Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΟ ΘΕΟ
(ἀπομαγνητοφωνημένο ἀπόσπασμα ἀπό ὁμιλία τοῦ Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτη)
Δεῖτε ἐδῶ: Ἡ ἀπορρόφησή μας ἀπό τόν Χριστό
Ἡ πορεία πρός Ἐμμαούς
Σήμερα
ὅσοι πήγατε νωρίς στήν ἐκκλησία τό πρωί θά ἀκούσατε τό πέμπτο ἐωθινό
Εὐαγγέλιο, πού εἶναι ἡ πορεία πρός Ἐμμαούς. Μόλις οἱ τρεῖς συνοδοιπόροι
ἔφθασαν καί πῆγαν στό τραπέζι, ὁ Κύριος ἔκοψε τό ψωμί μέ τόν
χαρακτηριστικό Του γνώριμο τρόπο. Τότε ἦταν πού Τόν ἀναγνώρισαν. Τότε
ἀκριβῶς ὁ Κύριος ἐξαφανίσθηκε ἀπό μπροστά τους . Οἱ δυό Ἀπόστολοι, ὁ
Ἅγιος Λουκᾶς καί ὁ Ἅγιος Κλεόπας μόλις κατάλαβαν ὅτι τόση ὥρα εἶχαν τόν
Κύριο μαζί τους ἔκαναν μιά ἀναδρομή σ’ αὐτά πού μόλις λίγο πρίν εἶχαν
ζήσει.
«Δέν θυμᾶσαι» ἔλεγαν ὁ ἕνας στόν ἄλλον «πώς ἤτανε καιομένη ἡ καρδία μας ἐνῷ βαδίζαμε μαζί Του στόν δρόμο;».
Εἶχε ἀνάψει ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα αὐτή ἡ φλόγα τῆς θεϊκῆς ἀγάπης στήν καρδιά τους.
-Γιατί;
-Διότι
ὁ νοῦς τους ἦταν στόν Χριστό. Ὄχι μόνο ὅταν συνομιλοῦσαν μαζί Του,
χωρίς νά Τόν ἔχουν ἀναγνωρίσει, ἀλλά καί πρίν. Ἐνῶ βάδιζαν μόνοι τους
καί ἦσαν σκυθρωποί, ἐν τούτοις γιά τόν Χριστό λέγανε. Ἦταν κατσούφηδες.
Ὁμιλοῦσαν ἀπογοητευμένοι, διότι εἶχαν (ὅπως καί πολλοί ἄλλοι) μιά
λάνθασμένη ἀντίληψη γιά τόν Χριστό. Ἐλπίζανε ὅτι Αὐτός θά λύτρωνε τόν
Ἰσραήλ, θά τούς ἐλευθέρωνε ἀπό τή Ρώμη, θά τούς ἔφτιαχνε ἕνα μεγάλο
κράτος. Παρ’ ὅλα αὐτά ὁ νοῦς τους ἦταν στόν Χριστό.
Ἔρχεται
μετά ὁ Χριστός καί τούς ἑρμηνεύει τίς Γραφές. Τούς ἀνοίγει τόν νοῦ γιά
νά καταλαβαίνουν τά Ἱερά Κείμενα τῆς Π. Διαθήκης καί ἀρχίζει νά τούς
ἐξηγεῖ τίς Προφητεῖες.
Τούς ἀποδεικνύει ὅτι ἔπρεπε νά περάσει ἀπό ὅλα αὐτά, πού πέρασε γιά νά φτάσει στήν δόξα Του. Τούς ἐλέγχει: «Ω! ἀνόητοι καί βραδεῖς τῇ καρδίᾳ» τούς λέει καί τούς ἐξηγεῖ ὅ,τι σχετίζεται μέ τό Πρόσωπό Του.
Ἐνῶ
τούς ὁμιλεῖ, τούς μεταδίδει αὐτήν τήν θεϊκή ἀγάπη· ἀνάβει μές στήν
καρδιά τους αὐτήν τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Ἐκείνη τήν ὥρα δέν τό
συνειδητοποίησαν, διότι ἦταν ἀπορροφημένοι ἀπό τά λόγια Του. Τό
ἀντιλήφθηκαν ὅταν Ἐκεῖνος ἔγινε ἄφαντος, ὁπότε ἔκαναν αὐτήν τήν
ἀναδρομή. Κατάλαβαν τότε τί τούς συνέβη· ἦλθαν σέ μιά βαθύτερη αἴσθηση
τοῦ μυστηρίου τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀνακαινίζει τόν ἄνθρωπο καί κάνει ὡς φλόγα.
Ἡ
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀλλάζει ὅλον τόν ἄνθρωπο. Ὅταν γίνει πολύ μεγάλη ἀγγίζει
καί τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, καί τό ἀλλάζει. Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ παρουσία τῶν
Ἁγίων Λειψάνων. Τί εἶναι τά Ἅγια Λείψανα; Εἶναι ἀκριβῶς τό γεγονός τῆς
ἀγάπης τοῦ Θεοῦ φανερωμένο στό σῶμα τοῦ ἁγίου ἀνθρώπου.
Ἡ
ἀγάπη πρός τόν Θεό στήν ἀρχή ἀγγίζει τήν ψυχή μας, δονεῖ τό ἐσωτερικό
μας ἀλλά σιγά –σιγά φτάνει καί στό σῶμα καί γίνεται ὅλος ὁ ἄνθρωπος,
ὅλη ἡ ψυχοσωματική μας ὕπαρξη μιά λαμπάδα, πού καίει μπροστά στόν Θεό
ἀπό ἀγάπη.
Αὐτό λέει ἐδῷ ὁ Γέροντας Παΐσιος: «Γίνεται
ὅλος ὁ ἄνθρωπος μία φλόγα» καί αὐτή ἡ ἐσωτερική φλόγα, τήν ὁποία
ἀνάβει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μέ τήν ἀγάπη Του θερμαίνει τό σῶμα πολύ
περισσότερο ἀπό τήν αἰσθητή φωτιά. Καί ἔχει τήν δύναμη νά καίει κάθε σκουπίδι, κάθε κακό λογισμό καθώς καί κάθε κακή ἐπιθυμία καί ἄσχημη εἰκόνα»1.
Στήν Ὀρθοδοξία ἔχουμε τούς λεγόμενους σπηλαιῶτες· αὐτούς δηλαδή οἱ ὁποῖοι ζούσανε σέ σπηλιές χωρίς νά ἔχουν θέρμανση.
Κάποτε
ρώτησα ἕνα Γέροντα: «Τί γίνεται δέν κρυώνανε αὐτοί οἱ ἄνθρωποι;». Καί
μοῦ λέει: αὐτοί εἶχαν τήν ἐσωτερική φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τό
Ἅγιο Πνεῦμα πού εἶχε ἀνάψει στήν καρδιά τους τήν φωτιά τῆς ἀγάπης πρός
τόν Θεό, Αὐτό τούς ζέσταινε καί σωματικά. Ἔχουμε πολλά περιστατικά μέ
Γεροντάδες πού ἐνῶ βρίσκονταν μέσα στό χιόνι δέν αἰσθανόντουσαν κρύο.
Ἐνῷ καθόντουσαν μές στό χιόνι, ἔλιωνε τό χιόνι γύρω τους. Ἡ θέρμη τῆς
καρδιᾶς τους, πού ὑπῆρχε λόγῳ τῆς καλλιέργειας τῆς ἀδιάλειπτης εὐχῆς,
τοῦ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλεησόν με», τούς ζέσταινε. Ἡ
πολλή μεγάλη ἀγάπη πού εἶχαν γιά τόν Θεό ἔκανε τήν καρδιά τους νά καίει,
ὅλο τό σῶμα νά ζεσταίνεται καί ἔτσι νά μήν αἰσθάνονται τό ψύχος.
Καίγεται
μ’ αὐτήν τήν θερμή πρός Θεόν ἀγάπη κάθε σκουπίδι πού μολύνει τήν
ἀνθρώπινη καρδιά, κάθε κακός λογισμός, κάθε κακή ἐπιθυμία, κάθε ἄσχημη
εἰκόνα.
συνεχίζεται…
Ἱερομόναχος Σάββας ὁ Ἁγιορείτης
hristospanagia.gr
1.Πρβλ. Πάθη καί ἀρετές σελ. 205.