε, νά μᾶς πεῖ τόν
κίνδυνο. Θά μᾶς ἄφηνε. «Τέτοιοι πού εἶστε, καλά νά πάθετε. Θά δεῖτε τί
σᾶς ἔχω ἑτοιμάσει
στή συνέχεια». Δέν τό κάνει ὅμως. Μᾶς ἀποκαλύπτει τόν κίνδυνο, μᾶς
προειδοποιεῖ γιά νά μήν ὑποκύψουμε στόν κίνδυνο. Αὐτή εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ
Θεοῦ. Μᾶς προειδοποιεῖ γιά τίς τιμωρίες, γιά νά μή μᾶς τιμωρήσει, λένε
οἱ Πατέρες. Αὐτή εἶναι ἡ διάθεση τοῦ Θεοῦ. Νά μήν τιμωρηθοῦμε. Εἴδατε
πῶς τό λέει ἐδῶ: «δέν ἐπιθυμῶ τόν θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ, δέ θέλω νά
θανατώσω, δέ θέλω νά ἐκδικηθῶ, δέ θέλω νά τιμωρήσω, ἀλλά θέλω νά
μετανοήσετε καί νά ζήσετε».
Γι’
αὐτό βλέπουμε τό κήρυγμα τοῦ Κυρίου ἀπό τή στιγμή πού ἦλθε στή γῆ ἦταν
αὐτό: Μετανοῆστε. Δέ μᾶς εἶπε τίποτα ἄλλο. Ἐκεῖνο πού ζητᾶ ἀπό μᾶς εἶναι
ἀκριβῶς αὐτή ἡ μετάνοια.
«Ἔλεος
θέλω καί οὐ θυσία». Θέλω αὐτή τήν εὔσπλαχνη διάθεση, τήν ἀγάπη, τή
μετάνοια, τήν καρδιά σας. Μέ τή λέξη ‘ἔλεος’ ἐννοεῖ: Θέλω τήν καρδιά
σας, ἡ ὁποία ὅταν ἀγαπᾶ, ἐλεεῖ. Αὐτό πού ἀρέσει περισσότερο στόν Θεό
εἶναι ὅταν ἀγαπᾶς τόν Θεό καί τόν πλησίον. Δέ θέλει θυσία, δηλαδή
ἐξωτερικές προσφορές. Πάει κάποιος μιά μεγάλη λαμπάδα στήν Ἐκκλησία καί
λέει: ‘Κοίταξε Παναγία μου ἔχω αὐτό τό αἴτημα, νά μοῦ τό κάνεις. Σοῦ
ἔφερα καί τή λαμπάδα’. Ἡ καρδιά του ὅμως ἕνα δάκρυ δέ στάζει! Μπορεῖ νά
τοῦ γίνει αὐτό πού θέλει,νά τό κάνει ἡ Παναγία. Μετά ὅμως, πού σέ εἶδα,
πού σέ ξέρω… Ἤ, ὅπως λέγαμε καί ἄλλοτε, ἔχουμε γεμίσει τούς δρόμους μέ
ἐκκλησάκια, ἀλλά πόσοι ἀπό αὐτούς ἔσταξαν κι ἕνα δάκρυ μετανοίας στό
ἐκκλησάκι; Ὁ Θεός θέλει ἀπό ἐμᾶς τήν καρδιά μας, θέλει τή μετάνοιά μας,
γιά νά μᾶς σώσει.
Ὁ
Θεός βλέπει τή διάθεση τῆς ψυχῆς μας καί τότε βοηθάει. Τίποτα δέ
μποροῦμε νά κάνουμε χωρίς τόν Θεό. Ἀλλά καί τίποτα δέ μπορεῖ νά κάνει ὁ
Θεός χωρίς ἐμᾶς, σέ μᾶς. Πρέπει νά συνεργαστοῦμε καί ἐμεῖς μέ τόν Θεό. Ὁ
Θεός πάντα συνεργάζεται. Λέμε: ‘δέ μέ βοηθάει ὁ Θεός’. Πάντα μᾶς
βοηθάει ὁ Θεός, ἀλλά ἐμεῖς δέν παίρνουμε τή βοήθεια. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ
εἶναι δεδομένη καί χύνεται σάν κρουνός ἀπό τόν οὐρανό, ἀλλά ἐμεῖς
κρατᾶμε ὀμπρέλα, φορᾶμε ἀδιάβροχο καί δέ μᾶς λούζει ἡ Χάρις.
Καί πάλι λέει ὁ Κύριος: «Δέν ἦρθα νά καλέσω τούς δικαίους, ἀλλά τούς ἁμαρτωλούς σέ μετάνοια».
Τό εἶπε αὐτό βεβαίως στούς Φαρισαίους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τήν ἰδέα ὅτι ἦταν δίκαιοι, ἦταν καλοί καί δέν εἶχαν ἀνάγκη μετανοίας.
Ἀλλοίμονο
ἄν ὁ ἄνθρωπος ἔχει φτάσει σ’ αὐτή τήν κατάσταση. Εἶναι ἀξιολύπητος
ἄνθρωπος. Δυστυχῶς πολλοί ἄνθρωποι στόν κόσμο ἔτσι νομίζουν. Λένε τί νά
πάω νά ἐξομολογηθῶ, δέν ἔχω τίποτα. Δέ σκότωσα, δέν ἔκλεψα, δέ λήστεψα,
καλός εἶμαι! Δικαιώνουν μόνοι τους τόν ἑαυτό τους. Σ’ αὐτούς λέει ὁ
Χριστός, «Ἐγώ δέν ἦλθα γιά σᾶς, ἀφοῦ εἶστε καλοί. Ἐγώ ἦλθα γιά τούς
ἄλλους τούς ἁμαρτωλούς, πού θεωροῦν τόν ἑαυτό τους ἄξιο γιά τήν κόλαση
καί τήν αἰώνια τιμωρία».
Αὐτό
εἶναι ἀπαραίτητο νά τό μαθαίνουμε καί στά παιδιά μας, ἀπό παιδαγωγικῆς
ἀπόψεως δηλαδή. Νά τά μάθουμε ὅτι εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ὅτι κι αὐτά εἶναι
ἁμαρτωλά καί αὐτό πού χρίζει, πού χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος καί τό παιδί
εἶναι ἡ μετάνοια. Θά πεῖ κανείς ἔχει τό παιδί ἁμαρτίες; Καί τό παιδί
ἔχει ἁμαρτίες. Ἀκόμη καί τό μωρό ἔχει πείσματα καί ἐγωιστικές
συμπεριφορές. Οἱ μητέρες τό ξέρουν. Βεβαίως φταῖνε καί οἱ γονεῖς μέ τήν
κακή ἀγωγή. Μόλις κλάψει τό παιδί, πηγαίνουν καί τό παίρνουν ἀγκαλιά.
Ὄχι, ἄφησέ το νά κλάψει, δέ χρειάζεται ἀμέσως νά τό νταντεύουμε. Γιατί
μετά αὐτό εἶναι πού τό κάνει μικρό δικτάτορα καί καταλαβαίνει πώς ἔχει
βρεῖ τό ὅπλο γιά νά τούς μαζεύει ὅλους γύρω του καί νά γίνεται τό κέντρο
τῆς οἰκογένειας καί τό κέντρο τοῦ κόσμου.
Αὐτό εἶναι τό πρῶτο καί τό βασικό πού πρέπει νά μάθει ὁ ἄνθρωπος, ὅτι πρέπει νά γίνει ἄνθρωπος μετανοῶν.
Ὅλοι οἱ Χριστιανοί στήν Ἐκκλησία εἴμαστε ἄνθρωποι μετανοοῦντες, ἀλλιῶς
δέν εἴμαστε σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἄν νομίζουμε ὅτι εἴμαστε ἐντάξει,
ὅτι ἔχουμε τελειώσει μέ τή μετάνοια καί τώρα εἴμαστε, δέν ξέρω, σέ ποιές
σφαῖρες, σέ ποιόν Οὐρανό, στόν τρίτο, στόν πέμπτο, στόν δέκατο… εἴμαστε
ἀποτυχημένοι. Δέν εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἅγιοι
λένε: ἀκόμη κι ἄν φθάσεις στήν κορυφή τῆς Ἁγιότητας, πάλι νά προσεύχεσαι
γιά τή συγχώρεση τῶν ἁμαρτημάτων σου. Νά μή ξεχνᾶς ὅτι εἶσαι ἁμαρτωλός.
Αὐτοί
πού λένε δέ σκότωσα… ξέρετε πόσοι ἔχουν σκοτώσει; Πόσοι Ἕλληνες σήμερα
ἔχουν κάνει ἔκτρωση; Πλεῖστοι! Καί ἄνδρες καί γυναῖκες. Γιατί καί οἱ
ἄνδρες εἶναι συνυπεύθυνοι, δέ φταῖνε μόνο οἱ γυναῖκες. Λοιπόν ἔχεις
κάνει φόνο. Αὐτό εἶναι φόνος. Κυκλοφοροῦμε μεταξύ φονιάδων. Καί μή μοῦ
πεῖς ὅτι δέν πρέπει νά μετανοήσεις γι΄ αὐτό; Καί βέβαια πρέπει. Μόνο
αὐτό νά ἔχεις καί νά τό συνειδητοποιήσεις, θά πρέπει νά κλαῖς μιά ζωή
καί νά μήν τολμᾶς νά κατακρίνεις κανέναν ἄλλον. Μόνο ἀπό αὐτό.
«Δέν ἦρθα νά καλέσω δικαίους, ἀλλά τούς ἁμαρτωλούς σέ μετάνοια» καί ἀλλοίμονο ἄν ἔχεις τήν ἰδέα ὅτι εἶσαι δίκαιος.
Ἀλλοίμονο
ἄν καλλιεργήσουμε στό παιδί αὐτή τήν ἰδέα, ὅτι εἶναι καλό! Δυστυχῶς
αὐτό κάνουμε. Ἀπό τίς γιαγιάδες καί τούς παπποῦδες, οἱ ὁποῖοι
χρειάζονται οἱ ἴδιοι πρῶτα ἀγωγή, γιατί κάνουν τή χειρότερη ζημιά πολλές
φορές. Ἐπειδή εἶναι οἱ παπποῦδες–γιαγιάδες
εἶναι οἱ ‘καλοί’, νταντεύουν τά ἐγγόνια τους μέ λόγια ἀνούσια καί τά
καταστρέφουν τά παιδιά. Τους τρέφουν τήν ἰδέα ὅτι εἶναι δίκαια. Εἶναι αὐτό πού λέει ἐδῶ. «Δέν ἦλθα νά καλέσω δίκαιους», λέει ὁ Χριστός, «ἀλλά ἁμαρτωλούς» (Ματθ. 9,13).
Ἄν
μάθεις στό παιδί ὅτι εἶναι καλό καί δίκαιο, τό κατέστρεψες. Τοῦ ἔθρεψες
τόν ἐγωισμό, τήν ἰδέα ὅτι εἶναι ἐντάξει, τήν ὑπερηφάνεια, πού εἶναι ἡ
ρίζα κάθε ἁμαρτίας.
«Ἄν
λοιπόν τά πιστεύουμε αὐτά», λέει ἐδῶ ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος, «τότε ἄς μή
μεριμνᾶμε, ἄς μήν ἀγωνιοῦμε, γιά μᾶς καί τή ζωή μας», οὔτε καί γιά τή
ζωή τῶν παιδιῶν μας.
Ἄν
τό μάθεις τό παιδί σου ὅτι εἶναι ἁμαρτωλό, ὅτι ἔχει ἀνάγκη μετανοίας
καί πρέπει νά ζητάει τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, μετά μή φοβᾶσαι καθόλου τό παιδί
σου. Ἐνῶ τά παιδιά πού τά μαθαίνουμε τό ἀντίθετο, νά ἔχουν
αὐτοπεποίθεση, ὅπως λένε οἱ ψυχολόγοι καί οἱ ψυχίατροι, αὐτά τά παιδιά
νά τά φοβᾶσαι. Ὅταν μεγαλώσουν, θά πάθουν κατάθλιψη, ἀνασφάλεια, φοβίες…
Γιατί; Διότι θά ἀνακαλύψουν ὅτι δέν εἶναι αὐτό πού τούς ἔμαθαν. Οὔτε
δίκαια εἶναι, οὔτε καλά εἶναι, οὔτε καί οἱ ἄλλοι τούς ἀναγνωρίζουν ὡς τέτοια.
Ὅταν μεγαλώσουν λίγο θά δεχθοῦν ἀπόρριψη, παρατηρήσεις, ἀδικίες, ἴσως καμιά φορά καί ἀπομόνωση. Τότε θά ἔλθουν σέ ἀπόγνωση γιατί θά νιώσουν ὅτι δέ βρίσκουν
ἀγάπη. Ἐνῶ ἀντίθετα τό παιδί πού εἶναι ταπεινό καί νιώθει ἁμαρτωλό, θά
δεχθεῖ καί τήν ἀπόρριψη καί θά σκεφτεῖ ὅτι τοῦ ἀξίζει τέτοιο πού εἶναι,
ἀφοῦ τόσες φορές πλήγωσε τόν Κύριο σέ τέτοιο βαθμό, καλά κάνουν καί τοῦ
φέρονται ἔτσι. ‘Πολύ χειρότερα ἔπρεπε νά μοῦ φερθοῦν’. Ὁπότε βγαίνει ἕνα
παιδί πού προσαρμόζεται σέ ὅλες τίς καταστάσεις τῆς κοινωνίας.
«Ἄν
λοιπόν εἶναι ἔτσι καί ἔτσι πιστεύουμε, ἄς ἀφήσουμε στόν Κύριο κάθε
μέριμνα, γιά μᾶς καί τή ζωή μας», γιά τή ζωή τῶν δικῶν μας «καί Αὐτός θά
μᾶς διαθρέψει (Ψαλ. 54,23), δηλαδή θά μᾶς σώσει».
Ὄχι
μόνο θά μᾶς διαθρέψει σωματικά, ἀλλά καί πνευματικά. Ὁ ἄνθρωπος πού
μετανοεῖ, αὐτός τρέφεται καί μεγαλώνει τήν ψυχή του. Ὁ ἄνθρωπος πού
μετανοεῖ κάτ΄ ἀρχάς ἔχει ταπείνωση καί ἡ ταπείνωση εἶναι συνυφασμένη μέ
τήν ἀγάπη, θά ὑπηρετήσει τόν ἄλλον, θά δεχθεῖ τόν ἄλλον ὅπως κι ἄν
εἶναι, ὅποιος κι ἄν εἶναι καί θά συνεργαστεῖ μαζί του, θά γίνει ἕνα μαζί
του. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος προοδεύει πνευματικά.
Μή
θεωρήσετε τή μετάνοια ὅτι εἶναι ἁπλῶς ἕνα κλάμα, ἕνα δάκρυ, μιά
στασιμότητα, μιά θλίψη ἤ μιά κατάθλιψη. Ἀντίθετα, ἡ μετάνοια μέσα της
κρύβει τήν πρόοδο, τό μεγάλωμα, τήν ὡρίμανση τοῦ ἀνθρώπου καί τή χαρά. Ἡ
χαρά ἔρχεται μέσα ἀπό τά δάκρυα. Γι’ αὐτό λέει ὁ Κύριος: «Μακάριοι οἱ
πενθοῦντες ὅτι αὐτοί παρακληθήσονται» (Ματθ. 5,4).
Μακάριοι
ἐκεῖνοι πού πενθοῦν καί κλαῖνε γιά τίς ἁμαρτίες τους, πού νοιώθουν ὅτι
εἶναι ἁμαρτωλοί καί συντρίβονται καί κλαῖνε, γιατί αὐτοί θά παρηγορηθοῦν
– παρακληθήσονται. Ἡ παρηγοριά εἶναι ἡ χαρά. Γι’ αὐτό πάντα μιλοῦμε
στήν Ὀρθοδοξία γιά χαρμολύπη. Τά δύο αὐτά πηγαίνουν μαζί. Λύπη ἀπό τίς
ἁμαρτίες καί χαρά ἁπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Μόνο ἀπό τό ἅγιο Πνεῦμα ἔρχεται ἡ χαρά.
Ἄς τά ἀφήσουμε λοιπόν ὅλα στόν Κύριο καί Αὐτός θά μᾶς διαθρέψει (Ψαλ. 54, 23), δηλαδή θά μᾶς σώσει.
Βλέπετε
τί ὡραῖα πού τά λέει ὁ Ἅγιος; Κατ΄ εὐθείαν στόν στόχο. Τί κερδίζω ἄν
τρέφομαι μόνο σωματικά; Τό θέμα εἶναι νά σωθοῦμε. Ἀκριβῶς αὐτό τό ἄφημα
σέ ὁδηγεῖ στή σωτηρία. Αὐτό πρέπει νά τό μάθουν καί τά παιδιά, νά
ἀφήνονται στόν Θεό. Νά ἀφήνουν καί τά σωματικά καί τά πνευματικά καί
ὅλες τους τίς ἀνάγκες στόν Θεό καί ὁ Θεός θά τά τακτοποιήσει ὅλα. Γιατί
εἶναι Θεός ἀγάπης, οἰκτιρμῶν.
«Ἐγώ
εἶμαι οἰκτίρμων καί ἐλεήμων, μακρόθυμος καί πολυέλαιος» (Ψαλμ. 102,8),
ὅπως τό λέει ὁ Ψαλμωδός καί «Ἦλθα γιά σᾶς τούς ἁμαρτωλούς».
Τό
νά συνειδητοποιήσει ὁ ἄνθρωπος ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, ὅτι εἶναι ἔνοχος,
δέν τόν συντρίβει, δέν τόν διαλύει, ὅταν εἶναι μέσα στήν Ἐκκλησία.
Διαλύεται ὅταν εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας. Ὅταν
δέν ἔχεις πίστη στόν Θεό. Τότε διαλύεσαι. Τότε δέν ξέρεις τί νά κάνεις.
Τότε καί ἡ παραμικρή συνειδητοποίηση τῆς ἐνοχῆς σέ διαλύει. Γι’ αὐτό
λένε οἱ ψυχολόγοι ὅτι πρέπει νά κάνεις ἀπενοχοποίηση. Φυσικά αὐτό εἶναι
ἕνα ψέμα. Ποιός μπορεῖ νά σοῦ πάρει τίς ἐνοχές! Ὁ ψυχολόγος; Γιά νά
ἀναπαυθεῖς, πρέπει νά καταφύγεις στόν Θεό καί ἐκεῖ θά βρεῖς τή γιατρειά
σου. Πῶς; Μέσα ἀπό τή Θεία Χάρη. Διότι ἡ Θεία Χάρις εἶναι αὐτή πού
κλείνει τά τραύματα καί ἐπουλώνει τίς ψυχικές πληγές. Τίποτα ἄλλο.
Γι’ αὐτό μιλοῦσε ὁ ἅγιος γέροντας
Πορφύριος γιά θεία ψυχανάλυση. Ἔκανε κάτι τό παιδί καί νά τό πᾶμε
ἀμέσως σέ ψυχολόγο. Λάθος! Στόν Πνευματικό πρέπει νά τό πᾶς. Ἔχει κακή
συμπεριφορά; Νά τό πᾶμε στόν ψυχίατρο, στόν ψυχολόγο. Ὄχι! Στόν
Πνευματικό. Γιατί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ εἶναι πού θά διορθώσει τήν ψυχή. Οἱ
ἄνθρωποι αὐτοί δέ μποροῦν νά διορθώσουν τήν ψυχή. Διορθώνουν ἴσως μιά
ἐξωτερική συμπεριφορά, ἀλλά ἡ ψυχή δέ διορθώνεται. Ἡ ψυχή εἶναι κάτι
ἄυλο, εἶναι κάτι πνευματικό καί τά τραύματα εἶναι κι αὐτά στήν
πνευματική ὑπόσταση. Καί ἡ πνευματική ὑπόσταση θέλει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ,
θέλει τό ἅγιο Πνεῦμα γιά νά διορθωθεῖ.
Ἄς
πιστεύσουμε λοιπόν αὐτά. Ἄς πιστεύσουμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι Θεός ἀγάπης,
πού ἦλθε νά σώσει τούς ἁμαρτωλούς. Ἄς τό ἐμφυτεύσουμε αὐτό καί στά
παιδιά μας σάν ἀγωγή.
Αὐτή
εἶναι ἡ ἀγωγή. Νά μάθει τό παιδί νά ἐμπιστεύεται τόν Θεό. Ὅταν ἡ μητέρα
δέν ἔχει πίστη στόν Θεό, προσπαθεῖ μέ τόν ἑαυτό της νά δώσει στό παιδί
μιά ἀσφάλεια. Ἔτσι κάνει τό παιδί, ὅπως λέμε, μαμόθρεφτο. Τό κολλάει
πάνω της καί τό παιδί δέ μπορεῖ νά ξεκολλήσει, ἔχει παθολογική
προσκόλληση, γιατί νοιώθει ἀνασφάλεια. Αὐτό εἶναι λάθος. Δέν ἔμαθε ἡ
μητέρα στό παιδί νά ἀφήνεται στόν Θεό καί νά ἀνοίγεται στόν Θεό. Νά τοῦ
πεῖ: «Παιδί μου ἐγώ δέ μπορῶ νά σέ στηρίξω». Τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος; Τίποτα
δέν εἶναι. Οὔτε τόν ἑαυτό του μπορεῖ νά στηρίξει. «Ὁ ἄνθρωπος ὡσεί
χόρτος» (Ψαλμ. 102,15). Σάν χορτάρι. Τί μπορεῖς νά στηρίξεις στό
χορτάρι; Τίποτα.
Ἄν τοῦ μάθει νά στηρίζεται στόν Θεό τότε τοῦ δίνει ἀληθινή ὑποστήριξη, τότε τό μαθαίνει νά στηρίζεται σωστά.
Ἄς
ἀφήσουμε λοιπόν τή ζωή μας καί τή ζωή τῶν παιδιῶν μας στόν Θεό καί ἄς
μάθουν καί τά παιδιά νά ἀφήνονται στόν Θεό καί νά ἀφήνουν καί τήν
πνευματική τους ζωή στόν Θεό.
Γιατί
πολλές φορές συμβαίνει κι αὐτό. Μᾶς πιάνει ἕνα ἄγχος γιά τά πνευματικά
καί λέμε ‘τώρα δέν προοδεύω, τί θά γίνει»; Ἔχεις μιά ἀγωνία, βλέπεις
συνέχεια τίς ἀδυναμίες σου, βλέπεις ὅτι προσπαθεῖς καί δέ γίνεται
τίποτα, τά ἐλαττώματα παραμένουν, τά πάθη δύσκολα φεύγουν καί σέ πιάνει
μιά ἀγωνία.
Οὔτε
αὐτό βοηθάει. Κι αὐτά θά τά ἀφήσουμε στόν Θεό, δηλαδή καί τά
πνευματικά. Ὄχι μόνο τό τί θά φᾶμε καί τό τί θά πιοῦμε κι ἄν θά ἔχουμε
δουλειά ἤ δέν θά ἔχουμε, ἄν προοδεύσει ἤ ὄχι τό παιδί μας στά μαθήματα.
Ἀλλά καί τά πνευματικά ἀκόμη, τήν πνευματική πρόοδο νά τήν ἀφήσουμε στόν
Θεό, ὅλα στόν Θεό καί νά ποῦμε: ‘Θεέ μου Ἐσύ ξέρεις, ὅποτε θέλεις Ἐσύ
νά μοῦ τά πάρεις τά πάθη’.
Τί
εἶναι γιά τόν Θεό νά μᾶς πάρει τά πάθη σέ μιά στιγμή; Τίποτα. Ἀλλά δέν
εἴμαστε ἔτοιμοι ἐμεῖς, γιατί δέν ἔχουμε τήν ἀπαιτούμενη ταπείνωση γιά νά
φυλάξουμε αὐτή τήν καλή κατάσταση πού θά μᾶς ἔλθει, ὅταν ὁ Θεός πάρει
τά πάθη. Θά μᾶς τά πάρει μέν, ἀλλά ἀμέσως μετά θά τά ξαναποκτήσουμε, θά τά ξαναενεργήσουμε.
Δίνει
ὁ Θεός τή Χάρη, ἀλλά δέν τήν κρατᾶμε γιατί δέν ἔχουμε ταπείνωση. Ἀμέσως
ὑπερηφανευόμαστε. Γι’ αὐτό ὁ Θεός μᾶς ἀφήνει νά συντριβοῦμε καί ἀπό τά
πάθη, νά συντριβοῦμε καί ἀπό τίς ἁμαρτίες πολλές φορές, ὥστε νά
ἀποκτήσουμε αὐτή τήν ταπείνωση. Τότε μᾶς τά παίρνει καί γίνεται κατόπιν
μόνιμη αὐτή ἡ κατάσταση τῆς ἀπάθειας καί τῆς Θείας Χάριτος. Ἄς ἀφεθοῦμε
λοιπόν, ἄς μάθουμε καί τά παιδιά μας νά ἀφήνονται στόν Θεό καί αὐτός θά
μᾶς σώσει, γιατί Αὐτός ἐνδιαφέρεται γιά ἐμᾶς. «Αὐτῷ μέλει περί ὑμῶν» (Α΄
Πετρ. 5,7).
Ἄν
ὑπάρχει κάποιος πού πραγματικά ἐνδιαφέρεται γιά ἐμᾶς, νά ξέρετε ὅτι
Αὐτός εἶναι ὁ Θεός. Μήν ψάχνετε γιά ἀνθρώπους πού νά ἐνδιαφέρονται γιά
σᾶς. Δυστυχῶς πολλές φορές τό παθαίνουμε -ἴσως οἱ γυναῖκες ἀκόμη
περισσότερο- νά ζητᾶμε ἀνθρώπινα στηρίγματα π.χ. τόν σύζυγο. Ὄχι, ὁ Θεός
εἶναι πού νοιάζεται γιά μᾶς. «Αὐτῷ μέλει περί ὑμῶν». Ὁ Θεός εἶναι Αὐτός
πού πραγματικά ἐνδιαφέρεται. Ἡ ἀληθινά ἔξυπνη κίνηση εἶναι νά
στηριχθεῖς στόν Θεό.
Οἱ
ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἔχουν ἕνα πρόβλημα, μικρό ἤ μεγάλο, ἀμέσως
κάνουν προσευχή! Στόν Θεό! Τί θά κάνω; Δέν πηγαίνουν νά ρωτήσουν τή μάνα
τους, τή φίλη τους, τόν σύζυγό τους, ἀλλά τόν Θεό κάτ’ εὐθείαν.
Προσευχή. Μέσα ἀπό τόν Θεό τά παίρνουν ὅλα. Αὐτός ἐνδιαφέρεται γιά μᾶς,
Αὐτός θά παρηγορήσει τίς καρδιές μας.
«Αὐτός νά παρηγορήσει καί τήν καρδιά σου, παιδί μου, μέ τίς εὐχές τῶν ἁγίων».
Ἔτσι κλείνει αὐτό τό σύντομο γράμμα μ’ αὐτή τήν εὐχή.
Ἐπιστολή ΙΣΤ´
Σέ κάποιον ἀδελφο, πνευματικά ἀσθενέστερο, ἀπό τόν προηγούμενο, πού τόν βασάνιζαν διάφοροι λογισμοί, γιά ὅσους οἰκονομοῦσαν τίς ἀνάγκες του.
Εἶχε
λογισμούς γι’ αὐτούς πού τόν βοηθοῦσαν. Τοῦ πήγαιναν λίγο φαγητό, ἴσως
τοῦ ἔδιναν κάποια ἀπαραίτητα γιά τή ζωή. Αὐτός ἀσκητής ἦταν. Δέν εἶχε
πόρους γιά νά ζήσει, οὔτε ἐνδεχομένως κάποια δυνατότητα γιά τό φαγητό
του, γιά νά ἔχει κάποια στοιχειώδη σωματική ἄνεση. Ἀλλά εἶχε λογισμούς.
Τί λογισμούς εἶχε δέν γνωρίζουμε, τί ἔγραφε στό γράμμα ὁ μοναχός, ἀλλά
ἴσως ἀπό τήν ἀπάντηση τοῦ Γέροντα νά εἰκάσουμε, νά ὑποθέσουμε καί τούς
λογισμούς. Ἴσως νά εἶχε λογισμούς ὅτι ‘ἐγώ γίνομαι βάρος καί ταλαιπωρῶ
τούς ἀνθρώπους πού μοῦ φέρνουν τροφή’. Ἴσως νά εἶχε καί ὑποψίες μέσα
του, γιατί εἶδε τόν διακονητή του καί τοῦ φάνηκε κατσούφικος, ὅτι ‘κάτι
θά ἔχει ἐναντίον μου’. Συμβαίνουν κι αὐτά…
Ὁ Γέροντας τοῦ ἀπαντάει ὡς ἑξῆς:
«Στό Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀδελφέ μου, δέν ἔχουμε κανένα δικαίωμα πάνω στόν ἀδελφό μας».
Δέ
μποροῦμε νά ἀπαιτήσουμε κάτι ἀπό τόν ἄλλον. Εἶναι μεγάλο μάθημα αὐτό
καί πρέπει νά τό μάθουμε κι ἐμεῖς καί νά τό μάθουμε καί στά παιδιά. Δέν
ἔχουμε δικαίωμα πάνω στούς ἄλλους. Κανένα. Ὁ κόσμος μιλάει γιά
δικαιώματα. Ἀνθρώπινα δικαιώματα, δικαιώματα τοῦ πολίτη, δικαιώματα τοῦ
ἄνδρα, τῆς γυναίκας, τῶν παιδιῶν, τῶν ζώων, κ.λ.π.
Ὁ Θεός ὅμως λέει κάτι ἄλλο: Ὅσο πιό πνευματικός γίνεσαι, τόσο λιγότερα δικαιώματα ἔχεις. Ἔτσι ἔλεγε ὁ ἅγιος
Παΐσιος καί ὅταν φθάσεις νά γίνεις πραγματικά ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, θά
δεῖς ὅτι δέν ἔχεις κανένα δικαίωμα. Ἔχεις μόνο ὑποχρεώσεις στόν ἄλλον.
Οὐσιαστικά μία εἶναι ἡ ὑποχρέωση, ἡ ὁποία εἶναι πάντα ἀνεκπλήρωτη καί
εἶναι ἡ ὑποχρέωση τῆς ἀγάπης.
«Μηδενί μηδέν ὀφείλετε εἰ μή τό ἀγαπᾶν ἀλλήλους», (Ρωμ. 13,8).
Σέ
κανέναν δέ χρωστᾶτε τίποτα, παρά μόνο τήν ἀγάπη. Ἀφοῦ τό χρωστᾶς,
σημαίνει ὅτι δέ μπορεῖς νά τό ἐκπληρώσεις. Ὅσο καί νά προσφέρεις, ποτέ
δέν θά φθάσεις νά ἐκπληρώσεις τό καθῆκον αὐτό τῆς ἀγάπης ἀπέναντι στόν
ἄλλον. Ἀλλά καί δέ μπορεῖς νά ἀπαιτήσεις ἀπό τόν ἄλλον νά σέ ἀγαπήσει.
Σέ καμία περίπτωση. Δέν ἔχουμε κανένα δικαίωμα πάνω στόν ἀδελφό μας.
«Γιατί τό κακό πού ἔγινε πρέπει νά τό ξεπεράσουμε καί νά τό καταπιοῦμε μέ ἀγάπη».
Ἀκόμη
κι ἄν μᾶς φερθεῖ κακῶς ὁ ἀδελφός μας, μέ ἄσχημο τρόπο, μέ τήν ἀγάπη
πρέπει νά τό ξεπεράσεις καί δέν πρέπει νά ζητήσεις τά δικαιώματά σου,
ὅπως λέει ὁ ἀνθρώπινος νόμος. Θά πρέπει νά ξεπεράσει τή δικαιοσύνη, ἡ
ἀγάπη, αὐτό πού γίνεται καί στόν Θεό, πού εἶναι μέν δίκαιος εἶναι ὅμως
καί ἀγάπη.
Ὅπως
λέει ἡ Γραφή: «κατακαυχᾶται ἔλεον κρίσεως» (Ἰακ. 2,13) δηλαδή
ὑπερβαίνει, ξεπερνᾶ ἡ ἁγάπη τοῦ Θεοῦ, τή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Ἄν ὁ Θεός
ἦταν περισσότερο δίκαιος καί λιγότερο ἀγάπη, θά εἴμασταν ὅλοι στήν
κόλαση. Δέν ὑπάρχει περίπτωση νά σωθεῖ κανείς, ἄν μᾶς ἐξετάσει ὁ Θεός μέ
τή δικαιοσύνη. Ἀλλά, εὐτυχῶς μᾶς βλέπει μέ τήν ἀγάπη καί ξεπερνιέται ἡ
δικαιοσύνη διά τῆς ἀγάπης.
Ἔτσι
καί ὁ ἄνθρωπος θά πρέπει νά συγχωρεῖ. Αὐτή ἡ συγχώρηση οὐσιαστικά τί
εἶναι; Εἶναι μιά ὑπέρβαση τῆς δικαιοσύνης. Ἄν ἐνεργούσαμε ἀνθρώπινα,
ὅπως ἐνεργοῦν τά ἀνθρώπινα δικαστήρια, θά ἔκανες κάποιο λάθος, τελείωσε,
θά ἔπρεπε νά πληρώσεις. Δέν εἶναι ὅμως ἔτσι στόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Στόν
νόμο τοῦ Θεοῦ ὅ,τι καί νά κάνεις, ἄν ζητήσεις ἔλεος, ἄν ζητήσεις
συγχώρηση, παραγράφονται ὅλα. Στό δικαστήριο καί νά μετανοήσει ὁ
ἐγκληματίας πάλι θά τόν κλείσουν φυλακή. Αὐτός εἶναι ὁ ἀνθρώπινος νόμος,
ὁ ὁποῖος εἶναι ἀτελής. Στόν νόμο τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι τό ἴδιο. Ἐκεῖ τά
ξεπερνᾶμε ὅλα, τά καταπίνουμε ὅλα μέ τήν ἀγάπη.
«Κανείς δέν μπορεῖ νά πεῖ στόν πλησίον: ΄Γιατί δέν μέ ἀγαπᾶς’;»
Δέν
ἐπιτρέπεται. Λένε μερικοί ‘Μ’ ἀγαπᾶς’; Δέν πρέπει νά τό ρωτᾶς αὐτό! Δέν
εἶναι σωστό. Δέν ἔχουμε δικαίωμα νά ζητήσουμε ἀπό τόν ἄλλον νά μᾶς
ἀγαπᾶ. Ἔχουμε ὅμως τήν ὑποχρέωση ἐμεῖς νά τόν ἀγαποῦμε καί τότε θά
νοιώσουμε ἄνετα.
Νομίζουμε
ὅτι θά εἴμαστε εὐτυχισμένοι ὅταν μᾶς ἀγαποῦν. Εἶναι πλάνη αὐτό. Ἔλεγε ἡ
Γερόντισσα Γαβριηλία: ἡ Ἀχίλλειος πτέρνα μας εἶναι ὅτι θέλουμε νά μᾶς
ἀγαποῦν. Ἐνῶ τό Εὐαγγέλιο δέ λέει κάνετε ὅ,τι μπορεῖτε γιά νά σᾶς
ἀγαπήσουν οἱ ἄλλοι, κινήσετε γῆ καί οὐρανό ὥστε νά ἑλκύσετε τήν ἀγάπη
τῶν ἄλλων. Ἀλλά: Ἐσύ νά ἀγαπήσεις τούς ἄλλους. Ὄχι οἱ ἄλλοι ἐσένα. Τότε
θά νοιώσεις καλά, ὄμορφα, πραγματικά ὡς ἄνθρωπος. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι
φτιαγμένος νά ἀγαπάει. Μερικοί λέγουν καί γιά ν’ ἀγαπιέται. Ὡραῖο κι
αὐτό! Ἀλλά δέν πρέπει νά τό ἀπαιτήσεις ἀπό τόν ἄλλον. Μακάρι! Αὐτό
γίνεται μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅπου ἀγαπᾶμε καί ἀγαπιόμαστε μ’ αὐτή τήν
τέλεια ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά δέ μπορεῖς νά ἀναγκάσεις τόν ἄλλον νά σέ
ἀγαπάει. Ἐκεῖνο ὅμως πού μπορεῖς καί πρέπει νά κάνεις, εἶναι ἐσύ νά
ἀγαπήσεις τόν ἄλλον.
Αὐτό
ἔχει τεράστια σημασία νά τό μάθουμε στά παιδιά. Νά μή ζητοῦν τήν ἀγάπη,
ἀλλά νά μάθουν ἐκεῖνα νά ἀγαποῦν. Ξέρετε τί σπουδαῖο πράγμα εἶναι αὐτό!
Νά μάθει τό παιδάκι ν’ ἀγαπάει τόν ἀδελφό του, νά δίνεται στόν ἄλλον,
χωρίς νά ζητάει τήν ἀγάπη τοῦ ἄλλου ἀδελφοῦ. Νά ἀνταποδίδει καλό στό
κακό πού κάνει τό ἀδελφάκι του. Ἀλλά αὐτό φυσικά πρέπει νά τό ζοῦν οἱ
γονεῖς μεταξύ τους, ὁ ἄνδρας μέ τή γυναίκα. Ἄν κάποιος ἀπό τούς δύο
ζητάει ἀνταπόδοση στήν ἀγάπη καί συνεχῶς γκρινιάζει –συγγνώμη νομίζω πιό
πολύ συμβαίνει στίς γυναῖκες- τό ἀντιγράφουν καί τά παιδιά.
Ἡ
ἀγωγή στά παιδιά γίνεται μέ τό πῶς ὁ ἄνδρας συμπεριφέρεται στή γυναῖκα
καί ἡ γυναίκα στόν ἄνδρα. Ἡ ἀγωγή δέ γίνεται μέ τά λόγια πού λέμε στά
παιδιά, ἀλλά μέ τό πῶς συμπεριφερόμαστε ἐμεῖς οἱ μεγάλοι μεταξύ μας,
γιατί τά παιδιά ἀντιγράφουν τή συμπεριφορά τῶν μεγαλυτέρων. Μή νομίζουμε
πώς δέν καταλαβαίνουν. Καταλαβαίνουν πολύ καλά, ἀπό τήν κούνια ἀκόμα,
ἀλλά καί πιό πρίν, μέσα ἀπό τήν κοιλιά τῆς μάνας τους. Τά παιδιά ζοῦν τά
βιώματα τῆς μητέρας σύμφωνα μέ τά σχετικά πειράματα πού ἔχουν κάνει οἱ
ἐπιστήμονες, ὅπως τά παιδιά πού προτιμοῦν τή μουσική πού ἄκουγε ἡ μητέρα
κατά τή διάρκεια τῆς ἐγκυμοσύνης.
Ἔλεγε
ὁ ἅγιος Πορφύριος ὅτι τά παιδιά βλέπουν μέσα ἀπό τά μάτια τῆς μητέρας,
ἀκοῦνε μέσα ἀπό τά αὐτιά τῆς μητέρας, αἰσθάνονται θά λέγαμε μέσα ἀπό τήν
καρδιά τῆς μάνας. Γι’ αὐτό ἔχει τεράστια σημασία ἡ ἅγια ζωή τῆς
μητέρας, ἰδίως ὅταν εἶναι σέ κατάσταση ἐγκυμοσύνης. Ὅ,τι ζεῖ τό περνάει
καί τό ζεῖ καί τό παιδί. Εἶναι φοβερό μυστικό αὐτό, πρέπει νά τό ξέρουν
οἱ ὑποψήφιες μητέρες. Γιά τόν λόγο αὐτό ὁ πνευματικός, τίς συμβουλεύει
νά κάνουν κάποια πράγματα ἰδιαίτερα, ὅταν εἶναι σ’ αὐτή τήν κατάσταση.
Νά κάνουν πιό ἔντονη πνευματική καί μυστηριακή ζωή.
«Κανείς»
λοιπόν «δέ μπορεῖ νά πεῖ στόν πλησίον: ‘Γιατί δέν μέ ἀγαπᾶς;’ Ἀλλά
αὐτός μέ πράξεις ἀγάπης ἑλκύει τόν πλησίον καί τόν προκαλεῖ νά τόν
ἀγαπήσει».
Μέ
πράξεις ἀγάπης. Ποιά εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀγάπη πού μποροῦμε νά δείξουμε
στόν ἄλλον; Εἶναι ἡ προσευχή πού κάνουμε γιά ἐκεῖνον. Αὐτή εἶναι ἡ πιό
μεγάλη ἀγάπη. Προσευχήσου γιά τόν ἄλλον. Τότε γίνεται αὐτό τό
καταπληκτικό, λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος, ὅτι ὁ ἄλλος ἔρχεται κοντά μας, μᾶς
πλησιάζει αὐτός γιά τόν ὁποῖο κάνουμε προσευχή καί δέν ξέρει γιατί μᾶς
πλησιάζει. Νιώθει πολύ ὄμορφα, πολύ ζεστά, ἐξ’ αἰτίας τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ
πού ἐκπέμπεται μέσα ἀπό τήν καρδιά μας ἐπειδή ὑπάρχει ἀγάπη καί ἔρχεται
κοντά.
Νά
ἕνας τρόπος νά κάνεις τόν ἄλλον νά σέ ἀγαπήσει. Νά τό κάνεις μυστικά
ὅμως, ὄχι νά τοῦ τό πεῖς. Νά μήν τοῦ πεῖς τίποτα, οὔτε καί νά σέ
καταλάβει. Νά τό λές στόν Θεό. Εἶναι μιά ὡραία μυστική συνωμοσία, θά
λέγαμε, ἡ ὁποία ὅμως ἐπιτρέπεται. Νά τραβήξεις, κατ’ αὐτόν τόν τρόπο
τούς ἄλλους κοντά σου.
Ἔτσι ἥλκυσαν καί οἱ ἅγιοι
ὅλο τόν κόσμο, ἔτσι μᾶς ἑλκύουν κι ἐμᾶς. Γιατί νομίζετε νιώθουμε ὡραῖα
ὅταν πηγαίνουμε σ’ ἕνα προσκύνημα! Νιώθουμε ὡραῖα σέ ἕνα ἅγιο Λείψανο; Νιώθουμε αὐτή τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἐκπέμπεται μέσα ἀπό τούς Ἁγίους καί μέσα ἀπό τίς προσευχές πού κάνουν αὐτοί οἱ ἅγιοι.
Θέλεις
νά ἑλκύσεις τόν ἄλλον; Νά σέ ἀγαπήσει; Μέ πράξη ἀγάπης, μέ μυστική
προσευχή νά τόν προκαλέσεις νά σέ ἀγαπήσει. Νά καί ἕνας τρόπος
παιδαγωγίας. Νά μάθει τό παιδάκι αὐτό τό πράγμα: Γιά νά σέ ἀγαπήσουν τά
ἄλλα παιδιά, πρέπει ἐσύ πρῶτος νά τά ἀγαπήσεις. Καί πῶς θά τά ἀγαπήσεις;
Θά κάνεις προσευχή γιά αὐτά. Ἔτσι μαθαίνεις στό παιδί τό σπουδαιότερο
πράγμα. Τό μυστικό τῆς ἀγάπης. Τό μυστικό γιά νά μᾶς ἀγαποῦν -γιατί
θέλουμε νά μᾶς ἀγαποῦν- εἶναι ἐμεῖς ν’ ἀγαπᾶμε.
Ἔτσι
λοιπόν τοῦ λέει ὁ Γέροντας μή ζητᾶς ἀπό τόν ἄλλον νά σέ ἀγαπάει, τόν
διακονητή σου, πού σοῦ φέρνει τά τρόφιμα. Οὔτε μπορεῖς νά ἀπαιτήσεις ἀπό
τόν ἄλλον νά σέ ἀγαπήσει. Οὔτε κἄν
νά ζητήσεις μιά ἐξυπηρέτηση. Δέν ἔχει ὑποχρέωση ὁ ἄλλος νά σέ
ἐξυπηρετήσει. Γιατί; Λέμε τοῦ τό ζήτησα καί δέν μοῦ τό ἔκανε! Καί
λοιπόν; Εἶναι ὑποχρεωμένος νά σοῦ τό κάνει; Κανείς δέν εἶναι
ὑποχρεωμένος καί γιά τίποτα. Ἐσύ εἶσαι ὑποχρεωμένος νά βοηθᾶς καί
ν΄ἀγαπᾶς.
«Σχετικά
δέ μέ τίς σωματικές καί ὑλικές ἀνάγκες, ἄν κάποιος εἶναι ἄξιος ν᾽
ἀναπαυτεῖ», προσέξτε τίς ἐκφράσεις τοῦ Ἁγίου «ἀκόμα καί σέ καρδιά
Σαρακηνῶν», εἶναι οἱ πειρατές, πού εἶναι ἄθεοι, ἄπιστοι, εἰδωλολάτρες
«δίνει πληροφορία ὁ Θεός νά τόν ἐλεήσουν ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες του».
Βλέπετε;
Ὁ Θεός εἶναι Παντοδύναμος. Εἶσαι ἄξιος; Αὐτό ἔχει σημασία. Ἐδῶ πέφτει
τό βάρος. Δέν εἶναι οἱ ἐξωτερικές συνθῆκες, νά βρεθοῦμε σ’ ἕνα
περιβάλλον μέ καλούς ἀνθρώπους, νά μᾶς ἀγαποῦν. Κι ἐκεῖ μέσα νά βρεθεῖς,
ἄν δέν εἶσαι ἄξιος, δέν πρόκειται νά σέ ἐλεήσει κανένας, γιατί ὁ Θεός
δέν θά τούς φωτίσει νά σέ ἐλεήσουν.
Ἐνῶ,
ἄν εἶσαι ἄξιος καί στό πιό ἄγριο περιβάλλον νά βρεθεῖς, μέσα στούς
Σαρακηνούς, μέσα στούς ἀνθρωποφάγους, θά φωτίσει ὁ Θεός νά σέ ἐλεήσουν,
γιατί εἶσαι ἄξιος. Καί ποιός εἶναι ἄξιος; Εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὁ ταπεινός.
Εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὁ ἀφημένος στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἔχει πίστη στόν Θεό,
ἐμπιστοσύνη στόν Θεό καί λέει: «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καί τό πλήρωμα αὐτῆς, ἡ
οἰκουμένη καί πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐν αὐτῇ», (Ψαλ. 23,1).
Τοῦ
Κυρίου δέν εἶναι ἡ γῆ; Παντοῦ δέν εἶναι ὁ Θεός; Λοιπόν; Ὁ Θεός μᾶς εἶπε
ὅτι Ἐγώ ἔχω μετρήσει ἀκόμα καί τίς τρίχες τῆς κεφαλῆς σας (Ματθ.
10,30). Ὁ Θεός θά προνοήσει καί γιά μένα. Αὐτά τά πράγματα, ἄν τά ζοῦμε
κι ἄν τά περνοῦμε καί στά παιδιά, ἀπό πόσα πράγματα, ἀπό πόσες
στεναχώριες, ἀπό πόσα ἄγχη, ἀπό πόσες φοβίες, θά γλυτώναμε! Δίνει
πληροφορία ὁ Θεός καί σέ καρδιά Σαρακηνῶν. Καί βλέπεις ἕναν πού δέν τό
περιμένεις νά ἔρχεται καί νά σοῦ δείχνει ἀγάπη. Ἀπό ἕναν ἄσχετο! Ἐσύ
περίμενες ἀπό τόν τάδε, τόν τάδε καί αὐτοί δέ σέ βοηθοῦν καί σέ βοηθάει
ἕνας ἄσχετος. Εἶναι ἐδῶ ἀκριβῶς αὐτό πού φαίνεται ὅτι πίσω ἀπ’ ὅλα αὐτά
εἶναι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος τά τακτοποιεῖ ὅλα.
Βλέπουμε τόν Χριστό μας. Σταυρώνεται, Τόν ἐγκαταλείπουν ὅλοι. Οἱ μαθητές του, πού ὑποτίθεται ὅτι ἦταν οἱ πιό κοντινοί Του,
κλειδώνονται σέ ἕνα δωμάτιο καί πάει καί τόν βοηθάει ὁ ἅγιος Νικόδημος,
ἕνας κρυφός μαθητής -ἄσχετος θά λέγαμε- Τόν κατεβάζει ἀπό τόν Σταυρό, ἐκεῖ πού δέν τό περίμενε κανείς. Δραστηριοποιοῦνται μαζί μέ τόν ἅγιο Ἰωσήφ ἀπό Ἀριμαθαίας.
Ἑπομένως
ἡ ἐλπίδα μας, αὐτό θέλει νά πεῖ ὁ ἅγιος, δέν εἶναι οἱ ἄνθρωποι. Ἡ
ἐλπίδα μας εἶναι ὁ Θεός. Ἐκεῖ πρέπει νά στηρίζεσαι πάντα κι ἀπό ἐκεῖ νά
περιμένεις τή σωματική καί πνευματική ἀνάπαυση, ἀπό τόν Θεό. Ἀπό κανέναν
ἄνθρωπο. Ἐμεῖς πολλές φορές ἐγκλωβιζόμαστε στόν λογισμό καί λέμε, γιά
παράδειγμα, ‘ἔχασα τόν ἄνθρωπό μου’. Ποιόν ἄνθρωπό σου; Καί τί θά πεῖ
ἔχασα; Κατ’ ἀρχήν δέν τόν ἔχασες. Γιά τόν Χριστιανό δέν ὑπάρχει χαμός,
δέν ὑπάρχει θάνατος. Δεύτερον, δέν εἶναι ἄνθρωπός σου, δηλαδή δέν εἶναι
τό πᾶν γιά σένα. Τό πᾶν γιά ἐμᾶς εἶναι ὁ Θεός, τόν ὁποῖο δέν θά Τόν
χάσουμε ποτέ.
Ἄν
ὅμως ἡ ἐλπίδα σου ἦταν σ’ ἕναν ἄνθρωπο, ὄντως ἔχασες τό πᾶν. Γιατί
εἶχες χάσει τό πᾶν ἀπό καιρό. Εἶχες χάσει τόν Θεό δηλαδή, ἐπειδή
στηριζόσουν σ’ ἕναν ἄνθρωπο. Αὐτοί πού ἔχουν βάλει στή θέση τοῦ Θεοῦ
ἕναν ἄνθρωπο, π.χ. τόν σύζυγό τους ἤ τό παιδί τους, ἔχουν γίνει
εἰδωλολάτρες οὐσιαστικά. Γιατί αὐτό εἶναι εἰδωλολατρία, ὅταν πεθάνει
αὐτό, τό εἴδωλο, τρελαίνεται, λέει ‘πάει χάθηκα, θά αὐτοκτονήσω καί
ἐγώ’. Αὐτοί εἶναι οἱ ἄνθρωποι πού ἤδη ἔχουν χάσει τόν Θεό, ἀπό τή στιγμή
πού βάζουν στή θέση τοῦ Θεοῦ ἕναν ἄνθρωπο.
Ἄν εἶσαι ἄξιος λοιπόν, ὁ Θεός θά φωτίσει καί ἕναν Σαρακηνό καί ἕναν ἄθεο καί τόν ἐχθρό σου ἀκόμα νά σέ ἐλεήσει.
«Ἄν
ὅμως δέν εἶναι ἄξιος ἤ δέν εἶναι γιά τό συμφέρον τῆς ψυχῆς του νά
παρηγορηθεῖ στόν καιρό τῆς δοκιμασίας του, τότε καί ἄν ἀκόμα
δημιουργήσει καινούριο οὐρανό καί καινούρια γῆ, δέν θά βρεῖ ἀνάπαυση».
Ἀκόμη
κι ἄν κινήσει γῆ καί οὐρανό δέ θά βρεῖ ἀνάπαυση, γιατί ὅπως εἴπαμε, δέν
ἐξαρτᾶται ἀπό τίς ἐξωτερικές συνθῆκες, ἀλλά ἐξαρτᾶται καί ἀπό τήν
καρδιά μας, ἄν ἡ καρδιά μας ἀφεθεῖ στόν Θεό, ταπεινωθεῖ καί γίνει ἄξια
τοῦ Θεοῦ. Γιατί ζητᾶμε ἀπό τόν Θεό καί δέ μᾶς δίνει; Γιατί δέν εἴμαστε
ἄξιοι, δέν τά ζητᾶμε σωστά, δέν ἔχουμε ταπείνωση καί ἀγάπη. Ὁ ἅγιος
Πορφύριος λέει, τότε γίνεσαι ἄξιος τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἔχεις ταπείνωση καί
ἀγάπη.
Ἐάν
ὅμως δέν εἶσαι άξιος ἤ δέν εἶναι γιά τό καλό σου, δέν θά πάρεις μία
ἀνάπαυση. Ἐδῶ μιλάει γιά σωματική ἀνάπαυση, τή σωματική παρηγοριά, ἀλλά
καί πνευματική ἀκόμη. Πολλές φορές ζητᾶμε καί κάτι πνευματικό καί ὁ Θεός
δέν τό παίρνει, π.χ. τό τάδε ἐλάττωμα, μᾶς τό ἀφήνει, διότι δέν εἴμαστε
ἀκόμη ἔτοιμοι νά δεχθοῦμε τή θεραπεία καί δέ θά τήν ἀντέξουμε.
Κάποιος
ἅγιος προσευχήθηκε στόν Θεό νά τοῦ πάρει τά πάθη καί ὁ Θεός τοῦ τά
πῆρε. Ὅταν τό ἀνέφερε αὐτό σ’ ἕναν ἄλλον Γέροντα, ἐκεῖνος τόν
συμβούλευσε νά προσευχηθεῖ καί νά ζητήσει ἀπό τόν Θεό νά τοῦ τά
ἐπιστρέψει, γιατί δέν τόν συμφέρει. Διότι μέσα ἀπό τά πάθη, μέσα ἀπό τήν
ταλαιπωρία τῶν πειρασμῶν ὁ ἄνθρωπος κερδίζει, παίρνει μισθό, κερδίζει
πνευματικό θησαυρό. Πράγματι προσευχήθηκε ὁ μοναχός γιά νά ἔλθουν ξανά τά πάθη.
«Πάνω σ᾽ αὐτό πού λές, ὅτι δηλαδή δίνεις βάρος στούς ἀδελφούς, εἶναι σάν νά ὁμολογεῖς τό δικαίωμά σου».
Προσέξτε
τώρα. Εἶναι φοβερή αὐτή ἡ σκέψη. Αὐτός ἦταν μοναχός καί κάποιος τόν
ἐξυπηρετοῦσε. Τοῦ πήγαινε τό φαγητό του, ἴσως καί κάτι ἄλλο πού
χρειαζόταν. Τό νά λές ὅτι δίνεις βάρος, εἶναι, λέει, σάν νά ὁμολογεῖς τό
δικαίωμά σου. Ὅτι τέλος πάντων ἔχεις κι ἐσύ ἕνα δικαίωμα νά σέ
ἐξυπηρετοῦν καί ὅτι δέν τό κάνουν σωστά οἱ ἄλλοι καί, ἄς τό ποῦμε, δέ
σοῦ φέρονται σωστά. Ἐνῶ ἔχεις ἕνα δικαίωμα νά σοῦ φέρονται σωστά, ἔστω
αὐτός πού σέ διακονεῖ. Ἀφοῦ τό δικαιοῦσαι. Δέν τό δικαιοῦσαι!
Αὐτό
ἤθελε νά τοῦ πεῖ. Δέν εἶσαι ἄξιος νά σέ διακονοῦν. Ἔτσι πρέπει νά τό
δεῖς. Ἀκόμη κι ἄν δημιουργεῖς βάρος, πάλι καί αὐτό πρέπει νά τό
ὑπομείνεις. Θά πεῖς ‘τέτοιος εἶμαι, κοντά στά ἄλλα ἔχω κι αὐτό.
«Γιατί
κανένας δέν μπορεῖ νά πεῖ ὅτι βαραίνει τόν πλησίον του, πού θέλει νά
σωθεῖ, ὅταν τοῦ δίνει τήν εὐκαιρία νά ἐκτελέσει τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ».
Κοιτάξτε
τί τοῦ λέει τώρα. Μέ τό νά σκέπτεσαι ὅτι ὁ ἀδελφός ἔχει λογισμούς
ἐναντίον σου, ὅτι τάχα τοῦ δίνεις βάρος ἐπειδή σέ ἐξυπηρετεῖ, οὐσιαστικά
τί κάνεις; Τόν κατακρίνεις! Γιατί; Διότι αὐτός ὁ ἄνθρωπος τό κάνει μέ
τήν καρδιά του, αὐτό πού κάνει καί σέ ἐξυπηρετεῖ, γιατί θέλει νά σωθεῖ.
Ἐσύ τοῦ δίνεις αὐτή τήν εὐκαιρία κι αὐτός τό χαίρεται. Μέ τό νά λές
λοιπόν ὅτι ἔχει λογισμούς κακούς ἐναντίον σου, τόν κατακρίνεις μέσα σου.
Βλέπετε; Ἄρα ἐσύ εἶσαι ὁ κακός καί ἔχεις κακούς λογισμούς δέν εἶναι ὁ
ἄλλος. Βλέπετε πόσο λεπτός εἶναι ὁ πνευματικός ἀγώνας!
«Ὅποιος μισεῖ ὅσους τόν προσβάλλουν, μισεῖ τήν πραότητα».
Κορυφαία καί αὐτή ἡ πρόταση! Ἄν μισεῖς αὐτούς πού σέ προσβάλλουν, μισεῖς τήν πραότητα. Θέλεις νά γίνεις πρᾶος,
δέ θέλεις; Ὅλοι μας δέ θέλουμε; Νά κόψουμε τόν θυμό μας; Ὁ θυμός θά
κοπεῖ, ἄν ἀγαπήσεις αὐτούς πού σέ προσβάλλουν. Ἄν τούς ἀγαπήσεις μέ τήν
καρδιά σου, ὄχι μόνο ἐξωτερικά, τότε θά μάθεις τήν πραότητα. Ἡ πραότητα
τί εἶναι; Τό νά μή θυμώνεις ὅταν ὁ ἄλλος σοῦ ἐπιτίθεται, ὅταν ὁ ἄλλος σέ
θίγει, ὅταν ὁ ἄλλος σέ προσβάλλει μέ ὁποιοδήποτε τρόπο, σέ κατατρέχει,
σέ βρίζει ἤ σέ ἀδικεῖ. Πῶς θά τό μάθεις, ἄν δέ μπεῖς σέ ἕναν πειρασμό
τέτοιο; Ἄν ὅλοι μᾶς χαϊδεύουν, τότε ὅλοι ἔχουμε πραότητα. Αὐτή εἶναι
ψεύτικη πραότητα. Ἡ ἀληθινή πραότητα φαίνεται ὅταν ὁ ἄλλος σοῦ ἐπιτεθεῖ.
Λοιπόν, πρέπει νά μπεῖς στό γυμναστήριο. Αὐτό λέει ἐδῶ. Ἄν μισήσεις
αὐτόν πού εἶναι ὁ γυμναστής σου, ἀποκλείεται νά ἀποκτήσεις πραότητα. Θά
μείνεις μέ τό πάθος αὐτό. Δυστυχῶς γεννιόμαστε μέ τά πάθη. Τά
κληρονομοῦμε.
Ἡ
Ἐκκλησία μας, μᾶς θεραπεύει τά πάθη μέ τό Βάπτισμα, ἀλλά ἀμέσως μετά οἱ
«καλοί» μας γονεῖς, οἱ παπποῦδες καί οἱ γιαγιάδες ξαναζωντανεύουν τά
πάθη μέ τά ‘μπράβο’, τά ‘εὖγε’ καί θά τά ἔχουμε μιά ζωή, ἄν δέ δεχθεῖς
τόν γυμναστή, αὐτόν πού θά σοῦ στείλει ὁ Θεός νά σοῦ πάρει τά πάθη. Θά
μάθεις νά σέ προσβάλλουν καί νά μήν ἀντιδρᾶς. Μέ αὐτόν τόν τρόπο θά
φθάσεις στήν πραότητα. Ἀλλά γιά νά τό μάθεις, πρέπει νά ἀγαπήσεις αὐτόν
πού θά σέ προσβάλλει. Αὐτό τοῦ λέει ὁ ἅγιος. Δέν ὑπάρχει ποτέ περίπτωση νά γίνεις πρᾶος, ἄν μισεῖς αὐτόν πού σέ προσβάλλει.
Πόσο
μεγάλη σημασία ἔχει νά τό μάθουν αὐτό τά παιδιά. Νά ἀγαπήσουν αὐτούς
πού τά προσβάλλουν, νά ἀγαπήσουν αὐτά τά παιδιά πού θά τά εἰρωνευτοῦν,
θά τά κοροϊδέψουν στό σχολεῖο κ.λ.π. Ἄν μάθεις στό παιδί ν’ ἀγαπάει τό
ἄλλο παιδί πού τοῦ φέρεται ἔτσι, τό μαθαίνεις τήν πραότητα. Μετά δέν θά
ἀντιδράει σέ τίποτα. Θά μάθει νά ἀγαπάει τήν ἀδικία. Θά πεῖτε, ἔτσι θά
τό καταστρέψω. Ὄχι, τό ἀντίθετο. Ἔτσι θά τραβήξει τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ἀρέσει στόν Θεό. Μοιάζει στόν Χριστό. Ὁ Χριστός
αὐτό ἔκανε. «Λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει» (Α΄Πέτρ. 2,23). Ἐνῶ τόν
κορόιδευαν, δέν ἀνταπέδιδε τήν κοροϊδία. «Πάσχων οὐκ ἠπείλει» (Α΄Πέτρ.
2,23). Ἐνῶ ἔπασχε, ἐνῶ ὑπέφερε, δέν ἀπειλοῦσε. Θά μποροῦσε νά ἀπειλήσει.
Θεός εἶναι! Παντοδύναμος εἶναι! Νά πεῖ «ξέρετε ποιός εἶμαι Ἐγώ; Θά σᾶς
φέρω ἐδῶ μιά λεγεώνα Ἀγγέλων νά σᾶς διαλύσει ὅλους». Θά μποροῦσε νά
ἀπειλήσει. Τίποτα δέν ἔκανε.
Ἄν
μισήσεις αὐτόν πού σέ προσβάλλει, τελικά μισεῖς τήν ψυχή σου. Πᾶς
κόντρα στό συμφέρον τῆς ψυχῆς σου. Ἄν μισεῖς αὐτόν πού σέ ἀδικεῖ,
καταστρέφεσαι. Χάνεις τή σωτηρία σου τελικά. Γιατί τί εἶπε ὁ Χριστός; Ἄν
συγχωρέσεις αὐτόν πού σέ ἀδικεῖ, σέ συγχωρῶ κι Ἐγώ. Ἄν δέν τόν
συγχωρέσεις, οὔτε Ἐγώ σέ συγχωρῶ. Αὐτό, πού λέει ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος, εἶναι
κλειδί γιά τή σωτηρία. Νά ἀγαπήσεις αὐτόν πού σέ προσβάλλει. Ἄν τόν
ἀγαπήσεις, ἀγαπᾶς τή σωτηρία σου κι ἄν τόν μισήσεις, μισεῖς τή σωτηρία
σου.
«Ὅποιος ἀποφεύγει αὐτούς πού τόν στενοχωροῦν, ἀποφεύγει τήν ἀνάπαυσή του ‘ἐν Χριστῷ’».
Καί αὐτός φοβερός λόγος! Θέλεις νά ἀναπαυτεῖς; Ἀλλά ἀληθινά, ἐν Χριστῷ;
Πρέπει νά μήν ἀποφεύγεις αὐτούς πού σέ στενοχωροῦν. Νά μήν τούς
ἀποφεύγεις. Νά μή στρίβεις ἀπό τήν ἄλλη γωνία. Τόν ἔφερε ὁ Θεός μπροστά
σου; Νά τόν δεχτεῖς. Ὄχι νά τόν ἀντιμετωπίσεις! Νά τόν ἀγαπήσεις!
Ἀντιμέτωπος θά πεῖ, πάω νά τόν πολεμήσω ἐχθρικά. Ὄχι! Θά τόν ἀγαπήσεις,
ἄν ἀγαπᾶς τή σωτηρία σου. Ἄν τόν μισήσεις, ἄν τόν ἀποφύγεις -μισεύω
σημαίνει φεύγω, ἀποφεύγω- ἀποφεύγεις τή σωτηρία σου, ἀποφεύγεις τήν
ἀνάπαυση τήν ἐν Χριστῶ. Αὐτό πού θέλει ἡ ψυχή μας.
Λέμε
νά ἀναπαυτεῖ ἡ ψυχή μου! Πότε θά ἀναπαυτεῖ ἡ ψυχή σου; Ὅταν μάθεις νά
δέχεσαι τίς ἀδικίες, νά δέχεσαι τίς προσβολές, ὅταν γίνεις ταπεινός.
Ταπεινός ἄνθρωπος εἶναι αὐτός πού κάνει ὑπομονή στίς ἀδικίες καί στίς
προσβολές. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι πού ἑλκύει τή Χάρη. Ὅταν ἔρχεται ἡ
Χάρις ἔρχεται ἡ ἀνάπαυση.
«Ἐπί τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ᾿ ἤ ἐπί τόν ταπεινόν καί ἡσύχιον καί τρέμοντα τούς λόγους μου» (Ἡσαΐας 66,2), λέει ὁ Θεός.
«Σέ
ποιόν θά ρίξω τό βλέμμα μου»; Ἄν ρίξει ὁ Θεός τό βλέμμα του ἐπάνω μας,
μᾶς ξεκουράζει, μᾶς ἀναπαύει. Σέ ποιόν θά ρίξω τό βλέμμα μου, παρά στόν
πρᾶο,
στόν ἡσύχιο καί σ’ αὐτόν πού τρέμει τούς λόγους Μου. Ἄν μέ τόν ἕναν
ταράσσεσαι, ὁ ἄλλος σοῦ κάθεται στό στομάχι, τόν τρίτο δέ μπορεῖς νά τόν
δεῖς στά μάτια σου, τόν ἄλλον τόν ἀποφεύγεις στρίβοντας στή γωνία… δέν
πρόκειται ποτέ νά ρίξει ὁ Θεός τό βλέμμα Του ἐπάνω σου, δηλαδή νά ἀναπαυτεῖς.
«Ὅποιος
ἀποφεύγει αὐτούς πού τόν στενοχωροῦν, ἀποφεύγει τήν ἀνάπαυσή του «ἐν
Χριστῷ». Τόσο φοβερά λόγια σέ ἕνα τόσο δά, μικρό γράμμα. «Ὁ φιλάνθρωπος
Θεός νά μᾶς σκεπάσει μέ τή Χάρη Του, παιδί μου, μέ τίς εὐχές τῶν ἁγίων.
Ἀμήν».
Ἡ
κατακλείδα καί τό μυστικό τῶν Ἁγίων. Ὅλα τελικά εἶναι τῆς Χάριτος. Ἀλλά
κάτι πρέπει νά κάνουμε κι ἐμεῖς, νά μήν τά ἀφήσουμε ὅλα στόν Θεό. Τά
ἀφήνουμε μέν ὅλα στόν Θεό, ἀλλά πρέπει νά συνεργαστοῦμε μέ τή Χάρη, γιά
νά ἔχουμε τό ἀγαθό ἀποτέλεσμα. Νά μᾶς κουκουλώσει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ,
παιδί μου, μέ τίς εὐχές τῶν Ἁγίων.
Ἔχει τεράστια σημασία κι αὐτή ἡ προσθήκη. ‘Δι’εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν’, λέμε πάντα. Ὅλα γίνονται μέ τίς εὐχές τῶν Ἁγίων.
Βεβαίως
πᾶμε στόν Θεό καί στόν Χριστό μας, ἀλλά ἐπειδή δέν ἔχουμε μοῦτρα νά
πᾶμε, δέν ἔχουμε παρρησία, εἴμαστε ἔνοχοι, πολύ ἔνοχοι, βαριά ἁμαρτωλοί,
παρακαλοῦμε καί τούς φίλους τοῦ Θεοῦ. Καί τούς λέμε, «σᾶς παρακαλοῦμε
ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, παρακαλέσετε καί γιά μᾶς κι ἐσεῖς. Μέ τίς εὐχές σας
ἔχουμε θάρρος». Πολλές φορές αὐτό πού δέν καταφέραμε παρακαλώντας
ἀπευθείας τόν Χριστό, τό καταφέραμε μέσω τῆς Παναγίας καί μέσω τῶν Ἁγίων
καί ἔρχεται ἡ κατάνυξη καί ἔρχονται τά δάκρυα, ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ μέσα
ἀπό τίς πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων.
Αὐτό τοῦ λέει, ἐδῶ, τοῦ ἀσθενοῦς ἀδελφοῦ, ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
- Ἐρ.: Δέν πρέπει ν’ ἀγαπᾶμε τά παιδιά καί τήν οἰκογένεια; Μόνο τόν Χριστό;
- Ἀπ.: Πρέπει
ν’ ἀγαπᾶμε πρῶτα τόν Χριστό καί μετά τά παιδιά μας, τήν οἰκογένειά μας
καί ὅλους τούς ἀνθρώπους κι αὐτούς πού δέν μᾶς ἀγαπᾶνε. Ἡ ἐντολή τῆς
ἀγάπης ἔχει δύο σκέλη. Τό πρῶτο σκέλος, τό κάθετο,πού
πρέπει καί νά κάνουμε, εἶναι ἡ ἀγάπη στόν Θεό. Τό δεύτερο σκέλος, τό
ὁριζόντιο εἶναι ἡ ἀγάπη στόν πλησίον. Στά παιδιά, στόν σύζυγο,
σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀκόμα κι ἄν δέ μᾶς ἀγαποῦν. Τό περίσσευμα τῆς
ἀγάπης μας νά πάει καί σ’ ὅλη τήν κτίση. Ν’ ἀγαπήσουμε καί τά ζῶα καί τά
φυτά καί τά λουλούδια καί τά νερά… Ὅλα αὐτά πού φωνάζουν οἱ οἰκολόγοι.
Ἀλλά πάνω ἀπό ὅλα καί πρῶτα ἀπό ὅλα πρέπει ν’ ἀγαπήσεις τόν Θεό. Ἡ πρώτη
ἐντολή.
Σήμερα
ἀκούσαμε αὐτό τό Εὐαγγέλιο: «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς
καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καί ἐξ
ὅλης τῆς διανοίας σου, καί τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Λουκ. 10,27),
ὅμοια ἐντολή μέ τήν πρώτη. Μάλιστα λέει παρακάτω τό Εὐαγγέλιο «πλεῖον
πάντων τῶν ὁλοκαυτωμάτων καί τῶν θυσιῶν». Ὁλοκαυτώματα ἦταν αὐτά τά ζῶα
πού καίγανε οἱ Ἑβραῖοι ὁλόκληρα σάν θυσία στόν Θεό. Πολύ περισσότερο ἀπό
τό νά κάνεις μιά τέτοια θυσία στόν Θεό, ὁ Θεός θέλει νά Τόν ἀγαπήσεις,
δηλαδή νά Τοῦ δώσεις τήν καρδιά σου, νά Τοῦ δώσεις τή σκέψη σου, νά Τοῦ
δώσεις τίς ἐπιθυμίες σου, νά Τοῦ δώσεις τά συναισθήματά σου, νά Τοῦ
δώσεις τή δύναμή σου τή σωματική ἀκόμα, γιατί λέει ‘ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος
σου’. ‘Ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου’, κάθε κτύπος τῆς καρδιᾶς σου νά εἶναι
γιά τόν Χριστό.
Βλέπετε
ὁ Χριστός εἶναι ἀπόλυτος. Δέν εἶναι αὐτό πού λένε μερικοί ‘νά πᾶς στόν
Χριστό, ἀλλά ὄχι καί πάρα πολύ. Εἴπαμε, ἀλλά ὄχι κι ἔτσι. Πολύ μέ τούς
παπάδες’. Ὅμως ὁ Θεός σέ θέλει ‘ἐξ ὅλης τῆς καρδίας’, πού σημαίνει μέ
ὅλη σου τήν καρδιά, μέ ὅλη σου τήν ψυχή καί μέ ὅλη σου τή σκέψη καί τή
δύναμη. Εἶναι ἀπόλυτος. Ἄν δέν τό κάνεις αὐτό, τότε δέν εἶσαι δικός Μου.
Τό λέει. Μπορεῖς νά μήν εἶσαι δικός Μου. Ἔχεις αὐτό τό δικαίωμα.
Μπορεῖς νά πεῖς ‘ὄχι’ στόν Θεό. Ἀλλά ἄν πεῖς ὅτι εἶσαι δικός Μου, σέ
θέλω 100%. Ἀπόλυτα.
Αὐτό
εἶναι τό μυστικό, πού ἄν δέν τό καταλάβουμε, δέν εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ
Θεοῦ, ἀλλά ζοῦμε σέ μία ψευδαίσθηση. Εἴμαστε ἁπλῶς θρησκευόμενοι
ἄνθρωποι. Οἱ ὁποῖοι, κάνουμε ὁλοκαυτώματα, μεγάλες θυσίες, μεγάλες
λαμπάδες σάν τό μπόι μας, καντηλάκια, στολίζουμε καί τόν Ἐπιτάφιο κ.λ.π.
ἀλλά μή τυχόν καί μπεῖ ὁ Χριστός στό σπίτι μας καί μᾶς πάρει καί κανένα
παιδί, τότε γινόμαστε ἐχθροί. Τό διαπιστώνουμε αὐτό. Οἱ ἄνθρωποι πού
ἀντιδροῦν κατεξοχήν στήν ἀφιέρωση τῶν παιδιῶν τους εἶναι οἱ
θρησκευόμενοι ἄνθρωποι. Αὐτοί, ὑποτίθεται τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἄλλοι οἱ
ἄθεοι, λένε ‘ἄς πάει, τί μέ νοιάζει ἐμένα’; Τό ἀφήνει τό παιδί ἐλεύθερο.
Ἐκεῖνοι πού ἀντιδροῦν ἄν κάποιος πεῖ νά γίνω παπάς ἤ καλόγερος εἶναι οἱ
θρησκευόμενοι. Αὐτοί πού δέν ἔχουν δοθεῖ 100% δηλαδή, ἀλλά μέ ἕνα πιό
μικρό ποσοστό.
«Πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις» (Πράξ. 5,29).
Αὐτή
τήν ἀπόλυτη ἀπαίτηση πρέπει νά τήν περάσουμε στά παιδιά μας. Οἱ πρῶτες
Χριστιανές μητέρες μεγάλωναν τά παιδιά τους μέ τό ἰδανικό νά τά κάνουν
μάρτυρες. Μάρτυρες! Νά τά δώσουν δηλαδή στόν Θεό ψυχικά καί σωματικά καί
τό αἷμα τῶν παιδιῶν τους νά χυθεῖ γιά τόν Θεό.
Διαβάστε
τήν ἱστορία τῶν Σαράντα Μαρτύρων, ὅπου ὁ ἕνας ἀπό τούς 40 δέν εἶχε
πεθάνει καί ἡ μητέρα του τό φορτώθηκε μισοπεθαμένο τό παιδί καί
ἀκολουθοῦσε τό κάρο πού εἶχαν βάλει τούς ἄλλους 39 πεθαμένους, γιατί δέν
ἤθελε νά χωριστεῖ τό παιδί της ἀπό τά ἄλλα 39 παιδιά. Τό παιδί πέθανε
στήν ἀγκαλιά της. Καί μετά χαρούμενη τό ἔβαλε κι αὐτό πάνω στή σωρό μέ
τά ἄλλα 39 παιδιά καί ὅλα μαζί τά σώματά τους τά κάψανε οἱ εἰδωλολάτρες.
Αὐτές εἶναι οἱ Χριστιανές μητέρες.
Αὐτό
σημαίνει Χριστιανός. Ἔχω δοθεῖ 100%. Νά πάει τό παιδί μου στό
μοναστήρι; Τί πιό μεγάλη χαρά; Ἤ νά γίνει παπάς ἤ νά εἶναι ὅλη μέρα στήν
Ἐκκλησία; Μακάρι κι ὅλη νύχτα νά εἶναι! Ὄχι πού λένε στά παιδιά «Καλά
πάλι θά κοινωνήσεις; Πάλι θά πᾶς στήν Ἐκκλησία»; «Πάλι, γιατί»; Ὁ
Χριστός εἶναι ὅ,τι πιό καλό, ὅ,τι πιό ὡραῖο, ὅ,τι πιό μεγάλο. Τί πιό
καλό νά μετέχεις τόν Χριστό πολλαχῶς, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστομος, δηλαδή μέ πολλούς τρόπους καί πολλές φορές.
- Ἐρ.: …………………………
- Ἀπ.:
Ὁ Μανασσῆς εἶναι πρότυπο μετανοίας γι’ αὐτό τόν ἀναφέρει. Ὁ Βελίαρ
εἶναι ὁ διάβολος καί μακριά ἀπ’ αὐτόν… Ὁ Μελχισεδέκ εἶναι προτύπωση τοῦ
Χριστοῦ μας. Ὑπαρκτό πρόσωπο πού ὑποδέχθηκε τόν Ἀβραάμ μετά ἀπό μιά νίκη
πού ἔκανε ὁ Ἀβραάμ σέ εἰδωλολάτρες βασιλεῖς καί τοῦ πρόσφερε ἄρτους καί
οἴνο, πού εἶναι προτύπωση τῆς Θείας Κοινωνίας. Εἶναι ἀγενεαλόγητος,
ὅπως ὁ Χριστός μας, ὡς Θεός εἶναι χωρίς μητέρα, ἀμήτωρ, ἀπάτωρ,
ἀγενεαλόγητος, πρό πάντων τῶν αἰώνων. Ὁ Χριστός μας, ὁ Μεγάλος Ἀρχιερέας
γεννᾶται πρό πάντων τῶν αἰώνων καί προτύπωσή του εἶναι ὁ Μελχισεδέκ.
- Ἐρ.: Ἡ πρώτη πού μᾶς διδάσκει ἐμᾶς τούς Χριστιανούς εἶναι ἡ Παναγία…
- Ἀπ.: Ὄχι
μόνο ἡ Παναγία, ἀλλά ὅλη ἡ Παλαιά Διαθήκη εἶναι προετοιμασία γιά μᾶς.
Εἶναι παιδαγωγός εἰς Χριστόν. Δέν εἶναι ἀπορριπτέα ἡ Παλαιά Διαθήκη,
ἀλλά εἶναι ἀκριβῶς αὐτά πού κι ἐμεῖς πρέπει νά κάνουμε γιά νά φτάσουμε
στόν Χριστό.
Ἀπό
τήν Παλαιά Διαθήκη ὑπάρχει αὐτό τό τυπικό, ἡ συνήθεια, ὁ νόμος τά
πρωτότοκα παιδιά νά ἀφιερώνονται στόν Θεό. Γι’ αὐτό βλέπετε καί ἡ
Παναγία μας τόν Χριστό μας Τόν πηγαίνει στόν Ναό. Τόν ἀφιερώνει στόν
Θεό. Αὐτό βέβαια σημαίνει ὅτι τά παιδιά μας δέν εἶναι παιδιά μας. Εἶναι
παιδιά τοῦ Θεοῦ καί ἀνήκουν στόν Θεό. Ἐμεῖς εἴμαστε ἁπλῶς κηδεμόνες.
Διαχειριστές δηλαδή καί φροντιστές. Δηλαδή τά φροντίζουμε ‘ἄχρι καιροῦ’.
Μετά θά μᾶς τά πάρει κάποια στιγμή. Μπορεῖ καί νά μᾶς τά πάρει γρήγορα.
Δέν ἔχεις δικαίωμα νά πεῖς ‘Γιατί μοῦ τό πῆρες’; Ἀφοῦ δέν εἶναι δικό
σου. Ἴσα-ἴσα πρέπει νά Τοῦ πεῖς ‘εὐχαριστῶ πού μοῦ τό ἐμπιστεύτηκες τόσο
καιρό, τόσα χρόνια’. Θά μποροῦσε νά μήν σοῦ τό ἐμπιστευτεῖ καθόλου,
ὅπως σέ κάποιους πού δέν τούς δίνει παιδιά.
Πάλι
βέβαια δέν εἶναι σωστό ν’ ἀντιδρᾶμε. Ξέρει ὁ Θεός γιατί δέ δίνει
παιδιά. Ἔχει τόν λόγο Του. Δέν εἶναι γιά τό καλό σου. Δέ σέ συμφέρει.
‘Ὄχι θά κάνω ἐξωσωματική’. Ὁ ἐγωισμός μας δέ μᾶς ἀφήνει… Τά κάνουν αὐτά
καί μετά παθαίνουν χειρότερα. Γιατί μέσα στήν ἀπιστία καί στό πεῖσμα
κρύβεται καί ἡ τιμωρία.
Δέν
μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός. Κάθε ἁμαρτία ἔχει μέσα της τήν τιμωρία, γιατί εἶναι
μία πράξη ἀντίθετη μέ τίς προδιαγραφές μας. Σάν νά παίρνεις ἕνα
αὐτόκίνητο καί ἀντί γιά βενζίνη νά τοῦ βάζεις κοκα-κόλα. Δέν σέ τιμωρεῖ ἡ ἑταιρεία. Μόνος σου τιμωρεῖσαι, γιατί κατέστρεψες τό αὐτοκίνητό σου, ἄν κάνεις κάτι τέτοιο.
Ἄς
ποῦμε ἀνακεφαλαιώνοντας ὅτι πρέπει νά μή ζητᾶμε νά μᾶς ἀγαποῦν, ἀλλά
ἐμεῖς νά μάθουμε ν’ ἀγαπᾶμε. Νά μάθουμε ἐμεῖς καί νά μάθουμε καί στά
παιδιά μας ν’ ἀγαπᾶμε αὐτούς πού μᾶς προσβάλλουν, αὐτούς πού μᾶς ἀδικοῦν
καί γενικά αὐτούς πού μᾶς φέρονται ἄσχημα.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης