Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:«Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος» Κρήτης, Σύντομη Ἀποτίμηση
Μέ
τή χάρη τοῦ Θεοῦ θά ἤθελα νά ἐπιχειρήσουμε μιά σύντομη ἀποτίμηση αὐτῆς
τῆς λεγομένης «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου». Ἐπειδή ἔχουμε ἀναφερθεῖ κι
ἄλλη φορά σ’ αὐτή, ἄς θεωρηθεῖ αὐτό σήμερα ὡς ὁλοκλήρωση τῆς προσπάθειας
νά ἐκφέρουμε μία κρίση ὡς ἐλάχιστα μέλη τῆς Ἁγίας Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας
μέ βάση μία ἐπιστολή πού κοινοποιεῖ πρός ὅλους τούς Ἱεράρχες τῆς
Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὁ ἐλλογιμότατος καθηγητής κ. Δημήτριος
Τσελεγγίδης. Τήν ἀπευθύνει πρός τήν Ἱερά Σύνοδο καί πρός ὅλους τούς
Ἱεράρχες, γιατί ὅπως ἴσως θά γνωρίζετε, θά συνέλθει ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς
Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί θά συζητήσει, ὅπως ἀναμένεται, καί τό θέμα
αὐτό τῆς «Ἁγίας καί Μεγάλης» λεγομένης «Συνόδου», ἡ ὁποία συνῆλθε ἀπό
τίς 19 ἕως τίς 26 Ἰουλίου στό Κολυμπάρι τῆς Κρήτης.
Ἡ ἀποτίμηση πού κάνει ὁ κ. καθηγητής κινεῖται σέ δύο ἐπίπεδα. Τό ἕνα ἀφορᾶ τό τυπικό καί Κανονικό μέρος τῆς Συνόδου καί τό δεύτερο ἐπίπεδο εἶναι τό οὐσιαστικό μέρος.
Ὡς πρός τό τυπικό καί Κανονικό μέρος, δηλαδή τό ἄν ἡ «Ἁγία καί Μεγάλη»
λεγομένη «Συνόδος» ἐξεπλήρωσε τίς προϋποθέσεις τῶν ἱερῶν Κανόνων γιά νά
εἶναι ὄντως Σύνοδος, ἔχουμε νά ποῦμε ὅτι δέν εἶναι οὔτε Ἁγία, οὔτε
Μεγάλη, γιατί δέν ἀποφάσισε σύμφωνα μέ τήν διαχρονική μαρτυρία τῆς
Ἐκκλησίας καί τίς ἀποφάσεις τῶν ἱερῶν, ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Οὔτε
Μεγάλη εἶναι, γιατί ὅπως εἶναι γνωστό, δέν συμμετεῖχαν 4 ἀπό τίς 14
Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες. Ἀλλά καί ἀπό αὐτές πού συμμετεῖχαν, δέν ἦταν
πλήρης ἡ συμμετοχή, ἀλλα ἦταν κατ’ ἐπιλογήν ὁρισμένοι Ἀρχιερεῖς, τό
μέγιστο 24 ἀπό κάθε Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία. Ἀκόμα πιό σημαντικό εἶναι ὅτι
καί ἀπό τούς παρόντες δέν ψήφιζαν παρά μόνο οἱ Προκαθήμενοι, δηλαδή δέκα
ἀπό τό σύνολο τῶν συμμετεχόντων Ἀρχιερέων. Πράγμα πρωτάκουστο, πράγμα
πρωτοφανές στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία γιά ἐκκλησιαστική Ὀρθόδοξη Σύνοδο.
Πάντοτε στίς Συνόδους ψήφιζαν ὅλοι οἱ παρόντες Ἀρχιερεῖς. Εἰσάγεται μία
διάκριση δηλαδή στούς Ἐπισκόπους καί παραπέμπει ὁπωσδήποτε στόν
Παπισμό, ὅπου ὑπάρχει ὁ ὑπερεπίσκοπος, ὁ Πάπας καί οἱ κατώτεροι
Ἐπίσκοποι, οἱ ὁποῖοι ὑπακούουν τυφλά στόν Πάπα καί ὅποιος δέν ὑπακούει
χάνει τήν θέση του.
Δέν εἶναι οὔτε κἄν μιά τοπική Σύνοδος. Ὅπως λέει ὁ κ. καθηγητής, θά μποροῦσε νά ὀνομαστεῖ «Προσυνοδική Διάσκεψη» Ἀρχιερέων ἤ «Συνέδριο» δέκα συγκεκριμένων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν,
μέ κάποιους Ἀρχιερεῖς κατ’ ἐπιλογήν ἀπό κάθε τοπική Ἐκκλησία. Δέν εἶναι
οὔτε τοπική Σύνοδος γιατί δέν τήρησε αὐτόν τόν ὅρο, τόν κανόνα τῆς
ἰσοτιμίας τῶν Ἐπισκόπων, ἡ ὁποία ἰσοτιμία φανερώνεται μέ τήν μία ψῆφο,
πού ἔχει ὁ καθένας ἀπό τούς Ἀρχιερεῖς.
Ἑπομένως
οἱ ἀποφάσεις δέν εἶναι δεσμευτικές. Πρέπει νά τό ποῦμε αὐτό, γιατί
κάποιοι νομίζουν ὅτι εἶναι ἀποφάσεις τῆς Ἐκκλησίας καί ἔχουν Οἰκουμενικό
χαρακτήρα καί ἰσχύ καί κάποιοι Οἰκουμενιστές ἱερεῖς καί Ἀρχιερεῖς ἴσως
τό διαφημίζουν, τό λένε καί τό κηρύττουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας πῆρε αὐτές
τίς ἀποφάσεις. Εἶναι λάθος. Δέν δεσμεύουν κανέναν αὐτές οἱ ἀποφάσεις
αὐτοῦ τοῦ «Συνεδρίου» τῆς Κρήτης, διότι, ὅπως εἴπαμε, δέν πληροῦσε τούς
ὅρους τῆς Κανονικότητας καί τῆς Συνοδικότητας γιά νά εἶναι Σύνοδος.
Ἐπιπλέον
γιά τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δέν πληροῖ τούς ὅρους καί γιά τόν λόγο ὅτι
ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἐκκλησίας μας προέτεινε τελικά μία ἄλλη πρόταση παρά
αὐτή πού εἶχε ἐξουσιοδοτηθεῖ. Ἄλλα εἶχε ἐξουσιοδοτήσει τούς
ἀντιπροσώπους Ἀρχιερεῖς ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας καί ἄλλα αὐτοί
ψήφισαν καί ὑπέγραψαν. Πιό συγκεκριμένα εἶχαν ἐξουσιοδοτηθεῖ ἀπό τήν
Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος νά προτείνουν στό ἐπίμαχο ἕκτο κείμενο, πού εἶναι
καί τό κείμενο πού εἰσάγει οὐσιαστικά τόν Οἰκουμενισμό θεσμικά στήν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τήν ἀντικατάσταση τῆς λέξης «ἐκκλησίες» μέ τή λέξη
«ὁμολογίες». Αυτό δέν ἔγινε δεκτό, ὁπότε τροποποίησαν τήν πρότασή τους
μέ κάτι ἄλλο, γιά τό ὁποῖο ὅμως δέν εἶχαν ἐξουσιοδοτηθεῖ.
Βέβαια
ἡ ἀναγνώριση τοῦ ὀνόματος εἶναι κάτι πολύ σημαντικό. Σκεφτεῖτε πόσος
ἀγώνας ἔγινε γιά νά μήν ἀναγνωριστεῖ τό ὄνομα «Μακεδονία» στούς
Σκοπιανούς. Ὅταν ἀναγνωρίζεις τό ὄνομα «Ἐκκλησία», αὐτό στή συνέχεια
ἔχει τεράστιες συνέπειες. Ἐάν εἶναι Ἐκκλησία οἱ αἱρετικοί, συνυπάρχουμε
δηλαδή μέσα στήν Ἐκκλησία καί οἱ αἱρετικοί καί οἱ Ὀρθόδοξοι, τότε
ἀναμειγνύονται αὐτά πού δέν μποροῦν νά ἀναμειχθοῦν, τό φῶς μέ τό
σκοτάδι, ἡ ἀλήθεια μέ τό ψέμα. Αὐτός εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός καί ἀπό πίσω
βέβαια εἶναι ὁ πονηρός. Ἑπομένως, ὡς πρός τό τυπικό καί Κανονικό μέρος
δέν εἶναι Σύνοδος, οὔτε ἔχει δεσμευτικές ἀποφάσεις.
Ὡς
πρός τό οὐσιαστικό μέρος ἐπιχειρήθηκε μία θεσμική κατοχύρωση τῶν
αἱρέσεων καί τῶν αἱρετικῶν: Καθολικῶν-Ρωμαιοκαθολικῶν, Προτεσταντῶν καί
τῶν ποικίλων Μονοφυσιτῶν, Μαρωνιτῶν, Νεστοριανῶν, Μονοθελητῶν. Ὅλοι
αὐτοί ἀποτελοῦν αἱρέσεις καταδικασμένες ἀπό τίς: Γ΄ ἕως ΣΤ΄ Οἰκουμενικές
Συνόδους. Τό δέ Φιλιόκβε -ἡ ἐκπόρευση καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ- στό ἀλλοιωμένο
Σύμβολο τῆς Πίστεως πού ἔχουν οἱ αἱρετικοί, εἶναι μία προσθήκη πού
ἀντίκειται στόν ὅρο τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, πού λέει: «τό Πνεῦμα τό
Ἅγιον τό ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενον» καί ὄχι καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Καί ὅπως
εἶναι γνωστό, ἡ Γ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος ἔχει ἀποφασίσει ρητά καί
κατηγορηματικά ὅτι, ὅποιος προσθέσει ἤ ἀφαιρέσει κάτι στό Σύμβολο τῆς
Πίστεως, πού διαμορφώθηκε στήν Α΄καί Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, νά
καθαιρεῖται, ἄν εἶναι κληρικός, καί νά ἀφορίζεται ἄν εἶναι λαϊκός, νά
βγαίνει δηλαδή ἐκτός Ἐκκλησίας. Αὐτό δέν ἐπιτρέπεται ἔστω καί
ἑρμηνευτικῶς, ἀκόμη δηλαδή κι ἄν εἶναι σωστή ἡ προσθήκη καί ἑρμηνεύει τό
Σύμβολο τῆς Πίστεως.
Τό
«Πιστεύω» (τά δώδεκα ἄρθρα) εἶναι ἀναλλοίωτο καί δέν ἐπιδέχεται καμία
προσθήκη ἤ ἀφαίρεση. Ἄρα μέ ἀπόφαση τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς -καί ὅλων τῶν
ὑπολοίπων ἐφόσον ἐνέκριναν τίς ἀποφάσεις της- οἱ Παπικοί ἀφοῦ ἔκαναν
προσθήκη στό Σύμβολο τῆς Πίστεως εἶναι αἱρετικοί. Ἐμφανίζονται μερικοί
πού λένε γιατί τούς ἀποκαλοῦμε αἱρετικούς ἀφοῦ δέν ἔχουν ἐπίσημα
καταδικαστεῖ ἀπό Σύνοδο; Κι ὅμως ἔχουν καταδικαστεῖ! Καί μάλιστα πρίν
κἄν τό κάνουν, ἔχουν καταδικαστεῖ μέ τήν ἀπόφαση αὐτή τῆς Γ΄
Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἀλλά καί ἐπίσημα, ἀφοῦ τό ἔκαναν, καταδικάστηκαν
στήν Η΄ Οἰκουμενική ἐπί Μεγάλου Φωτίου, ἡ ὁποία ἔγινε τό 879-880 καί
παρόλο πού προτάθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Σερβίας στή «Σύνοδο» αὐτή τή
λεγομένη «Ἁγία καί Μεγάλη» νά ἀναγνωριστεῖ καί ἐπίσημα ὡς Η΄ Οἰκουμενική
δέν ἔγινε, γιατί φυσικά θά δυσαρεστοῦσε τούς αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι ἦταν
καί παρόντες ὡς παρατηρητές.
Αὐτή
ἡ «Σύνοδος» λοιπόν ἀναγνώρισε ἐκκλησιαστικότητα στούς αἱρετικούς καί
ἀποδέχθηκε οὐσιαστικά τήν «Βαπτισματική Θεολογία», ὅτι καί αὐτοί ἔχουν
Βάπτισμα καί ἔμμεσα καί τήν «Θε ω ρί α τῶν Κλά δων» ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι
ἕνα δέντρο μέ πολλά κλαδιά καί κάθε κλαδί εἶναι ἕνα κομμάτι τῆς
Ἐκκλησίας. Ἄλλο κλαδί εἶναι οἱ Ὀρθόδοξοι, ἄλλο οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, ἄλλο
οἱ Προτεστάντες… ἤ μᾶλλον πολλά κλαδιά εἶναι οἱ Προτεστάντες, γιατί
εἶναι πολλοί, περίπου 23000.
Ἀναγνωρίστηκε
καί τό «Παγ κό σμιο Συμ βού λιο Ἐκ κλη σι ῶν» καί μάλιστα διακηρύχθηκε
ὅτι ‘’ἐμεῖς θά συνεχίσουμε νά πορευόμαστε καί νά ἀγωνιζόμαστε γιά τήν
ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας μέσω τοῦ «Παγ κοσμίου Συμ βουλίου Ἐκ κλη σι ῶν»
(προσέξτε καί τήν λέξη «Ἐκκλησιῶν») καί τῶν ἄλλων ὀργάνων καί
διαχριστιανικῶν ὀργανισμῶν’’. Δέν εἶναι μόνο αὐτό, εἶναι καί ἡ
«Δι ά σκε ψις τῶν Εὐ ρω πα ϊ κῶν Ἐκ κλη σι ῶν», «Συμ βού λιον
Ἐκ κλη σι ῶν Μέ σης Ἀ να το λῆς, «Πα να φρι κα νι κόν Συμ βού λιον
Ἐκ κλη σι ῶν», διάφορες ὀργανώσεις πού οὐσιαστικά προωθοῦν τόν
Οἰκουμενισμό, τόν Συγκρητισμό καί ὅλα περιέχουν τήν λέξη «Ἐκκλησίες».
Ἀλλωστε μόνο πού λέμε ὅτι θά βαδίσουμε βάσει τῶν ἀποφάσεων αὐτῶν καί
κυρίως τοῦ «Παγ κοσμίου Συμ βουλίου Ἐκ κλη σι ῶν», ἀναγνωρίζουμε τήν
ἐκκλησιαστικότητα, γιατί ὅλες αὐτές οἱ ἀποφάσεις -τίς ὁποῖες ἔχουμε
ὑπογράψει κι ἐμεῖς- μέχρι τώρα ἔχουν μέσα πλῆθος ἐκκλησιολογικῶν
αἱρέσεων καί ὁπωσδήποτε ἀναγνωρίζονται καί οἱ Ρωμαιοκαθολικοί καί οἱ
Προτεστάντες ὡς «ἐκκλησίες».
Αὐτό
λοιπόν πού ἔκαναν τόσα χρόνια στό «Παγ κό σμιο Συμ βού λιο
Ἐκ κλη σι ῶν», τώρα προσπάθησαν νά τό κάνουν καί θεσμικά. Ἡ Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία δηλαδή ἐπίσημα νά ἀναγνωρίσει καί τούς αἱρετικούς ὡς μέλη τῆς
Ἐκκλησίας. Ἔχουμε τώρα τήν φοβερή αὐτή σχιζοφρένεια νά λέμε ὅτι οἱ
αἱρετικοί συμβάλλουν στήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας! Ἐνῶ ἡ αἵρεση εἶναι
κατεξοχήν ἐκεῖνο πού νοθεύει τήν ἀλήθεια γιά τόν Χριστό καί οὐσιαστικά
προσπαθεῖ νά διασπάσει τήν Ἐκκλησία. Ὑποστηρίζουν δηλαδή ὅτι οἱ
αἱρετικοί καί οἱ αἱρέσεις βοηθᾶνε στήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία θά
ἐπιτευχθεῖ, ὅταν καί ἐπίσημα τούς ἀναγνωρίσουμε ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ
Ἄρειος, ὁ Νεστόριος, δηλαδή, ὅλοι αὐτοί πού πολέμησαν τήν ἀλήθεια γιά
τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία, τώρα θά ποῦμε ὅτι ὅλοι αὐτοί καί οἱ ὁπαδοί
τους εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας! Τόν Ἄρειο δέν τολμοῦν ἀκόμα νά τόν βάλουν
μέσα, ἀλλά μπαίνουν ὁ Διόσκορος, ὁ Σεβῆρος, ὅλοι αὐτοί οἱ Μονοφυσίτες,
οἱ Νεστοριανοί.. Αὐτοί πού ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπό τίς Οἰκουμενικές
Συνόδους, θεωροῦνται ἀπό τούς Οἰκουμενιστές «ἐκκλησίες», οἱ ὁποῖες, ἄν
καί ἔχουν ἄλλα δόγματα, διαφορετικά ἀπό τά δικά μας, δέν πειράζει…. Αὐτό
εἶναι μία μεγάλη σχιζοφρένεια!
Ἄλλη
παραξενιά τῆς «Συνόδου» εἶναι ὅτι ὅλοι αὐτοί οἱ Ἐπίσκοποι ναί μέν δέν
ψήφιζαν, ἀλλά ὑπέγραφαν. Μάλιστα ἕνας Ἀρχιεπίσκοπος εἶπε ὅτι: «Θά ἔπρεπε
ὅλοι νά ὑπογράψουν καί κανένας νά μήν ἀντιταχθεῖ, διότι ἤδη εἴχαμε
προαποφασίσει ὅτι θά ὑπογράψουμε». Τότε, γιατί πῆγαν ἐκεῖ; Ἁπλῶς ὡς
διακοσμητικά στοιχεῖα γιά νά ὑποταχθοῦν καί στήν πράξη στίς ἀποφάσεις
τῶν Προκαθημένων. Ἕνας «Παπισμός» ἐν τῇ πράξει δηλαδή μέσα στήν Ἐκκλησία.
Ὁ
μα κα ρι στός π. Ἐ φραίμ ὁ Κα του να κι ώ της εἶχε διακηρύξει ὅ τι «ὁ
Οἰ κου με νι σμός ἔ χει πνεῦ μα πο νη ρί ας καί κυ ρι αρ χεῖ ται ἀ πό
ἀ κά θαρ τα πνεύ μα τα» καί, ὅπως μοῦ ἔλεγε ἕνας ὑποτακτικός του, τό
κελλί του βρωμοῦσε τόσο πολύ, ὅταν ζήτησε πληροφορία ἀπό τόν Θεό γιά τό
τί εἶναι Οἰκουμενισμός, πού γιά τρεῖς μέρες δέν μποροῦσε νά μπεῖ μέσα.
Ἀπό αὐτό ἐπιβεβαιώνεται πλέον αὐθεντικά καί χαρισματικά ἀπό τόν ἴδιο τόν
Θεό ἡ ἀλήθεια ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι παναίρεση, εἶναι ἡ χειρότερη
αἵρεση ὅλων τῶν ἐποχῶν, ὅλων τῶν αἱρέσεων διότι οὐσιαστικά εἰσάγει μέσα
στήν Ἐκκλησία ὅλες τίς κακοδοξίες καί σπέρνει στούς πιστούς τήν σύγχυση.
Ἡ θε με λια κή θέ ση τοῦ Οἰ κου με νι σμοῦ εἶ ναι ὁ δογ μα τι κός πλου ρα λι σμός.
Αὐ τό ση μαί νει, πρα κτι κά, τήν δογ μα τι κά νο μι μο ποι η μέ νη
συ νύ παρ ξη δι α φο ρε τι κῶν δογ μα τι κῶς πί στε ων. Δηλαδή ὅτι
ἐπιτρέπεται νά ὐπάρχουν πολλά δόγματα. Ὄχι μία ἀλήθεια, ἀλλά πολλές
ἀλήθειες κι ἄς εἶναι καί ἀντιφατικές μεταξύ τους. Ἄς ἔχουμε πολλά
δόγματα, εἴμαστε ἕνα, ἔτσι λέει ὁ Οἰκουμενισμός. Ὅ ποι ος ἀμ φι σβη τεῖ τόν δογ μα τι κό αὐ τό πλου ρα λι σμό, χα ρα κτη ρί ζε ται φα να τι κός καί φον τα μεν τα λι στής. Κάποιος πού ἀντιτίθεται τώρα στίς ἀποφάσεις αὐτῆς τῆς «Συνόδου», ἀμέσως παίρνει τή ρετσινιά ὅτι εἶναι φανατικός.
– Ἀλλά ποιός εἶναι πραγματικά φανατικός;
Φανατικός εἶναι αὐτός πού προσπαθεῖ νά ἐπιβάλλει τίς ἀπόψεις του μέ
ἄνομα μέσα καί μέ βία. Αὐτός εἶναι ὁ φανατικός καί ὄχι αὐτός πού
συντάσσεται μέ τήν ἀλήθεια καί μέ τούς Ἅγιους Πατέρες.
Πα ράλ λη λα,
οἱ Οἰ κου με νι στές δέν ἐ πι τρέ πουν ἀ ξι ο λο γι κές κρί σεις γιά
τήν ὀρ θό τη τα, τήν ἀ νω τε ρό τη τα ἤ τήν κα τω τε ρό τη τα τῶν
δι α φό ρων θρη σκει ῶν. Λένε ‘’μήν κρίνεις κι αὐτοί ἔχουν τήν πίστη
τους’’. Δέν ξέρουμε δηλαδή ποιά εἶναι ἡ ἀληθινή πίστη καί ποιά εἶναι ἡ
ψευδής πίστη. Ὅλα λένε εἶναι τό ἴδιο, ὁδηγοῦν στή σωτηρία καί στόν ἴδιο
Θεό. Αὐτός εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός. Γι’ αὐτό ἔχουν ἑτοιμάσει ναούς, ὅπου
ὅλοι μαζί πᾶνε καί προσεύχονται, Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι, Ἑβραῖοι… Οἱ
ναοί τῆς Πανθρησκείας. Σιγά-σιγά ἐδῶ καί ἐκεῖ ξεφυτρώνουν τέτοιες
«ἐκκλησίες». Στόν Οἰ κου με νι σμό ὅ λοι χω ροῦν. Στό τέλος θά χωρέσει καί ὁ ἴδιος ὁ διάβολος. Για τί
ἡ ἑ νό τη τα στόν Οἰ κου με νι σμό δέν ἐμ πο δί ζε ται ἀ πό τήν
ποι κι λί α τῶν δι α φο ρε τι κῶν πί στε ων, πρᾶγ μα πού εἶ ναι
ἐκ κλη σι ο λο γι κά ἀ πα ρά δε κτο ἀ πό Ὀρ θό δο ξη ἄ πο ψη.
Συνεχῶς πιπιλίζουν αὐτό τό ρητό τοῦ Κυρίου «ἵνα ὦσιν ἕν» (Ἰω. 17,22),
ἀλλά χωρίς τίς ἀναγκαῖες προϋποθέσεις. Γιατί, γιά νά γίνουμε ἕνα, θά
πρέπει νά εἴμαστε καί στήν ἀλήθεια, νά εἴμαστε στό φῶς. Δέν μπορεῖ νά
γίνει ἕνα τό φῶς μέ τό σκοτάδι, ἡ ἀλήθεια καί τό ψέμα.
Ὡς δογ μα το λό γος τῆς Ὀρ θό δο ξης Ἐκ κλη σί ας, λέει ὁ κ. Τσελεγγίδης, ἔ χω τήν βα θύ τα τη πε ποί θη ση, ὅ τι ὁ Οἰ κου με νι σμός εἶ ναι ἡ με γα λύ τε ρη ἐκ κλη σι ο λο γι κή αἵ ρε ση, πού
ἀφορᾶ στήν Ἐκκλησία, ἀλ λά καί ἡ ἐ πι κιν δυ νό τε ρη πο λυ αί ρε ση,
πού ἐμ φα νί στη κε πο τέ στήν Ἱ στο ρί α τῆς Ἐκ κλη σί ας. Καί τοῦ το,
για τί ὁ Οἰ κου με νι σμός, ἐ ξαι τί ας τοῦ συγ κρη τι στι κοῦ
χα ρα κτή ρα του – ὁ Οἰ κου με νι σμός εἶναι συγκρητισμός, δηλαδή
ἀνάμειξη διαφόρων θρησκειῶν – συ νι στᾶ τήν πιό δό λια ἀμ φι σβή τη ση
τῆς πί στε ως τῆς Ἐκ κλη σί ας, ἀλ λά καί τήν πιό σο βα ρή νό θευ σή
της. Μέ δόλιο τρόπο δηλαδή ἀμφισβητεῖ τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθόδοξης
πίστης, γιατί λέει ‘’ναί εἶστε ἡ μία, ἁγία, ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀλλά καί
οἱ ἄλλες εἶναι ἐκκλησίες’’.
– Ἀφοῦ εἴμαστε «ἡ μία» πῶς ὑπάρχουν κι ἄλλες;
‘’Ὑπάρχουν’’, λένε ‘’κι ἄλλες ἑτερόδοξες’’. Ἑτερόδοξος θά πεῖ
αἱρετικός! Ἄρα ὑπάρχει «ἡ Μία», ὑπάρχουν καί οἱ αἱρετικές «ἐκκλησίες»
καί ὅλοι εἴμαστε τό ἴδιο, μποροῦμε νά χωρέσουμε ὅλοι μαζί στό ἴδιο
κουτί, ὁπότε νοθεύουν ἔτσι τήν ἀλήθεια γιά τήν πίστη. Ἀμ βλύ νουν σέ
ἀ πα ρά δε κτο βαθ μό τήν δογ μα τι κή συ νεί δη ση τοῦ πλη ρώ μα τος
τῆς Ἐκ κλη σί ας καί δη μι ουρ γοῦν σύγ χυ ση γύ ρω ἀ πό τήν
ταυ τό τη τα τῆς Πί στε ώς μας.
– Τελικά τί πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε «ἡ Μία, Ἁγία Ἐκκλησία» ἤ εἴμαστε πολλές;
Ὑπάρχει σωτηρία μόνο στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἤ ὑπάρχει καί ἀλλοῦ; Βλέπετε πού σπέρνεται ἡ σύγχυση; Ὁ Οἰκουμενισμός κε νώ νει πο νη ρά τήν ἀ κε ραι ό τη τα τῆς σώ ζου σας Πί στε ως τῆς Ἐκ κλη σί ας.
Σάν νά μᾶς λέει ὅτι δέν εἶναι ἡ δική σας ἡ μόνη ἀλήθεια, ὑπάρχουν κι
ἄλλες ἀλήθειες καί γιά νά συμπληρωθεῖ ἡ ἀλήθεια ἡ δική σας πρέπει νά
πάρετε καί τίς ἄλλες ἀλήθειες. Λένε οἱ Οἰ κου με νι στές ὅτι αὐτή ἡ
ποικιλία τῶν πίστεων εἶναι ἡ ποικιλία τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος. Ἄκουσον ἄκουσον! Βλασφημία!
Ὁ Οἰκουμενισμός ἐπίσης θε ω ρεῖ ὅ λες τίς θρη σκευ τι κές πί στεις νό μι μες σω τη ρι ο λο γι κῶς,
γι’ αὐτό καί δέν λέει στούς αἱρετικούς ὅτι πρέπει νά βαφτιστοῦν, ἀλλά
ὅτι σώζονται μένοντας ὅπως εἶναι ἤ ἄν ἔρθουν σέ μᾶς, τούς ἀναγνωρίζουμε
ἔτσι ὅπως εἶναι. Ὑ πο στη ρί ζει, ὅ τι ὅ λες οἱ ἑ τε ρό δο ξες καί ἑ τε ρό θρη σκες πί στεις εἶ ναι ὁ δοί, πού ὁ δη γοῦν στήν ἴ δια σω τη ρί α.
Ἀλ λά,
μέ ὅ σα ἀν τι φα τι κά, ὡς πρός τήν Ἐκ κλη σι ο λο γί α, γρά φον ται
στό Στ΄ Κεί με νο, δί νε ται ἡ ἐν τύ πω ση, ὅ τι οἱ ἑ τε ρό δο ξοι
χρι στια νοί ἐμ παί ζον ται. Δέν ἐμπαίζουμε μόνο τούς Ὀρθοδόξους μ’
αὐτό τό κείμενο, ἀλλά καί τούς ἑτερόδοξους, γιατί ἀ φοῦ στήν ἀρ χή
κα το νο μά ζον ται ὡς «ἑ τε ρό δο ξες ἐκ κλη σί ες», δη λα δή
αἱ ρε τι κοί, στή συ νέ χεια ὀ νο μά ζον ται Ἐκ κλη σί ες. Οἱ ἑτερόδοξοι
εἶναι βέβαια αἱρετικοί διότι δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει ἄλλη δόξα γιά τόν
Θεό, ἡ ὁποία νά εἶναι διαφορετική ἀπό τήν μία καί ἀληθινή δόξα καί νά
εἶναι καί αὐτή σωστή. Θά εἶναι αἵρεση.
Δέν ἐ πι τρέ πε ται νά ὑ πο τι μοῦ με τή νο η μο σύ νη τους. Κα τα λα βαί νουν κα λῶς, ὅ τι δέν τούς ἀ γα ποῦ με ἀ λη θι νά, για τί δέν τούς λέ με τήν ἀ λή θεια κα θα ρά.
Σέ ὅποιον ἀγαπᾶμε λέμε τήν ἀλήθεια. Ἄν βαδίζει πρός τόν γκρεμό, τοῦ λές
ὅτι θά σκοτωθεῖ. Δέν εἶναι ἀγάπη νά τοῦ πεῖς καλά πᾶς, προχώρα. Τούς
λέ με ψέ μα τα, πώς εἶ ναι Ἐκ κλη σί ες. Καί μέ τόν τρό πο αὐ τό δέν
τούς βο η θοῦ με, για τί δέν τούς κα λοῦ με σέ με τά νοι α καί ἄρ νη ση
τῶν δογ μα τι κῶν πλα νῶν τους, ὥ στε νά ἐν τα χθοῦν στήν μό νη
ἀ λη θι νή Ἐκ κλη σί α, τήν Ὀρ θό δο ξη. Γι’ αὐτό ἀπό ὅλα αὐτά τά
Συνέδρια τά παγκόσμια δέν ἔχει γίνει οὔτε ἕνας Ὀρθόδοξος. Ἀντίθετα
ἔχουμε χάσει πολλούς Ὀρθοδόξους, οἱ ὁποῖοι μπερδεύονται καί γίνονται
Οἰκουμενιστές.
Ὅπως ὁμολόγησε στή «Σύνοδο» ὁ Πατριάρχης τῆς Πολωνίας, στά χρόνια τοῦ
Κομμουνισμοῦ οἱ μόνοι πού ἀντιτάχθηκαν στήν ἀθεΐα τῶν Κομμουνιστῶν ἦταν
αὐτοί οἱ ‘φανατικοί’ καί κανένας ἀπό αὐτούς πού συμμετεῖχαν στά
Οἰκουμενιστικά Συνέδρια.
Εὐ τυ χῶς, ἀρ κε τοί Ἀρ χι ε ρεῖς δέν ὑ πέ γρα ψαν αὐ τό τό Κεί με νο γιά δογ μα τι κούς λό γους.
Ἕνας ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ὁ Ἐπίσκοπος Ἱερόθεος Βλάχος, πέντε
ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου, ἕνας ἀπό τή Σερβία ἤ μᾶλλον κι ἄλλοι ἀπό τή
Σερβία, πού σκόπιμα δέν τούς ἀποκαλύπτουν, γιά νά φαίνεται ὅτι ὑπῆρχε
ὁμοφωνία.
Ἀλλά δέν εἶναι μόνο ἡ θεσμική κατοχύρωση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ πού
ἐπιχειρήθηκε καί ἄλλα πράγματα ἔτσι λανθασμένα εἰσήχθησαν σ’ αὐτή τήν
«Σύνοδο».
Στό κείμενο γιά τό «Τό Μυστήριον τοῦ Γάμου καί τά κωλύματα αὐτοῦ»
ἀναγνωρίστηκε ἔμμεσα ἡ δυνατότητα νά συνάπτεται γάμος μεταξύ ἑτεροδόξων,
ἀντίθετα μέ τούς ἱερούς Κανόνες. Πρέπει νά παρατηρήσουμε τά ἑξῆς: ἑνῶ
ὁ 72ος Κανόνας τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου θέτει τίς
ἐκκλησιολογικές καί δογματικές προϋποθέσεις γιά τήν ὕπαρξη τοῦ
ἐκκλησιαστικοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου -θά πρέπει καί οἱ δύο νά εἶναι Ὀρθόδοξοι γιά νά γίνει γάμος- ἡ
ἀπόφαση τῆς «Διασκέψεως» τῶν Ἀρχιερέων στό Κολυμπάρι τῆς Κρήτης δίνει
τήν δυνατότητα στίς Τοπικές Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες νά ἀποκλίνουν ἀπό τήν
περί τῶν μυστηρίων δογματική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.
Δηλαδή, ἄν μία Τοπική Ἐκκλησία ἀποφασίσει, μπορεῖ νά γίνει γάμος μεταξύ
ἑτεροδόξων, ἀντίθετα μέ αὐτά πού ρητά ὁρίζουν οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι
καί παραπέμπουν σέ μία ἥσσονα «Σύνοδο». Ἐνῶ ὑπάρχει ἡ μείζων
Σύνοδος καί ἡ ἀπόφασή της, ἡ Πενθέκτη Οἰκουμενική, πού ὁρίζει ὅτι δέν
ἐπιτρέπεται γάμος μεταξύ ἑτεροδόξων, στό Κολυμπάρι εἶπαν ὅτι μπορεῖ μία
Σύνοδος Τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἡ δική μας Ἱερά Σύνοδος ἄς ποῦμε, νά πεῖ ὅτι
ἐπιτρέπεται. Ἐκκλησιολογικά ὅμως αὐτό δέν εἶναι σωστό. Δέν μπορεῖ μιά
κατώτερη Σύνοδος νά ἀναιρέσει τίς ἀποφάσεις μιᾶς Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Ἡ ἀντικανονικότητα τῶν μικτῶν γάμων φαίνεται ἀπό τό γεγονός ὅτι στόν 72ο
Κανόνα γράφεται ὅτι, ἄν γίνει τέτοιος γάμος, ἐπιβάλλεται νά ἀκυρωθεῖ
καί νά διαλυθεῖ μιά τέτοια συμβίωση, ἡ ὁποία εἶναι παράνομη. Ἡ περαιτέρω μάλιστα θεολογική τεκμηρίωση τοῦ Κανόνα, δέν ἀφήνει καθόλου περιθώρια γιά ὁποιαδήποτε οἰκονομία. «Οὐ γάρ χρή τά ἄμικτα μιγνῦναι», δέν μποροῦν νά ἀναμιγνύονται τά ἄμικτα, λέει ὁ Κανόνας, «οὐδέ τῷ προβάτῳ τόν λύκον συμπλέκεσθαι», οὔτε μπορεῖ νά συμπλέκεται τό πρόβατο μέ τόν λύκο, «καί τῇ τοῦ Χριστοῦ μερίδι τόν τῶν ἁμαρτωλῶν κλῆρον» καί μέ τήν μερίδα τοῦ Χριστοῦ νά συμπλέκεται ὁ κλῆρος τῶν ἁμαρτωλῶν, «εἰ δέ παραβῇ τις τά παρ’ ἡμῶν ὁρισθέντα, ἀφοριζέσθω», ἄν κάποιος παραβεῖ αὐτά νά ἀφορίζεται.
Δέν
εἰσηγεῖται, δηλαδή, ὁ 72ος Κανόνας οἰκονομία, ἀλλά ἐφιστᾶ τήν προσοχή
γιά τήν σοβαρότατη παρανομία. Ἡ παρέκκλιση ἀπό τόν συγκεκριμένο Κανόνα
συνιστᾶ σοβαρότατη Κανονική παρανομία καί «παραοικονομία», πού ἔχει,
ἐπίσης, σοβαρότατες ἐκκλησιολογικές συνέπειες, ἀφοῦ ἀναμειγνύει τά ἄμικτα, σέ
«ἄμικτη μίξη», «συμπλέκει» ἐκκλησιολογικῶς τό «πρόβατο» μέ τόν «λύκο»
καί τήν «μερίδα» τοῦ Χριστοῦ μέ τόν «κλῆρο» τῶν ἁμαρτωλῶν. Τέτοια, ὅμως,
μίξη εἶναι ἐκκλησιολογικῶς ἀδιανόητη καί θεολογικῶς καί πνευματικῶς
ἀπαράδεκτη.
Ἕνα
ἄλλο κείμενο πού ψηφίστηκε στή «Σύνοδο» αὐτή τῆς Κρήτης εἶναι μέ τόν
τίτλο: «Ἡ Ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τόν σύγχρονον κόσμον»,
ὅπου δίνεται ἡ ἐντύπωση, ὅτι ἐπιχειρεῖται ὁ ἐγκιβωτισμός Ὀρθοδόξων καί ἑτεροδόξων, ἐνίοτε καί ἑτεροθρήσκων.
Ὅλοι μαζί χωρᾶμε στήν Ἐκκλησία, Ρωμαιοκαθολικοί, Προτεστάντες,
Μονοφυσίτες -καί γιατί ὄχι;- καί Μουσουλμάνοι, Ἑβραῖοι καί οἱ ἄλλες
θρησκεῖες… Δηλαδή, ὄχι ἁπλῶς νά τούς συναντοῦμε, ἀλλά νά δεχτοῦμε ὅτι
καί αὐτοί ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία.
Αὐτό
εἶναι ἐμφανές, ὅταν τά σχετιζόμενα μέ τήν εἰρήνη, ἡ ὁποία βιώνεται στήν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, λέγονται ἀπροϋπόθετα
καί γιά τούς ἐκτός αὐτῆς. Δηλαδή ὅτι καί οἱ ἄλλοι ἔχουν εἰρήνη καί
συμβάλλουν στήν εἰρήνη -ἐννοεῖται τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀλλά δέν μπορεῖς
νά μετέχεις στό Ἅγιο Πνεῦμα, ἄν δέν ἔχεις Ὀρθόδοξη πίστη. Ἑπομένως δέν
μπορεῖς νά ἔχεις καί εἰρήνη καί νά συμβάλλεις στήν εἰρήνη χωρίς ὀρθή
πίστη γιά τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Αὐτό,
ὅμως, κενώνει στήν πράξη τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου καί τήν ἴδια
τήν Ἐκκλησία, ἐνόσῳ ἀφήνει νά ἐννοηθεῖ, ὅτι ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ, ὡς
ἄκτιστη ἐνέργειά Του, μπορεῖ νά κατορθώνεται καί νά οἰκειώνεται καί
ἐκτός αὐτῆς ἀπό ἑτεροδόξους, ἑτεροθρήσκους καί ἀνθρώπους ἁπλῶς «καλῆς
θελήσεως», ἐνδεχομένως τότε καί ἀπό ἀθέους. ’Γιατί ὄχι καί αὐτοί
μποροῦν νά μετέχουν στήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀφοῦ κι
αὐτοί ἔχουν «καλή θέληση»’. Αὐτό ὅμως εἶναι τελείως ἄτοπο καί ἀδύνατο
σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία. Δέν μπορεῖ κανείς νά μετέχει τῆς
χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί συνεπῶς νά ἔχει καί τόν καρπό τῆς χάρης
(ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη..) ἄν δέν ἔχει ὀρθόδοξη πίστη. Αὐτό, ὄχι μόνο
μαρτυρία δέν συνιστᾶ, ἀλλά προκαλεῖ καί σύγχυση ἀνάμεσα στούς πιστούς
γιά τήν ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς δεδωρημένης σ΄ αὐτήν «ἄνωθεν
εἰρήνης».
Ἐπίσης
ἕνα ἄλλο θέμα πού τέθηκε ἦταν ἡ Ὀρθόδοξη Διασπορά. Ἡ Ὀρθόδοξη Διασπορά
εἶναι οἱ Ὀρθόδοξοι πού ὑπάρχουν ἀνά τόν κόσμο. Ἔχει δημιουργηθεῖ ὅμως τό
πρόβλημα ὅτι σέ μία πόλη ὑπάρχουν πολλοί Ἐπίσκοποι. Ὑπάρχει Ἐπίσκοπος
τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, Ἐπίσκοπος τῆς Ρωσίας, τῆς Σερβίας, τῆς
Ρουμανίας καί ὅλοι αὐτοί ἔχουν τήν ἴδια περιοχή. Αὐτό ἐκκλησιολογικά
ἀπαγορεύεται. Σέ μία ἐδαφική περιοχή πρέπει νά ὑπάρχει ἕνας Ἐπίσκοπος.
– Πῶς «λύνει» ἡ «Σύνοδος» τό πρόβλημα;
Προτείνει
νά συνεχιστεῖ ἡ λύση πού ὑπῆρχε μέχρι τώρα τῶν Ἐπισκοπικῶν Συνελεύσεων.
Δηλαδή νά μαζεύονται ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι μαζί, τό ὁποῖο ὅμως δέν
θεραπεύει τό πρόβλημα, ἀλλά διαιωνίζει τήν αἵρεση τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ.
Γιατί ὅλοι αὐτοί οἱ Ἐπίσκοποι, οἱ ἀπεσταλμένοι τῶν Αὐτοκεφάλων
Ἐκκλησιῶν, οὐσιαστικά εἶναι ἀπεσταλμένοι λόγω τοῦ φαινομένου τοῦ
ἐθνοφυλετισμοῦ. Δηλαδή κάθε Ἐκκλησία, ἐπειδή ἔχει σύνδεσμο μέ τό κράτος
στό ὁποῖο ὑπάρχει, οὐσιαστικά ὑπηρετεῖ καί τά συμφέροντα τοῦ κράτους,
τοῦ ἔθνους στό ὁποῖο ἀνήκει καί ὁ κάθε Ἐπίσκοπος ὑπηρετεῖ -θά λέγαμε-
καί τά ἐθνικά συμφέροντα καί προσπαθεῖ καί τό ἔθνος νά ἐπιβληθεῖ ἔμμεσα
μέσω τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό εἶναι τό φαινόμενο τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ, τό ὁποῖο
εἶναι αἵρεση καί ἔχει καταδικαστεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία. Δέν ἐπιτρέπεται ἡ
Ἐκκλησία νά ὑπηρετεῖ τόν ἐγκόσμιο ἄρχοντα, τόν Βασιλέα, τόν Πρόεδρο τῆς
Δημοκρατίας ἤ τόν Πρωθυπουργό τῆς χώρας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ
Θεοῦ στή γῆ. Δέν ἐπιτρέπεται νά συμπλέκεται μέ τίς ἐπίγειες βασιλεῖες
καί νά ὑπηρετεῖ τά συμφέροντα τῶν ἐπίγειων βασιλέων, αὐτό δηλαδή πού
συμβαίνει μέσω αὐτῶν τῶν Ἐπισκόπων πού ὑπάρχουν στίς διάφορες περιοχές
τοῦ κόσμου. Γιά παράδειγμα στό Παρίσι ὑπάρχουν ὀκτώ Ἐπίσκοποι. Ὑπάρχει ὁ
Ἐπίσκοπος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὑπάρχει ὁ Ἐπίσκοπος τῆς
Ρουμανίας, τῆς Σερβίας κ.λ.π. Πράγμα παράνομο ἐκκλησιολογικά. Οὔτε αὐτό
τό ζήτημα δηλαδή τό ἔλυσαν, ἀλλά ἀντικανονικά εἶπαν νά συνεχίζεται αὐτός
ὁ θεσμός τῶν Ἐπισκοπικῶν Συνελεύσεων, πού διαιωνίζει τόν ἐθνοφυλετισμό.
Ἐπίσης, μετά
τή «Σύνοδο» τῆς Κρήτης ἐκδόθηκε ἡ «Ἐγκύκλιος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης
Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» (Κρήτη, 2016), ἡ ὁποία παρουσιάζει
θεολογικές ἀντιφάσεις. Γι’ αὐτό καί θά ἀναφερθοῦμε ἐπιγραμματικά σ’
αὐτές. Συγκεκριμένα, στήν δεύτερη παράγραφο σημειώνεται τό ἑξῆς: «Ἡ Ἁγία
καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας
ἀποτελεῖ αὐθεντικήν μαρτυρίαν τῆς πίστεως εἰς τόν θεάνθρωπον Χριστόν…».
Ἐδῶ,
γεννᾶται εὔλογα τό λογικό καί θεολογικό ἐρώτημα: Πῶς «ἡ Ἁγία καί Μεγάλη
Σύνοδος τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ
αὐθεντικήν μαρτυρίαν τῆς πίστεως εἰς τόν θεάνθρωπον Χριστόν», ὅταν αὐτή
ἀναγνωρίζει τούς Νεστοριανούς, τούς Μονοφυσίτες, τούς Ἀντιχαλκηδονίους
καί τούς Μονοθελῆτες ὡς Ἐκκλησίες, ἐνόσῳ αὐτοί ἔχουν καταδικασμένη ἀπό
Οἰκουμενικές Συνόδους Χριστολογία;
Δηλαδή
δέν πιστεύουν σωστά γιά τόν Χριστό. Πῶς λένε ὅτι πιστεύουν σωστά στόν
Χριστό, ἀφοῦ ἀναγνωρίζουν κι αὐτούς πού δέν πιστεύουν σωστά στόν Χριστό
ὡς «ἐκκλησίες»; Αὐτό εἶναι ἀντίφαση. Εἶναι ὅμως σκόπιμη αὐτή ἡ ἀντίφαση,
γιά νά παραπλανοῦν τόν λαό. Λένε ὅτι εἶναι σύμφωνοι μέ τήν πίστη τῆς
Ἐκκλησίας καί στήν πράξη ἀναιροῦν αὐτό πού λένε, γιατί ἀναγνωρίζουν τούς
καταδικασμένους αἱρετικούς ὡς «ἐκκλησίες». Οἱ Μονοφυσίτες λ.χ. λένε ὅτι
«Ὁ Χριστός ἔχει μόνο μία φύση. Εἶχε δύο, ἀλλά τή μία τήν ἔχασε», ὅτι
ἔχασε δηλαδή τήν ἀνθρώπινη φύση, ἡ ὁποία ἀπορροφήθηκε ἀπό τή θεία. Κι
αὐτούς ἐμεῖς τούς ἀναγνωρίζουμε ὅτι εἶναι σωστοί, ὅτι εἶναι Ἐκκλησία. Κι
ἀπό τήν ἄλλη λέμε ὅτι πιστεύουμε σωστά στόν Χριστό. Πῶς πιστεύεις σωστά
στόν Χριστό, ὅταν ἀναγνωρίζεις τούς αἱρετικούς ὅτι εἶναι κι αὐτοί στήν
ἀλήθεια;
Στήν
τρίτη παράγραφο μνημονεύονται Σύνοδοι καθολικοῦ «κῦρους», ὅπως εἶναι ἡ
ἐπί Μεγάλου Φωτίου καί ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί ἡ Σύνοδος τοῦ
1484, μέ τήν ὁποία ἀποκηρύσσεται ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Φλωρεντίας. Ὑπῆρξε
μία ψευδοσύνοδος, ὅπου ἔγινε ἡ ἕνωση (ψευδοένωση δηλαδή) μέ τούς
Ρωμαιοκαθολικούς στή Φλωρεντία. Μετά ἔγινε Ὀρθόδοξη Σύνοδος τό 1484, πού ἀναίρεσε ἐκείνη τήν ψευδοσύνοδο. Καί τώρα, γιά νά λειτουργήσουμε σωστά ὡς Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, θά πρέπει νά γίνει μία Σύνοδος, πού θά ἀναιρέσει τίς ἀποφάσεις αὐτῆς τῆς λεγόμενης «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου».
Μνημονεύονται λοιπόν στήν ἐγκύκλιο αὐτές οἱ Σύνοδοι.
Ἀκόμη καί οἱ Σύνοδοι, πού ἀποκηρύσσουν τίς Προτεσταντικές δοξασίες. Πῶς
συμβιβάζονται, ὅμως, ὅλα αὐτά μέ τήν ἀναγνώριση τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν καί
τῶν Προτεσταντῶν ὡς Ἐκκλησιῶν; Ἀπό τή μιά μνημονεύουν καί λένε ὅτι
ἔχουν καθολικό κύρος οἱ Σύνοδοι πού καταδίκασαν τούς Καθολικούς καί τούς
Προτεστάντες καί ἀπό τήν ἄλλη τούς ἀναγνωρίζουν. Ἄρα ἀντιφάσκουν στά
ἴδια τους τά λεγόμενα.
Στήν παράγραφο 20 σημειώνονται τά ἑξῆς χαρακτηριστικά: «Οἱ διαχριστιανικοί διάλογοι –πού γίνονται στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν- ἐλειτούργησαν ὡς εὐκαιρία διά τήν Ὀρθοδοξίαν -λέει ἡ ἐγκύκλιος-,
διά νά ἀναδείξῃ τό σέβας πρός τήν διδασκαλίαν τῶν Πατέρων καί διά νά
δώσῃ ἀξιόπιστον μαρτυρίαν τῆς γνησίας παραδόσεως τῆς Μιᾶς, Ἁγίας,
Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ὑπό τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας
διεξαγώμενοι διάλογοι οὐδέποτε ἐσήμαναν, οὔτε σημαίνουν καί δέν
πρόκειται νά σημάνουν ποτέ οἱονδήποτε συμβιβασμόν εἰς ζητήματα πίστεως. Αὐτά εἶναι λόγια γιά παραπλάνηση, πού δέν ἐπιβεβαιώνονται ἀπό τίς πράξεις. Ἁπλῶς νά ἀκούει ὁ λαός καί νά θαυμάζει.
Οἱ διάλογοι αὐτοί εἶναι μαρτυρία περί τῆς Ὀρθοδοξίας…» λέει ἡ ἐγκύκλιος. Ὅλα
αὐτά ὅμως εἶναι κενά περιεχομένου, γιατί στήν πράξη ὅσα ἔχουν ὑπογραφεῖ
μέχρι τώρα στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» ἀναιροῦν αὐτό πού λένε
ὅτι ‘’εἴμαστε ἑπόμενοι τῶν Ἁγίων Πατέρων καί προβάλλουμε τό σέβας τῆς
Ὀρθοδοξίας καί δέν προδίδουμε καθόλου τήν Ὀρθοδοξία’’. Ἐνῶ τά Κεί με να
πού ἔχουν ὑπογράψει τοῦ B a l a m a nd, τοῦ P o r toA l e g re, τῆς Ρα βέν νας, τοῦ P u s s an, περιέχουν πλῆθος αἱρέσεων καί ἀναγνωρίζουν τούς αἱρετικούς ὡς «ἐκκλησίες».
Καί
ἡ Συνοδική Ἐγκύκλιος κατακλείεται ὡς ἐξῆς: «Ταῦτα ἀπευθύνονται ἐν
συνόδῳ πρός τά ἐν τῷ κόσμῳ τέκνα τῆς ἁγιωτάτης Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας
καί πρός τήν οἰκουμένην πᾶσαν, ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι καί τοῖς
συνοδικοῖς θεσπίσμασι πρός διαφύλαξιν τῆς πατροπαραδότου πίστεως». Ὅμως,
ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία «ἑπομένη τοῖς ἁγίοις Πατράσι καί τοῖς συνοδικοῖς
θεσπίσμασι» δέν ἀναγνώρισε ποτέ στό παρελθόν, ὡς Ἐκκλησία, τούς
αἱρετικούς, ὅπως ἐπιχείρησε νά κάνει ἡ ἐν λόγῳ «Συνέλευση τῶν Ἀρχιερέων»
στήν Κρήτη. Ἑπομένως μή μᾶς λέτε ὅτι εἶστε ἑπόμενοι τῶν Ἁγίων
Πατέρων καί παίζετε μέ τήν νοημοσύνη μας, διότι οἱ Ἅγιοι Πατέρες ποτέ
δέν ἀναγνώρισαν ὡς «ἐκκλησίες» τούς αἱρετικούς.
Ὡς
πρός τό «Μήνυμα» τῆς «Ἀρχιερατικῆς Διασκέψεως», αὐτό συνοψίζει τίς
ληφθεῖσες ἀποφάσεις καί παράλληλα προκαλεῖ τή νοημοσύνη τῶν ἐνημερωμένων
πιστῶν. Συγκεκριμένα, στήν πρώτη παράγραφο τοῦ «Μηνύματος» σημειώνονται
τά ἑξῆς: «Βασική προτεραιότητα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου ὑπῆρξε ἡ
διακήρυξη τῆς ἑνότητας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στηριγμένη στή Θεία
Εὐχαριστία καί τήν Ἀποστολική διαδοχή τῶν Ἐπισκόπων. Ἡ ὑφισταμένη
ἑνότητα εἶναι ἀνάγκη νά ἐνισχύεται καί νά φέρει νέους καρπούς».
Τό
εὔλογο ἐρώτημα τῶν ἀναγνωστῶν τοῦ «Μηνύματος» αὐτοῦ εἶναι: Πῶς
διακηρύσσεται ἔτσι πανηγυρικά ἡ ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅταν
εἶναι γνωστό, ὅτι σ’ αὐτήν τήν «Σύναξη» δέν παραβρέθηκαν τέσσερα
Πατριαρχεῖα (αἰτιολογημένα γιά δογματικούς λόγους, γιατί δέν συμφωνοῦσαν μέ ὅλες αὐτές τίς ἀντορθόδοξες πρακτικές, κι ἄς λένε ὅτι δέν πῆγαν γιά ἐθνοφυλετικούς λόγους- πού
ἀντιπροσωπεύουν συντριπτικά περισσότερους πιστούς, ἀπ’ ὅσους
ἀντιπροσωπεύτηκαν ἀπό τούς δέκα Προκαθημένους, πού συμμετεῖχαν σ’ αὐτήν;
Καί πῶς γίνεται μέ τόση ἄνεση ἡ ἀναφορά στή Θεία Εὐχαριστία, ὡς θεμέλιο
τῆς ἑνότητας, τή στιγμή πού ὑφίσταται ἡ διακοπή τῆς διαμυστηριακῆς
κοινωνίας ἀνάμεσα στά δύο πρεσβυγενῆ Πατριαρχεῖα τῶν Ἱεροσολύμων καί τῆς
Ἀντιοχείας;
Πιστεύω
νά τό γνωρίζετε ὅτι τά δύο αὐτά ὀρθόδοξα Πατριαρχεῖα δέν κοινωνοῦν
μεταξύ τους, τό ὁποῖο εἶναι ὅ,τι χειρότερο μπορεῖ νά συμβεῖ. Δηλαδή δέν
συλλειτουργοῦν οἱ ἱερεῖς καί οἱ Ἀρχιερεῖς τους καί δέν κοινωνοῦν στό
ἴδιο Ποτήριο, γιατί ὑπάρχει ἕνα θέμα, τό ὁποῖο διογκώθηκε, τό θέμα τοῦ
Κατάρ καί ἔχουν οὐσιαστικά χωριστεῖ ἀλλήλων τά δύο Πατριαρχεῖα. Καί ἐνῶ
τέθηκε τό θέμα στή «Σύνοδο», δέν ἀσχολήθηκαν καθόλου. Πῶς λοιπόν ἐμεῖς
θά γίνουμε δάσκαλοι τῆς ἑνότητας στούς ἄλλους, ὅταν μεταξύ μας δέν
ἔχουμε αὐτή τήν ἑνότητα; Καί πῶς μᾶς λέτε ὅτι διακηρύσσεται ἡ ἑνότητα
μέσω αὐτῆς τῆς «Συνόδου», ἀφοῦ ὅλα τά μέλη δέν εἶναι παρόντα καί μεταξύ
τους δύο Πατριαρχεῖα δέν κοινωνοῦν μυστηριακά, δέν μετέχουν στή Θεία
Εὐχαριστία ἀπό κοινοῦ;
Καί
στήν ἴδια παράγραφο σημειώνεται: «Ἡ Συνοδικότητα διαπνέει τήν ὀργάνωση,
τόν τρόπο πού λαμβάνονται οἱ ἀποφάσεις καί καθορίζεται ἡ πορεία της». Δηλαδή
μᾶς λένε ‘’προσέξτε ἐμεῖς εἴμαστε σύμφωνοι μέ τό συνοδικό σύστημα τῆς
Ἐκκλησίας, τό ὁποῖο πάλι στήν πράξη ἀναιρεῖται ἀπό αὐτά πού κάνουν.
Ὑπάρχει, ὅμως, κάποια μαρτυρία στήν Ἱστορία τῶν Συνόδων τῆς Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας, ὅπου οἱ ἀποφάσεις νά λαμβάνονται μόνον ἀπό τούς Προκαθημένους
καί χωρίς τήν ψῆφο τῶν συμμετεχόντων Ἀρχιερέων; Ποτέ δέν ἔχει γίνει
αὐτό καί ἔγινε τώρα στήν Κρήτη. Πῆραν ἀποφάσεις οἱ Προκαθήμενοι καί
ἤθελαν νά ἐπιβάλλουν αὐτές τίς ἀποφάσεις στούς Ἐπισκόπους. Μάλιστα ἕνας
Ἀρχιεπίσκοπος ἐπειδή κάποιοι ἀπό τήν Ἐκκλησία του δέν ὑπέγραψαν εἶπε
‘’Τί εἶναι αὐτά τά πράγματα; Ὅ,τι θέλει ὁ καθένας θά κάνει;’’. Μάλιστα
ὑπέγραψε αὐτός ἀντ’ αὐτῶν! Δηλαδή κωμωδία! Ἔγραψε ἀντ’ αὐτῶν ὑπογράφει ὁ
Ἀρχιεπίσκοπος. Οὔτε στοιχειώδης, θά λέγαμε, νομιμότητα. Μία πλήρης
εἰσαγωγή παπικοῦ συστήματος στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Στό μήνυμα λοιπόν πού ἔστειλε πρός ὅλον τόν κόσμο καί πρός ἐμᾶς, στήν
τρίτη παράγραφο γίνεται λόγος γιά τούς Θεολογικούς Διαλόγους μέ τούς
ἑτεροδόξους καί σημειώνεται χαρακτηριστικά: «Οἱ διάλογοι, πού διεξάγει ἡ
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν σημαίνει ποτέ συμβιβασμό σέ ζητήματα Πίστεως».
Ἐδῶ, ὑπενθυμίζουμε ἐνδεικτικά καί πάλι τά Κείμενα τοῦ Balamand, τοῦ
Porto Alegre, τῆς Ραβέννας, τοῦ Pussan, τά ὁποῖα ἔχουν σοβαρές
ἐκκλησιολογικές αἱρέσεις.
Στή
Ραβέννα, νά ποῦμε ἕνα παράδειγμα, ἀναγνωρίσαμε τό ‘πρωτεῖο’, ὅτι ἡ
Ἐκκλησία ἔχει πρῶτο, πρωτεῖο καί αὐτό παραπέμπει στό ἑπόμενο βῆμα νά
ἀναγνωρίσουμε καί τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα. Ὄντως ὑπῆρχε ἕνα πρωτεῖο στόν
Πάπα τῆς Ρώμης, ἀλλά ἦταν πρωτεῖο τιμῆς, δηλαδή ὅταν γινόταν μία Σύνοδος
προήδρευε αὐτός. Ὁ Πάπας ὅμως σήμερα δέν θέλει τέτοιο πρωτεῖο τιμῆς,
θέλει πρωτεῖο ἐξουσίας, θέλει ὅλοι νά ὑποταχθοῦν σ’ αὐτόν. Τό λένε καί
φανερά ‘’Κρατῆστε τά δόγματά σας, ἀρκεῖ νά ἀναγνωρίσετε τό πρωτεῖο τοῦ
Πάπα’’. Αὐτό στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» ἤδη τό κάναμε καί μᾶς
λένε ὅτι στούς διαλόγους δέν προδίδουν τήν πίστη. Ὅμως ὑπέγραψαν τό
πρωτεῖο τοῦ Πάπα στή Ραβέννα, τό ὁποῖο εἶναι μεγίστη αἵρεση, ὅπως καί τό
«ἀλάθητο», τό «φιλιόκβε», ἡ «κτιστή χάρη», ἡ «Μαριολατρεία», ἡ «ἄσπιλη
σύλληψη» τῆς Θεοτόκου… πλῆθος αἱρέσεων πού ἔχουν οἱ Ρωμαιοκαθολικοί κι
ὅμως οἱ Οἰκουμενιστές τούς ἀποκαλοῦν «ἐκκλησία», ὅτι ἔχουν δηλαδή τήν
ἀλήθεια καί ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί σώζονται.
Ὅλα τά παραπάνω, καταλήγει ὁ κ. Τσελεγγίδης, λέγονται μέ ἔμπονη ἀγάπη καί σεβασμό στήν Ἀρχιερωσύνη Σας. Ἀπευθύνεται
στούς Ἀρχιερεῖς ἀλλά καί σέ ὅλους ἐμᾶς. Εἶναι μιά ὡραιότατη σύντομη
ἀποτίμηση τῆς «Συνόδου» γιά νά μήν κοιμόμαστε μέ τά τσαρούχια, ὅπως
ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, κι ἐμεῖς οἱ ἁπλοί ὀρθόδοξοι πιστοί, ἀλλά νά
μποροῦμε νά τοποθετηθοῦμε σωστά ἀπέναντι σ’ ὅλα αὐτά πού τεκταίνονται,
δυστυχῶς ἀπό αὐτούς πού ἔχουν ταχθεῖ νά φυλάττουν τήν Ἐκκλησία καί τήν
πίστη. Ἐσεῖς εἶστε τό ποίμνιο, τά πρόβατα, ὑπάρχουν καί οἱ ποιμένες, οἱ
τσομπάνηδες. Οἱ Ἐπίσκοποι κατεξοχήν εἶναι οἱ φρουροί τοῦ ποιμνίου. Ἄν
ὅμως οἱ Ἐπίσκοποι προδίδουν τήν ἀλήθεια καί ἀνοίγουν τίς πόρτες στούς
λύκους, ἀλλοίμονο στό ποίμνιο! Θά πρέπει τότε τό ποίμνιο νά ἀναλάβει
οὐσιαστικότερο ρόλο στό νά προασπίσει τήν Ἐκκλησία καί τήν ἀλήθεια.
Αὐτό
τό ἔχουμε ὡς παράδειγμα στήν ἐκκλησιαστική μας ἱστορία στήν περίπτωση
τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ. Δέν ἦταν Ἐπίσκοπος ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ
Ὁμολογητής, οὔτε κἄν ἱερέας. Ἦταν ἕνας ἁπλός μοναχός καί ὅμως πάνω σ’
αὐτόν στηρίχτηκε ὅλη ἡ ἀλήθεια καί ἡ Ἐκκλησία ἐπειδή αὐτός ἔμεινε
ἐδραῖος καί ἀμετακίνητος στήν ἀλήθεια καί δέν ὑπέκυψε στίς πιέσεις τῶν
Πατριαρχεῖων, πού εἶχαν τότε ἀκολουθήσει τόν Μονοθελητισμό, μιά φοβερή
αἵρεση, πού ἀλλοιώνει τήν ἀλήθεια γιά τόν Χριστό μας. Λέει ὅτι ὁ Χριστός
εἶχε μόνο μία θέληση, ἐνῶ τό σωστό εἶναι ὅτι ὁ Χριστός μας εἶχε δύο
φύσεις, θεία καί ἀνθρώπινη καί εἶχε καί δύο θελήσεις, θεία καί
ἀνθρώπινη. Ὁ ἅγιος Μάξιμος, ὡς ἁπλός μοναχός εἶπε ὅτι ‘’αὐτή εἶναι ἡ
ἀλήθεια καί ἐγώ δέν συντάσσομαι μέ κανέναν ἀπό τούς Πατριάρχες’’. Μά τοῦ
ἔλεγαν: ‘’δέν εἶσαι σέ καμία Ἐκκλησία, μέ ποιό Πατριαρχεῖο εἶσαι;’’.
Ἔλεγε: ‘’ἐγώ εἶμαι ἡ Ἐκκλησία καί ὁ ὑποτακτικός μου, ὁ μαθητής μου’’.
Ὄντως ἰσχύει αὐτό. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὅπου εἶναι ἡ ἀλήθεια καί, ὅποιος
εἶναι μέ τήν ἀλήθεια, αὐτός εἶναι στήν Ἐκκλησία, ὅποιος δέν εἶναι μέ τήν
ἀλήθεια, αὐτόματα ἐκπίπτει τῆς Ἐκκλησίας.
Ἑπομένως
καί τώρα τό θέμα δέν εἶναι μέ μᾶς. Ἐμεῖς εἴμαστε μέ τήν Ἐκκλησία, αὐτοί
πού εἰσάγουν τόν Οἰκουμενισμό δέν εἶναι μέ τήν Ἐκκλησία, ἄν ἐπιμείνουν
σ’ αὐτό καί δέν πάρουν πίσω αὐτά πού λένε καί ὑπογράφουν. Γιατί, ὅταν
ὑπογράφεις ὅτι ὁ αἱρετικός εἶναι «ἐκκλησία», κινδυνεύεις… γιά νά μήν
ποῦμε ὅτι ἤδη εἶσαι ἐκτός Ἐκκλησίας, ἄσχετα ἄν δέν σοῦ ἔχει ἔρθει
ἐπίσημα τό χαρτί τοῦ ἀφορισμοῦ ἤ τῆς καθαίρεσης.
Ἄς
μείνουμε σ’ αὐτά σχετικά μέ τήν σύντομη αὐτή ἀποτίμηση τῆς «Συνόδου».
Μᾶς πονάει πραγματικά τό θέμα αὐτό γιατί κάποιοι ἀδελφοί μας Ὀρθόδοξοι
Ἀρχιερεῖς, καί ὄχι κάποιοι αἱρετικοί, ὑπέγραψαν αὐτά τά Κείμενα. Κάναμε
κι ἐμεῖς αὐτή τήν ἀποτίμηση γιά νά προσευχηθοῦμε γι’ αὐτούς, νά
μετανοήσουν, νά ἀποβάλλουν τίς αἱρετικές αὐτές θέσεις καί δοξασίες καί
νά μήν παραπλανοῦν τόν λαό.
Ὅταν
ὁ Ἀχαάβ πῆγε στόν Προφήτη Ἠλία τοῦ λέει «Γιατί διαστρέφεις τόν λαό;»
καί μέ πολύ θάρρος ὁ Προφήτης ἀπάντησε: «Ἐσύ εἶσαι πού διαστρέφεις τόν
λαό» (Γ΄Βασ. 18, 17-18). Γιατί καί τότε στά χρόνια τοῦ Ἀχαάβ καί τοῦ
Προφήτη Ἠλία, 800 π.Χ., εἶχε μπεῖ ὁ συγκρητισμός καί ὁ Ἀχαάβ εἶχε
ἀναμείξει τήν ἀλήθεια, τήν πίστη στόν ἀληθινό Θεό μέ τήν εἰδωλολατρεία
καί προσπαθοῦσε νά τό ἐπιβάλλει στόν λαό, ἐπηρεασμένος ἀπό τήν γυναῖκα
του, τήν Ἰεζάβελ πού ἦταν εἰδωλολάτρισσα.
Κατά
παρόμοιο τρόπο σήμερα ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι συγκρητισμός, νά βάλουμε
μέσα στήν ἀλήθεια καί τό ψέμα, μαζί μέ τόν ἀληθινό Θεό καί τά εἴδωλα.
Συνεπῶς ἐμεῖς πού λέμε αὐτά, δέν σημαίνει ὅτι ἀντιτιθέμεθα στήν
Ἐκκλησία, ἀντίθετα παραμένουμε στήν Ἐκκλησία καί λέμε τί πρεσβεύει
διαχρονικά, ἐδῶ καί 2000 χρόνια καί διακηρύσσουμε μέ πόνο πολύ σ’
αὐτούς, οἱ ὁποῖοι λένε τά ἀντίθετα ὅτι δέν θά τούς ἀκολουθήσουμε, διότι,
ἄν τούς ἀκολουθήσουμε, θά βγοῦμε ἐκτός Ἐκκλησίας. Ἐμεῖς παραμένουμε
σταθεροί στήν Ἐκκλησία καί παρακαλοῦμε κι ἐσᾶς νά ἐπιστρέψετε,
ἀναιρώντας καί ἀκυρώνοντας αὐτά πού ψηφίσατε καί ὑπογράψατε.
Ἀλλοίμονο
ἄν ὁ αἱρετικός ἔχει σωτηρία! Τότε, γιατί νά βαφπτιζόμαστε; Γιατί νά
εἴμαστε Ὀρθόδοξοι, ἀφοῦ σέ ὅλες τίς θρησκεῖες ὑπάρχει ἡ ἀλήθεια καί ἡ
σωτηρία;
Πρέπει
νά γνωρίζουμε ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι ἕνας μοχλός πού ὑπηρετεῖ τήν
παγκοσμιοποίηση καί ἀφορᾶ τό πεδίο τῶν θρησκειῶν. Ἡ ἑνοποίηση τῶν
θρησκειῶν εἶναι ἕνας ἀπό τούς στόχους τῆς παγκοσμιοποίησης. Ἕνας ἄλλος
στόχος εἶναι ἡ ἑνοποίηση τῆς ἀνθρωπότητας οἰκονομικά μέσω τοῦ Παγκοσμίου
Συστήματος τῶν Τραπεζῶν καί ἕνας τρίτος στόχος εἶναι ἡ ἑνοποίηση τῆς
ἀνθρωπότητας πολιτικά μέ τή δημιουργία διαφόρων συσσωματώσεων κρατῶν,
Εὐρωπαϊκή Ἕνωση, Εὐρασιατική Ἕνωση, G8, G20,
διάφορα τέτοια, τά ὁποῖα στό τέλος ἐλπίζουν οἱ παγκοσμιοποιητές ὅτι θά
τά ἑνώσουν ὅλα μαζί γιά νά πετύχουν τόν παγκόσμιο ἔλεγχο.
Γι’
αὐτό, δυστυχῶς, ἐπειδή οἱ ἄρχοντες, οἱ κεφαλές τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχουν
ὑποταχθεῖ σ’ αὐτό τό σύστημα τῆς παγκοσμιοποίησης, προωθοῦν καί τόν
Οἰκουμενισμό καί ὑπογράφουν ὅλα αὐτά τά Κείμενα προσπαθώντας νά περάσουν
στόν λαό τήν ἰδέα ὅτι αὐτοί ξέρουν, εἶναι οἱ φύλακες τῆς πίστης, δέν
προδίδουν τήν ὀρθοδοξία καί νά τούς ἐμπιστευτοῦμε. Ἐνῶ οὐσιαστικά ἀπό
πίσω προχωράει τό σχέδιο τῶν πολιτικῶν, τῶν τραπεζιτῶν, τῶν
παγκοσμιοποιητῶν, ὅσο ἐμεῖς δέν ἀντιδροῦμε καί δέν ξεκαθαρίζουμε τά
πράγματα πρῶτα μέσα μας καί στή συνέχεια καί γύρω μας. Ταπεινά ἄς
προσευχόμαστε γιά ὅλους αὐτούς, γιατί δέν θέλουμε κανένας νά πάει στήν
κόλαση.
Ὁπωσδήποτε
ἡ σωτηρία εἶναι μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί πουθενά ἀλλοῦ. Ἐκτός
Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία. Κι, ἄν κάποιος δέν πιστεύει ὀρθόδοξα,
βγαίνει ἐκτός Ἐκκλησίας, ἄρα καί ἐκτός σωτηρίας, πού δέν εὐχόμαστε γιά
κανέναν. Ἀντίθετα θέλουμε ὅλοι νά μποῦν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὅπως καί
οἱ ἑτερόδοξοι θέλουμε νά ἀκούσουν κι αὐτοί τήν φωνή τῆς ἀλήθειας καί νά
γίνουν ὀρθόδοξοι καί ὄχι νά τούς λέμε ‘’μείνετε ὅπως εἶστε, καλά
εἶστε’’.
Ὁ
Θεός νά μᾶς φυλάει καί νά ἔχουμε τίς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου
Πόποβιτς καί τοῦ ἁγίου Πορφυρίου, ὁ ὁποῖος κι αὐτός ἦταν
ἀντιοικουμενιστής καί τό διεκήρυττε -ὑπάρχει μιά ὁμιλία μέ τήν φωνή του
στό διαδίκτυο-, ὅτι ἡ ἀλήθεια, ὁπότε καί ἡ σωτηρία, εἶναι μόνο στήν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πουθενά ἀλλοῦ. Δυστυχῶς κάποιοι κύκλοι καί ἀπό τό
Ἅγιο Ὄρος καί κάποιος συγκεκριμένα προσπαθεῖ νά τόν ἐμφανίσει σάν
Οἰκουμενιστή. Ἔχει κυκλοφορήσει καί ἕνα βιβλίο πού προβάλλει τόν
Καποδίστρια καί μέσα περιέχει καί μιά εἰκόνα τῆς Παναγίας πού στό ἕνα
χέρι κρατάει τήν Ἁγία Σοφία καί στό ἄλλο τόν Ἅγιο Πέτρο τῆς Ρώμης.
Ἐμφανίζει δηλαδή τήν Παναγία ‘Οἰκουμενίστρια’! Πού ἔχουμε φτάσει! Καί
αὐτή τήν εἰκόνα τήν ἔχει ἕνας ἱερομόναχος στό κελλί του στό Ἅγιο Ὄρος,
μαθητής ὑποτίθεται τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου καί ὑποστηρίζει ὅτι ὅλα αὐτά
ξεκινοῦν ἀπό τόν Ἅγιο Πορφύριο.
Ὁ
Ἅγιος Πορφύριος ἦταν ὀρθοδοξότατος. Ἀλλά βλέπουμε πῶς οἱ ἐχθροί τῆς
πίστεως χρησιμοποιοῦν τά πάντα, ἀκόμα καί τούς Ἁγίους καί τίς εἰκόνες
γιά νά προωθήσουν τό ψέμα καί τόν Οἰκουμενισμό. Καί ὁ μέγας αἱρετικός, ὁ
Ἄρειος εἶχε χρησιμοποιήσει τή μουσική γιά νά προβάλλει τά ψέματά του,
τροπάρια δηλαδή, τά ὁποῖα διέδιδαν τίς αἱρέσεις του. Δέν πρέπει νά μᾶς
κάνουν ἐντύπωση αὐτά καί νά μήν εἴμαστε εὐκολόπιστοι, γιατί πολλοί
ἐμφανίζονται εὐσεβοφανεῖς καί σούπερ-ὀρθόδοξοι καί κρύβεται ἀπό πίσω ἡ
αἵρεση καί ὁ Οἰκουμενισμός καί ἐξαπατοῦν τούς ἀφελεῖς.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
– Ἐρ.: ………………………
– Ἀπ.: Ὁ
συγκρητισμός γίνεται στήν πράξη καί δέν εἶναι ἄσχετο τό γεγονός ὅτι
ἀποφάσισαν μαζί μέ τή θεσμική κατοχύρωστη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τήν
θεσμική κατοχύρωση οὐσιαστικά τῶν μικτῶν γάμων. Ὁ μικτός γάμος τί εἶναι;
Εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός στήν πράξη, στήν ζωή. Ὀρθόδοξος καί αἱρετικός νά
εἶναι μαζί μέσα στή μικρή ἐκκλησία, πού εἶναι ἡ οἰκογένεια. Εἶναι
δυνατόν; Λένε ‘’νά μήν ἔχουμε ἀγάπη’’; Αὐτή ὅμως ἡ ἀγάπη δέν ἔχει μέσα
της Ὀρθοδοξία, δέν ἔχει ἀλήθεια, δέν ἔχει Χριστό. Τό κάνει λοιπόν αὐτό ὁ
λαός, τό κάνουν καί οἱ ἱερεῖς, τό κάνει ἡ βάση, ὁπότε μετά εὔκολα
δεχόμαστε τήν ἀλλοίωση καί στήν πίστη. ‘’Γιατί ὄχι; Ἀφοῦ τό κάνουν ὅλοι,
ἑνώνουν ἕναν αἱρετικό μέ ἕναν ὀρθόδοξο, ἄς τό δεχθοῦμε καί ὡς Ἐκκλησία,
αἱρετικοί καί ὀρθόδοξοι ἕνα πράγμα’’.
Εἶναι κανόνας αὐτός: Ὅταν ἀλλοτριώνεται ἡ ζωή μας, παύει νά εἶναι
ὀρθόδοξη, μετά εἶναι θέμα χρόνου νά ἀλλοτριωθεῖ καί ἡ πίστη, νά χάσουμε
καί τήν ὀρθή πίστη. Γιατί αὐτά τά δύο πράγματα εἶναι οὐσιαστικά οἱ δύο
ὄψεις τοῦ ἴδιου νομίσματος κι ἄν παραχαραχτεῖ ἡ μία ὄψις, ὅλο τό νόμισμα
εἶναι ἄκυρο καί σέ λίγο καιρό θά παραχαραχτεῖ καί ἡ ἄλλη ὄψη του. Ἤδη
τό νόμισμα εἶναι νόθο.
Ἐπειδή λοιπόν δέν ζοῦμε ὀρθόδοξα, ζοῦμε συγκρητιστικά, ἀναμειγνύουμε τό
φῶς μέ τό σκοτάδι, τήν ἀλήθεια μέ τό ψεῦδος, τή μαγεία μέ τόν Χριστό.
Βλέπετε πόσοι ἄνθρωποι ἄρρωστοι λένε ‘’πῆγα στήν Ἐκκλησία, δέν ἔγινε
τίποτα, μετά πῆγα στόν μάγο κι ἔκανα ὁμοιοπαθητική, βελονισμό, ρέικι’’,
τά ὁποῖα ὅλα αὐτά ξεκινοῦν ἀπό τίς ἀνατολικές θρησκεῖες, εἶναι δαιμονικά
πράγματα καί ἔχουν μέσα μαγεῖες. Κι ὅ,τι πιάσει…. Βλέπετε πώς στήν
πράξη ζοῦμε ‘οἰκουμενιστικά’. Ὁπότε ὁ πολύς λαός οὔτε πού ἀσχολεῖται μ’
αὐτό, τό θεωρεῖ ἀσήμαντο. Λέει κανείς: ‘’Ἐδῶ πεινᾶμε’’.
Δυστυχῶς αὐτό εἰπώθηκε καί στή «Σύνοδο» καί μάλιστα ἀπό Πατριάρχη. Ὁ
ὁποῖος σηκώθηκε πάνω καί λέει «Τί λέει τώρα; Θεολογίες θά συζητᾶμε;».
Ἄκουσον ἄκουσον… Ὁ Πατριάρχης νά πεῖ αὐτό τό πράγμα! «Ἐδῶ», λέει, «ὁ
λαός πεινάει. Μ’ αὐτό πρέπει νά ἀσχοληθοῦμε». Ἄν ὁ Ἀρχιερέας δέν
θεολογεῖ, ποιός θά θεολογήσει; Ἄν δέν εἶναι ὀρθόδοξος θεολόγος ὁ
Ἀρχιερέας, τότε ποιός θά εἶναι; Καί θά πρέπει νά ἀσχολεῖται ἡ Ἐκκλησία
μέ τήν πείνα τῶν λαῶν καί νά ἀφήσει τήν θεολογία; Ἡ πείνα τῶν λαῶν εἶναι
γιά τούς διακόνους. Δέν λέμε νά μήν ἀσχοληθεῖς καί μ’ αὐτό, ἀλλά αὐτό
εἶναι δεύτερο.. τρίτο.. Τό πρῶτο εἶναι ἡ ὀρθή πίστη, ἡ ὀρθή διδασκαλία.
Θυμηθεῖτε τούς ἁγίους Ἀποστόλους. Τί εἶπαν; «δέν εἶναι ὀρθόν καί ἀρεστόν
στόν Θεόν, νά ἀφήσουμε ἐμεῖς τό κήρυγμα τοῦ θείου λόγου καί νά
ὑπηρετοῦμε στίς τράπεζες» (Πραξ. 6,2). «Ἐμεῖς πρέπει νά μιλᾶμε στόν λαό
γιά τήν ὀρθή πίστη, νά κηρύττουμε τήν ἀλήθεια. Βγᾶλτε διακόνους νά
ἀσχολοῦνται μέ τά τραπέζια» (Πραξ. 6,3-4). Ἔτσι βγῆκαν οἱ ἑπτά διάκονοι.
Οἱ διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων εἶναι οἱ Ἀρχιερεῖς καί σήμερα φτάσαμε στή
μεγάλη κατάντεια νά λένε οἱ Ἀρχιερεῖς: «Τί μ’ αὐτά θά ἀσχολούμαστε; Μέ
τήν πείνα τοῦ λαοῦ θά ἀσχοληθοῦμε». Αὐτό εἶναι μεγάλη ἔκπτωση, θά
λέγαμε. Μεγάλη κατάντια.
Ἔχουμε χάσει δηλαδή τήν ἔννοια τοῦ ρόλου πού ἔχουμε. Ἔχουμε χάσει τήν
αὐτοσυνειδησία, ἔχουμε χάσει τήν οὐσία τῶν πραγμάτων, τί σημαίνει
Ἀρχιερέας, τί σημαίνει ἱερέας, τί σημαίνει διάκονος, τί σημαίνει
Ἐκκλησία, ποιός εἶναι ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας… Σήμερα κατεξοχήν ἡ Ἐκκλησία
πῶς προβάλλεται ἀπό τούς πολιτικούς; Ὡς ἕνας φιλανθρωπικός ὀργανισμός
καί μάλιστα λένε ‘’τόσα ἑκατομμύρια ἔδωσε ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία γιά τούς
φτωχούς, γιά τούς μετανάστες, γιά συσσίτια’’. Ναί, ἀλλά δέν ξέρεις ἐσύ
πού τό δίνεις αὐτό ὡς εἴδηση κ. πάτερ, κ. ἀρχιερέα, ὅτι ἀντίκειται στόν
νόμο τοῦ Θεοῦ, πού λέει «μή γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου»
(Ματθ. 6,3)»; Ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη πρέπει νά γίνεται κρυφά καί νά μή
δημοσιοποιεῖται;
Βλέπετε ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία μέσω τῶν θεσμικῶν ἐκπροσώπων της παραβαίνει
τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, γιατί αὐτό βέβαια ὑπηρετεῖ τήν πολιτεία. Ἡ πολιτεία
αὐτό θέλει, νά ἔχει ἕναν ὑπηρέτη, πού νά κατευνάζει τόν λαό, νά μήν
κάνει ἐξεγέρσεις, νά φροντίζει γι’ αὐτά τά κοινωνικά προβλήματα κ.λ.π.
Μά αὐτός εἶναι ὁ κύριος ρόλος τῆς Ἐκκλησίας; Δέν εἶναι αὐτός. Ὁ κύριος
ρόλος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά θεραπεύσει τίς ψυχές, νά σώσει τίς ψυχές
τῶν ἀνθρώπων στήν αἰωνιότητα κι αὐτό θά γίνει μέ τό κήρυγμα, μέ τήν ὀρθή
διδασκαλία, μέ τήν ὀρθή πίστη καί τήν ὀρθή ζωή.
Διαπιστώνουμε δηλαδή ὅτι ἔχει ἀλλοιωθεῖ ἡ ζωή μας, ἔχει ἀλλοτριωθεῖ ἡ
ζωή μας ἀπό τόν Χριστό, ἔχουμε βάλει μέσα καί δαιμονικά στοιχεῖα καί
ψέματα μαζί μέ τήν ἀλήθεια καί οὐσιαστικά ἔχουμε γίνει ψεύτικοι
χριστιανοί. Γι’ αὐτό εὔκολα δεχόμαστε καί τά ψέματα στήν πίστη καί τούς
αἱρετικούς. Ὁπότε οἱ πραγματικοί ὀρθόδοξοι κατηγορούμαστε ὅτι εἴμαστε
φανατικοί, ὅτι δέν ἔχουμε ἀγάπη… Ἔτσι διαστρέφει ὁ διάβολος τά πράγματα.
Αὐτό πού εἶναι φῶς, τό λέει σκοτάδι. Τήν σταθερότητα δηλαδή στήν πίστη,
τήν λέει φανατισμό, φονταμενταλισμό καί τήν ἔκπτωση στήν πίστη τήν
παρουσιάζει ὡς προοδευτικότητα, τή λέει ἀνοιχτότητα, διεύρυνση
πνεύματος. Γιατί εἶναι προοδευτικός; Γιατί δέχεται καί τούς αἱρετικούς.
Δέχεται καί τό ψέμα καί τό σκοτάδι μέσα στήν ἀλήθεια καί στό φῶς. Τό
ἴδιο καί στήν πολιτική, ποιούς θεωροῦν προοδευτικούς; Αὐτούς πού
ἀναγνωρίζουν ὅλους τούς διεστραμμένους, τούς ὁμοφυλόφιλους κ.λ.π. Καί ἡ
Εὐρώπη θεωρεῖται προοδευτική γιατί σιγά-σιγά ἀναγνωρίζει ὅλες τίς
διαστροφές, πού εἶναι αἰσχρό καί νά τίς ὀνομάσεις. Κι ὅμως αὐτή εἶναι ἡ
τέχνη τοῦ διαβόλου νά κάνει νά θεωροῦνται αὐτά ὡς ἡ κορυφή τῆς προόδου,
νά ὀνομάζει δηλαδή τό φῶς σκοτάδι, τό γλυκό πικρό καί τό πικρό γλυκό.
– Ἐρ.: …………………..
– Ἀπ.:
Καλύτερα νά σιωπήσουμε γιατί ἦταν παρόν ὁ αἱρετικός καί δέν ἔπρεπε νά
γίνει συμπροσευχή. Ἦταν πολύ σωστό αὐτό πού ἔκανε. Θά προσέξατε
τελευταῖα πού δείχνουν στίς τηλεοράσεις -ἤ μπορεῖ νά τό συναντήσατε
κιόλας- ὅτι στίς Ἐκκλησίες μας μπαίνουν αἱρετικοί. Στίς ἐπίσημες γιορτές
καλοῦν νά παρίστανται καί αἱρετικοί. ‘’Δέν εἶναι συμπροσευχή’’. Πῶς δέν
εἶναι συμπροσευχή; Δέν ἔρχεται κι αὐτός μέσα στήν Ἐκκλησία τήν ὥρα τῆς
Ἀκολουθίας ἤ τῆς Θείας Λειτουργίας; Τό ξέρετε ὅτι καί αὐτό ἀπαγορεύεται
ἀπό τούς ἱερούς Κανόνες; Ἴσως νά μήν φοράει τά ἄμφιά του ὁ καρδινάλιος
ἐκείνη τήν ὥρα, ἀλλά καί μόνο πού παρευρίσκεται εἶναι παράνομο καί
καταδικαστέο ἀπό τούς ἱερούς Κανόνες. Δέν ἐπιτρέπεται κἄν ἡ ἁπλή
παρουσία αἱρετικοῦ μέσα στήν Ἐκκλησία κατά τή διάρκεια τῆς Ἀκολουθίας ἤ
τῆς προσευχῆς, ἐκτός ἐάν, λέει ὁ Κανόνας, ὑπόσχεται αὐτός ὁ αἱρετικός
ὅτι θέλει νά βαφτιστεῖ καί νά γίνει ὀρθόδοξος. Τότε τόν βάζεις μέχρι
ἑνός σημείου γιά νά δεῖ πῶς εἶναι ἡ λατρεία. Μετά ἀπό τό «Τάς θύρας, τάς
θύρας», πρέπει νά βγεῖ ἔξω ἀπ’ τήν Ἐκκλησία. Ἔτσι λειτουργεῖ σωστά ἡ
Ἐκκλησία.
Ὅταν τά λές αὐτά στούς ἱερεῖς καί στού Ἀρχιερεῖς λένε ὅτι αὐτό
ἐπικρατεῖ σήμερα. Τό θέμα ὅμως δέν εἶναι τί ἐπικρατεῖ, ἀλλά ὅτι δέν
πρέπει νά νομιμοποιήσουμε ὅλα τά ἄτοπα πού κάνουν. Θά πρέπει νά
διορθώσουμε τήν παρανομία. Δηλαδή στήν ἰατρική, ἀνάλογα θά λέγαμε, ὅτι
ἐπειδή ἔχει ἐξαπλωθεῖ πάρα πολύ μιά ἐπιδημία, νά βγάζει ἀνακοίνωση ὁ
ἰατρικός σύλλογος καί νά λέει ‘’δέν πειράζει, ἄς ὑπάρχει αὐτή ἡ
ἐπιδημία, εἶναι κι αὐτή κατάσταση ὑγείας’’ γιά νά μήν νοιώθουν ἄσχημα οἱ
ἄρρωστοι. Ἔχει λογική αὐτό; Ἐπειδή κάτι παράνομο ἔχει ἐπικρατήσει, θά
τό κάνουμε νόμιμο, ἀντί νά τό διορθώσουμε καί νά τό ἐξαλείψουμε; Σέ
καμιά περίπτωση δέν πρέπει νά λειτουργοῦμε ἔτσι.
– Ἐρ.: ………………………
– Ἀπ.: Μέσα
ἀπό μυθιστορήματα, μέσα ἀπό τέτοιες -θά λέγαμε- γλυκανάλατες
παραστάσεις καί συγγραφές νομιμοποιεῖται καί περνάει στόν λαό τό μήνυμα
ὅτι δέν πειράζει. Τί πειράζει ἕνας μουσουλμάνος νά παντρευτεῖ μία
ὀρθόδοξη; Καί οἱ ἄσχετοι δημοσιογραφίσκοι καί οἱ ἄσχετοι ἀπό τόν λαό
λένε ‘’ Τί πειράζει ἄνθρωποι δέν εἶναι καί ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος;’’.
Ἄνθρωποι εἶναι, ἀλλά τό μυστήριο τοῦ γάμου δέν μπορεῖ νά γίνει ἔξω ἀπό
τήν Ἐκκλησία. Δέν ὑπάρχει γάμος ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία. Γιά νά εἶσαι ὅμως
μέσα στήν Ἐκκλησία, πρέπει νά εἶσαι βαφτισμένος ὀρθόδοξος καί γιά νά
μπορέσεις νά γίνεις ἕνα πνεῦμα μέ τόν ἄλλον, πού εἶναι ὁ σκοπός τοῦ
γάμου, θά πρέπει νά εἶναι καί οἱ δύο ὀρθόδοξοι.
– Ἐρ.: Στίς καθολικές ἐκκλησίες λειτουργοῦν καί ὀρθόδοξοι….
– Ἀπ.: Ἁπλῶς
τούς παραχωρεῖται τό κτίριο. Εἶναι μία ‘οἰκονομία’. Εἶναι κάτι
συζητήσιμο. Καταδικαστέο εἶναι νά γίνεται ταυτόχρονα συμπροσευχή.
Παρόντες δηλαδή οἱ Ὀρθόδοξοι καί συγχρόνως Παπικοί καί Προτεστάντες καί
νά συμπροσεύχονται.
– Ἐρ.: ………………….
– Ἀπ.: Ἄν
τούς ἤξερε ὅτι θέλουν νά κατηχηθοῦν, ἐντάξει. Σᾶς εἶπα, ὁ Κανόνας
ἀπαγορεύει νά παρίστανται, ἐκτός ἀπό τήν περίπτωση πού ὑπόσχονται ὅτι
θέλουν νά βαφτιστοῦν ὀρθόδοξοι.
– Ἐρ.: Πάντως τόν Σταυρό τους τόν ἔκαναν.
– Ἀπ.: Αὐτό
σημαίνει ὅτι εἶχαν καλή διάθεση. Μπορεῖ ὅμως καμιά φορά νά τό κάνουν
καί ἀπό πονηρία. Ξέρετε τό Filioque, καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ὅταν ἔρχονται στήν
Ἑλλάδα μερικές φορές δέν τό λένε. Δηλαδή λένε τό ‘Πιστεύω’ ὀρθόδοξα,
χωρίς τήν προσθήκη, ἀλλά στήν πράξη δέν τό βγάζουν. Γίνονται καί τέτοιες
πονηρίες. Ἡ μεγίστη βέβαια πονηρία πού ἔχουν εἶναι ἡ Οὐνία, ὅπου ὅλα
φαίνονται ὀρθόδοξα καί τό μόνο διαφορετικό εἶναι ὅτι μνημονεύουν τόν
Πάπα κι, ἄν κανείς δέν εἶναι ὑποψιασμένος, νομίζει ὅτι εἶναι ὀρθόδοξοι.
Ἔχουμε Οὐνίτες καί στά Γιαννιτσά. Καί στήν Ἰταλία πού εἴχαμε πάει ἕνα
προσκύνημα, μᾶς εἶπαν αὐτή ἡ Ἐκκλησία εἶναι δική σας, νά! ὅλα εἶναι
ὀρθόδοξα. Καί ἦταν Οὐνίτες. Πάρα πολλοί Ἕλληνες πού μένουν ἐκεῖ,
ἐξαπατοῦνται καί κάνουν τόν γάμο τους σέ οὐνίτικη ἐκκλησία, τά ἄμφια
ὀρθόδοξα, ἡ ψαλμωδία ὀρθόδοξη, ὅλα ὀρθόδοξα. Ἀλλά εἶναι Οὐνίτες, δηλαδή
Παπικοί καμουφλαρισμένοι, μασκαράδες!
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης