Μια θεόσταλτη δοκιμασία έφερε σ’
επίγνωση τον όσιο Άρέθα, πού καταγόταν από το Πολότσκ καί ήταν μοναχός
της Λαύρας των Σπηλαίων. Αυτός ό δυστυχής είχε το πάθος της
φιλαργυρίας, τη ρίζα όλων των κακών, κατά τον απόστολο. Μάζευε κρυφά κι
έκρυβε στο κελλί του χρήματα καί πολύτιμα είδη. Από το εργόχειρο του
δεν έδινε τίποτα στη μονή ή στους φτωχούς. ‘Αλλά ούτε καί για τον εαυτό
του ξόδευε το παραμικρό. Μόνο συγκέντρωνε…
Ό Λόγος του Θεού δεν τον συνέτιζε.
Οί νουθεσίες καί οι παραινέσεις του ηγουμένου δεν έφερναν άποτέλεσμα Οί
συμβουλές των αδελφών δεν τον συγκινούσαν.
Κάποια νύχτα, με παραχώρηση Θεού, άγνωστοι κλέφτες του άρπαξαν όλη την περιουσία κι εξαφανίστηκαν.
Όταν ό Άρέθας ανακάλυψε την κλοπή
κεραυνοβολήθηκε. Ήταν τέτοια η απόγνωση του, πού μόνο με την επέμβαση
του φιλάνθρωπου Θεού συγκρατήθηκε καί δεν τερμάτισε τη ζωή του. Έγινε
όμως ένα αγρίμι από την οργή καί την παράφορα.
Από την ημέρα εκείνη άρχισε να
επιτίθεται στους αδελφούς, να τους προπηλακίζη καί να τους ζητάη τα
λεφτά του. Όλους τους θεωρούσε ένοχους για την κλοπή. Έγινε ένας
αληθινός τύραννος της αδελφότητος.Οι πατέρες τον βεβαίωναν πώς ήταν
αθώοι καί τον συμβούλευαν να έμπιστευθή τον εαυτό του στο Θεό.
– Αδελφέ, του έλεγαν, «επίρριψον επί Κύριον την μεριμνά σου, καί αυτός σε διαθρέψει».
Πού να τους ακούση όμως εκείνος! Όχι
μόνο δεν έδινε σημασία στα λόγια τους, αλλά καί τους «στόλιζε» με
άπρεπες καί προσβλητικές εκφράσεις. Ό πονηρός τον είχε κυριέψει
ολοκληρωτικά…
Σέ λίγο καιρό ο Αρέθας χτυπήθηκε από
φοβερή αρρώστια κι έφτασε μέχρι το θάνατο. Ωστόσο καί στο κρεβάτι της
οδύνης δεν έπαυε να βαρυγγωμα καί να κακολογή τους αδελφούς. Στό τέλος
έπεσε σε κώμα κι έμεινε για πολλές ώρες σαν νεκρός. Μόλις πού ανέπνεε.
Οί αδελφοί με θλίψη περίμεναν το τέλος του.
‘Αλλ’ ο φιλάνθρωπος Κύριος, πού δεν
θέλει την καταστροφή των ανθρώπων αλλά τη σωτηρία τους, έστειλε το έλεος
Του στο ταλαίπωρο πλάσμα Του.
Καθώς κοιτόταν ακίνητος ο Άρέθας, άρχισε ξαφνικά να φωνάζη:
– Κύριε, έλέησον! Κύριε, σώσον! Κύριε, αμάρτησα! Δικά σου είναι καί δεν λυπάμαι πού τα έχασα!
Αμέσως συνήλθε, σηκώθηκε, κι εξήγησε φοβισμένος στους αδελφούς, πού τον παράστεκαν, τί του είχε συμβή.
– Είδα, τους είπε, πώς ήρθαν
άγγελοι καί δαίμονες κοντά μου.Άρχισαν να φιλονεικουν για μένα, εξαιτίας
του κλεμμένου μου πλούτου. Οι δαίμονες υποστήριζαν επίμονα πώς όχι μόνο
δεν ευαρέστησα το Θεό, αλλά καί τον βλασφήμησα με τη φιλαργυρία καί τη
συμπεριφορά μου. «Γι’ αυτό είσαι δικός μας, Αρέθα», μου έλεγαν, ενώ
τους παρακολουθούσα έντρομος. «Είσαι δικός μας και σε μας θα
παραδοθής!». Τότε οι άγγελοι με κοίταξαν με λύπη.Ω άθλιε άνθρωπε!»,
είπαν. «Ώ ανάξιε μοναχέ, πού τόσα χρόνια ήσουν δούλος του πάθους της
φιλαργυρίας! Δεν σε συνέτισε τουλάχιστον η κλοπή των χρημάτων σου; «Αν
ευχαριστούσες καί δόξαζες το Θεό για τη στέρηση τους, θα σε λυπόταν καί
θα σ’ ελεούσε. Σ’ αυτή την περίπτωση θα σου λογάριαζε την απώλεια σαν
ελεημοσύνη, όπως έκανε στον Ίώβ. Όποιος έλεεί με τη θέληση του κάνει
μεγάλο έργο ενώπιον του Θεού. Άλλα καί όποιος χάνει τον πλούτο του
ακούσια, αντιμετωπίζοντας όμως την απώλεια με πραότητα καί με δοξολογία
στο Θεό, αμείβεται άπ’ Αυτόν σαν ελεήμων. Ο διάβολος στέλνει τους
κλέφτες ν’ αρπάξουν τα πλούτη των ανθρώπων, για να κάνη τους τελευταίους
ν’ αγανακτήσουν καί να βλασφημήσουν το Θεό!». Στά λόγια εκείνα των
αγγέλων εγώ κραύγασα αυτό πού ακούσατε: «Κύριε, έλέησον! Κύριε, σώσον!
Κύριε, αμάρτησα! Δικά σου είναι καί δεν λυπάμαι πού τα έχασα!». Στήν
κραυγή μου οι δαίμονες εξαφανίστηκαν, ενώ οί άγγελοι χάρηκαν καί
αποχώρησαν.
Σάν άκουσαν τη διήγηση του Αρέθα οί
αδελφοί, θαύμασαν τη φιλάνθρωπη σοφία του Θεού, πού βρίσκει πάντοτε
τρόπους να φέρνη τους αμαρτωλούς σε μετάνοια.
Ενώ πρίν κανείς δεν μπορούσε να τον
συγκράτηση από την κακοτροπία καί κακολογία του, τώρα όλοι εκπλήττονταν
με την πραότητα καί την καλωσύνη του.
Με βαθειά μετάνοια, με απροσωπόληπτη
αγάπη, με αδιάκριτη υπακοή, με δακρύρροη προσευχή καί σκληρή εγκράτεια ο
μακάριος Άρέθας πέρασε θεοφιλώς την υπόλοιπη ζωή του. Καί τόσο
εύαρέστησε το Θεό με την ταπείνωση καί την άσκηση, ώστε, μετά την οσιακή
κοίμηση του, αξιώθηκε κι αυτός της αφθαρσίας του τιμίου λειψάνου του,
πού χαρίζει πλούσια τα ελέη του Κυρίου σ’ όσους προστρέχουν σ’ αυτό με
πίστη.
Η μνήμη του τιμάται στις 24 Οκτωβρίου
ΠΑΤΕΡΙΚΟΝ των Σπηλαίων του Κιέβου εκδ.Παρακλήτου
proskynitis.blogspot.com