Ἁγίου Μπριαντσανίνωφ
Ἕνας μεγάλος ἀσκητής, ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, εἶπε ὅτι πρέπει νά ὑπομένουμε τά ἐλαττώματά μας ἔτσι ὅπως ὑπομένουμε καί τῶν συνανθρώπων μας τά ἐλαττώματα. Νά ἀντιμετωπίζουμε μέ συγκατάβαση τίς ἀδυναμίες καί τίς ἀτέλειες τῆς ψυχῆς μας, χωρίς ὡστόσο νά πέφτουμε στή νωθρότητα καί τήν ἀμέλεια. Ἀπεναντίας, μάλιστά, ν᾿ ἀγωνιζόμαστε μέ ζῆλο γιά τή διόρθωση καί τήν πνευματική προκοπή μας1.
«Τό νά ταράζεται κανείς, ὅταν ἐνοχλεῖται ἀπό κάποιο πάθος, εἶναι σημάδι ἀγνωσίας καί ὑπερηφάνειας», ἀποφαίνεται ἕνας ἀπό τούς Πατέρες, «καί αὐτό προέρχεται ἀπό τήν ἄγνοια τῆς καταστάσεώς του καί ἀπό τή φυγοπονία του. Τό καλύτερο, λοιπόν, εἶναι, γνωρίζοντας τά μέτρα του μέ ταπείνωση, νά ὑπομένει μέ προσευχή, ὥσπου νά τόν ἐλεήσει ὁ Θεός»2.
Κάτω ἀπό τό φῶς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἐξετάσουμε τή στάση μας ἀπέναντι στά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμε ὀρθή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί νά τόν κατευθύνουμε ἀλάθητα μέ βάση αὐτή τήν ὀρθή γνώση. Ὁ ἄνθρωπος «μέσα στίς ἀνομίες συλλαμβάνεται καί μέσα στίς ἁμαρτίες γεννιέται»3. Τά πάθη, οἱ ἁμαρτωλές ἀδυναμίες τόσο τῆς ψυχῆς ὅσο καί τοῦ σώματος, ἀποτελοῦν σύμφυτα χαρακτηριστικά τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, ἦταν τά πάθη στήν ἄκακη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως αὐτή πλάστηκε ἀπό τόν Θεό. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, εἶναι τά πάθη καί στήν ἀνακαινισμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀνθρώπινη φύση. Φυσικά, ἀπεναντίας, εἶναι τά πάθη στήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως ἀκριβῶς φυσικές εἶναι σέ κάθε σωματική ἀσθένεια οἱ συνέπειές της. Φυσική συνέπεια τῆς σωματικῆς ἀσθένειας εἶναι καί ὁ θάνατος τοῦ σώματος, πού μετά τήν προπατορική πτώση ἔχασε τήν ἀθανασία. Πρίν ἀπό τήν πτώση ἡ ἀθανασία ἦταν φυσική κατάσταση τοῦ σώματος, ἐνῶ ἡ ἀσθένεια καί ὁ θάνατος ὄχι.
Τά πάθη εἶναι οἱ ἁμαρτίες μέ τήν πλατιά σημασία τῆς λέξεως. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει, «ἡ ἁμαρτία πού ἔχει ἐγκατασταθεῖ μέσα μου»4, μέ τή λέξη «ἁμαρτία» ἐννοεῖ τή μόλυνση σύνολης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό τό κακό, ἐννοεῖ τά πάθη. Τήν κατάσταση αὐτή ὁ ἴδιος Ἀπόστολος τήν ὀνομάζει σαρκική5 καί θάνατο6.
Πρίν λυτρωθεῖ ἀπό τόν Σωτήρα Χριστό, ὁ ἄνθρωπος δέν μποροῦσε, ἄν καί τό ἤθελε, νά ἀντισταθεῖ στά πάθη. Αὐτά τόν κυρίευσαν μέ τήν βία καί τόν ἐξουσίαζαν ἐνάντια στή βούλησή του. Ὁ χριστιανός μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα ἀποτινάζει τόν ζυγό τῶν παθῶν, καθώς παίρνει μέ τό Μυστήριο τή δύναμη νά ἀντισταθεῖ σ᾿ αὐτά καί νά τά καταβάλει7. Κι αὐτός, ὡστόσο, ὁ λυτρωμένος καί ἀνακαινισμένος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μέ τό Βάπτισμα τοποθετήθηκε στόν πνευματικό παράδεισο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἐλεύθερος: Μέ τό αὐτεξούσιο, πού τοῦ ἔχει παραχωρηθεῖ, μπορεῖ εἴτε νά ἀντισταθεῖ στά πάθη καί νά τά νικήσει μέ τή δύναμη τοῦ Κυρίου, εἴτε νά ὑποκύψει καί νά ὑποδουλωθεῖ σ᾿ αὐτά. Τήν ἴδια ἐλευθερία εἵχε στόν αἰσθητό παράδεισο καί ὁ πρωτόπλαστος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μποροῦσε εἴτε νά ὑπακούσει τόν Θεό καί νά ἀθετήσει τήν ἐντολή Του, ὅπως καί ἔκανε.
Κάθε ἀντίστασή μας σ᾿ ἕνα πάθος τό ἐξασθενίζει. Ἡ διαρκής ἀντίστασή μας τό ὑποτάσσει. Κάθε ὑποχώρησή μας τό δυναμώνει. Ἡ διαρκής ὑποχώρησή μας μᾶς ὑποδουλώνει σ᾿ αὐτό.
Ἡ ἀντίσταση τοῦ χριστιανοῦ στά πάθη πρέπει νά φτάνει μέχρι τή σταύρωση, τή σταύρωση τοῦ σαρκικοῦ, δηλαδή τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἑαυτοῦ του «μαζί μέ τά πάθη καί τίς ἐπιθυμίες του»8. Αὐτό σημαίνει πώς οἱ ἐκλεκτοί πνευματικοί ἀγωνιστές χύνουν καί τό αἵμα τους στόν πόλεμο ἐναντίον τῶν παθῶν. «Δῶσε αἵμα, γιά νά λάβεις Πνεῦμα», λέει ὁ ἀββάς Λογγίνος9. Μόνο ἐκεῖνος πού «ὑπέμεινε παθήματα στή σάρκα, ἔπαψε νά ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία»10, ἐπισημαίνει καί ὁ Ἀπόστολος. Ἐπομένως, μόνο ἐκεῖνος πού κακοπαθαίνει σωματικά, εἴτε ἑκούσια εἴτε ἀκούσια, ἀλλά σέ κάθε περίπτωση ἀγόγγυστα καί μακρόθυμα, γίνεται ἱκανός νά ἀντισταθεῖ στίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες τῆς σάρκας, νά τίς καταβάλει καί νά τίς σβήσει ἀπό μέσα του. Σῶμα πού ἀναπαύεται καί καλοπερνᾶ μέ κάθε λογῆς ἀπόλαυση καί ἄνεση, γίνεται κατοικητήριο τῶν παθῶν.
Ὁ Θεάνθρωπος πού ὑπέμεινε παθήματα καί σταυρικό θάνατο, ζητάει ἀπό τούς μαθητές καί ἀκολούθους Του νά Τόν μιμηθοῦν, θυσιάζοντας τά πρόσκαιρα γιά τά αἰώνια καί τά φθαρτά γιά τά ἄφθαρτα.
Ἀπαραίτητος εἶναι γιά τόν χριστιανό ὁ ἀγώνας, μέ τούς ἀσκητικούς κόπους καί μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν ὁ χριστιανός ἀποκτᾶ τήν ἀληθινή ταπείνωση. Καί τί εἶναι ἀληθινή ταπείνωση; Εἶναι ἡ πλήρης αὐταπάρνηση, ἡ ὁλοκληρωτική παράδοση στόν Θεό, ἡ διαρκής διακονία τοῦ Θεοῦ. Μιά τέτοια ταπείνωση ἑλκύει στήν ψυχή τή θεία χάρη. Ἡ θεία χάρη δίνει στήν ψυχή τήν πνευματική αἴσθηση. Καί τότε τά πάθη, αὐτές οἱ σαρκικές καί ἁμαρτωλές αἰσθήσεις καί ἕλξεις, μένουν ἀνενέργητα11.
Ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, πού εὐχαριστεῖ τόν σαρκικό ἄνθρωπο, εἵναι δυσάρεστη καί βασανιστική γιά τόν πνευματικό ἄνθρωπο, στόν ὁποῖο προκαλεῖ ἔντονη ἀποστροφή. Μέ τήν πρώτη ἐμφάνιση ἤ διέγερση κάποιου πάθους, ὁ πνευματικός ἄνθρωπος φεύγει μακριά του σάν ἀπό ἁρπακτικό πτηνό, σάν ἀπό ἄγριο θηρίο, σάν ἀπό αἱμοβόρο φονιά, καί καταφεύγει στή σκέπη τῆς προσευχῆς, στή σκέπη τῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, στή σκέπη τοῦ Θεοῦ.
Ψυχή πού δέν ἔχει καλλιεργηθεῖ μέ τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ἤ σῶμα πού δέν ἔχει ἀσκηθεῖ μέ τούς μόχθους τῆς εὐσέβειας, δέν μπορεῖ νά γίνει ναός τῆς θείας χάριτος, ναός τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ οὐσία τοῦ ἀγώνα εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Τηρητής τῶν ἐντολῶν, ὅμως, δέν θά μπορέσει νά γίνει ἐκεῖνος πού δέν ὑποδούλωσε τό σῶμα του μέ τούς ἀσκητικούς κόπους, τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία, τήν προσευχή, ἐκεῖνος πού ἀφήνει τή σαρκική σοφία νά δεσπόζει μέσα του, ἐκεῖνος πού τρέφει καί στηρίζει τά πάθη του.
Ὁ θάνατος, μόνο ὁ θάνατος λυτρώνει ὁριστικά ἀκόμα καί τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἐπήρεια τῆς ἁμαρτίας. Ἀδιάντροπα εἶναι τά πάθη: Μποροῦν νά ξεσηκωθοῦν ἐνάντια καί σ᾿ ἕναν ἑτοιμοθάνατο. Μή σταματήσεις, λοιπόν, νά προσέχεις ἄγρυπνα τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν βρίσκεσαι στό κρεβάτι τοῦ θανάτου. Ὅταν τό σῶμα σου τοποθετηθεῖ στόν τάφο, τότε μόνο νά πιστέψεις στήν ἀπάθειά του.
Τά πάθη, παραμένοντας στόν χριστιανό, τόν ἀναγκάζουν νά εἶναι σέ διαρκή ἐπιφυλακή, τόν προκαλοῦν σέ διαρκή πόλεμο, κι ἔτσι συμβάλλουν στήν πνευματική του πρόοδο. «Τό κακό, κατά τή σοφή οἰκονομία τῆς θείας πρόνοιας, συντελεῖ στήν πραγματοποίηση τοῦ καλοῦ, μολονότι δίχως καλή προαίρεση», λέει ὁ ὅσιος Μακάριος ὁ Μέγας12.
Ἡ σκληρή καί βαριά μυλόπετρα συντρίβει τό σιτάρι καί τό μεταβάλλει σέ ἀλεύρι κατάλληλο γιά τήν παρασκευή ψωμιοῦ. Ἡ σκληρή μάχη μέ τά πάθη συντρίβει τήν καρδιά, ἀφαιρεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας, τοῦ ἀποκαλύπτει τήν κατάστασή του, κατάσταση πτώσεως καί φθορᾶς, τόν κάνει νά συνειδητοποιήσει τήν ἀναγκαιότητα τῆς λυτρώσεως, τοῦ παίρνει ὅλες τίς ἐλπίδες, τίς ὁποῖες στηρίζε στόν ἑαυτό του, καί τίς μεταφέρει στόν Λυτρωτή.
Πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι στήν προπατορική ἁμαρτία ὑπάρχουν οἱ σπόροι ὅλων τῶν παθῶν. Ὥς ἀπόγονοι, λοιπόν, τοῦ Ἀδάμ, γεννιόμαστε μέ τή ροπή πρός κάθε λογῆς ἁμαρτία. Γι᾿ αὐτό δέν πρέπει νά ἀποροῦμε, ὅταν ἐμφανίζεται μέσα μας ὁποιοδήποτε πάθος καί μᾶς πολεμάει.
Ἡ ἐμφάνιση, ἡ ἐνέργεια καί ἡ ἐξέλιξη ἑνός πάθους ἐξαρτῶνται τόσο ἀπό τίς ἰδιότητες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος κάθε ἀνθρώπου ὅσο καί ἀπό τίς συνθῆκες. Ἔτσι, στόν ἕναν ἄνθρωπο ἐνεργεῖ μέ ἰδιαίτερη δύναμη ἐτοῦτο τό πάθος καί στόν ἄλλον ἐκεῖνο· στόν ἕναν ἡ φιλαργυρία καί στόν ἄλλον ἡ γαστριμαργία· στόν ἕναν ἡ λαγνεία καί στόν ἄλλον ἡ φιλοδοξία. Ὅποιος, πάντως, δέν πολεμεῖται ἀπό κάποιο πάθος, ἄς μή νομίζει πώς αὐτό δέν ὑπάρχει μέσα του· ὑπάρχει, ἁπλῶς δέν του δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ἀποκαλυφεῖ.
Ὁ ἀγωνιστής πρέπει νά βρίσκεται ἀδιάλειπτα σέ ἑτοιμότητα, γιά ν᾿ ἀντιδράσει ἀποτελεσματικά, ὅταν θά τοῦ ἐπιτεθεῖ ἕνα πάθος, προπαντός τό πάθος ἐκεῖνο πού ἐμφανίζεται πιό συχνά, τόν πολεμάει πιό ἐπίμονα καί τόν ταράζει πιό πολύ ἀπό ἄλλα.
Σέ κάθε ἄνθρωπο τά πάθη πού εἶναι οἰκεῖα στήν πεσμένη του φύση διαφέρουν σέ ἔνταση ἀπό τά πάθη πού ἀποκτᾶ θεληματικά. Ἡ δύναμη τῶν δευτέρων εἶναι ἀσύγκριτα μεγαλύτερη ἀπό τή δύναμη τῶν πρώτων. Ἀλλά ἡ μετάνοια, αὐτό τό παντοδύναμο φάρμακο πού μᾶς δόθηκε ἀπό τόν παντοδύναμο Γιατρό, τόν Θεό, θεραπεύει τόν ἄνθρωπο πού θά θελήσει νά τό χρησιμοποιήσει σωστά . Ἡ μετάνοια εἶναι πανάκεια γιά ὅλες τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς, γιά ὅλες τίς ἁμαρτίες.
Μερικά πάθη, ὅπως εἶναι ἡ γαστριμαργία, ἡ τρυφή, ἡ πολυτέλεια, οἱ διασκεδάσεις, ἡ φιλαργυρία, ἡ φιλοδοξία, ἡ ἀπιστία, ἀποτελοῦν τήν ἀρχή καί τήν αἰτία ἄλλων παθῶν, ὅπως εἶναι ἡ ἡδυπάθεια, ἡ λύπη, ἡ ὀργή, ἡ μνισικακία, ὁ φθόνος, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ λήθη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐγκατάλειψη τῆς ἐνάρετης βιοτῆς. Στόν πνευματικό ἀγώνα πρέπει νά πολεμᾶμε ἀρχικά καί κατεξοχήν τά πρῶτα πάθη. Ἄν νικηθοῦν αὐτά, τά δεύτερα θά ἀφανιστοῦν μόνα τους. Ὅποιος ἀρνήθηκε τίς σωματικές ἀπολαύσεις, τήν ἀνθρώπινη δόξα, τόν ὑλικό πλοῦτο, τόν βιοτικό περισπασμό, δέν θά κυριευθεῖ ἀπό τήν ὀργή καί τή λύπη, τήν ὑπερηφάνεια καί τή ζήλια. Ἀνεμπόδιστα θά βαδίζει στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή θεογνωσία, τήν προσιτή μόνο στίς καθαρές καρδιές.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ ἀπιστία. Αὐτή ἀφήνει νά μποῦν στήν ψυχή καί ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία καί ἡ φιληδονία καί ἡ ὀργή καί ἡ λύπη καί, τό κορυφαῖο κακό, ἡ ἀπελπισία.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν γνησίων χριστιανικῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ πίστη.
Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ζώντας ἀπρόσεκτα, ζώντας μέσα στόν περισπασμό, δέν συνειδητοποιοῦν τά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἱκανοποιοῦνται μέ τά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δικαιολογοῦν τά πάθη τους. Συχνά, μάλιστα, τά θεωροῦν ἀρετές καθαρές, ἀρετές ὑψηλές.
Ὁ ἀληθινός χριστιανός, πού διαρκῶς προσέχει τόν ἑαυτό του καί πού μέρα-νύχτα μαθητεύει στόν νόμο τοῦ Κυρίου, προσπαθώντας νά τηρεῖ τίς εὐαγγελικές ἐντολές μέ ἀκρίβεια, αὐτός μπορεῖ νά δεῖ τά πάθη του. Ὅσο περισσότερο καθαρίζεται ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅσο περισσότερο προοδεύει πνευματικά, τόσο πιό ἔντονα τά συνειδητοποιεῖ. Καί τελικά, μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ του –θεραπευμένου πιά ἀπό τό Εὐαγγέλιο– ἀποκαλύπτεται ἡ φοβερή ἄβυσσος ὅπου ἔχει πέσει ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἀποκαλύπτονται τά πάθη του σ ᾿ ὅλη τους τή ζοφερότητα. Τά πάθη εἶναι τά συμπτώματα καί οἱ ἀποδείξεις τῆς θανάσιμης ἀσθένειας τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν ὁποία ἔχει προσβληθεῖ ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό τό ἀντίκρισμα τῶν παθῶν του, ἡ συνειδητοποίηση τῆς πτώσεως του; Τόν ὁδηγεῖ στό πένθος, στό πικρό καί διαρκές πένθος. Καμιά ἐπίγεια χαρά δέν μπορεῖ νά διακόψει αὐτό τό πένθος. Μόνο ἡ θεία χάρη τά σταματᾶ ἀπό καιρό σέ καιρό, προσφέροντας στήν περίλυπη καί τσακισμένη καρδιά τήν ἐλπίδα τη[ς σωτηρίας, τήν πνευματική ἀνάπαυση, τήν οὐράνια ἀπόλαυση, τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό ἡ φανέρωση τῆς ἐνέργειας τῶν παθῶν; Τόν ὁδηγεῖ στόν ἐντατικό ἀγώνα ἐναντίον τους. Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ αὐξάνει τίς προσευχές του, τή νηστεία του, τίς ἀγρυπνίες του, τίς γονυκλισές του, καί ἱκετεύει τόν Θεό γιά ἄφεση, ἐκθέτοντάς Του νοερά τίς συμφορές του μέ ἀνέκφραστη συντριβή καί ἀβάσταχτο πόνο καρδιᾶς. «Ἐγώ» λέει ὁ ἱερός Δαβίδ, «ὅταν μέ ταλαιπωροῦσαν, φοροῦσα πένθιμο ροῦχο καί ταπείνωνα τήν ψυχή μου μέ νηστεία. Καί ἡ προσευχή μου, (ἀφοῦ γίνει δεκτή ἀπό Σένα), θά ἐπιστρέψει σ᾿ ἐμένα (γιά τήν ὠφέλειά μου)… Σάν ἄνθρωπος βυθισμένος στό πένθος καί τή σκυθρωπότητα, ἔτσι ταπεινωνόμουν μπροστά τους»13.
Μέ ποιόν τρόπο ἀποκαλύπτονται τά πάθη; Μέ ἁμαρτωλούς λογισμούς, ἁμαρτωλούς ρεμβασμούς, δηλαδή ὀνειροπολήματα, καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα. Οἱ λογισμοί καί οἱ ρεμβασμοί ἄλλοτε ἐμφανίζονται ξαφνικά στόν νοῦ καί ἄλλοτε πλησιάζουν ἀνεπαίσθητα δίχως νά τούς ἀντιληφθοῦμε. Μέ ὅμοιο τρόπο ξεφυτρώνουν καί στήν καρδιά τά αἰσθήματα, τά ὁποῖα ἐπηρεάζουν καί τό σῶμα. Ἀπό τούς λογισμούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα ὁ ἄνθρωπος παρασύρεται στή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας εἴτε μέ τό σῶμα του εἴτε, τό λιγότερο, μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά του.
Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει νά ἀποφεύγει ὄχι μόνον τή σωματική ἁμαρτία, ἀλλά καί τή νοερή καί τήν καρδιακή. Γιατί κάθε πάθος δυναμώνει ὅταν τό ἱκανοποιοῦμε, ὅταν ὑποκύπτουμε στίς ἄνομες ἀπαιτήσεις, του, ἀκόμα καί ὅταν τό ἀφήνουμε ἁπλῶς νά κατοικεῖ καί νά κινεῖται ἀνεπαίσθητα μέσα μας. Τό πάθος πού ἐνεργεῖται στήν πράξη ἤ ἔστω ἔχει ριζώσει στήν ψυχή, ἐπειδή αὐτή τό συμπαθεῖ καί τό τρέφει γιά πολύν καιρό, ἀποκτᾶ ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο. Ἀπαιτοῦνται τόσο μακροχρόνιος καί αἱματηρός ἀγώνας ὅσο καί ἰδιαίτερη ἐνίσχυση ἀπό τό θεῖο ἔλεος, γιά ν᾿ ἀποτιναχθεῖ ὁ ζυγός ἑνός πάθους, πού ἔγινε δεκτό αὐτοπροαίρετα ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ἀπέκτησε ἐξουσία πάνω του. Ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο ἀποκτᾶ τό πάθος, ὅταν αὐτός πέσει σωματικά σέ θάνασιμο ἁμάρτημα ἤ καί ἁπλῶς ὅταν ἀπολαύσει ἑκούσια τήν ἁμαρτία μέσα στόν μυστικό θάλαμο τῆς ψυχῆς του, θάλαμο ἀφιερωμένο στόν Χριστό.
Δέν εἶναι δυνατόν τά πάθη, ὅταν αὐτά ζοῦν μέσα στόν ἄνθρωπο, νά μήν ἐκδηλωθοῦν στούς λογισμούς του, στά λόγια του καί στίς πράξεις του. Στό στάδιο τῆς ἀθλήσεως τῶν χριστιανῶν ἀσκητῶν, πού ἀποβλέπουν στήν τελειότητα, ὡς πτώσεις καταλογίζονται οἱ ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν ἔστω καί στούς λογισμούς μόνο14.
Οἱ πτώσεις εἶναι ἀναπόφευκτες γιά τόν ἀπόγονο τοῦ Ἀδάμ μέ τή μολυσμένη ἀπό τήν ἁμαρτία ἀνθρώπινη φύση. Ἰδιαίτερα ἕνας ἀρχάριος ἀσκητής δέν μπορεῖ νά μήν παρασυρθεῖ ἀπό ἁμαρτωλές σκέψεις καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα, δέν μπορεῖ νά μήν ἁμαρτήσει ὄχι μόνο μέ τόν νοῦ καί τήν καρδιά, ἀλλά καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα. Μπορεῖ, ὡστόσο, καί πρέπει ὕστερ᾿ ἀπό τήν πτώση του νά θεραπευθεῖ ἀμέσως μέ τή μετάνοια.
Ἐδῶ, βέβαια, δέν γίνεται λόγος γιά τίς πτώσεις σέ θανάσιμα ἁμαρτήματα ἤ, πολύ περισσότερο, γιά τή συνειδητή καί ἑκούσια ἁμαρτωλή ζωή, πού εἶναι ὁλόκληρη μιά πτώση, ἀλλά γιά πτώσεις μικρές, ἀπό ἀδυναμία, οἱ ὁποῖες ὀνομάζονται συγγνωστές ἁμαρτίες καί τίς ὁποῖες δέν μποροῦν νά ἀποφύγουν ἐντελῶς οὔτε οἱ δίκαιοι.
«Καί ἑφτά φορές νά πέσει ὁ δίκαιος, ξανασηκώνεται» μέ τή μετάνοια λέει ἡ Γραφή15. Καί ὅσο καθαρίζεται κανείς μέ τή μετάνοια τόσο λιγοστεύουν οἱ πειρασμικοί λογισμοί. Ἀλλά συνάμα γίνονται πιό λεπτοί, πιό δυσδιάκριτοι, τόσο πού καμιά φορά παραπλανοῦν ἀκόμα καί ἀνθρώπους γεμάτους θεία χάρη16. Παραπλανώντας τους, πάντως, τούς ταπεινώνουν, τούς προφυλάσσουν ἀπό τήν ὑψηλοφροσύνη καί τούς συγκρατοῦν στή σωτήρια κατάσταση τῆς μετάνοιας17.
Ὅταν ἀποκαλυφθεῖ μέσα μας ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, ἄς διατηρήσουμε τήν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς μήν ταραχθοῦμε, ἄς μή λυπηθοῦμε, ἄς μή σαστίσουμε. Εἴτε ἀδύναμη εἶναι αὐτή ἡ ἐνέργεια εἴτε δυνατή, ἄς ἀντισταθοῦμε μέ ἀνδρεία.
Τά πάθη δέν θά πάψουν νά ἐπαναστατοῦν καί νά μᾶς πολεμοῦν, ὥσπου νά μᾶς σκεπάσει ἡ ταφόπλακα! Ἄς ἑτοιμαστοῦμε, λοιπόν, γιά ἰσόβια ἀντίσταση, μέ σταθερή τήν πεποίθηση ὅτι δέν εἶναι δυνατό νά νικᾶμε πάντοτε. Ἀναπόφευκτα θά ὑποστοῦμε ἀθέλητες ἧττες, καί αὐτές ἀκριβῶς οἱ ἧττες θά συντελοῦν στήν πνευματική μας πρόοδο, ὅταν διατηροῦν καί ἐνισχύουν μέσα μας τή μετάνοια καί τή θυγατέρα της, τήν ταπείνωση.
Ἄς μήν ἐπαναπαυόμαστε στίς νίκες μας ἐπι τῶν παθῶν κι ἄς μήν ἐνθουσιαζόμαστε μ᾿ αὐτές τίς νίκες. Τά πάθη εἶναι πονηρά τόσο, ὅσο καί οἱ δαίμονες πού τά μεταχειρίζονται. Συνηθίζουν, λοιπόν, νά παρουσιάζονται σάν νικημένα, ὥστε ἐμεῖς, νομίζοντας ὅτι κατορθώσαμε τήν ἐξουδετέρωσή τους, νά κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση. Καί ὅταν κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση, ἡ νίκη τους θά εἶναι πιό ἄνετη καί πιό ἀποφασιστική.
Ἄς προετοιμαστοῦμε νά ἀντιμετωπίζουμε τόσο τίς νίκες ὅσο καί τίς ἧττες μας μέ τόν ἴδιο τρόπο: μέ ἀνδρεία, μέ ψυχραιμία, μἐ νηφαλιότητα.
Παρασύρθηκες ἀπό ἁμαρτωλούς λογισμούς; Δέχτηκες μέ εὐχαρίστηση ἁμαρτωλούς λογισμούς; Εἶπες λόγια ἀνώφελα ἤ ἀπερίσκεπτα; Ἔφαγες ὑπέρμετρα; Ὑποχώρησες σέ κάποιαν ἄλλη ἀδυναμία; Μήν ταραχθεῖς, μή λυγοψυχήσεις, μήν προσθέσεις πληγή πάνω στήν πληγή, ὅπως ἔλεγε ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ18. Μετανόησε ἀμέσως μπροστά στόν καρδιογνώστη Θεό καί, διατηρώντας τήν ψυχική σου εἰρήνη, συνέχισε μέ ἐπιμονή καί σταθερότητα τόν ἀγώνα γιά τή διόρθωση καί τήν πνευματική σου τελείωση, βέβαιος πιά γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀδιάλειπτης καί αὐστηρῆς παρακολουθήσεως τοῦ ἑαυτοῦ σου.
Ἡ σωτηρία μας εἶναι ὁ Θεός μας καί ὄχι τά ἔργα μας. Μέ τά καλά μας ἔργα, δηλαδή μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, ἁπλῶς ἀποδεικνύουμε τήν εἰλικρίνεια τῆς πίστεώς μας καί τήν ἀφοσίωσή μας στόν Θεό.
Μή δίνεις προσοχή στούς λογισμούς τῆς ψεύτικης ταπεινοφροσύνης, οἱ ὁποῖοι, ὅταν παρασύρεσαι καί πέφτεις, σοῦ λένε ὅτι ὁ Θεός ὀργίστηκε πιά μαζί σου, ὅτι σέ ἀποστράφηκε, ὅτι σέ ἐγκατέλειψε καί σέ ξέχασε. Τήν προέλευση τέτοιων λογισμῶν θά τήν καταλάβεις ἀπό τούς καρπούς τους. Καί οἱ καρποί τους εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀκηδία καί ἡ χαλάρωση τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἤ, συχνά, ἀκόμα καί ἡ ἐγκατάλειψή του.
Ἄν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τή δυνατότητα νά γνωρίζουν ὅτι στό μεγάλο καί πολύμοχθο στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα ἀναπόφευκτα θά ὑπάρχουν ὄχι μόνο νίκες ἀλλά καί ἧττες, ὅτι ἡ ἀνεπάρκεια, ἡ ἀδυναμία, ἡ ἁμαρτωλότητά μας δέν εἶναι δυνατόν παρά νά ἐκδηλώνονται ἀπό καιρό σέ καιρό, πολύ περισσότερο τά γνωρίζει ὅλα αὐτά ὁ θεσμοθέτης τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ὁ παντογνώστης Πλάστης μας καί Θεός μας. Βλέπει μέ εὐσπλαχνία τίς ἀκούσιες πτώσεις τῶν ἀγωνιστῶν Του, ἀλλά βλέπει μέ ἱκανοποίηση καί τή γενναιοψυχία, τή σταθερότητα, τήν πιστότητά τους. Γι᾿ αὐτό τούς ἑτοιμάζει τά ἀμάραντα στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, τῆς νίκης, τῆς δόξας.
Πόσο ποθητή εἶναι ἡ ἁγνότητα, ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος! Σ᾿ αὐτήν ρίχνει τό στοργικό Του βλέμμα, σ᾿ αὐτήν δείχνει τήν εὐμένειά Του ὁ Θεός! Καί πῶς ἀποκτᾶται ἡ καθαρότητα; Μέ συνεχή καί πολύμοχθο ἀγώνα ἐναντίον τῆς ἀκαθαρσίας τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά γιά ν᾿ ἀρχίσουμε αὐτόν τόν ἀγώνα, εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀποκαλυφθεῖ πρῶτα ἡ ἀκαθαρσία τῆς ψυχῆς μας μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ μας μέ τούς λογισούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα. Ὅποιος ποτέ δέν πολέμησε τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος δέν γνωρίζει κάν τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος νομίζει πώς εἶναι καθαρός, βρίσκεται στήν πιό ἐπικίνδυνη αὐταπάτη καί κινδυνεύει κάθε στιγμή νά γκρεμιστεῖ στήν ἄβυσσο θανάσιμων ἁμαρτημάτων. Ἡ ἀκαθαρσία εἶναι ἀναπόσπαστο χαρακτηριστικό τῆς πεσμένης μας φύσεως. Ἡ καθαρότητα εἶναι δῶρο τῆς θείας χάριτος, τήν ὁποία ἑλκέει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀγωνίζεται σωστά γιά τήν κάθαρσή του.
Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στήν ἁμαρτία πού κάνει κάποιος ἀπό πρόθεση, ἔχοντας διάθεση φιλάμαρτη, καί στήν ἁμαρτία πού κάνει ἄλλος ἀπό συναρπαγή καί ἀδυναμία, ἔχοντας διάθεση φιλόθεη. Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στή ζωή τῆς ἁμαρτίας, τή ζωή τῆς ἱκανοποιήσεως ὅλων τῶν ἐπιθυμιῶν καί τῶν παθῶν, καί στή ζωή πού συμφωνεῖ μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά περιστασιακά κηλιδώνεται ἀπό τήν ἁμαρτία λόγω τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας.
Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπάθεια! Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπόλαυση τῆς θείας χάριτος! Τά ὑπερφυσικά χαρίσματα μποροῦν νά καταστρέψουν τόν ἀγωνιστή πού δέν γνώρισε τίς ἀδυναμίες του μέ πτώσεις, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει ἐπαρκή πείρα τῶν μεταπτώσεων τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τοῦ πολέμου μέ τούς ἁμαρτωλούς λογισμούς, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει γνωρίσει τέλεια τήν κακία καί τήν πανουργία τῶν δαιμόνων ἀλλά καί τό εὐμετάβλητο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.
Κάθε ἄνθρωπος, ἀκόμα κι αὐτός πού ἀξιώθηκε νά γίνει σκεῦος τῆς θείας χάριτος, εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπιλέγει εἴτε τό καλό εἴτε τό κακό. Κι ἕνας πνευματοφόρος, λοιπόν, μπορεῖ, κάνοντας κατάχρηση τῆς χάριτος πού ἔχει λάβει, νά παραδοθεῖ κάποτε στήν ὑπερηφάνεια, ν᾿ ἀντιμετωπίσει μέ ἔπαρση τόν πλησίον. Ἔτσι, στή συνέχεια, θά κυριευθεῖ ἀπό τήν αὐταρέσκεια καί τήν αὐτοπεποίθηση, συνέπειες τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἀμέλεια, ἡ χαλάρωση τοῦ ἀγώνα καί, τελικά, ἡ ἐγκατάλειψή του. Πρέπει νά σημειωθεῖ ἐδῶ ὅτι, μέ τήν πρώτη ἐκδήλωση τῆς ἀμέλειας, ξεσηκώνονται ἀναπάντεχα οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες, πέφτουν λυσσαλέα πάνω στόν ἄνθρωπο, τόν παρασύρουν σάν ὁρμητικός χείμαρρος καί τόν γκρεμίζουν στό βάραθρο τῆς ἀσέλγειας, ὅπου συχνά τόν περιμένει ὁ ψυχικός θάνατος.
Ὁ φιλάνθρωπος Θεό, «ὁ ὁποῖος θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν σέ βάθος τήν ἀλήθεια»19, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ μαθητές Του, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ φίλοι Του ἀπό ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές θλίψεις σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ξενιτιᾶς τους. Ἐπιτρέπει, ἐπίσης, νά πολεμοῦνται ἀπό τά πάθη καί νά ὑπομένουν τά παθήματα, πού τούς προξενεῖ αὐτός ὁ πόλεμος, παθήματα ἀσύγκιτα πιό ὀδυνηρά ἀπ᾿ ὅλους τούς ἐξωτερικούς πειρασμούς.
Ὁ ἀόρατος ἐσωτερικός πόλεμος τοῦ χριστιανοῦ μέ τά πάθη δέν εἶναι καθόλου κατώτερος ἤ εὐκολότερος ἀπό τόν αἱματηρό ἀγώνα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως. «Δῶσε αἷμα, γιά νά λάβεις Πνεῦμα», λένε, ὅπως εἴδαμε20, οἱ Πατέρες, πού γνώρισαν ἐμπειρικά αὐτόν τόν πόλεμο. Μόνο οἱ ἐπιμελεῖς τηρητές τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, μόνο οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ πολεμοῦν μέ συνέπεια καί αὐταπάρνηση τά πάθη τους. «Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι», λέει ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος21. Στή γνώση καί τή συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας μας θεμελιώνεται ὅλο τό οἰκοδόμημα τῆς σωτηρίας μας.
«Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι»: Τί παράξενη λογική γιά τήν ἐπιφανειακή σκέψη! Καί ὅμως, τά λόγια τοῦτα εἶναι λόγια πείρας. Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τό πλῆθος τῶν παθῶν του.
Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά πεισθεῖ γιά τήν ἀπόλυτη ἀδυναμία τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ, γιά τή δύναμη τοῦ νέου Ἀδάμ καί γιά τήν ὀρθότητα τοῦ Πατερικοῦ ἐκείνου ὁρισμοῦ, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο ὁ πνευματικός νόμος δέν μπορεῖ νά ἐκπληρωθεῖ παρά μόνο μέ τούς οἰκτιρμούς τοῦ Χριστοῦ22.
Μέ τήν οἰκονομία τῆς παντοδύναμης ἀγαθῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καί ἡ ἴδια ἡ ἁμαρτία πού ζεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο, ἡ ἁμαρτία πού κυριαρχεῖ σ᾿ ὅλη τήν ὕπαρξή του, σ᾿ ὅλα τά μέρη τῆς ψυχῆς του καί σ᾿ ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός του, συμβάλλει στήν πνευματική του πρόοδο, ἄν βέβαια εἶναι ἀληθινός χριστιανός.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς μας φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πνευματικῆς μας πτώσεως, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀναγκαιότητας τῆς λυτρώσεως καί ἡ ὁλόψυχη ὁμολογία ὡς Λυτρωτῆ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ καρποί τῆς πάλης μας μέ τά πάθη. Αὐτοί οἱ καρποί ἀποτελοῦν τό ἐχέγγυο τῆς αἰώνιας μακαριότητας.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πτώσεως, ἡ ζωντανή ὁμολογία τοῦ Λυτρωτῆ εἶναι ἄγνωστες στόν ἄνθρωπο πού ἔχει κοσμικό φρόνημα. Αὐτός εἶναι δοῦλος τῶν παθῶν, δέν βλέπει στόν ἑαυτό του παρά μόνο προτερήματα, μόνο ἀρετές, καί εἴτε δέν περιμένει τίποτα στόν οὐρανό, καθώς δέν συλλογίζεται ποτέ τόν οὐρανό, εἴτε περιμένει βραβεῖα σάν ὀφειλές, ἔχοντας πλήρη ἄγνοια τῆς μοναδικῆς ἀρετῆς πού βραβεύεται στόν οὐρανό καί πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν χριστιανικό τρόπο ζωῆς.
Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ, τηρώντας τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ὅλο καί πιό καθαρά βλέπει τά πάθη του. Καί ὅσο ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιουργεῖ μέσα του μακάριες πνευματικές καταστάσεις –τή συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, τό πένθος, τήν πραότητα, τό ἔλεος, τήν καθαρότητα, τή διάκριση–, τόσο νιώθει τόν ἑαυτό του πιό ἁμαρτωλό ἀπ᾿ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς, ἀμέτοχο σέ ὁποιοδήποτε καλό, ἔνοχο ἀναρίθμητων κακῶν, ἄξιο αἰώνιων βασάνων στή γέεννα τοῦ πυρός γιά τή διαρκή ἀθέτηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, βλέποντας μέσα τους πνευματική καρποφορία ἀπό τήν πάλη μέ τά πάθη, δέν ἀπιθυμοῦσαν τήν παύση τοῦ ἀόρατου πολέμου. Ἐπιθυμοῦσαν νά ὑπομένουν τόν πόλεμο μέ ἀνδρεία καί καρτερία23.
Τί μακάριοι πού ἦταν! Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν τελειότητα παρά μόνο στήν ταπείνωση. Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας παρά μόνο στόν Χριστό. Ὅπου δέν ὑπάρχει ταπείνωση, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει καμιά χριστιανική ἀρετή. Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἐκεῖ ὑπάρχουν ὅλες οἱ ἀρετές στήν πληρότητά τους. Ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἐκεῖ τά πάθη καί ὁ χειριστής τους, ὁ ἐχθρός μας διάβολος, καθόλου δέν μποροῦν νά βλάψουν τόν ἐργάτη τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ «τό παιδί τῆς ἀνομίας», ἡ ἁμαρτία, «δέν θά μπορέσει νά τοῦ κάνει κακό»24.
Ἄς βαδίσουμε στ᾿ ἀχνάρια τῶν Πατέρων, καί θά φτάσουμε στό λιμάνι τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Ἀμήν.
Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς.
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτηςhttp://HristosPanagia3.blogspot.com
1Σ.τ.Μ.: Πρβλ. Ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, Διδαχές, μετ. Π. Μπότση, Φιλοκαλία τῶν Ρώσων Νηπτικῶν 1, Ἀθήνα 1983, σελ. 73 – 74. Ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὤρωπός Ἀττικῆς 2009, σελ. 334.
2Ἀββᾶ Δωροθέου, ὅ.π., ΙΓ΄, 141, 144.
3Πρβλ. Ψαλμ. 50:7.
4Ρωμ. 7:17.
5Βλ. Ρωμ. 7:14. Α΄ Κορ. 3:1-3.
6Βλ. Ρωμ. 7:24.
7Βλ. Ἀββᾶ Δωροθέου, ὅ.π., Α΄, 5, 7, 11.
8Γαλ. 5:24.
9Τό Γεροντικόν, Ἀββάς Λογγίνος, ἀπόφθεγμα ε΄.
10Ά Πέτρ. 4:1.
11Βλ. Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, ὅ.π., Κ΄, 9-18· ΠΑ΄, 24-30.
12Πρβλ. Περί ὑπομονῆς καί διακρίσεως λόγος, 6.
13Ψαλμ. 34 : 13-14.
14Ὁ ὅσιος Νεῖλος Σόρσκι τίς ὀνομάζει νοερές πτώσεις (ὅ.π., Γ΄).
15Παροιμ. 24 : 16.
16Βλ. π.χ. Α΄ Παραλ. 21 : 1. κ.ἑ.
17Βλ. Ὁσίου Νείλου Σόρσκι, ὅ.π., Γ΄.
18Σ.τ.Μ.: Πρβλ. Ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ὅ.π., σελ. 334.
19Α΄ Τιμ. Β΄ : 4.
20Βλ. παραπάνω, σελ.359.
21Κεφάλαια πρακτικά καί θεολογικά ΡΜΕ΄, δ΄.
22Βλ. Ὁσίου Μάρκου τοῦ Ἀσκητοῦ, Περί νόμου πνευματικοῦ κεφάλαια Σ΄, λβ΄.
23Βλ. Ἀββᾶ Δωροθέου, ὅ.π., ΙΓ΄, 143.
24Ψαλμ. 88 : 23.
http://www.hristospanagia.gr/?p=41595
Ἕνας μεγάλος ἀσκητής, ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, εἶπε ὅτι πρέπει νά ὑπομένουμε τά ἐλαττώματά μας ἔτσι ὅπως ὑπομένουμε καί τῶν συνανθρώπων μας τά ἐλαττώματα. Νά ἀντιμετωπίζουμε μέ συγκατάβαση τίς ἀδυναμίες καί τίς ἀτέλειες τῆς ψυχῆς μας, χωρίς ὡστόσο νά πέφτουμε στή νωθρότητα καί τήν ἀμέλεια. Ἀπεναντίας, μάλιστά, ν᾿ ἀγωνιζόμαστε μέ ζῆλο γιά τή διόρθωση καί τήν πνευματική προκοπή μας1.
«Τό νά ταράζεται κανείς, ὅταν ἐνοχλεῖται ἀπό κάποιο πάθος, εἶναι σημάδι ἀγνωσίας καί ὑπερηφάνειας», ἀποφαίνεται ἕνας ἀπό τούς Πατέρες, «καί αὐτό προέρχεται ἀπό τήν ἄγνοια τῆς καταστάσεώς του καί ἀπό τή φυγοπονία του. Τό καλύτερο, λοιπόν, εἶναι, γνωρίζοντας τά μέτρα του μέ ταπείνωση, νά ὑπομένει μέ προσευχή, ὥσπου νά τόν ἐλεήσει ὁ Θεός»2.
Κάτω ἀπό τό φῶς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἐξετάσουμε τή στάση μας ἀπέναντι στά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμε ὀρθή γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί νά τόν κατευθύνουμε ἀλάθητα μέ βάση αὐτή τήν ὀρθή γνώση. Ὁ ἄνθρωπος «μέσα στίς ἀνομίες συλλαμβάνεται καί μέσα στίς ἁμαρτίες γεννιέται»3. Τά πάθη, οἱ ἁμαρτωλές ἀδυναμίες τόσο τῆς ψυχῆς ὅσο καί τοῦ σώματος, ἀποτελοῦν σύμφυτα χαρακτηριστικά τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, ἦταν τά πάθη στήν ἄκακη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως αὐτή πλάστηκε ἀπό τόν Θεό. Ἀνύπαρκτα, ὡς ἀφύσικα, εἶναι τά πάθη καί στήν ἀνακαινισμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀνθρώπινη φύση. Φυσικά, ἀπεναντίας, εἶναι τά πάθη στήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση, ὅπως ἀκριβῶς φυσικές εἶναι σέ κάθε σωματική ἀσθένεια οἱ συνέπειές της. Φυσική συνέπεια τῆς σωματικῆς ἀσθένειας εἶναι καί ὁ θάνατος τοῦ σώματος, πού μετά τήν προπατορική πτώση ἔχασε τήν ἀθανασία. Πρίν ἀπό τήν πτώση ἡ ἀθανασία ἦταν φυσική κατάσταση τοῦ σώματος, ἐνῶ ἡ ἀσθένεια καί ὁ θάνατος ὄχι.
Τά πάθη εἶναι οἱ ἁμαρτίες μέ τήν πλατιά σημασία τῆς λέξεως. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει, «ἡ ἁμαρτία πού ἔχει ἐγκατασταθεῖ μέσα μου»4, μέ τή λέξη «ἁμαρτία» ἐννοεῖ τή μόλυνση σύνολης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό τό κακό, ἐννοεῖ τά πάθη. Τήν κατάσταση αὐτή ὁ ἴδιος Ἀπόστολος τήν ὀνομάζει σαρκική5 καί θάνατο6.
Πρίν λυτρωθεῖ ἀπό τόν Σωτήρα Χριστό, ὁ ἄνθρωπος δέν μποροῦσε, ἄν καί τό ἤθελε, νά ἀντισταθεῖ στά πάθη. Αὐτά τόν κυρίευσαν μέ τήν βία καί τόν ἐξουσίαζαν ἐνάντια στή βούλησή του. Ὁ χριστιανός μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα ἀποτινάζει τόν ζυγό τῶν παθῶν, καθώς παίρνει μέ τό Μυστήριο τή δύναμη νά ἀντισταθεῖ σ᾿ αὐτά καί νά τά καταβάλει7. Κι αὐτός, ὡστόσο, ὁ λυτρωμένος καί ἀνακαινισμένος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μέ τό Βάπτισμα τοποθετήθηκε στόν πνευματικό παράδεισο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἐλεύθερος: Μέ τό αὐτεξούσιο, πού τοῦ ἔχει παραχωρηθεῖ, μπορεῖ εἴτε νά ἀντισταθεῖ στά πάθη καί νά τά νικήσει μέ τή δύναμη τοῦ Κυρίου, εἴτε νά ὑποκύψει καί νά ὑποδουλωθεῖ σ᾿ αὐτά. Τήν ἴδια ἐλευθερία εἵχε στόν αἰσθητό παράδεισο καί ὁ πρωτόπλαστος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μποροῦσε εἴτε νά ὑπακούσει τόν Θεό καί νά ἀθετήσει τήν ἐντολή Του, ὅπως καί ἔκανε.
Κάθε ἀντίστασή μας σ᾿ ἕνα πάθος τό ἐξασθενίζει. Ἡ διαρκής ἀντίστασή μας τό ὑποτάσσει. Κάθε ὑποχώρησή μας τό δυναμώνει. Ἡ διαρκής ὑποχώρησή μας μᾶς ὑποδουλώνει σ᾿ αὐτό.
Ἡ ἀντίσταση τοῦ χριστιανοῦ στά πάθη πρέπει νά φτάνει μέχρι τή σταύρωση, τή σταύρωση τοῦ σαρκικοῦ, δηλαδή τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἑαυτοῦ του «μαζί μέ τά πάθη καί τίς ἐπιθυμίες του»8. Αὐτό σημαίνει πώς οἱ ἐκλεκτοί πνευματικοί ἀγωνιστές χύνουν καί τό αἵμα τους στόν πόλεμο ἐναντίον τῶν παθῶν. «Δῶσε αἵμα, γιά νά λάβεις Πνεῦμα», λέει ὁ ἀββάς Λογγίνος9. Μόνο ἐκεῖνος πού «ὑπέμεινε παθήματα στή σάρκα, ἔπαψε νά ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία»10, ἐπισημαίνει καί ὁ Ἀπόστολος. Ἐπομένως, μόνο ἐκεῖνος πού κακοπαθαίνει σωματικά, εἴτε ἑκούσια εἴτε ἀκούσια, ἀλλά σέ κάθε περίπτωση ἀγόγγυστα καί μακρόθυμα, γίνεται ἱκανός νά ἀντισταθεῖ στίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες τῆς σάρκας, νά τίς καταβάλει καί νά τίς σβήσει ἀπό μέσα του. Σῶμα πού ἀναπαύεται καί καλοπερνᾶ μέ κάθε λογῆς ἀπόλαυση καί ἄνεση, γίνεται κατοικητήριο τῶν παθῶν.
Ὁ Θεάνθρωπος πού ὑπέμεινε παθήματα καί σταυρικό θάνατο, ζητάει ἀπό τούς μαθητές καί ἀκολούθους Του νά Τόν μιμηθοῦν, θυσιάζοντας τά πρόσκαιρα γιά τά αἰώνια καί τά φθαρτά γιά τά ἄφθαρτα.
Ἀπαραίτητος εἶναι γιά τόν χριστιανό ὁ ἀγώνας, μέ τούς ἀσκητικούς κόπους καί μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν ὁ χριστιανός ἀποκτᾶ τήν ἀληθινή ταπείνωση. Καί τί εἶναι ἀληθινή ταπείνωση; Εἶναι ἡ πλήρης αὐταπάρνηση, ἡ ὁλοκληρωτική παράδοση στόν Θεό, ἡ διαρκής διακονία τοῦ Θεοῦ. Μιά τέτοια ταπείνωση ἑλκύει στήν ψυχή τή θεία χάρη. Ἡ θεία χάρη δίνει στήν ψυχή τήν πνευματική αἴσθηση. Καί τότε τά πάθη, αὐτές οἱ σαρκικές καί ἁμαρτωλές αἰσθήσεις καί ἕλξεις, μένουν ἀνενέργητα11.
Ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, πού εὐχαριστεῖ τόν σαρκικό ἄνθρωπο, εἵναι δυσάρεστη καί βασανιστική γιά τόν πνευματικό ἄνθρωπο, στόν ὁποῖο προκαλεῖ ἔντονη ἀποστροφή. Μέ τήν πρώτη ἐμφάνιση ἤ διέγερση κάποιου πάθους, ὁ πνευματικός ἄνθρωπος φεύγει μακριά του σάν ἀπό ἁρπακτικό πτηνό, σάν ἀπό ἄγριο θηρίο, σάν ἀπό αἱμοβόρο φονιά, καί καταφεύγει στή σκέπη τῆς προσευχῆς, στή σκέπη τῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, στή σκέπη τοῦ Θεοῦ.
Ψυχή πού δέν ἔχει καλλιεργηθεῖ μέ τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ἤ σῶμα πού δέν ἔχει ἀσκηθεῖ μέ τούς μόχθους τῆς εὐσέβειας, δέν μπορεῖ νά γίνει ναός τῆς θείας χάριτος, ναός τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ οὐσία τοῦ ἀγώνα εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Τηρητής τῶν ἐντολῶν, ὅμως, δέν θά μπορέσει νά γίνει ἐκεῖνος πού δέν ὑποδούλωσε τό σῶμα του μέ τούς ἀσκητικούς κόπους, τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία, τήν προσευχή, ἐκεῖνος πού ἀφήνει τή σαρκική σοφία νά δεσπόζει μέσα του, ἐκεῖνος πού τρέφει καί στηρίζει τά πάθη του.
Ὁ θάνατος, μόνο ὁ θάνατος λυτρώνει ὁριστικά ἀκόμα καί τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἐπήρεια τῆς ἁμαρτίας. Ἀδιάντροπα εἶναι τά πάθη: Μποροῦν νά ξεσηκωθοῦν ἐνάντια καί σ᾿ ἕναν ἑτοιμοθάνατο. Μή σταματήσεις, λοιπόν, νά προσέχεις ἄγρυπνα τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν βρίσκεσαι στό κρεβάτι τοῦ θανάτου. Ὅταν τό σῶμα σου τοποθετηθεῖ στόν τάφο, τότε μόνο νά πιστέψεις στήν ἀπάθειά του.
Τά πάθη, παραμένοντας στόν χριστιανό, τόν ἀναγκάζουν νά εἶναι σέ διαρκή ἐπιφυλακή, τόν προκαλοῦν σέ διαρκή πόλεμο, κι ἔτσι συμβάλλουν στήν πνευματική του πρόοδο. «Τό κακό, κατά τή σοφή οἰκονομία τῆς θείας πρόνοιας, συντελεῖ στήν πραγματοποίηση τοῦ καλοῦ, μολονότι δίχως καλή προαίρεση», λέει ὁ ὅσιος Μακάριος ὁ Μέγας12.
Ἡ σκληρή καί βαριά μυλόπετρα συντρίβει τό σιτάρι καί τό μεταβάλλει σέ ἀλεύρι κατάλληλο γιά τήν παρασκευή ψωμιοῦ. Ἡ σκληρή μάχη μέ τά πάθη συντρίβει τήν καρδιά, ἀφαιρεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας, τοῦ ἀποκαλύπτει τήν κατάστασή του, κατάσταση πτώσεως καί φθορᾶς, τόν κάνει νά συνειδητοποιήσει τήν ἀναγκαιότητα τῆς λυτρώσεως, τοῦ παίρνει ὅλες τίς ἐλπίδες, τίς ὁποῖες στηρίζε στόν ἑαυτό του, καί τίς μεταφέρει στόν Λυτρωτή.
Πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι στήν προπατορική ἁμαρτία ὑπάρχουν οἱ σπόροι ὅλων τῶν παθῶν. Ὥς ἀπόγονοι, λοιπόν, τοῦ Ἀδάμ, γεννιόμαστε μέ τή ροπή πρός κάθε λογῆς ἁμαρτία. Γι᾿ αὐτό δέν πρέπει νά ἀποροῦμε, ὅταν ἐμφανίζεται μέσα μας ὁποιοδήποτε πάθος καί μᾶς πολεμάει.
Ἡ ἐμφάνιση, ἡ ἐνέργεια καί ἡ ἐξέλιξη ἑνός πάθους ἐξαρτῶνται τόσο ἀπό τίς ἰδιότητες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος κάθε ἀνθρώπου ὅσο καί ἀπό τίς συνθῆκες. Ἔτσι, στόν ἕναν ἄνθρωπο ἐνεργεῖ μέ ἰδιαίτερη δύναμη ἐτοῦτο τό πάθος καί στόν ἄλλον ἐκεῖνο· στόν ἕναν ἡ φιλαργυρία καί στόν ἄλλον ἡ γαστριμαργία· στόν ἕναν ἡ λαγνεία καί στόν ἄλλον ἡ φιλοδοξία. Ὅποιος, πάντως, δέν πολεμεῖται ἀπό κάποιο πάθος, ἄς μή νομίζει πώς αὐτό δέν ὑπάρχει μέσα του· ὑπάρχει, ἁπλῶς δέν του δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ἀποκαλυφεῖ.
Ὁ ἀγωνιστής πρέπει νά βρίσκεται ἀδιάλειπτα σέ ἑτοιμότητα, γιά ν᾿ ἀντιδράσει ἀποτελεσματικά, ὅταν θά τοῦ ἐπιτεθεῖ ἕνα πάθος, προπαντός τό πάθος ἐκεῖνο πού ἐμφανίζεται πιό συχνά, τόν πολεμάει πιό ἐπίμονα καί τόν ταράζει πιό πολύ ἀπό ἄλλα.
Σέ κάθε ἄνθρωπο τά πάθη πού εἶναι οἰκεῖα στήν πεσμένη του φύση διαφέρουν σέ ἔνταση ἀπό τά πάθη πού ἀποκτᾶ θεληματικά. Ἡ δύναμη τῶν δευτέρων εἶναι ἀσύγκριτα μεγαλύτερη ἀπό τή δύναμη τῶν πρώτων. Ἀλλά ἡ μετάνοια, αὐτό τό παντοδύναμο φάρμακο πού μᾶς δόθηκε ἀπό τόν παντοδύναμο Γιατρό, τόν Θεό, θεραπεύει τόν ἄνθρωπο πού θά θελήσει νά τό χρησιμοποιήσει σωστά . Ἡ μετάνοια εἶναι πανάκεια γιά ὅλες τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς, γιά ὅλες τίς ἁμαρτίες.
Μερικά πάθη, ὅπως εἶναι ἡ γαστριμαργία, ἡ τρυφή, ἡ πολυτέλεια, οἱ διασκεδάσεις, ἡ φιλαργυρία, ἡ φιλοδοξία, ἡ ἀπιστία, ἀποτελοῦν τήν ἀρχή καί τήν αἰτία ἄλλων παθῶν, ὅπως εἶναι ἡ ἡδυπάθεια, ἡ λύπη, ἡ ὀργή, ἡ μνισικακία, ὁ φθόνος, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ λήθη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐγκατάλειψη τῆς ἐνάρετης βιοτῆς. Στόν πνευματικό ἀγώνα πρέπει νά πολεμᾶμε ἀρχικά καί κατεξοχήν τά πρῶτα πάθη. Ἄν νικηθοῦν αὐτά, τά δεύτερα θά ἀφανιστοῦν μόνα τους. Ὅποιος ἀρνήθηκε τίς σωματικές ἀπολαύσεις, τήν ἀνθρώπινη δόξα, τόν ὑλικό πλοῦτο, τόν βιοτικό περισπασμό, δέν θά κυριευθεῖ ἀπό τήν ὀργή καί τή λύπη, τήν ὑπερηφάνεια καί τή ζήλια. Ἀνεμπόδιστα θά βαδίζει στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή θεογνωσία, τήν προσιτή μόνο στίς καθαρές καρδιές.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ ἀπιστία. Αὐτή ἀφήνει νά μποῦν στήν ψυχή καί ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία καί ἡ φιληδονία καί ἡ ὀργή καί ἡ λύπη καί, τό κορυφαῖο κακό, ἡ ἀπελπισία.
Ἀρχηγός καί θύρα ὅλων τῶν γνησίων χριστιανικῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ πίστη.
Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ζώντας ἀπρόσεκτα, ζώντας μέσα στόν περισπασμό, δέν συνειδητοποιοῦν τά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἱκανοποιοῦνται μέ τά πάθη τους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δικαιολογοῦν τά πάθη τους. Συχνά, μάλιστα, τά θεωροῦν ἀρετές καθαρές, ἀρετές ὑψηλές.
Ὁ ἀληθινός χριστιανός, πού διαρκῶς προσέχει τόν ἑαυτό του καί πού μέρα-νύχτα μαθητεύει στόν νόμο τοῦ Κυρίου, προσπαθώντας νά τηρεῖ τίς εὐαγγελικές ἐντολές μέ ἀκρίβεια, αὐτός μπορεῖ νά δεῖ τά πάθη του. Ὅσο περισσότερο καθαρίζεται ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅσο περισσότερο προοδεύει πνευματικά, τόσο πιό ἔντονα τά συνειδητοποιεῖ. Καί τελικά, μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ του –θεραπευμένου πιά ἀπό τό Εὐαγγέλιο– ἀποκαλύπτεται ἡ φοβερή ἄβυσσος ὅπου ἔχει πέσει ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἀποκαλύπτονται τά πάθη του σ ᾿ ὅλη τους τή ζοφερότητα. Τά πάθη εἶναι τά συμπτώματα καί οἱ ἀποδείξεις τῆς θανάσιμης ἀσθένειας τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τήν ὁποία ἔχει προσβληθεῖ ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό τό ἀντίκρισμα τῶν παθῶν του, ἡ συνειδητοποίηση τῆς πτώσεως του; Τόν ὁδηγεῖ στό πένθος, στό πικρό καί διαρκές πένθος. Καμιά ἐπίγεια χαρά δέν μπορεῖ νά διακόψει αὐτό τό πένθος. Μόνο ἡ θεία χάρη τά σταματᾶ ἀπό καιρό σέ καιρό, προσφέροντας στήν περίλυπη καί τσακισμένη καρδιά τήν ἐλπίδα τη[ς σωτηρίας, τήν πνευματική ἀνάπαυση, τήν οὐράνια ἀπόλαυση, τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ.
Ποῦ ὁδηγεῖ τόν χριστιανό ἡ φανέρωση τῆς ἐνέργειας τῶν παθῶν; Τόν ὁδηγεῖ στόν ἐντατικό ἀγώνα ἐναντίον τους. Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ αὐξάνει τίς προσευχές του, τή νηστεία του, τίς ἀγρυπνίες του, τίς γονυκλισές του, καί ἱκετεύει τόν Θεό γιά ἄφεση, ἐκθέτοντάς Του νοερά τίς συμφορές του μέ ἀνέκφραστη συντριβή καί ἀβάσταχτο πόνο καρδιᾶς. «Ἐγώ» λέει ὁ ἱερός Δαβίδ, «ὅταν μέ ταλαιπωροῦσαν, φοροῦσα πένθιμο ροῦχο καί ταπείνωνα τήν ψυχή μου μέ νηστεία. Καί ἡ προσευχή μου, (ἀφοῦ γίνει δεκτή ἀπό Σένα), θά ἐπιστρέψει σ᾿ ἐμένα (γιά τήν ὠφέλειά μου)… Σάν ἄνθρωπος βυθισμένος στό πένθος καί τή σκυθρωπότητα, ἔτσι ταπεινωνόμουν μπροστά τους»13.
Μέ ποιόν τρόπο ἀποκαλύπτονται τά πάθη; Μέ ἁμαρτωλούς λογισμούς, ἁμαρτωλούς ρεμβασμούς, δηλαδή ὀνειροπολήματα, καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα. Οἱ λογισμοί καί οἱ ρεμβασμοί ἄλλοτε ἐμφανίζονται ξαφνικά στόν νοῦ καί ἄλλοτε πλησιάζουν ἀνεπαίσθητα δίχως νά τούς ἀντιληφθοῦμε. Μέ ὅμοιο τρόπο ξεφυτρώνουν καί στήν καρδιά τά αἰσθήματα, τά ὁποῖα ἐπηρεάζουν καί τό σῶμα. Ἀπό τούς λογισμούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα ὁ ἄνθρωπος παρασύρεται στή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας εἴτε μέ τό σῶμα του εἴτε, τό λιγότερο, μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά του.
Ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει νά ἀποφεύγει ὄχι μόνον τή σωματική ἁμαρτία, ἀλλά καί τή νοερή καί τήν καρδιακή. Γιατί κάθε πάθος δυναμώνει ὅταν τό ἱκανοποιοῦμε, ὅταν ὑποκύπτουμε στίς ἄνομες ἀπαιτήσεις, του, ἀκόμα καί ὅταν τό ἀφήνουμε ἁπλῶς νά κατοικεῖ καί νά κινεῖται ἀνεπαίσθητα μέσα μας. Τό πάθος πού ἐνεργεῖται στήν πράξη ἤ ἔστω ἔχει ριζώσει στήν ψυχή, ἐπειδή αὐτή τό συμπαθεῖ καί τό τρέφει γιά πολύν καιρό, ἀποκτᾶ ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο. Ἀπαιτοῦνται τόσο μακροχρόνιος καί αἱματηρός ἀγώνας ὅσο καί ἰδιαίτερη ἐνίσχυση ἀπό τό θεῖο ἔλεος, γιά ν᾿ ἀποτιναχθεῖ ὁ ζυγός ἑνός πάθους, πού ἔγινε δεκτό αὐτοπροαίρετα ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ἀπέκτησε ἐξουσία πάνω του. Ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο ἀποκτᾶ τό πάθος, ὅταν αὐτός πέσει σωματικά σέ θάνασιμο ἁμάρτημα ἤ καί ἁπλῶς ὅταν ἀπολαύσει ἑκούσια τήν ἁμαρτία μέσα στόν μυστικό θάλαμο τῆς ψυχῆς του, θάλαμο ἀφιερωμένο στόν Χριστό.
Δέν εἶναι δυνατόν τά πάθη, ὅταν αὐτά ζοῦν μέσα στόν ἄνθρωπο, νά μήν ἐκδηλωθοῦν στούς λογισμούς του, στά λόγια του καί στίς πράξεις του. Στό στάδιο τῆς ἀθλήσεως τῶν χριστιανῶν ἀσκητῶν, πού ἀποβλέπουν στήν τελειότητα, ὡς πτώσεις καταλογίζονται οἱ ἐκδηλώσεις τῶν παθῶν ἔστω καί στούς λογισμούς μόνο14.
Οἱ πτώσεις εἶναι ἀναπόφευκτες γιά τόν ἀπόγονο τοῦ Ἀδάμ μέ τή μολυσμένη ἀπό τήν ἁμαρτία ἀνθρώπινη φύση. Ἰδιαίτερα ἕνας ἀρχάριος ἀσκητής δέν μπορεῖ νά μήν παρασυρθεῖ ἀπό ἁμαρτωλές σκέψεις καί ἁμαρτωλά αἰσθήματα, δέν μπορεῖ νά μήν ἁμαρτήσει ὄχι μόνο μέ τόν νοῦ καί τήν καρδιά, ἀλλά καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα. Μπορεῖ, ὡστόσο, καί πρέπει ὕστερ᾿ ἀπό τήν πτώση του νά θεραπευθεῖ ἀμέσως μέ τή μετάνοια.
Ἐδῶ, βέβαια, δέν γίνεται λόγος γιά τίς πτώσεις σέ θανάσιμα ἁμαρτήματα ἤ, πολύ περισσότερο, γιά τή συνειδητή καί ἑκούσια ἁμαρτωλή ζωή, πού εἶναι ὁλόκληρη μιά πτώση, ἀλλά γιά πτώσεις μικρές, ἀπό ἀδυναμία, οἱ ὁποῖες ὀνομάζονται συγγνωστές ἁμαρτίες καί τίς ὁποῖες δέν μποροῦν νά ἀποφύγουν ἐντελῶς οὔτε οἱ δίκαιοι.
«Καί ἑφτά φορές νά πέσει ὁ δίκαιος, ξανασηκώνεται» μέ τή μετάνοια λέει ἡ Γραφή15. Καί ὅσο καθαρίζεται κανείς μέ τή μετάνοια τόσο λιγοστεύουν οἱ πειρασμικοί λογισμοί. Ἀλλά συνάμα γίνονται πιό λεπτοί, πιό δυσδιάκριτοι, τόσο πού καμιά φορά παραπλανοῦν ἀκόμα καί ἀνθρώπους γεμάτους θεία χάρη16. Παραπλανώντας τους, πάντως, τούς ταπεινώνουν, τούς προφυλάσσουν ἀπό τήν ὑψηλοφροσύνη καί τούς συγκρατοῦν στή σωτήρια κατάσταση τῆς μετάνοιας17.
Ὅταν ἀποκαλυφθεῖ μέσα μας ἡ ἐνέργεια τῶν παθῶν, ἄς διατηρήσουμε τήν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς μήν ταραχθοῦμε, ἄς μή λυπηθοῦμε, ἄς μή σαστίσουμε. Εἴτε ἀδύναμη εἶναι αὐτή ἡ ἐνέργεια εἴτε δυνατή, ἄς ἀντισταθοῦμε μέ ἀνδρεία.
Τά πάθη δέν θά πάψουν νά ἐπαναστατοῦν καί νά μᾶς πολεμοῦν, ὥσπου νά μᾶς σκεπάσει ἡ ταφόπλακα! Ἄς ἑτοιμαστοῦμε, λοιπόν, γιά ἰσόβια ἀντίσταση, μέ σταθερή τήν πεποίθηση ὅτι δέν εἶναι δυνατό νά νικᾶμε πάντοτε. Ἀναπόφευκτα θά ὑποστοῦμε ἀθέλητες ἧττες, καί αὐτές ἀκριβῶς οἱ ἧττες θά συντελοῦν στήν πνευματική μας πρόοδο, ὅταν διατηροῦν καί ἐνισχύουν μέσα μας τή μετάνοια καί τή θυγατέρα της, τήν ταπείνωση.
Ἄς μήν ἐπαναπαυόμαστε στίς νίκες μας ἐπι τῶν παθῶν κι ἄς μήν ἐνθουσιαζόμαστε μ᾿ αὐτές τίς νίκες. Τά πάθη εἶναι πονηρά τόσο, ὅσο καί οἱ δαίμονες πού τά μεταχειρίζονται. Συνηθίζουν, λοιπόν, νά παρουσιάζονται σάν νικημένα, ὥστε ἐμεῖς, νομίζοντας ὅτι κατορθώσαμε τήν ἐξουδετέρωσή τους, νά κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση. Καί ὅταν κυριευθοῦμε ἀπό τήν ἔπαρση, ἡ νίκη τους θά εἶναι πιό ἄνετη καί πιό ἀποφασιστική.
Ἄς προετοιμαστοῦμε νά ἀντιμετωπίζουμε τόσο τίς νίκες ὅσο καί τίς ἧττες μας μέ τόν ἴδιο τρόπο: μέ ἀνδρεία, μέ ψυχραιμία, μἐ νηφαλιότητα.
Παρασύρθηκες ἀπό ἁμαρτωλούς λογισμούς; Δέχτηκες μέ εὐχαρίστηση ἁμαρτωλούς λογισμούς; Εἶπες λόγια ἀνώφελα ἤ ἀπερίσκεπτα; Ἔφαγες ὑπέρμετρα; Ὑποχώρησες σέ κάποιαν ἄλλη ἀδυναμία; Μήν ταραχθεῖς, μή λυγοψυχήσεις, μήν προσθέσεις πληγή πάνω στήν πληγή, ὅπως ἔλεγε ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ18. Μετανόησε ἀμέσως μπροστά στόν καρδιογνώστη Θεό καί, διατηρώντας τήν ψυχική σου εἰρήνη, συνέχισε μέ ἐπιμονή καί σταθερότητα τόν ἀγώνα γιά τή διόρθωση καί τήν πνευματική σου τελείωση, βέβαιος πιά γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀδιάλειπτης καί αὐστηρῆς παρακολουθήσεως τοῦ ἑαυτοῦ σου.
Ἡ σωτηρία μας εἶναι ὁ Θεός μας καί ὄχι τά ἔργα μας. Μέ τά καλά μας ἔργα, δηλαδή μέ τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, ἁπλῶς ἀποδεικνύουμε τήν εἰλικρίνεια τῆς πίστεώς μας καί τήν ἀφοσίωσή μας στόν Θεό.
Μή δίνεις προσοχή στούς λογισμούς τῆς ψεύτικης ταπεινοφροσύνης, οἱ ὁποῖοι, ὅταν παρασύρεσαι καί πέφτεις, σοῦ λένε ὅτι ὁ Θεός ὀργίστηκε πιά μαζί σου, ὅτι σέ ἀποστράφηκε, ὅτι σέ ἐγκατέλειψε καί σέ ξέχασε. Τήν προέλευση τέτοιων λογισμῶν θά τήν καταλάβεις ἀπό τούς καρπούς τους. Καί οἱ καρποί τους εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀκηδία καί ἡ χαλάρωση τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ἤ, συχνά, ἀκόμα καί ἡ ἐγκατάλειψή του.
Ἄν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τή δυνατότητα νά γνωρίζουν ὅτι στό μεγάλο καί πολύμοχθο στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα ἀναπόφευκτα θά ὑπάρχουν ὄχι μόνο νίκες ἀλλά καί ἧττες, ὅτι ἡ ἀνεπάρκεια, ἡ ἀδυναμία, ἡ ἁμαρτωλότητά μας δέν εἶναι δυνατόν παρά νά ἐκδηλώνονται ἀπό καιρό σέ καιρό, πολύ περισσότερο τά γνωρίζει ὅλα αὐτά ὁ θεσμοθέτης τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, ὁ παντογνώστης Πλάστης μας καί Θεός μας. Βλέπει μέ εὐσπλαχνία τίς ἀκούσιες πτώσεις τῶν ἀγωνιστῶν Του, ἀλλά βλέπει μέ ἱκανοποίηση καί τή γενναιοψυχία, τή σταθερότητα, τήν πιστότητά τους. Γι᾿ αὐτό τούς ἑτοιμάζει τά ἀμάραντα στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, τῆς νίκης, τῆς δόξας.
Πόσο ποθητή εἶναι ἡ ἁγνότητα, ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος! Σ᾿ αὐτήν ρίχνει τό στοργικό Του βλέμμα, σ᾿ αὐτήν δείχνει τήν εὐμένειά Του ὁ Θεός! Καί πῶς ἀποκτᾶται ἡ καθαρότητα; Μέ συνεχή καί πολύμοχθο ἀγώνα ἐναντίον τῆς ἀκαθαρσίας τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά γιά ν᾿ ἀρχίσουμε αὐτόν τόν ἀγώνα, εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀποκαλυφθεῖ πρῶτα ἡ ἀκαθαρσία τῆς ψυχῆς μας μπροστά στά μάτια τοῦ νοῦ μας μέ τούς λογισούς, τούς ρεμβασμούς καί τά αἰσθήματα. Ὅποιος ποτέ δέν πολέμησε τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος δέν γνωρίζει κάν τήν ἀκαθαρσία του, ὅποιος νομίζει πώς εἶναι καθαρός, βρίσκεται στήν πιό ἐπικίνδυνη αὐταπάτη καί κινδυνεύει κάθε στιγμή νά γκρεμιστεῖ στήν ἄβυσσο θανάσιμων ἁμαρτημάτων. Ἡ ἀκαθαρσία εἶναι ἀναπόσπαστο χαρακτηριστικό τῆς πεσμένης μας φύσεως. Ἡ καθαρότητα εἶναι δῶρο τῆς θείας χάριτος, τήν ὁποία ἑλκέει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀγωνίζεται σωστά γιά τήν κάθαρσή του.
Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στήν ἁμαρτία πού κάνει κάποιος ἀπό πρόθεση, ἔχοντας διάθεση φιλάμαρτη, καί στήν ἁμαρτία πού κάνει ἄλλος ἀπό συναρπαγή καί ἀδυναμία, ἔχοντας διάθεση φιλόθεη. Εἶναι τεράστια ἡ διαφορά ἀνάμεσα στή ζωή τῆς ἁμαρτίας, τή ζωή τῆς ἱκανοποιήσεως ὅλων τῶν ἐπιθυμιῶν καί τῶν παθῶν, καί στή ζωή πού συμφωνεῖ μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά περιστασιακά κηλιδώνεται ἀπό τήν ἁμαρτία λόγω τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας.
Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπάθεια! Πολύ ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ πρόωρη ἀπόλαυση τῆς θείας χάριτος! Τά ὑπερφυσικά χαρίσματα μποροῦν νά καταστρέψουν τόν ἀγωνιστή πού δέν γνώρισε τίς ἀδυναμίες του μέ πτώσεις, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει ἐπαρκή πείρα τῶν μεταπτώσεων τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τοῦ πολέμου μέ τούς ἁμαρτωλούς λογισμούς, τόν ἀγωνιστή πού δέν ἔχει γνωρίσει τέλεια τήν κακία καί τήν πανουργία τῶν δαιμόνων ἀλλά καί τό εὐμετάβλητο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.
Κάθε ἄνθρωπος, ἀκόμα κι αὐτός πού ἀξιώθηκε νά γίνει σκεῦος τῆς θείας χάριτος, εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπιλέγει εἴτε τό καλό εἴτε τό κακό. Κι ἕνας πνευματοφόρος, λοιπόν, μπορεῖ, κάνοντας κατάχρηση τῆς χάριτος πού ἔχει λάβει, νά παραδοθεῖ κάποτε στήν ὑπερηφάνεια, ν᾿ ἀντιμετωπίσει μέ ἔπαρση τόν πλησίον. Ἔτσι, στή συνέχεια, θά κυριευθεῖ ἀπό τήν αὐταρέσκεια καί τήν αὐτοπεποίθηση, συνέπειες τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἀμέλεια, ἡ χαλάρωση τοῦ ἀγώνα καί, τελικά, ἡ ἐγκατάλειψή του. Πρέπει νά σημειωθεῖ ἐδῶ ὅτι, μέ τήν πρώτη ἐκδήλωση τῆς ἀμέλειας, ξεσηκώνονται ἀναπάντεχα οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες, πέφτουν λυσσαλέα πάνω στόν ἄνθρωπο, τόν παρασύρουν σάν ὁρμητικός χείμαρρος καί τόν γκρεμίζουν στό βάραθρο τῆς ἀσέλγειας, ὅπου συχνά τόν περιμένει ὁ ψυχικός θάνατος.
Ὁ φιλάνθρωπος Θεό, «ὁ ὁποῖος θέλει νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί νά γνωρίσουν σέ βάθος τήν ἀλήθεια»19, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ μαθητές Του, ἐπιτρέπει νά πολεμοῦνται οἱ φίλοι Του ἀπό ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές θλίψεις σ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ξενιτιᾶς τους. Ἐπιτρέπει, ἐπίσης, νά πολεμοῦνται ἀπό τά πάθη καί νά ὑπομένουν τά παθήματα, πού τούς προξενεῖ αὐτός ὁ πόλεμος, παθήματα ἀσύγκιτα πιό ὀδυνηρά ἀπ᾿ ὅλους τούς ἐξωτερικούς πειρασμούς.
Ὁ ἀόρατος ἐσωτερικός πόλεμος τοῦ χριστιανοῦ μέ τά πάθη δέν εἶναι καθόλου κατώτερος ἤ εὐκολότερος ἀπό τόν αἱματηρό ἀγώνα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεως. «Δῶσε αἷμα, γιά νά λάβεις Πνεῦμα», λένε, ὅπως εἴδαμε20, οἱ Πατέρες, πού γνώρισαν ἐμπειρικά αὐτόν τόν πόλεμο. Μόνο οἱ ἐπιμελεῖς τηρητές τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, μόνο οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ πολεμοῦν μέ συνέπεια καί αὐταπάρνηση τά πάθη τους. «Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι», λέει ὁ ὅσιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος21. Στή γνώση καί τή συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας μας θεμελιώνεται ὅλο τό οἰκοδόμημα τῆς σωτηρίας μας.
«Ἡ ἀκριβής τήρηση τῶν ἐντολῶν διδάσκει στούς ἀνθρώπους πόσο ἀδύναμοι εἶναι»: Τί παράξενη λογική γιά τήν ἐπιφανειακή σκέψη! Καί ὅμως, τά λόγια τοῦτα εἶναι λόγια πείρας. Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τό πλῆθος τῶν παθῶν του.
Μόνο μέ τήν ἐπιμελημένη τήρηση τῶν ἐντολῶν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά πεισθεῖ γιά τήν ἀπόλυτη ἀδυναμία τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ, γιά τή δύναμη τοῦ νέου Ἀδάμ καί γιά τήν ὀρθότητα τοῦ Πατερικοῦ ἐκείνου ὁρισμοῦ, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο ὁ πνευματικός νόμος δέν μπορεῖ νά ἐκπληρωθεῖ παρά μόνο μέ τούς οἰκτιρμούς τοῦ Χριστοῦ22.
Μέ τήν οἰκονομία τῆς παντοδύναμης ἀγαθῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καί ἡ ἴδια ἡ ἁμαρτία πού ζεῖ μέσα στόν ἄνθρωπο, ἡ ἁμαρτία πού κυριαρχεῖ σ᾿ ὅλη τήν ὕπαρξή του, σ᾿ ὅλα τά μέρη τῆς ψυχῆς του καί σ᾿ ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός του, συμβάλλει στήν πνευματική του πρόοδο, ἄν βέβαια εἶναι ἀληθινός χριστιανός.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς μας φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πνευματικῆς μας πτώσεως, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀναγκαιότητας τῆς λυτρώσεως καί ἡ ὁλόψυχη ὁμολογία ὡς Λυτρωτῆ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ καρποί τῆς πάλης μας μέ τά πάθη. Αὐτοί οἱ καρποί ἀποτελοῦν τό ἐχέγγυο τῆς αἰώνιας μακαριότητας.
Ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, ἡ παραδοχή τῆς πτώσεως, ἡ ζωντανή ὁμολογία τοῦ Λυτρωτῆ εἶναι ἄγνωστες στόν ἄνθρωπο πού ἔχει κοσμικό φρόνημα. Αὐτός εἶναι δοῦλος τῶν παθῶν, δέν βλέπει στόν ἑαυτό του παρά μόνο προτερήματα, μόνο ἀρετές, καί εἴτε δέν περιμένει τίποτα στόν οὐρανό, καθώς δέν συλλογίζεται ποτέ τόν οὐρανό, εἴτε περιμένει βραβεῖα σάν ὀφειλές, ἔχοντας πλήρη ἄγνοια τῆς μοναδικῆς ἀρετῆς πού βραβεύεται στόν οὐρανό καί πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν χριστιανικό τρόπο ζωῆς.
Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ, τηρώντας τίς εὐαγγελικές ἐντολές, ὅλο καί πιό καθαρά βλέπει τά πάθη του. Καί ὅσο ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιουργεῖ μέσα του μακάριες πνευματικές καταστάσεις –τή συναίσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, τό πένθος, τήν πραότητα, τό ἔλεος, τήν καθαρότητα, τή διάκριση–, τόσο νιώθει τόν ἑαυτό του πιό ἁμαρτωλό ἀπ᾿ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς, ἀμέτοχο σέ ὁποιοδήποτε καλό, ἔνοχο ἀναρίθμητων κακῶν, ἄξιο αἰώνιων βασάνων στή γέεννα τοῦ πυρός γιά τή διαρκή ἀθέτηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, βλέποντας μέσα τους πνευματική καρποφορία ἀπό τήν πάλη μέ τά πάθη, δέν ἀπιθυμοῦσαν τήν παύση τοῦ ἀόρατου πολέμου. Ἐπιθυμοῦσαν νά ὑπομένουν τόν πόλεμο μέ ἀνδρεία καί καρτερία23.
Τί μακάριοι πού ἦταν! Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν τελειότητα παρά μόνο στήν ταπείνωση. Δέν ἀναζητοῦσαν ἀλλοῦ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας παρά μόνο στόν Χριστό. Ὅπου δέν ὑπάρχει ταπείνωση, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει καμιά χριστιανική ἀρετή. Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἐκεῖ ὑπάρχουν ὅλες οἱ ἀρετές στήν πληρότητά τους. Ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἐκεῖ τά πάθη καί ὁ χειριστής τους, ὁ ἐχθρός μας διάβολος, καθόλου δέν μποροῦν νά βλάψουν τόν ἐργάτη τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ «τό παιδί τῆς ἀνομίας», ἡ ἁμαρτία, «δέν θά μπορέσει νά τοῦ κάνει κακό»24.
Ἄς βαδίσουμε στ᾿ ἀχνάρια τῶν Πατέρων, καί θά φτάσουμε στό λιμάνι τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Ἀμήν.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν
Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ” Τόμος Β΄Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς.
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτηςhttp://HristosPanagia3.blogspot.com
1Σ.τ.Μ.: Πρβλ. Ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, Διδαχές, μετ. Π. Μπότση, Φιλοκαλία τῶν Ρώσων Νηπτικῶν 1, Ἀθήνα 1983, σελ. 73 – 74. Ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὤρωπός Ἀττικῆς 2009, σελ. 334.
2Ἀββᾶ Δωροθέου, ὅ.π., ΙΓ΄, 141, 144.
3Πρβλ. Ψαλμ. 50:7.
4Ρωμ. 7:17.
5Βλ. Ρωμ. 7:14. Α΄ Κορ. 3:1-3.
6Βλ. Ρωμ. 7:24.
7Βλ. Ἀββᾶ Δωροθέου, ὅ.π., Α΄, 5, 7, 11.
8Γαλ. 5:24.
9Τό Γεροντικόν, Ἀββάς Λογγίνος, ἀπόφθεγμα ε΄.
10Ά Πέτρ. 4:1.
11Βλ. Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, ὅ.π., Κ΄, 9-18· ΠΑ΄, 24-30.
12Πρβλ. Περί ὑπομονῆς καί διακρίσεως λόγος, 6.
13Ψαλμ. 34 : 13-14.
14Ὁ ὅσιος Νεῖλος Σόρσκι τίς ὀνομάζει νοερές πτώσεις (ὅ.π., Γ΄).
15Παροιμ. 24 : 16.
16Βλ. π.χ. Α΄ Παραλ. 21 : 1. κ.ἑ.
17Βλ. Ὁσίου Νείλου Σόρσκι, ὅ.π., Γ΄.
18Σ.τ.Μ.: Πρβλ. Ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ὅ.π., σελ. 334.
19Α΄ Τιμ. Β΄ : 4.
20Βλ. παραπάνω, σελ.359.
21Κεφάλαια πρακτικά καί θεολογικά ΡΜΕ΄, δ΄.
22Βλ. Ὁσίου Μάρκου τοῦ Ἀσκητοῦ, Περί νόμου πνευματικοῦ κεφάλαια Σ΄, λβ΄.
23Βλ. Ἀββᾶ Δωροθέου, ὅ.π., ΙΓ΄, 143.
24Ψαλμ. 88 : 23.
http://www.hristospanagia.gr/?p=41595