του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου
«…Ο θυμός κάνει τις γλώσσες αχαλίνωτες και τα στόματα απύλωτα.
Ασυγκράτητα χέρια, βρισιές, κοροϊδίες, κακολογίες, πληγές και άλλα
αναρίθμητα κακά προέρχονται από την οργή και το θυμό. Εξαιτίας του
θυμού, ξίφη ακονίζονται, δολοφονίες τολμώνται, αδέρφια χωρίζουν και
συγγενείς ξεχνούν τον συγγενικό δεσμό τους. Οι οργισμένοι αγνοούν πρώτα
τους εαυτούς τους κι έπειτα όλους τους οικείους. Όπως οι χείμαρροι
παρασύρουν κατεβαίνοντας το καθετί, έτσι και η βίαιη κι ασυγκράτητη ορμή
των οργισμένων δεν υπολογίζει τίποτα. Οι θυμωμένοι δεν σέβονται τους
γέροντες, την ενάρετη ζωή, τη συγγένεια, τις προηγούμενες ευεργεσίες,
ούτε τίποτ’ άλλο σεβαστό και έντιμο. Ο θυμός είναι μια πρόσκαιρη τρέλα.
Ποιος θα μπορούσε να περιγράψει αυτό το κακό; Πως μερικοί είναι τόσο ευέξαπτοι, που με την παραμικρή αφορμή θυμώνουν; Φωνάζουν και αγριεύουν και ορμούν πιο αδίσταχτα κι από τα άγρια θηρία. Δεν σταματούν προτού ξεθυμάνει η οργή τους σ’ ένα μεγάλο και ανεπανόρθωτο κακό. Ούτε το σπαθί ούτε η φωτιά ούτε κανένα άλλο φόβητρο είναι ικανό να συγκρατήσει την ψυχή που έγινε μανιακή από την οργή. Οι οργισμένοι δεν διαφέρουν από τους δαιμονισμένους σε τίποτα, ούτε στην εξωτερική μορφή ούτε στην εσωτερική κατάσταση…
Μην προσπαθείς να θεραπεύσεις το ένα κακό με άλλο κακό. Μην επιχειρείς να ξεπεράσεις τον αντίπαλο στις συμφορές. Γιατί στους κακούς ανταγωνισμούς ο νικητής είναι αθλιότερος, αφού αποχωρεί με τη μεγαλύτερη ευθύνη της αμαρτίας. Σ’ έβρισε ο οργισμένος; Σταμάτησε το πάθος με τη σιωπή…
Σε ονόμασε άσημο και άδοξο ο οργισμένος αντίπαλός σου; Εσύ σκέψου ότι είσαι «χώμα και στάχτη» (Γεν. 18,27). Γιατί δεν είσαι ανώτερος από τον Αβραάμ, που ονόμαζε έτσι τον εαυτό του. Σε ονόμασε αγράμματο και φτωχό και τιποτένιο; Εσύ σκέψου ότι είσαι σκουλήκι και ότι προέρχεσαι από την κοπριά, όπως γράφει ο Δαβίδ (Ψαλμ. 21,7). Πρόσθεσε σ’ αυτά και το παράδειγμα του Μωυσή που όταν τον έβρισαν ο Ααρών και η Μαριάμ, δεν παραπονέθηκε στο Θεό εναντίον τους, αλλά προσευχήθηκε γι’ αυτούς (Αριθ. 12, 1-13)…
Αλλά κι αν ο αντίπαλός σου σε αποκαλέσει ανόητο και αγράμματο, θυμήσου τις βρισιές των Ιουδαίων εναντίον της αληθινής Σοφίας: «Είσαι Σαμαρείτης και δαιμονισμένος» (Ιω. 8,48)… Σε ράπισε ο αντίπαλος; Σκέψου ότι και τον Κύριο ράπισαν. Σ’ έφτυσε; Σκέψου ότι και τον Κύριό μας έφτυσαν. Και μάλιστα δεν έκρυψε το πρόσωπό του για ν’ αποφύγει τον εξευτελισμό από τα φτυσίματα.
Ποιος θα μπορούσε να περιγράψει αυτό το κακό; Πως μερικοί είναι τόσο ευέξαπτοι, που με την παραμικρή αφορμή θυμώνουν; Φωνάζουν και αγριεύουν και ορμούν πιο αδίσταχτα κι από τα άγρια θηρία. Δεν σταματούν προτού ξεθυμάνει η οργή τους σ’ ένα μεγάλο και ανεπανόρθωτο κακό. Ούτε το σπαθί ούτε η φωτιά ούτε κανένα άλλο φόβητρο είναι ικανό να συγκρατήσει την ψυχή που έγινε μανιακή από την οργή. Οι οργισμένοι δεν διαφέρουν από τους δαιμονισμένους σε τίποτα, ούτε στην εξωτερική μορφή ούτε στην εσωτερική κατάσταση…
Μην προσπαθείς να θεραπεύσεις το ένα κακό με άλλο κακό. Μην επιχειρείς να ξεπεράσεις τον αντίπαλο στις συμφορές. Γιατί στους κακούς ανταγωνισμούς ο νικητής είναι αθλιότερος, αφού αποχωρεί με τη μεγαλύτερη ευθύνη της αμαρτίας. Σ’ έβρισε ο οργισμένος; Σταμάτησε το πάθος με τη σιωπή…
Σε ονόμασε άσημο και άδοξο ο οργισμένος αντίπαλός σου; Εσύ σκέψου ότι είσαι «χώμα και στάχτη» (Γεν. 18,27). Γιατί δεν είσαι ανώτερος από τον Αβραάμ, που ονόμαζε έτσι τον εαυτό του. Σε ονόμασε αγράμματο και φτωχό και τιποτένιο; Εσύ σκέψου ότι είσαι σκουλήκι και ότι προέρχεσαι από την κοπριά, όπως γράφει ο Δαβίδ (Ψαλμ. 21,7). Πρόσθεσε σ’ αυτά και το παράδειγμα του Μωυσή που όταν τον έβρισαν ο Ααρών και η Μαριάμ, δεν παραπονέθηκε στο Θεό εναντίον τους, αλλά προσευχήθηκε γι’ αυτούς (Αριθ. 12, 1-13)…
Αλλά κι αν ο αντίπαλός σου σε αποκαλέσει ανόητο και αγράμματο, θυμήσου τις βρισιές των Ιουδαίων εναντίον της αληθινής Σοφίας: «Είσαι Σαμαρείτης και δαιμονισμένος» (Ιω. 8,48)… Σε ράπισε ο αντίπαλος; Σκέψου ότι και τον Κύριο ράπισαν. Σ’ έφτυσε; Σκέψου ότι και τον Κύριό μας έφτυσαν. Και μάλιστα δεν έκρυψε το πρόσωπό του για ν’ αποφύγει τον εξευτελισμό από τα φτυσίματα.
Συκοφαντήθηκες;
Το ίδιο έπαθε κι ο Κύριος. Σου ξέσκισαν τα ρούχα; Αφαίρεσαν και του
Κυρίου τα ενδύματα οι στρατιώτες και τα μοίρασαν μεταξύ τους (Ιω.
19,24). Εσύ όμως δεν καταδικάστηκες ακόμα. Ούτε σταυρώθηκες. Πολλά σου
λείπουν για να μιμηθείς τον Κύριο… Ήρεμα ανέχθηκε το ράπισμα του δούλου.
Ο Δεσπότης και Δημιουργός τ’ ουρανού και της γης. Αυτός που
προσκυνείται απ’ ολόκληρη την ορατή και αόρατη κτίση. Αυτός που
«συγκρατεί το σύμπαν με τη δύναμη του λόγου Του» (Εβρ. 1,3), δεν
επιτρέπει ν’ ανοίξει η γη και να καταπιεί ζωντανό τον ασεβή δούλο ούτε
τον στέλνει στον άδη, αλλά τον νουθετεί και τον διδάσκει: «Αν είπα κάτι
κακό, πες ποιο ήταν αυτό. Αν όμως μίλησα σωστά, γιατί με χτυπάς;» (Ιω.
18,23).
…Όταν νιώσεις τον πειρασμό να βρίσεις,
σκέψου ότι δοκιμάζεσαι. Θα πάς με το μέρος του Θεού, δείχνοντας
μικροθυμία, ή θα τρέξεις προς το διάβολο, δείχνοντας την αγαθή μερίδα;
Γιατί ή θα ωφελήσεις και τον αντίπαλο ακόμα με το παράδειγμα της
πραότητός σου ή θα ζημιωθείτε κι οι δύο με τον εγωισμό σου…
Δυο πράγματα κι εσύ ν’ αποφεύγεις: Να μη θεωρείς τον εαυτό σου άξιο για επαίνους και να μη νομίζεις κανέναν κατώτερό σου. Με τον τρόπο αυτό ποτέ δεν θ’ ανάψει μέσα σου ο θυμός για τις προσβολές που σου γίνονται… Το θυμό σου να τον στρέφεις εναντίον του ανθρωποκτόνου διαβόλου, που είναι ο πατέρας του ψεύδους και ο πρόξενος κάθε αμαρτίας. Να είσαι όμως σπλαχνικός με τον αδελφό σου, γιατί αν συνεχίσει ν’ αμαρτάνει, θα παραδοθεί στο αιώνιο πυρ μαζί με το διάβολο. Όπως διαφέρουν οι λέξεις θυμός και οργή, έτσι διαφέρουν και οι σημασίες τους.
Δυο πράγματα κι εσύ ν’ αποφεύγεις: Να μη θεωρείς τον εαυτό σου άξιο για επαίνους και να μη νομίζεις κανέναν κατώτερό σου. Με τον τρόπο αυτό ποτέ δεν θ’ ανάψει μέσα σου ο θυμός για τις προσβολές που σου γίνονται… Το θυμό σου να τον στρέφεις εναντίον του ανθρωποκτόνου διαβόλου, που είναι ο πατέρας του ψεύδους και ο πρόξενος κάθε αμαρτίας. Να είσαι όμως σπλαχνικός με τον αδελφό σου, γιατί αν συνεχίσει ν’ αμαρτάνει, θα παραδοθεί στο αιώνιο πυρ μαζί με το διάβολο. Όπως διαφέρουν οι λέξεις θυμός και οργή, έτσι διαφέρουν και οι σημασίες τους.
Θυμός είναι μια έντονη έξαψη κι ένα ξέσπασμα του πάθους.
Ενώ οργή είναι μια μόνιμη λύπη και μια διαρκής τάση για εκδίκηση, σαν
να φλέγεται η ψυχή από τον πόθο ν’ ανταποδώσει το κακό. Οι άνθρωποι
αμαρτάνουν και με τις δυο καταστάσεις. Άλλοτε ορμούν απερίσκεπτα να
χτυπήσουν όσους τους προκάλεσαν και άλλοτε καιροφυλακτούν δόλια να
εκδικηθούν όσους τους λύπησαν. Εμείς και τα δυο πρέπει να τ’
αποφεύγουμε…
… Αν συνηθίσεις να είσαι ο έσχατος, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου («Όποιος θέλει να είναι ο πρώτος, θα πρέπει να γίνει ο τελευταίος απ’ όλους / Μαρκ. 9,35), υπάρχει περίπτωση ν’ αγανακτήσει στις άδικες κατηγορίες; Όταν σε βρίζει ένα μικρό παιδί, θεώρησε τα λόγια του σαν αφορμή για γέλιο. Αλλά κι όταν κανείς μεγάλος κυριευθεί από μανία και ξεστομίζει ατιμωτικά λόγια, να τον θεωρείς άξιο συμπάθειας μάλλον παρά μίσους. Δεν είναι τα λόγια που μας λυπούν. Είναι η υπεροψία μας απέναντι στον υβριστή και η μεγάλη ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας. Αν λοιπόν αφαιρέσεις από μέσα σου αυτά τα δυο, τότε τα λόγια μόνα τους είναι ένας κούφιος θόρυβος…Αν με τη σύνεση μπορέσεις να κόψεις την πικρή ρίζα του θυμού, θα ξεριζώσεις μαζί της πολλά άλλα πάθη. Γιατί η δολιότητα, η υποψία, η θρασύτητα, η απιστία, η κακοήθεια, η επιβουλή και όλα τα συγγενικά πάθη είναι γεννήματα αυτής της κακίας.
Ας μην κρύβουμε μέσα μας ένα τόσο μεγάλο κακό. Είναι αρρώστια της ψυχής, σκοτείνιασμα του νου, αποξένωση από το Θεό, αιτία φιλονικίας, αφορμή συμφοράς, πονηρό δαιμόνιο που κυριαρχεί στην ψυχή και αποκλείει την είσοδο του Αγίου Πνεύματος. Γιατί όπου είναι έχθρες, φιλονικίες, θυμοί, φατρίες, διαμάχες, που διαρκώς ταράζουν την ψυχική γαλήνη, εκεί το πνεύμα της πραότητος δεν αναπαύεται.
… Αν συνηθίσεις να είσαι ο έσχατος, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου («Όποιος θέλει να είναι ο πρώτος, θα πρέπει να γίνει ο τελευταίος απ’ όλους / Μαρκ. 9,35), υπάρχει περίπτωση ν’ αγανακτήσει στις άδικες κατηγορίες; Όταν σε βρίζει ένα μικρό παιδί, θεώρησε τα λόγια του σαν αφορμή για γέλιο. Αλλά κι όταν κανείς μεγάλος κυριευθεί από μανία και ξεστομίζει ατιμωτικά λόγια, να τον θεωρείς άξιο συμπάθειας μάλλον παρά μίσους. Δεν είναι τα λόγια που μας λυπούν. Είναι η υπεροψία μας απέναντι στον υβριστή και η μεγάλη ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας. Αν λοιπόν αφαιρέσεις από μέσα σου αυτά τα δυο, τότε τα λόγια μόνα τους είναι ένας κούφιος θόρυβος…Αν με τη σύνεση μπορέσεις να κόψεις την πικρή ρίζα του θυμού, θα ξεριζώσεις μαζί της πολλά άλλα πάθη. Γιατί η δολιότητα, η υποψία, η θρασύτητα, η απιστία, η κακοήθεια, η επιβουλή και όλα τα συγγενικά πάθη είναι γεννήματα αυτής της κακίας.
Ας μην κρύβουμε μέσα μας ένα τόσο μεγάλο κακό. Είναι αρρώστια της ψυχής, σκοτείνιασμα του νου, αποξένωση από το Θεό, αιτία φιλονικίας, αφορμή συμφοράς, πονηρό δαιμόνιο που κυριαρχεί στην ψυχή και αποκλείει την είσοδο του Αγίου Πνεύματος. Γιατί όπου είναι έχθρες, φιλονικίες, θυμοί, φατρίες, διαμάχες, που διαρκώς ταράζουν την ψυχική γαλήνη, εκεί το πνεύμα της πραότητος δεν αναπαύεται.
Ας
συμμορφωθούμε, λοιπόν, με την εντολή του αποστόλου Παύλου, «Διώξτε
μακριά σας κάθε δυσαρέσκεια, θυμό, οργή, κραυγή, κατηγόρια, καθώς και
κάθε άλλη κακότητα» (Εφ. 4,31), και ας περιμένουμε την εκπλήρωση της
υποσχέσεως που έδωσε ο Κύριος στους πράους: «Μακάριοι είναι οι πράοι,
γιατί αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη της επαγγελίας» (Ματθ. 5,5).
——————————————————————————————————-
Ο θυμός, η οργή και η θεραπεία τους
Ομιλία Μεγάλου Βασιλείου «Κατά οργιζομένων», σε νεοελληνική απόδοση
Κείμενα και ερμηνευτική απόδοση Αδελφότης Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Καρέα.
Εκδόσεις ‘ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ’, ΣΕΙΡΑ ‘ΣΕΛΑΣΦΟΡΑ’ 2004, σελ. 46
Προλογικά
Κατά κοινή ὁμολογία, τίςτελευταῖεςδεκαετίεςἡἐπιθετικότητα, ἡβία, ἡβάναυσησυμπεριφορά, ἡκαταστροφικότατα, εἶναιφαινόμεναπούπλεονάζουν στήν κοινωνία μας, καί πού ἀπασχολοῦνκαίτούςπνευματικούςἠγέτεςκαίποιμένεςμας, ἀλλάκαίγενικότερατόν ἐπιστημονικό κόσμο.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, μέ τή βαθιά πείρα τους καί τή γνώση τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, θεωροῦνὅτιἡβία, ἡκαταστροφικότατα, ἡἀχαλίνωτησυμπεριφορά, συχνά, εἶναιἀπότοκατῆςὑπερηφάνειαςκαίκατ‘ ἐπέκτασητοῦθυμοῦκαίτῆςὀργῆς: «Θυμοῦεἰσιπάθη·ὀργή, πικρία, κραυγή, ὀξυχολία, θράσος, τύφος, ἀλαζονεία, καίεἴτιἕτερον», μᾶςλέειὁἅγιοςΓρηγόριοςὁΣιναΐτης[1]. Δηλαδή: Ἡὀργή, ἡπικρία, οἱφωνές, τόεὐέξαπτον, τόθράσος, ὁτύφος,ἡἀλαζονεία, καίπολλάἄλλα, εἶναιπάθηπούπροέρχονταιἀπότόθυμό».
Στήν Κλίμακα, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης χαρακτηρίζει τόν θυμώδη ἄνθρωπο καί τόν ὀνομάζει «ἐπιληπτικόν ἑκούσιον»[2]. Καί ὁμέγαςΒασίλειοςστόκείμενοπούἀκολουθεῖθεωρεῖτόθυμό «ὡςστιγμιαίατρέλλα». Ὅτανὁἄνθρωποςκυριευθεῖἀπότόθυμόκαίτήνὀργή, ἐκτρέπεταιστό«παρά φύσιν», σέ ὕπαρξηκτηνώδη, θηριώδη, δαιμονική, μᾶςἀναπτύσσειὁἍγιοςμέπολλήσαφήνειακαίἐνάργεια.
Πράγματι, τό δηλητήριο τῆς ὀργῆς εἶναι θανατηφόρο, διότι ἐπιτρέπειστόνπονηρόδαίμονανάκατοικήσειστήνκαρδιάμας, ὁὁποῖοςμαςσκοτίζειτούςὀφθαλμούςτῆςψυχῆςτόσο, ὥστενάμήμποροῦμενάδιακρίνουμετόκαλόἀπότόκακό. «Ἡὀργήκαταστρέφειἀκόμηκαίτούςφρόνιμους», μᾶςλένεοἱΠαροιμίες[3]. Ὅποιοςλοιπόν θέλει νά ἀγωνισθεῖκαίνάφθάσειστήντελειότητα, πρέπεινάκρατήσειτόνἑαυτότουμακριάἀπότήνὀργήκαίτόθυμό, καθώςκαίὁἀπόστολοςΠαῦλοςμαςπαραγγέλλει: «Κάθε ἔχθρακαίὀργήκαίθυμόςκαίκραυγήκαίβλασφημία, ἄςεἶναιμακριάἀπόσας, μαζίμέκάθε κακία» [4]. Διότι «ὅποιοςμισεῖτόνἀδελφότου, εἶναιἀνθρωποκτόνος» [5].
Γιατί, στ’ ἀλήθεια, πώς θά φθάσει κάποιος στήν τελείωση, πώς θά
μπορέσει νά προσευχηθεῖ, ὅταν καλλιεργεῖ μέσα στήν καρδιά του τό μίσος,
τή μνησικακία, πού κι αὐτά τά γεννάει στήν ψυχή ὁ θυμός καί ἡ ὀργή;
Ὁ ἀββᾶς Κασσιανός ὁ Ρωμαῖος μας δηλώνει ξεκάθαρα καί μᾶςλέειπώςὅποιοςθέλεινάφθάσειστήντελείωσηκαίἐπιθυμεῖνάἀγωνίζεταιτόνπνευματικόἀγῶνα«ἀπόπαντόςἐλαττώματοςὀργῆςτέκαίθυμοί) ἀλλότριοςἔσται». Γιατί, ἄνὁνοῦς ἀμαυρωθεῖμέτόσκότοςτῆςμνησικακίας, θάχάσειτόφῶςτῆςγνώσεωςκαίθάστερηθεῖ«καίτῆςἐνοικήσεωςτοῦἉγίουΠνεύματος»[6].
Τότε μόνο ἔχουμετόδικαίωμα, μᾶς λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, νά χρησιμοποιήσουμε τό θυμό, ὅταντόνστρέφουμεἐναντίοντῶνπαθῶν μας καί τῶνφιλήδονωνλογισμῶνμας. Γι‘ αὐτόλέεικαί ὁ προφήτης Δαβίδ «νά ὀργίζεσθεκαίνάμήνἁμαρτάνετε». Δηλαδή, νά ὀργίζεσθεἐναντίοντῶνπαθῶνσαςκαίτῶνπονηρῶνλογισμῶνσας, ἀλλάνάμήνἐκτελεῖτεαὐτάπούσαςὑπαγορεύουν.
Τότε μόνο ἔχουμετόδικαίωμα, μᾶς λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, νά χρησιμοποιήσουμε τό θυμό, ὅταντόνστρέφουμεἐναντίοντῶνπαθῶν μας καί τῶνφιλήδονωνλογισμῶνμας. Γι‘ αὐτόλέεικαί ὁ προφήτης Δαβίδ «νά ὀργίζεσθεκαίνάμήνἁμαρτάνετε». Δηλαδή, νά ὀργίζεσθεἐναντίοντῶνπαθῶνσαςκαίτῶνπονηρῶνλογισμῶνσας, ἀλλάνάμήνἐκτελεῖτεαὐτάπούσαςὑπαγορεύουν.
Καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος μας παροτρύνει καί μας συμβουλεύει, σχετικά μέ τήν ὀργή, κάτιπολύχρήσιμοκαίπρακτικόγιάτήνκαθημερινήμαςζωή. «Ὁἥλιος», λέει, «νά μή βασιλεύει, ἀφήνοντάςσαςθυμωμένους, οὔτενάδίνετετόποστόνδιάβολο»[7]. Τί θά μποροῦσενάπεῖκανείςγιάὅλααὐτά, ὅτανπολλέςφορέςἡὀργήδένκυριεύειτήνψυχήμαςμόνομέχριτήδύσητόνἥλιου, ἀλλάπαραμένειμέσαμαςζωντανήγιάπολλέςἡμέρεςκαίμάλισταμερικέςφορέςκαίγιάχρόνια;Τόπάθοςὅμωςαὐτότῆςὀργῆςκαίτοῦ θυμοῦ, μέτήνπάροδοτοῦχρόνου, «κραταιώνεται καί γίνεται ἀκατάλυτο», γιατί ἔχειβάσητήνὑπερηφάνεια, ὑποστηρίξει ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ Ἀσκητής.
Καί ὁΚύριοςμας, Ἰησοῦς Χριστός, δέν θέλει νά τρέφουμε μίσος ἡλύπηἡὀργήἡμνησικακίαγιάὁποιονδήποτεἄνθρωπο, ἀλλάθέλεινάτρέφουμεἀγάπη, νάτόνθεωροῦμεὡςεἰκόναδικήΤου, «ὡςΧριστόνἐνἑτέρᾳμορφή», διότι αὐτόμαςὁδηγεῖστό«κατάφύσιν»καίμαςκάνειθεούς«κατά Χάριν».
Ὁ Μέγας Βασίλειος στήν ὁμιλία του «Κατά ὀργιξομένων», πού ἀκολουθεῖσένεοελληνικήμετάφραση, μέ τόν τίτλο «Ὁθυμός, ἡὀργήκαίἡθεραπείατους», καταγράφει μέ ἀπαράμιλληρητορικήδεινότητατήνκατάστασητοῦἀνθρώπουπούἔχεικυριευθεῖἀπότόθυμόκαίτήνὀργή. Εἶναιἕναψυχογράφημα. ἈλλάὁἍγιοςδένπαραμένειμόνοστήν περιγραφή καί στήν ἀνάλυση τοῦ πάθους. Μᾶςἀναφέρεικαίτούς τρόπους τῆςἀντιμετωπίσεωςκαίτῆςθεραπείαςτοῦθυμοῦκαίτῆςὀργῆς, μέ πλῆθοςχωρίωνκαίγεγονότωνἀπότήν Ἁγία Γραφή.
Ὁλόγοςτουεἶναιζωντανός, ἀριστοτεχνικός, καίμέτήνἐπιδεξιότηταπούτόνδιακρίνει, μᾶςὁδηγεῖστήσυνειδητοποίησητοῦμεγέθουςτοῦπάθουςτῆςὀργῆς, στήγνήσιαμετάνοια, στήνἀοργησίακαίἐντέλειστήνἀπάθεια, μέβάσηπρῶτα – πρῶτατήλογική, καίἔπειτατήνταπεινόφρονησυμπεριφορά, κατάμίμησητόνΚυρίονμαςἸησοῦΧρίστου, ὁὉποῖος«λοιδορούμενος οὐκἀντελοιδόρει, πάσχωνοὐχἠπείλει» (Α’ Πέτρ. 2, 23). (alopsis.gr)
Η ΕΚΔΟΤΡΙΑ ΜΟΝΗ
1. «Γρηγορίου τοῦΣινάΐτου). Κεφάλαια δι’ ἀκροστιχίδοςπάνυὠφέλιμα», Ρ.G. 150.126 Α. οθ‘.
2. Κλίμαξ Η’, 150. ιγ. Ἐκδ. ἹεράςΜονῆςΠαρακλήτου, ὨρωπόςἈττικῆς.
3. Παροιμ. 15, 1
4. Ἐφεσ. 4. 31
5. Α’ Ἰωάν. 3. 15
6. ΚασσιανοῦΡωμαίου: ΠρόςΚάστοραἐπίσκοπον, ΦιλοκαλίαΑ‘. σέλ. 70-73. Ἐκδ. «Ἀστήρ».
7. Ἐφεσ. 26-27
Καί ὁΚύριοςμας, Ἰησοῦς Χριστός, δέν θέλει νά τρέφουμε μίσος ἡλύπηἡὀργήἡμνησικακίαγιάὁποιονδήποτεἄνθρωπο, ἀλλάθέλεινάτρέφουμεἀγάπη, νάτόνθεωροῦμεὡςεἰκόναδικήΤου, «ὡςΧριστόνἐνἑτέρᾳμορφή», διότι αὐτόμαςὁδηγεῖστό«κατάφύσιν»καίμαςκάνειθεούς«κατά Χάριν».
Ὁ Μέγας Βασίλειος στήν ὁμιλία του «Κατά ὀργιξομένων», πού ἀκολουθεῖσένεοελληνικήμετάφραση, μέ τόν τίτλο «Ὁθυμός, ἡὀργήκαίἡθεραπείατους», καταγράφει μέ ἀπαράμιλληρητορικήδεινότητατήνκατάστασητοῦἀνθρώπουπούἔχεικυριευθεῖἀπότόθυμόκαίτήνὀργή. Εἶναιἕναψυχογράφημα. ἈλλάὁἍγιοςδένπαραμένειμόνοστήν περιγραφή καί στήν ἀνάλυση τοῦ πάθους. Μᾶςἀναφέρεικαίτούς τρόπους τῆςἀντιμετωπίσεωςκαίτῆςθεραπείαςτοῦθυμοῦκαίτῆςὀργῆς, μέ πλῆθοςχωρίωνκαίγεγονότωνἀπότήν Ἁγία Γραφή.
Ὁλόγοςτουεἶναιζωντανός, ἀριστοτεχνικός, καίμέτήνἐπιδεξιότηταπούτόνδιακρίνει, μᾶςὁδηγεῖστήσυνειδητοποίησητοῦμεγέθουςτοῦπάθουςτῆςὀργῆς, στήγνήσιαμετάνοια, στήνἀοργησίακαίἐντέλειστήνἀπάθεια, μέβάσηπρῶτα – πρῶτατήλογική, καίἔπειτατήνταπεινόφρονησυμπεριφορά, κατάμίμησητόνΚυρίονμαςἸησοῦΧρίστου, ὁὉποῖος«λοιδορούμενος οὐκἀντελοιδόρει, πάσχωνοὐχἠπείλει» (Α’ Πέτρ. 2, 23). (alopsis.gr)
Η ΕΚΔΟΤΡΙΑ ΜΟΝΗ
1. «Γρηγορίου τοῦΣινάΐτου). Κεφάλαια δι’ ἀκροστιχίδοςπάνυὠφέλιμα», Ρ.G. 150.126 Α. οθ‘.
2. Κλίμαξ Η’, 150. ιγ. Ἐκδ. ἹεράςΜονῆςΠαρακλήτου, ὨρωπόςἈττικῆς.
3. Παροιμ. 15, 1
4. Ἐφεσ. 4. 31
5. Α’ Ἰωάν. 3. 15
6. ΚασσιανοῦΡωμαίου: ΠρόςΚάστοραἐπίσκοπον, ΦιλοκαλίαΑ‘. σέλ. 70-73. Ἐκδ. «Ἀστήρ».
7. Ἐφεσ. 26-27
Επιμέλεια: Αέναη επΑνάσταση
http://agiopneymatika.blogspot.gr/search?updated-max=2014-05-28T07:37:00-07:00&max-results=10&start=2&by-date=false