Κλίμαξ, Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου
ΛΟΓΟΣ ΠΕΜΠΤΟΣ
«Περί μετανοίας»
Ἀπόσπασμα ἀπό ἀπομαγνητοφωνημένη Ὁμιλία,
Ἀρχιμ. Σάββα Ἁγιορείτου
πού πραγματοποιήθηκε στό Πνευματικό Κέντρο τοῦ
Ἰ. Ν. Ἁγίου Νικολάου Νικαίας στίς 2 Ἀπριλίου 2011.
μέ τόν Θεό γιά νέα ζωή
Ἐνῶ μέχρι τώρα δέν ζοῦσα, ὅπως θέλει ὁ Θεός, ἀποφασίζω νά ζήσω, ὅπως θέλει ὁ Θεός. Καί αὐτό βέβαια ἔχει τεράστιες προεκτάσεις, ξέρετε. Γιατί τί σημαίνει νά ζήσω, ὅπως θέλει ὁ Θεός; Σημαίνει κατ’ ἀρχάς νά μάθω. Τί νά μάθω; Νά μάθω τί θέλει ὁ Θεός. Θά πεῖτε: «Τό ξέρω». Δυστυχῶς δέν τό ξέρουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Οὔτε τό γενικό θέλημα γνωρίζουμε. Δηλαδή τίς ἐντολές τίς βασικές τίς ἀγνοοῦμε πολλές φορές. Ἀλλά καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σέ κάθε στιγμή, πού εἶναι ἀκόμα πιό δύσκολο, δέν τό ξέρουμε.
Καί τότε τί θά γίνει; Πῶς θά ζήσω, ὅπως θέλει ὁ Θεός; Ἐδῶ ἀναγκαία προϋπόθεση εἶναι νά ἔχουμε ἕναν πνευματικό ὁδηγό. Δέ νοεῖται χριστιανός, πού νά μήν ἔχει πνευματικό ὁδηγό. Τόν ὁποῖο νά τόν ἐπισκέπτεται τακτικά. Νά ἐξομολογεῖται μέ εἰλικρίνεια τίς ἁμαρτίες του καί ὄχι μόνο. Καί τούς λογισμούς του καί τίς δυσκολίες του καί τά βιώματά του. Ὥστε νά ἀποκτάει μία διάκριση καί μία ἐμπειρία καί νά ἔχει, ὅπως εἴπαμε, αὐτή τήν ταύτιση τῆς ζωῆς του μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιατί, ὅπως καί νά τό κάνουμε, δέν ἔχουμε ἐμεῖς αὐτή τή διάκριση, πού ἔχουν οἱ πνευματικοί μας πατέρες στό νά μᾶς λένε κάθε στιγμή:
«Αὐτό πού λές τώρα εἶναι σατανικό, εἶναι κακό, εἶναι διαβολικό, δέν εἶναι καλό νά τό κάνεις. Ἤ αὐτό πού κάνεις συνέχισέ το εἶναι καλό ἤ γι΄ αὐτό ἀδιαφόρησε». Καί ἔτσι προχωράει κανείς καί ζεῖ κατά Θεόν.
Μία ἀναγκαία λοιπόν προϋπόθεση εἶναι νά ἔχει κανείς πνευματικό ὁδηγό, τόν ὁποῖο ξέρετε πόσο συχνά πρέπει νά ἐπισκέπτεται; Θά σᾶς πῶ αὐτό, πού ἔλεγε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός: «Εἴ δυνατόν καί κάθε ἡμέρα». Θά πεῖτε: «Εἶναι δυνατόν»; Ἐ, δύσκολα ἴσως ἐδῶ στόν κόσμο. «Ἄν δέν μπορεῖς» ἔλεγε «κάθε ἡμέρα, μιά φορά τήν ἑβδομάδα. Ἄν δέν μπορεῖς μιά φορά τήν ἑβδομάδα, τοὐλάχιστον μία φορά τόν μῆνα». Καί κάπου ἐκεῖ νομίζω εἶναι ὁ μέσος ὅρος. Τό ἐλάχιστο τέσσερις φορές τόν χρόνο, λέει ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός.
Ἀναφέρω τόν Ἅγιο Κοσμᾶ, διότι μιλοῦσε σέ λαϊκούς· δέν μιλοῦσε σέ μοναχούς, οἱ ὁποῖοι πολλές φορές ἔχουνε τήν εὐλογημένη εὐκαιρία καί κάθε ἡμέρα καί πολλές φορές τήν ἡμέρα νά ἐξομολογοῦνται τούς λογισμούς τους στόν Γέροντά τους. Ἀνάλογα βέβαια καί σέ ποιό Μοναστήρι εἶναι. Ἄν ὅμως θέλεις καί δέν ἔχεις αὐτή τήν εὐκαιρία τοὐλάχιστον μία φορά τόν μῆνα, θά ἔλεγα, εἶναι πολύ καλό.
Καί ἕνα δεύτερο θά ἤθελα νά σᾶς πῶ, πρακτικό. Ὅσοι ἔχετε μικρά παιδιά, μήν περιμένετε τά παιδιά σας νά φτάσουνε ὀκτώ, ἐννέα καί δέκα χρόνων, πού ἀρχίζουν τά προβλήματα τῆς ἐφηβείας, γιά νά τά πᾶτε στόν πνευματικό. Ἀπό τριών, τεσσάρων καί ἀπό πέντε ἐτών νά μαθαίνει τό παιδάκι νά πηγαίνει στόν πνευματικό, νά παίρνει εὐχούλα, νά ἀνοίγει τήν καρδιά του καί νά λέει αὐτά πού ἔχει.
Καί σᾶς πληροφορῶ ὅτι ἔχουνε (πολλά) νά ποῦνε τά μικρά παιδιά. Γιατί τά ἔχουμε διαλύσει τά μικρά παιδιά μέ τήν τηλεόραση καί μέ ὅλα αὐτά. Τά ἔχουμε διαφθείρει πάρα πολύ. Καί ἔχουνε μεγάλη ἀνάγκη να ἐξομολογηθοῦνε. Ἀναπαύεται πάρα πολύ ἡ ψυχούλα τους, ὅταν ἀνοιχτοῦνε στόν πνευματικό. Λοιπόν τακτική ἐξομολόγηση.
Πολλές φορές, ξέρετε, ἐξομολογούμαστε ἀλλά δέν μετανοοῦμε. Θά πεῖτε ἔχει διαφορά; Βέβαια, τεράστια διαφορά. Πολλοί ἔρχονται νά ἐξομολογηθοῦνε καί γελάνε, δηλαδή λένε τίς ἁμαρτίες χαμογελώντας. Αὐτό σημαίνει κάτι. Ὅτι δέν ἔχουν μετανοήσει, δέν ἔχουν καταλάβει τό βάρος τῆς πράξης τους, δηλαδή τό μέγεθος τῆς καταστροφῆς τους. Γιατί κάθε ἁμαρτία εἶναι μία αὐτοκτονία, οὐσιαστικά πνευματική αὐτοκτονία. Σά νά παίρνεις ἕνα μαχαίρι καί νά χτυπιέσαι.
Λοιπόν θά πρέπει νά βοηθηθεῖ αὐτός ὁ ἄνθρωπος νά καταλάβει. Γι’ αὐτό καί ὑπάρχουνε τά λεγόμενα ἐπιτίμια. Νά καταλάβει τό βάρος τῆς καταστροφῆς, τό μέγεθος τῆς καταστροφῆς. Δέν εἶναι τιμωρία τά ἐπιτίμια, ὅπως λανθασμένα κάποιοι τά θεωροῦν. Αλλά εἶναι θεραπευτική συνταγή, θεραπευτική παρέμβαση, πού κάνει ὁ Θεός διά τοῦ πνευματικοῦ, γιά νά μᾶς βοηθήσει νά μετανοήσουμε πραγματικά.
Καί νά μετανοήσουμε σέ βάθος. Καί νά μετανοήσουμε ὁλοκληρωμένα. Γιατί καί ἡ μετάνοια ἔχει βαθμίδες. Ὑπάρχει ἡ ἐπιφανειακή μετάνοια, ἡ ὁποία ἐξαντλεῖται στήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης. Καί ἀμέσως μετά, μέ τό πού θά βγεῖ κανείς ἔξω, πάλι θά ἁμαρτήσει, θά κάνει πάλι τά ἴδια. Καί οὐσιαστικά δέν εἶναι μετάνοια αὐτό τό πρᾶγμα.
Πολλές φορές καί πρίν νά ἐξομολογηθεῖ, πάλι ἁμαρτάνει. Γιατί, ξέρεις, σοῦ λέει: «Αὐτή πού εἷναι μέσα, τί κάνει τόση ὥρα καί ἄργησε;». Ἀρχίζει μάλιστα νά θυμώνει με αὐτόν πού ἦταν μέσα. Καί τά βάζουμε μέ τόν πνευματικό μερικές φορές, γιατί καθυστερεῖ. Γιατί πρέπει νά πᾶμε καί στίς ἄλλες δουλειές μας. Ἔτσι δηλαδή, κατά κάποιο τρόπο, όπως πᾶμε στό σούπερ μάρκετ νά ψωνίσουμε, πᾶμε νά πάρουμε καί μιά εὐχή ἀπό τόν πνευματικό, μιάς πού εἶναι καί ἅγιες γιορτές.
Συγγνώμη πού τά λέω ἔτσι ἀλλά πονάω πολλές φορές, γιατί αὐτό ἀκριβῶς δείχνει ὅτι δέν ἔχουμε μετανοήσει. Πᾶς νά ἐξομολογηθεῖς καί τήν ὥρα πού περιμένεις, κατακρίνεις τόν πρίν ἀπό σένα ἤ αὐτόν πού ἐνδεχομένως θά σοῦ πεῖ, ξέρω ΄γώ: «Βιάζομαι, δος μου τή σειρά σου». Ἐ, νά τή δώσεις. Γιατί; Διότι δέν πρέπει νά βάλεις κακό λογισμό.
Μετάνοια λοιπόν σημαίνει συμφωνία μέ τόν Θεό γιά μιά ζωή. Πᾶμε, ἐξομολογούμαστε καί ἔχουμε ἀποφασίσει νά ἀλλάξουμε ζωή. Καί κάνουμε συμφωνία μέ τόν Θεό. Καινούργια συμφωνία. Εἶναι μία «καινή διαθήκη» κάθε ἐξομολόγηση. «Καινή διαθήκη» θά πεῖ καινούργια συμφωνία. Καί ἀποφασίζεις νά μήν ξανακάνεις αὐτά πού ἐξομολογήθηκες. Μά ἔλα πού τά ξανακάνουμε. Γιατί τά ξανακάνουμε; Το ἔχετε σκεφτεῖ; Καί μπορεῖ νά ἐξομολογούμαστε χρόνια, ἄς ποῦμε, τήν κατάκριση καί πάλι νά τήν ξανακάνουμε. Καί νά λέμε: «Τί γίνεται, δέν θά διορθωθῶ ἐγώ ποτέ;».
Ξέρετε γιατί δέν τά διορθώνουμε; Διότι, γιά νά διορθωθοῦμε, δέν ἀρκεῖ νά ἐξομολογηθοῦμε. Δέν ἀρκεῖ δηλαδή ἁπλῶς νά τά ποῦμε. Καί ἕνας ἄνθρωπος, πού ἔχει καλή μνήμη καί τά γράφει κιόλας -τώρα πού ἔχουμε τούς ὑπολογιστές μπορεῖ νά τά γράψει ὅλα ἀναλυτικά καί ὡραῖα- μπορεί νά τά πεῖ, ὅπως κάνει σ’ ἕνα ἀνάγνωσμα, νά τά διαβάσει. Καί τελείωσε; Ὄχι βέβαια. Χρειάζεται, την κακή συνήθεια, πού ἔχεις δημιουργήσει μέσα σου μέ τίς ἀπανωτές αὐτές αὐτοκαταστροφές, νά τήν ἐξαλείψεις.
Τήν ἁμαρτία καί τήν ἐνοχή τήν ἐξαλείφει ἡ εὐχή τοῦ πνευματικοῦ. Τήν κακή συνήθεια ὅμως θά τήν ἐξαλείψεις ἐσύ· μέ τόν ἀγῶνα πού θά κάνεις. Καί πῶς θά τήν ἐξαλείψεις; Ἐδῶ εἶναι τώρα ὅτι πρέπει νά φροντίσεις, νά ρωτήσεις, νά μάθεις πῶς θά γίνει αὐτό. Κάθε ἁμαρτία ἔχει πρίν ἕνα προαπαιτούμενο. Πρίν κάνουμε μιά ἁμαρτία, κάνουμε κάποια ἄλλα, πού ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτία, τά ὁποία οι Πατέρες τά λένε «ἀρραβώνα».
Πῆγε κάποιος μοναχός, λέει στό Γεροντικό καί ρώτησε ἕνα Γέροντα:
- Γέροντα, γιατί δέν μοῦ φεύγουν τά πάθη;
Καί τοῦ λέει ὁ Γέροντας, ὁ ἀββᾶς Ποιμένας, μεγάλος Γέροντας.
- Δώσε τους τόν ἀρραβώνα καί θά φύγουν.
Τί ἐννοοῦσε ὁ Γέροντας; Νά μήν κάνεις αὐτά, πού σε ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτία. Πολλοί σήμερα μπλέξανε στά σαρκικά ἁμαρτήματα. Καί λένε: «Πῶς νά τά διώξω; Πῶς νά τά κόψω; Θέλω νά τά κόψω ἀλλά δέν μπορῶ». Μπορεῖς. Ἄν κόψεις τόν ἀρραβῶνα· αὐτό πού σέ ὁδηγεῖ. Καί τί εἶναι αὐτό πού σέ ὁδηγεῖ; Μπορεῖ νά εἶναι τά μάτια, πολύ βασική αἰτία. Δέν προσέχεις τά μάτια σου.
Ο Κύριος προσπαθεῖ νά θεραπεύσει τή ρίζα τῆς ἁμαρτίας. Γι’ αὐτό καί στήν Καινή Διαθήκη μᾶς εἷπε ὅτι: «Ὁ ἐμβλέψας… πρός τό ἐπιθυμῆσαι, ἤδη ἐμοίχευσεν… ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ». «Πᾶς ὁ ἐμβλέψας ἐμπαθώς», ὁ καθένας, πού βλέπει μέ σκοπό νά ἐπιθυμήσει ἕνα ἄλλο πρόσωπο, ἤδη κάνει μοιχεία στήν καρδιά του, ἤδη κάνει δηλαδή μία θανάσιμη ἁμαρτία μέσα του. Μπορεῖ νά μήν φτάσει νά τήν κάνει σωματικά ἀλλά ἤδη ἔχει γίνει ἕνοχος αὐτῆς τῆς ἁμαρτίας.
Ὁπότε σταματᾶς νά βλέπεις ἐμπαθῶς. Δέν μπορεῖς; Μήν βλέπεις καθόλου. «Ἤ ὁρῶν μή ἔρα ἤ ἐρῶν μή ὅρα». Τί σημαίνει αὐτό; Ἤ, ὅταν βλέπεις νά μήν ἐρωτεύεσαι, νά μήν ἀγαπᾶς ἐμπαθῶς ἤ ἐφόσον ἐρωτεύεσαι νά μήν βλέπεις. Ἀφοῦ δέν μπορεῖς νά συγκρατήσεις τήν καρδιά σου καί τήν ψυχή σου, μή βλέπεις καθόλου. Θά πεῖτε τόσο ἀποφασιστικά; Τόσο ἀποφασιστικά πρέπει νά κινηθοῦμε. Βλέπετε οἱ Ἅγιοι εἴχανε αὐτή τήν ἀποφασιστικότητα.
Κάποτε ὁ Ἅγιος Σάββας ἐπιθύμησε νά φάει μῆλο· τήν ξέρετε προφανῶς τήν ἱστορία. Καί ἤτανε ἡ ὥρα, πού δέν ἔπρεπε νά φάει. Γιατί δέν μποροῦμε νά τρῶμε κάθε ὥρα· εἶναι λαθροφαγία αὐτό τό πρᾶγμα. Καί δέν εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς, γιά ὅλους εἶναι. Σήμερα πολλοί ἔχουνε πρόβλημα μέ τό φαγητό. Γι΄ αὐτό καί οἱ μισοί Ἕλληνες εἶναι ἄρρωστοι, παχύσαρκοι. Γιατί; Γιατί δέν τηροῦμε αὐτά, πού λέει ἡ Ἐκκλησία· πολύ ἁπλά. Ποιός τηρεῖ τίς νηστείες σήμερα; Ποιός τηρεῖ αὐτά πού σᾶς λέω, περί λαθροφαγίας; Ποιός εξομολογείται ὅτι κάνει λαθροφαγία; Κάθε στιγμή τσιμπολογᾶμε κάτι. Εἶναι νόμιμο; Καθόλου.
Οἱ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας λένε γιά τή Μεγάλη Σαρακοστή ὅτι οἱ πέντε μέρες εἶναι ἀνέλαιο. Ποιός κάνει ἀνέλαιο; Χωρίς λάδι δηλαδή; Και οἱ δύο μέρες εἶναι κατάλυση ἐλαίου. Λοιπόν δέν τά τηροῦμε. Μετά λές: «Πῶς νά ἀδυνατήσω; Ἄντε νά πάω σ’ αὐτά τά κέντρα γυμναστικῆς». Ὑποτίθεται. Δεν θά πᾶς πουθενά. Ἅμα τηροῦμε αὐτά πού λέει ὁ Θεός, θά ἔχουμε ὑγεία και σώματος καί ψυχῆς.
Ὁπότε ἐλέγχεις τά μάτια. Μετά τί ἄλλο σέ ἑλκύει στά σαρκικά; Τό φαγητό. Οἱ Πατέρες τό λένε ξεκάθαρα: «Τό πολύ φαγητό φέρνει τά ὑπόλοιπα μετά, σαρκικές σκέψεις, σαρκικές ἐπιθυμίες. Ἡ γαστέρα, ὅταν φορτωθεῖ, ὁδηγεῖ κατόπιν στά πάθη τά «ὑπό τήν γαστέρα». Γι’ αὐτό καί σήμερα ἔχουμε μιά πολλή μεγάλη ἔξαρση τῆς ἀνηθικότητας. Λοιπόν, ὅταν κόψεις ὅλα αὐτά, κόψεις τόν ἀρραβῶνα, σιγά σιγά θά κοπεῖ καί τό πάθος. Μετάνοια λοιπόν σημαίνει συμφωνία μέ τόν Θεό γιά νέα ζωή. Ἀλλάζουμε πλήρως τή ζωή μας.
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα
Ἀρχιμανδρίτης Σάββας Ἁγιορείτης
Ἱερός Ναός Ἁγίων Ἀναργύρων,
Πενταπλάτανος Γιαννιτσῶν
hristospanagia@yahoo.gr