ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΝ ΚΟΛΛΗΣΕΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΤΗ ΓΗ, Ο ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΩΝ ΔΕΝ ΘΡΟΕΙΤΑΙ. ΚΑΙ ΑΝ ΑΔΙΚΗΘΕΙ ΔΕΝ ΑΓΩΝΙΑ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΤΙ ΑΔΙΚΗΘΗΚΕ ΑΛΛΑ ΒΑΖΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ(ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ- ΕΝΑΣ ΠΟΛΥ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΑΓΙΟΣ)

Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2014

Γιά τόν Θεῖο φόβο

 
 Δ΄ Διδασκαλία
ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΙΟ ΦΟΒΟ
Ἀββᾶ Δωροθέου ἔργα ἀσκητικά
Ἀκούσαμε λοιπόν ποιός εἶναι ὁ τέλειος φόβος τῶν ἁγίων καί ποιός εἶναι ὁ ἀρχικός φόβος τῆς δικῆς μας καταστάσεως καί ἀπό ποῦ ξεκινάει κανείς καί ποῦ φτάνει μέ τό φόβο τοῦ Θεοῦ. Τώρα λοιπόν μᾶς ἀπομένει νά μάθουμε τό πῶς ἔρχεται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί νά ποῦμε ποιά εἶναι αὐτά πού μᾶς ἀποξενώνουν ἀπ᾿ αὐτόν.
Εἶπαν οἱ Πατέρες ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀποκτάει τό φόβο τοῦ Θεοῦ: Μέ τή διαρκή «μνήμη τοῦ θανάτου»1 καί τῶν τιμωριῶν. Μέ τό νά ἐρευνᾶ τόν ἑαυτό του, κάθε βράδυ, πῶς πέρασε τήν ἡμέρα, καί κάθε πρωί πάλι, πῶς πέρασε τή νύκτα. Μέ τό νά μήν ἔχει παρρησία. Μέ τό νά ζήσει μέ κάποιον ἄλλον ἄνθρωπο πού πραγματικά φοβᾶται τό Θεό.
Γιατί λέγεται ὅτι ρώτησε ἕνας ἀδελφός κάποιον ἀπό τούς Γέροντες: «Τί νά κάνω, πάτερ, γιά νά φοβᾶμαι τό Θεό»; Καί τοῦ λέει ὁ Γέροντας: «Πήγαινε νά ζήσεις μαζί μέ κάποιον πού φοβᾶται τό Θεό, καί καθώς ἐκεῖνος θά ζεῖ τό φόβο τοῦ Θεοῦ, θά μάθεις καί σύ πῶς νά Τόν φοβᾶσαι2».
Διώχνουμε δέ τό φόβο τοῦ Θεοῦ μακριά μας κάνοντας ὅλα τά ἀντίθετα ἀπ᾿ αὐτά πού ἀναφέραμε, δηλαδή μέ τό νά μήν ἔχουμε «μνήμη θανάτου» καί τῶν τιμωριῶν, νά μήν προσέχουμε τούς ἑαυτούς μας, νά μήν ἐξετάζουμε πῶς περάσαμε, ἀλλά νά ζοῦμε ἀδιάφορα καί μ᾿ ἀδιάφορους πνευματίκα νά συναναστρεφόμαστε, καί ἀκόμα ἔχοντας παρρησία. Αὐτό εἶναι χειρότερο ἀπ᾿ ὅλα. Αὐτό εἶναι τέλειος ἀφανισμός. Γιατί, τί ἄλλο διώχνει μακριά ἀπό τήν ψυχή τό φόβο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἡ παρρησία, εἶπε ὅτι μοιάζει μέ μεγάλο καύσωνα, πού ὅταν ἔλθει, ὅλοι τρέχουν νά κρυφτοῦν καί πού καταστρέφει τούς καρπούς τῶν δέντρων3. Βλέπετε, ἀδελφοί μου, τί δύναμη ἔχει τό πάθος; Βλέπετε τί ὀργή; Καί ὅταν τόν ξαναρώτησαν: «Πραγματικά, εἶναι τόσο φοβερή ἁμαρτία, ἡ παρρησία»; Ἀπάντησε: «Δέν ὑπάρχει χειρότερο πάθος ἀπό τήν παρρησία, γιατί αὐτή εἶναι ἡ μητέρα ὅλων τῶν παθῶν». Πολύ καλά καί μέ πολύ σύνεση εἶπε ὅτι εἶναι μητέρα ὅλων τῶν παθῶν, ἐπειδή αὐτή διώχνει τό φόβο τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ψυχή. Γιατί, ἄν μέ τό φόβο τοῦ Κυρίου ἀπομακρύνεται κανείς ἀπό κάθε κακό, ὁπωσδήποτε ὅπου δέν ὑπάρχει φόβος Θεοῦ, ἐκεῖ βρίσκεται κάθε πάθος. Ὁ Θεός νά γλυτώσει τίς ψυχές μας ἀπό τό καταστροφικό πάθος τῆς παρρησίας.
Καί ἡ παρρησία ἐκφράζεται μέ πολλούς τρόπους. Παρρησιάζεται κανείς καί μέ τά λόγια καί μέ τήν ἀφή καί μέ τό βλέμμα. Φτάνει κανείς ἀπό τήν παρρησία καί στήν ἀργολογία, καί στό νά κουβεντιάζει γιά κοσμικά πράγματα καί στό νά κάνει ἀστεῖα καί νά προξενεῖ ἄσεμνα γέλια. Παρρησία εἶναι τό νά ἀγγίζεις κάποιον χωρίς νά ὑπάρχει ἀνάγκη, τό νά ἁπλώσεις τό χέρι σου σέ κάποιον γιά ν᾿ ἀστειευτεῖς, τό νά σπρώξεις κάποιον ἤ νά τοῦ ἁρπάξεις κάτι, τό νά κοιτάζεις κάποιον μέ ἀναίδεια. Αὐτά ὅλα τά γεννάει ἡ παρρησία. Αὐτά ὅλα γίνονται γιατί δέν ὑπάρχει στήν ψυχή φόβος Θεοῦ. Καί ἀπ᾿ αὐτά φτάνει κανείς σιγά – σιγά καί σέ τέλεια καταφρόνηση4. Γι᾿ αὐτό, ὅταν παρέδιδε ὁ Θεός τίς ἐντολές τοῦ νόμου, ἔλεγε: «Κάνετε εὐλαβεῖς τούς υἱούς τοῦ Ἰσραήλ» (Λευΐτ. 15 : 31). Γιατί χωρίς τήν εὐλάβεια οὔτε τόν ἴδιο τό Θεό δέν τιμάει κανείς, οὔτε κἄν δίνει προσοχή, ἔστω καί μιά φορά, σ᾿ ὁποιαδήποτε ἐντολή. Γι᾿ αὐτό δέν ὑπάρχε τίποτα πιό ἐπιζήμιο ἀπό τήν παρρησία. Γι᾿ αὐτό εἶναι ἡ μητέρα ὅλων τῶν παθῶν, ἐπειδή ἀπομακρύνει τήν εὐλάβεια, ἐπειδή διώχνει τό φόβο τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή γεννάει τήν καταφρόνηση.
Ἐπειδή ἔχετε παρρησία μεταξύ σας, γι᾿ αὐτό καί δέν ἔχετε σεβασμό καί μιλᾶτε ἄσχημα καί πληγώνετε ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Καί ἄν ἕνας σας δεῖ κάτι πού δέν ὠφελεῖ, φεύγει, τό κουβεντιάζει καί τό βάζει στήν καρδιά ἄλλου ἀδελφοῦ. Καί δέν βλάπτεται μόνον αὐτός, ἀλλά βλάπτει καί τόν ἀδελφό του, βάζοντάς στήν καρδιά του τό θανατηφόρο σπέρμα τοῦ κακοῦ. Καί ἐνῶ πολλές φορές ἔχει τό νοῦ του στήν προσευχή ἤ σέ κάποιο ἄλλο καλό πράγμα, πάει ὁ ἄλλος καί τοῦ δίνει θέμα ν᾿ ἀσχολεῖται, καί ὄχι μόνον ἐμποδίζει τήν πνευματική του ὠφέλεια, ἀλλά τοῦ φέρνει καί πειρασμό. Καί δέν ὑπάρχει τίποτα ποιό βαρύ, τίποτα πιό καταστρεπτικό, ἀπό τό νά κάνει κανείς κακό, ὄχι μόνον στόν ἑαυτόν του, ἀλλά καί στούς ἄλλους.
Ἄς ἔχουμε εὐλάβεια, ἀδελφοί μου, ἄς φοβόμαστε τήν καταστροφή, τή δική μας καί τῶν ἄλλων. Ἄς τιμοῦμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον καί ἄς προσέχουμε ὥστε οὔτε νά σηκώνουμε τά μάτια μας στά πρόσωπα τῶν ἄλλων. Γιατί καί αὐτό, ὅπως εἶπε κάποιος ἀπό τούς Γέροντες, εἶναι εἶδος παρρησίας.
Καί ἄν κάποτε συμβεῖ καί δεῖ κανείς τόν ἀδελφό του ν᾿ ἁμαρτάνει, οὔτε νά τόν ἀποστραφεῖ καί νά σιωπήσει καί νά τόν ἀφήσει νά καταστραφεῖ, οὔτε πάλι νά τόν βρίσει καί νά τόν καταλαλήσει, ἀλλά μέ συμπάθεια καί φόβο Θεοῦ ν᾿ ἀναφέρει τό γεγονός σέ κάποιον πού εἶναι σέ θέση νά τόν διορθώσει, ἤ νά τοῦ μιλήσει ὁ ἴδιος μέ ἀγάπη καί ταπείνωση λέγοντας: «Συγχώρεσέ με, ἀδελφέ μου, γιατί σάν ἄνθρωπος πού δέν ἔχω μάθει νά βλέπω τά χάλια μου, παρατηρῶ ὅτι ἴσως δέν κάνουμε καλά αὐτό ἐδῶ τό πράγμα». Καί ἄν δέν τόν ἀκούσει, ἄς τό πεῖ σέ ἄλλον, σ᾿ ὅποιον ἡ συνείδησή του τόν πληροφορεῖ ὅτι εἶναι εὐλαβής. Ἄς τό πεῖ στόν προεστώτα του ἤ στόν ἡγούμενο, ἀνάλογα μέ τό μέγεθος τοῦ σφάλματος, καί ἄς ἡσυχάσει. Ἀλλά, ὅπως εἴπαμε, νά τό πεῖ μέ σκοπό νά διωρθώσει τόν ἀδελφό του καί ὄχι γιά φλυαρία ἤ γιά καταλαλιά ἤ γιά ἐξουδένωσή του, χωρίς νά θέλει νά τόν διαπομπεύσει, χωρίς νά τόν κατακρίνει, χωρίς νά προφασίζεται ὅτι δῆθεν θέλει νά τόν διορθώσει, ἔχοντας μέσα του κάποια κακή πρόθεση ἀπ᾿ ὅσες ἀνέφερα. Γιατί πραγματικά, καί στόν ἴδιο τό Γέροντά του ἄν πεῖ κανείς κάτι, χωρίς νά ἔχει τήν πρόθεση νά διορθώσει τόν πλησίον ἤ γιατί ὁ ἴδιος σκανδαλίστηκε, εἶναι ἁμαρτία, εἶναι καταλαλιά. Ἀλλ᾿ ἄς ἐξετάσει τήν καρδιά του καί ἄν ἔχει κάποια ἐμπαθή τάση, νά μήν τό πεῖ. Ἄν ὅμως παρατηρεῖ μέ ἀκρίβεια μέσα του ὅτι πραγματικά ἀπό συμπάθεια καί γιά τήν ὠφέλεια τοῦ πλησίον θέλει νά τό πεῖ, τόν ἐνοχλεῖ ὅμως καί κάποιος λογισμός μέσα του ἐμπαθής, νά ἀναφέρει στό Γέροντα μέ ταπείνωση καί τό δικό του ἁμάρτημα καί τοῦ πλησίον λέγοντας: «Ἡ μέν συνείδησή μου μέ πληροφορεῖ ὅτι θέλω νά τό πῶ γιά τή διόρθωση τοῦ ἀδελφοῦ, ἀλλά αἰσθάνομαι ὅτι μέσα μου ἔχει μπλεχτεῖ καί κάποιος λογισμός, εἴτε γιατί εἶχα κάποτε κάτι ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ, εἴτε γιατί κάποιος ἀπατηλός λογισμός θέλει νά μ᾿ ἐμποδίσει νά τό πῶ καί νά διορθωθεῖ, δέν ξέρω». Καί τότε ὁ Γέροντας θά τοῦ πεῖ ἄν πρέπει νά τό πεῖ ἤ ὄχι.
Πολλές φορές λέει κανείς κάτι χωρίς νά ἔχει σκοπό οὔτε νά ὠφελήσει τόν ἀδελφό του, οὔτε νά ἐξομολογηθεῖ τό σκανδαλισμό του, οὔτε ἐπειδή ἔχει κάποια μνησικακία, ἀλλά ἔτσι ἁπλά στή συζήτηση, ἀπό διάθεση ἀργολογίας. Καί τί χρειάζεται αὐτή ἡ φλυαρία; Πολλές φορές μάλιστα, μαθαίνει ὁ ἀδελφός ὅτι ἔλεγε γι᾿ αὐτόν καί ταράζεται καί θλίβεται καί μεγαλώνει τό κακό. Γιατί ὅταν λέει κανείς κάτι μόνο καί μόνο γιά νά ὠφέληθεῖ ὁ ἄλλος, δέν ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά ταραχθεῖ, δέν ἀφήνει νά ἐπακολουθήσει καμιά θλίψη καί βλάβη.
Ἀγωνιστεῖτε λοιπόν ὅπως εἴπαμε, νά φυλᾶτε τή γλώσσα σας, νά μή λέει κανείς σας κακό γιά τόν πλησίον, οὔτε νά πληγώνει κανέναν μέ λόγο ἤ ἔργο ἤ μέ κίνηση ἤ μ᾿ ὁποιοδήποτε ἄλλο τρόπο. Οὔτε νά εἴσαστε εὐέξαπτοι, ὥστε, ὅταν ἀκούσει κανείς σας ἀπό τόν ἀδελφό του ἕνα λόγο, νά θυμώνει ἤ νά ἀπαντάει καί αὐτός ἄσχημα ἤ νά παραμένει θλιμμένος μαζί του. Αὐτά δέν εἶναι σημάδια αὐτῶν πού ἀγωνίζονται. Αὐτά δέν τά κάνουν ὅποιοι θέλουν νά σωθοῦν.
Ἀποκτῆστε τό φόβο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μέ εὐλάβεια, ὥστε, ὅταν συναντιόσαστε, νά σκύβει καθένας τό κεφάλι του μπροστά στόν ἀδελφό του, ὅπως εἴπαμε, ταπεινώνοντας τόν ἑαυτόν του, μπροστά στό Θεό καί μπροστά στόν ἀδελφό του καί κόβοντας γιά χατήρι του τό θέλημά του. Πραγματικά εἶναι ἀξιέπαινο πράγμα τό νά παραχωρεῖ κάποιος διακονητής τή θέση του στόν ἀδελφό του καί νά τόν προτιμάει. Ὠφελεῖται αὐτός πού τήν παραχώρησε περισσότερο ἀπό τόν ἄλλο. Ἐγώ δέν θυμᾶμαι νά ἔκανα τίποτα καλό, ἀλλ᾿ ἄν πάντοτε μέ σκέπασε ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπ᾿ αὐτό ξέρω ὅτι μέ σκέπασε, δηλαδή ἀπό τό ὅτι ποτέ δέν προτίμησα τόν ἑαυτό μου ἀπό τόν ἀδελφό μου, ἀλλά πάντα ἔβαζα πρῶτο τόν ἀδελφό μου.
………
Νά τά μελετᾶτε πάντα μέσα σας αὐτά, ἀδελφοί μου, νά ἐντρυφᾶτε στά λόγια τῶν ἁγίων Γερόντων, νά φροντίζετε μέ ἀγάπη καί φόβο Θεοῦ νά ζητᾶτε τήν ὠφέλεια τή δική σας καί τῶν ἄλλων. Ἔτσι μπορεῖτε νά βοηθιέστε ἀπ᾿ ὅλα ὅσα συμβαίνουν καί νά προοδεύετε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Αὐτός δέ ὁ φιλάνθρωπος Θεός μας νά σᾶς χαρίσει τό φόβο Του. Γιατί λέει ἡ Ἁγία Γραφή: «Νά φοβᾶσαι τό Θεό καί νά τηρεῖς τίς ἐντολές Του. Γιατί μόνο μέσα σ᾿ αὐτό τό σχῆμα βρίσκει καί ὁλοκληρώνει τόν προορισμό του κάθε ἄνθρωπος. ( Ἐκκλ. 12 : 13).
 Τῷ Θεῷ πρέπει κάθε δόξα τιμή καί προσκύνηση,
τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Ἀμήν!
 Ἀπό τό βιβλίο: «Ἀββᾶ Δωροθέου ἔργα ἀσκητικά» (Δ΄ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ σελ. 153-159, 167)
Ἐκδόσεις «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ»,
Ἱερά Μ. Τμίου Προδρόμου Καρέα
1Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου σάν ἀσκητική ὁδός συνιστᾶται στούς ἀρχάριους κυρίως στήν πνευματική ζωή, ἀφ᾿ ἑνός γιά λόγους προληπτικούς, γιά τή συγκράτηση τῆς ἐξασθενήσεως τοῦ ζήλου καί τῆς πτώσεως στήν ἁμαρτία, «Μέμνησο διαπαντός τῆς ἐξόδου σου, καί μή ἐπιλάθῃ κρίσεως αἰωνίου· καί οὐκ ἔσται πλημμέλεια ἐν τῇ ψυχῇ σου» (Γεροντικό), ἀφ᾿ ἑτέρου γιά λόγους ἀφυπνίσεως ἀπό τό λήθαργο τῆς ἀμελείας καί τῆς ὑποδουλώσεως στά πάθη. («Ἐάν στραφῇ ὁ νοῦς καί ζητήσῃ τόν Θεό καί μνημονεύσει τῆς αἰωνίου κρίσεως, εὐθής τό πάθος πίπτει καί ἀφανές γίνεται». Ἀβ. Κρόν. Γερ. 59).
Στίς προηγμένες πνευματικά καί φωτισμένες ψυχές, ἡ μνήμη τοῦ θανάτου δέν ἔχει καμιά ἀπό τίς σκοπιμότητες πού ἀναφέρθηκαν, ἀλλά ταυτίζεται μέ τή μνήμη τοῦ Θεοῦ καί τήν πνευματική εὐφροσύνη, γιατί ἡ ἔξοδός τους ἐκ τοῦ σώματος δέν ἀποτελεῖ αἰτία φόβου καί ἀνησυχίας, ἀλλά εἶναι βεβαία μετάβαση «ἐκ τοῦ θανάτου πρός τήν ζωήν» (Ἰωάν. Ε΄ : 24). «Ἐπιθυμῶ ἀναλῦσαι καί σύν Χριστῷ εἶναι» (Φιλπ. Α΄: 23).
2Ἀβ. Ποιμήν P.G. 65, 337 B.
3Ἀβ. Ἀγάθων P.G. 65, 109 A.
4Τέλεια καταφρόνηση: Μέ τόν ὅρο αὐτό στήν ἀσκητική γλώσσα φανερώνεται ἡ ψυχική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου πού ἔχει σάν κύριο χαρακτηριστικό τήν ἀδιαφορία γιά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τήν ὁλοσχερή πώρωση τῆς συνειδήσεως.
Εἶναι εἰκόνα τοῦ πνευματικοῦ θανάτου ἀλλά δέν εἶναι τέλειος πνευματικός θάνατος.
Ἀκόμη ὑπάρχει δυνατότητα ἐπιστροφῆς καί μετάνοιας.
http://www.hristospanagia.gr/?p=30871 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...