Ὁμιλία στίς 22-08-2015 (Σύναξη Ἀνδρῶν στόν Ἱ. Ν. Ἁγίων Ἀναργύρων Πενταπλάτανου Γιαννιτσῶν)
Ἀκοῦστε ἐδῶ τήν ὁμιλία:http://hristospanagia3.blogspot.gr/2015/10/1_7.html
Ἐπειδή πολλοί ἄνθρωποι, Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι σήμερα ἀγνοοῦν τό μυστήριο καί τόν σκοπό τοῦ γάμου, σκέφτηκα νά ποῦμε αὐτό πού διδάσκει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μέσα ἀπό τόν Ἱερό Χρυσόστομο γιά τό μυστήριο αὐτό καί τό πῶς θά πρέπει νά εἶναι τοποθετημένος ὁ ἄνθρωπος ἀπέναντι στό μυστήριο, καθώς καί γιά τή σχέση μεταξύ τῶν συζύγων. Βέβαια αὐτό τό θέμα ἀφορᾶ καί αὐτούς πού δέν ἔχουν οἰκογένεια καί αὐτούς πού ἔχουν καί αὐτούς, πού ἐνδεχομένως εἶναι πρός τή δύση τῆς ζωῆς, ἀλλά ἔχουν παιδιά, ἐγγόνια καί θά τούς ζητηθεῖ μία συμβουλή.
Καταρχάς, πρέπει νά ποῦμε, ὅτι ὁ σκοπός τοῦ γάμου, ὅπως τόν ἔχει θέσει ὁ Χριστός μας, εἶναι ὑπηρετικός τοῦ σκοποῦ γιά τόν ὁποῖο ἔφτιαξε τόν ἄνθρωπο καί δέν μποροῦσε νά εἶναι διαφορετικός. Ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου βέβαια εἶναι ἡ θέωση. Ἑπομένως καί τό μυστήριο τοῦ γάμου, ὅπως καί ὅλα τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας (τό Ἅγιο Βάπτισμα, τό Ἅγιο Χρίσμα, ἡ Ἱερά Ἐξομολόγηση, ἡ Θεία Κοινωνία), ὑπηρετεῖ αὐτόν τόν σκοπό, δηλαδή τή θέωση, τήν ὁμοίωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Τόν ἴδιο σκοπό ὑπηρετεῖ καί τό μοναστήρι καί -ἄς τό ποῦμε ἐξ ἀρχῆς -ὅτι αὐτός ὁ ἴδιος ὁ σκοπός τοῦ γάμου, πού εἶναι ἡ θέωση καί εἶναι καί ὁ σκοπός τοῦ μοναστηριοῦ, κάνει τίς δύο αὐτές καταστάσεις νά μοιάζουν.
Οὐσιαστικά ἡ οἰκογένεια εἶναι ἕνα μικρό κοινόβιο, ἕνα μικρό μοναστήρι, ὅταν λειτουργεῖ Ὀρθόδοξα, Χριστιανικά, πού ἔχει τόν Ἡγούμενό του, τόν ἄνδρα, ὅπως τόν ἔχει ὁρίσει ὁ Θεός καί ἔχει καί τή σύζυγο, ἡ ὁποία, ὅπως λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, παίζει τόν ρόλο τοῦ Ὑπαρχηγοῦ, ἤ τοῦ Στρατηγοῦ, ἄν θέλετε καί τά παιδιά, τά ὁποία καί αὐτά βλέποντας τούς γονεῖς, μπαίνουν σιγά σιγά στό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ καί ὑποτάσσονται ὅλοι στόν Χριστό. Γιατί καί ὁ ἄνδρας δέν εἶναι αὐτοκέφαλος. «Ἔχει κεφαλή του τόν Χριστό», ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος «ἡ γυναίκα ἔχει κεφαλή τόν ἄνδρα καί τά παιδιά ὑποτάσσονται στούς γονεῖς, χωρίς βεβαίως οἱ γονεῖς νά τά παροργίζουν». Πρέπει νά φροντίζουν νά τά παιδαγωγοῦν ἐν παιδεία καί νουθεσία Κυρίου καί νά μήν τά παροργίζουν.
Ἐάν δέν ὑπηρετεῖται αὐτός ὁ σκοπός, ὁπωσδήποτε ὁ γάμος εἶναι ἀποτυχημένος. Δηλαδή, ἐάν δέν ἐπιτυγχάνεται ἡ θέωση τῶν μελῶν, πού ἀνήκουν στήν οἰκογένεια. Ὅπως καί σέ ἕνα μοναστήρι. Ἄν οἱ μοναχοί ἤ οἱ μοναχές, δέν ἁγιάζονται καθημερινά καί δέν προκόβουν στήν κατά Θεόν ζωή, δέν ὁμοιάζουν ὅλο καί περισσότερο στόν Χριστό, ἐπίσης καί τό μοναστήρι δέ λειτουργεῖ σωστά. Κατ’ οὐσίαν εἶναι ἀποτυχημένο, ἐάν δέν διορθωθεῖ ἡ κατάσταση.
Ὅταν οἱ ἄνθρωποι ζοῦνε κατά Θεόν, εἴτε εἶναι ἔγγαμοι, εἴτε εἶναι ἄγαμοι, μποροῦν νά σωθοῦν καί νά θεωθοῦν. Ἀλλοίμονο, ἄν ὁ Χριστός μας ἔβαλε ἐμπόδια στούς ἐγγάμους γιά τή σωτηρία. Ἐξίσου μπορεῖ κανείς νά ἁγιάσει, εἴτε εἶναι ἔγγαμος, εἴτε εἶναι ἄγαμος.
Ἀναμφίβολα οἱ συνθῆκες εἶναι λίγο διαφορετικές. Ἡ ζωή στό μοναστήρι εἶναι μέ τέτοιο τρόπο διαμορφωμένη, ὥστε κάθε στιγμή νά σκέφτεται ὁ ἄνθρωπος τόν Χριστό καί νά ὑπηρετεῖ τόν Χριστό. Τό ἴδιο ὅμως μπορεῖ νά γίνει στό μέτρο βεβαίως τοῦ δυνατοῦ καί μέσα στόν κόσμο καί μέσα στήν οἰκογένεια. Γι’ αὐτό ἔχουμε τούς πρώτους Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἦταν ὅλοι μιά ψυχή καί μιά καρδιά, εἴτε ἦταν ἔγγαμοι, εἴτε ἄγαμοι. Αὐτό, δηλαδή, πού βλέπουμε τώρα στά μοναστήρια τά ‘ἐπιτυχημένα’, πού ὅλοι εἶναι μία ψυχή καί μία καρδιά, μπορεῖ νά γίνει στήν ἐνορία, στήν οἰκογένεια καί στόν κόσμο, ἀρκεῖ νά ζοῦνε ἐν πνεύματι, ἐν Χριστῷ αὐτοί πού εἶναι ἔγγαμοι. Ὅταν ἀγωνίζονται δηλαδή νά ζοῦνε μέσα στό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ.
Ἄς δοῦμε λοιπόν τί λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος γιά τό μυστήριο αὐτό καί γιά τίς σχέσεις τῶν συζύγων, πού εἶναι πολύ βασικό. Ὅλα αὐτά ὁ Ἅγιος τά ἐξετάζει μέ βάση τήν Ἁγία Γραφή καί μέ βάση τήν Ἱερά παράδοση. Ἀρχίζει λοιπόν ὁ Ἱερός Χρυσόστομος καί λέει: «Ἕνας σοφός ἄνθρωπος πού εἶπε πολλά μέ τήν μορφή τῶν μακαρισμῶν, εἶπε καί τοῦτο»: ‘ἡ γυναίκα καί ὁ ἄνδρας νά συμπεριφέρονται καλά μεταξύ τους’ (Σοφ. Σειρ. 25,1). Νά ἔχουν μεταξύ τους καλή συμπεριφορά, νά μιλοῦν ὄμορφα καί νά συμπεριφέρονται ὄμορφα. Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό.
Ἀπό τήν ἀρχή ὁ Θεός φρόντισε γιά νά ζοῦν οἱ σύζυγοι μέ ὁμόνοια. Γι’ αὐτό μιλάει καί γιά τούς δύο, σάν νά πρόκειται γιά ἕναν. Καί λέει «ἄνδρα καί γυναίκα ἐποίησεν αὐτούς» (Γέν. 1,27). Δηλαδή δέν κάνει διάκριση νά πεῖ ὅτι ἔφτιαξε ἄνδρα, ἀλλά ἄνδρα καί γυναίκα. Καί οἱ δύο εἶναι ἄνθρωποι. Καί δέν ὑπάρχει διάκριση, «οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ» (Γαλ. 3,28), λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, οὔτε ὑποτίμηση τῆς γυναίκας σέ σχέση μέ τόν ἄνδρα, οὔτε φυσικά τοῦ ἄνδρα σέ σχέση μέ τή γυναίκα. Γιατί δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει τόσο στενή σχέση ἀνάμεσα σέ δύο ἄνδρες, ὅσο ἀνάμεσα σέ ἕναν ἄνδρα καί μία γυναίκα (ὅταν φυσικά τά πράγματα λειτουργοῦν φυσιολογικά).
Δυστυχῶς σήμερα ἔχουμε τέτοια ἐκτροπή στούς ἀνθρώπους, πού διαφημίζεται ἡ διαστροφή καί ἡ ὁμοφυλοφιλία, ἀλλά αὐτή ἡ σχέση δέν εἶναι φυσιολογική καί δέν εἶναι τόσο στενή ὅπως εἶναι τοῦ ἄνδρα μέ τή γυναίκα καί οὔτε ὑπάρχει βεβαίως καμία σύγκριση. Τό ἕνα εἶναι παρά φύσιν καί βδελυρό ἀπέναντι στόν Θεό καί τό ἄλλο εἶναι φυσιολογικό καί εὐλογημένο, ὅταν εἶναι μέσα στόν γάμο, στό μυστήριο αὐτό, πού ἔχει τήν ἀναγωγή του στόν Χριστό καί στήν Ἐκκλησία.
Γιατί λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅτι: «ὅπως εἶναι ἡ σχέση τοῦ Χριστοῦ μέ τήν Ἐκκλησία, ἔτσι εἶναι καί τό μυστήριο αὐτό τῆς σχέσης τοῦ ἄνδρα μέ τή γυναίκα» (Εφ. 5,32). Ὅπως ὁ Χριστός ἀγάπησε τήν Ἐκκλησία καί θυσιάστηκε γι’ αὐτήν, ἔτσι καί ὁ ἄνδρας θυσιάζεται καί ἀγαπᾶ τή γυναίκα του. Ὁ Δαυϊδ πενθώντας καί θρηνώντας γιά τόν θάνατο τοῦ στενοῦ φίλου του, τοῦ Ἰωνάθαν, πού τόν ἀγαποῦσε ὑπερβολικά, δέν τόν ἀποκάλεσε πατέρα ἤ μητέρα, ἀδελφό ἤ φίλο, ἀλλά τί εἶπε; «Σέ ἀγάπησα περισσότερο ἀπ’ ὅσο μπορεῖ νά ἀγαπηθεῖ μία γυναίκα» (Β΄Βασ. 1,26), γιατί αὐτή εἶναι ἡ πιό δυνατή σχέση ἀγάπης στά ἀνθρώπινα.
«Πραγματικά αὐτή ἡ ἀγάπη εἶναι πιό δυνατή ἀπό κάθε ἄλλη», λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. «Οἱ ἄλλες ἔχουν σφοδρότητα, αὐτή ὅμως εἶναι καί σφοδρή καί ἀμάραντη, γιατί ὑπάρχει μία ἐρωτική ὁρμή, πού φωλιάζει στή φύση τους καί χωρίς νά κατανοοῦμε τό πῶς, συνδέει τά σώματά τους. Γι’ αὐτό καί ἐξ ἀρχῆς ἀπό τόν ἄνδρα προῆλθε ἡ γυναίκα, ἐνῶ στήν συνέχεια ἀπό τόν ἄνδρα καί τήν γυναίκα, προέρχονται ἄλλοι ἄνδρες καί ἄλλες γυναῖκες. Βλέπεις σύνδεσμο καί σύμπλεγμα ποῦ δημιούργησε ὁ Θεός, μήν ἐπιτρέποντας μάλιστα σέ ἄλλη οὐσία νά εἰσχωρήσει ἀπό ἔξω; Βλέπεις καί πόσα ἄλλα ἔκανε συγκαταβατικά; Ἀνέχθηκε νά γίνει γυναίκα τοῦ Ἀδάμ ἡ ἀδελφή του, ἤ μᾶλλον ὄχι ἡ ἀδελφή του, ἀλλά ἡ θυγατέρα του, ἤ μᾶλλον οὔτε ἡ θυγατέρα του, ἀλλά κάτι περισσότερο, ἡ ἴδια του ἡ σάρκα». Γιατί ξέρουμε, ὅτι ἡ Εὕα πλάστηκε ἀπό τήν σάρκα τοῦ Ἀδάμ».
«Καί τήν ἑνότητά τους τήν καθόρισε εὐθύς ἐξ ἀρχῆς, σᾶς τίς πέτρες, ἑνώνοντάς τους σέ μία ὁλότητα. Γι’ αὐτό, οὔτε τή γυναίκα δημιούργησε ἀπό ξένη στόν Ἀδάμ οὐσία, γιά νά μή συνδέεται αὐτός μαζί της σάν μέ μία ξένη, οὔτε πάλι σταμάτησε τόν γάμο στήν ἕνωση τοῦ Ἀδάμ μέ τήν Εὕα, γιά νά μήν χωρίζεται αὐτός λόγω τῆς ἑνώσεώς του μέ μία μόνο γυναίκα, ἀπό τό ὑπόλοιπο ἀνθρώπινο γένος».
«Ἔγινε δηλαδή ἐδῶ ὅτι γίνεται μέ ἕνα ὡραῖο δέντρο. Ἔχει ἕναν κορμό πού ὑψώνεται πάνω ἀπό τή ρίζα καί μετά ἁπλώνεται σέ πολλά κλαδιά. Ἄν δέν εἶχε κορμό καί τά κλαδιά βγαίνουν κατευθείαν ἀπό τίς ρίζες, δέν ἀξίζει τίποτα. Κι ἄν ἔχει πολλές ρίζες δέν τό θαυμάζει κανείς. Ἔτσι ὁ Θεός ἀπό ἕναν ἄνθρωπο τόν Ἀδάμ, ἔκανε νά προέλθει ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος. Ὅπως τά κλαδιά ἀπό τόν κορμό τοῦ δέντρου κάνοντάς το ἀναγκαστικά ἀδιάσπαστο καί ἀχώριστο. Καί γιά νά μήν περιοριστεῖ ἡ ἀγάπη, ἀλλά νά ἁπλωθεῖ σέ ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα, δέν ἐπέτρεψε νά ἔρχονται σέ γάμο οἱ ἄνθρωποι μέ ἀδελφές καί θυγατέρες, ἐπιβάλλοντας τόν χωρισμό ἀπό τά δικά μας πρόσωπα. Γι’ αὐτό ἔλεγε «ὁ Δημιουργός ἀπό τήν ἀρχή ἔκανε ἄνδρα καί γυναίκα». Βέβαια στήν ἀρχή πού δέν ὑπῆρχαν ἄλλοι ἄνθρωποι, ἦρθαν σέ σχέση τά παιδιά τοῦ Ἀδάμ μεταξύ τους. Ἀλλά ἀπό κεῖ καί μετά, ὁ Θεός ἀπαγόρευσε αὐτό τό γεγονός, γι’ αὐτόν τόν σκοπό, γιά νά ἁπλωθεῖ ἀγάπη σέ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα, νά συνδεθεῖ ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα καί νά μήν περιορίζεται ὁ καθένας στούς δικούς του, νά μή φτιάχνει μία κλειστή -ἄς τό ποῦμε κοινωνία- μία κάστα τῶν στενῶν συγγενῶν, ἀλλά νά ἁπλώνεται ἡ ἀγάπη πρός ὅλους.
«Ἔτσι λοιπόν ὁ Δημιουργός ἀπό τήν ἀρχή ἔκανε ἄνδρα καί γυναίκα. Ἀπό αὐτό προέρχονται μεγάλα καλά, ἀλλά καί μεγάλα κακά γιά τίς οἰκογένειες καί γιά τίς κοινωνίες. Γιατί ὁ ἔρωτας ἑνός ἄνδρα καί μίας γυναίκας, ἀποτελεῖ περισσότερο ἀπό ὁτιδήποτε ἄλλο, τόν ἰσχυρότερο συνεκτικό δεσμό τοῦ βίου μας. Γιά χάρη του πολλοί καί ὄπλα παίρνουν στά χέρια τους καί τήν ψυχή τους ἀκόμα προδίδουν καί θυσιάζουν».
«Ὄχι λοιπόν τυχαία καί ἀναίτια ἀναφέρθηκε ὁ Παῦλος σέ αὐτό τό θέμα, λέγοντας ‘οἱ γυναῖκες νά ὑποτάσσεστε στούς ἄνδρες σας, ὅπως στόν Κύριο’ (Εφ. 5,22)». Νά κάνετε ὑπακοή οἱ γυναῖκες στούς ἄνδρες, ὅπως ὑποτάσσεστε στόν Κύριο. «Γιατί ἄραγε; Γιατί ἄν οἱ σύζυγοι συμβιώνουν μέ ὁμόνοια, τότε καί τά παιδιά τους ἀνατρέφονται καλά καί οἱ γείτονες ἀπολαμβάνουν τήν εὐωδία τῆς χριστιανικῆς τους ζωῆς καί οἱ φίλοι χαίρονται καί οἱ συγγενεῖς τους καμαρώνουν». Βλέπουμε σήμερα τά παιδιά πού εἶναι ἀπό γονεῖς μέ προβλήματα, εἶναι καί αὐτά προβληματικά. Πολύ πιό προβληματικά βγαίνουν τά παιδιά ἀπό χωρισμένους γονεῖς. Ὅταν ὑπάρχει ὁμόνοια στούς γονεῖς, στούς συζύγους, τότε καί τά παιδιά ἀναπτύσσονται φυσιολογικά καί ὅλη ἡ οἰκογένεια εὐωδιάζει καί ἡ γειτονιά ἀκόμα -λέει ὁ ἅγιος- τό παίρνει εἴδηση καί ὅλη ἡ Ἐκκλησία προάγεται. Γιατί ἕνα κύτταρο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἐνορία καί ἕνα κύτταρο τῆς ἐνορίας εἶναι ἡ οἰκογένεια, ἡ χριστιανική οἰκογένεια.
Ἄν λοιπόν ἀντί νά ἔχουν ὁμόνοια οἱ σύζυγοι συμβαίνει τό ἀντίθετο, «ὅλα γίνονται ἄνω κάτω, ὅλα εἶναι σέ σύγχυση καί ταραχή. Συμβαίνει δηλαδή κι ἐδῶ ὅ,τι καί σ’ ἕνα στράτευμα. Ὅταν οἱ στρατηγοί του ἔχουν εἰρηνικές σχέσεις καί συνεργάζονται ἁρμονικά, ὁ στρατός πάει καλά καί ἔχει νίκες. Ὅταν ὅμως αὐτοί διαφωνοῦν καί μαλώνουν, ὅλος ὁ στρατός γίνεται ἄνω κάτω. Γι’ αὐτό λοιπόν λέει «οἱ γυναῖκες νά ὑποτάσσεστε στούς ἄνδρες σᾶς , ὅπως στόν Κύριο» (Εφ. 5,22).
«Πῶς ὅμως ἡ γραφή σέ ἄλλο σημεῖο λέει ‘ἄν κάποιος ἔρχεται κοντά μου καί δέν ἀπαρνιέται γυναίκα καί ἄνδρα, δέν μπορεῖ νά εἶναι μαθητής μου’ (Λουκ. 14,26); Τό λέει ὁ Κύριος, ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι πρώτη ἀγάπη μας πάνω καί ἀπό τήν σύζυγο καί τά παιδιά καί ἀπό τόν σύζυγο ἀντίστοιχα γιά τήν γυναίκα, θά πρέπει νά εἶναι ὁ Κύριος. Ὅταν ὑπάρχει ἐμπόδιο σ’ αὐτό, ἀπό τό ἕτερον ἥμισυ, ὁπωσδήποτε θά κάνουμε ὑπακοή στόν Θεό καί ὄχι στό ἕτερον ἥμισυ.
Ἑπομένως, δέν ὑπάρχει ἀντίφαση στό Εὐαγγέλιο. Ἀπό τήν μία λέει στή γυναίκα νά ὑπακούει στόν ἄνδρα, ἀπό τήν ἄλλη λέει νά ὑποτάσσεστε στόν Κύριο καί νά ἀπαρνεῖσθε τήν σύζυγο ἤ τόν σύζυγο ἀντιστοίχως γιά χάρη τοῦ Κυρίου. Ἰσχύει καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Ἄν ἐκεῖνος πού ὑποτάσσεται στόν Κύριο, ὑπηρετεῖ τόν Κύριο βεβαίως εἶναι εὐλογημένος. Ἐκεῖνος ὅμως πού ἀντιτάσσεται στό κακό θέλημα τοῦ ἤ τῆς συζύγου γιά χάρη τοῦ Κυρίου, πάλι εἶναι εὐλογημένος. Αὐτός πού ὑποτάσσεται στό καλό θέλημα τοῦ/τῆς συζύγου του τό εὐάρεστο κι αὐτός φυσικά τό κάνει γιά χάρη τοῦ Κυρίου καί ὑπηρετεῖ τόν Κύριο.
«Ἄν ἐκεῖνος πού δέν ὑποτάσσεται στήν κρατική ἐξουσία καί τίς πολιτειακές ἀρχές, ἀντιστέκεται στήν τάξη πού ἔβαλε ὁ Θεός», γιατί μᾶς ἔχει πεῖ ὁ Θεός νά ὑποτασσόμαστε σέ αὐτούς πού ἔχουν ἐξουσία, ὁ Θεός τούς ἔχει βάλει καί αὐτούς, οἱ ὁποῖοι φέρουν τήν μάχαιρα ὄχι μάταια, λέει ὁ Κύριος (Ρωμ. 13,4). Πρέπει νά ὑποτασσόμαστε στίς ἀρχές καί τίς ἀξίες τίς κοσμικές, γιατί διαφυλάσσουν τήν εἰρήνη, τήν ὁμαλότητα μέσα στήν κοινωνία καί μποροῦμε κι ἐμεῖς μέσα σ’ αὐτήν τήν εἰρήνη νά λατρεύουμε ἤρεμα τόν Θεό, «πολύ περισσότερο ἡ γυναίκα πού δέν ὑποτάσσεται στόν ἄνδρα της, παραβαίνει θεϊκή ἐντολή».
Αὐτό βέβαια δέ δίνει ἕνα προνόμιο στόν ἄνδρα ἐξουσίας καί αὐταρχισμοῦ, ἀλλά ὅπως θά δοῦμε πιό κάτω, στόν ἄνδρα ὁ Θεός ἔχει δώσει μιά βαρύτερη ἐντολή. Ὄχι ἀπλῶς νά ὑποτάσσεται στή γυναίκα του, ἀλλά νά ἀγαπάει τή γυναίκα του, τό ὁποῖο εἶναι πολύ πιό δύσκολο καί πολύ πιό εὐρύ θά λέγαμε, διότι δέ λέει νά ἀγαπᾶς τή γυναίκα σου ἄν σέ ἀγαπάει κι αὐτή, ἤ ἄν εἶναι καλή κλπ, ἀλλά νά τήν ἀγαπάει ὅποια κι ἄν εἶναι.
«Ἄς θεωροῦμε λοιπόν ὅτι ὁ ἄνδρας εἶναι τό κεφάλι καί ἡ γυναίκα τό σῶμα», λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. «Ὅμως ὅπως ἀποδεικνύει καί τοῦτος ὁ ἀποστολικός συλλογισμός, ὁ ἄνδρας εἶναι ἡ κεφαλή, δηλαδή ὁ ἀρχηγός τῆς γυναίκας». Πῶς ὅμως; «Ὅπως καί ὁ Χριστός τῆς Ἐκκλησίας».
Ἀμέσως δίνει καί τήν ἀντιστοίχηση -θά λέγαμε- γιά νά καταλάβουμε τί ἐννοεῖ. Ὄχι μέ μιά ἔννοια κοσμική ὁ ἄνδρας εἶναι κεφαλή τῆς γυναίκας, ἀλλά ὅπως ὁ Χριστός εἶναι κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Χριστός εἶναι καί ὁ Σωτήρας τοῦ σώματός Του, δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι, κατ’ ἀντιστοιχία καί ὁ ἄνδρας, κατά κάποιο τρόπο, εἶναι σωτήρας τῆς γυναίκας του, μέ τήν ἔννοια ὅτι ἔχει εὐθύνη καί γιά τη σωτηρία τῆς γυναίκας του, ἐπειδή ἡ γυναίκα εἶναι «ἀσθενές σκεῦος», ὅπως μᾶς λέει πάλι ἡ Ἁγία Γραφή καί ὁ ἄνδρας ὡς πιό ἰσχυρός ἔχει πνευματική εὐθύνη καί γιά τή σύζυγό του. Νά τήν ὁδηγήσει δηλαδή στή σωτηρία, ὅπως ὁ Χριστός ὁδήγησε καί ὁδηγεῖ τήν Ἐκκλησία στή σωτηρία, θυσιάζοντας μάλιστα καί τή ζωή Του. «Ὅπως λοιπόν κάνει ὁ Χριστός, τό ἴδιο νά κάνει καί ὁ ἄνδρας γιά τή γυναίκα. «Ὅπως ἡ Ἐκκλησία ὑποτάσσεται στόν Χριστό, ἔτσι καί οἱ γυναῖκες πρέπει νά ὑποτάσσονται σέ ὅλα στούς ἄνδρες τους».
Βλέπετε πόσο ὡραία τακτοποιεῖ τά πάντα ἡ Ἁγία Γραφή;
Αὐτά γράφονται στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Εἶναι ἀναγκαῖο, δηλαδή, ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα νά ἔχουν πρότυπό τους, τή σχέση Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας.
«Ἐσύ ὁ ἄνδρας ἀκοῦς τόν Ἀπόστολο Παῦλο, πού συμβουλεύει τήν γυναίκα νά ὑποτάσσεται σ’ ἐσένα καί τόν ἐπαινεῖς καί τόν θαυμάζεις. Ἄκου τί ζητάει ἀπό σένα:
‘Οἱ ἄνδρες νά ἀγαπᾶτε τίς γυναῖκες σας, ὅπως ὁ Χριστός ἀγάπησε τήν Ἐκκλησία καί πρόσφερε τήν ζωή Τοῦ γι’ αὐτήν’ (Ἐφ. 5,25). Εἶδες προηγουμένως ὑπερβολή ὑποταγῆς»; Ζητάει νά ὑποτάσσεται ἡ γυναίκα σέ ὅλα στόν ἄνδρα. «Δές τώρα καί ὑπερβολή ἀγάπης. Θέλεις νά ὑπακούει σ’ ἐσένα ἡ γυναίκα σου, ὅπως ἡ Ἐκκλησία ὑπακούει στόν Χριστό; Φρόντιζε κι ἐσύ γι’ αὐτήν, ὅπως ὁ Χριστός γιά τήν Ἐκκλησία. Κι ἄν χρειαστεῖ τή ζωή σου νά θυσιάσεις γι’ αὐτήν, κομμάτια νά γίνεις χίλιες φορές, τά πάντα νά ὑπομείνεις καί νά πάθεις, μήν ἀρνηθεῖς νά τό κάνεις. Γιατί οὔτε κι ἔτσι θά ἔχεις κάνει κάτι ἰσάξιο μ’ ἐκεῖνο πού ἔκανε ὁ Χριστός γιά τήν Ἐκκλησία. Ἀφοῦ ἐσύ θά ἔχεις πάθει γι’ αὐτήν μέ τήν ὁποία εἶσαι ἑνωμένος, ἐνῶ ὁ Κύριος ἔπαθε γι’ αὐτήν (γιά τήν Ἐκκλησία δηλαδή), πού Τόν ἀποστρεφόταν καί Τόν περιφρονοῦσε».
Ὅταν ἦρθε ὁ Χριστός μας καί σταυρώθηκε, ἐμεῖς Τόν εἴχαμε ἀγαπήσει;
Ὄχι. Ἀντίθετα εἴμαστε ἐχθροί του καί ἀπόδειξη ὅτι τελικά Τόν σταυρώσαμε. Ἐνῶ ἐσύ -λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος- ὁ ἄνδρας ἔχεις γίνει ἕνα μέ τήν γυναίκα σου μυστηριακά, μέσω τῆς Ἐκκλησίας, μέ τό μυστήριο τοῦ γάμου, ὁπότε ἔχεις κάθε λόγο καί εἶσαι ὑποχρεωμένος, θά λέγαμε, νά τήν ἀγαπᾶς μέ αὐταπάρνηση καί νά φτάσεις καί στό σημεῖο νά δώσεις καί τή ζωή σου γι’ αὐτήν.
«Καθώς λοιπόν ὁ Χριστός, ὄχι μέ ἀπειλές, ὄχι μέ βρισιές, ὄχι μέ φοβέρες, ἀλλά μέ πολλή ἀγάπη καί στοργή, μέ φροντίδα καί θυσία κατόρθωσε νά ἐμπνεύσει τήν εὐπείθεια σ’ ἐκείνην πού τόσο Τόν εἶχε λυπήσει, ἔτσι νά κάνεις κι ἐσύ, ἔτσι νά φέρεσαι στή γυναίκα σου». Πῶς ὁ Χριστός μας μᾶς ὁδήγησε κοντά Του; Μέ πολλή ἀγάπη, καλοσύνη, ὑπομονή, μᾶς ἔπεισε καί μᾶς τράβηξε κοντά Του.
«Ἄν δέν σέ προσέχει, ἄν σέ ἀντιμετωπίζει μέ ὑπερηφάνεια ἡ γυναίκα σου, ἄν σοῦ δείχνει περιφρόνηση, θά μπορέσεις νά τή συμμορφώσεις μέ τήν πολλή φροντίδα σου, μέ τήν ἀγάπη καί τήν καλοσύνη σου. Ὄχι μέ τήν ὀργή καί τό φοβέρισμα. Μόνο ἕναν ὑπηρέτη μπορεῖς νά συνετίσεις ἔτσι (τότε εἶχαν ὑπηρέτες). Ἤ μᾶλλον οὔτε κι αὐτόν, γιατί γρήγορα θά ὀργιστεῖ καί θά φύγει ἀπό τή δούλεψή σου». Ἡ ἀγριότητα καί ἡ βία προκαλεῖ βία, ἡ καλοσύνη καί ἡ ἀγάπη ἡμερεύει καί τόν ἄγριο.
«Στή σύντροφο τῆς ζωῆς σου, στή μάνα τῶν παιδιῶν σου, στή βάση κάθε χαρᾶς μέσα στήν οἰκογένειά σου, δέν πρέπει μέ ἀγριάδα καί ἀπειλές νά ἐπιβάλλεσαι, ἀλλά μέ τήν ἀγάπη καί τόν καλό τρόπο. Τί συζυγική ζωή εἶναι αὐτή, ὅταν ἡ γυναίκα τρέμει τόν ἄνδρα της; Καί ποιά οἰκογενειακή θαλπωρή θά ἀπολαύσει ὁ ἄνδρας, ὅταν ζεῖ μαζί μέ γυναίκα πού τή μεταχειρίζεται ὡς δούλα; Καί ἄν πάθεις κάτι γιά χάρη της, μήν τῆς τό χτυπήσεις. Οὔτε ὁ Χριστός ἔκανε κάτι τέτοιο. ‘Καί τήν ζωή Του», λέει «πρόσφερε γι’ αὐτήν θέλοντας νά τήν καθαρίσει καί νά τήν ἁγιάσει’ (Ἐφ. 5,25-26). Ἑπομένως, ἦταν ἀκάθαρτη, εἶχε ἐλαττώματα, ἦταν ἄσχημη καί ποταπή». Ὅμως ὁ Χριστός τήν Ἐκκλησία τήν ἀγάπησε -ἐμᾶς δηλαδή ὅλους, πού εἴμαστε βρώμικοι καί ποταποί- καί ἦρθε καί τήν καθάρισε. Ἔτσι καί ὁ κάθε σύζυγος πρέπει νά ἀντιμετωπίζει τή σύζυγό του, ὅπως ὁ Χριστός τήν Ἐκκλησία.
«Ὅποια γυναίκα κι ἄν πάρεις, δέν θά εἶναι σάν τήν Ἐκκλησία πού πῆρε ὁ Χριστός ὡς νύμφη Του, οὔτε θά διαφέρει αὐτή τόσο ἀπό σένα, ὅσο διέφερε ἐκείνη ἀπό τό Χριστό». Γιατί καί ἡ γυναίκα τώρα, εἶναι καί αὐτή βαφτισμένη, ὁπωσδήποτε θά ἔχει ἕναν φόβο Θεοῦ, θά ἔχει μία διάθεση νά ὑπακούσει κι αὐτή στόν Χριστό. Ἑπομένως, εἶναι πολύ πιό εὔκολα -θέλει νά πεῖ ὁ Ἱερός Χρυσόστομος- γιά σένα τά πράγματα ἀπ’ ὅ,τι ἦταν γιά τό Χριστό, πού εἶχε νά ἀντιμετωπίσει ἀνθρώπους ἀγρίους, ἀντάρτες, εἰδωλολάτρες, τελείως ἐχθρικούς πρός Αὐτόν.
«Ὁ Κύριος δέν αἰσθάνθηκε ἀποστροφή γι’ αὐτήν, οὔτε τή σιχάθηκε ἀπό τήν ὑπερβολική της ἀσχήμια. Καί θέλεις νά καταλάβεις πόση ἦταν ἡ ἀσχήμια της; Ἄκουσε τί λέει ὁ Παῦλος: ‘Κάποτε ἤσασταν σκοτάδι’ (Ἐφ. 5,8), (ἀπευθύνεται στούς βαπτισμένους πλέον Ἐφεσίους πού ἦταν πρῶτα ἀβάπτιστοι. Ὁ ἀβάπτιστος εἶναι σκοτάδι), βλέπεις πόσο μαῦροι ἦταν; Ὑπάρχει τίποτα πιό μαῦρο ἀπ’ τό σκοτάδι; Δές ὅμως καί τή θρασύτητά της: ‘Ζούσαμε μέσα στήν κακία καί τόν φθόνο’,(Τίτ. 3,3), λέει στήν πρός Τίτον ἐπιστολή.
«Δές καί τήν ἀκαθαρσία της. ‘Ἄμυαλοι, ἀπείθαρχοι, πλανημένοι, ὑποδουλωμένοι σέ κάθε λογῆς ἐπιθυμίες καί ἡδονές’(Τίτ. 3,3). Ἔτσι εἴμασταν οἱ ἄνθρωποι ὅταν ἦρθε ὁ Χριστός. Ὡστόσο ὁ Χριστός δέ μᾶς ἀποστράφηκε, δέ μᾶς σιχάθηκε. Ἀντίθετα «παρέδωσε τόν ἑαυτό Του σέ θάνατο γιά χάρη της, γιά χάρη τῆς Ἐκκλησίας, γιά μιά κακιά σάν νά ἦταν καλή, γιά μιάν ἄσχημη σάν νά ἦταν ὡραία, ποθητή καί θαυμαστή».
«Ἀπορώντας γι’ αὐτό καί θαυμάζοντας ὁ Παῦλος ἔλεγε: ‘Ὁ Χριστός πέθανε γιά μᾶς τούς ἀσεβεῖς ἀνθρώπους. Δύσκολα θά ἔδινε κανείς τή ζωή του, ἀκόμα καί γιά ἕναν δίκαιο ἄνθρωπο. Ὁ Θεός ὅμως ξεπερνώντας αὐτά τά ὅρια ἔδειξε τήν ἀγάπη Του γιά μᾶς, γιατί, ἐνῶ ζούσαμε ἀκόμα στήν ἁμαρτία, ὁ Χριστός ἔδωσε τή ζωή του γιά χάρη μας». ‘Ἁμαρτωλῶν ἔτι ὄντων ἠμῶν Χριστός ὑπέρ ἠμῶν ἀπέθανε’(Ρωμ. 5,8).
Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό. Στή σχέση τοῦ συζύγου μέ τή σύζυγο, δέν εἶναι σωστό κανείς νά περιμένει, ἡ σύζυγος νά γίνει καλή γιά νά τήν ἀγαπήσει, ἀλλά ἐνῶ εἶναι κακή πρέπει νά τήν ἀγαπήσει. Ὅπως ἀκριβῶς καί ὁ Χριστός μας ἐνῶ εἴμαστε ἁμαρτωλοί μᾶς ἀγάπησε. Νά ἀγαπήσουμε τόν ἄλλον ὅπως εἶναι, ἐλπίζοντας στή μετάνοια καί στή διόρθωσή του κι ὄχι νά περιμένουμε νά διορθωθεῖ γιά νά τοῦ δείξουμε τήν ἀγάπη μας.
«Ἐνῶ τέτοια ἦταν, ὅταν τήν πῆρε, ἡ νύφη Του, ἡ Ἐκκλησία, τήν καθαρίζει, τή στολίζει, τή λούζει. ‘Ἤθελε ἔτσι νά τήν ἐξαγιάσει καθαρίζοντάς την μέ τό ὑδάτινο λουτρό τοῦ βαπτίσματος καί μέ τόν λόγο, ὥστε νά τήν ἔχει νύφη τήν Ἐκκλησία μέ ὅλη της τήν λαμπρότητα, τήν καθαρότητα, τήν ἁγιότητα, χωρίς ψεγάδι ἤ ἐλάττωμα ἤ κάτι παρόμοιο’ (Ἐφ. 5,26-27). Μέ τό ὑδάτινο λουτρό τοῦ βαπτίσματος τήν καθαρίζει. Ἀλλά καί μέ τόν λόγο λέει. Ποιόν; ‘εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος’. Καί ὄχι μόνο τή στόλισε, ἀλλά καί τή δόξασε, τήν ἔκανε λαμπρή χωρίς ψεγάδι ἤ ἐλάττωμα ἤ κάτι παρόμοιο».
«Κι ἐμεῖς λοιπόν αὐτήν τήν ὡραιότητα ἄς ἐπιζητᾶμε. Κι ἄν τήν ἐπιζητοῦμε θά μπορέσουμε νά τήν ἀποκτήσουμε. Γι’ αὐτό, μή ζητᾶς ἀπό τή γυναίκα, αὐτά πού δέν εἶναι δικά της. Βλέπεις ὅτι ὅλα ἀπό τόν Κύριο τά πῆρε ἡ Ἐκκλησία. Ἀπό Αὐτόν ἔγινε ἔνδοξη καί λαμπρή. Μή νιώσεις ἀποστροφή γιά τήν γυναίκα ἐπειδή ἔτυχε νά μήν εἶναι ὄμορφη». Δέν εἶναι δικό της ἐπίτευγμα, τό διαθέτει ἄν τῆς τό δώσει ὁ Κύριος καί πάλι τό δίνει γιά ὁρισμένο χρόνο, μετά πάλι χάνεται αὐτή ἡ σαρκική ὀμορφιά.
«Ἄκουσε τί λέει ἡ Γραφή ‘ἡ μέλισσα εἶναι τόσο μικρή ἀνάμεσα στά φτερωτά, μά ὁ καρπός της τόσο γλυκός’ (Σοφ.Σειρ. 11,3). Θεοῦ πλάσμα εἶναι ἡ γυναίκα. Μέ τήν ἀποστροφή σου δέν προσβάλεις ἐκείνην ἀλλά τό Δημιουργό της. Τί δικό της ἔχει; Ὁ Κύριος δέν τῆς τά ἔδωσε ὅλα; Μά καί τήν ὄμορφη γυναίκα μήν τήν παινέψεις, μήν τή θαυμάσεις. Ὁ θαυμασμός τῆς μιᾶς καί ἡ περιφρόνηση τῆς ἄλλης, δείχνουν ἄνθρωπο ἀκόλαστο. Τήν ὀμορφιά τῆς ψυχῆς νά ζητᾶς καί τό Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας νά μιμεῖσαι. Ἡ σωματική ὀμορφιά πέρα ἀπό τό ὅτι εἶναι γεμάτη ἀλαζονεία, προκαλεῖ ζήλια, πολλές φορές μάλιστα καί ἀβάσιμες ὑποψίες. Δέ χαρίζει ὅμως ἡδονή; (λέει ὁ ἀντίλογος). Γιά λίγο, ναί. Γιά ἕνα μήνα, ἤ δύο, ἤ τό πολύ γιά ἕνα χρόνο. Ὕστερα ὄχι πιά. Γιατί λόγω τῆς συνήθειας δέ σοῦ κάνει αἴσθηση ἡ ὀμορφιά, ἡ ὁποία ὅμως διατηρεῖ τήν ἀλαζονεία της». Οἱ γυναῖκες πού εἶναι ὄμορφες, εἶναι κατά κανόνα καί ἀλαζόνες.
«Κάτι τέτοιο δέν συμβαίνει στήν περίπτωση μιᾶς γυναίκας, πού δέν ἔχει ἐξωτερική ὀμορφιά, ἔχει ὅμως ἐσωτερική. Ἐκεῖ εἶναι φυσικό ἡ ἡδονή καί ἡ ἀγάπη τοῦ συζύγου νά παραμένουν ἀπ’ τήν ἀρχή ὡς τό τέλος ἀμείωτες, γιατί προέρχονται ἀπό ὀμορφιά ψυχῆς καί ὄχι σώματος».
«Ὑπάρχει τίποτα ὡραιότερο ἀπό τ’ ἀστέρια τοῦ οὐρανοῦ; Σῶμα τόσο λευκό, δέν μπορεῖς νά μοῦ βρεῖς. Μάτια τόσο λαμπερά, δέν μπορεῖς νά μοῦ δείξεις. Ὅταν δημιούργησε ὁ Θεός τ’ ἀστέρια, οἱ Ἄγγελοι τά θαύμασαν γεμάτοι ἔκπληξη κι ἐμεῖς τώρα τά θαυμάζουμε, ὄχι ὅμως τόσο πολύ, ὅσο ὅταν τά πρωτοείδαμε. Αὐτό κάνει ἡ συνήθεια. Ἐλαττώνει τήν ἔκπληξη». Πολύ ὡραῖο αὐτό! Ἡ συνήθεια ἐλαττώνει τήν ἔκπληξη. Τώρα πόσο περισσότερο ἰσχύει αὐτό στήν περίπτωση τῆς γυναίκας; «Ἄν μάλιστα τύχει νά τή βρεῖ καί κάποια ἀρρώστια, ἀμέσως χάθηκαν ὅλα. Νά γιατί ἀπό τή γυναίκα πρέπει νά ζητᾶμε καλοσύνη, μετριοφροσύνη, εὐθύτητα καί εἰλικρίνεια. Αὐτά εἶναι τά γνωρίσματα τῆς ψυχικῆς ὀμορφιᾶς. Σωματική ὀμορφιά νά μή ζητᾶμε. Δέν βλέπετε τόσους καί τόσους πού πῆραν ὡραῖες γυναῖκες πῶς κατέστρεψαν τή ζωή τούς ἀξιοθρήνητα; Καί δέν βλέπετε ἄλλους πού χωρίς νά ἔχουν ὡραῖες γυναῖκες ἔζησαν εὐτυχισμένα»; Γιατί τό θέμα δέν εἶναι στό σῶμα, ἀλλά στήν ψυχή καί ἡ δυσκολία στό νά συμβιώσει κανείς, δέν εἶναι στά ἐξωτερικά, ἀλλά στά ἐσωτερικά.
«Οὔτε ὅμως καί γιά πλούσια γυναίκα νά ψάχνουμε. Κανένας ἄς μήν περιμένει νά γίνει πλούσιος μέ τόν γάμο. Αἰσχρός καί ἀξιοκαταφρόνητος εἶναι τέτοιος πλουτισμός. Ἐπιπλέον, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος: «ὅσοι θέλουν νά πλουτήσουν πέφτουν σέ πειρασμό, σέ παγίδα τοῦ διαβόλου καί σέ πολλές ἐπιθυμίες ἀνόητες καί βλαβερές πού βυθίζουν τούς ἀνθρώπους στήν καταστροφή καί στόν χαμό (Α΄Τιμ. 6,9). Ἀπό τήν γυναίκα λοιπόν μή ζητᾶς λεφτά, ἀλλά ἀρετές. Εἶναι δυνατόν νά ἀδιαφορεῖς γιά τά σπουδαιότερα καί νά φροντίζεις γιά τά ἀσήμαντα»;
Τό διαπιστώνουμε καί τώρα ἐν καιρῶ κρίσεως πόσο εὔκολα χάνονται τά χρήματα! «Δυστυχῶς ὅμως σ’ ὅλα αὐτό κάνουμε. Ἄν ἀποκτήσουμε παιδί νοιαζόμαστε, ὄχι γιά τό πῶς θά γίνει καλός ἄνθρωπος, ἀλλά γιά τό πῶς θά τοῦ ἐξασφαλίσουμε πλούτη. Ὄχι γιά τό πῶς θ’ ἀποκτήσει καλούς τρόπους, ἀλλά γιά τό πῶς θά ἔχει πολλούς πόρους. Στό ἐπάγγελμά μας, δέν κοιτᾶμε πῶς θά τό ἀσκήσουμε τίμια, ἀλλά πῶς θά μᾶς φέρει μεγάλα κέρδη. Ὅλα λοιπόν γίνονται γιά τά λεφτά. Μᾶς ἔχει κυριεύσει ὁ ἔρωτας τοῦ χρήματος, γι’ αὐτό ὁδηγούμαστε στήν καταστροφή».
Πόσο ἐπίκαιρα εἶναι αὐτά πού τά λέει ὁ Ἅγιος τόν 4ο αἰώνα, σήμερα στόν 21ο! «Ἔτσι συνεχίζει ὁ Ἀπόστολος: ‘Καί οἱ ἄνδρες ὀφείλουν νά ἀγαποῦν τίς γυναῖκες τους, ὅπως ἀγαποῦν τό ἴδιο τους τό σῶμα’». Ὅποιος ἀγαπάει τή γυναίκα του, ἀγαπάει τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του. Διότι ἀκριβῶς μέ τό μυστήριο τοῦ γάμου ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἐφόσον θά βρεῖ τόπο -οἱ ἄνθρωποι δηλαδή πού προσέρχονται στό μυστήριο εἶναι καθαροί, εἶναι ἁγνοί, ὅπως τούς θέλει ἡ Ἐκκλησία μας, γι’ αὐτό καί τούς στεφανώνει, εἶναι παρθένοι ἤ τουλάχιστον ἔχουν μετανοήσει κι ἔχουν ἐξομολογηθεῖ- μένει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τούς κάνει ἕνα, ὄχι ἁπλῶς μία σάρκα ἀλλά καί ἕνα πνεῦμα (ἐφόσον καί αὐτοί ἀγωνιστοῦν βεβαίως τόν καλόν ἀγώνα τῆς πίστεως). Ὁπότε δημιουργεῖται ἕνας καινούριος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος λέγεται ‘ἀνδρόγυνο’ καί οὐσιαστικά προέρχεται ἀπό τόν ἄνδρα καί τήν γυναίκα. Ἄρα ὅταν κανείς φροντίζει γιά τό ἕτερον ἥμισυ, νοιάζεται γι’ αὐτόν τόν καινούριο ἄνθρωπο πού προέκυψε ἀπό τήν ἕνωση αὐτῶν τῶν δύο καί οὐσιαστικά φροντίζει γιά τόν ἑαυτό του. Ἡ προαγωγή δηλαδή τῆς γυναικός, εἶναι καί προαγωγή τοῦ συζύγου καί ἀντιστρόφως. Γι’ αὐτό λέει ἐδῶ «ὅποιος ἀγαπάει τή γυναίκα του, τόν ἑαυτό του ἀγαπάει. Κανείς ποτέ δέ μίσησε τό ἴδιο του τό σῶμα, ἀλλά ἀντίθετα τό τρέφει καί τό φροντίζει».
Ἄν τά δεῖς ἀπ’ αὐτή τή σκοπιά, τακτοποιοῦνται ὅλα τά θέματα. Πῶς φροντίζεις γιά τόν ἑαυτό σου; Ἄν κάπου τό σῶμα σου πληγωθεῖ καί πονάει, φυσικά δέν τό χτυπᾶς, δέν τό πληγώνεις περισσότερο, ἀλλά τό περιθάλπεις μέ πιό πολλή στοργή καί ἀγάπη. Ἔτσι θά πρέπει νά δεῖς καί τή σύζυγο πού παρεκτρέπεται, πού κάνει κάποιο λάθος, πού σέ πληγώνει κάπου, πρέπει νά δείξεις πιό πολύ στοργή καί ἀγάπη. Ὅταν λοιπόν ἀγαπάει κανείς τή γυναίκα του, τόν ἑαυτό του ἀγαπάει καί φροντίζει.
«Ἔτσι κάνει καί ὁ Κύριος γιά τήν Ἐκκλησία». Ὅπως ὁ ἄνθρωπος φροντίζει γιά τό σῶμα του, ἔτσι καί ὁ Χριστός μας φροντίζει γιά τό σῶμα Του, τήν Ἐκκλησία. Γιατί ὅλοι εἴμαστε μέλη τοῦ σώματός Του ἀπό τή σάρκα Του καί τά ὀστά Του. Ἑπομένως ἐδῶ εἶναι ἕνα πολύ μεγάλο μυστήριο. Δηλαδή ὅταν κανείς φροντίζει γιά τό σῶμα του, οὐσιαστικά φροντίζει γιά ἕνα κομμάτι τῆς Ἐκκλησίας καί αὐτή ἡ φροντίδα πάει στόν Χριστό.
«Τί ἐννοεῖ μέ αὐτά τά λόγια; Μᾶς προβάλλει πιό δυνατή εἰκόνα, πιό ζωηρό παράδειγμα. Συνάμα μᾶς ὁδηγεῖ πιό κοντά καί πιό ξεκάθαρα σ’ ἕνα ἀκόμα καθῆκον. Γιά νά μή πεῖ κανείς ὅτι Ἐκεῖνος Θεός ἦταν καί τόν ἑαυτό Τοῦ παρέδωσε, γι’ αὐτό ὁ Παῦλος λέει ‘ἔτσι καί οἱ ἄνδρες ὀφείλουν..’ δέν πρόκειται δηλαδή γιά χάρισμα ἤ γιά δῶρο, ἀλλά γιά ὀφειλή, γιά χρέος».
«Ἀφοῦ εἶπε ‘ὅπως ἀγαποῦν τό ἴδιο τους τό σῶμα’ προσθέτει ‘γιατί κανείς ποτέ δέ μίσησε τό ἴδιο του τό σῶμα, ἀλλά ἀντίθετα τό τρέφει καί τό φροντίζει’. Καί πῶς εἶναι δικό του σῶμα; Διαβάζουμε στή Γένεση πώς ὅταν ὁ Ἀδάμ ξύπνησε καί εἶδε τήν γυναίκα πού ὁ Θεός ἔκανε ἀπό τήν πλευρά του, εἶπε ‘αὐτό τό πλάσμα εἶναι ὀστό ἀπό τά ὀστά μου καί σάρκα ἀπό τή σάρκα μου’ (Γέν. 2,23). Ὅπως ὁ Κύριος λοιπόν φροντίζει στοργικά τήν Ἐκκλησία, δηλαδή ὅλους ἐμᾶς γιατί εἴμαστε μέλη Τοῦ σάρκα Του καί ὀστά Του, -τό γνωρίζετε καλά ὅσοι μετέχετε στά Ἱερά Μυστήρια- ἔτσι καί ὁ ἄνδρας ὀφείλει νά φροντίζει στοργικά τή γυναίκα του, γιατί δημιουργήθηκε ἀπό αὐτόν, εἶναι κομμάτι τοῦ σώματός του».
Τελικά ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε κομμάτια ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου στήν κυριολεξία. Ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη μέ τό DNA τό ἔχει ἀποδείξει αὐτό, ὅτι ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα τελικά προερχόμαστε ἀπό δύο ἀνθρώπους, ἀπό ἕνα ζευγάρι. Ἐπιστημονικά ἀποδεδειγμένο δηλαδή, ὅτι ὅλοι εἴμαστε μεταξύ μας ἀδέλφια, κατά σάρκα. Κατά πνεῦμα δέν εἴμαστε ὅλοι ἀδέλφια, γιατί δέν εἴμαστε ὅλοι γεννημένοι στήν κολυμβήθρα. Μόνο ὅσοι εἴμαστε βαπτισμένοι εἴμαστε καί κατά πνεῦμα ἀδέλφια. Ἀλλά κατά σάρκα, κατά φύση εἴμαστε. Ἑπομένως, ὅταν κανείς φροντίζει τή σύζυγό του, φροντίζει οὐσιαστικά τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, τόν κατά σάρκα καί κατά πνεῦμα, ἐφόσον καί αὐτοί εἶναι Ὀρθόδοξοι, γιατί δέν μπορεῖ νά γίνει γάμος μέ ἕναν ἑτερόδοξο ἤ ἕναν ἀλλόθρησκο.
«Γι’ αὐτό λέει ἡ Γραφή ‘θά ἐγκαταλείψει ὁ ἄνδρας τόν πατέρα του καί τή μητέρα του, γιά νά ζήσει μαζί μέ τή γυναίκα του καί μέ τή συζυγία θά γίνουν οἱ δύο τους μία σάρκα, ἕνα σῶμα, ἕνας ἄνθρωπος (Γέν. 2,24, Ἐφ. 5,31). Νά καί τρίτος λόγος. Δείχνει δηλαδή ὅτι ἀφοῦ ἐγκαταλείψει ὁ ἄνδρας ἐκείνους πού τόν γέννησαν, δένεται μ’ ἐκείνη. Ἀπό ἐδῶ κι ἐμπρός ἡ σάρκα, ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα, δημιουργεῖ τό παιδί, πού γεννιέται ἀπό τήν ἕνωση τῶν σπερμάτων τους. Ὥστε καί οἱ τρεῖς εἶναι μιά σάρκα, ὅπως κι ἐμεῖς μέ τόν Χριστό εἴμαστε μιά σάρκα, ἕνα σῶμα».
Καί μυστηριακά ἔχουμε μέσα μας τή σάρκα τοῦ Χριστοῦ, γιατί ὅπως εἶπε καί ὁ Ἅγιος προηγουμένως «κοινωνοῦμε ἀπό τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ». Νά καί ἕνας ἀκόμα λόγος δηλαδή πού ὀφείλουμε νά δοῦμε τόν ἄλλον ὡς τόν ἑαυτό μας, γιατί καί ὁ ἄλλος κοινωνεῖ τό Σῶμα καί τό Αἷμα, πού κοινωνοῦμε κι ἐμεῖς, τοῦ Χριστοῦ.
«Ὅση λοιπόν ἀγάπη ἔχεις στόν ἑαυτό σου, τόση ἀγάπη θέλει νά ἔχεις ὁ Θεός καί στή γυναίκα σου. Δέν βλέπεις ὅτι καί στό σῶμα μας πολλές ἀτέλειες ἤ ἐλλείψεις ἔχουμε; Ὁ ἕνας ἔχει πόδια στραβά, ὁ ἄλλος τά χέρια παράλυτα, ὁ τρίτος κάποιο ἄλλο μέλος ἄρρωστο καί οὕτω καθεξῆς. Καί ὅμως, δέν τό κακομεταχειρίζεται, οὔτε τό κόβει τό ἄρρωστο μέλος, τό στραβό. Ἀπεναντίας μάλιστα τό φροντίζει καί τό περιποιεῖται περισσότερο, ἀπό ὅσο τά ὑγιῆ μέλη του. Καί ὁ λόγος εἶναι εὐνόητος». Γιατί ἀκριβῶς εἶναι μέλη του.
Ὁμοίως κι ἐμεῖς, ἕναν ἄνθρωπο πού εἶναι ὁ σύζυγός μας ἤ καί τά παιδιά μας ἤ καί ὁποιοσδήποτε συνάνθρωπος, πού ἔχει κάτι στραβό, κάτι ἐλαττωματικό, ἔχει μία ἀδυναμία, πρέπει νά τόν περιθάλπουμε, ὅπως περιθάλπουμε καί ἕνα ἄρρωστο μέλος τοῦ σώματός μας.
«Ὅσο ἀγαπᾶς λοιπόν τόν ἑαυτό σου, τόσο ν’ ἀγαπᾶς καί τήν γυναίκα σου. Ὄχι μόνο γιατί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα ἔχουν τήν ἴδια φύση, ἀλλά καί γιά μιά ἄλλη σπουδαιότερη αἰτία. Γιατί δέν εἶναι πιά δύο ξεχωριστά σώματα, ἀλλά ἕνα. Καί ὁ ἄνδρας εἶναι τό κεφάλι, ἐνῶ ἡ γυναίκα τό σῶμα. Ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σέ μία ἄλλη ἐπιστολή του, «κεφαλή τοῦ ἄνδρα εἶναι ὁ Χριστός, κεφαλή τῆς γυναίκας, εἶναι ὁ ἄνδρας καί κεφαλή τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Θεός» (Α΄Κορ. 11,3).
«Πῶς ὅμως λέει ὅτι κεφαλή τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Θεός; Αὐτό λέω κι ἐγώ ὅτι ὅπως ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα σῶμα, ἔτσι εἶναι ἕνα ὁ Χριστός καί ὁ Πατέρας. Ἑπομένως καί ὁ Πατέρας εἶναι κεφαλή μας», ἀφοῦ εἶναι κεφαλή μας ὁ Χριστός εἶναι καί ὁ Πατέρας.
«Δύο παραδείγματα μᾶς φέρνει, ἕνα του σώματος καί ἕνα του Χριστοῦ, γι’ αὐτό καί προσθέτει: ‘Σ’ αὐτά τά λόγια’ δηλαδή στό ὅτι θά γίνουν οἱ δύο, ὁ ἄντρας καί ἡ γυναίκα μία σάρκα, ‘κρύβεται ἕνα μεγάλο μυστήριο πού ἐγώ σᾶς λέγω ὅτι ἀναφέρεται στήν σχέση Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας’ (Ἐφ. 5,32). Ἀναφέρεται στήν σχέση Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας «γιατί κι Ἐκεῖνος, ἄφησε τόν Πατέρα Του, φανερώθηκε ὡς ἄνθρωπος στή γῆ, ἑνώθηκε μέ τήν νύφη Ἐκκλησία, δηλαδή μέ μᾶς κι ἔγινε ἕνα πνεῦμα μαζί της, μαζί μας. Ἀφοῦ ‘ὅποιος συνδέεται μέ τόν Κύριο, γίνεται ἕνα πνεῦμα μαζί Του’ (Α΄ Κόρ. 6, 17)». Ὅπως ὁ ἄνδρας ἀφήνει τόν πατέρα του καί συνδέεται μέ τή σύζυγό του, ἔτσι καί ὁ Χριστός μας, ἄφησε τόν Πατέρα Του καί ἦρθε στή γῆ καί ἑνώθηκε μέ μᾶς, μέ τήν Ἐκκλησία.
«Καί εἶναι μυστήριο μεγάλο, γιατί ὁ ἄνθρωπος τόν πατέρα του, πού τόν γέννησε καί τόν ἀνέθρεψε, τή μάνα του, πού μέ φοβερούς πόνους τόν ἔφερε στόν κόσμο, τούς γονεῖς του, πού τόσο τόν εὐεργέτησαν καί γιά τόσα χρόνια τόν προστάτεψαν, αὐτούς τούς ἐγκαταλείπει. Καί τί κάνει; Συνδέεται μέ μιά γυναίκα πού λίγο πρωτύτερα τοῦ ἦταν ἄγνωστη, πού δέν εἶχε τίποτα κοινό μέ αὐτόν. Μυστήριο πραγματικά! Καί οἱ γονεῖς ὄχι μόνο δέ λυποῦνται πού γίνεται κάτι τέτοιο, ἀλλά καί εὐχαριστιοῦνται. Καί χρήματα ξοδεύουν πρόθυμα γιά τό γάμο. Μυστήριο καί μάλιστα μεγάλο! Μυστήριο ἀνεξιχνίαστο! Τό προφήτεψε ὁ Μωυσῆς στή Γένεση (2, 23-25), τό διακηρύσσει καί τώρα μεγαλόφωνα ὁ Παῦλος, λέγοντας ὅτι ἀναφέρεται στή σχέση Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας».
Ὅπως ὁ Χριστός ἄφησε τόν Πατέρα, ἑνώθηκε μέ μᾶς κι ἔγινε ἕνα πνεῦμα μαζί μας, ἔτσι καί ὁ νυμφίος, ἀφήνει τόν πατέρα του, ἑνώνεται μέ τή νύμφη καί γίνεται ἕνα πνεῦμα μαζί της. Γιατί αὐτός εἶναι τελικά ὁ σκοπός τοῦ γάμου. Οἱ σύζυγοι νά γίνουν ἕνα Πνεῦμα ἐν Χριστῷ. Καί μέσα σέ αὐτό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο πού τούς ἐνώνει, νά ἐνταχθοῦν καί τά παιδιά.
« Ἀλλά κι ἐσεῖς, ὁ καθένας σας, ν’ ἀγαπάει τή γυναίκα του, ὅπως ἀγαπάει τόν ἑαυτό του καί ἡ γυναίκα νά σέβεται τόν ἄνδρα» (Ἔφ. 5,33). Αὐτό τό πολύ παρεξηγημένο χωρίο «Ἡ δέ γυνή ἴνα φοβῆται τόν ἄνδρα» (Εφ. 5,33) στό πρωτότυπο καί μέ τόν φόβο ἐννοεῖ καί ὑπονοεῖ τόν σεβασμό καί ὄχι τόν τρόμο καί τή τρομοκρατία.
«Δέν εἰσηγεῖται μόνο ἀγάπη, ἀλλά καί σεβασμό. Ὑπαρχηγός τοῦ σπιτιοῦ καί τῆς οἰκογενείας εἶναι ἡ γυναίκα. Δέν πρέπει, λοιπόν, νά ζητάει ἰσοτιμία μέ τόν ἀρχηγό, τόν ἄνδρα, ἀφοῦ εἶναι κάτω ἀπό τήν κεφαλή». Αὐτό δέν τήν ὑποτιμᾶ, ἀντίθετα τήν ἀσφαλίζει καί οὐσιαστικά τή βάζει σέ προνομιούχα θέση, γιατί ὁ ἄνδρας πού εἶναι ἡ κεφαλή, ἔχει ὡς ὀφειλή νά τήν ἀγαπάει. «Ὁ ἄνδρας δέν πρέπει νά περιφρονεῖ τή γυναίκα γιατί τοῦ ὑποτάσσεται, γιατί αὐτή εἶναι σῶμα». Ναί μέν τό σῶμα κάνει ὑπακοή στό κεφάλι, «ἄν ὅμως ἡ κεφαλή περιφρονεῖ τό σῶμα, θά καταστραφεῖ καί ἐκείνη μαζί μ’ αὐτό». Ἄν δέν προσέχει τό σῶμα τήν κεφαλή θά καταστραφεῖ τό σῶμα καί φυσικά καταστρέφεται καί ἡ κεφαλή. «Γι’ αὐτό ὁ ἄνδρας πρέπει νά προσφέρει στή γυναίκα τήν ἀγάπη του σάν ἀντίδωρο τῆς ὑποταγῆς της». Εἶναι ἀναγκαία λοιπόν ὀφειλή.
«Καί τό κεφάλι εἶναι ἀπαραίτητο καί τό σῶμα. Τό σῶμα θέτει στήν ὑπηρεσία τοῦ κεφαλιοῦ τά χέρια, τά πόδια καί ὅλα τά ἄλλα μέλη του, ἐνῶ τό κεφάλι φροντίζει καί προσέχει τό σῶμα. Δέν ὑπάρχει καλύτερο πρᾶγμα ἀπό τή συζυγία καί τή συνεργασία αὐτοῦ του εἴδους: Σεβασμός ἀπό τή γυναίκα, ἀγάπη ἀπό τόν ἄνδρα. Βέβαια ἡ γυναίκα, πού σέβεται τόν ἄνδρα της, τόν ἀγαπᾶ κιόλας. Τόν σέβεται σάν κεφαλή καί τόν ἀγαπᾶ σάν μέλος. Ἀφοῦ καί ἡ κεφαλή, μέλος τοῦ σώματος εἶναι». Βλέπετε πώς εἶναι συμπεπλεγμένα τά μέλη μέ τήν κεφαλή καί ἔτσι συναρμοσμένα.
«Ἔτσι ὁ Θεός λοιπόν ὅρισε νά ὑποτάσσεται ἡ γυναίκα στόν ἄνδρα, γιά νά ὑπάρχει εἰρήνη καί ὁμόνοια μεταξύ τους». Εἶναι πολύ ἀναγκαῖο αὐτό τό πράγμα. «Γιατί δέν μπορεῖ ποτέ νά ὑπάρξει εἰρήνη, ὅπου ὑπάρχει πολυαρχία». Αὐτό εἶναι βασική ἀρχή. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει δυαρχία μέσα στήν οἰκογένεια, νά ἔχουμε δύο ἀρχηγούς, θά ὑπάρχει ὁπωσδήποτε τότε διαφωνία καί ἀκαταστασία καί ὄχι εἰρήνη.
«Ἕνας πρέπει νά εἶναι ὁ ἀρχηγός. Αὐτό τό παρατηροῦμε παντοῦ. Ὅπου πάντως ὑπάρχουν ἄνθρωποι πνευματικοί, ἐκεῖ ἐπικρατεῖ καί εἰρήνη. Γιά παράδειγμα, οἱ πρῶτοι Χριστιανοί τῶν Ἱεροσολύμων, ἦταν πέντε χιλιάδες ἄνθρωποι, μά εἶχαν μιά καρδιά καί μιά ψυχή», ἀκριβῶς γιατί ἀγωνίζονταν πνευματικά, προσεύχονταν ἀδιάλειπτα, ὅποτε εἶχαν ἐνεργό μέσα τους τό Ἅγιο Πνεῦμα καί αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πού τούς ἕνωνε. Σήμερα, οἱ γάμοι ἀποτυγχάνουν ἐξαιτίας τοῦ ὅτι οἱ σύζυγοι δέν προσεύχονται, δέν ἔχουν ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἑπομένως δέν ἔχουν τόν κρίκο πού τούς ἑνώνει. Ἔχει διασπαστεῖ ὁ κρίκος, δέν ὑπάρχει κρίκος καί πολύ εὔκολα μετά διαφωνοῦν καί φτάνουν καί στό διαζύγιο. Πέντε χιλιάδες κι ὅμως ἦταν μιά ψυχή καί μιά καρδιά, ἐνῶ δύο ἄνθρωποι καί δέν μποροῦν νά τά βροῦν. Γι’ αὐτό βλέπετε σήμερα ἔχουν πληθύνει καί οἱ μοναχικοί ἄνθρωποι, διότι δέν ἔχουμε ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα μας, ὁπότε δέ μποροῦμε νά ἑνωθοῦμε καί μεταξύ μας. Κατά συνέπεια ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀπέραντη μοναξιά.
«Κανείς (ἀπό αὐτές τίς πέντε χιλιάδες) δέν θεωροῦσε ὅτι κάτι ἀπό τά ὑπάρχοντά του ἦταν δικό του, ἀλλά ὁ ἕνας ὑποτασσόταν στόν ἄλλον. Αὐτό δείχνει σύνεση καί θεοσέβεια». Ἀρκετοί γάμοι διαλύονται γιατί ὁ καθένας λέει ἐγώ ἔχω αὐτό, ἐσύ τά δικά σου καί ἐγώ τά δικά μου, κρατᾶνε τίς περιουσίες τους καί ὁ καθένας θέλει νά κρατήσει τή διαχείριση. Δέν ὑπάρχει οὔτε κάν μέσα στήν οἰκογένεια κοινοκτημοσύνη. Εἶναι φοβερό πράγμα. Ἐδῶ πέντε χιλιάδες καί τά εἶχαν ὅλα κοινά. Κανένας δέν ἔλεγε αὐτό εἶναι δικό μου, αὐτό δικό σου. «Τό ἐμόν καί τό σόν, αὐτό τό ψυχρόν ρῆμα εἶναι πού μᾶς χωρίζει», λέει κάπου ἀλλοῦ, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Γιατί ἡ ρίζα ὅλων τῶν κακῶν εἶναι ἡ φιλαργυρία. Ἄν οἱ σύζυγοι δέν ἔχουν ἀποβάλλει τή φιλαργυρία καί καθένας κρατάει τά δικά του (γιά τά ὑλικά πράγματα, γιά τά εὐτελῆ μιλᾶμε τώρα), πῶς θά γίνουν ἕνα Πνεῦμα; Δέν εἶναι δυνατόν.
«Πρόσεξε ὅμως ὅτι ὁ Ἀπόστολος ἐπιμένει πιό πολύ στήν ἀγάπη, παρά στό σεβασμό. Εἶναι φυσικό γιατί ὅταν ὑπάρχει ἀγάπη ἀνάμεσα στούς συζύγους, γιά ὅλα τά προβλήματα βρίσκονται λύσεις. Ὁ ἄνδρας πού ἀγαπάει τή γυναίκα του καί ἄν ἀκόμα αὐτή εἶναι ἀτίθαση, θά τήν ὑπομείνει. Συζυγική ὁμόνοια χωρίς συζυγική ἀγάπη, δέν μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ. Κι ἐνῶ μέ τήν πρώτη ματιά ἡ θέση τῆς γυναίκας φαίνεται μειονεκτική, γιατί προστάχτηκε ἀπό τόν Θεό νά δείχνει σεβασμό στόν ἄνδρα, (φόβο, ὅπως τό λέει καί τό πρωτότυπο), στήν πραγματικότητα, ἡ θέση της εἶναι πλεονεκτική, γιατί ὁ ἄνδρας προστάχτηκε νά ἔχει τό σπουδαιότερο, τήν ἀγάπη».
«Τί πρέπει νά γίνει ὅμως ἄν ἡ γυναίκα δέν σέβεται τόν ἄνδρα»; Τί θά κάνει τότε ὁ ἄνδρας; Ἄν δέν τόν ὑπακούει; «Καί σέ μία τέτοια περίπτωση αὐτός ἔχει καθῆκον νά τήν ἀγαπᾶ». Γι’ αὐτό λέμε ὅτι τό ἔργο τοῦ ἄνδρα εἶναι τό δυσκολότερο. Ὅ,τι καί ἄν εἶναι ἡ γυναίκα, ὀφείλει νά τήν ἀγαπάει.
«Ἄν οἱ ἄλλοι δέν κάνουν τό καθῆκον τους, ἐμεῖς πρέπει νά τό κάνουμε. Λέει λόγου χάριν, «νά ὑποτάσσεστε ὁ ἕνας στόν ἄλλον μέ φόβο Χριστοῦ». Βλέπετε ἡ ὑποταγή δέν εἶναι μόνο γιά τή γυναίκα, εἶναι καί γιά τόν ἄνδρα. Ἁπλῶς δέν τό λέει σέ ἐκεῖνο τό συγκεκριμένο σημεῖο, τό λέει ἀλλοῦ, στήν Πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή, στό 5ο κεφάλαιο. ‘Ὑποτασσόμενοι ἀλλήλοις ἐν φόβῳ Χριστοῦ’. «Ἡ ἐντολή λοιπόν αὐτή ἀφορᾶ καί τούς δύο. Τί σημασία ἔχει ἄν ὁ ἕνας δέν ὑποτάσσεται; Ἐσύ νά ὑπακοῦς στόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἡ γυναίκα καί ἄν δέν τήν ἀγαπάει ὁ ἄνδρας της ὀφείλει νά τόν σέβεται γιά νά μήν παραβαίνει τό καθῆκον της». Τώρα περνᾶμε στά δύσκολα γιά τή γυναίκα. Ἄσχετα ἄν τήν ἀγαπάει ἤ ὄχι ὁ ἄνδρας, ἐκείνη πρέπει νά ὑπακούει, ἐκτός φυσικά ἁμαρτίας. Γιά νά μήν παραβαίνει τό καθῆκον της. «Ὁ ἄνδρας πάλι καί ἄν δέν τόν σέβεται ἡ γυναίκα του, ὀφείλει νά τήν ἀγαπάει, γιά νά μήν παραβαίνει τό δικό του καθῆκον. Καί ὅταν ὁ καθένας κάνει τό καθῆκον του, τότε ὁ γάμος τους εἶναι χριστιανικός, εἶναι πνευματικός καί ὄχι σαρκικός». Ἰσχύει καί τό ἑξῆς: Ἄν ἔστω ὁ ἕνας κάνει τό καθῆκον του, ὁ γάμος σώζεται καί πάει καλά. Γι’ αὐτό, δέν εἶναι δικαιολογία αὐτό ποῦ λένε μερικοί ‘τί θά κάνω ἔχω ἕνα ἄνδρα ἄθλιο’ ἤ ὁ ἄνδρας παραπονιέται γιά τή γυναίκα του λέγοντας ‘τί νά κάνω ἀφοῦ ἔχω τέτοια γυναίκα;’ Ὄχι, μπορεῖς νά κάνεις. Ἐσύ κάνε τό καθῆκον σου καί θά πᾶνε καλά τά πράγματα. Γιατί ὁ Θεός βλέπει τόν ἀγώνα σου καί θά σέ βοηθήσει, θά σέ εὐλογήσει καί θά εὐλογήσει καί τήν οἰκογένειά σου. Ἔχουμε τέτοιες περιπτώσεις, πού ὁ ἕνας ἔσωσε τόν γάμο του καί ὅλη του τήν οἰκογένεια.
«Ἔχε πάντως ὑπόψη σου, ἐσύ ὁ ἄνδρας πώς ὅταν ὁ Ἀπόστολος προστάζει τή σύζυγό σου νά σοῦ δείχνει σεβασμό, ἐννοεῖ τό σεβασμό πού ταιριάζει σέ ἐλεύθερη γυναίκα, ὄχι σέ δούλα. Τό εἴπαμε, σῶμα δικό σου εἶναι ἡ γυναίκα. Ἄν θέλεις νά ἔχεις σεβασμό δουλικό, τότε τό σῶμα σου ἀτιμάζεις καί τόν ἑαυτό σου προσβάλεις. Ποιό εἶναι λοιπόν τό περιεχόμενο τοῦ σεβασμοῦ αὐτοῦ»; Τί σημαίνει τώρα «Ἡ δέ γυνή ἴνα φοβῆται τόν ἄνδρα»; Νά σέβεται τόν ἄνδρα, «νά μήν σοῦ ἀντιμιλάει, νά μήν εἶναι ἐπαναστατική, νά μή θέλει νά ἔχει τήν πρωτιά στό σπίτι. Εἶναι ἀρκετό νά περιορίζεται σ’ αὐτά ὁ σεβασμός της. Ἄν ἐσύ τήν ἀγαπᾶς, ὅπως ἔχεις ἐντολή ἀπό τόν Θεό, περισσότερα θά κατορθώσεις, γιατί τό γυναικεῖο φύλο εἶναι κάπως πιό ἀσθενικό καί ἔχει ἀνάγκη ἀπό βοήθεια, συγκατάβαση, στοργή, φροντίδα. Ὅλα νά τῆς τά προσφέρεις, ὅλα νά τά κάνεις γιά χάρη της. Ἀκόμα καί σέ ταλαιπωρίες νά ὑποβάλλεσαι».
«Ὑπαρχηγός τοῦ σπιτιοῦ εἶναι ἡ γυναίκα. Ἔχει κι ἐκείνη ἐξουσία ἀνάλογη μέ ἐκείνη τοῦ ἄνδρα. Ὁ ἄνδρας ὅμως ἔχει κάτι περισσότερο, πού εἶναι σωτήριο γιά τήν οἰκογένεια. Πῆρε δηλαδή τό ἀξίωμα νά εἶναι κεφαλή τοῦ σώματος, ὅπως ὁ Χριστός τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο γιά νά ἀγαπᾶ καί νά φροντίζει τή γυναίκα, ἀλλά καί γιά νά τήν καθοδηγεῖ στό καλό, ‘ὥστε νά τήν ἔχει μέ ὅλη της τήν καθαρότητα καί ἁγιότητα’(Ἐφ. 5,27)».
Βλέπουμε ἐδῶ, αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως, ὅτι ὁ ἄνδρας εἶναι ὑπεύθυνος καί γιά τήν πνευματική καθοδήγηση τῆς γυναίκας, ὅπως καί τῶν παιδιῶν. Ὁ κύριος ὑπεύθυνος γιά τήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν, δέν εἶναι ἡ γυναίκα, ἀλλά ὁ ἄνδρας. Ἄσχετα ἄν λόγω τῶν συνθηκῶν, ἡ γυναίκα ἀνακατεύεται πιό πολύ, γιατί ὁ ἄνδρας ἐργάζεται, ἀλλά ὁ κύριος ὑπεύθυνος, τόν πρῶτο λόγο τόν ἔχει ὁ ἄνδρας καί γιά τήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν.
«Κι ἄν αὐτός συντελέσει στό νά ἀποκτήσει ἡ γυναίκα καθαρότητα καί ἁγιότητα, ὅλα τ’ ἄλλα θά ἔρθουν μόνα τους. Ἄν ζητάει τά θεία, τά ἀνθρώπινα θά ἀκολουθήσουν πολύ εὔκολα καί στό σπίτι θά ἐπικρατήσουν ἡ τάξη, ἡ εἰρήνη, ἡ εὐσέβεια». Ὁ ἄνδρας πρέπει νά τραβάει πρός τά πάνω, πρός τόν Θεό καί νά ἀκολουθεῖ ἡ γυναίκα καί τά παιδιά. Ἄν τό κάνει αὐτό ὡς πρῶτο στόχο ὁ ἄνδρας, δηλαδή, νά ὁδηγεῖ πνευματικά τούς ἄλλους, μετά λέει τά ἀνθρώπινα, τά σωματικά, τά καθημερινά θά τά δώσει ὁ Θεός, θά ἔρθουν. Ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔχει πεῖ, ὅτι ἄν ζητᾶτε τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅλα τά ἄλλα θά σᾶς τά προσθέσω.
«Ὁ Ἀπόστολος λοιπόν εἶπε πώς εἶναι δυνατόν νά τακτοποιηθοῦν καλά τά συζυγικά ζητήματα, προτρέποντας τόν ἄνδρα ν’ ἀγαπάει τή γυναίκα καί τή γυναίκα νά σέβεται τόν ἄνδρα. Δέν ἐξήγησε ὅμως μέ ποιόν τρόπο θά πραγματοποιηθεῖ αὐτό. Θά σᾶς ἐξηγήσω ἐγώ», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
«Περιφρονώντας τά χρήματα, ἀποβλέποντας στήν ἀρετή τῆς ψυχῆς καί ἔχοντας φόβο Θεοῦ». Βλέπετε; Τρία πράγματα λέει γιά τό πῶς θά καταφέρει ὁ ἄνδρας ν’ ἀγαπάει τή γυναίκα καί ἡ γυναίκα νά σέβεται τόν ἄνδρα. Περιφρόνηση χρημάτων τό πρῶτο, δεύτερο, νά ζητάει καί νά ἀποβλέπει στήν ἀρετή τῆς ψυχῆς καί τρίτο, νά ἔχει φόβο Θεοῦ. ‘Ὅ,τι θά κάνει κανείς καλό ἤ κακό, θ’ ἀνταμειφθεῖ ἀνάλογα ἀπό τόν Κύριο’(Ἐφ. 6,8)». Θά κριθοῦμε ἀνάλογα μέ τά ἔργα μας. Τό παραμικρό καλό πού θά κάνουμε, θά ἔχει ἀνταπόδοση. Ἀλλά καί τό κάθε κακό πού κάνουμε «λαμβάνει ἔνδικο μισθαποδοσία», λέει ἡ Ἁγία Γραφή.
«Ὄχι λοιπόν γιά χάρη της, ἀλλά γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ καί ὑπακούοντας σ’ αὐτόν ν’ ἀγαπᾶς τή γυναίκα σου». Ὄχι νά τήν κάνεις εἴδωλο καί νά τή λατρεύεις ὡς Θεό, ὅπως δυστυχῶς τό κάνουν πολλοί καί τό λένε κιόλας. Λέει ὁ Ἅγιος Παΐσιος μία περίπτωση, πού εἶχε πάει ἐκεῖ κάποιος σύζυγος καί τοῦ εἶπε ὅτι δέν τά πάει καλά μέ τή γυναίκα του, καί ἦταν στά πρόθυρα νά χωρίσουν, εἶχε μπλέξει καί μέ κάποια ἄλλη σχεδόν καί ρωτάει ὁ Ἅγιος Παϊσιος «ἔτσι ἦταν πάντα»; «ὄχι –λέει ἐκεῖνος- στίς ἀρχές τή λάτρευα, τήν ἀγαποῦσα περισσότερο καί ἀπ’ τόν Θεό». Μόλις τό ἄκουσε αὐτό ὁ Ἅγιος Παΐσιος κατάλαβε. Τήν εἶχε κάνει εἴδωλο, τήν τοποθετοῦσε στή θέση τοῦ Θεοῦ. Ἀνεπίτρεπτο πρᾶγμα. Αὐτό εἶναι βλασφημία στό Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι προδοσία τοῦ Χριστοῦ, εἶναι εἰδωλολατρία. Φυσικά αὐτός εἶναι λόγος που φεύγει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἔρχεται ἡ διάσπαση, ὁ χωρισμός καί ὅλα τά παρεπόμενα.
Ὅ,τι θά κάνεις λοιπόν γιά τή γυναίκα σου, νά τό κάνεις γιά τόν Χριστό, ὄχι γι’ αὐτήν καθεαυτήν τή γυναίκα, ὡς εἴδωλο νά τήν λατρεύεις καί νά τήν προσκυνᾶς. Ἀλλά ἐπειδή ἀγαπᾶς τόν Κύριο, θά τῆς δείχνεις τήν ἀγάπη σου. «Ἄν σκέφτεσαι ἔτσι, πειρασμός ἤ διχόνοια δέ θά ξεφυτρώσει ἀνάμεσά σας. Κανέναν νά μήν πιστεύει ἡ γυναίκα ὅταν τῆς κατηγορεῖ τόν ἄνδρα της».
Οὔτε καί τόν λογισμό της! Πολλές γυναῖκες πάσχουν ἀπό ζήλεια καί ὑποψιάζονται τούς ἄνδρες τους καί ἀρρωσταίνουν ἀπό αὐτό τό πράγμα «μέχρι καί καρκίνο παθαίνουν», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος. Δέν θ’ ἀκοῦς κανέναν πού θά σοῦ διαβάλλει τόν σύζυγό σου, «μά καί ἡ ἴδια δέν πρέπει καχύποπτα νά παρακολουθεῖ ποῦ μπαίνει καί ἀπό ποῦ βγαίνει ὁ σύντροφός της».
«Ὁ ἄνδρας ἐπίσης «δέν πρέπει νά δέχεται συκοφαντίες γιά τή γυναίκα του, οὔτε ὅμως καί μέ τήν δική του συμπεριφορά, νά τῆς γεννάει ὑποψίες. Γιατί ἄνθρωπέ μου γυρίζεις ἀπό δῶ καί ἀπό κεῖ ὅλη μέρα καί μαζεύεσαι στό σπίτι σου μόνο τό βράδυ, χωρίς μάλιστα νά δίνεις ἱκανοποιητικές ἐξηγήσεις στή γυναίκα σου; Ἄν σοῦ κάνει παράπονα, νά μή σοῦ κακοφαίνεται. Τά παράπονά της δείχνουν ἀγάπη, ὄχι θράσος καί ψυχρότητα. Καί ἡ ἀγάπη της γιά σένα τήν κάνει νά φοβᾶται. Φοβᾶται μήπως κάποια ἄλλη σέ ἁρπάξει ἀπ’ αὐτήν. Μήπως τῆς πάρει, ὅ,τι πιό πολύτιμο ἔχει, μήπως τῆς κόψει τό συζυγικό δεσμό. Ὀφείλεις λοιπόν νά κάνεις ὅ,τι μπορεῖς νά μήν πικραίνεις τήν γυναίκα σου» και -νά προσθέσουμε- νά προσπαθεῖς νά γλυτώνεις τήν γυναίκα σου ἀπό λογισμούς, νά μήν τήν βάζεις σέ λογισμούς.
«Ἀλλά καί ἡ γυναίκα δέν πρέπει νά περιφρονεῖ τόν ἄνδρα της, γιά ὁποιοδήποτε λόγο. Προπαντός, ἄν εἶναι φτωχός. Νά μήν βαρυγκωμάει καί νά μή βρίζει λέγοντας λ.χ. ‘ἄνανδρε καί δειλέ, τεμπέλη καί ἀκαμάτη, ἀνέμελε καί ὑπναρά. Ὁ τάδε, ἄν καί καταγόταν ἀπό φτωχή οἰκογένεια, μέ πολλούς κόπους καί κινδύνους, ἔκανε μεγάλη περιουσία. Καί νά ἡ γυναίκα του φοράει πανάκριβα ροῦχα, κυκλοφορεῖ μέ ἁμάξι, ἔχει τόσους ὑπηρέτες, ἐνῶ ἐγώ πῆρα ἐσένα, πού εἶσαι ζαρωμένος ἀπ’ τή φτώχεια καί ζεῖς ἄσκοπα’». Ἀναπαράγει κουβέντες πολύ γνωστές, γκρίνια καί ἐπιτίμηση, δέχεται πολλές φορές ὁ σύζυγος ἀπό τή σύζυγο. Ἀλλά δέν ἐπιτρέπονται αὐτά. «Δέν πρέπει ἡ γυναίκα νά λέει στόν ἄνδρα της τέτοια λόγια. Τό σῶμα δέν ἐναντιώνεται στό κεφάλι, ἀλλά τό ὑπακούει».
«Πῶς, ὅμως, θά ὑποφέρεις τή φτώχεια; Ἀπό ποῦ θά βρεῖς παρηγοριά; Ἄς σκεφτεῖ τίς φτωχότερες γυναῖκες, ἄς συλλογιστεῖ πόσες κοπέλες ἀπό καλές οἰκογένειες, ὄχι μόνο δέν πῆραν τίποτα ἀπό τήν περιουσία τοῦ ἄνδρα τους, ἀλλά ξόδεψαν καί τή δική τους περιουσία γι’ αὐτούς. Ἄς ἀναλογιστεῖ ἡ γυναίκα τούς κινδύνους ἀπό ἕναν τέτοιο πλοῦτο. Καί θά προτιμήσει τότε τή φτωχική, ἀλλά ἥσυχη ζωή. Γενικά, ἄν ἀγαπάει τόν ἄνδρα της, δέ θά ξεστομίζει ποτέ παράπονο, ἤ προσβλητικό λόγο γι’ αὐτόν. Θά προτιμήσει νά τόν ἔχει κοντά της χωρίς πλούτη, παρά νά εἶναι πλούσιος καί αὐτή νά ζεῖ μέσα στήν ἀνασφάλεια καί τίς ἀνησυχίες πού συνεπάγονται οἱ ἐπιχειρηματικές δραστηριότητες».
«Οὔτε καί ὁ ἄνδρας ὅμως ἀκούγοντας τά παράπονα καί τίς ἐπικρίσεις τῆς γυναίκας του, πρέπει νά τή βρίζει καί νά τή χτυπάει, ἐπειδή ἔχει ἐξουσία ἐπάνω της. Καλύτερα νά τή συμβουλεύει καί νά τή νουθετεῖ ἤρεμα, χωρίς ποτέ νά σηκώνει χέρι ἐναντίον της. Ἄς τῆς διδάσκει τήν οὐράνια φιλοσοφία, τή χριστιανική, πού εἶναι ὁ ἀληθινός πλοῦτος. Ἄς τή διδάσκει ὄχι μόνο μέ τά λόγια, ἀλλά καί μέ τά ἔργα, πώς ἡ φτώχεια δέν εἶναι καθόλου κακό. Ἄς τή διδάσκει νά περιφρονεῖ τή φτώχεια καί νά ἀγαπᾶ τήν ταπείνωση. Καί τότε ἐκείνη οὔτε παράπονο θά ἔχει, οὔτε χρήματα θά ἐπιθυμεῖ».
Πράγματι, τό λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες «ἡ γυναίκα ἔχει αὐξημένη μέσα της τήν κενοδοξία». Λέει ἕνας Πατέρας «κενόδοξον τοῦτο τό ζῶον», τό ζῶον ἐννοεῖ τό ζωντανό ὄν, μιλώντας γιά τή γυναίκα. Ὁ ἄνδρας ἔχει καθῆκον νά τή νουθετεῖ, νά τή βοηθάει νά ξεπεράσει τίς ἀδυναμίες της καί τήν ἀδυναμία πού ἔχει ἡ γυναίκα πρός τίς πολυτέλειες, τόν καλλωπισμό, τά πλούτη, τό καλό σπίτι κ.λ.π. καί γενικά πρός τήν κενοδοξία, τήν ματαιοδοξία. Καί τότε κι αὐτή θά ἠρεμεῖ καί δέ θά ἐπιθυμεῖ αὐτά τά πράγματα.
«Ἄς τή διδάσκει νά μήν ἀγαπάει τά χρυσά κοσμήματα καί τά πολυτελῆ ροῦχα καί τά πολλά ἀρώματα, οὔτε νά θέλει γιά τό σπίτι ἀκριβά ἔπιπλα καί περιττά στολίδια. Ὅλα τοῦτα φανερώνουν ματαιόδοξο φρόνημα καί κουφότητα (δηλαδή εἶναι κενή, κούφια). Καί τῆς ἴδιας ὁ στολισμός ἄς εἶναι ἡ κοσμιότητα καί ἡ σεμνότητα καί ἡ ἴδια καί τό σπίτι ἄς μοσχοβολᾶνε τό ἄρωμα τῆς σωφροσύνης καί τῆς ἀρετῆς».
«Λοιπόν τελείωσε ἡ γιορτή τοῦ γάμου; Ἔφυγαν οἱ καλεσμένοι; Ἔμεινες μόνος μέ τήν νύφη, τή σύζυγό σου; Μήν πετάξεις ἀμέσως ἀπό πάνω σου τή σοβαρότητα, ὅπως κάνουν οἱ ἀκόλαστοι ἄνδρες. Διατήρησέ την γιά πολύ καιρό καί μεγάλο κέρδος θά ἔχεις. Τώρα στό πρῶτο διάστημα τοῦ γάμου πρίν ‘παραγνωριστεῖτε’ καί ἀποκτήσετε ἐλευθεριότητα στή σχέση σας, ὅταν ἀκόμα ἡ γυναίκα εἶναι συγκρατημένη ἀπό κάποια ντροπαλότητα καί συστολή, εἶναι ἡ καλύτερη εὐκαιρία γιά νά τή φέρεις στά νερά σου καί νά τῆς ἐπιβάλεις καλότροπα καί συνετά, τίς ἀρχές σου. Γιατί ὅταν ἡ γυναίκα ξεθαρέψει, τά κάνει ὅλα ἄνω κάτω. Καλό θά εἶναι λοιπόν νά διατηρήσεις τήν αἰδημοσύνη της ὅσο μπορεῖς περισσότερο. Καί πῶς θά τό κατορθώσεις αὐτό; Ὅταν καί ἐσύ δείχνεις ὅτι δέν ἔχεις λιγότερη συστολή ἀπ’ αὐτήν. Ὅταν εἶσαι λιγόλογος, σοβαρός, λογικός. Ἔτσι θά σέ ἀκούσει καί θά δεχθεῖ, θέλοντας καί μή, ὅσα τῆς πεῖς. Μά πιό πρόθυμα θά τά δεχτεῖ, ἄν τῆς φανερώσεις πλούσια τήν ἀγάπη σου. Γιατί τίποτα ἄλλο δέν συντελεῖ τόσο, στό νά πειστεῖ ἕνας ἄνθρωπος στά λόγια μας, ὅσο τό νά καταλάβει ὅτι τοῦ τά λέμε μέ ἀγάπη καί ἀπό ἀγάπη».
Ἄς μην προχωρήσουμε ἄλλο.. Ἄν θέλετε νά κάνουμε κάποια συζήτηση πάνω σ’ αὐτά. Εἶναι καίρια ὅλα αὐτά, ἀφοῦ εἶναι βγαλμένα ἀπό τό χρυσό στόμα τῆς Ἐκκλησίας, τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο καί ἐμπεριέχουν μεγάλη σοφία. Κατεξοχήν σήμερα πού ἡ οἰκογένεια εἶναι ἐν διαλύσει, τά λόγια αὐτά βρίσκουν μεγάλη ἀπήχηση διότι μᾶς πληροφοροῦν, ὡς χριστιανούς, πῶς πρέπει νά φερόμαστε μέσα στήν οἰκογένεια. Εἶναι γνωστό πόσο μεγάλη ἀταξία ὑπάρχει καί πόσο ἔχουν αὐξηθεῖ τά διαζύγια στούς ἐκτός Ἐκκλησίας καί εἶναι φανερός ὁ λόγος. Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἔλεγε ὅτι τά πράγματα εἶναι τόσο μπερδεμένα, πού μερικές φορές δέν γνωρίζει τό παιδί τούς πραγματικούς του γονείς. Ἔχουμε καταντήσει νά μιμούμαστε τούς μουσουλμάνους μέ τήν πολυγαμία καί τήν ἐλευθεριότητα πού ἐπικρατεῖ.
Ἄς παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς φωτίζει νά ἐφαρμόζουμε αὐτά πού λέει ὁ Ἅγιος καί κυρίως τά τρία ἀκόλουθα: νά περιφρονοῦμε τά χρήματα, ν’ ἀποβλέπουμε στίς ἀρετές καί νά ἔχουμε ἀγάπη μεταξύ μας μέ φόβο Θεοῦ, ἔτσι ὥστε νά ζοῦμε τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης μᾶς συμβουλεύει νά κάνουμε τό σπίτι μας ‘κατ’ οἶκον Ἐκκλησία’ καί τά ὑπόλοιπα θά προστεθοῦν, κατά τήν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνδρας, κατά κύριο λόγο, πρέπει νά προσέχει γιατί δίνει τή γραμμή πλεύσεως καί τά μέλη ἀκολουθοῦν.
ΑΠΟΡΙΕΣ
- Γέροντα ἀναφέρθηκε ὅτι ἡ γυναίκα, κατά κάποιον τρόπο, θεωρεῖται ἀσθενέστερη. Αὐτό μποροῦμε νά τό ἐννοήσουμε ὡς πρός τή ματαιοδοξία καί τήν κενοδοξία; Δηλαδή αὐτό ἐννοοῦμε περισσότερο καί τό ρωτῶ γιά νά κατανοήσουμε καλύτερα τίς γυναῖκες μας.
- Καταρχάς εἶναι ἀσθενέστερη ὡς πρός τό σῶμα. Αὐτό εἶναι ξεκάθαρο. Ἀλλά ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται καί ὡς πρός τήν ψυχή ὑπάρχει μία ἀσθένεια, μία ἀδυναμία, πιό μεγάλη ἀπ’ ὅ,τι στόν ἄνδρα. Μέ ποιά ἔννοια; Βλέπουμε, ἄς ποῦμε, ὁ ἑωσφόρος πλησιάζει τήν Εὕα, δέν πλησιάζει τόν Ἀδάμ. Εἶναι πιό εὐεξαπάτητη ἡ γυναίκα, πιό εὔκολα ἐξαπατᾶται. Αὐτό τό ἔχει καταλάβει ὁ διάβολος, γι’ αὐτό καί μέσω τῶν γυναικῶν, ρίχνει καί τούς ἄνδρες στήν ἁμαρτία. Μέσω τῆς Εὕας ἔριξε καί τόν Ἀδάμ. Πιστεύει πιό εὔκολα αὐτά πού τίς λέει ὁ λογισμός. Γι’ αὐτό ἡ γυναίκα παρουσιάζει πολλές φορές μιά πιό παρορμητική συμπεριφορά. Ξαφνικά δηλαδή ὁρμᾶνε γιατί τούς τό εἶπε αὐτό ὁ λογισμός καί τό πίστεψαν ἀμέσως, δέ βάζουν λογική. Ὁ ἄνδρας εἶναι πιό ψύχραιμος, βάζει τή λογική καί σοῦ λέει «στάσου νά τό δῶ, περίμενε λίγο, ἤρεμα». Ἡ γυναίκα ὁρμάει, γιατί πιό πολύ λειτουργεῖ μέ τήν καρδιά, μέ τό συναίσθημα κι ὄχι μέ τή λογική. Αὐτό εἶναι μία ἰδιαιτερότητα καί καταλήγει σέ ἀδυναμία γιατί δέν πρέπει νά κυριαρχεῖ τό συναίσθημα στόν ἄνθρωπο. Ὅταν κυριαρχεῖ τό συναίσθημα καί ὄχι ἡ λογική, ὁ ἄνθρωπος κάνει πολλές φορές παράλογα πράγματα, παραλογίζεται. Γι’ αὐτό καί ὁ Θεός τήν ἔβαλε νά ὑποτάσσεται, χωρίς νά τήν ὑποτιμᾶ, τῆς λέει «θά κάνεις ὑπακοή στόν ἄνδρα σου». Στόν ἄνδρα ἔδωσε τή λογική, γιά νά τά βλέπει ὅλα λογικά, ψύχραιμα καί ὄχι παρορμητικά, συναισθηματικά, μέ τήν ἀγάπη καί τό μίσος. Ἡ γυναίκα ἔχει τέτοια δύναμη στήν ψυχή της, πού μπορεῖ νά ἀγαπήσει πάρα πολύ, ἀλλά καί νά μισήσει ἐξίσου πολύ.
Ἄς ἐξετάσουμε, τί λέει πάνω σ’ αὐτό ὁ Ἅγιος Νικόδημος: «δέ διακρίνουμε σωστά τά πράγματα, γιατί ἀντί νά τά δοῦμε μέ ψυχρή λογική, τά βλέπουμε, εἴτε ἀγαπώντας τα, εἴτε μισώντας τα». Ἀμέσως δηλαδή ἤ τά ἀγαπᾶμε, ἤ τά μισοῦμε χωρίς νά τά ἐξετάσουμε μέ τή λογική, ὁπότε μετά σκοτιζόμαστε καί ἐνεργοῦμε παρορμητικά, μέ βάση τά συναισθήματά μας. Μετά ἀναρωτιέσαι «γιατί τό ἔκανες αὐτό; Ἔτσι μοῦ βγῆκε, ἔτσι μοῦ ἦρθε καί τό ἔκανα», χωρίς νά σκεφτεῖ. Λένε «ἡ κακιά ὥρα». Δέν εἶναι αὐτό, εἶναι ἡ κακιά συνήθεια, πού ἔχουμε δηλαδή μάθει νά λειτουργοῦμε μέ τό συναίσθημα. Ἔτσι, κάτι πού δέ μᾶς ἀρέσει, τό μισοῦμε, ἤ κάτι πού μᾶς ἀρέσει ὁρμᾶμε, ἐνῶ πρέπει ὅλα, πρίν τά μισήσεις ἤ τά ἀγαπήσεις, νά τά δεῖς μέ τήν ψυχρή λογική. Νά δεῖς δηλαδή ἄν αὐτά, πού ἐσύ πᾶς ν’ ἀγαπήσεις ἤ νά μισήσεις, τά ἀγαπᾶ ἤ τά μισεῖ πρῶτα ὁ Θεός. Ἄν δηλαδή δεῖς μέ τήν λογική ὅτι δέν τό ἀγαπάει ὁ Θεός, θά πρέπει κι ἐσύ νά μήν τό ἀγαπήσεις. Ἄν ὅμως, πρίν τό ἐξετάσεις, ἐσύ ἤδη τό ἔχεις ἀγαπήσει, ἔχεις ἤδη πέσει στήν πλάνη. Ἔτσι γίνονται οἱ πλάνες. Αὐτό δυστυχῶς τό παθαίνει πιό εὔκολα ἡ γυναίκα. Πέφτει καί κρίνει συναισθηματικά τά πράγματα κι ὄχι μέ τήν ψυχρή λογική. Ὁπότε καί αὐτό μπορεῖ νά εἶναι μία ἀδυναμία. Εἶναι ὅμως καί μία δύναμη, γιατί ὁ ἄνδρας δέν ἔχει αὐτήν τή δύναμη τῆς ἀγάπης.
Οἱ ἄνδρες μέ αὐτήν τήν ψυχρή λογική κλειδώθηκαν, ὅταν σταυρώθηκε ὁ Κύριος, οἱ γυναῖκες τόλμησαν, γιατί λειτούργησε ἡ καρδιά. Οἱ ἄνδρες μέ τίς διάφορες σκέψεις καί βάζοντας ὀρθολογισμό δέν πῆγαν στόν τάφο, ἐνῶ οἱ γυναῖκες ἔσπευσαν καί στό δρόμο πηγαίνοντας σκέφτηκαν ποιός θ’ ἀποκυλίσει τόν λίθο. Γι’ αὐτό βλέπετε ὑπάρχει μία ὡραία ἰσορροπία -θά λέγαμε- λογικῆς καί συναισθήματος μέσα στήν οἰκογένεια. Σκεφτεῖτε νά ἦταν καί ἡ γυναίκα ἔτσι μέ αὐτήν τήν ψυχρή λογική. Τά κακόμοιρα τά παιδιά μετά πῶς θά ἰσορροποῦσαν; Εἶναι ὠφέλιμο νά συνυπάρχουν. Χρειάζεται ἡ λογική γιά νά κρατάει γερά, νά βλέπει ψύχραιμα τά πράγματα, ἀλλά καί ἡ ἀγάπη καί ἡ καλοσύνη.
Μέ αὐτήν τήν ἔννοια θά πρέπει ὁ ἄνδρας ν’ ἀντιμετωπίζει τή γυναίκα. Νά ἔχει ὑπ’ ὄψιν του αὐτά τά πράγματα, ὅτι διαθέτει καί λειτουργεῖ πολλές φορές μέ τό συναίσθημα, παρασύρεται, τήν τυφλώνει ἐνίοτε κιόλας καί δέν κάνει λογικά, ἀλλά παράλογα πράγματα. Νά τήν κατανοεῖ καί ἀνάλογα νά τῆς φέρεται μέ πολλή ἀγάπη. Ἀκόμα καί ὅταν σφάλλει, ἐσεῖς πρέπει νά τῆς πεῖτε «ἐγώ σ’ ἀγαπῶ». Μπορεῖτε νά τή μαλώσετε, νά τῆς πεῖτε «δέν εἶναι σωστό αὐτό πού ἔκανες, ἀλλά ἐγώ σ’ ἀγαπῶ». Νά τῆς τό πεῖς, νά μή νομίζει ὅτι δέν τήν ἀγαπᾶς πλέον. Διότι μετά λειτουργεῖ τό συναίσθημα καί δέν ἀκούει τίποτα. Ἐμεῖς πᾶμε νά τήν πείσουμε μέ τήν λογική καί φυσικά ὅλα εἶναι τετράγωνα, μαθηματικά ἀποδεδειγμένα καί ἀναρωτιέσαι «γιατί δέν τό καταλαβαίνει;». Δέν τό καταλαβαίνει, γιατί δέν τῆς τό λές μέ ὡραῖο τρόπο καί σέ ἀπορρίπτει κατευθείαν. Καταλάβατε; Ἔχει σημασία τό πῶς θά τήν προσεγγίσεις, νά μήν χάνεται ἡ ἀγάπη.
Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἕνα κομπιοῦτερ, εἶναι καρδιά καί κατεξοχήν ἡ γυναίκα εἶναι καρδιά. Τό κομπιοῦτερ εἶναι ἕνα ψυχρό μηχάνημα θά τοῦ βάλεις τίς συντεταγμένες, τίς παραμέτρους, θά σοῦ βγάλει πάντα τό ἴδιο ἀποτέλεσμα. Στή γυναίκα δέ γίνεται ἔτσι. Οὔτε καί στόν ἄνδρα δέ γίνεται. Ἀκόμα καί ἐμεῖς δέν θέλουμε ἄν μᾶς γίνει μιά παρατήρηση, νά μᾶς τήν κάνουν λίγο κομψά; Λίγο πολύ τό θέλουμε, πολύ περισσότερο τό ζητᾶ αὐτό ἡ γυναίκα. Πολλές φορές ξέρετε ἀρκεῖ μόνο αὐτό, μπορεῖ νά μήν χρειαστεῖ νά τῆς πεῖς τίποτα ἤ κανένα πολύ μικρό λογικό έπιχείρημα. Ἄν νιώσει ὅτι ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀγάπη θά σέ δεχτεῖ, δέχεται τά πάντα μετά.
- Εἴπαμε, ὅτι στήν οἰκογένεια δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει δυαρχία. Βεβαίως ὅλοι ἐδῶ οἱ συνάδελφοι καί σύζυγοι θά ἔχουν βιώσει διαφωνίες καί ἀμφότερους ἐγωισμούς. Θά μπορούσαμε νά συζητήσουμε λίγο (ἄς τό ποῦμε) γιά κάποιους μηχανισμούς; Γιά παράδειγμα, πῶς μποροῦμε νά πετύχουμε τή συναίνεση (γιατί θεωρῶ ὅτι ὁ ἄνδρας θά πρέπει νά εἶναι ἡ κεφαλή). Θά μποροῦσε ὡστόσο νά ὑπάρξει μία συναίνεση, αὐτό θέλει καί κόπο νομίζω. Θά μπορούσαμε νά συζητήσουμε ἐπάνω σ’ αὐτό;
- Ὁ βασικός μηχανισμός εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ταπείνωση καί ἡ προσευχή.
Πιό συγκεκριμένα, ἐάν ἔχει μάθει ὁ ἄνδρας νά προσεύχεται, τά τακτοποιεῖ ὅλα μέ τήν προσευχή, χωρίς νά γίνεται φορτικός στή σύζυγό του. Πρίν τῆς πεῖς κάτι, δηλαδή, κάνε μία προσευχή. Νά τό ποῦμε ἔτσι, πολύ ἁπλά καί πρακτικά, νά πεῖς «Θεέ μου ἄν αὐτό πού θά τῆς πῶ, τό θέλεις καί σύ κάνε νά γίνει, ἄν δέν εἶναι δικό Σου θέλημα, ἄς μή γίνει, ἄς μοῦ φέρει ἀντίρρηση». Γιατί κι ἐμεῖς ἐπιτέλους, τά βλέπουμε μέ τήν λογική, ἀλλά ξέρουμε ἄν εἶναι πάντα ἡ λογική μας φωτισμένη καί σύμφωνη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; Μπορεῖ νά φαίνεται ἔτσι, ἀλλά εἶναι; Ἤ μήπως ὑπάρχει καί κάποια ἄλλη λύση, ἀκόμα καλύτερη, πού δέν τήν βλέπω; Πόσες φορές συμβαίνει αὐτό; Συνεπῶς καί γιά τόν ἄνδρα ἰσχύει ἡ ὑπακοή, ὄχι μόνο γιά τή γυναίκα.
Σκέφτεται ὁ ἄνδρας κάτι καί λέει «πῶς θά τῆς τό περάσω τώρα;». Δέν εἶναι τό πρόβλημα πῶς θά τῆς τό περάσεις, ἀλλά νά βροῦμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού θά περάσει καί ἀπό τούς δύο. Ὁπότε, δέ λέω νά μήν τῆς τό πεῖς, ἀλλά νά τῆς τό πεῖς, ἀφοῦ κάνεις προσευχή καί πεῖς «Θεέ μου ἄν αὐτό εἶναι δικό σου θέλημα νά τό δεχτεῖ». Δηλαδή προσέξτε, εἶναι καί ἕνα κριτήριο ἡ ἀποδοχή ἤ ἡ μή ἀποδοχή, τοῦ νά φανερωθεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἕνα κριτήριο γιά νά δοῦμε, ἄν αὐτό πού σκεφτήκαμε, τό θέλει καί ὁ Θεός. Ἄν δηλαδή κάνεις αὐτήν τήν προσευχή καί σοῦ πεῖ ἡ γυναίκα σου «ὄχι», θά πεῖς «ἐντάξει νά ’ναι εὐλογημένο, δέν τό κάνω» κι ἄς σοῦ φαίνεται λογικό, πλῆρες, τέλειο καί σωστό. Γιατί; Γιατί ἀφοῦ ἔχει προηγηθεῖ προσευχή νά σοῦ πεῖ ἡ γυναίκα σου αὐτό πού θέλει ὁ Θεός, θά στό πεῖ.
Θά πεῖς «εἶναι δυνατόν ὁ Θεός νά μᾶς κάνει ἐμᾶς αὐτήν τήν χάρη»; Ναί μᾶς τήν κάνει. Ὅταν ὑπάρχει ταπείνωση. Αὐτό εἶναι ταπείνωση. Δηλαδή ν’ ἀδειάζεις ἀπό τό δικό σου θέλημα καί νά πεῖς «θά κάνω τό θέλημα τῆς γυναίκας μου». Ὁπότε φανερώνεται μέσα ἀπό τήν γυναίκα σου, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι μεγαλεῖο, γιατί ξέρετε, πολλές φορές θά σοῦ προτείνει ἡ γυναίκα σου κάτι ἄλλο ἐνδεχομένως, πού ἐσύ οὔτε κἄν τό ἔχεις σκεφτεῖ. Καί δέν θά τό πεῖ ἀπό μόνη της, θά τῆς τό βάλει ὁ Θεός νά τό πεῖ. Ἔτσι λειτουργεῖ τέλεια ἡ οἰκογένεια, καταλάβατε; Καί βρίσκουμε τήν τέλεια λύση.
Ἀντίθετα ὅταν καθένας κλειδώνεται στό δικό του, τσακώνεται γιά μηδαμινά πράγματα, γίνεται μία τεράστια ἀκαταστασία. Ὁ ἄνδρας νιώθει ὅτι ἡ γυναίκα του τόν ὑποτιμάει, ἐπειδή δέν τόν ὑπακούει, ἡ γυναίκα εἶναι ἄνω κάτω μέσα της, νιώθει μή ἀναπαυμένη, ἀφοῦ καί ὁ ἄνδρας της δέ νιώθει ἀναπαυμένος, νιώθει ἐνοχές, τά παιδιά εἶναι καί αὐτά ἀναστατωμένα, ἐπειδή βλέπουν τούς γονεῖς τους σέ τέτοια κατάσταση καί εἶναι μία κόλαση ἡ οἰκογένεια.
Ὁπότε, νά μάθουμε νά βρίσκουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτό εἶναι τό σημαντικό, ὄχι νά κάνουμε τό θέλημά μας. Ἤ νά μήν κάνουμε τό θέλημα τῆς συζύγου γιά νά μήν πάρει τό πάνω χέρι. Οὔτε τό ἕνα, οὔτε τό ἄλλο. Γιατί κουμπωνόμαστε πολλές φορές ὅταν μᾶς λέει κάτι, χωρίς κάν νά τό ἐξετάσουμε, ἐπειδή ἀκριβῶς τό εἶπε αὐτή. Αὐτό εἶναι μέγας ἐγωισμός. Λέει κάποιος «δέν τό κάνω, ἐπειδή τό εἶπες ἐσύ». Ἄν τό σκεφτόταν αὐτός, θά τό ἔκανε, ἀλλά ἐπειδή τό εἶπε ὁ ἄλλος, δέν τό κάνει. Ἐγωισμός μέγιστος, φοβερό πρᾶγμα! Ἐνῶ, ἄν λειτουργούσαμε μέ τήν προσευχή καί μέ τήν διάθεση νά κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τά πράγματα θά ἦταν τέλεια καί θά συνεργαζότανε ὁ ἄνδρας μέ τή γυναίκα, γιά ν’ ἀνακαλύψουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄν ἐπιτέλους δέν εἶναι δυνατόν νά βροῦνε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ οἱ δυό τους, θά πᾶνε στόν Πνευματικό. Αὐτή εἶναι ἡ σωστή λύση. Ὄχι νά ἐπιμείνει ὁ ἄνδρας στό δικό του καί ἡ γυναίκα στό δικό της. Γι’ αὐτό, ἄν εἶναι δυνατό νά ἔχουνε καί τόν ἴδιο Πνευματικό, πού θά δώσει τή λύση.
Βασικός λοιπόν μηχανισμός εἶναι ἡ προσευχή, νά ἀφήνουμε τό δικό μας θέλημα, νά κάνουμε προσευχή καί νά ποῦμε «Θεέ μου ἄς γίνει τό θέλημά σου» καί μετά νά εἴμαστε ἀνοιχτοί, ν’ ἀκούσουμε τί θά μᾶς πεῖ ὁ ἄλλος, ἡ σύζυγος στήν προκειμένη περίπτωση. Γι’ αὐτό λέει «ὑποτάσσεστε ἀλλήλοις». Ἰσχύει αὐτό.
Σᾶς ἔχω πεῖ τό περιστατικό μέ κάποιον πού μόλις παντρεύτηκε καί πῆγε στόν π. Ἐφραίμ τόν Κατουνακιώτη -μεγάλος γέροντας- καί εἶδε τήν βέρα ὁ γέροντας καί τόν ρώτησε ἄν παντρεύτηκε -ἦταν στήν διαδικασία τοῦ γάμου. Τότε τοῦ λέει: « ἀπό ἐδῶ κι ἐμπρός θά κάνεις ἐσύ ὑπακοή στή σύζυγο καί ἡ σύζυγος σ’ ἐσένα». Αὐτός ἤτανε μορφωμένος, εἶχε σπουδάσει θεολογία καί σκέφτηκε «ἄ, ἐδῶ ὁ γέροντας κάνει λάθος, δέν ξέρει ἀπό θεολογία». Γιατί αὐτός θυμόταν μόνο τό ρητό του Ἀποστόλου Παύλου πού λέει «ἡ γυνή νά ὑποτάσσεται στόν ἄνδρα». Δέ θυμόταν τό ἄλλο ρητό, πού λέει «ὑποτάσσεστε ἀλλήλοις». Λέει «αὐτό μοῦ κόστισε πέντε χρόνια ταλαιπωρίας». Τά πέντε πρῶτα χρόνια δηλαδή προσπαθοῦσε νά ἐπιβληθεῖ στή γυναίκα του καί δέ γινότανε. Μετά τά πέντε χρόνια, κατάλαβε ὅτι πρέπει κι αὐτός νά κάνει ὑπακοή στή γυναίκα του, γιά νά βροῦν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό εἶναι τό ζητούμενο! Ὄχι ποιανού τό θέλημα θά γίνει. Κανενός δέ θά γίνει, τοῦ Θεοῦ νά γίνει. Αὐτό εἶναι τό ζητούμενο, νά γίνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τότε θά ἔχουμε ἀνάπαυση. Γιατί νομίζετε ὅτι ἄν γίνει τό δικό μας θέλημα θά ἔχουμε ἀνάπαυση; Δέ θά ἔχουμε. Ἀληθινή ἀνάπαυση δέ θά ἔχεις. Ἔχεις μία ἐγωιστική ἱκανοποίηση ὅτι ἐπιβλήθηκες. Ὅταν μάλιστα ὁ ἄλλος νιώθει πληγωμένος, περιφρονημένος, δέ θά ἔχεις ἀληθινή ἀνάπαυση.
- Ὅταν ἡ γυναίκα δέν ὑποτάσσεται ἤ προσπαθεῖ νά παίρνει τίς ἀποφάσεις, ὅταν παρατραβάει τό πρᾶγμα καί δέν εἶναι σωστές οἱ ἀποφάσεις τῆς γυναίκας κατά Θεόν, τί γίνεται ἐκεῖ;
- Ἐκεῖ βοηθάει ὁ Πνευματικός. Δυστυχῶς ὑπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις πού ἡ γυναίκα δέν κάνει καθόλου πνευματική ζωή, οὔτε ἐξομολογεῖται, οὔτε ἐκκλησιάζεται. Γι’ αὐτό ἔχει τεράστια σημασία τό ξεκίνημα, ἡ ἐπιλογή τοῦ ἤ τῆς συζύγου. Ἄν γνωρίζαμε, ἐκ τῶν προτέρων, αὐτά τά πράγματα, θά κάναμε σωστή ἐκλογή συζύγου καί δέν θά ὑπήρχε τέτοια ταλαιπωρία γιά μιά ζωή. Φυσικά δέν μπορεῖ νά βγεῖ διαζύγιο, παρά μόνο στήν περίπτωση τῆς μοιχείας. Σέ καμία ἄλλη περίπτωση δέν μπορεῖ νά χωρίζει ὁ ἄνθρωπος. Ἀκόμα καί τότε δέν εἶναι ὑποχρεωτικό νά χωρίσει. Ἄν κάνει ὑπομονή εἶναι καλύτερο, πολύ καλύτερο. Ὅταν λοιπόν ἡ γυναίκα κάνει πράγματα, πού δέν εἶναι σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί θέλει νά τά ἐπιβάλλει καί στήν οἰκογένεια, τότε θέλει μεγάλη διάκριση μέ τή βοήθεια τοῦ Πνευματικοῦ, νά βροῦμε τό «μή χεῖρον βέλτιστον», τό λιγότερο κακό, πού εἶναι καλό.
Ἀλλά προσέξτε πάλι. Ἄν ὁ ἄνδρας κάνει τό σωστό, κάνει τό καθῆκον του, ὅπως μᾶς εἶπε ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, ἄν τήν ἀγαπάει, ὑπάρχει μεγάλη πιθανότητα νά τήν κερδίσει μέ τήν ἀγάπη του, ὁπότε ἄς κάνει τό καθῆκον του. Γιατί ὅταν σέ κάποιον φέρεσαι καλά καί σέ ἀγαπάει, κάπου τό περιμένεις. Ἄν ὅμως σέ κάποιον φέρεσαι ἀπαίσια καί σέ ἀγαπάει, τόν ταρακουνᾶς, τόν προβληματίζεις. Λέει «τί γίνεται μέ αὐτόν; Ἐγώ τόν περιμένω νά βρίσει, νά χτυπήσει κι αὐτός μοῦ κάνει καί δωράκια»; Αὐτό λοιπόν εἶναι ἕνα μέγιστο ὅπλο γιά νά τήν σώσεις κι αὐτήν. Ἄλλωστε αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τοῦ γάμου. Νά σωθοῦν ὅλοι, νά τούς ἑλκύσουμε στή μετάνοια.
Συναντοῦμε τέτοιες οἰκογένειες. Ὑπῆρχε μία γυναίκα, πού ἔτρωγε ξύλο ἀπό τόν ἄνδρα της κι αὐτή ἔκανε ὑπομονή. Τοῦ ἔφτιαχνε τόν καφέ του, αὐτός δέν τῆς ἔδινε χρήματα οὔτε γιά τήν Ἐκκλησία. Αὐτή τοῦ τά ἔκανε ὅλα καί μετά πήγαινε στήν Ἐκκλησία. Αὐτός πήγαινε στό καφενεῖο κάθε Κυριακή, ἔπινε, τήν ἔβριζε, αὐτή ἔκανε προσευχή, ὑπομονή, πρόσεχε τά παιδάκια της. Κάποτε τή χτύπησε τόσο πολύ, πού τῆς ἔσπασε τό χέρι καί δέν εἶπε ὅτι τῆς τό ἔσπασε ὁ ἄνδρας της, ἀλλά ὅτι κάπου σκόνταψε. Αὐτή τελικά, κατάφερε νά ὁδηγήσει καί τόν ἄνδρα στή μετάνοια, στήν ἐξομολόγηση, νά σωθεῖ κι αὐτός. Τά παιδιά της προόδευσαν πάρα πολύ, πέρασαν στό Πανεπιστήμιο, χωρίς κἄν φροντιστήριο, ἐνῶ αὐτή μία ζωή ἔπλενε σκάλες καί μ’ αὐτό τό πενιχρό εἰσόδημα πού εἶχε, τά σπούδασε καί ἁγίασε οὐσιαστικά. Μάλιστα ὅταν πήγαινε σέ κάποιο μοναστήρι πού τήν ξέρανε, ὁ Ἡγούμενος ἔβαζε τίς μοναχές νά τῆς φιλοῦν τό χέρι της. Ἦταν δηλαδή Ἁγία μέ τήν ὑπομονή πού ἔκανε.
Μία δύστροπη γυναίκα εἶναι ἕνας τρόπος, πού μᾶς δίνει ὁ Θεός γιά νά ἁγιάσουμε οὐσιαστικά, πού εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας. Γιατί ἄν εἴχαμε μιά καλή γυναίκα, ἴσως πηγαίναμε στήν κόλαση.
- Μᾶς ἐξηγεῖτε καί αὐτό ποῦ εἴπατε γιά τή φιλαργυρία;
- Πρέπει νά ἔχει ὑπεροψία, νά περιφρονεῖ, νά μήν κολλάει, νά μήν ἀγαπάει τά χρήματα. Νά ἔχει αὐτό τό πνεῦμα τῆς ἀκτημοσύνης. Αὐτό λέει ὁ Ἅγιος. Γιατί ἄν ἔχει προσκόλληση στά χρήματα, δέ θά ἀγαπάει τή γυναίκα του, ἀλλά τά χρήματα καί θά θυσιάζει τά πάντα γιά τά χρήματα. Ἐνῶ τό ζητούμενο, εἶναι ν’ ἀγαπᾶς πρῶτα τόν Θεό φυσικά, ἡ πρώτη ἀγάπη εἶναι στόν Θεό, μετά στόν σύζυγο, στά παιδιά, σέ ὅλους τους ἄλλους ἀνθρώπους καί τό περίσσευμα τῆς ἀγάπης πάει στά ζῶα πού ὑπάρχουν καί σέ ὅλη τήν κτίση, τό ‘περίφημο’ οἰκολογικό θέμα. Τό περίσσευμα τῆς ἀγάπης βεβαίως πάει κι ἐκεῖ. Ἀλλά ἡ πρώτη ἀγάπη δέν εἶναι στό περιβάλλον, εἶναι στόν Θεό καί μετά στόν πλησίον.
Στίς μέρες μας, ἔτσι ὅπως τό πᾶνε, ἐν ὀνόματι τοῦ περιβάλλοντος καί τῆς οἰκολογίας, θά μᾶς ἐπιβάλλουν σταδιακά τόν ἀντίχριστο, τήν θεά γαία καί τό τσίπ γιατί εἴμαστε ἐπικίνδυνοι ἄνθρωποι καί πρέπει νά μειωθοῦμε στό ἕνα δισεκατομμύριο! Τόσους λένε μπορεῖ νά ἀντέξει ἡ γῆ! Ἔτσι λέει ἕνας σύμβουλος πού ἔχει ὁ πάπας κοντά του γιά τό περιβάλλον. Καταλάβατε;
Ὅλα αὐτά εἶναι ὕπουλα καί ὕποπτα καί εἶναι μία καταστρατήγηση τῆς τάξης πού ἔχει βάλει ὁ Θεός, πού ἔχει ὁρίσει μέ τήν πρώτη ἐντολή, «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεό σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου, ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου, ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου». Δέ μᾶς εἶπε νά ἀγαπήσεις πάνω ἀπό ὅλα τό περιβάλλον καί νά γίνεις ‘οἰκολογικά’ ὀρθός. Εἶναι θέμα προτεραιοτήτων. Νά τρέμει τό παιδάκι νά μήν πέσει τό χαρτάκι κάτω. Δέ λέω -ἐντάξει- νά μή τό πετᾶς καί τό χαρτάκι κάτω, ἀλλά δέν εἶναι καί ἡ μέγιστη καταστροφή αὐτό καί νά μή νοιάζεσαι γιά τόν φτωχό, γιά τόν ὁποιονδήποτε βασανισμένο συνάνθρωπό σου, πού εἶναι τό πρῶτο μετά τόν Θεό. Νά μή πηγαίνεις στήν Ἐκκλησία, νά μή λατρεύεις τόν Θεό, νά μή λές ἕνα εὐχαριστῶ στόν Θεό..
- Πῶς σήμερα ὁ ἄνδρας ἔχει χάσει τήν ἐξουσία, εἴτε εἶναι πνευματικό τό σπίτι, εἴτε εἶναι κοσμικό; Βλέπουμε ὅτι σήμερα ὁ ἄνδρας ἔχει χάσει τήν ἐξουσία καί κάνει ἡ γυναίκα κουμάντο σέ ὅλα.
- Γιατί ἔχασε τόν Θεό καί ἅμα χάνουμε τόν Θεό, τά χάνουμε ὅλα. Ἄν ὁ ἄνδρας ἀγαπάει τόν Θεό δέ χάνει τήν ἐξουσία. Ἐξάλλου ἡ ἐξουσία, ὅπως εἴπαμε, δέν εἶναι ἐξουσία ὑποταγῆς καί καταδυνάστευσης, ἀλλά ἐξουσία ἀγάπης, ἐξουσία διακονίας, ἄν θέλετε. Στήν Ἐκκλησία μέσα δέν ἔχουμε ὑπεροχή ἐξουσίας. Τά ‘ἀξιώματα’ τά λεγόμενα ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ Πρεσβύτερος δέν ἔχουν ἐξουσία καταδούλωσης τοῦ ποιμνίου, ἀλλά ἐξουσία διακονίας. Εἶναι διακονήματα. «Ὅποιος θέλει νά εἶναι πρῶτος, θά πρέπει νά εἶναι δοῦλος ὅλων» (Μαρκ. 10,44), ὅπως λέει ὁ Χριστός. Ὁ πρῶτος θά πρέπει νά εἶναι δοῦλος ὅλων. Ὁ Ἐπίσκοπος δηλαδή θά πρέπει νά εἶναι ὁ διάκονος ὅλων καί ὄχι ὁ Δεσπότης. Κακῶς τόν λέμε Δεσπότη, εἶναι Ἐπίσκοπος (ἐπί τῶν σκοπῶν).
Ἔτσι καί ὁ ἄνδρας πού εἶναι κεφαλή, δέν εἶναι κεφαλή γιά νά κατεξουσιάζει τό σῶμα δηλαδή τήν γυναίκα, ἀλλά νά τό ὑπηρετεῖ, νά τό διακονεῖ. Ἄν χάσει ὁ ἄνδρας αὐτήν τή συνείδηση, μετά χάνει καί τήν πραγματική ἐξουσία πού τοῦ δίνει ὁ Θεός. Μετά βεβαίως καί ἡ γυναίκα θά κοιτάξει νά πάρει αὐτή τήν ἐξουσία, νά τοῦ τήν κλέψει. Μετά δημιουργοῦνται ὅλες οἱ ἀνωμαλίες, οἱ ἀκαταστασίες καί οἱ καταστρατηγήσεις τῆς τάξης, πού ἔχει βάλει ὁ Θεός, γιατί καί ἡ γυναίκα δέν ὑποτάσσεται στόν Θεό.
Μή νομίζετε ὅτι καί ἡ γυναίκα ἀπολαμβάνει, γιατί καί ἡ γυναίκα μέ τό πού παίρνει τήν ἐξουσία καί μπαίνει στή θέση τοῦ ἄνδρα, ἄν συμβαίνει αὐτό, δέν τῆς προσφέρει ἀνάπαυση, ἀλλά τήν καταστρέφει, γιατί κάνει κάτι πού εἶναι ἀφύσικο, κάτι πού εἶναι ἀντίθετο μέ τίς προδιαγραφές της. Δέν εἶναι προδιαγραφή τῆς γυναίκας νά εἶναι ἡ κεφαλή στήν οἰκογένεια. Ὅταν ἡ γυναίκα, δηλαδή τό σῶμα, γίνεται κεφάλι καί τό κεφάλι σῶμα, τότε τί ἔχουμε; Ἕνα τέρας ἔχουμε. Ἔτσι δέν εἶναι. Τέρας εἶναι, δέν εἶναι ἄνθρωπος αὐτό. Τό τέρας μπορεῖ νά λειτουργεῖ σωστά; Νά εἶναι εὐχαριστημένο; Ὄχι, σέ καμιά περίπτωση. Βασανίζεται καί ἡ γυναίκα δηλαδή, πού κάνει αὐτό τό πρᾶγμα, πού παίρνει τήν ἐξουσία ἀπό τόν ἄνδρα. Ἐνῶ μία γυναίκα πού ὑποτάσσεται καί ἀπολαμβάνει τήν ἀγάπη τοῦ συζύγου, ἀκριβῶς γιατί ὑποτάσσεται, ἀπολαμβάνει τά πάντα, ἔχει μακαρία ζωή καί εἶναι βασίλισσα καί μέσα στό σπίτι της καί μέσα στήν Ἐκκλησία χαίρεται πάρα πολύ.
Ἑπομένως αὐτό συμβαίνει γιατί χάσαμε τόν Θεό, χάσαμε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, τήν ὑπεροψία ὡς πρός τά χρήματα, λατρεύουμε τά χρήματα. Ἄν δεῖτε στούς γύρω σας, ἀλλά καί μέσα μας πολλές φορές, πόσο ὑπάρχει κρυμμένο αὐτό τό πάθος, ἡ κακή ρίζα τῆς φιλαργυρίας. Μέγιστο κριτήριο εἶναι τά χρήματα καί ὄχι ὁ Θεός, ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό, οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Τί χάνω, τί κερδίζω. Μέ βάση αὐτό κρίνουμε τά πράγματα καί εἴμαστε δυστυχισμένοι ἄν χάσουμε καί εὐτυχισμένοι ἄν κερδίσουμε. Λές καί τό ἅπαν της ἐπιτυχίας εἶναι νά κάνεις χρήματα. Κι ὅμως, αὐτό γίνεται καί αὐτό περνᾶνε καί οἱ γονεῖς στά παιδιά, ὅτι εὐτυχισμένος εἶναι ὁ πλούσιος, ἤ τέλος πάντων αὐτός πού ἔχει μία «ἀξιοπρεπή» δουλειά, δέ ζητάει ἐλεημοσύνη, δέν καταδέχεται νά πάρει ἀπό τό συσσίτιο τῆς Ἐκκλησίας καί τό θεωροῦμε ἀρετή αὐτό τό πρᾶγμα. Γιατί εἶναι κακό, δηλαδή, νά πᾶς νά πάρεις τό φαγητό ἀπό τό συσσίτιο;
Παλιά ὑπήρχαν πνευματικοί, πού τό βάζανε ὡς κανόνα αὐτό τό πρᾶγμα. Δηλαδή, ἀντί νά σοῦ πεῖ «κᾶνε πεντακόσιες μετάνοιες τήν ἡμέρα», σοῦ ἔλεγε «πήγαινε νά ζητᾶς ἐλεημοσύνη, νά γυρνᾶς τά χωριά καί νά ζητᾶς ἐλεημοσύνη», γιά νά ταπεινωθεῖς. Εἶναι μεγάλη ἀρετή ἡ ταπείνωση, νά πέσει ὁ ἐγωισμός. Προφανῶς εἶναι καί ἕνα ἐπιτίμιο κι αὐτό γιά νά ταπεινωθεῖ καί ὁ ἄνδρας, γιατί ἔχει πολύ ἐγωισμό.
Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὅτι «γιά τή σημερινή ἀθλία κατάσταση τῶν γυναικῶν (μιλάω ἠθικά), φταῖνε οἱ ἄνδρες». Οἱ ἄνδρες διέφθειραν τίς γυναῖκες. Διότι αὐτοί τίς ἔμαθαν ὅλες αὐτές τίς διαστροφές καί τίς ἁμαρτίες. Φυσικά αὐτό γυρνάει στό κεφάλι σου, ὁ διάβολος δέ θά σ’ ἀφήσει ἥσυχο. Τό κακό ἔχει ἔνδικο μισθαποδοσίαν. Βλέπετε τώρα ἡ νέα τάξη πραγμάτων, ἡ μπίλντεμπεργκ καί ὅλοι αὐτοί οἱ παγκοσμιοποιητές, προωθοῦν σέ θέσεις κλειδιά γυναῖκες, στό ΔΝΤ, Ὑπουργούς ἐξωτερικῶν, γυναῖκες, ἀπό ποῦ καί ὡς ποῦ; Μέχρι καί πρωθυπουργοί γίνονται. Εἶναι σκόπιμο αὐτό, δέν εἶναι τυχαῖο, γιατί ἡ γυναίκα -σᾶς τό εἶπα- ἐνεργεῖ παρορμητικά καί ἀγαπάει πολύ, ἀλλά καί μισεῖ πολύ. Ἄρα μπορεῖ νά κάνει τά χειρότερα ἐγκλήματα. Ἐπίσης τίς ἔχουν καί τοῦ χεριοῦ τους, περισσότερο ἀπ’ ὅτι τούς ἄνδρες.
συνεχίζεται…
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
http://hristospanagia3.blogspot.gr/
http://www.hristospanagia.gr/?p=49585#more-49585
Ἀκοῦστε ἐδῶ τήν ὁμιλία:http://hristospanagia3.blogspot.gr/2015/10/1_7.html
Ἐπειδή πολλοί ἄνθρωποι, Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι σήμερα ἀγνοοῦν τό μυστήριο καί τόν σκοπό τοῦ γάμου, σκέφτηκα νά ποῦμε αὐτό πού διδάσκει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μέσα ἀπό τόν Ἱερό Χρυσόστομο γιά τό μυστήριο αὐτό καί τό πῶς θά πρέπει νά εἶναι τοποθετημένος ὁ ἄνθρωπος ἀπέναντι στό μυστήριο, καθώς καί γιά τή σχέση μεταξύ τῶν συζύγων. Βέβαια αὐτό τό θέμα ἀφορᾶ καί αὐτούς πού δέν ἔχουν οἰκογένεια καί αὐτούς πού ἔχουν καί αὐτούς, πού ἐνδεχομένως εἶναι πρός τή δύση τῆς ζωῆς, ἀλλά ἔχουν παιδιά, ἐγγόνια καί θά τούς ζητηθεῖ μία συμβουλή.
Καταρχάς, πρέπει νά ποῦμε, ὅτι ὁ σκοπός τοῦ γάμου, ὅπως τόν ἔχει θέσει ὁ Χριστός μας, εἶναι ὑπηρετικός τοῦ σκοποῦ γιά τόν ὁποῖο ἔφτιαξε τόν ἄνθρωπο καί δέν μποροῦσε νά εἶναι διαφορετικός. Ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου βέβαια εἶναι ἡ θέωση. Ἑπομένως καί τό μυστήριο τοῦ γάμου, ὅπως καί ὅλα τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας (τό Ἅγιο Βάπτισμα, τό Ἅγιο Χρίσμα, ἡ Ἱερά Ἐξομολόγηση, ἡ Θεία Κοινωνία), ὑπηρετεῖ αὐτόν τόν σκοπό, δηλαδή τή θέωση, τήν ὁμοίωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Τόν ἴδιο σκοπό ὑπηρετεῖ καί τό μοναστήρι καί -ἄς τό ποῦμε ἐξ ἀρχῆς -ὅτι αὐτός ὁ ἴδιος ὁ σκοπός τοῦ γάμου, πού εἶναι ἡ θέωση καί εἶναι καί ὁ σκοπός τοῦ μοναστηριοῦ, κάνει τίς δύο αὐτές καταστάσεις νά μοιάζουν.
Οὐσιαστικά ἡ οἰκογένεια εἶναι ἕνα μικρό κοινόβιο, ἕνα μικρό μοναστήρι, ὅταν λειτουργεῖ Ὀρθόδοξα, Χριστιανικά, πού ἔχει τόν Ἡγούμενό του, τόν ἄνδρα, ὅπως τόν ἔχει ὁρίσει ὁ Θεός καί ἔχει καί τή σύζυγο, ἡ ὁποία, ὅπως λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, παίζει τόν ρόλο τοῦ Ὑπαρχηγοῦ, ἤ τοῦ Στρατηγοῦ, ἄν θέλετε καί τά παιδιά, τά ὁποία καί αὐτά βλέποντας τούς γονεῖς, μπαίνουν σιγά σιγά στό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ καί ὑποτάσσονται ὅλοι στόν Χριστό. Γιατί καί ὁ ἄνδρας δέν εἶναι αὐτοκέφαλος. «Ἔχει κεφαλή του τόν Χριστό», ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος «ἡ γυναίκα ἔχει κεφαλή τόν ἄνδρα καί τά παιδιά ὑποτάσσονται στούς γονεῖς, χωρίς βεβαίως οἱ γονεῖς νά τά παροργίζουν». Πρέπει νά φροντίζουν νά τά παιδαγωγοῦν ἐν παιδεία καί νουθεσία Κυρίου καί νά μήν τά παροργίζουν.
Ἐάν δέν ὑπηρετεῖται αὐτός ὁ σκοπός, ὁπωσδήποτε ὁ γάμος εἶναι ἀποτυχημένος. Δηλαδή, ἐάν δέν ἐπιτυγχάνεται ἡ θέωση τῶν μελῶν, πού ἀνήκουν στήν οἰκογένεια. Ὅπως καί σέ ἕνα μοναστήρι. Ἄν οἱ μοναχοί ἤ οἱ μοναχές, δέν ἁγιάζονται καθημερινά καί δέν προκόβουν στήν κατά Θεόν ζωή, δέν ὁμοιάζουν ὅλο καί περισσότερο στόν Χριστό, ἐπίσης καί τό μοναστήρι δέ λειτουργεῖ σωστά. Κατ’ οὐσίαν εἶναι ἀποτυχημένο, ἐάν δέν διορθωθεῖ ἡ κατάσταση.
Ὅταν οἱ ἄνθρωποι ζοῦνε κατά Θεόν, εἴτε εἶναι ἔγγαμοι, εἴτε εἶναι ἄγαμοι, μποροῦν νά σωθοῦν καί νά θεωθοῦν. Ἀλλοίμονο, ἄν ὁ Χριστός μας ἔβαλε ἐμπόδια στούς ἐγγάμους γιά τή σωτηρία. Ἐξίσου μπορεῖ κανείς νά ἁγιάσει, εἴτε εἶναι ἔγγαμος, εἴτε εἶναι ἄγαμος.
Ἀναμφίβολα οἱ συνθῆκες εἶναι λίγο διαφορετικές. Ἡ ζωή στό μοναστήρι εἶναι μέ τέτοιο τρόπο διαμορφωμένη, ὥστε κάθε στιγμή νά σκέφτεται ὁ ἄνθρωπος τόν Χριστό καί νά ὑπηρετεῖ τόν Χριστό. Τό ἴδιο ὅμως μπορεῖ νά γίνει στό μέτρο βεβαίως τοῦ δυνατοῦ καί μέσα στόν κόσμο καί μέσα στήν οἰκογένεια. Γι’ αὐτό ἔχουμε τούς πρώτους Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἦταν ὅλοι μιά ψυχή καί μιά καρδιά, εἴτε ἦταν ἔγγαμοι, εἴτε ἄγαμοι. Αὐτό, δηλαδή, πού βλέπουμε τώρα στά μοναστήρια τά ‘ἐπιτυχημένα’, πού ὅλοι εἶναι μία ψυχή καί μία καρδιά, μπορεῖ νά γίνει στήν ἐνορία, στήν οἰκογένεια καί στόν κόσμο, ἀρκεῖ νά ζοῦνε ἐν πνεύματι, ἐν Χριστῷ αὐτοί πού εἶναι ἔγγαμοι. Ὅταν ἀγωνίζονται δηλαδή νά ζοῦνε μέσα στό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ.
Ἄς δοῦμε λοιπόν τί λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος γιά τό μυστήριο αὐτό καί γιά τίς σχέσεις τῶν συζύγων, πού εἶναι πολύ βασικό. Ὅλα αὐτά ὁ Ἅγιος τά ἐξετάζει μέ βάση τήν Ἁγία Γραφή καί μέ βάση τήν Ἱερά παράδοση. Ἀρχίζει λοιπόν ὁ Ἱερός Χρυσόστομος καί λέει: «Ἕνας σοφός ἄνθρωπος πού εἶπε πολλά μέ τήν μορφή τῶν μακαρισμῶν, εἶπε καί τοῦτο»: ‘ἡ γυναίκα καί ὁ ἄνδρας νά συμπεριφέρονται καλά μεταξύ τους’ (Σοφ. Σειρ. 25,1). Νά ἔχουν μεταξύ τους καλή συμπεριφορά, νά μιλοῦν ὄμορφα καί νά συμπεριφέρονται ὄμορφα. Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό.
Ἀπό τήν ἀρχή ὁ Θεός φρόντισε γιά νά ζοῦν οἱ σύζυγοι μέ ὁμόνοια. Γι’ αὐτό μιλάει καί γιά τούς δύο, σάν νά πρόκειται γιά ἕναν. Καί λέει «ἄνδρα καί γυναίκα ἐποίησεν αὐτούς» (Γέν. 1,27). Δηλαδή δέν κάνει διάκριση νά πεῖ ὅτι ἔφτιαξε ἄνδρα, ἀλλά ἄνδρα καί γυναίκα. Καί οἱ δύο εἶναι ἄνθρωποι. Καί δέν ὑπάρχει διάκριση, «οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ» (Γαλ. 3,28), λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, οὔτε ὑποτίμηση τῆς γυναίκας σέ σχέση μέ τόν ἄνδρα, οὔτε φυσικά τοῦ ἄνδρα σέ σχέση μέ τή γυναίκα. Γιατί δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει τόσο στενή σχέση ἀνάμεσα σέ δύο ἄνδρες, ὅσο ἀνάμεσα σέ ἕναν ἄνδρα καί μία γυναίκα (ὅταν φυσικά τά πράγματα λειτουργοῦν φυσιολογικά).
Δυστυχῶς σήμερα ἔχουμε τέτοια ἐκτροπή στούς ἀνθρώπους, πού διαφημίζεται ἡ διαστροφή καί ἡ ὁμοφυλοφιλία, ἀλλά αὐτή ἡ σχέση δέν εἶναι φυσιολογική καί δέν εἶναι τόσο στενή ὅπως εἶναι τοῦ ἄνδρα μέ τή γυναίκα καί οὔτε ὑπάρχει βεβαίως καμία σύγκριση. Τό ἕνα εἶναι παρά φύσιν καί βδελυρό ἀπέναντι στόν Θεό καί τό ἄλλο εἶναι φυσιολογικό καί εὐλογημένο, ὅταν εἶναι μέσα στόν γάμο, στό μυστήριο αὐτό, πού ἔχει τήν ἀναγωγή του στόν Χριστό καί στήν Ἐκκλησία.
Γιατί λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅτι: «ὅπως εἶναι ἡ σχέση τοῦ Χριστοῦ μέ τήν Ἐκκλησία, ἔτσι εἶναι καί τό μυστήριο αὐτό τῆς σχέσης τοῦ ἄνδρα μέ τή γυναίκα» (Εφ. 5,32). Ὅπως ὁ Χριστός ἀγάπησε τήν Ἐκκλησία καί θυσιάστηκε γι’ αὐτήν, ἔτσι καί ὁ ἄνδρας θυσιάζεται καί ἀγαπᾶ τή γυναίκα του. Ὁ Δαυϊδ πενθώντας καί θρηνώντας γιά τόν θάνατο τοῦ στενοῦ φίλου του, τοῦ Ἰωνάθαν, πού τόν ἀγαποῦσε ὑπερβολικά, δέν τόν ἀποκάλεσε πατέρα ἤ μητέρα, ἀδελφό ἤ φίλο, ἀλλά τί εἶπε; «Σέ ἀγάπησα περισσότερο ἀπ’ ὅσο μπορεῖ νά ἀγαπηθεῖ μία γυναίκα» (Β΄Βασ. 1,26), γιατί αὐτή εἶναι ἡ πιό δυνατή σχέση ἀγάπης στά ἀνθρώπινα.
«Πραγματικά αὐτή ἡ ἀγάπη εἶναι πιό δυνατή ἀπό κάθε ἄλλη», λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. «Οἱ ἄλλες ἔχουν σφοδρότητα, αὐτή ὅμως εἶναι καί σφοδρή καί ἀμάραντη, γιατί ὑπάρχει μία ἐρωτική ὁρμή, πού φωλιάζει στή φύση τους καί χωρίς νά κατανοοῦμε τό πῶς, συνδέει τά σώματά τους. Γι’ αὐτό καί ἐξ ἀρχῆς ἀπό τόν ἄνδρα προῆλθε ἡ γυναίκα, ἐνῶ στήν συνέχεια ἀπό τόν ἄνδρα καί τήν γυναίκα, προέρχονται ἄλλοι ἄνδρες καί ἄλλες γυναῖκες. Βλέπεις σύνδεσμο καί σύμπλεγμα ποῦ δημιούργησε ὁ Θεός, μήν ἐπιτρέποντας μάλιστα σέ ἄλλη οὐσία νά εἰσχωρήσει ἀπό ἔξω; Βλέπεις καί πόσα ἄλλα ἔκανε συγκαταβατικά; Ἀνέχθηκε νά γίνει γυναίκα τοῦ Ἀδάμ ἡ ἀδελφή του, ἤ μᾶλλον ὄχι ἡ ἀδελφή του, ἀλλά ἡ θυγατέρα του, ἤ μᾶλλον οὔτε ἡ θυγατέρα του, ἀλλά κάτι περισσότερο, ἡ ἴδια του ἡ σάρκα». Γιατί ξέρουμε, ὅτι ἡ Εὕα πλάστηκε ἀπό τήν σάρκα τοῦ Ἀδάμ».
«Καί τήν ἑνότητά τους τήν καθόρισε εὐθύς ἐξ ἀρχῆς, σᾶς τίς πέτρες, ἑνώνοντάς τους σέ μία ὁλότητα. Γι’ αὐτό, οὔτε τή γυναίκα δημιούργησε ἀπό ξένη στόν Ἀδάμ οὐσία, γιά νά μή συνδέεται αὐτός μαζί της σάν μέ μία ξένη, οὔτε πάλι σταμάτησε τόν γάμο στήν ἕνωση τοῦ Ἀδάμ μέ τήν Εὕα, γιά νά μήν χωρίζεται αὐτός λόγω τῆς ἑνώσεώς του μέ μία μόνο γυναίκα, ἀπό τό ὑπόλοιπο ἀνθρώπινο γένος».
«Ἔγινε δηλαδή ἐδῶ ὅτι γίνεται μέ ἕνα ὡραῖο δέντρο. Ἔχει ἕναν κορμό πού ὑψώνεται πάνω ἀπό τή ρίζα καί μετά ἁπλώνεται σέ πολλά κλαδιά. Ἄν δέν εἶχε κορμό καί τά κλαδιά βγαίνουν κατευθείαν ἀπό τίς ρίζες, δέν ἀξίζει τίποτα. Κι ἄν ἔχει πολλές ρίζες δέν τό θαυμάζει κανείς. Ἔτσι ὁ Θεός ἀπό ἕναν ἄνθρωπο τόν Ἀδάμ, ἔκανε νά προέλθει ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος. Ὅπως τά κλαδιά ἀπό τόν κορμό τοῦ δέντρου κάνοντάς το ἀναγκαστικά ἀδιάσπαστο καί ἀχώριστο. Καί γιά νά μήν περιοριστεῖ ἡ ἀγάπη, ἀλλά νά ἁπλωθεῖ σέ ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα, δέν ἐπέτρεψε νά ἔρχονται σέ γάμο οἱ ἄνθρωποι μέ ἀδελφές καί θυγατέρες, ἐπιβάλλοντας τόν χωρισμό ἀπό τά δικά μας πρόσωπα. Γι’ αὐτό ἔλεγε «ὁ Δημιουργός ἀπό τήν ἀρχή ἔκανε ἄνδρα καί γυναίκα». Βέβαια στήν ἀρχή πού δέν ὑπῆρχαν ἄλλοι ἄνθρωποι, ἦρθαν σέ σχέση τά παιδιά τοῦ Ἀδάμ μεταξύ τους. Ἀλλά ἀπό κεῖ καί μετά, ὁ Θεός ἀπαγόρευσε αὐτό τό γεγονός, γι’ αὐτόν τόν σκοπό, γιά νά ἁπλωθεῖ ἀγάπη σέ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα, νά συνδεθεῖ ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα καί νά μήν περιορίζεται ὁ καθένας στούς δικούς του, νά μή φτιάχνει μία κλειστή -ἄς τό ποῦμε κοινωνία- μία κάστα τῶν στενῶν συγγενῶν, ἀλλά νά ἁπλώνεται ἡ ἀγάπη πρός ὅλους.
«Ἔτσι λοιπόν ὁ Δημιουργός ἀπό τήν ἀρχή ἔκανε ἄνδρα καί γυναίκα. Ἀπό αὐτό προέρχονται μεγάλα καλά, ἀλλά καί μεγάλα κακά γιά τίς οἰκογένειες καί γιά τίς κοινωνίες. Γιατί ὁ ἔρωτας ἑνός ἄνδρα καί μίας γυναίκας, ἀποτελεῖ περισσότερο ἀπό ὁτιδήποτε ἄλλο, τόν ἰσχυρότερο συνεκτικό δεσμό τοῦ βίου μας. Γιά χάρη του πολλοί καί ὄπλα παίρνουν στά χέρια τους καί τήν ψυχή τους ἀκόμα προδίδουν καί θυσιάζουν».
«Ὄχι λοιπόν τυχαία καί ἀναίτια ἀναφέρθηκε ὁ Παῦλος σέ αὐτό τό θέμα, λέγοντας ‘οἱ γυναῖκες νά ὑποτάσσεστε στούς ἄνδρες σας, ὅπως στόν Κύριο’ (Εφ. 5,22)». Νά κάνετε ὑπακοή οἱ γυναῖκες στούς ἄνδρες, ὅπως ὑποτάσσεστε στόν Κύριο. «Γιατί ἄραγε; Γιατί ἄν οἱ σύζυγοι συμβιώνουν μέ ὁμόνοια, τότε καί τά παιδιά τους ἀνατρέφονται καλά καί οἱ γείτονες ἀπολαμβάνουν τήν εὐωδία τῆς χριστιανικῆς τους ζωῆς καί οἱ φίλοι χαίρονται καί οἱ συγγενεῖς τους καμαρώνουν». Βλέπουμε σήμερα τά παιδιά πού εἶναι ἀπό γονεῖς μέ προβλήματα, εἶναι καί αὐτά προβληματικά. Πολύ πιό προβληματικά βγαίνουν τά παιδιά ἀπό χωρισμένους γονεῖς. Ὅταν ὑπάρχει ὁμόνοια στούς γονεῖς, στούς συζύγους, τότε καί τά παιδιά ἀναπτύσσονται φυσιολογικά καί ὅλη ἡ οἰκογένεια εὐωδιάζει καί ἡ γειτονιά ἀκόμα -λέει ὁ ἅγιος- τό παίρνει εἴδηση καί ὅλη ἡ Ἐκκλησία προάγεται. Γιατί ἕνα κύτταρο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἐνορία καί ἕνα κύτταρο τῆς ἐνορίας εἶναι ἡ οἰκογένεια, ἡ χριστιανική οἰκογένεια.
Ἄν λοιπόν ἀντί νά ἔχουν ὁμόνοια οἱ σύζυγοι συμβαίνει τό ἀντίθετο, «ὅλα γίνονται ἄνω κάτω, ὅλα εἶναι σέ σύγχυση καί ταραχή. Συμβαίνει δηλαδή κι ἐδῶ ὅ,τι καί σ’ ἕνα στράτευμα. Ὅταν οἱ στρατηγοί του ἔχουν εἰρηνικές σχέσεις καί συνεργάζονται ἁρμονικά, ὁ στρατός πάει καλά καί ἔχει νίκες. Ὅταν ὅμως αὐτοί διαφωνοῦν καί μαλώνουν, ὅλος ὁ στρατός γίνεται ἄνω κάτω. Γι’ αὐτό λοιπόν λέει «οἱ γυναῖκες νά ὑποτάσσεστε στούς ἄνδρες σᾶς , ὅπως στόν Κύριο» (Εφ. 5,22).
«Πῶς ὅμως ἡ γραφή σέ ἄλλο σημεῖο λέει ‘ἄν κάποιος ἔρχεται κοντά μου καί δέν ἀπαρνιέται γυναίκα καί ἄνδρα, δέν μπορεῖ νά εἶναι μαθητής μου’ (Λουκ. 14,26); Τό λέει ὁ Κύριος, ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι πρώτη ἀγάπη μας πάνω καί ἀπό τήν σύζυγο καί τά παιδιά καί ἀπό τόν σύζυγο ἀντίστοιχα γιά τήν γυναίκα, θά πρέπει νά εἶναι ὁ Κύριος. Ὅταν ὑπάρχει ἐμπόδιο σ’ αὐτό, ἀπό τό ἕτερον ἥμισυ, ὁπωσδήποτε θά κάνουμε ὑπακοή στόν Θεό καί ὄχι στό ἕτερον ἥμισυ.
Ἑπομένως, δέν ὑπάρχει ἀντίφαση στό Εὐαγγέλιο. Ἀπό τήν μία λέει στή γυναίκα νά ὑπακούει στόν ἄνδρα, ἀπό τήν ἄλλη λέει νά ὑποτάσσεστε στόν Κύριο καί νά ἀπαρνεῖσθε τήν σύζυγο ἤ τόν σύζυγο ἀντιστοίχως γιά χάρη τοῦ Κυρίου. Ἰσχύει καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Ἄν ἐκεῖνος πού ὑποτάσσεται στόν Κύριο, ὑπηρετεῖ τόν Κύριο βεβαίως εἶναι εὐλογημένος. Ἐκεῖνος ὅμως πού ἀντιτάσσεται στό κακό θέλημα τοῦ ἤ τῆς συζύγου γιά χάρη τοῦ Κυρίου, πάλι εἶναι εὐλογημένος. Αὐτός πού ὑποτάσσεται στό καλό θέλημα τοῦ/τῆς συζύγου του τό εὐάρεστο κι αὐτός φυσικά τό κάνει γιά χάρη τοῦ Κυρίου καί ὑπηρετεῖ τόν Κύριο.
«Ἄν ἐκεῖνος πού δέν ὑποτάσσεται στήν κρατική ἐξουσία καί τίς πολιτειακές ἀρχές, ἀντιστέκεται στήν τάξη πού ἔβαλε ὁ Θεός», γιατί μᾶς ἔχει πεῖ ὁ Θεός νά ὑποτασσόμαστε σέ αὐτούς πού ἔχουν ἐξουσία, ὁ Θεός τούς ἔχει βάλει καί αὐτούς, οἱ ὁποῖοι φέρουν τήν μάχαιρα ὄχι μάταια, λέει ὁ Κύριος (Ρωμ. 13,4). Πρέπει νά ὑποτασσόμαστε στίς ἀρχές καί τίς ἀξίες τίς κοσμικές, γιατί διαφυλάσσουν τήν εἰρήνη, τήν ὁμαλότητα μέσα στήν κοινωνία καί μποροῦμε κι ἐμεῖς μέσα σ’ αὐτήν τήν εἰρήνη νά λατρεύουμε ἤρεμα τόν Θεό, «πολύ περισσότερο ἡ γυναίκα πού δέν ὑποτάσσεται στόν ἄνδρα της, παραβαίνει θεϊκή ἐντολή».
Αὐτό βέβαια δέ δίνει ἕνα προνόμιο στόν ἄνδρα ἐξουσίας καί αὐταρχισμοῦ, ἀλλά ὅπως θά δοῦμε πιό κάτω, στόν ἄνδρα ὁ Θεός ἔχει δώσει μιά βαρύτερη ἐντολή. Ὄχι ἀπλῶς νά ὑποτάσσεται στή γυναίκα του, ἀλλά νά ἀγαπάει τή γυναίκα του, τό ὁποῖο εἶναι πολύ πιό δύσκολο καί πολύ πιό εὐρύ θά λέγαμε, διότι δέ λέει νά ἀγαπᾶς τή γυναίκα σου ἄν σέ ἀγαπάει κι αὐτή, ἤ ἄν εἶναι καλή κλπ, ἀλλά νά τήν ἀγαπάει ὅποια κι ἄν εἶναι.
«Ἄς θεωροῦμε λοιπόν ὅτι ὁ ἄνδρας εἶναι τό κεφάλι καί ἡ γυναίκα τό σῶμα», λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. «Ὅμως ὅπως ἀποδεικνύει καί τοῦτος ὁ ἀποστολικός συλλογισμός, ὁ ἄνδρας εἶναι ἡ κεφαλή, δηλαδή ὁ ἀρχηγός τῆς γυναίκας». Πῶς ὅμως; «Ὅπως καί ὁ Χριστός τῆς Ἐκκλησίας».
Ἀμέσως δίνει καί τήν ἀντιστοίχηση -θά λέγαμε- γιά νά καταλάβουμε τί ἐννοεῖ. Ὄχι μέ μιά ἔννοια κοσμική ὁ ἄνδρας εἶναι κεφαλή τῆς γυναίκας, ἀλλά ὅπως ὁ Χριστός εἶναι κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Χριστός εἶναι καί ὁ Σωτήρας τοῦ σώματός Του, δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι, κατ’ ἀντιστοιχία καί ὁ ἄνδρας, κατά κάποιο τρόπο, εἶναι σωτήρας τῆς γυναίκας του, μέ τήν ἔννοια ὅτι ἔχει εὐθύνη καί γιά τη σωτηρία τῆς γυναίκας του, ἐπειδή ἡ γυναίκα εἶναι «ἀσθενές σκεῦος», ὅπως μᾶς λέει πάλι ἡ Ἁγία Γραφή καί ὁ ἄνδρας ὡς πιό ἰσχυρός ἔχει πνευματική εὐθύνη καί γιά τή σύζυγό του. Νά τήν ὁδηγήσει δηλαδή στή σωτηρία, ὅπως ὁ Χριστός ὁδήγησε καί ὁδηγεῖ τήν Ἐκκλησία στή σωτηρία, θυσιάζοντας μάλιστα καί τή ζωή Του. «Ὅπως λοιπόν κάνει ὁ Χριστός, τό ἴδιο νά κάνει καί ὁ ἄνδρας γιά τή γυναίκα. «Ὅπως ἡ Ἐκκλησία ὑποτάσσεται στόν Χριστό, ἔτσι καί οἱ γυναῖκες πρέπει νά ὑποτάσσονται σέ ὅλα στούς ἄνδρες τους».
Βλέπετε πόσο ὡραία τακτοποιεῖ τά πάντα ἡ Ἁγία Γραφή;
Αὐτά γράφονται στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Εἶναι ἀναγκαῖο, δηλαδή, ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα νά ἔχουν πρότυπό τους, τή σχέση Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας.
«Ἐσύ ὁ ἄνδρας ἀκοῦς τόν Ἀπόστολο Παῦλο, πού συμβουλεύει τήν γυναίκα νά ὑποτάσσεται σ’ ἐσένα καί τόν ἐπαινεῖς καί τόν θαυμάζεις. Ἄκου τί ζητάει ἀπό σένα:
‘Οἱ ἄνδρες νά ἀγαπᾶτε τίς γυναῖκες σας, ὅπως ὁ Χριστός ἀγάπησε τήν Ἐκκλησία καί πρόσφερε τήν ζωή Τοῦ γι’ αὐτήν’ (Ἐφ. 5,25). Εἶδες προηγουμένως ὑπερβολή ὑποταγῆς»; Ζητάει νά ὑποτάσσεται ἡ γυναίκα σέ ὅλα στόν ἄνδρα. «Δές τώρα καί ὑπερβολή ἀγάπης. Θέλεις νά ὑπακούει σ’ ἐσένα ἡ γυναίκα σου, ὅπως ἡ Ἐκκλησία ὑπακούει στόν Χριστό; Φρόντιζε κι ἐσύ γι’ αὐτήν, ὅπως ὁ Χριστός γιά τήν Ἐκκλησία. Κι ἄν χρειαστεῖ τή ζωή σου νά θυσιάσεις γι’ αὐτήν, κομμάτια νά γίνεις χίλιες φορές, τά πάντα νά ὑπομείνεις καί νά πάθεις, μήν ἀρνηθεῖς νά τό κάνεις. Γιατί οὔτε κι ἔτσι θά ἔχεις κάνει κάτι ἰσάξιο μ’ ἐκεῖνο πού ἔκανε ὁ Χριστός γιά τήν Ἐκκλησία. Ἀφοῦ ἐσύ θά ἔχεις πάθει γι’ αὐτήν μέ τήν ὁποία εἶσαι ἑνωμένος, ἐνῶ ὁ Κύριος ἔπαθε γι’ αὐτήν (γιά τήν Ἐκκλησία δηλαδή), πού Τόν ἀποστρεφόταν καί Τόν περιφρονοῦσε».
Ὅταν ἦρθε ὁ Χριστός μας καί σταυρώθηκε, ἐμεῖς Τόν εἴχαμε ἀγαπήσει;
Ὄχι. Ἀντίθετα εἴμαστε ἐχθροί του καί ἀπόδειξη ὅτι τελικά Τόν σταυρώσαμε. Ἐνῶ ἐσύ -λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος- ὁ ἄνδρας ἔχεις γίνει ἕνα μέ τήν γυναίκα σου μυστηριακά, μέσω τῆς Ἐκκλησίας, μέ τό μυστήριο τοῦ γάμου, ὁπότε ἔχεις κάθε λόγο καί εἶσαι ὑποχρεωμένος, θά λέγαμε, νά τήν ἀγαπᾶς μέ αὐταπάρνηση καί νά φτάσεις καί στό σημεῖο νά δώσεις καί τή ζωή σου γι’ αὐτήν.
«Καθώς λοιπόν ὁ Χριστός, ὄχι μέ ἀπειλές, ὄχι μέ βρισιές, ὄχι μέ φοβέρες, ἀλλά μέ πολλή ἀγάπη καί στοργή, μέ φροντίδα καί θυσία κατόρθωσε νά ἐμπνεύσει τήν εὐπείθεια σ’ ἐκείνην πού τόσο Τόν εἶχε λυπήσει, ἔτσι νά κάνεις κι ἐσύ, ἔτσι νά φέρεσαι στή γυναίκα σου». Πῶς ὁ Χριστός μας μᾶς ὁδήγησε κοντά Του; Μέ πολλή ἀγάπη, καλοσύνη, ὑπομονή, μᾶς ἔπεισε καί μᾶς τράβηξε κοντά Του.
«Ἄν δέν σέ προσέχει, ἄν σέ ἀντιμετωπίζει μέ ὑπερηφάνεια ἡ γυναίκα σου, ἄν σοῦ δείχνει περιφρόνηση, θά μπορέσεις νά τή συμμορφώσεις μέ τήν πολλή φροντίδα σου, μέ τήν ἀγάπη καί τήν καλοσύνη σου. Ὄχι μέ τήν ὀργή καί τό φοβέρισμα. Μόνο ἕναν ὑπηρέτη μπορεῖς νά συνετίσεις ἔτσι (τότε εἶχαν ὑπηρέτες). Ἤ μᾶλλον οὔτε κι αὐτόν, γιατί γρήγορα θά ὀργιστεῖ καί θά φύγει ἀπό τή δούλεψή σου». Ἡ ἀγριότητα καί ἡ βία προκαλεῖ βία, ἡ καλοσύνη καί ἡ ἀγάπη ἡμερεύει καί τόν ἄγριο.
«Στή σύντροφο τῆς ζωῆς σου, στή μάνα τῶν παιδιῶν σου, στή βάση κάθε χαρᾶς μέσα στήν οἰκογένειά σου, δέν πρέπει μέ ἀγριάδα καί ἀπειλές νά ἐπιβάλλεσαι, ἀλλά μέ τήν ἀγάπη καί τόν καλό τρόπο. Τί συζυγική ζωή εἶναι αὐτή, ὅταν ἡ γυναίκα τρέμει τόν ἄνδρα της; Καί ποιά οἰκογενειακή θαλπωρή θά ἀπολαύσει ὁ ἄνδρας, ὅταν ζεῖ μαζί μέ γυναίκα πού τή μεταχειρίζεται ὡς δούλα; Καί ἄν πάθεις κάτι γιά χάρη της, μήν τῆς τό χτυπήσεις. Οὔτε ὁ Χριστός ἔκανε κάτι τέτοιο. ‘Καί τήν ζωή Του», λέει «πρόσφερε γι’ αὐτήν θέλοντας νά τήν καθαρίσει καί νά τήν ἁγιάσει’ (Ἐφ. 5,25-26). Ἑπομένως, ἦταν ἀκάθαρτη, εἶχε ἐλαττώματα, ἦταν ἄσχημη καί ποταπή». Ὅμως ὁ Χριστός τήν Ἐκκλησία τήν ἀγάπησε -ἐμᾶς δηλαδή ὅλους, πού εἴμαστε βρώμικοι καί ποταποί- καί ἦρθε καί τήν καθάρισε. Ἔτσι καί ὁ κάθε σύζυγος πρέπει νά ἀντιμετωπίζει τή σύζυγό του, ὅπως ὁ Χριστός τήν Ἐκκλησία.
«Ὅποια γυναίκα κι ἄν πάρεις, δέν θά εἶναι σάν τήν Ἐκκλησία πού πῆρε ὁ Χριστός ὡς νύμφη Του, οὔτε θά διαφέρει αὐτή τόσο ἀπό σένα, ὅσο διέφερε ἐκείνη ἀπό τό Χριστό». Γιατί καί ἡ γυναίκα τώρα, εἶναι καί αὐτή βαφτισμένη, ὁπωσδήποτε θά ἔχει ἕναν φόβο Θεοῦ, θά ἔχει μία διάθεση νά ὑπακούσει κι αὐτή στόν Χριστό. Ἑπομένως, εἶναι πολύ πιό εὔκολα -θέλει νά πεῖ ὁ Ἱερός Χρυσόστομος- γιά σένα τά πράγματα ἀπ’ ὅ,τι ἦταν γιά τό Χριστό, πού εἶχε νά ἀντιμετωπίσει ἀνθρώπους ἀγρίους, ἀντάρτες, εἰδωλολάτρες, τελείως ἐχθρικούς πρός Αὐτόν.
«Ὁ Κύριος δέν αἰσθάνθηκε ἀποστροφή γι’ αὐτήν, οὔτε τή σιχάθηκε ἀπό τήν ὑπερβολική της ἀσχήμια. Καί θέλεις νά καταλάβεις πόση ἦταν ἡ ἀσχήμια της; Ἄκουσε τί λέει ὁ Παῦλος: ‘Κάποτε ἤσασταν σκοτάδι’ (Ἐφ. 5,8), (ἀπευθύνεται στούς βαπτισμένους πλέον Ἐφεσίους πού ἦταν πρῶτα ἀβάπτιστοι. Ὁ ἀβάπτιστος εἶναι σκοτάδι), βλέπεις πόσο μαῦροι ἦταν; Ὑπάρχει τίποτα πιό μαῦρο ἀπ’ τό σκοτάδι; Δές ὅμως καί τή θρασύτητά της: ‘Ζούσαμε μέσα στήν κακία καί τόν φθόνο’,(Τίτ. 3,3), λέει στήν πρός Τίτον ἐπιστολή.
«Δές καί τήν ἀκαθαρσία της. ‘Ἄμυαλοι, ἀπείθαρχοι, πλανημένοι, ὑποδουλωμένοι σέ κάθε λογῆς ἐπιθυμίες καί ἡδονές’(Τίτ. 3,3). Ἔτσι εἴμασταν οἱ ἄνθρωποι ὅταν ἦρθε ὁ Χριστός. Ὡστόσο ὁ Χριστός δέ μᾶς ἀποστράφηκε, δέ μᾶς σιχάθηκε. Ἀντίθετα «παρέδωσε τόν ἑαυτό Του σέ θάνατο γιά χάρη της, γιά χάρη τῆς Ἐκκλησίας, γιά μιά κακιά σάν νά ἦταν καλή, γιά μιάν ἄσχημη σάν νά ἦταν ὡραία, ποθητή καί θαυμαστή».
«Ἀπορώντας γι’ αὐτό καί θαυμάζοντας ὁ Παῦλος ἔλεγε: ‘Ὁ Χριστός πέθανε γιά μᾶς τούς ἀσεβεῖς ἀνθρώπους. Δύσκολα θά ἔδινε κανείς τή ζωή του, ἀκόμα καί γιά ἕναν δίκαιο ἄνθρωπο. Ὁ Θεός ὅμως ξεπερνώντας αὐτά τά ὅρια ἔδειξε τήν ἀγάπη Του γιά μᾶς, γιατί, ἐνῶ ζούσαμε ἀκόμα στήν ἁμαρτία, ὁ Χριστός ἔδωσε τή ζωή του γιά χάρη μας». ‘Ἁμαρτωλῶν ἔτι ὄντων ἠμῶν Χριστός ὑπέρ ἠμῶν ἀπέθανε’(Ρωμ. 5,8).
Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό. Στή σχέση τοῦ συζύγου μέ τή σύζυγο, δέν εἶναι σωστό κανείς νά περιμένει, ἡ σύζυγος νά γίνει καλή γιά νά τήν ἀγαπήσει, ἀλλά ἐνῶ εἶναι κακή πρέπει νά τήν ἀγαπήσει. Ὅπως ἀκριβῶς καί ὁ Χριστός μας ἐνῶ εἴμαστε ἁμαρτωλοί μᾶς ἀγάπησε. Νά ἀγαπήσουμε τόν ἄλλον ὅπως εἶναι, ἐλπίζοντας στή μετάνοια καί στή διόρθωσή του κι ὄχι νά περιμένουμε νά διορθωθεῖ γιά νά τοῦ δείξουμε τήν ἀγάπη μας.
«Ἐνῶ τέτοια ἦταν, ὅταν τήν πῆρε, ἡ νύφη Του, ἡ Ἐκκλησία, τήν καθαρίζει, τή στολίζει, τή λούζει. ‘Ἤθελε ἔτσι νά τήν ἐξαγιάσει καθαρίζοντάς την μέ τό ὑδάτινο λουτρό τοῦ βαπτίσματος καί μέ τόν λόγο, ὥστε νά τήν ἔχει νύφη τήν Ἐκκλησία μέ ὅλη της τήν λαμπρότητα, τήν καθαρότητα, τήν ἁγιότητα, χωρίς ψεγάδι ἤ ἐλάττωμα ἤ κάτι παρόμοιο’ (Ἐφ. 5,26-27). Μέ τό ὑδάτινο λουτρό τοῦ βαπτίσματος τήν καθαρίζει. Ἀλλά καί μέ τόν λόγο λέει. Ποιόν; ‘εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος’. Καί ὄχι μόνο τή στόλισε, ἀλλά καί τή δόξασε, τήν ἔκανε λαμπρή χωρίς ψεγάδι ἤ ἐλάττωμα ἤ κάτι παρόμοιο».
«Κι ἐμεῖς λοιπόν αὐτήν τήν ὡραιότητα ἄς ἐπιζητᾶμε. Κι ἄν τήν ἐπιζητοῦμε θά μπορέσουμε νά τήν ἀποκτήσουμε. Γι’ αὐτό, μή ζητᾶς ἀπό τή γυναίκα, αὐτά πού δέν εἶναι δικά της. Βλέπεις ὅτι ὅλα ἀπό τόν Κύριο τά πῆρε ἡ Ἐκκλησία. Ἀπό Αὐτόν ἔγινε ἔνδοξη καί λαμπρή. Μή νιώσεις ἀποστροφή γιά τήν γυναίκα ἐπειδή ἔτυχε νά μήν εἶναι ὄμορφη». Δέν εἶναι δικό της ἐπίτευγμα, τό διαθέτει ἄν τῆς τό δώσει ὁ Κύριος καί πάλι τό δίνει γιά ὁρισμένο χρόνο, μετά πάλι χάνεται αὐτή ἡ σαρκική ὀμορφιά.
«Ἄκουσε τί λέει ἡ Γραφή ‘ἡ μέλισσα εἶναι τόσο μικρή ἀνάμεσα στά φτερωτά, μά ὁ καρπός της τόσο γλυκός’ (Σοφ.Σειρ. 11,3). Θεοῦ πλάσμα εἶναι ἡ γυναίκα. Μέ τήν ἀποστροφή σου δέν προσβάλεις ἐκείνην ἀλλά τό Δημιουργό της. Τί δικό της ἔχει; Ὁ Κύριος δέν τῆς τά ἔδωσε ὅλα; Μά καί τήν ὄμορφη γυναίκα μήν τήν παινέψεις, μήν τή θαυμάσεις. Ὁ θαυμασμός τῆς μιᾶς καί ἡ περιφρόνηση τῆς ἄλλης, δείχνουν ἄνθρωπο ἀκόλαστο. Τήν ὀμορφιά τῆς ψυχῆς νά ζητᾶς καί τό Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας νά μιμεῖσαι. Ἡ σωματική ὀμορφιά πέρα ἀπό τό ὅτι εἶναι γεμάτη ἀλαζονεία, προκαλεῖ ζήλια, πολλές φορές μάλιστα καί ἀβάσιμες ὑποψίες. Δέ χαρίζει ὅμως ἡδονή; (λέει ὁ ἀντίλογος). Γιά λίγο, ναί. Γιά ἕνα μήνα, ἤ δύο, ἤ τό πολύ γιά ἕνα χρόνο. Ὕστερα ὄχι πιά. Γιατί λόγω τῆς συνήθειας δέ σοῦ κάνει αἴσθηση ἡ ὀμορφιά, ἡ ὁποία ὅμως διατηρεῖ τήν ἀλαζονεία της». Οἱ γυναῖκες πού εἶναι ὄμορφες, εἶναι κατά κανόνα καί ἀλαζόνες.
«Κάτι τέτοιο δέν συμβαίνει στήν περίπτωση μιᾶς γυναίκας, πού δέν ἔχει ἐξωτερική ὀμορφιά, ἔχει ὅμως ἐσωτερική. Ἐκεῖ εἶναι φυσικό ἡ ἡδονή καί ἡ ἀγάπη τοῦ συζύγου νά παραμένουν ἀπ’ τήν ἀρχή ὡς τό τέλος ἀμείωτες, γιατί προέρχονται ἀπό ὀμορφιά ψυχῆς καί ὄχι σώματος».
«Ὑπάρχει τίποτα ὡραιότερο ἀπό τ’ ἀστέρια τοῦ οὐρανοῦ; Σῶμα τόσο λευκό, δέν μπορεῖς νά μοῦ βρεῖς. Μάτια τόσο λαμπερά, δέν μπορεῖς νά μοῦ δείξεις. Ὅταν δημιούργησε ὁ Θεός τ’ ἀστέρια, οἱ Ἄγγελοι τά θαύμασαν γεμάτοι ἔκπληξη κι ἐμεῖς τώρα τά θαυμάζουμε, ὄχι ὅμως τόσο πολύ, ὅσο ὅταν τά πρωτοείδαμε. Αὐτό κάνει ἡ συνήθεια. Ἐλαττώνει τήν ἔκπληξη». Πολύ ὡραῖο αὐτό! Ἡ συνήθεια ἐλαττώνει τήν ἔκπληξη. Τώρα πόσο περισσότερο ἰσχύει αὐτό στήν περίπτωση τῆς γυναίκας; «Ἄν μάλιστα τύχει νά τή βρεῖ καί κάποια ἀρρώστια, ἀμέσως χάθηκαν ὅλα. Νά γιατί ἀπό τή γυναίκα πρέπει νά ζητᾶμε καλοσύνη, μετριοφροσύνη, εὐθύτητα καί εἰλικρίνεια. Αὐτά εἶναι τά γνωρίσματα τῆς ψυχικῆς ὀμορφιᾶς. Σωματική ὀμορφιά νά μή ζητᾶμε. Δέν βλέπετε τόσους καί τόσους πού πῆραν ὡραῖες γυναῖκες πῶς κατέστρεψαν τή ζωή τούς ἀξιοθρήνητα; Καί δέν βλέπετε ἄλλους πού χωρίς νά ἔχουν ὡραῖες γυναῖκες ἔζησαν εὐτυχισμένα»; Γιατί τό θέμα δέν εἶναι στό σῶμα, ἀλλά στήν ψυχή καί ἡ δυσκολία στό νά συμβιώσει κανείς, δέν εἶναι στά ἐξωτερικά, ἀλλά στά ἐσωτερικά.
«Οὔτε ὅμως καί γιά πλούσια γυναίκα νά ψάχνουμε. Κανένας ἄς μήν περιμένει νά γίνει πλούσιος μέ τόν γάμο. Αἰσχρός καί ἀξιοκαταφρόνητος εἶναι τέτοιος πλουτισμός. Ἐπιπλέον, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος: «ὅσοι θέλουν νά πλουτήσουν πέφτουν σέ πειρασμό, σέ παγίδα τοῦ διαβόλου καί σέ πολλές ἐπιθυμίες ἀνόητες καί βλαβερές πού βυθίζουν τούς ἀνθρώπους στήν καταστροφή καί στόν χαμό (Α΄Τιμ. 6,9). Ἀπό τήν γυναίκα λοιπόν μή ζητᾶς λεφτά, ἀλλά ἀρετές. Εἶναι δυνατόν νά ἀδιαφορεῖς γιά τά σπουδαιότερα καί νά φροντίζεις γιά τά ἀσήμαντα»;
Τό διαπιστώνουμε καί τώρα ἐν καιρῶ κρίσεως πόσο εὔκολα χάνονται τά χρήματα! «Δυστυχῶς ὅμως σ’ ὅλα αὐτό κάνουμε. Ἄν ἀποκτήσουμε παιδί νοιαζόμαστε, ὄχι γιά τό πῶς θά γίνει καλός ἄνθρωπος, ἀλλά γιά τό πῶς θά τοῦ ἐξασφαλίσουμε πλούτη. Ὄχι γιά τό πῶς θ’ ἀποκτήσει καλούς τρόπους, ἀλλά γιά τό πῶς θά ἔχει πολλούς πόρους. Στό ἐπάγγελμά μας, δέν κοιτᾶμε πῶς θά τό ἀσκήσουμε τίμια, ἀλλά πῶς θά μᾶς φέρει μεγάλα κέρδη. Ὅλα λοιπόν γίνονται γιά τά λεφτά. Μᾶς ἔχει κυριεύσει ὁ ἔρωτας τοῦ χρήματος, γι’ αὐτό ὁδηγούμαστε στήν καταστροφή».
Πόσο ἐπίκαιρα εἶναι αὐτά πού τά λέει ὁ Ἅγιος τόν 4ο αἰώνα, σήμερα στόν 21ο! «Ἔτσι συνεχίζει ὁ Ἀπόστολος: ‘Καί οἱ ἄνδρες ὀφείλουν νά ἀγαποῦν τίς γυναῖκες τους, ὅπως ἀγαποῦν τό ἴδιο τους τό σῶμα’». Ὅποιος ἀγαπάει τή γυναίκα του, ἀγαπάει τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του. Διότι ἀκριβῶς μέ τό μυστήριο τοῦ γάμου ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἐφόσον θά βρεῖ τόπο -οἱ ἄνθρωποι δηλαδή πού προσέρχονται στό μυστήριο εἶναι καθαροί, εἶναι ἁγνοί, ὅπως τούς θέλει ἡ Ἐκκλησία μας, γι’ αὐτό καί τούς στεφανώνει, εἶναι παρθένοι ἤ τουλάχιστον ἔχουν μετανοήσει κι ἔχουν ἐξομολογηθεῖ- μένει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τούς κάνει ἕνα, ὄχι ἁπλῶς μία σάρκα ἀλλά καί ἕνα πνεῦμα (ἐφόσον καί αὐτοί ἀγωνιστοῦν βεβαίως τόν καλόν ἀγώνα τῆς πίστεως). Ὁπότε δημιουργεῖται ἕνας καινούριος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος λέγεται ‘ἀνδρόγυνο’ καί οὐσιαστικά προέρχεται ἀπό τόν ἄνδρα καί τήν γυναίκα. Ἄρα ὅταν κανείς φροντίζει γιά τό ἕτερον ἥμισυ, νοιάζεται γι’ αὐτόν τόν καινούριο ἄνθρωπο πού προέκυψε ἀπό τήν ἕνωση αὐτῶν τῶν δύο καί οὐσιαστικά φροντίζει γιά τόν ἑαυτό του. Ἡ προαγωγή δηλαδή τῆς γυναικός, εἶναι καί προαγωγή τοῦ συζύγου καί ἀντιστρόφως. Γι’ αὐτό λέει ἐδῶ «ὅποιος ἀγαπάει τή γυναίκα του, τόν ἑαυτό του ἀγαπάει. Κανείς ποτέ δέ μίσησε τό ἴδιο του τό σῶμα, ἀλλά ἀντίθετα τό τρέφει καί τό φροντίζει».
Ἄν τά δεῖς ἀπ’ αὐτή τή σκοπιά, τακτοποιοῦνται ὅλα τά θέματα. Πῶς φροντίζεις γιά τόν ἑαυτό σου; Ἄν κάπου τό σῶμα σου πληγωθεῖ καί πονάει, φυσικά δέν τό χτυπᾶς, δέν τό πληγώνεις περισσότερο, ἀλλά τό περιθάλπεις μέ πιό πολλή στοργή καί ἀγάπη. Ἔτσι θά πρέπει νά δεῖς καί τή σύζυγο πού παρεκτρέπεται, πού κάνει κάποιο λάθος, πού σέ πληγώνει κάπου, πρέπει νά δείξεις πιό πολύ στοργή καί ἀγάπη. Ὅταν λοιπόν ἀγαπάει κανείς τή γυναίκα του, τόν ἑαυτό του ἀγαπάει καί φροντίζει.
«Ἔτσι κάνει καί ὁ Κύριος γιά τήν Ἐκκλησία». Ὅπως ὁ ἄνθρωπος φροντίζει γιά τό σῶμα του, ἔτσι καί ὁ Χριστός μας φροντίζει γιά τό σῶμα Του, τήν Ἐκκλησία. Γιατί ὅλοι εἴμαστε μέλη τοῦ σώματός Του ἀπό τή σάρκα Του καί τά ὀστά Του. Ἑπομένως ἐδῶ εἶναι ἕνα πολύ μεγάλο μυστήριο. Δηλαδή ὅταν κανείς φροντίζει γιά τό σῶμα του, οὐσιαστικά φροντίζει γιά ἕνα κομμάτι τῆς Ἐκκλησίας καί αὐτή ἡ φροντίδα πάει στόν Χριστό.
«Τί ἐννοεῖ μέ αὐτά τά λόγια; Μᾶς προβάλλει πιό δυνατή εἰκόνα, πιό ζωηρό παράδειγμα. Συνάμα μᾶς ὁδηγεῖ πιό κοντά καί πιό ξεκάθαρα σ’ ἕνα ἀκόμα καθῆκον. Γιά νά μή πεῖ κανείς ὅτι Ἐκεῖνος Θεός ἦταν καί τόν ἑαυτό Τοῦ παρέδωσε, γι’ αὐτό ὁ Παῦλος λέει ‘ἔτσι καί οἱ ἄνδρες ὀφείλουν..’ δέν πρόκειται δηλαδή γιά χάρισμα ἤ γιά δῶρο, ἀλλά γιά ὀφειλή, γιά χρέος».
«Ἀφοῦ εἶπε ‘ὅπως ἀγαποῦν τό ἴδιο τους τό σῶμα’ προσθέτει ‘γιατί κανείς ποτέ δέ μίσησε τό ἴδιο του τό σῶμα, ἀλλά ἀντίθετα τό τρέφει καί τό φροντίζει’. Καί πῶς εἶναι δικό του σῶμα; Διαβάζουμε στή Γένεση πώς ὅταν ὁ Ἀδάμ ξύπνησε καί εἶδε τήν γυναίκα πού ὁ Θεός ἔκανε ἀπό τήν πλευρά του, εἶπε ‘αὐτό τό πλάσμα εἶναι ὀστό ἀπό τά ὀστά μου καί σάρκα ἀπό τή σάρκα μου’ (Γέν. 2,23). Ὅπως ὁ Κύριος λοιπόν φροντίζει στοργικά τήν Ἐκκλησία, δηλαδή ὅλους ἐμᾶς γιατί εἴμαστε μέλη Τοῦ σάρκα Του καί ὀστά Του, -τό γνωρίζετε καλά ὅσοι μετέχετε στά Ἱερά Μυστήρια- ἔτσι καί ὁ ἄνδρας ὀφείλει νά φροντίζει στοργικά τή γυναίκα του, γιατί δημιουργήθηκε ἀπό αὐτόν, εἶναι κομμάτι τοῦ σώματός του».
Τελικά ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε κομμάτια ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου στήν κυριολεξία. Ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη μέ τό DNA τό ἔχει ἀποδείξει αὐτό, ὅτι ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα τελικά προερχόμαστε ἀπό δύο ἀνθρώπους, ἀπό ἕνα ζευγάρι. Ἐπιστημονικά ἀποδεδειγμένο δηλαδή, ὅτι ὅλοι εἴμαστε μεταξύ μας ἀδέλφια, κατά σάρκα. Κατά πνεῦμα δέν εἴμαστε ὅλοι ἀδέλφια, γιατί δέν εἴμαστε ὅλοι γεννημένοι στήν κολυμβήθρα. Μόνο ὅσοι εἴμαστε βαπτισμένοι εἴμαστε καί κατά πνεῦμα ἀδέλφια. Ἀλλά κατά σάρκα, κατά φύση εἴμαστε. Ἑπομένως, ὅταν κανείς φροντίζει τή σύζυγό του, φροντίζει οὐσιαστικά τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, τόν κατά σάρκα καί κατά πνεῦμα, ἐφόσον καί αὐτοί εἶναι Ὀρθόδοξοι, γιατί δέν μπορεῖ νά γίνει γάμος μέ ἕναν ἑτερόδοξο ἤ ἕναν ἀλλόθρησκο.
«Γι’ αὐτό λέει ἡ Γραφή ‘θά ἐγκαταλείψει ὁ ἄνδρας τόν πατέρα του καί τή μητέρα του, γιά νά ζήσει μαζί μέ τή γυναίκα του καί μέ τή συζυγία θά γίνουν οἱ δύο τους μία σάρκα, ἕνα σῶμα, ἕνας ἄνθρωπος (Γέν. 2,24, Ἐφ. 5,31). Νά καί τρίτος λόγος. Δείχνει δηλαδή ὅτι ἀφοῦ ἐγκαταλείψει ὁ ἄνδρας ἐκείνους πού τόν γέννησαν, δένεται μ’ ἐκείνη. Ἀπό ἐδῶ κι ἐμπρός ἡ σάρκα, ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα, δημιουργεῖ τό παιδί, πού γεννιέται ἀπό τήν ἕνωση τῶν σπερμάτων τους. Ὥστε καί οἱ τρεῖς εἶναι μιά σάρκα, ὅπως κι ἐμεῖς μέ τόν Χριστό εἴμαστε μιά σάρκα, ἕνα σῶμα».
Καί μυστηριακά ἔχουμε μέσα μας τή σάρκα τοῦ Χριστοῦ, γιατί ὅπως εἶπε καί ὁ Ἅγιος προηγουμένως «κοινωνοῦμε ἀπό τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ». Νά καί ἕνας ἀκόμα λόγος δηλαδή πού ὀφείλουμε νά δοῦμε τόν ἄλλον ὡς τόν ἑαυτό μας, γιατί καί ὁ ἄλλος κοινωνεῖ τό Σῶμα καί τό Αἷμα, πού κοινωνοῦμε κι ἐμεῖς, τοῦ Χριστοῦ.
«Ὅση λοιπόν ἀγάπη ἔχεις στόν ἑαυτό σου, τόση ἀγάπη θέλει νά ἔχεις ὁ Θεός καί στή γυναίκα σου. Δέν βλέπεις ὅτι καί στό σῶμα μας πολλές ἀτέλειες ἤ ἐλλείψεις ἔχουμε; Ὁ ἕνας ἔχει πόδια στραβά, ὁ ἄλλος τά χέρια παράλυτα, ὁ τρίτος κάποιο ἄλλο μέλος ἄρρωστο καί οὕτω καθεξῆς. Καί ὅμως, δέν τό κακομεταχειρίζεται, οὔτε τό κόβει τό ἄρρωστο μέλος, τό στραβό. Ἀπεναντίας μάλιστα τό φροντίζει καί τό περιποιεῖται περισσότερο, ἀπό ὅσο τά ὑγιῆ μέλη του. Καί ὁ λόγος εἶναι εὐνόητος». Γιατί ἀκριβῶς εἶναι μέλη του.
Ὁμοίως κι ἐμεῖς, ἕναν ἄνθρωπο πού εἶναι ὁ σύζυγός μας ἤ καί τά παιδιά μας ἤ καί ὁποιοσδήποτε συνάνθρωπος, πού ἔχει κάτι στραβό, κάτι ἐλαττωματικό, ἔχει μία ἀδυναμία, πρέπει νά τόν περιθάλπουμε, ὅπως περιθάλπουμε καί ἕνα ἄρρωστο μέλος τοῦ σώματός μας.
«Ὅσο ἀγαπᾶς λοιπόν τόν ἑαυτό σου, τόσο ν’ ἀγαπᾶς καί τήν γυναίκα σου. Ὄχι μόνο γιατί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα ἔχουν τήν ἴδια φύση, ἀλλά καί γιά μιά ἄλλη σπουδαιότερη αἰτία. Γιατί δέν εἶναι πιά δύο ξεχωριστά σώματα, ἀλλά ἕνα. Καί ὁ ἄνδρας εἶναι τό κεφάλι, ἐνῶ ἡ γυναίκα τό σῶμα. Ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σέ μία ἄλλη ἐπιστολή του, «κεφαλή τοῦ ἄνδρα εἶναι ὁ Χριστός, κεφαλή τῆς γυναίκας, εἶναι ὁ ἄνδρας καί κεφαλή τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Θεός» (Α΄Κορ. 11,3).
«Πῶς ὅμως λέει ὅτι κεφαλή τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Θεός; Αὐτό λέω κι ἐγώ ὅτι ὅπως ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα σῶμα, ἔτσι εἶναι ἕνα ὁ Χριστός καί ὁ Πατέρας. Ἑπομένως καί ὁ Πατέρας εἶναι κεφαλή μας», ἀφοῦ εἶναι κεφαλή μας ὁ Χριστός εἶναι καί ὁ Πατέρας.
«Δύο παραδείγματα μᾶς φέρνει, ἕνα του σώματος καί ἕνα του Χριστοῦ, γι’ αὐτό καί προσθέτει: ‘Σ’ αὐτά τά λόγια’ δηλαδή στό ὅτι θά γίνουν οἱ δύο, ὁ ἄντρας καί ἡ γυναίκα μία σάρκα, ‘κρύβεται ἕνα μεγάλο μυστήριο πού ἐγώ σᾶς λέγω ὅτι ἀναφέρεται στήν σχέση Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας’ (Ἐφ. 5,32). Ἀναφέρεται στήν σχέση Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας «γιατί κι Ἐκεῖνος, ἄφησε τόν Πατέρα Του, φανερώθηκε ὡς ἄνθρωπος στή γῆ, ἑνώθηκε μέ τήν νύφη Ἐκκλησία, δηλαδή μέ μᾶς κι ἔγινε ἕνα πνεῦμα μαζί της, μαζί μας. Ἀφοῦ ‘ὅποιος συνδέεται μέ τόν Κύριο, γίνεται ἕνα πνεῦμα μαζί Του’ (Α΄ Κόρ. 6, 17)». Ὅπως ὁ ἄνδρας ἀφήνει τόν πατέρα του καί συνδέεται μέ τή σύζυγό του, ἔτσι καί ὁ Χριστός μας, ἄφησε τόν Πατέρα Του καί ἦρθε στή γῆ καί ἑνώθηκε μέ μᾶς, μέ τήν Ἐκκλησία.
«Καί εἶναι μυστήριο μεγάλο, γιατί ὁ ἄνθρωπος τόν πατέρα του, πού τόν γέννησε καί τόν ἀνέθρεψε, τή μάνα του, πού μέ φοβερούς πόνους τόν ἔφερε στόν κόσμο, τούς γονεῖς του, πού τόσο τόν εὐεργέτησαν καί γιά τόσα χρόνια τόν προστάτεψαν, αὐτούς τούς ἐγκαταλείπει. Καί τί κάνει; Συνδέεται μέ μιά γυναίκα πού λίγο πρωτύτερα τοῦ ἦταν ἄγνωστη, πού δέν εἶχε τίποτα κοινό μέ αὐτόν. Μυστήριο πραγματικά! Καί οἱ γονεῖς ὄχι μόνο δέ λυποῦνται πού γίνεται κάτι τέτοιο, ἀλλά καί εὐχαριστιοῦνται. Καί χρήματα ξοδεύουν πρόθυμα γιά τό γάμο. Μυστήριο καί μάλιστα μεγάλο! Μυστήριο ἀνεξιχνίαστο! Τό προφήτεψε ὁ Μωυσῆς στή Γένεση (2, 23-25), τό διακηρύσσει καί τώρα μεγαλόφωνα ὁ Παῦλος, λέγοντας ὅτι ἀναφέρεται στή σχέση Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας».
Ὅπως ὁ Χριστός ἄφησε τόν Πατέρα, ἑνώθηκε μέ μᾶς κι ἔγινε ἕνα πνεῦμα μαζί μας, ἔτσι καί ὁ νυμφίος, ἀφήνει τόν πατέρα του, ἑνώνεται μέ τή νύμφη καί γίνεται ἕνα πνεῦμα μαζί της. Γιατί αὐτός εἶναι τελικά ὁ σκοπός τοῦ γάμου. Οἱ σύζυγοι νά γίνουν ἕνα Πνεῦμα ἐν Χριστῷ. Καί μέσα σέ αὐτό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο πού τούς ἐνώνει, νά ἐνταχθοῦν καί τά παιδιά.
« Ἀλλά κι ἐσεῖς, ὁ καθένας σας, ν’ ἀγαπάει τή γυναίκα του, ὅπως ἀγαπάει τόν ἑαυτό του καί ἡ γυναίκα νά σέβεται τόν ἄνδρα» (Ἔφ. 5,33). Αὐτό τό πολύ παρεξηγημένο χωρίο «Ἡ δέ γυνή ἴνα φοβῆται τόν ἄνδρα» (Εφ. 5,33) στό πρωτότυπο καί μέ τόν φόβο ἐννοεῖ καί ὑπονοεῖ τόν σεβασμό καί ὄχι τόν τρόμο καί τή τρομοκρατία.
«Δέν εἰσηγεῖται μόνο ἀγάπη, ἀλλά καί σεβασμό. Ὑπαρχηγός τοῦ σπιτιοῦ καί τῆς οἰκογενείας εἶναι ἡ γυναίκα. Δέν πρέπει, λοιπόν, νά ζητάει ἰσοτιμία μέ τόν ἀρχηγό, τόν ἄνδρα, ἀφοῦ εἶναι κάτω ἀπό τήν κεφαλή». Αὐτό δέν τήν ὑποτιμᾶ, ἀντίθετα τήν ἀσφαλίζει καί οὐσιαστικά τή βάζει σέ προνομιούχα θέση, γιατί ὁ ἄνδρας πού εἶναι ἡ κεφαλή, ἔχει ὡς ὀφειλή νά τήν ἀγαπάει. «Ὁ ἄνδρας δέν πρέπει νά περιφρονεῖ τή γυναίκα γιατί τοῦ ὑποτάσσεται, γιατί αὐτή εἶναι σῶμα». Ναί μέν τό σῶμα κάνει ὑπακοή στό κεφάλι, «ἄν ὅμως ἡ κεφαλή περιφρονεῖ τό σῶμα, θά καταστραφεῖ καί ἐκείνη μαζί μ’ αὐτό». Ἄν δέν προσέχει τό σῶμα τήν κεφαλή θά καταστραφεῖ τό σῶμα καί φυσικά καταστρέφεται καί ἡ κεφαλή. «Γι’ αὐτό ὁ ἄνδρας πρέπει νά προσφέρει στή γυναίκα τήν ἀγάπη του σάν ἀντίδωρο τῆς ὑποταγῆς της». Εἶναι ἀναγκαία λοιπόν ὀφειλή.
«Καί τό κεφάλι εἶναι ἀπαραίτητο καί τό σῶμα. Τό σῶμα θέτει στήν ὑπηρεσία τοῦ κεφαλιοῦ τά χέρια, τά πόδια καί ὅλα τά ἄλλα μέλη του, ἐνῶ τό κεφάλι φροντίζει καί προσέχει τό σῶμα. Δέν ὑπάρχει καλύτερο πρᾶγμα ἀπό τή συζυγία καί τή συνεργασία αὐτοῦ του εἴδους: Σεβασμός ἀπό τή γυναίκα, ἀγάπη ἀπό τόν ἄνδρα. Βέβαια ἡ γυναίκα, πού σέβεται τόν ἄνδρα της, τόν ἀγαπᾶ κιόλας. Τόν σέβεται σάν κεφαλή καί τόν ἀγαπᾶ σάν μέλος. Ἀφοῦ καί ἡ κεφαλή, μέλος τοῦ σώματος εἶναι». Βλέπετε πώς εἶναι συμπεπλεγμένα τά μέλη μέ τήν κεφαλή καί ἔτσι συναρμοσμένα.
«Ἔτσι ὁ Θεός λοιπόν ὅρισε νά ὑποτάσσεται ἡ γυναίκα στόν ἄνδρα, γιά νά ὑπάρχει εἰρήνη καί ὁμόνοια μεταξύ τους». Εἶναι πολύ ἀναγκαῖο αὐτό τό πράγμα. «Γιατί δέν μπορεῖ ποτέ νά ὑπάρξει εἰρήνη, ὅπου ὑπάρχει πολυαρχία». Αὐτό εἶναι βασική ἀρχή. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει δυαρχία μέσα στήν οἰκογένεια, νά ἔχουμε δύο ἀρχηγούς, θά ὑπάρχει ὁπωσδήποτε τότε διαφωνία καί ἀκαταστασία καί ὄχι εἰρήνη.
«Ἕνας πρέπει νά εἶναι ὁ ἀρχηγός. Αὐτό τό παρατηροῦμε παντοῦ. Ὅπου πάντως ὑπάρχουν ἄνθρωποι πνευματικοί, ἐκεῖ ἐπικρατεῖ καί εἰρήνη. Γιά παράδειγμα, οἱ πρῶτοι Χριστιανοί τῶν Ἱεροσολύμων, ἦταν πέντε χιλιάδες ἄνθρωποι, μά εἶχαν μιά καρδιά καί μιά ψυχή», ἀκριβῶς γιατί ἀγωνίζονταν πνευματικά, προσεύχονταν ἀδιάλειπτα, ὅποτε εἶχαν ἐνεργό μέσα τους τό Ἅγιο Πνεῦμα καί αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πού τούς ἕνωνε. Σήμερα, οἱ γάμοι ἀποτυγχάνουν ἐξαιτίας τοῦ ὅτι οἱ σύζυγοι δέν προσεύχονται, δέν ἔχουν ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἑπομένως δέν ἔχουν τόν κρίκο πού τούς ἑνώνει. Ἔχει διασπαστεῖ ὁ κρίκος, δέν ὑπάρχει κρίκος καί πολύ εὔκολα μετά διαφωνοῦν καί φτάνουν καί στό διαζύγιο. Πέντε χιλιάδες κι ὅμως ἦταν μιά ψυχή καί μιά καρδιά, ἐνῶ δύο ἄνθρωποι καί δέν μποροῦν νά τά βροῦν. Γι’ αὐτό βλέπετε σήμερα ἔχουν πληθύνει καί οἱ μοναχικοί ἄνθρωποι, διότι δέν ἔχουμε ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα μας, ὁπότε δέ μποροῦμε νά ἑνωθοῦμε καί μεταξύ μας. Κατά συνέπεια ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀπέραντη μοναξιά.
«Κανείς (ἀπό αὐτές τίς πέντε χιλιάδες) δέν θεωροῦσε ὅτι κάτι ἀπό τά ὑπάρχοντά του ἦταν δικό του, ἀλλά ὁ ἕνας ὑποτασσόταν στόν ἄλλον. Αὐτό δείχνει σύνεση καί θεοσέβεια». Ἀρκετοί γάμοι διαλύονται γιατί ὁ καθένας λέει ἐγώ ἔχω αὐτό, ἐσύ τά δικά σου καί ἐγώ τά δικά μου, κρατᾶνε τίς περιουσίες τους καί ὁ καθένας θέλει νά κρατήσει τή διαχείριση. Δέν ὑπάρχει οὔτε κάν μέσα στήν οἰκογένεια κοινοκτημοσύνη. Εἶναι φοβερό πράγμα. Ἐδῶ πέντε χιλιάδες καί τά εἶχαν ὅλα κοινά. Κανένας δέν ἔλεγε αὐτό εἶναι δικό μου, αὐτό δικό σου. «Τό ἐμόν καί τό σόν, αὐτό τό ψυχρόν ρῆμα εἶναι πού μᾶς χωρίζει», λέει κάπου ἀλλοῦ, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Γιατί ἡ ρίζα ὅλων τῶν κακῶν εἶναι ἡ φιλαργυρία. Ἄν οἱ σύζυγοι δέν ἔχουν ἀποβάλλει τή φιλαργυρία καί καθένας κρατάει τά δικά του (γιά τά ὑλικά πράγματα, γιά τά εὐτελῆ μιλᾶμε τώρα), πῶς θά γίνουν ἕνα Πνεῦμα; Δέν εἶναι δυνατόν.
«Πρόσεξε ὅμως ὅτι ὁ Ἀπόστολος ἐπιμένει πιό πολύ στήν ἀγάπη, παρά στό σεβασμό. Εἶναι φυσικό γιατί ὅταν ὑπάρχει ἀγάπη ἀνάμεσα στούς συζύγους, γιά ὅλα τά προβλήματα βρίσκονται λύσεις. Ὁ ἄνδρας πού ἀγαπάει τή γυναίκα του καί ἄν ἀκόμα αὐτή εἶναι ἀτίθαση, θά τήν ὑπομείνει. Συζυγική ὁμόνοια χωρίς συζυγική ἀγάπη, δέν μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ. Κι ἐνῶ μέ τήν πρώτη ματιά ἡ θέση τῆς γυναίκας φαίνεται μειονεκτική, γιατί προστάχτηκε ἀπό τόν Θεό νά δείχνει σεβασμό στόν ἄνδρα, (φόβο, ὅπως τό λέει καί τό πρωτότυπο), στήν πραγματικότητα, ἡ θέση της εἶναι πλεονεκτική, γιατί ὁ ἄνδρας προστάχτηκε νά ἔχει τό σπουδαιότερο, τήν ἀγάπη».
«Τί πρέπει νά γίνει ὅμως ἄν ἡ γυναίκα δέν σέβεται τόν ἄνδρα»; Τί θά κάνει τότε ὁ ἄνδρας; Ἄν δέν τόν ὑπακούει; «Καί σέ μία τέτοια περίπτωση αὐτός ἔχει καθῆκον νά τήν ἀγαπᾶ». Γι’ αὐτό λέμε ὅτι τό ἔργο τοῦ ἄνδρα εἶναι τό δυσκολότερο. Ὅ,τι καί ἄν εἶναι ἡ γυναίκα, ὀφείλει νά τήν ἀγαπάει.
«Ἄν οἱ ἄλλοι δέν κάνουν τό καθῆκον τους, ἐμεῖς πρέπει νά τό κάνουμε. Λέει λόγου χάριν, «νά ὑποτάσσεστε ὁ ἕνας στόν ἄλλον μέ φόβο Χριστοῦ». Βλέπετε ἡ ὑποταγή δέν εἶναι μόνο γιά τή γυναίκα, εἶναι καί γιά τόν ἄνδρα. Ἁπλῶς δέν τό λέει σέ ἐκεῖνο τό συγκεκριμένο σημεῖο, τό λέει ἀλλοῦ, στήν Πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή, στό 5ο κεφάλαιο. ‘Ὑποτασσόμενοι ἀλλήλοις ἐν φόβῳ Χριστοῦ’. «Ἡ ἐντολή λοιπόν αὐτή ἀφορᾶ καί τούς δύο. Τί σημασία ἔχει ἄν ὁ ἕνας δέν ὑποτάσσεται; Ἐσύ νά ὑπακοῦς στόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἡ γυναίκα καί ἄν δέν τήν ἀγαπάει ὁ ἄνδρας της ὀφείλει νά τόν σέβεται γιά νά μήν παραβαίνει τό καθῆκον της». Τώρα περνᾶμε στά δύσκολα γιά τή γυναίκα. Ἄσχετα ἄν τήν ἀγαπάει ἤ ὄχι ὁ ἄνδρας, ἐκείνη πρέπει νά ὑπακούει, ἐκτός φυσικά ἁμαρτίας. Γιά νά μήν παραβαίνει τό καθῆκον της. «Ὁ ἄνδρας πάλι καί ἄν δέν τόν σέβεται ἡ γυναίκα του, ὀφείλει νά τήν ἀγαπάει, γιά νά μήν παραβαίνει τό δικό του καθῆκον. Καί ὅταν ὁ καθένας κάνει τό καθῆκον του, τότε ὁ γάμος τους εἶναι χριστιανικός, εἶναι πνευματικός καί ὄχι σαρκικός». Ἰσχύει καί τό ἑξῆς: Ἄν ἔστω ὁ ἕνας κάνει τό καθῆκον του, ὁ γάμος σώζεται καί πάει καλά. Γι’ αὐτό, δέν εἶναι δικαιολογία αὐτό ποῦ λένε μερικοί ‘τί θά κάνω ἔχω ἕνα ἄνδρα ἄθλιο’ ἤ ὁ ἄνδρας παραπονιέται γιά τή γυναίκα του λέγοντας ‘τί νά κάνω ἀφοῦ ἔχω τέτοια γυναίκα;’ Ὄχι, μπορεῖς νά κάνεις. Ἐσύ κάνε τό καθῆκον σου καί θά πᾶνε καλά τά πράγματα. Γιατί ὁ Θεός βλέπει τόν ἀγώνα σου καί θά σέ βοηθήσει, θά σέ εὐλογήσει καί θά εὐλογήσει καί τήν οἰκογένειά σου. Ἔχουμε τέτοιες περιπτώσεις, πού ὁ ἕνας ἔσωσε τόν γάμο του καί ὅλη του τήν οἰκογένεια.
«Ἔχε πάντως ὑπόψη σου, ἐσύ ὁ ἄνδρας πώς ὅταν ὁ Ἀπόστολος προστάζει τή σύζυγό σου νά σοῦ δείχνει σεβασμό, ἐννοεῖ τό σεβασμό πού ταιριάζει σέ ἐλεύθερη γυναίκα, ὄχι σέ δούλα. Τό εἴπαμε, σῶμα δικό σου εἶναι ἡ γυναίκα. Ἄν θέλεις νά ἔχεις σεβασμό δουλικό, τότε τό σῶμα σου ἀτιμάζεις καί τόν ἑαυτό σου προσβάλεις. Ποιό εἶναι λοιπόν τό περιεχόμενο τοῦ σεβασμοῦ αὐτοῦ»; Τί σημαίνει τώρα «Ἡ δέ γυνή ἴνα φοβῆται τόν ἄνδρα»; Νά σέβεται τόν ἄνδρα, «νά μήν σοῦ ἀντιμιλάει, νά μήν εἶναι ἐπαναστατική, νά μή θέλει νά ἔχει τήν πρωτιά στό σπίτι. Εἶναι ἀρκετό νά περιορίζεται σ’ αὐτά ὁ σεβασμός της. Ἄν ἐσύ τήν ἀγαπᾶς, ὅπως ἔχεις ἐντολή ἀπό τόν Θεό, περισσότερα θά κατορθώσεις, γιατί τό γυναικεῖο φύλο εἶναι κάπως πιό ἀσθενικό καί ἔχει ἀνάγκη ἀπό βοήθεια, συγκατάβαση, στοργή, φροντίδα. Ὅλα νά τῆς τά προσφέρεις, ὅλα νά τά κάνεις γιά χάρη της. Ἀκόμα καί σέ ταλαιπωρίες νά ὑποβάλλεσαι».
«Ὑπαρχηγός τοῦ σπιτιοῦ εἶναι ἡ γυναίκα. Ἔχει κι ἐκείνη ἐξουσία ἀνάλογη μέ ἐκείνη τοῦ ἄνδρα. Ὁ ἄνδρας ὅμως ἔχει κάτι περισσότερο, πού εἶναι σωτήριο γιά τήν οἰκογένεια. Πῆρε δηλαδή τό ἀξίωμα νά εἶναι κεφαλή τοῦ σώματος, ὅπως ὁ Χριστός τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο γιά νά ἀγαπᾶ καί νά φροντίζει τή γυναίκα, ἀλλά καί γιά νά τήν καθοδηγεῖ στό καλό, ‘ὥστε νά τήν ἔχει μέ ὅλη της τήν καθαρότητα καί ἁγιότητα’(Ἐφ. 5,27)».
Βλέπουμε ἐδῶ, αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως, ὅτι ὁ ἄνδρας εἶναι ὑπεύθυνος καί γιά τήν πνευματική καθοδήγηση τῆς γυναίκας, ὅπως καί τῶν παιδιῶν. Ὁ κύριος ὑπεύθυνος γιά τήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν, δέν εἶναι ἡ γυναίκα, ἀλλά ὁ ἄνδρας. Ἄσχετα ἄν λόγω τῶν συνθηκῶν, ἡ γυναίκα ἀνακατεύεται πιό πολύ, γιατί ὁ ἄνδρας ἐργάζεται, ἀλλά ὁ κύριος ὑπεύθυνος, τόν πρῶτο λόγο τόν ἔχει ὁ ἄνδρας καί γιά τήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν.
«Κι ἄν αὐτός συντελέσει στό νά ἀποκτήσει ἡ γυναίκα καθαρότητα καί ἁγιότητα, ὅλα τ’ ἄλλα θά ἔρθουν μόνα τους. Ἄν ζητάει τά θεία, τά ἀνθρώπινα θά ἀκολουθήσουν πολύ εὔκολα καί στό σπίτι θά ἐπικρατήσουν ἡ τάξη, ἡ εἰρήνη, ἡ εὐσέβεια». Ὁ ἄνδρας πρέπει νά τραβάει πρός τά πάνω, πρός τόν Θεό καί νά ἀκολουθεῖ ἡ γυναίκα καί τά παιδιά. Ἄν τό κάνει αὐτό ὡς πρῶτο στόχο ὁ ἄνδρας, δηλαδή, νά ὁδηγεῖ πνευματικά τούς ἄλλους, μετά λέει τά ἀνθρώπινα, τά σωματικά, τά καθημερινά θά τά δώσει ὁ Θεός, θά ἔρθουν. Ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔχει πεῖ, ὅτι ἄν ζητᾶτε τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅλα τά ἄλλα θά σᾶς τά προσθέσω.
«Ὁ Ἀπόστολος λοιπόν εἶπε πώς εἶναι δυνατόν νά τακτοποιηθοῦν καλά τά συζυγικά ζητήματα, προτρέποντας τόν ἄνδρα ν’ ἀγαπάει τή γυναίκα καί τή γυναίκα νά σέβεται τόν ἄνδρα. Δέν ἐξήγησε ὅμως μέ ποιόν τρόπο θά πραγματοποιηθεῖ αὐτό. Θά σᾶς ἐξηγήσω ἐγώ», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
«Περιφρονώντας τά χρήματα, ἀποβλέποντας στήν ἀρετή τῆς ψυχῆς καί ἔχοντας φόβο Θεοῦ». Βλέπετε; Τρία πράγματα λέει γιά τό πῶς θά καταφέρει ὁ ἄνδρας ν’ ἀγαπάει τή γυναίκα καί ἡ γυναίκα νά σέβεται τόν ἄνδρα. Περιφρόνηση χρημάτων τό πρῶτο, δεύτερο, νά ζητάει καί νά ἀποβλέπει στήν ἀρετή τῆς ψυχῆς καί τρίτο, νά ἔχει φόβο Θεοῦ. ‘Ὅ,τι θά κάνει κανείς καλό ἤ κακό, θ’ ἀνταμειφθεῖ ἀνάλογα ἀπό τόν Κύριο’(Ἐφ. 6,8)». Θά κριθοῦμε ἀνάλογα μέ τά ἔργα μας. Τό παραμικρό καλό πού θά κάνουμε, θά ἔχει ἀνταπόδοση. Ἀλλά καί τό κάθε κακό πού κάνουμε «λαμβάνει ἔνδικο μισθαποδοσία», λέει ἡ Ἁγία Γραφή.
«Ὄχι λοιπόν γιά χάρη της, ἀλλά γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ καί ὑπακούοντας σ’ αὐτόν ν’ ἀγαπᾶς τή γυναίκα σου». Ὄχι νά τήν κάνεις εἴδωλο καί νά τή λατρεύεις ὡς Θεό, ὅπως δυστυχῶς τό κάνουν πολλοί καί τό λένε κιόλας. Λέει ὁ Ἅγιος Παΐσιος μία περίπτωση, πού εἶχε πάει ἐκεῖ κάποιος σύζυγος καί τοῦ εἶπε ὅτι δέν τά πάει καλά μέ τή γυναίκα του, καί ἦταν στά πρόθυρα νά χωρίσουν, εἶχε μπλέξει καί μέ κάποια ἄλλη σχεδόν καί ρωτάει ὁ Ἅγιος Παϊσιος «ἔτσι ἦταν πάντα»; «ὄχι –λέει ἐκεῖνος- στίς ἀρχές τή λάτρευα, τήν ἀγαποῦσα περισσότερο καί ἀπ’ τόν Θεό». Μόλις τό ἄκουσε αὐτό ὁ Ἅγιος Παΐσιος κατάλαβε. Τήν εἶχε κάνει εἴδωλο, τήν τοποθετοῦσε στή θέση τοῦ Θεοῦ. Ἀνεπίτρεπτο πρᾶγμα. Αὐτό εἶναι βλασφημία στό Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι προδοσία τοῦ Χριστοῦ, εἶναι εἰδωλολατρία. Φυσικά αὐτός εἶναι λόγος που φεύγει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἔρχεται ἡ διάσπαση, ὁ χωρισμός καί ὅλα τά παρεπόμενα.
Ὅ,τι θά κάνεις λοιπόν γιά τή γυναίκα σου, νά τό κάνεις γιά τόν Χριστό, ὄχι γι’ αὐτήν καθεαυτήν τή γυναίκα, ὡς εἴδωλο νά τήν λατρεύεις καί νά τήν προσκυνᾶς. Ἀλλά ἐπειδή ἀγαπᾶς τόν Κύριο, θά τῆς δείχνεις τήν ἀγάπη σου. «Ἄν σκέφτεσαι ἔτσι, πειρασμός ἤ διχόνοια δέ θά ξεφυτρώσει ἀνάμεσά σας. Κανέναν νά μήν πιστεύει ἡ γυναίκα ὅταν τῆς κατηγορεῖ τόν ἄνδρα της».
Οὔτε καί τόν λογισμό της! Πολλές γυναῖκες πάσχουν ἀπό ζήλεια καί ὑποψιάζονται τούς ἄνδρες τους καί ἀρρωσταίνουν ἀπό αὐτό τό πράγμα «μέχρι καί καρκίνο παθαίνουν», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος. Δέν θ’ ἀκοῦς κανέναν πού θά σοῦ διαβάλλει τόν σύζυγό σου, «μά καί ἡ ἴδια δέν πρέπει καχύποπτα νά παρακολουθεῖ ποῦ μπαίνει καί ἀπό ποῦ βγαίνει ὁ σύντροφός της».
«Ὁ ἄνδρας ἐπίσης «δέν πρέπει νά δέχεται συκοφαντίες γιά τή γυναίκα του, οὔτε ὅμως καί μέ τήν δική του συμπεριφορά, νά τῆς γεννάει ὑποψίες. Γιατί ἄνθρωπέ μου γυρίζεις ἀπό δῶ καί ἀπό κεῖ ὅλη μέρα καί μαζεύεσαι στό σπίτι σου μόνο τό βράδυ, χωρίς μάλιστα νά δίνεις ἱκανοποιητικές ἐξηγήσεις στή γυναίκα σου; Ἄν σοῦ κάνει παράπονα, νά μή σοῦ κακοφαίνεται. Τά παράπονά της δείχνουν ἀγάπη, ὄχι θράσος καί ψυχρότητα. Καί ἡ ἀγάπη της γιά σένα τήν κάνει νά φοβᾶται. Φοβᾶται μήπως κάποια ἄλλη σέ ἁρπάξει ἀπ’ αὐτήν. Μήπως τῆς πάρει, ὅ,τι πιό πολύτιμο ἔχει, μήπως τῆς κόψει τό συζυγικό δεσμό. Ὀφείλεις λοιπόν νά κάνεις ὅ,τι μπορεῖς νά μήν πικραίνεις τήν γυναίκα σου» και -νά προσθέσουμε- νά προσπαθεῖς νά γλυτώνεις τήν γυναίκα σου ἀπό λογισμούς, νά μήν τήν βάζεις σέ λογισμούς.
«Ἀλλά καί ἡ γυναίκα δέν πρέπει νά περιφρονεῖ τόν ἄνδρα της, γιά ὁποιοδήποτε λόγο. Προπαντός, ἄν εἶναι φτωχός. Νά μήν βαρυγκωμάει καί νά μή βρίζει λέγοντας λ.χ. ‘ἄνανδρε καί δειλέ, τεμπέλη καί ἀκαμάτη, ἀνέμελε καί ὑπναρά. Ὁ τάδε, ἄν καί καταγόταν ἀπό φτωχή οἰκογένεια, μέ πολλούς κόπους καί κινδύνους, ἔκανε μεγάλη περιουσία. Καί νά ἡ γυναίκα του φοράει πανάκριβα ροῦχα, κυκλοφορεῖ μέ ἁμάξι, ἔχει τόσους ὑπηρέτες, ἐνῶ ἐγώ πῆρα ἐσένα, πού εἶσαι ζαρωμένος ἀπ’ τή φτώχεια καί ζεῖς ἄσκοπα’». Ἀναπαράγει κουβέντες πολύ γνωστές, γκρίνια καί ἐπιτίμηση, δέχεται πολλές φορές ὁ σύζυγος ἀπό τή σύζυγο. Ἀλλά δέν ἐπιτρέπονται αὐτά. «Δέν πρέπει ἡ γυναίκα νά λέει στόν ἄνδρα της τέτοια λόγια. Τό σῶμα δέν ἐναντιώνεται στό κεφάλι, ἀλλά τό ὑπακούει».
«Πῶς, ὅμως, θά ὑποφέρεις τή φτώχεια; Ἀπό ποῦ θά βρεῖς παρηγοριά; Ἄς σκεφτεῖ τίς φτωχότερες γυναῖκες, ἄς συλλογιστεῖ πόσες κοπέλες ἀπό καλές οἰκογένειες, ὄχι μόνο δέν πῆραν τίποτα ἀπό τήν περιουσία τοῦ ἄνδρα τους, ἀλλά ξόδεψαν καί τή δική τους περιουσία γι’ αὐτούς. Ἄς ἀναλογιστεῖ ἡ γυναίκα τούς κινδύνους ἀπό ἕναν τέτοιο πλοῦτο. Καί θά προτιμήσει τότε τή φτωχική, ἀλλά ἥσυχη ζωή. Γενικά, ἄν ἀγαπάει τόν ἄνδρα της, δέ θά ξεστομίζει ποτέ παράπονο, ἤ προσβλητικό λόγο γι’ αὐτόν. Θά προτιμήσει νά τόν ἔχει κοντά της χωρίς πλούτη, παρά νά εἶναι πλούσιος καί αὐτή νά ζεῖ μέσα στήν ἀνασφάλεια καί τίς ἀνησυχίες πού συνεπάγονται οἱ ἐπιχειρηματικές δραστηριότητες».
«Οὔτε καί ὁ ἄνδρας ὅμως ἀκούγοντας τά παράπονα καί τίς ἐπικρίσεις τῆς γυναίκας του, πρέπει νά τή βρίζει καί νά τή χτυπάει, ἐπειδή ἔχει ἐξουσία ἐπάνω της. Καλύτερα νά τή συμβουλεύει καί νά τή νουθετεῖ ἤρεμα, χωρίς ποτέ νά σηκώνει χέρι ἐναντίον της. Ἄς τῆς διδάσκει τήν οὐράνια φιλοσοφία, τή χριστιανική, πού εἶναι ὁ ἀληθινός πλοῦτος. Ἄς τή διδάσκει ὄχι μόνο μέ τά λόγια, ἀλλά καί μέ τά ἔργα, πώς ἡ φτώχεια δέν εἶναι καθόλου κακό. Ἄς τή διδάσκει νά περιφρονεῖ τή φτώχεια καί νά ἀγαπᾶ τήν ταπείνωση. Καί τότε ἐκείνη οὔτε παράπονο θά ἔχει, οὔτε χρήματα θά ἐπιθυμεῖ».
Πράγματι, τό λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες «ἡ γυναίκα ἔχει αὐξημένη μέσα της τήν κενοδοξία». Λέει ἕνας Πατέρας «κενόδοξον τοῦτο τό ζῶον», τό ζῶον ἐννοεῖ τό ζωντανό ὄν, μιλώντας γιά τή γυναίκα. Ὁ ἄνδρας ἔχει καθῆκον νά τή νουθετεῖ, νά τή βοηθάει νά ξεπεράσει τίς ἀδυναμίες της καί τήν ἀδυναμία πού ἔχει ἡ γυναίκα πρός τίς πολυτέλειες, τόν καλλωπισμό, τά πλούτη, τό καλό σπίτι κ.λ.π. καί γενικά πρός τήν κενοδοξία, τήν ματαιοδοξία. Καί τότε κι αὐτή θά ἠρεμεῖ καί δέ θά ἐπιθυμεῖ αὐτά τά πράγματα.
«Ἄς τή διδάσκει νά μήν ἀγαπάει τά χρυσά κοσμήματα καί τά πολυτελῆ ροῦχα καί τά πολλά ἀρώματα, οὔτε νά θέλει γιά τό σπίτι ἀκριβά ἔπιπλα καί περιττά στολίδια. Ὅλα τοῦτα φανερώνουν ματαιόδοξο φρόνημα καί κουφότητα (δηλαδή εἶναι κενή, κούφια). Καί τῆς ἴδιας ὁ στολισμός ἄς εἶναι ἡ κοσμιότητα καί ἡ σεμνότητα καί ἡ ἴδια καί τό σπίτι ἄς μοσχοβολᾶνε τό ἄρωμα τῆς σωφροσύνης καί τῆς ἀρετῆς».
«Λοιπόν τελείωσε ἡ γιορτή τοῦ γάμου; Ἔφυγαν οἱ καλεσμένοι; Ἔμεινες μόνος μέ τήν νύφη, τή σύζυγό σου; Μήν πετάξεις ἀμέσως ἀπό πάνω σου τή σοβαρότητα, ὅπως κάνουν οἱ ἀκόλαστοι ἄνδρες. Διατήρησέ την γιά πολύ καιρό καί μεγάλο κέρδος θά ἔχεις. Τώρα στό πρῶτο διάστημα τοῦ γάμου πρίν ‘παραγνωριστεῖτε’ καί ἀποκτήσετε ἐλευθεριότητα στή σχέση σας, ὅταν ἀκόμα ἡ γυναίκα εἶναι συγκρατημένη ἀπό κάποια ντροπαλότητα καί συστολή, εἶναι ἡ καλύτερη εὐκαιρία γιά νά τή φέρεις στά νερά σου καί νά τῆς ἐπιβάλεις καλότροπα καί συνετά, τίς ἀρχές σου. Γιατί ὅταν ἡ γυναίκα ξεθαρέψει, τά κάνει ὅλα ἄνω κάτω. Καλό θά εἶναι λοιπόν νά διατηρήσεις τήν αἰδημοσύνη της ὅσο μπορεῖς περισσότερο. Καί πῶς θά τό κατορθώσεις αὐτό; Ὅταν καί ἐσύ δείχνεις ὅτι δέν ἔχεις λιγότερη συστολή ἀπ’ αὐτήν. Ὅταν εἶσαι λιγόλογος, σοβαρός, λογικός. Ἔτσι θά σέ ἀκούσει καί θά δεχθεῖ, θέλοντας καί μή, ὅσα τῆς πεῖς. Μά πιό πρόθυμα θά τά δεχτεῖ, ἄν τῆς φανερώσεις πλούσια τήν ἀγάπη σου. Γιατί τίποτα ἄλλο δέν συντελεῖ τόσο, στό νά πειστεῖ ἕνας ἄνθρωπος στά λόγια μας, ὅσο τό νά καταλάβει ὅτι τοῦ τά λέμε μέ ἀγάπη καί ἀπό ἀγάπη».
Ἄς μην προχωρήσουμε ἄλλο.. Ἄν θέλετε νά κάνουμε κάποια συζήτηση πάνω σ’ αὐτά. Εἶναι καίρια ὅλα αὐτά, ἀφοῦ εἶναι βγαλμένα ἀπό τό χρυσό στόμα τῆς Ἐκκλησίας, τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο καί ἐμπεριέχουν μεγάλη σοφία. Κατεξοχήν σήμερα πού ἡ οἰκογένεια εἶναι ἐν διαλύσει, τά λόγια αὐτά βρίσκουν μεγάλη ἀπήχηση διότι μᾶς πληροφοροῦν, ὡς χριστιανούς, πῶς πρέπει νά φερόμαστε μέσα στήν οἰκογένεια. Εἶναι γνωστό πόσο μεγάλη ἀταξία ὑπάρχει καί πόσο ἔχουν αὐξηθεῖ τά διαζύγια στούς ἐκτός Ἐκκλησίας καί εἶναι φανερός ὁ λόγος. Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἔλεγε ὅτι τά πράγματα εἶναι τόσο μπερδεμένα, πού μερικές φορές δέν γνωρίζει τό παιδί τούς πραγματικούς του γονείς. Ἔχουμε καταντήσει νά μιμούμαστε τούς μουσουλμάνους μέ τήν πολυγαμία καί τήν ἐλευθεριότητα πού ἐπικρατεῖ.
Ἄς παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς φωτίζει νά ἐφαρμόζουμε αὐτά πού λέει ὁ Ἅγιος καί κυρίως τά τρία ἀκόλουθα: νά περιφρονοῦμε τά χρήματα, ν’ ἀποβλέπουμε στίς ἀρετές καί νά ἔχουμε ἀγάπη μεταξύ μας μέ φόβο Θεοῦ, ἔτσι ὥστε νά ζοῦμε τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης μᾶς συμβουλεύει νά κάνουμε τό σπίτι μας ‘κατ’ οἶκον Ἐκκλησία’ καί τά ὑπόλοιπα θά προστεθοῦν, κατά τήν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνδρας, κατά κύριο λόγο, πρέπει νά προσέχει γιατί δίνει τή γραμμή πλεύσεως καί τά μέλη ἀκολουθοῦν.
ΑΠΟΡΙΕΣ
- Γέροντα ἀναφέρθηκε ὅτι ἡ γυναίκα, κατά κάποιον τρόπο, θεωρεῖται ἀσθενέστερη. Αὐτό μποροῦμε νά τό ἐννοήσουμε ὡς πρός τή ματαιοδοξία καί τήν κενοδοξία; Δηλαδή αὐτό ἐννοοῦμε περισσότερο καί τό ρωτῶ γιά νά κατανοήσουμε καλύτερα τίς γυναῖκες μας.
- Καταρχάς εἶναι ἀσθενέστερη ὡς πρός τό σῶμα. Αὐτό εἶναι ξεκάθαρο. Ἀλλά ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται καί ὡς πρός τήν ψυχή ὑπάρχει μία ἀσθένεια, μία ἀδυναμία, πιό μεγάλη ἀπ’ ὅ,τι στόν ἄνδρα. Μέ ποιά ἔννοια; Βλέπουμε, ἄς ποῦμε, ὁ ἑωσφόρος πλησιάζει τήν Εὕα, δέν πλησιάζει τόν Ἀδάμ. Εἶναι πιό εὐεξαπάτητη ἡ γυναίκα, πιό εὔκολα ἐξαπατᾶται. Αὐτό τό ἔχει καταλάβει ὁ διάβολος, γι’ αὐτό καί μέσω τῶν γυναικῶν, ρίχνει καί τούς ἄνδρες στήν ἁμαρτία. Μέσω τῆς Εὕας ἔριξε καί τόν Ἀδάμ. Πιστεύει πιό εὔκολα αὐτά πού τίς λέει ὁ λογισμός. Γι’ αὐτό ἡ γυναίκα παρουσιάζει πολλές φορές μιά πιό παρορμητική συμπεριφορά. Ξαφνικά δηλαδή ὁρμᾶνε γιατί τούς τό εἶπε αὐτό ὁ λογισμός καί τό πίστεψαν ἀμέσως, δέ βάζουν λογική. Ὁ ἄνδρας εἶναι πιό ψύχραιμος, βάζει τή λογική καί σοῦ λέει «στάσου νά τό δῶ, περίμενε λίγο, ἤρεμα». Ἡ γυναίκα ὁρμάει, γιατί πιό πολύ λειτουργεῖ μέ τήν καρδιά, μέ τό συναίσθημα κι ὄχι μέ τή λογική. Αὐτό εἶναι μία ἰδιαιτερότητα καί καταλήγει σέ ἀδυναμία γιατί δέν πρέπει νά κυριαρχεῖ τό συναίσθημα στόν ἄνθρωπο. Ὅταν κυριαρχεῖ τό συναίσθημα καί ὄχι ἡ λογική, ὁ ἄνθρωπος κάνει πολλές φορές παράλογα πράγματα, παραλογίζεται. Γι’ αὐτό καί ὁ Θεός τήν ἔβαλε νά ὑποτάσσεται, χωρίς νά τήν ὑποτιμᾶ, τῆς λέει «θά κάνεις ὑπακοή στόν ἄνδρα σου». Στόν ἄνδρα ἔδωσε τή λογική, γιά νά τά βλέπει ὅλα λογικά, ψύχραιμα καί ὄχι παρορμητικά, συναισθηματικά, μέ τήν ἀγάπη καί τό μίσος. Ἡ γυναίκα ἔχει τέτοια δύναμη στήν ψυχή της, πού μπορεῖ νά ἀγαπήσει πάρα πολύ, ἀλλά καί νά μισήσει ἐξίσου πολύ.
Ἄς ἐξετάσουμε, τί λέει πάνω σ’ αὐτό ὁ Ἅγιος Νικόδημος: «δέ διακρίνουμε σωστά τά πράγματα, γιατί ἀντί νά τά δοῦμε μέ ψυχρή λογική, τά βλέπουμε, εἴτε ἀγαπώντας τα, εἴτε μισώντας τα». Ἀμέσως δηλαδή ἤ τά ἀγαπᾶμε, ἤ τά μισοῦμε χωρίς νά τά ἐξετάσουμε μέ τή λογική, ὁπότε μετά σκοτιζόμαστε καί ἐνεργοῦμε παρορμητικά, μέ βάση τά συναισθήματά μας. Μετά ἀναρωτιέσαι «γιατί τό ἔκανες αὐτό; Ἔτσι μοῦ βγῆκε, ἔτσι μοῦ ἦρθε καί τό ἔκανα», χωρίς νά σκεφτεῖ. Λένε «ἡ κακιά ὥρα». Δέν εἶναι αὐτό, εἶναι ἡ κακιά συνήθεια, πού ἔχουμε δηλαδή μάθει νά λειτουργοῦμε μέ τό συναίσθημα. Ἔτσι, κάτι πού δέ μᾶς ἀρέσει, τό μισοῦμε, ἤ κάτι πού μᾶς ἀρέσει ὁρμᾶμε, ἐνῶ πρέπει ὅλα, πρίν τά μισήσεις ἤ τά ἀγαπήσεις, νά τά δεῖς μέ τήν ψυχρή λογική. Νά δεῖς δηλαδή ἄν αὐτά, πού ἐσύ πᾶς ν’ ἀγαπήσεις ἤ νά μισήσεις, τά ἀγαπᾶ ἤ τά μισεῖ πρῶτα ὁ Θεός. Ἄν δηλαδή δεῖς μέ τήν λογική ὅτι δέν τό ἀγαπάει ὁ Θεός, θά πρέπει κι ἐσύ νά μήν τό ἀγαπήσεις. Ἄν ὅμως, πρίν τό ἐξετάσεις, ἐσύ ἤδη τό ἔχεις ἀγαπήσει, ἔχεις ἤδη πέσει στήν πλάνη. Ἔτσι γίνονται οἱ πλάνες. Αὐτό δυστυχῶς τό παθαίνει πιό εὔκολα ἡ γυναίκα. Πέφτει καί κρίνει συναισθηματικά τά πράγματα κι ὄχι μέ τήν ψυχρή λογική. Ὁπότε καί αὐτό μπορεῖ νά εἶναι μία ἀδυναμία. Εἶναι ὅμως καί μία δύναμη, γιατί ὁ ἄνδρας δέν ἔχει αὐτήν τή δύναμη τῆς ἀγάπης.
Οἱ ἄνδρες μέ αὐτήν τήν ψυχρή λογική κλειδώθηκαν, ὅταν σταυρώθηκε ὁ Κύριος, οἱ γυναῖκες τόλμησαν, γιατί λειτούργησε ἡ καρδιά. Οἱ ἄνδρες μέ τίς διάφορες σκέψεις καί βάζοντας ὀρθολογισμό δέν πῆγαν στόν τάφο, ἐνῶ οἱ γυναῖκες ἔσπευσαν καί στό δρόμο πηγαίνοντας σκέφτηκαν ποιός θ’ ἀποκυλίσει τόν λίθο. Γι’ αὐτό βλέπετε ὑπάρχει μία ὡραία ἰσορροπία -θά λέγαμε- λογικῆς καί συναισθήματος μέσα στήν οἰκογένεια. Σκεφτεῖτε νά ἦταν καί ἡ γυναίκα ἔτσι μέ αὐτήν τήν ψυχρή λογική. Τά κακόμοιρα τά παιδιά μετά πῶς θά ἰσορροποῦσαν; Εἶναι ὠφέλιμο νά συνυπάρχουν. Χρειάζεται ἡ λογική γιά νά κρατάει γερά, νά βλέπει ψύχραιμα τά πράγματα, ἀλλά καί ἡ ἀγάπη καί ἡ καλοσύνη.
Μέ αὐτήν τήν ἔννοια θά πρέπει ὁ ἄνδρας ν’ ἀντιμετωπίζει τή γυναίκα. Νά ἔχει ὑπ’ ὄψιν του αὐτά τά πράγματα, ὅτι διαθέτει καί λειτουργεῖ πολλές φορές μέ τό συναίσθημα, παρασύρεται, τήν τυφλώνει ἐνίοτε κιόλας καί δέν κάνει λογικά, ἀλλά παράλογα πράγματα. Νά τήν κατανοεῖ καί ἀνάλογα νά τῆς φέρεται μέ πολλή ἀγάπη. Ἀκόμα καί ὅταν σφάλλει, ἐσεῖς πρέπει νά τῆς πεῖτε «ἐγώ σ’ ἀγαπῶ». Μπορεῖτε νά τή μαλώσετε, νά τῆς πεῖτε «δέν εἶναι σωστό αὐτό πού ἔκανες, ἀλλά ἐγώ σ’ ἀγαπῶ». Νά τῆς τό πεῖς, νά μή νομίζει ὅτι δέν τήν ἀγαπᾶς πλέον. Διότι μετά λειτουργεῖ τό συναίσθημα καί δέν ἀκούει τίποτα. Ἐμεῖς πᾶμε νά τήν πείσουμε μέ τήν λογική καί φυσικά ὅλα εἶναι τετράγωνα, μαθηματικά ἀποδεδειγμένα καί ἀναρωτιέσαι «γιατί δέν τό καταλαβαίνει;». Δέν τό καταλαβαίνει, γιατί δέν τῆς τό λές μέ ὡραῖο τρόπο καί σέ ἀπορρίπτει κατευθείαν. Καταλάβατε; Ἔχει σημασία τό πῶς θά τήν προσεγγίσεις, νά μήν χάνεται ἡ ἀγάπη.
Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἕνα κομπιοῦτερ, εἶναι καρδιά καί κατεξοχήν ἡ γυναίκα εἶναι καρδιά. Τό κομπιοῦτερ εἶναι ἕνα ψυχρό μηχάνημα θά τοῦ βάλεις τίς συντεταγμένες, τίς παραμέτρους, θά σοῦ βγάλει πάντα τό ἴδιο ἀποτέλεσμα. Στή γυναίκα δέ γίνεται ἔτσι. Οὔτε καί στόν ἄνδρα δέ γίνεται. Ἀκόμα καί ἐμεῖς δέν θέλουμε ἄν μᾶς γίνει μιά παρατήρηση, νά μᾶς τήν κάνουν λίγο κομψά; Λίγο πολύ τό θέλουμε, πολύ περισσότερο τό ζητᾶ αὐτό ἡ γυναίκα. Πολλές φορές ξέρετε ἀρκεῖ μόνο αὐτό, μπορεῖ νά μήν χρειαστεῖ νά τῆς πεῖς τίποτα ἤ κανένα πολύ μικρό λογικό έπιχείρημα. Ἄν νιώσει ὅτι ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀγάπη θά σέ δεχτεῖ, δέχεται τά πάντα μετά.
- Εἴπαμε, ὅτι στήν οἰκογένεια δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει δυαρχία. Βεβαίως ὅλοι ἐδῶ οἱ συνάδελφοι καί σύζυγοι θά ἔχουν βιώσει διαφωνίες καί ἀμφότερους ἐγωισμούς. Θά μπορούσαμε νά συζητήσουμε λίγο (ἄς τό ποῦμε) γιά κάποιους μηχανισμούς; Γιά παράδειγμα, πῶς μποροῦμε νά πετύχουμε τή συναίνεση (γιατί θεωρῶ ὅτι ὁ ἄνδρας θά πρέπει νά εἶναι ἡ κεφαλή). Θά μποροῦσε ὡστόσο νά ὑπάρξει μία συναίνεση, αὐτό θέλει καί κόπο νομίζω. Θά μπορούσαμε νά συζητήσουμε ἐπάνω σ’ αὐτό;
- Ὁ βασικός μηχανισμός εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ταπείνωση καί ἡ προσευχή.
Πιό συγκεκριμένα, ἐάν ἔχει μάθει ὁ ἄνδρας νά προσεύχεται, τά τακτοποιεῖ ὅλα μέ τήν προσευχή, χωρίς νά γίνεται φορτικός στή σύζυγό του. Πρίν τῆς πεῖς κάτι, δηλαδή, κάνε μία προσευχή. Νά τό ποῦμε ἔτσι, πολύ ἁπλά καί πρακτικά, νά πεῖς «Θεέ μου ἄν αὐτό πού θά τῆς πῶ, τό θέλεις καί σύ κάνε νά γίνει, ἄν δέν εἶναι δικό Σου θέλημα, ἄς μή γίνει, ἄς μοῦ φέρει ἀντίρρηση». Γιατί κι ἐμεῖς ἐπιτέλους, τά βλέπουμε μέ τήν λογική, ἀλλά ξέρουμε ἄν εἶναι πάντα ἡ λογική μας φωτισμένη καί σύμφωνη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; Μπορεῖ νά φαίνεται ἔτσι, ἀλλά εἶναι; Ἤ μήπως ὑπάρχει καί κάποια ἄλλη λύση, ἀκόμα καλύτερη, πού δέν τήν βλέπω; Πόσες φορές συμβαίνει αὐτό; Συνεπῶς καί γιά τόν ἄνδρα ἰσχύει ἡ ὑπακοή, ὄχι μόνο γιά τή γυναίκα.
Σκέφτεται ὁ ἄνδρας κάτι καί λέει «πῶς θά τῆς τό περάσω τώρα;». Δέν εἶναι τό πρόβλημα πῶς θά τῆς τό περάσεις, ἀλλά νά βροῦμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού θά περάσει καί ἀπό τούς δύο. Ὁπότε, δέ λέω νά μήν τῆς τό πεῖς, ἀλλά νά τῆς τό πεῖς, ἀφοῦ κάνεις προσευχή καί πεῖς «Θεέ μου ἄν αὐτό εἶναι δικό σου θέλημα νά τό δεχτεῖ». Δηλαδή προσέξτε, εἶναι καί ἕνα κριτήριο ἡ ἀποδοχή ἤ ἡ μή ἀποδοχή, τοῦ νά φανερωθεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἕνα κριτήριο γιά νά δοῦμε, ἄν αὐτό πού σκεφτήκαμε, τό θέλει καί ὁ Θεός. Ἄν δηλαδή κάνεις αὐτήν τήν προσευχή καί σοῦ πεῖ ἡ γυναίκα σου «ὄχι», θά πεῖς «ἐντάξει νά ’ναι εὐλογημένο, δέν τό κάνω» κι ἄς σοῦ φαίνεται λογικό, πλῆρες, τέλειο καί σωστό. Γιατί; Γιατί ἀφοῦ ἔχει προηγηθεῖ προσευχή νά σοῦ πεῖ ἡ γυναίκα σου αὐτό πού θέλει ὁ Θεός, θά στό πεῖ.
Θά πεῖς «εἶναι δυνατόν ὁ Θεός νά μᾶς κάνει ἐμᾶς αὐτήν τήν χάρη»; Ναί μᾶς τήν κάνει. Ὅταν ὑπάρχει ταπείνωση. Αὐτό εἶναι ταπείνωση. Δηλαδή ν’ ἀδειάζεις ἀπό τό δικό σου θέλημα καί νά πεῖς «θά κάνω τό θέλημα τῆς γυναίκας μου». Ὁπότε φανερώνεται μέσα ἀπό τήν γυναίκα σου, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι μεγαλεῖο, γιατί ξέρετε, πολλές φορές θά σοῦ προτείνει ἡ γυναίκα σου κάτι ἄλλο ἐνδεχομένως, πού ἐσύ οὔτε κἄν τό ἔχεις σκεφτεῖ. Καί δέν θά τό πεῖ ἀπό μόνη της, θά τῆς τό βάλει ὁ Θεός νά τό πεῖ. Ἔτσι λειτουργεῖ τέλεια ἡ οἰκογένεια, καταλάβατε; Καί βρίσκουμε τήν τέλεια λύση.
Ἀντίθετα ὅταν καθένας κλειδώνεται στό δικό του, τσακώνεται γιά μηδαμινά πράγματα, γίνεται μία τεράστια ἀκαταστασία. Ὁ ἄνδρας νιώθει ὅτι ἡ γυναίκα του τόν ὑποτιμάει, ἐπειδή δέν τόν ὑπακούει, ἡ γυναίκα εἶναι ἄνω κάτω μέσα της, νιώθει μή ἀναπαυμένη, ἀφοῦ καί ὁ ἄνδρας της δέ νιώθει ἀναπαυμένος, νιώθει ἐνοχές, τά παιδιά εἶναι καί αὐτά ἀναστατωμένα, ἐπειδή βλέπουν τούς γονεῖς τους σέ τέτοια κατάσταση καί εἶναι μία κόλαση ἡ οἰκογένεια.
Ὁπότε, νά μάθουμε νά βρίσκουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτό εἶναι τό σημαντικό, ὄχι νά κάνουμε τό θέλημά μας. Ἤ νά μήν κάνουμε τό θέλημα τῆς συζύγου γιά νά μήν πάρει τό πάνω χέρι. Οὔτε τό ἕνα, οὔτε τό ἄλλο. Γιατί κουμπωνόμαστε πολλές φορές ὅταν μᾶς λέει κάτι, χωρίς κάν νά τό ἐξετάσουμε, ἐπειδή ἀκριβῶς τό εἶπε αὐτή. Αὐτό εἶναι μέγας ἐγωισμός. Λέει κάποιος «δέν τό κάνω, ἐπειδή τό εἶπες ἐσύ». Ἄν τό σκεφτόταν αὐτός, θά τό ἔκανε, ἀλλά ἐπειδή τό εἶπε ὁ ἄλλος, δέν τό κάνει. Ἐγωισμός μέγιστος, φοβερό πρᾶγμα! Ἐνῶ, ἄν λειτουργούσαμε μέ τήν προσευχή καί μέ τήν διάθεση νά κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τά πράγματα θά ἦταν τέλεια καί θά συνεργαζότανε ὁ ἄνδρας μέ τή γυναίκα, γιά ν’ ἀνακαλύψουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄν ἐπιτέλους δέν εἶναι δυνατόν νά βροῦνε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ οἱ δυό τους, θά πᾶνε στόν Πνευματικό. Αὐτή εἶναι ἡ σωστή λύση. Ὄχι νά ἐπιμείνει ὁ ἄνδρας στό δικό του καί ἡ γυναίκα στό δικό της. Γι’ αὐτό, ἄν εἶναι δυνατό νά ἔχουνε καί τόν ἴδιο Πνευματικό, πού θά δώσει τή λύση.
Βασικός λοιπόν μηχανισμός εἶναι ἡ προσευχή, νά ἀφήνουμε τό δικό μας θέλημα, νά κάνουμε προσευχή καί νά ποῦμε «Θεέ μου ἄς γίνει τό θέλημά σου» καί μετά νά εἴμαστε ἀνοιχτοί, ν’ ἀκούσουμε τί θά μᾶς πεῖ ὁ ἄλλος, ἡ σύζυγος στήν προκειμένη περίπτωση. Γι’ αὐτό λέει «ὑποτάσσεστε ἀλλήλοις». Ἰσχύει αὐτό.
Σᾶς ἔχω πεῖ τό περιστατικό μέ κάποιον πού μόλις παντρεύτηκε καί πῆγε στόν π. Ἐφραίμ τόν Κατουνακιώτη -μεγάλος γέροντας- καί εἶδε τήν βέρα ὁ γέροντας καί τόν ρώτησε ἄν παντρεύτηκε -ἦταν στήν διαδικασία τοῦ γάμου. Τότε τοῦ λέει: « ἀπό ἐδῶ κι ἐμπρός θά κάνεις ἐσύ ὑπακοή στή σύζυγο καί ἡ σύζυγος σ’ ἐσένα». Αὐτός ἤτανε μορφωμένος, εἶχε σπουδάσει θεολογία καί σκέφτηκε «ἄ, ἐδῶ ὁ γέροντας κάνει λάθος, δέν ξέρει ἀπό θεολογία». Γιατί αὐτός θυμόταν μόνο τό ρητό του Ἀποστόλου Παύλου πού λέει «ἡ γυνή νά ὑποτάσσεται στόν ἄνδρα». Δέ θυμόταν τό ἄλλο ρητό, πού λέει «ὑποτάσσεστε ἀλλήλοις». Λέει «αὐτό μοῦ κόστισε πέντε χρόνια ταλαιπωρίας». Τά πέντε πρῶτα χρόνια δηλαδή προσπαθοῦσε νά ἐπιβληθεῖ στή γυναίκα του καί δέ γινότανε. Μετά τά πέντε χρόνια, κατάλαβε ὅτι πρέπει κι αὐτός νά κάνει ὑπακοή στή γυναίκα του, γιά νά βροῦν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό εἶναι τό ζητούμενο! Ὄχι ποιανού τό θέλημα θά γίνει. Κανενός δέ θά γίνει, τοῦ Θεοῦ νά γίνει. Αὐτό εἶναι τό ζητούμενο, νά γίνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τότε θά ἔχουμε ἀνάπαυση. Γιατί νομίζετε ὅτι ἄν γίνει τό δικό μας θέλημα θά ἔχουμε ἀνάπαυση; Δέ θά ἔχουμε. Ἀληθινή ἀνάπαυση δέ θά ἔχεις. Ἔχεις μία ἐγωιστική ἱκανοποίηση ὅτι ἐπιβλήθηκες. Ὅταν μάλιστα ὁ ἄλλος νιώθει πληγωμένος, περιφρονημένος, δέ θά ἔχεις ἀληθινή ἀνάπαυση.
- Ὅταν ἡ γυναίκα δέν ὑποτάσσεται ἤ προσπαθεῖ νά παίρνει τίς ἀποφάσεις, ὅταν παρατραβάει τό πρᾶγμα καί δέν εἶναι σωστές οἱ ἀποφάσεις τῆς γυναίκας κατά Θεόν, τί γίνεται ἐκεῖ;
- Ἐκεῖ βοηθάει ὁ Πνευματικός. Δυστυχῶς ὑπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις πού ἡ γυναίκα δέν κάνει καθόλου πνευματική ζωή, οὔτε ἐξομολογεῖται, οὔτε ἐκκλησιάζεται. Γι’ αὐτό ἔχει τεράστια σημασία τό ξεκίνημα, ἡ ἐπιλογή τοῦ ἤ τῆς συζύγου. Ἄν γνωρίζαμε, ἐκ τῶν προτέρων, αὐτά τά πράγματα, θά κάναμε σωστή ἐκλογή συζύγου καί δέν θά ὑπήρχε τέτοια ταλαιπωρία γιά μιά ζωή. Φυσικά δέν μπορεῖ νά βγεῖ διαζύγιο, παρά μόνο στήν περίπτωση τῆς μοιχείας. Σέ καμία ἄλλη περίπτωση δέν μπορεῖ νά χωρίζει ὁ ἄνθρωπος. Ἀκόμα καί τότε δέν εἶναι ὑποχρεωτικό νά χωρίσει. Ἄν κάνει ὑπομονή εἶναι καλύτερο, πολύ καλύτερο. Ὅταν λοιπόν ἡ γυναίκα κάνει πράγματα, πού δέν εἶναι σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί θέλει νά τά ἐπιβάλλει καί στήν οἰκογένεια, τότε θέλει μεγάλη διάκριση μέ τή βοήθεια τοῦ Πνευματικοῦ, νά βροῦμε τό «μή χεῖρον βέλτιστον», τό λιγότερο κακό, πού εἶναι καλό.
Ἀλλά προσέξτε πάλι. Ἄν ὁ ἄνδρας κάνει τό σωστό, κάνει τό καθῆκον του, ὅπως μᾶς εἶπε ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, ἄν τήν ἀγαπάει, ὑπάρχει μεγάλη πιθανότητα νά τήν κερδίσει μέ τήν ἀγάπη του, ὁπότε ἄς κάνει τό καθῆκον του. Γιατί ὅταν σέ κάποιον φέρεσαι καλά καί σέ ἀγαπάει, κάπου τό περιμένεις. Ἄν ὅμως σέ κάποιον φέρεσαι ἀπαίσια καί σέ ἀγαπάει, τόν ταρακουνᾶς, τόν προβληματίζεις. Λέει «τί γίνεται μέ αὐτόν; Ἐγώ τόν περιμένω νά βρίσει, νά χτυπήσει κι αὐτός μοῦ κάνει καί δωράκια»; Αὐτό λοιπόν εἶναι ἕνα μέγιστο ὅπλο γιά νά τήν σώσεις κι αὐτήν. Ἄλλωστε αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τοῦ γάμου. Νά σωθοῦν ὅλοι, νά τούς ἑλκύσουμε στή μετάνοια.
Συναντοῦμε τέτοιες οἰκογένειες. Ὑπῆρχε μία γυναίκα, πού ἔτρωγε ξύλο ἀπό τόν ἄνδρα της κι αὐτή ἔκανε ὑπομονή. Τοῦ ἔφτιαχνε τόν καφέ του, αὐτός δέν τῆς ἔδινε χρήματα οὔτε γιά τήν Ἐκκλησία. Αὐτή τοῦ τά ἔκανε ὅλα καί μετά πήγαινε στήν Ἐκκλησία. Αὐτός πήγαινε στό καφενεῖο κάθε Κυριακή, ἔπινε, τήν ἔβριζε, αὐτή ἔκανε προσευχή, ὑπομονή, πρόσεχε τά παιδάκια της. Κάποτε τή χτύπησε τόσο πολύ, πού τῆς ἔσπασε τό χέρι καί δέν εἶπε ὅτι τῆς τό ἔσπασε ὁ ἄνδρας της, ἀλλά ὅτι κάπου σκόνταψε. Αὐτή τελικά, κατάφερε νά ὁδηγήσει καί τόν ἄνδρα στή μετάνοια, στήν ἐξομολόγηση, νά σωθεῖ κι αὐτός. Τά παιδιά της προόδευσαν πάρα πολύ, πέρασαν στό Πανεπιστήμιο, χωρίς κἄν φροντιστήριο, ἐνῶ αὐτή μία ζωή ἔπλενε σκάλες καί μ’ αὐτό τό πενιχρό εἰσόδημα πού εἶχε, τά σπούδασε καί ἁγίασε οὐσιαστικά. Μάλιστα ὅταν πήγαινε σέ κάποιο μοναστήρι πού τήν ξέρανε, ὁ Ἡγούμενος ἔβαζε τίς μοναχές νά τῆς φιλοῦν τό χέρι της. Ἦταν δηλαδή Ἁγία μέ τήν ὑπομονή πού ἔκανε.
Μία δύστροπη γυναίκα εἶναι ἕνας τρόπος, πού μᾶς δίνει ὁ Θεός γιά νά ἁγιάσουμε οὐσιαστικά, πού εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας. Γιατί ἄν εἴχαμε μιά καλή γυναίκα, ἴσως πηγαίναμε στήν κόλαση.
- Μᾶς ἐξηγεῖτε καί αὐτό ποῦ εἴπατε γιά τή φιλαργυρία;
- Πρέπει νά ἔχει ὑπεροψία, νά περιφρονεῖ, νά μήν κολλάει, νά μήν ἀγαπάει τά χρήματα. Νά ἔχει αὐτό τό πνεῦμα τῆς ἀκτημοσύνης. Αὐτό λέει ὁ Ἅγιος. Γιατί ἄν ἔχει προσκόλληση στά χρήματα, δέ θά ἀγαπάει τή γυναίκα του, ἀλλά τά χρήματα καί θά θυσιάζει τά πάντα γιά τά χρήματα. Ἐνῶ τό ζητούμενο, εἶναι ν’ ἀγαπᾶς πρῶτα τόν Θεό φυσικά, ἡ πρώτη ἀγάπη εἶναι στόν Θεό, μετά στόν σύζυγο, στά παιδιά, σέ ὅλους τους ἄλλους ἀνθρώπους καί τό περίσσευμα τῆς ἀγάπης πάει στά ζῶα πού ὑπάρχουν καί σέ ὅλη τήν κτίση, τό ‘περίφημο’ οἰκολογικό θέμα. Τό περίσσευμα τῆς ἀγάπης βεβαίως πάει κι ἐκεῖ. Ἀλλά ἡ πρώτη ἀγάπη δέν εἶναι στό περιβάλλον, εἶναι στόν Θεό καί μετά στόν πλησίον.
Στίς μέρες μας, ἔτσι ὅπως τό πᾶνε, ἐν ὀνόματι τοῦ περιβάλλοντος καί τῆς οἰκολογίας, θά μᾶς ἐπιβάλλουν σταδιακά τόν ἀντίχριστο, τήν θεά γαία καί τό τσίπ γιατί εἴμαστε ἐπικίνδυνοι ἄνθρωποι καί πρέπει νά μειωθοῦμε στό ἕνα δισεκατομμύριο! Τόσους λένε μπορεῖ νά ἀντέξει ἡ γῆ! Ἔτσι λέει ἕνας σύμβουλος πού ἔχει ὁ πάπας κοντά του γιά τό περιβάλλον. Καταλάβατε;
Ὅλα αὐτά εἶναι ὕπουλα καί ὕποπτα καί εἶναι μία καταστρατήγηση τῆς τάξης πού ἔχει βάλει ὁ Θεός, πού ἔχει ὁρίσει μέ τήν πρώτη ἐντολή, «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεό σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου, ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου, ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου». Δέ μᾶς εἶπε νά ἀγαπήσεις πάνω ἀπό ὅλα τό περιβάλλον καί νά γίνεις ‘οἰκολογικά’ ὀρθός. Εἶναι θέμα προτεραιοτήτων. Νά τρέμει τό παιδάκι νά μήν πέσει τό χαρτάκι κάτω. Δέ λέω -ἐντάξει- νά μή τό πετᾶς καί τό χαρτάκι κάτω, ἀλλά δέν εἶναι καί ἡ μέγιστη καταστροφή αὐτό καί νά μή νοιάζεσαι γιά τόν φτωχό, γιά τόν ὁποιονδήποτε βασανισμένο συνάνθρωπό σου, πού εἶναι τό πρῶτο μετά τόν Θεό. Νά μή πηγαίνεις στήν Ἐκκλησία, νά μή λατρεύεις τόν Θεό, νά μή λές ἕνα εὐχαριστῶ στόν Θεό..
- Πῶς σήμερα ὁ ἄνδρας ἔχει χάσει τήν ἐξουσία, εἴτε εἶναι πνευματικό τό σπίτι, εἴτε εἶναι κοσμικό; Βλέπουμε ὅτι σήμερα ὁ ἄνδρας ἔχει χάσει τήν ἐξουσία καί κάνει ἡ γυναίκα κουμάντο σέ ὅλα.
- Γιατί ἔχασε τόν Θεό καί ἅμα χάνουμε τόν Θεό, τά χάνουμε ὅλα. Ἄν ὁ ἄνδρας ἀγαπάει τόν Θεό δέ χάνει τήν ἐξουσία. Ἐξάλλου ἡ ἐξουσία, ὅπως εἴπαμε, δέν εἶναι ἐξουσία ὑποταγῆς καί καταδυνάστευσης, ἀλλά ἐξουσία ἀγάπης, ἐξουσία διακονίας, ἄν θέλετε. Στήν Ἐκκλησία μέσα δέν ἔχουμε ὑπεροχή ἐξουσίας. Τά ‘ἀξιώματα’ τά λεγόμενα ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ Πρεσβύτερος δέν ἔχουν ἐξουσία καταδούλωσης τοῦ ποιμνίου, ἀλλά ἐξουσία διακονίας. Εἶναι διακονήματα. «Ὅποιος θέλει νά εἶναι πρῶτος, θά πρέπει νά εἶναι δοῦλος ὅλων» (Μαρκ. 10,44), ὅπως λέει ὁ Χριστός. Ὁ πρῶτος θά πρέπει νά εἶναι δοῦλος ὅλων. Ὁ Ἐπίσκοπος δηλαδή θά πρέπει νά εἶναι ὁ διάκονος ὅλων καί ὄχι ὁ Δεσπότης. Κακῶς τόν λέμε Δεσπότη, εἶναι Ἐπίσκοπος (ἐπί τῶν σκοπῶν).
Ἔτσι καί ὁ ἄνδρας πού εἶναι κεφαλή, δέν εἶναι κεφαλή γιά νά κατεξουσιάζει τό σῶμα δηλαδή τήν γυναίκα, ἀλλά νά τό ὑπηρετεῖ, νά τό διακονεῖ. Ἄν χάσει ὁ ἄνδρας αὐτήν τή συνείδηση, μετά χάνει καί τήν πραγματική ἐξουσία πού τοῦ δίνει ὁ Θεός. Μετά βεβαίως καί ἡ γυναίκα θά κοιτάξει νά πάρει αὐτή τήν ἐξουσία, νά τοῦ τήν κλέψει. Μετά δημιουργοῦνται ὅλες οἱ ἀνωμαλίες, οἱ ἀκαταστασίες καί οἱ καταστρατηγήσεις τῆς τάξης, πού ἔχει βάλει ὁ Θεός, γιατί καί ἡ γυναίκα δέν ὑποτάσσεται στόν Θεό.
Μή νομίζετε ὅτι καί ἡ γυναίκα ἀπολαμβάνει, γιατί καί ἡ γυναίκα μέ τό πού παίρνει τήν ἐξουσία καί μπαίνει στή θέση τοῦ ἄνδρα, ἄν συμβαίνει αὐτό, δέν τῆς προσφέρει ἀνάπαυση, ἀλλά τήν καταστρέφει, γιατί κάνει κάτι πού εἶναι ἀφύσικο, κάτι πού εἶναι ἀντίθετο μέ τίς προδιαγραφές της. Δέν εἶναι προδιαγραφή τῆς γυναίκας νά εἶναι ἡ κεφαλή στήν οἰκογένεια. Ὅταν ἡ γυναίκα, δηλαδή τό σῶμα, γίνεται κεφάλι καί τό κεφάλι σῶμα, τότε τί ἔχουμε; Ἕνα τέρας ἔχουμε. Ἔτσι δέν εἶναι. Τέρας εἶναι, δέν εἶναι ἄνθρωπος αὐτό. Τό τέρας μπορεῖ νά λειτουργεῖ σωστά; Νά εἶναι εὐχαριστημένο; Ὄχι, σέ καμιά περίπτωση. Βασανίζεται καί ἡ γυναίκα δηλαδή, πού κάνει αὐτό τό πρᾶγμα, πού παίρνει τήν ἐξουσία ἀπό τόν ἄνδρα. Ἐνῶ μία γυναίκα πού ὑποτάσσεται καί ἀπολαμβάνει τήν ἀγάπη τοῦ συζύγου, ἀκριβῶς γιατί ὑποτάσσεται, ἀπολαμβάνει τά πάντα, ἔχει μακαρία ζωή καί εἶναι βασίλισσα καί μέσα στό σπίτι της καί μέσα στήν Ἐκκλησία χαίρεται πάρα πολύ.
Ἑπομένως αὐτό συμβαίνει γιατί χάσαμε τόν Θεό, χάσαμε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, τήν ὑπεροψία ὡς πρός τά χρήματα, λατρεύουμε τά χρήματα. Ἄν δεῖτε στούς γύρω σας, ἀλλά καί μέσα μας πολλές φορές, πόσο ὑπάρχει κρυμμένο αὐτό τό πάθος, ἡ κακή ρίζα τῆς φιλαργυρίας. Μέγιστο κριτήριο εἶναι τά χρήματα καί ὄχι ὁ Θεός, ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό, οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Τί χάνω, τί κερδίζω. Μέ βάση αὐτό κρίνουμε τά πράγματα καί εἴμαστε δυστυχισμένοι ἄν χάσουμε καί εὐτυχισμένοι ἄν κερδίσουμε. Λές καί τό ἅπαν της ἐπιτυχίας εἶναι νά κάνεις χρήματα. Κι ὅμως, αὐτό γίνεται καί αὐτό περνᾶνε καί οἱ γονεῖς στά παιδιά, ὅτι εὐτυχισμένος εἶναι ὁ πλούσιος, ἤ τέλος πάντων αὐτός πού ἔχει μία «ἀξιοπρεπή» δουλειά, δέ ζητάει ἐλεημοσύνη, δέν καταδέχεται νά πάρει ἀπό τό συσσίτιο τῆς Ἐκκλησίας καί τό θεωροῦμε ἀρετή αὐτό τό πρᾶγμα. Γιατί εἶναι κακό, δηλαδή, νά πᾶς νά πάρεις τό φαγητό ἀπό τό συσσίτιο;
Παλιά ὑπήρχαν πνευματικοί, πού τό βάζανε ὡς κανόνα αὐτό τό πρᾶγμα. Δηλαδή, ἀντί νά σοῦ πεῖ «κᾶνε πεντακόσιες μετάνοιες τήν ἡμέρα», σοῦ ἔλεγε «πήγαινε νά ζητᾶς ἐλεημοσύνη, νά γυρνᾶς τά χωριά καί νά ζητᾶς ἐλεημοσύνη», γιά νά ταπεινωθεῖς. Εἶναι μεγάλη ἀρετή ἡ ταπείνωση, νά πέσει ὁ ἐγωισμός. Προφανῶς εἶναι καί ἕνα ἐπιτίμιο κι αὐτό γιά νά ταπεινωθεῖ καί ὁ ἄνδρας, γιατί ἔχει πολύ ἐγωισμό.
Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὅτι «γιά τή σημερινή ἀθλία κατάσταση τῶν γυναικῶν (μιλάω ἠθικά), φταῖνε οἱ ἄνδρες». Οἱ ἄνδρες διέφθειραν τίς γυναῖκες. Διότι αὐτοί τίς ἔμαθαν ὅλες αὐτές τίς διαστροφές καί τίς ἁμαρτίες. Φυσικά αὐτό γυρνάει στό κεφάλι σου, ὁ διάβολος δέ θά σ’ ἀφήσει ἥσυχο. Τό κακό ἔχει ἔνδικο μισθαποδοσίαν. Βλέπετε τώρα ἡ νέα τάξη πραγμάτων, ἡ μπίλντεμπεργκ καί ὅλοι αὐτοί οἱ παγκοσμιοποιητές, προωθοῦν σέ θέσεις κλειδιά γυναῖκες, στό ΔΝΤ, Ὑπουργούς ἐξωτερικῶν, γυναῖκες, ἀπό ποῦ καί ὡς ποῦ; Μέχρι καί πρωθυπουργοί γίνονται. Εἶναι σκόπιμο αὐτό, δέν εἶναι τυχαῖο, γιατί ἡ γυναίκα -σᾶς τό εἶπα- ἐνεργεῖ παρορμητικά καί ἀγαπάει πολύ, ἀλλά καί μισεῖ πολύ. Ἄρα μπορεῖ νά κάνει τά χειρότερα ἐγκλήματα. Ἐπίσης τίς ἔχουν καί τοῦ χεριοῦ τους, περισσότερο ἀπ’ ὅτι τούς ἄνδρες.
συνεχίζεται…
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
http://hristospanagia3.blogspot.gr/
http://www.hristospanagia.gr/?p=49585#more-49585