Ιωάννου του Δαμασκηνού
Ότι οι λειτουργίες και αγαθοεργίες τους ωφελούν
Νεοελληνική απόδοση Δημητρίου Ρίζου
Νεοελληνική απόδοση Δημητρίου Ρίζου
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ
Έρχεται
η ώρα, η ώρα του θανάτου, και προσφιλή μας πρόσωπα αναχωρούν από τον
κόσμο τούτο, όπως θ’ αναχωρήσουμε κι εμείς όταν έρθη η δική μας ώρα. Και
αμέσως μετά τις εξόδιες τιμές και υποχρεώσεις τελούμε τα κανονισμένα
από την Εκκλησία μας μνημόσυνα.
Πόσο αλήθεια είναι παρεξηγημένα τα μνημόσυνα; Και πόσες αντιρρήσεις δεν ακούγονται γι’ αυτά:
-Τί τα χρειαζόμαστε; Δεν ωφελούν σε τίποτε.
-Τί τα θέλεις, πάει ο άνθρωπος; Τώρα τελείωσε!!
-Αυτά είναι επινοήσεις των παπάδων για να εισπράττουν.
-Δεν τον κύτταξαν όταν ζούσε, τώρα θα του κάνουν τα μνημόσυνα, για τα μάτια του κόσμου.
Α, εμείς «αντί μνημόσυνου» θα δώσουμε, και πιο πολύ θα «πιάσει», στο (τάδε) ίδρυμα κτλ.
Τα ερωτήματα όμως μένουν. Ωφελούν ή όχι τα μνημόσυνα; Πρέπει να τελούνται; Μπορεί ν’ αντικατασταθεί το μνημόσυνο που γίνεται στο ναό, με μια δωρεά; Πότε και ποια μνημόσυνα πρέπει να γίνονται;
Η απάντηση βρίσκεται στην πραγματεία «Περί των εν πίστει κεκοιμημένων» που έγραφε ή, όπως φαίνεται από μια προσφώνηση, εκφώνησε ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Πρόκειται για μια σύνοψη της διδασκαλίας της Εκκλησίας μας για τα μνημόσυνα. Περιέχονται όλα όσα πρέπει να ξέρει ο ορθόδοξος χριστιανός και μάλιστα από έναν μεγάλο θεολόγο του 9ου αιώνα, όπως είναι ο Δαμασκηνός.Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λύνει πολλά προβλήματα και απαντάει σε πολλά ερωτήματα που συναντάμε στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις με τους χριστιανούς. Φαίνεται ότι οι ίδιοι προβληματισμοί απασχολούσαν τους ανθρώπους και τότε και τώρα, γύρω από το μέγα θέμα του θανάτου και των μνημοσυνών…
Πόσο αλήθεια είναι παρεξηγημένα τα μνημόσυνα; Και πόσες αντιρρήσεις δεν ακούγονται γι’ αυτά:
-Τί τα χρειαζόμαστε; Δεν ωφελούν σε τίποτε.
-Τί τα θέλεις, πάει ο άνθρωπος; Τώρα τελείωσε!!
-Αυτά είναι επινοήσεις των παπάδων για να εισπράττουν.
-Δεν τον κύτταξαν όταν ζούσε, τώρα θα του κάνουν τα μνημόσυνα, για τα μάτια του κόσμου.
Α, εμείς «αντί μνημόσυνου» θα δώσουμε, και πιο πολύ θα «πιάσει», στο (τάδε) ίδρυμα κτλ.
Τα ερωτήματα όμως μένουν. Ωφελούν ή όχι τα μνημόσυνα; Πρέπει να τελούνται; Μπορεί ν’ αντικατασταθεί το μνημόσυνο που γίνεται στο ναό, με μια δωρεά; Πότε και ποια μνημόσυνα πρέπει να γίνονται;
Η απάντηση βρίσκεται στην πραγματεία «Περί των εν πίστει κεκοιμημένων» που έγραφε ή, όπως φαίνεται από μια προσφώνηση, εκφώνησε ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Πρόκειται για μια σύνοψη της διδασκαλίας της Εκκλησίας μας για τα μνημόσυνα. Περιέχονται όλα όσα πρέπει να ξέρει ο ορθόδοξος χριστιανός και μάλιστα από έναν μεγάλο θεολόγο του 9ου αιώνα, όπως είναι ο Δαμασκηνός.Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λύνει πολλά προβλήματα και απαντάει σε πολλά ερωτήματα που συναντάμε στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις με τους χριστιανούς. Φαίνεται ότι οι ίδιοι προβληματισμοί απασχολούσαν τους ανθρώπους και τότε και τώρα, γύρω από το μέγα θέμα του θανάτου και των μνημοσυνών…
Θέλω εδώ να προσθέσω μια πολύ σημαντική σημείωση του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου για τα μνημόσυνα.
«Επειδή
δε ενταύτα ο λόγος περί Μνημοσυνών είναι, σημειούμεν, ότι, τα μεν
τρίτα οπού γίνονται εις τους κεκοιμημένους αδελφούς, δηλούσι κατά τον
Θεσσαλονίκης ιερόν Συμεών, ότι ο κοιμηθείς αδελφός υπό της αγίας Τριάδος
εξ αρχής συνετέθη. Τα δε έννατα των κεκοιμημένων σημαίνουσιν, ότι ο
διαλυθείς εις τα εξ ων συνετέθη, έχει να συγκαταριθμηθή με τα εννέα
άυλα τάγματα των Αγγέλων, ως άυλος και αυτός. Τα δε τεσσαρακοστά
δηλούσιν, ότι, εν τη μελλούση αναστάσει συντεθείς πάλιν κατά τρόπον
υψηλότερον, έχει και αυτός να αναληφθή ως ο Κύριος, και αρπαγείς εν
νεφέλαις, να υπαντήση τω Κριτή. Ταύτας τας τρεις καταστάσεις του
ανθρώπου σημαίνουσι και τα τρίμηνα και εξάμηνα, και εννεάμηνα, και απλώς
ειπείν, υπέρ καθαρισμού του αποθανόντος ταύτα τελούνται, και εξαιρέτως
τα τεσσαρακοστά, ως τούτο δηλούται από το παράδειγμα του Κυρίου μας,
όστις και εις τας τρεις γεννήσεις αυτού τρεις ολόκληρους Τεσσαρακοστάς
εφύλαξεν, εν εαυτώ τυπών τον ημέτερον βίον. Γενέθλιος γαρ ημέρα και ο
εκάστου θάνατος ονομάζεται, κατά τον να’ της εν Λαοδικεία. Αι δε
Αποστολικαί Διαταγαί (βιβλ. η, κεφ. μβ’) λέγουσιν, ότι τα μεν τρίτα
γίνονται δια τον τριημέρως εγερθέντα Χριστόν, τα δε έννατα εις ενθύμησιν
ζώντων και τεθνεώτων, τα δε τεσσαρακοστά, κατά τον παλαιόν τύπον. Ούτω
γαρ και Μωυσήν ο λαός επένθησεν. Τινές δε λέγουν ότι τα μεν τρίτα
γίνονται εις καθαρισμόν του τριμερούς της ψυχής, τα δε έννατα εις
καθαρισμόν των πέντε του σώματος αισθήσεων και του γονίμου φυσικού,
και μεταβατικού, τα δε τεσσαρακοστά εις καθαρισμόν των εν τω σώματι
τεσσάρων στοιχείων, από τα οποία καθ’ ένα υπηρέτησεν εις την παράβασιν
των δέκα εντολών, τετράκις δε τα δέκα, κάμνουν τεσσαράκοντα».
(Πηδάλιον, Εν Αθήναις 1886, σελ. 221)
Δημήτριος Π. Ρίζος ΓΙ’ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΜΕ ΠΙΣΤΗ ΚΟΙΜΗΘΗΚΑΝ
Ότι οι λειτουργίες και οι αγαθοεργίες τους ωφελούν
1. Τα νόστιμα και ακριβά φαγητά όταν προσφέρονται συχνά, όχι μόνο τους πεινασμένους προκαλούν να φάνε, αλλά και τους χορτάτους. Το ίδιο και τα γλυκόπιοτα ποτά όχι μόνο τους διψασμένους τραβάνε, αλλά και όσους έχουν πιει. Αλλά και με τους φιλόπλουτους παρόμοια συμβαίνουν, αφού όταν αποκτήσουν πλούτο ανεβαίνει η αγάπη τους προς αυτόν και αγωνίζονται καθημερινά να τον επαυξήσουν.
Λοιπόν και σας τίμια μέλη της εκκλησίας, ιερείς και πατέρες, αδελφοί και μητέρες και τέκνα αγαπητά, δεν σας ανάγκασε η στέρηση των θείων λόγων, ούτε η δίψα για τα ιερά μαθήματα και τη θεόπνευστη γνώση να τρέξετε στο λόγο που τώρα σας προσφέρεται, αλλά θεοχαρίτωτη επιθυμία που σας οδηγεί ψηλότερα σε δύναμη και χάρη πνευματική. Γιατί αυτό που έχει λείψει στους τελείους βρέθηκε από νεόφυτο, αυτό που δεν πρόσεξαν οι σοφοί φανερώθηκε σε αγράμματους, αυτό που ξέφυγε από τους δασκάλους ήρθε και φώτισε μαθητές. Για μας ούτε αυτό μπορώ να τολμήσω να το πω, αλλά αφού μαζέψουμε τις ρόγες που έμειναν στο αμπέλι μετά τον τρύγο, και τα στάχυα που λόγω της πληθώρας έμειναν στο χωράφι και γενικώς κάθε καρπό που εγκαταλείφθηκε πάνω στα δένδρα μετά τη συγκομιδή, με αυτά, επαναλαμβάνω, τα εφόδια θα φιλέψουμε όσους θέλουν, και πάντα με τη βοήθεια του Χριστού του αληθινού βοηθού Θεού που επιβεβαιώνει το λόγο με έργα και αποδείξεις.
2. Το κούφιο και άδειο από κάθε καλό και αγαπητό στο Θεό πράγμα και από κάθε θεοφιλή σκέψη φίδι, ο πατημένος κάτω από το πέλμα εχθρός, που κτυπιέται από τη φιλαδελφία, που κομματιάζεται από την πίστη, που νεκρώνεται από την ελπίδα, που ταράζεται από τη συμπάθεια, το παράνομο αυτό φίδι επέπεσε με τρόπο παράνομο και άθεσμο πάνω σε κάποιους και τους φύτεψε την ιδέα ότι τάχα όλα τα αγαπητά στον Θεό έργα σε τίποτε δεν ωφελούν τους πεθαμένους. Υπενθυμίζει μάλιστα τα χωρία: «Τους απέκλεισε ο Θεός απ’ αυτά» (Ιώβ 3, 23), και «Ο καθένας θα αποκομίσει ανάλογα με όσα με το σώμα του έπραξε, είτε καλό είτε κακό» (Β’ Κορ. 5, 10), και «Ποιος θα σε δοξολογήση στον άδη;» (Ψαλμ. 6, 6), και «Συ θα πλήρωσης στον καθένα ανάλογα με τα έργα του» (Ψαλμ. 61, 13), ή το «Ό,τι έσπειρε ο καθένας αυτό και θα θερίση» (Γαλ. 6, 7).
Αλλά θα τους πούμε: Σοφοί εσείς, ερευνήστε και μάθετε ότι είναι μεγάλος ο φόβος από τον Δεσπότη των όλων Θεό, αλλά πιο πολύ υπερέχει η αγαθότητά του. Και οι απειλές είναι φοβερές, αλλ’ η φιλανθρωπία του αφάνταστα πιο μεγάλη. Τρομακτικές είναι και οι καταδίκες, αλλά λόγια δεν βρίσκονται για την καλωσύνη του.
3. Ακούστε τι λέει η θεία Γραφή: Πως ο Ιούδας ο Μακκαβαίος στη Σιών την πόλη του μεγάλου βασιλέως, όταν είδε το λαό του θανατωμένο από τους εχθρούς, και αφού ερευνώντας βρήκε ανάμεσά τους είδωλα, αμέσως πρόσφερε με κάθε ευλάβεια και αγάπη θυσία καθαρτική για τον καθένα απ’ αυτούς στον έτοιμο για ευσπλαχνία Κύριο. Και γι’ αυτή του την πράξη τον θαυμάζει και τον επαινεί η Γραφή. Αλλά και οι θείοι Απόστολοι, οι αυτόπτες μάρτυρες του Λόγου, που σαγήνευσαν τον κόσμο, καθόρισαν να γίνεται κατά τη θεία λειτουργία μνημόνευση των πιστών νεκρών. Αυτή την παράδοση χωρίς καμμιά αντίρρηση την κρατεί η απλωμένη στα πέρατα του κόσμου Εκκλησία του Χριστού και Θεού σταθερά από τότε μέχρι σήμερα και μέχρι τη συντέλεια του κόσμου. Οπωσδήποτε όχι αλόγιστα το καθιέρωσαν, ούτε άδικα και τυχαία. Γιατί τίποτε ανώφελο δεν παρέλαβε η αλάθητη θρησκεία των χριστιανών, αλλά όλα όσα κρατεί στους αιώνες σταθερά είναι και χρήσιμα και αρέσουν στο Θεό και βοηθούν στη σωτηρία.
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ
4. Ακόμα είπε ο Διονύσιος, αυτός που γνώρισε τα ουράνια, στη μυστική του θεωρία για τους κεκοιμημένους τα παρακάτω: «Οι προσευχές των αγίων και σ’ αυτή τη ζωή, αλλά πολύ περισσότερο στη μετά θάνατο, επιδρούν σ’ αυτούς που είναι άξιοι προσευχών, δηλ. στους πιστούς».
Και υστέρα από λίγο: «Ο θείος ιεράρχης, ο διδάσκαλος της θεαρχικής δικαίωσης ποτέ δε ζητούσε όσα δεν ήταν αρεστά στο Θεό και τα οποία του είχε υποσχεθή ότι θα του τα δώση με θεϊκό τρόπο. Για τον λόγο αυτόν και δεν τα εύχεται στους ανίερους δηλ. τους αβάπτιστους»… «Λοιπόν ο θείος ιεράρχης ζητάει όσα αρέσουν στο Θεό και θα δωρηθούν οπωσδήποτε»… «Η ευχή της αγαθότητος του Θεού ζητάει να συγχωρεθούν όλα τα πταίσματα των κεκοιμημένων που έγιναν από την ανθρώπινη αδυναμία, και να τοποθετηθούν στη χώρα των ζώντων, στους κόλπους του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, απ’ όπου έχει φυγαδευθεί ο πόνος, το δάκρυ και ο στεναγμός. Και να παραβλέψη η θεαρχική εξουσία τις αμαρτίες που έκανε ο νεκρός από ανθρώπινη αδυναμία, αφού, όπως λέει η Γραφή, «κανένας δεν είναι καθαρός από αμαρτία»».
Βλέπεις, εσύ που αντιλέγεις, πώς βεβαιώνει ότι ωφελούν οι προσευχές εκείνους που αναχώρησαν με την ελπίδα στο Θεό;
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ
5.Μετά τον Διονύσιο να ο συνώνυμος με τη θεολογία ο Γρηγόριος τι γράφει για τη μητέρα του στον επιτάφιο λόγο του αδελφού του Καισαρίου: «Ακούσθηκε κήρυγμα αξιοπρόσεκτο και ελαφρώνεται ο πόνος της μητέρας από την καλή και σύμφωνη με το θείο νόμο υπόσχεση, ότι θα τα δώσει όλα για το παιδί ως δώρο του επιτάφιο»… «Όσα εξαρτώνται από μας τα κάναμε. Όμως και άλλα θα δώσουμε και θα προσφέρουμε τις ετήσιες τιμές και μνημόσυνα, εάν βεβαίως μείνουμε στη ζωή».
Βλέπεις ότι βεβαιώνει και χαρακτηρίζει καλές και θείες τις προσφορές που κάνουμε για κείνους που αναχώρησαν προς τον Κύριο και αποδέχεται τα ετήσια μνημόσυνα;
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
6.Ύστερα ο αληθινά Χρυσόστομος ο συνώνυμος με το χρυσό Ιωάννης, ο δάσκαλος της φιλοπτωχίας και της μετανοίας στην θεοφώτιστη ερμηνεία στις προς Φιλιππησίους και Γαλάτας επιστολές γράφει: «Εάν οι ειδωλολάτρες μαζί με τους νεκρούς καίνε και τα πράγματά τους, πολύ περισσότερο εσύ ο πιστός πρέπει να συνοδεύσης μαζί με τον πιστό και όσα του ανήκουν, όχι βεβαίως για να γίνουν στάχτη όπως στους εθνικούς, αλλά για να τον δοξάσεις περισσότερο. Και εάν ο νεκρός είναι αμαρτωλός για να γλυτώσει από τις αμαρτίες του, εάν δε είναι δίκαιος για να αυξηθή ο μισθός και ανταμοιβή του».
Και αλλού γράφει: «Ας σοφισθούμε κάποια ωφέλεια να προσφέρουμε σ’ αυτούς που έφυγαν. Ας τους βοηθήσουμε όσο είναι δυνατό. Μιλάω για τις ελεημοσύνες και τις προσφορές που πραγματικά αυτές τους εξασφαλίζουν μεγάλη βελτίωση, κέρδος και ωφέλεια. Γιατί αυτά ούτε νομοθετήθηκαν ούτε παραδόθηκαν στην Εκκλησία του Θεού από τους σοφούς μαθητές του έτσι άσκοπα και τυχαία. Δεν θα μας παρέδιδαν δηλαδή να εύχεται ο ιερέας για τους κεκοιμημένους, εάν δεν γνώριζαν ότι αυτά τους ωφελούν και τους εξασφαλίζουν κέρδος».
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ
7. Έπειτα μαζί με αυτούς και ο πάνσοφος Γρηγόριος Νύσσης έτσι γράφει: «Τίποτα δεν παραδόθηκε έτσι ασυλλογίστως και ανωφελώς από τους κήρυκες και μαθητές του Χριστού και κρατήθηκε σ’ όλη την Εκκλησία. Το να μνημονεύουμε κατά την ώρα της ολόφωτης μυσταγωγίας όσους κοιμήθηκαν με σωστή την πίστη τους είναι και ωφέλιμο στο νεκρό και αρεστό στο Θεό».
8. Γιατί το. «Εσύ θα αποδώσης στον καθένα ανάλογα με τα έργα του» και το. «Ο καθένας θα θερίσει ό,τι έσπειρε» και τα άλλα παρόμοια, λέχθηκαν οπωσδήποτε για την δευτέρα παρουσία του Κυρίου και για την κρίση που θα κάνει τότε και για το τέλος αυτού του κόσμου. Τότε βεβαίως δεν είναι καιρός για καμμιά βοήθεια και κάθε παράκληση και ικεσία πηγαίνει χαμένη. Όταν διαλυθεί το πανηγύρι δεν υπάρχουν εμπορεύσιμα πράγματα. Τότε πού θα είναι οι πτωχοί; Πού οι ιερείς να τελέσουν λατρεία; Πού οι ψαλμωδίες; Πού οι ευεργεσίες και οι αγαθοεργίες; Έτσι προτού φτάσει εκείνη η ώρα ας βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον και ας προσφέρουμε στο φιλάδελφο και φιλάνθρωπο και φιλόψυχο Θεό την φιλαδελφία μας. Γιατί δέχεται ευχαρίστως όσα προσφέρουμε και για όσους δεν πρόλαβαν, και έτσι να το πούμε, για όσους έφυγαν απροετοίμαστοι, και τα λογαριάζει σαν να ήταν έργα και προσφορές που έγιναν απ’ αυτούς. Θέλει ο φιλάνθρωπος Κύριος να του ζητάνε και να δίνει τα αιτούμενα που είναι για σωτηρία, και μάλιστα υποτάσσεται ολοκληρωτικά στην περίπτωση που κάποιος δεν αγωνίζεται μόνο για τη δική του ψυχή, αλλ’ ενδιαφέρεται να προσφέρει κάτι και στον πλησίον του. Στην περίπτωση αυτή γίνεται μιμητής του Θεού ο άνθρωπος και τις δωρεές των άλλων τις ζητάει σαν δικές του χάρες και έτσι εξασφαλίζει την προϋπόθεση της τέλειας αγάπης, κερδίζει τον μακαρισμό για τους ελεήμονες και ωφελεί πάρα πολύ τη δική του ψυχή.
ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΣ
9.Γιατί όμως θεωρείται το πράγμα τόσο δύσκολο; Μήπως την Φαλκονίλλα μετά το θάνατό της δεν την έσωσε η πρωτομάρτυς; Αλλά πιθανόν να ισχυρισθής ότι αυτή με την αξία της ως πρωτομάρτυς την έσωσε και έπρεπε να ακουσθή η προσευχή της. Κι εγώ σου λέγω πάνω σ’ αυτό: Σύμφωνοι. Εκεί ήταν η πρωτομάρτυς. Πρόσεξε όμως για ποιον έγινε η παράκληση! Έγινε για μια ειδωλολάτρισσα, που υπηρετούσε έναν καθαρά ανίερο και ξένο κύριο. Εδώ ένας πιστός απευθύνεται στον ίδιο Κύριο για χάρη άλλου πιστού. Βάλτα κοντά αυτά και σύγκρινέ τα και θα σου φύγει κάθε αμφιβολία.
ΠΑΛΛΑΔΙΟΣ
10.Ας πάμε απ’ αυτά σε άλλα παρόμοια και ισοδύναμα. Και παραπέμπω στο βιβλίο του Παλλαδίου που έστειλε στο Λαύσο, όπου είναι γραμμένα με ακρίβεια τα θαύματα του μεγάλου και θαυματουργού Μακαρίου, ότι δηλ. ρωτώντας κάποιο κρανίο έμαθε όλα τα σχετικά με όσους είχαν πεθάνει. Και κοντά στα άλλα ρώτησε: Δεν βρίσκετε λοιπόν καμμιά παρηγοριά; (Το ρώτησε αυτό γιατί ο άγιος συνήθιζε να προσεύχεται για τους κεκοιμημένους και επιθυμούσε να βεβαιωθή ότι γίνονται πραγματικά προς όφελός τους). Ο φιλόψυχος Κύριος για να ικανοποίηση τον πιστό του υπηρέτη και να τον πληροφόρηση επέτρεψε στο ξερό κρανίο να μιλήση και να πη την αλήθεια. Όταν, λέει, προσφέρης τις δεήσεις για τους νεκρούς τότε αισθανόμαστε μια μικρή ανακούφιση.
ΑΝΩΝΥΜΟΣ
11. Κάποιος άλλος από τους θεοφόρους πατέρες, είχε μαθητή με άτακτη ζωή. Όταν τελείωσε την ζωή του απερίσκεπτα, φανέρωσε ο φιλεύσπλαχνος Κύριος στον γέροντα, που τον παρακαλούσε θερμά, ότι θα τον κάψει στη φωτιά μέχρι το λαιμό, όπως τον πλούσιο της παραβολής του Λαζάρου. Τότε ο άγιος άρχισε να παρακαλή θερμά και με δάκρυα τον Θεό. Ο Θεός κάμφθηκε και του αποκάλυψε ότι θα τον έχει στη φωτιά μέχρι τη ζώνη. Και πάλι ο γέροντας παρακάλεσε με πολύ κόπο και αγωνία και ο Θεός του έδειξε σε οπτασία ότι τον απάλλαξε τελείως από τη φωτιά της κολάσεως.
12. Αλλά ποιος μπορεί με τη σειρά να διηγηθή όλες τις μαρτυρίες που υπάρχουν σκόρπιες στους βίους των αγίων, από τις οποίες φαίνεται ότι οι προσευχές, οι λειτουργίες και οι ελεημοσύνες που γίνονται για τους νεκρούς πολύ τους βοηθάνε και τους ωφελούν; Γιατί τίποτε δεν χάνεται τελείως από όσα δανείσθηκαν στον Θεό, αλλ’ ανταποδίδονται απ’ αυτόν πολύ πιο επαυξημένα.
13. Όσο για το λόγο του προφήτου ότι «στον άδη ποιος θα σε δοξολογήση;» είπαμε πιο πάνω ότι, ναι μεν οι απειλές του εξουσιαστού Θεού είναι φοβερές, αλλά τελικώς τις κατανικάει η ανεκδιήγητη φιλανθρωπία του. Εξ άλλου και μετά από το λόγο αυτόν του προφήτου έγινε μετάνοια στον άδη. Εννοώ τη μετάνοια εκείνων που πίστεψαν εκεί όταν κατέβηκε κοντά τους ο Δεσπότης. Αλλά κι εκεί δεν τους έσωσε όλους ο ζωοδότης Κύριος, παρά μόνον, όπως λέχθηκε, όσους πίστεψαν.
Μερικοί λένε ότι έσωσε όσους πίστεψαν πριν πεθάνουν, όπως οι πατέρες και προφήτες, οι κριτές και οι βασιλείς με τους τοπάρχες και κάποιοι άλλοι από τους Εβραίους, λίγοι και γνωστοί σε όλους. Αντιλέγομε όμως σ’ όσους υποστηρίζουν αυτό: Ότι δεν είναι δώρο ούτε παράδοξο και θαυμαστό το να σώσει ο Χριστός όσους πίστεψαν. Είναι δίκαιος κριτής και όποιος πιστεύει σ’ αυτόν δεν χάνεται. Έτσι έπρεπε να σωθούν και ν’ απαλλαγούν από τα δεσμά όλοι αυτοί όταν κατέβηκε ο Θεός και Δεσπότης στον άδη. Και αυτό το φρόντισε ο ίδιος ο Κύριος. Νομίζω όμως ότι εκείνοι που σώθηκαν μόνο από τη φιλανθρωπία του ήταν όσοι είχαν καθαρή ζωή και τελούσαν κάθε καλή πράξη. Και ενώ ζούσαν με λιτότητα, εγκράτεια και σωφροσύνη, δεν κατόρθωσαν να φθάσουν σε καθαρή θεϊκή πίστη, ούτε ασκήθηκαν σ’ αυτήν και έμειναν τελείως αδίδακτοι. Αυτούς, ο Δεσπότης που τους φροντίζει όλους, τους τράβηξε, τους σαγήνεψε με τα θεία του δίκτυα. Τους έκανε να τον πιστέψουν και τους φώτισε με τις θεϊκές του ακτίνες δείχνοντάς τους το αληθινό φως. Δεν το βαστούσε η καρδιά του, αυτός που είναι από μόνος του αγαθός, να πάνε χαμένοι οι κόποι τους, γιατί είχαν πράγματι κουραστική ζωή και περιορισμένη όσο δε λέγεται. Νίκησαν τα πάθη τους, αρνήθηκαν τις ηδονές και εμπράκτως έδειξαν την ακτημοσύνη και την εγκράτεια μαζί με την αγρυπνία και κάθε καλή πράξη. Όχι με ευσέβεια, αλλά σίγουρα πέρασαν τη ζωή τους νομίζοντας ότι τηρούν σωστά την παλιά υπόσχεση, αλλά ήταν λάθος.
Υπάρχουν και μερικοί που προσέγγισαν κάπως το μεγαλείο της παντοδύναμης Τριάδος. Μερικοί προφήτευσαν την σάρκωση του Λόγου, τα σεπτά πάθη και την ανάσταση. Άλλοι μίλησαν για την παρθενική γέννηση αποκαλύπτοντας και το όνομά της: Μαρία είναι το όνομα της κόρης. Μερικοί ανέφεραν τις θαυματουργίες του Κυρίου στους νεκρούς, τους τυφλούς, μουγγούς, λεπρούς, κωφούς, παραλύτους, δαιμονισμένους, κτλ. τον περίπατο πάνω στη θάλασσα, τον πολλαπλασιασμό των άρτων και ψαριών, την μετατροπή του νερού σε κρασί. Προφήτευσαν τη θεραπεία της αιμορροούσας και της συγκύπτουσας και πολλές άλλες.
Αυτούς η δύναμη του Λόγου δε θα τους άφηνε να χαθούν, ούτε θα έμεναν απλήρωτοι οι κόποι τους, γιατί ούτε ο χρόνος που διατέθηκε γι’ αυτά θα πάει χαμένος, ίσα – ίσα που επιστρέφεται πολλαπλάσιος σ’ αυτούς που έζησαν δίκαια.
Αντίθετα όσοι έζησαν με αισχρότητα και δεν έπραξαν κανένα καλό και επειδή είναι χωρίς σπόρο, και βρίσκονται και στη ζωή και στα λόγια και στην πίστη σε πλάνη, και δεν τους πότισε η ουράνια βροχή, δεν μπόρεσαν να καρποφορήσουν. Σπόρο δεν είχαν, όταν ανέτειλε ο ήλιος της δικαιοσύνης δεν άνθισαν και δεν καρποφόρησαν, αυτούς ο Χριστός δεν τους ωφελεί καθόλου. Δεν τους ανάστησε, όπως νομίζω, γιατί δεν επιδέχονταν σωτηρία. Εξ άλλου ούτε πίστεψαν σ’ αυτόν, γιατί χάλασαν το νου τους και τους σκότισε τα νοερά μάτια ο πρώτος δράκος (ο διάβολος) τον οποίον εξ αρχής λάτρευσαν. Έτσι ώστε, φυσικά, ενώ έβλεπαν δεν κατανοούσαν και ενώ άκουγαν δεν καταλάβαιναν καθόλου (Λουκ. 8, 10). Αντίθετα όλοι οι άλλοι, όσοι είχαν σπόρο, όταν φάνηκε ο ήλιος βλάστησαν και όταν έπεσε η βροχή έβγαλαν καρπό.
Να που μας ανέβασε ο λόγος να λύσουμε με τη βοήθεια του Θεού κάποια πράγματα που ήταν σκοτεινά. Και αυτό όχι με τρόπο κατηγορηματικό, γιατί είμαι ανάξιος, αλλά συμπερασματικά από την αγάπη προς τους αδελφούς. Αυτούς, όπως νομίζω, τους έσωσε ο Χριστός στον άδη.
14. Με τη συνεργεία του Χριστού αποδείχθηκε ότι στον άδη έγινε μετάνοια. Αυτό δε σημαίνει ότι καταργούμε την προφητεία, όχι ποτέ. Απλώς θέλουμε να δείξουμε ότι ο πανάγαθος Κύριος νικιέται από την αγάπη του στον άνθρωπο. Το ίδιο έγινε και με το λόγο. «η Νινευΐ θα καταστραφή» (Ιωνάς 3, 4), που όμως δεν καταστράφηκε, γιατί νίκησε η αγαθότητα τη δίκαιη κρίση του Θεού. Και στον Εζεκία: «τακτοποίησε τα του οίκου σου γιατί θα πεθάνης και δε θα ζήσεις» (Δ’ Βασ. 20, 1) και όμως δεν πέθανε. Και στον Αχαάβ του διαμήνυσε. «θα προκαλέσω δεινά», αλλά δεν τα προκάλεσε, και είπε «είδες πως συγκινήθηκε ο Αχαάβ» (Γ’ Βασ. 20, 21). Πάλι δηλ. νίκησε η αγαθότητα την απόφαση, όπως εξάλλου γίνεται σε πολλές άλλες περιπτώσεις και θα γίνεται μέχρι τη συντέλεια του κόσμου, μέχρι που θα ρθη το τέλος του πανηγυριού και δεν θα υπάρχη καιρός για βοήθεια, αλλά θα είναι μόνος ο άνθρωπος και το φορτίο του. Ενώ τώρα είναι καιρός. Είναι καιρός για εργασία, καιρός συναλλαγής, καιρός προσπάθειας, κόπου και μόχθου. Και μακάριος όποιος δεν απέκαμε και δεν κουράσθηκε να ελπίζει. Πιο μακάριος όμως είναι όποιος αγωνίσθηκε και για τον εαυτό του και για τον πλησίον του.
15. Γιατί αυτό, δηλ. το να τρέχει κανείς σε βοήθεια του πλησίον, κατευχαριστεί και χαροποιεί το φιλεύσπλαχνο Θεό. Ο φιλάνθρωπος το επιδιώκει αυτό και το θέλει γιατί μας δίδεται η δυνατότητα να αλληλοευεργετούμαστε τόσο εδώ όσο και μετά θάνατο. Γιατί αν αυτό δεν το ήθελε και δεν ήταν σωστό στα μάτια του δεν θα μας έδινε το δικαίωμα να μνημονεύουμε τους πεθαμένους στη θεία λειτουργία, να κάνουμε τα μνημόσυνα και τις άλλες τελετές στις τρεις ημέρες, στις εννέα, στις σαράντα, στο χρόνο. Πρακτική την οποία αποδέχεται στο σύνολό της η καθολική και αποστολική Εκκλησία και εφαρμόζει ο πιστός λαός του Θεού χωρίς καμμιά επιφύλαξη ή αμφισβήτηση. Αλλιώς, αν δηλ. αυτά ήταν μια κοροϊδία χωρίς κανένα όφελος, σε κάποιον από τους θεοφόρους αγίους πατέρες και πατριάρχες θα ερχόταν η φώτιση να σταματήσει την πλάνη. Κανένας όμως ούτε καν δοκίμασε ποτέ να τα εξαλείψει. Και επί πλέον μάλιστα τα επικύρωσαν με την καθημερινή πράξη, τα επαυξήσανε και προσθέσανε και καινούργια στοιχεία.
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ
16. Καιρός όμως να θυμηθούμε και άλλες ιστορίες. Λοιπόν ο Γρηγόριος ο Διάλογος, ο της παλαιάς Ρώμης επίσκοπος, ξακουστός, και έτσι τον ξέρουν όλοι, ως άνδρα άγιο και σοφό, που όταν λειτουργούσε ήταν πάντα μαζί του και ένας άγγελος συλλειτουργός του, λένε, ότι ενώ περπατούσε στο δρόμο σταμάτησε την πορεία του για να προσευχηθή στον Κύριο να συγχωρήσει τις αμαρτίες του βασιλέως Τραϊανού. Του ήρθε τότε ουράνια φωνή που του είπε: «Άκουσα την προσευχή σου και δίνω συγχώρηση στον Τραϊανό. Εσύ όμως να σταματήσης να προσφέρης προσευχές για τους ασεβείς». Ότι αυτό είναι αλήθεια το βεβαιώνει ολόκληρη η Ανατολή και η Δύση. Βλέπεις που αυτό είναι ανώτερο από την περίπτωση της Φαλκονίλλας! Γιατί εκείνη στο κάτω κάτω δεν έκανε κακό σε κανέναν, ενώ αυτός έγινε αιτία πικρού θανάτου πολλών μαρτύρων.
17. Κύριε και Δέσποτα, είσαι θαυμαστός και αξιοθαύμαστα τα έργα σου και δοξολογούμε τη μεγάλη σου ευσπλαχνία, γιατί γέρνεις προς την φιλανθρωπία, παρέχεις ευκαιρίες στους δούλους σου και για τη φιλανθρωπία και για την ακλόνητη πίστη και ελπίδα σε σένα. Και ακόμα με τους υπηρέτες σου μας έμαθες να κάνουμε κι εμείς αγαθοεργίες ο ένας στον άλλον, να προσφέρουμε διάφορες θυσίες και να κάνουμε προσφορές, να στέλνουμε ύμνους, ψαλμωδίες και προσευχές, όχι τυχαία και μάταια. Γιατί εσύ είσαι αμετακίνητος και πλούσιος δοτήρας πολλαπλάσιας ανταπόδοσης σ’ όλους όσους κάτι προσφέρουν για τη δόξα σου, και γενικά τίποτε δεν είναι χωρίς όφελος από όσα γίνονται στο όνομά σου.
18. Δεν πρέπει να περάσει από το μυαλό κανενός, αδελφοί και πατέρες, ότι αυτά που προσφέρονται με πίστη στο Θεό δεν φέρνουν πίσω πλούσια την ανταμοιβή τόσο σε εκείνον που προσφέρει, όσο και σε εκείνον για τον οποίο προσφέρονται. Παράδειγμα εκείνος που θα αλείψη κάποιον άρρωστο με μύρο ή αγιασμένο λάδι. Πρώτα δέχεται ο ίδιος τη χρίση και στη συνέχεια χρίει τον άρρωστο. Έτσι αυτός που τρέχει για τη σωτηρία του πλησίον πρώτα ωφελεί τον εαυτό του και μετά τον πλησίον. Ο Θεός δεν είναι άδικος, για να ξεχνάει το έργο που γίνεται.
ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
19. Ο Μέγας Αθανάσιος στον ωραιότατο λόγο του για τους κοιμηθέντας γράφει: «Μη αρνείσαι να προσφέρης λάδι και να ανάβης κεριά στον τάφο του, επικαλούμενος Χριστόν τον Θεόν, και αν ακόμα ο κοιμηθείς τελείωσε ευσεβώς τη ζωή του και τοποθετήθηκε στον ουρανό. Γιατί αυτά είναι ευπρόσδεκτα από το Θεό και προσκομίζουν μεγάλη την ανταπόδοσή του, γιατί το λάδι και το κερί είναι θυσία και η θεία λειτουργία είναι εξιλέωση. Η δε αγαθοεργία φέρνει τελικά προσαύξηση σε κάθε αγαθή ανταπόδοση. Ο σκοπός του προσφέροντος για την ψυχή κοιμηθέντος είναι ίδιος με τα όσα κάνει όποιος έχει μικρό παιδί άρρωστο και αδύναμο, για το οποίο προσφέρει στον ιερό ναό κεριά, θυμίαμα και λάδι με πίστη και τα χαρίζει όλα για το παιδί του. Τα κρατάει και τα προσφέρει με τα χέρια του σαν να τα κρατάει και να τα προσφέρη το ίδιο το παιδί, ακριβώς δηλ. όπως γίνεται όταν στο βάπτισμα αποκηρύσσεται ο σατανάς από τον ανάδοχο για λογαριασμό του νηπίου. Παρομοίως πρέπει να θεωρείται και όποιος πέθανε πιστός στον Κύριο, ότι κρατάει και προσφέρει τα κεριά και το λάδι, και όλα όσα προσφέρονται για τη λύτρωσή του. Έτσι με τη χάρη του Θεού η προσπάθεια που γίνεται με πίστη δε θα πάει χαμένη. Να είστε σίγουροι ότι οι θείοι απόστολοι και οι θεοδίδακτοι διδάσκαλοι και οι θεόπνευστοι πατέρες, αφού πρώτα ενώθηκαν με το θείο και φωτίσθηκαν καθόρισαν με τρόπο θεάρεστο τις λειτουργίες, τις προσευχές και τις ψαλμωδίες, που γίνονται κάθε χρόνο στη μνήμη εκείνων πού πέθαναν. Και όλα αυτά μέχρι σήμερα, πάντα με τη χάρη του φιλανθρώπου Θεού, αυξάνονται και συμπληρώνονται σ’ όλα τα σημεία του ορίζοντος για να δοξάζεται και να εξυμνείται ο Κύριος των κυρίων και Βασιλεύς των βασιλευόντων».
20. Αλλά έρχεται ο αντίθετος και λέει: «Εάν έτσι έχουν τα πράγματα θα σωθούν όλοι και κανείς δε θα χαθή».
Μακάρι να συμβή αυτό. Αυτό είναι που επιθυμεί, που επιδιώκει, που θέλει, και αυτό είναι που ευχαριστεί τον πανάγαθο Κύριο, να μη στερηθή κανένας τις δωρεές του. Σάμπως τα βραβεία και τα στεφάνια τα ετοίμασε για τους αγγέλους; Γι’ αυτούς ήρθε από τον ουρανό και πήρε σάρκα από την Παρθένο, έγινε άνθρωπος και έπαθε; Στους αγγέλους πάλι θα πη «ελάτε ευλογημένοι του πατέρα μου να κληρονομήσετε την ετοιμασμένη βασιλεία»; (Ματθ. 25, 34). Δεν μπορεί να υπάρχη άλλη γνώμη. Αυτός που έπαθε για τον άνθρωπο, για τον άνθρωπο ετοίμασε και τα βραβεία. Εξ άλλου ποιος καλεί φίλους και δεν χαίρεται να του έρθουν όλοι και να χαρούν μαζί του; Γιατί για ποιον έκανε τις ετοιμασίες; Αν αυτό το θέλουμε εμείς φανταστείτε πόσο περισσότερο το θέλει ο μεγαλόδωρος και από τη φύση του πανάγαθος και φιλάνθρωπος Θεός, που χαίρεται περισσότερο μοιράζοντας και παρέχοντας δώρα, από όσο χαίρεται εκείνος που τα λαμβάνει.
21.Όσοι αμφισβητούν τα παραπάνω να προσέξουν. Τον κάθε άνθρωπο που φρόντισε και έκανε έστω μικρά ζύμη από αρετές και δεν πρόλαβε να τη μεταβάλη σε άρτο, ήθελε σίγουρα, ήταν στην επιθυμία του, αλλά είτε από αμέλεια, είτε από τεμπελιά, είτε από ατολμία, είτε από αναβολή, σήμερα – αύριο, και τον πρόλαβε και τον θέρισε ο θάνατος απρόσμενα, χωρίς να το περιμένη, αυτόν δεν πρόκειται να τον λησμονήσει ο δίκαιος Κριτής και Δεσπότης. Στην περίπτωση αυτή θα παρακίνηση, μετά το θάνατό του, τους δικούς του φίλους και συγγενείς και θα συγκίνηση τις ψυχές τους για να τον βοηθήσουν. Τότε αυτοί παρακινημένοι από το Θεό, που θα τους ανάψει τις ψυχές να αγαπήσουν, αυτοί θα τρέξουν να καλύψουν το κενό εκείνου που πέθανε.
Και αντιθέτως για εκείνον που έζησε μέσα στην αμαρτία, σε μια ζωή γεμάτη με αγκάθια και βρωμιές, που δεν άκουσε ποτέ τη φωνή της συνειδήσεώς του, που κυλιόταν χωρίς φόβο και ντροπή στις δυσωδίες των ηδονών με μόνη φροντίδα να ικανοποιή τις ορέξεις της σαρκός του, με κανένα ενδιαφέρον για την ψυχή, με φρόνημα καθαρά σαρκικό και κοσμικό, σ’ αυτόν, όταν έρθη η ώρα του θανάτου, κανένας δε θα δώση χέρι βοηθείας. Όλα θα εξελιχθούν έτσι ώστε να μη τον βοηθήση ούτε η γυναίκα του, ούτε τα παιδιά του, ούτε οι φίλοι του και συγγενείς, ούτε κανένας αφού ο Θεός δεν τον έχει μετρημένο με τους δικούς του.
22.Εύχομαι, αν είναι δυνατόν, να με βοηθήσουν οι φίλοι μου να μην αφήσω κανένα υστέρημα. Εάν όμως φτάσω στο τέλος χωρίς να είμαι έτοιμος και ως άνθρωπος αφήσω κανένα υστέρημα, παρακαλώ τον Κύριο να συγκίνηση τις ψυχές των φίλων και συγγενών, να ζεστάνει τις καρδιές τους για να με βοηθήσουν μετά το θάνατό μου με έργα αρεστά στο Θεό. Κύριε, Θεέ των θαυμάτων και βοηθέ των απόρων σε ικετεύω, την ώρα εκείνη να μη βρεθώ με κανένα υστέρημα, σε τίποτε λειψός τόσο εγώ όσο και όσοι πιστεύουν σε σένα.
Αλλά ας ακούσομε τί λέει, τί διδάσκει ο ιερός Χρυσόστομος, που τον ανέφερα και νωρίτερα: «Εάν δεν πρόλαβες να ρυθμίσεις όλα τα ζητήματα της ψυχής όσο ζούσες, τότε φρόντισε, έστω και στα τελευταία σου, να αφήσης εντολή στους δικούς σου να σου στείλουν όλα τα δικά σου μαζί σου και να σε βοηθήσουν. Εννοώ βεβαίως τις ελεημοσύνες και τις προσφορές. Έτσι θα μαλακώσεις τον Λυτρωτή απέναντί σου, αφού με αυτά ευχαριστιέται και τα δέχεται».
Και αλλού γράφει ο ίδιος: «Στη διαθήκη σου βάλε να σε κληρονομήση μαζί με τα παιδιά σου και ο Δεσπότης Χριστός. Βάλε στο χαρτί και το όνομα του Κριτή και μη παραλείπης τους φτωχούς. Και εγώ εγγυώμαι γι αυτούς. Αυτό δεν σημαίνει πως έχετε το δικαίωμα να δικαιολογείσθε για να μην κάνετε ελεημοσύνες όσο είστε ζωντανοί, δεν είναι αφορμή για να αφήνετε τις ελεημοσύνες για μετά το θάνατο. Μια τέτοια σκέψη είναι εντελώς απαράδεκτη, ντροπιαστική και ξένη από το θέλημα του Θεού. Ίσα-ίσα είναι πολύ καλό και πολύ αρεστό στο Θεό και καλοδεχούμενο απ’ αυτόν να στολίζη ο κάθε θεοσεβής και θεοφοβούμενος χριστιανός τον εαυτό του με όλες τις αγαθοεργίες. Να απομακρύνεται από κάθε ακαθαρσία πνευματική. Να ακολουθεί τις φωτεινές εντολές του Θεού για να μπορή να του πη θαρρετά, όταν θα βρεθή μπροστά του, «η καρδιά μου είναι έτοιμη, Θεέ μου, η καρδιά μου είναι έτοιμη» (Ψαλμ. 107, 2). Και έτσι ετοιμασμένος να μπόρεση να υποδεχθή τους αγγέλους που κατεβαίνουν να τον παραλάβουν».
Αυτό όμως λίγοι το κάμνουν και το πετυχαίνουν, κατά το λόγιο: «λίγοι είναι αυτοί που σώζονται» (Λουκ. 13, 23). Βεβαίως αυτό δεν το είπε τυχαία η Σοφία του Θεού, αλλά με κάποιο, θα έλεγα, παράπονο ότι «λίγοι είναι όσοι σώζονται». Πράγματι γνωρίζομε ότι πολύ δύσκολο να βρεθούν σ’ αυτή την κατηγορία άνθρωποι. Αναγκαστικά λοιπόν πηγαίνομε στη δεύτερη κατηγορία, σύμφωνα με τη διδασκαλία των αποστόλων και των πατέρων. Ώστε οι κεκοιμημένοι, με τη βοήθεια του Θεού, να ωφελούνται. Η φιλανθρωπία να αυξάνεται. Να επιβεβαιώνεται η ελπίδα της αναστάσεως. Να δυναμώνη η προσευχή στον Θεό. Να πυκνώνη το εκκλησίασμα στους ιερούς ναούς και να είναι πιο θερμό. Και να παίρνη όλο και πιο μεγάλες διαστάσεις η αγαθοεργία προς τους φτωχούς.
23-24. Δείτε με πόσους τρόπους η υπόθεση γίνεται επικερδής και ωφέλιμη και από πόσα επιβεβαιώνεται η βοήθεια προς τους κεκοιμημένους. Γιατί γίνεται αφορμή σωτηρίας και των καταλεγόντων. Επειδή αν σβήσεις την αιτία χάνεις και τα αποτελέσματα. Ποια ανάγκη θα έπειθε τους μικρόψυχους να προθυμοποιηθούν και να την τελέσουν εάν δεν ήταν σίγουροι ότι θα απαλλάξουν τους δικούς τους από τα παραπτώματα; Τότε πια δεν θα γράφονται στις διαθήκες μερίδια για τους πτωχούς. Θα σταματήσουν οι λειτουργίες υπέρ των νεκρών, οι ψαλμωδίες και οι άλλες τελετές και τα μνημόσυνα που γίνονται στις τρεις μέρες, στις εννέα, στις σαράντα, στο χρόνο, όλα δηλ. αυτά που όχι τυχαία τα καθιέρωσαν οι διδάσκαλοι. Μακάρι όμως να μη συμβή κάτι τέτοιο ή να παραλείψουμε κάτι από αυτά.
25. Υπάρχει όμως το ερώτημα: Τί γίνεται με τους ξένους, τους πτωχούς και γενικά μ’ εκείνους που δεν έχουν δικούς τους για να βοηθήσουν και να τρέξουν, ούτε μπορούν να αφήσουν κληρονομιά ή να τελέσουν λειτουργίες, ή ελεημοσύνες; Άραγε επειδή δεν έχουν ανθρώπους να τους συμπονέσουν θα χάσουν την ευκαιρία της σωτηρίας; Μήπως είναι άδικος ο Θεός να δίνη σε όσους έχουν και μπορούν και να στερή όσους δεν έχουν; Βγάλτε αυτό από το μυαλό σας, γιατί είναι δίκαιος ο Θεός και Δεσπότης, ή για να πούμε την ακρίβεια αυτός είναι η ίδια η δικαιοσύνη, είναι η σοφία, η αγαθότητα και η μόνη δύναμη. Η δικαιοσύνη του θα μέτρηση σωστά στον άπορο τα όσα έχει ο πλούσιος. Η σοφία του θα κάνη τα πράγματα έτσι που θα καλυφθούν οι ελλείψεις.
Η δύναμή του θα αποδυνάμωση τον δυνατό και θα ενισχύση τον αδύνατο. Η αγαθότητά του θα σώση το πλάσμα του, εάν βεβαίως αυτό δεν είναι από την μερίδα που συχαίνεται την ορθή πίστη και που η αριστερή πλάστιγγά του βαραίνει πολύ.
Γιατί λένε οι φωτισμένοι από το Θεό άνδρες, ότι η κατάσταση της τελευταίας στιγμής και οι πράξεις ζυγίζονται σε μια ζυγαριά. Και εάν η ζυγαριά κλίνη προς τα δεξιά είναι φανερό ότι την ψυχή αυτή θα την πάρουν οι δεξιοί άγγελοι. Εάν η ζυγαριά ζυγιάζεται στα ίσα τότε νικάει η φιλανθρωπία του Θεού. Αλλά κατά τους θεολόγους και αν η ζυγαριά γέρνη λίγο προς τα αριστερά τότε το λίγο έλλειμμα το αναπληρώνει η ευσπλαχνία του Θεού. Έχομε τρεις λοιπόν θείες κρίσεις του Δεσπότου. Δίκαιη η πρώτη. Φιλάνθρωπη η δεύτερη. Υπεράγαθη η τρίτη. Υπάρχει όμως και μια τέταρτη. Είναι όταν οι πονηρές πράξεις είναι κατά πολύ βαρύτερες. Τότε αλλοίμονο, αδελφοί μου. Όμως και εδώ η κρίση του Θεού είναι δίκαιη, αφού αποδίδει με δικαιοσύνη όσα ανήκουν στον καθένα.
26. Μερικοί επικαλούνται τα λόγια του μακαρίου και ουρανοφάντορα Βασιλείου: «Μη πλανιέστε, ο Θεός δεν κοροϊδεύεται» (Γαλ. 6, 7). «Ο νεκρός δεν μπορεί να θυσιάζη και να κάνη προσφορές. Σάμπως μπορείς με αποφάγια να στρώσης τραπέζι στους λαμπρούς απεσταλμένους του βασιλέως; Γιατί αν εκείνος που προσφέρει από το περίσσευμά του δεν γίνεται δεκτός, εσύ θα προσφέρης στον ευεργέτη ό,τι σου περίσσεψε μετά από μια ζωή;» Σ’ αυτούς απαντάμε έτσι: Καλά τα λέει ο Μέγας Βασίλειος. Πρέπει όμως να δούμε σε ποιον τα λέει. Τα λέει στους πλεονέκτες, στους σκληρούς άρπαγες, στους άσπλαχνους και άπονους. Να πως τους ονομάζει: «Μιλάμε σε πέτρινη καρδιά. Όταν ζούσες μέσα στις ηδονές, στην καλοπέραση, στην καλοζωή σου τότε δεν καταδεχόσουν ούτε ένα βλέμμα να ρίξης στους πτωχούς. Όταν θα πεθάνης ποιος μισθός σου οφείλεται;»… Και πάλι αλλού λέει ο ίδιος: «Δεν μου επιτρέπει το σπίτι του γείτονα να έχω θέα»… «Ο άρπαγας δε σέβεται ούτε το χρόνο ούτε έχει φραγμούς, αλλά όλα σαν φωτιά τα αγκαλιάζει και τα εκμεταλλεύεται και σαν το ορμητικό ποτάμι παρασύρει τα πάντα μπροστά του». Πολλά τέτοια γράφει στο βιβλίο του το ιερό και είναι φανερό ότι απευθύνεται σ’ αυτούς που όχι μόνο δεν έδωσαν κάτι για τους πτωχούς, αλλά φρόντιζαν να αρπάζουν και όσα ανήκαν σ’ αυτούς.
27. Και να μην ακούσω κανέναν να λέη: Πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν άνθρωποι με πλούτο και να μη λυπούνται τους πτωχούς; Και βεβαίως υπάρχουν, όπως έχει λεχθή σε πολλές εποχές, αλλά και στα χρόνια του αξέχαστου και οσιωτάτου Ιωάννου του Ελεήμονος, ο Πέτρος ο τελώνης που από άσπλαχνος μεταστράφηκε σε ελεήμονα και άγιο. Λέγεται στην ιστορία του ότι ήρθε σε έκσταση και είδε να ζυγίζονται οι πράξεις του. Παρατήρησε τότε ότι στη δεξιά πλάστιγγα της ζυγαριάς υπήρχε καθαρό καινούργιο σιτάρι, που το είχε πετάξει με μανία στο πρόσωπο ενός πτωχού. Το σπουδαίο είναι ότι του πέταξε σιτάρι γιατί δεν είχε πρόχειρη πέτρα. Από την οπτασία αυτή ο μακάριος Πέτρος μεταστράφηκε σε μεγάλη θεοσέβεια.
28. Νομίζω ότι φάνηκε σε ποιους σκληρούς απευθύνεται ο Μ. Βασίλειος. Γιατί στον καιρό του έπεσε μεγάλη πείνα. Και οι πλούσιοι έγιναν πιο σκληροί με την τσιγγουνιά τους, τη στιγμή που οι πτωχοί πέθαιναν από την πείνα. Τότε ο άριστος αυτός ποιμένας με τα λόγια του, και ας ήταν σκληρά, άνοιξε τις αποθήκες σε όσους τους ήσαν περιττές και δεν τις είχαν ανάγκη. Αν δεν μιλούσε έτσι με τα σκληρά του λόγια δε θα μπορούσαν να τραφούν οι πτωχοί, ούτε και οι πλούσιοι θα γίνονταν συμπονετικοί. Ε, αυτός έτσι έκανε.
29. Είναι ανάγκη να στρέψουμε την προσοχή μας όλη προς την ημέρα εκείνη της φρικτής παρουσίας, δηλ. της δευτέρας του Κυρίου και αυτή να κατευθύνη τις ενέργειές μας, φοβούμενοι μήπως κατηγορηθούμε από τους συγγενείς μας ότι δεν ενεργήσαμε σωστά, και μάλιστα όσοι πήραμε απ’ αυτούς εντολές και μας δώσανε για φύλαξη και διαχείριση περιουσίες. Και μη νομίσει κανείς ότι στη παγκόσμια εκείνη συγκέντρωση δεν θα αναγνωρισθούμε μεταξύ μας, δηλ. μην περάσει από το μυαλό κανενός ότι μπορεί να αποφύγουμε ανεπιθύμητες συναντήσεις εκεί και θα μείνουμε αγνώριστοι μεταξύ μας. Η αλήθεια είναι ότι θα αναγνωρισθούμε όλοι όχι από την εξωτερική μορφή, αλλά με το εσωτερικό μας μάτι, το διορατικό μάτι της ψυχής μας. Ίσως τώρα ρωτάς από πού το ξέρουμε αυτό; Άκουσε τον ίδιο τον Κύριο να μιλάη με την παραβολή του πτωχού Λαζάρου και να διδάσκη: «Σηκώνοντας τα μάτια του ο πλούσιος γνώρισε τον πτωχό Λάζαρο που αναπαυόταν στους κόλπους του πατριάρχη Αβραάμ» (Λουκ. 16, 2), γνώρισε δηλ. τον πτωχό Λάζαρο και τον πατριάρχη Αβραάμ. Και δε θέλω να πη κανείς ότι η ιστορία είναι παραβολική και η υπόθεση αναπόδεικτη. Γιατί οι θείες παραβολές του Σωτήρος αναφέρονται σε θέματα υπαρκτά, δυνατά και αποδεδειγμένα.
30. Για το ίδιο θέμα ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας λέει: «Όχι μόνο τους γνωστούς μας απ’ αυτό τον κόσμο θα αναγνωρίσουμε, αλλά και αυτούς που ποτέ δεν συναντήσαμε και δεν γνωρίσαμε. Δεν έχεις δει τον Αβραάμ, ούτε τον Ισαάκ, ούτε τον Ιακώβ, ούτε τους προπάτορες, ούτε τους προφήτες και τους αποστόλους και τους μάρτυρες. Όμως όταν τους δης σε εκείνη τη συγκέντρωση θα τους αναγνώρισης όλους και θα πης: Να ο Αβραάμ και ο Ισαάκ και ο Ιακώβ και οι άλλοι πατριάρχες. Να ο Πέτρος και ο Παύλος και όλοι οι άλλοι απόστολοι. Να ο προπάτορας Δαβίδ και οι τόσοι προφήτες. Να ο Πρόδρομος, ο πρωτομάρτυς Στέφανος και το πλήθος των αγίων».
Αλλά και ο Βασίλειος, που είναι σπουδαίος στα πνευματικά πράγματα όταν απευθύνεται στους πλεονέκτες λέει: «Δε θα φανταστής μπροστά στα μάτια σου το μεγάλο δικαστήριο του Χριστού όπου θα στέκονται γύρω σου και θα σου φωνάζουν όλοι όσους αδίκησες! Γιατί όπου και να στρέψης τα μάτια σου θα βλέπης τις εικόνες των κακών. Εδώ πτωχούς που έδειρες, εκεί ορφανά και χήρες, τους υπηρέτες που χτύπησες και τους γείτονες που έκανες να θυμώσουν», και όσα τέτοια λέει εκεί.
31. Ο Εφραίμ που είναι ο καλύτερα ενημερωμένος για τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου έτσι μας διδάσκει: «Τότε και τα τέκνα θα κατακρίνουν τους γονείς, αν δεν έχουν πράξει καλά έργα. Την ώρα εκείνη βλέπουν και οι κακοί τους γνωστούς τους. Και αν συμβή να καταριθμηθούν στα δεξιά μέρη, τότε στην ώρα του χωρισμού θρηνούν τη συγκέντρωση».
Πάλι ο συνώνυμος της Θεολογίας λέει: «Τότε θα δω τον Καισάριο (Δηλ. τον αδελφό του) λαμπρό, δοξασμένο, να χαίρεται, όπως μου φανερώθηκες και στον ύπνο πολυαγαπημένε αδελφέ μου».
Αλλά και ο περίφημος στο βίο και στο λόγο θεμέλιος της Εκκλησίας του Θεού, ο Αθανάσιος γράφει για τους κεκοιμημένους που ήταν αφοσιωμένοι στον Κύριο: «Και αυτό ακόμα δώρισε ο Κύριος σε εκείνους που θα σώζονται: Το ότι δηλ. θα είναι όλοι μαζί μέχρι την κοινή ανάσταση και θα χαίρονται και έτσι θα περιμένουν μαζί όλοι τα θεϊκά δώρα που μέλλουν να τους δοθούν. Αντίθετα οι αμαρτωλοί δεν αναγνωρίζονται μεταξύ τους. Στην πανανθρώπινη εκείνη συνάντηση με ξέσκεπες όλες τις πράξεις όλων των ανθρώπων θα είναι αναγνωρίσιμα τα πρόσωπα όλων μέχρι να γίνη ο τελικός αποχωρισμός και πάη ο καθένας στο μέρος που ετοίμασε για τον εαυτό του. Δηλ. οι δίκαιοι θα πάνε με το Θεό και μεταξύ τους, ενώ οι αμαρτωλοί σε μέρη απομακρυσμένα, αλλά μπορεί να είναι και κοντά ο ένας με τον άλλον, αλλά δεν θα γνωρίζονται μεταξύ τους. Γιατί μέσα στην τιμωρία είναι και αυτό, να μην έχουν αυτή την παρηγοριά της γνωριμίας».
32. Άραγε τότε ποια ντροπή θα τους γίνεται αν δεν είναι γνωστοί με όλους; Γιατί τότε είναι μεγάλη και φοβερή η ντροπή όταν κανείς και γνωρίζει και γνωρίζεται, και ντρέπεται κανείς τους γνωστούς του. Σε έναν άγνωστο μεταξύ αγνώστων δεν δημιουργείται αίσθημα ντροπής. Επομένως είναι πέρα από κάθε αμφιβολία και αντίρρηση ότι θα γνωρίζουμε πολύ καλά όλοι όλους. Και τότε ο έλεγχος όλων όσων έζησαν με ασέβεια και ανομία θα γίνεται με τα μάτια.
33. Αλλοίμονο και ουαί σε όλους εκείνους που είναι σαν εμένα και αλλοίμονο σε εκείνους, που, σύμφωνα με τον θείο Εφραίμ, θα κληρωθούν στα αριστερά του Κυρίου. Μακάριοι και ευτυχείς εκείνοι που ο Κύριος θα τους βάλη στα δεξιά του και θα ακούσουν την ευλογημένη φωνή (Ματθ. 25, 34), την οποία εύχομαι ν’ αξιωθούμε να ακούσουμε όλοι όσοι διαφυλάξουμε την πίστη ορθόδοξη και ν’ απολαύσουμε όλα τα αγαθά, των οποίων την ωραιότητα δεν την είδε μάτι ανθρώπινο, ούτε ποτέ την άκουσε αυτί, αλλ’ ούτε και μπόρεσε να την σκεφθή καρδιά ανθρώπου (Α’ Κορινθ. 2, 9). Αμήν. Άμποτε να γίνη αυτό, Δέσποτα που χαρίζεις τη ζωή, με τις ευχές και ικεσίες της Παναγίας Μητρός σου και όλων των άυλων και σεβαστών σου πνευμάτων, των αγγέλων, και όλων μαζί των αγίων σου, που μέσα στο πέρασμα των αιώνων σε ευχαρίστησαν και σου φάνηκαν αρεστοί. Αμήν.
Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη» Θεσσαλονίκη
http://agiosmgefiras.blogspot.gr/2014/04/blog-post_8138.html
http://www.hristospanagia.gr/?p=25123#more-25123