ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΝ ΚΟΛΛΗΣΕΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΤΗ ΓΗ, Ο ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΩΝ ΔΕΝ ΘΡΟΕΙΤΑΙ. ΚΑΙ ΑΝ ΑΔΙΚΗΘΕΙ ΔΕΝ ΑΓΩΝΙΑ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΤΙ ΑΔΙΚΗΘΗΚΕ ΑΛΛΑ ΒΑΖΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ(ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ- ΕΝΑΣ ΠΟΛΥ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΑΓΙΟΣ)

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

Πῶς ὅμως θά φυλάξουμε καθαρή τήν καρδιά μας;

 
 Πρῶτον: Ἡ προσοχή τοῦ νοῦ ἕλκεται ἀπό τήν Εὐχή, εἴτε λέγεται αὐτή προφορικά μέ τό στόμα εἴτε ἀπό μέσα μας μέ τόν ἐνδιάθετο λόγο, καί γίνεται φρουρός στήν προσβολή τῶν κακῶν λογισμῶν.

  • Δεύτερον: Ἡ Εὐχή, ἡ προφορική καί νοερά, καταστρέφει τά φτερά τῆς φαντασίας, πού εἶναι ἡ «γέφυρα τῶν δαιμόνων». Ἡ παρουσία τῆς χαρισματικῆς εὐωδίας τοῦ Παναγίου Πνεύματος πού βιώνεται μέσα μας διά τῆς Εὐχῆς, εἶναι αὐτή πού ἐξουδετερώνει τήν δύναμι τῆς φαντασίας.
  • Καί τρίτον: Οἱ πέντε ἐξωτερικές αἰσθήσεις μας, πού αἰχμαλωτίζονται ἀπό τά πάθη, ἐλευθερώνονται ἀπό τήν ἐργασία τῆς Νοερᾶς προσευχῆς, πού προσελκύοντας τήν θεία Χάρι, τίς ἀλλοιώνει πνευματικά, τίς χαριτώνει καί τίς πνευματοποιεῖ.
  1. Πνευματοποιεῖται ἡ ὅρασις, πού «ὁρᾶ» ἀκαταλήπτως τό Φῶς τοῦ Θεοῦ.

  2. Χαριτώνεται ἡ ὄσφρησις καί «μυρίζει» τήν εὐωδία τοῦ θείου μύρου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
  3. Χριστοποιεῖται ἡ ἀκοή καί «ἀκούει» ὑπερφυῶς τά ὑπερνοητά ἀγγελικά ἐνηχήματα.
  4. Θεοφορεῖται ἡ γεῦσις καί «γεύεται» τήν οὐράνια γλυκύτητα τῆς θείας Κοινωνίας καί τήν ὑπερνοητή εὐφροσύνη κατά τό «γεύσασθε καί ἴδετε ὅτι χρηστός ὁ Κύριος» (Ψαλμ. 33 : 9).
  5. Ἀγγελοποιεῖται ἡ ἀφή,  ἀφοῦ «ἅπτεται» ἀψηλαφήτως τό «ξύλο τῆς ζωῆς τό ἐν τῷ παραδείσῳ» ἤ τό ψηλαφητό σκότος τῆς κολάσεως.
  6. Καί ἀπό τήν πολλή Εὐχή, πού λέγεται, πνευματοποιεῖται καί αὐτή ἡ ἀναπνοή, ἀφοῦ ἀπό τήν μύτη καί τό στόμα ἐξέρχεται ἡ ἄρρητος εὐωδία τῆς θείας Χάριτος, ὅπως τό ἔχουμε πολλάκις τονίσει.
 Ἄλλωστε, κοινή εἶναι ἡ διαπίστωσις ἀπό τούς Πατέρας ὅτι ὁ ἐργαζόμενος τήν Νοερά προσευχή, ἀκόμη καί τήν προφορική, πληροῦται ὁλόκληρος ψυχοσωματικά ἀπό οὐράνια ἀκατάληπτη εὐωδία, πού ἐξέρχεται ἀπ᾿ ὅλα τά κύτταρα τοῦ σώματός του, στόν χρόνο πού ὁρίζει μόνον ὁ Θεός.
Νά, λοιπόν, τά θαυμαστά ἀποτελέσματα τῆς Νοερᾶς προσευχῆς! Νά, ἡ μεγάλη καί πνευματική καρποφορία τῆς προφορικῆς Εὐχῆς μαζί μέ τό κομποσχοινάκι!

Καί ὁ δικός μου Γέροντας διδάσκει: «Ἡ ἀδιάλειπτος προφορική ἤ νοερά Εὐχή μετασχηματίζει σιγά-σιγά τήν καρδιά ἀπό σαρκική, ἐμπαθῆ καί ἐγωϊστική, σέ ἀγαθή. Τήν πνευματοποιεῖ κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά μήν αἰσθάνεται οὐδεμία κίνησι τοῦ πάθους. Κι ὅταν καθαρισθῆ τό κέντρον, δηλαδή ἡ καρδιά, τότε ὅλη ἡ περιφέρεια, οἱ αἰσθήσεις καί τό σῶμα λάμπουν ἀπό τήν καθαρότητα.
Ἡ προφορική καί νοερά Εὐχή θά διώξη τήν ἀπελπισία τήν ἀπόγνωσι, τήν ἀμέλεια καί τή ραθυμία καί θά δημιουργήση νέα προαίρεσι, νέον κόπο, νέους ἀγῶνες. Τό κουράγιο αὐξάνεται, ἡ προθυμία μεγαλώνει. Καί ὅταν διαπιστώσουμε ὅτι ἡ πλῆξις ἐξαφανίσθηκε καί δουλεύει ἡ προσευχή, τότε ἀκριβῶς θά καταλάβουμε καί θά βιώσουμε ἐν αἰσθήσει ψυχῆς τόν σκοπό καί τῆς προφορικῆς καί τῆς Νοερᾶς προσευχῆς.
Γι᾿ αὐτό, ὅσο μπορεῖς, σκάβε, σκάβε βαθειά μέ τήν εἰσπνοή καί τήν ἐκπνοή, λέγοντας τήν Εὐχή, μέχρις ὅτου βρῆς τόν δρόμο ἤ μᾶλλον μέχρις ὅτου τόν βρῆ ὁ νοῦς τόν δρόμο καί διά μέσου αὐτοῦ θά βρεθῆς τελικά στό «ἀμπάρι» τοῦ Θεοῦ, δηλαδή στήν καρδιά».
Καί ἐκεῖ πάλι καινούργιο σκάψιμο βαθύ. Γιά νά βροῦμε τόν πολύτιμο μαργαρίτη, τόν κρυμμένο θησαυρό, πού εἶναι ἡ Χάρις, πού πήραμε, ὅταν βαπτιστήκαμε, καί πού ἀπορρέει ἀπό τήν Σταυρική θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Γι᾿ αὐτό καί λέγεται σωστική Χάρις, δηλαδή Χάρις πού σώζει, ἀλλά καί Χάρις καθαρτική, Χάρις φωτιστική, Χάρις ἁγιαστική… Χάρις ἁγιασμοῦ καί θεώσεως.
Αὐτόν τόν πολυτιμώτατο μαργαρίτη ψάχνουμε νά βροῦμε μέ τήν Εὐχή, πού εἶναι θαμμένος μέσα μας καί πνιγμένος ἀπό τά πάθη.
Ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού εἶναι ὁ κρυμμένος θησαυρός, θαμμένη μέσα στό σκοτεινό πλῆθος τῶν παθῶν μας, ἀδυνατεῖ νά δημιουργήση διαύγεια, νά ἀκτινοβολήση, νά προκαλέση ἀναστάσιμο σεισμό, γιατί φταῖνε τά πάθη μας, ὁ παλαιός ἄνθρωπος, ὁ παλαιός Ἀδάμ.
Σκάβοντας ὅμως καί ψάχνοντας μέ τήν συνεχῆ Εὐχή, σιγά-σιγά πετᾶμε τήν σαβούρα τῶν παθῶν καί τήν ἀκαθαρσία τῶν λογισμῶν καί ἡ καρδιά ἐλευθερώνεται. Ἀναπνέει, ζεῖ, φωτίζεται καί σώζεται. Καί πάλλοντας ἀπό ζωή, φωνάζει θριαμβευτικά: « Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον».



«Ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδοῦ νῦν ἡμέρα σωτηρίας»
Κορ. στ΄: 2
 Τώρα λοιπόν, πού μαθαίνουμε τήν ἀλήθεια, μέ ὅσα μᾶς λέγει ἡ Ἐκκλησία, δηλαδή τό ποῦ βρίσκεται ὁ πολύτιμος αὐτός θησαυρός καί μέ ποιούς τρόπους νά ψάξουμε καί νά σκάψουμε, γιά νά τόν βροῦμε, πρέπει ἀμέσως τώρα ν᾿ ἀρχίσουμε τό ἔργο τῆ σωτηρίας μας, δηλαδή τήν εὐλογημένη Εὐχή, πρίν εἶναι πολύ ἀργά καί πρίν μᾶς βρῆ ὁ θάνατος: «Ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδοῦ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Κορ. στ΄: 2). Αὐτή, μαζί μέ τά Μυστήρια καί τήν πρᾶξι τῶν ἐντολῶν, δουλεύει, ἐργάζεται καί θριαμβεύει πνευματικά.
Ἡ μάχη κατά τοῦ Βελίαρ κερδίζεται ὄχι μόνον μέ προσοχή, νῆψι καί προσευχή, ἀλλά καί μέ τήν ἐργασία τῶν σωματικῶν πράξεων, πού εἶναι, κατά τόν ἅγιο Πέτρο τόν Δαμασκηνό: ἡ ἡσυχία, ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, ἡ ὀρθοστασία, οἱ γονυκλισίες, ἡ ψαλμωδία καί ἡ ἀνάγνωσις… (Ἁγίου Πέτρου τοῦ Δαμασκηνοῦ, Βιβλίο Πρῶτο, Φιλοκαλία…, τ. Γ΄, σελ. 95) Εάν δέν προηγηθοῦν αὐτά καί δέν καθαρισθῆ ἡ κοπριά τοῦ «σταύλου τοῦ Αὐγείου» τῆς ψυχῆς μας, δηλαδή τά πάθη μας, δέν θά ἔρθουν τά βιώματα τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τῆς θείας Χάριτος.
Γι᾿ αὐτό καί τό ἱερό Εὐαγγέλιο μᾶς λέγει ὅτι πρέπει νά καθαρίσουμε τό ἐσωτερικό τοῦ ποτηρίου, γιά νά γίνη καί τό ἐξωτερικό καθαρό. Δηλαδή, ἄν εἶναι καθαρό τό δοχεῖο τῆς ψυχῆς μας, θά δεχθοῦμε τήν Χάρι ἐσωτερικά καί συνάμα καί ἐξωτερικά θά φανῆ στά μέλη τοῦ σώματός μας.
Ἡ καθαρότης τῆς ψυχῆς θά ἐκδηλωθῆ στά μέλη. Θά φαίνεται δηλαδή ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ στό πρόσωπο, στό χαμόγελο, στήν ἁγνότητα τῶν κινήσεων, στούς τρόπους ὁμιλίας καί ἀντιδράσεων, στήν καθαρότητα τῶν ὀφθαλμῶν καί γενικά σ᾿ ὅλη τήν συμπεριφορά πού χαρακτηρίζει τόν ἀγωνιζόμενο χριστιανό (κληρικό, μοναχό καί λαϊκό) ὡς πνευματικό ἄνθρωπο. Ἄρα, πνευματικός ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος, στόν ὁποῖο εἶναι φανερή ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτή ἡ ἀπόδειξις εἶναι ἁπτή, ὁρατή, χαριτωμένη.
Ὁ χριστιανός πού ἔχει «ἡγνισμένον σῶμα (ἀπό τίς αἰσχρές ἐπιθυμίες καί πράξεις) κεκαθαρμένον στόμα (ἀπό τήν κατάκρισι) καί πεφωτισμένον νοῦ» (ἀπό τό θεῖο πῦρ τῆς Εὐχῆς), εἶναι αὐτός πού μπορεῖ νά ἐπηρεάση καί εὐεργετήση τήν οἰκογένειά του, τό περιβάλλον του καί τήν κοινωνία. Ἡ καλλιέργεια αὐτῶν συνιστᾶ καί τό ἀναίμακτο μαρτύριο τῆς συνειδήσεως, μέ τό ὁποῖο θωρακίζεται ἀπό τίς ἄθλιες ἐπιδράσεις καί ἐπιβουλές τοῦ κόσμου τῆς κακίας. Ἄν ὅμως ὑποχωρήση στόν ἀόρατο πόλεμο τῶν δαιμόνων καί στόν ὁρατό τῶν ἐχθρῶν τῆς πίστεως, εὐθύς ἀμέσως θά τόν ἐγκαταλείψη ἡ Χάρις τοῦ ἁγίου Θεοῦ.
Σ᾿ αὐτούς τούς πολέμους συνεργοῦν:

  • Ἡ κακή ὕλη τοῦ σώματος, πού εἶναι ἡ ἐμπάθεια.
  • Ἡ κακίστη «ὕλη» τῆς ψυχῆς, πού εἶναι ἡ ἡδυπάθεια.
  • Ἡ βρωμερά «ὕλη» τοῦ νοῦ, πού τόν σκοτίζει καί τόν ἐξευτελίζει, καί εἶναι ἡ προσπάθεια γιά ὑπερηφάνεια, «ἵνα φανῶμεν τοῖς ἀνρώποις».
Τά τρία αὐτά πάθη εἶναι συζευγμένα καί μέ τήν προσωπική μας συγκατάθεσι καί ἐλευθερία.Ἡ ἐμπάθεια ἐξαλείφεται μέ τήν κατ᾿ ἄμφω νηστεία, μέ τά παρακλητικά δάκρυα τῆς Εὐχῆς καί μέ τήν ματωμένη ἐργασία τῶν ἀρετῶν.
ἡδυπάθεια ἀδυνατίζει καί νεκρώνεται μέ τήν φυλακή τῶν αἰσθήσεων, τοποθετῶντας ὁ πιστός χριστιανός ὡς ἄγρυπνους φρουρούς τήν Εὐχή, τήν νῆψι, μαζί μέ τήν ἁγία σιωπή τῶν αἰσθητῶν καί νοητῶν χειλέων καί τήν ἀπόλυτη ὑπακοή στόν Εὐαγγελικό λόγο καί στόν διακριτικό Πνευματικό πατέρα.
Καί ἡ προσπάθεια ὑπερηφανείας διορθώνεται μέ τήν μετάπλασί της σέ ἁγία καί ὑψοποιό ταπείνωσι, μέ τήν καθαρά Ἐξομολόγησι, τήν αὐτομεμψία καί τά ἅγια Μυστήρια.
Καί ὅταν αὐτά τά πάθη πάψουν νά ἐνεργοῦν φθοροποιά μέσα μας, τότε βασιλεύει ἡ εἰρήνη τῶν λογισμῶν, ἡ εἰρήνη τῶν αἰσθήσεων, ἡ εἰρήνη τοῦ νοῦ, ἡ εἰρήνη στήν καρδιά, δηλαδή «ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν» (Φιλ. δ΄: 7).
Ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς εἰρήνης εἶναι ἡ γλυκυτάτη ἡσυχία, ὅπου ὁ νοῦς ἀντιμετωπίζει μέ ἀπάθεια τήν πρώτη προσβολή, τήν πρώτη κακία, ἀλλά καί τόν ἔσχατο πειρασμό καί τήν ἐσχατη προδοσία. Καί ἔτσι δέν πέφτει στήν παγίδα τῆς ἀμελείας, τῆς ὀλιγωρίας, τῆς ἀναβολῆς γιά μετάνοια καί καθαρισμό, τῆς ἀμφιβολίας καί τῆς δειλίας. ( Παρενθετικά, οἱ δειλοί, κατά τήν ἱερά Ἀποκάλυψι, πρῶτοι ρίπτονται στό πῦρ τό αἰώνιον καί «ἐν τῇ λίμνῃ τῇ καιομένῃ πυρί καί θείῳ» (Ἀποκ. κα΄: 8).
Μέσα στήν ἡσυχία καλλιεργεῖται ἡ μνήμη τοῦ θανάτου, πού γεννᾶ τό πένθος καί τήν κατάνυξι, προτρέπει σέ ἐγκράτεια, ὑπενθυμίζει τήν αἰώνια κόλασι, εἶναι ἡ μητέρα τῆς προσευχῆς καί τῶν δακρύων, φρουρεῖ καί θερμαίνει τήν καρδιά, ἐλέγχει μέ σωφροσύνη τίς διαθέσεις, παύει τήν ἐμπαθῆ προσκόλλησι στό σῶμα, ἀφοῦ τό σῶμα εἶναι ἀπό χῶμα, ἀναβλύζει τήν μετά διακρίσεως ὀξύτητα τοῦ νοῦ καί ποτίζει τήν ἐργασία ὅλων τῶν ἀρετῶν.

Τά τελευταῖα χρόνια, δυστυχῶς, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐλλάδα, ἡ Πατρίδα μας, μαστίζεται ἀπό τέσσερα μεγάλα κακά:
Πρῶτον, τήν σχεδόν καθολική βλασφημία τῶν θείων καί ἱερῶν τῆς πίστεώς μας.
Δεύτερον, τίς διακόσιες καί πλέον, χιλιάδες ἐκτρώσεις κατ᾿ ἔτος.
Τρίτον, τόν πανσεξουαλισμό, ἀκόμη καί μέ τήν διαστροφή τῶν φύλων. Καί
τέτερτον, τήν χλιαρότητα καί ἀδιαφορία σέ θέματα πίστεως καί σωτηρίας.
Ἐκεῖνο πού συγκρατεῖ τήν δικαία ὀργή τοῦ Θεοῦ «ἐπί τούς υἱούς τῆς ἀπειθείας» ( Ἐφ. ε΄: 6), εἶναι ὅτι ὑπάρχουν ἀκόμη περισσότερες ἀπό δέκα ψυχές ὁσίων, πού ἐν κρυπτῷ ὑψώνου τήν φωνή τους στόν οὐρανό, ἐκλιπαρῶντας μετά κλαυθμῶν τόν Πανάγιον Θεόν καί τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο γιά ἔλεος…, γιά συγχώρησι…, γιά μακροθυμία. Ἀλλοίμονό μας καί ἀλλοίμονο σέ ὁλόκληρο τόν κόσμο, ἄν ἐκλείψουν οἱ ἀφανεῖς αὐτοί ΑΓΙΟΙ, εἴτε αὐτοί σκληραγωγοῦνται μέσα στόν κόσμο εἴτε ἀσκητικά ἀγωνίζονται στήν ἔρημο, στά βουνά καί στίς ὀπές τῆς γῆς.
Ὁ Ἀββᾶς Φιλήμων, ἐπιμένει στήν εὐλαβῆ στάσι πού ὀφείλουμε νά ἔχουμε ἀπέναντι σ᾿ ὅλους τούς ἱερεῖς καί ἐπισκόπους καί μάλιστα στούς Πνευματικούς καί Γέροντες (Ἀββᾶ Φιλήμονος, Λόγος περί τοῦ ἀββᾶ Φιλήμονος, Φιλοκαλία…τ.Β΄, ΣΕΛ. 319). Διότι, ὅταν φθάνουμε στό βδελυκτό σημεῖο νά κρίνουμε τόν Πνευματικό μας ἐξ αἰτίας τῆς ὑπερηφάνειας καί τοῦ πληγωμένου ἐγωϊσμοῦ μας, ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά πέσουμε σέ μεγάλες παραβάσεις τοῦ θείου θελήματος, οἱ ὁποῖες μηδενίζουν τήν πνευματική μας πρόοδο καί σκοτίζουν τόν νοῦ. Ἀπό αὐτό τό σκοτάδι καί τήν βαβυλώνια αἰχμαλωσία τῶν παθῶν, μᾶς σώζει ἡ μετάνοια καί ἡ ἄμεση ἐξαγόρευσις καί Ἐξομολόγησις στόν Πνευματικό πού κατακρίναμε! Ἡ ἀληθινή μετάνοια ταπεινώνει τό ὑψηλό φρόνημα τοῦ νοῦ, δημιουργῶντας χαρά στόν οὐρανό καί ἀνάπαυσι στόν πονεμένο Γέροντά μας. Ἔτσι ἐπαναφέρεται ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό, γιγαντώνεται ἡ θέλησίς μας, ξεσκοτίζεται ὁ νοῦς καί ἀποβάλλεται ἡ πρόσκαιρος ἁμαρτωλή φιλία μέ τίς ἡδονικές πονηρές ἀπολαύσεις τῶν σωματικῶν μας αἰσθήσεων.

Ἔτσι, γιά νά κάνουμε ἀληθινό πνευματικό ἀγῶνα, χρειάζεται:
πειθαρχία στόν Πνευματικό πατέρα, ὑπομονή, μετάνοια καί ταπείνωσι. Ὁ Γέροντας μου λέγει ὅτι: «Ὁ δι᾿ ἡμᾶς Σταυρωθείς Θεός Λόγος, κατά τόν καιρό τῶν πειρασμῶν καί τῶν θλίψεων ἤ κατά τήν διάρκεια κάποιας καθαρᾶς προσευχῆς καί ἡσυχίας λογισμῶν, μᾶς δίδει πότε-πότε κάποια παράκλησι καί παρηγορία. Αὐτό ὅμως τό κατά Θεόν ἀνέβασμα καί ξαλάφρωμα εἶναι πολύ φευγαλέο, γιατί ἡ Χάρις ἔρχεται καί φεύγει καί ὁ ρόλος τῆς θείας παρακλήσεως εἶναι περαστικός. Τί θά γίνη ὅμως μέ τά λάθη, τίς ἀδυναμίες καί τίς ἰδιοτροπίες μας; Αὐτές πῶς θά τίς διορθώσουμε; Πῶς θά τίς μετατρέψουμε; πού εἶναι γεμάτες ἀπό ἀγκαθωτές ρίζες;» (Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου, ὁμιλία ἀπό cd.).
Χρειάζεται κόπος, πόνος, δάκρυα, προσευχές καί παρακλήσεις ὡς ἀγωνιζόμενοι πιστοί, γιά νά βροῦμε ἔστω καί κάποια μικρή ἀνακούφισι! Καί εἶναι σωστό μαρτύριο νά λάβουμε, διά τῆς τριπλῆς καθάρσεως, ἀπό δῶ τόν ἀρραβῶνα τοῦ μελλοντικοῦ Γάμου μετά τοῦ Ἐσφαγμένου Ἀρνίου τῆς Ἀποκαλύψεως στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἀρκεῖ νά τό θελήσουμε. Τό ζήτημα εἶναι: τό θέλουμε;

Στόν Θεό πρέπει κάθε δόξα στούς αἰῶνες Ἀμήν!

 Ἀπό τό βιβλίο:« «Εὐχή μέσα στόν κόσμο«
 Πρωτ. Στεφάνου Κ. Ἀναγνωστόπουλου
Ἐκδ. Γ. Γκέλμπεσης

 http://www.hristospanagia.gr/?p=24041#more-24041

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...