Κλίμαξ, Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου
ΛΟΓΟΣ ΠΕΜΠΤΟΣ
«Περί μετανοίας»
Ἀπομαγνητοφωνημένη Ὁμιλία,
Ἀρχιμ. Σάββα Ἁγιορείτου
πού πραγματοποιήθηκε στό Πνευματικό Κέντρο τοῦ
Ἰ. Ν. Ἁγίου Νικολάου Νικαίας στίς 2 Ἀπριλίου 2011.
***
Καλωσόρισμα π. Ἀντωνίου,πρεσβυτέρου Ἱ. Ν. Ἁγίου Νικολάου Νικαίας
Φέτος μᾶς ἦρθε ἀπό τήν Κερασιά τοῦ Ἁγίου Ὅρους ὁ παπα- Σάββας νά μᾶς μιλήσει γιά κάποιο θέμα σαρακοστιανό. Ἡ Κερασιά, ξέρετε, εἶναι ψηλά. Ἐκεῖ οἱ ἅγιοι πατέρες μας ἀγωνίζονται πολύ. Καί αὐτός ὁ ἀγώνας, ὅπως γνωρίζετε πολύ καλά, ἔχει ἄμεση σχέση καί μέ μᾶς. Γιατί μέ τίς δικές τους προσευχές καί μέ τόν δικό τους ἀγῶνα στεκόμαστε καί ἐμεῖς στά πόδια μας. Αὐτό νά τό συνειδητοποιήσουμε λίγο, σᾶς παρακαλῶ. Πολλές φορές λέμε: «Τί κάνουν οἱ μοναχοί;». Ἐμεῖς τοὐλάχιστον νά ξέρουμε τί κάνουν. Καί τό ἔχουμε πολλή μεγάλη ἀνάγκη αὐτό, πού γίνεται καί σήμερα ἐδῶ πέρα. Πότε πότε νά ἐμφανίζεται καί κάποιος Ἁγιορείτης ἐδῶ στόν κόσμο, νά παίρνουμε μιά μυρωδιά καί ἐμεῖς ἀπό τό Ἅγιο Ὅρος. Αὐτό θέλουμε, ξέρετε, σήμερα. Καί γι’ αὐτό καλέσαμε τόν παπα – Σάββα καί χαιρόμαστε, πού μᾶς ἔκανε τήν τιμή νά ἔρθει, γιά νά πάρουμε μιά μυρωδιά ἀπό τό Ἅγιο Ὅρος.
Νά δοῦμε τί κάνουν οἱ Γεροντάδες ἐκεῖ πέρα, πῶς ζοῦνε, νά μᾶς μεταφέρουν κάτι ἀπό τήν πνοή τοῦ Ἁγίου Ὅρους καί ἀπό τά λόγια βέβαια τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Γι’ αὐτό τόν καλωσορίζουμε, τόν καλοῦμε νά ἔρθει στό βῆμα καί ὅ,τι ἔχει ἡ ἀγάπη του νά μᾶς μεταδώσει.
Εἰσαγωγικά
Λοιπόν μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐχή τοῦ Γέροντα, τήν εὐχή τοῦ Σεβασμιοτάτου σας (καθίστε, ἔχουμε κάνει προσευχή στήν Ἐκκλησία) καί μέ τήν εὐχή τῶν Γεροντάδων και τῶν Πατέρων, τῶν σεβαστῶν Πατέρων, πού ἔχετε ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι τόσο πολύ καί τόσο καλά σᾶς διδάσκουν καί καταλαβαίνω πόσο πολύ σᾶς ἀγαποῦν, νά ποῦμε δύο λόγια, τά ὁποῖα εἶναι πολύ φτωχά βέβαια ἀλλά θά λέγαμε κατά καθήκον, γιατί ὁ ἱερέας πρέπει νά ὁμιλεῖ. Ἐκτός ἀπό τό καθήκον του, νά ἱερουργεί, νά κάνει τή Θεία Λειτουργία καί νά ἁγιάζει τόν λαό μέ ὅλα αὐτά τά Ἅγια Μυστήρια, πού ἔχουμε στήν Ἐκκλησία μας, ἕνα ἐξίσου σημαντικό καθήκον τοῦ ἱερέα εἶναι νά ἱερουργεῖ καί τόν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Γι’ αὐτό καί μέσα στή Θεία Λειτουργία ἔχουμε δύο μέρη. Τό πρῶτο μέρος εἶναι ἡ ἱερουργία τοῦ Λόγου, τουτέστιν τοῦ Εὐαγγελίου, ὁπότε ἔχουμε τά ἀναγνώσματα καί τό κήρυγμα. Καί τό δεύτερο μέρος εἶναι ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ μας. Εἶναι ἡ πίστη τῆς ἀναίμακτης θυσίας.
Ἔτσι λοιπόν σκέφτηκα νά ἀναπτύξουμε ἕνα θέμα ὑπακούοντας στήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία αὐτή τήν ἐποχή μᾶς προτρέπει καί τό ἔχει βάλει καί μέσα στά βιβλία καί μάλιστα στό Τριώδιο, τό ὁποῖο εἶναι τό κατεξοχήν βιβλίο, μέσα ἀπό τό ὁποίο διαβάζουμε καί ψάλλουμε αὐτή τήν περίοδο. Μᾶς ἔχει βάλει λοιπόν μέσα σε αὐτό τό βιβλίο νά διαβάζουμε αὐτή τήν περίοδο ἐκτός τῶν ἄλλων καί ἀπό τήν Κλίμακα. Ἡ Κλίμαξ, εἶναι ἕνα πάρα πολύ σπουδαῖο σύνθεμα ἑνός σοφοῦ ἀνθρώπου, πνευματικά σοφοῦ ἀλλά καί ἁγίου. Τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου.
Κάθε τέταρτη Κυριακή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστής θυμόμαστε αὐτό τόν Ἅγιο καί τόν τιμοῦμε. Καί ἡ Ἐκκλησία βεβαίως ἔχει τόν λόγο της, πού μᾶς τόν προβάλλει. Διότι αύτό τό βιβλίο, πού τό ἔχει γράψει πρίν ἀπό 1400 χρόνια, ἔχει καί σήμερα νά μᾶς πεῖ πάρα πολλά πράγματα. Καί στούς μοναχούς καί στούς λαϊκούς.
Δέν θά πῶ κοσμικούς, γιατί κοσμικός σημαίνει “ἀντίχριστος” ἐφόσον ”ὁ κόσμος” εἶναι ἐκτός τοῦ Θεοῦ. Ἄρα καί ὁ κοσμικός εἶναι ἐκτός τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά θά πῶ λαϊκός, δηλαδή μέλος ζωντανό τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως εἶστε ὅλοι- ἐλπίζω καί πιστεύω μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ- τό ὁποῖο (μέλος της Ἐκκλησίας) ἁπλῶς δέν ἔχει κάποιο βαθμό κληρικοῦ εἴτε κατώτερο εἴτε ἀνώτερο.
Ὅμως ὅλοι εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί, ὅποτε κατεβαίνω ἀπό τό Ἅγιο Ὅρος, δέν ἔχω στόν νοῦ μου τή σκέψη ὅτι κατεβαίνω στόν κόσμο. Ἀλλά σκέφτομαι πώς συνεχίζω νά εἶμαι στό Ὅρος καί στό κελλί μου, συνεχίζω νά εἶμαι μέσα στήν Ἐκκλησία καί ὅτι πάλι συναντῶ τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Καί εἶμαι μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ εἴτε εἶμαι ἐκτός εἴτε ἐντός τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Γιατί καί ὁ μοναχισμός, ὅπως εἶπε καί ὁ π. Ἀντώνιος, δέν εἶναι κάτι ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία. Δέν εἶναι κάτι πού, ἄς ποῦμε, μόνοι μας προσπαθοῦμε νά ἀδειάσουμε τόν ἑαυτό μας, σάν μία ἀτομική προσπάθεια σωτηρίας. Ἀλλά εἶναι μία προσπάθεια ἐνταγμένη μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, μέσα στήν Ἐκκλησία. Καί ὁ ἀγώνας, πού κάνει ὁ μοναχός γιά τόν ἐξαγιασμό του, ἐπιδρᾶ σε ὅλη τήν Ἐκκλησία. Καί ἡ ἱεραποστολή, πού κάνει ὁ μοναχός, εἶναι ἀκριβῶς αὐτή. Τό ὅτι προσπαθεῖ νά ἁγιάσει τόν ἑαυτό του καί αὐτός ὁ ἁγιασμός ἀντανακλᾶ μετά σέ ὅλη τήν Ἐκκλησία.
Νά τό ποῦμε ἁπλᾶ: Ὅπως σέ ἕνα σῶμα ἔχουμε πολλά κύτταρα, ἀπό τά ὁποῖα τό καθένα ἔχει διαφορετική λειτουργία καί, ὅταν τό ἕνα κύτταρο λειτουργεῖ σωστά, βοηθάει καί τά ἄλλα κύτταρα νά λειτουργήσουν σωστά, ἔτσι καί ὁ μοναχός, ὅταν κάνει σωστά αὐτό, πού ἔχει ὑποσχεθεῖ στόν Θεό νά κάνει, αὐτό ἐπιδρᾶ σέ ὅλο τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Βέβαια εἶπε ὁ π. Ἀντώνιος νά μιλήσουμε γιά τό Ἅγιο Ὅρος. Καί θά ἤθελα νά σᾶς πῶ αὐτό: Ὅτι ἡ ζωή στό Ἅγιο Ὅρος οὐσιαστικά δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία ζωή μετανοίας. Καί οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦν ἐκεῖ προσπαθοῦν ἀκριβῶς νά ζήσουνε τή μετάνοια. Διότι ἡ μετάνοια εἶναι μία ὑπόθεση ζωῆς. Δέν εἶναι μία πράξη, πού τήν κάνουμε γιά μία ὁρισμένη στιγμή, ὅταν πάμε νά ἐξομολογηθοῦμε, ἄς ποῦμε. Ἀλλά εἶναι μία συνεχής προσπάθεια, νά ἐναρμονίσουμε τό θέλημά μας μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τή ζωή μας νά τήν ὑποτάξουμε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Βλέπετε πώς ὁ Κύριος, ὅταν μᾶς κάλεσε νά γίνουμε μαθητές του, ἔβαλε δύο προϋποθέσεις. Ἄν δέν τηρήσουμε αὐτές τίς δύο προϋποθέσεις, δέν μποροῦμε νά γίνουμε μαθητές του. Ποιές εἶναι οἱ προϋποθέσεις;
«Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ». Ὅποιος θέλει νά ρθεῖ πίσω μου, ὄχι μπροστά μου ἤ δίπλα μου ἀλλά πίσω μου, νά μέ ἀκολουθήσει δηλαδή, θά πρέπει νά κάνει προηγουμένως δύο πράγματα: Τό ἕνα εἶναι νά ἀρνηθεῖ τόν ἑαυτό του καί τό δεύτερο εἶναι νά ἄρει τόν σταυρό του, νά σηκώσει τόν σταυρό του. Νά ἀρνηθῶ τόν ἑαυτό μου σημαίνει νά ἀρνηθῶ τό θέλημά μου, νά ἀρνηθῶ ὅ,τι μέχρι τώρα ἐκτιμοῦσα ὅ,τι εἶχα ὡς ὑπεραξίες, ὅ,τι ἔχει ὁ κόσμος ὡς ὑπεραξίες: τά χρήματα, τή μάταιη δόξα τοῦ κόσμου, τά χρυσαφικά, τά κοσμήματα, ὅλα αὐτά τά μάταια. Ἐπίσης καί τίς ἡδονές, τίς σαρκικές ἡδονές καί ὅλα αὐτά, τά ὁποία κυνηγᾶνε οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου.
Νά σηκώσω τόν σταυρό μου σημαίνει νά προσπαθήσω, νά ἀγωνιστῶ σέ τέτοιο βαθμό, πού νά εἶμαι ἕτοιμος καί νά σταυρωθῶ. Νά πεθάνω δηλαδή, προκειμένου νά μήν ἁμαρτήσω. Τέτοια ἀποφασιστικότητα πρέπει νά ἔχουμε. Γι’ αὐτό και προοδεύουνε μέσα στήν πνευματική ζωή αὐτοί, πού ἀποφασίζουν νά πεθάνουν. Γιατί σήμερα δυστυχῶς μᾶς λείπει αὐτό τό μαρτυρικό φρόνημα. Οἱ πρῶτοι Χριστιανοί τό ζοῦσαν πολύ ἔντονα. Ἦταν ἀποφασισμένοι νά πεθάνουν γιά τόν Χριστό. Χαιρόντουσαν νά πεθάνουν γιά τόν Χριστό. Σήμερα θεωροῦμε τόν θάνατο ὡς κάτι κακό, ἐνῶ ὁ θάνατος γιά τόν Χριστό εἶναι μεγάλη δόξα, μεγάλη τιμή καί μεγάλη ἀνάπαυση. Καί εἶναι μίμηση Χριστοῦ.
Ὅπως ο Ἰωάννης τήν ἡμέρα τῆς Ἀνάστασης ἔτρεξε στόν τάφο τοῦ Κυρίου πρίν ἀπό τόν Πέτρο, ἔτσι καί ἐμεῖς τοποθετήσαμε τόν Λόγο τῆς ὑπακοῆς πρίν ἀπό τόν Λόγο τῆς μετανοίας. Διότι ὁ Ἰωάννης ἔγινε τύπος τῆς ὑπακοῆς, ἐνῶ ὁ Πέτρος τῆς μετανοίας. Ὁ Τέταρτος Λόγος τῆς Κλίμακος εἶναι «Λόγος περί ὑπακοῆς». Ο Πέμπτος Λόγος εἶναι «Περί μετανοίας». Ἐνσάρκωση τῆς ὑπακοῆς εἶναι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Καί πρότυπο μετανοίας ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὁ ὁποῖος ἀρνήθηκε τόν Χριστό καί μετά ἔκλαψε πικρά. Καί ἔκλαιγε σέ ὅλη του τή ζωή αὐτή του τήν πτώση. Γι’ αὐτό καί εἶναι πρότυπο μετανοίας.
Μ Ε Ρ Ο Σ Π Ρ Ω Τ Ο
Κλίμαξ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου
Λόγος Πέμπτος «Περί μετανοίας»
(Διά τήν πραγματικήν καί γνησίαν μετάνοιαν καί διά τούς ἁγίους καταδίκους καί διά τήν Φυλακήν)
***
Ι. Μετάνοια σημαίνει ἀνανέωση βαπτίσματοςΤί σημαίνει μετάνοια; Τί εἶναι ἡ μετάνοια; Νά δοῦμε τί λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης: Μετάνοια σημαίνει ἀνανέωση τοῦ βαπτίσματος. Ὅλοι εἴμαστε βαπτισμένοι. Ὅλοι ἔχουμε τήν ἄκτιστη, θεοποιό ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ μέσα μας, τήν ἄκτιστη, θεοποιό χάρη. Μέ ἁπλᾶ λόγια ἔχουμε τόν Θεό μέσα μας, τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ βεβαίως, ὄχι τήν οὐσία. Καί μέ αὐτή τήν ἐνέργεια μποροῦμε νά γίνουμε θεοί. Σέ αὐτό μᾶς ἔχει καλέσει ὁ Θεός. Στό ὕψος, ὅπου μπορεῖ νά φτάσει ὁ ἄνθρωπος. Ἀλλά δέν μπορεῖς νά τό κάνεις μόνος σου. Ἄν ἀξιοποιήσεις τή θεία χάρη, πού παίρνεις στό βάπτισμα, μπορεῖς νά γίνεις θεός, θεός κατά χάρη. Ὅμως τί ἔχει γίνει ἐν τῷ μεταξύ; Βαπτιστήκαμε ὅλοι στή νηπιακή μας ἡλικία καί ἀπό ἐκεῖ καί μετά αὐτή τή χάρη δέν τήν ἔχουμε χάσει ἀκριβῶς ἀλλά τί τήν ἔχουμε κάνει; Τήν ἔχουμε ἀπενεργοποιήσει.
Ἔλεγε ὁ μακαριστός Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ὅτι τήν ἔχουμε “μπαζώσει”. Τή συνήθιζε αὐτή τήν ἔκφραση. Ἔχουμε βάλει δηλαδή ἐπάνω στή θεία αὐτή φωτιά πάρα πολλή στάχτη, πάρα πολλά μπάζα, πάρα πολλά σκουπίδια, τά ὁποία δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά οἱ ἁμαρτίες καί οἱ ἐγκαταστημένες ἁμαρτίες, πού εἶναι πλέον κακές συνήθειες, τίς ὁποίες ὀνομάζουμε πάθη.
Πάθος εἶναι μία ἁμαρτία πού τήν κάνουμε συνέχεια, ὁπότε γίνεται κακή συνήθεια, κακή ἕξη. Ἕνας, πού θυμώνει συνέχεια, ἀποκτάει τό πάθος τοῦ θυμοῦ. Γίνεται θυμώδης. Ἕνας πού ὑποκύπτει γιά μία, δύο, τρεῖς φορές στό πάθος τοῦ φθόνου καί τῆς ζήλιας, σιγά σιγά ἀποκτάει αὐτό τόν χαρακτήρα καί γίνεται φθονερός, γίνεται ζηλόφθονος καί βασανίζεται. Ἔτσι γίνεται με ὅλα τά πάθη.
Δέν ἔχουμε τά πάθη ἐγκαταστημένα ἐξαρχῆς μέσα μας. Ἔχουμε κάποιες ροπές, τίς ὁποῖες κληρονομοῦμε ἀπό τούς γονεῖς μας, ἀπό τούς προγόνους μας. Ἄν λοιπόν δέν ἀγωνιστοῦμε σωστά, δέν μᾶς δείξουν οἱ γονεῖς μας τόν δρόμο τόν σωστό, σιγά σιγά ἀρχίζουμε νά ἁμαρτάνουμε, ὑποκύπτουμε σε αὐτές τίς ροπές καί ἀποκτᾶμε αὐτά τά πάθη. Καί φτάνουμε σέ κάποια ἡλικία, πού καταλαβαίνουμε τί ἔχουμε κάνει. Ὅτι ἔχουμε καταστρέψει δηλαδή τή ζωή μας καί ἔχουμε θάψει αὐτή τή χάρη. Καί τότε ἀποφασίζουμε νά μετανοήσουμε.
Στήν ἐποχή μας σπάνια βλέπεις ἀνθρώπους, πού νά ἔχουν φυλάξει καθαρό τόν ἑαυτό τους ἀπό μικρά παιδιά – βέβαια ἀπόλυτα καθαρό κανένας – ἀλλά τέλος πάντων νά ἔχουνε μία σταθερή πορεία μέσα στήν Ἐκκλησία ἀπό τήν παιδική ἡλικία. Συνήθως ἔχουμε ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἴσως στήν ἀρχή πήρανε κάποια μαθήματα χριστιανικά, μετά ξέφυγαν στήν ἐφηβεία καί ξαναέρχονται γύρω στά τριάντα ἤ στά τριανταπέντε στήν Ἐκκλησία.
Καί τί σημαίνει τώρα νά μετανοήσω; Ἡ λέξη τό λέει: νά ἀλλάξω νοῦ. Νά ἀλλάξω σκέψη, να ἀλλάξω θέαση τῶν πραγμάτων, νά τά ἀντιστρέψω καί νά γυρίσω ἀνάποδα. Ἐνῶ μέχρι τώρα περπατοῦσα μέ τά χέρια – γιατί αὐτό εἶναι ἡ ἁμαρτία καί τό νά ζεῖς μέ τά πάθη, σά νά περπατᾶς μέ τά χέρια καί τά πόδια νά εἶναι ἐπάνω – αποφασίζω λοιπόν νά γυρίσω ἀνάποδα, νά ἀλλάξω ὅλη μου τή ζωή καί νά βαδίσω φυσιολογικά.
Θά πεῖς: «Εἶναι ἀναγκαῖο αὐτό; Δέν μποροῦμε νά κάνουμε κάτι ἐνδιάμεσο; Νά εἴμαστε καί λίγο μέ τόν κόσμο καί λίγο μέ τόν Θεό;». Δέν γίνεται. Δέν μπορεῖς. «Γιατί δέν μπορῶ;». Τό εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἄν κάνεις αὐτή τήν προσπάθεια θά δυσκολευτεῖς πάρα πολύ καί τό πιό πιθανό εἶναι νά εἶσαι ἕνας χλιαρός. Καί ὁ Κύριος εἶπε τί συμβαίνει μέ τούς χλιαρούς: «Θά τούς κάνω ἐμετό» λέει στήν Ἀποκάλυψη. «Θέλω νά εἶσαι ἤ ψυχρός ἤ ζεστός. Έπειδή εἶσαι χλιαρός θά σέ κάνω ἐμετό» λέει σ’ ἕναν ἀπό τούς Ἐπισκόπους, στίς ἐπιστολές, πού ἔγραψε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός στήν Ἀποκάλυψη.
Λοιπόν αὐτό χρειάζεται νά τό ξεκαθαρίσουμε. Θά πρέπει ἡ ζωή μας νά ἀλλάξει ἑκατό τοῖς ἑκατό. Νά τά ἀντιστρέψουμε ὅλα, νά καταστρέψουμε ὅ,τι εἴχαμε χτίσει. Καί αὐτό τό λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί στό Γεροντικό. Ὑπάρχει ἕνας μεγάλος ἀββᾶς, ὁ ἀββᾶς Ἀλώνιος, πού λέει τό ἑξῆς: «ἐάν μή τό ὅλον κατέστρεψα οὐκ ἠδυνήθην ἑμαυτόν οἰκοδομῆσαι». Ἐάν δέν κατέστρεφα τό ὅλον, δηλαδή ὅλο μου τό μέχρι τώρα οἰκοδόμημα, δέν θά μποροῦσα νά οἰκοδομήσω τόν ἑαυτόν μου κατά Χριστόν. Νά ζήσω κατά Χριστόν.
Ἑπομένως αὐτό πού λέει ὁ Χριστός μας: «Νά ἀπαρνηθῶ τόν ἑαυτό μου» μποροῦμε νά τό ποῦμε καί ἔτσι: «Νά γκρεμίσω ὅ,τι εἶχα μέχρι τώρα χτίσει». Γιατί, ὅσο ζοῦμε μακριά ἀπό τόν Χριστό, ὅ,τι ἔχουμε χτίσει, νά ξέρετε, εἶναι λανθασμένο, ἐπειδή εἶναι κοσμικό. Καί ὁ κόσμος ἐκ τοῦ πονηροῦ κεῖται καί ὅποιος θέλει νά εἶναι φίλος τοῦ κόσμου εἶναι ἐχθρός τοῦ Θεοῦ. Ὅ,τι εἴχαμε χτίσει δηλαδή μέχρι τώρα ἤτανε σέ σάπια θεμέλια. Ἦταν θεμελιωμένο στήν ἀγάπη τοῦ κόσμου. Στήν ἀγάπη γιά τή μάταιη δόξα, γιά τίς ἡδονές καί γιά τήν ὕλη, τά ὁποία, εἴπαμε, εἶναι αὐτά πού δέν θέλει ὁ Θεός.
Τά βασικά θεμελιώδη πάθη εἶναι οἱ τρεῖς ἄρρωστες ἀγάπες, οἱ ὁποῖες κυβερνᾶνε τόν κόσμο, τούς κοσμικούς ἀνθρώπους. Ἡ ἀγάπη γιά τίς ἠδονές, ἡ ἀγάπη γιά τή μάταιη δόξα καί ἡ ἀγάπη γιά τά χρήματα. Καί ἄν κανείς δέν βγάλει αὐτές τίς τρεῖς ἄρρωστες ἀγάπες, τά τρία «Φ», ἄς τό ποῦμε ἔτσι, φιλαργυρία, φιλοδοξία, φιληδονία, δέν μπορεῖ νά γίνει μαθητής τοῦ Χριστοῦ. Προσέξτε δέν μπορεῖ νά ἀρχίσει κἄν νά περπατάει στόν δρόμο τοῦ Χριστοῦ.
Φοβᾶμαι ὅτι πολλοί ἄνθρωποι δέν τό ἔχουμε καταλάβει αὐτό καί προσπαθοῦμε νά πᾶμε πίσω ἀπό τόν Χριστό κρατώντας καί αὐτές τίς ἄρρωστες ἀγάπες, οἱ ὁποῖες βγήκανε ἀπό τή θεμελιώδη ἄρρωστη ἀγάπη, πού ἔχουμε στόν ἑαυτό μας καί οἱ Πατέρες τή λένε φιλαυτία. Ἄν κανείς λοιπόν δέν ἀγωνιστεῖ νά γκρεμίσει τή φιλαυτία, δέν μπορεῖ νά γίνει μαθητής τοῦ Χριστοῦ.
Μετάνοια λοιπόν τί σημαίνει; Νά ἀνανεώσεις τό βάπτισμα, νά ξαναβρεῖς τή χαμένη χάρη, ἡ ὁποῖα ὑπάρχει ἀλλά εἶναι ἀπενεργοποιημένη. Καί ἐνώ ἦταν ἀρχικά μιά μεγάλη φωτιά, ἡ φωτιά πού ἀνάβει μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα κατά τό βάπτισμα, λόγω τοῦ ὅτι βάλαμε ἀπό πάνω πάρα πολλά μπάζα, πάρα πολλές ἁμαρτίες, πάρα πολλά πάθη, ἔχει σχεδόν σβήσει καί ἔχει ἀπομείνει ἕνας σπινθήρας. Ἕνα ἐλάχιστο καρβουνάκι, τό ὁποῖο ὅμως δέν ἔχει σβήσει. Θά σβήσει, ἄν κανείς δέν μετανοήσει ἔστω και τήν τελευταῖα στιγμή τῆς ζωῆς του. Τότε θά σβήσει.
Μέχρι τότε ὑπάρχει. Καί ὁ Θεός θά περιμένει. Γι΄ αὐτό κρατάει πολλούς ἀνθρώπους στή ζωή μέ πολλή ἀγάπη, περιμένοντας νά ἀπομακρύνουμε τά μπάζα, νά φυσήξουμε αὐτό τό καρβουνάκι πού τρεμοσβήνει, νά βάλουμε πάνω ξυλαράκια καί νά προσπαθήσουμε πάλι νά ἀνάψουμε αὐτή τή θεϊκή φωτιά μέσα μας.
Καί αὐτό ὅλο εἶναι ἡ διαδικασία τῆς μετάνοιας. Εἶναι αὐτό, πού λένε οἱ Πατέρες κάθαρση. Νά ἀπομακρύνεις τά πάθη, που ἔχουν καλύψει αὐτή τή θεία φωτιά, τόν θεῖο σπινθήρα. Καί νά γίνει μία ἀναζωπύρωση, νά γίνει μία ἀναγέννηση μέσα στήν καρδιά μας. Γιατί ἐκεῖ μέσα στήν καρδιά μας εἶναι αὐτή ἡ ἄκτιστη, θεοποιός χάρη τοῦ Θεοῦ.
Και, ὅταν κανείς ἀνανεώσει τό βάπτισμα, τότε βέβαια ἔχει ὅλες τίς προϋποθέσεις γιά νά σωθεῖ. Γιά νά σώσει τήν ὕπαρξή του. Ἤ, γιά νά τό ποῦμε πιό σωστά, γιά νά ἐπιβεβαιώσει καί νά συντηρήσει καί νά φυλάξει τή σωτηρία του. Γιατί ἤδη εἴμαστε σεσωσμένοι. Ἀπό τή στιγμή πού βαπτιστήκαμε εἴμαστε ἤδη σεσωσμένοι. Ὁ Χριστός σέ ἔχει σώσει. Ἀλλά ἔχουμε αὐτή, θά ἔλεγα, τή γενική σωτηρία. Τήν ἔχει δώσει ὁ Θεός ἀλλά θά πρέπει αὐτή νά τήν κάνουμε καί προσωπική μας. Μέσα λοιπόν ἀπό τή διαφύλαξη αὐτῆς τῆς χάρης, τῆς προσωπικῆς, πού τήν πήραμε στό βάπτισμα, παίρνουμε καί αὐτό τόν καρπό, πού εἶναι ἡ σωτηρία μας.
ΙΙ. Μετάνοια σημαίνει συμφωνία
μέ τόν Θεό γιά νέα ζωή
Ἐνῶ μέχρι τώρα δέν ζοῦσα, ὅπως θέλει ὁ Θεός, ἀποφασίζω νά ζήσω, ὅπως θέλει ὁ Θεός. Καί αὐτό βέβαια ἔχει τεράστιες προεκτάσεις, ξέρετε. Γιατί τί σημαίνει νά ζήσω, ὅπως θέλει ὁ Θεός; Σημαίνει κατ’ ἀρχάς νά μάθω. Τί νά μάθω; Νά μάθω τί θέλει ὁ Θεός. Θά πεῖτε: «Τό ξέρω». Δυστυχῶς δέν τό ξέρουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Οὔτε τό γενικό θέλημα γνωρίζουμε. Δηλαδή τίς ἐντολές τίς βασικές τίς ἀγνοοῦμε πολλές φορές. Ἀλλά καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σέ κάθε στιγμή, πού εἶναι ἀκόμα πιό δύσκολο, δέν τό ξέρουμε.
Καί τότε τί θά γίνει; Πῶς θά ζήσω, ὅπως θέλει ὁ Θεός; Ἐδῶ ἀναγκαία προϋπόθεση εἶναι νά ἔχουμε ἕναν πνευματικό ὁδηγό. Δέ νοεῖται χριστιανός, πού νά μήν ἔχει πνευματικό ὁδηγό. Τόν ὁποῖο νά τόν ἐπισκέπτεται τακτικά. Νά ἐξομολογεῖται μέ εἰλικρίνεια τίς ἁμαρτίες του καί ὄχι μόνο. Καί τούς λογισμούς του καί τίς δυσκολίες του καί τά βιώματά του. Ὥστε νά ἀποκτάει μία διάκριση καί μία ἐμπειρία καί νά ἔχει, ὅπως εἴπαμε, αὐτή τήν ταύτιση τῆς ζωῆς του μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Γιατί, ὅπως καί νά τό κάνουμε, δέν ἔχουμε ἐμεῖς αὐτή τή διάκριση, πού ἔχουν οἱ πνευματικοί μας πατέρες στό νά μᾶς λένε κάθε στιγμή: «Αὐτό πού λές τώρα εἶναι σατανικό, εἶναι κακό, εἶναι διαβολικό, δέν εἶναι καλό νά τό κάνεις. Ἤ αὐτό πού κάνεις συνέχισέ το εἶναι καλό ἤ γι΄ αὐτό ἀδιαφόρησε». Καί ἔτσι προχωράει κανείς καί ζεῖ κατά Θεόν.
Μία ἀναγκαία λοιπόν προϋπόθεση εἶναι νά ἔχει κανείς πνευματικό ὁδηγό, τόν ὁποῖο ξέρετε πόσο συχνά πρέπει νά ἐπισκέπτεται; Θά σᾶς πῶ αὐτό, πού ἔλεγε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός: «Εἴ δυνατόν καί κάθε ἡμέρα». Θά πεῖτε: «Εἶναι δυνατόν»; Ἐ, δύσκολα ἴσως ἐδῶ στόν κόσμο. «Ἄν δέν μπορεῖς» ἔλεγε «κάθε ἡμέρα, μιά φορά τήν ἑβδομάδα. Ἄν δέν μπορεῖς μιά φορά τήν ἑβδομάδα, τοὐλάχιστον μία φορά τόν μῆνα». Καί κάπου ἐκεῖ νομίζω εἶναι ὁ μέσος ὅρος. Τό ἐλάχιστο τέσσερις φορές τόν χρόνο, λέει ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός.
Ἀναφέρω τόν Ἅγιο Κοσμᾶ, διότι μιλοῦσε σέ λαϊκούς· δέν μιλοῦσε σέ μοναχούς, οἱ ὁποῖοι πολλές φορές ἔχουνε τήν εὐλογημένη εὐκαιρία καί κάθε ἡμέρα καί πολλές φορές τήν ἡμέρα νά ἐξομολογοῦνται τούς λογισμούς τους στόν Γέροντά τους. Ἀνάλογα βέβαια καί σέ ποιό Μοναστήρι εἶναι. Ἄν ὅμως θέλεις καί δέν ἔχεις αὐτή τήν εὐκαιρία τοὐλάχιστον μία φορά τόν μῆνα, θά ἔλεγα, εἶναι πολύ καλό.
Καί ἕνα δεύτερο θά ἤθελα νά σᾶς πῶ, πρακτικό. Ὅσοι ἔχετε μικρά παιδιά, μήν περιμένετε τά παιδιά σας νά φτάσουνε ὀκτώ, ἐννέα καί δέκα χρόνων, πού ἀρχίζουν τά προβλήματα τῆς ἐφηβείας, γιά νά τά πᾶτε στόν πνευματικό. Ἀπό τριών, τεσσάρων καί ἀπό πέντε ἐτών νά μαθαίνει τό παιδάκι νά πηγαίνει στόν πνευματικό, νά παίρνει εὐχούλα, νά ἀνοίγει τήν καρδιά του καί νά λέει αὐτά πού ἔχει.
Καί σᾶς πληροφορῶ ὅτι ἔχουνε (πολλά) νά ποῦνε τά μικρά παιδιά. Γιατί τά ἔχουμε διαλύσει τά μικρά παιδιά μέ τήν τηλεόραση καί μέ ὅλα αὐτά. Τά ἔχουμε διαφθείρει πάρα πολύ. Καί ἔχουνε μεγάλη ἀνάγκη να ἐξομολογηθοῦνε. Ἀναπαύεται πάρα πολύ ἡ ψυχούλα τους, ὅταν ἀνοιχτοῦνε στόν πνευματικό. Λοιπόν τακτική ἐξομολόγηση.
Πολλές φορές, ξέρετε, ἐξομολογούμαστε ἀλλά δέν μετανοοῦμε. Θά πεῖτε ἔχει διαφορά; Βέβαια, τεράστια διαφορά. Πολλοί ἔρχονται νά ἐξομολογηθοῦνε καί γελάνε, δηλαδή λένε τίς ἁμαρτίες χαμογελώντας. Αὐτό σημαίνει κάτι. Ὅτι δέν ἔχουν μετανοήσει, δέν ἔχουν καταλάβει τό βάρος τῆς πράξης τους, δηλαδή τό μέγεθος τῆς καταστροφῆς τους. Γιατί κάθε ἁμαρτία εἶναι μία αὐτοκτονία, οὐσιαστικά πνευματική αὐτοκτονία. Σά νά παίρνεις ἕνα μαχαίρι καί νά χτυπιέσαι.
Λοιπόν θά πρέπει νά βοηθηθεῖ αὐτός ὁ ἄνθρωπος νά καταλάβει. Γι’ αὐτό καί ὑπάρχουνε τά λεγόμενα ἐπιτίμια. Νά καταλάβει τό βάρος τῆς καταστροφῆς, τό μέγεθος τῆς καταστροφῆς. Δέν εἶναι τιμωρία τά ἐπιτίμια, ὅπως λανθασμένα κάποιοι τά θεωροῦν. Αλλά εἶναι θεραπευτική συνταγή, θεραπευτική παρέμβαση, πού κάνει ὁ Θεός διά τοῦ πνευματικοῦ, γιά νά μᾶς βοηθήσει νά μετανοήσουμε πραγματικά.
Καί νά μετανοήσουμε σέ βάθος. Καί νά μετανοήσουμε ὁλοκληρωμένα. Γιατί καί ἡ μετάνοια ἔχει βαθμίδες. Ὑπάρχει ἡ ἐπιφανειακή μετάνοια, ἡ ὁποία ἐξαντλεῖται στήν ὥρα τῆς ἐξομολόγησης. Καί ἀμέσως μετά, μέ τό πού θά βγεῖ κανείς ἔξω, πάλι θά ἁμαρτήσει, θά κάνει πάλι τά ἴδια. Καί οὐσιαστικά δέν εἶναι μετάνοια αὐτό τό πρᾶγμα.
Πολλές φορές καί πρίν νά ἐξομολογηθεῖ, πάλι ἁμαρτάνει. Γιατί, ξέρεις, σοῦ λέει: «Αὐτή πού εἷναι μέσα, τί κάνει τόση ὥρα καί ἄργησε;». Ἀρχίζει μάλιστα νά θυμώνει με αὐτόν πού ἦταν μέσα. Καί τά βάζουμε μέ τόν πνευματικό μερικές φορές, γιατί καθυστερεῖ. Γιατί πρέπει νά πᾶμε καί στίς ἄλλες δουλειές μας. Ἔτσι δηλαδή, κατά κάποιο τρόπο, όπως πᾶμε στό σούπερ μάρκετ νά ψωνίσουμε, πᾶμε νά πάρουμε καί μιά εὐχή ἀπό τόν πνευματικό, μιάς πού εἶναι καί ἅγιες γιορτές.
Συγγνώμη πού τά λέω ἔτσι ἀλλά πονάω πολλές φορές, γιατί αὐτό ἀκριβῶς δείχνει ὅτι δέν ἔχουμε μετανοήσει. Πᾶς νά ἐξομολογηθεῖς καί τήν ὥρα πού περιμένεις, κατακρίνεις τόν πρίν ἀπό σένα ἤ αὐτόν πού ἐνδεχομένως θά σοῦ πεῖ, ξέρω ΄γώ: «Βιάζομαι, δος μου τή σειρά σου». Ἐ, νά τή δώσεις. Γιατί; Διότι δέν πρέπει νά βάλεις κακό λογισμό.
Μετάνοια λοιπόν σημαίνει συμφωνία μέ τόν Θεό γιά μιά ζωή. Πᾶμε, ἐξομολογούμαστε καί ἔχουμε ἀποφασίσει νά ἀλλάξουμε ζωή. Καί κάνουμε συμφωνία μέ τόν Θεό. Καινούργια συμφωνία. Εἶναι μία «καινή διαθήκη» κάθε ἐξομολόγηση. «Καινή διαθήκη» θά πεῖ καινούργια συμφωνία. Καί ἀποφασίζεις νά μήν ξανακάνεις αὐτά πού ἐξομολογήθηκες. Μά ἔλα πού τά ξανακάνουμε. Γιατί τά ξανακάνουμε; Το ἔχετε σκεφτεῖ; Καί μπορεῖ νά ἐξομολογούμαστε χρόνια, ἄς ποῦμε, τήν κατάκριση καί πάλι νά τήν ξανακάνουμε. Καί νά λέμε: «Τί γίνεται, δέν θά διορθωθῶ ἐγώ ποτέ;».
Ξέρετε γιατί δέν τά διορθώνουμε; Διότι, γιά νά διορθωθοῦμε, δέν ἀρκεῖ νά ἐξομολογηθοῦμε. Δέν ἀρκεῖ δηλαδή ἁπλῶς νά τά ποῦμε. Καί ἕνας ἄνθρωπος, πού ἔχει καλή μνήμη καί τά γράφει κιόλας -τώρα πού ἔχουμε τούς ὑπολογιστές μπορεῖ νά τά γράψει ὅλα ἀναλυτικά καί ὡραῖα- μπορεί νά τά πεῖ, ὅπως κάνει σ’ ἕνα ἀνάγνωσμα, νά τά διαβάσει. Καί τελείωσε; Ὄχι βέβαια. Χρειάζεται, την κακή συνήθεια, πού ἔχεις δημιουργήσει μέσα σου μέ τίς ἀπανωτές αὐτές αὐτοκαταστροφές, νά τήν ἐξαλείψεις.
Τήν ἁμαρτία καί τήν ἐνοχή τήν ἐξαλείφει ἡ εὐχή τοῦ πνευματικοῦ. Τήν κακή συνήθεια ὅμως θά τήν ἐξαλείψεις ἐσύ· μέ τόν ἀγῶνα πού θά κάνεις. Καί πῶς θά τήν ἐξαλείψεις; Ἐδῶ εἶναι τώρα ὅτι πρέπει νά φροντίσεις, νά ρωτήσεις, νά μάθεις πῶς θά γίνει αὐτό. Κάθε ἁμαρτία ἔχει πρίν ἕνα προαπαιτούμενο. Πρίν κάνουμε μιά ἁμαρτία, κάνουμε κάποια ἄλλα, πού ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτία, τά ὁποία οι Πατέρες τά λένε «ἀρραβώνα».
Πῆγε κάποιος μοναχός, λέει στό Γεροντικό καί ρώτησε ἕνα Γέροντα:
- Γέροντα, γιατί δέν μοῦ φεύγουν τά πάθη;
Καί τοῦ λέει ὁ Γέροντας, ὁ ἀββᾶς Ποιμένας, μεγάλος Γέροντας.
- Δώσε τους τόν ἀρραβώνα καί θά φύγουν.
Τί ἐννοοῦσε ὁ Γέροντας; Νά μήν κάνεις αὐτά, πού σε ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτία. Πολλοί σήμερα μπλέξανε στά σαρκικά ἁμαρτήματα. Καί λένε: «Πῶς νά τά διώξω; Πῶς νά τά κόψω; Θέλω νά τά κόψω ἀλλά δέν μπορῶ». Μπορεῖς. Ἄν κόψεις τόν ἀρραβῶνα· αὐτό πού σέ ὁδηγεῖ. Καί τί εἶναι αὐτό πού σέ ὁδηγεῖ; Μπορεῖ νά εἶναι τά μάτια, πολύ βασική αἰτία. Δέν προσέχεις τά μάτια σου.
Ο Κύριος προσπαθεῖ νά θεραπεύσει τή ρίζα τῆς ἁμαρτίας. Γι’ αὐτό καί στήν Καινή Διαθήκη μᾶς εἷπε ὅτι: «Ὁ ἐμβλέψας… πρός τό ἐπιθυμῆσαι, ἤδη ἐμοίχευσεν… ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ». «Πᾶς ὁ ἐμβλέψας ἐμπαθώς», ὁ καθένας, πού βλέπει μέ σκοπό νά ἐπιθυμήσει ἕνα ἄλλο πρόσωπο, ἤδη κάνει μοιχεία στήν καρδιά του, ἤδη κάνει δηλαδή μία θανάσιμη ἁμαρτία μέσα του. Μπορεῖ νά μήν φτάσει νά τήν κάνει σωματικά ἀλλά ἤδη ἔχει γίνει ἕνοχος αὐτῆς τῆς ἁμαρτίας.
Ὁπότε σταματᾶς νά βλέπεις ἐμπαθῶς. Δέν μπορεῖς; Μήν βλέπεις καθόλου. «Ἤ ὁρῶν μή ἔρα ἤ ἐρῶν μή ὅρα». Τί σημαίνει αὐτό; Ἤ, ὅταν βλέπεις νά μήν ἐρωτεύεσαι, νά μήν ἀγαπᾶς ἐμπαθῶς ἤ ἐφόσον ἐρωτεύεσαι νά μήν βλέπεις. Ἀφοῦ δέν μπορεῖς νά συγκρατήσεις τήν καρδιά σου καί τήν ψυχή σου, μή βλέπεις καθόλου. Θά πεῖτε τόσο ἀποφασιστικά; Τόσο ἀποφασιστικά πρέπει νά κινηθοῦμε. Βλέπετε οἱ Ἅγιοι εἴχανε αὐτή τήν ἀποφασιστικότητα.
Κάποτε ὁ Ἅγιος Σάββας ἐπιθύμησε νά φάει μῆλο· τήν ξέρετε προφανῶς τήν ἱστορία. Καί ἤτανε ἡ ὥρα, πού δέν ἔπρεπε νά φάει. Γιατί δέν μποροῦμε νά τρῶμε κάθε ὥρα· εἶναι λαθροφαγία αὐτό τό πρᾶγμα. Καί δέν εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς, γιά ὅλους εἶναι. Σήμερα πολλοί ἔχουνε πρόβλημα μέ τό φαγητό. Γι΄ αὐτό καί οἱ μισοί Ἕλληνες εἶναι ἄρρωστοι, παχύσαρκοι. Γιατί; Γιατί δέν τηροῦμε αὐτά, πού λέει ἡ Ἐκκλησία· πολύ ἁπλά. Ποιός τηρεῖ τίς νηστείες σήμερα; Ποιός τηρεῖ αὐτά πού σᾶς λέω, περί λαθροφαγίας; Ποιός εξομολογείται ὅτι κάνει λαθροφαγία; Κάθε στιγμή τσιμπολογᾶμε κάτι. Εἶναι νόμιμο; Καθόλου.
Οἱ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας λένε γιά τή Μεγάλη Σαρακοστή ὅτι οἱ πέντε μέρες εἶναι ἀνέλαιο. Ποιός κάνει ἀνέλαιο; Χωρίς λάδι δηλαδή; Και οἱ δύο μέρες εἶναι κατάλυση ἐλαίου. Λοιπόν δέν τά τηροῦμε. Μετά λές: «Πῶς νά ἀδυνατήσω; Ἄντε νά πάω σ’ αὐτά τά κέντρα γυμναστικῆς». Ὑποτίθεται. Δεν θά πᾶς πουθενά. Ἅμα τηροῦμε αὐτά πού λέει ὁ Θεός, θά ἔχουμε ὑγεία και σώματος καί ψυχῆς.
Ὁπότε ἐλέγχεις τά μάτια. Μετά τί ἄλλο σέ ἑλκύει στά σαρκικά; Τό φαγητό. Οἱ Πατέρες τό λένε ξεκάθαρα: «Τό πολύ φαγητό φέρνει τά ὑπόλοιπα μετά, σαρκικές σκέψεις, σαρκικές ἐπιθυμίες. Ἡ γαστέρα, ὅταν φορτωθεῖ, ὁδηγεῖ κατόπιν στά πάθη τά «ὑπό τήν γαστέρα». Γι’ αὐτό καί σήμερα ἔχουμε μιά πολλή μεγάλη ἔξαρση τῆς ἀνηθικότητας. Λοιπόν, ὅταν κόψεις ὅλα αὐτά, κόψεις τόν ἀρραβῶνα, σιγά σιγά θά κοπεῖ καί τό πάθος. Μετάνοια λοιπόν σημαίνει συμφωνία μέ τόν Θεό γιά νέα ζωή. Ἀλλάζουμε πλήρως τή ζωή μας.
ΙΙΙ. Μετάνοια σημαίνει δάκρυα συντριβής
Ἕνα ἄλλο πού λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες είναι ὅτι θά πρέπει νά λυπηθεῖς κατά ἀναλογία τοῦ μεγέθους τοῦ σφάλματος. Ὅσο δηλαδή μεγαλύτερο ἦταν τό σφάλμα σου, τόσο μεγαλύτερη και ἡ καταστροφή σου, τόσο μεγαλύτερο πρέπει νά εἶναι καί τό πένθος σου. Ἡ κατά Θεόν συντριβή σου. Ὥστε νά μπορέσεις νά τό ἐξαλείψεις. Ὁπότε μέ τήν ἔμπονη αὐτή μετάνοια, μέ αὐτό τόν ἔντονο πόνο, τόν κατά Θεόν πόνο, τήν κατά Θεόν λύπη θά βγάλεις τήν ἔντονη ἡδονή, πού δέχτηκες, ὅταν ἔκανες τήν ἁμαρτία. Τήν ὅποια ἁμαρτία.
Ἐμεῖς πόσο λυπούμαστε γιά τίς ἁμαρτίες μας; Πόσο κλαῖμε; Θά πεῖτε: «Εἶναι σημαντικό νά κλαῖμε»; Πάρα πολύ σημαντικό. «Τί θά γίνει, θά πάθουμε κατάθλιψη; Θά κλαῖμε δηλαδή;». Ὄχι, αὐτό τό κλάμα δέν σέ βγάζει στήν κατάθλιψη. Ἀντίθετα αὐτό τό κλάμα σέ βγάζει στή χαρά. Καί ἡ χαρά, νά ξέρετε, ἔρχεται μέσα ἀπό τό κλάμα. Ἡ ἀληθινή χαρά. Ἡ ψεύτικη χαρά ἔρχεται μέσα ἀπό τίς κωμωδίες καί ἀπ’ ὅλα αὐτά τά σαχλά, πού λένε καί βλέπουνε οἱ ἄνθρωποι σήμερα. Ἀλλά αὐτή εἶναι μιά χαρά, πού μετά σοῦ ἀφήνει ἕνα κενό, ἕνα τίποτα, μιά ἀηδία πολλές φορές.
Ἡ ἀληθινή χαρά ἔρχεται μέσα ἀπό τό κλάμα τῆς μετάνοιας. Ποῦ τό ξέρουμε; Μᾶς τό λέει ὁ Κύριός μας: «Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοί παρακληθήσονται». Ποιοί θά ἔχουνε παράκληση, δηλαδή παρηγοριά; (Αὐτό θά πεῖ παράκληση). Αὐτοί πού πενθοῦνε, αὐτοί δηλαδή πού κλαῖνε γιά τίς ἁμαρτίες τους. Αὐτοί εἶναι οἱ πενθοῦντες.
Θέλεις λοιπόν νά ἔχεις μιά χαρά; Εἶναι καρπός, στοιχεῖο τοῦ καρποῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιά νά ἔρθει τό Ἅγιο Πνεῦμα, θά πρέπει νά ὑπάρχει καθαρότητα. Γιά νά ὑπάρχει καθαρότητα χρειάζεται νά ὑπάρχει μετάνοια. Γιά ὑπάρξει σωστή μετάνοια, πρέπει νά ὑπάρξει κλάμα. Βλέπετε πῶς πᾶνε ἁλυσιδωτά τά πράγματα; Εἶναι Μαθηματικά καί πάνω ἀπό τά Μαθηματικά, να ξέρετε, είναι ἡ πίστη μας.
Δέν εἶναι θεωρητική ἐπιστήμη ἡ Θεολογία, ὅπως ἴσως κάποιοι λανθασμένα νομίζουνε. Εἶναι πρακτική ἐπιστήμη. Γιατί εἶναι Ἰατρική, Ἰατρική τῆς ψυχῆς. Καί εἶναι πρακτική ἐπιστήμη, διότι ἐπαληθεύεται στήν πράξη. Ξέρουμε ὅτι οἱ πρακτικές ἐπιστήμες ἔχουνε τό πείραμα καί τήν ἐπαλήθευση τοῦ πειράματος, ἡ ὁποία ἐπαληθεύει τή θεωρία. Ἔτσι ἀκριβῶς λειτουργεῖ και ἡ ἐπιστήμη τῆς Θεολογίας καί ἡ Θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας.
Στήν πράξη δηλαδή- ὅταν τηρήσεις αὐτά πού λένε οἱ Ἅγιοι- βλέπεις το ἀποτέλεσμα. Πού εἶναι πάντα τό ἴδιο καί εἶναι ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη, ἡ μακροθυμία, ἡ χρηστότητα, ἡ ἀγαθοσύνη, ὅλα αὐτά πού ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς εἶπε πώς εἶναι ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἕνας εἶναι ὁ καρπός καί ἔχει μέσα του πάρα πολλά ὡραῖα πράγματα, πάρα πολλές βιταμίνες.
Γιατί σήμερα δέν ἔχουμε χαρά; Γιατί δέν ἔχουμε εἰρήνη; Γιατί μᾶς ἔχει φάει τό ἄγχος; Γιατί μᾶς ἔχει φάει ἡ κατάθλιψη; Τό ἔχετε ἀναρωτηθεῖ; Εἶναι νορμάλ; Καθόλου νορμάλ. Μερικοί σήμερα μιλᾶνε γιά φυσιολογικό ἄγχος. Ποῦ τό βρῆκαν αὐτό; Σά νά λέμε μιλᾶνε καί γιά φυσιολογικό θάνατο. Ὑπάρχει φυσιολογικός θάνατος; Ὁ θάνατος εἶναι κάτι ἔξω ἀπό τόν ἄνθρωπο. Δέν εἶναι πλασμένος ὁ ἄνθρωπος γιά νά πεθάνει. Οὔτε εἶναι πλασμένος γιά νά ἀγχώνεται.
Ἀντίθετα εἶναι πλασμένος γιά νά χαίρεται καί νά ἔχει αὐτή τήν ἡρεμία τοῦ Θεοῦ. Γιατί δέν τά ἔχουμε αύτά; Πολύ ἁπλᾶ. Γιατί λείπει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δέν ζοῦμε τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁπότε δέν ἔχουμε καί τόν καρπό. Καί γιατί δέν τή ζοῦμε; Γιατί δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ στοιχειώδης καθαρότητα. Γιά νά ἔρθει τό Ἅγιο Πνεῦμα θά πρέπει ὁ νοῦς νά εἶναι καθαρός. «Ἀκαθάρτω νοΐ Θεός οὐ νήνοχε» λένε οἱ Πατέρες. Δηλαδή δέν ἑνώνεται ὁ Θεός μέ ἕναν ἀκάθαρτο νοῦ.
Σκεφτεῖτε τώρα: Ο νοῦς μας εἶναι καθαρός ἤ ἀκάθαρτος; Ποῦ πηγαίνει κάθε στιγμή; Ποῦ εἶναι ὁ νοῦς μας; Ζοῦμε αὐτή τήν προσήλωση στόν Θεό, πού ζοῦσε ἡ Παναγία μας καί ὅλοι οἱ ἅγιοι; Ἔχουμε αὐτό τό κάρφωμα τοῦ νοῦ μας στόν Θεό; Εἶναι καρφωμένος ὁ νοῦς μας στόν Θεό; Ἔτσι εἶναι ἡ σωστή, φυσιολογική λειτουργία τοῦ νοῦ. Ὁ νοῦς νά εἶναι καρφωμένος, προσηλωμένος στόν Χριστό. Ποῦ εἶναι; Εἶναι ὁπουδήποτε ἀλλοῦ ἐκτός ἀπό τόν Θεό.
Ἄρα χρειάζεται μία μετακίνηση τοῦ νοῦ ἀπό ἐκεῖ πού εἶναι τώρα, ἐκεῖ πού πρέπει νά πάει. Γι’ αὐτό μιλᾶμε γιά μετάνοια. Μετάνοια εἶναι ἡ μετατόπιση, ἡ μετακίνηση τοῦ νοῦ μας ἀπό ὅλα τά ἄλλα καί ἡ προσήλωσή του στόν Χριστό. Ἐκεῖ καί μόνο ἐκεῖ πρέπει νά εἶναι ὁ νοῦς μας. Ἐκεῖ εἶναι ὁ θησαυρός μας, ἐκεῖ εἶναι ἡ καρδιά μας.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες μᾶς τό ἔχουνε πεῖ ὅτι ὁ νοῦς θά πρέπει νά εἶναι μόνο μέ τόν Χριστό. Μέ τίποτε ἄλλο. Καί κάθαρση σημαίνει νά ἀδειάσει ἡ καρδιά ἀπό ὅλους τούς λογισμούς. Προσέξτε, ὄχι μόνο ἀπό τούς κακούς λογισμούς ἀλλά καί ἀπό τούς καλούς λογισμούς.
Καί θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι αὐτή: ὁ νοῦς νά κατέβει στήν καρδιά καί ἐκεῖ μέσα νά βλέπει τόν Θεό καί μόνο τόν Θεό καί τίποτε ἄλλο. Γιατί καί οἱ καλοί λογισμοί μᾶς διασποῦν, μᾶς ἀποσποῦν ἀπό τόν Θεό. Θά πρέπει λοιπόν νά ἀδειάσουμε ἀπό ὅλους τούς λογισμούς καί τότε ἀληθινά ἔχουμε αὐτή τήν κάθαρση. Χρειάζεται νά ἐπιστρέψει ὁ νοῦς στήν καρδιά, πού εἶναι τό κέντρο του καί τότε ἔχουμε τήν ἀληθινή μετάνοια.
Βλέπετε ποιά εἶναι ἡ ἀληθινή μετάνοια; Νά συμμαζέψουμε τόν νοῦ μας. Νά σταματήσει ὁ μετεωρισμός τοῦ νοός. Γιατί εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ: «Μήν μετεωρίζεσθε». Καί, ὅταν συμμαζευτεῖ αὐτός ὁ «ἀλήτης» ὁ νοῦς μας καί ἔρθει μέσα στήν καρδιά μας, τότε, λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, διά τοῦ ἑαυτοῦ του ἀνεβαίνει στόν Θεό. Αὐτόματα δηλαδή πηγαίνει μετά στόν Θεό. Γιατί δέν βλέπουμε τόν Θεό; Γιατί σήμερα οἱ ἄνθρωποι φτάνουν νά ποῦν: «Ποῦ τόν βλέπεις τόν Θεό; Δέν ὑπάρχει Θεός». Γιατί ἀκριβῶς ὁ νοῦς τους δέν εἶναι στήν καρδιά τους. Ὁ νοῦς τους εἶναι διασκορπισμένος στά κτίσματα.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἔχει διατυπώσει μία ρήση. Λέει ὅτι: «Ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος δέν ἔχει γευτεῖ τόν Θεό καί τά τοῦ Θεοῦ, ἐπί κτήμασιν ἀγάλλεται». Εὐχαριστιέται μέ τά κτήματα, μέ τά ἀποκτήματά του, μέ τά ὑλικά ἀγαθά του. Καί σήμερα κάπου ἐκεῖ εἴμαστε. Εἴμαστε πολύ ἰκανοποιημένοι ἤ τέλος πάντων ἀρκετά δεσμευμένοι μέ τά ἀγαθά μας. Μέ τά χρήματά μας, μέ τά αὐτοκίνητά μας, μέ τά ροῦχα μας, μέ τά κομπιούτερ μας. Καί ἔχουμε μία ψεύτικη αὐτάρκεια. Ὅτι τάχατες εἴμαστε ἐντάξει. Δέν εἴμαστε καθόλου ἐντάξει.
Βλέπετε βέβαια πόσο καί ἐμεῖς οἱ χριστιανοί ὑποκύπτουμε εὔκολα σε αὐτή τήν ἀναζήτηση. Καί σοῦ λέει κάποιος: «Τό παιδί δέν ἔχει δουλειά». Καί ἐπειδή δέν ἔχει δουλειά, χάθηκαν τά πάντα; Χάθηκε ἡ εὐτυχία του; Χάθηκε ἡ χαρά του; Ἡ χαρά ἀπό τή δουλειά ἔρχεται; Ἀπό τό νά ἔχεις χρήματα; Ὄχι βέβαια! Εἴπαμε ἀπό ποῦ ἔρχεται ἡ χαρά. Ἡ χαρά εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί τό Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖς νά τό ἔχεις καί ἄς μήν ἔχεις δουλειά. Καί ἄς εἶσαι καί στό καμίνι μέσα. Ὅπως ἤταν οἱ τρεῖς παῖδες, πού ὑμνοῦσαν τόν Θεό.
ΙΙΙ. Μετανοῶ σημαίνει γίνομαι ἀγοραστής ταπείνωσης
Ἄλλο σπουδαῖο κεφάλαιο. Μπορεῖς νά εἶσαι μετανοῶν καί νά εἶσαι ὑπερήφανος; Ὅχι δέν γίνεται νά εἶσαι ὑπερήφανος καί νά εἶσαι καί μετανοῶν. Καί πῶς θά γίνουμε ταπεινοί; Οἱ Πατέρες μᾶς λένε τρία πράγματα. Γιά νά γίνεις ταπεινός πρέπει:
- 1. Νά βάλεις τόν ἑαυτό σου κάτω ἀπ’ ὅλους. Νά τοποθετεῖς τόν ἑαυτό σου ἐσύ, ἀπό μόνος σου κάτω ἀπό τούς ἄλλους. Νά λές: «Εἶμαι χειρότερος ἀπό τούς ἄλλους».
- 2. Δεύτερον νά ἀγαπήσεις τόν σωματικό κόπο. Γιατί ὁ σωματικός κόπος ταπεινώνει τόν ἄνθρωπο. Ταπεινώνει τό σῶμα κατ’ ἀρχάς. Ὅταν νηστεύεις, ὅταν κάνεις μετάνοιες, γονυκλισίες, ὅταν κοιμάσαι στό πάτωμα (αὐτό οἱ πατέρες τό λένε χαμαικοιτία), ὅταν κάνεις ἕνα διακόνημα, μία ἐξυπηρέτηση στόν ἀδελφό καί χρειάζεται νά τρέξεις, νά βγεῖς ἀπό τό βόλεμά σου, νά βγεῖς ἀπό τό χουζούρι σου. Λοιπόν αὐτό ταπεινώνει τό σῶμα, γιατί τό κουράζει. Καί ὅταν ταπεινωθεῖ τό σῶμα, μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι, συνταπεινώνεται καί ἡ ψυχή. Γιατί καί τά δύο αὐτά πράγματα εἶναι ἀλληλένδετα καί τό ἕνα ἐπηρεάζει τό ἄλλο. Ὅταν λοιπόν ταπεινωθεῖ ἡ ψυχή, τότε ἔρχεται ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ Θεός τό ἔχει ὑποσχεθεῖ αὐτό: «Στούς ταπεινούς δίνω τή χάρη μου». Καί ὅταν ἔρθει ἡ χάρη, τότε ἔρχεται καί ἡ κάθαρση. Γιατί ἡ χάρη μᾶς καθαρίζει. Μόνοι μας δέν μποροῦμε νά καθαριστοῦμε. Ἡ χάρη λοιπόν τελεσιουργεῖ και αὐτή καθόλη τή διαδικασία τῆς σωτηρίας, τῆς μετάνοιας καί τῆς κάθαρσης.
- 3. Καί ἕνα τρίτο, πού χρειάζεται κανείς, γιά νά γίνει ταπεινός, εἶναι νά προσεύχεται ἀδιάλειπτα. Ἐπειδή, ὅταν προσεύχεσαι, τότε ἐξαρτᾶσαι ἀπό τόν Θεό. Καί ὁ Χριστός μᾶς τό δίδαξε, ὅτι πρέπει νά ἐξαρτώμεθα ἀπόλυτα ἀπό τόν Θεό. Τό μεγάλο μάθημα, πού δυστυχώς δέν τό ἔχουμε μάθει καί δέν τό μαθαίνουμε καί στά παιδιά μας – μαθαίνουμε τό ἀντίθετο μάθημα – εἶναι ποιό; «Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» εἶπε ὁ Χριστός. Ὅταν λέει «οὐδέν», ἐννοεῖ «οὐδέν». Δηλαδή τίποτα δέν μποροῦμε νά κάνουμε χωρίς τόν Χριστό. Ἐμεῖς σήμερα λέμε στά παιδιά: «Νά πάρεις πολλά πτυχία, νά ἔχεις ἐφόδια στή ζωή σου, διότι ὁ κόσμος εἶναι ἀνταγωνιστικός. Θά πρέπει καί ἐσύ λοιπόν νά γίνεις πιό ἀνταγωνιστικός. Καί ὅλα ἐξαρτῶνται ἀπό τόν ἀγῶνα σου».
Ἔτσι λέει ἡ Ψυχολογία ἀλλά ὁ Χριστός λέει τά ἀντίθετα. Δέν λέει νά ἔχεις αὐτοπεποίθηση. Λέει νά ἔχεις θεοπεποίθηση. «Νά ἔχεις πεποίθηση σέ μένα· ἐμένα νά βλέπεις, ἐμένα νά κοιτᾶς, σέ μένα νά προσεύχεσαι, σέ μένα νά μιλᾶς κάθε στιγμή. Καί χωρίς ἐμένα δέν μπορεῖς νά κάνεις τίποτα· οὔτε μιά ἀναπνοή νά πάρεις οὔτε ἕνα ποτήρι νερό νά πιεῖς». Ποιός τό μαθαίνει αὐτό στό παιδί του; Ἀφοῦ δέν τόχει μάθει στόν ἑαυτό του πῶς θά τό μάθει στό παιδί του; Βλέπετε;
Γι΄ αὐτό μᾶς πιάνει ἄγχος, γιατί βασιζόμαστε στίς δυνάμεις μας. Καί λέμε: «Ἐγώ θά τό κάνω μέ τή δική μου δύναμη, μέ.., μέ…, μέ.., χωρίς τή χάρη. Πάει ἡ χάρη. Πάει ἡ προσευχή. Καί μετά βλέπουμε πολύ γρήγορα ὅτι δέν μποροῦμε καί ἀγχωνόμαστε. Καί λέμε: «Πάει, χάθηκαν ὅλα». Ἐνῶ δέν χάθηκε τίποτα. Ἁπλῶς ἔχεις χάσει τόν Θεό καί χρειάζεται νά μετανοήσεις. Μετανοῶ λοιπόν σημαίνει γίνομαι ἀγοραστής ταπείνωσης.
ΙV. Μετάνοια σημαίνει ἀποκλεισμός κάθε σωματικῆς παρηγορίας καί αὐτομεμψία
Ἔτσι βλέπετε πώς οἱ ἅγιοι δέν χαϊδεύουν τά αὐτιά μας, γιά νά μᾶς φανοῦν ἀρεστοί. Δέν προσπαθοῦν νά μᾶς φανοῦν ἀρεστοί· τό ἀντίθετο. Σοῦ λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης: «Θέλεις νά ζήσεις τή μετάνοια; Θά πρέπει νά ἀποκλείσεις τίς σωματικές παρηγοριές, ἄν θέλεις νά ζήσεις τή μετάνοια. Θέλεις νά ἔχεις δάκρυα; Γιά να ἔχεις δάκρυα πρέπει νά ἀγρυπνήσεις καί νά διψάσεις». Ναί! Γιατί μέσα ἀπό αὐτά σέ πιάνουν τά δάκρυα πολύ πιό εὔκολα. Ἕνα σῶμα πού καλοτρώει, πού καλοπίνει, που καλοκοιμᾶται, μιά τέτοια ὕπαρξη, πολύ δύσκολα θά δακρύσει. Καί ἔχεις ἕναν ἄνθρωπο ἀδάκρυτο καί οὐσιαστικά ἀμετανόητο. Γιατί οἱ ἅγιοι μᾶς εἶπαν ὅτι τότε ὁλοκληρώνεται ἡ μετάνοια, ὅταν ὁ ἄνθρωπος φτάσει νά κλάψει γιά τήν ἁμαρτία του, τήν ὅποια ἁμαρτία του. Ἄν δέν δάκρυσες, μήν θεωρήσεις ὅτι ἔχεις μετανοήσει σωστά καί ὁλοκληρωτικά. Ἄν δακρύσεις, τότε ἀνανεώνεις τό βάπτισμα.
Τό λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ μέγας αὐτός Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας: «Καί δάκρυον στάξαν ἰσοδυναμεῖ τῷ λουτρῷ». Ἕνα δάκρυ νά καταφέρεις, νά στάξεις, αὐτό ἰσοδυναμεῖ μέ τό «λουτρό». Τό «λουτρό» εἶναι τό βάπτισμα. Καί ἔτσι μπαίνεις σέ μία ἄλλη κολυμβήθρα, πού δέν ἔχει πλέον τώρα νερό ἀλλά δάκρυα. Ξαναβαπτίζεσαι μέσα στά δάκρυά σου. Καί τότε πράγματι καθαρίζεσαι. Τότε πράγματι μετανοεῖς σωστά.
Νά λοιπόν τί πρέπει νά κάνεις μετά τήν ἐξομολόγηση: Νά κόψεις τόν ἀρραβῶνα, νά ἀποφύγεις ὅλα τά αἴτια, πού σέ ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτία καί νά τά μισήσεις. Μετά νά προσπαθήσεις νά γίνεις ταπεινός, νά δακρύσεις, νά κλάψεις καί νά κάνεις σωματικούς κόπους. Γιατί νηστεύουμε νομίζετε; Ἡ νηστεία εἶναι ἕνας κόπος. Πηγαίνεις ἀντίθετα στά σαρκικά σου θελήματα, πού σοῦ λένε: «Τώρα τί πειράζει νά φᾶς λιγάκι; Ὄχι τά εἰσερχόμενα ἀλλά τά ἐξερχόμενα βλάπτουν».
Βλέπετε; Ἔχουμε πολλά ἀλλά εἶναι πλάνες πολλά ἀπό αὐτά, πού λέει ὁ λαός. Ὁ Χριστός εἶπε νά προσέχεις καί τά εἰσερχόμενα. Γιατί ὅ,τι λέει ἡ Ἐκκλησία μας ὁ Χριστός τό λέει. Γιατί οἱ Ἅγιοι Πατέρες λοιπόν μᾶς εἶπαν ὅτι, ἄμα δέ νηστεύεις, ἀφορίζεσαι. Ἔτσι λένε οἱ κανόνες ἐκτός φυσικά ἄν εἶσαι ἄρρωστος. Ἄν εἶσαι ἄρρωστος, ἐπιβάλλεται νά φᾶς. Ἄν ὅμως δέν εἶσαι ἄρρωστος καί δέ νηστεύεις, ἀφορίζεσαι.
«Ἀφορίζεσαι» τί σημαίνει τώρα; Γιά νά το ξεκαθαρίσουμε κι αὐτό. Δέν σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία σέ κόβει καί σέ σκοτώνει. Ἀλίμονο! Ὁ Χριστός δέν κάνει τέτοια πράγματα. Ἁπλῶς σοῦ κοινοποιεῖ τό ἀποτέλεσμα τῆς ἀνυπακοῆς σου. Ὅπως ἕνας γιατρός σοῦ λέει: «Ξέρεις, δέν πρέπει νά καπνίζεις, γιατί θά πάθεις καρκίνο». Καί ἐσύ συνεχίζεις νά καπνίζεις, ὁπότε πεθαίνεις. Καί ἔρχεται ὁ γιατρός, πού γράφει τό πιστοποιητικό θανάτου. Φταίει τό πιστοποιητικό θανάτου πού πέθανες; Ἤ ἦταν κακός ὁ γιατρός; Ὄχι βέβαια. Ἐσύ φταῖς, πού δέν τήρησες τίς ὁδηγίες τοῦ γιατροῦ. Ἔτσι γίνεται καί μέ τήν Ἐκκλησία.
Ἡ Ἐκκλησία μᾶς δίνει τίς θεραπευτικές ὁδηγίες. Δέν τό κάνουμε; Σοῦ λέει: «Παιδί μου, εἶσαι ἀφορισμένος». Δηλαδή εἶσαι πεθαμένος. Αὐτό θά πεῖ ἀφορισμένος. Νεκρός πνευματικά. Καί γιατί μᾶς τό λέει ἡ Ἐκκλησία; Γιά νά μᾶς λυπήσει; Ὄχι. Γιά νά μᾶς βοηθήσει νά μήν τό ἐπαναλάβουμε καί νά μετανοήσουμε γι’ αὐτό πού κάνουμε. Γι’ αὐτό μᾶς δίνει καί ὅλους αὐτούς τούς κανόνες καί τά ἐπιτίμια.
Καί αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό. Σήμερα ὅλοι κατηγοροῦν ὅλους ἀλλά κανείς δέν κατηγορεῖ τόν ἑαυτό του. Ὅλοι φταῖνε γιά ὅλα ἐκτός ἀπό μᾶς. Ποιός κατηγορεῖ σήμερα τόν ἑαυτό του; Μόνο ὁ ἄνθρωπος, πού μετανοεῖ ἀληθινά. Αὐτός ἔχει τή μεγάλη ἀρετή τῆς αὐτομεμψίας. Καί ἄν ἔχεις αὐτή τήν ἀρετή ἀναπαύεσαι πάντοτε, νά ξέρετε. Τίποτα δέν σέ δυσκολεύει. Γιατί σέ ὅλα λές ὅτι: «Φταίω ἐγώ, δέν φταίει οὔτε ὁ διπλανός μου οὔτε ὁ πνευματικός, πού δέν ἔχει διάκριση οὔτε ἡ κοινωνία οὔτε τά ΜΜΕ· κανένας δέν φταίει· ἐγώ φταίω».
Αὐτή εἶναι ἡ σωστή τοποθέτηση καί εἶναι ἀλήθεια, νά ξέρετε. Γιατί κανένας δέν μπορεῖ νά μᾶς ἀναγκάσει νά ἁμαρτήσουμε. Κανένας μά κανένας. Μόνοι μας τό κάνουμε μέ τήν ἑκούσια συγκατάθεση στήν ὑποβολή τοῦ πονηροῦ. Ὅσο καί ἄν ἔχουνε μέσα μας καλλιεργηθεῖ τά πάθη καί οἱ ἁμαρτίες, ἐμεῖς κάθε φορά κάνουμε τή συγκατάθεσή μας μέ τή θέλησή μας.
Μετάνοια λοιπόν σημαίνει συνεχῶς νά κατακρίνω τόν ἑαυτό μου. Καί ἄν κατακρίνεις τόν ἑαυτό σου ποτέ δέν κατακρίνεις τόν ἄλλον. Νά γιατί, πολύ φοβᾶμαι, ὅτι καί οἱ ἄνθρωποι, πού ἔρχονται στήν Ἐκκλησία, πολλές φορές δέν εἶναι στήν Ἐκκλησία. Καί ἔχουνε δίκιο οἱ κοσμικοί, πού μᾶς κατηγοροῦνε, ἀποκαλώντας μας: «Ἐσεῖς, πού κάνετε τούς μεγάλους σταυρούς». Γιατί; Γιατί κατακρίνουμε, τρῶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον μέ τά λόγια μας. Μήπως λέω ψέματα; Φοβᾶμαι πώς δέν λέω. Δέν μποροῦμε πολλές φορές νά δοῦμε τόν διπλανό μας, τή διπλανή μας μέσα στήν Ἐκκλησία. Τήν ὥρα τῆς Λειτουργίας πολλές φορές. Γιατί; Γιατί ἔχουμε μέσα μας ἕνα σωρό ἀρνητικές σκέψεις γιά κάποια πράγματα πού κάνουν. Ἄν αὐτό δέν εἶναι κατάκριση τί ἄλλο εἶναι;
Μάλιστα ἐνῶ ἔχεις κατάκριση γιά τόν ἄλλον δέν ἔχεις κατάκριση γιά τόν ἑαυτό σου. Γιατί; Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν ἔχεις γνώση τοῦ ἑαυτοῦ σου καί δέν παρακολουθεῖς τόν ἑαυτό σου ἀλλά παρακολουθεῖς τόν διπλανό σου καί τή διπλανή του. Ἔχεις βγεῖ δηλαδή ἀπό ἐκεῖ πού πρέπει νά εἶσαι. Ὁ νοῦς σου ἔχει βγεῖ ἀπό τήν καρδιά σου καί βλέπει τούς ἄλλους καί ἀσχολεῖται μέ τούς ἄλλους.
V. Μετάνοια σημαίνει ἀμεριμνησία γιά ὅλα,
μέριμνα γιά τή σωτηρία τοῦ ἑαυτοῦ μας,
θυγατέρα ἐλπίδας καί ἀποκήρυξη ἀπελπισίας
Τόχουμε καταλάβει ποιός εἶναι ὁ πρῶτος σκοπός τῆς ζωῆς μας; Ὁ πρῶτος στόχος; Ποιός εἶναι ὁ πρῶτος στόχος; Ποιό ἔχουμε βάλει ὡς πρῶτο στή ζωή μας; Εἶναι ὁ Χριστός; Ὁ Χριστός λέει στήν Ἀποκάλυψη: «Ἐγώ εἶμαι τό “Α” καί τό “Ω”, ἡ Ἀρχή καί τό Τέλος». Εἶναι; Γιά τούς Χριστιανούς πρέπει νά εἶναι. Εἶναι ὅμως; Εἶναι ἡ ἀρχή; Τῆς κάθε πράξης, τῆς κάθε σκέψης; Εἶναι ἡ ἀφορμή; Εἶναι ἡ αἰτία; Ἀπό ποῦ ξεκινᾶμε νά κάνουμε κάτι; Γιά ποιό λόγο κάνουμε κάτι; Τὄχετε ἀναρωτηθεῖ; Αὐτός ὁ λόγος εἶναι ὁ Χριστός; Ἄν δέν εἶναι ὁ Χριστός εἶναι λανθασμένος.
Γιατί θέλω τό παιδί μου νά πάει στό Πανεπιστήμιο; Γιατί θέλω νά παντρέψω τό παιδί μου; Πές μου. Εἶναι ο λόγος ὁ Χριστός; Ἄν δέν εἶναι ὁ Χριστός, ἁμαρτία κάνω. Εἶμαι ἐκτός τοῦ Χριστοῦ, ἐάν δέν ἀναγνωρίζω τόν Χριστό ὡς τό “Α” στή ζωή μου. Εἷναι τό “Ω” ὁ Χριστός; Τί σημαίνει τό “Ω”; Δηλαδή ὁ σκοπός, τό τέλος; Τί προσδοκῶ; Προσδοκῶ τόν Χριστό γιά ὅ,τι κάνω ἤ κάτι ἄλλο;
Λένε οἱ ἄνθρωποι: «Θέλω νά κάνω οἰκογένεια, νά κάνω παιδιά». Γιά ποιό σκοπό; Τό ἔχουμε σκεφτεῖ; Εἶναι ὁ σκοπός νά βρούμε τόν Χριστό; Ἄν εἶναι, τότε ναί! Τότε πάμε σωστά. Ἄν εἶναι ὁτιδήποτε ἄλλο εἶναι λάθος. Βλέπετε λοιπόν πώς πρέπει νά ἀναθεωρήσουμε τά πάντα, θά ἔλεγα; Δυστυχῶς βλέπω ὅτι πολλές φορές δεχόμαστε ἀβασάνιστα ὅλα ὅσα μᾶς ὑποβάλλουν ὡς ἰδέες ἡ μάνα μας, ὁ πατέρας μας, τό εὐρύτερο περιβάλλον. Καί λέμε: «Ἔτσι τά βρήκαμε, ἔτσι τά κάνουμε». Ὡραῖα; Καθόλου ὡραῖα ὅμως. Γιατί; Αὐτά πού βρῆκες, ἐξέτασες ἄν τά ἔχει πεῖ ὁ Χριστός; Ἄν τά θέλει ὁ Χριστός;
Γιατί, εἴπαμε, πρέπει τό θέλημά μας νά ταυτιστεῖ μέ τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Μά θά πεῖτε: «Πῶς; Δέν εἶναι ταυτισμένο;». Θά δεῖτε ὅτι 99,9% δέν εἶναι. Ὅλα αὐτά πού μᾶς πέρασαν ὡς κοινωνικά στερεότυπα, πού ἀποδεχθήκαμε ἔτσι ἀβασάνιστα, εἶναι τά ἀντίθετα ἀπό αὐτά πού λέει ὁ Χριστός. Τώρα νά μήν ποῦμε παραδείγματα ἀλλά ἴσως μετά, στή συζήτηση, μποροῦμε νά αναφέρουμε πάρα πολλά. Καί ἔχουν σημασία τά πρακτικά. Γιατί δυστυχῶς κάνουμε τά χειρότερα λάθη καί νομίζουμε ὅτι κάνουμε καί τό καλό. Καί τό σωστό καί τό θεάρεστο.
Σήμερα οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀπελπισμένοι. Δέν ὑπάρχει φῶς στό τούνελ. Ἀδιέξοδο. Εἶναι δυνατόν; Νά ὑπάρχει ἀδιέξοδο γιά τόν Χριστιανό; Νά ὑπάρχει ἀπελπισία; Δέν εἶσαι Χριστιανός, ἄν ἔχεις αὐτό τό βίωμα. Ὁ Χριστιανός ἔχει τήν ἐλπίδα καί τή διέξοδο, πού εἶναι πάντα ὁ Θεός. Καί τό φῶς ὑπάρχει πάντα στήν ἄκρη τοῦ τούνελ. Καί πάντα λές: «Ἔχει ὁ Θεός. Ἔχει ὁ Θεός για τά πάντα».
Πολλές φορές μοῦ λένε: «Τί θά γίνει; Τό παιδί μου δέν ἔχει δουλειά». Καί τούς λέω εἶναι δύσκολο γιά τόν Θεό νά τοῦ δίνει 1000 εὐρώ τόν μῆνα; Μέ κοιτᾶνε. Γιατί; Ὁ Θεός δέν ἔχει ὅλα τά χρήματα; Ὅλα τά χρήματα τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι; «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καί τό πλήρωμα αὐτῆς» δέν λέμε; Τό λέμε ἀλλά πόσοι τό καταλαβαίνουμε, πόσοι τό πιστεύουμε ὅτι ὅλα εἶναι τοῦ Θεοῦ; Λοιπόν; Έχει πρόβλημα ὁ Θεός νά σοῦ δώσει 1000 εὐρώ; Γιατί δέν στά δίνει; Ψάξου νά δεῖς. Κάτι κάνεις λάθος. Ὁ Χριστός τί εἶπε; «Οἱ ἐκζητοῦντες τόν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντός ἀγαθοῦ». Ἔτσι τό ψέλνουμε κάθε φορά, πού κάνουμε ἀρτοκλασία. Καταλαβαίνουμε τί λέμε; Ἄν τό καταλαβαίνουμε, γιατί μᾶς πιάνει ἄγχος γιά τήν κρίση, γιά τό ΔΝΤ καί γιά ὅλα αὐτά; Ἐ; Ἄς κάνουν ὅ,τι θέλουν.
«Οἱ ἐκζητοῦντες τόν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντός ἀγαθοῦ». Δέν θά στερηθεῖς τίποτα. Καί πρῶτα πρῶτα δέν θά στερηθεῖς τή χαρά σου, τήν εἰρήνη σου, τά πνευματικά ἀγαθά. Ἀλλά καί γιά τά ὑλικά θά μεριμνήσει ὁ Κύριος. Τό λένε οἱ Πατέρες καί οἱ σύγχρονοι Γεροντάδες πώς θά ἔχεις ἕνα φυλλαράκι ἀπό τό δέντρο καί θά χορταίνεις γιά ἕνα μῆνα. Μέ ἕνα φυλλαράκι. Γιατί εἶναι δύσκολο γιά τόν Θεό; Νά τρῶς ἕνα φυλλαράκι ἀπό τό δέντρο καί νά εἶσαι χορτάτος γιά ἕνα μῆνα. Ἔχει πρόβλημα ὁ Θεός; Πῶς ἔδινε τό μάννα γιά σαράντα χρόνια σέ δύο ἑκατομμύρια ἀνθρώπους; Δέν ἔδινε; Στήν ἔρημο;
Ἔχετε πάει στό Σινά νά δεῖτε τί ἔχει στήν ἔρημο; Τίποτα. Πῶς ζούσανε δύο ἑκατομμύρια γιά σαράντα χρόνια; Τούς ἔριχνε ὁ Θεός ἀπό πάνω τό μάννα. Καί μάλιστα λέει γινότανε κατά τήν ἐπιθυμία τοῦ καθενός. Ὅ,τι ἤθελε ὁ καθένας. Ἤθελε γλυκό; Γινόταν γλυκό. Ἤθελε ξινό; Γινόταν ξινό. Ἁλμυρό; Ἁλμυρό. Ὅ, τι τοῦ ἄρεσε τοῦ καθενός. Ζήτησαν κρέας, τούς ἔδωσε κρέας. Πέφταν τά πουλιά μπροστά στά πόδια τους. Λοιπόν γιατί νά ὀλιγοπιστοῦμε;
VI. Μετάνοια σημαίνει ἀμεριμνησία γιά ὅλα
καί μέριμνα γιά τό ἕνα, τό πρῶτο καί κύριο,
πού εἶναι ὁ Χριστός
Βλέπετε ὁ Χριστός δέν μᾶς εἶπε νά ζητᾶμε τίποτα. Μᾶς εἶπε νά ζητᾶμε κάτι; Ὄχι. Ἕνα πρᾶγμα μόνο: «Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην Αὐτοῦ καί ταῦτα πάντα προστεθήσονται ὑμῖν». «Προστεθήσονται» θά πεῖ θά σοῦ έρθουν ἔτοιμα· στό πιάτο. Δέν θά κάνεις κάτι ἐσύ. Θά σοῦ προστεθοῦν.
Ἐσύ νά ζητᾶς μόνο τόν Χριστό, νά ζητᾶς τή Βασιλεία, νά ζητᾶς τή χάρη. Αὐτό πού εἴπαμε στήν ἀρχή, τήν ἄκτιστη, θεοποιό ἐνέργεια. Ἐνέργεια, πού ἔχουμε πάρει ὄντως ἀπό τό βάπτισμα καί τήν ἔχουμε θάψει. Καί πρέπει νά τήν ψάξουμε, νά τή βροῦμε, νά φυσήξουμε νά φύγουν οἱ στάχτες, νά φύγουν τά μπάζα, νά φανερωθεῖ ὁ ἄνθρακας ὁ μισοσβησμένος. Νά ζωογονηθεῖ μέ τό φύσημα, πού εἶναι ἡ νοερά προσευχή, νά βάλουμε καί τά καλά ἔργα ἀπό πάνω, τά ξυλαράκια καί ν’ ἀνάψει μέσα μας ἡ φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Νά γίνουμε ἄνθρωποι ὄμορφοι, ἀληθινά ὄμορφοι, ὅπως εἶναι οἱ ἅγιοι. Βλέπετε οἱ ἅγιοι τί ὀμορφιά ἔχουν; Τί φῶς ἔχουν; Ἕνα φῶς, πού ἔρχεται ἀπό παντού. Καί ἀπό μέσα τους καί ἀπέξω τους. Βλέπουμε τό φωτοστέφανο ὡς συμβολική ἀπεικόνιση αὐτοῦ τοῦ φωτός. Γιατί; Γιατί καίει αὐτή ἡ φωτιά. Ἔχουν ἀνάψει αὐτή τή φωτιά. Αὐτός είναι ὁ ἅγιος. Καί ὅλοι εἴμαστε κεκλημένοι καί ὑποχρεωμένοι νά γίνουμε ἅγιοι.
Προσέξτε. Λέμε: «Καλά τώρα· εἶναι πολύ αὐστηρός αὐτός ὁ παπάς. Ἅγιοι θά γίνουμε»; Ναί, Ἅγιοι θά γίνουμε. Πρέπει νά γίνουμε. Γιατί; Τό λέει ὁ Χριστός. «Ἅγιοι γίνεσθε» λέει. Πρέπει νά γίνεσθε συνεχῶς ἅγιοι. Καί «ἅγιος» σημαίνει ξεχωρισμένος ἀπό τόν κόσμο, ἀπό τήν ἁμαρτία καί δοσμένος στόν Θεό, ἀφιερωμένος στόν Θεό.
Δέν εἶναι ἀφιερωμένοι στόν Θεό οἱ μοναχοί μόνο. Ὅλοι εἴμαστε ἀφιερωμένοι στόν Θεό. Ὅλοι ἀνήκουμε στόν Θεό, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔχει ἐξαγοράσει μέ τό αἷμα του. Δέν λέει ἔτσι ἡ Ἁγία Γραφή; «Ἠγοράσθητε γάρ τιμῆς». Μᾶς ἔχει ἐξαγοράσει μέ τό πολύτιμο αἷμα του ὁ Χριστός. Δέν ἀνήκουμε στόν ἑαυτό μας, ὅπως λένε μερικοί καί μερικές: «Σῶμα μου εἶναι, τό κάνω ὅ,τι θέλω, ἄρα μπορῶ νά κάνω καί ἔκτρωση». Δέν μπορεῖς. Ἀνήκουν στόν Χριστό καί τό σῶμα σου καί ἡ ψυχή σου.
Οὔτε μπορεῖς νά πορνεύεις. Γιατί τό σῶμα σου εἶναι σῶμα Χριστοῦ. Καί δέν μπορεῖς τά μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ νά τά κάνεις πόρνης μέλη. Δέν μπορεῖς νά κάνεις κακές σκέψεις καί κατακρίσεις. Λένε: «Δέν πειράζει τώρα μιά κατακρισούλα». Ὄχι, δέν πρέπει. Γιατί δέν σοῦ ἀνήκει οὔτε τό στόμα σου οὔτε ἡ σκέψη σου οὔτε ἡ ὕπαρξή σου. Ἀνήκει στόν Χριστό καί δέν μπορεῖς νά τή μολύνεις.
Ἐ, λέει, θά ἐξομολογηθῶ. Τί λογική εἶναι αὐτή; Ἐπειδή θά ἐξομολογηθεῖς δηλαδή, ποντάρεις στή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ καί λές: «Ἄς κάνω ακόμα μιά αὐτοκοτονία;». Ξέρετε, ὑπάρχει καί αὐτή ἡ δαιμονική ἀντίληψη. Σοῦ λέει «Θά ἐξομολογηθῶ. Ἀφοῦ θα ἐξομολογηθῶ, ἄς κάνω μερικές ἁμαρτίες ἀκόμα». Σά νά λές: «Ἔπαθα ἀτύχημα. Ἐ, ἀφοῦ θά πάω πού θά πάω στό νοσοκομεῖο, ἄς κάνω ἀκόμα μερικά τρακαρίσματα, γιά νά ἔχει δουλειά ὁ γιατρός, ἄς ποῦμε». Καί ἄν δέν προλάβεις καί μείνεις στόν δρόμο ἀπό τήν αἱμορραγία; Τί γίνεται τότε; Βλέπετε πόσα λανθασμένα κυκλοφοροῦνε καί τά προσλαμβάνουμε, ἐνῶ εἶναι δαιμονικά, εἶναι διαβολικά;
Γιατί ἄλλο εἶναι νά πέσεις μιά φορά καί ἄλλο νά πέσεις δέκα φορές. Μετά, ξέρετε, αὐτός πού ἔχει πέσει δέκα φορές, ἄς πούμε, ξέρετε πόσο θά δυσκολευτεῖ νά ἐξαλείψει τή συνήθεια τῆς ἁμαρτίας; Πολύ πιό δύσκολα ἀπό τόν ἀλλο, πού ἔπεσε μιά φορά. Γιατί εἴπαμε τήν ἄφεση θά τήν πάρει. Ἐντάξει. Θά ἐξομολογηθεῖ, θά πάρει ἄφεση. Ἀλλά τή συνήθεια πῶς θά την κόψει; Αὑτό εἶναι τό δύσκολο. Καί ἄν δέν κόψει τή συνήθεια θά τήν ξανακάνει ἀμέσως τήν ἁμαρτία. Δέν ὑπάρχει περίπτωση. Καί δέν θά φτάσεις ποτέ στή θεραπεία ἅμα συνεχίσεις ἔτσι.
Καί αὐτό βέβαια ἔρχεται, ξέρετε, ὡς βίωμα. Δηλαδή ἀπό τή στιγμή, πού θά ἀρχίσεις νά νιώθεις αὐτή τή φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά ἀνάβει μέσα σου, νά ζωογονεῖται, νά αὐξάνει. Ἀπό αὐτή τή στιγμή ἀρχίζει καί ἡ ἐλπίδα. Γιατί τί σημαίνει ἐλπίδα; Σημαίνει ὅτι κάτι καλό βλέπεις στόν ὁρίζοντα, κάτι καλό αἰσθάνεσαι. Κάτι καλό γίνεται μέσα σου. Καί ἔτσι ἔχεις βάσιμες ἐλπίδες. Ποιός δέν ἔχει ἐλπίδα; Αὐτός πού δέν βλέπει φῶς καθόλου. Τίποτα. Τόν τρώει ἡ μαύρη ἀπελπισία. Αὐτός πού ὑποκύπτει στούς δαιμονικούς λογισμούς. Πού σοῦ λέει: «Παράτα τα. Πάλι τά ἴδια θά πεῖς. Τί νά πᾶς νά ἐξομολογηθεῖς πάλι;».
Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη χαρά τοῦ διαβόλου. Νά μή μετανοοῦμε. Νά μή διορθώνουμε τόν ἑαυτό μας. Ὅσους προσπαθοῦνε κάπως καλά καί ἀγωνίζονται, προσπαθεῖ νά τούς ρίξει στή ραθυμία, στήν τεμπελιά. Καί αὐτούς, πού εἶναι στή ραθυμία και στήν τεμπελιά, νά τούς ρίξει στήν ἁμαρτία. Καί αὐτούς πού εἶναι στήν ἁμαρτία νά τούς ρίξει στήν ἀπελπισία. Νά μήν πᾶνε νά ἐξομολογηθοῦν, νά μήν πᾶνε νά μετανοήσουν.
VII. Μετανοῶν σημαίνει κατάδικος
ἀπηλλαγμένος ἀπό αἰσχύνη
(Σημείωση: Καί μέ αὐτό νά τελειώσουμε, γιατί συμπληρώθηκε καί ἡ ὥρα).
Ὅλοι εἴμαστε κατάδικοι. Ὅλοι ἔχουμε ἁμαρτήσει, μηδενός ἐξαιρουμένου. Ὅλοι εἴμαστε προορισμένοι γιά τήν κόλαση. Γιατί καί μιά ἁμαρτία να ἔχεις γιά τήν κόλαση εἶσαι. Ἐμεῖς μόνο μία ἔχουμε; Πάρα πολλές. Ὁ Ἀδάμ μία ἔκανε καί ἔχασε τόν Παράδεισο. Ὁ Διάβολος μία ἁμαρτία ἔκανε καί ἔχασε τή θέση του. Λοιπόν ἐμεῖς;
Καί τί θά γίνει τώρα; Δόξα τῷ Θεῷ πού ὑπάρχει ἡ μετάνοια. Χίλιες δόξες στόν Θεό, πού ὑπάρχει αὐτή ἡ χρυσή εὐκαιρία, ὥστε μόλις μέ πέντε λεπτά ἐξομολόγησης νά κερδίζεις τήν αἰωνιότητα. Δέν εἶναι κρῖμα γιά πέντε λεπτά νά χάσεις τήν αἰωνιότητα; Καί ὅμως πόσοι ἄνθρωποι τό ἀφήνουν. Σοῦ λένε: «Ἀργότερα». Γιατί ἔτσι τούς λέει ὁ πονηρός. Δέν σοῦ λέει: «Μήν τό κάνεις». Σοῦ λέει: «Ἄστο λίγο πιό μετά. Τώρα ἔχεις κάτι πιό ἐπεῖγον. Κάντο αὐτό καί μετά κάνεις τήν ἐξομολόγηση. Ἔχεις καιρό».
Ἔτσι μᾶς ξεγελάει λοιπόν ὁ διάβολος. Καί μέ τό «ἔχεις καιρό» περνᾶνε οἱ μῆνες καί τά χρόνια καί ἑδραιώνονται τά πάθη μέσα σου. Καί στό τέλος λές: «Μπά, τώρα ἀποκλείεται. Νά ἀλλάξω τώρα; Δέν γίνεται». Ἔτσι σέ ρίχνει μετά στή ἀπελπισία. Ἀπό τήν ἀμέλεια λοιπόν πᾶς στήν ἀπελπισία. Γι΄αυτό νά μήν ἀκοῦμε αὐτό τόν δαιμονικό λογισμό τό «λίγο μετά». Νά λέμε: «Τώρα θά πάω νά ἐξομολογηθῶ. Ἐδῶ καί τώρα». Γιατί εἶναι τό πρῶτο στή ζωή μας. Τό πρῶτο στή ζωή μας εἶναι ὁ Χριστός. Εἶναι ἡ σωτηρία. Καί ὅλα τα ἄλλα εἶναι μετά. Ὅλα τά ἄλλα θά τά κάνει ὁ Χριστός. Τό εἶπε: «Ζητείτε ἐμένα καί τά ἄλλα τά ἀναλαμβάνω ἐγώ». Ἐμεῖς λέμε: «Κάτσε νά τά κάνω ὅλα τά ἄλλα καί μετά, ἅμα περισσέψει κάτι, θά πάω καί νά ἐξομολογηθῶ». Βλέπετε πώς λειτουργοῦμε τελείως ἀντιθετικά μέ αὐτά πού λέει ὁ Θεός;
Θέλεις λοιπόν νά ἀπαλλαγεῖς ἀπό τήν αἰσχύνη; Ἀπό ποιά αἰσχύνη; Τήν αἰσχύνη πού φέρνει ἡ ἁμαρτία, πού φέρνουν τά πάθη. Τήν ὁποία τήν ἔχουμε καί σέ αὐτή τή ζωή, ξέρετε. Γιατί ἡ ἁμαρτία εἶναι ντροπή γιά τόν ἄνθρωπο. Σήμερα βέβαια ἔχουν τόσο διαστραφεῖ οἱ ἄνθρωποι, πού τήν ἁμαρτία τήν κάνουν καί καυχῶνται. Καί αὐτός εἶναι ὁ ἔσχατος βαθμός ἀλλοτρίωσης, ξέρετε. Νά κάνεις τήν ἁμαρτία καί νά μήν ντρέπεσαι. Ὄχι μόνο νά μήν ντρέπεσαι ἀλλά νά θές καί νά σέ βραβεύσουν κιόλας. Νά σοῦ ποῦνε ὅτι πολύ καλά κάνεις. Νά κάνουν καί νόμο, πού νά σέ προστατεύει, ὥστε νά τήν κάνεις καί νόμιμα καί ἀνεμπόδιστα καί νά ἔχεις καί τά χειροκροτήματα.
Ἐκεῖ ἔχουμε φτάσει τώρα. Στόν ἔσχατο βαθμό ἀλλοτρίωσης. Γι’ αὐτό βλέπετε ἕναν νέο πού κρατάει τήν ἁγνότητά του, τόν εἰρωνεύονται οἱ ἄλλοι στό σχολεῖο. Ἤ ἕνα παιδί, πού ντύνεται σεμνά, ἕνα κορίτσι, πού φοράει φούστα, ξέρω ΄γώ καί προσπαθεῖ νά εἶναι ἁγνό καί καθαρό, τό κοροϊδεύουνε. Καί ἕνα παιδί πού κάνει ὅλες τίς ἁμαρτίες εἶναι τόπ, εἶναι στήν κορυφή. Ναί.
(Σημείωση: Τά λέω κάπως ἁπλά. Βέβαια δέν θα ἤθελα νά μιλάω ἔτσι ἀλλά τά λέω ἁπλά, γιατί νομίζω ὅτι ἔτσι καταλαβαινόμαστε ὅλοι καλύτερα).
Λοιπόν τήν ὁμοφυλοφιλία θέλουνε νά τήν ἀπενοχοποιήσουνε καί ὄχι μόνο, νά τή βραβεύσουνε κιόλας. Θελουν νά τούς ποῦμε: «Μπράβο, παιδί μου». «Εἶναι μιά ἰδιαιτερότητα» σοῦ λέει. «Δέν εἶναι κάτι κακό, μιά ἰδιαιτερότητα». Ὅλες τίς διαστροφές τίς βαφτίσανε ἰδιαιτερότητες. Ἐ καί ὁ διάβολος μιά ἰδιαιτερότητα εἶναι. Νά τόν βάλουμε καί αὐτόν στή ζωή μας, ἄς ποῦμε.
Μετάνοια λοιπόν σημαίνει ἀπαλλαγή ἀπό τήν αἰσχύνη πού φέρνει ἡ ἁμαρτία καί σ’ αὐτή τή ζωή. Διότι, ναί μέν εἴπαμε, τή βραβεύουμε τήν ἁμαρτία ἀλλά ὄχι ὅλοι εὐτυχῶς, δόξα τῷ Θεῷ! Καί προπάντων δέν τή βραβεύουνε οἱ ἄγγελοι, οἱ ἅγιοι καί ὁ Θεός. Καί εἶναι μιά μεγάλη ντροπή μπροστά στόν οὐράνιο κόσμο ἡ ἁμαρτία πού κάνουμε. Οἱ ἁμαρτίες πού κάνουμε. Ἀλλά κατεξοχήν αἰσχύνη θά ὑπάρξει στή Δευτέρα Παρουσία. Ἐκεῖ θά φανερωθοῦν ὅλα τά ἔργα μας, σάν σέ βίντεο καί θά τά δεῖ ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα. Ἐκτός κι ἄν ἔχεις προλάβει καί τά ἔχεις ἐξαλείψει τά κακά σου ἔργα μέ τή μετάνοια. Μέ τά δάκρυά σου, μέ τήν ἐξομολόγησή σου. Τότε ἀπαλλάσσεσαι ἀπό τήν αἰσχύνη καί ἀπό τό δημόσιο, παγκόσμιο ρεζίλεμα. Ὁ Θεός νά δώσει λοιπόν νά μή γευτοῦμε αὐτή τήν αἰσχύνη, νά πάρουμε στά σοβαρά τή σωτηρία μας καί ἐδώ καί τώρα νά μετανοήσουμε ἀλλάζοντας ριζικά τή ζωή μας.
(Σημείωση: Τίποτε ἄλλο; Συγγνώμη ἄν σᾶς κούρασα).
Μ Ε Ρ Ο Σ Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Ο
ἘρωταπαντήσειςΠ. Ἀντώνιος: – Τώρα μπορείτε νά ρωτήσετε κάτι, ἄν θέλετε.
α. Έρωταποκρίσεις περί μετάνοιας καί μνήμης Θεού
Ἐρώτηση: – Τή μετάνοια ὁ Θεός δέν τή δίνει; Κάπου διάβασα ὅτι τή μετάνοια τή δίνει ὁ Θεός. Ἄρα δέν μποροῦμε νά τήν ἔχουμε ἐμεῖς ἀπό μόνοι μας, ἄρα ζητᾶμε ἀπό τόν Θεό νά μᾶς τή δώσει.
Ἀπάντηση: – Τή δίνει ὁ Θεός ἀλλά καί ἐμεῖς συνεργαζόμαστε μέ αὐτό. Ἀλλιῶς δέν θά μᾶς ἔλεγε ὁ Θεός «Μετανοεῖτε». Ἔτσι; Θά μᾶς ἔλεγε: «Ἐντάξει. Κοιμηθεῖτε ἥσυχοι. Θά σᾶς τή δώσω ἐγώ τή μετάνοια». «Μετανοεῖτε, ἤγγικεν γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Γιατί νά μᾶς τό πεῖ αὐτό ὁ Χριστός; Καί αὐτό ἦταν τό κήρυγμα του, ἔτσι; Καί τό ἴδιο κήρυγμα ἔκανε καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, «Μετανοεῖτε! Μετανοεῖτε! Μετανοεῖτε!». Δέν εἶπε κάτι ἄλλο. Ἀλλάξτε, γυρίστε ἀνάποδα δηλαδή. Γιά νά μᾶς τό λέει σημαίνει ὅτι μποροῦμε νά τό κάνουμε. Καί βέβαια (ἡ μετάνοια) ὁλοκληρώνεται μέ τή θεία χάρη ἀλλά τήν πρώτη κίνηση τήν κάνει ὁ Θεός. Προσέξτε ὄμως, χωρίς νά μᾶς ἀναγκάσει.
Ὁ Θεός, λέει στήν Ἀποκάλυψη, στέκεται στην πόρτα καί κρούει. «Ἰδού ἔστηκα ἐπί τήν θύραν καί κρούω». Σέ ποιόν κρούει; Σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους κρούει. Χτυπάει στίς καρδιές ὅλων. Μένει ἀπ’ ἔξω καί περιμένει. Τί περιμένει; Ἐμᾶς. Τί κάνουμε για νά τοῦ ἀνοίξουμε τήν πόρτα; Ποιά πόρτα; Τῆς καρδιᾶς μας. Νά τοῦ ποῦμε: «Ἔλα Χριστέ μας νά μᾶς καθαρίσεις». Αὐτή εἶναι ὅλη ἡ ἱστορία. Ἡ δική μας ἡ κίνηση ποιά εἶναι; Νά τοῦ ἀνοίξουμε τήν πόρτα. Καταλάβατε; Αὐτό δέν θά τό κάνει ποτέ ὁ Χριστός. Χρειάζεται λοιπόν νά τό κάνουμε αὐτό. Καί ὅλα τα ἄλλα θά τά κάνει ὁ Χριστός.
Νά ἀνοίξουμε τήν πόρτα σημαίνει αὐτό πού σᾶς εἶπα. Νά ἀναγνωρίσουμε ὅτι μόνοι μας δέν μποροῦμε νά κάνουμε τίποτα καί νά τα ἀφήσουμε ὅλα στόν Χριστό. Καί νά ποῦμε: «Χριστέ μου, ἐσύ νά μέ καθαρίσεις. Ἐγώ δέν μπορῶ νά καθαριστῶ. Ἐσύ νά μοῦ πάρεις τή γαστριμαργία, τή λαιμαργία, τά σαρκικά, τά πάντα, τόν θυμό. Καί- ἐννοεῖται φυσικά- θά κόψω καί ἐγώ τόν ἀρραβῶνα, θά κάνω ὅλα τά προκαταρκτικά πού εἴπαμε, τίς προϋποθέσεις καί ὅλα τά ὑπόλοιπα».
Θά πεῖς καί αὐτά δέν μπορῶ νά τά κόψω. Και γι΄ αὐτά προσευχή στόν Χριστό. Ὁ Χριστός θά στά κόψει καί αὐτά. Ἀλλά πρέπει, προσέξτε, νά κάνουμε τό ἄνοιγμα τῆς πόρτας. Ποιό εἶναι; Νά τό πῶ ἀκόμη πιό συγκεκριμένα; Νά κάνουμε προσευχή ἀδιάλειπτη. Ἀσταμάτητη προσευχή. Ὄχι ἕνα «Πάτερ ἡμῶν» τό πρωί καί ἕνα μισονυσταγμένοι …τό βράδυ. Δέν γίνεται ἔτσι δουλειά. Εἶναι σά νά λές θά ἀναπνέω πέντε λεπτά τό πρωί καί πέντε τό βράδυ. Φτάνει;
Ἡ προσευχή εἶναι ἡ ἀναπνοή τῆς ψυχῆς. Ὅσο λοιπόν ζεῖς ἀναπνέοντας πέντε λεπτά τό πρωί καί πέντε λεπτά τό βράδυ ἄλλο τόσο ζεῖς μέ τήν κατάλληλη προσευχή, τήν πρωινή καί τή βραδινή. Νά γιατί ἡ ψυχή μας, οἱ ψυχές μας εἶναι καταθλιμμένες, εἶναι μαραμένες. Γιατί λείπει τό ὀξυγόνο. Γιά κλεῖστε τή μύτη σας καί τό στόμα καί μήν πάρετε ἀνάσα. Θά σκάσετε. Ἔτσι εἶναι σκασμένες καί οἱ ψυχές μας. Γι’ αὐτό εἴμαστε ὅλοι μέσα στά νεύρα, μέσα στήν κατάθλιψη καί σε ὅλα αὐτά πού ξέρετε, τά λεγόμενα ψυχολογικά.
Οἱ σύγχρονοι Γεροντάδες τό λένε ἀπερίφραστα. Τά ψυχολογικά εἶναι πειρασμικά, εἶναι δαιμονικά. Κρύβουνε πίσω δαιμόνια, κρύβουνε πίσω δηλαδή πάθη, ἁμαρτίες καί συγκαταθέσεις σας. Καί ἡ αἰτία τῆς κατάθλιψης εἶναι ἡ ὑποταγή στά πάθη πού ἔχουμε. Μήν ψάχνετε μέ χαπάκια καί ψυχιάτρους. Μετανοήστε, ἐξομολογηθείτε καί ἔτσι θά γίνει ἡ κατάλληλη θεραπεία τῆς κατάθλιψης. Ἡ ὁποία, ἄς σημειωθεῖ, εἶναι ἡ πιό καλπάζουσα νόσος τῆς ἀνθρωπότητας. Οἱ ἴδιοι οἱ κοσμικοί, οἱ γιατροί, ὁ Παγκόσμιος Ὀργανισμός Ὑγείας, λένε πώς κατά τό 2020 ἡ κατάθλιψη θά εἶναι ἡ πρώτη αἰτία ἀναπηρίας καί θανάτου. Γιατί; Εἶναι πολύ ἁπλό. Τήν ψυχή μας τήν ἔχουμε σκοτώσει. Τήν ἔχουμε σκοτώσει πολλές φορές μέ τίς ἁμαρτίες μας. Μιά ψυχή πού δέν προσεύχεται δέν μπορεῖ νά ζήσει.
- Ναί, ὁρίστε. (Δίνεται ὁ λόγος γιά ἐρώτηση).
Ἐρώτηση: - Κατ’ ἀρχάς, π. Σάββα, τήν εὐχή σας, καλό Παράδεισο να ἔχετε, εὐχαριστοῦμε πολύ. Ἤθελα νά ρωτήσω σχετικά μέ τή μνήμη τοῦ Θεοῦ καί πῶς μπορεῖ ἕνας Χριστιανός, ὁ ὁποῖος εἶναι συνειδητό μέλος τῆς Εκκλησίας, δηλαδή βρίσκεται σέ συνεχή ἐπαφή μέ τόν πνευματικό, μετέχει στά μυστήρια, ἐκκλησιάζεται, πῶς μπορεῖ νά ἔχει συνεχή μνήμη Θεοῦ καί πῶς μπορεῖ νά ξεχωρίσει, ἄν αὐτή εἶναι καρδιακή ἤ διανοητική.
Ἀπάντηση: – Ποιά εἶναι ἡ διαδικασία, γιά νά ἔχουμε αὐτή τήν ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ; Η ἐρώτηση. Λοιπόν χρειάζεται νά ἔχεις, ὅπως τό εἶπες καί ἐσύ, πνευματικό ὀδηγό, ὁ ὁποῖος νά εἶναι ἔμπειρος. Νά σέ βοηθήσει δηλαδή νά τό μάθεις. Πού σημαίνει, πρέπει νά τό ἔχει κάνει ὁ ἴδιος πρώτα στόν ἑαυτό του, γιά νά μπορέσει νά τό πεῖ καί σέ σένα. Γιατί δυστυχῶς, ὅσοι φορᾶνε ἄσπρη μπλούζα δέν εἶναι καί σωστοί γιατροί πολλές φορές. Ἔτσι; Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά ὅλους.
Νά μήν κρυβόμαστε. Ὁπότε προσπαθεῖς νά βρεῖς τόν σωστό πνευματικό· τό πρῶτο, τό βασικό. Ἔνα θεραπευτή, ὄχι ἕναν ἐπιεική, όπως λένε: «Ἀ, αὐτός εἶναι αὐστηρός πήγαινε σέ κανένα πιό μαλακό». Σά νά σοῦ λένε νά πᾶς σέ ἕνα γιατρό, πού θά σοῦ πεῖ: «Ἐντάξει, δέν πειράζει ὁ καρκίνος πού ἔχεις τώρα, ἕνα καρκινάκι εἶναι, πάρε ἀσπιρίνη καί φύγε». Εἶναι καλός γιατρός αὐτός; Ἀφοῦ δέν σέ βάζει σέ ἀκτινοβολίες καί σέ ὅλα αὐτά τά ἐπώδυνα καλός θά εἶναι, φαίνεται. Ἀμ, δέν εἶναι καλός, σέ κοροϊδεύει. Πολύ ἁπλά. Λοιπόν κάπως ἔτσι θέλουμε καί γιά τά πνευματικά. Νά μᾶς δίνει εὐλογία, νά κοινωνᾶμε καί νά ἁμαρτάνουμε κιόλας. Γιατί, μήπως δέν γίνεται; Ἀμ…δέν γίνονται ὅλα. Ὁ Χριστός δέν τά ἐπιτρέπει ὅλα.
Πῶς θά ἔχουμε τήν ἀδιάλειπτη μνήμη; Βρίσκουμε τόν πνευματικό. Ἀπό ἐκεῖ καί μετά, κατ’ ἀρχάς πρέπει νά ἔχουμε μία καθαρότητα. Δέν νοεῖται νά κάνεις, ἄς ποῦμε, προσπάθεια νοερᾶς προσευχῆς καί νά ἔχεις ἀνεξομολόγητες ἁμαρτίες. Δέν θά λειτουργήσει. Δηλαδή νά εἶσαι ἀμετανόητος. Πρέπει νά καθαρίσεις τήν καρδιά σου ἀπὀ ὅλα, ὅσα θυμᾶσαι.
Δυστυχῶς ὑπάρχουν χριστιανοί, πού ἔχουν ἀνεξομολόγητες ἁμαρτίες. Δυστυχῶς. Καί μεγάλες ἁμαρτίες. Σοῦ λέει: «Ντρέπομαι… Νά βρῶ κανέναν Ἁγιορείτη νά τά πῶ» Καί ἔρχονται, ἄς ποῦμε, ἑβδομηντάρηδες καί, ξέρω ΄γώ, ὀγδοντάρηδες καί σοῦ λένε: «Ἔχω αὐτή τήν αμαρτία ἀπό παιδί και δέν τήν ἔχω πεῖ ποτέ». Γιατί, παιδί μου; Δέν καταλαβαίνεις ὅτι στερεῖς τήν ψυχή σου; Ὁ διάβολος ἔχει δικαιώματα καί γιά μία ἁμαρτία πού δέν ἔχεις πεῖ οὐσιαστικά ἔχεις ἀκυρώσει ὅλες σου τίς ἐξομολογήσεις. Μή σᾶς φαίνεται βαρύ αὐτό πού σᾶς λέω. Τόν Θεό πᾶς νά κοροϊδέψεις; Μία ἁμαρτία δέν εἶπες; Τήν ἔκρυψες; Καμία δέν εἶπες. Δέν μετάνιωσες.
Τήν ξέρετε τήν ἱστορία μέ τά φίδια, ἔτσι; Ἔβγαζε, ἔβγαζε φίδια κάποιος πού ἐξομολογιότανε. Ἕνα μεγάλο φίδι πήγαινε νά βγεῖ και δέν ἔβγαινε. Ἔβγαζε τό κεφάλι του μόνο καί ξανάμπαινε. Ἕνας διορατικός ἀπό μακριά τά ἔβλεπε. Στό τέλος τί ἔγινε; Δεν τό εἶπε ἕνα βαρύ ἁμάρτημα πού εἶχε, μπῆκε μέσα τό μεγάλο φίδι και τα ἄλλα τά μικρουλάκια, πού ἦταν ἀπό γύρω, ξαναμπήκαν ὅλα μέσα. Ἄκυρη ὅλη ἡ ἐξομολόγηση, Καταλάβατε;
Ἤ τό ἄλλο. Ἐξομολογούμαστε, ὑποτίθεται ὅτι μετανοοῦμε καί δέν συγχωροῦμε. Δέν συγχώρεσες τόν ἄλλον; Δέν μιλᾶς μέ τή γειτόνισσα, μέ τήν πεθερά σου, μέ τή νύφη σου; Ἀσυγχώρητα εἶναι ὅλα. Πῶς εἶναι ἀσυγχώρητα; Μᾶς το εἶπε ὁ Κύριος. Τί λέει ἡ παραβολή τοῦ χρεώστου τῶν ταλάντων; Τοῦ χάρισε, λέει, δέκα χιλιάδες τάλαντα, ὁ Θεός. Ἄπειρη δηλαδή ἐλεημοσύνη μᾶς κάνει ὁ Θεός. Ὅλα τά διαγράφει καιί σοῦ ζητάει κάτι, λιγάκι. Τί; Νά χαρίσεις ἕνα κατοστάρικο στόν διπλανό σου, στή διπλανή σου. Δέν τό ἔκανες; Στά ζητάει ὅλα μετά. Τήν ἀκυρώνουμε τήν ἐξομολόγηση μόνοι μας. Βλέπετε; Ἔτσι λέει κάποιος γιά τόν ἐχθρό του: «Οὔτε στήν κηδεία μου νά μήν ἔρθει». Καί κόβουν σχέσεις. Καί ἔχεις ἀδέλφια, πού δέν μιλιούνται γιά χρόνια. Κατά τά ἄλλα εἶναι ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας.
Βλέπετε κάνουμε τραγικά λάθη καί μετά λέμε: «Γιατί δέν λειτουργεῖ; Γιατί δέν ἔχουμε ἐμπειρία τῆς προσευχῆς;῾ Τί ἐμπειρία να ἔχεις, ἀφοῦ ἔχεις βάλει τά δαιμόνια μέσα σου; Σ’ ἀφήνει ὁ δαίμονας νά ἔχεις ἐμπειρία τῆς προσευχῆς; Κάντα πρώτα λοιπόν σωστά τά ἔργα τῆς μετάνοιας καί μετά πιάσε καί τό κομποσκοίνι νά κάνεις νοερά προσευχή.
Στρώσου κάτω καί φτιάξε κατάσταση. Πῶς, ὅταν θές νά ἀνάψεις τό φῶς, πρέπει νά κάνεις ἐγκατάσταση, όπως ἔλεγε ἔνας Γέροντας. Νά ἔχεις δίκτυο, νά ἔχεις τά φωτιστικά μέσα, τούς λαμπτήρες κτλ. Νά ὑπάρχει ἠλεκτρικό ρεῦμα καί τότε θά πατήσεις τόν διακόπτη, θά περάσει το ρεύμα και θά ἔχεις φῶς. Λοιπόν γιά νά κάνεις προσευχή θά πρέπει νά φτιάξεις μιά κατάσταση μέσα σου καί γύρω σου. Νά γιατί χρειάζεται καί τό θυμίαμα, χρειάζεται καί ἡ ἡσυχία, χρειάζεται νά διαβάσεις λίγο τήν Καινή Διαθήκη, πρίν προσευχηθεῖς. Χρειάζεται νά ἡσυχάσεις ἀπό ὅλα, νά τά ξεχάσεις ὅλα τά τῆς ἡμέρας καί μετά ξεκίνα.
Οἱ Πατέρες λένε, γιά νά μάθεις τή νοερά προσευχή, νά ξεκινήσεις πρώτα μέ τό στόμα. Νά λές τό «Κύριε Ἰησοῦ ἐλέησέ με» γιά ὁρισμένη ὥρα, μέχρι νά κουραστεί ἡ γλῶσσα σου. Ἔτσι νά τό λές συνέχεια, ὥστε νά γίνει συνήθεια καί νά γεμίσει τό αὐτί σου ἀπό τήν προσευχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με». Καί σιγά σιγά, ὅταν θάρθει, ἄς ποῦμε, ἡ πληρότητα τοῦ χρόνου, θά τό λές καί μέ τήν καρδιά σου. Αὐτή εἶναι ὅλη ἡ διαδικασία. Θέλει πολύ ὑπομονή καί πολύ ἐπιμονή καί μία σταθερότητα, μία συνέπεια καθημερινά.
Λέω καί στά πνευματικά παιδιά στή Θεσσαλονίκη κάθε βράδυ στίς ἔντεκα ἡ ὥρα, ὅπου βρίσκεται ὁ καθένας, νά κάνουμε αὐτή τήν προσπάθεια. Ἕντεκα μέ ἕντεκα καί τέταρτο καί, ἅμα θέλετε, μπεῖτε καί σεῖς στήν παρέα μέ τήν εὐχή τῶν πνευματικῶν σας. Ἕντεκα μέ ἕντεκα καί τέταρτο, ὅπου καί ἄν εἶναι ὁ καθένας μας νά λέμε τό «Κύριε Ἰησοῦ ἐλέησέ με». Εἶναι ἕνας τρόπος καί νά ἑνωνόμαστε πνευματικά ὅλοι καί νά κάνουμε μιά ἀρχή στή μνήμη τοῦ Θεοῦ, μέ τίς προϋποθέσεις, πού σᾶς εἶπα προηγουμένως.
- Ἐμεῖς εἴπαμε στίς ἕξι τό πρωί.
- Ὁρίστε;
- Ἐμεῖς εἴπαμε στίς ἕξι τό πρωί.
- Ἔ, τότε ὑποχωρῶ. Ὅ,τι θέλετε.
- Στίς ἕξι τό πρωί νά προσευχόμαστε, ὡραῖα.
Νά τό δοκιμάσουμε.
β. Ἐρωταποκρίσεις γιά τήν ἀντιμετώπιση λαθών στήν ἀγωγή τῶν παιδιών
Ἐρώτηση: - Τά παιδιά μας, πού δέν πᾶνε στήν Έκκλησία καί δέν ἐξομολογούνται;
Ἀπάντηση: – Λοιπόν θά ποῦμε καί γιά τά παιδιά σας, γιά τά παιδιά μας, πού δέν πᾶνε στήν Ἐκκλησία καί δέν ἐξομολογοῦνται. Αὐτό κοιτάξτε εἶναι τραγικό λάθος.
(Σημείωση: Τό λέγαμε καί προηγουμένως μέ κάποια μικρή ὀμάδα στό γραφεῖο).
Τό κάνουν οἱ γονεῖς, γιατί δέν ξέρουν νά μεγαλώσουν τά παιδιά τους δυστυχῶς. Οἱ γονεῖς δέν ξέρουνε τί σημαίνει γονιός, τί σημαίνει πατέρας, τί σημαίνει μητέρα καί τί σημαίνει ἀγωγή τῶν παιδιῶν. Καί κάνουν ἀκριβῶς τά ἀντίθετα ἀπό αὐτά, πού πρέπει νά κάνουν. Γιατί τά κάνουν; Πολύ ἁπλᾶ, διότι ἔχουν ἐγωισμό. Γιατί νομίζουνε πως τά ξέρουν. Σοῦ λέει κάποιος: «Νά πάω ἐγώ τώρα νά ἀκούσω τόν παπά»; Τί θά μοῦ πεῖ; Δέν ξέρω πῶς νά μεγαλώσω τά παιδιά μου;». Ἤ τοῦ λέει ὁ ἄλλος: «Τί νά πᾶς τώρα; Δέν ἔχεις ἐσύ λογική καί νοῦ;». Ἤ «Τί νά πάω ἐγώ νά διαβάζω τί λέει ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος γιά τά παιδιά»;
Λέει ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος γιά τά παιδιά; Λέει σᾶς πληροφορῶ καί λέει πολύ ὡραῖα πράγματα διαχρονικά, τά ὁποῖα ἰσχύουν καί σήμερα καί θά ἰσχύουν στόν αἰῶνα τόν ἄπαντα. Λοιπόν ἔχει μία ὁμιλία: «Περί κενοδοξίας καί πῶς πρέπει οἱ γονεῖς νά ἀνατρέφουν τά παιδιά τους». Μπορεῖτε, ἄν θέλετε, νά ψάξετε νά τή βρεῖτε καί νά τή διαβάσετε. Σήμερα ἔχουμε τόσες μεταφράσεις, τόσα ὡραῖα βιβλία, τά ὁποία δέν τά ἀξιοποιοῦμε.
Λοιπόν μπορεί νά πείτε: «Τί σχέση ἔχει ἡ κενοδοξία μέ τήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν; Ἔχει σχέση;». Τί εἶναι κατ’ ἀρχάς ἡ κενοδοξία; Εἶναι ἡ ἐπιζήτηση τῆς ἄδειας δόξας. Τά «μπράβο», «μπράβο» τῶν ἀνθρώπων. Αὐτή εἶναι ἡ κενοδοξία. Πού μᾶς ἀρέσει νά μᾶς ἀναγνωρίζουν, νά μᾶς ἀγαπᾶνε καί ἐπιτέλους νά μᾶς ἐκτιμᾶνε ἤ ἐπιτέλους ἐπιτέλους νά μᾶς ἀφήσουν καί στήν ἡσυχία μας. Πάντως νά μήν μᾶς ἐνοχλοῦν.
Ἀλλά συνήθως δέν μᾶς ἀρκεῖ αὐτό, θέλουμε κάτι περισσότερο. Ἔτσι; Νά μᾶς ἀνεβάζουν, νά μᾶς ἔχουν μέσα τους ψηλά. Λοιπόν αὐτό ὅλο δέν ἔχει καμία ἀπολύτως οὐσιαστική σημασία γιά μᾶς. Καί τά «μπράβο» πού θά σοῦ ποῦνε, δέν σέ ἀνεβάζουν οὐσιαστικά σέ τίποτα καί τά ἀντίθετα, πού θά σοῦ ποῦνε, δέν σέ κατεβάζουν. Ἐκεῖνο πού σέ ἀνεβάζει καί σέ κατεβάζει εἶναι ὁ Θεός. Γι’ αὐτό εἶπε καί ὁ Χριστός: «Μή σᾶς νοιάζει γιά τό τί θά σᾶς κάνουν οἱ ἄνθρωποι. Νά σᾶς νοιάζει μόνο γι΄Αὐτόν πού ἔχει τήν ἐξουσία νά σᾶς πάρει στή γέεννα τοῦ πυρός ἤ στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, στόν Παράδεισο».
Ἐμεῖς ὅμως ἀπό τή μικρή μας ἡλικία τί κάνουμε; Ἐμπνέουμε στά παιδιά μας αὐτή τήν ἀγάπη γιά τή μάταιη δόξα τῶν ἀνθρώπων. Ἀξιοπρέπεια σοῦ λέει ὁ ἄλλος. Ἔχουμε βάλει καί ὡραῖα ὀνόματα. Νά μή σοῦ θίξει τήν ἀξιοπρέπεια. Καί μαθαίνει τό παιδάκι ἀπό πολύ πολύ μικρό νά κυνηγάει τά «μπράβο» τῶν ἄλλων, ὄχι τή δόξα τοῦ Θεοῦ, τήν ἄκτιστη, θεία δόξα, ὅπως θά ἔπρεπε. Δηλαδή τό ἄκτιστο φῶς, τή δόξα τῶν ἁγίων. Ἀλλά τί; Τήν κούφια δόξα τῶν ἀνθρώπων, πού εἶναι βδέλυγμα μπροστά στόν Θεό. Γιατί αὐτή ἡ κενοδοξία καταργεῖ τήν ὑπερηφάνεια.
Καί ἡ ὑψηλοφροσύνη καί ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι βδέλυγμα μπροστά στόν Θεό. Εἶναι ἀηδία. Ὁ Θεός τήν κάνει ἐμετό μαζί καί τούς ἀνθρώπους. Καί τούς ἀνθρώπους πού ἀγαπᾶνε αὐτή τή δόξα, τούς ὑπερήφανους τούς κάνει ἐμετό. Ἡ πιό μεγάλη ἁμαρτία δέν εἶναι τά σαρκικά καί ὅλα αὐτά οὔτε οἱ φόνοι. Ακόμα πιό μεγάλη ἁμαρτία εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια. Ἡ νόσος τοῦ διαβόλου. Ἀπό ἐκεῖ ξεκινᾶνε ὅλα τά ὑπόλοιπα.
Λοιπόν καί αὐτή τήν ὑπερηφάνεια τήν τρέφουμε στά μωρά μωρά. Πῶς τήν τρέφουμε; Μέ τά κανακέματα πού τούς κάνουμε. «Χρυσό μου, ἀργυρό μου, κορώνα μου, κούκλα μου κτλ. κτλ.». Τά ξέρετε. Τά χαϊδέματα, ὅλα αὐτά. Θά πεῖς: «Δέν πρέπει; Ἀφοῦ τό παιδάκι τά θέλει». Τα θέλει τό ἄρρωστο παιδάκι. Γιατί κληρονομοῦμε τήν ἀρρώστια ἀπό τούς γονεῖς. Καί ἀπό τούς προγόνους. Ποιά ἀρρώστια; Αὐτή τήν ἀρρώστια: Νά ἀγαπᾶμε τήν κενοδοξία. Ἀλλά τήν ἔχουμε ἁπλῶς ὡς ροπή. Προσβάλλεται λοιπόν τό παιδάκι από τήν αρρώστια αὐτή από τή στιγμή, πού θά δεῖ ὅτι ὁ γονιός του τήν καλλιεργεῖ αὐτή τήν ἀγάπη καί τοῦ λέει ὅτι: «Ναί, αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς σου. Νά ἀποκτήσεις τήν ἐκτίμηση τοῦ κόσμου, νά φτιάξεις τή ζωή σου ἔτσι, νά κάνεις κάτι, νά ἀνέβεις κοινωνικά». Αὐτούς τούς στόχους δέν βάζουμε; Ποιός μᾶς τούς ἔβαλε; Οἱ γονεῖς μας καί μετά οἱ παππούδες, οἱ γιαγιάδες.
Ἐμεῖς καταστρέφουμε τά παιδιά μας. Μήν λέμε ὅτι φταῖνε τά παιδιά. Δέν ξέρουμε νά μεγαλώσουμε τά παιδιά μας. Διαβάστε τόν Γέροντα Πορφύριο στό κεφάλαιο Περί ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν, πού ἔχει στό βιβλίο του Βίος καί Λόγοι. Εἶναι ἕνα -ἴσως τό κορυφαῖο- θεολογικό βιβλίο τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, πολύ ἁπλό καί γεμάτο σοφία. Διαβάστε το κεφάλαιο Περί ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν νά δεῖτε τί λέει αὐτός ὁ Ἅγιος ἄνθρωπος, πού ἦταν φωτισμένος ἀπό τόν Θεό, ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
Ὄχι «μπράβο» στά παιδιά, ὄχι καλλιέργεια τῆς κενοδοξίας. Αὐτά πού λέει καί ὁ Ἱερός Χρυσόστομος: «Μή στολίζετε τά παιδιά σας». Τάχουμε κάνει τά παιδιά, τί νά πῶ; Μανεκέν, στιλάκια; Τά μικρά τά κοριτσάκια λές καί εἶναι οἱ κυρίες, ἄς ποῦμε. Καταστρέψαμε τήν παιδική ἠλικία. Τά διαλύσαμε τά παιδιά. Γιατί; Γιατί ἔχουμε τήν εὐθύνη οἱ ἴδιοι. Μιά γυναίκα πού βαφότανε πρίν πενήντα χρόνια, πού ἔβαφε τά νύχια της, τά μαλλιά της, τά χείλη της τί ἤτανε; Ἐ; Πέστε μου.
- Πόρνη.
- Πόρνη! Σήμερα τί γίνεται; Πάει νά καθιερωθεῖ, νά γίνει κατεστημένο ὅτι ἔτσι πρέπει νά εἶσαι. Δηλαδή βλέπετε πώς ἡ ἀλλοτρίωση πάει νά γίνει κάτι τό φυσιολογικό. Θά πεῖς εἶναι ἀλλοτρίωση; Ποῦ τό ξέρω ὅτι εἶναι ἀλλοτρίωση; Διαβάστε τούς κανόνες τῆς Έκκλησίας, νά δεῖτε.
Διαβάστε τά ὀνόματα τῶν τελωνίων. Ὑπάρχει εἰδικό τελώνιο, πού λέγεται: «Χρωματοπροσωπίας». Τό ξέρετε; Χρωματοπροσωπία, ξέρετε τί εἶναι; Νά χρωματίζεις τό πρόσωπό σου. Ναί. Καί αὐτό τό τελώνιο θά σέ σταματήσει, θά σοῦ πεῖ: «Ἐ; Ποῦ πᾶς; Ἐδῶ, εἶσαι δική μου. Δέν βαφόσουνα; Ἐ, κάτσε ἐδῶ. Καί δέν θά μπορέσεις νά πᾶς στόν Θεό. Βλέπετε πόσο σημαντικό εἶναι; Μά λές: «Τόσο σημαντικό;». Βέβαια, γιατί ἀλλοιώνεις τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ.
Τό πρόσωπό σου εἶναι ὁ Χριστός, εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Μπορεῖς σέ μιά εἰκόνα νά πᾶς νά βάψεις τά χείλη, ἄς ποῦμε τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας; Δέν εἶναι βεβήλωση; Ἐ, τήν ἴδια βεβήλωση κάνεις στόν ἑαυτό σου. Ἤ νά βάφεις τά μαλλιά τῆς Παναγίας; Καταλάβατε τί κάνουμε; Ἐπειδή δέν ξέρουμε, ποιοί εἴμαστε. Δέν ξέρουμε τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ Χριστός, ἡ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Βλέπεις ἕναν ἄνθρωπο, τόν Θεό βλέπεις, τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ βλέπεις. Πῶς σέβεσαι μιά εἰκόνα; Ἔτσι πρέπει νά σέβεσαι τόν ἑαυτό σου κατ’ ἀρχάς.
Βλέπετε, κάνουμε τραγικά λάθη καί μετά θά πάρει καί τό παιδάκι τίς μπογιές τῆς μαμᾶς καί θά βαφτεῖ καί αὐτό. Ἔτσι δέν γίνεται; Στήν ἀρχή κρυφά, μετά φανερά. Γιατί ἡ μαμά κάθεται μέ τίς ὥρες μπροστά στόν καθρέφτη ἤ και ἡ γιαγιά. Τώρα εἶναι καί οἱ γιαγιάδες ὄχι μόνο οἱ μαμάδες. Λοιπόν. Καί οἱ παππούδες, νά λέμε καί γιά τούς ἄντρες –συγγνώμη, μήν τά βάζω μόνο μέ τίς γυναῖκες- καί οἱ ἄντρες τό κάνουν. Ναί, δυστυχῶς ἔχει προχωρήσει πολλή ἡ ἀλλοτρίωση. Λοιπόν εἶπα μόνο ἕνα παράδειγμα. Πώς καλλιεργοῦμε τήν κενοδοξία στά παιδιά ἀπ’ τά στολίσματα.
Διαβάστε τί λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος νά δεῖτε ὅτι τά λέει ἀπό τότε. Λέει: «Ἡ μάνα πρέπει νά μάθει στό κοριτσάκι της νά εἶναι ἁπλό, νά μήν στολίζεται. Νά ἐπιδιώκει τόν ἐσωτερικό στολισμό, τίς ἀρετές δηλαδή. Καί ἐπιτέλους ἔχουμε τήν Ἁγία Γραφή. Δέν διαβάζεις Ἱερό Χρυσόστομο; Διάβασε τό Εὐαγγέλιο, διάβασε τίς Έπιστολές. Τί λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; Μή φτιάχνετε λέει περιπεπλεγμένα τά μαλλιά σας, οὔτε νά στολίζεστε ἀλλά νά βάζετε ἐσωτερικά, τόν ἐσωτερικό στολισμό τῆς ψυχῆς ὡς στόχο.
Ὅταν λοιπόν τρέφουμε αὐτή τήν κενοδοξία στά παιδιά, τά ἀλλοτριώνουμε. Τήν κενοδοξία μετά τήν τρέφει τό εὐρύτερο περιβάλλον, οἱ παπποῦδες καί οἱ γιαγιάδες, οἱ ὁποῖοι δυστυχῶς ἀντιδροῦνε χειρότερα ἀπό τούς νέους. Νά τό ποῦμε καί αὐτό. Καί μία, ἄς ποῦμε, αἰτία τῆς σημερινής ἀλλοτρίωσης, ξέρετε, εἶναι οἱ μεγάλοι ἄνθρωποι. Δέν εἶναι οἱ νέοι ἄνθρωποι. Τά βάζουμε μέ τούς νέους ἀνθρώπους. Δέν φταῖνε οἱ νέοι. Οἱ νέοι εἶναι τά δικά μας φωτοαντίγραφα, τῶν μεγάλων.
Λοιπόν ἔχω ὡς πνευματικά παιδιά νέους ἀνθρώπους, πού προσπαθοῦνε νά φτιάξουν τά παιδιά τους κατά Θεόν ὡς νέοι οἰκογενειάρχες. Θέλουν νά κάνουν ὑπακοή οἱ ἄνθρωποι σ’ αὐτά πού λέει ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία καί ἀντιδροῦνε οἱ γιαγιάδες. «Δέν θά τό ντύσεις τό παιδί σου καρναβάλι; Τό καημένο; Καί θά νιώθει μειονεκτικά; Δέν θά πάει τό παιδί σου στήν ἐκδρομή του σχολείου; Ἀκοινώνητο θά τό κάνεις;». Στεῖλτο στήν ἐκδρομή νά πάρει ναρκωτικά, νά κάνει καί τά αἴσχη, ναί; Καί ἀντιδροῦν οἱ γιαγιάδες και οἱ παππούδες. Καί αὐτό εἶναι μία ἀπόδειξη, ἄν θέλετε, τοῦ ὅτι φταῖνε αὐτοί. Δέν φταῖνε τά παιδιά.
Μήν κατηγοροῦμε τά παιδιά. Γιά νά μήν σᾶς πῶ αὐτό, πού λέει ὁ Πατερικός Λόγος, ὅτι παραχωρεῖ δηλαδή ὁ Θεός νά βασανίζονται οἱ γονεῖς ἀπό τά παιδιά, γιατί φταῖνε οἱ γονεῖς. Αὐτό ἔχει γίνει σήμερα. Τά παιδιά εἶναι τύραννοι. Γιατί εἶναι τύραννοι, γιατί φταῖνε οἱ γονεῖς καί πληρώνουν τά λάθη τους.
Καί παραχωρεῖ ὁ Θεός, ἐπειδή λειτουργοῦν οἱ πνευματικοί νόμοι, νά πάθεις ἀπό αὐτόν, πού τοῦ ἔκανες κακό. Ἐπειδή δέν ἤσουν σωστός γονιός, δέν ἤξερες νά μεγαλώσεις τό παιδί σου, τοῦ τά ἔδωσες ὅλα ἐκτός ἀπό τό ἕνα, πού ἔπρεπε νά τοῦ δώσεις· τόν Χριστό βέβαια. Καί λέει: «Ἐγώ ὅλη τή ζωή μου γιά τό παιδί μου ἀγωνιζόμουνα». Ναί, δηλαδή νά τοῦ δώσεις χρήματα, κτήματα, φορέματα, φαγητά· τόν Χριστό τόν ἔδωσες; Ὄχι. Τίποτα δέν τοῦ ἔδωσες. Ἤ μᾶλλον τοῦ ἔδωσες ἐργαλεῖα, γιά νά καταστραφεῖ.
Διότι, ὅταν ἀφήσεις χρήματα σ’ ἕνα παιδί, πού δέν ἔχει ἀρετή, λέει ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τό καταστρέφεις. Γιατί δέν κάνει τόν διαχειριστή. Θά τά χρησιμοποιήσει σάν πιστόλια γιά νά αὐτοκτονήσει. Γιά νά σκοτώσει τούς ἄλλους. Αὐτό γίνεται σήμερα. Τά ἀναρχικά παιδιά εἶναι τά πλουσιόπαιδα. Ἔτσι δέν εἶναι; Κατεξοχήν. Ὁπότε μήν κατηγοροῦμε τά παιδιά. Τούς ἑαυτούς μας νά κατηγορήσουμε καί νά μετανοήσουμε καί νά κλάψουμε καί νά προσευχηθοῦμε γιά τά παιδιά. Θά πεῖς: «Μόνο θά προσευχηθοῦμε;». Μόνο. Αὐτό τό μόνο εἶναι παντοδύναμο. Ἡ προσευχή εἶναι παντοδύναμη.
Ἦταν μία μάνα· εἶχε δύο κόρες πού ξεπορτίζανε· μαζευόντουσαν ὅποτε θέλανε. Ὑπακουή μηδέν. Ἡ μάνα σιωπή και προσευχή ὅμως. Φεύγανε οἱ κόρες, στά γόνατα ἡ μάνα. Γυρίζανε οἱ κόρες, στά γόνατα ἡ μάνα. Στό τέλος ξέρετε τί τῆς εἴπανε; «Μάνα σταμάτα νά κάνεις προσευχή, γιατί μᾶς τά χαλᾶς ὅλα. Δέν μποροῦμε νά κάνουμε τίποτε».
Καταλάβατε τί δύναμη ἔχει ἡ προσευχή; Νά στηριχτοῦμε στά γόνατα καί νά δεῖτε πῶς ἀλλάζουν τά παιδιά καί πῶς ἀφήνουν τά ναρκωτικά καί τά πάντα. Αὐτά πού σᾶς λέω ἔχουν ἐπιβεβαίωση στήν πράξη. Γνωρίζω πολλά παραδείγματα αλλά να μήν σᾶς κουράζω τώρα. Παιδιά, πού ἄφησαν τά ναρκωτικά ἐξαιτίας τῆς προσευχῆς τῶν γονέων. Δέν ξέρω ἄν σᾶς ἀπάντησα.
- Κάποια κυρία σήκωνε τό χέρι; (Δίνεται ὁ λόγος για ἐρώτηση.)
Ἐρώτηση: – Ἤθελα νά πῶ γι΄ αὐτό πού εἴπατε γιά τά μωρά. Ὅτι εἶναι μωρά. Νά μήν τούς μιλᾶμε ἔτσι μέ ὄμορφα λόγια; Ὅταν ἀγαπᾶς τό παιδάκι καί σοῦ βγαίνει νά τοῦ μιλήσεις ἀπό ἀγάπη μέ ὄμορφα λογάκια, τοῦ κάνεις κακό; Νά τοῦ πεῖς, ἄς ποῦμε: «Ἀγάπη μου, τί ὄμορφο μωρό εἶσαι… Εἶναι κακό αὐτό;».
- Ὡραῖα. Τήν ἀκούσατε τήν ἐρώτηση; Ἔχεις τό παιδάκι σου καί ἀπό ἀγάπη σοῦ βγαίνει νά τοῦ πεῖς: «Τί ὡραῖο πού εἶσαι!». Ἐ;
- Θέλω νά τοῦ πῶ: «Τί κουκλάκι πού εἶσαι; Εἶναι κακό δηλαδή νά τό πάρουμε ἀγκαλιά, νά τό χαϊδέψουμε;».
Ἀπάντηση: – Λοιπόν εἶναι κακό. Προσέξτε τώρα τό γιατί εἶναι κακό. Διότι τό ξεχωρίζεις ἀπό τόν Θεό. Τοῦ δίνεις μιά ψεύτικη χαρά, μιά ἐγωιστική χαρά. Ἔκανε κάτι καλό τό παιδί; Ξέρετε τί θά τοῦ ποῦμε; Δέν θά τοῦ ποῦμε ὅτι δέν εἶναι καλό. Καλό εἶναι. Θα τοῦ πούμε ὅτι ἤτανε καλό αὐτό πού ἔκανε. Ἔτσι; Ἀλλά θά τοῦ πεῖς κιόλας: «Παιδί μου, ξέρεις πῶς τό ἔκανες αὐτό; Αὐτό μέ τή βοήθεια τοῦ Χριστοῦ τό ἔκανες. Ἔλα νά ποῦμε ἕνα “εὐχαριστῶ” στήν Παναγία». Νά τό συνδέσεις μέ τόν Χριστό.
Ἐρώτηση: – Ὄχι, λέω, ὅταν εἶναι μωρό μωρό, νεογέννητο καί τό βλέπεις.
Ἀπάντηση: – Καί ὅταν εἶναι μωρό μωρό καί νεογέννητο πάλι εἰσπράττει τό μήνυμα ὅτι αὐτό εἶναι τό κέντρο τοῦ κόσμου, ὅταν τοῦ κάνουμε αὐτά τά κανακέματα χωρίς νά τό συνδέουμε μέ τόν Χριστό. Ἔτσι τό κάνουμε αὐτείδωλο. Θυμᾶστε τήν ὁρολογία τοῦ Μεγάλου Ἱεροῦ Κανόνα; «Γέγονα αὐτοείδωλο» λέει. «Ἔγινα εἴδωλο ἐγώ, ἔκανα εἴδωλο τόν ἑαυτό μου».
Κάνουμε λοιπόν καί τό παιδί νά στρέφεται αὐτοερωτικά, νά ἀγαπάει λανθασμένα, ἐμπαθῶς τόν ἑαυτό του. Ἐ, σοῦ λέει: «Τί ὡραῖο μωρό πού εἶμαι!». Ναί. Θά πεῖς βέβαια πώς δέν τά καταλαβαίνει. Τά καταλαβαίνει μιά χαρά, πολύ καλά τά καταλαβαίνει. Πῶς τά καταλαβαίνει; Βλέπει τήν ἔκφραση στό πρόσωπό σας. Καί ἡ ψυχή σας ἀκόμα μυστικά ἐπικοινωνεῖ μέ τήν ψυχή του.
Ἔχει τή δική της γλώσσα μιά ψυχή καί μεταγγίζει τά βιώματα. Ἱδίως ἡ μητέρα καί ὁ πατέρας ἀλλά ἰδίως ἡ μητέρα μεταγγίζουν τά βιώματά τους στό παιδί. Λοιπόν τούς δίνουμε αὐτή τή μάταιη δόξα. Αὐτή τήν ὀμορφιά, πού ἔχει τό μωρό σου, δική του εἶναι; Τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι; Πές ἕνα: «Δόξα τῷ Θεῷ!». «Τί ὡραῖο μωρό, πού ἔφτιαξε ὁ Θεός! Σ’ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, πού μοῦ τό χάρισες καί μοῦ τό δίνεις!».
Δέν εἶναι δικό σου τό μωρό, μήν τό ξεχνᾶς καί αὐτό, ἐ; Μπορεῖ ἄλλωστε νά στό πάρει. Εὐθύνη εἶναι τοῦ Θεοῦ. Ἐσύ εἶσαι ἁπλῶς κηδεμόνας. Δέν εἶσαι ἰδιοκτήτης. «Μοῦ πῆρε» λέει «τό παιδί μου καί τί Θεός εἶναι αὐτός;». Ποιός σοῦ εἶπε ὅτι εἶναι παιδί σου; Ἀντί νά πεῖς: «Δόξα τῷ Θεῷ», πού στό ἔδωσε τόσα χρόνια. Αὐτός σοῦ τόδωσε. Ἐσύ τί τόκανες; Κατά κανόνα τά καταστρέφουμε τά παιδιά.
- Ὁρίστε. (Δίνεται ὁ λόγος γιά ἐρώτηση.)
Ἐρώτηση: – Ἄν θέλουμε νά δείξουμε τήν ἀγάπη μας στό παιδί μας, στόν ἀδερφό μας, στόν φίλο μας, ὄχι γιά νά τόν ἀνεβάσουμε, μπορούμε νά λέμε: «Σέ ἀγαπάω»;
Ἀπάντηση: – Θά τό ποῦμε μυστικά.
Ἐρώτηση: – Θέλουμε νά τό ἐκφράσουμε, θέλουμε νά τό μοιραστοῦμε.
Ἀπάντηση: – Ναί, δέν ἀπαγορεύεται. Καί αὐτό θά τό κάνουμε. Ἀλλά πάντα νά μή χάνουμε τό κέντρο. Γιατί θέλουμε νά δείξουμε τήν ἀγάπη μας; Τό ἔχετε σκεφτεῖ; Γιά νά εὐχαριστηθοῦμε ἐμεῖς. Ἄν ψαχτοῦμε στό βάθος, θά δοῦμε ὅτι μέσα σ’ αὐτή τήν ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης μας, τόν ἑαυτό μας κανακεύουμε στό βάθος.
Ἐρώτηση: – Ἄρα δέν πρέπει νά τό λέμε;
Απάντηση: – Πρόσεξε. Θά τό ποῦμε μέ ἄλλο τρόπο. Ἡ Παναγία μας δέν ἀγκάλιαζε τόν Χριστό; Δέν τόν φιλοῦσε; Τόν φιλοῦσε ἀλλά δέν ἔχανε τόν Χριστό. Εἶχε τόν Χριστό στό κέντρο. Νά μήν χάνουμε τό κέντρο. Τό κέντρο εἶναι πάντα ὁ Χριστός. Καί ἄν διαβάσετε Γέροντα Πορφύριο θά δεῖτε πού λέει: «Ἡ μητέρα νά χαϊδεύει μυστικά τό παιδί. Ὄχι τόσο τό αἰσθητό χάδι, ὅσο τό προσευχητικό χάδι». Πόση προσευχή ἔκανες γιά τό μωρό σου; Αὐτό μετράει. Αὐτό εἶναι ὑγεία. Καί τοῦ μεταγγίζεις αὐτή τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Γιατί ἡ προσευχή στέλνει χάρη στό μωρό.
Καί τό ζητούμενο δέν εἶναι ἁπλῶς νά τό εὐχαριστήσεις σαρκικά, αἰσθησιακά, ἀνθρώπινα, νά τοῦ δώσεις μιά ἀνθρώπινη παρηγοριά. Αὐτό δέν σώζει. Σώζει νά τοῦ δώσεις τή χάρη, νά τό βοηθήσεις καί αὐτό νά στρέφεται πρός τόν Θεό. Βλέπεις στό κοριτσάκι, ἄν καί μωρό, τοῦ βάζουν ἕναν καθρέφτη. Τί τόν θέλει τόν καθρέφτη τό μωρό, ἐ; Κοριτσάκι, σοῦ λέει, πρέπει νά μάθει μέ τούς καθρέφτες. Εἶναι σωστό; Λάθος. Ἀντί νά τοῦ βάλεις μιά εἰκονίτσα νά βλέπει τόν Χριστό. Τόν Χριστό πρέπει νά βλέπει τό μωρό. Καταλάβατε;
Τραγικά λάθη κάνουμε καί δέν τά συνειδητοποιοῦμε. Τό βαφτίζουν τό μωρό καί μετά τό βάζουν νά χορέψει. Ναί! Γελᾶτε; Εἶναι τραγικά λάθη. Εἶναι δυνατόν ἀμέσως νά τό ξεβαφτίσουμε δηλαδή; Ἀφοῦ ἀπαγορεύεται ὁ χορός. Διαβάστε τούς κανόνες νά δεῖτε. Ἀμέσως νά τό βάλεις στον χορό. Κάνεις τό πᾶν γιά νά διώξεις τή χάρη. Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τά κάνουμε, τά καταστρέφουμε τά παιδιά, τά ταλαιπωροῦμε.
Καί τό καλύτερο πώς μέσα ἀπ’ αὐτή τήν κατάσταση λές: «Ἐγώ δείχνω τήν ἀγάπη μου στό παιδί». Ἄν δείχνεις τήν ἀγάπη σου, πρόσεξε, γιατί ἡ ἀγάπη ἔχει προϋποθέσεις. Ποιά εἶναι ἡ σωστή ἀγάπη; Ἡ σωστή ἀγάπη εἶναι αὐτή πού βοηθάει τόν ἄλλον νά πάει στόν Χριστό, ὄχι νά ἔρθει σέ σένα. Προσέξτε. Δείχνουμε ἀγάπη στά παιδιά γιά ποιό λόγο; Γιά νά έρθει σέ μᾶς ἤ γιά νά πάει στόν Χριστό;
Πολλές φορές ἡ μάνα προσπαθεῖ νά ὑπερκεράσει τόν πατέρα, ἔτσι; Γιατί θέλει τό παιδί δικό της. Να τό τραβήξει, νά τό ἐλκύσει. Δωράκια, ξέρω ΄γώ, χαϊδέματα· κι ὁ πατέρας τό ἴδιο. Τί εἶναι ὅλο αὐτό; Δέν εἶναι ἀρρωστημένο πρᾶγμα; Θέλει νά κάνει πέρα τόν σύζυγο ἤ τή σύζυγο ἀντιστοίχως. Ἀντί καί οἱ δυό νά ἔχουνε στόχο νά τό πᾶνε τό παιδί στόν Χριστό. Καί τότε λειτουργεῖ σωστά ἡ οἰκογένεια. Άλλιῶς λειτουργεῖ διαχωριστικά.
Καί φαίνεται πως οὐσιαστικά προσπαθεῖς νά πάρεις τά παιδιά σου μέ τό μέρος σου. Κάνει κάτι ἀνάλογο καί ὁ σύζυγος καί τότε τά παιδιά “παίζουν”. Ἔτσι σοῦ λέει τοό παιδί: «Ὁ μπαμπάς εἶναι γιά αὐτά τά πράγματα καί ἡ μαμά γιά τά ἄλλα». Καί κάνει καί αὐτό τό κουμάντο του, “παίζει” καί αὐτό καί ἐκμεταλλεύεται τούς μέν καί τούς δέ. Τί νομίζετε ὅτι εἶναι χαζά τά παιδιά; Μιά χαρά εἶναι καί μᾶς δουλεύουνε, μᾶς “παίζουνε”, μᾶς ἐκμεταλλεύονται.
Ἄν ὅμως περάσεις στό παιδί ὅτι: «Ξέρεις, παιδί μου, κέντρο στήν οἰκογένειά δέν εἶναι ὁ μπαμπάς σου οὔτε ἡ μαμά. Κέντρο εἶναι ὁ Χριστός. Ἑπομένως ὁ μπαμπάς καί ἡ μαμά κάνουν ὑπακοή στόν Χριστό. Ἔτσι καί τά παιδιά πρέπει νά κάνουν ὑπακοή στόν Χριστό. Καί ὑπάρχει ἕνας νόμος ἐδῶ, ὄχι ὁ νόμος τοῦ μπαμπᾶ ἤ τῆς μαμᾶς ἀλλά ὁ νόμος τοῦ Χριστοῦ καί ἐκεῖ κάνουμε ὑπακοή ὅλοι».
Τότε τό σώζεις τό παιδί. Καί τότε βιώνει μία εὐλογημένη κατάσταση ἡ οἰκογένεια. Τότε εἶναι ἡ Ἁγία Τριάδα. Εἰκονίζει τήν Ἁγία Τριάδα, ἡ ὁποία εἶναι τρία πρόσωπα καί εἶναι ἕνας Θεός. Γιατί; Γιατί ἔχουν τό ἴδιο θέλημα. Ἔτσι καί οἱ γονεῖς ἔχουν τό ἴδιο θέλημα. Ποιό; Τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ὅταν λειτουργοῦν ἔτσι. Καί μέσα σέ αὐτό μπαίνουν καί τά παιδιά. Ἄν ὅμως οἱ γονεῖς ἔχουν ὁ καθένας τό δικό του θέλημα, τραβάει ὁ ἔνας ἀπό ἐδῶ κι ὁ ἄλλος ἀπό ἐκεῖ, τότε καί τά παιδιά φυσικά θά τραβήξουν, ὅπου θέλει τό καθένα.
Κατά συνέπεια ἔχουμε τή διάσπαση. Καί, ἄν δέν βγεῖ διαζύγιο, ὅπως γίνεται συχνά σήμερα, ἐ, θά ζοῦνε μία συμβατική ζωή. Θά εἶναι ξενοδοχείο ὕπνου καί φαγητοῦ τό σπίτι καί δέν θά μπορεῖ νά βλέπει ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Καί τά παιδιά θά σκοτώνονται μεταξύ τους. Γιατί σκοτώνονται; Γιατί σκοτώνονται οἱ γονεῖς. Καταλάβατε; Ὅλη ἡ ἱστορία λοιπόν εἶναι ἐκεῖ. Νά τά πάρουμε στά σοβαρά, νά ἀγωνιστοῦμε νά μάθουμε κατ’ ἀρχάς τί λέει ἡ πίστη μας. Πῶς θά θεραπευτοῦμε, πῶς θά θεραπευτεῖ ἡ ψυχή μας. Ἡ Ὀρθοδοξία, εἶναι ἡ ἰατρεία τῆς ψυχῆς. Εἶναι ὁλόκληρο θεραπευτικό πακέτο.
Ὅπως, γιά νά μάθεις Ἰατρική σώματος πρέπει νά φοιτήσεις δέκα καί δώδεκα χρόνια και, ἄν μάθεις καί ὅ,τι μάθεις, ἔτσι καί ἡ ψυχή εἶναι ὁλόκληρη ἐπιστήμη. Λοιπόν δέν τήν ξέρεις; Πέστα σέ πνευματικό, κάνε ὑπακοή, μή βάζεις τή δική σου γνώμη πάνω ἀπό τή γνώμη τοῦ πνευματικοῦ. Μετά δέν θεραπεύεσαι. Εἶναι σά νά πηγαίνεις στόν γιατρό καί να τοῦ λές: «Γιατρέ ἐγώ νομίζω αὐτό τό φάρμακο (πρέπει) νά μοῦ δώσεις. Γίνεται θεραπεία μετά;
(Σημείωση: Δέν θέλω νά θίξω κανέναν· μέ συγχωρεῖτε. Ἁπλῶς τά λέω ἔτσι ἄμεσα, γιά νά εἶναι ἴσως πιό ζωντανός ὁ λόγος).
- Τώρα δέν ξέρω καί τί χρόνο ἔχουμε, πάτερ Ἀντώνιε, μήν κάνω κατάχρηση.
- Καί ἐμεῖς νά μήν κάνουμε κατάχρηση σέ σᾶς.
- Καί μέχρι αὔριο, ἄν θέλετε, από τήν πλευρά μου κάθομαι.
- Ἄ Ὡραῖα! (Το ακροατήριο)
- Ὁρίστε. (Δίνεται ὁ λόγος γιά ερώτηση.)
γ. Ἐρωταποκρίσεις γιά ἐκζήτηση
συγγνώμης ἀπό τόν πλησίον
Ἐρώτηση: – Ἐμένα ὁ ἀδελφός μου μοῦ δημιούργησε πληγές καί τέλος πάντων τοῦ ζήτησα συγγνώμη. Καί αὐτός… δέν τήν δέχεται. Θέλω μία ἀπάντηση.
Ἀπάντηση: – Τόν πλησιάζεις. Τόν πλησιάζεις, τοῦ δείχνες καλή διάθεση. Τοῦ δίνεις τό χέρι καί δέν στό δίνει; Τί κάνεις τότε; Ἔχεις πνευματικό; Τό λές στόν πνευματικό καί σοῦ λέει: «Πολύ ἁπλό. Ἐμεῖς θά κάνουμε αὐτό πού πρέπει καί μετά τά ἄλλα τά ἀναλαμβάνει ὁ Θεός». «Εἰ δυνατόν» λέει ὁ Ἀπόστολος. Τί λέει; «Εἰρηνεύετε μετά πάντων». «Εἰ δυνατόν». Δέν εἶναι δυνατόν πάντοτε. Γιατί; Διότι δέν θέλει ὁ ἄλλος νά εἰρηνεύσει. Ἐ, τί νά κάνουμε, ἀφοῦ δέν θέλει, εἶναι δικά του καί τό λάθος και οἱ συνέπειες.
- Ὁρίστε. Ναί, κάτι θά πεῖ ὁ π. Ἀντώνιος.
- Σ’ αὐτό νά πῶ κάτι. Ὅταν ὁ ἄλλος δέν ἀνταποκρίνεται στή δική μας μετάνοια, τοῦ ζητᾶμε συγχώρεση καί δέν τήν παίρνουμε, ἐμεῖς πάντα λέμε ὅτι φταίει ἐκεῖνος. Σκεφτήκαμε μήπως φταῖμε ἐμεῖς; Μήπως καί ἐμεῖς βολευόμαστε στό νά μήν τήν παίρνουμε; Τοῦ εἴπαμε μία ξερή συγγνώμη, τοῦ πετάξαμε μία καλημέρα κάποια στιγμή καί περιμένουμε νά ἔχουμε ἀνταπόκριση.
Δηλαδή πάλι καί σε αὐτή τήν περίπτωση τήν εὐθύνη στόν ἑαυτό μας πρέπει νά τή ρίξουμε, πού λέει και ὁ Γέροντας ἐδῶ πέρα. Καί νά ποῦμε ὅτι: «Δέν τά εἶπα καλά, δέν εἶχα πραγματική μετάνοια, δέν τόν ἔχω συγχωρήσει τόν ἀδελφό μου καί γι’ αὐτό δέν με ἀκούει καί δέν μοῦ δίνει καί ἐκεῖνος τή μετάνοια. Ἄς βάλω πιό καλή μετάνοια». Ὁπότε ἔτσι θά πάει λίγο ἕνα βηματάκι πάρα πέρα.
Ἐρώτηση: – Ναί ἀλλά, πάτερ, συγγνώμη θά τοῦ ποῦμε, θά τοῦ ξαναποῦμε καί ὁ ἄλλος θά μᾶς περάσει καί γιά χαζούς στό τέλος. Κατ’ ἀρχάς θά μᾶς ἐκμεταλλεύεται.
Ἀπάντηση: – Καί νά μᾶς περάσει γιά χαζούς, δέν πειράζει.
Ἐρώτηση: – Συγγνώμη δηλαδή ἀλλά στή διαπροσωπική σχέση, ὅταν ποῦμε κάτι ἔξω ἀπό τόν κύκλο αὐτό, ὅπου κάποιοι ἔχουν ἀκούσει καί μιά κουβέντα γιά τό Εὐαγγέλιο, θά μᾶς περάσουν καί γιά χαζούς.
Ἀπάντηση: – Λοιπόν. Μᾶς πειράζει νά μᾶς περάσουν γιά χαζούς; Γιατί νά μᾶς πειράζει; Ὁ Χριστός δέν εἶπε ὅτι: «Θά σᾶς ὀνειδίσουν, (θά σᾶς ντροπιάσουν) ἕνεκεν ἐμοῦ καί τοῦ Εὐαγγελίου»; Δέν τό εἶπε; Θά σᾶς ντροπιάσουν, θά σᾶς κάνουν στό περιθώριο. Μᾶς τό εἶπε· δέν τό εἶπε; Καί τί εἶπε ἀκόμα; Ὅτι εἶστε μακάριοι ἄν τό κάνετε αὐτό. Εἶστε εὐτυχεῖς δηλαδή, ἐάν σᾶς βάλουνε στήν ἄκρη.
Γιατί σώνει καί καλά ἐμεῖς θέλουμε νά εἴμαστε στό κέντρο; Πέστε μου. Γιατί ἔχουμε κενοδοξία. Καί τρέμουμε μήν τυχόν χάσουμε τήν κοινωνική μας, ἄς ποῦμε, ἀποδοχή. Ἄς τήν χάσουμε. Καί θά πεῖς: «Θά γίνω περιθωριακός;». Καί ὁ Χριστός περιθωριακός ἦταν. Εἶχε καμιά ἐπίσημη θέση; Πές μου. Εἶχε καμιά ἐπίσημη καρέκλα; Καμία. Τίποτε. Ἀποσυνάγωγος καί στό τέλος σταυρωμένος. Μέ τόν χειρότερο θάνατο πέθανε. Λοιπόν τί εἴμαστε; Φοβόμαστε μήπως μᾶς θεωρήσουν χαζούς;
Ἐμεῖς γιά τόν Χριστό δέν δουλεύουμε; Πέστε μου. Ἅμα δουλεύαμε γιά τήν κοινωνία, τότε βέβαια νά μᾶς νοιάζει. Ἀλλά δέν δουλεύουμε οὔτε γιά τήν κοινωνία οὔτε γιά τά πράγματα τῶν ἀνθρώπων. Γιά τόν Χριστό δουλεύουμε. Λοιπόν ὁ Χριστός εἶπε νά συγχωρᾶμε. Πόσες φορές; Ἄπειρες. «Ἑβδομηκοντάκις ἑπτά». Λέει, ἄς πούμε, κάποιος: «Πόσες φορές θά συγχωρέσω; Δέν πάει ἄλλο». Πῶς δέν πάει ἄλλο; Πάει καί παραπάει.
Ἄν εἶσαι Χριστιανός, πάντα συγχωρᾶς. Κάνουμε τραγικά λάθη, παραβαίνουμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ συνεχῶς. Καί μετά λέμε: «Δέν φταῖμε ἐμεῖς, φταίει ὁ ἄλλος» ἤ κάνουμε αὐτό ποῦ μᾶς εἶπε ὁ π. Ἀντώνιος. Ζητᾶμε συγγνώμη ἀλλά στό βάθος τοῦ μυαλοῦ μας λέμε: «Ἐσύ φταῖς. Ἐσύ φταῖς».
- Ἀπό μέσα μας.
- Καί ἀπό μέσα μας καί ἀπ΄ἔξω μας. Συγγνώμη ἀλλά… ἀρχίζει τό «ναί μέν ἀλλά, ἐ;». Σοῦ λέει καί ὁ ἄλλος: «Ἄντε φύγε, πού θέλεις καί συγγνώμη, ἀφοῦ μοῦ λές ὅτι ἐγώ φταίω». Δέν ἔχουμε ἀποδεχτεῖ ὅτι φταῖμε ἐμεῖς. Καταλάβαμε; Ὁπότε ἡ συγγνώμη μας δέν πληροφορεῖ τόν ἄλλο. Καταλάβατε;
Ὑπάρχει μία ὡραία ἱστορία στό Γεροντικό. Ἤτανε δύο πατέρες. Μαλώσανε. Λοιπόν ζήτησε συγγνώμη ὁ ἕνας. «Δέν σέ συγχωράω» λέει ο άλλος. Ἀμάν! Πάει τότε σέ ἕνα Γέροντα, ὁ ὁποῖος τόν ρώτησε: «Πῶς τή ζήτησες τή συγγνώμη; Εἶχες μέσα σου πειστεῖ ὅτι φταῖς ἐσύ πράγματι»; «Ὄχι» απάντησε ο πατέρας. Γιά κάντο, νά πειστεῖς ὅτι ἐσύ φταῖς πραγματικά καί πήγαινε καί ξαναζήτησέ του συγγνώμη.
Λοιπόν πάει πάλι ο «φταίχτης» και χτυπάει τήν πόρτα. Τοῦ ἀνοίγει ὁ ἄλλος, ο οποίος ἀμέσως τοῦ λέει: «Συγχώρεσέ με». Τελικά ζήτησε συγγνώμη ὁ αδελφός πού άνοιξε τήν πόρτα. Πρίν κἄν πεῖ ὁ «φταίχτης» τή δική του συγγνώμη ὁ ἄλλος τό εἶχε πληροφορηθεῖ. Καταλάβατε πῶς λειτουργεῖ ἡ ἀληθινή συγχώρεση; Δέν είπε κἄν συγγνώμη «ο φταίχτης». Ὁ ἄλλος τοῦ ἄνοιξε τήν πόρτα και τοῦ λέει: «Συγχώρεσέ με». Βλέπετε πῶς λειτουργεῖ ἡ ἀληθινή ταπείνωση; Ἀλλά ἐμεῖς δέν θέλουμε νά ταπεινωθοῦμε. Θέλουμε νά εἴμαστε καί ἐξωτερικά καλά μέ τόν Χριστό αλλά καί νά κρατήσουμε τήν ἀξιοπρέπεια, τόν χαρακτήρα. Κρατάω χαρακτήρα. Καταστρέφομαι δηλαδή.
Ἐρώτηση: – Καί ὅταν δέν φταῖμε ἐμεῖς, πάτερ;
Ἀπάντηση: – Ἀκόμη καί ἄν δέν φταῖμε, οἱ Ἅγιοι Πάτέρες λένε νά βάζουμε μετάνοια, γιά νά φύγει ὁ πονηρός. Βάλτε μετάνοια.
Ἐρώτηση: – Ὅταν ἐγώ ζητήσω συγχώρεση καί ἄς μή φταίω καί ὁ ἄλλος δέν τή δίνει;
Ἀπάντηση: – Σᾶς λέω πὠς πάντα φταῖμε. Ξέρετε γιατί φταῖμε πάντα; Γιατί εἴμαστε κύτταρα τοῦ ἴδιου σώματος. Καί ὅταν ἕνα κύτταρο δυσλειτουργεῖ, ἐ, συμβάλλουν λίγο καί τά ἄλλα ἀπό δίπλα. Πῶς συμβάλλουν; Δέν λειτουργοῦμε καί ἐμεῖς σωστά. Εἴμαστε ἅγιοι; Δέν εἴμαστε ἅγιοι. Ἀφοῦ δέν εἴμαστε ἅγιοι λοιπόν καί εἴμαστε καί ἐμεῖς ἁμαρτωλοί ἐπηρεάζουμε ἀρνητικά καί τούς γύρω μας. Ὁπότε φταῖμε, φταῖμε. Ἄν εἴμαστε ἅγιοι, τότε ἐντάξει. Ἀλλά δέν εἴμαστε. Ἄρα καί ἐμεῖς φταῖμε γιά τήν κατάσταση τῶν ἄλλων. Καί ἐμεῖς ἐπηρεάσαμε ἀρνητικά τόν ἄλλο. Ἄν ἤμασταν καί ἐμεῖς πιό καλοί, θά ἦταν καί οἱ ἄλλοι καλύτεροι. Ἄρα δέν εἶναι λάθος νά ποῦμε συγγνώμη. Καταλάβατε; Πάντα φταῖμε.
Ἐρώτηση: – Σέ κάθε περίπτωση τίθενται πολλά ἐρωτήματα. Ἁπλῶς ἤθελα νά πῶ ἕνα. Μέ συγχωρεῖτε, «κόλλησα». Ὑπάρχουν περιπτώσεις, κατά τίς ὁποῖες ζητᾶμε συγγνώμη ἀλλά, πῶς τό λένε, δέν ὑπάρχει ἀνταπόκριση. Εἴμαστε στή δουλειά μας καί ὁ καθένας ἔχει ἐντελῶς διαφορετικό πνεῦμα ἀπό τό δικό μας, δέν εἶναι ἄμεσα συνεργάσιμος μέ τό ὀρθόδοξο φρόνημα τοὐλάχιστον ἔτσι, ὅπως μᾶς λέει ὁ λογισμός μας. Καί πολλές φορές τοῦ ζητᾶμε συγγνώμη, ἐ, δέν μᾶς συγχωρεῖ, τοῦ ξαναζητᾶμε συγνώμη και δέν μᾶς συγχωρεῖ. Ἐ, κάποιες φορές ὑπάρχουν καί περιπτώσεις, κατά τίς ὁποῖες λέει ὅτι: «Ὁ βλάκας, γιά παράδειγμα, εἶναι ὁ Ἄγγελος» (τυχαία ἀναφέρω τό ὄνομα καί συγγνώμη γιά τό «βλάκας»). Ἄντε καί μένα δέν μέ πειράζει νά πεῖ ὅτι εἶμαι βλάκας, ἐντάξει. Τό θέμα εἶναι ὅμως, ἄν ὑπάρχει περίπτωση νά λέει ὅτι: «Ὁ Ὀρθόδοξος εἶναι βλάκας». Αὐτό εἶναι λίγο καίριο τό θέμα καί ἔχει πολλές προεκτάσεις.
Ἀπάντηση: - Καταλαβαίνω. Εἶναι εἰδικές περιπτώσεις. Ἔχουμε τόν πνευματικό μας, παιδιά. Θά τό ποῦμε στόν πνευματικό καί θά μᾶς πεῖ τί θά κάνουμε. Ὑπάρχει ὁ ἄνθρωπος, πού ἔχει διάκριση καί θά μᾶς τό πεῖ. Ἔτσι; Μήν μπερδευόμαστε τώρα.
- Λοιπόν κάποιος ἄλλος ἔχει νά πεῖ κάτι;
- Νά ρωτήσω κάτι;
- Ναί, ὁρίστε. (Δίνεται ὁ λόγος γιά ερώτηση.)
Ἐρώτηση: – Ἐγώ ἔχω μία ἀπορία. Ἄμα κάνω κομποσκοίνι γιά τό παιδί μου, γιά κάποιο ἄτομο, νιώθω μέσα μου ἀρχικά νά υπάρχουν τά πάθη, πού εἶναι οἱ κακοί λογισμοί. Εἰσακούεται ἐκείνη τήν ὥρα ἡ προσευχή μου, ἐνῶ τό νιώθω ὅτι δέν πάω καλά;
Ἀπάντηση: – Ὁ Θεός ἀκούει τίς προσευχές πάντοτε. Ἀλλά πάλι τί λέμε; «Ἁμαρτωλόν ὁ Θεός οὐκ ἀκούειν». Δηλαδή ἔχει σημασία καί ἡ καθαρότητα. Γι’ αὐτό καί παρακαλᾶμε τούς ἁγίους. Ἐμεῖς δέν ἔχουμε παρρησία ἀλλά βάζουμε τούς ἁγίους μπροστά καί λέμε: «Ἁγία Μαρίνα, Ἅγιε Νικόλαε, Ἅγιε Ἰωάννη Χρυσόστομε πρεσβεύσατε. Παρακαλᾶμε τούς ἁγίους, παρακαλᾶμε τήν Παναγία. Καί οἱ ἅγιοι ὡς φιλάνθρωποι καί ὡς ὁμοιοπαθεῖς μέ μᾶς, μᾶς στέκουν καί μᾶς βοηθᾶνε πάρα πολύ. Γενικῶς ὅμως, νά ξέρετε, πώς ἡ προσευχή, πού κάνετε γιά τούς ἄλλους, εἰσακούεται ἀπό τόν Θεό.
Λέει ἕνας παππούλης: «Θυμᾶμαι πώς οἱ ἱερεῖς εἰσακούονται, ὅταν προσεύχονται γιά τά πνευματικά τους παιδιά ἀλλά, ὅταν προσεύχονται γιά τόν ἑαυτό τους, δέν εἰσακούονται». Λοιπόν, ναί. Γιατί ὁ Θεός θέλει ἰδίως ἀπό τούς ἱερεῖς νά προσεύχονται γιά τά πνευματικά παιδιά. Ἀλλά καί ἀπό ὅλους μας. Ὁ Γέροντας Προφύριος ἔλεγε τά ἑννιά δέκατα (τῆς προσευχής) νά εἶναι γιά τούς ἄλλους καί τό ἕνα δέκατο νά εἶναι γιά μᾶς. Καί σέ τελευταῖα ἀνάλυση, νά ξέρετε, στό «ἐλέησόν με» εἴμαστε ὅλοι καί πρέπει νά νιώθουμε ὅτι εἴμαστε ὅλοι. «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με».
Δέν νοεῖται Χριστιανός να εἴναι μόνος του. Νά νιώθει μοναξιά. Δέν εἶναι Χριστιανός κάποιος πού νιώθει μοναξιά. Σημαίνει ὅτι δέν ἔχει ἀγάπη. Γιατί μέσα στήν Ἐκκλησία δέν μπορεῖς νά εἶσαι μόνος. Ὅταν εἶσαι σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία, ἔτσι; Ὅταν ἀγαπᾶς. Ἕνας πού ἀγαπάει θά πεῖ: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με» καί τό «με» εἶναι ταυτισμένο μέ ὅλο τόν κόσμο, μέ ὅλη τήν Ἐκκλησία. Καί στόν Ἑνικό άριθμό νά τό πεῖς, τό λές γιά ὅλους καί ἁγιάζονται ὅλοι. Ἔτσι; Γιατί γίνεσαι ἕνα μέ ὅλους.
Ἐρώτηση: – Ἐάν καμιά φορά κάποιος ἔχει ἕνα ἰδιαίτερο πρόβλημα δέν μποροῦμε νά κάνουμε ἕνα κομποσκοίνι καί γιά αὐτόν;
Ἀπάντηση: – Ἔχει ἕνα ἰδιαίτερο πρόβλημα καί θέλουμε νά ποῦμε στόν Θεό τό πρόβλημά του, γιά νά τό λύσει ὁ Θεός; Δέν ἀπαγορεύεται ἀλλά ὁ Θεός δέν τό ξέρει ὅτι ἔχει τό πρόβλημα; Λοιπόν μποροῦμε νά τό κάνουμε ἀπό ἀδυναμία. Ἔτσι; Τό σωστό ποιό εἶναι; Νά μήν ποῦμε στόν Θεό νά τοῦ τό λύσει, γιατί μπορεῖ νά μήν εἶναι γιά τό καλό του νά τοῦ λύσει τό πρόβλημα. Γιά νά τοῦ τό δώσει ὁ Θεός κάποιο λόγο ἔχει. Τό σωστότερο πού ἔχουμε νά ποῦμε εἶναι ποιό; «Νά γίνει τό θέλημά σου, Κύριε». Εἶναι τό καλύτερο ἀπό ὅλα. Καί ὁ Θεός αὐτό μᾶς δίδαξε νά ζητᾶμε. Ἔτσι δέν εἶπε; «Γενηθήτω τό θέλημά σου». Δέν εἶπε νά λέμε: «Θεέ μου, κάντον καλά». Μπορεῖ νά μήν εἶναι γιά τό καλό του νά γίνει καλά.
Ἐρώτηση: – Δέν μιλᾶμε γιά σωματική ἀρρώστια. Μπορεῖ νά εἶναι ἕνα πρόβλημα ἀπιστίας, παραδείγματος χάρη. Αὐτό λέω.
Ἀπάντηση: – Ἐντάξει. Ὅλα αὐτά θά τά παρακαλᾶμε στόν Θεό. Ναί.
- Πατέρα, τήν εὐχή σας.
- Τοῦ Χριστοῦ.
Ἐρώτηση: – Τελευταῖα τά πράγματα δυσκολεύουν, ὅπως εἴπατε καί σεῖς καί ἀναφέρατε τό ΔΝΤ καί ὅλα αὐτά τά οἰκονομικά, πού δέν πᾶνε καλά. ‘Υπάρχει μία μερίδα Ὀρθόδοξων Χριστιανῶν, ὅπου εἶμαι καί ἐγώ, πού ἀγανακτοῦμε καί λέμε ὅτι τά πράγματα εἶναι βάσει σχεδίου καί ὅλα αὐτά. Θά ἤθελα νά σᾶς ρωτήσω κατά πόσο εἶναι σωστό τό νά συμμετέχουμε καί σέ κάποιες ἐκδηλώσεις, πού γίνονται ἐναντίον αὐτῶν τῶν μέτρων. Γιατί πιά καί σέ χριστιανικά περιοδικά ἀκόμα παρουσιάζονται ἄρθρα, πού λένε ὅτι πρέπει νά ἀντιδράσουμε.
Και, ἄν θέλετε, πείτε μας καί τή γνώμη σας σέ σχέση μέ τήν «κάρτα τοῦ πολίτη», ὅπου ξέρω ὅτι πρέπει νά εἰσακούσουμε τήν Ἐκκλησία. Ἐν τῷ μεταξύ ἤδη ὑπάρχει μία κινητοποίηση, ὅπου ἀκούγονται συνθήματα ἐναντίον αὐτῶν, πού ἐτοιμάζουν ὅλα αὐτά. Πῶς μποροῦμε δηλαδή νά κρατήσουμε μία μεσαία γραμμή, νά μήν τούς ἀντιπαθοῦμε ὅλους αὐτούς, νά σκεφτόμαστε τή δική μας ἁμαρτία ἀλλά καί νά ἀντιδροῦμε σ’ αὐτό;
Ἀπάντηση: – Ἔχετε πνευματικό ὁδηγό; Πέστε τα στόν πνευματικό σας καί ὅ,τι σᾶς πεῖ κάντε. Ἀπό τή στιγμή, πού ἔχουμε διαλέξει σωστό πνευματικό ὁδηγό, δέν ἔχουμε πρόβλημα. Καταλάβατε; Γιατί στήν Έκκλησία, κοιτάξτε, δέν λειτουργοῦμε αὐτόνομα. Πρέπει νά τό καταλάβουμε αὐτό. Μοῦ τηλεφωνεί ὁ ἄλλος: «Πόσες μέρες νά νηστέψω γιά νά κοινωνήσω»; Τίποτα ἄλλο. Ἐξομολογήθηκε; Δέν τό ρωτάει αὐτό. Πρέπει νά τόν ρωτήσουμε ἄν ἐξομολογήθηκε; Ἔχει πνευματικό; Πρέπει νά τό μαντέψουμε. Λοιπόν καταλάβατε; Δηλαδή νά τοῦ δώσουμε ἕνα χαρτάκι πώς εἶναι σωσμένος καί εἶναι σωσμένος; Δέν γίνεται ἔτσι.
Λίγο πρέπει νά κοπιάσουμε, λίγο νά ὑπακούσουμε στή θέληση τοῦ Χριστού. Ὁ Χριστός μᾶς εἶπε: «Ἔχετε τήν Ἐκκλησία, ἔχετε τούς πνευματικούς Πατέρες, ρωτήστε, ταπεινωθεῖτε δηλαδή». Ἔτσι; Μή ζητᾶμε πάντοτε τήν πολύ εὔκολη λύση, πού ἰκανοποιεῖ τή ραθυμία μας. Γι΄ αὐτό λέει ὁ Χριστός εἶναι στενή ἡ πύλη. Τί σημαίνει ὅμως «στενή πύλη», ἀφοῦ ἀπό τήν ἄλλη, Χριστέ μου, μᾶς λές ὅτι: «Ὁ γάρ ζυγός μου χρηστός καί τό φορτίο μου ἐλαφρόν ἐστιν»; Δέν λέει;
Καί ἀπό τήν ἄλλη λέει ότι είναι στενή ἡ πύλη. Πῶς γίνεται τώρα νά συμβιβάζονται αὐτά τά δύο; «Ἀντίφαση» σοῦ λέει ὁ ἄλλος, ὁ δυτικός. Ὁ ἐπιστήμονας, ὁ προτεστάντης. «Ἀντίφαση» σοῦ λέει. Δέν εἶναι ἀντίφαση ὅμως. Πρέπει νά ξέρεις νά διαβάζεις ὅλο τό Εὐαγγέλιο, γιά νά ἑρμηνεύσεις τό Εὐαγγέλιο καί τούς Ἅγιους Πατέρες. Λοιπόν τό φορτίο μας εἶναι χρηστό, δηλαδή καλό καί ἐλαφρό, γιατί ὄντως ὁ Χριστός μᾶς δίνει τό ἐλαφρότερο φορτίο.
Ὁ διάβολος μᾶς δίνει τά βαριά φορτία. Ἡ ἁμαρτία εἶναι σά νά περπατᾶμε μέ τά χέρια. Πολύ δύσκολο. Καί ὅμως τό κάνουμε. Τώρα, γιατί εἶναι στενή ἡ ὁδός; Διότι οὔτε αὐτό τόν χρηστό ζυγό δεν θέλουμε νά τόν φορτωθοῦμε. Δέν θέλουμε. Σοῦ λέει: «Ὤχ! Τί εἶναι αὐτά τώρα, πού λέει ὁ πνευματικός. Πολύ αὐστηρά· πάω νά βρῶ κανέναν ἄλλον. Ἀφοῦ εἶναι καί καλόγερος νά βρῶ κανένα ἔγγαμο, πού εἶναι λιγότερο αυστηρός». Λές καί ὁ ἄγαμος δέν βγῆκε ἀπό οἰκογένεια, δέν ξέρει δηλαδή αὐτός, δέν εἶχε πατέρα καί μάνα, δέν ξέρει τί γίνεται στίς οἰκογένειες.
Λοιπόν νά μήν τά αποδεχόμαστε ὅλα αὐτά πού κυκλοφοροῦν. Νά ψάξεις ἕναν πνευματικό, πού νά σέ θεραπεύει καί νά εἶσαι ἄτεγκτος μέ τόν ἑαυτό σου καί νά ἔχεις ὄρεξη νά δουλέψεις καί νά πονέσεις. Τότε θεραπεύεσαι. Ἅμα πᾶς στόν γιατρό μέ προϋποθέσεις καί ὅρους τοῦ τύπου: «Κοίταξε, γιατρέ, μή μέ πονέσεις, θά σηκωθῶ καί θά φύγω». Ἐ, καλύτερα εἶναι νά μήν πᾶς καθόλου. Σήκω φύγε, γιατί καί μιά ἔνεση πού θά σοῦ κάνει, θά σέ τσιμπήσει λίγο, θά πονέσεις καί τί θά κάνουμε. Δέν γίνεται χωρίς πόνο νά βγάλεις τήν ἡδονή. Ἔχουμε ἡδονή μέσα μας. Τό λέει ὁ Ἅγιος Μάξιμος. Πῶς μπῆκε ἡ ἡδονή, ἡ κακιά ἡδονή; Ἁπό τήν ἁμαρτία. Γιά νά βγεῖ ἡ ἡδονή θέλει ὀδύνη, θέλει πόνο. Ἐμεῖς δέν θέλουμε νά πονέσουμε καθόλου καί θά ψάξουμε τίς διαβολικές λύσεις, πού δέν εἶναι λύσεις. Καί ἔτσι μένουμε ἀθεράπευτοι.
Λοιπόν ἀποφασίζεις νά ὑποστεῖς τά πάντα, νά ἀρνηθεῖς τόν ἑαυτό σου, νά μπεῖς στόν ζυγό τοῦ Χριστοῦ καί τότε ἡ ὁδός δέν εἶναι καθόλου στενή. Καί τή βρίσκεις εὔκολα τήν πύλη ἀλλά, ἐπειδή εἴμαστε ράθυμοι, λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, δέν θέλουμε νά κοπιάσουμε, νά πονέσουμε, γι΄ αὐτό εἶναι στενή ἡ πύλη καί λίγοι εἶναι αὐτοί πού τήν βρίσκουν.
Ἄς ἀποτινάξουμε λοιπόν τή ραθυμία μας, νά ἀνασκουμπωθοῦμε τώρα, πού εἶναι καί Μεγάλη Σαρακοστή, νά μποῦμε στόν ζυγό τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ὁ ζυγός τῆς ὑπακοῆς. Τῆς ὑπακοῆς. Ὅλη ἡ ἱστορία εἶναι ἐκεῖ. Νά κόψουμε τό θέλημά μας. Πολλές φορές πᾶμε γιά μεγάλες πνευματικές ἀναβάσεις, ὑψηλά πράγματα, νοερά προσευχή, ἄκτιστο φῶς καί δέν θέλουμε νά κάνουμε μιά ἁπλή ὑπακοή. Σοῦ λέει ὁ πνευματικός: «Κάνε αὐτό». «Ὄχι» λες «δέν μπορῶ, διότι ἡ ἐπιστήμη ἄλλα λέει». Ἐντάξει ἔχουμε καί τήν ἐπιστήμη, τήν ψευδοεπιστήμη.
Ἀποφώνηση
Π. Ἀντώνιος: – Ναί, ἔχει περάσει ἀρκετά ἡ ὥρα. Τόν κουράσαμε τόν Γέροντα.
Π. Σάββας: – Δέν κουράζομαι.
Π. Ἀντώνιος: – Λοιπόν τόν εὐχαριστοῦμε πάρα πολύ. Νά εὐχηθεῖτε ὅλοι νά πάει ἡ ὑπόλοιπη Μεγάλη Σαρακοστή μέ αὐτό τό πνεῦμα. Νά πῶ μόνο μιά κουβέντα, προτοῦ διαλύσουμε, νά πῶ μιά κουβέντα, τήν ὁποία παρατηροῦμε καί στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας καί στόν Γέροντα ἐδῶ πέρα (τόν πατέρα Σάββα). Ὅτι ἐδῶ μιλᾶμε γιά κάτι ἄλλο. Εἴδατε; Ἀκούσαμε κάτι ἄλλο σήμερα, ἀπό αὐτό πού κυκλοφορεῖ. Νά τό προσέξετε αὐτό, πόσο δηλαδή ἔχει ἀλλοτριωθεῖ ἡ πίστη μας, ἡ ζωή μας, ὅλη ἡ βιοτή μας, ὥστε, ὅταν ἀκοῦμε αὐτό τό κάτι ἄλλο, τό τῆς Ἐκκλησίας δηλαδή, νά μᾶς φαίνεται παράξενο.
Ὅλα αὐτά θά σᾶς ταράξανε, θά σᾶς φανήκανε παράξενα, ἐνῶ αὐτά εἶναι τά ὑγιῆ, τά σωστά. Ἄς τό προσέξουμε αὐτό· αὐτό τό κάτι ἄλλο, πού λέει ἡ Ἐκκλησία μας, εἶναι αὐτό πού μᾶς σώζει. Καί αὐτό εἶναι πού μᾶς λέει ὁ Χριστός. Ἄς τό προσέξουμε τοὐλάχιστον ἀπό ἐδῶ καί πέρα στή Σαρακοστή καί σε ὅλη τήν ὑπόλοιπη ζωή μας. Εὐχαριστοῦμε τόν Γέροντα γιά τήν εὐλογία πού εἴχαμε καί πού μᾶς ἦρθε καί μᾶς εἶπε τόσο ὡραῖα πράγματα.
Νά ξανάρθει. Καί εὐχόμαστε σέ ὅλους σας καλό ὑπόλοιπο τῆς Σαρακοστῆς καί εἴθε νά ἔχουμε καί καλή Ἀνάσταση.
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα
Ἀρχιμανδρίτης Σάββας Ἁγιορείτης
Ἱερός Ναός Ἁγίων Ἀναργύρων,
Πενταπλάτανος Γιαννιτσῶν
hristospanagia@yahoo.gr