ΤΑ ΑΣΚΗΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ
6.ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΙΣ ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΕΚΤΡΟΠΕΣ
Ἀντιμετώπιση τῶν ποικίλων αἱρέσεων καί κακοδοξιῶν ἐλλειπής ἤ κακή
Μία τρίτη ἐκτροπή εἶναι, ἐν πολλοῖς57, ἡ ἀπουσία τόσο ἀντιαιρετικοῦ κηρύγματος, ὅσο καί κηρύγματος μετανοίας.
Σέ μερικές περιπτώσεις ὑπάρχει καί παραπλανητικό-κακόδοξο κήρυγμα. Ὁ
λαός, ἐνῶ ζητάει σαφεῖς καί ξεκάθαρες ἀπαντήσεις σέ φλέγοντα σύγχρονα
θέματα, πολλές φορές δέν παίρνει ἀπάντηση. Ἄλλοτε πάλι παίρνει εἴτε
ἀμφιλεγόμενες, εἴτε κακόδοξες ἀπαντήσεις. Τέτοια θέματα εἶναι λ.χ. τό
θέμα τῆς παναίρεσης τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ἤ τό τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου καί τῶν μεταμοσχεύσεων ζωτικῶν ὀργάνων γιά τά ὁποῖα ἐνῶ ἔχουν τοποθετηθεῖ ἀρνητικά ὅλοι οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι Γέροντες58 ὑπάρχουν κάποιοι -μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὑψηλόβαθμοι κληρικοί- πού προσπαθοῦν νά τά προβάλλουν ὡς κάτι καλό καί θεάρεστο.
Α) Οἰκουμενισμός
Ἐνδεικτικά παραθέτουμε γιά τόν Οἰκουμενισμό τί ἔγραφε ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς πρός τήν Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, καθώς καί ὁ π. Παΐσιος στόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Ἀθηναγόρα:
1ο κείμενο: «Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς καί Οἰκουμενισμός
[Ἡ κάτωθι θεολογική γνωμοδότηση τοῦ Ὁσίου καί θεοφόρου Πατρός Ἰουστίνου (Πόποβιτς) προκλήθηκε κατόπιν αἰτήματος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας
τῆς Σερβίας γιά τό ἄν μπορεῖ νά συμμετάσχει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σέ
«οἰκουμενικές ἀκολουθίες» πού διοργάνωναν οἱ ρωμαιοκαθολικοί τῆς
Γιουγκοσλαβίας στά πλαίσια τῆς «ἑβδομάδος ἐν τῇ ἑνότητι». Ἔχει
δημοσιευθεῖ μέ εἰσαγωγικό σημείωμα τοῦ τότε ἱερομονάχου Εἰρηναίου
Μπούλοβιτς στό περιοδικό Κοινωνία τ. 18 (1975), σ. 95- 101, σέ μετάφραση
ἀπό τά σερβικά τῆς Μαρίνας Σκλήρη.
π. Ἀναστάσιος Γκοτσόπουλος
****
ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ «ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ»
ΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΙΣ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
(τοῦ ἀρχιμανδρίτου Ἰουστίνου Πόποβιτς)
Πανιερώτατοι Πατέρες,
Τήν στάσιν της ἔναντι τῶν αἱρετικῶν –
καί αἱρετικοί εἶναι ὅλοι οἱ μή Ὀρθόδοξοι – ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἔχει
καθορίσει ἅπαξ διά παντός, διά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν ἁγίων
Πατέρων, δηλαδή διά τῆς ἁγίας Θεανθρωπίνης Παραδόσεως, τῆς μοναδικῆς καί
ἀναλλοιώτου.
Συμφώνως πρός αὐτήν τήν στάσιν, στούς Ὀρθοδόξους εἶναι ἀπηγορευμένη κάθε συμπροσευχή καί κάθε λατρευτική ἐπικοινωνία μετά αἱρετικῶν.
Διότι «τίς μετοχή δικαιοσύνῃ καί ἀνομίᾳ; τίς δέ κοινωνία φωτί πρός
σκότος; τίς δέ συμφώνησις Χριστῷ πρός Βελίαρ; ἤ τίς μερίς πιστῷ μετά
ἀπίστου;» (Β΄ Κορινθ. 6, 14-15).
Ὁ 45ος κανών τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων
ὁρίζει: ”Ἐπίσκοπος ἤ πρεσβύτερος…, αἱρετικοῖς συνευξάμενος μόνον,
ἀφοριζέσθω· εἰ δέ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς κληρικοῖς ἐνεργῆσαί τι,
καθαιρείσθω”. Αὐτός ὁ ἱερός Κανών τῶν ἁγίων Ἀποστόλων δέν προσδιορίζει
ποία ἀκριβῶς προσευχή ἤ ἀκολουθία ἀπαγορεύεται, ἀλλά ἀπαγορεύει κάθε κοινήν μεθ’ αἱρετικῶν
προσευχήν, ἔστω καί τήν κατ’ ἰδίαν (“συνευξάμενος”). Εἰς δέ τίς
οἰκουμενιστικάς κοινάς προσευχάς μήπως δέν γίνωνται καί ἁδρότερα καί
εὐρύτερα τούτων;
Ὁ 32ος κανών τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου ὁρίζει· «Ὅτι οὐ δεῖ αἱρετικῶν
εὐλογίας λαμβάνειν, αἵτινες εἰσιν ἀλογίαι μᾶλλον ἤ εὐλογίαι». Μήπως
ὅμως δέν συμβαίνει εἰς τίς κοινάς οἰκουμενιστικάς συναντήσεις καί
συμπροσευχάς νά εὐλογοῦν αἱρετικοί ρωμαιοκαθολικοί ἐπίσκοποι καί ἱερεῖς,
προτεστάνται πάστορες, ἀκόμη δέ καί γυναῖκες; (!)
Αὐτοί καί ὅλοι οἱ ἄλλοι σχετικοί κανόνες τῶν ἁγίων Ἀποστόλων
καί τῶν ἁγίων Πατέρων ἴσχυον ὄχι μόνον κατά τήν παλαιάν ἐποχήν, ἀλλ’
ἐξακολουθοῦν νά εἶναι ἐν ἀπολύτῳ ἰσχύϊ καί σήμερον, δι’ ὅλους ἡμᾶς τούς
συγχρόνους ὀρθοδόξους Χριστιανούς. Ἰσχύουν ἀναμφιβόλως καί γιά τήν θέσιν
μας ἔναντι τῶν ρωμαιοκαθολικῶν καί προτεσταντῶν. Διότι ὁ μέν
ρωμαιοκαθολικισμός εἶναι πολλαπλή αἵρεσις, περί δέ τοῦ προτεσταντισμοῦ
τί νά εἴπωμεν; Καλλίτερον νά μή ὁμιλῶμεν.
Ἤδη ὁ Ἅγιος Σάββας στήν ἐποχήν του, ἑπτάμισυ αἰώνας πρίν, δέν ὠνόμαζεν ἄραγε τόν ρωμαιοκαθολικισμόν «λατινικήν αἵρεσιν»; Καί πόσα ἀπό τότε νέα δόγματα δέν ἐπενόησεν ὁ πάπας καί «ἀλαθήτως» ἐδογμάτισε !
Δέν χωρεῖ ἀμφιβολία, ὅτι διά τοῦ δόγματος
περί τοῦ ἀλαθήτου τοῦ πάπα, ὁ ρωμαιοκαθολικισμός κατέστη παναίρεσις.
Καί ἡ πολύ ἐπαινουμένη Β΄ Βατικάνειος Σύνοδος οὐδέν ἤλλαξεν οὔτε ὅσον
ἀφορᾶ στήν τερατώδη ταύτην αἵρεσιν, ἀλλά, τουναντίον, ἐπεκύρωσεν αὐτήν.
Ἕνεκα τούτου, ἄν εἴμεθα
Ὀρθόδοξοι καί θέλωμεν νά παραμείνωμεν Ὀρθόδοξοι, τότε ὀφείλομεν καί
ἡμεῖς νά τηρήσωμεν τήν στάσιν τοῦ Ἁγίου Σάββα, τοῦ Ἁγίου Μάρκου Ἐφέσου,
τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ Αἰτωλοῦ, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Κροστάνδης καί τῶν λοιπῶν Ἁγίων Ὁμολογητῶν καί Μαρτύρων καί Νεομαρτύρων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας,
ἔναντι τῶν ρωμαιοκαθολικῶν καί τῶν προτεσταντῶν, ἐκ τῶν ὁποίων οὔτε οἱ
μέν, οὔτε οἱ δέ, δέν πιστεύουν ὀρθοδόξως στά δύο βασικά δόγματα τοῦ Χριστιανισμοῦ : στήν Ἁγίαν Τριάδα καί στήν Ἐκκλησίαν.
Πανιερώτατε καί Ἅγιοι Συνοδικοί Πατέρες,
Ἕως πότε θά
ἐξευτελίζωμεν δουλικῶς τήν Ἁγίαν μας Ὀρθόδοξον Ἁγιοπατερικήν καί
Ἁγιοσαββιτικήν Ἐκκλησίαν διά τῆς οἰκτρῶς καί φρικωδῶς
ἀντιαγιοπαραδοσιακῆς στάσεώς μας ἔναντί του Οἰκουμενισμοῦ καί τοῦ λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν;
Ἐντροπή καταλαμβάνει πάντα εἰλικρινῆ Ὀρθόδοξον, ἀνατραφέντα ὑπό τήν
καθοδήγησιν τῶν Ἁγίων Πατέρων, ὅταν ἀναγιγνώσκῃ, ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι
Σύνεδροι τῆς 5ης Πανορθοδόξου Διασκέψεως τῆς Γενεύης (8-16 Ἰουνίου 1968)
σχετικῶς πρός τήν συμμετοχήν τῶν Ὀρθοδόξων στό ἔργον τοῦ «Παγκοσμίου
Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν», ἔλαβον τότε τήν ἀπόφασιν «ὅπως ἐκφρασθῇ ἡ κοινή
ἐπίγνωσις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὅτι αὕτη ἀποτελεῖ ὀργανικόν μέρος τοῦ
Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν».
Αὐτή ἡ ἀπόφασις εἶναι
κατά τήν ἀνορθοδοξίαν καί ἀντιορθοδοξίαν της ἀποκαλυπτικῶς φρικαλέα. Ἦτο
ἄραγε ἀπαραίτητον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, αὐτό τό πανάχραντον Θεανθρώπινον σῶμα καί ὀργανισμός τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ
νά ταπεινωθεῖ τόσον τερατωδῶς, ὥστε οἱ ἀντιπρόσωποί της θεολόγοι, ἀκόμα
δέ καί Ἱεράρχαι, μεταξύ τῶν ὁποίων καί Σέρβοι, νά ἐπιζητοῦν τήν
«ὀργανικήν» μετοχήν καί συμπερίληψιν στό Παγκόσμιον Συμβούλιον τῶν
Ἐκκλησιῶν, τό ὁποῖον, κατ’ αὐτόν τόν τρόπον γίνεται εἷς νέος
ἐκκλησιαστικός «ὀργανισμός», μία «νέα Ἐκκλησία» ὑπεράνω τῶν Ἐκκλησιῶν,
τῆς ὁποίας αἱ Ὀρθόδοξοι καί μή Ὀρθόδοξοι ἐκκλησίαι ἀποτελοῦν μόνο «μέλη»
(«ὀργανικῶς μεταξύ των συνδεδεμένα»!) ; Ἀλοίμονον, ἀνήκουστος προδοσία !
Ἀπορρίπτομεν τήν ὀρθόδοξον θεανθρωπίνην πίστιν, αὐτόν τόν ὀργανικόν δεσμόν μετά τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου Ἰησοῦ καί τοῦ παναχράντου Του Σώματος – τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί Πατέρων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων – καί θέλομεν νά γίνωμεν «ὀργανικά μέλη» τοῦ αἱρετικοῦ, οὐμανιστικοῦ, ἀνθρωποπαγοῦς καί ἀνθρωπολατρικοῦ συλλόγου, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖται ἀπό 263 αἱρέσεις, ἡ δέ κάθε μία ἀπό αὐτάς πνευματικός θάνατος !
Ὡς Ὀρθόδοξοι, εἴμεθα «μέλη Χριστοῦ».
«Ἄρα οὖν τά μέλη τοῦ Χριστοῦ, ποιήσω πόρνης μέλη; Μή γένοιτο!» (Α΄
Κορινθ. 6, 15). Καί ἡμεῖς τοῦτο πράττομεν διά τῆς «ὀργανικῆς» συνδέσεώς
μας μετά τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν, τό ὁποῖον οὐδέν ἄλλο εἶναι εἰμή ἀναβίωσις τῆς ἀθέου ἀνθρωπολατρείας – εἰδωλολατρείας.
Εἶναι πλέον ἔσχατος καιρός, Πανιερώτατοι Πατέρες, ὅπως ἡ Ὀρθόδοξος Ἁγιοπατερική καί Ἁγιοσαββίτικη Ἐκκλησία μας, ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων
καί τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῶν ἁγίων Ὁμολογητῶν, Μαρτύρων καί Νεομαρτύρων,
παύσῃ νά ἀναμιγνύεται ἐκκλησιαστικῶς, ἱεραρχικῶς καί λατρευτικῶς μετά
τοῦ οὕτω καλουμένου Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν καί ὅπως ἀρνηθῇ διά
παντός τήν οἱανδήποτε συμμετοχήν εἰς τίς κοινάς προσευχάς καί τήν λατρείαν (ἡ ὁποία λατρεία
στήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν εἶναι ὅλη ὀργανικῶς συνδεδεμένη εἰς μίαν
ὁλότητα καί συγκεφαλαιοῦται στήν θείαν Εὐχαριστίαν), καί γενικῶς τήν
συμμετοχήν εἰς οἱανδήποτε ἐκκλησιαστικήν πράξιν, ἡ ὁποία ὡς τοιαύτη,
φέρει ἐν ἐαυτῇ καί ἐκφράζει τόν μοναδικόν καί ἀνεπανάληπτον χαρακτήρα
τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, τῆς πάντοτε Μίας
καί Μοναδικῆς.
Μή σμίγουσα ἐκκλησιαστικῶς μετά τῶν αἱρετικῶν, εἴτε ἄν εἶναι αὐτοί συγκεντρωμένοι πέριξ τῆς Γενεύης, εἴτε πέριξ τῆς Ρώμης, ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἐκκλησία, κατά πάντα πιστή πρός τούς ἁγίους Ἀποστόλους καί τούς ἁγίους Πατέρας, δέν θά ἀρνηθῇ διά τοῦτο τήν Χριστιανικήν της ἀποστολήν καί τό εὐαγγελικόν της χρέος: ὅπως ἐνώπιον τοῦ συγχρόνου κόσμου,
ὅσον τοῦ μή ὀρθοδόξου, τόσον καί τοῦ ἀπίστου, ταπεινῶς ἀλλά εὐθαρσῶς
μαρτυρῇ περί τῆς Ἀληθείας, τῆς Παναληθείας, περί τοῦ ζῶντος καί ἀληθινοῦ
Θεανθρώπου καί περί τῆς πανσωστικῆς καί παμμεταμορφωτικῆς δυνάμεως τῆς
Ὀρθοδοξίας.
Ὁδηγουμένη ὑπό τοῦ Χριστοῦ ἡ Ἐκκλησία
μας, διά τοῦ ἁγιοπατερικοῦ πνεύματος καί χαρακτῆρος τῶν θεολόγων της,
πάντοτε θά εἶναι «ἕτοιμη πρός ἀπολογίαν παντί τῷ αἰτοῦντι ἡμᾶς λόγον
περί τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος» (Α΄ Πέτρ. 3, 15). Καί ἡ Ἐλπίς ἡμῶν νῦν καί ἀεί
καί στούς αἰώνας τῶν αἰώνων καί εἰς ὅλην τήν αἰωνιότητα εἶναι μία καί μοναδική: Ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός ἐν τῷ Θεανθρωπίνῳ Του σώματι, ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Οἱ Ὀρθόδοξοι θεολόγοι ὀφείλουν νά συμμετέχουν ὄχι εἰς «οἰκουμενικάς κοινάς προσευχάς», ἀλλ’ εἰς θεολογικούς διαλόγους ἐν τῇ Ἀληθείᾳ καί περί τῆς Ἀληθείας, ὅπως διά μέσου τῶν αἰώνων ἔπραττον οἱ ἅγιοι καί θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς Ὀρθοπιστίας εἶναι «μερίς» μόνον τῶν σωζομένων» (πρβλ. 7ος κανών Β΄ Οἰκουμ. Συνόδου).
Παναληθές εἶναι τό Εὐαγγέλιον τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου: «σωτηρία
ἐν ἁγιασμῷ καί πίστει ἀληθείας» (Β΄ Θεσ. 2,13). Ἡ θεανθρωπίνη πίστις
εἶναι ἡ πίστις τῆς Ἀληθείας. Ἡ Οὐσία αὐτῆς τῆς πίστεως εἶναι ἡ Ἀλήθεια, εἶναι ἡ μόνη Παναλήθεια, δηλαδή ὁ Θεάνθρωπος Χριστός. Ἡ δέ θεανθρωπίνη ἀγάπη
εἶναι «ἡ ἀγάπη τῆς Ἀληθείας»(Β΄Θεσ. 2,10). Ἡ οὐσία αὐτῆς τῆς ἀγάπης
εἶναι ἡ Παναλήθεια, δηλ. ὁ Θεάνθρωπος Χριστός. Καί αὐτή ἡ Πίστις καί
αὐτή ἡ Ἀγάπη εἶναι ἡ καρδία καί ἡ συνείδησις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Πάντα ταῦτα διεφυλάχθησαν ἀλώβητα μόνον ἐν τῇ ἁγιοπατερικῇ Ὀρθοδοξίᾳ, περί τῆς ὁποίας οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί εἶναι κεκλημένοι νά μαρτυροῦν ἀφόβως ἐνώπιον τῆς Δύσεως καί τῆς ψευδοπίστεώς της καί τῆς ψευδοαγάπης της.
Ἱερά Μονή Τσελιέ 13/26 Νοεμβρίου 1974
Συνιστᾶ ἑαυτόν ταῖς ἁγίαις ἀποστολικαῖς προσευχαῖς
τῆς Ὑμετέρας Πανιερότητος καί τῶν ἁγίων Πατέρων
τῆς Ἱερᾶς Συνόδου Ἀρχιερέων, ὁ ἀνάξιος
2ο κείμενο: Ἐνδιαφέρουσα ὁμολογιακή πατερική γραμμή τοῦ Γέροντος Παϊσίου ἔναντι τοῦ Οικουμενισμοῦ:60
Ἐν Ἁγίῳ Ὄρει τῇ 23ῃ Ἰανουαρίου 1969
Σεβαστέ πάτερ Χαράλαμπε
Ἐπειδή βλέπω τόν μεγάλον
σάλον πού γίνεται εἰς τήν Ἐκκλησίαν μας, ἐξ αἰτίας τῶν διαφόρων
φιλενωτικῶν κινήσεων καί τῶν ἐπαφῶν τοῦ Πατριάρχου μετά τοῦ Πάπα,
ἐπόνεσα καί ἐγώ σάν τέκνον Της καί ἐθεώρησα καλόν, ἐκτός ἀπό τίς
προσευχές μου, νά στείλω καί ἕνα μικρό κομματάκι κλωστή (πού ἔχω σάν φτωχός μοναχός),
διά νά χρησιμοποιηθῆ καί αὐτό, ἔστω καί γιά μία βελονιά, διά τό
πολυκομματιασμένο φόρεμα τῆς Μητέρας μας. Πιστεύω ὅτι θά κάμετε ἀγάπην
καί θά τό χρησιμοποιήσετε διά μέσου τοῦ θρησκευτικοῦ σας φύλλου. Σᾶς
εὐχαριστῶ.
Θά ἤθελα νά ζητήσω
συγγνώμην ἐν πρώτοις ἀπ’ ὅλους, πού τολμῶ νά γράψω κάτι, ἐνῶ δέν εἶμαι
οὔτε Ἅγιος, οὔτε θεολόγος. Φαντάζομαι ὅτι θά μέ καταλάβουν ὅλοι, ὅτι τά
γραφόμενά μου δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἕνας βαθύς μου πόνος διά τήν
γραμμήν καί κοσμικήν ἀγάπην, δυστυχῶς, τοῦ πατέρα μας κ. Ἀθηναγόρα. Ὅπως φαίνεται, ἀγάπησε μίαν ἄλλην γυναῖκα μοντέρνα, πού λέγεται Παπική Ἐκκλησία, διότι ἡ Ὀρθόδοξος Μητέρα μας δέν τοῦ κάμνει καμμίαν ἐντύπωσι, ἐπειδή εἶναι πολύ σεμνή. Αὐτή ἡ ἀγάπη, πού ἀκούσθηκε ἀπό τήν Πόλι, βρῆκε ἀπήχησι σέ πολλά παιδιά του, πού τήν ζοῦν εἰς τάς πόλεις. Ἄλλωστε αὐτό εἶναι καί τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς μας: ἡ οἰκογένεια νά χάση τό ἱερό νόημά της ἀπό τέτοιου εἴδους ἀγάπες, πού ὡς σκοπόν ἔχουν τήν διάλυσιν καί ὄχι τήν ἕνωσιν.
Μέ μία τέτοια περίπου κοσμική ἀγάπη καί ὁ Πατριάρχης μας φθάνει στή Ρώμη. Ἐνῶ θά ἔπρεπε νά δείξη ἀγάπη πρῶτα σέ μᾶς τά παιδιά του καί στή Μητέρα μας Ἐκκλησία,
αὐτός, δυστυχῶς, ἔστειλε τήν ἀγάπη του πολύ μακριά. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν
νά ἀναπαύση μέν ὅλα τά κοσμικά παιδιά, πού ἀγαποῦν τόν κόσμον καί ἔχουν
τήν κοσμικήν αὐτήν ἀγάπην, νά κατασκανδαλίση ὅμως ὅλους ἐμᾶς, τά τέκνα
τῆς Ὀρθοδοξίας, μικρά καί μεγάλα, πού ἔχουν φόβο Θεοῦ.
Μετά λύπης μου, ἀπό
ὅσους φιλενωτικούς ἔχω γνωρίσει, δέν εἶδα νά ἔχουν οὔτε ψίχα πνευματική
οὔτε φλοιό. Ξέρουν, ὅμως, νά ὁμιλοῦν γιά ἀγάπη καί ἑνότητα, ἐνῶ οἱ ἴδιοι δέν εἶναι ἑνωμένοι μέ τόν Θεόν, διότι δέν Τόν ἔχουν ἀγαπήσει.
Θά ἤθελα νά παρακαλέσω θερμά ὅλους τούς φιλενωτικούς ἀδελφούς μας:
Ἐπειδή τό θέμα τῆς ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν εἶναι κάτι τό πνευματικόν καί ἀνάγκην ἔχουμε πνευματικῆς ἀγάπης, ἄς τό ἀφήσουμε σέ αὐτούς πού ἀγαπήσανε πολύ τόν Θεόν καί εἶναι θεολόγοι, σάν τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας,
καί ὄχι νομολόγοι, πού προσφέρανε καί προσφέρουν ὁλόκληρο τόν ἑαυτόν
τούς εἰς τήν διακονίαν τῆς Ἐκκλησίας (ἀντί μεγάλης λαμπάδας), τούς
ὁποίους ἄναψε τό πῦρ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ὁ ἀναπτήρας τοῦ νεωκόρου. Ἄς γνωρίζωμεν ὅτι δέν ὑπάρχουν μόνον φυσικοί νόμοι, ἀλλά καί πνευματικοί.
Ἑπομένως, ἡ μέλλουσα ὀργή τοῦ Θεοῦ δέν μπορεῖ νά ἀντιμετωπισθῆ μέ
συνεταιρισμόν ἁμαρτωλῶν (διότι διπλῆν ὀργήν θά λάβωμεν), ἀλλά μέ
μετάνοιαν καί τήρησιν τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου.
Ἐπίσης, ἄς γνωρίσωμεν καλά ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας δέν ἔχει καμμίαν ἔλλειψιν. Ἡ μόνη ἔλλειψις, πού παρουσιάζεται, εἶναι ἡ ἔλλειψις σοβαρῶν Ἱεραρχῶν καί Ποιμένων μέ πατερικές ἀρχές. Εἶναι ὀλίγοι οἱ ἐκλεκτοί. Ὅμως, δέν εἶναι ἀνησυχητικόν. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί Αὐτός τήν κυβερνάει. Δέν εἶναι Ναός,
πού χτίζεται ἀπό πέτρες, ἄμμο καί ἀσβέστη ἀπό εὐσεβεῖς καί
καταστρέφεται μέ φωτιά βαρβάρων, ἀλλά εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. «Καί ὁ
πεσῶν ἐπί τόν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται, ἐφ’ ὅν δ’ ἄν πέσῃ λικμήσει
αὐτόν» (Ματθ. κα΄ 44-45). Ὁ Κύριος, ὅταν θά πρέπη, θά παρουσιάση τούς
Μάρκους τούς Εὐγενικούς καί τούς Γρηγόριους Παλαμάδες, διά νά
συγκεντρώσουν ὅλα τά κατασκανδαλισμένα ἀδέλφια μας, διά νά ὁμολογήσουν
τήν Ὀρθόδοξον Πίστιν, νά στερεώσουν τήν Παράδοσιν καί νά δώσουν χαράν
μεγάλην εἰς τήν Μητέρα μας.
Εἰς τούς καιρούς μας βλέπομεν ὅτι πολλά πιστά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας μας, μοναχοί καί λαϊκοί,
ἔχουν, δυστυχῶς, ἀποσχισθῆ ἀπό αὐτήν, ἐξ αἰτίας τῶν φιλενωτικῶν. Ἔχω
τήν γνώμην ὅτι δέν εἶναι καθόλου καλόν νά ἀποχωριζώμεθα ἀπό τήν
Ἐκκλησίαν κάθε φορά πού θά πταίη ὁ Πατριάρχης. Ἀλλά ἀπό μέσα, κοντά στήν
Μητέρα Ἐκκλησία ἔχει καθῆκον καί ὑποχρέωσι ὁ καθένας ν’ ἀγωνίζεται μέ
τόν τρόπον του. Τό νά διακόψη τό μνημόσυνον τοῦ Πατριάρχου, νά ἀποσχισθῆ
καί νά δημιουργήση ἰδικήν του Ἐκκλησίαν καί νά ἐξακολουθῆ νά ὁμιλῆ
ὑβρίζοντας τόν Πατριάρχην, αὐτό, νομίζω, εἶναι παράλογον.
Ἐάν διά τήν ΄α΄ ἤ τήν ‘β΄ λοξοδρόμησι τῶν κατά καιρούς Πατριαρχῶν χωριζώμεθα καί κάνωμε δικές μας Ἐκκλησίες – Θεός
φυλάξει! – θά ξεπεράσωμε καί τούς Προτεστάντες ἀκόμη. Εὔκολα χωρίζει
κανείς καί δύσκολα ἐπιστρέφει. Δυστυχῶς, ἔχουμε πολλές «ἐκκλησίες» στήν
ἐποχή μας. Δημιουργήθηκαν εἴτε ἀπό μεγάλες ὁμάδες ἤ καί ἀπό ἕνα ἄτομο
ἀκόμη. Ἐπειδή συνέβη στό καλύβι τῶν… (ὁμιλῶ διά τά ἐν Ἁγίῳ Ὄρει
συμβαίνοντα) νά ὑπάρχη καί ναός,
ἐνόμισαν ὅτι μποροῦν νά κάνουν καί δική τους ἀνεξάρτητη Ἐκκλησία. Ἐάν
οἱ φιλενωτικοί δίνουν τό πρῶτο πλῆγμα στήν Ἐκκλησία, αὐτοί, οἱ ἀνωτέρω,
δίνουν τό δεύτερο.
Ἄς εὐχηθοῦμε νά δώση ὁ Θεός
τόν φωτισμόν Του σέ ὅλους μας καί εἰς τόν Πατριάρχην μας κ. Ἀθηναγόραν,
διά νά γίνη πρῶτον ἡ ἕνωσις αὐτῶν τῶν «ἐκκλησιῶν», νά πραγματοποιηθῆ ἡ
γαλήνη ἀνάμεσα στό σκανδαλισμένο ὀρθόδοξο πλήρωμα, ἡ εἰρήνη καί ἡ ἀγάπη μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων Ἀνατολικῶν Ἐκκλησιῶν
καί κατόπιν ἄς γίνη σκέψις διά τήν ἕνωσιν μετά τῶν ἄλλων «Ὁμολογιῶν»,
ἐάν καί ἐφ’ ὅσον εἰλικρινῶς ἐπιθυμοῦν νά ἀσπασθοῦν τό Ὀρθόδοξον Δόγμα.
Θά ἤθελα ἀκόμη νά εἰπῶ
ὅτι ὑπάρχει καί μία τρίτη μερίδα μέσα εἰς τήν Ἐκκλησίαν μας. Εἶναι
ἐκεῖνοι οἱ ἀδελφοί, πού παραμένουν μέν πιστά τέκνα Αὐτῆς, δέν ἔχουν ὅμως
συμφωνίαν πνευματικήν ἀναμεταξύ τους. Ἀσχολοῦνται μέ τήν κριτικήν ὁ
ἕνας τοῦ ἄλλου καί ὄχι διά τό γενικώτερον καλόν τοῦ ἀγῶνος. Παρακολουθεῖ
δέ ὁ ἕνας τόν ἄλλον (περισσότερον ἀπό τόν ἑαυτόν του) εἰς τό τί θά εἰπῆ
ἤ τί θά γράψη, διά νά τόν κτυπήση κατόπιν ἀλύπητα. Ἐνῶ ὁ ἴδιος ἄν ἔλεγε
ἤ ἔγραφε τό ἴδιο πράγμα, θά τό ὑπεστήριζε καί μέ πολλές μάλιστα
μαρτυρίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων.
Τό κακό πού γίνεται εἶναι μεγάλο, διότι ἀφ’ ἑνός μέν ἀδικεῖ τόν πλησίον
του, ἀφ’ ἑτέρου δέ καί τόν γκρεμίζει μπροστά στά μάτια τῶν ἄλλων
πιστῶν. Πολλές φορές σπέρνει καί τήν ἀπιστία στίς ψυχές τῶν ἀδυνάτων, διότι τούς σκανδαλίζει.
Δυστυχῶς, μερικοί ἀπό
ἐμᾶς ἔχουμε παράλογες ἀπαιτήσεις ἀπό τούς ἄλλους. Θέλουμε οἱ ἄλλοι νά
ἔχουν τόν ἴδιο μέ ἐμᾶς πνευματικόν χαρακτήρα. Ὅταν κάποιος ἄλλος δέν
συμφωνῆ μέ τόν χαρακτήρα μας, δηλαδή ἤ εἶναι ὀλίγον ἐπιεικής ἤ ὀλίγον
ὀξύς, ἀμέσως βγάζομε τό συμπέρασμα ὅτι δέν εἶναι πνευματικός ἄνθρωπος.
Ὅλοι χρειάζονται εἰς τήν
Ἐκκλησίαν. Ὅλοι οἱ Πατέρες προσέφεραν τάς ὑπηρεσίας των εἰς Αὐτήν. Καί
οἱ ἤπιοι χαρακτῆρες καί οἱ αὐστηροί. Ὅπως διά τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι
ἀπαραίτητα καί τά γλυκά καί τά ξινά καί τά πικρά ἀκόμη ραδίκια (τό
καθένα ἔχει τίς δικές του οὐσίες καί βιταμίνες), ἔτσι καί διά τό Σῶμα
τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλοι
εἶναι ἀπαραίτητοι. Ὁ ἕνας συμπληρώνει τόν πνευματικόν χαρακτήρα τοῦ
ἄλλου καί ὅλοι εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά ἀνεχώμεθα ὄχι μόνον τόν
πνευματικόν του χαρακτήρα, ἀλλά ἀκόμη καί τίς ἀδυναμίες, πού ἔχει σάν
ἄνθρωπος.
Καί πάλιν ἔρχομαι νά ζητήσω εἰλικρινῶς συγγνώμην ἀπό ὅλους, διότι ἐτόλμησα νά γράψω. Ἐγώ εἶμαι ἕνας ἁπλός μοναχός
καί τό ἔργον μου εἶναι νά προσπαθῶ, ὅσο μπορῶ, νά ἀπεκδύωμαι τόν
παλαιόν ἄνθρωπον καί νά βοηθῶ τούς ἄλλους καί τήν Ἐκκλησίαν, μέσῳ τοῦ
Θεοῦ διά τῆς προσευχῆς.
Ἀλλ’ ἐπειδή ἔφθασαν μέχρι τό ἐρημητήριό μου θλιβερές εἰδήσεις διά τήν
Ἁγίαν Ὀρθοδοξίαν μας, ἐπόνεσα πολύ καί ἐθεώρησα καλό νά γράψω αὐτά πού
ἔνοιωθα.
Ἄς εὐχηθοῦμε ὅλοι νά δώση ὁ Θεός τήν Χάριν Του καί ὁ καθένας μας ἄς βοηθήση μέ τόν τρόπον του διά τήν δόξαν τῆς Ἐκκλησίας μας.
Μέ πολύν σεβασμόν πρός ὅλους Παΐσιος μοναχός».
Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο:«Τά ἀσκητικά τῆς Ἐνορίας» (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου) πού σύν Θεῶ θά ἐκδοθεῖ σύντομα
Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο:«Τά ἀσκητικά τῆς Ἐνορίας» (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου) πού σύν Θεῶ θά ἐκδοθεῖ σύντομα
60 Ἡ ἀνωτέρω σοφή καί διακριτική ἐπιστολή τοῦ Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου ἐστάλη στόν π. Χαράλαμπο Βασιλόπουλο τό 1969, Μαρτυρίες προσκυνητῶν, Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, Τόμ. Α’, ἔκδ. Γ’, σελ. 508, τοῦ κ. Νικολάου Α. Ζουρνατζόγλου,Γνώρισε τό Μεγαλεῖο της Ὀρθοδοξίας – Ἁγιογραφικές καί Πατερικές μαρτυρίες, Ἐκδόσεις ‘Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη.
http://www.hristospanagia.gr/?p=19789#more-19789
http://www.hristospanagia.gr/?p=19789#more-19789