ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΝ ΚΟΛΛΗΣΕΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΤΗ ΓΗ, Ο ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΩΝ ΔΕΝ ΘΡΟΕΙΤΑΙ. ΚΑΙ ΑΝ ΑΔΙΚΗΘΕΙ ΔΕΝ ΑΓΩΝΙΑ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΤΙ ΑΔΙΚΗΘΗΚΕ ΑΛΛΑ ΒΑΖΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ(ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ- ΕΝΑΣ ΠΟΛΥ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΣ ΑΓΙΟΣ)

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2016

Ἀποτίμηση τῆς «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου» τῆς Κρήτης.Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:Ἀποτίμηση τῆς «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου» τῆς Κρήτης
Σκέφθηκα σήμερα μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ ν’ ἀναφερθοῦμε σ’ ἕνα ἐπίκαιρο θέμα, τό ὁποῖο σχετίζεται μέ τήν πνευματική μητέρα μας, ἡ ὁποῖα δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν Ἁγία μας Ἐκκλησία, τήν «Μία, Ἁγία, Ὀρθόδοξη, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία», ὅπως τήν ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Λέγω δέ, ὅτι εἶναι μητέρα μας πνευματική, διότι αὐτή μᾶς γέννησε πνευματικά διά τοῦ μυστηρίου τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος μέσα στήν ἁγία κολυμβήθρα. Ὅπως λοιπόν κανείς ὀφείλει νά ἀγαπάει τούς σαρκικούς του γονεῖς, τόν πατέρα του καί τήν μητέρα του -μετά τόν Θεό εἶναι οἱ γονεῖς- ἔτσι ὀφείλει, προπάντων καί πάνω ἀπό ὅλα, νά ἀγαπάει τόν Πατέρα του τόν οὐράνιο, τόν Θεό πατέρα καί τήν μητέρα τήν ἁγία μας Ἐκκλησία, πού ὅπως λένε οἱ ἅγιοι, δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ὁ Χριστός παρατεινόμενος εἰς τούς αἰῶνας. Ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἁγία μας Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἔχει ὡς κεφαλή τόν ἴδιο τόν Χριστό (Κολ. 1,18).

Ἑπομένως τό νά ἀσχολούμαστε μέ τήν ἁγία μας Ἐκκλησία εἶναι θέμα ζωτικό γιά μᾶς. Εἶναι θέμα ὑποχρέωσης. Τό πιό σπουδαῖο πράγμα γιά τό ὁποῖο πρέπει νά φροντίζουμε, ν’ ἀγαπᾶμε συγχρόνως βεβαίως μέ τόν Θεό, εἶναι νά ἐνδιαφερόμαστε γιά ὅ,τι συμβαίνει στήν Ἐκκλησία .
Πρίν λίγο καιρό, ἴσως ἀκούσατε, ἔγινε στήν Κρήτη μία συνάντηση κάποιων Προκαθημένων, δηλαδή Πατριαρχῶν, Ἀρχιεπισκόπων, μαζί μέ κάποιους Ἀρχιερεῖς, οἱ ὁποῖοι ἔχοντας κάποια θέματα πρός συζήτηση, ψήφισαν καί ὑπέγραψαν κάποιες ἀποφάσεις. Ὡς ἐλάχιστα τέκνα κι ἐμεῖς τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας θά πρέπει νά γνωρίζουμε τί ἔγινε καί ὁπωσδήποτε κι ἐμεῖς νά πάρουμε τή σωστή θέση γιατί ὅλοι ἔχουμε μερίδιο εὐθύνης. Ἡ Ὀρθόδοξη πίστη φυλάσσεται βεβαίως πρωτίστως ἀπό τούς Ἀρχιερεῖς μας. Αὐτοί εἶναι οἱ κυρίως ἁρμόδιοι γιά νά φυλᾶνε τήν ὀρθή πίστη καί νά μήν ἐπιτρέπουν νά ἀναπτύσσονται αἱρέσεις, δηλαδή ψευδεῖς θεωρήσεις τοῦ Θεοῦ, ψευδή δόγματα, λανθασμένες γνώσεις, λανθασμένοι τρόποι θέασης τοῦ Θεοῦ. Τό δόγμα εἶναι ὁ τρόπος πού κανείς πιστεύει γιά τόν Θεό. Ὑπάρχουν τά ὀρθά δόγματα, οἱ ὀρθές θέσεις γιά τόν Θεό καί ὑπάρχουν καί τά λανθασμένα δόγματα, τά ὁποῖα εἶναι οἱ αἱρέσεις.
– Ποιά εἶναι τά βασικά δόγματα πού πιστεύουμε στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία;
Εἶναι αὐτά πού ὁμολογοῦμε μέ τό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Τά δώδεκα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, τοῦ ‘Πιστεύω’ συνοψίζουν τήν πίστη μας, τήν Ὀρθόδοξη πίστη, τήν ἀληθινή δηλαδή δόξα γιά τόν Θεό. Γι’ αὐτό καί ἡ πίστη μας ὀνομάζεται Ὀρθόδοξη – Ὀρθοδοξία καί ἡ Ἐκκλησία μας λέγεται Ὀρθόδοξη γιατί ἔχει τήν ὀρθή δόξα, τήν ὀρθή πίστη δηλαδή γιά τόν Θεό.
Ὑπάρχουν τώρα καί κάποιοι ἄλλοι χριστιανοί, πού αὐτοαποκαλοῦνται κι αὐτοί «ἐκκλησίες», ἡ λεγόμενη Ρωμαιοκαθολική «ἐκκλησία» καί κάποιοι ἄλλοι πού ὀνομάζονται Ὁμολογίες, οἱ διάφορες Προτεσταντικές Ὁμολογίες, πού κι αὐτοί ἰσχυρίζονται ὅτι πιστεύουν στόν Χριστό. Ἐξετάζοντας ὅμως τήν πίστη τους, θά διαπιστώσουμε ὅτι δέν πιστεύουν ὀρθά γιά τόν Θεό. Ἄς ποῦμε ἕνα παράδειγμα. Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί ἔχουν ἀλλοιώσει τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, γιατί ἔχουν προσθέσει ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Εἶναι τό λεγόμενο Φιλιόκβε. Φίλιο θά πεῖ υἱός, κβέ ἐκ τοῦ υἱοῦ. Δηλαδή ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν ἔχει μοναδική πηγή ὑπάρξεως τόν Πατέρα, ἀλλά ἔχει καί τόν Υἱό. Αὐτό δέν εἶναι ὀρθό, δέν εἶναι σωστό. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας μᾶς ἀποκάλυψε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενο (Ἰω. 15,26), Δέν μᾶς εἶπε ὅτι εἶναι καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Πηγή δηλαδή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ὁ Πατέρας καί ὄχι ὁ Υἱός καί ὁ Πατέρας.
Αὐτό τό ἔκαναν αὐθαίρετα οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, ὁπότε καί μόνο αὐτό, σύμφωνα μέ τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τούς βγάζει ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία, γιατί ὅταν κανείς δέν πιστεύει σωστά, βγαίνει ἐκτός Ἐκκλησίας. Καί ὅταν κανείς εἶναι ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία, λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, δέν μπορεῖ νά σωθεῖ. Ἐκτός Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία. Αὐτό εἶναι σαφές καί βέβαιο. Ὁ Κύριός μας εἶπε: «ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται» (Μαρκ. 16,16), δηλαδή θά σωθεῖ αὐτός πού πιστεύει -ἐννοεῖται σωστά. Ὄχι ἁπλῶς πιστεύει ὅτι ὑπάρχει Θεός. Τέτοια πίστη ἔχει καί ὁ διάβολος.
Ἄρα νά πιστεύει σωστά καί νά βαπτιστεῖ, εἶπε ὁ Κύριος, δηλαδή νά μπεῖ ὁλόκληρος μέσα στό νερό, αὐτό σημαίνει βαπτίζομαι. Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί οὔτε αὐτόν τόν τύπο κράτησαν, ἀλλά ἀντί νά βυθίζουν τόν ἄνθρωπο μέσα στό νερό, τόν ραντίζουν ἁπλῶς, τόν ψεκάζουν κατά κάποιο τρόπο. Πάντως δέν τόν βάζουν ὁλόκληρο μέσα στό νερό, ὁπότε, παρόλο πού λένε ὅτι κι αὐτοί πιστεύουν στόν Χριστό, στόν Πατέρα καί στό Ἅγιο Πνεῦμα, στήν Ἁγία Τριάδα εἶναι ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία γιατί δέν τηροῦν τόν βαπτισματικό τύπο. Ἡ Ἁγία Τριάδα πού πιστεύουν δέν εἶναι ἡ ἀληθινή, εἶναι μία ἄλλη δικῆς τους κατασκευῆς.
Συνεπῶς αὐτοί εἶναι αἱρετικοί, καθώς καί οἱ Προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι κι αὐτοί ἔχουν πλῆθος αἱρέσεις. Μία ἀπό αὐτές εἶναι ὅτι βρίζουν καί δέν τιμοῦν τίς Ἅγιες εἰκόνες καί μάλιστα τούς Ὀρθοδόξους, μᾶς ὀνομάζουν εἰδωλολάτρες, ἐπειδή προσκυνοῦμε τίς Ἅγιες εἰκόνες. Ἐμεῖς ὅμως δέν τιμοῦμε τίς εἰκόνες αὐτές καθαυτές, δηλαδή τό ξύλο ἤ τό μέταλλο ἤ τά χρώματα, ἀλλά τό εἰκονιζόμενο πρόσωπο. «Ἡ τιμή τῆς εἰκόνος ἐπί τό πρωτότυπον διαβαίνει», ὅπως λέει ἡ Ἐκκλησία μας, χρησιμοποιώντας τή ρήση αὐτή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ἑπομένως καί αὐτοί εἶναι αἱρετικοί καί δέν μποροῦμε νά τούς ὀνομάζουμε «ἐκκλησίες», γιατί Ἐκκλησία εἶναι μόνο Μία καί ἐφόσον ὁ Χριστός μας δέν ἔχει πολλά σώματα, δέν μποροῦν νά ὑπάρχουν καί πολλές Ἐκκλησίες.
Τά λέμε αὐτά προκαταρκτικά, γιά νά μπορέσουμε νά καταλάβουμε καί νά κρίνουμε τίς ἀποφάσεις πού πῆρε αὐτή ἡ «Σύνοδος». Οἱ ὁποῖες, ἄν δέν τίς ποῦμε τελείως αἱρετικές -πού αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια- ὅ,τι ψήφισαν καί ὅ,τι ὑπέγραψαν οἱ περισσότεροι -ὄχι ὅλοι- ἀπό τούς Ἀρχιερεῖς, ἔχουν μία, ἔτσι, περίεργη διατύπωση, θά ἔλεγα γριφώδη. Ἕνας γρίφος εἶναι καί ἐπιδέχονται διπλή ἀνάγνωση, δηλαδή κανείς μπορεῖ νά τά καταλάβει καί ἔτσι, μπορεῖ νά τά καταλάβει καί διαφορετικά. Γιά παράδειγμα, στό πιό ἐπίμαχο κείμενο πού ψήφισαν «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», ἀνάμεσα στά ἄλλα, ὑπάρχει καί ἡ φράση πού λέει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει τήν ἱστορική ὀνομασία καί ἄλλων ἑτερόδοξων «ἐκκλησιῶν» καί Ὁμολογιῶν μέ τίς ὁποῖες δέν εἴμαστε σέ κοινωνία. Αὐτή τήν φράση καί μόνο πού τήν ἀκούει κανείς, μπερδεύεται.
– Τί σημαίνει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει τήν ἱστορική ὀνομασία, τό ὄνομα καί ἄλλων ἑτερόδοξων «ἐκκλησιῶν» καί Ὁμολογιῶν;
Πρῶτα – πρῶτα πρέπει νά ποῦμε ὅτι ὅταν κανείς δίνει ὄνομα σέ κάτι, αὐτό τό κάτι σημαίνει ὅτι ὑπάρχει. Θυμᾶστε τόν ἀγώνα πού ἔκανε ἡ Ἑλλάδα γιά νά μήν δοθεῖ τό ὄνομα τῆς Μακεδονίας καί νά μήν παραχωρήσουμε αὐτό τό ὄνομα στούς Σκοπιανούς. Γιατί; Γιατί εἶναι αὐτονόητο, ὅταν κανείς τούς δώσει τό ὄνομα καί τούς ἀναγνωρίσει τό ὄνομα εἶναι πολύ σημαντικό, εἶναι σάν νά τούς ἐκχωροῦμε καί τά ἐδάφη μας κ.λ.π. Ἔτσι καί τό ὄνομα Ἐκκλησία, πού τό χρησιμοποιοῦμε μέ τήν νομική ἔννοια τοῦ ὅρου, Ρωμαιοκαθολική ἐκκλησία εἶναι τό ὄνομά τους, γιά νά συνεννοούμαστε. Αὐτό δέν σημαίνει ὅμως ὅτι εἶναι πραγματική Ἐκκλησία. Οἱ ἴδιοι μπορεῖ νά αὐτοπροσδιορίζονται ὅπως θέλουν, μέχρι καί οἱ Σατανιστές ὀνομάζονται «ἐκκλησία» τοῦ Σατανᾶ.
– Αὐτό σημαίνει ὅτι εἶναι Ἐκκλησία καί σώζονται ὅσοι βρίσκονται σ’ αὐτή τήν «ἐκκλησία»;
Ὄχι βέβαια! Ἑπομένως εἶναι ἁπλῶς ἡ νομική ὀνομασία. Ἄλλο ἡ νομική ὀνομασία καί ἄλλο ἡ ἐκκλησιαστική πραγματικότητα καί τό ἐκκλησιολογικό περιεχόμενο πού δίνουμε στό ὄνομα. Ἑπομένως χρησιμοποιήσαμε αὐτό τό ὄνομα, γιατί σ’ αὐτή τήν «Σύνοδο» ὑποστηρίχτηκε ὅτι ‘’Μέχρι τώρα τούς λέμε ἐκκλησίες, τώρα δέν θά τούς λέμε ἐκκλησίες;’’. Τό χρησιμοποιούσαμε ὅμως μόνο ὡς ἕναν τεχνικό ὅρο καί τίποτα περισσότερο. Ἀλλά ἡ ὅλη σκοπιμότητα αὐτῆς τῆς «Συνόδου» ἦταν δυστυχῶς νά ἀναγνωριστεῖ ἐκκλησιαστικότητα σ’ αὐτές ὅλες τίς αἱρέσεις καί νά προαχθεῖ αὐτή ἡ μεγάλη αἵρεση πού λέγεται Οἰκουμενισμός. Ὁ Οἰκουμενισμός οὐσιαστικά διαφθείρει τήν Ὀρθόδοξη Θεολογία καί εἰσάγει πλῆθος αἱρέσεων.
– Τί λέει ὁ Οἰκουμενισμός;
Ὅτι ἐκτός ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπάρχουν κι ἄλλες «ἐκκλησίες». Καταστρέφει δηλαδή τό Ἐκκλησιολογικό Δόγμα πού ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως «Πιστεύω εἰς μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Λέει δηλαδή ὅτι δέν ὑπάρχει μία μόνο Ἐκκλησία, ὑπάρχουν πολλές. Ὅτι ὅλοι αὐτοί πού αὐτοπροσδιορίζονται ὡς ἐκκλησίες εἶναι «ἐκκλησίες».
Ὅλοι αὐτοί μαζεύονται -ἐκτός ἀπό τούς Ρωμαιοκαθολικούς πού εἶναι ἁπλῶς παρατηρητές- σ’ ἕνα Συμβούλιο, πού λέγεται «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν». Εἶναι ἕνας παγκόσμιος ὀργανισμός, κάτι σάν τόν ΟΗΕ, ὁ ὁποῖος ἔχει βέβαια βάσεις μασωνικές. Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι αὐτή ἡ ὀργάνωση ξεκίνησε ἀπό τήν μασωνία καί βασικά ὑπηρετεῖ αὐτούς τούς στόχους τῆς παγκοσμιοποίησης.
Ὅταν λέμε παγκοσμιοποίηση εἶναι αὐτή ἡ τάση, ἡ μεθόδευση κάποιων ἀνθρώπων, κυρίως τῶν μεγαλοτραπεζιτῶν, νά ἑνοποιηθεῖ ὁ κόσμος, νά καταργηθοῦν τά κράτη καί τά σύνορα καί νά γίνει ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα ἕνας ‘χυλός’ ἔτσι, ὥστε νά μπορεῖ εὐκολότερα νά ἐλεγχθεῖ καί αὐτοί νά γίνουν οἱ παγκόσμιοι Κυβερνῆτες καί οὐσιαστικά δικτάτορες καί νά στρώσουν τόν δρόμο γιά τόν ἐπερχόμενο Ἀντίχριστο.
Ἡ παγκοσμιοποίηση γίνεται σέ τρία ἐπίπεδα. Σέ ἐπίπεδο οἰκονομικό μέσω τῶν τραπεζῶν. Ὅλες οἱ τράπεζες ἐλέγχονται ἀπό μία κεντρική τράπεζα, πού δέν τήν ἀκοῦμε ποτέ στίς εἰδήσεις, ἡ ὁποία ὑπάρχει στήν Ἐλβετία καί μέσω αὐτῆς ἐλέγχεται ὅλο τό παγκόσμιο χρῆμα καί ὁ παγκόσμιος πλοῦτος.
Μετά ὑπάρχει ἡ παγκοσμιοποίηση σέ πολιτικό ἐπίπεδο, ὅπου δημιουργοῦνται διάφορες ὁμάδες κρατῶν, ὅπως λ.χ. ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωση, ἡ Εὐρασιατική Ἕνωση, ἡ ὁμάδα G8, «Ὁμάδα τῶν 8» ἤ Ὁμάδα τῶν 20, μπορεῖ νά τίς ἀκοῦτε στίς εἰδήσεις. Ὅλα αὐτά εἶναι προσπάθειες νά μαζευτοῦν τά ἔθνη -δύσκολο νά τά διαχειριστεῖς ἕνα-ἕνα μόνα τους- σέ ὁμάδες, οἱ ὁποῖες κι αὐτές ἔπειτα νά ἑνωθοῦν καί νά γίνει μιά Παγκόσμια Κοινότητα πού ὅμως θά ὑπηρετεῖ τά σχέδια αὐτῶν τῶν μεγαλοτραπεζιτῶν.
Τέλος, τό τρίτο ἐπίπεδο πού γίνεται παγκοσμιοποίηση εἶναι στό θρησκευτικό ἐπίπεδο. Τί κάνουν ἐκεῖ; Προσπαθοῦν σέ πρώτη φάση νά ἑνώσουν, ἐξωτερικά ὅμως, τούς χριστιανούς, δηλαδή τούς Ὀρθοδόξους καί ὅσους ἄλλους ὀνομάζονται χριστιανοί: Μονοφυσίτες, Ρωμαιοκαθολικοί καί Προτεστάντες. Ἄν τό ἐπιτύχουν αὐτό, σέ δεύτερο στάδιο νά ἑνωθοῦν μέ τίς ἄλλες θρησκεῖες, τίς λεγόμενες μονοθεϊστικές, τούς Μουσουλμάνους, τούς Ἑβραίους καί μετά καί μέ τούς Βουδιστές κ.λ.π.
Ὅλα αὐτά γίνονται μέ ἕναν μοχλό, μέ ἕνα ὄργανο, πού λέγεται «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» καί μέ κάποιες ἄλλες παρεμφερεῖς τέτοιες Ὀργανώσεις, πού ὑπάρχουν στή Μέση Ἀνατολή, στήν Ἀφρική καί λέγονται ἔτσι «Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» κ.λ.π. καί ὅλες μαζί ὑπηρετοῦν τήν θρησκευτική παγκοσμιοποίηση καί προσπαθοῦν νά ἑνώσουν τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν θρησκειῶν. Θά πεῖ κανείς:
– Εἶναι κακό αὐτό;
Εἶναι κακό μέ τήν ἔννοια ὅτι δέν γίνεται ἡ ἕνωση ὅπως εἶπε ὁ Χριστός. Ὁ Χριστός ὅταν προσευχήθηκε στόν Θεό Πατέρα, μᾶς εἶπε νά γίνουμε ἕνα, «ἵνα πάντες ἕν ὦσι» (Ἰω. 17,21). Ἀλλά:
– Πῶς γίνεται ἡ σωστή ἕνωση;
Γίνεται διαμέσου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διαμέσου τῆς ἄκτιστης δόξας, τῆς ἄκτιστης θεοποιοῦ Χάρης πού δίνει ὁ Χριστός. Γιατί μᾶς ἀποκάλυψε, μετά τή φράση πού εἶπε «ἵνα πάντες ἕν ὦσι», ὅτι «τήν δόξαν ἥν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἕν καθώς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν» (Ἰω. 17,22). Δηλαδή τήν δόξα πού μοῦ ἔδωσες Πατέρα οὐράνιε, τήν ἔδωσα καί γώ σ’ αὐτούς, τούς Ἀποστόλους, γιά νά εἶναι ἕνα ὅπως καί ἐμεῖς εἴμαστε Ἕνα. Ἡ δόξα αὐτή δέν εἶναι τίποτα ἄλλο, παρά ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν ὁποία καί ὁ Χριστός μας τήν πῆρε ὡς ἄνθρωπος, χρίστηκε ἀπό τόν Πατέρα καί ὁ ἴδιος ἔχρισε τόν ἑαυτό του καί χρίστηκε ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἔχει αὐτή τήν ἄκτιστη δόξα, τήν ὁποία τήν δίνει καί σέ μᾶς διαμέσου τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ὅταν λοιπόν καί ἐμεῖς ἔχουμε αὐτή τήν θεία δόξα, τήν θεία Χάρη δηλαδή ἐνεργό, τότε γινόμαστε ἕνα ἀληθινά καί πραγματικά καί ἔτσι μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ ἡ ἀληθινή ἕνωση.
Ὅλα τά ἄλλα δέν εἶναι ἑνώσεις, ἀλλά, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, εἶναι κουρελοῦδες τοῦ διαβόλου, ὅλες αὐτές οἱ προσπάθειες πού κάνουν οἱ παγκοσμιοποιητές, τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» καί οἱ ἄλλες διαχριστιανικές, διαθρησκειακές Ὀργανώσεις, οἱ ὁποῖες ὑπάρχουν ἀνά τόν κόσμο. Οὐσιαστικά δηλαδή ὅλα αὐτά εἶναι ὄργανα τοῦ πονηροῦ καί ὁ πονηρός ποτέ δέν ἑνώνει, πάντοτε διασπᾶ. Φαινομενικά γίνεται ἡ ἕνωση, ἀλλά στήν πραγματικότητα γίνεται διαχωρισμός καί καταστροφή. Καί προσπαθεῖ τώρα ὁ διάβολος μέσα ἀπό τόν Οἰκουμενισμό νά διαλύσει τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Γι’ αὐτό εἶναι σοβαρά αὐτά πού συζητᾶμε καί πρέπει νά τά γνωρίζουμε ἔτσι ὥστε νά μήν πέφτουμε σ’ αὐτές τίς παγίδες. Θά πεῖ κανείς:
– Ἐμεῖς πρακτικά ἀπό τί κινδυνεύουμε;
Κινδυνεύουμε ἀπό αὐτόν τόν λεγόμενο Συγκρητισμό, τήν ἀνάμειξη πραγμάτων πού δέν μποροῦν νά ἀναμειχθοῦν. Δέν μποροῦμε νά κάνουμε, γιά παράδειγμα, γάμο μεταξύ ὀρθοδόξου μέ ρωμαιοκαθολικό. Βέβαια στήν πράξη αὐτό γίνεται, ἀλλά οἱ ἱεροί Κανόνες τό ἀπαγορεύουν. Αὐτή ἡ «Σύνοδος» στήν Κρήτη εἶπε πάλι ὅτι ἀπαγορεύεται, ἀλλά παρά ταῦτα γιά λόγους ποιμαντικούς ἡ κάθε τοπική Ἐκκλησία θά ἀποφασίζει ἀπό μόνη της. Δέν λύνει δηλαδή τό πρόβλημα, γιά νά μήν γίνουνε αὐτοί κακοί στούς ἄλλους, ἀλλά τό παραπέμπει σέ κατώτερα ἐπίπεδα, παρά τούς Κανόνες. Οἱ Κανόνες εἶναι σαφέστατοι καί εἶναι ἀποφάσεις Οἰκουμενικῶν Συνόδων πού σημαίνει ὅτι δέν ἐπιτρέπεται νά ἀλλάξουν ποτέ. Γιατί ὅ,τι ἔχει ἐπικυρωθεῖ μέ Οἰκουμενική Σύνοδο δέν μπορεῖ νά ἀλλάξει ποτέ.
Κάτι ἄλλο πού γίνεται καί μᾶλλον θά τό βλέπετε στίς τηλεοράσεις εἶναι οἱ συμπροσευχές, τό ὁποῖο καί αὐτό δέν ἐπιτρέπεται ἀπό τούς ἱερούς Κανόνες. Στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» γίνονται κατά κόρον αὐτές οἱ συμπροσευχές καί μέ τούς ἄλλους αἱρετικούς (λεγόμενους χριστιανούς) ρωμαιοκαθολικούς καί προτεστάντες, ἀλλά καί μέ ἀνθρώπους ἄλλων θρησκειῶν, ἀκόμα καί μέ αὐτούς πού εἶναι εἰδωλολάτρες καί λατρεύουν τήν φωτιά κ.λ.π. Πράγματα τελείως ἀνεπίτρεπτα σύμφωνα μέ τούς ἱερούς Κανόνες γιατί γιά νά προσευχηθοῦμε μαζί μέ κάποιον σημαίνει ὅτι ἔχουμε τήν ἴδια πίστη.
Γιά νά τό ποῦμε μέ ἕνα παράδειγμα ἀπό τά καθημερινά εἶναι σάν νά ἔχει κανείς κάνει τόν γάμο του, νά ἔχει τήν σύζυγό του καί συγχρόνως νά ἔχει καί μία δεύτερη γυναίκα μέ τήν ὁποία πάλι νά ἔχει σχέσεις. Αὐτός μπορεῖ νά ἰσχυρίζεται ὅτι τό κάνει ἀπό ἀγάπη, ἀλλά δέν εἶναι ἡ ἐν Χριστῶ ἀγάπη. Εἶναι μιά δαιμονική ἀγάπη, ἡ ὁποία οὐσιαστικά κολάζει τόν ἄνθρωπο αὐτόν καί διασπᾶ τήν οἰκογένειά του. Τοῦ διαλύει τήν οἰκογένεια. Ἔτσι καί ἡ κάθε ψυχή πού εἶναι νύμφη Χριστοῦ νυμφεύεται τόν Χριστό μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί δέν μπορεῖ νά ἔχει σχέσεις μέ ἄλλους, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν τόν Χριστό ὡς ἀρχηγό, ἀλλά ἔχουν τελικά τόν πονηρό ὡς ἀρχηγό. Οἱ συμπροσευχές δηλαδή εἶναι μιά προδοσία τῆς πίστεως καί σέ καθημερινό ἐπίπεδο εἶναι σάν νά ἔχει κανείς μία ἐξωσυζυγική σχέση.
Δυστυχῶς στή «Σύνοδο» αὐτή τήν λεγόμενη ‘Ἁγία καί Μεγάλη’ πού ἔγινε στήν Κρήτη, ὅλα αὐτά ἐπικυρώθηκαν. Δηλαδή οἱ ἀποφάσεις καί οἱ συμπροσευχές καί ὅλες αὐτές οἱ πρακτικές ἀπό τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» ἐπικυρώθηκαν καί μία ἀπό τίς παραγράφους τῶν κειμένων πού ὑπεγράφησαν λέει αὐτό ὅτι: θά συνεχίσουμε μέσω τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» νά ἀποκαταστήσουμε τήν ἑνότητα μέ τίς ἄλλες «ἐκκλησίες».
Ὅλο αὐτό βέβαια εἶναι πολύ πονηρά διατυπωμένο, γιατί πρῶτον ἑνότητα δέν μπορεῖ νά γίνει ἀφοῦ αὐτοί βρίσκονται ἐκτός Ἐκκλησίας καί δέν ἔχουν τό Ἅγιο Πνεῦμα. Μόνο ἐάν μετανοήσουν καί μποῦν κανονικά στήν Ἐκκλησία, ὁπότε θά ἔχουν κι αὐτοί τήν Χάρη, γινόμαστε ἕνα. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἑνότητα, δέν χρειάζεται νά προσπαθήσουμε νά βροῦμε ἑνότητα. Ὑπάρχει ἑνότητα γιατί ὅλοι μέσα στήν Ἐκκλησία μας μετέχουμε τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅσοι βεβαίως ζοῦνε ἐν μετανοία καί ἐν προσευχή, γιατί πολλοί ἔχουν βαφτιστεῖ καί ἔχουν μπεῖ στήν Ἐκκλησία, ἀλλά δέν ζοῦν σωστά, ὁπότε εἶναι σάν νά μήν εἶναι Ὀρθόδοξοι. Αὐτοί εἶναι πού δημιουργοῦν καί τά προβλήματα γιατί δέν ἔχουν τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διότι δέν ζοῦν σωστά, ὅπως καί οἱ αἱρετικοί.
Ἄρα πρέπει νά ξέρουμε, ἄν αὐτή ἡ «Σύνοδος» πού ὀνομαζόταν ‘Ἁγία καί Μεγάλη’, ἦταν ὄντως Ἁγία καί Μεγάλη.
– Πῶς θά τό κρίνουμε αὐτό;
Μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, καθώς καί οἱ καταξιωμένοι καθηγητές τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς ὅτι γιά νά εἶναι μία Σύνοδος ἔγκυρη, δηλαδή πραγματική, καί νά μήν εἶναι ψευδοσύνοδος πρέπει νά συντρέχουν τρεῖς προϋποθέσεις. Θά τίς ἀναφέρουμε ἐδῶ γιά νά μποροῦμε ὅλοι νά ἔχουμε σωστή κρίση γιά ὅ,τι λαμβάνει χώρα στήν Ἐκκλησία. Διότι δέν σημαίνει ὅτι ὅταν μαζευτοῦν κάποιοι καί κάνουν μία «Σύνοδο» ὅτι αὐτό πού θά ἀποφασίσουν θά εἶναι σίγουρα σωστό. Μπορεῖ καί νά μήν εἶναι σωστό κι αὐτό τό ἔχουμε συναντήσει στήν Ἐκκλησιαστική ἱστορία. Πολλές τέτοιες ‘’Σύνοδοι’’ ἀποδείχθηκαν ψευδεῖς, ψευδοσύνοδοι. Ἀποφάσισαν δηλαδή λανθασμένα πράγματα.
Τέτοια Σύνοδος ἦταν ἐκείνη τῆς Φερράρας- Φλωρεντίας, ἡ ὁποία ἀποφάσισε τήν ἕνωση μέ τούς Ρωμαιοκαθολικούς, τούς Παπικούς καί τότε ὑπέγραψαν ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι ἐκτός ἀπό ἕναν ἅγιο Ἐπίσκοπο, τόν Ἅγιο Μάρκο τόν Εὐγενικό. Ὅταν γύρισαν στήν Κωνσταντινούπολη ἀπό τήν Φλωρεντία ὁ λαός -αὐτοί πού εἶχαν ζωντανή πίστη καί ζοῦσαν τή Χάρη τοῦ Θεοῦ- ὅλους τούς Ἐπισκόπους πού εἶχαν ὑπογράψει τούς ἀποδοκίμασε, λέγοντάς τους ὅτι μ’ αὐτό πού ἔκαναν δέν ἦταν ἄξιοι νά εἶναι Ἐπίσκοποι καί ὅτι πρόδωσαν τήν πίστη. Ἐνῶ τόν Ἅγιο Μάρκο τόν Εὐγενικό τόν σήκωσαν στά χέρια, τόν ἐπευφήμησαν. Τότε ἐκεῖνοι κατάλαβαν τό λάθος τους καί ἔλεγαν καλύτερα νά μᾶς κοβόταν τό χέρι παρά νά ὑπογράφαμε. Ἑπομένως καί ἄλλες «Σύνοδοι» εἶναι ἀποδεδειγμένα ψευδεῖς, ψευδοσύνοδοι. Συμπεραίνουμε δηλαδή ὅτι ἐπειδή συγκεντρώνονται κάποιοι Ἀρχιερεῖς καί ἀποφασίζουν κάποια πράγματα, δέν σημαίνει ὅτι εἶναι σωστά καί τά ἀκολουθοῦμε.
– Πῶς θά καταλάβουμε ἄν μία Σύνοδος εἶναι ἀληθινή, ἔγκυρη καί ὄχι ψευδής;
Τρία εἶναι τά βασικά κριτήρια. Τό πρῶτο εἶναι ὅτι θά πρέπει νά καταδικάζει αἱρέσεις καί ὄχι νά εἰσάγει αἱρέσεις. Γι’ αὐτό καί ὅλες οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι, πού εἶναι ἔγκυρες καί ἀλάθητες, ὅταν ἄρχιζαν, γινόταν ἀνάγνωση καί ἐπικύρωση τῶν ἀποφάσεων ὅλων τῶν προηγουμένων Συνόδων. Ἄς ποῦμε, ὅταν ἔγινε ἡ 7η Οἰκουμενική Σύνοδος διαβάστηκαν οἱ ἀποφάσεις ὅλων τῶν προηγουμένων Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί ἐπικυρώθηκαν. Σ’ αὐτή τήν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης δέν διαβάστηκαν οἱ Ἀποφάσεις. Αὐτό δέν ἦταν τυχαῖο, δέν τούς ξέφυγε. Ἦταν σκόπιμο, διότι οἱ Ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καταδικάζουν τούς αἱρετικούς, αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἦταν ἐκεῖ παρόντες ὡς παρατηρητές.
Ἡ 4η Οἰκουμενική Σύνοδος π.χ. καταδικάζει τούς Μονοφυσίτες. Σήμερα ὅμως οἱ Μονοφυσίτες ἔχουν ἀλλάξει ὄνομα. Στήν ἀρχή ἦταν Ἀντιχαλκηδόνιοι γιατί δέν παραδεχόντουσαν τήν ἐν Χαλκηδόνι 4η Οἰκουμενική Σύνοδο, μετά τούς ὀνομάσαμε Προχαλκηδόνιους καί τώρα τούς ὀνομάζουμε καί ἀποκαλοῦνται Ἀνατολικοί Ὀρθόδοξοι. Κοιτᾶξτε τί σημασία ἔχουν τά ὀνόματα! Αὐτοί λοιπόν οἱ «Ἀνατολικοί Ὀρθόδοξοι» -πού εἶναι οἱ αἱρετικοί Μονοφυσίτες, ἀλλά δέν τούς λέμε Μονοφυσίτες- κάθονται μαζί μας στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν», γιατί οἱ Προτεστάντες πού κυριαρχοῦν ἐκεῖ λένε «κι αὐτοί χριστιανοί εἶναι, βάλ’ τους μέ τούς Ὀρθόδοξους» καί ἐξισωνόμαστε μέ τούς αἱρετικούς.
Αὐτοί λοιπόν οἱ αἱρετικοί -γιά πρώτη φόρα στήν ἱστορία συνέβη κι αὐτό- ἦταν παρόντες στή «Σύνοδο» τῶν Ὀρθοδόξων. Δηλαδή σάν νά ἔκαναν Σύνοδο οἱ Πατέρες γιά νά συζητήσουν τά διάφορα θέματα τῆς πίστεως καί κάλεσαν, ὡς ἐπίσημο προσκεκλημένο, τόν Ἄρειο, τόν Νεστόριο, τόν Εὐτυχή, τόν Διόσκορο, αὐτούς δηλαδή πού εἶναι αἱρετικοί, τούς κάλεσαν νά εἶναι παρατηρητές στή Σύνοδο. Αὐτό εἶναι σχιζοφρένεια. Νά παίρνεις δηλαδή μέσα στό σπίτι σου αὐτούς, πού ξέρεις ὅτι εἶναι οἱ ἐχθροί σου, νά τούς καλεῖς καί νά λές ‘’ἐλᾶτε νά δεῖτε τί κάνουμε καί τί θά ἀποφασίσουμε’’.
Γι’ αὐτό δέν διαβάστηκαν οἱ ἀποφάσεις γιατί, ἄν διαβαζόντουσαν, οἱ ἐκεῖ παρόντες ὡς παρατηρητές, θά ἄκουγαν τίς καταδίκες τους καί φυσικά δέν ἤθελαν νά συμβεῖ αὐτό. Ὄχι μόνο δέν ἐπικυρώθηκαν οἱ Ἀποφάσεις τῶν Συνόδων πού καταδίκαζαν τίς μέχρι τώρα αἱρέσεις, ἀλλά οὔτε κἄν ἀσχολήθηκαν μέ τίς σύγχρονες αἱρέσεις. Γιατί μία Σύνοδος γι’ αὐτό τόν σκοπό γίνεται, γιά νά ἀσχοληθεῖ μέ τό σπουδαιότερο πράγμα πού ἔχουμε ὡς χριστιανοί, πού εἶναι ἡ πίστη μας. Δεύτερο ἐξίσου σημαντικό εἶναι ὁ τρόπος ζωῆς. Αὐτά τά δύο ὅταν εἶναι ὀρθά, ὅταν δηλαδή κάποιος ἔχει ὀρθή πίστη καί ὀρθή ζωή, σώζεται, μετέχοντας βέβαια μέ ταπείνωση καί μετάνοια στά ἁγιαστικά Μυστήρια. Αὐτές εἶναι οἱ προϋποθέσεις γιά νά σωθοῦμε.
Ὅταν λοιπόν γίνεται μία Σύνοδος θά ἐξετάσει τά διάφορα προβλήματα, τά ὁποῖα σχετίζονται μέ τήν πίστη καί μέ τήν ζωή. Αὐτή ἡ «Σύνοδος» δέν ἀσχολήθηκε μέ τίς σύγχρονες αἱρέσεις. Θά πεῖ κανείς:
– Μήπως δέν ὑπάρχουν αἱρέσεις;
Βεβαίως ὑπάρχουν καί ἡ κατεξοχήν αἵρεση πού κάνει θραύση σήμερα, εἶναι ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία ὑπονομεύει τήν Ὀρθόδοξη Θεολογία καί ἀντιστρατεύεται στό Ἐκκλησιολογικό Δόγμα, γιατί λέει ὅτι δέν ὑπάρχει μόνο μία Ἐκκλησία, ἀλλά πολλές «ἐκκλησίες», ἐνῶ ἐμεῖς μία μόνο Ἐκκλησία ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Ἀντιστρατεύεται ἀκόμα καί στό Σωτηριολογικό Δόγμα, τό ὁποῖο λέει ὅτι ἡ σωτηρία γίνεται μόνο μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ὁ Οἰκουμενισμός ὅμως λέει ὅτι ἡ σωτηρία γίνεται καί μέσω τῶν ἄλλων χριστιανῶν καί μέσω τῶν ἄλλων θρησκειῶν γιατί λέει τελικά ὁ Οἰκουμενισμός: ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στόν ἴδιο Θεό πιστεύουν, ἁπλῶς τοῦ δίνουν διαφορετικά ὀνόματα, ἄλλος τόν λέει Χριστό, ἄλλος Βούδα, ἄλλος Μωάμεθ… Αὐτά λέει ὁ Οἰκουμενισμός.
Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι δυστυχῶς μετέχουμε στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν» ὡς ἰσότιμα μέλη -ὁ νοικοκύρης δηλαδή μέ τούς κλέφτες!- καί τό καυχόμαστε ὅτι εἴμαστε ἰσότιμα μέλη. Ἐνῶ κυριαρχοῦν οἱ κλέφτες -οἱ Προτεστάντες ἔχουν ἐπικρατήσει στό Συμβούλιο αὐτό- μετέχουμε ἐκεῖ καί προωθοῦμε αὐτή τήν αἵρεση.
– Ἑπομένως αὐτοί πού μετέχουν σ’ αὐτή τήν προσπάθεια, εἶναι δυνατόν νά καταδίκαζαν τήν αἵρεση;!
Ὅμως, ἄν ἦταν Ὀρθόδοξη Σύνοδος, αὐτό ἔπρεπε νά κάνει, νά καταδικάσει τίς σύγχρονες αἱρέσεις, οἱ ὁποῖες ἔχουν ὡς κυρίαρχη καί σπουδαιότερη, τόν Οἰκουμενισμό, γιά τόν ὁποῖο ἕνας σύγχρονος Ἅγιος, ὁ ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς, πού ἦταν καθηγητής τῆς Δογματικῆς στό Πανεπιστήμιο τοῦ Βελιγραδίου εἶχε πεῖ ὅτι δέν εἶναι ἁπλῶς αἵρεση ὁ Οἰκουμενισμός, ἀλλά εἶναι παναίρεση. Δηλαδή ἔχει μέσα της ὅλες τίς αἱρέσεις, γιατί, ὅπως εἴπαμε, διδάσκει ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες σώζουν. Μά ὅλες οἱ θρησκεῖες μᾶς λέει ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι δαιμόνια, «οἱ θεοί τῶν ἐθνῶν δαιμόνια» (Ψαλμ. 95,5). Δέν εἶναι λοιπόν σώζουσες «ἐκκλησίες» ἀλλά εἶναι «ἐκκλησίες» τοῦ Σατανᾶ, «ἐκκλησίες» πονηρευομένων. Ἐφόσον λοιπόν δέν καταδίκασε τίς αἱρέσεις, ἡ πρώτη προϋπόθεση δέν ἐκπληρώθηκε. Ἀντίθετα μάλιστα μέ τίς ἀποφάσεις πού πῆραν, ἀναγνώρισαν ἀκριβῶς ἐκκλησιαστικότητα καί στούς αἱρετικούς καί ἀναγνώρισαν τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», τό ὁποῖο ἐπαναλαμβάνω ὑπηρετεῖ τήν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ἄρα αὐτή ἡ Σύνοδος εἰσάγει αἵρεση στήν Ἐκκλησία καί πρέπει νά τό γνωρίζουμε, γιά νά ἔχουμε σωστή θέση ἀπέναντί της, γιατί σέ τελική ἀνάλυση ὁ πιστός λαός εἶναι πού ἐπικυρώνει ἤ ἀκυρώνει μία Σύνοδο. Δέν εἶναι οἱ Ἐπίσκοποι. Εἶναι ὁ πιστός λαός μαζί μέ τούς Ἐπισκόπους, ἡ ὅλη Ἐκκλησία καί μάλιστα ὁ πιστός λαός, ὁ ὁποῖος γρηγορεῖ. Ἡ γρηγοροῦσα δογματική συνείδηση, ὄχι ὁ πολύς ὄχλος. Οἱ πολλοί σήμερα στήν Ἑλλάδα εἶναι ἄσχετοι κι αὐτή τήν ὁμιλία ἄν τήν κάναμε δημόσια οἱ πιό πολλοί θά ἔφευγαν γιατί δέν τούς ἐνδιαφέρει καθόλου αὐτό τό θέμα. Ἐμεῖς ὅμως ἐπειδή θέλουμε νά εἴμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἐνδιαφερόμαστε γιά τήν μητέρα μας τήν Ἐκκλησία.
Ἡ δεύτερη προϋπόθεση γιά νά εἶναι μία Σύνοδος ἔγκυρη καί Ὀρθόδοξη καί νά μήν εἶναι ψευδοσύνοδος εἶναι νά ἀναγνωρίζει τυπικά ὅλες τίς προηγούμενες Συνόδους πού θέσπισαν Δογματικές ἀποφάσεις. Πρέπει νά ἀναγνωρίσει τίς ἑφτά Οἰκουμενικές Συνόδους καί νά διαβαστοῦν καί οἱ ἀποφάσεις. Ἐπίσης νά ἀναγνωρίσει καί τήν 8η καί τήν 9η, οἱ ὁποῖες κι αὐτές ἔχουν Οἰκουμενικό κύρος καί πῆραν ἀποφάσεις πού σχετίζονται μέ τά δόγματα. Συγκεκριμένα, ἡ 8η Οἰκουμενική, πού ἔγινε ἐπί Μεγάλου Φωτίου, καταδίκασε τήν αἵρεση τοῦ Φιλιόκβε, τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ.
Ἡ δέ 9η ἐπί Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καταδίκασε τόν Βαρλαάμ καί τίς δοξασίες του καί τήν αἵρεση περί κτιστῆς χάρης. Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί ἔχουν αὐτή τήν αἵρεση καί πιστεύουν ὅτι ἡ Χάρις εἶναι κτίσμα, εἶναι κτιστή. Δέν εἶναι ἄκτιστη ὅπως πιστεύουμε ἐμεῖς ὀρθοδόξως καί εἶναι τό σωστό. Ἄν ὅμως ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι κτίσμα, τότε καί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι κτίσμα. Ἄρα οἱ ἄνθρωποι αὐτοί εἶναι εἰδωλολάτρες, λατρεύουν κτίσματα. Βλέπουμε πῶς ἀπό τά ἴδια τους τά λόγια φαίνεται ὅτι εἶναι ὑπηρέτες ὄχι τοῦ ἀληθινοῦ Χριστοῦ, ἀλλά τοῦ πονηροῦ πνεύματος, τοῦ Ἀντιχρίστου. Μάλιστα δέν εἶναι αὐτά μόνο τά αἱρετικά δόγματα πού ἔχουν, εἶναι πάρα πολλά, ἀλλά λέμε τά πιό τρανταχτά.
Οὔτε αὐτό τό ἔκανε ἡ «Σύνοδος» στήν Κρήτη. Δηλαδή δέν ἐπικύρωσε οὔτε τήν 8η, οὔτε τήν 9η Οἰκουμενική, παρόλο πού προτάθηκε αὐτό. Μία ἀπό τίς 14 Ἐκκλησίες πού συμμετεῖχαν στή «Σύνοδο» αὐτή, ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας ζήτησε νά μπεῖ αὐτό ὡς θέμα: νά ἐπικυρωθοῦν ἡ 8η καί ἡ 9η ὡς Οἰκουμενικές. Καί τό αἴτημα ἀπερρίφθη, χωρίς κἄν νά συζητηθεῖ. Αὐτό πάλι δείχνει ὅτι ἡ «Σύνοδος» αὐτή δέν λειτούργησε ὅπως πρέπει, δηλαδή συνοδικά, γιατί θά ἔπρεπε τουλάχιστον νά τό συζητήσουν. Ἀπερρίφθη χωρίς νά συζητηθεῖ.
Ἡ τρίτη προϋπόθεση, γιά νά εἶναι ἡ Σύνοδος ὀρθόδοξη καί ὄχι ψευδοσύνοδος εἶναι νά ψηφίζουν ὅλοι οἱ Ἀρχιερεῖς πού μετέχουν σ’ αὐτή. Ἐδῶ ὅμως στήν Κρήτη δέν ψήφισαν ὅλοι οἱ Ἀρχιερεῖς, ἀλλά ψήφισαν μόνο οἱ Προκαθήμενοι. Ἀπό τίς 14 Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες πού ὑπάρχουν στόν κόσμο, πῆγαν μόνο οἱ 10. Αὐτό βεβαίως ἀκυρώνει τήν «Σύνοδο», γιατί μία Σύνοδος θά πρέπει νά ἔχει ἀπαρτία, νά εἶναι ὅλοι παρόντες. Ἐφόσον 4 Ἐκκλησίες δέν πῆγαν καθόλου, δέν θά ἔπρεπε νά γίνει ἡ «Σύνοδος». Θά ἔπρεπε νά ἀναβληθεῖ.
Παρόλα αὐτά ἐπειδή οἱ Οἰκουμενιστές θέλουν νά προχωρήσει αὐτό τό θέμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔκαναν τήν «Σύνοδο», ἄν καί δέν ὑπῆρχε ἀπαρτία. Καί ἐνῶ ἀπό τήν ἀρχή διακήρυτταν ὅτι σκοπός τῆς Συνόδου εἶναι νά διατρανωθεῖ ἡ ἑνότητα πού ἔχουμε οἱ Ὀρθόδοξοι, οἱ ἴδιοι μετά ἀκύρωσαν αὐτά τά λόγια τους καί τίς προσδοκίες τους μέ τό νά κάνουν μία «Σύνοδο» χωρίς κἄν νά εἶναι ὅλα τά μέλη παρόντα!  Κι ἀπό τήν ἄλλη ἔλεγαν ὅτι θά κάνουμε τήν Σύνοδο γιά νά δείξουμε καί στούς ἔξω ὅτι ἔχουμε ἑνότητα. Οἱ ἴδιοι δηλαδή διέψευσαν αὐτά πού ἔλεγαν, γιατί ὁ σκοπός δέν ἦταν αὐτός. Ὁ σκοπός ἦταν νά ἀναγνωριστεῖ ὁ Οἰκουμενισμός μέσω τῆς ἀναγνώρισης τοῦ «Παγκόσμιου Συμβούλιου Ἐκκλησιῶν» καί μέσω τῆς ἀναγνώρισης τοῦ ὅτι καί οἱ αἱρετικοί εἶναι «ἐκκλησίες». Κι αὐτό τό πέτυχαν. Δηλαδή στά χαρτιά. Τό ὑπέγραψαν ὅσοι ἦταν παρόντες. Ὄχι ὅμως ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι καί ἀπό τούς παρόντες.
Γιά νά εἶναι ὅμως ὄντως ἔγκυρες οἱ ἀποφάσεις τους, θά ἔπρεπε ὅλοι οἱ παρόντες νά ψήφιζαν καί νά ὑπέγραφαν τό κάθε κείμενο πού εἶχε κατατεθεῖ πρός συζήτηση καί ὄχι μόνο αὐτό. Ἀφοῦ τελείωσε ἡ Σύνοδος, θά πρέπει ὅλοι οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀνά τόν κόσμο νά τοποθετηθοῦν. Εἶναι ὑποχρέωσή τους αὐτή. Εἴτε νά ἐγκρίνουν, εἴτε νά ἀπορρίψουν. Ἄν τώρα ἀπορρίψουν τίς ἀποφάσεις, θά πρέπει νά ποῦν τούς λόγους γιά τούς ὁποίους τό κάνουν. Καί βέβαια ἐκτός ἀπό τούς Ἀρχιερεῖς, θά πρέπει νά τοποθετηθοῦν καί ὅλοι οἱ ἱερεῖς, ἱερομόναχοι, μοναχοί καί λαϊκοί, γιατί ὅλη ἡ Ἐκκλησία καί καθένας ἀπό τούς πιστούς ἔχει γνώμη καί θέση καί μπορεῖ νά κρίνει τίς ἀποφάσεις τῆς «Συνόδου», ἄν ἦταν Ὀρθόδοξες ἤ ὄχι.
Μπορεῖ ἡ ἀλήθεια νά εἶναι μέ ἕναν μόνο, δέν ἔχει σημασία ὁ ἀριθμός. Στά χρόνια τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ ὅλα τά Πατριαρχεῖα, οἱ Ἀρχιερεῖς καί οἱ ἱερεῖς εἶχαν παρασυρθεῖ στήν αἵρεση τοῦ Μονοθελητισμοῦ, μία αἵρεση πού ὑποστήριζε ὅτι ὁ Χριστός εἶχε μόνο μία θέληση καί ὁ μόνος πού ἀντιδροῦσε τότε ἦταν ἕνας ἁπλός μοναχός, οὔτε κἄν ἱερέας, ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής μαζί μέ τούς μαθητές του. Εἶχαν πέσει μάλιστα ὅλοι πάνω του καί ἔλεγαν «Μά ἐσύ δέν συμφωνεῖς μέ τόν Πατριάρχη, μέ τίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου; Μέ ποιά Ἐκκλησία εἶσαι ἐσύ; Ποιά εἶναι ἡ Ἐκκλησία στήν ὁποία ἀνήκεις; Ἀφοῦ ὅλες οἱ Ἐκκλησίες ἔχουν πάει μ’ αὐτή τήν πίστη». Καί ὁ Ἅγιος Μάξιμος ἀπάντησε: «Ἐγώ εἶμαι ἡ Ἐκκλησία καί οἱ μαθητές μου καί ἐγώ εἶμαι μέ τήν ἀλήθεια».
Ἡ ἀλήθεια στήν Ὀρθόδοξη πίστη δέν εἶναι μιά ἰδέα, δέν εἶναι μία πρόταση ἤ ἕνα σύμβολο πίστεως. Ἀλλά ἡ Ἀλήθεια εἶναι ὑποστατική, εἶναι ἕνα πρόσωπο. Ἡ Ἀλήθεια εἶναι ὁ Χριστός. Ὁπότε, ὅποιος εἶναι μέ τήν ἀλήθεια, εἶναι μέ τόν Χριστό καί ὁ Χριστός εἶναι ἡ πλειοψηφία. Ἄς εἶσαι ἕνας λοιπόν, ἐφόσον ἔχεις τήν ἀλήθεια, ἔχεις τόν Χριστό, γιατί ὁ ἴδιος τό εἶπε: «Ἐγώ εἶμαι ἡ ἀλήθεια» (Ἰω. 14,6). Ὅποιος λοιπόν φυλάει τήν ἀλήθεια καί ὁμολογεῖ τήν ἀλήθεια, εἶναι μέ τόν Χριστό καί δέν ἔχει σημασία πόσοι εἶναι οἱ ἄλλοι πού εἶναι ἀντίθετοι, ἴσως νά εἶναι καί ὅλοι. Δέν ἔχει σημασία. Γι’ αὐτό, κάθε πιστός θά πρέπει νά λαμβάνει γνώση, νά τοποθετεῖται σωστά καί νά κρίνει τίς ἀποφάσεις τῶν ὅποιων Συνόδων.
Οἱ ἀνά τόν κόσμο Ὀρθόδοξοι Ἀρχιερεῖς εἶναι περίπου 800. Στήν Ἑλλαδική Ἐκκλησία ἔχουμε γύρω στούς 80 – 85. Στήν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου ἔχουμε πολύ λιγότερους, ἔχουμε τήν Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας, τῆς Σερβίας, τῆς Ρουμανίας… συνολικά 14 Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Οἱ Ἐπίσκοποι πού ἀντιστοιχοῦν σ’ ὅλες αὐτές εἶναι περίπου 800. Στήν «Σύνοδο» αὐτή στήν Κρήτη ἦταν παρόντες οἱ 10 ἀπό τούς 14 Προκαθημένους, ἀφοῦ οἱ τέσσερις Ἐκκλησίες, ἡ Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας, τῆς Γεωργίας, τῆς Ρωσίας καί τῆς Ἀντιόχειας δέν πῆγαν γιά δογματικούς λόγους καί ὄχι γιά ἐθνοφυλετικούς λόγους, ὅπως τούς κατηγοροῦν. Γιά σοβαρότατους δογματικούς λόγους.
Ἐπίσης ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀντιόχειας δέν εἶχε κἄν ὑπογράψει τόν Κανονισμό σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο θά γινόταν ἡ «Σύνοδος». Ἑπομένως καί μόνο αὐτό ἀρκοῦσε -ἄν ἡ «Σύνοδος» λειτουργοῦσε σωστά- γιά νά τήν ἀκυρώσει, ἀφοῦ μία ἀπό τίς Ἐκκλησίες δέν ὑπέγραψε τόν Κανονισμό μέ τόν ὁποῖο θά γινόταν ἡ Σύνοδος. Ὡστόσο αὐτοί, ἐπειδή ὁ σκοπός, ὅπως εἴπαμε, ἦταν ἡ πρόωθηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, προχώρησαν καί ἔκαναν τήν «Σύνοδο», πού δέν εἶναι ὅμως Σύνοδος.
Ἡ τρίτη λοιπόν προϋπόθεση, ὥστε νά εἶναι μία Σύνοδος πραγματική, εἶναι νά ψηφίζουν ὅλοι οἱ Συνοδικοί Ἀρχιερεῖς καί μετά νά ἐγκριθεῖ ἀπό ὅλους τούς ἀνά τόν κόσμο Ἀρχιερεῖς καί ἀπό αὐτούς πού δέν ἦταν Συνοδικοί. Ἐάν, ἔστω καί ἕνας ἀπό τούς Ἀρχιερεῖς, δέν συμφωνήσει, θά πρέπει πάλι νά γίνει Σύνοδος–συζήτηση γιά νά ἀναφέρει τούς λόγους γιά τούς ὁποίους δέν συμφωνεῖ καί, ἄν οἱ λόγοι εἶναι σωστοί, θά πρέπει νά ἀκυρωθεῖ ἡ Σύνοδος καί οἱ ἀποφάσεις της. Ἄν οἱ λόγοι δέν εἶναι σωστοί κι αὐτός παραμένει στήν ἄρνηση καί ἀποδειχθεῖ ὅτι ἡ Σύνοδος εἶναι Ὀρθόδοξος, θά πρέπει νά καθαιρεθεῖ αὐτός πού ἀντιδρᾶ. Ἔτσι λειτουργεῖ ἡ Ἐκκλησία.
Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ ἕναν μοναχό ἤ ἕναν λαϊκό, ἄν ἔχει δίκαιο, θά πρέπει νά ἀκυρωθεῖ ἡ Σύνοδος, διαφορετικά ἐκεῖνος θά πρέπει νά ἀφορισθεῖ, νά βγεῖ ἐκτός Ἐκκλησίας. Τότε λειτουργεῖ σωστά ἡ Ἐκκλησία.
Αὐτές οἱ τρεῖς προϋποθέσεις λοιπόν δέν ἐκπληρώθηκαν στή «Σύνοδο» πού ἔγινε στήν Κρήτη. Οὔτε καταδικάστηκαν αἱρέσεις, ἀντίθετα εἰσήχθη ἡ αἵρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, οὔτε ἐπικυρώθηκαν οἱ Ἀποφάσεις τῶν προηγούμενων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οὔτε τῆς 8ης καί τῆς 9ης, οὔτε ψήφισαν ὅλοι οἱ Ἀρχιερεῖς, ψήφισαν μόνο δέκα. Ἀπό τούς ὀκτακόσιους Ἀρχιερεῖς ἀνά τόν κόσμο ψήφισαν μόνο δέκα. Καταλαβαίνετε ὅτι οἱ ἀποφάσεις αὐτῆς τῆς «Συνόδου» εἶναι ἄκυρες. Δέν εἶναι δεσμευτικές γιά κανέναν, γιατί δέν εἶναι κἄν Σύνοδος. Κάποιοι ἀναρωτιοῦνται:
– Μήπως ἄν δέν υἱοθετήσουμε αὐτά πού μᾶς λένε ἁμαρτάνουμε;
Ὄχι βέβαια, γιατί δέν εἶναι κἄν Σύνοδος. Ποτέ δέν ἔγινε τέτοια «Σύνοδος» στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πού νά μετέχουν ὡς μέλη Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες. Πάντα ὡς μέλη στίς Συνόδους ἦταν οἱ Ἐπίσκοποι. Πρώτη φορά στήν ἱστορία μέλη ἦταν οἱ δέκα Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες. Αὐτό βέβαια τό ἔκαναν γιά νά βγάλουν τό ἀποτέλεσμα πού ἤθελαν, γιατί οἱ 10 ἐλέγχονται, οἱ 800 δέν ἐλέγχονται, κάποιος θά ξεφύγει καί δέν θά ὑπογράψει… Ἐνῶ αὐτοί ἤθελαν φαινομενικά νά ἔχουν ὁμοφωνία. Ἀλλά βέβαια ὅλα αὐτά πέφτουν στό κενό γιά τούς λόγους πού ἀναφέραμε παραπάνω.
Ἑπομένως, συνοψίζοντας, ἡ «Σύνοδος» πού ἔγινε στήν Κρήτη, αὐτοονομάστηκε «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀπό 16 ἕως 27 Ἰουνίου 2016», ἀλλά διέψευσε τό ὄνομά της καί τίς προσδοκίες τοῦ ὑγιοῦς πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Δέν εἶναι Ὀρθόδοξη Σύνοδος, γιατί δέν ἀνταποκρίθηκε στά κριτήρια καί στά μέτρα τῶν ἀληθινῶν Συνόδων τῶν γνωστῶν ἀπό τήν ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Οὐσιαστικά εἶναι ἕνα συνοδικό πραξικόπημα, ὅπως διατυπώθηκε στίς ἀποφάσεις μιᾶς στρογγυλῆς τράπεζας πού ἔγινε στίς 29 Ἰουνίου (12 Ἰουλίου μέ τό νέο ἡμερολόγιο) στήν πρωτεύουσα τῆς Μολδαβίας, Κισινάου. Ἐκεῖ συγκεντρώθηκαν Ὀρθόδοξοι Ἀρχιερεῖς καί ἱερεῖς καί μία ἀντιπροσωπεία ἀπό τήν Ἑλλάδα καί πῆραν αὐτές τίς ἀποφάσεις πού σᾶς διαβάζω τώρα -ὑπάρχουν στό διαδίκτυο- καί οὐσιαστικά αὐτές ἀκυρώνουν τήν «Σύνοδο». Ὄχι βέβαια οἱ ἀποφάσεις αὐτές, ἀλλά τά ἴδια τά γεγονότα, γιατί γιά νά ἀκυρωθεῖ αὐτή ἡ «Σύνοδος», θά πρέπει νά γίνει κανονικά μιά Σύνοδος Ὀρθόδοξη, ἡ ὁποία καί τυπικά νά ἀκυρώσει αὐτές τίς ἀποφάσεις.
Δέν εἶναι Ἁγία αὐτή ἡ «Σύνοδος» τυπικά καί Κανονικά καί οὐσιαστικά γιατί ἔλαβε ἀποφάσεις ἀντίθετες ἀπό τίς ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν Ἁγίων Πατέρων ὡς πρός τήν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρέσεων, γιατί δέν εἶναι ἑπόμενη, δέν ἀκολουθεῖ δηλαδή τούς Ἅγιους Πατέρες. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τά ἀντίθετα ἔχουν ἀποφανθεῖ ἀνά τούς αἰῶνες. Δέν μποροῦμε νά ἀναγνωρίζουμε τίς αἱρέσεις ὡς «ἐκκλησίες», οὔτε νά προωθοῦμε Ὀργανισμούς, ὅπως εἶναι τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», πού ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ σωτηρία εἶναι μέσα σέ ὅλες τίς θρησκεῖες.
Μολονότι ἡ σχέση τῆς Μίας, Ἁγίας καί Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέ τούς ἑτερόδοξους ἦταν τό κεντρικό θέμα τῆς Συνόδου, ὄμως τελικά αὐτή ἡ «Σύνοδος» δέν κατονόμασε, οὔτε καταδίκασε αἱρετικούς. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι πουθενά στά κείμενα δέν ὑπάρχει ἡ λέξη «αἵρεση», σάν νά μήν ὑπάρχουν σήμερα αἱρέσεις καί αἱρετικοί! Ἀντίθετα ὀνομάζει τίς αἱρέσεις τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ, «ἐκκλησίες». Καί δυστυχῶς ἀκοῦμε καί τούς ὑψηλά ἱστάμενους Ἀρχιερεῖς καί Πατριάρχες νά μιλᾶνε γιά ‘ἀδελφές ἐκκλησίες’ καί νά ἐννοοῦν τούς Παπικούς καί τούς Προτεστάντες. Γιά νά εἶσαι ὅμως ἀδελφός μέ κάποιον, ἀδελφός ἐν Χριστῶ, θά πρέπει νά ἔχεις γεννηθεῖ ἀπό τήν ἴδια μήτρα. Γιά νά εἶσαι ἀδελφός ἐν Χριστῷ, θά πρέπει νά ἔχεις βαφτιστεῖ μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὀρθοδόξως. Ἀδελφοί λόγω τῆς κοινῆς φύσεως εἴμαστε μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους καί χριστιανούς καί μή χριστιανούς. Ἀλλά, ἐν Χριστῷ ἀδελφοί εἴμαστε μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι, γιατί ἔχουμε γεννηθεῖ ἀπό τήν ἴδια δελφύν, τήν ἴδια κολυμβήθρα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Στά κείμενα αὐτά πού ψηφίστηκαν ἀξιολογοῦνται θετικά οἱ ἀποφάσεις τῶν Θεολογικῶν Διαλόγων, πού πάρθηκαν στίς συνεδριάσεις τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν», στά κείμενα τοῦ Balamand, τοῦ Porto Alegre, τῆς Ραβέννας καί τοῦ Πουσάν, -εἶναι πόλεις στίς ὁποῖες ἔγιναν κατά καιρούς οἱ συνεδριάσεις τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν»- πού οὐσιαστικά εἶναι Παγκόσμιο Συμβούλιο Αἱρέσεων. Μάλιστα οἱ ἀποφάσεις πού πῆραν στήν Κρήτη λένε νά συνεχίζουμε νά ἐξευτελιζόμαστε ἐξισωνόμενοι μέ τούς αἱρετικούς συμμετέχοντας στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Αἱρέσεων».
Ἐπίσης γιά πρώτη φορά στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, «Σύνοδος» κάλεσε αἱρετικούς, ὡς παρατηρητές στίς ἐργασίες της, μέ τούς ὁποίους ἔγιναν καί συμπροσευχές. Δυστυχῶς ἔγινε καί αὐτό στήν Ὀρθόδοξη Ἀκαδημία τῆς Κρήτης, ὅπου ἔγινε ἡ «Σύνοδος». Ἦταν παρόντες δηλαδή στή Θεία Λειτουργία καί αἱρετικοί, πράγμα πού ἀπαγορεύεται ρητά ἀπό τούς ἱερούς Κανόνες. Καί ὄχι μόνο ἀπαγορεύεται ἡ συμπροσευχή, ἀλλά ἀκόμα καί νά μπεῖ ἕνας αἱρετικός στήν Ἐκκλησία, ἐκτός ἐάν ὑπόσχεται ὅτι θά γίνει Ὀρθόδοξος καί θά ἀποβάλλει τήν αἵρεση.
– Τί ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος;
«Αὐτό πού ἐπιβάλλεται σέ κάθε Ὀρθόδοξο, εἶναι νά βάζει τήν καλή ἀνησυχία καί στούς ἑτεροδόξους, νά καταλάβουν δηλαδὴ ὅτι βρίσκονται σέ πλάνη, γιά νά μήν ἀναπαύουν ψεύτικα τόν λογισμό τους, καί στερηθοῦν καί σ’ αὐτήν τήν ζωή τίς πλούσιες εὐλογίες τῆς Ὀρθοδοξίας καί στήν ἄλλη ζωή στερηθοῦν τίς περισσότερες καί αἰώνιες εὐλογίες τοῦ Θεοῦ». Ὄχι, ὅπως τούς λέμε, ὅτι ‘’καλά εἶστε ἐκεῖ πού εἶστε, εἶστε καί ἐσεῖς ἐκκλησία, σώζεστε ὅπως εἶστε, δέν χρειάζεται νά γίνετε ὀρθόδοξοι’’. Αὐτό λένε οἱ Οἰκουμενιστές καί οἱ δικοί μας Ὀρθόδοξοι – Οἰκουμενιστές. Αὐτό ὅμως δέν ἔχει ἀγάπη. Ὅταν κάποιος γκρεμίζεται, δέν εἶναι ἀγάπη νά τοῦ πεῖς ‘’καλά κάνεις, εἶσαι σέ καλό δρόμο’’. Αὐτό εἶναι ἔγκλημα. Θά πρέπει νά τόν πιάσεις, νά τόν ταρακουνήσεις καί νά τοῦ πεῖς ‘’δέν πᾶς καλά, θά χαθεῖς ἔτσι ὅπως πᾶς’’.
Ἡ «Σύνοδος» τοῦ Κολυμπαρίου –στό Κολιμπάρι τῆς Κρήτης ἔγινε αὐτή ἡ Σύνοδος, περί ἧς ὁ λόγος- οὔτε καί μεγάλη μπορεῖ νά χαρακτηρισθεῖ, γιατί ὅπως εἴπαμε ἀπό τούς ὁκτακόσιους Ἐπισκόπους συμμετεῖχαν οὐσιαστικά οἱ δέκα πού ψήφισαν. Προσέξτε καί κάτι πού πρέπει νά τό γνωρίζετε: ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι, εἴτε ὀνομάζονται Μητροπολίτες, εἴτε Πατριάρχες, εἶναι ἰσότιμοι. Δηλαδή ὅλοι ἔχουν τό ἴδιο ἀξίωμα τοῦ Ἀρχιερέως. Δέν εἶναι ἀνώτερος ὁ Πατριάρχης ἀπό ἕναν ὁποιοδήποτε Ἐπίσκοπο. Ὅλοι μετέχουν στόν ἴδιο βαθμό ἱερωσύνης, στόν τρίτο βαθμό, τῆς Ἀρχιερωσύνης. Εἶναι ἰσότιμοι.
Μ’ αὐτή τή «Σύνοδο» πού ἔγινε στήν Κρήτη καταλύθηκε αὐτή ἡ ἰσοτιμία τῶν Ἐπισκόπων καί δημιουργήθηκαν δεύτερης τάξης Ἐπίσκοποι. Ψήφιζαν μόνο οἱ Προκαθήμενοι καί ἐξ αἰτίας αὐτοῦ τοῦ διαχωρισμοῦ εἴχαμε ‘’Μπας Κλας’’ Ἐπισκόπους. Οἱ ἄλλοι Ἐπίσκοποι ἁπλῶς εἶχαν δικαίωμα λόγου, ὄχι ὅμως ψήφου. Γιατί; Κατώτερης ποιότητας ἦταν αὐτοί; Κατώτερης βαθμίδας; Ὄχι, ἰσόβαθμοι εἶναι, ἀλλά δέν τούς δινόταν δυνατότητα ψήφου καί μόνο αὐτό ἀκυρώνει τό συνοδικό σύστημα, γιά τό ὁποῖο λένε ὅτι στίς ἀποφάσεις τους εἶναι καί ὁ ὑπέρτατος κριτής τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἐνῶ δέν εἶναι ὁ ὑπέρτατος κριτής τό συνοδικό σύστημα. Ἀλλά οὔτε καί τό συνοδικό σύστημα λειτούργησε, γιατί δέν ψήφισαν ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι.
Οὐσιαστικά δημιουργήθηκε, ὅπως λέει ἐδῶ τό κείμενο, ἕνας «συλλογικός Πάπας» Προκαθημένων, ὅχι ἔνα πρόσωπο, ἀλλά μία ὁμάδα. Αὐτοί οἱ δέκα Προκαθήμενοι λειτούργησαν ὡς ἕνας Πάπας, οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι πρῶτοι μεταξύ ἴσων, ἀλλά ἄνευ ἴσων. Χωρίς ἴσους, ἀφοῦ μόνο αὐτοί ψήφισαν. Ἄρα εἰσάγεται διάκριση μεταξύ τῶν Ἐπισκόπων.
Σέ ἀνώτατο ἐκκλησιαστικό ἐπίπεδο ἡ ἀπουσία τῶν τεσσάρων Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖες ἐκπροσωποῦν περίπου τό 70% τῶν Ὀρθοδόξων Πιστῶν, καταδεικνύει πολὺ περισσότερο τήν «Σύνοδο» ὄχι ὡς μεγάλη, ἀλλά μικρή, οὔτε βεβαίως πανορθόδοξη, ἀφοῦ τό 70% τῶν Ὀρθοδόξων δέν ἀντιπροσωπευόταν. Οἱ τέσσερις ἀπό τίς δεκατέσσερις πού δέν πῆγαν ἔχουν τό 70% τῶν πιστῶν, γύρω στά 180.000.000 Ὀρθόδοξους. Ἁπλῶς ἦταν μία διευρυμένη διορθόδοξη Συνέλευση. Ὄχι Σύνοδος.
Ἐπίσης ἡ «Σύνοδος» αὐτή δέν ἐπιλήφθηκε καί ἄλλων θεμάτων πολύ σημαντικῶν, ὅπως τό θέμα, τό ὁποῖο ἔχει δημιουργήσει πολλά προβλήματα, τοῦ παλαιοῦ ἡμερολογίου, τό ὁποῖο κι αὐτό ἐπιβλήθηκε πραξικοπηματικά στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί ἔχουμε ὅλα αὐτά τά γνωστά παρατράγουδα μέ τούς παλαιοημερολογίτες καί ὅλη αὐτή τήν ταλαιπωρία τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό τό θέμα θά ἔπρεπε νά λυθεῖ καί ἡ καλύτερη λύση προφανῶς θά ἦταν νά ἐπιστρέψουμε στό παραδοσιακό ἡμερολόγιο, στό ὁποῖο παραμένουν ὅλες οἱ ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες.
Ἀκόμη τό γεγονός ὅτι ἀποδεχόμαστε τόν ὅρο «ἐκκλησίες» γιά ὅλες αὐτές τίς αἱρέσεις κι αὐτό ἀκυρώνει τή «Σύνοδο» καί τήν καθιστᾶ μή ὀρθόδοξη. Γιατί δέν μπορεῖ νά ὀνομάζεις «ἐκκλησία» τούς αἱρετικούς. Οὐσιαστικά μέ τίς ἀποφάσεις της αὐτή ἡ «Σύνοδος» ὑπονομεύει τήν ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία.
Τέλος, ἡ ἀποδοχή τῶν μεικτῶν γάμων ὡς «οἰκονομία» εἶναι ἀντίθετη μέ τούς ἱερούς Κανόνες. Κι ὅμως θεσπίστηκε κι αὐτό στή «Σύνοδο» καί ἀποτελεῖ μιά ἐπιπλέον παρανομία, πού καθιστᾶ τή «Σύνοδο» ἀντορθόδοξη.
– Τί θά πρέπει νά γίνει τώρα;
Θά πρέπει, ὅπως εἴπαμε, νά συγκροτηθεῖ μιά Ὀρθόδοξη Σύνοδος, ἡ ὁποία θά καταδικάσει αὐτές τίς ἀποφάσεις. Ὅσο κι ἄν δέν Σύνοδος, οὔτε Ἁγία, οὔτε Μεγάλη, ὅσο κι ἄν εἶναι ἕωλη καί καταπίπτει καί ἀπό μόνη της, ὅμως θά πρέπει νά καταδικαστεῖ καί συνοδικά, διότι βλάπτει τίς ψυχές αὐτῶν οἱ ὁποῖοι θά διαβάσουν τίς ἀποφάσεις καί δέν θά ἔχουν τήν σωστή γνώση. Ὅπως εἶχε πεῖ καί ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής γιά τίς αἱρετικές ἀποφάσεις τῆς ἐποχῆς του, «Κατέβηκε ἀπό τούς πέτρινους τοίχους, ἀλλά ὄχι ἀπό τίς νοερές ψυχές» τό αἱρετικό δόγμα. Θά πρέπει νά φύγει καί ἀπό τίς ψυχές, δηλαδή νά καταδικαστεῖ ἐπίσημα.
Ὑπάρχει καί μία ἐπιστολή τῶν κελλιωτῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων πρός τήν Ἱερά Κοινότητα, ἡ ὁποία ζητάει νά καταδικαστεῖ αὐτή ἡ Σύνοδος καί οἱ ἀποφάσεις της ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος κι αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό. Μάλιστα αὐτοί οἱ Πατέρες λένε ὅτι, ἄν αὐτό δέν γίνει σέ εὔλογο χρονικό διάστημα οἱ ἴδιοι θά σταματήσουν νά μνημονεύουν τόν Ἐπίσκοπο πού εἶναι ὑπεύθυνος γιά τό Ἅγιο Ὄρος, πού εἶναι ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης, ὁ ὁποῖος ἦταν καί ὁ κύριος -ἄς ποῦμε- μοχλός γιά αὐτή τή «Σύνοδο».
Ἄς προσευχόμαστε λοιπόν γιά τήν ἁγία μας Ἐκκλησία, ἀλλά καί γιά ὅλους καί γιά αὐτούς τούς ὀρθοδόξους πού ἔχουν παρασυρθεῖ στήν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὥστε ὅλοι νά ζοῦμε ἐν μετανοία καί αὐτοί νά μετανοήσουν καί νά μήν πάει κανένας στήν κόλαση, ἀλλά ὅλοι νά πᾶνε στόν Παράδεισο. Αὐτά δέν τά λέμε γιατί μισοῦμε κάποιον, οὔτε τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, οὔτε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο πού ἦταν ὁ ὀργανωτής αὐτῆς τῆς «Συνόδου», ἀλλά ἀντίθετα γιατί τούς ἀγαποῦμε. Κι ἐπειδή καί αὐτοί εἶναι, τουλάχιστον θεσμικά, πατέρες μας ἐνδιαφερόμαστε, ὥστε κι αὐτοί νά ὀρθοτομοῦν τόν λόγο τῆς ἀληθείας. Τούς μνημονεύουμε σέ κάθε Θεία Λειτουργία. Ἀλλά λέμε: «Ἐν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε, τοῦ ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν τάδε, τοῦ ὀρθοτομοῦντος τόν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας». Ἄν δηλαδή κάποιος δέν ὀρθοτομεῖ, ἄς εἶναι Ἐπίσκοπος, οὐσιαστικά δέν πιάνει -θά λέγαμε- ἡ μνημόνευση. Ἐμεῖς λοιπόν τό λέμε, ἀλλά ἰσχύει γι’ αὐτούς πού εἶναι ὄντως ὀρθόδοξοι, δέν ἰσχύει γιά τούς ὑπόλοιπους, γι’ αὐτό δέν μολυνόμαστε ἀπό τήν μνημόνευση, ὅπως λένε κάποιοι, ἐκτός ἄν κάποιος καθαιρεθεῖ ἐπίσημα. Τότε δέν τόν μνημονεύουμε. Ἀλλά ἐφόσον δέν ἔχουν καθαιρεθεῖ οἱ Ἐπίσκοποι πού εἶναι Οἰκουμενιστές, ἐμεῖς δέν μολυνόμαστε.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
– Ἐρ.: Αὐτές τώρα οἱ ἀποφάσεις πού πάρθηκαν ἀπό τήν «Σύνοδο», ὑπάρχει περίπτωση νά δοθοῦν στούς Ἀρχιερεῖς καί αὐτοί νά τίς στείλουν στούς ἱερεῖς γιά νά ὑποταχθοῦν καί νά ὑπακούσουν; Κι ἄν γίνει αὐτό κατά πόσο μπορεῖ κάποιος νά κάνει ὑπακοή….;
– Ἀπ.: Δέν ξέρουμε τί θά κάνουν. Μπορεῖ νά θελήσουν νά τίς ἐπιβάλλουν, ἀλλά δέν ἰσχύει τίποτε γιά τούς λόγους πού ἀναφέραμε. Δηλαδή δέν εἶναι δεσμευτικές αὐτές οἱ ἀποφάσεις γιά κανέναν, διότι δέν πάρθηκαν ἀπό Σύνοδο, ἀφοῦ δέν ἦταν Σύνοδος αὐτό πού ἔγινε γιά τούς λόγους πού εἴπαμε. Δέν καταδίκασε αἱρέσεις, ἀλλά εἰσάγει αἱρέσεις. Οὔτε ἐπικύρωσε προηγούμενες Συνόδους καί τίς δογματικές τους ἀποφάσεις, οὔτε καί λειτούργησε ὡς Σύνοδος, ἀφοῦ οἱ παρόντες συνοδικοί Ἀρχιερεῖς δέν ψήφισαν. Ἄρα δέν εἶναι Σύνοδος, ἄρα οἱ ἀποφάσεις δέν ἰσχύουν καί δέν μποροῦν νά μᾶς δεσμεύσουν. Καί ποτέ δέν δεσμεύει μιά Σύνοδος, ἄν δέν γίνει ἀποδεκτή ἀπό τό σύνολο τῶν γρηγοροῦντων πιστῶν, τῆς γρηγοροῦσης δογματικῆς συνείδησης τοῦ λαοῦ. Ὅπως οἱ ἀποφάσεις τῆς Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας πέσανε στό κενό καί μετά ἀπό λίγα χρόνια ἔγινε μία Σύνοδος, ἡ ὁποία καί τυπικά ἀκύρωσε τίς ἀποφάσεις της ψευδοσυνόδου ἐκείνης.
Θά πρέπει ὅμως καί στήν παρούσα περίπτωση νά γίνει μιά τέτοια Σύνοδος, αὐτό εἶναι τό ὀρθό καί πρέπει νά τό ἐπιδιώξουμε, ὥστε νά καταδικάσει τόν Οἰκουμενισμό, τήν παναίρεση τῆς ἐποχῆς μας καί νά ἀκυρώσει αὐτές τίς ἀποφάσεις ἐπίσημα.
Ἐμεῖς δέν ἔχουμε πρόβλημα. Καί νά θελήσουν νά τίς ἐπιβάλλουν, δέν θά ὑποταχθοῦμε. Δέν μποροῦμε νά εἴμαστε μέ τό σκοτάδι, θά πρέπει νά εἴμαστε μέ τό φῶς, μέ τόν Χριστό, ὅποιες συνέπειες κι ἄν ἔχει αὐτό, ἀκόμα κι ἄν μᾶς ἀπειλήσουν. Δέν μᾶς πειράζει. Αὐτό θά εἶναι δόξα καί τιμή καί καμάρι μας. Πάντοτε ἡ Ἐκκλησία ἦταν ὑπό διωγμό. Πάντοτε. Καί οἱ ἀληθινοί ὀρθόδοξοι ὅλοι διώκονται συνεχῶς καί ἀπό ἀνθρώπους καί ἀπό Συνόδους.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τί δέν τράβηξε ἀπό τούς Ἐπισκόπους! «Κανένα δέν ἔχω φοβηθεῖ τόσο, ὅσο τούς ἐπισκόπους, πλήν ἐνίων», ἐκτός ἀπό ἐλάχιστους λέει, γιατί ἀκριβῶς δέν ἦταν ἀρεστός. Ἦταν ὀρθόδοξος, ὀρθοτομοῦσε τόν λόγο τῆς ἀληθείας, βεβαίως εἶχε καθαιρέσει καί ἀρκετούς πού δέν ἦταν ἄξιοι νά εἶναι Ἐπίσκοποι, ἀντιδροῦσε καί στήν πολιτική ἐξουσία πού ἔκανε καταχρήσεις καί φυσικά ὅλα αὐτά ξεσήκωσαν διωγμούς ἐναντίον του.
Θά πρέπει ὅμως νά ἔχουμε αὐτή τήν στοιχειώδη ἀνδρεία καί νά μήν φοβόμαστε νά χάσουμε τήν ὅποια θέση μας. Γιατί ἡ ὁμολογία ἔχει καί θυσία καί ὁ Κύριος εἶπε «ὅποιος θελήσει νά φυλάξει τήν ψυχή του (τήν καρέκλα του, τή θέση του), αὐτός θά τή χάσει, ἐνῶ ὅποιος χάσει τήν ζωή του γιά Μένα (Μέ ὁμολογήσει καί ἔχει κόστος γι’ αὐτόν), αὐτός θά κερδίσει τήν αἰώνια ζωή (Λουκ. 9,24)».
Τήν ἐποχή πού θέλανε νά ἐπιβάλλουν τόν Παπισμό, εἴχαμε καί μάρτυρες καί στό Ἅγιο Ὄρος μοναχούς, οἱ ὁποῖοι ἐσφάγησαν ἀπό τούς λατινόφρονες, πού εἶχαν πάει στό Ἅγιο Ὄρος καί ἐπιδίωκαν νά ἐπιβάλλουν μέ τή βία τόν Παπισμό. Αὐτό βεβαίως δέν εἶναι νά τό φοβόμαστε. Μακάρι νά διωχθοῦμε γιά τήν ἀλήθεια καί τήν πίστη μας γιατί θά εἶναι πρός δόξαν καί ἁγιασμό μας.
– Ἐρ.: ………………………
– Ἀπ.: Εἶναι γενικότερο τό ἐρώτημα καί πολύ σημαντικό. Τί σημασία ἔχει ἡ ὀρθή πίστη, τό νά πιστεύουμε δηλαδή τά σωστά δόγματα, γιά ἐμᾶς τούς ἁπλούς πιστούς; Μήπως εἶναι ὑπόθεση μόνο τῶν θεολόγων ἤ τῶν Ἀρχιερέων;
Ὄχι, εἶναι ὑπόθεση ὅλων μας γιατί ἡ ὀρθή πίστη, ἡ ὀρθή δόξα, ἡ Ὀρθοδοξία συνδέεται ἄρρηκτα μέ τήν ζωή. Δηλαδή, ἄν κανείς πιστεύει σωστά, ἔχει –θά λέγαμε μέ ἕναν ἰατρικό ὅρο- τήν ὀρθή συνταγή γιά νά θεραπευτεῖ, νά θεραπευτεῖ ἡ ψυχή του. Ἄν κανείς δέν πιστεύει σωστά, δέν μπορεῖ νά πάρει τήν Θεία Χάρη, ἡ ὁποία θεραπεύει τόν ἄνθρωπο. Ὅταν μπεῖ ἡ αἵρεση λοιπόν μέσα στήν Ἐκκλησία καί γίνει ἀποδεκτή, παύει νά ὑπάρχει Ἐκκλησία, διαλύεται ἡ Ἐκκλησία, ἡ τοπική Ἐκκλησία, ὅ μή γένοιτο.
Ἄν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἀποδεχθεῖ τόν Οἰκουμενισμό, θά πάψει νά εἶναι Ἐκκλησία, θά πάψει δηλαδή νά ἔχει Μυστήρια καί θά πηγαίνει μέν κάποιος στήν Ἐκκλησία, ἀλλά δέν θά παίρνει Χάρη. Μπορεῖ νά σωθεῖ χωρίς Χάρη; Δέν μπορεῖ. Θά εἶναι ψωμάκι καί κρασάκι. Δέν θά εἶναι Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ. Γιατί ὅποιος δέν ἔχει ὀρθή πίστη, φυσικά μετά δέν εἶναι μέσα στήν Ἐκκλησία, βγαίνει αὐτόματα ἐκτός Ἐκκλησίας. Καί ὁ Χριστός εἶπε αὐτός πού εἶναι νεκρό κλῆμα, ξερό κλῆμα (αὐτός εἶναι ὁ ξεκομμένος ἀπό τήν Ἐκκλησία), αὐτός δέν μπορεῖ νά φέρει καρπό.
Ἄν λοιπόν χάσουμε τήν ὀρθή πίστη, τήν ὀρθή δόξα, χάνουμε τήν σωτηρία. Γι’ αὐτό εἶναι καίριο τό θέμα τῆς ὀρθῆς πίστης. Συνδέεται ἄρρηκτα μέ τήν λήψη τῆς θείας χάρης καί τήν θεραπεία μας, τήν σωτηρία μας. «Ἡ θεία χάρις πού τά ἀσθενῆ θεραπεύει καί τά ἐλλείποντα ἀναπληροῖ», ὅπως λέμε στό Μυστήριο τῆς χειροτονίας, εἶναι ἡ θεία ἐνέργεια, αὐτό πού λέμε Ἅγιο Πνεῦμα, ὄχι τό πρόσωπο, ἀλλά ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού εἶναι καί ἐνέργεια τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ. Αὐτή ἡ ἐνέργεια, ἡ θεία χάρις εἶναι πού μᾶς καθαρίζει, πού μᾶς φωτίζει, πού μᾶς θεώνει, πού μᾶς κάνει ὅμοιους μέ τόν Χριστό, πού μᾶς σώζει. Ἄν δέν πάρουμε αὐτή τή χάρη, δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε.
Πῶς παίρνουμε τήν Θεία Χάρη; Γιά νά πάρουμε τή Θεία χάρη χρειάζονται τρία πράγματα: α) Νά πιστεύουμε ὀρθά. Δέν μπορεῖς νά πιστεύεις λανθασμένα γιά τόν Χριστό καί ὁ Χριστός νά σοῦ δώσει χάρη, γιατί δέν ἔχεις τήν σωστή δόξα γιά τόν Θεό, βλασφημεῖς τόν Θεό. Πῶς νά πάρεις τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ; Θά πρέπει λοιπόν νά ἔχεις τήν σωστή θεώρηση, τήν σωστή πίστη γιά τόν Θεό. β) Νά ἔχεις ὀρθή ζωή. Νά ζεῖς σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία. Νά κάνεις ὑπακοή σ’ αὐτά πού λέει ἡ Ἐκκλησία, στήν ἀσκητική ζωή πού διδάσκει ἡ Ἐκκλησία, τή νηστεία, τήν προσευχή κ.λ.π. καί γ) Νά μετέχεις στά Μυστήρια ἐν ταπεινώσει καί ἐν μετανοία. Αὐτές εἶναι οἱ τρεῖς προϋποθέσεις γιά νά πάρεις τήν χάρη.
Τήν χάρη τήν παίρνουμε ἀπό τά Μυστήρια, ὅταν πιστεύουμε ὅμως ὀρθά καί ζοῦμε ὀρθά. Πολλοί κοινωνοῦν, παίρνουν ὅλοι ὠφέλεια; Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «πολλοί παίρνουν κρίμα καί κατάκριμα» (Α΄ Κορ. 11,29) γιατί εἴτε δέν πιστεύουν σωστά τό βλέπουν σάν μαγεία, τό ‘’χρυσό δοντάκι’’ ἤ εἶναι αἱρετικοί, εἴτε δέν ζοῦν σωστά. Κάνει κάποιος προγαμιαῖες σχέσεις καί κοινωνάει κιόλας, χωρίς νά ἐξομολογεῖται, χωρίς νά μετανοεῖ, χωρίς νά πάρει εὐλογία ἀπό τόν Πνευματικό. Αὐτός παίρνει χάρη; Κατάκριμα παίρνει, καταδίκη παίρνει.
Ἑπομένως γι’ αὐτό προσπαθοῦμε καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀγωνιζόντουσαν γιά τήν σωστή πίστη, γιατί ἄν δέν ἔχεις ὀρθή πίστη, δέν μπορεῖς νά πάρεις τόν Θεό, δηλαδή δέν μπορεῖς νά σωθεῖς. Γιατί σωτηρία εἶναι ἡ θέωση. Αὐτή εἶναι ἡ σωτηρία τό νά ἑνωθεῖς μέ τόν Θεό. Πῶς θά ἑνωθεῖς μέ τόν Θεό, ὅταν δέν πιστεύεις σωστά τόν Θεό;
Ἄν ἡ Ὀρθοδοξία υἱοθετήσει τόν Οἰκουμενισμό, πού λένε ὅτι ὑπάρχει σωτηρία καί σέ ἄλλες «ἐκκλησίες» καί σέ ἄλλες πίστεις καί γιατί ὄχι νά λέμε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται καί ἀπό τόν Υἱό κ.λ.π., αὐτό αὐτόματα μᾶς βγάζει ἔξω ἀπό τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔξω ἀπό τή Χαρη. Μετά τά Μυστήρια εἶναι ἄκυρα. Ἡ Θεία Κοινωνία, δέν θά εἶναι Θεία Κοινωνία.
Εὐχαριστῶ γιά τό ἐρώτημα. Εἶναι πολύ σημαντικό νά τά ξεκαθαρίσουμε αὐτά.

  Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...